ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ (2 ΤΟΜΟΙ)
Ερμηνεία κατ' άρθρο του Ν 4548/2018
1ος τόμος - άρθρα 1-95 Ν 4548/2018
2ος τόμος - άρθρα 96-190 Ν 4548/2018
- Εκδοση: 2η 2024
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
- Σελίδες: 2616
- ISBN: 978-618-08-0158-3 | 978-618-08-0188-0
Η 2η έκδοση του δίτομου έργου «Δίκαιο Ανώνυμης Εταιρίας» κρίθηκε απαραίτητη για διάφορους λόγους: από την πρώτη έκδοση (2020) μέχρι σήμερα υπήρξαν σημαντικές νομοθετικές εξελίξεις, οι οποίες επηρεάζουν το δίκαιο της ανώνυμης εταιρίας (περιορισμένες αλλαγές στο Ν 4548/2018, νέος νόμος περί Γ.Ε.ΜΗ. - Ν 4919/2022, ο νέος νόμος περί εταιρικής διακυβέρνησης - Ν 4706/2020, τροποποίηση του Ν 4601/2019 για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς με το Ν 5055/2023, νέες οδηγίες ή προτάσεις οδηγιών για ζητήματα λογιστικού και εταιρικού δικαίου).
Περαιτέρω κατά τα πέντε πρώτα έτη εφαρμογής του Ν 4548/2018 παρήχθησαν σημαντική νομολογία και βιβλιογραφία, οι οποίες έπρεπε να ληφθούν υπόψη.
Τέλος εντοπίστηκαν νέα νομικά ζητήματα, τα οποία έπρεπε να αναπτυχθούν.
Ο 1ος τόμος περιλαμβάνει την ερμηνεία των άρθρων 1-95 και ο 2ος τόμος την ερμηνεία των υπόλοιπων άρθρων, 96-190 του Ν 4548/2018. Κάθε άρθρο, πέραν του ερμηνευτικού του κειμένου, συνοδεύεται από το απόσπασμα της αιτιολογικής έκθεσης και ειδική βιβλιογραφία, ενώ υπό το άρθρο 12 έχουν τεθεί ως Παράρτημα τα ζητήματα δημοσιότητας υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιριών.
Η ερμηνεία είναι προσανατολισμένη στις πρακτικές ανάγκες του εφαρμοστή, χωρίς να λείπει, όμως, και η θεωρητική εμβάθυνση στον βαθμό που είναι απαραίτητη για την ανάδειξη του σκοπού των διατάξεων και της ορθότητας των προτεινόμενων λύσεων.
Στόχος του έργου είναι να παράσχει στην επιστημονική κοινότητα και σε κάθε ενασχολούμενο με τις ανώνυμες εταιρίες (δικηγόρους, δικαστές, λογιστές, συμβούλους επιχειρήσεων κ.λπ.) μία συστηματική και εις βάθος ερμηνεία του δικαίου της ΑΕ.
Πρόλογος 2ης έκδοσης VII
Πρόλογος 1ης έκδοσης IX
Συνεργάτες (αλφαβητικά και καθ’ ύλη) XI
Βιογραφικά Συγγραφέων ΧIII
Συντομογραφίες LV
Βιβλιογραφία LIX
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
I. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΑΕ ΔΙΕΘΝΩΣ -
ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΑΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ -
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΕ & ΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΗΣ ΑΕ -
ΤΟ ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ
1. Η ανανέωση του εταιρικού δικαίου και η σημασία της ανώνυμης εταιρίας 6
2. Η ιστορία και η εξέλιξη της ΑΕ 8
2.1. Η αρχική μορφή της ανώνυμης εταιρίας 8
2.2. Ο 19ος αιώνας 9
2.3. Ο 20ός αιώνας 9
2.4. Η σημερινή ανάπτυξη του δικαίου της ΑΕ 10
3. Το δίκαιο της ΑΕ στην Ελλάδα 10
3.1. Μέχρι τον κ.ν. 2190/1920 10
3.2. Μετά τον κ.ν. 2190/1920 και μέχρι το ν. 4548/2018 12
4. Τα χαρακτηριστικά της ΑΕ 14
4.1. Η ποικιλία των χαρακτηριστικών της ΑΕ 14
4.2. Η σχετικότητα των ορισμών της ΑΕ 15
5. Ο «τύπος» της ΑΕ 17
6. Οι «τύποι» της ΑΕ 19
6.1. Η ΑΕ με εισηγμένες μετοχές ή άλλες κινητές αξίες 20
6.2. Οι «μικρές», οι «κλειστές» και οι «οικογενειακές» ΑΕ 20
6.2.1. Οι «μικρές» ΑΕ 21
6.2.2. Οι «κλειστές» ΑΕ 22
6.2.3. Οι οικογενειακές ΑΕ 23
6.3. Η μονοπρόσωπη ΑΕ 23
6.4. Άλλοι τύποι ΑΕ 24
7. Το εταιρικό συμφέρον 24
7.1. Το πρόβλημα 24
7.2. Οι προτεινόμενες λύσεις 25
7.3. Παράμετροι που επηρεάζουν τον προσδιορισμό
του εταιρικού συμφέροντος 33
7.4. Το συμφέρον του ομίλου 36
II. ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
1. Εισαγωγικά 39
2. Η ελευθερία εγκατάστασης (49 ΣΛΕΕ και 54 ΣΛΕΕ) ως κεντρικός άξονας
του ενωσιακού εταιρικού δικαίου 39
3. Η ελευθερία κυκλοφορίας των κεφαλαίων (63 ΣΛΕΕ) ως διέπουσα
ειδικότερα ζητήματα του ενωσιακού εταιρικού δικαίου 42
4. Οι ενωσιακές νομοθετικές πράξεις στον τομέα του εταιρικού δικαίου 44
4.1. Οι Οδηγίες 45
4.1.1. Η Πρώτη Οδηγία 68/151/ΕΟΚ που αντικαταστάθηκε
από την Οδηγία 2009/101/ΕΚ 45
4.1.2. Η Δεύτερη Οδηγία 77/91/ΕΟΚ που αντικαταστάθηκε
από την Οδηγία 2012/30/ΕΕ 46
4.1.3. Η Τρίτη Οδηγία 78/855/ΕΟΚ που αντικαταστάθηκε
από την Οδηγία 2011/35/ΕΕ 46
4.1.4. Η Τέταρτη Οδηγία 78/660/ΕΟΚ που αντικαταστάθηκε
από την Οδηγία 2013/34/ΕΕ 46
4.1.5. Η Οδηγία 86/635/ΕΟΚ 46
4.1.6. Η Έκτη Οδηγία 82/891/ΕΟΚ 47
4.1.7. Η Έβδομη Οδηγία 83/349/ΕΟΚ που αντικαταστάθηκε
από την Οδηγία 2013/34/ΕΕ 47
4.1.8. Η Όγδοη Οδηγία 84/253/ΕΟΚ 47
4.1.9. Η Ενδέκατη Οδηγία 89/666/ΕΟΚ 47
4.1.10 Η Οδηγία 2004/25/ΕΚ 47
4.1.11. Η Δέκατη Οδηγία 2005/56/ΕΚ 48
4.1.12. Η Οδηγία 2006/43/ΕΚ και η μετέπειτα Οδηγία 2014/56/ΕΕ 48
4.1.13. Οι Οδηγίες 2007/36/ΕΚ και 2017/828/ΕΕ 48
4.1.14. Η Οδηγία 2012/17/ΕΕ 48
4.1.15. Η Οδηγία 2013/34/ΕΕ 49
4.1.16. Η Οδηγία 2013/36/ΕΕ 49
4.1.17. Η Έκθεση Ομάδας Εργασίας του 2011 και η 14 Οδηγία 49
4.1.18. Η Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 50
4.1.19. Τα πιο πρόσφατα βήματα: Οι Οδηγίες (ΕΕ) 2019/1151 και (ΕΕ) 2019/2121 50
