ΔΑΣΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
Το δάσος ως σκοπός και μέσο περιβαλλοντικής προστασίας
- Έκδοση: 2024
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 376
- ISBN: 978-618-08-0236-8
Το βιβλίο «Δασικό Δίκαιο» καλύπτει το σύνολο των κανόνων δικαίου για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων της χώρας, του δασικού της πλούτου.
Το έργο έρχεται να καλύψει ένα ερευνητικό κενό και δίνει τη δυνατότητα συνολικής και διακλαδικής θεώρησης του προβλήματος, αλλά και εγγύτερης προσέγγισης των κρισιμότερων πτυχών του.
Η μελέτη ξεκινά από τη διεπιστημονική ανάγνωση του δάσους, για να επεκταθεί στις εθνικές και διεθνείς εξελίξεις για τη δασική προστασία. Ακολούθως, μελετάται το συνταγματικό πλαίσιο και οι σημαντικότεροι δασικοί νόμοι (π.χ. Ν. 998/1979, Δασικός Κώδικας κλπ.). Αξίζει να σημειωθεί πως ο κλάδος του Δασικού Δικαίου συν-εξετάζεται με τρόπο μοναδικό με το Δίκαιο Περιβάλλοντος, το Χωροταξικό και Πολεοδομικό Δίκαιο, καθώς και το Δίκαιο της Δόμησης. Σε κάθε περίπτωση, η δασική έννομη σχέση αποτελεί τη βάση του Δασικού Δικαίου. Πρόκειται για έννοια κυρίως του Δημοσίου Δικαίου. Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται η πρόσφατη νομολογία και η ερμηνεία της αχανούς δασικής νομοθεσίας.
Αντικείμενα του παρόντος βιβλίου αποτελούν το δίκαιο:
- του δασικού χαρακτηρισμού,
- των Δασικών Χαρτών,
- των επεμβάσεων στα δασικά οικοσυστήματα,
- της δασικής ιδιοκτησίας,
- της διαχείρισης των δασικών οικοσυστημάτων.
Πρόκειται για ένα βιβλίο που είναι γραμμένο τόσο με θεωρητική, όσο και με πρακτική στόχευση αλλά συνάμα απαιτητικό και εμπνευσμένο που απευθύνεται πρωτίστως σε δασολόγους και δικηγόρους, αλλά και σε όσους έχουν ανάγκη για εμβάθυνση σε θέματα δασικού δικαίου όπως, δικαστές, συμβολαιογράφους, νομικούς συμβούλους, περιβαλλοντολόγους αλλά και ιστορικούς, πολεοδόμους, χωροτάκτες, μηχανικούς, διεθνολόγους και άλλους συναφείς κλάδους.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗ Γ. ΤΣΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ VII
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑΣ Θ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ IX
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ XI
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ XXI
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Εισαγωγή στο Δασικό Δίκαιο
I. H νομική προστασία του περιβάλλοντος ως διαχρονική
και αδήριτη ανάγκη 1
II. Τα δάση, οι δασικές και οι αναδασωτέες εκτάσεις
ως κατ’ ιδίαν προστατευόμενα περιβαλλοντικά αγαθά:
Εισαγωγικά, αναγκαιότητα, ελληνική πρακτική 5
A. Τα δασικά οικοσυστήματα στην περιβαλλοντική επιστήμη 5
1. Δασολογία 6
2. Σχέδια δασικής διαχείρισης 7
Β. Προκλήσεις για τα δασικά οικοσυστήματα διεθνώς 8
Γ. Προκλήσεις για τα δασικά οικοσυστήματα στην Ελλάδα 9
III. Ορισμός, αντικείμενο και χαρακτηριστικά του Δασικού Δικαίου 11
IV. Διεθνές και Ενωσιακό Δασικό Δίκαιο και η αντιμετώπιση
της κλιματικής αλλαγής 18
Α. Διεθνές δίκαιο 18
B. Πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο 21
Γ. Παράγωγο ενωσιακό δίκαιο 23
Δ. Κείμενα soft law 24
E. Ο Ευρωπαϊκός Κλιματικός Νόμος και ο Κανονισμός LULUCF 33
ΣΤ. Η προστασία των δασών στην ΕΣΔΑ 39
1. Ludescher κ. Αυστρίας 40
2. Παπασταύρου και λοιποί κ. Ελλάδας 40
3. Κατσούλης κ. Ελλάδας 41
4. Bruncrona κ. Φινλανδίας 42
XIV
5. Νίκας και Νίκα κ. Ελλάδας 43
6. Λαζαρίδη κ. Ελλάδας 44
7. Δάβαρης κ. Ελλάδας 46
8. Ελμαλιώτη και Κωνσταντινίδη κ. Ελλάδας 47
9. Housing Association of War Disabled and Victims of War of Attica
and others κ. Ελλάδας 49
10. Flamenbaum και άλλοι κ. Γαλλίας 51
11. Turgut και άλλοι κ. Τουρκίας 51
V. Γενικές αρχές περιβαλλοντικής προστασίας,
με εφαρμογή στο Δασικό Δίκαιο 52
Α. Αρχή της προστασίας του δασικού περιβάλλοντος ως ενιαίου
οικοσυστήματος 52
Β. Αρχή της πρόληψης και αρχή της προφύλαξης 53
Γ. Αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης 58
Δ. Αρχή της τριτενέργειας του δικαιώματος στο δασικό περιβάλλον 60
Ε. Αρχή του προορισμού των δασών 61
VI. Όργανα, Συμβούλια και Επιτροπές του Δασικού Δικαίου 61
VII. Συγκριτικό Δασικό Δίκαιο 62
Α. Γαλλία 62
Β. Γερμανία 66
Γ. Ισπανία 67
Δ. Ιταλία 68
Ε. Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής 70
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Η ιστορική εξέλιξη του Δασικού Δικαίου - από τη στενή οικονομική προσέγγιση στη «δικαιωματοποίηση»
του δασικού περιβάλλοντος
I. Οι δασικοί νόμοι μέχρι το Σύνταγμα του 1975 73
II. Η προστασία των δασών, των δασικών και αναδασωτέων εκτάσεων
και το Σύνταγμα του 1975 75
III. Το συνταγματικό δικαίωμα στο δασικό περιβάλλον ως συνιστώσα
του δικαιώματος στο περιβάλλον 77
XV
IV. Η σχέση του δικαιώματος στο δασικό περιβάλλον με τα λοιπά
συνταγματικά δικαιώματα 78
Α. Ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας – οικονομική ελευθερία 78
Β. Πληροφόρηση, δικαστική προστασία 80
Γ. Προστασία της ιδιοκτησίας 80
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Κρίσιμες έννοιες του Δασικού Δικαίου -
Κατηγορίες δασικών οικοσυστημάτων - Χαρακτηρισμοί
Ι. Επισκόπηση της δασικής νομοθεσίας με έμφαση στο ζήτημα
του ορισμού του δάσους και η προστασία των δασών
και δασικών εκτάσεων και το Σύνταγμα του 2001 85
ΙΙ. Κατηγορίες δασών και δασικών εκτάσεων (άρθρο 4 Ν. 998/1979) 97
ΙΙΙ. Συναφείς έννοιες της δασικής νομοθεσίας 98
IV. Χαρακτηρισμός δασών/δασικών εκτάσεων (άρθρο 14 Ν. 998/1979) 99
V. Η προστασία των κοινόχρηστων χώρων πρασίνου
και του αστικού πρασίνου 106
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Η νομική προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων
I. Ορισμός 113
II. Οι διαδικαστικές ομοιότητες και διαφορές των διαδικασιών κήρυξης αναδάσωσης και χαρακτηρισμού δάσους/δασικής έκτασης
κατά το άρθρο 14 Ν. 998/1979 114
III. Η αναδάσωση σε επίπεδο τυπικού νόμου: Ν. 998/1979,
Ν. 3208/2003 και νεώτεροι δασικοί νόμοι 121
Α. Η απόφαση αναδάσωσης: προϋποθέσεις κήρυξης 121
Β. Η διοικητική διαδικασία της αναδάσωσης 130
1. Δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης 130
2. Αιτιολογία πράξης αναδάσωσης 131
3. Ανάκληση παράνομης αναδάσωσης 136
