Κατά την κατάρτιση πινάκων κατατάξεως επί αναγκαστικής εκτελέσεως συνηθίζεται να περιλαμβάνεται στα έξοδα εκτελέσεως, τα οποία κατ’ άρθρ. 975 ΚΠολΔικ προαφαιρούνται από το επιτευχθέν πλειστηρίασμα και επί του υπολοίπου κατατάσσονται οι δανειστές, και το ήμισυ των τελών και δικαιωμάτων του συμβολαιογράφου της περιλήψεως κατακυρωτικής εκθέσεως. Η τακτική αυτή έχει ως συνέπεια ν’ ασκούνται ανακοπές κατά του πίνακα κατατάξεως, με τις οποίες προσβάλλεται ο πίνακας και ως προς το σκέλος της προαφαιρέσεως των χαρακτηριζομένων ως εξόδων εκτελέσεως του ημίσεως των δικαιωμάτων του συμβολαιογράφου για την περίληψη κατακυρωτικής εκθέσεως και ζητείται (με την ανακοπή) η αποβολή του συμβολαιογράφου από των δικαιωμάτων αυτών και η απόδοση του ποσού αυτού στον ανακόπτοντα, με αποτέλεσμα ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος συμβολαιογράφος να χάνει το ήμισυ των δικαιωμάτων του για την έκδοση της περιλήψεως κατακυρωτικής εκθέσεως. Επί των ανακοπών αυτών έχουν ήδη εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες δέχονται την ανακοπή, αποβάλλουν τον συμβολαιογράφο και αποδίδουν το ποσό των δικαιωμάτων στον ανακόπτοντα, με την αιτιολογία ότι τα εν λόγω δικαιώματα δεν αποτελούν έξοδα εκτελέσεως και άρα δεν προαφαιρούνται. Η αιτιολογία αυτή των δικαστικών αποφάσεων, ερειδομένη στη διάταξη του άρθρ. 975 ΚΠολΔικ, είναι κατά βάση ορθή, διότι πράγματι τα τέλη και δικαιώματα της περιλήψεως κατακυρωτικής δεν είναι έξοδα της αναγκαστικής εκτελέσεως. Ως έξοδα εκτελέσεως νοούνται κατά παγία νομολογία όλες οι δαπάνες, που εξυπηρετούν το γενικό συμφέρον όλων των δανειστών και είναι αναγκαίες για την διεξαγωγή του συνόλου της εκτελεστικής διαδικασίας από την λήψη του απογράφου μέχρι την αποπεράτωσή της. Τα τέλη και δικαιώματα του συμβολαιογράφου για την σύνταξη της περιλήψεως κατακυρωτικής εκθέσεως δεν αποτελούν έξοδα εκτελέσεως κατά την ανωτέρω έννοια, αλλ’ εμπίπτουν στη ρύθμιση του άρθρ. 527 Α.Κ., το οποίο κατανέμει κατ’ ισομοιρία μεταξύ των μερών, ήτοι μεταξύ του καθ’ ου η εκτέλεση και του υπερθεματιστή και συνεπώς, ο μεν υπερθεματιστής θα καταβάλει εξ ιδίων στον υπάλληλο του πλειστηριασμού – συμβολαιογράφο το ήμισυ των δικαιωμάτων, το δε υπόλοιπο ήμισυ που βαρύνει τον καθ’ ου η εκτέλεση θα παρακρατήσει ο άνω συμβολαιογράφος από το πλειστηρίασμα (Μπρίνιας, Αναγκ. Εκτ., έκδ. 1982, σελ. 1982· Βαθρακοκοίλης, Κωδ. Πολ. Δικ. Τόμος ΣΤ, σελ. 362· ΑΠ 369/1962, ΑΠ 520/1991, ΕφΑθ 6967/1975, ΕφΔωδ 162/2005). Εν όψει των ανωτέρω και προς αποφυγή απωλείας δικαιωμάτων του συμβολαιογράφου, υποδεικνύουμε όπως κατά την σύνταξη πίνακα κατατάξεως και την απαρίθμηση των προαφαιρουμένων ποσών να γίνεται σαφής διάκριση των εξόδων εκτελέσεως κατά την ανωτέρω έννοια από των εξόδων συντάξεως της περιλήψεως κατακυρωτικής εκθέσεως και να μην εντάσσονται τα τελευταία αυτά έξοδα στην κατηγορία των εξόδων εκτελέσεως. Δηλαδή θα περιγράφονται στον πίνακα κατατάξεως τα προαφαιρούμενα ποσά: α) Έξοδα εκτελέσεως κατά την προαναφερθείσα έννοια με λεπτομερή ανάλυση αυτών, β) Το ήμισυ των τελών και δικαιωμάτων του συμβολαιογράφου για την έκδοση της περιλήψεως κατακυρωτικής εκθέσεως, όπου θα γίνεται ρητή αναφορά ότι αυτά βαρύνουν το πλειστηρίασμα κατ’ άρθρ. 527 Α.Κ.. γ) ………………………………………………….. Πηγή: Eγκύκλιος υπ. αριθμ. 69/2016 Συντονιστικής Συμβολαιογραφικών Συλλόγων Ελλάδος
Αναρτήθηκε: Μαρτίου 14, 2017