To 2021 µαζί µε πολλά και αλλόκοτα που το συνόδευσαν ήταν η χρονιά που ολοκληρώθηκαν οι επετειακές εκδηλώσεις των 200 χρόνων από την Ελληνική επανάσταση για τις οποίες ως πολίτης νιώθω την ανάγκη να καταθ...
To 2021 µαζί µε πολλά και αλλόκοτα που το συνόδευσαν ήταν η χρονιά που ολοκληρώθηκαν οι επετειακές εκδηλώσεις των 200 χρόνων από την Ελληνική επανάσταση για τις οποίες ως πολίτης νιώθω την ανάγκη να καταθέσω δηµόσια τις ευχαριστίες µου σε όλους αυτούς τους ανθρώπους: ιστορικούς, ακαδηµαϊκούς, δηµοσιογράφους και µέλη της επιτροπής που εργάστηκαν για να γράψουν, διδάξουν και οργανώσουν αναρίθµητες εκδηλώσεις ανά την Ελλάδα αφήνοντας κυρίως µέσα από τα γραπτά, και πολλά αξιόλογα βιβλία που εκδόθηκαν, ένα διαχρονικά σηµαντικό έργο το οποίο ξεπερνάει τον επετειακό χαρακτήρα του γεγονότος.
Υπό την έννοια αυτή, ο ένας από τους δύο στόχους της επιτροπής, να φωτίσει δηλ. άγνωστες πλευρές και οπτικές του αγώνα µε την ψύχραιµη µατιά του χρόνου και χωρίς να χρειάζεται να περάσει από την εθνική κρησάρα, θεωρώ ότι πέτυχε, προκαλώντας το ενδιαφέρον όσων µπήκαν στον πειρασµό να συζητήσουν, να προβληµατιστούν και να διαβάσουν. Εάν ο στόχος ήταν ευρύτερος θα ήταν υπεραισιόδοξος. Πρέπει κάποια στιγµή να συµβιβαστούµε µε αυτό.
Υπό το πρίσµα της δικής µου αναγνωστικής µατιάς, σταχυολογώ µέσα από ένα από τα πιο σαγηνευτικά αναγνώσµατα του είδους που έχουν πέσει στα χέρια µου, το βιβλίο του καθηγητή Αριστείδη Χατζή «Ο ενδοξότερος αγώνας» κάποια σηµεία που αξίζει να θυµόµαστε:
Κατά την πρώτη εικοσαετία του 19ου αιώνα, την εποχή δηλαδή λίγο πριν από την Ελληνική επανάσταση, οι Έλληνες βρίσκονταν ίσως στην καλύτερη θέση που είχαν ως γένος καθόλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας µέσα σε µία αυτοκρατορία που βρισκόταν σε µία τεράστια πολιτική και θεσµική κρίση παρά τις φιλότιµες µεταρρυθµιστικές προσπάθειες του σουλτάνου Μαχµούτ Β΄. Ο σουλτάνος δεν µπορούσε να βασιστεί σε καµία τάξη, ακόµα και µεταξύ των µωαµεθανών υπηκόων του, περισσότερο από τους ίδιους τους Έλληνες, τις υπηρεσίες των οποίων ήταν υποχρεωµένος να αξιοποιεί για όλες τις αστικές και οικονοµικές υποθέσεις της αυτοκρατορίας.
Οι Έλληνες, παρά τους λαϊκούς µύθους και τα αναγνώσµατα των νεανικών µας χρόνων, λίγο πριν από την Επανάσταση, βρισκόντουσαν πολλά βήµατα µπροστά στο εµπόριο και την παιδεία και προχωρούσαν µε τόλµη και νεωτερικότητα.