Γ. Οι ρυθμίσεις για τον ανάδοχο αναδάσωσης 139
XVI
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Διαχείριση Δασικών Οικοσυστημάτων
I. Γενικά περί διαχείρισης των δασικών οικοσυστημάτων
και περί δασοπονικών μελετών 145
II. Το νομικό πλαίσιο για τις Δασικές Πυρκαγιές 146
A. Γενική προβληματική 146
Β. Προληπτικά μέτρα 148
Γ. Κατασταλτικά μέτρα 148
Δ. Η αντιμετώπιση των πυρκαγιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο 151
III. Χρήση και αξιοποίηση των δασικών οικοσυστημάτων
(άρθρα 62 επ. Δασικού Κώδικα) 151
IV. Διαχείριση δασικών οικοσυστημάτων – ειδικοί κανόνες
(ιδίως οι εθνικοί δρυμοί, τα προστατευτικά δασικά
οικοσυστήματα κλπ.) 157
V. Δασικοί συνεταιρισμοί - Δασική πίστη 163
VI. Θήρα 167
Α. Ορισμοί: θήρα, θήραμα, θηραματοπονία 167
Β. Κυριότερες ρυθμίσεις για τη θήρα: ΝΔ 86/1969 και ρυθμίσεις
διεθνείς/ενωσιακές που ισχύουν στο εθνικό δίκαιο 168
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
Επεμβάσεις σε δάση/δασικές/αναδασωτέες εκτάσεις - Περιβαλλοντική αδειοδότηση
I. Γενικές παρατηρήσεις και κανόνες 173
Α. Η ιστορική μεταβολή της νομοθεσίας για τις επιτρεπτές επεμβάσεις 173
Β. Η εξειδίκευση των προϋποθέσεων κατά τα άρθρα 45, 46 Ν. 998/1979 175
Γ. Εξαιρετικός χαρακτήρας επιτρεπτών επεμβάσεων σε αναδασωτέες εκτάσεις
(άρθρο 46) 183
Δ. Εκχερσωθείσες δασικές εκτάσεις για αγροτική χρήση (άρθρο 46 Α) 184
II. Η περιπτωσιολογία των επιτρεπτών κατά νόμο επεμβάσεων σε δάση
και δασικές εκτάσεις και ο ρόλος της νομολογίας στην ερμηνεία τους 185
Α. Γεωργική εκμετάλλευση (άρθρο 47) 185
XVII
Β. Λοιπές εκμεταλλεύσεις πρωτογενούς τομέα - κτηνοτροφικές
εγκαταστάσεις (άρθρο 47 Α) 186
Γ. Διάνοιξη οδών (άρθρο 48) 186
Δ. Εγκαταστάσεις τουριστικού χαρακτήρα (άρθρο 49) - Ιδίως τα σύνθετα
τουριστικά καταλύματα 187
Ε. Kατασκηνώσεις (άρθρο 50) 190
ΣΤ. Βιομηχανικές εγκαταστάσεις (άρθρο 51) 191
Ζ. Μεταλλεία - λατομεία (άρθρο 52) 192
Η. Έργα υποδομής (άρθρο 53) 197
Θ. Έργα πολιτιστικού χαρακτήρα (άρθρο 54) 199
Ι. Στρατιωτικές εγκαταστάσεις (άρθρο 55) 200
ΙΑ. Ορειβατικά καταφύγια (άρθρο 56) 200
ΙΒ. Αγροί που άλλαξαν μορφή - Δασωμένοι αγροί (άρθρο 67) 202
ΙΓ. Boσκότοποι 204
ΙΔ. Ανέγερση κτηρίου ΑΕΙ 205
ΙΕ. Η περίπτωση του Καζίνο της Πάρνηθας 205
ΙΣΤ. Περιοχές άνευ Δρόμου (ΠΑΔ) – Πρωτοβουλία «Απάτητα Βουνά» 206
III. Επεμβάσεις σε αναδασωτέες εκτάσεις. Από την απόλυτη
εξιδανίκευση στον απόλυτο ρεαλισμό; 207
IV. Η απαλλοτρίωση ιδιωτικών δασών ή δασικών εκτάσεων 223
V. Ο ρόλος της περιβαλλοντικής αδειοδότησης στην προστασία
των δασικών οικοσυστημάτων 224
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ
Θέματα δασικής ιδιοκτησίας και Δημόσιας Κτήσης
I. Η Δασική Ιδιοκτησία 229
Α. Ιστορική εξέλιξη - Οθωμανικό Γαιοκτητικό Σύστημα 229
1. Γενικοί κανόνες 229
2. Διάκριση γαιών κατά τον Οθωμανικό νόμο της 7ης Ραμαζάν 1274 233
3. Ιδιόκτητες και μη ιδιόκτητες γαίες (Ghairi-memlouke) 234
4. Ιδιόκτητες γαίες και δημόσιες γαίες 237
5. Αφιερωμένες γαίες 237
6. Γαίες κοινής χρήσης ή εγκαταλειμμένες γαίες 238
7. Νεκρές γαίες 239
XVIII
8. Μοναστηριακές γαίες 239
9. Τεσσαρούφ (εξουσίαση) 241
10. Μούλκ Σενεντί και ταπί 242
11. Παραγραφή 243
Β. Η χρησικτησία εις βάρος του Δημοσίου 244
Γ. Μη προβολή δικαιώματος κυριότητας από το Δημόσιο
(άρθρο 10 Ν. 3208/2003) 245
Δ. Νόμιμο τεκμήριο υπέρ του Δημοσίου 245
Ε. Κτήση κυριότητας σε δάση κατά το προϊσχύον δίκαιο (άρθρο 51 ΕισΝΑΚ) 248
II. Θέματα Δημόσιας Δασικής Κτήσης 248
III. Λοιπά θέματα Δασικής Ιδιοκτησίας 251
Α. Αξία δασών 251
Β. Διακατοχή δημόσιων δασών 252
Γ. Απαγόρευση κατάτμησης δασικής ιδιοκτησίας 253
Δ. Η επαναφορά του θεσμού της επιφάνειας (Ν. 3986/2011)
και η μη εφαρμογή της στο Δασικό Δίκαιο 254
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ
Δασικοί Χάρτες, Δασολόγιο, Κτηματολόγιο
I. H υποχρέωση κατάρτισης Δασολογίου και Δασικών Χαρτών
- Η σχέση με το Κτηματολόγιο 257
II. Οι Δασικοί Χάρτες 260
Α. Ποιες εκτάσεις εμπίπτουν στον Δασικό Χάρτη - Ορισμός 261
Β. Βάση για τον προσδιορισμό δασικών εκτάσεων 262
Γ. Αρμοδιότητα κατάρτισης κλπ. - Σημείο Υποστήριξης Ανάρτησης
Δασικού Χάρτη (ΣΥΑΔΑ) 262
Δ. Αρμοδιότητα της ΕΚΧΑ ΑΕ 263
Ε. Θεώρηση ΔΧ 264
ΣΤ. Ανάρτηση - δημοσιοποίηση ΔΧ 265
Ζ. Αντιμετώπιση πρόδηλων σφαλμάτων του Δασικού Χάρτη 266
Η. Άσκηση αντιρρήσεων κατά του Δασικού Χάρτη 271
Θ. Επεξεργασία αντιρρήσεων και κύρωση ΔΧ 273
Ι. Εξέταση υποβληθεισών αντιρρήσεων 273
XIX
ΙΑ. Κύρωση ΔΧ - Δημοσίευση κυρωμένου ΔΧ - Περιπτώσεις
αναμόρφωσης κυρωμένου ΔΧ 277
ΙΒ. Η περιβαλλοντική αδειοδότηση πριν και μετά την κύρωση του ΔΧ 280
ΙΓ. Συνέπειες από την κύρωση ΔΧ 280
ΙΔ. Αίτηση ακύρωσης κατά κύρωσης ΔΧ - Προθεσμία 283
ΙΕ. Εξαίρεση εκτάσεων 286
ΙΣΤ. Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου (ΟΣΔΕ) 287
ΙΖ. Οικισμοί με νόμιμη έγκριση - Ρόλος των ΥΔΟΜ 287
ΙΗ. Οικισμοί στερούμενοι νόμιμης έγκρισης 288
ΙΘ. Οικοδομική άδεια 289
Κ. Οικιστικές πυκνώσεις 289
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ
Λοιπά ζητήματα Δασικού Δικαίου
I. Η δίκη του Δασικού Δικαίου 293
Α. Έννομο συμφέρον 293
1. Έννομο συμφέρον φυσικών προσώπων 293
2. Έννομο συμφέρον νομικών προσώπων (και ιδίως των ΟΤΑ) 295
3. Έννομο συμφέρον ενώσεων χωρίς νομική προσωπικότητα 297
4. Τάσεις συρρίκνωσης του εννόμου συμφέροντος 297
B. Προθεσμία προσβολής της πράξης κήρυξης αναδάσωσης 298
Γ. Αρμοδιότητα διοικητικών δικαστηρίων για την εκδίκαση
δασικών υποθέσεων 298
II. Πολεοδόμηση - πολεοδομικός σχεδιασμός και προστασία των δασών 299
Α. Ένταξη δασών σε σχέδιο πόλεως 299
Β. Η Πράξη Εφαρμογής/Ρυμοτομικό Σχέδιο Εφαρμογής 301
Γ. Αστικός αναδασμός και δάση 302
Δ. Κατ’ εξαίρεση επιτρεπτή εκτέλεση εργασιών μικρής κλίμακας
και απώτατο όριο το ρυμοτομούμενο 303
Ε. Η ρύθμιση για τους Οικοδομικούς Συνεταιρισμούς 303
1. Άδεια κτήσης γης από οικοδομικό συνεταιρισμό 305
2. Αντισυνταγματικότητα αναγκαστικής απαλλοτρίωσης δασών και δασικών
εκτάσεων που ανήκουν σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς ή ανταλλαγής
τους με εκτάσεις του Δημοσίου που περιλαμβάνονται σε οικιστική περιοχή 305
XX
III. Δίκαιο της Δόμησης και Δασικό Δίκαιο 306
Α. Όργανα της Δόμησης και Δασικό Δίκαιο 306
