ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 29.5€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 67,50 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18508
Ληξουριώτης Ι.
  • Εκδοση: 7η 2021
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 1040
  • ISBN: 978-960-654-561-0

Η 7η έκδοση του έργου «Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις» κρίθηκε απαραίτητη λόγω των πρόσφατων νομοθετικών μεταβολών που επέφερε ο Ν 4808/2021 στο εργατικό δίκαιο. Το έργο εξετάζει από θεωρητική και πρακτική σκοπιά όχι μόνο «κλασικά» ζητήματα του εργατικού δικαίου, όπως:

  • τις μορφές εμφάνισης και το κύρος της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας
  • τη λειτουργία της μίσθωσης ανεξάρτητων υπηρεσιών
  • των «άτυπων» συμβάσεων και άλλων εννόμων σχέσεων
  • τη σχέση μεταξύ διαχειριστών/διευθύνοντων συμβούλων και νομικών προσώπων
  • την υποχρέωση πίστης του εργαζόμενου
  • την αναστολή και καταγγελία της σύμβασης εργασίας

αλλά και σύγχρονα θέματα, όπως:

  • την εξωτερική ανάθεση υπηρεσιών (outsourcing)
  • την τηλεργασία
  • την εκ περιτροπής εργασία και άλλες μορφές ελαστικής απασχόλησης

Παράλληλα, η παράθεση πρόσφατης νομολογίας ενισχύει την καλύτερη κατανόηση και εμβάθυνση στα ως άνω ζητήματα. Πρόκειται για έναν πολύτιμο οδηγό για τον εφαρμοστή του εργατικού δικαίου, αλλά και τον φοιτητή.