Οι έµποροι της διασποράς, και κάποιες από τις οικογένειες των προεστών και των Φαναριωτών σπούδασαν τα παιδιά τους στα πανεπιστήµια της Ευρώπης και αυτοί οι νεαροί µορφωµένοι µεσοαστοί οι οποίοι είχαν εξοικειωθεί µε τα εθνικά κοσµικά κράτη, το κράτος δικαίου, τους σύγχρονους θεσµούς της εποχής, την προστασία των θεµελιωδών δικαιωµάτων και την πνευµατική ζωή της Ευρώπης διαµόρφωσαν µία νέα αστική τάξη η οποία οργάνωσε, χρηµατοδότησε και συντόνισε την Επανάσταση.
Αυτοί οι Έλληνες της διασποράς οι οποίοι µέσα από τα βιώµατα και τις σπουδές τους ζούσαν σαν ένα είδος «µουσαφίρηδων» µεταξύ των µουσουλµάνων, ήταν που βίωναν µε τραυµατικό τρόπο τις τεράστιες διαφορές από τη ζωή τους υπό τον ζυγό της οθωµανικής αυτοκρατορίας και όχι ο µέσος Ελληνας που ζούσε στις ελλαδικές περιοχές.
Η Ελληνική επανάσταση δεν ξεκίνησε λοιπόν από τις πανίσχυρες πολιτικά και στρατιωτικά ελληνικές τάξεις της οθωµανικής αυτοκρατορίας, ήταν αρχικά πολύ λίγοι αυτοί που έδρασαν από την πλευρά των αρµατολών και των προεστών και ελάχιστοι από τους ιερείς και αρχιερείς.
Οι πολύ πλούσιοι είχαν πολλά να χάσουν. Την Επανάσταση την έκαναν έµποροι και τεχνίτες από διάφορα επαγγέλµατα οι οποίοι ζώντας σε ξένους τόπους γνώριζαν την πραγµατική δύναµη των Οθωµανών και είχαν την τόλµη να πάρουν τα όπλα στα χέρια τους εναντίον τους.
Η τάξη των ξενιτεµένων λογίων και εµπόρων και οι γενιές των µορφωµένων Ελλήνων χρηµατοδότησαν τη Φιλική Εταιρεία και κατόρθωσαν κάποια στιγµή να αποκτήσουν τον έλεγχο της Επανάστασης παρότι ήταν διανοούµενοι και επιχειρηµατίες και όχι πολεµιστές. Με αυτό τον τρόπο όµως κατόρθωσαν να της δώσουν και µία φιλελεύθερη διάσταση, να την κάνουν µία γνήσια εθνική επανάσταση, έναν εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και ένα διεθνές γεγονός.
Μαζί µε τους Έλληνες διανοούµενους και τους ανθρώπους που διαµόρφωσαν ιδεολογικά τη σύγχρονη ελληνική ταυτότητα, τις πραγµατικές µάχες και δεν πρέπει να το ξεχνάµε αυτό, έδωσαν οι γεωργοί, οι κτηνοτρόφοι, οι βιοτέχνες και οι ναύτες το σθένος και η αντοχή των οποίων ήταν ο πιο αποφασιστικός παράγοντας της τελικής νίκης. Ο ελληνικός λαός ήταν ο πρώτος λαός στην Ευρώπη που διεκδίκησε το δικαίωµα δηµιουργίας εθνικού κράτους µε επανάσταση και παντελώς ανέλπιστα το πέτυχε. Αυτά πριν από 200 χρόνια.
Για τον απολογισµό του δεύτερου στόχου της επετείου «και τώρα προς τα πού θέλουµε να πάµε και πώς» είµαι λιγότερο αισιόδοξος. Ποιο είναι το συλλογικό αφήγηµα του µέλλοντος; Καταρχήν υπάρχει; Πολύ αµφιβάλλω. Ακόµα και αν υπάρχει στο µυαλό κάποιων δεν το έχουµε µοιραστεί ως έθνος και όσο δεν το κάνουµε αυτό, χάνουµε ιστορικό, πολύτιµο χρόνο από αυτόν που δεν έχουµε την πολυτέλεια να χάσουµε.
Αντώνης Καρατζάς, LLB, MBA