1. Πολεοδομικά Γραφεία - Υπηρεσίες Δόμησης (ΥΔΟΜ) 306
2. Τοπικά Παρατηρητήρια Δόμησης 307
B. Οι διοικητικές κυρώσεις για παραβάσεις της δασικής νομοθεσίας 307
1. Διοικητικές κυρώσεις: Αυθαίρετα 307
2. Διοικητικές κυρώσεις: Πρόστιμα 313
3. Η αρχή ne bis in idem και οι περιβαλλοντικές κυρώσεις 315
IV. Η έννομη προστασία της βιοποικιλότητας και η έννομη προστασία
του δάσους 317
Α. Οδηγίες για το Δίκτυο Natura 2000: η εξέλιξη της ενωσιακής
δικαιοπαραγωγής 317
1. Οδηγία 79/409 «περί διατήρησης των αγρίων πτηνών» και Οδηγία 2009/147/ΕΚ 318
2. Οδηγία 92/43/ΕΟΚ Natura 2000 «για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων
και της άγριας πανίδας και χλωρίδας» 322
Β. Η νέα κατάστρωση του άρθρου 19 Ν. 1650/1986, μετά τον Ν. 4685/2020 324
V. Η έννομη προστασία του τοπίου και η έννομη προστασία των δασών 330
Α. Ιδίως η Σύμβαση της Φλωρεντίας για την προστασία του τοπίου 332
3. Ορισμός «τοπίου» 332
2. Πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης 333
3. Εθνικά μέτρα προστασίας: εξειδίκευση και διακρίσεις 333
Β. Η εθνική προστασία του τοπίου 335
1. Οι σχετικές διατάξεις του Ν. 1650/1986 335
2. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το Τοπίο και η και η μεταφορά
της στην ελληνική έννομη τάξη 336
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Το δάσος ως σκοπός και ως μέσο περιβαλλοντικής
προστασίας 337
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 341
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΟΡΩΝ 351
Σελ. 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΑΣΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
I. H νομική προστασία του περιβάλλοντος ως διαχρονική και αδήριτη ανάγκη
Είναι γνωστό ότι στις πρωτόγονες κοινωνίες ο άνθρωπος επεδίωξε να προστατευθεί από τα στοιχεία της φύσης, την οποία κλήθηκε να δαμάσει για να επιβιώσει και να ακμάσει. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, οδήγησε μοιραία στην αντιστροφή των όρων του «παιχνιδιού» με την ανεξέλεγκτη επιστημονική, τεχνολογική και βιομηχανική πρόοδο, την αστικοποίηση και την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και στην ανάδειξη της επιτακτικής ανάγκης της διατήρησης και προστασίας του περιβάλλοντος και της φύσης έναντι του ανθρώπου (μέσω της οποίας βεβαίως προασπίζονται παράλληλα και η ανθρώπινη υγεία και ποιότητα ζωής) με την επιστράτευση του δικαίου ως αποτελεσματικότερου εργαλείου.
Τα περιβαλλοντικά προβλήματα δεν μπορούν να νοηθούν αποκλειστικά, να μελετηθούν και να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο των Φυσικών Επιστημών. Τούτο διότι οι αιτίες τους έχουν κοινωνικό χαρακτήρα, αφού πηγάζουν από την επίδραση των ανθρώπινων παραγωγικών δραστηριοτήτων στο περιβάλλον. Το ίδιο ισχύει και για την αντιμετώπισή τους. Η παρατήρηση αυτή συνάδει με τη διαπίστωση ότι δεν αρκούν τα ποσοτικά δεδομένα για να αντιμετωπίσουν την οικολογική κρίση. Η μελέτη των «περιβαλλοντικών αξιών» καταδεικνύει την ηθική σεβασμού της φύσης και την ηθική μας ευθύνη απέναντι στο περιβάλλον, η οποία μεταφράζεται και νομικά στο σύγχρονο Δίκαιο του Περιβάλλοντος. Η διάκριση αυτή εισάγεται από τον H. Jonas ως δέσμευση έναντι του μέλλοντος στη σφαιρικότητα μεταθέτοντας προς τις άμεσες ή έμμεσες συνέπειες των πράξεων της τεχνολογίας, η οποία αποκαλείται «συσσωρευτική» ή «εξαναγκαστική» και ως εκ τούτου φυσικοποιείται.
Η σύλληψη της φύσης δεν υπήρξε ενιαία ιστορικά. Η ανάδειξη ενός περιβαλλοντικού προβλήματος σχετίζεται άμεσα με το αξιακό σύστημα της κοινωνίας εντός της οποίας εκδηλώνεται. Αφορά, όμως, και μία «συσσώρευση αντιφάσεων», μεταξύ των δυνάμεων παραγωγής και των οικολογικών συνθηκών και μεταξύ της κοινωνικής και δικαϊκής αντίδρασης και της πρόληψης και αντιμετώπισης του περιβαλλοντικού προ-
Σελ. 2
βλήματος. Ο άνθρωπος γράφει όχι μόνο τη δική του ιστορία, αλλά και την ιστορία της φύσης. Οι κοινωνικές επιστήμες, όπως η Κοινωνιολογία και η Πολιτική Οικολογία απαντούν στον κίνδυνο να λησμονηθεί ότι παράγεται ιστορία ταυτόχρονα με τη φυσική εξέλιξη.
Όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο Μ. Merleau – Ponty, «υπάρχει φύση οπουδήποτε υπάρχει ζωή που έχει ένα νόημα, αλλά όπου εντούτοις δεν υπάρχει σκέψη. Έτσι, φύση είναι αυτό που έχει ένα νόημα, χωρίς αυτό το νόημα να έχει τεθεί από τη σκέψη. Είναι η αυτοπαραγωγή νοήματος». Πρωταρχικό ερώτημα είναι αν η φύση αποτελεί υποκείμενο δικαίου, που είναι φορέας δικαιωμάτων (όχι, προφανώς, υποχρεώσεων) ή αντικείμενο, αφού προστατεύεται από το δίκαιο για καλό του ανθρώπου. Πάντως, στην προβληματική αυτή εντάσσεται και το ερώτημα αν ο άνθρωπος περιλαμβάνεται στη φύση υπό την έννοια που παρουσιάζεται εδώ.
Το Δίκαιο, ιδίως το Δίκαιο Περιβάλλοντος, εμφορείται από τη βασική αντίληψη ότι η φύση αποτελεί κάτι που κείται εκτός της ορθολογικής και οργανωμένης ανθρώπινης παρέμβασης. Ωστόσο, λόγω του νομικού θετικισμού, η πρόταση αυτή σχετικοποιείται, αν επισημάνουμε πως κάθε έννομη τάξη φέρει χωρική και χρονική αναφορά, αντανακλώντας σχέσεις μεταξύ παραγόντων σε μία δεδομένη χρονική στιγμή και σε έναν τόπο (ή και διεθνώς). Καθίσταται δε με την πάροδο των χρόνων όλο και ειδικότερο και πλέον πολύπλοκο.
Το πρώτο, λοιπόν, ερώτημα που καλείται να απαντήσει το σύγχρονο Δίκαιο Περιβάλλοντος – ανεξαρτήτως έννομης τάξης – είναι η αληθής φύση της φύσης (!) ήτοι η αποσαφήνιση του αν η φύση είναι η ίδια υποκείμενο δικαίου (όπως θα έλεγε η Βαθιά Οικολογία), ως έχουσα αυταξία9.
Η υιοθέτηση οποιασδήποτε από τις απόψεις αυτές ενέχει κινδύνους: ο άκριτος εναγκαλισμός της θέσης περί αυταξίας της φύσης, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε ανθρώπινης παρέμβασης ενέχει τον κίνδυνο ανιμισμού ή/και παραγνώρισης της σημασίας της εξέλιξης του ανθρώπου σε κοινωνίες και τεχνολογικά. Από την άλλη πλευρά, η υιοθέτηση της θέσης περί διαχωρισμού του υποκειμένου και του αντικειμένου, με το υπο-
Σελ. 3
κείμενο να αποτελεί το προστατευτέο περιβάλλον και το αντικείμενο να είναι τα επιμέρους στοιχεία του, δημιουργεί μία συνθετότητα, δυσχερώς κατανοήσιμη από τους μη νομικούς, καθότι οι νομικοί έχουν ήδη γνώση των θεωριών του νομικού προσώπου.