Περιεχόμενα
Πρόλογος Σελ. VII
Συντομογραφίες Σελ. XXXIIΙ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Γενική εισαγωγή στο εργατικό δίκαιο
Μισθωτή εργασία και η αυτονόμηση του εργατικού δικαίου Σελ. 2
Α. Εργασία και το δίκαιο της μισθωτής εργασίας Σελ. 2
Β. Τα δομικά στοιχεία του εργατικού δικαίου και η προστατευτική λειτουργία του Σελ. 6
α) Η προστατευτική λειτουργία του εργατικού δικαίου Σελ. 6
β) Μικρή αναδρομή στην εμφάνιση και ρύθμιση της μισθωτής απασχόλησης Σελ. 9
γ) Οι εργασιακές σχέσεις στην ψηφιακή εποχή Σελ. 12
δ) Η «συλλογική διάσταση» του εργατικού δικαίου Σελ. 18
ε) Το εργατικό δίκαιο ρυθμίζει μόνο σχέσεις εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου Σελ. 21
1.2. Οι απαρχές και η πρώτη σταδιοδρομία του εργατικού δικαίου στην ελληνική έννομη τάξη Σελ. 22
1.3. Κανονιστικός σχηματισμός του εργατικού δικαίου Σελ. 25
Α. Η παραγωγή ρυθμίσεων εργατικού δικαίου σε εθνικό επίπεδο Σελ. 25
α) Το Σύνταγμα Σελ. 27
β) Ο Νόμος Σελ. 31
γ) Εθιμικό εργατικό δίκαιο Σελ. 32
δ) Συλλογικές συμβάσεις και διαιτητικές αποφάσεις Σελ. 33
ε) Κανονισμός εργασίας Σελ. 35
στ) Λοιπές επιχειρησιακές συναποφάσεις εργοδότη και εκπροσωπευτικών οργάνων των εργαζομένων Σελ. 36
ζ) Συναλλακτική συνήθεια και εργατικό δίκαιο Σελ. 37
η) Επιχειρησιακή συνήθεια ή πρακτική της εκμετάλλευσης Σελ. 37
Β. Η παραγωγή κανόνων εργατικού δικαίου σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο Σελ. 42
α) Η κανονιστική δραστηριότητα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας Σελ. 44
β) Το ενωσιακό εργατικό δίκαιο Σελ. 46
Γ. Σημασία της νομολογίας για το εργατικό δίκαιο Σελ. 52
Δ. Ιεραρχία των ρυθμιστικών παραγόντων του εργατικού δικαίου Σελ. 53
1.4. Οι βασικές αρχές του εργατικού δικαίου Σελ. 56
Α. Ισότητα και απαγόρευση διακρίσεων στην εργασία και το επάγγελμα Σελ. 56
α) Αρχή ισότητας – αρχή ισότητας στην αμοιβή Σελ. 60
β) Αρχή ισότητας των φύλων Σελ. 64
γ) Αρχή ίσης μεταχείρισης Σελ. 68
Β. Αρχή της απαγόρευσης παραίτησης από εργασιακά δικαιώματα που θεσπίζονται με κανόνες δημόσιας τάξης Σελ. 68
Γ. Απαγόρευση αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας Σελ. 73
Δ. Αρχή της εύνοιας (αρχή ευνοϊκότερης ρύθμισης) Σελ. 75
Ε. Η ρήτρα της κατάχρησης δικαιώματος στο εργατικό δίκαιο Σελ. 79
1.5. Το ζήτημα της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις Σελ. 84
A. Ευελιξία στο επίπεδο της φυσιογνωμίας και του τύπου της εργασιακής σχέσης Σελ. 85
B. Ευελιξία στο επίπεδο της ελευθερίας πρόσληψης-απόλυσης Σελ. 86
Γ. Ευελιξία στο επίπεδο της αμοιβής και των λοιπών όρων εργασίας Σελ. 86
Δ. Ευελιξία στο επίπεδο της οργάνωσης του χρόνου της εργασίας Σελ. 86
Ε. Ευελιξία στο επίπεδο του τόπου παροχής της εργασίας Σελ. 87
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Έννοια, λειτουργία και κύρος της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας
2.1. Γενικά χαρακτηριστικά της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας Σελ. 89
2.2. Έννοια της εξάρτησης και τα στοιχεία που την θεμελιώνουν Σελ. 93
Α. Στοιχεία που θεμελιώνουν την εξάρτηση Σελ. 96
α) Γενικά Σελ. 96
β) H ανάπτυξη πρωτοβουλίας Σελ. 98
γ) Η κοινωνικοασφαλιστική ένταξη του εργαζόμενου Σελ. 99
δ) Ο χαρακτηρισμός που δίνουν τα μέρη και άλλα τυπολογικά στοιχεία Σελ. 99
Β. Το ζήτημα του νομοθετικού χαρακτηρισμού της εργασιακής σχέσης Σελ. 100
2.3. Απασχόληση στο πλαίσιο άλλων εννόμων σχέσεων Σελ. 103
Α. Σχέση (ή μίσθωση) ανεξαρτήτων υπηρεσιών Σελ. 104
Β. Σχέση μίσθωσης έργου Σελ. 106
Γ. Παροχή εργασίας στο πλαίσιο σύμβασης εταιρείας Σελ. 109
Δ. Σχέση εντολής Σελ. 110
Ε. Παροχή υπηρεσιών στο πλαίσιο οικογενειακών σχέσεων Σελ. 110
ΣΤ. Παροχή εργασίας λόγω ηθικής υποχρέωσης ή άλλου ιδιαίτερου προσωπικού συνδέσμου Σελ. 111
Ζ. Σχέσεις υποχρεωτικής εργασίας Σελ. 112
2.4. Το ζήτημα των «παράλληλων εργασιακών σχέσεων» Σελ. 112
2.5. Σχέσεις εξαρτημένης εργασίας με ιδιόμορφα χαρακτηριστικά Σελ. 113
Α. Παροχή γεωργικών και κτηνοτροφικών εργασιών Σελ. 113
Β. Η ναυτική εργασία Σελ. 115
2.6. Η αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων και οι περιορισμοί της στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων Σελ. 120
Α. Περιορισμοί και υποχρεώσεις κατά τη σύναψη της σύμβασης εργασίας Σελ. 122
α) Γενικά Σελ. 122
β) Έγγραφος τύπος Σελ. 123
γ) Διαδικαστικές εργοδοτικές υποχρεώσεις κατά την πρόσληψη Σελ. 124
δ) Περιορισμοί στην ελευθερία επιλογής αντισυμβαλλόμενου Σελ. 126
ε) Ειδικά η πρόσληψη με διαγωνισμό Σελ. 130
στ) Το ζήτημα της μεσολάβησης για την εύρεση εργασίας - Ιδιωτικά Γραφεία Ευρέσεως εργασίας Σελ. 136
ζ) Ειδικώς περιορισμοί στην πρόσληψη στο δημόσιο τομέα Σελ. 138
Β. Περιορισμοί ως προς τη διαμόρφωση του περιεχομένου της σύμβασης εργασίας Σελ. 139
Γ. Περιορισμοί στο επίπεδο της λύσης της σύμβασης εργασίας Σελ. 140
2.7. Το κύρος της σύμβασης εργασίας (άκυρη σύμβαση εργασίας) Σελ. 141
Α. Λόγοι ακυρότητας σύμβασης εργασίας Σελ. 143
α) Έλλειψη δικαιοπρακτικής ικανότητας Σελ. 143
β) Έλλειψη νόμιμης εκπροσώπησης εκ μέρους του εργοδότη Σελ. 143
γ) Παράλειψη τήρησης έγγραφου τύπου Σελ. 144
δ) Μη εφοδιασμός με άδεια εργασίας Σελ. 145
ε) Μη εφοδιασμός με βιβλιάριο υγείας Σελ. 146
στ) Ανυπαρξία επαγγελματικής άδειας ή πτυχίου άσκησης επαγγέλματος ή επαγγελματικού βιβλιαρίου Σελ. 148
ζ) Μη τήρηση λοιπών όρων και διαδικαστικών προϋποθέσεων κατά την πρόσληψη Σελ. 148
η) Απασχόληση σε δεύτερο εργοδότη καθ’ υπέρβαση του νομίμου ωραρίου Σελ. 149
θ) Απασχόληση στο δημόσιο με διαφορετικό αντικείμενο από αυτό της σύναψης της σύμβασης Σελ. 149
Β. Συνέπειες από την ακυρότητα της σύμβασης εργασίας Σελ. 149
α) Ο αδικαιολόγητος πλουτισμός του εργοδότη Σελ. 151
β) Δυνατότητα εκ των υστέρων επικύρωσης με αναδρομικές συνέπειες Σελ. 154
γ) Λύση της άκυρης σύμβασης εργασίας Σελ. 155
Γ. Παραγραφή αξιώσεων από άκυρη σύμβαση εργασίας Σελ. 156
2.8. Υποχρέωση έγγραφης ενημέρωσης εργαζομένων για τους όρους της εργασιακής σχέσης Σελ. 156
Α. Το περιεχόμενο της αρχικής ενημέρωσης Σελ. 156
Β. Ενημέρωση για μεταγενέστερη μεταβολή των στοιχείων Σελ. 160
Γ. Συνέπειες από την παράλειψη ενημέρωσης Σελ. 160
KΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Μορφές εμφάνισης της σχέσης εξαρτημένης εργασίας
3.1. Σχέση εργασίας αορίστου και ορισμένου χρόνου Σελ. 162
Α. Γενικά Σελ. 162
Β. Σιωπηρή παράταση για αόριστο χρόνο των συμβάσεων ορισμένου χρόνου δυνάμει νομικού πλάσματος (ανανέωση σύμβασης) Σελ. 170
Γ. Υποχρεώσεις σχετικές με τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου Σελ. 172
α) Υποχρέωση μη διάκρισης Σελ. 172
β) Υποχρέωση ενημέρωσης για ευκαιρίες πλήρους απασχόλησης Σελ. 174
γ) Παροχή διευκολύνσεων για επαγγελματική κατάρτιση Σελ. 174
δ) Υποχρέωση ενημέρωσης και διαβούλευσης Σελ. 175
Δ. Αλλεπάλληλες (διαδοχικές) συμβάσεις ορισμένου χρόνου Σελ. 175
α) Αλλεπάλληλες συμβάσεις ορισμένου χρόνου στον ιδιωτικό τομέα (ΠΔ 81/2003) Σελ. 177
β) Αλλεπάλληλες συμβάσεις ορισμένου χρόνου στο δημόσιο τομέα (ΠΔ 164/2004) Σελ. 179
Ε. Εποχιακώς απασχολούμενοι Σελ. 182
3.2. Απασχόληση με πλήρες ωράριο και μερική απασχόληση Σελ. 188
Α. Έννοια πλήρους ωραρίου Σελ. 188
Β. Μερική απασχόληση Σελ. 189
α) Έννοια και περιεχόμενο της συμφωνίας Σελ. 189
β) Διαδικαστικές προϋποθέσεις κύρους Σελ. 191
γ) Αναλογική εφαρμογή εργατικής νομοθεσίας και αρχή μη διάκρισης Σελ. 194
δ) Εφαρμογή των διατάξεων περί μερικής απασχόλησης και στο δημόσιο τομέα Σελ. 199
Γ. Εκ περιτροπής εργασία Σελ. 199
α) Συμβατική εκ περιτροπής εργασία Σελ. 201
β) Μονομερής επιβολή της εκ περιτροπής εργασίας Σελ. 204
3.3. Ετοιμότητα εργασίας Σελ. 225
Α. Έννοια Σελ. 225
α) Εγρήγορση και γνήσια ετοιμότητα Σελ. 225
β) Απλή ετοιμότητα (ετοιμότητα κλήσης) Σελ. 226
Β. Ετοιμότητα προς εργασία και εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας Σελ. 227
Γ. Ειδικές περιπτώσεις ετοιμότητας Σελ. 228
3.4. Σύμβαση δοκιμής (δοκιμαστική εργασία) Σελ. 229
3.5. Σύμβαση μαθητείας – σχέση εκπαιδευομένου Σελ. 232
Α. Γνήσια σύμβαση μαθητείας Σελ. 232
Β. Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μαθητευόμενου Σελ. 234
Γ. Ειδικές συμβάσεις μαθητείας Σελ. 235
Δ. Σχέση υποτρόφου προς ερευνητικό κέντρο Σελ. 236
Ε. Εργοδοτικές υποχρεώσεις εργοδότη σε περίπτωση μαθητείας και πρακτικής άσκησης Σελ. 236
3.6. Σχέση δανεισμού εργασίας Σελ. 236
3.7. Σύμβαση προσωρινής απασχόλησης Σελ. 241
Α. Γενικά Σελ. 241
Β. Βασικά χαρακτηριστικά της σύμβασης προσωρινής απασχόλησης Σελ. 246
Γ. Αναγκαίο περιεχόμενο της σύμβασης προσωρινής απασχόλησης Σελ. 250
Δ. Όροι εργασίας και προσδιορισμός των αποδοχών του μισθωτού προσωρινής απασχόλησης Σελ. 251
Ε. Διάρκεια συμβατικής σχέσης με την ΕΠΑ και διάρκεια απασχόλησης στον έμμεσο εργοδότη Σελ. 252
ΣΤ. Η εφαρμογή της ίσης μεταχείρισης στις συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης Σελ. 254
Ζ. Λοιπά δικαιώματα και υποχρεώσεις Σελ. 255
α) Υπαγωγή σε κανονισμό εργασίας Σελ. 255
β) Υγιεινή και ασφάλεια των διατιθέμενων μισθωτών Σελ. 255
γ) Δικαίωμα ενημέρωσης και συνδικαλιστικά δικαιώματα Σελ. 256
δ) Ασφαλιστικά δικαιώματα στην προσωρινή απασχόληση Σελ. 256
Η. Διασφάλιση εργατικών αξιώσεων (αλληλέγγυα ευθύνη ΕΠΑ και έμμεσου εργοδότη) Σελ. 257
Θ. Κυρώσεις Σελ. 258
3.8. Η εξωτερική ανάθεση υπηρεσιών (Outsourcing) Σελ. 259
Α. To outsourcing ως μορφή συνεργατικής σχέσης μεταξύ επιχειρήσεων Σελ. 259
Β. Το διευθυντικό δικαίωμα επί του χρησιμοποιούμενου προσωπικού για την υλοποίηση του έργου Σελ. 262
Γ. Διάκριση σύμβασης outsourcing από τις συμβάσεις παραχώρησης ή διάθεσης προσωπικού Σελ. 265
3.9. Απασχόληση με τη μορφή της τηλεργασίας Σελ. 267
Α. Γενικές αναφορές Σελ. 267
Β. Έννοια τηλεργασίας και όροι εργασίας του τηλεργαζόμενου Σελ. 274
Γ. Τηλεργασία ως μέτρο αντιμετώπισης του κορωνοϊού Σελ. 279
3.10. Απασχόληση σε ψηφιακές πλατφόρμες Σελ. 280
Α. Γενικές αναφορές Σελ. 280
Β. Χαρακτήρας της σχέσης των παρόχων υπηρεσιών μέσω ψηφιακών πλατφορμών Σελ. 283
Γ. Όροι και συνθήκες εργασίας Σελ. 284
3.11. Σύμβαση ομαδικής εργασίας Σελ. 285
Α. Έννοια Σελ. 285
Β. Τρόπος καταβολής των αποδοχών Σελ. 286
3.12. Εργασιακές σχέσεις με στοιχεία αλλοδαπότητας – Ιδιωτικό διεθνές εργατικό δίκαιο Σελ. 287
Α. Διεθνική σύμβαση εξαρτημένης εργασίας Σελ. 287
Β. Έλληνες εργαζόμενοι στην αλλοδαπή Σελ. 290
Γ. Σχέση διεθνικής απόσπασης εργαζόμενου Σελ. 293
α) Έννοια «αποσπασμένου» εργαζόμενου Σελ. 293
β) Όροι εργασίας και υποχρέωση εγγύησης ελάχιστων όρων εργασίας Σελ. 295
γ) Ρυθμίσεις για μακροχρόνια απόσπαση Σελ. 296
δ) Λοιπές προβλέψεις Σελ. 297
KΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Εργαζόμενοι με ειδικά χαρακτηριστικά
4.1. Γυναίκες εργαζόμενες Σελ. 300
4.2. Ανήλικοι Σελ. 301
Α. Γενικά Σελ. 301
Β. Κατώτατο όριο ηλικίας εισόδου στην απασχόληση Σελ. 304
Γ. Βασικές προϋποθέσεις απασχόλησης ανηλίκων Σελ. 304
Δ. Ωράριο και λοιποί όροι εργασίας ανηλίκων Σελ. 305
4.3. Άτομα με ειδικές ανάγκες και λοιπές προστατευόμενες κατηγορίες προσώπων (αναγκαστική σύμβαση εργασίας) Σελ. 307
Α. Γενικά Σελ. 307
Β. Περιεχόμενο της προστασίας Σελ. 309
Γ. Προστατευόμενα πρόσωπα Σελ. 311
Δ. Υπαγόμενες στο νόμο επιχειρήσεις και φορείς Σελ. 314
α) Επιχειρήσεις ιδιωτικού τομέα Σελ. 315
β) Φορείς δημοσίου τομέα Σελ. 316
Ε. Τρόπος υπολογισμού των προστατευόμενων εργαζομένων Σελ. 317
ΣΤ. Διαδικασία αναγκαστικής τοποθέτησης Σελ. 318
α) Επιχειρήσεις ιδιωτικού τομέα Σελ. 318
β) Φορείς δημόσιου τομέα Σελ. 320
Ζ. Λύση της αναγκαστικής εργασιακής σχέσης Σελ. 321
Η. Διοικητικές κυρώσεις Σελ. 323
4.4. Υπάλληλοι διεύθυνσης και εμπιστοσύνης (Διευθύνοντες υπάλληλοι) Σελ. 323
4.5. Συνδικαλιστικά στελέχη Σελ. 327
4.6. Διευθύνοντες σύμβουλοι και μέλη ΔΣ Ανώνυμων Εταιρειών – Διαχειριστές ΕΠΕ Σελ. 328
Α. Το πρόβλημα του χαρακτηρισμού της σχέσης Σελ. 328
α) Διευθύνοντες και μέλη ΔΣ των ΑΕ Σελ. 328
β) Διαχειριστές ΕΠΕ Σελ. 331
Β. Το ζήτημα του κύρους της εργασιακής σχέσης Σελ. 332
Γ. Το ζήτημα της αμοιβής των μελών του ΔΣ των ΑΕ Σελ. 334
4.7. Οικιακοί - Οικόσιτοι μισθωτοί Σελ. 336
4.8. Αλλοδαποί εργαζόμενοι Σελ. 340
4.9. Αμειβόμενοι ή επαγγελματίες αθλητές – προπονητές Σελ. 346
KΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Βασικές υποχρεώσεις του μισθωτού
5.1. Γενικές αναφορές Σελ. 349
5.2. Υποχρέωση παροχής εργασίας Σελ. 350
Α. Γενικά Σελ. 350
Β. Υποχρέωση για αυτοπρόσωπη παροχή της εργασίας Σελ. 351
Γ. Το αμεταβίβαστο της εργοδοτικής αξίωσης προς παροχή εργασίας Σελ. 352
Δ. Το είδος της οφειλόμενης εργασίας Σελ. 353
Ε. Το ζήτημα της μικτής απασχόλησης Σελ. 355
ΣΤ. Μεταβολή ή διαφοροποίηση της οφειλόμενης εργασίας Σελ. 357
Ζ. Τόπος παροχής της εργασίας Σελ. 358
α) Γενικά Σελ. 358
β) Μετάθεση Σελ. 361
γ) Πρόσκαιρη εκτός έδρας μετακίνηση του μισθωτού Σελ. 363
Η. Χρόνος παροχής της εργασίας Σελ. 364
Θ. Η πνευματική παραγωγή και οι εφευρέσεις του εργαζομένου ως περιεχόμενο της υποχρέωσης παροχής εργασίας Σελ. 365
α) Γενικά Σελ. 365
β) Εφεύρεση Σελ. 366
γ) Υπηρεσιακή εφεύρεση Σελ. 367
δ) Εξαρτημένη εφεύρεση Σελ. 367
ε) Ελεύθερη εφεύρεση Σελ. 368
Ι. Μη εκπλήρωση ή πλημμελής εκπλήρωση της υποχρέωσης παροχής εργασίας Σελ. 368
α) Γενικά Σελ. 368