4.2. Οι Κανονισμοί 51
4.2.1. Ο Κανονισμός (ΕΟΚ) 2137/85 για τον Ευρωπαϊκό Όμιλο
Οικονομικού Σκοπού (ΕΟΟΣ) 51
4.2.2. Ο Κανονισμός (ΕΚ) 2157/2001 για την Ευρωπαϊκή Εταιρία (SE) 51
4.2.3. Ο Κανονισμός (ΕΚ) 1435/2003 για την Ευρωπαϊκή Συνεταιριστική Εταιρία (SCE) 52
4.2.4. Οι Κανονισμοί (ΕΚ) 1606/2002 και (ΕΚ) 1126/2008
για τα διεθνή λογιστικά πρότυπα (ΔΛΠ) 52
4.2.5. Ο Εκτελεστικός Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1212 52
III. ΕΙΣΗΓΜΕΝΗ ΑΕ
1. Η έννοια της «εισηγμένης ΑΕ» μετά τον ν. 4548/2018 και η θέση της
στο μεταίχμιο του εταιρικού δικαίου και δικαίου της κεφαλαιαγοράς 58
2. Οι λόγοι εισαγωγής τίτλων της ΑΕ προς διαπραγμάτευση 60
3. Η προστασία των μετόχων και των κατόχων λοιπών τίτλων
(επενδυτών) ως κύρια ratio του «ειδικού δικαίου της εισηγμένης ΑΕ» 62
4. Ρυθμίσεις εταιρικού δικαίου 63
4.1. Γενικά 63
4.2. Εποπτεία – Μητρώο 65
4.3. Μετοχικό κεφάλαιο 66
4.4. Διοικητικό Συμβούλιο 67
4.5. Γενική Συνέλευση 69
4.6. Δικαιώματα μειοψηφίας 72
4.7. Χρηματοοικονομικές καταστάσεις – Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής
Αναφοράς – Μη χρηματοοικονομικές καταστάσεις 72
4.8. Εξαγορά μετοχών 74
4.9. Λύση και έμμεση διαγραφή από τη ρυθμιζόμενη αγορά 74
5. Ρυθμίσεις δικαίου κεφαλαιαγοράς 75
5.1. Προϋποθέσεις εισαγωγής τίτλων ΑΕ σε ρυθμιζόμενη αγορά 75
5.2. Έκτακτες υποχρεώσεις πληροφόρησης (δημοσιότητας) 77
5.3. Απαγόρευση κατάχρησης της αγοράς 78
5.4. Δημόσιες προτάσεις αγοράς κινητών αξιών 80
IV. ΟΜΙΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
1. Έννοια και σημασία των ομίλων επιχειρήσεων 85
2. Μορφές ομιλικής σύνδεσης 89
3. Διάκριση των ομίλων επιχειρήσεων από παρεμφερείς έννοιες 94
4. Νομικά ζητήματα των ομίλων επιχειρήσεων 96
4.1. Ζητήματα εταιρικού δικαίου 96
4.2. Λοιποί κλάδοι δικαίου 98
V. ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
1. Έννοια, πεδίο εφαρμογής και κύριοι άξονες της εταιρικής διακυβέρνησης 104
1.1. Έννοια και κύριοι άξονες 104
1.2. Πεδίο εφαρμογής και διαφοροποίηση των κανόνων ΕΔ μεταξύ των επιμέρους
κατηγοριών εταιριών 105
2. Η διάρθρωση των κανόνων ΕΔ 107
2.1. Νομική φύση των κανόνων ΕΔ 107
2.2. Η εξέλιξη της ΕΔ στην ελληνική έννομη τάξη έως το 2020: Ν. 3016/2002
και Κώδικες Εταιρικής Διακυβέρνησης 108
2.3. Η αναθεώρηση του πλαισίου της ΕΔ: Ν. 4706/2020 και νέος Κώδικας ΕΔ 109
3. Οι κανόνες ΕΔ για το ΔΣ 112
3.1. Διάκριση των μελών του ΔΣ σε εκτελεστικά, μη εκτελεστικά
και ανεξάρτητα μη εκτελεστικά 112
3.2. Ευθύνη 115
3.3. Τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη 118
3.3.1. Ιδιότητα ανεξάρτητου μη εκτελεστικού μέλους 118
3.3.2. Κριτική θεσμού 121
3.4. Καταλληλότητα των μελών του ΔΣ 122
4. Οι επιτροπές του ΔΣ 124
4.1. Ο ρόλος των επιτροπών του ΔΣ 124
4.2. Ειδικά η Επιτροπή Ελέγχου 125
5. Σύστημα ΕΔ και Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου 127
5.1. Σύστημα ΕΔ 127
5.2. Το Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου και τα επιμέρους συστατικά του 128
5.2.1. Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου 128
5.2.2. Εσωτερικός Έλεγχος 128
5.2.3. Διαχείριση Κινδύνων – Κανονιστική Συμμόρφωση 130
6. Κανονισμός λειτουργίας, κυρώσεις και άλλες διατάξεις 132
7. Ειδικά η ΕΔ των εταιριών του χρηματοπιστωτικού τομέα
και των εταιριών του Δημοσίου 133
VI. ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
1. Έννοια 138
2. Διεθνείς πρωτοβουλίες 140
2.1. Πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 141
2.2. Οι Κατευθυντήριες Οδηγίες του ΟΟΣΑ για τις Πολυεθνικές Επιχειρήσεις 143
2.3. Πρωτοβουλίες των Ηνωμένων Εθνών 144
2.4. Πρωτοβουλίες του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης 144
2.5. Πρωτοβουλίες της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας 145
3. Η ΕΚΕ de lege lata 145
3.1. Η Οδηγία 2014/95/ΕΕ και τα άρθρ. 151, 154 ν. 4548/2018 –
πλέον η νέα Οδηγία 2022/2464 145
3.2. Η σημασία της Οδηγίας 2014/95/ΕΕ και πλέον της νέας Οδηγίας (ΕΕ) 2022/2464
για το εταιρικό δίκαιο 147
VII. Η ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ & Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΑΕ
1. H σημασία της λογιστικής 155
1.1. Το πεδίο εφαρμογής 155
1.2. Η τήρηση των λογιστικών αρχείων 158
1.3. Η σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων 158
2. Το λογιστικό δίκαιο της ΑΕ 161
2.1. Το πλαίσιο σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων στην Ελλάδα 161
2.2. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τα ΕΛΠ 162
2.3. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τα ΔΠΧΑ 163
2.4. Αρχές κατάρτισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων 165
3. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις 166
3.1. Ο ισολογισμός 166
3.2. Η κατάσταση αποτελεσμάτων 167
3.3. Η κατάσταση μεταβολών καθαρής θέσης 169
3.4. Η κατάσταση χρηματοροών 170
3.5. Το προσάρτημα 171
4. Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις 172
5. Ο έλεγχος των χρηματοοικονομικών καταστάσεων 174
6. Μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση 177
6.1. Λογιστική μη χρηματοοικονομικής πληροφόρησης 178
6.2. Εκθέσεις μη χρηματοοικονομικής πληροφόρησης 180
6.3. Έλεγχος εκθέσεων μη χρηματοοικονομικής πληροφόρησης 188
ΝΟΜΟΣ 4548/2018
«Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών»
(ΦΕΚ Α΄ 104/13.6.2018)
Τμήμα Πρώτο
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1 – Έννοια της ανώνυμης εταιρείας - Πεδίο εφαρμογής του
παρόντος νόμου 193
1. Αντικείμενο ρύθμισης 196
2. Τα τρία θεμελιώδη χαρακτηριστικά της ΑΕ 197
2.1. Ο κεφαλαιουχικός χαρακτήρας 197
2.2. Η νομική προσωπικότητα 197
2.3. Η εμπορική ιδιότητα 200
3. Η κάμψη της νομικής προσωπικότητας 200
Άρθρο 2 – Ορισμοί 210
Άρθρο 3 – Επίλυση διαφορών 212
1. Αποκλειστική δωσιδικία της έδρας της εταιρίας 213
2. Υπαγωγή εταιρικών διαφορών σε διαιτησία και διαμεσολάβηση 214
Τμήμα Δεύτερο
ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ –
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΤΗΣ
Άρθρο 4 – Τρόπος ίδρυσης της ανώνυμης εταιρείας και τροποποίησης
του καταστατικού της 217
1. Ο αριθμός των ιδρυτών και η μονοπρόσωπη ΑΕ 220
2. Το καταστατικό της ΑΕ 221
2.1. Έννοια, λειτουργία και νομική φύση του καταστατικού 221
2.2. Τροποποίηση του καταστατικού, διάκριση από παρεμφερείς έννοιες 223
3. Οι εξωεταιρικές συμφωνίες 227
Άρθρο 5 – Περιεχόμενο του καταστατικού 231
1. Υποχρεωτικό περιεχόμενο του καταστατικού 232
2. Προαιρετικό περιεχόμενο του καταστατικού 234
Άρθρο 6 – Επωνυμία 237
1. Έννοια και λειτουργία της επωνυμίας 238
2. Ειδικές διατάξεις για την επωνυμία της ΑΕ 240
Άρθρο 7 – Έδρα της εταιρείας 243
1. Έννοια και κανόνες περί έδρας 246
2. Η σημασία της έδρας της ΑΕ ως προς τη λειτουργία της 248
3. Το εφαρμοστέο δίκαιο στην ΑΕ 249
3.1. Σημασία και θεωρίες 249
3.2. Το δίκαιο της «πραγματικής έδρας» ως κρατούσα αντίληψη στην Ελλάδα 250
3.3. Παρεκκλίσεις από τον κανόνα της «πραγματικής έδρας» 251
4. Έκταση εφαρμογής της Lex societatis 253
4.1. Σύσταση – Ικανότητα δικαίου – Λύση 253
4.2. Εσωτερικές σχέσεις 254
4.3. Δίκαιο συνδεδεμένων επιχειρήσεων 254
4.4. Ευθύνη εταίρων και οργάνων έναντι τρίτων 255
4.5. Διασυνοριακές συγχωνεύσεις 255
4.6. Ειδικότερα η πτώχευση 257
5. Η έδρα της Ευρωπαϊκής Εταιρίας (SE) 257
6. Η μεταφορά της έδρας 258
7. Δευτερεύουσες εγκαταστάσεις 262
Άρθρο 8 – Διάρκεια της εταιρείας 264
Άρθρο 9 – Έλεγχος που διενεργείται κατά την ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας
και τις εταιρικές μεταβολές 267
1. Το αντικείμενο της ρύθμισης 270
2. Ο έλεγχος κατά την ίδρυση της ΑΕ 271
2.1. Ο έλεγχος των κοινών ΑΕ 271
2.2. Ο έλεγχος των «ειδικών» ΑΕ 272
3. Ο έλεγχος κατά την τροποποίηση του καταστατικού 276
4. Ο έλεγχος κατά την καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. μεταβολών,
που δεν αποτελούν τροποποίηση καταστατικού 278
Άρθρο 10 – Πράξεις κατά το ιδρυτικό στάδιο - Ευθύνη ιδρυτών 280
1. Αντικείμενο της ρύθμισης 281
2. Οι πράξεις κατά το ιδρυτικό στάδιο 281
2.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 281
2.2. Η νομική φύση της υπό ίδρυση ΑΕ 282
2.3. Η ευθύνη των ιδρυτών και η ανάληψη της ευθύνης από την ιδρυθείσα ΑΕ 283
2.4. Η κτήση δικαιωμάτων από την ιδρυθείσα ΑΕ 286
3. Η ευθύνη των ιδρυτών από πλημμέλειες κατά την ίδρυση της εταιρίας 287
Άρθρο 11 – Κήρυξη της ακυρότητας της εταιρείας 289
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 291
1.1. Αντικείμενο της ρύθμισης 291
1.2. Η νομική αντιμετώπιση ελαττωμάτων του καταστατικού ή των δηλώσεων
βούλησης των ιδρυτών μετά την ίδρυση της ΑΕ 293
2. Το πραγματικό της διάταξης 295
2.1. Οι λόγοι ακύρωσης 295
2.2. Η δικαστική ακύρωση 297
Τμήμα Τρίτο
ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ
Άρθρο 12 – Πράξεις και στοιχεία που υποβάλλονται σε δημοσιότητα
στο Γ.Ε.ΜΗ. 302
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 305
2. Οι δημοσιευτέες πράξεις και στοιχεία 306
2.1. Σύσταση ΑΕ και τροποποιήσεις καταστατικού 307
2.2. Διορισμός, εκλογή ή παύση προσώπων που ασκούν διαχείριση
ή εκπροσωπούν την ΑΕ, των ελεγκτών και των εκκαθαριστών 308
2.3. Κεφάλαιο 309
2.4. Χρηματοοικονομικές καταστάσεις και εκθέσεις ΔΣ 309
2.5. Δικαστικές αποφάσεις, λύση και διαγραφή της ΑΕ 310
3. Ο μη εξαντλητικός χαρακτήρας του καταλόγου
των δημοσιευτέων στοιχείων του άρθρ. 12 311
4. Έννομα αποτελέσματα της δημοσιότητας στο Γ.Ε.ΜΗ. 312
4.1. Εισαγωγικά 312
4.2. Δηλωτικός χαρακτήρας 313
4.3. Συστατικός χαρακτήρας και άλλες λειτουργίες της δημοσιότητας 314
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 12
Ζητήματα δημοσιότητας υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιριών
1. Η Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 319
2. Το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων των άρθρ. 36-45 ν. 4919/2022 320
2.1. Νομικοί τύποι εταιρειών 320
2.2. H έννοια του «υποκαταστήματος» 321
3. Τα απαιτούμενα στοιχεία και έγγραφα δημοσιότητας 322
3.1. Για τα υποκαταστήματα εταιριών των κρατών μελών
ΕΕ και ΕΟΧ (άρθρ. 39 ν. 4919/2022) 322
