ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ
- Έκδοση: 2022
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
- Σελίδες: 592
- ISBN: 978-960-654-632-7
- ISBN: 978-960-654-632-7
- Δείτε ένα απόσπασμα
Το συλλογικό έργο «Αρμοδιότητες Ειρηνοδικείων» παρουσιάζει και αναλύει από πρακτική σκοπιά την υλική αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου ως πρωτοβάθμιου δικαστηριακού οργάνου, η οποία ολοένα και αυξάνεται μετά από την ένταξη σε αυτήν και δικονομικών κανονισμών της ΕΕ για:
• την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών
• το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο
• την ευρωπαϊκή διαταγή πληρωμής
• την ευρωπαϊκή διαταγή δέσμευσης λογαριασμού
• την ιδιωτική πτώχευση του N 3869/2010
• την κήρυξη πτώχευσης μικρού αντικειμένου του Ν 4738/2020
Η υλική αρμοδιότητα των Ειρηνοδικείων, πλην των ευρωπαϊκών διαδικασιών που αποτελεί αυτοτελές κεφάλαιο, έχει αντιμετωπιστεί κατά τα αντίστοιχα βιβλία του ΚΠολΔ, χωρίς να τηρηθεί όμως η ίδια σειρά παρουσίασης των διατάξεων που ενδιαφέρουν, καθώς θεωρήθηκε σκόπιμο να προταχθεί, μετά τις γενικές διατάξεις, η Εκουσία Δικαιοδοσία, όπου απαντώνται οι περισσότερες διατάξεις αποκλειστικής υλικής αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων, που αφορούν άλλωστε και σε μεγάλο όγκο της δικαστηριακής τους ύλης και εν συνεχεία να αναπτυχθεί η αρμοδιότητά τους, υλική και τοπική, κατά τις λοιπές διαδικασίες [ειδικές διαδικασίες - ασφαλιστικά μέτρα - αναγκαστική εκτέλεση], αφιερώνοντας ειδικότερα κεφάλαια για τις μικροδιαφορές, τις ένορκες βεβαιώσεις, τη λογοδοσία - διανομή, τη διαιτησία και τους ειδικούς νόμους.
Από το έργο δεν λείπει και μία ιστορική αναδρομή του θεσμού των Ειρηνοδικείων, αλλά και συγκριτική επισκόπηση με άλλα δίκαια.
Το έργο, μέσα από την ερμηνευτική προσέγγιση των σχετικών διατάξεων, της παράθεσης και κρίσης της θεωρίας και πρόσφατης νομολογίας φιλοδοξεί να δώσει απαντήσεις στα αναφυόμενα ζητήματα κατά την εφαρμογή των νομικών διατάξεων που άπτονται του γνωστικού αντικειμένου των αρμοδιοτήτων των Ειρηνοδικείων, αποτελώντας έτσι ένα απαραίτητο βοήθημα για τον εφαρμοστή του δικαίου.
Πρόλογος | Σελ. VII |
Συνεργάτες καθ' ύλην | Σελ. IΧ |
1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ | |
Ι. Πρόλογος | Σελ. 2 |
ΙΙ. Τα Ειρηνοδικεία στα κράτη μέλη Ε.Ε. | Σελ. 4 |
Α. Διακρίσεις Ειρηνοδικείων | Σελ. 6 |
1. Κατά το Γαλλικό πρότυπο των δημοτικών Δικαστηρίων | Σελ. 8 |
2. Κατά το Γερμανικό – Αυστριακό πρότυπο των τοπικών Δικαστηρίων | Σελ. 11 |
ΙΙΙ. Τα Ειρηνοδικεία στην οργανωτική δομή των Πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων της χώρας και στον ΚΠολΔ | Σελ. 14 |
Α. Κατά τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους | Σελ. 14 |
Β. Στον Οργανισμό Δικαστηρίων και στην ΠολΔ του 1834 | Σελ. 16 |
1. To Πρωτοδικείo | Σελ. 17 |
2. Το Ειρηνοδικείο | Σελ. 17 |
3. Οι προσπάθειες μεταρρύθμισης του θεσμού | Σελ. 20 |
Γ. Στον ισχύοντα ΚΠολΔ 1968/1971 | Σελ. 22 |
1. Ίδρυση του Μονομελούς Πρωτοδικείου | Σελ. 26 |
2. Κατανομή της αρμοδιότητας | Σελ. 26 |
3. Η ενοποίηση της διαδικασίας στον πρώτο βαθμό | Σελ. 27 |
4. Οι προσπάθειες μεταρρύθμισης του θεσμού | Σελ. 28 |
IV. Το Ειρηνοδικείο σήμερα | Σελ. 32 |
A. Διάρθρωση της ύλης | Σελ. 32 |
1. Συνήθης αρμοδιότητα | Σελ. 33 |
2. Εξαιρετική αρμοδιότητα | Σελ. 35 |
3. Βάσει ειδικών νόμων | Σελ. 35 |
Περιεχόμενα | |
B. Εμβάθυνση στην κοινή διαδικασία με τον Ν 4335/2015 | Σελ. 36 |
Γ. Προεισαγωγική εκπαίδευση Ειρηνοδικών στην ΕΣΔΙ | Σελ. 39 |
2 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ | |
Α. Εισαγωγή | Σελ. 42 |
Ι. Πρόλογος | Σελ. 42 |
II. Πεδίο εφαρμογής | Σελ. 44 |
Β. Η Ευρωπαϊκή Διαδικασία Μικροδιαφορών | Σελ. 45 |
Ι. Γενικά | Σελ. 45 |
II. Η κατάθεση της αγωγής στην Ευρωπαϊκή Διαδικασία Μικροδιαφορών | Σελ. 47 |
III. Η πρώτη εξέταση της αγωγής στην Ευρωπαϊκή Διαδικασία Μικροδιαφορών | Σελ. 49 |
IV. H ενημέρωση του εναγόμενου | Σελ. 51 |
V. H ολοκλήρωση της δικογραφίας | Σελ. 52 |
VI. Η έκδοση απόφασης επί της ουσίας της διαφοράς στην Ευρωπαϊκή Διαδικασία Μικροδιαφορών | Σελ. 52 |
Γ. Το Ευρωπαϊκό Κληρονομητήριο | Σελ. 55 |
I. Γενικά | Σελ. 55 |
II. Η κατάθεση της αίτησης χορήγησης Ευρωπαϊκού Κληρονομητηρίου | Σελ. 56 |
III. Η εξέταση της αίτησης χορήγησης Ευρωπαϊκού Κληρονομητηρίου | Σελ. 58 |
A. Στο νομικό της μέρος | Σελ. 58 |
B. Στο ουσιαστικό της μέρος | Σελ. 59 |
IV. Η έκδοση απόφασης επί της αιτήσεως Ευρωπαϊκού Κληρονομητηρίου | Σελ. 61 |
V. H έκδοση του πιστοποιητικού Ευρωπαϊκού Κληρονομητηρίου | Σελ. 61 |
Δ. Η Ευρωπαϊκή Διαταγή Πληρωμής (Καν. 1896/2006) | Σελ. 63 |
Ι. Εισαγωγικά | Σελ. 63 |
ΙΙ. Καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα για την υποβολή αίτησης έκδοσης Ευρωπαϊκής Διαταγής Πληρωμής [άρθρο 6 Καν. (ΕΚ) 1896/2006] | Σελ. 65 |
ΙΙΙ. Η αίτηση αντιρρήσεων του άρθρου 16 Καν. (ΕΚ) 1896/2006 | Σελ. 66 |
ΙV. Αίτηση επανεξέτασης και αναστολή ή περιορισμός της εκτέλεσης [άρθρα 20, 23 Καν. (ΕΚ) 1896/2006] | Σελ. 66 |
Ε. Η Ευρωπαϊκή Διαταγή Δέσμευσης Λογαριασμού | Σελ. 69 |
I. Έννοια – σκοπός | Σελ. 69 |
II. Αρμοδιότητα | Σελ. 71 |
III. Πεδίο εφαρμογής και αντικείμενο | Σελ. 72 |
IV. Προϋποθέσεις έκδοσης | Σελ. 74 |
V. Διαδικασία | Σελ. 77 |
VI. Απόφαση – ένδικα μέσα | Σελ. 79 |
VII. Ένδικα βοηθήματα του οφειλέτη | Σελ. 80 |
VIII. Υποχρέωση άσκησης αγωγής ή επίδοσης διαταγής πληρωμής για την κύρια υπόθεση | Σελ. 82 |
IX. Εκτελεστική διαδικασία (άρθρο 23 Κανονισμού) | Σελ. 83 |
X. Ευθύνη δανειστή | Σελ. 85 |
XI. Αίτημα για λήψη στοιχείων λογαριασμών | Σελ. 86 |
ΣΤ. Αντί επιλόγου | Σελ. 88 |
3 ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΠολΔ | |
Α. Γενικές διατάξεις ΚΠολΔ | Σελ. 91 |
I. Αρμόδια καθ’ ύλην δικαστήρια για την εκδίκαση πολιτικών υποθέσεων | Σελ. 92 |
A. Δύο βαθμοί δικαιοδοσίας | Σελ. 92 |
Β. Αρμοδιότητα λόγω ποσού των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων | Σελ. 94 |
Γ. Προσδιορισμός της αξίας του αντικειμένου της δίκης | Σελ. 95 |
Δ. Εκτίμηση της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς | Σελ. 95 |
Ε. Χρονικό σημείο κατά το οποίο υπολογίζεται η αξία του αντικειμένου της διαφοράς | Σελ. 97 |
ΣΤ. Καθορισμός της καθ’ ύλην αρμοδιότητας επί σωρεύσεως απαιτήσεων και ομοδικίας | Σελ. 98 |
1. Αντικειμενική σώρευση απαιτήσεων | Σελ. 98 |
2. Διαζευκτική σώρευση απαιτήσεων | Σελ. 99 |
3. Επικουρική σώρευση απαιτήσεων | Σελ. 99 |
4. Ενεργητική και παθητική ομοδικία | Σελ. 100 |
5. Προσδιορισμός της αξίας του αντικειμένου σε ειδικές περιπτώσεις (άρθρο 11 ΚΠολΔ) | Σελ. 101 |
6. Καθορισμός της καθ’ ύλην αρμοδιότητας επί περιοδικών παροχών | Σελ. 102 |
II. Κατά τόπον αρμοδιότητα | Σελ. 104 |
A. Γενική δωσιδικία (δωσιδικία κατοικίας) και δωσιδικία διαμονής | Σελ. 106 |
B. Ειδικές δωσιδικίες | Σελ. 110 |
1. Αποκλειστική δωσιδικία | Σελ. 110 |
2. Συντρέχουσα δωσιδικία | Σελ. 114 |
Γ. Παρέκταση αρμοδιότητας | Σελ. 120 |
ΙΙΙ. Το αμετάβλητο της αρμοδιότητας | Σελ. 121 |
Α. Αυτεπάγγελτη έρευνα αρμοδιότητας | Σελ. 122 |
Β. Ένσταση υλικής αναρμοδιότητας | Σελ. 123 |
Γ. Τυπολογικές μορφές εμφανίσεως της υλικής αναρμοδιότητας | Σελ. 124 |
Δ. Αποτελέσματα επί αποδοχής της ενστάσεως υλικής αναρμοδιότητας | Σελ. 124 |
Ε. Ένσταση τοπικής αναρμοδιότητας | Σελ. 125 |
IV. Συνήθης αρμοδιότητα Ειρηνοδικείου (άρθρο 14 αρ.1 ΚΠολΔ) | Σελ. 126 |
A. Βασική αρμοδιότητα λόγω ποσού | Σελ. 126 |
B. Μισθωτικές διαφορές | Σελ. 127 |
Γ. Διαφορές από οροφοκτησία που αφορούν κοινόχρηστες δαπάνες | Σελ. 128 |
V. Εξαιρετική αρμοδιότητα Ειρηνοδικείου (άρθρο 15 ΚΠολΔ) | Σελ. 128 |
A. Αγροτικές διαφορές (άρθρο 15 αρ. 1,2, 4-6, 13 ΚΠολΔ) | Σελ. 128 |
B. Περιορισμοί της κυριότητας (άρθρο 15 αρ. 3 ΚΠολΔ) | Σελ. 130 |
Γ. Διαφορές από την παροχή ορισμένων υπηρεσιών (άρθρο 15 αρ. 7-9, 11, 12 ΚΠολΔ) | Σελ. 131 |
Δ. Ενδοσωματειακές διαφορές (άρθρο 15 αρ. 10 ΚΠολΔ) | Σελ. 132 |
VI. Υπαγόμενες διαφορές δυνάμει άλλων διατάξεων | Σελ. 133 |
VII. Ειδικές διαδικασίες | Σελ. 134 |
Β. Διαμεσολάβηση από Ειρηνοδίκη | Σελ. 137 |
Ι. Εισαγωγή | Σελ. 137 |
ΙI. Καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα | Σελ. 138 |
ΙII. Διαδικασία | Σελ. 139 |
IV. Εμφάνιση ενδιαφερομένων | Σελ. 140 |
V. Εκκρεμοδικία | Σελ. 140 |
VΙ. Εύρος διακριτικής ευχέρειας Ειρηνοδίκη | Σελ. 140 |
VΙI. Απόδειξη | Σελ. 141 |
VIIΙ. Συμμετοχή ενδιαφερομένων | Σελ. 141 |
IΧ. Μερική διευθέτηση διαφοράς | Σελ. 141 |
X. Απουσία δυνατότητας αναβολής συζήτησης | Σελ. 141 |
XΙ. Τήρηση πρακτικών | Σελ. 141 |
XΙΙ. Περιεχόμενο και έννομες συνέπειες πρακτικού | Σελ. 142 |
XIIΙ. Ύπαρξη προϋποθέσεων ουσιαστικού δικαίου | Σελ. 143 |
XΙV. Αναγνωριστική απόφαση κήρυξης ακυρότητας | Σελ. 144 |