β) Μη παροχή εργασίας λόγω άσκησης νομίμου δικαιώματος ή τήρησης νομικής υποχρέωσης Σελ. 369
γ) Μη παροχή εργασίας λόγω υπερημερίας εργοδότη Σελ. 370
δ) Συνέπειες από την μη εκπλήρωση ή την πλημμελή εκπλήρωση της υποχρέωσης για παροχή εργασίας Σελ. 370
ΙΑ. Ευθύνη εργαζόμενου από ζημία που προκάλεσε στον εργοδότη Σελ. 371
5.3. «Υποχρέωση πίστης» του εργαζόμενου Σελ. 374
Α. Γενικά Σελ. 374
Β. Η απαγόρευση ανταγωνισμού στο εργατικό δίκαιο Σελ. 377
α) Γενικά Σελ. 377
β) Ρήτρα αποφυγής μελλοντικού ανταγωνισμού Σελ. 381
γ) Η (αθέμιτη) απόσπαση εργατικού δυναμικού ως εκδήλωση αθέμιτου ανταγωνισμού Σελ. 383
Γ. Ειδικότερα η «υποχρέωση εχεμύθειας» Σελ. 385
Δ. Συνέπειες από την παράβαση της αρχής της υποχρέωσης πίστης Σελ. 386
α) Γενικά Σελ. 386
β) Συνέπειες από την παραβίαση της υποχρέωσης μη ανταγωνισμού Σελ. 387
KΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
Η αμοιβή της μισθωτής εργασίας
6.1. Νομική φύση, βασικά χαρακτηριστικά του μισθού και αρχές που διέπουν την καταβολή του Σελ. 390
Α. Γενικά Σελ. 390
Β. Παροχές που δεν αποτελούν μισθό Σελ. 394
α) Οι λειτουργικές δαπάνες της επιχείρησης Σελ. 394
β) Έξοδα Σελ. 395
γ) Οικειοθελείς παροχές που δεν αποτελούν μισθό Σελ. 396
δ) Άλλες περιπτώσεις Σελ. 398
6.2. Παράγοντες και κριτήρια καθορισμού ή αναπροσαρμογής των αποδοχών Σελ. 398
Α. Γενικά Σελ. 398
Β. Κατηγορίες μισθών Σελ. 399
α) Συμβατικός ή συμφωνημένος μισθός Σελ. 399
β) Νόμιμος μισθός Σελ. 400
γ) Συνηθισμένος (ειθισμένος) μισθός Σελ. 404
δ) Η εξεύρεση του οφειλόμενου μισθού Σελ. 405
Γ. Το ζήτημα του καταλογισμού των νομίμων αμοιβών σε ανώτερες καταβαλλόμενες Σελ. 406
α) Γενικά Σελ. 406
β) Περιπτώσεις που αποκλείεται ο καταλογισμός Σελ. 410
γ) Περιπτώσεις που επιτρέπεται ο καταλογισμός με συμφωνία Σελ. 411
6.3. Πρόσθετη αμοιβή για πρόσθετη εργασία Σελ. 414
6.4. Αμοιβή επί συμφωνίας «μικτής επαγγελματικής απασχόλησης» Σελ. 418
6.5. Συστήματα αντιστοίχισης μισθού και εργασίας Σελ. 420
Α. Γενικά Σελ. 420
Β. Χρονικός μισθός Σελ. 420
Γ. Μισθός κατά μονάδα εργασίας Σελ. 421
Δ. Μισθός με ποσοστά ή με προμήθεια Σελ. 422
Ε. Διανομή κερδών ή μετοχών στους εργαζόμενους Σελ. 423
ΣΤ. Μισθός με βάση την βαθμονομική αξιολόγηση της θέσης ή την αξιολόγηση της αποδοτικότητας Σελ. 425
6.6. Μορφές μισθολογικών παροχών Σελ. 425
Α. Χρηματικός μισθός Σελ. 425
Β. Μισθός σε είδος Σελ. 426
Γ. Η ομαδική ασφάλιση ως μισθολογική παροχή Σελ. 430
6.7. Σύνθεση του μισθού Σελ. 432
Α. Γενικά Σελ. 432
Β. Βασικός μισθός Σελ. 432
Γ. Επιδοματικός μισθός Σελ. 433
α) Γενικά Σελ. 433
β) Επιδόματα της ΕΓΣΣΕ Σελ. 434
γ) Περιπτώσεις λοιπών συνηθέστερων επιδομάτων Σελ. 436
Δ. Προσαυξήσεις του μισθού Σελ. 444
α) Γενικά Σελ. 444
β) Αποζημίωση για εκτός έδρας διανυκτέρευση Σελ. 445
Ε. Τακτικές και έκτακτες αποδοχές Σελ. 447
6.8. Πότε οφείλεται μισθός χωρίς να παρέχεται εργασία Σελ. 450
Α. Γενικά Σελ. 450
Β. Υπερημερία ή αδυναμία εργοδότη περί την αποδοχή της εργασίας Σελ. 451
α) Γενικά Σελ. 451
β) Άρση της εργοδοτικής υπερημερίας Σελ. 454
γ) Συνέπειες της υπερημερίας ή της αδυναμίας αποδοχής της εργασίας Σελ. 455
δ) Υπολογισμός μισθών υπερημερίας Σελ. 456
ε) Ένσταση αλλαχού κερδηθέντων Σελ. 457
στ) Καταχρηστική άσκηση της αξίωσης για μισθούς υπερημερίας Σελ. 458
Γ. Κώλυμα μισθωτού για σπουδαίο λόγο Σελ. 459
Δ. Άλλες περιπτώσεις που οφείλεται ο μισθός μολονότι δεν παρέχεται εργασία Σελ. 463
6.9. Κρατήσεις στο μισθό Σελ. 464
Α. Μικτός και καθαρός μισθός Σελ. 464
Β. Περιπτώσεις κρατήσεων Σελ. 464
α) Γενικά Σελ. 464
β) Η παρακράτηση εργατικής εισφοράς προς τα ασφαλιστικά Ταμεία ή Οργανισμούς Σελ. 465
γ) Η παρακράτηση της συνδικαλιστικής συνδρομής Σελ. 467
6.10. Συμψηφισμός οφειλόμενου μισθού με εργοδοτική απαίτηση έναντι του μισθωτού Σελ. 468
Α. Κανόνας της απαγόρευσης συμψηφισμού Σελ. 468
Β. Περιπτώσεις επιτρεπτού συμψηφισμού Σελ. 470
6.11. Προστασία του μισθού Σελ. 470
Α. Πότε και πώς πρέπει να καταβάλλεται ο μισθός (απαιτητό εργατικών απαιτήσεων) Σελ. 470
Β. Απαγόρευση παραίτησης από νόμιμες μισθολογικές αξιώσεις Σελ. 473
Γ. Αστικές συνέπειες από την καθυστέρηση καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών Σελ. 474
Δ. Εργοδοτικές υποχρεώσεις συναφείς με την καταβολή του μισθού Σελ. 474
α) Υποχρέωση τήρησης μισθολογίου Σελ. 474
β) Υποχρέωση χορήγησης εκκαθαριστικών σημειωμάτων μισθοδοσίας (αποδείξεις πληρωμής) Σελ. 474
Ε. Δικαστική επιδίωξη αποδοχών Σελ. 476
α) Ένσταση εξόφλησης Σελ. 476
β) Μη καταβολή των αποδοχών και αδικοπραξία Σελ. 477
ΣΤ. Επίσχεση εργασίας Σελ. 477
α) Προϋποθέσεις άσκησης δικαιώματος επίσχεσης εργασίας Σελ. 477
β) Άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης επί ενεργούς εργασιακής σχέσης Σελ. 479
γ) Άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης επί έγκυρης σύμβασης εργασίας Σελ. 479
δ) Άσκηση δικαιώματος επίσχεσης και επί μη μισθολογικών ληξιπρόθεσμων αξιώσεων Σελ. 480
ε) Τρόπος άσκησης του δικαιώματος επίσχεσης Σελ. 481
στ) Καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης Σελ. 481
ζ) Συνέπειες από την άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης Σελ. 483
η) Παύση υπερημερίας εργοδότη λόγω επίσχεσης εργασίας Σελ. 484
θ) Απόκρουση του δικαιώματος επίσχεσης από τον εργοδότη Σελ. 485
ι) Πτώχευση της επιχείρησης και άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης Σελ. 485
ια) Διάκριση δικαιώματος επίσχεσης από το δικαίωμα απεργίας Σελ. 485
ιβ) Επιδότηση εργαζόμενων σε περίπτωση επίσχεσης εργασίας Σελ. 486
Ζ. Προστασία εργατικών απαιτήσεων σε περίπτωση αφερεγγυότητας εργοδότη Σελ. 486
Η. Παραγραφή οικονομικών αξιώσεων των εργαζόμενων Σελ. 490
Θ. Διοικητικές και Ποινικές κυρώσεις Σελ. 491
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ
Ο χρόνος εργασίας
7.1. Γενικά περί χρόνου εργασίας Σελ. 495
7.2. Επίκαιρα ζητήματα περί του χρόνου εργασίας και ενωσιακές (κοινοτικές) κανονιστικές παρεμβάσεις Σελ. 496
7.3. Κατηγορίες ωραρίων Σελ. 499
Α. Νόμιμο ωράριο Σελ. 499
Β. Συλλογικό συμβατικό ωράριο Σελ. 501
Γ. Εφαρμοζόμενο (μειωμένο) ωράριο Σελ. 502
Δ. Ατομικό (συμβατικό) ωράριο Σελ. 502
7.4. Μειωμένα ή διαφορετικά νόμιμα ή συλλογικά συμβατικά ωράρια Σελ. 503
7.5. Εβδομαδιαία απασχόληση: πενθήμερη - εξαήμερη απασχόληση Σελ. 505
Α. Γενικά Σελ. 505
Β. Η απασχόληση κατά την έκτη ημέρα (σε σύστημα πενθήμερης εργασίας) Σελ. 506
7.6. Ωράριο λειτουργίας και ωράριο εργασίας στα καταστήματα Σελ. 507
7.7. Εργασία πέραν του συλλογικού συμβατικού και του νομίμου ωραρίου Σελ. 509
Α. Υπερεργασία - Υπερωρία Σελ. 511
α) Έννοιες «υπερεργασίας» και «υπερωρίας» Σελ. 511
β) Νόμιμη και παράνομη υπερωρία Σελ. 514
Β. Υπέρβαση του νομίμου ωραρίου με απασχόληση και σε άλλον εργοδότη (πολλαπλή απασχόληση) Σελ. 521
7.8. Εργοδοτικές υποχρεώσεις σχετικές με τον έλεγχο των χρονικών ορίων εργασίας Σελ. 522
7.9. Διευθέτηση του χρόνου εργασίας Σελ. 524
Α. Γενικά Σελ. 524
Β. Η «διευθέτηση» στην κοινοτική Οδηγία περί οργάνωσης του χρόνου εργασίας και στο ΠΔ 88/1999 Σελ. 525
Γ. Η «διευθέτηση» στο άρθρο 41 του Ν 1892/1990 Σελ. 526
α) Υπαγόμενες επιχειρήσεις και προσωπικό πεδίο αναφοράς Σελ. 526
β) Περιεχόμενο των συμφωνιών διευθέτησης Σελ. 527
γ) Συμβατική θέσπιση συστημάτων διευθέτησης Σελ. 529
7.10. Αργίες - Κυριακή - Εβδομαδιαία ανάπαυση Σελ. 530
Α. Απαγόρευση εργασίας κατά την ημέρα Κυριακής και εξαιρέσιμων αργιών Σελ. 530
α) Εισαγωγικές παρατηρήσεις Σελ. 530
β) Απαγόρευση εργασίας κατά τις Κυριακές Σελ. 532
γ) Ημέρες αργίας Σελ. 538
δ) Θέσπιση άλλων ειδικών ή τοπικών αργιών Σελ. 540
Β. Αμοιβή απασχοληθέντων κατά ημέρα Κυριακής ή αργίας Σελ. 541
Γ. Υποχρέωση χορήγησης αναπληρωματικής ημέρας εβδομαδιαίας ανάπαυσης Σελ. 544
7.11. Τοποθέτηση του εργάσιμου ωραρίου στον ημερήσιο χρόνο Σελ. 546
Α. Χρόνος έναρξης και λήξης του ημερήσιου ωραρίου Σελ. 546
Β. Διακεκομμένο ωράριο - μεσημβρινή ανάπαυση Σελ. 547
Γ. Ελαστικό ωράριο Σελ. 547
Δ. Νυκτερινή εργασία Σελ. 548
Ε. Διαλείμματα εργασίας Σελ. 550
ΣΤ. Ο χρόνος μετάβασης στην εργασία και επιστροφής στην οικία Σελ. 553
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ
Άδειες και θεσμοθετημένες απουσίες των εργαζομένων
8.1. Ετήσια άδεια ανάπαυσης με αποδοχές (κανονική άδεια) Σελ. 556
Α. Γενικά Σελ. 556
Β. Μισθωτοί υπαγόμενοι στον ΑΝ 539/1945, όπως ισχύει Σελ. 560
Γ. Χρόνος απασχόλησης με βάση τον οποίο υπολογίζονται οι χορηγούμενες ημέρες αδείας Σελ. 562
Δ. Χρόνος και τρόπος χορήγησης της άδειας Σελ. 565
α) Γενικά περί χρόνου και τρόπου χορήγησης Σελ. 565
β) Τμηματική χορήγηση της άδειας Σελ. 566
γ) Ομαδική χορήγηση της άδειας Σελ. 567
δ) Μεταφορά της άδειας στο επόμενο έτος Σελ. 567
ε) Τήρηση βιβλίου αδειών – γνωστοποίηση στοιχείων κανονικής άδειας στο ΕΡΓΑΝΗ Σελ. 568
Ε. Αριθμός ημερών αδείας Σελ. 568
ΣΤ. Άδεια μισθωτών εποχιακών επιχειρήσεων Σελ. 571
Ζ. Αποδοχές και επίδομα αδείας Σελ. 571
Η. Λύση της σχέσης εργασίας και άδεια Σελ. 574
Θ. Ζητήματα από τη μη χορήγηση της άδειας Σελ. 575
α) Άκυρη η συμφωνία για μη χορήγηση αδείας Σελ. 575
β) Συνέπειες από τη μη χορήγηση της άδειας ανάπαυσης Σελ. 575
8.2. Άδεια κύησης, τοκετού και λοχείας Σελ. 578
8.3. Λοιπές άδειες απουσίας και διευκολύνσεις για οικογενειακούς και προσωπικούς λόγους Σελ. 580
Α. Άδεια μητέρας για προγεννητικές εξετάσεις και άδεια υποβολής σε μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής Σελ. 582
Β. Ειδική παροχή προστασίας μητρότητας Σελ. 583
Γ. Άδεια πατρότητας Σελ. 584
Δ. Άδεια φροντίδας τέκνων Σελ. 585
α) Μείωση ωραρίου Σελ. 586
β) Λήψη πλήρους ημέρας αδείας Σελ. 586
γ) Ισόχρονη συνεχόμενη άδεια απουσίας Σελ. 587
δ) Με άλλο τρόπο Σελ. 587
Ε. Γονική άδεια Σελ. 588
ΣΤ. Άδεια απουσίας για παρακολούθηση της σχολικής επίδοσης των παιδιών Σελ. 593
Ζ. Άδεια φροντιστή Σελ. 593
Η. Άδεια απουσίας για λόγους ανωτέρας βίας Σελ. 594
Θ. Ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας για οικογενειακούς λόγους Σελ. 594
Ι. Λοιπές άδειες για προσωπικούς λόγους, λόγους υγείας και ανθυγιεινότητας περιβάλλοντος Σελ. 595
ΙΑ. Γονική άδεια ειδικού σκοπού για την αντιμετώπιση Κορωνοϊού Σελ. 599
8.4. Άδεια εξετάσεων Σελ. 600
8.5. Συνδικαλιστικές άδειες απουσίας Σελ. 602
8.6. Άδεια άνευ αποδοχών Σελ. 604
KΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ
Διευθυντικό δικαίωμα και συναφή εργασιακά ζητήματα από την οργάνωση της εκμετάλλευσης
9.1. Διευθυντικό δικαίωμα Σελ. 606
Α. Γενικά Σελ. 606
Β. Η οριοθέτηση του διευθυντικού δικαιώματος Σελ. 609
α) Περιορισμοί από την κρατική νομοθεσία Σελ. 609
β) Περιορισμοί από την επαγγελματική νομοθεσία Σελ. 610
γ) Περιορισμοί από κανονισμό εργασίας Σελ. 610
δ) Περιορισμοί από την ατομική σύμβαση εργασίας Σελ. 611
Γ. Διευθυντικό δικαίωμα και άτυποι επιχειρησιακοί συμβατικοί όροι Σελ. 611
Δ. Ειδικότερες εκδηλώσεις του διευθυντικού δικαιώματος Σελ. 612
α) Αλλαγή τόπου εργασίας - μετάθεση (γεωγραφική μετακίνηση του μισθωτού) Σελ. 612
β) Χρόνος εργασίας Σελ. 615
γ) Προαγωγές Σελ. 615
δ) Αλλαγή αντικειμένου εργασίας - αφαίρεση καθηκόντων - αλλαγή θέσης εργασίας - τοποθέτηση προϊσταμένου Σελ. 624
ε) Το ζήτημα της υποχρέωσης πραγματικής απασχόλησης του μισθωτού Σελ. 625
στ) Απαγόρευση καπνίσματος Σελ. 628
9.2. Υποχρέωση πρόνοιας Σελ. 630
Α. Γενικά Σελ. 630
Β. Υποχρέωση σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προσωπικότητας των εργαζομένων Σελ. 632
α) Γενικά Σελ. 632
β) Ειδικότερα ο σεβασμός και προστασία των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων Σελ. 633
Γ. Σεξουαλική και ηθική παρενόχληση Σελ. 643
α) Κανονιστικό ιστορικό Σελ. 643
β) Η παρενόχληση σύμφωνα με την 190 ΔΣΕ και το Ν 4808/2021 Σελ. 647
Δ. Υποχρέωση χορήγησης πιστοποιητικού προϋπηρεσίας Σελ. 654
9.3. Μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας Σελ. 655
Α. Γενικά Σελ. 655
Β. Βασικές προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 7 Ν 2112/1920 Σελ. 658
α) Άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος κατά παράβαση όρου της εργασιακής σύμβασης Σελ. 659
β) Μονομερής εργοδοτική ενέργεια Σελ. 661
γ) Μεταβολή βλαπτική για το μισθωτό Σελ. 662
Γ. Περιπτώσεις εργοδοτικών συμπεριφορών υπό το πρίσμα της εφαρμογής του άρθρου 7 Ν 2112/1920 Σελ. 664
α) Αφαίρεση ή αλλαγή καθηκόντων (υποβιβασμός) Σελ. 664
β) Μείωση ή καθυστέρηση καταβολής αποδοχών Σελ. 665
γ) Μείωση ή μετακίνηση του ωραρίου Σελ. 666
δ) Μετάθεση - αλλαγή τόπου απασχόλησης Σελ. 667
ε) Προαγωγές Σελ. 669
στ) Παραβίαση της υποχρέωσης πρόνοιας Σελ. 669
ζ) Άρνηση αποδοχής της εργασίας του μισθωτού Σελ. 669
Δ. Αξιώσεις εργαζόμενου από τη μονομερή βλαπτική μεταβολή Σελ. 670
α) Αξίωση καταβολής της αποζημίωσης απόλυσης Σελ. 671
β) Αξίωση επαναφοράς στην προηγούμενη κατάσταση Σελ. 671
γ) Αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης Σελ. 672
δ) Αξίωση πραγματικής αποδοχής της προσφερόμενης εργασίας Σελ. 672
9.4. Αρχή της ίσης μεταχείρισης Σελ. 672
Α. Έννοια – λειτουργία Σελ. 672
Β. Η αρχή της ίσης μεταχείρισης αναφέρεται σε παροχές με εκούσιο χαρακτήρα Σελ. 676
α) Γενικά Σελ. 676
β) Ο εκούσιος χαρακτήρας των παροχών δεν αίρεται από την τυχόν συμβατική δέσμευση καταβολής τους Σελ. 680