3.1.1. Σκοπός του άρθρ. 39 ν. 4919/2022 322
3.1.2. Δημοσιότητα 323
3.1.3. Τα λογιστικά έγγραφα 325
3.2. Για τα υποκαταστήματα εταιριών των τρίτων χωρών (άρθρ. 43 ν. 4919/2022) 326
4. Μητρώο δημοσιότητας (άρθρ. 36 παρ. 1 ν. 4919/2022) 327
5. Αποκλίσεις των διατυπώσεων δημοσιότητας στην αλλοδαπή και στην ημεδαπή
(άρθρ. 36 παρ. 2 ν. 4919/2022) 328
6. Σύσταση περισσοτέρων υποκαταστημάτων (άρθρ. 36 παρ. 3 ν. 4919/2022) 328
7. Η προστασία των τρίτων (άρθρ. 36 παρ. 4 ν. 4919/2022) 329
8. Στοιχεία εγγράφων των υποκαταστημάτων αλλοδαπής εταιρίας
(άρθρ. 37 ν. 4919/2022) 330
Άρθρο 13 – Τρόπος πραγματοποίησης της δημοσιότητας 332
1. Η «εμπορική δημοσιότητα» των δημοσιευτέων πράξεων και στοιχείων για τις ΑΕ 334
2. Οργάνωση και διάρθρωση του Γ.Ε.ΜΗ. 336
3. Οι καταχωρίσεις στο Γ.Ε.ΜΗ. 337
Άρθρο 14 – Στοιχεία εγγράφων της εταιρείας 340
1. Τα έγγραφα και ο διαδικτυακός τόπος της ΑΕ
ως δευτερεύοντα μέσα δημοσιότητας 341
2. Επιμέρους στοιχεία των εγγράφων και του διαδικτυακού τόπου της ΑΕ 342
3. Συνέπειες της παράλειψης αναφοράς των απαιτούμενων στοιχείων 343
Τμήμα Τέταρτο
ΜΕΤΟΧΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κεφάλαιο Α΄
ΚΑΛΥΨΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Άρθρο 15 – Κεφάλαιο της ανώνυμης εταιρείας 344
1. Έννοια και λειτουργία του μετοχικού κεφαλαίου 345
1.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 345
1.2. Η αρχή του σχηματισμού του μετοχικού κεφαλαίου 346
1.3. Η αρχή της διατήρησης του μετοχικού κεφαλαίου 348
2. Νόμισμα και ύψος του μετοχικού κεφαλαίου 349
Άρθρο 16 – Κάλυψη του κεφαλαίου 350
1. Κάλυψη του μετοχικού κεφαλαίου: Έννοια, νομική φύση και εφαρμοστέο δίκαιο 351
2. Χρόνος κατάρτισης της σύμβασης ανάληψης 354
3. Τα συμβαλλόμενα πρόσωπα στη σύμβαση ανάληψης 356
4. Η δημόσια προσφορά μετοχών ειδικότερα 357
Άρθρο 17 – Εισφορές σε είδος και αποτίμηση των εισφορών αυτών 361
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 364
2. Εισφορά σε είδος και απόσχιση κλάδου 366
3. Έννοια της εισφοράς σε είδος 367
4. Πρόβλεψη της εισφοράς σε είδος στο καταστατικό ή στην απόφαση
περί αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου 369
5. Αποτίμηση της εισφοράς σε είδος 370
6. Ανώμαλη εξέλιξη της υποχρέωσης καταβολής επί εισφοράς σε είδος 372
7. Οι συγκεκαλυμμένες εισφορές σε είδος 373
Άρθρο 18 – Δυνατότητα μη αποτίμησης των εταιρικών εισφορών 377
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 379
2. Οι εξαιρέσεις από την ad hoc αποτίμηση 380
2.1. Μέσα χρηματαγοράς ή κινητές αξίες 380
2.2. Προηγούμενη αποτίμηση από εμπειρογνώμονα 381
2.3. Αποτίμηση στο πλαίσιο οικονομικών καταστάσεων 383
3. Υποχρεώσεις δημοσιότητας 383
Άρθρο 19 – Μεταγενέστερη απόκτηση στοιχείων του ενεργητικού 385
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 386
2. Απαγορευμένες συμβάσεις 387
3. Έννομες συνέπειες 389
4. Έγκυρη σύναψη συμβάσεων 390
5. Εξαιρέσεις από την απαγόρευση 390
Άρθρο 20 – Καταβολή και πιστοποίηση της καταβολής του κεφαλαίου 392
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 396
2. Οι εισφορές σε χρήμα 396
2.1. Γενικά 396
2.2. Κατάθεση σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό της εταιρίας 397
2.3. Χρησιμοποίηση της εισφοράς για σκοπούς της εταιρίας 398
2.4. Προκαταβολές έναντι μελλοντικής εισφοράς 400
2.5. Καταβολή της εισφοράς διά συμψηφισμού 401
3. Χρόνος καταβολής των εισφορών 403
4. Πιστοποίηση της καταβολής του κεφαλαίου 405
5. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή του κεφαλαίου 409
Άρθρο 21 – Μερική καταβολή του κεφαλαίου 411
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 414
2. Προϋποθέσεις και συνέπειες της μερικής καταβολής 416
3. Συνέπειες από τη μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης 419
Άρθρο 22 – Απαγόρευση απαλλαγής από την υποχρέωση καταβολής
εισφοράς ή επιστροφής της εισφοράς 423
Κεφάλαιο Β΄
ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΟΧΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Άρθρο 23 – Είδη αύξησης 425
1. Αντικείμενο ρύθμισης 426
2. Γενικά ως προς την αύξηση κεφαλαίου 426
2.1. Η σημασία της αύξησης 426
2.2. Είδη και παραλλαγές της αύξησης κεφαλαίου 428
2.2.1. Τακτική και έκτακτη αύξηση 428
2.2.2. Πραγματική και ονομαστική αύξηση 428
2.2.3. Αύξηση με χρηματικές εισφορές και αύξηση με εισφορές σε είδος 430
2.2.4. Παραλλαγές της αύξησης: αύξηση κεφαλαίου υπό αίρεση,
προκαταβολές μετόχων και «αυξομείωση» κεφαλαίου 430
2.2.4.1. Αύξηση κεφαλαίου υπό αίρεση 430
2.2.4.2. Προκαταβολές μετόχων ενόψει αύξησης κεφαλαίου 430
2.2.4.3. «Αυξομείωση» κεφαλαίου 431
2.2.5. Με ιδιωτική τοποθέτηση ή με δημόσια εγγραφή –
ιδιαιτερότητες επί εισηγμένων εταιριών 432
Άρθρο 24 – Έκτακτη αύξηση κεφαλαίου 434
1. Αντικείμενο ρύθμισης και τροποποιήσεις σε σχέση με το κ.ν. 2190/1920 435
1.1. Ειδικότερα: η κατάργηση του άρθρ. 13 παρ. 4α κ.ν. 2190/1920 436
2. Η έκτακτη αύξηση με απόφαση ΔΣ 436
3. Η έκτακτη αύξηση με απόφαση συνήθους ΓΣ 438
4. Ο νομικός χαρακτήρας της έκτακτης αύξησης 438