XV. Έννομες συνέπειες αίτησης συμβιβασμού | Σελ. 144 |
XVΙ. Δικονομικές συνέπειες | Σελ. 144 |
XVΙI. Ουσιαστικού δικαίου συνέπειες | Σελ. 144 |
XVIΙΙ. Η άσκηση αγωγής ως προϋπόθεση | Σελ. 145 |
4 ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ | |
Α. Γενικά & περιπτωσιολογία | Σελ. 149 |
Ι. Έννοια της εκούσιας δικαιοδοσίας – Διάκριση από αμφισβητούμενη δικαιοδοσία | Σελ. 150 |
ΙI. Υποθέσεις εκουσίας δικαιοδοσίας αρμοδιότητας Ειρηνοδικείου | Σελ. 152 |
ΙII. Γνήσιες υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 782-866 ΚΠολΔ) αρμοδιότητας Ειρηνοδικείου | Σελ. 154 |
A. Ληξιαρχικές πράξεις | Σελ. 154 |
1. Γεγονότα που εμπίπτουν στη ρύθμιση | Σελ. 155 |
2. Αίτηση για διόρθωση ληξιαρχικής πράξης | Σελ. 157 |
3. Μεταβολή προσωπικής κατάστασης | Σελ. 158 |
4. Δυνατότητα διόρθωσης πρόδηλων σφαλμάτων χωρίς δικαστική απόφαση | Σελ. 159 |
5. Ειδικότερα ζητήματα ληξιαρχικών πράξεων χωρίς εμφιλοχώρηση σφάλματος | Σελ. 159 |
6. Απόφαση | Σελ. 162 |
7. Ένδικα βοηθήματα | Σελ. 162 |
8. Άρνηση συμμόρφωσης ληξιάρχου | Σελ. 163 |
Β. Αναγνώριση σωματείων | Σελ. 164 |
1. Εγγραφή σωματείου στο ειδικό δημόσιο βιβλίο | Σελ. 165 |
2. Αίτηση για εγγραφή τροποποίησης του καταστατικού | Σελ. 166 |
Γ. Συνέλευση συνεταιρισμού | Σελ. 169 |
Δ. Διορισμός εκκαθαριστών συνεταιρισμού | Σελ. 171 |
Ε. Άδεια εκποίησης ή απόδοσης ενεχύρου | Σελ. 172 |
1. Ιστορική βάση | Σελ. 173 |
2. Νομιμοποίηση | Σελ. 174 |
ΣΤ. Διορισμός μεσεγγυούχου | Σελ. 175 |
Ζ. Διορισμός πραγματογνώμονα | Σελ. 177 |
Η. Άδεια προς ενέργεια ορισμένων πράξεων | Σελ. 178 |
1. Άδεια αποποίησης κληρονομίας ανηλίκου | Σελ. 180 |
2. Άδεια αποποίησης ασκηθείσα μόνο από τον ένα γονέα | Σελ. 181 |
3. Άδεια εκποίησης περιουσίας ανηλίκου | Σελ. 181 |
4. Άδεια εκποίησης ακινήτου που κληρονόμησε ο ανήλικος | Σελ. 182 |
5. Άλλες άδειες | Σελ. 187 |
Θ. Δικαστήριο της κληρονομίας | Σελ. 188 |
Ι. Πρόσκληση αναγγελίας δικαιώματος | Σελ. 189 |
ΙΑ. Κήρυξη αξιογράφου ως ανίσχυρου | Σελ. 193 |
ΙΒ. Βεβαιωτικός όρκος | Σελ. 200 |
1. Αίτηση για την προσωπική κράτηση | Σελ. 202 |
2. Μεταγενέστερη δόση του όρκου | Σελ. 203 |
Β. Διαθήκες αρμοδιότητας Ειρηνοδικείου | Σελ. 206 |
Ι. Έννοια, περιεχόμενο, είδη διαθήκης | Σελ. 206 |
Α. Έννοια | Σελ. 206 |
Β. Περιεχόμενο | Σελ. 208 |
Γ. Είδη διαθήκης | Σελ. 209 |
1. Κοινές διαθήκες | Σελ. 209 |
2. Έκτακτες διαθήκες | Σελ. 213 |
II. Δικονομικές διατάξεις | Σελ. 214 |
A. Δημοσίευση διαθήκης | Σελ. 215 |
Β. Κήρυξη διαθήκης ως κυρίας | Σελ. 216 |
1. Διαδικασία δημοσίευσης διαθήκης ή κήρυξής της ως κυρίας | Σελ. 216 |
2. Αρμοδιότητα | Σελ. 219 |
3. Ένδικα μέσα και βοηθήματα | Σελ. 220 |
Γ. Διαταγή κατάθεσης διαθήκης | Σελ. 221 |
1. Διαδικασία | Σελ. 222 |
2. Αρμοδιότητα | Σελ. 222 |
3. Ένδικα μέσα και βοηθήματα | Σελ. 223 |
Δ. Παύση εκτελεστή διαθήκης | Σελ. 224 |
1. Διαδικασία | Σελ. 225 |
2. Αρμοδιότητα | Σελ. 227 |
3. Ένδικα μέσα και βοηθήματα | Σελ. 229 |
Ε. Δικαστική προθεσμία δήλωσης επιλογής ως προς το κληροδότημα | Σελ. 230 |
1. Περιπτώσεις | Σελ. 230 |
2. Διαδικασία | Σελ. 232 |
3. Αρμοδιότητα | Σελ. 234 |
4. Ένδικα μέσα και βοηθήματα | Σελ. 234 |
ΣΤ. Άδεια εκποίησης αντικειμένου καταπιστεύματος | Σελ. 235 |
1. Διαδικασία | Σελ. 236 |
2. Αρμοδιότητα | Σελ. 236 |
3. Ένδικα μέσα και βοηθήματα | Σελ. 237 |
Ζ. Έρευνα ύπαρξης διαθήκης ή σημαντικών εγγράφων | Σελ. 238 |
Γ. Κληρονομητήριο | Σελ. 239 |
I. Έννοια, νομική φύση, σκοπός και είδη κληρονομητηρίου | Σελ. 240 |
Α. Έννοια | Σελ. 240 |
Β. Νομική φύση | Σελ. 241 |
Γ. Σκοπός | Σελ. 241 |
Δ. Είδη κληρονομητηρίου | Σελ. 242 |
Ε. Χαρακτήρας των διατάξεων | Σελ. 243 |
ΙI. Περιεχόμενο του κληρονομητηρίου | Σελ. 243 |
ΙΙΙ. Το τεκμήριο από το κληρονομητήριο | Σελ. 246 |
Α. Εισαγωγικά | Σελ. 246 |
Β. Τεκμήριο μαχητό | Σελ. 247 |
Γ. Αντικείμενο του τεκμηρίου | Σελ. 247 |
Δ. Έναρξη και λήξη του τεκμηρίου | Σελ. 247 |
Ε. Λειτουργία του τεκμηρίου | Σελ. 248 |
1. Νομιμοποιητική λειτουργία | Σελ. 248 |
2. Αποδεικτική λειτουργία | Σελ. 249 |
ΙV. Η δημόσια πίστη του κληρονομητηρίου | Σελ. 250 |
Α. Έννοια | Σελ. 250 |
Β. Προϋποθέσεις δημόσιας πίστης του κληρονομητηρίου | Σελ. 250 |
1. Προϋποθέσεις ισχύος των δικαιοπραξιών | Σελ. 250 |
2. Διαδικαστικές πράξεις | Σελ. 251 |
3. Ενεργό κληρονομητήριο | Σελ. 251 |
4. Καλή πίστη | Σελ. 251 |
Γ. Συνέπειες | Σελ. 252 |
Δ. Η έκταση της δημόσιας πίστης του κληρονομητηρίου | Σελ. 252 |
V. Ανακριβές κληρονομητήριο | Σελ. 252 |
Α. Εισαγωγικά | Σελ. 252 |
Β. Έννοια του ανακριβούς κληρονομητηρίου | Σελ. 253 |
Γ. Παράδοση ανακριβούς κληρονομητηρίου | Σελ. 255 |
Δ. Αφαίρεση ανακριβούς κληρονομητηρίου | Σελ. 256 |
Ε. Ανίσχυρο κληρονομητήριο και τροποποίηση | Σελ. 256 |
VI. Δικονομικά θέματα | Σελ. 257 |
Α. Ενεργητική νομιμοποίηση αιτούντος | Σελ. 257 |
Β. Διεθνής δικαιοδοσία | Σελ. 260 |
Γ. Υλική και τοπική αρμοδιότητα | Σελ. 262 |
Δ. Διαδικασία και αντικείμενο | Σελ. 262 |
Ε. Περιεχόμενο της αίτησης | Σελ. 262 |
ΣΤ. Συμμετοχή τρίτου | Σελ. 265 |
Ζ. Απόδειξη | Σελ. 266 |
Η. Αυτεπάγγελτη έρευνα από το δικαστήριο | Σελ. 266 |
Θ. Έκδοση του κληρονομητηρίου | Σελ. 267 |
Ι. Ένδικα μέσα | Σελ. 267 |
Δ. Σφράγιση – Αποσφράγιση – Απογραφή (άρθρα 826-842 ΚΠολΔ) | Σελ. 269 |
I. Εισαγωγή | Σελ. 269 |
ΙΙ. Σφράγιση | Σελ. 270 |
Α. Το ρυθμιστικό μέτρο της σφράγισης – Διαφορά από το ομώνυμο ασφαλιστικό μέτρο | Σελ. 270 |
Β. Αρμοδιότητα – Αίτηση | Σελ. 271 |
Γ. Διαδικασία | Σελ. 273 |
1. Αρμόδιο όργανο – Μέτρα προκειμένου να επιτευχθεί η σφράγιση | Σελ. 273 |
2. Αντικείμενα που δεν σφραγίζονται | Σελ. 274 |
3. Έρευνα ύπαρξης διαθήκης ή άλλων σημαντικών εγγράφων | Σελ. 275 |
4. Διορισμός μεσεγγυούχου | Σελ. 276 |
5. Έκθεση σφράγισης | Σελ. 276 |
ΙΙΙ. Αποσφράγιση | Σελ. 277 |
Α. Έννοια | Σελ. 277 |
Β. Αρμοδιότητα – Αίτηση – Κλητεύσεις – Απόφαση | Σελ. 278 |
1. Αρμοδιότητα | Σελ. 278 |
2. Αίτηση | Σελ. 278 |
3. Κλητεύσεις | Σελ. 280 |
4. Απόφαση | Σελ. 280 |
Γ. Διαδικασία | Σελ. 281 |
1. Διενέργεια αποσφράγισης | Σελ. 281 |
2. Τύχη αποσφραγισθέντων πραγμάτων | Σελ. 282 |
3. Έκθεση αποσφράγισης | Σελ. 282 |
ΙV. Απογραφή | Σελ. 283 |
Α. Έννοια | Σελ. 283 |
Β. Αρμοδιότητα – Αίτηση – Κλητεύσεις – Απόφαση | Σελ. 285 |
Γ. Διενέργεια της απογραφής | Σελ. 286 |
Δ. Έκθεση απογραφής | Σελ. 286 |
V. Διαφορές κατά τη σφράγιση, αποσφράγιση ή απογραφή | Σελ. 288 |
5 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΠολΔ | |
Ι. Εισαγωγικά | Σελ. 292 |
ΙΙ. Περιουσιακές διαφορές | Σελ. 294 |
Α. Μισθωτικές διαφορές | Σελ. 294 |
Β. Διαφορές από οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία | Σελ. 296 |
Γ. Εργατικές διαφορές | Σελ. 296 |
Δ. Διαφορές από αμοιβές | Σελ. 297 |
Ε. Αυτοκινητικές διαφορές | Σελ. 299 |
ΣΤ. Διαφορές που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή από ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές | Σελ. 300 |
Ζ. Διαφορές από παραβίαση των διατάξεων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων | Σελ. 301 |
Η. Διαφορές από πιστωτικούς τίτλους | Σελ. 301 |
ΙΙΙ. Διαταγές | Σελ. 302 |
Α. Διαταγή απόδοσης της χρήσης μισθίου | Σελ. 302 |
Β. Διαταγή πληρωμής | Σελ. 303 |
6 ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ | |
Ι. Εισαγωγή – Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου γενικά | Σελ. 307 |
Α. Η εξαιρετική αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου | Σελ. 307 |
Β. Η τοπική αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου | Σελ. 313 |
ΙΙ. Ασφαλιστικά μέτρα νομής (733-734 ΚΠολΔ) | Σελ. 315 |
Α. Η νομή και η κατοχή γενικά | Σελ. 315 |
1. Νομή | Σελ. 315 |
2. Οιονεί νομή | Σελ. 317 |
3. Κατοχή | Σελ. 318 |
4. Αποβολή και διατάραξη της νομής | Σελ. 321 |
Β. Η Αποκλειστική καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου | Σελ. 324 |
1. Γενικά | Σελ. 324 |
2. Περιπτωσιολογία | Σελ. 325 |
Γ. Τοπική αρμοδιότητα | Σελ. 332 |
Δ. Περιεχόμενο της αίτησης | Σελ. 333 |
1. Στοιχεία της αίτησης και ορισμένο αυτής | Σελ. 333 |
2. Ειδικότερα η ύπαρξη επείγουσας περίπτωσης ή η ανάγκη αποτροπής επικείμενου κινδύνου | Σελ. 336 |
3. Η μη ικανοποίηση του δικαιώματος του οποίου ζητείται η εξασφάλιση ή η διατήρηση (692 παρ. 4 ΚΠολΔ) | Σελ. 339 |
Ε. Διεξαγωγή της δίκης | Σελ. 340 |
1. Προδικασία και συζήτηση | Σελ. 340 |
2. Δικονομικές συνέπειες και η διακοπή της παραγραφής του άρθρου 992 ΑΚ | Σελ. 343 |
3. Άμυνα του καθ’ ου – ανταίτηση – παρέμβαση – απόφαση | Σελ. 344 |
ΣΤ. Ένδικα μέσα | Σελ. 348 |
Ζ. Ανάκληση και εκτέλεση | Σελ. 350 |
1. Ανάκληση | Σελ. 350 |
2. Εκτέλεση | Σελ. 351 |
7 ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ | |
Ι. Εισαγωγικά | Σελ. 354 |
ΙΙ. Άρθρο 912 παρ. 2 ΚΠολΔ Αναστολή εκτέλεσης μέχρι τη συζήτηση της ανακοπής ερημοδικίας ή της έφεσης | Σελ. 354 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 355 |