Γ. Το παράνομο της παροχής αποκλείει τη δυνατότητα επίκλησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης Σελ. 681
Δ. Η εφαρμογή της αρχής προϋποθέτει όμοιες εργασιακές συνθήκες εργασίας Σελ. 681
Ε. Εφαρμογή της αρχής επί ενεργούς εργασιακής σχέσης Σελ. 685
9.5. Κανονισμός εργασίας Σελ. 687
Α. Γενικά Σελ. 687
Β. Τρόποι κατάρτισης κανονισμού εργασίας Σελ. 688
α) Με επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας Σελ. 688
β) Με συναπόφαση συμβουλίου εργαζομένων και εργοδότη Σελ. 689
γ) Μονομερώς από τον εργοδότη Σελ. 689
δ) Με νόμο ή δυνάμει διαφόρων εξουσιοδοτικών νομοθετικών διατάξεων Σελ. 691
9.6. Πειθαρχικό δίκαιο Σελ. 691
Α. Νομική βάση και φορέας της πειθαρχικής εξουσίας Σελ. 691
Β. Πειθαρχικά παραπτώματα Σελ. 693
Γ. Πειθαρχικές ποινές Σελ. 694
Δ. Έλεγχος των αποφάσεων περί επιβολής πειθαρχικής ποινής Σελ. 696
9.7. Μεταβολή (αλλαγή) προσώπου του εργοδότη – Μεταβίβαση επιχείρησης Σελ. 698
Α. Γενικά Σελ. 698
Β. Έννοια μεταβίβασης επιχείρησης ή εκμετάλλευσης Σελ. 701
Γ. Υπαγόμενες επιχειρήσεις Σελ. 712
Δ. Προστατευόμενα πρόσωπα Σελ. 714
Ε. Περιεχόμενο της προστασίας Σελ. 715
α) Μεταβίβαση εργασιακών σχέσεων Σελ. 715
β) Διατήρηση όρων αμοιβής και εργασίας Σελ. 718
ΣΤ. Πληροφόρηση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων Σελ. 723
α) Υποχρέωση πληροφόρησης Σελ. 723
β) Υποχρέωση διαβούλευσης Σελ. 724
γ) Κυρώσεις Σελ. 724
Ζ. Προστασία των εκπροσώπων των εργαζομένων Σελ. 724
9.8. Επιχείρηση σε δυσκολία και άσκηση εργοδοτικών δικαιωμάτων Σελ. 725
Α. Γενικά Σελ. 725
Β. Θέση του προσωπικού σε διαθεσιμότητα Σελ. 725
α) Γενικά Σελ. 725
β) Προϋποθέσεις έγκυρης άσκησης του δικαιώματος Σελ. 726
γ) Προσωπικό πεδίο εφαρμογής της διαθεσιμότητας Σελ. 730
δ) Διάρκεια της διαθεσιμότητας Σελ. 731
ε) Αμοιβή και λοιπά δικαιώματα των μισθωτών επί διαθεσιμότητας Σελ. 731
Γ. Μερική απασχόληση Σελ. 732
Δ. Επιβολή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας Σελ. 733
Ε. Ομαδικές απολύσεις Σελ. 733
9.9. Διοικητικός και ποινικός έλεγχος διευθυντικού δικαιώματος Σελ. 733
Α. Διοικητικές κυρώσεις Σελ. 734
Β. Ποινικές κυρώσεις Σελ. 734
KΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ
Το εργατικό ατύχημα
10.1. Γενικές παρατηρήσεις Σελ. 736
10.2. Εργατικό ατύχημα με βάση την εργατική νομοθεσία Σελ. 738
Α. Πεδίο εφαρμογής Σελ. 738
Β. Τα στοιχεία της έννοιας του εργατικού ατυχήματος Σελ. 739
α) Βίαιο συμβάν Σελ. 739
β) Αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του βίαιου συμβάντος και της εργασίας Σελ. 741
γ) Πρόκληση ανικανότητας για εργασία ή θάνατος Σελ. 742
Γ. Ευθύνη εργοδότη - Αποζημίωση Σελ. 743
α) Αποζημίωση με βάση το Ν 551/1915 Σελ. 743
β) Συνυπαιτιότητα του μισθωτού Σελ. 744
γ) Συντρέχουσα ευθύνη τρίτου Σελ. 745
10.3. Αποζημίωση ασφαλισμένων μισθωτών Σελ. 745
10.4. Αποζημίωση με βάση τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου Σελ. 747
Α. Αξίωση για πλήρη αποζημίωση επί δόλου του εργοδότη Σελ. 747
Β. Αποζημίωση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη Σελ. 749
10.5. Λοιπές υποχρεώσεις εργοδότη επί εργατικού ατυχήματος Σελ. 753
KΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ
Προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων
11.1. Εισαγωγικές αναφορές Σελ. 755
11.2. Η διεθνής και κοινοτική νομοθεσία ως συντελεστές ανάπτυξης της υγιεινής και ασφάλειας στην εργασία Σελ. 756
Α. Ρυθμίσεις σε επίπεδο διεθνούς δικαίου Σελ. 756
Β. Ρυθμίσεις σε επίπεδο κοινοτικού δικαίου Σελ. 757
11.3. Εθνικό θεσμικό πλαίσιο και βασική εργατική νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας Σελ. 762
Α. Γενικά Σελ. 762
Β. Τεχνικός ασφαλείας, γιατρός εργασίας και ΕΞΥΠΠ Σελ. 767
α) Γενικά Σελ. 767
β) Τεχνικός ασφαλείας Σελ. 770
γ) Γιατρός ασφαλείας Σελ. 771
δ) Εξωτερικές υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΕΞΥΠΠ) Σελ. 773
ε) Δικαίωμα εργαζομένων για ιατρικό έλεγχο Σελ. 774
Γ. Βασικές υποχρεώσεις εργοδοτών και εργαζομένων Σελ. 774
α) Εργοδοτικές υποχρεώσεις Σελ. 774
β) Υποχρεώσεις των εργαζομένων Σελ. 776
Δ. Λοιπές εργοδοτικές υποχρεώσεις Σελ. 777
α) Υποχρέωση σύνταξης Γραπτής Μελέτης Εκτίμησης του Επαγγελματικού Κινδύνου (ΜΕΕΚ) Σελ. 777
β) Υποχρέωση ενημέρωσης των εργαζομένων και πληροφόρησης και διαβούλευσης με τους εκπροσώπους τους επί ζητημάτων ΥΑΕ Σελ. 777
γ) Υποχρέωση του εργοδότη να συνεδριάζει με την ΕΥΑΕ, παρουσία του Ιατρού Εργασίας (ΓΕ) και του Τεχνικού Ασφαλείας (ΤΑ) Σελ. 778
δ) Υποχρέωση θέσπισης Κανονισμού ΥΑΕ Σελ. 778
ε) Υποχρέωση εφοδιασμού με Ατομικό Βιβλιάριο Επαγγελματικού Κινδύνου Σελ. 778
Ε. Τα μέτρα προστασίας των εργαζομένων Σελ. 778
ΣΤ. Ειδικά μέτρα για την προστασία των εγκύων γυναικών Σελ. 782
Ζ. Ειδική προστασία εργαζομένων που μεταφέρουν και διανέμουν προϊόντα και αντικείμενα Σελ. 783
Η. Ειδικά η απαγόρευση του καπνίσματος στους χώρους εργασίας Σελ. 784
α) Γενικά Σελ. 784
β) Οι περιορισμοί του καπνίσματος στους χώρους εργασίας από πλευράς πρόσφατων ειδικών νομοθετικών απαγορεύσεων Σελ. 788
Θ. Όργανα ελέγχου, ενημέρωσης και πληροφόρησης επί θεμάτων ΥΑΕ Σελ. 789
Ι. Εργοδοτική ευθύνη από την παράβαση των υποχρεώσεων Σελ. 791
α) Διοικητικές κυρώσεις Σελ. 791
β) Ποινικές κυρώσεις Σελ. 792
KΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ
Η αναστολή της εργασιακής σχέσης
12.1. Γενικές παρατηρήσεις Σελ. 793
12.2. Αναστολή σύμβασης εργασίας εκ του νόμου Σελ. 794
Α. Αναστολή εκ του νόμου που συνδέεται με το πρόσωπο του μισθωτού Σελ. 795
α) Αναστολή ως αποτέλεσμα άσκησης δικαιώματος Σελ. 795
β) Αναστολή λόγω σπουδαίου λόγου και ειδικότερα λόγω ασθένειας του μισθωτού Σελ. 795
γ) Αναστολή λόγω στράτευσης του μισθωτού Σελ. 796
δ) Η πειθαρχική ποινή της αργίας Σελ. 798
Β. Αναστολή εκ του νόμου που συνδέεται με το πρόσωπο του εργοδότη Σελ. 798
α) Υπερημερία εργοδότη για λόγους ανώτερης βίας Σελ. 798
β) Διαθεσιμότητα Σελ. 799
γ) Άσκηση του δικαιώματος επιβολής εκ περιτροπής εργασίας Σελ. 799
12.3. Συμβατική αναστολή σύμβασης εργασίας Σελ. 799
12.4. Αναστολή συμβάσεων εργασίας ως μέτρο κατά του κορωνοϊού Σελ. 800
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ
Λύση της εργασιακής σχέσης
13.1. Κοινοί τρόποι λύσης της εργασιακής σχέσης Σελ. 803
13.2. Λύση σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου Σελ. 807
Α. Λήξη με την πάροδο του συμφωνημένου χρόνου Σελ. 808
Β. Λύση με οικειοθελή αποχώρηση του μισθωτού Σελ. 808
Γ. Λύση με καταγγελία για σπουδαίο λόγο Σελ. 808
α) Έννοια σπουδαίου λόγου Σελ. 810
β) Σπουδαίος λόγος και κατάχρηση δικαιώματος Σελ. 815
γ) Δικαίωμα αποζημίωσης σε περίπτωση καταγγελίας για σπουδαίο λόγο Σελ. 815
δ) Συνέπειες καταγγελίας χωρίς σπουδαίο λόγο Σελ. 817
ε) Πρόωρη καταγγελία με τήρηση διατάξεων για την καταγγελία συμβάσεων αορίστου χρόνου Σελ. 818
13.3. Λύση σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου Σελ. 818
Α. Γενικά Σελ. 818
Β. Το ζήτημα της τακτικής και της άτακτης καταγγελίας Σελ. 825
Γ. «Οιονεί εργοδοτική καταγγελία» επί μονομερούς βλαπτικής μεταβολής των όρων της εργασιακής σχέσης Σελ. 828
13.4. Γενικές προϋποθέσεις κύρους της εργοδοτικής καταγγελίας Σελ. 829
Α. Έγγραφος τύπος Σελ. 830
Β. Καταβολή της οφειλόμενης αποζημίωσης Σελ. 832
α) Γενικά Σελ. 832
β) Χρόνος και τρόπος καταβολής της αποζημίωσης Σελ. 834
γ) Τμηματική καταβολή αποζημίωσης απόλυσης Σελ. 836
δ) Συνέπειες μη καταβολής ή ελλιπούς καταβολής αποζημίωσης Σελ. 837
ε) Κατάργηση διάκρισης μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών ως προς την αποζημίωση απόλυσης Σελ. 839
στ) Υπολογισμός της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης Σελ. 843
ζ) Όρια στο ύψος της αποζημίωσης απόλυσης Σελ. 852
η) Περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν οφείλεται αποζημίωση Σελ. 856
θ) Περιπτώσεις που οφείλεται μειωμένη αποζημίωση απόλυσης Σελ. 867
ι) Ειδικές περιπτώσεις που οφείλεται κανονικά αποζημίωση Σελ. 873
ια) Αποζημίωση απόλυσης ειδικών περιπτώσεων μισθωτών Σελ. 875
ιβ) Εξάμηνη αποσβεστική προθεσμία για την άσκηση της αξίωσης για καταβολή της αποζημίωσης Σελ. 876
ιγ) Τοκοφορία της αξίωσης για καταβολή της αποζημίωσης Σελ. 879
ιδ) Αποζημίωση απόλυσης επί ειδικής διαχείρισης επιχείρησης Σελ. 879
ιε) Ποινικές κυρώσεις από την μη καταβολή αποζημίωσης Σελ. 880
Γ. Καταχώρηση της απασχόλησης στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ Σελ. 880
Δ. Μη καταχρηστική απόλυση Σελ. 881
α) Γενικώς Σελ. 881
β) Το καλώς νοούμενο επαγγελματικό συμφέρον του εργοδότη Σελ. 884
γ) Η εκδικητική απόλυση Σελ. 886
δ) Απόλυση κατά το χρόνο της αδείας και ασθενείας Σελ. 889
ε) Προσβολή προσωπικότητας μισθωτού Σελ. 889
Ε. Απολύσεις για οικονομοτεχνικούς λόγους Σελ. 890
α) Γενικές παρατηρήσεις Σελ. 890
β) Έλεγχος των οικονομοτεχνικών απολύσεων από πλευράς κατάχρησης Σελ. 892
13.5. Λοιπά θέματα σχετικά με την εργοδοτική καταγγελία Σελ. 901
Α. Επικουρική καταγγελία Σελ. 901
Β. Τροποποιητική καταγγελία Σελ. 902
Γ. Διάκριση πειθαρχικής διαδικασίας και απόλυσης Σελ. 904
Δ. Υποχρεώσεις συναφείς με την λύση της εργασιακής σχέσης Σελ. 905
α) Αναγγελίες στον ΟΑΕΔ Σελ. 905
β) Αναγγελία στο ΕΦΚΑ Σελ. 907
13.6. Περιορισμοί στην άσκηση του δικαιώματος της απόλυσης Σελ. 908
Α. Ομαδικές απολύσεις Σελ. 908
α) Γενικά Σελ. 908
β) Έννοια ομαδικών απολύσεων Σελ. 909
γ) Πεδίο εφαρμογής Σελ. 913
δ) Εργοδοτικές υποχρεώσεις Σελ. 916
ε) Εξέλιξη της διαδικασίας μετά τις διαβουλεύσεις Σελ. 919
στ) Συνέπειες παραβίασης των εργοδοτικών υποχρεώσεων Σελ. 921
Β. Απόλυση γυναικών σε κατάσταση εγκυμοσύνης και λοχείας Σελ. 921
α) Καταγγελία μόνο για σπουδαίο λόγο Σελ. 923
β) Πρόσθετες προϋποθέσεις κύρους της καταγγελίας Σελ. 925
γ) Η γνώση της εγκυμοσύνης από τον εργοδότη Σελ. 926
Γ. Απόλυση μισθωτών κατά την άδεια πατρότητας Σελ. 927
Δ. Απόλυση συνδικαλιστικών στελεχών Σελ. 928
α) Περιεχόμενο της προστασίας Σελ. 928
β) Προϋποθέσεις για την υπαγωγή στην προστασία Σελ. 931
γ) Ποια θεωρούνται προστατευόμενα συνδικαλιστικά στελέχη Σελ. 934
δ) Καταχρηστική επίκληση της προστασίας από απόλυση Σελ. 937
ε) Προστασία συνδικαλιστικών στελεχών από τη μετάθεση Σελ. 939
στ) Προστασία των μελών των Συμβουλίων Εργαζομένων Σελ. 939
ζ) Προστασία συνδικαλιστικών στελεχών ευρωπαϊκών συνδικαλιστικών και εκπροσωπευτικών φορέων Σελ. 940
Ε. Λοιποί περιορισμοί στην άσκηση του δικαιώματος καταγγελίας Σελ. 940
α) Απαγόρευση απόλυσης κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας Σελ. 940
β) Απαγόρευση απόλυσης λόγω νόμιμης συνδικαλιστικής δράσης Σελ. 941
γ) Απαγόρευση απόλυσης που γίνεται λόγω ενάσκησης νομίμου δικαιώματος του μισθωτού Σελ. 942
δ) Απαγόρευση απόλυσης που γίνεται ως αντίδραση στην άσκηση δικαιωμάτων σε περίπτωση βίας και παρενόχλησης Σελ. 942
ε) Απαγόρευση απόλυσης που γίνεται για λόγους δυσμενούς διάκρισης ή εκδικητικότητας Σελ. 943
στ) Απαγόρευση απόλυσης λόγω αιτήματος ή λήψης οποιασδήποτε άδειας ή διευκόλυνσης για οικογενειακούς λόγους Σελ. 943
ζ) Απαγόρευση απόλυσης που γίνεται ως εργοδοτική αντίδραση σε αιτήματα σχετικά με την τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης Σελ. 944
η) Απόλυση υπό όρους πολυτέκνων, αναπήρων και λοιπών προστατευομένων του Ν 2643/1988 Σελ. 945
θ) Απόλυση υπό όρους των στρατευομένων μισθωτών Σελ. 946
ι) Απαγόρευση απόλυσης εξαρτημένων ατόμων Σελ. 946
ια) Απαγόρευση απόλυσης λόγω άρνησης του μισθωτού για μεταβολή της εργασίας από πλήρη σε μερική απασχόληση Σελ. 946
ιβ) Προστασία από την απόλυση των ιατρών εργασίας και των τεχνικών ασφαλείας Σελ. 947
ιγ) Περιορισμοί στην απόλυση ηλικιωμένων εργαζομένων Σελ. 947
ιδ) Μετεκπαιδευόμενοι σε Σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων Σελ. 947
ιε) Ακυρότητα απόλυσης όταν αυτή έχει ως λόγο τη μεταβίβαση της επιχείρησης Σελ. 947
ιστ) Ακυρότητα απόλυσης όταν αυτή έχει ως λόγο την άρνηση υπαγωγής σε σύστημα διευθέτησης Σελ. 948
ιζ) Ακυρότητα απόλυσης όταν αυτή έχει ως λόγο την άσκηση του δικαιώματος αποσύνδεσης Σελ. 948
13.7. Συνέπειες από την άκυρη απόλυση Σελ. 949
Α. Αξίωση αποδοχών υπερημερίας Σελ. 949
α) Γενικά Σελ. 949
β) Άρση της υπερημερίας του εργοδότη Σελ. 952
γ) Καταχρηστική αξίωση μισθών υπερημερίας (κακόβουλη ανεργία) Σελ. 953
δ) Σχετική ακυρότητα της εργοδοτικής καταγγελίας Σελ. 954
ε) Δικονομικά ζητήματα Σελ. 956
Β. Επαναπασχόληση του ακύρως απολυθέντος Σελ. 959
Γ. Χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη Σελ. 964
Δ. Πρόσθετη αποζημίωση αντί μισθών υπερημερίας ή επαναπασχόλησης Σελ. 965
α) Δυνατότητα εργαζόμενου και εργοδότη να αλλάζουν το αρχικό αγωγικό αίτημα Σελ. 965
β) Δυνατότητα εργαζομένου να ζητήσει με την αγωγή μόνο την πρόσθετη αποζημίωση Σελ. 968
Ε. Τρίμηνη αποσβεστική προθεσμία για την άσκηση των αξιώσεων Σελ. 970
13.8. Λύση της σύμβασης εργασίας με πρωτοβουλία του μισθωτού Σελ. 975
Α. Καταγγελία της σύμβασης εργασίας εκ μέρους του μισθωτού (παραίτηση) Σελ. 975
Β. Σιωπηρή παραίτηση λόγω μακράς απουσίας του μισθωτού Σελ. 978
Γ. Οικειοθελής αποχώρηση με τη συγκατάθεση του εργοδότη Σελ. 979
Δ. Ομαδική οικειοθελής αποχώρηση μετά από πρόταση του εργοδότη (εθελούσια έξοδος) Σελ. 983
Αλφαβητικό ευρετήριο Σελ. 985

