Σε µια εποχή διεθνούς σκληρού ανταγωνισµού µε τα ανθρωπιστικά και περιβαλλοντικά προβλήµατα να οξύνονται, οι επιχειρήσεις καλούνται να συνεισφέρουν µέρος της οικονοµικής τους ισχύος στην κοινωνία. Οι κ...
Σε µια εποχή διεθνούς σκληρού ανταγωνισµού µε τα ανθρωπιστικά και περιβαλλοντικά προβλήµατα να οξύνονται, οι επιχειρήσεις καλούνται να συνεισφέρουν µέρος της οικονοµικής τους ισχύος στην κοινωνία. Οι κοινωνικά υπεύθυνες επιχειρήσεις εφαρµόζουν τις ίδιες αξίες και αρχές οπουδήποτε έχουν επιχειρηµατική παρουσία και ανταµείβονται πολλαπλά από τους καταναλωτές µέσω της φήµης που δηµιουργεί η νέα και υποσχόµενη πελατεία.
Η ανάγκη σίτισης του παγκόσµιου πληθυσµού και η βιώσιµη ανάπτυξη πέρα από τις επιχειρήσεις καθιστούν περιβαλλοντικά υπεύθυνα και τα ίδια τα άτοµα µε ένα από τα βασικά ζητήµατα, στα οποία µπορούν να παίξουν σηµαντικό ρόλο, να είναι η σπατάλη των τροφίµων.
Τα στοιχεία πρόσφατης έρευνας του ΙΕΛΚΑ που νιώθω την ανάγκη να αναπαραγάγω είναι συγκλονιστικά. Μόνο στη Ελλάδα η σπατάλη των τροφίµων αγγίζει ετησίως τους 500.000 τόνους εκ των οποίων οι 250.000 αφορούν τα νοικοκυριά. Το υπόλοιπο µοιράζεται µεταξύ της βιοµηχανίας τροφίµων, της λιανικής, του πρωτογενούς τοµέα και της εστίασης.
Το µέγεθος της οικιακής σπατάλης στη χώρα µας - ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι η δηλωµένη είναι κατά κανόνα χαµηλότερη της πραγµατικής σπατάλης - αντιστοιχεί στην ετήσια κατανάλωση 200.000 καταναλωτών, τον πληθυσµό, δηλαδή, µιας πόλης λίγο µεγαλύτερης από την Πάτρα (για να καταλάβουµε πόσο σηµαντικό είναι αυτό το θέµα).
Το πρόβληµα της σπατάλης εντοπίζεται κυρίως στις κατηγορίες των φρούτων και λαχανικών, ακολουθούν το ψωµί, τα αλλαντικά, τα γλυκά και το γάλα. Το 21% του κοινού αποδίδει την οικιακή σπατάλη στην κακή διαχείριση των υπολειµµάτων φαγητού στο νοικοκυριό και το 18% στην πραγµατοποίηση µεγαλύτερων αγορών από όσες χρειάζονται.
Σύµφωνα µε τα στοιχεία του οργανισµού Ηνωµένων Εθνών Food Waste Index Report 2021, στην Ελλάδα, η οποία καταλαµβάνει την 3η θέση παγκοσµίως σε σπατάλη τροφίµων (!), κάθε κάτοικος πετάει 142 κιλά τροφίµων τον χρόνο µε το κόστος αυτής της σπατάλης να υπολογίζεται από 1.000 έως 1.400 ευρώ τον χρόνο.
Στην ΕΕ η ετήσια απώλεια τροφίµων υπολογίζεται σε 87,6 εκατοµµύρια τόνους ενώ το κόστος σπατάλης των τροφίµων στην Ευρώπη εκτιµάται σε 143 δισ. ευρώ ετησίως.
Το παράδοξο είναι ότι ενώ η ΕΕ και τα κράτη µέλη της δεσµεύονται, µέσω των στόχων βιώσιµης ανάπτυξης των Ηνωµένων Εθνών, να µειώσουν στο 50% την κατά κεφαλήν σπατάλη τροφίµων σε επίπεδο καταναλωτή έως το 2030, δεν νοµίζω ότι υπάρχουν πολλοί Έλληνες ή Ευρωπαίοι πολίτες που να το γνωρίζουν αυτό.
Σύµφωνα µε τον Οργανισµό Τροφίµων και Γεωργίας των Ηνωµένων Εθνών, περίπου το 1/3 του συνόλου των τροφίµων που παράγονται σε όλο τον κόσµο χάνεται στην πορεία από το αγρόκτηµα µέχρι το πιάτο.
Δεν είναι τραγικό να πεθαίνουν καθηµερινά χιλιάδες παιδιά και ενήλικες από τη στέρηση τροφής και πόσιµου νερού και ταυτόχρονα να σπαταλούνται από τον υπόλοιπο κόσµο σχεδόν 1 δισ. τόνοι τροφίµων σε ετήσια βάση στον πλανήτη;
Πάντως για να µην αδικούµε µόνο τον καταναλωτή, ένα 17% των αποβλήτων τροφίµων χάνεται µέσα από τα εστιατόρια και τα καταστήµατα τροφίµων, ενώ µεγάλη ποσότητα τροφών χάνεται στα αγροκτήµατα και τις αλυσίδες εφοδιασµού, γεγονός που σηµαίνει ότι τελικά το 1/3 των τροφίµων που παράγεται δεν καταναλώνεται ποτέ.
Οι επιπτώσεις της απόρριψης τροφών δεν αφορούν µόνο τους φτωχούς ανθρώπους που υποφέρουν από την πείνα αλλά και το περιβάλλον, καθότι η απόρριψη τροφών είναι υπεύθυνη περίπου για το 10% των εκποµπών των αερίων του θερµοκηπίου.
Τα Ηνωµένα Έθνη υπολογίζουν ότι αν χρησιµοποιούνταν τα περισσεύµατα τροφίµων που απορρίπτονται από τους ανθρώπους για την εκτροφή ζώων θα απελευθερωνόταν ποσότητα τροφίµων ικανή να θρέψει επιπλέον 3 δισεκατοµµύρια ανθρώπους.
Η µείωση ή διακοπή απόρριψης των τροφών στα σκουπίδια αποτελεί έναν από τους ευκολότερα, διαχειρίσιµους και οικονοµικότερους τρόπους να συµβάλλουµε ατοµικά ο καθένας µας στη µείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Και επειδή κανείς δεν αγοράζει τρόφιµα µε την πρόθεση να τα πετάξει, οι µικρές ποσότητες είναι αυτές που, ενώ µας φαίνονται ασήµαντες, κάνουν τη διαφορά και δηµιουργούν το µέγεθος της αρνητικής εικόνας αυτής της στενάχωρης και άδικης σπατάλης.
«Μην πετάς ούτε ψίχουλο, είναι αµαρτία» έλεγαν οι γιαγιάδες µας και δεν το έκαναν ασφαλώς επειδή έπρεπε να είναι compliant µε τα ESG πρότυπα, αλλά γιατί έτσι τους υπαγόρευε ο ελάχιστος σεβασµός στη µητέρα φύση και τον συνάνθρωπο.
Αντώνης Καρατζάς, LLB, MBA
adonik@nb.org
Πηγές: Ναυτεµπορική – Τεύχος Βιώσιµη ανάπτυξη, Δ. Αλεξάκη Ιαν. 2022, Ινστιτούτο έρευνας λιανεµπορίου καταναλωτικών αγαθών (ΙΕΛΚΑ)