2. Προϋποθέσεις και περιεχόμενο της αίτησης | Σελ. 355 |
3. Αρμόδιο καθ’ ύλη και κατά τόπο δικαστήριο | Σελ. 355 |
ΙΙΙ. Άρθρο 917 ΚΠολΔ Εκτέλεση επί των αντικαταστατών πραγμάτων | Σελ. 355 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 356 |
2. Αρμόδιο καθ’ ύλην δικαστήριο | Σελ. 356 |
ΙV. Άρθρο 918 παρ. 2α & β ΚΠολΔ Εκτελεστήριος τύπος | Σελ. 356 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 357 |
2. Αρμοδιότητα για την περιαφή εκτελεστηρίου τύπου | Σελ. 357 |
3. Απόγραφο | Σελ. 357 |
V. Άρθρο 929 παρ. 3 ΚΠολΔ Έκταση εξουσίας του δικαστικού επιμελητή – συνδρομή της αρχής | Σελ. 357 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 357 |
2. Έκταση της εξουσίας του δικαστικού επιμελητή | Σελ. 357 |
VI. Άρθρο 933 παρ. 1 ΚΠολΔ Αντιρρήσεις κατά της εκτέλεσης | Σελ. 358 |
1. Εισαγωγικά | Σελ. 358 |
2. Υλική αρμοδιότητα | Σελ. 358 |
3. Τοπική αρμοδιότητα | Σελ. 359 |
4. Διαδικασία | Σελ. 359 |
5. Νομιμοποίηση – Έννομο συμφέρον | Σελ. 360 |
6. Λόγοι της ανακοπής | Σελ. 360 |
7. Δεδικασμένο | Σελ. 362 |
8. Δικαστική ομολογία – έγγραφα | Σελ. 362 |
9. Πρόσθετοι λόγοι ανακοπής | Σελ. 363 |
10. Δικαστική απόφαση | Σελ. 363 |
VII. Άρθρο 938 παρ. 1 ΚΠολΔ Αναστολή της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης | Σελ. 363 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 363 |
2. Καθ’ ύλη αρμοδιότητα | Σελ. 364 |
VIII. Άρθρο 941 παρ. 2 ΚΠολΔ Βεβαιωτικός όρκος | Σελ. 364 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 364 |
2. Αρμοδιότητα | Σελ. 364 |
3. Απείθεια ή άρνηση του οφειλέτη να δώσει τον όρκο | Σελ. 365 |
4. Επί καταδίκης για την παράδοση ή την απόδοση κινητού πράγματος | Σελ. 365 |
5. Έγερση αξίωσης αποζημίωσης | Σελ. 365 |
IX. Άρθρο 943 παρ. 3 ΚΠολΔ Τύχη κινητών πραγμάτων κατά την εκτέλεση προς παράδοση ή απόδοση ακινήτου | Σελ. 365 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 365 |
2. Διαδικασία | Σελ. 366 |
3. Ευθύνη μεσεγγυούχου | Σελ. 366 |
4. Παραγραφή | Σελ. 367 |
X. Άρθρο 954 παρ. 4 ΚΠολΔ Διόρθωση κατασχετήριας έκθεσης | Σελ. 367 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 367 |
2. Αίτημα της ανακοπής – σχέση με άρθρο 933 ΚΠολΔ | Σελ. 368 |
3. Κατάθεση της ανακοπής, δημοσίευση, κατάθεση της απόφασης | Σελ. 369 |
XI. Άρθρο 956 παρ. 4, 5 & 6 ΚΠολΔ Μεσεγγυούχος | Σελ. 369 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 370 |
2. Το έργο του μεσεγγυούχου | Σελ. 370 |
3. Ευθύνη μεσεγγυούχου | Σελ. 370 |
4. Αρμοδιότητες ειρηνοδικείου για τη μεσεγγύηση | Σελ. 371 |
XII. Άρθρο 966 παρ. 3 ΚΠολΔ Ατελέσφορος πλειστηριασμός | Σελ. 371 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 372 |
2. Αρμοδιότητα δικαστηρίου | Σελ. 372 |
XIII. Άρθρο 973 παρ. 4 και 5 ΚΠολΔ Υποκατάσταση επισπεύδοντος με δικαστική απόφαση | Σελ. 372 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 373 |
2. Η έννοια της ματαίωσης | Σελ. 373 |
3. Προϋποθέσεις της δικαστικής υποκατάστασης | Σελ. 373 |
4. Δικαστική άδεια | Σελ. 374 |
5. Αποτελέσματα | Σελ. 374 |
6. Επίσπευση ματαιωθέντος πλειστηριασμού με εμφάνιση πλειόνων δανειστών | Σελ. 374 |
XIV. Άρθρο 979 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ Ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης | Σελ. 375 |
1. Eισαγωγικά: Η άσκηση της ανακοπής | Σελ. 375 |
2. Νομιμοποίηση | Σελ. 375 |
3. Νομιμοποίηση για τα προαφαιρούμενα έξοδα – ανακοπή για τα προαφαιρούμενα έξοδα | Σελ. 376 |
4. Έννομο συμφέρον – δεδικασμένο | Σελ. 377 |
5. Αρμοδιότητα – διαδικασία της ανακοπής | Σελ. 377 |
6. Το δικόγραφο της ανακοπής | Σελ. 378 |
7. Λόγοι ανακοπής | Σελ. 378 |
XV. Άρθρο 985 ΚΠολΔ Δήλωση τρίτου και συνέπειες αυτής | Σελ. 378 |
1. Έννοια και νομική φύση της δήλωσης τρίτου | Σελ. 379 |
2. Η δυνατότητα ανάκλησης της δήλωσης τρίτου | Σελ. 379 |
3. Διαδικασία υποβολής της δήλωσης | Σελ. 380 |
4. Περιεχόμενο της δήλωσης τρίτου | Σελ. 382 |
5. Αρνητικό περιεχόμενο της δήλωσης – ενστάσεις – δήλωση επί μελλοντικών απαιτήσεων | Σελ. 383 |
6. Θετικό περιεχόμενο της δήλωσης – αναφορά προηγούμενων κατασχέσεων – μελλοντικές απαιτήσεις | Σελ. 386 |
7. Kαταφατική δήλωση, μελλοντικές, υπό αίρεση απαιτήσεις | Σελ. 387 |
8. Διαδικασία και περιεχόμενο της δήλωσης όταν τρίτος είναι το Ελληνικό Δημόσιο | Σελ. 388 |
9. Περιεχόμενο και διαδικασία της δήλωσης όταν κατασχών είναι το Ελληνικό Δημόσιο – Συνέπειες μη υποβολής της δήλωσης | Σελ. 389 |
10. Συνέπειες παράλειψης ή ανακριβούς δήλωσης – ευθύνη του τρίτου για αποζημίωση | Σελ. 391 |
XVI. Άρθρο 988 παρ. 1 ΚΠολΔ Ικανοποίηση του κατασχόντος από τον τρίτο | Σελ. 394 |
1. Eισαγωγή | Σελ. 394 |
2. Σχέση με εκχώρηση | Σελ. 394 |
3. Εάν η κατασχεθείσα απαίτηση επαρκεί | Σελ. 395 |
4. Εάν η κατασχεθείσα απαίτηση δεν επαρκεί | Σελ. 395 |
XVII. Άρθρο 994 ΚΠολΔ Χωριστός πλειστηριασμός παραρτημάτων | Σελ. 396 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 396 |
2. Αρμοδιότητα | Σελ. 396 |
XVIII. Άρθρο 996 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ Μεσεγγυούχος του κατασχεθέντος ακινήτου | Σελ. 397 |
1. Ποιος είναι μεσεγγυούχος του κατασχεθέντος ακινήτου | Σελ. 397 |
2. Αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου | Σελ. 397 |
3. Αλλαγή στο πρόσωπο του μεσεγγυούχου / απόδοση του ακινήτου στον μεσεγγυούχο που αποβλήθηκε | Σελ. 398 |
4. Οι καρποί του ακινήτου | Σελ. 398 |
ΧΙΧ. Άρθρο 1000 ΚΠολΔ Αναστολή πλειστηριασμού ακινήτου | Σελ. 398 |
1. Η αίτηση της αναστολής | Σελ. 399 |
2. Πότε χορηγείται η αναστολή | Σελ. 399 |
3. Η απόφαση επί της αναστολής | Σελ. 399 |
4. Υποκατάσταση του άρθρου 973 παρ. 3 ΚΠολΔ | Σελ. 399 |
5. Όροι αναστολής | Σελ. 399 |
6. Χρόνος αναστολής | Σελ. 400 |
ΧΧ. Άρθρο 1019 παρ. 1 ΚΠολΔ Ανατροπή της κατάσχεσης | Σελ. 400 |
1. Εισαγωγή | Σελ. 400 |
2. Χρόνος, τρόπος και από ποιον μπορεί να ζητηθεί η ανατροπή της κατάσχεσης | Σελ. 400 |
ΧΧΙ. Άρθρο 1021 εδάφιο στ’ ΚΠολΔ Εκούσιος πλειστηριασμός | Σελ. 403 |
Αρμοδιότητα δικαστηρίου – διαδικασία | Σελ. 403 |
ΧΧΙΙ. Άρθρο 1023 παρ. 1 ΚΠολΔ Αρμόδιο δικαστήριο για την κατάσχεση ειδικών περιουσιακών δικαιωμάτων | Σελ. 403 |
Αρμοδιότητα δικαστηρίου – διαδικασία | Σελ. 403 |
ΧΧΙΙ. Άρθρο 1026 ΚΠολΔ Εκποίηση του κατασχεθέντος δικαιώματος με πλειστηριασμό | Σελ. 404 |
Αρμοδιότητα – διαδικασία | Σελ. 404 |
8 ΜΙΚΡΟΔΙΑΦΟΡΕΣ | |
I. Οι Ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές | Σελ. 405 |
Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις | Σελ. 405 |
Β. Διατάξεις για τις μικροδιαφορές και ειδικές διαδικασίες | Σελ. 411 |
ΙΙ. Διαδικαστικές αποκλίσεις από την τακτική διαδικασία | Σελ. 414 |
Α. Η άσκηση της αγωγής κατά τις ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές | Σελ. 414 |
Β. Η συζήτηση της αγωγής κατά τις ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές | Σελ. 417 |
Γ. Οι προβλέψεις για την αποδεικτική διαδικασία | Σελ. 417 |
Δ. Η δημοσίευση των αποφάσεων | Σελ. 418 |
Ε. Τα ένδικα μέσα και η εκτελεστότητα των αποφάσεων | Σελ. 419 |
9 ΕΝΟΡΚΕΣ ΒΕΒΑΙΩΣΕΙΣ | |
I. A. Εισαγωγικές και εννοιολογικές παρατηρήσεις | Σελ. 424 |
Β. Νομική φύση | Σελ. 426 |
ΙΙ. Α. Οι ένορκες βεβαιώσεις υπό τον ΚΠολΔ, όπως αυτός τροποποιήθηκε δυνάμει του Ν 4335/2015 και ισχύει σήμερα | Σελ. 428 |
1. Η προαποδεικτική προσκομιδή των ενόρκων βεβαιώσεων | Σελ. 430 |
2. Η κατά τόπον αρμοδιότητα του αρμόδιου για τη λήψη της οργάνου | Σελ. 435 |
3. Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα του αρμόδιου για την λήψη της οργάνου | Σελ. 438 |
4. Η προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου | Σελ. 439 |
5. Η παράσταση των διαδίκων | Σελ. 451 |
6. Ο ποσοτικός περιορισμός των προσκομιζόμενων ενόρκων βεβαιώσεων | Σελ. 453 |
7. Αναλογικά εφαρμοζόμενες διατάξεις | Σελ. 456 |
8. Ενστάσεις και αιτήσεις εξαίρεσης | Σελ. 458 |
9. Η ποινή απαραδέκτου | Σελ. 458 |
Β. Οι «εξώδικες» ένορκες βεβαιώσεις | Σελ. 462 |
ΙΙΙ. Ζητήματα διαχρονικού δικαίου | Σελ. 463 |
10 ΛΟΓΟΔΟΣΙΑ – ΔΙΑΝΟΜΗ | |
Ι. Λογοδοσία | Σελ. 467 |
ΙΙ. Διανομή | Σελ. 469 |
Α. Αγωγή διανομής | Σελ. 470 |
Β. Αυτούσια διανομή | Σελ. 470 |
Γ. Ανέφικτη ή ασύμφορη διανομή | Σελ. 473 |
11 ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ | |
Ι. Εισαγωγικά | Σελ. 475 |
ΙΙ. Διεξαγωγή αποδείξεων από το Ειρηνοδικείο | Σελ. 478 |
12 ΕΙΔΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ | |
Α. Πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής από δημόσιο κτήμα | Σελ. 482 |
Νομικό πλαίσιο | Σελ. 482 |
I. Προϋποθέσεις για την έγκυρη έκδοση του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής | Σελ. 484 |
II. Περιεχόμενο πρωτοκόλλου | Σελ. 485 |
III. Δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης διοικούμενου | Σελ. 486 |
IV. Αμφισβήτηση του κύρους του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής – Άσκηση ανακοπής | Σελ. 487 |
Α. Νομιμοποίηση – Διαδικασία – Παραδεκτό άσκησης ανακοπής | Σελ. 488 |
Β. Είδος διαφοράς που γεννιέται | Σελ. 492 |
Γ. Αντικείμενο ανακοπής | Σελ. 496 |
Δ. Μη άσκηση ανακοπής – Συνέπειες | Σελ. 497 |
Ε. Λόγοι ανακοπής – Βάρος απόδειξης | Σελ. 498 |
ΣΤ. Απόφαση επί ανακοπής – Δεδικασμένο | Σελ. 498 |
Ζ. Ένδικα μέσα | Σελ. 499 |
Η. Αίτηση αναστολής εκτέλεσης | Σελ. 501 |
V. Αναγκαστική εκτέλεση πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής | Σελ. 501 |
VI. Πρωτόκολλο αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημοσίου κτήματος | Σελ. 503 |
VII. Πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής και Ο.Τ.Α. | Σελ. 507 |
VIII. Πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής επί δασικών εκτάσεων | Σελ. 510 |
B. Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα & δικαστική ρύθμιση χρεών | Σελ. 515 |
Ι. Γενικά | Σελ. 515 |
ΙΙ. Υλική αρμοδιότητα | Σελ. 516 |
ΙΙΙ. Τοπική αρμοδιότητα | Σελ. 516 |
ΙV. Εφαρμοστέα διαδικασία | Σελ. 517 |
Α. Γενικά | Σελ. 517 |
Β. Δικονομικά | Σελ. 519 |
1. Νομολογιακή αντιμετώπιση ενστάσεων πιστωτών | Σελ. 520 |
2. Δικαστική ρύθμιση χρεών | Σελ. 529 |
Γ. Η απλοποιημένη διαδικασία κήρυξης πτώχευσης μικρού αντικειμένου Ν 4738/2020 | Σελ. 543 |
Ι. Γενικά | Σελ. 543 |
ΙΙ. Καθ' ύλην αρμοδιότητα | Σελ. 543 |
ΙΙΙ. Τοπική αρμοδιότητα | Σελ. 543 |
IV. Προϋποθέσεις | Σελ. 544 |
V. Διαδικασία | Σελ. 544 |
VI. Περιεχόμενο απόφασης | Σελ. 546 |
VII. Ένδικα μέσα | Σελ. 546 |
VIII. Έναρξη εφαρμογής | Σελ. 546 |
Δ. Ευεργέτημα πενίας | Σελ. 547 |
Ι. Γενικά | Σελ. 547 |
ΙΙ. Καθ' ύλην αρμοδιότητα | Σελ. 547 |
ΙΙΙ. Προϋποθέσεις | Σελ. 548 |
IV. Διαδικασία (άρθρα 196-198 ΚΠολΔ) | Σελ. 549 |
V. Περιεχόμενο διάταξης (άρθρα 199-200 ΚΠολΔ) | Σελ. 550 |
Ευρετήριο | Σελ. 553 |
Ευρετήριο Πινάκων – Διαγραμμάτων | Σελ. 559 |
Σελ. 1
1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Γεώργιος Β. Δελής
Ειρηνοδίκης, υπΔΝ
Διάγραμμα ύλης
Ι. Πρόλογος 1-4
ΙΙ. Τα Ειρηνοδικεία στα κράτη μέλη Ε.Ε. 5-6
Α. Διακρίσεις Ειρηνοδικείων 7-16
ΙΙΙ. Τα Ειρηνοδικεία στην οργανωτική δομή των πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων και στον ΚΠολΔ
Α. Κατά τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους 17-21
Β. Στον Οργανισμό Δικαστηρίων και στην ΠολΔ 1834 22-35
Γ. Στον ισχύοντα ΚΠολΔ 1968/1971 36-54
IV. Το Ειρηνοδικείο σήμερα
Α. Διάρθρωση της ύλης 55-61
Β. Εμβάθυνση στην κοινή διαδικασία με τον Ν 4335/2015 62-65
Γ. Προεισαγωγική εκπαίδευση Ειρηνοδικών στην ΕΣΔΙ 66-69
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Ελληνική:
Αργυρόπουλος Π., Δημοτική Διοίκησις εν Ελλάδι, 1843. Γεωργιάδης Αστ., Εισαγωγή και θεμελιώδεις έννοιες αστικού δικονομικού δικαίου, 1997. Γιαννόπουλος Π., Η νέα διαδικασία εκδίκασης των αιτήσεων ρύθμισης υπερχρεωμένων νοικοκυριών κατά τον Ν 4745/2020. Μια κριτική αποτίμηση, Αρμ 2020 12.1995. O ίδιος, Διαμεσολάβηση και Πολιτική Δίκη, Συμβολή στην ερμηνεία του Ν. 4640/2019. Δελής Γ., Οι μικροδιαφορές σε σχέση με την τακτική διαδικασία υπό τον Ν 4335/2015, Δικαστικά Νέα, 138.3. Ο ίδιος, Συγκριτική επισκόπηση διάκρισης αδικημάτων σε κράτη μέλη Ε.Ε., ιδίως, καθόσον αφορά στα πταίσματα, http://dikastis.blogspot.com/2019/04/blog-post_53.html. Ερμίδου Α., Ζητήματα από διαφορές οροφοκτησίας, www.ende.gr. Η ίδια, Η ίδρυση της κατεύθυνσης Ειρηνοδικών στην ΕΣΔι και το χρονικό της, www.ende.gr. Η ίδια, Η σημασία της Κατεύθυνσης Ειρηνοδικών στην ΕΣΔι, www.ende.gr Καραΐνδρου Α., Η άσκηση και συζήτηση της αγωγής κατά την τακτική διαδικασία μετά τις τροποποιήσεις του Ν 4335/2015, Επιμορφωτικό Σεμινάριο Δικαστικών Λειτουργών της 12ης.4.2019. Κατράλης Π., Προβλήματα της Δικαιοσύνης, ΕλλΔνη 1982, 97 επ. Κατσορίδας Ξ., Επί των επενεκτέων ουσιωδέστερων τροποποιήσεων εις τον ΚΠολΔ και τον ΕισΝ, ΑρχΝ 1969, 246 επ. Κλαμαρής Ν., Το Οικογενειακό Δικαστήριο, μια ρηξικέλευθη μεταρρύθμιση, https://www.tovima.gr/2009/03/14/opinions/to-oikogeneiako-dikastirio-mia-riksikeleythi-metarrythmisi/. Κοκκινογένης Ι., Η οργάνωση και δικαιοδοσία των δικαστηρίων, https://curia.gr/organosi-kai-dikaiodosia-ton-dioikitikon-dikastirion/ Μακρίδου Κ., Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις του ΣχΝΚΠολΔ ως προς την τακτική διαδικασία - συζήτηση στο ακροατήριο, ΕΠολΔ 2014, 187. Ματθίας Στ., Η κατάργηση των Ειρηνοδικείων, http://www.etdime.gr/. Μέξης Δ., Ο Ειρηνοδίκης, 1955. Μπαρμπούνης Α., Η οργάνωση της Δικαιοσύνης στο Νέο Ελληνικό Κράτος κατά την Καποδιστριακή και Οθωνική περίοδο, Διατριβή Μεταπτυχιακής Ειδίκευσης, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, 2019. Μπέης Κ., Μαθήματα Πολιτικής Δικονομίας, 1981. Νίκας Ν. Πολιτική Δικονομία Ι, 2003. Ορφανίδης Γ., Η ρύθμιση του άρθρου 94 ΚΠολΔ μετά την τροποποίηση που επέφερε ο Ν 4335/2015, https://www.
Σελ.2
dslar.gr/. Ο ίδιος, Η τακτική διαδικασία στην πρωτοβάθμια δίκη, στον τόμο: Η πολιτική δίκη σε κρίσιμη καμπή, Επιστημονικό Συμπόσιο προς τιμήν του Καθηγητή Ν. Νίκα, 2016. Τιγρέ Π., Εγχειρίδιο Γερμανικής Νομικής Ορολογίας, 2008. Πολυζωγόπουλος Κ., Η ανανέωση της Ελληνικής θεωρίας του Αστικού Δικονομικού Δικαίου υπό την επιρροή της αγγλοαμερικάνικης νομικής σκέψης, ΔΙΚΗ 2000. Ράμμος Γ., Στοιχεία Ελληνικής Πολιτικής Δικονομίας, 1955. Ρεντούλης Π., Σύντομη ιστορική επισκόπηση του Ελληνικού Αστικού Δικονομικού Δικαίου (Μια προσπάθεια καταδείξεως της ιστορικής του συνέχειας), ΔΙΚΗ 2005, 490 επ. Τζουνάκου Ε./Δελής Γ., Το Ειρηνοδικείο στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, Μελέτη Επιτροπής Ειρηνοδικών της ΕνΔΕ, www.ende.gr. Τσακνή Γ., Η διοίκηση της δικαιοσύνης δικαιοσυγκριτική προσέγγιση, 2019. Φούρκας Β. / Δελής Γ., Το δίκαιο των μικροδιαφορών στην ημεδαπή και τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Αρμ 5/2019, σ. 497 επ. Φούρκας Β., Η εφαρμογή του αρ. 94 ΚΠολΔ, μετά τις τροποποιήσεις του Ν 4335/2015, ΕΠολΔ 2016, 172.
Β. Ξενόγλωσση:
Delmas-Marty/Mireille, European Criminal Procedures, Cambridge University Press, 2002. Diogo Francisco Sampaio Lima, The Portugese Judicial System, 2013, https://www.repository.utl.pt/bitstream/10400.5/11261/1/DM-DFSL-2013.pdf. Fernando P., Intertwining Judicial Reforms and the Use of ICT in Courts: A Brief Description of the Portuguese Experience, European Quarterly of Political Attitudes and Mentalities, 2012. Foster N. / Sule S., German legal system and laws, 4η έκδοση, Oxford University Press, 2013. Kramer Xandra E., A Major Step in the Harmonization of Procedural Law in Europe: The European Small Claims Procedure: Accomplishments, New Features and Some Fundamental Questions of European Harmonization, THE XIIITH WORLD CONGRESS OF PROCEDURAL LAW: THE BELGIAN AND DUTCH REPORTS, 2008. Lupo G./Bailey J., Designing and Implementing e-Justice Systems: Some Lessons Learned from EU and Canadian Examples, Laws 2014.3, σ. 353-387. Paolo Fantini/Silvia Giacomelli/Giuliana Palumbo/Gianluca Volpe, La litigiositα presso giudici di pace: fisiologia e casi anomali, Banca d’ Italia, Numero 92, 2011. Pompeu C., Xavier B., Ciro G., Emma T., Núria G., Mercedes B., Marta P., Jordi C.,The e-Sentencias prototype: a procedural ontology for legal multimedia applications in the Spanish Civil Courts, Amsterdam IOS Press, 2009. Ramos F. P., The Ashgate Handbook of Legal Translation/by Le Cheng, King Kui Sin, Anne Wagner, 2014, Chapter 7 “Parameters for problem solving in legal translation, σ. 121 επ. Titiriga R., EU as a Normative Power Enhancing Access to Justice: Small Claims Litigation and Romania, The European Small Claims Procedure and the Philosophy of Small Change. Neuwahl N/Hammamoun S., Thémis, Montreal, Canada, 2014, σ. 213-230. Trigianno A., The Italian Experience, http://www.teoriaestoriadeldirittoprivato.com/index.php?com=statics&option=index&cID=132
Ι. Πρόλογος
1Είναι γεγονός πως ελλείπει στη βιβλιογραφία μία σύγχρονη προσπάθεια καταγραφής του θεσμού του Ειρηνοδικείου και της ύλης του είτε αυτοτελώς είτε σε δικαιοσυγκριτική προσέγγιση με τα Ειρηνοδικεία στις χώρες της ΕΕ, ιδίως της ευρύτερης οικογένειας του ηπειρωτικού Δικαίου, όπου και η καταγωγή μας. Η ανάγκη αυτή υπαγορεύεται και από τη διαπίστωση
Σελ. 3
ότι το Ειρηνοδικείο από πρωτοβάθμιο μονομελές δικαστηριακό όργανο περιορισμένης αρμοδιότητας και απλουστευμένης, εν γένει, διαδικασίας, έχει ήδη μετασχηματισθεί σε σχέση με την ιστορική καταγωγή του, καταλαμβάνοντας αυξημένο ρόλο στο σύγχρονο ενοποιημένο ενωσιακό δικονομικό περιβάλλον του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας.