Σελ. 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Γενική εισαγωγή στο εργατικό δίκαιο

1.1. Μισθωτή εργασία και η αυτονόμηση του εργατικού δικαίου

Α. Εργασία και το δίκαιο της μισθωτής εργασίας

Β. Τα δομικά στοιχεία του εργατικού δικαίου και ιδίως η προστατευτική λειτουργία του

1.2. Οι απαρχές και η πρώτη σταδιοδρομία του εργατικού δικαίου στην ελληνική έννομη τάξη

1.3. Κανονιστικός σχηματισμός του εργατικού δικαίου

Α. Η παραγωγή ρυθμίσεων εργατικού δικαίου σε εθνικό επίπεδο

Β. Η παραγωγή κανόνων εργατικού δικαίου σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο

Γ. Σημασία της νομολογίας για το εργατικό δίκαιο

Δ. Ιεραρχία των ρυθμιστικών παραγόντων του εργατικού δικαίου

1.4. Οι βασικές αρχές του εργατικού δικαίου

Α. Ισότητα και απαγόρευση διακρίσεων στην εργασία Β. Αρχή της απαγόρευσης παραίτησης από εργασιακά δικαιώματα που θεσπίζονται με κανόνες δημόσιας τάξης

Γ. Απαγόρευση αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας

Δ. Αρχή της εύνοιας (αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης)

Ε. Η ρήτρα της κατάχρησης δικαιώματος στο εργατικό δίκαιο

1.5. Το ζήτημα της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις

Α. Ευελιξία στο επίπεδο της φυσιογνωμίας και του τύπου της εργασιακής σχέσης

Β. Ευελιξία στο επίπεδο της ελευθερίας πρόσληψης-απόλυσης

Γ. Ευελιξία στο επίπεδο της αμοιβής και των λοιπών όρων εργασίας

Δ. Ευελιξία στο επίπεδο της οργάνωσης του χρόνου της εργασίας

Ε. Ευελιξία στο επίπεδο του τόπου παροχής της εργασίας

 

 

Σελ. 2

1.1. Μισθωτή εργασία και η αυτονόμηση του εργατικού δικαίου

Α. Εργασία και το δίκαιο της μισθωτής εργασίας

Το θετικό δίκαιο δεν περιέχει ορισμό της έννοιας της εργασίας (travail, labour, Arbeit). Γενικότερα, η χρήση της λέξης παραπέμπει γενικώς σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που στηρίζεται στην καταβολή σωματικών και πνευματικών προσπαθειών για την παραγωγή κάποιου επιθυμητού ή επιβεβλημένου αποτελέσματος επί του εξωτερικού κόσμου. Η έννοια αυτή, στη σύγχρονη εκφορά της, δεν αναφέρεται μόνο σε επικερδείς απασχολήσεις, δηλαδή που έχουν ως κύριο σκοπό το οικονομικό όφελος του απασχολουμένου, αλλά και σε μη οικονομικά επικερδείς ανθρώπινες δραστηριότητες, οι οποίες ωστόσο είναι ωφέλιμες τόσο για τον απασχολούμενο όσο και γενικότερα (π.χ. δραστηριότητες που ασκούνται στο πλαίσιο της οικογενειακής ή οικιακής ζωής ή δραστηριότητες που αποβλέπουν στην βελτίωση του ατόμου για κάποιο ανώτερο σκοπό, όπως π.χ. η μελέτη του επιστήμονα ή του σπουδαστή).

Η μισθωτή εργασία των σύγχρονων εποχών, παρεχόμενη στο πλαίσιο ενός εκτεταμένου καταμερισμού της εργασίας, αποτελεί προφανώς μέσο παραγωγής οικονομικής αξίας (ressource économique, economic value). Πρόκειται για εργασία-εμπόρευμα που τιμολογείται κατά κανόνα στην αγορά εργασίας με ελεύθερη διαπραγμάτευση μεταξύ εργοδότη (που αναζητεί εργασία) και εργαζόμενου (που προσφέρει εργασία). Υπό την οικονομική αυτή προσέγγιση, η εργασία αποτελεί μια μορφή εμπορεύματος που πωλείται και αγοράζεται στο πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας της αγοράς, αυτής της κατάκτησης των συγχρόνων κοινωνιών που επιτρέπει την ανάπτυξη και ικανοποίηση των ατομικών επιθυμιών και ταυτόχρονα σπέρνει τους σπόρους των προσδοκιών για την ελευθερία. Εδώ, ακριβώς, εμφανίζεται με τον καλύτερο τρόπο η διαφορά της σημερινής παραγωγικής εργασίας από την επαχθή εργασία της εποχής της δουλείας.

Η αναφορά στη Διακήρυξη της Φιλαδέλφειας του 1944 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) ότι «η εργασία δεν είναι εμπόρευμα» («Labor is not a commodity»), έχει την έννοια ότι η εργασία δεν είναι ένα εμπόρευμα όπως όλα τα άλλα και όχι ότι βρίσκεται εκτός αγοράς. Πράγματι, η εργασία, πέραν του χαρακτήρα της ως εμπορεύματος,

Σελ. 3

που αποτελεί πηγή «οικονομικών αξιών», συντελώντας με τον τρόπο αυτό όχι μόνο στην απόκτηση πόρων για την διαβίωση των απασχολούμενων, των επιχειρήσεων και στην εν γένει ανάπτυξη των κρατών, συνιστά επίσης και μια καθοριστική ηθικής αξίας εκδήλωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Για το λόγο αυτό, με την προβολή και ανάδειξη της έννοιας της ευπρεπούς εργασίας (travail décent, decent work), η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) έθεσε ως διεθνή στόχο την αναγνώριση του χαρακτήρα της ως θεμελιώδους ανθρώπινης αξίας, ενώ, μέσα από την ίδια προσέγγιση, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήδη έχει αναγνωρισθεί ότι η εργασία δεν μπορεί να προσεγγίζεται μόνο υπό την αυστηρή οικονομική της διάσταση.

Στην τρέχουσα καθημερινότητα, η λέξη εργασία πολλές φορές εναλλάσσεται με τη χρήση της λέξης απασχόληση (emploi, employment, Beschäftigung), αν και οι σημασίες τους διαφοροποιούνται αισθητά, ενώ συχνά, χρησιμοποιείται η λέξη υπηρεσία (service, dienst), κυρίως για να επισημανθεί η παροχή έργου συγκεκριμένης ωφελιμότητας προς κάποιο άλλο πρόσωπο.

Πάντως, η ανάπτυξη ωφέλιμης και ανθρώπινης δραστηριότητας δεν προϋποθέτει αναγκαία την ύπαρξη κάποιας μισθωτικής σχέσης μεταξύ περισσότερων προσώπων, αφού η παροχή εργασίας μπορεί να αναπτύσσεται υπό τη μορφή της αυτοαπασχόλησης,. Εξάλλου, κι αν ακόμη η ανάπτυξη μιας δραστηριότητας απευθύνεται, ενδιαφέρει

Σελ. 4

ή εξυπηρετεί τρίτα πρόσωπα, δεν είναι πάντοτε αναγκαίο να παρέχεται αυτή στο πλαίσιο μιας οικονομικής ανταλλακτικής σχέσης (δηλαδή να πωλείται από ένα πρόσωπο και να αγοράζεται από ένα άλλο έναντι αμοιβής), αλλά, ήδη όπως αναφέραμε, μπορεί να προσφέρεται ελεύθερα και αφιλοκερδώς στο πλαίσιο μιας μη ανταλλακτικού χαρακτήρα βιοτικής σχέσης (π.χ. οικιακή οικονομία, οικογενειακές σχέσεις, φιλικές σχέσεις, σχέση αλληλεγγύης, παροχή υπηρεσιών ως θρησκευτική υποχρέωση κ.ο.κ.).

Οι έννομες σχέσεις που έχουν ως κύριο αντικείμενο την παροχή μιας εργασίας ή ενός έργου ή μιας υπηρεσίας ενός προσώπου προς ένα άλλο πρόσωπο έναντι κάποιας αμοιβής, παρουσιάζουν μια ποικιλία μορφών και κατατάσσονται σε περισσότερες νομικές κατηγορίες (σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, σύμβαση μίσθωσης έργου, παροχή ανεξαρτήτων υπηρεσιών, σχέση εντολής κ.ο.κ.). Μολονότι όλες αυτές οι ειδικότερες κατηγορίες εργασιακών σχέσεων ενδιαφέρουν γενικότερα την έννομη τάξη, το εργατικό δίκαιο εξακολουθεί κατά κανόνα να αναφέρεται και να ρυθμίζει μία μόνο από αυτές. Πρόκειται για την έννομη σχέση, η οποία, όπως αναλυτικά θα αναπτυχθεί στο δεύτερο κεφάλαιο, έχει τα χαρακτηριστικά της σχέσης εξαρτημένης εργασίας ή, όπως επίσης συνηθίζουμε να αποκαλούμε, της σχέσης μισθωτής εργασίας.

Στις σύγχρονες κοινωνίες η εργασία έχει αποκτήσει μια κεντρική αξία, τόσο ως μέσον παραγωγής κοινωνικού πλούτου και ατομικού βιοπορισμού όσο και ως διαδικασία αυτογνωσίας, απελευθέρωσης, χειραφέτησης και κοινωνικοποίησης των ανθρώπων. Στο πλαίσιο της έννομης σχέσης της μισθωτής εργασίας, η σωματική και πνευματική εργασία που παρέχεται από το μισθωτό για λογαριασμό άλλου προσώπου (εργοδότη) διατηρεί σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τον απελευθερωτικό και κοινωνικοποιητικό χαρακτήρα της, ταυτόχρονα όμως, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης μορφής εργασιακής σχέσης, η παροχή της εργασίας υπόκειται στη διαρκή διεύθυνση και έλεγχο του αποδέκτη αυτής (εργοδότη).

Πέραν αυτών, το αντικείμενο του εργατικού δικαίου δεν περιορίζεται μόνο στη ρύθμιση των ατομικών σχέσεων εξαρτημένης εργασίας, αλλά επεκτείνεται και σε ζητήματα ένταξης και λειτουργίας των σχέσεων αυτών στους ευρύτερους συλλογικούς σχηματισμούς (επιχείρηση, εκμετάλλευση, επαγγελματικό συλλογικό πεδίο), καθώς και στη διαμόρφωση θεσμών και φορέων προώθησης συλλογικών εργασιακών συμφερόντων και επίλυσης των συλλογικών εργασιακών διαφορών που δημιουργούνται κατά

Σελ. 5

την ανάπτυξη των διαφόρων μορφών συλλογικής δράσης εργαζομένων και εργοδοτών, είτε αυτή αναπτύσσεται στο ιδιωτικό είτε στο δημόσιο πεδίο.

Συνοπτικά, η ύλη του εργατικού δικαίου εκτείνεται πρωταρχικά στους κανόνες δικαίου που ρυθμίζουν: α) Την ατομική σχέση εξαρτημένης εργασίας, που ιδρύεται μεταξύ ενός εργαζομένου και ενός εργοδότη. β) Τις συλλογικές εργασιακές σχέσεις, που αναφέρονται στις κάθε είδους διμερείς ή και τριμερείς σχέσεις μεταξύ συλλογικά οργανωμένων μισθωτών, εργοδοτών ή εκπροσώπων τους και κράτους. γ) Στις σχέσεις δημοσίου δικαίου, που δημιουργούνται με αφορμή τόσο τις ατομικές όσο και τις συλλογικές σχέσεις εργασίας (υποχρεώσεις εργοδοτών και εργαζομένων έναντι του κράτους, διοίκηση της εργασίας, ειδικές διοικητικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών εργασίας κ.ο.κ.).

Ωστόσο, πέραν των σχέσεων αυτών, που αποτελούν και το βασικό αντικείμενο του εργατικού δικαίου, ο δικαιικός αυτός κλάδος βρίσκεται σε άμεση σχέση και αλληλεξάρτηση με τα νομικά ζητήματα που ανακύπτουν από το γενικότερο φαινόμενο της απασχόλησης και της οργάνωσης της αγοράς εργασίας στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Συγκεκριμένα, το ευρύτερο πεδίο λειτουργίας του εργατικού δικαίου διασταυρώνεται με ρυθμίσεις μέσω των οποίων το κράτος, αλλά και οι κοινωνικοί εταίροι, οργανώνουν αυτό που συνήθως αποκαλείται πολιτική της απασχόλησης και αποτελούν το σύνολο δράσεων και θεσμών (οργανισμοί διαχείρισης και μελέτης της απασχόλησης, επιδοτήσεις και οικονομικές ελαφρύνσεις εργοδοτών, συνεχής δια βίου

Σελ. 6

κατάρτιση μισθωτών και επανακατάρτιση ανέργων, οικονομική ενίσχυση ανέργων, προγράμματα ενίσχυσης της αυτοαπασχόλησης και της επιχειρηματικότητας κ.ο.κ.), οι οποίοι αποσκοπούν αφενός μεν να εφοδιάζονται οι επιχειρήσεις με το αναγκαίο ικανό εργατικό δυναμικό και αφετέρου να δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για την ευκολότερη εξεύρεση στους ενήλικους άνδρες και γυναίκες μιας παραγωγικής και ελεύθερα επιλεγμένης απασχόλησης που κατά το δυνατόν να αντιστοιχεί στις προσωπικές τους επιδεξιότητες και γνώσεις. Πρόκειται για ρυθμίσεις και θεσμούς που συνθέτουν το λεγόμενο δίκαιο της απασχόλησης, οι οποίες δεν αφορούν μεν ευθέως στις εν λειτουργία εργασιακές σχέσεις, αλλά που, ωστόσο, την επηρεάζουν δραστικά, αφού διαμορφώνουν τον δικαιικο-θεσμικό περιβάλλοντα χώρο λειτουργίας της. Έτσι, επιδρούν άμεσα στην πριν από την πρόσληψη και την μετά την λύση της εργασιακής σχέσης κατάσταση του εργαζομένου, είτε διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις δημιουργίας θέσεων μισθωτής εργασίας, είτε αντιμετωπίζοντας τα προβλήματα που δημιουργούνται από την κατάργηση τέτοιων θέσεων.