Άρθρο 25 – Απόφαση και διαδικασία αύξησης κεφαλαίου 440
1. Αντικείμενο ρύθμισης 441
2. Νομική φύση της αύξησης κεφαλαίου 442
3. Περιεχόμενο της απόφασης για την αύξηση 442
4. Προσδιορισμός της τιμής διάθεσης και εξουσιοδότηση στο ΔΣ
για τον προσδιορισμό της 444
4.1 Προσδιορισμός της τιμής διάθεσης 444
4.2 Ειδικότερα, η έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο 444
4.3 Εξουσιοδότηση στο ΔΣ για τον προσδιορισμό της τιμής διάθεσης 446
5. Αναγκαιότητα έγκρισης από τις κατηγορίες μετόχων 446
6. Έλεγχος της απόφασης για αύξηση κεφαλαίου 448
Άρθρο 26 – Δικαίωμα προτίμησης 450
1. Αντικείμενο ρύθμισης 452
2. Σημασία, φύση, διάκριση από συναφείς έννοιες και δυνατότητα
μεταβίβασης του δικαιώματος προτίμησης 452
2.1 Σημασία και φύση του δικαιώματος 452
2.2 Διάκριση από συναφείς έννοιες 453
2.3 Μεταβίβαση του δικαιώματος προτίμησης και, επί εισηγμένων εταιριών,
αποκοπή και χωριστή διαπραγμάτευση δικαιώματος 454
3. Φορείς και πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος προτίμησης 455
4. Διαδικασία άσκησης του δικαιώματος προτίμησης 457
4.1 Καθορισμός από τη ΓΣ και εύρος προθεσμίας άσκησης του δικαιώματος 457
4.2 Καθορισμός από το ΔΣ της προθεσμίας άσκησης του δικαιώματος 458
4.3 Ειδικές περιπτώσεις έναρξης της προθεσμίας 458
4.4 Η πρόσκληση άσκησης του δικαιώματος προτίμησης και η σημασία αυτής 459
4.5 Δημοσίευση της πρόσκλησης άσκησης του δικαιώματος προτίμησης 460
5. Προστασία του δικαιώματος προτίμησης 460
6. Ελεύθερη διάθεση μετοχών από το ΔΣ 461
Άρθρο 27 – Περιορισμός ή αποκλεισμός του δικαιώματος προτίμησης 463
1. Αντικείμενο ρύθμισης 464
2. Προϋποθέσεις περιορισμού ή κατάργησης του δικαιώματος προτίμησης 465
2.1. Τυπικές προϋποθέσεις 465
2.1.1. Απόφαση ΓΣ 465
2.1.2. Σύνταξη έκθεσης από το ΔΣ 465
2.2. Ουσιαστικές προϋποθέσεις 467
2.2.1. Εταιρικό συμφέρον 467
2.2.2. Συνέπειες λήψης απόφασης κατά παράβαση του εταιρικού συμφέροντος 468
2.2.3. Αρχή της ισότιμης μεταχείρισης 468
3. Ειδικές περιπτώσεις 469
3.1. Ανάληψη μετοχών από πιστωτικό ίδρυμα 469
3.2. Πρόγραμμα διάθεσης μετοχών 469
3.3. Μικτή αύξηση (με χρηματικές εισφορές και εισφορές σε είδος) 469
3.4. Εξουσιοδότηση του ΔΣ ή της συνήθους ΓΣ να αποκλείσει
το δικαίωμα προτίμησης 470
Άρθρο 28 – Δυνατότητα μερικής κάλυψης του κεφαλαίου
σε περιπτώσεις αύξησης 472
Κεφάλαιο Γ΄
ΜΕΙΩΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΟΧΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Άρθρο 29 – Μείωση κεφαλαίου 474
1. Γενικά – Λειτουργία, καταστατική διάσταση και σκοποί της μείωσης κεφαλαίου 478
2. Είδη και τεχνικές μείωσης κεφαλαίου 480
2.1. Είδη μείωσης κεφαλαίου 480
2.2. Τεχνικές μείωσης κεφαλαίου 482
3. Η εταιρική απόφαση για τη μείωση κεφαλαίου 483
3.1. Αρμοδιότητα 483
3.2. Πρόσκληση ΓΣ 485
3.3. Περιεχόμενο της απόφασης μείωσης κεφαλαίου 486
3.3.1. Ελάχιστο περιεχόμενο απόφασης και αποκλίσεις από την πρόσκληση 486
3.3.2. Περιορισμοί της εξουσίας της ΓΣ 487
3.4. Δημοσιότητα της απόφασης 490
3.5. Διοικητική έγκριση 491
3.6. Έγκριση από λοιπές υφιστάμενες κατηγορίες μετόχων 491
4. Έννομα αποτελέσματα - Δικαιούχοι προϊόντος μείωσης κεφαλαίου 493
5. Ελαττωματική μείωση κεφαλαίου 495
Άρθρο 30 – Προστασία δανειστών σε περίπτωση μείωσης κεφαλαίου 496
1. Η αναγκαιότητα προστασίας των δανειστών
στη μείωση κεφαλαίου – Ρυθμιστικές επιλογές 498
2. Πεδίο εφαρμογής 499
3. Περιορισμός καταβολής στους μετόχους 501
3.1. Χρόνος αναφοράς ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων 501
3.2. Αντιρρήσεις δανειστών ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων - Συνέπειες 501
3.3. Αντιρρήσεις δανειστών μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων 503
3.4. Δικαστική διαδικασία επίλυσης αντιρρήσεων δανειστών 504
3.5. Επαρκείς ασφάλειες 505
3.6. Έναρξη και έκταση καταβολών στους μετόχους 506
4. Έννομες συνέπειες ελαττωματικής καταβολής 507
Άρθρο 31 – Ειδικοί τρόποι μείωσης του κεφαλαίου 509
1. Γενικά 510
2. Μείωση κεφαλαίου σε είδος 510
3. Μείωση κεφαλαίου με σχηματισμό ειδικού αποθεματικού 513
Άρθρο 32 – Απόσβεση του κεφαλαίου 516
1. Γενικά 518
2. Νομική φύση 519
3. Διαδικασία και προϋποθέσεις της απόσβεσης 520
3.1. Αρμοδιότητα 520
3.2. Περιεχόμενο απόφασης 521
3.3. Πηγές χρηματοδότησης της απόσβεσης 522
3.4. Έγκριση της απόσβεσης από κατηγορίες μετοχών 524
3.5. Δημοσιότητα 525
4. Αποτελέσματα της απόσβεσης και αποσβεσμένες μετοχές («μετοχές επικαρπίας») 525
Τμήμα Πέμπτο
ΜΕΤΟΧΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΙ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
Κεφάλαιο Α΄
ΟΙ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΙ ΤΙΤΛΟΙ
Άρθρο 33 – Οι εκδιδόμενοι τίτλοι 528
1. Αντικείμενο ρύθμισης 530
2. Ο κλειστός αριθμός των εκδιδόμενων τίτλων 531
3. Οι κατηγορίες και οι σειρές των τίτλων 532
4. Οι συνδεδεμένοι τίτλοι 533
5. Η δυνατότητα χωριστής διάθεσης δικαιωμάτων από τους τίτλους 534
6. Η διάσπαση (split) και η συνένωση μετοχών (reverse split) 536
Κεφάλαιο Β΄
ΜΕΤΟΧΕΣ