Έτσι, το υπαρκτό δίλημμα ανθρωποκεντρισμού – φυσιοκεντρισμού τείνει τελικώς να ανάγεται σε ψευδοδίλημμα, αφού ναι μεν prima facie οι σχέσεις τους παρίστανται αμφίρροπες, πλην, όμως, φέρουσες κοινό εννοιολογικό πυρήνα, όχι μόνο αντίθετες δεν είναι, αλλά αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Λ.χ. η έμμεση προστασία του περιβάλλοντος στο Ιδιωτικό Δίκαιο (και δη στο Αστικό) δεν αποκλείει την προστασία των στοιχείων του, έστω ως εκφάνσεων της προσωπικότητας του ανθρώπου, δηλαδή αναγνωρίζεται και μία αυταξία στην ανθρώπινη προσωπικότητα, η οποία με τη σειρά της αποτελεί μέρος του περιβάλλοντος άρα, το περιβάλλον έχει και καθαυτό αξία.
Παρότι η νομική έννοια του περιβάλλοντος περιγράφεται σε επίπεδο κοινού νόμου. Αυτό δεν αναιρεί, ωστόσο, τον χαρακτήρα του περιβάλλοντος (και των στοιχείων του) ως αυτοτελώς προστατευόμενου έννομου αγαθού, όπως αυτό έχει πολλάκις επιβεβαιωθεί και από τη νομολογία, η οποία επικαλείται την αναγκαιότητα περιβαλλοντικής προστασίας προς εξασφάλιση της οικολογικής ισορροπίας αλλά και της προστασίας της παρούσης και των μελλουσών γενεών, τονίζοντας πανηγυρικά τη διαγενεακή προοπτική της δικαϊκής προστασίας.
Η πρακτική εφαρμογή της προστασίας του εννόμου αγαθού του περιβάλλοντος ευρίσκει, όπως είναι εύλογο, ως «αντίπαλο δέος» αφενός την οικονομική δραστηριότητα των προσώπων, αφού συνεπάγεται γι’ αυτά διόλου ευκαταφρόνητους περιορισμούς στην άσκηση του δικαιώματος οικονομικής τους ελευθερίας, με την εισαγωγή προϋποθέσεων εκπόνησης έργων, εισαγωγή ειδικών διαδικαστικών προϋποθέσεων και τύπων κλπ. και αφετέρου την ιδιοκτησία τους, η οποία δεσμεύεται και ενίοτε σε τέτοιο βαθμό ώστε να κινδυνεύει να καταλυθεί. Για την αποσόβηση των κινδύνων, καλείται ο νομοθέτης να επιφέρει ισορροπία. Σημειωτέον είναι, εν είδει προεισαγωγικής παρατήρησης, ότι παλιότερα και υπό το κράτος αναπτυξιακών στόχων είχε παγιωθεί η αντιμετώπισή του περιβάλλοντος ως πλουτοπαραγωγικής πηγής και αυτός ήταν εν πολ-
Σελ. 4
λοίς και ο λόγος που έχαιρε προστασίας (π.χ. το δάσος αποτελούσε πηγή ξυλείας και δασοπονικών προϊόντων).
Οι διατάξεις της περιβαλλοντικής προστασίας, που κατοχυρώνουν το περιβάλλον ως δικαίωμα του καθενός (ατομικό-πολιτικό-κοινωνικό.
Το δικαίωμα στο περιβάλλον είναι δικαίωμα σύνθετο, καθώς είναι καταρχήν προσωπικό γιατί προστατεύει αγαθά κατεξοχήν προσωπικά, αλλά και συλλογικό, ανήκει σε όλους και αποτελεί κοινό αγαθό. Το περιβάλλον είναι ένα υπερατομικό αγαθό. Σύμφωνα μάλιστα με το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, τα ατομικά δικαιώματα δεσμεύουν διοίκηση, νομοθέτη και δικαστή. Δεσμεύονται, λοιπόν, όλοι οι φορείς του δημόσιου τομέα, η διοίκηση, τα ΝΠΔΔ κλπ. μέσω του άρθρου 25 παρ. 1 εδάφ. γ΄, σύμφωνα με το οποίο: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου, ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου, ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών, στις οποίες προσιδιάζουν». Η τήρηση της συνταγματικής υποχρέωσης προστασίας του περιβάλλοντος αναφορικά με την κατ’ ουσιαστική κρίση επιλογή της προς θέσπιση ρυθμίσεως, υπόκειται στον οριακό έλεγχο του δικαστή, ο οποίος σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, προκειμένου να κρίνει, αν από εισαγόμενη νέα ρύθμιση υποβαθμίζεται ή όχι το περιβάλλον και οι συνθήκες διαβίωσης, οφείλει να σταθμίσει τη συγκεκριμένη ρύθμιση αυτοτελώς, σε συνάρτηση προς το σύνολο του θεσπιζομένου νομοθετικού καθεστώτος.
Τέλος (και τούτο χρησιμεύει αδιαμφισβήτητα για την παρούσα μονογραφία), ο νομολογιακός χαρακτήρας του Δικαίου Περιβάλλοντος είναι αδιαμφισβήτητος: Σε κάθε περίπτωση, η διασφάλιση ενός «οικολογικού υπαρξιακού ελαχίστου» δέον να είναι ο στόχος της νομοθεσίας και του δικαστή.
Σελ. 5
II. Τα δάση, οι δασικές και οι αναδασωτέες εκτάσεις ως κατ’ ιδίαν προστατευόμενα περιβαλλοντικά αγαθά: Εισαγωγικά, αναγκαιότητα, ελληνική πρακτική
A. Τα δασικά οικοσυστήματα στην περιβαλλοντική επιστήμη
Η προστασία του περιβάλλοντος, όπως προαναλύθηκε, καλύπτει κάθε στοιχείο του, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων εκάστου και παρίσταται ιδιαιτέρως διευρυμένη, εισάγοντας για καθένα από αυτά ειδικούς κανόνες δικαίου. Ως πρακτικό παράδειγμα, αναφέρονται οι ειδικοί κανόνες για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος (άρθρο 24 παρ. 6 του ισχύοντος Συντάγματος), αφορώντες την προστασία των μνημείων, των διατηρητέων, των αρχαιολογικών χώρων κλπ., οι κανόνες για το δίκτυο Natura 2000, για τα ύδατα και τα ρέματα, αλλά και για το κατεξοχήν περιβαλλοντικό αγαθό (ιδίως για την Ελλάδα), ήτοι τα δάση και τις δασικές εκτάσεις (και συνακόλουθα και της αναδασωτέες εκτάσεις).
Τα δασικά οικοσυστήματα, δάση και οι δασικές εκτάσεις αποτελούν στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος και ως ολοκληρωμένα φυσικά οικοσυστήματα με αδιαμφισβήτητη οικολογική, αισθητική, υπογραμμίζοντας εμφατικά στη συνέχεια την ανάγκη διαφύλαξης του δασικού πλούτου από το συνεχώς επεκτεινόμενο οικολογικό πρόβλημα, για την οποία ο συντακτικός νομοθέτης «εισήγαγε ειδικές διατάξεις για την υπαγωγή όλων των εκτάσεων με βλάστηση τέτοιου είδους σε ένα αυστηρό προστατευτικό καθεστώς».
Τα τροπικά δάση αποτελούν τη βασική δεξαμενή γενετικού υλικού και αποτελούν φυσικά οικοσυστήματα με τεράστια οικολογική αξία. Οι δραματικές αλλαγές που συντελούνται στην τροπική δασοκάλυψη αποκαλύπτουν με σαφήνεια την έκταση του οικολογικού προβλήματος στις μέρες μας.
Σελ. 6
Ταυτόχρονα, η ύπαιθρος και η γεωργία διαδραματίζουν καίριο ρόλο για την οικονομική ανάπτυξη με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο για την ανάπτυξη του αγροτουρισμού ως ειδικής μορφής τουρισμού υπαίθρου.
1. Δασολογία
Η δασολογία είναι η επιστήμη και η τέχνη της δημιουργίας, διαχείρισης, φύτευσης, χρήσης, διατήρησης και επιδιόρθωσης δασών και δασικών εκτάσεων για συναφείς πόρους για ανθρώπινα και περιβαλλοντικά οφέλη. Ασκείται σε φυτείες και φυσικές συστάδες. Η επιστήμη της δασολογίας έχει στοιχεία που ανήκουν στις βιολογικές, φυσικές, κοινωνικές, πολιτικές και λοιπές επιστήμες. Η διαχείριση των δασών διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στη δημιουργία και τροποποίηση οικοτόπων και επηρεάζει την παροχή υπηρεσιών οικοσυστήματος.
Η σύγχρονη δασολογία γενικά περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα προκλήσεων, σε αυτό που είναι γνωστό ως διαχείριση πολλαπλών χρήσεων, όπως: η παροχή ξυλείας, καυσόξυλων, βιότοπων άγριας ζωής, η διαχείριση της ποιότητας των φυσικών υδάτων, αναψυχή, η προστασία του τοπίου και της κοινότητας, η απασχόληση, τα αισθητικά ελκυστικά τοπία, η διαχείριση βιοποικιλότητας, η διαχείριση λεκάνης απορροής, έλεγχος διάβρωσης και η διατήρηση των δασών ως «καταβόθρες» για το διοξείδιο του άνθρακα της ατμόσφαιρας.