Τέλος, είναι προφανής η σχέση του εργατικού δικαίου με το δίκαιο της κοινωνικής ασφάλισης και ειδικότερα της ασφάλισης της μισθωτής εργασίας. Μολονότι το Δίκαιο των Κοινωνικών Ασφαλίσεων έχει πλήρη αυτοτέλεια και εντάσσεται γενικότερα στο χώρο του Δημοσίου Δικαίου, είναι προφανές ότι τόσο το εργατικό δίκαιο όσο και το δίκαιο κοινωνικών ασφαλίσεων σε κάποια σημεία τους διασταυρώνονται και εντάσσονται στην γενικότερη έννοια του λεγόμενου Κοινωνικού Δικαίου. Εξ αυτού προκύπτει η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο αυτών κλάδων, τόσο σε επίπεδο διαμόρφωσης κάποιων κοινών αρχών και κανονιστικών επιδράσεων του ενός επί του άλλου, όσο και επίπεδο κοινών ερμηνευτικών προσεγγίσεων.

Β. Τα δομικά στοιχεία του εργατικού δικαίου και η προστατευτική λειτουργία του

α) Η προστατευτική λειτουργία του εργατικού δικαίου

Το εργατικό δίκαιο δεν έρχεται από μακριά. Αποσκιρτημένο από το γενικό σώμα του αστικού δικαίου, εμφανίζεται δειλά στις αρχές του 19 αιώνα, υπό την πίεση της αναγκαιότητας να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες που δημιούργησε η εμφάνιση μιας νέας ελεύθερης σχέσης εργασίας, της σύμβασης εργασίας, αφού η ρωμαϊκής καταγωγής σύμβαση μίσθωσης έργου (locatio operarum), που παρέπεμπε σε μια κοινωνία

Σελ. 7

οικιακής οικονομίας, αδυνατούσε πλέον να εξυπηρετήσει τις απαιτήσεις της βιομηχανικής απογείωσης.

Με τον τρόπο αυτό, κατ’ αρχάς απελευθερώθηκαν οι εργαζόμενοι από τους συντεχνιακούς βρόχους της προβιομηχανικής κοινωνίας και απέκτησαν δυνατότητα να αναζητούν ελεύθερα και ισότιμα μεταξύ τους εργασία (συνέπεια της καθιέρωσης των αρχών της ελευθερίας και της ισότητας). Η νέα εργασιακή σχέση, ως συνέπεια της εκβιομηχάνισης, λειτουργούσε δυνάμει προς την κατεύθυνση της εξισορρόπησης των εξουσιών μεταξύ του προσώπου του μισθωτού και του εργοδότη, σ’ αυτό δε συντέλεσε η σταδιακή διαμόρφωση της εργατικής νομοθεσίας, η οποία αρχικά, κατά το δεύτερο μισό του 19 αιώνα, έλαβε σαφές στίγμα μέσω της κρατικής νομοθεσίας και στη συνέχεια, κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, αναπτύχθηκε με ραγδαίους ρυθμούς τόσο με κρατικούς όσο και με συλλογικές συμβάσεις.

Το δίκαιο, με τις διατάξεις του κοινού ενοχικού δικαίου ενδιαφέρεται γενικώς για κάθε εργασία που παρέχεται στο πλαίσιο οποιασδήποτε μορφής συμβατικής εργασιακής σχέσης. Ωστόσο, με τη σταδιακή ανάπτυξη της εργατικής νομοθεσίας, το δίκαιο επέδειξε ξεχωριστό ενδιαφέρον για τη μισθωτή εργασία, με σαφή προσανατολισμό την ενισχυμένη προστασία του ενός από τα δύο μέρη της έννομης σχέσης εξαρτημένης εργασίας, δηλαδή του μισθωτού. Ο τελευταίος άρχισε να θωρακίζεται με ειδικές προστατευτικές διατάξεις, με σκοπό τη βελτίωση της θέσης του στο νομικό επίπεδο, και τούτο γιατί επικράτησε η άποψη ότι έτσι αυτός εξασφαλίζεται με σχετικά αντίρροπο τρόπο έναντι της οικονομικής και κοινωνικής υπεροχής της εργοδοτικής πλευράς. Συγκεκριμένα, το εργατικό δίκαιο, με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι συμβαίνει στο λοιπό ιδιωτικό δίκαιο, παρεμβαίνει δραστικά στο επίπεδο της διαπραγματευτικής ισχύος (bargaining power) των μερών της εργασιακής σχέσης και με συνεχείς παρεμβάσεις στη νομική ελευθερία των δύο μερών της σχέσης οριοθετεί το πεδίο ανάπτυξης της εργοδοτικής βούλησης, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια τεχνητή (νομική) ισορροπία ισχύος μεταξύ εργοδότη και μισθωτού.

Σελ. 8

Με βάση τα παραπάνω χαρακτηριστικά της εργατικής νομοθεσίας, έχει επικρατήσει η θεωρητική και νομολογιακή θέση περί της προστατευτικής λειτουργίας του εργατικού δικαίου. Η προστασία αυτή είναι ευρύτατη και αναφέρεται κατά πρώτον στους ίδιους τους εργασιακούς όρους θέτοντας εξασφαλιστικά όρια (ελάχιστο επίπεδο αμοιβής, ανώτατο ωράριο εργασίας, υποχρεωτική εβδομαδιαία ανάπαυση, υποχρεωτική ετήσια άδεια με αποδοχές κ.ο.κ.), διαμορφώνει όρους ανάσχεσης της εργοδοτικής ελευθερίας στο επίπεδο λειτουργίας της σχέσης εργασίας καθώς και της κατάλυσης της εργασιακής σχέσης (π.χ. προβλέψεις λόγων απόλυσης) ενώ, επίσης, περιλαμβάνει όρους περιορισμού των αρνητικών συνεπειών που προκαλεί η εκτός εργασίας θέση του μισθωτού (θέσπιση αποζημίωσης απόλυσης, υποχρέωση επαναπρόσληψης, επιδότηση ανεργίας κ.ο.κ.). Εξάλλου, η προστατευτική λειτουργία του εργατικού δικαίου εκφράζεται προεχόντως με την αναγνώριση μιας σειράς σημαντικών αρχών που λειτουργούν οριζόντια στις εργασιακές σχέσεις, όπως είναι η αρχή της εύνοιας και η αρχή της ίσης μεταχείρισης.

Προσθέτως, το εργατικό δίκαιο παρεμβαίνει κανονιστικά στην εξασφάλιση των εργαζομένων από μια σειρά ειδικών επιχειρησιακών κινδύνων, είτε εγγυώμενο τη φυσική και οργανική ακεραιότητα των μισθωτών με τη λήψη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας στο χώρο εργασίας ή θεσπίζοντας ειδική εργοδοτική ευθύνη και αποζημίωση

Σελ. 9

για τα εργατικά ατυχήματα, είτε προσπαθώντας να διασφαλίσει τους μισθωτούς από διάφορες επιπτώσεις που έχουν στις εργασιακές σχέσεις η επιχειρησιακή κινητικότητα, η αναδιάρθρωση της επιχείρησης ή τα διάφορα οργανωτικά και οικονομικά προβλήματα του εργοδότη (διαφύλαξη δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης της επιχείρησης, προστασία από ομαδικές απολύσεις, ρυθμίσεις που εξασφαλίζουν τους εργαζομένους από την αφερεγγυότητα του εργοδότη κ.ο.κ.).

Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι η προστατευτική λειτουργία του εργατικού δικαίου δεν εκδηλώνεται μόνο με τη θέσπιση αστικών ακυροτήτων, που ακολουθούν συνήθως τις παραβιάσεις σχετικών απαγορεύσεων, αλλά επικουρείται και από ένα πλέγμα διοικητικών και ποινικών κυρώσεων, που απειλούνται κατά κανόνα κατά του εργοδότη όταν αυτός παραβλέπει τις υποχρεώσεις και τις απαγορεύσεις που επιβάλλουν οι διάφοροι εργατικοί νόμοι.

Τέλος, δεδομένου ότι συνήθως στην αγορά εργασίας η προσφορά είναι μεγαλύτερη από τη ζήτηση, καθίσταται προφανές ότι το εργατικό δίκαιο έχει και έναν χαρακτήρα μηχανισμού (κρατικής ή επαγγελματικής) παρέμβασης στην οικονομική ζωή, και έτσι μπορεί να θεωρηθεί και ως ένα δίκαιο παρέμβασης στην ελεύθερη αγορά τόσο εκ μέρους του κράτους όσο και εκ μέρους των εκπροσώπων των κοινωνικών συνομιλητών. Η παρέμβαση ωστόσο αυτή δεν μπορεί να φθάνει σε τέτοιο σημείο ώστε οι ρυθμίσεις του εργατικού δικαίου να λειτουργούν με τρόπο που να υποεκτιμά τα οικονομικά δεδομένα, ούτε ασφαλώς οι νομοθέτες και οι εφαρμοστές του εργατικού δικαίου επιτρέπεται να αδιαφορούν για τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς.

β) Μικρή αναδρομή στην εμφάνιση και ρύθμιση της μισθωτής απασχόλησης

Tο κανονιστικό ενδιαφέρον για τις εργασιακές σχέσεις εμφανίστηκε στις αρχές του 19 αιώνα και εξελίχθηκε υπό την επίδραση της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης. Τα χρόνια εκείνα (τέλη 18 και 19 αιώνας), η αστική διαβίωση των αθρόως σωρευόμενων στις διαμορφωνόμενες τότε βιομηχανικές πόλεις πρώην αγροτών, χαρακτηριζόταν από μιζέρια και ανθυγιεινότητα. Ο εργασιακός χρόνος κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος του 24ώρου ενός μισθωτού εργάτη, ο χρόνος δε αυτός καθοριζόταν μονομερώς από τον εργοδότη. H εβδομαδιαία ανάπαυση δεν είχε ακόμη θεσμοθετηθεί, η παιδική εργασία ήταν σχεδόν ελεύθερη, ενώ τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας ήταν ανύπαρκτα ή υποτυπώδη.

Για τη διαχείριση της μισθωτής απασχόλησης, οι δυτικές κοινωνίες, υπό την επίδραση φιλελεύθερων και ανθρωπιστικών ιδεών της εποχής, οργάνωσαν σταδιακά ένα αυτόνομο πλέγμα κανόνων, το μεταγενέστερα αποκληθέν «εργατικό δίκαιο». Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η εργατική νομοθεσία, κατά την έναρξη του σχηματισμού της, αντιμετώπιζε σχεδόν αποκλειστικά το ζήτημα της προστασίας των εργατών σε εργοστάσια

Σελ. 10

και λοιπές παραγωγικές μονάδες, ενώ, κατά τη διαδρομή του 19 αιώνα, οι κανονιστικές παρεμβάσεις άρχισαν να ενδιαφέρονται και για άλλα φαινόμενα ακραίων φαινομένων εργασιακής υποβάθμισης, όπως ήταν η ασύδοτη χρησιμοποίηση εργασίας ανηλίκων και εγκύων γυναικών και η ανυπαρξία ανώτατου ορίου καθημερινής και εβδομαδιαίας εργασίας.

Στο πλαίσιο της νέας παραγωγικής διαδικασίας, η μισθωτή απασχόληση έλαβε σημαντική θέση και σταδιακά επικράτησε θεαματικά επί όλων των λοιπών μορφών απασχόλησης. Προϊόντος του χρόνου, ιδίως μετά την είσοδο του 20 αιώνα και κατά την πορεία αυτού, ο σκοπός της εργατικής νομοθεσίας σταδιακά μεταβλήθηκε. Ενώ μέχρι τότε λειτουργούσε ως ένα εργαλείο αποσπασματικής αντιμετώπισης της καταχρηστικής άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος και αντιμετώπισης ακραίων εργοδοτικών συμπεριφορών, έλαβε τα χαρακτηριστικά ενός συγκροτημένου κανονιστικού συστήματος, που κατέλαβε σταδιακά κάθε επί μέρους πτυχή λειτουργίας της σύμβασης εργασίας.

Παράλληλα, κατά τη διαδρομή του 20 αιώνα, στις αναπτυσσόμενες χώρες της Δύσης, πρωτίστως λόγω της μεγάλης αύξησης της παραγωγικότητας των επιχειρήσεων και δευτερευόντως λόγω των συνδικαλιστικών και πολιτικών πιέσεων, αυξήθηκαν σημαντικά οι μισθοί και επήλθε αισθητή βελτίωση του μέσου οικονομικού επίπεδου ζωής των εργαζομένων, ενώ, αντίστοιχα, βελτιώθηκαν θεαματικά και οι λοιποί όροι εργασίας. Συγκεκριμένα, μειώθηκε η μέση διάρκεια της μισθωτής εργασίας (ημερήσιο και εβδομαδιαίο ωράριο), θεσμοθετήθηκε η ετήσια άδεια ανάπαυσης με αποδοχές, θεσπίστηκε η αργία της Κυριακής, αργότερα καθιερώθηκε η πενθήμερη εργασία, προβλέφθηκε η πρόσθετη αμοιβή για νυκτερινή εργασία, απαγορεύτηκε πλήρως η παιδική εργασία, διευρύνθηκε και αυστηροποιήθηκε η νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία και για την αποζημίωση των εργατικών ατυχημάτων, περιορίστηκε το δικαίωμα της απόλυσης κ.λπ. Επίσης, στο επίπεδο των συλλογικών εργασιακών σχέσεων, αναγνωρίστηκε διεθνώς το δικαίωμα συνδικαλιστικής οργάνωσης και δράσης των μισθωτών και ειδικότερα το δικαίωμα της απεργίας. Παράλληλα, με την αναγνώριση της ρυθμιστικής ενέργειας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, εντάχθηκε στην έννομη τάξη η συλλογική αυτονομία των εργατικών και εργοδοτικών συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Σημειωτέον ότι η ανωτέρω θεαματική διεύρυνση του αντικειμένου των εργατικών ρυθμίσεων αλλοίωσε τον γενεσιουργό λόγο της πρώιμης εργατικής νομοθεσίας (περιορισμός της εργοδοτικής αυθαιρεσίας), και, αντί της αντιμετώπισης της κατάχρησης, μετατράπηκε η εργατική νομοθεσία σε ένα δίκαιο αδιάκοπου περιορισμού του ίδιου του διευθυντικού δικαιώματος. Σ’ αυτό, προφανώς, συντέλεσε ο αναγκαστικός χαρακτήρας

Σελ. 11

της εργατικής νομοθεσίας και ο υπέρμετρος περιορισμός του συμβατικού στοιχείου της εργασιακής σχέσης. Πέραν κάθε άλλης ανάλυσης, εδώ εντοπίζεται μια δομική αντίφαση προς τη φύση και τη λειτουργία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, δεδομένου ότι το εργατικό δίκαιο δημιουργήθηκε ως δίκαιο της εξαρτημένης εργασίας και όχι ως δικαιικός μηχανισμός εξάλειψής της. Είναι προφανές ότι χωρίς την καπιταλιστική οικονομία, το εργατικό δίκαιο, όπως το ξέρουμε, δεν θα είχε ποτέ γεννηθεί και αναπτυχθεί στα φιλελεύθερα κράτη.