2Η προέλευση των Ειρηνοδικείων στην χώρα μας ως Δικαστήρια του Γαλλικού προτύπου της Ναπολεόντειας Νομοθεσίας, σε αντίθεση με τον σχεδόν απόλυτο προσανατολισμό της ελληνικής επιστήμης του ιδιωτικού Δικαίου προς τη Γερμανική θεωρία και κίνηση των υπόλοιπων κρατών της Ε.Ε., τόσο κατά τη σύσταση του Ελληνικού κράτους και την εισαγωγή του ΚΠολΔ 68/71, όσο και έκτοτε, αποτέλεσε θρυαλλίδα της ιστορικής μεταρρυθμιστικής προσπάθειας του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας σχεδόν για έναν αιώνα. Από το 2010 όμως κι εντεύθεν οι συνθήκες μεταβλήθηκαν. Ο μεταρρυθμιστικός οίστρος, ιδίως της εικοσαετίας 1980 – 2000, για τον μετασχηματισμό του Ειρηνοδικείου σε επίπεδο ΚΟΔΚΔΛ που δεν τελεσφόρησε, έδωσε τη θέση του στην ενίσχυσή του σε επίπεδο ΚΠολΔ, σε σχέση με το ανώτερό του Μονομελές Πρωτοδικείο, με το οποίο η σύγκριση. Με την απονομή της ιδιωτικής πτώχευσης του N 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε, που κατέλαβε μεγάλο μέρος της ειρηνοδικειακής πραγματικότητας και ήδη της πτώχευσης ιδιωτών του N 4738/2020 για τη «Ρύθμιση οφειλών και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας», η κατεύθυνση του Ειρηνοδικείου προσανατολίστηκε, ειδικά, στη φύση των επίδικων υποθέσεων, σε αντίθεση με το απόλυτο κριτήριο αξίας τους, που έως τότε κρατούσε, ενώ με τη σταδιακή αύξηση της καθ’ υλην αρμοδιότητας από 12.000,00 ευρώ σε 20.000,00 ευρώ με το αρ. 2 Ν 3994/2011 (ΦΕΚ Α΄165/2011 και την απονομή των περισσότερων υποθέσεων των ειδικών διατάξεων της εκούσιας δικαιοδοσίας στη δικαιοδοσία του με το αρ. 20 Ν 4055/2012 (ΦΕΚ Α΄51/2012), που τροποποίησε το αρ. 740 ΚΠολΔ, ενισχύθηκε σημαντικά, ως μονομελές δικαστηριακό όργανο. Δεν είναι εξάλλου πολύ μακρινό
Σελ. 4
το διάστημα όταν στη χώρα μας, κατά την είσοδό της στη σταθερότητα του ευρώ, η αρμοδιότητά του ανερχόταν στο όριο περίπου των σημερινών μικροδιαφορών. Σήμερα όμως, θεωρείται υψηλή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
3Επιπλέον, με την επέκταση στις υποθέσεις του της έγγραφης διεξαγωγής ως πρότυπο δίκης της τακτικής διαδικασίας, που εισήχθη με τον N 4335/2015, το Ειρηνοδικείο απώλεσε και τις σημαντικότερες απλουστεύσεις της διαδικασίας του, που δικαιολογούνταν από το έλασσον των υποθέσεων ενώπιόν του σε σχέση με τα λοιπά πρωτοβάθμια Δικαστήρια και ιδίως με το έτερο μονομελές δικαστηριακό όργανο της χώρας, το Μονομελές Πρωτοδικείο, ήτοι τη δυνατότητα αυτοπρόσωπης παράστασης του διαδίκου και την προαιρετικότητα των προτάσεων, συλλήβδην, στις υποθέσεις του.
4Η ποιοτική μεταβολή των υποθέσεων του Ειρηνοδικείου τα τελευταία χρόνια αναγνωρίστηκε και στην πρόσφατη ΔιοικΟλΑΠ 36/2020. Με βάση την παραδοχή αυτή, η αυτοτελής σπουδή του θεσμού αποκτά ιδιαίτερη αξία. Τόσο για τη θεωρητική επεξεργασία, εξ απόψεως ιστορικής καταγραφής, κοινωνικής και επιστημονικής εξέλιξής του στη χώρα μας, όσο και για τον εφαρμοστή του Δικαίου, με την προσδοκία να παράγει λύσεις στη ζώσα Ειρηνοδικειακή ύλη. Με τις αρχικές αυτές σκέψεις και προβληματισμούς συλλήφθηκε η προσπάθεια, οι δε πληροφορίες, πέραν των αναφερόμενων πηγών, αντλήθηκαν και από τη διαδικτυακή πύλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης «https://e-justice.europa.eu», στην οποία παρέχεται πρόσβαση στα εκατέρωθεν συστήματα απονομής δικαιοσύνης του συνόλου των κρατών – μελών της Ε.Ε..
ΙΙ. Τα Ειρηνοδικεία στα κράτη μέλη Ε.Ε.
5Επισημαίνεται εξ αρχής ότι το Ειρηνοδικείο, ως κατώτερο μονομελές δικαστηριακό όργανο του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, εγκαταλείφθηκε στη χώρα αρχικής καταγωγής του, τη Γαλλία, στην οποία οι πρωτοβάθμιες αστικές υποθέσεις εκκαθαρίζονταν μέχρι πρόσφατα αποκλειστικά στη Μονομελή (Tribunal d’ instance) ή στην Πολυμελή (Tribunal de grande instance) σύνθεση του Πρωτοδικείου. Τα Ειρηνοδικεία αντικαταστάθηκαν σταδιακά, από το 2002, με το θεσμό του «juge de proximite», ο οποίος και καταργήθηκε την 1.7.2017, ενώ μέχρι την 1.1.2013 υφίσταντο 307 Ειρηνοδικεία, τα οποία απορροφήθηκαν από το Πρωτοδικείο,
Σελ. 5
με έδρα την πρωτεύουσα έκαστης επαρχίας της χώρας αντίστοιχα. Το Μονομελές Πρωτοδικείο, κατά το αρ. L 221 – 1 επ. Code de l’ Organisation Judiciaire (COJ), είχε αρμοδιότητα για διαφορές έως το ποσό των 10.000,00 ευρώ, ανεξαρτήτως, δε, αξίας για τις μισθώσεις, για υποθέσεις καταναλωτικής πίστης από το ποσό των 200 ευρώ έως των 75.000 ευρώ, σύμφωνα με το αρ. L. 311-52 του Κώδικα Καταναλωτών (Code de la consommation), καθώς και για την Ευρωπαϊκή Διαδικασία Μικροδιαφορών του Καν. (ΕΕ) 861/2007.
6Η Γαλλία, ήδη, με στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δικαιοσύνης σε πρώτο βαθμό και την ενίσχυση της οργάνωσής της, αποφάσισε να προβεί σε ριζική αναμόρφωση και μεταρρύθμιση του δικαστικού της συστήματος με τον πρόσφατο νόμο υπ’ αριθμ. 2019-222 της 23ης Μαρτίου 2019 «σχετικά με τον προγραμματισμό 2018-2022 και τη μεταρρύθμιση για τη δικαιοσύνη», που ξεκίνησε να ισχύει από την 1.1.2020. Μεταξύ άλλων, συγχωνεύτηκαν τα μονομελή πρωτοδικεία με τα πολυμελή πρωτοδικεία και δημιουργήθηκε ενοποιημένο δικαστήριο γενικής δικαιοδοσίας σε πρώτο βαθμό, το Δικαστήριο, που εκδικάζει όλες τις αστικές και εμπορικές υποθέσεις, εκτός από αυτές που λόγω της φύσης της διαφοράς ανατίθενται στα ειδικά δικαστήρια, τα οποία παρέμειναν αμετάβλητα, ήτοι το εργατοδικείο, το εμποροδικείο και το δικαστήριο αγροτικών μισθώσεων. Παράλληλα, προβλέφθηκε η διατήρηση των δικαστικών καταστημάτων των μονομελών πρωτοδικείων και η λειτουργία τους ως ανεξάρτητων τμημάτων του Δικαστηρίου, ώστε να εξασφαλιστεί η εγγύτητα και η προσβασιμότητα όλων στη δικαιοσύνη. Αυτοπρόσωπη επιχείρηση των διαδικαστικών πράξεων και παράσταση, αλλά και εκούσια αντιπροσώπευση από τον σύζυγο, σύμβιο ή και συγγενή έως τον τρίτο βαθμό του διαδίκου, επιτρέπεται στην προαιρετική διαδικασία ονόματι «δήλωση στη
Σελ. 6
γραμματεία του Δικαστηρίου»[22] , για όλες ανεξαιρέτως τις αστικές διαφορές έως το ποσό των 4.000,00 ευρώ.
Α. Διακρίσεις Ειρηνοδικείων
7Στα λοιπά κράτη μέλη της ευρύτερης οικογένειας του Ηπειρωτικού Δικαίου, επί τη βάσει του αξιώματος κατανομής των ιδιωτικών διαφορών στην λειτουργική αρμοδιότητα του πρώτου βαθμού ανάλογα με τη φύση ή την αξία της επίδικης διαφοράς και ανάλογα με την τοπική σχέση που συνδέει είτε τους διαδίκους είτε τη διαφορά με το συγκεκριμένο δικαστήριο, το Ειρηνοδικείο μπορεί να κατηγοριοποιηθεί σε χώρες που λειτουργεί είτε ως Δημοτικό Δικαστήριο Γαλλικής προέλευσης είτε ως Τοπικό Δικαστήριο Γερμανικής - Αυστριακής, αντίστοιχα.
8Η διαφορά τους έγκειται στην κανονιστική τους καταγωγή και ιδίως: α. κατά το πρότυπο της Ναπολεόντειας νομοθεσίας, τα Ειρηνοδικεία κατανέμονται, επί τη βάσει της αρχής «Διοικητής, Δήμαρχος και Ειρηνοδίκης», σε κάθε δημοτική διαίρεση της Επικράτειας, ενώ κατά το Γερμανικό – Αυστριακό πρότυπο, το οποίο επηρεάστηκε από τον θεσμό των magistrate courts που επικρατούν στην αγγλοσαξωνική οικογένεια Δικαίου, τα Ειρηνοδικεία αντλούν την υπόστασή τους από τα ομόσπονδα κρατίδια, ως πρωτοβάθμια τοπικά δικαστήρια τακτικής δικαιοδοσίας της περιφέρειάς τους, β. κατά το Γαλλικό πρότυπο τα προαπαιτούμενα διορισμού και η θέση των Ειρηνοδικών διαφέρουν από τους λοιπούς Δικαστές του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, αποτελούν δε ιδιαίτερο κλάδο στην Ιεραρχία, σε αντίθεση με το Γερμανικό – Αυστριακό πρότυπο, που τα προσόντα και ο τρόπος διορισμού των Δικαστών είναι κοινά και η τοποθέτηση στο Πρωτοδικείο, με σύγχρονη πρώτη υπηρεσία στο Ειρηνοδικείο,
Σελ. 7
αποτελεί εισαγωγικό βαθμό στο Σώμα, γ. κατά το Γαλλικό πρότυπο το Ειρηνοδικείο αποτελεί δικαστήριο περιορισμένης αρμοδιότητας και το βάρος του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας επιφορτίζει το Πρωτοδικείο, σε αντίθεση με το Γερμανικό – Αυστριακό πρότυπο, που το Ειρηνοδικείο αποτελεί τη βάση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας και ο μεγαλύτερος αριθμός δικών διεξάγεται ενώπιόν του και δ. κατά το Γαλλικό πρότυπο η διαδικασία ενώπιον του Ειρηνοδικείου διαφέρει από τη διαδικασία του Πρωτοδικείου, σε αντίθεση με το Γερμανικό – Αυστριακό πρότυπο, που είναι κατά κανόνα κοινή.