Τα δασικά οικοσυστήματα θεωρούνται ως το πιο σημαντικό συστατικό της βιόσφαιρας και η δασολογία έχει αναδειχθεί ως ζωτικής σημασίας εφαρμοσμένη επιστήμη, βιοτεχνία και τεχνολογία.
Η δασοκομία είναι πιο στενή από τη δασολογία, καθώς ασχολείται μόνο με δασικά φυτά, αλλά συχνά χρησιμοποιείται συνώνυμα με τη δασολογία. Η δασοκομία είναι ένα σημαντικό οικονομικό τμήμα σε διάφορες βιομηχανικές χώρες, καθώς τα δάση παρέχουν περισσότερες από 86 εκατομμύρια πράσινες θέσεις εργασίας και υποστηρίζουν τα προς το ζην πολύ περισσότερους ανθρώπους. Για παράδειγμα, στη Γερμανία, τα δάση καλύπτουν σχεδόν το ένα τρίτο της έκτασης, το ξύλο είναι ο σημαντικότερος ανανεώσιμος πόρος και η δασοκομία υποστηρίζει περισσότερες από ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας και περίπου 181 δισεκατομμύρια ευρώ αξίας για τη γερμανική οικονομία κάθε χρόνο.
Σελ. 7
2. Σχέδια δασικής διαχείρισης
Σε όλο τον κόσμο, υπολογίζεται ότι 880 εκατομμύρια άνθρωποι δαπανούν μέρος του χρόνου τους συλλέγοντας καυσόξυλα ή παράγοντας κάρβουνο, πολλοί από αυτούς γυναίκες, αλλά τα ποσοστά φτώχειας σε αυτές τις περιοχές τείνουν να είναι υψηλά. Περίπου 252 εκατομμύρια άνθρωποι που ζουν σε δάση και σαβάνες έχουν εισόδημα μικρότερο από 1,25 δολάρια ΗΠΑ την ημέρα. Οι δασολόγοι αναπτύσσουν και εφαρμόζουν σχέδια δασικής διαχείρισης βασιζόμενοι σε χαρτογραφημένους πόρους, απογραφές που δείχνουν τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά μιας περιοχής καθώς και την κατανομή των δέντρων (ανά είδος) και άλλων φυτικών καλύψεων. Τα σχέδια περιλαμβάνουν επίσης στόχους ιδιοκτητών γης, δρόμους, οχετούς, εγγύτητα στην ανθρώπινη κατοίκηση, υδάτινα χαρακτηριστικά και υδρολογικές συνθήκες και πληροφορίες για το έδαφος. Τα σχέδια δασικής διαχείρισης συνήθως περιλαμβάνουν προτεινόμενες δασοκομικές επεξεργασίες και χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή τους.
Τα σχέδια δασικής διαχείρισης περιλαμβάνουν συστάσεις για την επίτευξη των στόχων του ιδιοκτήτη γης και τις επιθυμητές μελλοντικές συνθήκες για την ιδιοκτησία που υπόκειται σε οικολογικούς, οικονομικούς, υλικοτεχνικούς περιορισμούς (π.χ. πρόσβαση σε πόρους) και άλλους περιορισμούς. Σε ορισμένα ακίνητα, τα σχέδια επικεντρώνονται στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων ξύλου για επεξεργασία ή πώληση. Ως εκ τούτου, τα είδη δέντρων, η ποσότητα και η μορφή, όλα βασικά στην αξία της ποιότητας και της ποσότητας των συγκομιζόμενων προϊόντων, τείνουν να αποτελούν σημαντικά συστατικά των δασοκομικών σχεδίων.
Τα σχέδια καλής διαχείρισης περιλαμβάνουν την εξέταση των μελλοντικών συνθηκών της συστάδας μετά από οποιεσδήποτε συνιστώμενες επεξεργασίες συγκομιδής, συμπεριλαμβανομένων μελλοντικών θεραπειών (ιδιαίτερα σε ενδιάμεσες επεξεργασίες) και σχέδια για φυσική ή τεχνητή αναγέννηση μετά τις τελικές συγκομιδές.
Οι στόχοι των ιδιοκτητών γης και των μισθωτών επηρεάζουν τα σχέδια για τη συγκομιδή και την επακόλουθη επεξεργασία του χώρου. Στη Βρετανία, τα σχέδια που περιλαμβάνουν «καλή δασική πρακτική» πρέπει πάντα να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες άλλων ενδιαφερομένων, όπως οι κοντινές κοινότητες ή οι κάτοικοι της υπαίθρου που ζουν εντός ή δίπλα σε δασικές περιοχές. Οι δασολόγοι λαμβάνουν υπόψη την υλοτόμηση δέντρων και την περιβαλλοντική νομοθεσία κατά την ανάπτυξη σχεδίων. Τα
Σελ. 8
σχέδια καθοδηγούν τη βιώσιμη συγκομιδή και αντικατάσταση των δέντρων. Υποδεικνύουν εάν απαιτούνται εργασίες κατασκευής δρόμων ή άλλων έργων.
Β. Προκλήσεις για τα δασικά οικοσυστήματα διεθνώς
Τα μισά από τα δάση του κόσμου έχουν ήδη εξαφανιστεί και μόνο το 20% από αυτά που έχουν απομείνει είναι άθικτο. Υπολογίζεται ότι ο πλανήτης χάνει περισσότερα από 23 εκατομμύρια στρέμματα δασικής έκτασης κάθε χρόνο. Το παράθυρο ευκαιρίας για την αναστροφή της αποψίλωσης των δασών και την προστασία των εναπομεινάντων άθικτων δασών του κόσμου συρρικνώνεται ταχέως. Αυτό επιφέρει τεράστιες συνέπειες για το κλίμα και την άγρια ζωή, αλλά προκαλεί επίσης μια σημαντική ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα: περίπου 1,2 έως 1,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως εξαρτώνται από τα δάση για τη διαβίωσή τους.
Οι αιτίες της αποψίλωσης των δασών διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή, αλλά έχουν ένα σημαντικό κοινό: την ανθρώπινη δραστηριότητα30. Η ανθρώπινη δραστηριότητα βρίσκεται πίσω από όλες τις κύριες αιτίες καταστροφής των δασών, είτε πρόκειται για υποστήριξη των βιομηχανιών που παράγουν προϊόντα που χρησιμοποιούμε καθημερινά είτε για την εκκαθάριση της γης για την καλλιέργειά της.
Ακολουθούν μερικοί από τους τρόπους με τους οποίους το business-as-usual συμβάλλει στην αποψίλωση των δασών:
1. Αγροτοβιομηχανία: Οι αγροτικές επιχειρήσεις, στις οποίες καίγονται ή εκκαθαρίζονται τεράστιες εκτάσεις δασών για να δημιουργηθεί χώρος για καλλιέργειες και ζώα, ευθύνεται προεχόντως για την αποψίλωση των δασών. Αυτές οι πρακτικές μετατρέπουν μερικές από τις περιοχές με τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα στον κόσμο σε μονοκαλλιέργειες31.
2. Παράνομη υλοτομία: Η παράνομη υλοτομία αποτελεί μία τεράστια βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων που απειλεί τα δάση σε όλο τον κόσμο. Κάποιες έρευνες δείχνουν ακόμη ότι οι παράνομες δραστηριότητες αποτελούν περισσότερο από το 10% του παγκόσμιου εμπορίου ξυλείας, που αντιπροσωπεύει περισσότερα από 150 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
3. Συσκευασία χαρτοπολτού, χαρτιού και μιας χρήσης: Η υλοτομία για την παραγωγή χαρτοπολτού και χαρτιού μπορεί να έχει τεράστιο αντίκτυπο στα παγκόσμια δάση, από την αποψίλωση των δασών σε τροπικά δάση, έως τις τεράστιες εκτάσεις εύκρατων και βόρειων δασών. Ενώ υπάρχουν παραδείγματα πιο υπεύθυνης παραγωγής χαρτοπολτού και χαρτιού που μπορούν να βρεθούν σε όλο τον κόσμο, ειδικά στη Βό-
Σελ. 9
ρεια Αμερική, πολύ συχνά το χαρτί εφημερίδων, το χαρτί βιβλίου, το χαρτί γραφής, τα χαρτομάντιλα και οι συσκευασίες χαρτιού βαρύνουν τα υγιή δάση παγκοσμίως.
4. Εξόρυξη: Η εξόρυξη άνθρακα και ασφάλτου (πετρελαίου) έχει καταστρέψει οριστικά μεγάλες εκτάσεις ορισμένων από τα πιο σημαντικά δάση του κόσμου. Στην περιοχή με πίσσα άμμου του Καναδά, εκατομμύρια στρέμματα βιότοπων άγριας ζωής έχουν διαταραχθεί, με εκατομμύρια άλλα να καθίστανται αντικείμενο εντατικής εκμετάλλευσης. Η εξόρυξη μετάλλων όπως ο χρυσός, ο χαλκός και το αλουμίνιο όχι μόνο απαιτεί την εκκαθάριση των δασών, αλλά μολύνει επίσης τα δασικά οικοσυστήματα με ρύπανση και απορροή υδάτων. Στον Αμαζόνιο, η παράνομη εξόρυξη είναι μια αυξανόμενη απειλή που οδηγεί σε απώλεια δασών και μόλυνση βασικών συστημάτων ποταμών.