Άρθρο 34 – Διαίρεση του κεφαλαίου σε μετοχές 538
1. Αντικείμενο ρύθμισης 540
2. Η έννοια της μετοχής 541
2.1. Ως τμήμα του κεφαλαίου 541
2.2. Η μετοχική έννομη σχέση 542
2.2.1. Κτήση και απώλεια της μετοχικής ιδιότητας 542
2.2.2. Δικαιώματα και υποχρεώσεις από τη μετοχική σχέση 544
2.2.2.1. Δικαιώματα διοικήσεως 544
2.2.2.2. Περιουσιακά δικαιώματα και δυνατότητα άσκησης εταιρικών αξιώσεων 545
2.2.2.3. Υποχρεώσεις του μετόχου 546
2.3. Η μετοχή ως τίτλος 546
Άρθρο 35 – Ονομαστική αξία μετοχών 548
1. Αντικείμενο ρύθμισης και ορολογικές αποσαφηνίσεις 550
2. Η σημασία πρόβλεψης της ονομαστικής αξίας της μετοχής 550
3. Διαφοροποίηση της ονομαστικής αξίας των μετοχών 552
4. Τιμή έκδοσης της μετοχής 553
Άρθρο 36 – Αρχή της ισότητας 557
1. Αντικείμενο ρύθμισης 559
2. Αρχή της ισότητας 559
2.1. Περιεχόμενο 559
2.2. Εξαιρέσεις 560
3. Αρχή της ίσης μεταχείρισης 560
4. Υποχρέωση πίστης των μετόχων 562
4.1. Γενικά 562
4.2. Θεμελίωση της υποχρέωσης πίστης 563
4.3. Υποχρεώσεις κατά την άσκηση δικαιωμάτων διοίκησης 565
4.4. Συνέπειες παράβασης 566
Άρθρο 37 – Κοινές μετοχές 567
1. Αντικείμενο ρύθμισης 567
2. Οι κοινές μετοχές ως «κατηγορία υποδοχής» 568
3. Η ύπαρξη τουλάχιστον μίας κοινής μετοχής 568
4. Δικαιώματα των κοινών μετόχων 569
Άρθρο 38 – Προνομιούχες μετοχές 570
1. Αντικείμενο ρύθμισης 573
2. Έννοια και σκοπός των προνομίων 573
3. Διαδικασία έκδοσης προνομιούχων μετοχών 574
3.1. Με πρόβλεψη στο καταστατικό 574
3.2. Με τροπή κοινών μετοχών σε προνομιούχες 576
3.3. Ιδιαιτερότητες των εκδιδόμενων τίτλων 576
4. Τα επιμέρους προνόμια 577
4.1. Ο κανόνας του ελεύθερου προσδιορισμού των προνομίων 577
4.2. Τα προνόμια της παρ. 1 577
4.2.1. Προνομιακή απόληψη μερίσματος και σωρευτικό μέρισμα 577
4.2.2. Προνομιακή απόδοση κεφαλαίου κατά τη μείωση κεφαλαίου
και την εκκαθάριση 579
4.3. Τα προνόμια της παρ. 2 580
4.3.1. Παροχή σταθερού μερίσματος 580
4.3.2. Συμμετοχή στα κέρδη 580
4.3.3. Απόληψη τόκου 581
5. Είδη προνομιούχων μετοχών 581
5.1. Προνομιούχες μετοχές με και χωρίς δικαίωμα ψήφου 581
5.2. Προνομιούχες μετοχές μετατρέψιμες σε κοινές 582
5.3. Προνομιούχες μετοχές προβλεπόμενες σε ειδική νομοθεσία 584
6. Κατάργηση ή περιορισμός του προνομίου 584
Άρθρο 39 – Εξαγοράσιμες μετοχές 586
1. Αντικείμενο ρύθμισης 588
2. Λειτουργία και χαρακτηριστικά των εξαγοράσιμων μετοχών 589
3. Διαδικασία έκδοσης εξαγοράσιμων μετοχών και προσδιορισμός
των προϋποθέσεων και των τρόπων εξαγοράς 591
3.1. Έκδοση εξαγοράσιμων μετοχών μέσω αύξησης κεφαλαίου 591
3.2. Προσδιορισμός των προϋποθέσεων και των τρόπων εξαγοράς 591
3.3. Η νέα δυνατότητα τροπής κοινών μετοχών σε εξαγοράσιμες 592
4. Προϋποθέσεις εξαγοράς 593
4.1. Καταστατική πρόβλεψη 593
4.2. Πλήρης εξόφληση των μετοχών 593
4.3. Κανόνες σχετικοί με τη χρηματοδότηση της εξαγοράς 593
4.4. Δημοσιότητα 595
5. Δήλωση εξαγοράς και συνέπειές της 595
Άρθρο 40 – Ονομαστικές μετοχές - Μετοχικοί τίτλοι 597
1. Η ονομαστικοποίηση των ανώνυμων μετοχών 601
2. Οι ονομαστικές μετοχές 605
3. Το βιβλίο μετόχων 606
4. Οι μετοχικοί τίτλοι 609
5. Οι άυλες μετοχές 611
Άρθρο 41 – Μεταβίβαση των μετοχών με ειδική διαδοχή 621
1. Η αρχή της ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών 624
2. Η μεταβίβαση της μετοχικής έννομης σχέσης,
που δεν έχει ενσωματωθεί σε μετοχικό τίτλο 625
3. Η (εν ζωή) μεταβίβαση των ενσώματων μετοχών 625
4. Η μεταβίβαση των μετοχών σε λογιστική μορφή 630
5. Η φορολογία της μεταβίβασης μετοχών 644
6. Η κατάσχεση των μετοχών 647
Άρθρο 42 – Μεταβίβαση των μετοχών λόγω καθολικής διαδοχής 655
1. Το κληρονομητό της μετοχικής σχέσης 656
2. Η κληρονομική διαδοχή επί μη ενσωματωμένων μετοχικών δικαιωμάτων 656
3. Η κληρονομική διαδοχή επί των μετοχών 657
4. Η κληρονομική διαδοχή επί των άυλων μετοχών 658
5. Η οιονεί καθολική διαδοχή επί μετοχών 661
6. Η φορολογική αντιμετώπιση της καθολικής διαδοχής επί μετοχών ΑΕ 663
Άρθρο 43 – Δεσμευμένες μετοχές 665
1. Εισαγωγή 669
2. Σκοπός 671
3. Πεδίο εφαρμογής της δέσμευσης 671
4. Εισαγωγή και κατάργηση της δέσμευσης 674
5. Διάκριση από εξωεταιρικές συμφωνίες 676
6. Οι περιπτώσεις περιορισμού της μεταβίβασης μετοχών,
όπως προβλέπονται στο άρθρ. 43 677
6.1. Έγκριση της μεταβίβασης από την εταιρία 677
6.2. Δικαίωμα πρώτης προτίμησης 679
6.3. Υπόδειξη εκ μέρους της εταιρίας του προσώπου του αποκτώντος 682
6.4. Δέσμευση του αποκτώντος να αποκτήσει μετοχές και άλλων μετόχων 683
6.5. Υποχρέωση των λοιπών μετόχων να μεταβιβάσουν τις μετοχές τους 684
7. Η ακυρότητα ως έννομη συνέπεια της μεταβίβασης των δεσμευμένων μετοχών
κατά παράβαση των καταστατικών διατάξεων 686
8. Το πρόβλημα της καταστρατήγησης της δέσμευσης 687
9. Η υποχρεωτική εξαγορά των δεσμευμένων μετοχών από την εταιρία 687
10. Δέσμευση των μετοχών σε περίπτωση θανάτου, κατάσχεσης,
πτώχευσης ή υπαγωγής του μετόχου σε άλλη συλλογική διαδικασία
εκποίησης της περιουσίας του 690
11. Οι περιορισμοί της μεταβίβασης ομολογιών 692
Άρθρο 44 – Δικαίωμα προαίρεσης 694
1. Εισαγωγή 695