9Έτσι, κατά τις γενικές αρχές του Γαλλικού προτύπου τα Ειρηνοδικεία αποτελούν πρωτοβάθμια Δημοτικά Δικαστήρια περιορισμένης αρμοδιότητας, που στελεχώνονται από Δικαστές οι οποίοι αποτελούν ιδιαίτερο κλάδο στο Σώμα και εφαρμόζουν δική τους διαδικασία σε σχέση με τη διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου, το οποίο και έχει γενικό τεκμήριο αρμοδιότητας για τις υποθέσεις του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας. Αντίθετα, κατά το Γερμανικό – Αυστριακό πρότυπο τα Ειρηνοδικεία αποτελούν πρωτοβάθμια, τοπικά Δικαστήρια του Πρωτοδικείου, που στελεχώνονται από Δικαστές μίας Ιεραρχίας. Η διαδικασία ενώπιόν τους είναι, κατά κανόνα, κοινή, και αποτελούν τη βάση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας. Η ιδιαίτερη κατάταξη των Ειρηνοδικών στην Ιεραρχία, κατά το Γαλλικό πρότυπο, παρέχει εχέγγυα ύπαρξης πεπειραμένων Δικαστών στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, ενώ στον αντίποδά της βρίσκεται η εμπέδωση υπαλληλικής νοοτροπίας, από την οποία απελευθερώνονται οι Ειρηνοδίκες του Γερμανικού – Αυστριακού προτύπου, που από νεαρή ηλικία επιδιώκουν την επιστημονική, επαγγελματική και κοινωνική καταξίωσή τους, προκειμένου να ανελιχθούν, γεγονός όμως που επικρίνεται ότι ενέχει τον κίνδυνο φαλκίδευσης της δικαστικής ανεξαρτησίας. Αμφότερα τα πρότυπα Ειρηνοδικείων όμως έχουν και ομοιότητες με κυριότερη εξ αυτών τη δυνατότητα αυτοπρόσωπης επιχείρησης των διαδικαστικών πράξεων συλλήβδην στις υποθέσεις τους με την αρωγή του Δικαστηρίου.
Σελ. 8
1. Κατά το Γαλλικό πρότυπο των δημοτικών Δικαστηρίων
10Ήδη σήμερα στην εξέλιξή τους, Ειρηνοδικεία επί τη βάσει των δημοτικών Δικαστηρίων Γαλλικής καταγωγής επιβιώνουν σε πέντε (5) κράτη μέλη και δη στο Βέλγιο, στην Ισπανία, στην Ιταλία, στο Λουξεμβούργο και στην Πορτογαλία αντίστοιχα, στα οποία λειτουργούν με περαιτέρω διάκρισή τους ως ειδικά δικαστήρια του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας ή ως τακτικά δικαστήρια απλουστευμένης εν γένει διαδικασίας σε σχέση με το Πρωτοδικείο.
i. Ως ειδικά δικαστήρια
11Ως ειδικά δικαστήρια, υπό την έννοια ότι οι δικαστές που τα συγκροτούν δεν έχουν την ιδιότητα του Δικαστικού Λειτουργού, απαντώνται στην Ισπανία, στην Ιταλία και στην Πορτογαλία. Λ.χ. στην Πορτογαλία τα Πρωτοδικεία (Tribunais judiciais de 1a instância) έχουν γενική αρμοδιότητα για τις αστικές υποθέσεις του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, ο δε θεσμός του Ειρηνοδίκη (Julgados de paz) που είχε καταργηθεί με τον Ν 214/88, επανασχεδιάστηκε το 2002 και ορίστηκε ως το αρμόδιο επιτελικό όργανο της διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ανεξαρτήτως αξίας της διαφοράς. Για το σκοπό αυτό εντός των Ειρηνοδικείων λειτουργεί ειδική, μικτή υπηρεσία διαμεσολάβησης (αρ. 16 Ν. 78/2001), που γνωστοποιεί και ενθαρρύνει εναλλακτικές μορφές επίλυσης διαφορών, αποτελούμενη από τον Ειρηνοδίκη και μεσολαβητές – ελεύθερους επαγγελματίες, στο πλαίσιο διετούς σύμβασης ανεξαρτήτων υπηρεσιών (αρ. 30 επ. Ν. 78/2001). Τα Ειρηνοδικεία, ως «δικαστήρια εξώδικης επίλυσης διαφορών», λειτουργούν με δικό τους modus operandi και οργάνωση
Σελ. 9
έως το ποσό των 15.000,00 ευρώ, ενώ η διαδικασία ενώπιόν τους μπορεί να λάβει χώρα, ήδη, αποκλειστικά ηλεκτρονικά στην πλατφόρμα «CITIUS» [43] και στον Τομέα «Citius - Small
Claims Procedure».
12Επίσης και στην Ιταλία, τεκμήριο αρμοδιότητας για τις υποθέσεις σε πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας έχει το Πρωτοδικείο (Τribunale), ο δε Ειρηνοδίκης που δεν ανήκει στην τακτική δικαιοσύνη αλλά στους «επίτιμους δικαστές» [46] με προσωπική και σε προσωρινή βάση δικαιοδοσία
Σελ. 10
είναι αρμόδιος για υποθέσεις κινητών έως 5.000 ευρώ, όταν από το νόμο δεν αποδίδονται σε άλλο δικαστή (όπως κατά το άρθρο. 1 του Νομοθετικού Διατάγματος αριθ. 51 της 02.19.1998 ratione materiae οι μισθώσεις στο Πρωτοδικείο), για αυτοκινητιστικές διαφορές έως 20.000 ευρώ, καθώς και για υποθέσεις συγκυριότητας, γειτονικού Δικαίου, κανονισμού ορίων, οροφοκτησίας και υποθέσεις κοινωνικής ασφάλισης κατά το αρ. 7 ΙτΚΠολΔ. Ενώπιόν του ισχύει ex officio απλουστευμένη διαδικασία που ρυθμίζεται στα αρ. 316 έως 318 ΙτΚΠολΔ και μπορεί να λάβει χώρα και με ηλεκτρονικά μέσα στην εφαρμογή «ΡCΤ» (Processo Civile Telematico). Η αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά από τον Νοέμβριο του 2021, όταν και θα μεταρρυθμιστεί ο θεσμός των «επίτιμων δικαστών» κατά το ΝΔ 13ης Ιουλίου 2017/116. Απόρροια της λειτουργίας του Ειρηνοδικείου ως ειδικό Δικαστήριο, αποτελούμενο από μη τακτικούς δικαστές με περιορισμένη θητεία, είναι ότι η αύξηση της αρμοδιότητάς του δεν φέρεται να μετατοπίζει αντίστοιχα και το βάρος του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, καίτοι η Ιταλία μετά το 1942 και την εισαγωγή νΙτΑΚ θεωρείται ότι απώλεσε σταδιακά την καταγωγή της από τη Ναπολεόντεια Νομοθεσία και είναι πλέον κράτος Γερμανικής επιρροής [51].
β. Ως τακτικά δικαστήρια
13Αντίστοιχα, Ειρηνοδικεία ως τακτικά πρωτοβάθμια δημοτικά δικαστήρια Γαλλικής προέλευσης, υπό την έννοια ότι οι δικαστές που τα συγκροτούν έχουν την ιδιότητα του Δικαστικού Λειτουργού με λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία λειτουργούν στο Βέλγιο και στο Λουξεμβούργο. Οι υποθέσεις ενώπιόν τους είναι «οιονεί μικροδιαφορές» που δικαιολογούν την ελαστικότητα της διαδικασίας. Έτσι, επιτρέπεται η αυτοπρόσωπη ενέργεια των διαδικαστικών
Σελ. 11
πράξεων και η αυτοπρόσωπη παράσταση στην προφορική ακρόαση των εκατέρωθεν ισχυρισμών.
14Στο Βέλγιο λχ. το Πρωτοδικείο (Tribunaux de première instance) έχει τεκμήριο αρμοδιότητας για όλες τις υποθέσεις του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας κατά το αρ. 568 του Code Judiciare, στο δε Ειρηνοδικείο (Juge de paiz) υπάγονται οι χρηματικές διαφορές έως το ποσό των 5.000,00 ευρώ, καθώς και οι μισθωτικές διαφορές, οι διαφορές οροφοκτησίας, γειτονικού Δικαίου, οι αγροτοζημίες, οι διαφορές από πώληση ζώων, από την παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας κοκ, κατά τα αρ. 590 και 591 Κεφαλαίου ΙΙΙ του Code Judiciare. Λειτουργούν δεκατρία (13) Πρωτοδικεία και εκατόν ογδόντα επτά (187) Ειρηνοδικεία, ενώ, τηρουμένων των αναλογιών, τα ιδία ισχύουν και στο κράτος του Λουξεμβούργου στο οποίο υφίστανται τρία (3) Ειρηνοδικεία και δύο (2) Πρωτοδικεία.
2. Κατά το Γερμανικό – Αυστριακό πρότυπο των τοπικών Δικαστηρίων
15Τοπικά πρωτοβάθμια Δικαστήρια τακτικής δικαιοδοσίας που ανήκουν στον ίδιο δικαστηριακό σχηματισμό με τα Πρωτοδικεία και εφαρμόζουν κατά κανόνα κοινή διαδικασία λειτουργούν σε δώδεκα (12) κράτη μέλη και δη στην Αυστρία, στη Βουλγαρία, στη Γερμανία, στην Εσθονία,
Σελ. 12
στην Κροατία, στη Λετονία, στη Λιθουανία, στην Ολλανδία, στην Ουγγαρία, στην Πολωνία, στη Σλοβακίακαι στη Σλοβενία. Στα κράτη αυτά, παρόλο που ο όρος «Ειρηνοδικείο» δεν κυριολεκτεί, εντούτοις νοηματοδοτείται και αποδίδεται έτσι στην ελληνική γλώσσα. Τούτο είναι απόρροια του γενικότερου προβλήματος εκατέρωθεν μετάφρασης της νομικής ορολογίας στις έννομες τάξεις. Έτσι λ.χ. ενώ στη Γερμανία ο όρος «Αmtsgericht», κατά κυριολεξία, σημαίνει «Τοπικό Δικαστήριο», μεταφράζεται ως «Ειρηνοδικείο». Στην πραγματικότητα, τα Ειρηνοδικεία ως αυτοτελή, ειδικά, Δημοτικά Δικαστήρια (Friedensgericht), εισήχθησαν στη Γερμανία το 1797 από τον Ναπολέοντα Ι, αρχικά στην αριστερή όχθη των ακτών του Ρήνου και από το 1807 σε ολόκληρη τη χώρα. Αντικαταστάθηκαν δε το 1879 από τα Περιφερειακά Δικαστήρια, ενώ συνέχισαν να ισχύουν στο κρατίδιο της Bάδης - Βυρτεμβέργης έως το 1959, όταν τον σχετικό νόμο ακύρωσε το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο για παραβίαση του «νόμου περί δικαστηρίων» (gerichtsverfassungsgesetz). Σήμερα, ο πρώτος βαθμός δικαιοδοσίας στη Γερμανία, σε επίπεδο ομόσπονδων κρατιδίων,
Σελ. 13
διακρίνεται σε Τοπικά και Περιφερειακά Δικαστήρια. Τα δικά μας Ειρηνοδικεία και Πρωτοδικεία αντίστοιχα.
16Τα Ειρηνοδικεία είναι αρμόδια (αρ. 23, 23α GVG) για χρηματικές διαφορές έως 5.000,00 ευρώ, και ανεξαρτήτως αξίας για μισθωτικές διαφορές, διαφορές μεταξύ ξενοδόχων και πελατών τους, μεταξύ ταξιδιωτών και παρόχων αντίστοιχων υπηρεσιών, για υποθέσεις συγκυριότητας, ισόβιας προσόδου, καθώς και για υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, εντός δε αυτών λειτουργεί και ειδικό τμήμα Οικογενειακού Δικαίου, το λεγόμενο «Μικρό Οικογενειακό Δικαστήριο», ενώ αποτελούν την βάση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, υπό την έννοια ότι ο μεγαλύτερος αριθμός δικών διεξάγεται ενώπιόν τους. Στον τόπο κατοικίας του δανειστή (άρθρο 689 παρ.2 ΓερμΚΠολΔ κι αν ο αιτών δεν διαθέτει κατοικία, τότε το Ειρηνοδικείο του Βερολίνου) είναι αποκλειστικά αρμόδια για την έκδοση «διαταγής πληρωμής» για μη αμφισβητούμενες αξιώσεις, ανεξαρτήτως ποσού, που προβλέπεται ως ταχεία, φθηνή, αυτοματοποιημένη διαδικασία χορήγησης εκτελεστού τίτλου, η οποία ρυθμίζεται στα αρ. 688 – 703 ΓερμΚΠολΔ και μπορεί να λάβει χώρα ηλεκτρονικά, στον ιστότοπο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας «https://www.mahngerichte.de/, ενώ εξ αυτών, τα κεντρικά Ειρηνοδικεία λειτουργούν και ως αμιγώς πτωχευτικά Δικαστήρια κατά τον ΓερμΠτΚ (Insolvenzordung). Συγκροτούνται σε Μονομελή σύνθεση, τα δε Πρωτοδικεία τόσο σε Μονομελή όσο και σε Πολυμελή σύνθεση. Η διαδικασία ενώπιον του Ειρηνοδικείου και του Πρωτοδικείου είναι κατά κανόνα κοινή (αρ. 495 ΓερμΚΠολΔ), στηρίζεται στην αρχή της προφορικής ακρόασης των ισχυρισμών (αρ. 128 ΓερμΚΠολΔ) - που προκατατίθενται και αξιολογούνται-, η οποία κάμπτεται προς αμιγώς έγγραφη διεξαγωγή, αν το ζητήσουν οι διάδικοι.