5. Δρόμοι: Η κατασκευή δρόμων μέσα από δάση κατακερματίζει το τοπίο και θέτει σε κίνδυνο τον βιότοπο της άγριας ζωής, διευκολύνοντας τους παράνομους υλοτόμους να εκμεταλλευτούν το δάσος.
6. Υδροηλεκτρικά φράγματα: Τα υδροηλεκτρικά φράγματα μπορούν να πλημμυρίσουν τα ανάντη δάση, προκαλώντας εκτεταμένη απώλεια δασών, υποβάθμιση των οικοτόπων και μετατόπιση των δασικών κοινοτήτων.
Γ. Προκλήσεις για τα δασικά οικοσυστήματα στην Ελλάδα
Τα δάση στην Ελλάδα καλύπτουν σημαντικό μέρος της συνολικής έκτασής της, με κάλυψη 65,5% (8,4 εκατομμύρια εκτάρια). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Πρώτης Εθνικής Δασικής Απογραφής που διενεργήθηκε το 1992, το 49,3% της γης καλύπτεται από δάση, εκ των οποίων το 25,4% είναι δάση υψηλής παραγωγικότητας και το 23,9% είναι χαμηλά δασικά εδάφη που χρησιμοποιούνται κυρίως για βοσκή και προστασία του εδάφους.
Στην Ελλάδα, το δασικό κεφάλαιο έχει μειωθεί σημαντικά (περίπου στο 18% της επιφάνειας του εδάφους) ενώ πριν δύο αιώνες (περίπου το 1821) ανερχόταν σε 45% της επιφάνειας του εδάφους και σαφώς οι κίνδυνοι που το απειλούν είναι ποικίλοι και προέρχονται από πληθώρα πηγών.
Σελ. 10
Τα ελληνικά ορεινά δάση στα 520–1310 μέτρα παρουσιάζουν μείωση της μέσης και ελάχιστης ετήσιας θερμοκρασίας (−0,015 και −0,027 °C ετησίως–1) αλλά αυξανόμενες μέγιστες θερμοκρασίες (+0,014 °C ετησίως–1), ειδικά στη Νότια Ελλάδα (+0,047 °C ετησίως–1).
Πρόσφατα ευρήματα αποκαλύπτουν δάση που μεταναστεύουν σε υψηλότερα υψόμετρα με ευνοϊκές συνθήκες, συσχετίζονται με τη διαθεσιμότητα νερού, τη θερμοκρασία και την ανάπτυξη των δέντρων, απαιτώντας περαιτέρω έρευνα για την παραγωγικότητα των δασών. Στην ηπειρωτική Ελλάδα παρατηρείται μείωση στην ανάπτυξη δακτυλίων ελάτης (μέσος δείκτης πλάτους δακτυλίου δέντρων < 0,6), υποδεικνύοντας την επίδραση της θερμοκρασίας στην ανάπτυξη.
Η επαπειλούμενη οικιστική εξάπλωση που αποτελεί χαρακτηριστική ελληνική παθογένεια και η δόμηση σε οποιοδήποτε σημείο του χώρου αποτελεί έναν υπαρκτό και συχνά μη αναστρέψιμο κίνδυνο για το δασικό κεφάλαιο, αφού συνεπάγεται την υλοτόμηση των δασών και την ένταξη του δάσους ή της δασικής έκτασης στο σχέδιο πόλεως.
Οι μεσογειακές περιοχές είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στην απώλεια ειδών δέντρων λόγω της αυξημένης συχνότητας και της έντασης των ξηρασιών. Τα δάση γενικότερα της Νότιας Ευρώπης έχουν υποστεί άμεσες αβιοτικές διαταραχές όπως η ξηρασία και άλλοι κλιματικοί παράγοντες επιδρούν καταλυτικά σε αυτά. Τα τελευταία χρόνια, πολλές φυσικές περιοχές έχουν χαρακτηριστεί ως «προστατευόμενες» για την προστασία άγριων και ευάλωτων ειδών χλωρίδας και πανίδας. Υπάρχουν 320 τέτοιες τοποθεσίες (που καλύπτουν 2,7 εκατομμύρια εκτάρια) που περιλαμβάνονται στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Natura 2000 και ειδικές προστατευόμενες περιοχές. Αυτές οι ονομασίες αποσκοπούν στη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων αυτών των ειδών και στην πρόληψη της εξαφάνισής τους.
Η λειψυδρία είναι πιθανώς ο πρωταρχικός κλιματικός περιορισμός στον περιορισμό της δασικής ανάπτυξης στην Ελλάδα. Μελέτες έχουν δείξει μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της διαθεσιμότητας νερού και του πλάτους του δακτυλίου των δέντρων, της ανάπτυξης δέντρων και των διαφορετικών ειδών δέντρων στα μεσογειακά δάση. Τα μεσογειακά δάση παρέχουν ανεκτίμητο φυσικό κεφάλαιο, ωστόσο αντιμετωπίζουν απειλές λόγω της κλιματικής αλλαγής, της αύξησης του πληθυσμού και άλλων αιτιών υποβάθμισης των δασών. Για να διασφαλιστεί η αειφόρος διαχείριση των δασών και να εξισορροπηθούν οι οικονομικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες, οι χώρες στην περιοχή της Μεσογείου εργάζονται για την εφαρμογή και την επιβολή μακροπρόθεσμων πολιτικών.
Σελ. 11
Όπως ήταν αναμενόμενο, τα ελληνικά δάση επηρεάζονται με διάφορους τρόπους από τις μεταβαλλόμενες κλιματικές συνθήκες. Το μεσογειακό κλίμα που επικρατεί στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από ζεστά και ξηρά καλοκαίρια και ήπιους και υγρούς χειμώνες. Ο συνδυασμός θερμών και ξηρών συνθηκών και η αύξηση της συχνότητας και της σφοδρότητας των δασικών πυρκαγιών, σε συνδυασμό με ανθρώπινες δραστηριότητες όπως η καύση γεωργικών απορριμμάτων, έχει οδηγήσει σε απότομη αύξηση των δασικών πυρκαγιών, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες.
Εξάλλου, οι πολλαπλές ελληνικές εμπειρίες από τις δασικές πυρκαγιές και τις ραγδαίες επιπτώσεις τους στην ανθρώπινη υγεία (βλαβερές χημικές ουσίες), τη ζωή (πρόκληση θανάτων, ασθενειών), αλλά και την ιδιοκτησία (καταστροφή, υποβάθμιση οικιών), καθώς και πρωτίστως στο ίδιο το περιβάλλον (βλάβες στην πανίδα και στη χλωρίδα μιας περιοχής, μεταβολές στον υδρολογικό κύκλο, απώλεια παραγωγών οικοσυστήματος, μείωση του συνολικού οξυγόνου στην ατμόσφαιρα κλπ.) υπογραμμίζουν την ανάγκη διατήρησης στο ακέραιο και στο διηνεκές των δασικών οικοσυστημάτων της χώρας.
III. Ορισμός, αντικείμενο και χαρακτηριστικά του Δασικού Δικαίου
Ως «Δασικό Δίκαιο» μπορούμε να ορίσουμε το σύνολο των κανόνων δικαίου μιας Πολιτείας για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων της, δηλαδή του δασικού της πλούτου. Ως κλάδοι του Δασικού Δικαίου μπορούν να οριστούν σχηματικά:
– Το δίκαιο του δασικού χαρακτηρισμού, δηλαδή αυτό που ορίζει πώς, πότε και γιατί καθίσταται (ή αποκτά την ιδιότητα αυτή) κάποια έκταση δάσος ή δασική ή αναδασωτέα
– Το δίκαιο των επεμβάσεων στα δασικά οικοσυστήματα που αφορά το επιτρεπτό των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων, έργων και εν γένει επεμβάσεων στα δάση,
Σελ. 12
καθώς και την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε αυτά με τη διαδικασία της περιβαλλοντικής εκτίμησης και αδειοδότησης
– Το δίκαιο της δασικής ιδιοκτησίας που αφορά ιδιοκτησιακά ζητήματα στα δασικά οικοσυστήματα και εντάσσεται συστηματικά στο ιδιωτικό δίκαιο. Στον τομέα αυτόν, όμως, εμπίπτουν και τα ζητήματα της δημόσιας δασικής κτήσης που ανάγονται σε ζητήματα δημοσίου συμφέροντος, ανήκοντα συστηματικά στο δημόσιο δίκαιο
– Το δίκαιο της διαχείρισης των δασικών οικοσυστημάτων που αφορά τη βιώσιμη διαχείριση των δασών, διά των επιμέρους δραστηριοτήτων (βιώσιμη ξυλεία, θήρα κλπ.), τη χρήση των δασικών προϊόντων και την αντιμετώπιση των κινδύνων που διατρέχουν τα δάση, με έμφαση στις δασικές πυρκαγιές
– Το δίκαιο της δασικής διοίκησης, που αφορά θέματα αρμοδιοτήτων των επιμέρους διοικητικών οργάνων και εν γένει την οργάνωση της διοικητικής λειτουργίας στον τομέα της δασικής προστασίας (π.χ. κεντρική διοίκηση, αποκεντρωμένη διοίκηση, αυτοδιοίκηση, θέματα οριοθέτησης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα κλπ.).