2. Η έννοια και το περιεχόμενο της συμφωνίας και του δικαιώματος προαίρεσης 696
3. Η λειτουργία της συμφωνίας προαίρεσης 698
4. Η διαδικασία μεταβίβασης των μετοχών, για τις οποίες
έχει συναφθεί συμφωνία προαίρεσης 700
5. Οι υποχρεώσεις των μερών στη συμφωνία προαίρεσης 702
6. Η μεταβίβαση των μετοχών όσο εκκρεμεί η άσκηση του δικαιώματος
προαίρεσης 702
7. Η απόσβεση του δικαιώματος προαίρεσης 703
Άρθρο 45 – Δικαίωμα της μειοψηφίας να ζητήσει την εξαγορά
των μετοχών της από την εταιρεία 705
1. Εισαγωγικό σημείωμα 707
2. Προϋποθέσεις για την εξαγορά των μετοχών από την ΑΕ 708
2.1. Η μετοχική ιδιότητα 708
2.2. Ασύμφορη η παραμονή στην εταιρία 710
2.3. Λόγοι άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς 712
2.4. Τυπικές προϋποθέσεις 714
3. Η διαδικασία άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς 715
4. Καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος 718
Άρθρο 46 – Δικαίωμα της μειοψηφίας για εξαγορά των μετοχών της
από τον πλειοψηφούντα μέτοχο 720
1. Εισαγωγικό σημείωμα 721
2. Οι προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώματος 721
2.1. Επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων για τη δημόσια πρόταση 721
2.2. Μέτοχος μειοψηφίας 721
2.3. Πλειοψηφία τουλάχιστον του 95% του μετοχικού κεφαλαίου 722
3. Διαδικασία άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς 724
Άρθρο 47 – Εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας από
τον πλειοψηφούντα μέτοχο 726
1. Εισαγωγικό σημείωμα 728
2. Οι προϋποθέσεις του δικαιώματος 728
2.1. Επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων για τη δημόσια πρόταση 728
2.2. Μέτοχος πλειοψηφίας 729
2.3. Μέτοχος μειοψηφίας 730
2.4. Τήρηση προθεσμίας 730
3. Η διαδικασία της εξαγοράς των μετοχών 731
3.1. Άσκηση, εκδίκαση και περιεχόμενο της αίτησης 731
3.2. Περιεχόμενο και έννομες συνέπειες της δικαστικής απόφασης 731
3.3. Ολοκλήρωση της εξαγοράς 732
Άρθρο 48 – Ίδιες μετοχές - πρωτότυπη κτήση 735
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 737
2. Πεδίο εφαρμογής της διάταξης 737
3. Έννομες συνέπειες από την παράβαση της διάταξης 738
Άρθρο 49 – Ίδιες μετοχές - παράγωγη κτήση 740
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 743
2. Πεδίο εφαρμογής 744
3. Προϋποθέσεις για την απόκτηση ιδίων μετοχών 745
3.1. Επιφύλαξη της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων
και των διατάξεων για την κατάχρηση της αγοράς 745
3.2. Απόφαση της ΓΣ 747
3.3. Η υλοποίηση της απόκτησης ιδίων μετοχών από το ΔΣ 749
4. Η απόκτηση ιδίων μετοχών με σκοπό τη διανομή τους στους εργαζομένους 750
5. Αποκλίσεις από την εφαρμογή των παρ. 1 και 2 του άρθρ. 49 751
6. Έννομες συνέπειες από την παράβαση του άρθρ. 49 753
7. Βάρος απόδειξης 753
Άρθρο 50 – Μεταχείριση των ιδίων μετοχών 755
1. Εισαγωγικά 756
2. Νομική κατάσταση των ιδίων μετοχών 756
3. Ίδιες μετοχές και έκθεση διαχείρισης 757
Άρθρο 51 – Παροχή πιστώσεων κ.λπ. για απόκτηση ιδίων μετοχών 758
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 760
2. Πεδίο εφαρμογής 762
2.1. Υποκειμενικό πεδίο 762
2.2. Μορφές χρηματοδοτικής συνδρομής 762
3. Οι προϋποθέσεις εξαίρεσης από την απαγόρευση 764
3.1. Εύλογοι όροι της αγοράς 764
3.2. Απόφαση της ΓΣ 765
3.3. Ο ποσοτικός φραγμός του άρθρ. 159 παρ. 1 766
4. Συναλλαγές μη εμπίπτουσες στο άρθρ. 51 766
5. Συνέπειες από την παράβαση του άρθρ. 51 767
Άρθρο 52 – Αποκτήσεις ιδίων μετοχών κ.λπ. μέσω τρίτων 769
1. Εισαγωγή 771
2. Η απαγόρευση της σύστασης ενεχύρου 771
2.1. Σκοπός και πεδίο εφαρμογής 771
2.2. Οι εξαιρέσεις 772
2.3. Έννομες συνέπειες 773
3. Η κτήση μετοχών από θυγατρική εταιρία 774
3.1. Σκοπός και πεδίο εφαρμογής 774
3.2. Εξαιρέσεις 775
3.3. Έννομες συνέπειες 776
Άρθρο 53 – Κοινωνία επί μετοχών 777
1. Εισαγωγή 779
2. Σκοπός 779
3. Η αρχή του αδιαιρέτου της μετοχής 779
4. Η κοινωνία επί μετοχής 781
5. Η διοίκηση των κοινών μετοχών 783
6. Η διανομή των κοινών μετοχών 785
7. Η υπόδειξη κοινού εκπροσώπου 786
8. Η ευθύνη των κοινωνών 788
9. Οι δηλώσεις βουλήσεως προς τους μετόχους 789
10. Η συγκυριότητα των άυλων τίτλων 789
Άρθρο 54 – Ενέχυρο και επικαρπία επί μετοχών 792
1. Εισαγωγή 794
2. Το ενέχυρο επί μετοχών 794
2.1. Το ενέχυρο γενικά 794
2.2. Το ενέχυρο επί (ονομαστικής) μετοχής 797
2.3. Το ενέχυρο επί άυλης μετοχής 798
2.4. Η σύσταση ενεχύρου επί μετοχών σύμφωνα με τον ν. 3301/2004 802
2.5. Η άσκηση του δικαιώματος ψήφου στην περίπτωση της ενεχύρασης μετοχών 804
2.6. Η εξασφαλιστική μεταβίβαση μετοχών 813
3. Η επικαρπία επί μετοχών 814
3.1. Η σύσταση επικαρπίας επί μετοχών 814
3.2. Το περιεχόμενο του δικαιώματος επικαρπίας επί μετοχών 815
4. Η καταστατική απαγόρευση 817
Άρθρο 55 – Κλοπή, απώλεια κ.λπ. του μετοχικού τίτλου 819
1. Εισαγωγή 821
2. Πεδίο εφαρμογής 821
3. Σχέση προς λοιπές διατάξεις 822
4. Η διαδικασία κήρυξης των (έγχαρτων) μετοχών ως ανισχύρων 823
4.1. Γενικά χαρακτηριστικά της διαδικασίας 823
4.2. Η ουσιαστική προϋπόθεση της κλοπής, απώλειας
ή καταστροφής του μετοχικού τίτλου 824