Κατά τη διαδικασία αυτού του μετασχηματισμού, υπό την επίδραση σοσιαλιστικών ιδεών, επικράτησε η αντίληψη που τοποθέτησε τα μέρη της εργασιακής σχέσης σε θέσεις απόλυτης αντίθεσης (συμφερόντων). Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, από την μία πλευρά τοποθετήθηκε το φυσικό πρόσωπο του εξαρτημένου εργαζόμενου (που ταυτίζεται με την εργατική τάξη) και από την άλλη πλευρά το θεωρούμενο ως ισχυρότερο φυσικό ή νομικό πρόσωπο του εργοδότη, που αντιπροσώπευε την αστική τάξη, η οποία, κατά τη μαρξική θεωρία, απαλλοτριώνει τη δημιουργική ικανότητα του μισθωτού για να καρπώνεται το κέρδος που παράγει η εργασία του.

Όπως αναφέρθηκε, το εργατικό δίκαιο εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε ταυτόχρονα με την εμφάνιση και εδραίωση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής για να αντιμετωπισθεί η αδυναμία κάλυψης της μισθωτής εργασίας από το κοινό ενοχικό δίκαιο και ταυτόχρονα για να διαμορφωθούν οι συνθήκες ανάπτυξης ενός ελεύθερου και ευκίνητου εργατικού δυναμικού, επί πλέον δε για να ενταχθούν οι εργασιακές αντιπαλότητες στην έννομη τάξη, έτσι ώστε, με τη ρύθμισή τους, να διασφαλιστεί ένα αναγκαίο επίπεδο εργασιακής ειρήνης.

Έτσι, το εργατικό δίκαιο παρουσιάζεται ως δίκαιο προστασίας των μισθωτών και ως μέσον διασφάλισης της κοινωνικής ειρήνης, ταυτόχρονα όμως λειτουργεί και ως εργαλείο ρυθμιστικής παρέμβασης στο πεδίο της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, μιας ανταγωνιστικότητας όμως που σήμερα αναπτύσσεται πλέον όχι αποκλειστικά στο πλαίσιο μιας και μόνο κρατικής οντότητας, αλλά ευρύτερα στην παγκόσμια σφαίρα.

Πέραν αυτών, κατά τη διαδρομή του 20 αιώνα, η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας διαμορφώθηκε πάνω στη φόρμα της απασχόλησης με πλήρες ημερήσιο και εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας, με τον μισθωτό να παρέχει την ίδια εργασία στην ίδια θέση

Σελ. 12

εργασίας της ίδιας επιχείρησης για όλο του τον εργασιακό βίο. Στα πλαίσια αυτά, δύο ήταν τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις σχέσεις εξαρτημένης εργασίας: ο σταθερός τόπος εργασίας και ο σταθερός χρόνος εργασίας, στοιχεία τα οποία καθορίζονταν κατά την έναρξη της εργασιακής σχέσης και διατηρούνταν κατά κανόνα αναλλοίωτα μέχρι την λήξη της, χωρίς ιδιαίτερες μεταβολές. Ταυτόχρονα, οι σταθερές αυτές οριοθετούσαν με σχετική ασφάλεια τα σύνορα μεταξύ εξαρτημένης εργασίας και παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, δεδομένου ότι, κατά κανόνα, τα στοιχεία του τόπου και του χρόνου παροχής της εργασίας και του αυστηρού ελέγχου της εργασίας από τον εργοδότη είναι ανύπαρκτα ή ιδιαίτερα ασθενή στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών και έργου. Εδώ, πρέπει να προσθέσουμε και το στοιχείο της ομαδικότητας κατά την παροχή της εργασίας, που διαμόρφωσε στους εργαζόμενους το αίσθημα του κοινού συμφέροντος και τους οδήγησε στην επιδίωξη, μέσω των συνδικάτων, κοινών διεκδικήσεων.

Έτσι, μέχρι και τη δεκαετία του ‘80, ο νομικός κανόνας της μισθωτής εργασίας ήταν αυτός της αορίστου χρόνου διμερούς σύμβασης εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης. Το εργατικό δίκαιο, αντιμετωπίζοντας τους εργαζόμενους της επιχείρησης ως ένα ομοιόμορφο σύνολο προσώπων, που απασχολούνται σε συγκεκριμένο χρόνο και χώρο με τις ίδιες ή παραπλήσιες συνθήκες εργασίας και υπόκεινται από κοινού στη διευθυντική εξουσία του εργοδότη, διαμόρφωσε μία αντίληψη που αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη δυσανεξία ο,τιδήποτε εκφεύγει από την κοινή κατάσταση. Προϊόντος του χρόνου, οι ρυθμίσεις του έγιναν ιδιαίτερα δύσπιστες απέναντι στο περιεχόμενο της ατομικής σύμβασης εργασίας ως προϊόντος της ελεύθερης διαπραγμάτευσης.

γ) Οι εργασιακές σχέσεις στην ψηφιακή εποχή

Ωστόσο, κατά τις δύο ιδίως τελευταίες δεκαετίες του 20 αιώνα, τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν άλλη τροπή. Η ενότητα των ανωτέρω εργασιακών σταθερών διασπάται. Έτσι, αρχίζει η σταδιακή υποχώρηση της τυπικής μορφής μισθωτής εργασίας υπέρ της ανάπτυξης διαφόρων μορφών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, συμβάσεων μερικής ή διαλείπουσας απασχόλησης ή συμβάσεων που έχουν ένα τριγωνικό χαρακτήρα (relations triangulaires), όπως ο δανεισμός εργασίας ή η προσωρινή απασχόληση. Παράλληλα, εμφανίζεται ένα πλήθος νέων μορφών απασχόλησης και (συν)εργασιών, τα χαρακτηριστικά των οποίων πόρρω απέχουν από το γνωστό μοντέλο της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, ενώ, ήδη, κατά την έναρξη της τρίτης δεκαετίας του αιώνα μας είναι πια εμφανές ότι η χειρωνακτική εργασία δεν θα αργήσει να γίνει μουσειακό εργασιακό είδος.

Κύρια αιτία για την προαναφερθείσα εξέλιξη είναι οι αλλαγές που επέφεραν στην παραγωγική διαδικασία και στην οργάνωση των επιχειρήσεων η ραγδαία ανάπτυξη της πληροφορικής, η εμφάνιση και εκτεταμένη χρήση του Internet και γενικότερα ο ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας (Digital economy ή Internet economy ή Web economy), που οδηγούν στην ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης (Artificial

Σελ. 13

Intelligence) και της ρομποτικής (robotics). Τα νέα αυτά εργαλεία οδηγούν στην πλήρη αυτοματοποίηση πολλών κατηγοριών επιχειρήσεων και δραστηριοτήτων, τόσο στους τομείς της βιομηχανικής παραγωγής και των υπηρεσιών, όσο και στον τριτογενή τομέα της οικονομίας.

Η χρήση του διαδικτύου έχει πλέον καθιερωθεί ως κυρίαρχο μέσο των επιχειρηματικών συναλλαγών, καθιστώντας αναπότρεπτες αναδιαρθρώσεις στο επίπεδο της δομής (structure) της παραγωγικής και διοικητικής λειτουργίας καθώς και της εταιρικής διακυβέρνησης (Corporate Governance). Στο πλαίσιο αυτό, οι συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αποτελούν ένα μόνο είδος από το πλήθος διαφορετικών ειδών συναλλαγών μεταξύ επιχείρησης και πολλών άλλων εντολοδόχων, που εξυπηρετούν το σκοπό της επιχείρησης. Επίσης, η σύγχρονη αγορά εργασίας απαιτεί πλέον εργαζόμενους με προσόντα που να ανταποκρίνονται στα νέα εργαλεία που προσφέρουν τα εξελιγμένα συστήματα πληροφορικής και οι ψηφιακές τεχνολογίες, ενώ οι εργασίες που παραδοσιακά στηρίζονταν στη χρήση χειρωνακτικής ή απλής μηχανικής δύναμης εξαφανίζονται ή μετασχηματίζονται σε εργασίες υψηλής τεχνολογικής ειδίκευσης. Οι νέες ψηφιακές τεχνολογίες δεν είναι μόνο απλά εργαλεία παραγωγής, αλλά συντελούν ισχυρά στη δημιουργία νέων δομών αντίληψης, υπό την έννοια ότι έχουν μεταβάλει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε πλέον τον κόσμο, επηρεάζοντας τη λειτουργική μας θέση ως μελών της κοινωνίας, ως πολιτών και ως εργαζομένων. Με άλλα λόγια, τα στοιχεία που συνθέτουν την ψηφιακή επανάσταση δεν αποτελούν απλές επί μέρους τεχνολογικές προόδους, αλλά διαμορφώνουν νέα φιλοσοφική οπτική που αλλάζει τις αντιληπτικές μας δυνατότητες και ανασυνθέτει γενικότερα την αίσθησή μας για την πραγματικότητα και, προφανώς, την αντίληψή μας για την εργασία και την επαγγελματική ταυτότητα.

Όπως αναφέραμε, ήδη από τις τελευταίες δεκαετίες του 20 αιώνα δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για την ανάπτυξη νέων μορφών απασχόλησης (new forms of work), όπως είναι η εργασία με ευέλικτα ωράρια, η μερική απασχόληση, η εργασία

Σελ. 14

του week-end, ο μερισμός της εργασίας, η κινούμενη εργασία, η εργασία από απόσταση, η τηλεργασία, η νομαδική εργασία κ.ο.κ. Προϊόντος του χρόνου, οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας (Information and communications technology - ICT) διαμορφώνουν δεδομένα που αλλάζουν την επί δεκαετίες με βάση τα φορντικά πρότυπα παραγωγής και οργάνωσης των επιχειρήσεων οργάνωση παροχής της εργασίας. Οι ICT έχουν επίδραση καθολικής (παγκόσμιας) εμβέλειας και χαρακτηρίζονται ως τεχνολογίες γενικού σκοπού (General Purpose Technology) και υποδομής (Infrastructure Technologies), δηλαδή έχουν δυνητική εφαρμογή σε όλους τους κλάδους, σε όλους τους τομείς και δραστηριότητες και σε όλες τις επιχειρήσεις. Επίσης, είναι ανατρεπτικές και αναδιαρθρωτικές, δηλαδή αλλάζουν τους τρόπους οργάνωσης της εργασίας, τα επιχειρηματικά και διοικητικά μοντέλα, καθώς και το προφίλ των αναγκαίων δεξιοτήτων. Έτσι, παρακολουθώντας την πορεία προς την απίσχναση των κλασικών μορφών οργάνωσης και λειτουργίας των επιχειρήσεων, μοιάζει αναπόφευκτο ότι κάποια, όχι μακρινή, στιγμή θα περάσουμε από την σημερινή ισότιμη συνύπαρξη παραδοσιακής και ψηφιακής οικονομίας σε μια σχεδόν ολοκληρωτική κυριαρχία της δεύτερης (e-business, e-commerce κ.λπ.). Στο πλαίσιο αυτό, για ένα σημαντικό αριθμό δραστηριοτήτων και επιχειρήσεων, εγκαταλείπεται σταδιακά το παραδοσιακό μοντέλο χρησιμοποίησης ενός σταθερού εργατικού δυναμικού, το οποίο αποτελείται κατά κανόνα από εργαζόμενους ατομικά επιλεγμένους από τον εργοδότη. Στη θέση του μοντέλου αυτού εισχωρεί το μοντέλο του δικτυωμένου πλήθους (networked crowd). Η νέα αυτή μορφή απασχόλησης, που, στηριζόμενη στην ανάπτυξη του διαδικτύου, εμφανίστηκε με την αυγή της νέας χιλιετίας, συνεπάγεται ομοίως εγκατάλειψη της σταθερότητας και της αξίας παραδοσιακών συντελεστών της λειτουργίας της σχέσης εργασίας, και ιδίως των στοιχείων του χρόνου, του τόπου και του ελέγχου της εργασίας, τα οποία, με την πληθεργασία (Crowdwork), σχετικοποιούνται ή αποκτούν πλέον δευτερεύουσα ή καμία σημασία. Είναι προφανές ότι η εφαρμογή ευέλικτων και αυτοματοποιημένων μηχανισμών διακυβέρνησης των επιχειρήσεων οδηγεί στην εξαφάνιση διευθυντικών θέσεων και τίτλων και περιθωριοποιεί ή εξαλείφει την οργανωτική ιεραρχία των επιχειρήσεων, σταδιακά, μάλιστα, σχετικοποιεί και την ίδια την έννοια της επιχείρησης.

Σελ. 15

Η επίδραση των νέων αυτών δεδομένων στην απασχόληση είναι πολλαπλή. Κατά πρώτον, είναι ποσοτική, δεδομένου ότι σε πολλούς επιχειρηματικούς τομείς οι τεχνολογικές εξελίξεις αύξησαν σημαντικά την παραγωγικότητα των εργαζομένων με αποτέλεσμα τη θεαματική μείωση θέσεων εργασίας. Κατά δεύτερο λόγο, η επίπτωση είναι ποιοτική, δεδομένου ότι, εκτός από την εμφανή αναδιαμόρφωση του χαρακτήρα πολλών επαγγελματικών ειδικοτήτων (π.χ. μετατροπή πολλών χειρωνακτικών εργασιών σε τεχνολογικές), άρχισε παράλληλα να μετασχηματίζεται η ουσία και των εργασιακών σχέσεων, έτσι ώστε πλήθος εργασιών που παγίως παρέχονταν με σχέσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου εντός της επιχείρησης, κάτω από την ροπή και της τεχνολογικής δυναμικής, άρχισαν τις τελευταίες δεκαετίες (ιδίως από τη δεκαετία του‘90 και μετά) να εξέρχονται της επιχείρησης, να εξωτερικεύονται. Με την εν λόγω εξωτερίκευση της εργασίας (externalization of employment relations, externalisation du travail) οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν την αξία της αρχής του συγκριτικού πλεονεκτήματος και αναθέτουν σε τρίτους, με τους οποίους συνδέονται με μια πλειάδα νέων μορφών επιχειρησιακής συνεργασίας, την εκτέλεση διαφόρων ειδικότερων υπηρεσιών και έργων. Η εν λόγω δορυφοροποίηση των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων, εμφανίστηκε κυρίως με την μορφή της εξωτερίκευσης υπηρεσιών (outsourcing, sous-traitance), δηλαδή με σύναψη εργολαβιών με τρίτες εταιρείες, οι οποίες ανελάμβαναν με χρήση δικού τους μισθωτού προσωπικού διάφορες επί μέρους δραστηριότητες δευτερεύουσας ή περιφερειακής σημασίας, ως προς το κύριο αντικείμενο της εργοδότριας επιχείρησης (καθαριότητα, φύλαξη, logistics κ.λπ.). Μια δεύτερη επίπτωση της ψηφιοποιημένης τεχνολογίας αποτελεί o κατακερματισμός της εργασίας (fragmentation du travail), λόγω του οποίου ο κλασικός καταμερισμός της εργασίας (division du travail) και η δομή της αλυσίδας της παραγωγής σε παγκοσμιοποιημένο επίπεδο αλλάζει ριζικά, τόσο από την άποψη του τόπου όσο και από την άποψη του χρόνου εργασίας, ενώ, επί πλέον, δημιουργούνται πολλοί τύποι αγορών εργασίας (segmentation du marché du travail).