Σε κάθε περίπτωση, η δασική έννομη σχέση αποτελεί τη βάση του Δασικού Δικαίου. Πρόκειται για έννοια κυρίως του Δημοσίου Δικαίου, αλλά η οποία αφορά και το Ιδιωτικό (Εμπράγματο και Κτηματολογικό) Δίκαιο, αλλά και το Ποινικό.
Ως χαρακτηριστικά του κλάδου που σχετίζονται με το θέμα μας θεωρούνται:
1. Το Δασικό Δίκαιο συστηματικά αποτελεί τμήμα του ειδικού Δικαίου Περιβάλλοντος. Ως είθισται, παραδοσιακώς γίνεται διάκριση του Δικαίου Περιβάλλοντος σε γενικό και ειδικό43) ή στην προστασία από κινδύνους (π.χ. απόβλητα). Ο τομέας του Δασικού Δικαίου θα μπορούσε συστηματικώς να τοποθετηθεί στο ειδικό μέρος (ως ύλη που αφορά ειδικώς τα δασικά οικοσυστήματα). Μάλιστα, συνιστά ένα αρκετά παλαιό μείγμα κανόνων, που υφίσταται ήδη μετά την Τουρκοκρατία, όπως θα διαφανεί. Επίσης, ως τμήμα του Δικαίου Περιβάλλοντος, είναι και αυτόνομος κλάδος δικαίου, αφού «αυτό-τίθεται». Εξάλλου, για τον λόγο αυτό το δάσος συνιστά ταυτόχρονα «σκοπό» και «μέσο» για την περιβαλλοντική προστασία.
2. Τα μέτρα του Δασικού Δικαίου είναι ως επί το πλείστον άμεσα μέτρα περιβαλλοντικής προστασίας44. Σκοπείται ο σχεδιασμός της ανθρώπινης δράσης, μέσω σταθ-
Σελ. 13
μίσεων. Τα μέτρα περιβαλλοντικής προστασίας μπορούν σχηματικώς να διακριθούν σε μέτρα κρατικής ρύθμισης και σε μέτρα αυτορρύθμισης. Είθισται να γίνεται η διάκριση των μέτρων κρατικής ρύθμισης σε άμεσα και έμμεσα:
α) Τα άμεσα μέτρα λειτουργούν μεμονωμένα στα πλαίσια της στρατηγικής περιβαλλοντικής προστασίας. Δεν απαιτούν τη συνέργεια του ρυθμιστικού τους υποκειμένου ή της υπό ρύθμιση κοινότητας. Ρυθμίζουν γενικές συνθήκες και περιγράφουν αναλυτικές συνθήκες στις μεμονωμένες περιπτώσεις. Είναι νομοθετικά ή διοικητικά. Κατά συναφή άποψη, τα άμεσα μέτρα θεωρούνται άμεσης παρέμβασης.
β) Τα έμμεσα μέτρα αλληλεπιδρούν στο πλαίσιο συνολικής οικονομικής και οικολογικής πολιτικής. Συναντώνται εδώ εργαλεία της αγοράς, δημοσιονομικά εργαλεία, οικονομικά εργαλεία κινήτρων κλπ. Τα χρηματοδοτικά οικονομικά εργαλεία προβλέπουν τη χρηματοδότηση προγραμμάτων. Εδώ εντάσσονται γενικώς: το πλαίσιο ευθύνης, οι περιβαλλοντικές εισφορές, τα συστήματα κινήτρων, οι μηχανισμοί οικονομικής στήριξης, η περιβαλλοντική πληροφόρηση, οι δημόσιες συμβάσεις, η διαχείριση της κρατικής περιουσίας.
Σελ. 14
Η εκπόνηση ΜΠΕ, ΣΜΠΕ και περιβαλλοντικής μελέτης της Οδηγίας για τους οικοτόπους, η συμβολή των οποίων είναι αδιαμφισβήτητη στον προληπτικό και κατασταλτικό έλεγχο της Διοίκησης θεωρούνται άμεσο μέτρο περιβαλλοντικής προστασίας. Σαφώς τα όρια τείνουν σήμερα να είναι ρευστά, λαμβανομένης υπόψη και της τεχνολογικής έκρηξης, αλλά και των κοινωνικοικονομικών μεταλλαγών και της συνακόλουθης αβεβαιότητας.
3. Φέρει δυναμικό και τεχνικό χαρακτήρα: Το Δασικό Δίκαιο είναι κλάδος δυναμικός, προσαρμοζόμενος σε μία πλειάδα καταστάσεων και συνθηκών, αλλά και μεταβάλλεται με βάση την εξέλιξη της τεχνολογίας, της επιστήμης και της κοινωνίας. Η πολυπλοκότητα που το διέπει καθιστά επιβεβλημένη την πολυεπιστημονική και διεπιστημονική του πραγμάτευση. Το Δίκαιο Περιβάλλοντος «βλέπει στο μέλλον». Η εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον στοιχεί προς την επιδίωξη αποφυγής καταστρεπτικών γεγονότων για το περιβάλλον και δη εδώ για τα δάση που εξορισμού συνιστούν ευαίσθητα οικοσυστήματα.
4. Η νομική προστασία των δασικών οικοσυστημάτων βρίσκεται σε άρρηκτη σύνδεση με την προστασία της υγείας και τη βιώσιμη ανάπτυξη: Η αναγκαιότητα για τη νομική προστασία του περιβάλλοντος κατέστη εμφανής, όταν εμφανίστηκε η αντίληψη και η πραγματικότητα της βλάβης στην οικονομία λόγω βλάβης στο περιβάλλον. Το ίδιο κατέστη σαφές και με την προστασία της ανθρώπινης υγείας. Η προστασία των δασών, εκτός από την αδιαμφισβήτητη περιβαλλοντική-οικολογική της σφραγίδα, προασπίζει και την υγεία του ανθρώπου.
Ειδικά σε σχέση με την οικονομία, γίνεται σαφής η αλληλεπικάλυψη της προστασίας των οικοσυστημάτων και των οικοτόπων με την οικονομική ανάλυση αυτής. Η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης, της βιωσιμότητας ή της αειφορίας συνεπάγεται τη διαχείριση και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων με τρόπο που να διασφαλίζει τη (μακροπρόθεσμη, προφανώς) διατήρησή τους και προς χάριν των μελλου-
Σελ. 15
σών γενεών, βλ. Διάσκεψη της Στοκχόλμης και του Ρίο κλπ.. Περαιτέρω, στην ελληνική έννομη τάξη, η αρχή της αειφορίας ταυτίζεται με την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης. Ωστόσο, αποτελούν στην πραγματικότητα απλώς παρεμφερείς, όχι πανομοι-
Σελ. 16
ότυπες έννοιες. Πρέπει να γίνει η εξής ορολογική επισήμανση: η έννοια της βιωσιμότητας αναφέρεται σε γενικούς οικονομικούς δείκτες για την υλική ευημερία των ατόμων, ενώ η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης παραπέμπει στη διαρκή παραγωγή και εκμετάλλευση των πόρων. Τους συσχετισμούς συμφερόντων, καλείται εν μέρει να λάβει θέση η περιβαλλοντική αδειοδότηση ως «εξισορροπητική διαδικασία».
5. Διακρίνεται από το πολυσχιδές των ρυθμίσεών του σε νομοθετικό και υπερνομοθετικό επίπεδο, αλλά και φέρει πραγματολογικό χαρακτήρα: Λόγω της εξαιρετικής πολυνομίας που το διέπει (βλ. προσφάτως Ν. 4915/2022 κλπ.) και η οποία συναρτάται με την τεχνολογική πρόοδο και συναφώς την οικονομική ανάπτυξη, αλλά και λόγω της ιδιαίτερης πολυπλοκότητας των πραγματικών καταστάσεων που απασχολούν τα δικαστήρια (ούσα και αδύνατη η πάντοτε ορθή υπαγωγή των περιστατικών στους κανόνες δικαίου), συνιστά έναν πολύπλοκο τομέα δικαίου. Η νομολογία αναδεικνύεται σε ρυθμιστή της κατάστασης. Σαφώς, εδώ παρεισφρέει και η αποσπασματικότητα και ο εμπειρισμός στον χειρισμό των περιβαλλοντικών – δασικών υποθέσεων, αλλά αναφύεται και η ανάγκη ενίοτε να υπερβαθεί το θετικό δίκαιο, όταν το κοινό αίσθημα δικαίου παραγκωνίζεται επικίνδυνα ή τα νομικά αντανακλαστικά ενεργοποιούνται (φυσικό δίκαιο).