Σελ. 14
Στην πράξη όμως η έγγραφη διεξαγωγή αποτελεί τον κανόνα. Για αστικές υποθέσεις έως του ποσού των 600,00 ευρώ (αρ. 495α ΓερμΚΠολΔ) και ανεξαρτήτως της φύσης της διαφοράς, ισχύει υποχρεωτικά απλουστευμένη διαδικασία (η οποία δεν αποτελεί ειδική διαδικασία μικροδιαφορών), ενώ ενώπιον του Ειρηνοδικείου υφίσταται δυνατότητα αυτοπρόσωπης ενέργειας των διαδικαστικών πράξεων (αρ. 78 επ. ΓερμΚΠολΔ). Ο διορισμός στα Πρωτοδικεία, με τοποθέτηση στα Ειρηνοδικεία, αποτελεί εισαγωγικό βαθμό στο Σώμα των ομόσπονδων κρατιδίων και οι δικαστές, που είναι δικαστές σταδιοδρομίας, επιλέγονται κατόπιν εξετάσεων σε νεαρή ηλικία. Στη Γερμανία υφίστανται 687 Ειρηνοδικεία και 116 Πρωτοδικεία.
ΙΙΙ. Τα Ειρηνοδικεία στην οργανωτική δομή των Πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων της χώρας και στον ΚΠολΔ
Α. Κατά τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους
17Ο θεσμός του Ειρηνοδίκη εμφανίστηκε ήδη από τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης στο πολιτικοστρατιωτικό σύστημα Σάμου του Μαΐου 1821, όπου προβλέφθηκαν διαιτητικά δικαστήρια σε κάθε χωριό, με αιρετούς «Ειρηνοποιούς κριτές». Ο διορισμός τους, επί τη βάσει του Γαλλικού Ναπολεόντειου ΚΠολΔ του 1806, επεκτάθηκε σε κάθε κοινότητα της Επαναστατημένης Ελλάδας με το προσωρινό πολίτευμα της Πρώτης Εθνικής Συνέλευσης στην Επίδαυρο που θέσπισε τη δικαστική εξουσία, ενώ με το ψήφισμα 12 της 30ης Απριλίου 1822 «περί δικαστηρίων» τα Ειρηνοδικεία εντάχθηκαν, μαζί με τα Πρωτόκλητα Δικαστήρια, στην οργανωτική δομή των πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων, των οποίων οι αρμοδιότητες και η διαδικασία προσδιορίστηκαν με τον νόμο 13 της 2ας Μαΐου 1822 «περί θέσεως σε εφαρμογή του Οργανισμού των Ελληνικών Δικαστηρίων», για τους δε Ειρηνοποιούς κριτές προβλέφθηκαν αρκετά προοδευτικές για την εποχή διατάξεις, όπως ότι δίκαζαν ανέκκλητα ως επανορθωτικοί δικαστές.
Σελ. 15
18Το καθεστώς δεν μεταβλήθηκε ιδιαίτερα μετά τη Δεύτερη Εθνική Συνέλευση στο Άστρος Κυνουρίας, περίοδο κατά την οποία, σε εκτέλεση του Ψηφίσματος Νόμου της 18ης Απριλίου 1823 για την αναθεώρηση του «Οργανισμού των Ελληνικών Δικαστηρίων», ψηφίστηκε ο νόμος 13 της 21ης Οκτωβρίου 1825, που συγκρότησε τεσσάρων ειδών Δικαστήρια, μεταξύ των οποίων και εκείνων των Ειρηνοποιών Κριτών και των Επαρχιακών Δικαστηρίων. Καθήκοντα Ειρηνοποιού Κριτή ανατέθηκαν σε αιρετούς δημογέροντες, ενώ με τον ίδιο νόμο ορίστηκε και η αρμοδιότητά τους, η δε οργάνωση αυτή των Δικαστηρίων επιβεβαιώθηκε και με το πολιτικό Σύνταγμα του 1827 της Τρίτης Εθνικής Συνέλευσης της Επιδαύρου. Όμως, λόγω των επαναστατικών συνθηκών της εποχής ουδέποτε εφαρμόστηκε καθ’ ολοκληρίαν στην πράξη.
19Έτσι, με την έλευση του Ιωάννη Καποδίστρια, συγκροτήθηκε Τριμελής Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή αποτελούμενη από τους Γεννατά Ι, Κλονάρη Χ. και Σούτσο Γ., το πόρισμα της οποίας εκφράσθηκε στο Ψήφισμα ΙΘ΄ της 15ης Δεκεμβρίου 1828 «Περί του Οργανισμού των Δικαστηρίων», που αναδιάρθρωσε τα πολιτικά Δικαστήρια. Σύμφωνα με το αρ. 1, η διαχείριση της πολιτικής, εμπορικής και εγκληματικής δικαιοσύνης ανατέθηκε στα τακτικά Δικαστήρια, τα οποία ήταν για τον πρώτο βαθμό - επί τη βάσει εκ νέου του Γαλλικού προτύπου-, τα Πρωτόκλητα Δικαστήρια, ένα σε κάθε τμήμα της χώρας, τα οποία συγκροτούνταν από έναν διοριζόμενο από τη κυβέρνηση πρόεδρο και δύο παρέδρους και τα Ειρηνοδικεία κατά χωριό. Καθήκοντα Ειρηνοδίκη ασκούσε ο δημογέροντας του χωριού, της κωμοπόλεως ή της πόλεως, ο οποίος, αν υπήρχαν περισσότεροι, διοριζόταν από την κυβέρνηση, ενώ σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός του αναπληρωνόταν από τον πλησιέστερο δημογέροντα των γειτονικών ειρηνοδικείων κι αν αυτό ήταν αδύνατον από τον γεροντότερο του χωριού, της κωμοπόλεως ή της πόλεως, αντίστοιχα.
20Η συντακτική προσπάθεια συνεχίστηκε με το Ψήφισμα 9470 της 18ης Φεβρουαρίου 1829, με το οποίο εισήχθη ως συμπλήρωμα του ψηφίσματος των Δικαστηρίων ο νόμος 13 της 21ης Οκτωβρίου 1825, της Δεύτερης Εθνικής Συνέλευσης, που περιλάμβανε δικονομικές διατάξεις και αρμοδιότητες των Δικαστηρίων, ενώ με το Διάταγμα 64 της 4ης Φεβρουαρίου 1830 της Τέταρτης Εθνικής Συνέλευσης στο Άργος η απόπειρα σύνταξης Πολιτικού Κώδικα εμβάθυνε, ο δε Καποδίστριας εξουσιοδοτήθηκε σε τροπολογίες, μεταξύ των οποίων το Ψήφισμα 152 της 15ης Αυγούστου 1830 για τον «Οργανισμό των Δικαστηρίων» που περιλάμβανε 155 άρθρα και στις γενικές του διατάξεις επαναλαμβανόταν η διάρθρωση του πρώτου βαθμού
Σελ. 16
σε τακτικά Δικαστήρια, Ειρηνοδικεία και Πρωτόκλητα Δικαστήρια. Στο Ψήφισμα αυτό επισυνάφθηκε και η Πολιτική Διαδικασία του 1830, ο πρώτος ΕλλΚΠολΔ της νεώτερης Ελλάδας. Περιλάμβανε 502 άρθρα για την αρμοδιότητα και τη διαδικασία των Δικαστηρίων, η οποία ήταν για τα μεν Πρωτόκλητα Δικαστήρια γνήσια έγγραφη, για τα δε Ειρηνοδικεία αμιγώς προφορική με δυνατότητα αυτοπρόσωπης παράστασης των διαδίκων.
21Όμως, μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια η περίοδός του αποδοκιμάσθηκε, ενώ επιχειρήθηκε εκ νέου μεταρρύθμιση των Δικαστηρίων, προσπάθεια που απέτυχε και οδήγησε στο 38 Διάταγμα της 8ης Οκτωβρίου 1832 της Διοικητικής Επιτροπής της Πέμπτης Εθνοσυνέλευσης, δυνάμει του οποίου διεκόπησαν οι εργασίες των Πρωτόκλητων Δικαστηρίων στον πρώτο βαθμό, απολύθηκαν οι Δικαστές και οι Γραμματείς τους, τα δε Ειρηνοδικεία εξακολούθησαν να ισχύουν.
Β. Στον Οργανισμό Δικαστηρίων και στην ΠολΔ του 1834
22Με την έλευση του Βασιλιά Όθωνα και κατά τη διάρκεια ανηλικότητάς του, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μονάχου, νομομαθής Γεώργιος Λουδοβίκος φον Μάουρερ, μέλος της Τριμελούς Αντιβασιλείας που είχε αναλάβει τα βασιλικά καθήκοντα, επιφορτίστηκε με την αναδιοργάνωση της δικαιοσύνης. Μετά τη συγκρότηση Υπουργείου Δικαιοσύνης και κατά τη διάρκεια συντακτικής οργάνωσης, ενισχύθηκε σημαντικά ο θεσμός του Ειρηνοδίκη, ενώ ολοκληρώθηκε η σύνταξη τεσσάρων κανονιστικών νομοθετημάτων, μεταξύ των οποίων ο Οργανισμός Δικαστηρίων (ΟΔ) και η Πολιτική Δικονομία του 1834. Τα κείμενα αυτά, σε στενή σχέση αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης, περιλάμβαναν, ο μεν ΟΔ το σύνολο των κανόνων που καθόριζαν τα όργανα έννομης προστασίας, ως εκδήλωση της νεοσύστατης κρατικής λειτουργίας, η δε ΠολΔ του 1834 το σύνολο των κανόνων που ρύθμιζαν τη διαδικασία με την οποία αυτά ενεργούσαν.
23Η πολιτική δικαιοσύνη, στα πρότυπα της γαλλικής νομοθεσίας και της γερμανικής δικαστηριακής πρακτικής, απονεμόταν σε πρώτο βαθμό από τα Ειρηνοδικεία, τουλάχιστον ένα σε κάθε επαρχία, από τα Πρωτοδικεία, ένα σε κάθε νομαρχία και από τα Εμποροδικεία, ένα σε κάθε σημαντική πόλη. Ο ΟΔ, με το διάταγμα της 21ης Ιανουαρίου / 2ης Φεβρουαρίου 1834 «περί Οργανισμού των Δικαστηρίων και Συμβολαιογραφείων», περιλάμβανε 313 άρθρα, καταργώντας κάθε προηγούμενη διάταξη, η δε ΠολΔ, που κυρώθηκε στις 2/14 Απριλίου 1834, περιλάμβανε 5 βιβλία και 1101 άρθρα και όριζε την εκδίκαση των ιδιωτικών διαφορών
Σελ. 17
σε πρώτο βαθμό από τα Ειρηνοδικεία, τα Πρωτοδικεία και τα Εμποροδικεία, παράλληλα με τα Διαιτητικά Δικαστήρια.
1. To Πρωτοδικείo
24Στα Πρωτοδικεία απονεμήθηκε τεκμήριο αρμοδιότητας για τις υποθέσεις του πρώτου βαθμού που δεν υπήχθησαν ρητώς σε άλλα Δικαστήρια. Συγκροτούνταν σε τριμελή σύνθεση με τη σύμπραξη Εισαγγελέα και η διαδικασία ενώπιον των Πρωτοδικείων διακρινόταν σε συνήθη και συνοπτική. Η συνήθης δεν μπορούσε να κινηθεί εάν δεν προηγούνταν συμβιβαστική απόπειρα ενώπιον του Ειρηνοδίκη, ενώ σε περίπτωση αποτυχίας ακολουθούσε υποχρεωτική έγγραφη προδικασία με την κατάθεση της αγωγής και «απολογητηρίου εγγράφου» του εναγόμενου, η οποία συνεχιζόταν, κατ’ αντιμωλία, σε προφορική και δημόσια διαδικασία. Σε περίπτωση ερημοδικίας η απόφαση εκδιδόταν επί τη βάσει των ισχυρισμών του παρασταθέντος διαδίκου. Η συνοπτική διαδικασία ακολουθούνταν για επείγουσες υποθέσεις, παρεμπίπτουσες, προσωπικής φύσης, αλλά και για τις εφέσεις σε υποθέσεις Ειρηνοδικείου. Η προδικασία ολοκληρωνόταν με την επίδοση της αγωγής, η οποία οδηγούσε σε προφορική συζήτηση μετά τριημέρου, ενώ σε περίπτωση που διαπιστωνόταν η έλλειψη επικείμενου κινδύνου, η υπόθεση παραπεμπόταν στη συνήθη διαδικασία, χωρίς εκ νέου επίδοσή της.