Σελ. 16

Τα τελευταία χρόνια, υπό την επίδραση των λεγόμενων ψηφιακών πλατφορμών (digital platforms), τα παραπάνω φαινόμενα (κατακερματισμός της εργασίας και κατάτμηση της αγοράς εργασίας) παγιοποιήθηκαν, διευρύνθηκαν και στην ουσία ενιαιοποιήθηκαν. Οι επιχειρήσεις προσφεύγουν απ’ ευθείας στη χρησιμοποίηση φυσικών προσώπων ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής τους, ιδρύοντας με αυτά ελεύθερες σχέσεις παροχής υπηρεσιών (freelancers). Οι σχέσεις αυτές, τουλάχιστον ως προς τα εξωτερικά χαρακτηριστικά τους, δεν εμφανίζουν χαρακτήρα μισθωτής εργασίας, δεδομένου ότι ελλείπουν βασικά στοιχεία της εξάρτησης. Πρόκειται για την λεγόμενη ανοικτή εξωτερίκευση της εργασίας (externalisation ouverte du travail), δεδομένου ότι η εξωτερίκευση αυτή βασίζεται στη διαθεσιμότητα μιας απροσδιόριστης ομάδας, ενός πλήθους (crowd) παρόχων υπηρεσιών στο διαδίκτυο, φαινόμενο στο οποίο ήδη αναφερθήκαμε. Συνοπτικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι με τη χρήση του διαδικτύου οι αγορές εργασίας έχουν ήδη ξεκινήσει μια συνταρακτική μετανάστευση στον κυβερνοχώρο, όπως άλλωστε φαίνεται ότι γίνεται με όλες τισ πτυχές της οικονομικής δραστηριότητας. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι οι νέες αυτές σχέσεις (συν)εργασίας και (συν)δημιουργίας (co-creation), που προκύπτουν από την αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών και των διαδικτυακών πλατφορμών, αυξάνουν την αποτελεσματικότητα

Σελ. 17

των αγορών και ως εκ τούτου λειτουργούν θετικά στην αύξηση της απασχόλησης και στη βελτίωση των εισοδημάτων μεγάλων μαζών πληθυσμού, ενώ συντείνουν στη μείωση του κόστους των προϊόντων και των υπηρεσιών και γενικότερα στη μείωση του κόστους συναλλαγών (transaction costs, coûts de transaction).

Συνοψίζοντας, μολονότι η μισθωτή εργασία βρίσκεται σε μια τροχιά συρρίκνωσης και η σημασία της για την ανάπτυξη της οικονομίας φαίνεται σταδιακά να μειώνεται, είναι ακόμη δύσκολο να μιλήσουμε με σιγουριά για τη διάδοχη κατάσταση, ούτε είναι εύκολο να εκτιμηθεί εάν και πότε ακριβώς το εκτόπισμα της μισθωτής εργασίας στην αγορά εργασίας θα είναι αμελητέο ή ανύπαρκτο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι είναι αδύνατη η παλινόρθωση της κυριαρχίας της μισθωτής εργασίας. Το πιθανότερο είναι ότι για αρκετό καιρό ακόμα η μισθωτή εργασία θα συνεχίσει να συνυπάρχει με μια πλειάδα μορφών μη εξαρτημένης απασχόλησης, οι οποίες, όπως αναφέραμε, έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους ή θα εμφανιστούν στο άμεσο μέλλον. Έτσι, ενώ δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι οι τεκτονικές μετατοπίσεις στα πεδία της τεχνολογίας και της οργάνωσης της παραγωγής έχουν ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση ή την περιθωριοποίηση ενός πλήθους επαγγελμάτων (ιδίως χειρωνακτικής φύσης), με ό,τι αυτό συνεπάγεται στη μείωση θέσεων εργασίας, ωστόσο, για τους ίδιους ακριβώς λόγους, είναι προφανές ότι εμφανίζονται και θα συνεχίσουν να εμφανίζονται πολλές νέες επαγγελματικές κατηγορίες και ειδικότητες, που συνεπάγονται την αντίστοιχη δημιουργία πολλών νέων θέσεων εργασίας. Μολονότι είναι νωρίς ακόμη να εκτιμηθεί με ακρίβεια το ισοζύγιο αυτής της προφανούς κινητικότητας, η ιστορική πείρα δείχνει ότι η τεχνολογική εξέλιξη

Σελ. 18

ποτέ δεν έβλαψε τις ανθρώπινες κοινωνίες αλλά, αντίθετα, τις ωφέλησε. Ωστόσο, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η ταχύτητα των τεχνολογικών εξελίξεων και το αδιάκοπο των καινοτομιών που κατακλύζουν τις κοινωνίες μας δεν αφήνουν περιθώρια για την εγκατάσταση μιας νέας σταθερής κατάστασης στο πεδίο της παροχής της εργασίας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η υποχώρηση της κυριαρχίας της μισθωτής εργασίας δεν θα αντικατασταθεί από μία άλλη επίσης κυρίαρχης μορφής απασχόληση και ότι για αρκετό καιρό θα συνυπάρχουν ισοσθενώς διάφορες νέες μορφές παροχής υπηρεσιών και (συν)εργασιών. Με άλλα λόγια, δεδομένου ότι στο εξής, κάθε πέντε έως δέκα χρόνια, η εξέλιξη της τεχνολογίας θα οδηγεί στην μεταβολή των δεδομένων και των αναγκών στο πλαίσιο των οποίων προσφέρεται η εργασία, πρέπει να μάθουμε να ζούμε σε ένα κόσμο με διαρκή κίνηση δημιουργίας/καταστροφής επαγγελματικών δραστηριοτήτων, θέσεων εργασίας και μορφών εργασιακών σχέσεων.

Είναι προφανές ότι τα νέα αυτά δεδομένα αρχίζουν να θέτουν σε αμφισβήτηση το ρόλο του ίδιου του εργατικού δικαίου ή, καλύτερα, να εγείρουν ένα ζήτημα ταυτότητας αυτού, και έτσι αναβιώνει μια συζήτηση που θεωρήθηκε ότι είχε προ πολλού τελειώσει, τόσο σε επίπεδο θεωρίας όσο και σε επίπεδο νομολογίας. Αναφερόμαστε στο ζήτημα του κριτηρίου της εξάρτησης και έχει σαν στόχο τον επαναπροσδιορισμό ή, ακόμη, την αναγκαιότητα του κριτηρίου αυτού ως προσδιοριστικού του χαρακτήρα των σύγχρονων εργασιακών σχέσεων. Στο πλαίσιο της συζήτησης αυτής όχι μόνο πρέπει να επανεξεταστεί το περιεχόμενο της εν λόγω έννοιας και μια σειρά επί μέρους στοιχεία που συνθέτουν το κριτήριο της εξάρτησης (π.χ. χωροχρονικά στοιχεία της εργασιακής σχέσης, περιθώρια ανάπτυξης πρωτοβουλίας κ.ά.), αλλά πρέπει να διερευνηθεί με επιμονή σε ποιο βαθμό εξακολουθεί να υφίσταται (και για πόσο ακόμη) η τόσο κρίσιμη διάκριση μεταξύ εξαρτημένης και ανεξάρτητης εργασίας πάνω στην οποία στηρίχθηκε η λειτουργία του εργατικού δίκαιου κατά τον 20 αιώνα.

δ) Η «συλλογική διάσταση» του εργατικού δικαίου

Μολονότι στον πυρήνα του σκοπού του εργατικού δικαίου βρίσκεται η ρύθμιση της ατομικής σχέσης εξαρτημένης εργασίας, διάφοροι παράγοντες προσέθεσαν πολύ

Σελ. 19

γρήγορα στο αντικείμενο του δικαιικού αυτού κλάδου και μια ισχυρή συλλογική διάσταση.

Βασική επίδραση στη διαμόρφωση του χαρακτήρα αυτού διαδραμάτισε κατ’ αρχήν αυτή η ίδια η ομαδικότητα που χαρακτήριζε και σε ένα βαθμό εξακολουθεί να χαρακτηρίζει την παροχή της εργασίας στο πλαίσιο οργανωμένων κατά κανόνα με εταιρική μορφή επιχειρήσεων, όπου οι εργαζόμενοι συνθέτουν στο σύνολό τους το λεγόμενο προσωπικό της επιχείρησης. Η ομαδικότητα αυτή οδηγεί στην ανάπτυξη κοινών εργασιακών συμφερόντων, τόσο στο επίπεδο του εργασιακού μικρόκοσμου μιας συγκεκριμένης επιχείρησης ή μιας εκμετάλλευσης, όσο και στο επίπεδο του παραγωγικού κλάδου στον οποίο εντάσσονται περισσότερες ομοειδείς επιχειρήσεις ή, επίσης, στο επίπεδο ενός επαγγέλματος το οποίο ασκούν περισσότεροι εργαζόμενοι, κάποιες φορές δε μπορεί να διαγνωστεί κοινότητα εργασιακών συμφερόντων και στη βάση ενός γεωγραφικού κριτηρίου (εργαζόμενοι μιας πόλης, ενός νομού, μιας περιφέρειας κ.ο.κ.).

Η κοινότητα συμφερόντων οδήγησε στη δημιουργία και δραστηριοποίηση των εργατικών συνδικάτων και αντίστοιχα των οργανώσεων των εργοδοτών, θεσμοί οι οποίοι, μετά την αναγνώρισή τους από την έννομη τάξη, δεν περιόρισαν την επιρροή τους μόνο στο πεδίο των συγκρουσιακών αντιπαραθέσεων (απεργία, ανταπεργία), αλλά αποτέλεσαν τη βάση για τη σταδιακή δημιουργία αναγνωρισμένων από τις εθνικές και διεθνείς δικαιικές τάξεις οργανωμένων συστημάτων συλλογικής αυτονομίας. Έτσι, η ρύθμιση των όρων αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων πέρασε σταδιακά από το επίπεδο της ατομικής αυτονομίας, δηλαδή από την εξατομικευμένη μεταξύ κάθε εργαζόμενου και κάθε εργοδότη διαπραγμάτευση, στο επίπεδο της οργανωμένης συλλογικής διαπραγμάτευσης μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτών. Η συλλογικοποίηση αυτή αποτέλεσε έναν από τους λόγους που το εργατικό δίκαιο αυτονομήθηκε, αποχωριζόμενο από τη μήτρα του αστικού δικαίου. Ακριβώς, η συλλογική αυτή διάσταση συστηματοποιείται επιστημονικά μέσα από τον γνωστικό κλάδο του συλλογικού εργατικού δικαίου.

Μολονότι, λοιπόν, οι ατομικές σχέσεις εργασίας λειτουργούν κατ’ αρχήν με βάση την αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας, στο πλαίσιο της επιχειρησιακής κοινότητας συλλογικοποιούνται σε σημαντικό βαθμό με την αναγνώριση ιδιόμορφων εργασιακών θεσμών και δικαιωμάτων ή την παραδοχή μοναδικών δικαιικών λειτουργιών (π.χ. συνδικαλισμός, απεργία, συλλογική αυτονομία, συμμετοχικοί θεσμοί), από τα οποία προκύπτουν ιδιόμορφα ρυθμιστικά μορφώματα (συλλογική σύμβαση εργασίας, διαιτητική απόφαση, κανονισμός εργασίας, επιχειρησιακές συμφωνίες κάθε μορφής, επιχειρησιακή συνήθεια, αρχή ίση μεταχείρισης).

Σελ. 20

Με άλλα λόγια, μολονότι ο εργαζόμενος προσλαμβάνεται για να παράσχει την εργασία του με βάση μια ιδιωτικοδικαιικού χαρακτήρα σύμβαση εργασίας, η οποία σε ένα πρώτο επίπεδο λειτουργεί στο πλαίσιο των αμοιβαίων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων εργοδότη και μισθωτού και προσδιορίζει ένα μέρος των όρων εργασίας, ένα άλλο σημαντικό μέρος των όρων εργασίας προσδιορίζεται από τη νομοθεσία και ιδίως από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τις επιχειρησιακές συμφωνίες κάθε είδους, τον κανονισμό εργασίας, αλλά και από τις γενικευμένες συμπεριφορές του εργοδότη, οι οποίες γεννούν υποχρεώσεις και διαμορφώνουν δεσμεύσεις και για τα δύο μέρη (επιχειρησιακή συνήθεια, υποχρέωση για ίση μεταχείριση κ.λπ.).

Το εργατικό δίκαιο ουσιαστικά ρυθμίζει αυτή την αέναη αλληλεπίδραση ατομικής και συλλογικής διάστασης των εργασιακών σχέσεων, η οποία έχει ως αφετηρία το περιορισμένο επίπεδο μιας επιχείρησης (ή μιας εκμετάλλευσης), περνά στην οργάνωση των εργασιακών σχέσεων σε επίπεδο οικονομικού κλάδου, επαγγέλματος ή σε επίπεδο εθνικής οικονομίας και υπερβαίνοντας πολλές φορές τα όρια ενός κράτους, επεμβαίνει ρυθμιστικά στις εργασιακές σχέσεις υπερκρατικού χαρακτήρα, μέσα από την ίδρυση θεσμών και κανόνων διεθνικής ή πολυεθνικής ή ακόμη και παγκόσμιας εργασιακής τάξης.

Από τα παραπάνω, γίνεται σαφές ότι μολονότι η σχέση εξαρτημένης εργασίας παραμένει πρωτίστως μια ατομική σχέση ενοχικού χαρακτήρα, τούτο δεν σημαίνει ότι το εργατικό δίκαιο αποτελεί απλώς έναν ειδικότερο τομέα του αστικού δικαίου. Αντίθετα, μολονότι το κέντρο βάρους του εργατικού δικαίου τοποθετείται γενικώς στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, έχει προ πολλού υπερβεί τα όρια του αστικού δικαίου αποκτώντας έναν σαφώς αυτόνομο και ιδιόμορφο χαρακτήρα, τόσο με την ανάμειξη στις αστικοδικαιικές του ρίζες πλήθους ρυθμίσεων και θεσμών με χαρακτήρα δημοσίου δικαίου, όσο και με τη δυναμική θέση που έχει καταλάβει στους κόλπους του η συλλογική αυτονομία.

Ωστόσο, υπάρχουν ισχυροί λόγοι για τους οποίους η συλλογική διάσταση του εργατικού δικαίου έχει αρχίσει τις τελευταίες δεκαετίες να τίθεται σε σοβαρή κρίση. Η έντονη εξατομίκευση της εργασίας μέσα από τις νέες μορφές απασχόλησης, οι αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων και οι νέες μορφές οργάνωσης και διαχείρισης της εργασίας, η εξωτερίκευση της εργασίας (outsourcing), η ραγδαία αξιοποίηση της πληροφορικής και της εξ αποστάσεως εργασίας (τηλεργασία κ.λπ.), οι αλλαγές στις μορφές συνεργασίας μεταξύ εργαζομένων και της ιεραρχικής σχέσης τους με την διοίκηση, η εμφάνιση και διάχυση των λεγόμενων δικτυακών επιχειρήσεων (entreprises en réseau ή entreprises virtuelles) κ.ο.κ., καθιστούν θολά τα όρια των επιχειρήσεων και αποδομούν τις παραδοσιακές εργασιακές συλλογικότητες και την ομοιόμορφη ομαδική εργασία. 

Back to Top