Σελ. 17
6. Το Δασικό Δίκαιο συνιστά πρωτίστως Δημόσιο Δίκαιο: Το Δημόσιο Δίκαιο που αφορά την οργάνωση και τη δομή του κράτους και τη νομική σχέση κράτους-πολίτη δεν μπορεί παρά να συνιστά το πλέον αποτελεσματικό μέσο για την προστασία του περιβάλλοντος. Η εξουσία που απονέμεται στη Δημόσια Διοίκηση (μετατρεπόμενη σε αρμοδιότητα) εγγυάται την αποτελεσματικότητα της παρέμβασης για την αντιμετώπιση των αναφυόμενων προβλημάτων του περιβάλλοντος, αλλά και την πρόληψη αυτών. Ακριβώς λόγω της σύνδεσής του με το Δημόσιο Δίκαιο, εξαίρεται και ο διαδικαστικός του χαρακτήρας, αφού συνδέεται με πολλαπλές διοικητικές διαδικασίες και αναπόφευκτα με γραφειοκρατία, η οποία μετριάζεται συν τω χρόνω69. Κατά παρόμοιο τρόπο, το Δασικό Δίκαιο συνιστά προεχόντως τμήμα του Ειδικού Διοικητικού Δικαίου. Αφορά δηλ. εξειδικευμένους νομικούς κανόνες (ευρωπαϊκού και εθνικού) διοικητικού δικαίου, που άλλοτε προσεγγίζουν τους γενικούς κανόνες του, ενώ άλλοτε αποτελούν εντελώς ειδικές εκφάνσεις τέτοιων κανόνων, εισάγοντας ειδικές ρυθμίσεις περί της διοικητικής διαδικασίας, περί δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων, αλλά και δικονομικές ρυθμίσεις.
7. Το Δασικό Δίκαιο είναι διεπιστημονικός κλάδος: ο σύνθετος χαρακτήρας του κλάδου και η ειδικότητα των ρυθμίσεών του απαιτεί τη σύμπραξη επιστημόνων διαφόρων κλάδων (π.χ. μηχανικού – δικηγόρου κλπ.) για τη διεκπεραίωση των υποθέσεών του. Κλάδοι που ασχολούνται με το Δίκαιο Περιβάλλοντος και
Σελ. 18
δη εν προκειμένω με το Δασικό Δίκαιο ιδίως στη χώρα τους είναι ενδεικτικώς: οι δασολόγοι, οι πολιτικοί μηχανικοί, οι μηχανικοί περιβάλλοντος, οι περιβαλλοντολόγοι, οι βιολόγοι, οι χημικοί, οι χημικοί περιβάλλοντος, οι ζωολόγοι κλπ. Στη σύνταξη ΜΠΕ και της Δέουσας Εκτίμησης συμμετέχουν πολλοί και διαφορετικοί από τους ως άνω επιστήμονες.
8. Το Δασικό Δίκαιο των επεμβάσεων με την περιβαλλοντική εκτίμηση και αδειοδότηση και το δίκαιο της δασικής διαχείρισης φέρει προγραμματικό χαρακτήρα: «Θέτει επί τάπητος» και «σχεδιάζει, προγραμματίζει» την πορεία των υποθέσεων που το αφορούν. Ο πυρήνας της περιβαλλοντικής εκτίμησης και αδειοδότησης και της Δέουσας Εκτίμησης είναι προγραμματικός.
IV. Διεθνές και Ενωσιακό Δασικό Δίκαιο και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής
Α. Διεθνές δίκαιο
Η μη αρχική αναφορά αρκετών διεθνών συμβάσεων ρητώς στο φυσικό περιβάλλον εξηγείται ιστορικά, αφού δεν κατεβάλλετο τότε ιδιαίτερη μέριμνα προς τούτο. Σε παγκόσμιο επίπεδο πάντως, καθίσταται ολοένα και προφανέστερο, ότι οι δραστηριότητες του ανθρώπου αποτελούν σοβαρότατη απειλή για το περιβάλλον του πλανήτη, συντελώντας σε μια σειρά ανησυχητικών φαινομένων και κυρίως, αυτών των κλιματικών αλλαγών, με άμεσο αντίκτυπο στη ζωή και το μέλλον του ίδιου του ανθρώπου. Τοιουτρόπως, φάνηκε ότι η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι ένας ατελέσφορος ιδεαλισμός, που συγκρούεται κατ’ ανάγκην με τα συμφέροντα φυσικών ή νομικών προσώπων, αλλά αφορά πτυχή του σύγχρονου κόσμου που μοιραζόμαστε και απαιτείται δράση για να αναστραφεί η αλόγιστη επιβάρυνση της φύσης, η οποία έχει και οικονομικό κόστος.
Η αρχική, λοιπόν, κατάσταση αυτή μετεβλήθη άρδην από την Πρώτη Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για το Περιβάλλον και τη Διακήρυξη της Στοκχόλμης (1972) μέχρι και σήμερα, διότι η περιβαλλοντική προστασία αναγνωρίζεται ως αναγκαία για την απόλαυση αρκετών διεθνώς αναγνωρισμένων και θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων (ατομικών, κοινωνικών, οικονομικών) και κυρίως των θεμελιωδών και αναφαίρετων δικαιωμάτων στη ζωή και την υγεία. Ήδη, εξάλλου, από το 1960 η διεθνής κοινότητα άλλαξε φυσιογνωμία (λόγω της ανεξαρτητοποίησης πολλών κρατών, μετά την κατάργηση του αποικιοκρατικού ζυγού, αλλά και λόγω της τεχνολογικής ανάπτυξης που έθεσε την ανθρώπινη παρέμβαση σε νέες διαστάσεις). Η Συνδιάσκεψη της Στοκχόλ-
Σελ. 19
μης επέδρασε στη συνειδητοποίηση των οικολογικών προβλημάτων και εισήγαγε την «οικοανάπτυξη». To περιβάλλον πρωτοχαρακτηρίζεται ως «αναγκαίο για την απόλαυση ανθρώπινων δικαιωμάτων». Στηρίζεται στην αποδοχή της δήλωσης του Arvid Pardo (1967), αλλά και την αποδοχή της ιστορικής Παγκόσμιας Διακήρυξης για την Κοινή Κληρονομιά της ανθρωπότηταςhealthy environment”) ως ανθρώπινο δικαίωμα.
Η πλέον σημαίνουσα Παγκόσμια Διάσκεψη του Ρίο το 1992 απέληξε στη σύναψη σύμβασης-πλαίσιο για την προστασία του κλίματος και τη μείωση του C02, όπως και στη λεγόμενη «Διακήρυξη του Ρίο» (“Agenda 21”). Επρόκειτο για τον δεύτερο θεμελιώδη σταθμό στη δράση του ΟΗΕ για το περιβάλλον μετά τη Στοκχόλμη. Το φαινόμενο αντιμετωπίζεται πλέον σφαιρικά, ολιστικά, προκύπτει το ζήτημα της «αειφόρου ανάπτυξης», ενώ το κεφάλαιο 18 αφιερώθηκε στην ολοκληρωμένη διαχείριση του νερού.
Κατανοήθηκε, λοιπόν, μετά το 1972 ότι η ύπαρξη δασών σε παγκόσμιο επίπεδο συμβάλλει αποτελεσματικά στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, στην ορθή εξυπηρέτηση του υδρολογικού κύκλου και στην επίλυση μίας ακόμη σωρείας περιβαλλοντικών ζητημάτων που επιβάλλει καταρχάς την καταπολέμηση της επαπειλούμενης καταστροφής και αποψίλωσης των δασών και ύστερα την αναγέννηση των καταστραφέντων δασών. Ωστόσο, εύλογη απορία γεννάται από την σε επίπεδο διεθνούς δικαίου ελλείπουσα νομική προστασία, αφού απουσιάζει ένα σταθερό και δεσμευτικό νομικό πλαίσιο, γι’ αυτό γίνεται λόγος απλώς για «κατευθύνσεις», κατευθυντήριες δηλ. γραμμές και προσανατολισμούς προς την υλοποίηση της αρχής του «κοινού συμφέ-
Σελ. 20
ροντος και μελήματος της ανθρωπότητας». Εξάλλου είναι γεγονός ότι πρώτες οι αναπτυγμένες χώρες επέδειξαν ενδιαφέρον προστασίας των δασών, λόγω του προφανούς οικονομικού τους ενδιαφέροντος. Το δάσος αποτελεί ανέκαθεν αντικείμενο εκμετάλλευσης, η οποία όμως οφείλει να γίνεται με αειφορικούς όρους. Ποια είναι όμως η προσήκουσα διεθνολογικά αντίληψη των δασών και των αναδασωτέων εκτάσεων; Η εννοιολογική τους διαφορά από τα δάση είναι ληπτέα υπ’ όψη; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη, πρέπει ωστόσο να ενταχθεί στο πλαίσιο ευρύτερων κειμένων διεθνούς δικαίου για τα δάση, με τις απαραίτητες προσθήκες, αφαιρέσεις ή διευκρινίσεις.