25Προϊόντος του χρόνου, δημιουργήθηκε και ένα ιδιότυπο Μονομελές Δικαστηριακό όργανο, ο «Πρόεδρος Πρωτοδικών», με προσωρινή, οριστική και μικτή αρμοδιότητα. Είχε προσωρινή αρμοδιότητα διότι τα ασφαλιστικά μέτρα που λάμβανε είχαν προσωρινή ισχύ έως την κύρια δίκη, οριστική αρμοδιότητα διότι η απόφασή του, από νομικής απόψεως, ήταν ίδια με του Τριμελούς Πρωτοδικείου και μικτή αρμοδιότητα διότι οι αποφάσεις του ενίοτε ήταν προσωρινές και ενίοτε τελειωτικές, εφόσον δεν ασκείτο εμπροθέσμως προσφυγή, ιδίως σε υποθέσεις ασφαλιστικών και ρυθμιστικών μέτρων.
2. Το Ειρηνοδικείο
26Tα Ειρηνοδικεία αντίστοιχα θεσπίστηκαν ως αμιγώς μονομελή πρωτοβάθμια Δικαστήρια. Συγκροτούνταν από Ειρηνοδίκες, οι οποίοι υπάγονταν στο άμισθο προσωπικό του
Σελ. 18
ΟΔ που ασκούσε «ανεξάρτητο, ελεύθερο δικαστηριακό επάγγελμα», αμειβόμενο από τα δικαιώματα του Ειρηνοδικείου. Οι Ειρηνοδίκες διορίζονταν δια διατάγματος, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο προσόν λόγω της έλλειψης εγγραμμάτων την εποχή εκείνη και εντάσσονταν σε κενή οργανική θέση, μία για κάθε Ειρηνοδικείο, ήταν δε ισόβαθμοι με τον Έπαρχο και τους Πρωτοδίκες, οι οποίοι και είχαν «διαφορά προβαδίσματος». Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του Ειρηνοδίκη, τα καθήκοντά του αναπλήρωνε ο «Πάρεδρος του Ειρηνοδικείου», επί ελλείψει του οποίου χρέη αυτοδικαίως αναλάμβανε ο Συμβολαιογράφος της οικείας περιφέρειας ή ο Γραμματέας του. Αυτός ήταν ο θεσμός του «Ειρηνοδικούντος Συμβολαιογράφου» και του «Ειρηνοδικούντος Γραμματέα» που έχουν καταργηθεί.
27Προϊόντος του χρόνου, με νόμο της 24ης Μαΐου 1839, τα Ειρηνοδικεία διαιρέθηκαν σε τρείς τάξεις, οι οποίες οριστικοποιήθηκαν σε τέσσερεις τάξεις το πρώτον με τον Ν ΡΙΖ 1848, για λόγους μισθοδοσίας των Ειρηνοδικών και των Γραμματέων τους. Με τον ίδιο νόμο οι Ειρηνοδίκες από άμισθοι έγιναν έμμισθοι δημόσιοι λειτουργοί. Έκτοτε μεταβάλλεται συνεχώς τόσο ο αριθμός τους όσο και ο τρόπος συστάσεως, καταργήσεως και μεταβολής της τάξεως και των περιφερειών τους, ενώ με διάταγμα της 26ης Ιανουαρίου 1866, που κυρώθηκε με το νόμο ΧΞΣΤ 1877, καθιερώθηκε (κατόπιν εξετάσεων) «πτυχίο Ειρηνοδίκη» για όσους δεν είχαν πτυχίο Νομικής από την νεοϊδρυθείσα στο μεταξύ Νομική Σχολή του «Οθώνειου Πανεπιστημίου Αθηνών».
i. Καθ’ ύλην αρμοδιότητα
28Στα Ειρηνοδικεία απονεμήθηκε έκτακτη δικαιοδοσία για τις υποθέσεις αρμοδιότητάς τους. Η δικαιοδοσία τους καθοριζόταν στο αρ. 490 ΠολΔ 1834 βάσει ποσού (το οποίο αρχικά ανήρχετο σε 100 δρχ και το έτος 1955 σε 5.000 δρχ), για αγωγές προσωπικές, ενοχικές, εμπράγματες επί κινητών πραγμάτων και προσωπικές επί ακινήτων έως συγκεκριμένο ύψος και με το ίδιο ποσοτικό όριο, για αγωγές επί συναλλαγματικών ή γραμματίων εις διαταγήν του ΝΔ 13/19 Σεπτεμβρίου 1925, για τον πίνακα αμοιβής δικηγόρων και αμοιβής ιατρών και μηχανικών, καθώς και για αγωγές καταβολής μισθωμάτων και εξώσεως βάσει του μηνιαίου μισθώματος. Για τις ίδιες διαφορές, σε περίπτωση υπερβάσεως της υλικής αρμοδιότητας του
Σελ. 19
Ειρηνοδικείου, αρμόδιος ήταν ο Πρόεδρος Πρωτοδικών, ο οποίος ως μονομελές δευτεροβάθμιο δικαστήριο, επιφορτιζόταν και με τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του Ειρηνοδικείου σε υποθέσεις εκκαθαρίσεως δικηγορικών αμοιβών και αποβολής από το μίσθιο λόγω καθυστέρησης καταβολής μισθωμάτων.
29Το αρχικό άρθρο 490 ΠολΔ 1834, καθόσον αφορά στο ύψος της καθ’ ύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων, τροποποιήθηκε κατ’ επανάληψη. Επιπλέον, ανεξαρτήτως αξίας της διαφοράς τα Ειρηνοδικεία είχαν αρμοδιότητα βάσει ειδικών νόμων, για αγωγές βλάβης από δέντρα, κλήματα, καρπούς αγρών και κήπους, εμποδίσεως οδών, βλάβης τάφρων και άλλων περιβόλων δια βοσκής, θερισμού κ.ο.κ., κανονισμού ορίων, για τη χρήση ύδατος, για τα προσωρινά μέτρα νομής, για τις διαφορές αναγόμενες στην κατ’ οίκον ησυχία, μεταξύ εργοδοτών και εργατών ή υπαλλήλων, επισκευής μισθίου, διαφορές από εμποροπανήγυρη, μεταξύ ταξιδιωτών και ξενοδόχων, χειροτεχνιών, απειλούμενης ζημίας από οικοδομήματα, αποζημίωσης λόγω εργατικού ατυχήματος κ.ά.. Επίσης, ανατέθηκαν στον Ειρηνοδίκη και καθήκοντα της εκούσιας δικαιοδοσίας, η σφράγιση και η αποσφράγιση, η αναπλήρωση Συμβολαιογράφων και Υποθηκοφυλάκων, η Προεδρία των Συγγενικών Συμβουλίων, ενώ μετά την κατάργηση του θεσμού του Έπαρχου, ο Ειρηνοδίκης επωμίστηκε και διάφορα διοικητικά καθήκοντα.
ii. Η «Ειρηνοδικειακή διαδικασία»
30Οι υποθέσεις αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου, λόγω της ανάγκης ταχύτερης και απλούστερης επιλύσεώς τους που υπαγορευόταν από το ποσό της επίδικης διαφοράς, δικαιολογούσε την εφαρμογή sui generis βασικής «ειρηνοδικειακής διαδικασίας». Και τούτο διότι η αξία της επίδικης διαφοράς δεν θα τελούσε σε αναλογία με τα έξοδα της διαδικασίας σε περίπτωση που υπαγόταν στο Πρωτοδικείο. Τέτοια υπαγωγή θα σήμαινε ουσιαστικά άρνηση δικαιοσύνης, καθόσον οι υποθέσεις αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου αφορούσαν συνήθως σε διαφορές μεταξύ προσώπων των φτωχών τάξεων. Η προδικασία ήταν απλή, σύντομη, προφορική και δημόσια. Ουσιαστικά, οι διάδικοι εμφανίζονταν ενώπιον του Ειρηνοδίκη, ο οποίος είχε γνήσια υποχρέωση να επιχειρήσει συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, ως συμβιβαστικός υπάλληλος, ενώ σε περίπτωση αποτυχίας είχε το ίδιο καθήκον κατά την προφορική επ’ ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης. Εφόσον και πάλι δεν επιτυγχανόταν συμβιβαστική επίλυση, η υπόθεση εκκαθαριζόταν από τον Ειρηνοδίκη «κατ’ επιεική
Σελ. 20
κρίση», χωρίς προσκόλληση στο γράμμα του νόμου, σε αρμονία όμως προς τις επιταγές του, ως Δικαστή ουσίας.
31Προϊόντος του χρόνου, οι υποθέσεις που απονεμήθηκαν στα Ειρηνοδικεία εκδικάζονταν είτε κατά τη βασική «Ειρηνοδικειακή διαδικασία» είτε κατά την αυτοτελή οριζόμενη από τις οικείες διατάξεις, ενώ στην πράξη η τακτική διαδικασία «κατέληξε να μη διαφέρει ουσιωδώς της ενώπιον των Πρωτοδικείων τακτικής διαδικασίας και να μεταβληθεί η επ’ ακροατηρίω προφορική διαδικασία ουσιαστικά σε έγγραφη».
3. Οι προσπάθειες μεταρρύθμισης του θεσμού
32Μια πρώτη προσπάθεια αναδιοργάνωσης του θεσμού και εν γένει του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας επιχειρήθηκε το 1904 με νομοσχέδιο που προωθήθηκε στη Βουλή. Δεν καρποφόρησε, οδήγησε όμως στην προετοιμασία γενικότερης δικαστηριακής μεταρρύθμισης που επιχειρήθηκε το 1911, επί Υπουργείας Νικ. Δημητρακόπουλου, με τη σύσταση Επιτροπής αποτελούμενης από τον ΕισΑΠ Μ. Χατζάκο και τους Καθηγητές Δικονομικού Δικαίου, Ι. Σημαντήρα και Κ. Βασιλείου, αντίστοιχα, για την τροποποίηση τόσο της ΠολΔ όσο και του ΟΔ 1834.
33Με τον Ν ΓΩ/1911 προωθήθηκε, μεταξύ άλλων, η σταδιακή αντικατάσταση των Ειρηνοδικών από Πρωτοδίκες, στα πρότυπα της γερμανικής και αυστριακής νομοθεσίας της εποχής, αρχικά στις μεγάλες πόλεις και εν συνεχεία στις μικρές. Προβλέφθηκε έτσι η δημιουργία ενιαίου πρώτου βαθμού πολιτικής δικαιοσύνης και η τοποθέτηση και η απόσπαση Πρωτοδικών στα Ειρηνοδικεία. Ιδιαίτερη ιστορική και επιστημονική αξία έχουν τα πρακτικά της Επιτροπής της 1ης Ιουνίου 1911 κατά τα οποία: «ο αρμόδιος εισηγητής κ. Κ. Βασιλείου εξέθετο εν περιλήψει τα ακόλουθα: Καθ’ α εγένετο ήδη δεκτόν, εν των κυριοτέρων θεμάτων, άτινα εύθυς εν αρχή των εργασιών αυτής δέον να απασχολήσωσι την επιτροπήν...είναι το της οργανώσεως των κατωτέρω μονομελών δικαστηρίων... Ώστε αν πρόκειται και ημείς να καταστήσωμεν το κατώτερον μονομελές δικαστήριον βάσιν όλης της ημών δικαστικής οργανώσεως, αυξάνοντες τη δικαιοδοσίαν αυτού (την περίοδο εκείνη το Ειρηνοδικείο είχε περιορισμένη δικαιοδοσία ώς ελέχθη) ουσιωδώς και εν σχέσει προς ωρισμένας υποθέσεις αδιαφόρως προς την αξίαν ταύτην, αν πρόκειται το δικαστήριο τούτο να καταστήσωμεν δικαστήριον της πτωχεύσεως, της τηρήσεως κτηματικών βιβλίων, της επιμέλειας της αναγκαστικής εκτελέσεως, αν πρόκειται δια κατάλληλου μεταρρυθμίσεως και της ποινικής ημών νομοθεσίας να αναθέσωμεν εις το μονομελές δικαστήριον και την εκδίκαση μεγάλου μέρους των πλημμελημάτων, τότε υφ’ όλας τας προϋποθέσεις ταύτας παρίσταται αναπότρεπτος ουχί πλέον μεταρρύθμισης απλή του θεσμού των ειρηνοδικείων, αλλ’ αντικατάσταση αυτών δι΄ άλλων δικαστηρίων τύπου ομοίου προς τα γερμανικά Aufsgerichte και τα αυστριακά Bezirksgerichte, μεταβαλλόμενου και αυτού του ονόματος «Ειρηνοδικείον», όπερ δεν θα συμβιβάζηται πλέον προς την ουσία του νέου δικαστηρίου, δυνάμενου, κατ΄αναλογίαν των ειρημένων ξένων όρων να ονομασθή «Επαρχιακόν Δικαστήριον»...’Ανευ της υποδεικνυόμενης αντικαταστάσεως, ματαίως θα απεπειρώμεθα να θέσωμεν ως βάσιν των εργασιών ημών τας ξένας νομοθεσίας».