4.3. Τα υποκείμενα της διαδικασίας 824
4.4. Η πορεία της διαδικασίας 825
4.5. Η δικαστική απόφαση κήρυξης του τίτλου ως ανισχύρου και οι συνέπειές της 827
Κεφάλαιο Γ΄
ΤΙΤΛΟΙ ΚΤΗΣΗΣ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
Εισαγωγικές παρατηρήσεις στα άρθρα 56-58 830
1. Έννοια και νομική φύση των τίτλων κτήσης μετοχών – Ένταξη στο σύστημα
των κινητών αξιών της ΑΕ – Διαφορές από άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα 833
2. Στοιχεία - Διακρίσεις - Χαρακτηρισμοί εταιρικών τίτλων κτήσης μετοχών 834
3. Οικονομική λειτουργία 835
4. Θεσμικό πλαίσιο 838
4.1. Οι τίτλοι κτήσης μετοχών στο ενωσιακό εταιρικό δίκαιο
και στο δίκαιο κεφαλαιαγοράς 838
4.2. Η ειδική ρύθμιση των (καλυμμένων) τραπεζικών τίτλων δικαιωμάτων
προαίρεσης απόκτησης μετοχών (ν. 3864/2010, ΠΥΣ 38/2012) 839
4.3. Η έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών υπέρ Ελληνικού Δημοσίου, σε αντάλλαγμα
κρατικής ενίσχυσης (άρθρ. 30 Ν. 4772/2021) 840
5. Τα ζητήματα από τους τίτλους κτήσης μετοχών στο δίκαιο της ΑΕ 841
5.1. Η έκδοση και η σύμβαση των τίτλων κτήσης μετοχών 841
5.2. Οι «εν δυνάμει μέτοχοι» και το «δυνητικό μετοχικό κεφάλαιο» 843
5.3. Η εισαγωγή των τίτλων κτήσης μετοχών προς διαπραγμάτευση στην αγορά 844
5.4. Η λειτουργία των εταιρικών τίτλων κτήσης μετοχών και η διάθεση
των δικαιωμάτων τους – Εξαγοράσιμοι τίτλοι κτήσης μετοχών 844
5.5. Η παθολογία των τίτλων κτήσης μετοχών 845
6. «Stapling» και «Stripping» τίτλων κτήσης μετοχών 847
6.1. Συνδεδεμένοι τίτλοι κτήσης μετοχών 847
6.2. Kατάτμηση (διάσπαση) των δικαιωμάτων του τίτλου 848
Άρθρο 56 – Έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών 849
1. Γενικά 855
2. Τακτική έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών 856
2.1. Θεμελιώδεις όροι της απόφασης έκδοσης 857
2.2. Υποχρεώσεις του ΔΣ 858
2.3. Έκθεση ΔΣ επί εισηγμένων εταιριών 859
2.4. Εξουσιοδότηση προς το ΔΣ για τον καθορισμό της τιμής διάθεσης των τίτλων
και άσκησης των δικαιωμάτων των τίτλων ή άλλων όρων της έκδοσης 861
3. Έκτακτη έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών 863
3.1. Καταστατική εξουσιοδότηση για έκδοση εταιρικών τίτλων 864
3.2. Ειδική εξουσιοδότηση (καταστατικής) ΓΣ προς το ΔΣ 865
3.3. Πρόσθετοι περιορισμοί της εξουσίας του ΔΣ 868
3.4. Κριτήρια ελέγχου της απόφασης του ΔΣ 869
4. Περιεχόμενο εταιρικής απόφασης – Όροι της σύμβασης
των τίτλων κτήσης μετοχών 870
4.1. Οι μετοχές στην απόκτηση των οποίων αφορούν οι τίτλοι 870
4.1.1. Η κατηγορία των μετοχών που πρόκειται (ενδέχεται) να εκδοθούν 870
4.1.2. Ο αριθμός και η αξία (ονομαστική) των μετοχών 872
4.2. Ο αριθμός των μετοχών των οποίων παρέχει δικαίωμα κτήσης
κάθε τίτλος (πολλαπλασιαστής) 873
4.3. Η αξία ή ο τρόπος υπολογισμού της αξίας των μετοχών που θα καταβληθεί κατά
την άσκηση του δικαιώματος (η τιμή άσκησης/το τίμημα απόκτησης μετοχής) 874
4.3.1. Έννοια 874
4.3.2. Ο προσδιορισμός του τιμήματος απόκτησης 874
4.3.3. Ελάχιστο τίμημα απόκτησης μετοχών («ελάχιστη τιμή άσκησης») 876
4.3.4. Τρόπος καταβολής τιμήματος μετοχών 876
4.4. Η προθεσμία άσκησης των δικαιωμάτων 876
4.4.1. Η αποσβεστική προθεσμία του δικαιώματος προαίρεσης
και το ενδεχόμενο παράτασής της 876
4.4.2. Διακριτές περίοδοι άσκησης και σύντμηση της αποσβεστικής προθεσμίας 877
4.5. Οι λοιποί όροι άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης 878
4.6. Ο χρόνος και ο τρόπος έκδοσης των τίτλων –
Κάλυψη και μερική κάλυψη της έκδοσής τους 878
4.7. Το τυχόν τίμημα έκδοσης (διάθεσης) των τίτλων και ο τρόπος καταβολής του 879
4.8. Η προσαρμογή όρων των τίτλων και των δικαιωμάτων σε περίπτωση
εταιρικών πράξεων – Πρόσθετοι όροι 880
4.9. Η σύμβαση των τίτλων κτήσης μετοχών – Συμβαλλόμενοι, χρόνος κατάρτισης
και παρεπόμενες υποχρεώσεις της εκδότριας ΑΕ 881
5. Έγκριση μετόχων λοιπών κατηγοριών μετοχών 882
5.1. Οι «κατηγορίες μετοχών» 882
5.2 Η έγκριση περισσότερων κατηγοριών μετόχων για την έκδοση
τίτλων κτήσης μετοχών 883
6. Δημοσιότητα 885
7. Διοικητική έγκριση 886
8. Δικαίωμα προτίμησης στην ανάληψη τίτλων κτήσης μετοχών 888
8.1. Υποκειμενική και αντικειμενική οριοθέτηση του προτιμησιακού δικαιώματος 888
8.2. Περιορισμός ή αποκλεισμός του δικαιώματος προτίμησης 889
9. Ελαττωματική έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών 891
10. Η αξιογραφική διάσταση των τίτλων κτήσης μετοχών 894
10.1. Ενσώματοι και άυλοι ονομαστικοί τίτλοι κτήσης μετοχών 894
10.2. Μεταβίβαση 895
10.3. Εμπράγματη επιβάρυνση 897
11. Διαπραγμάτευση τίτλων κτήσης μετοχών σε ρυθμιζόμενη αγορά
ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης 898
11.1. Εισαγωγή τίτλων κτήσης μετοχών προς διαπραγμάτευση
και προϋποθέσεις αυτής 898
11.2. Υποχρεώσεις εκδότριας ΑΕ με εισηγμένους τίτλους κτήσης μετοχών 899
Άρθρο 57 – Απόκτηση ιδίων τίτλων κτήσης μετοχών 900
1. Γενικά 902
2. Απαγόρευση κάλυψης ιδίων τίτλων κτήσης μετοχών 902
3. Παροχή πιστώσεων, προκαταβολών, εγγυήσεων της ΑΕ
προς τρίτους για την απόκτηση τίτλων κτήσης μετοχών της 903
4. Απαγόρευση λήψης ιδίων τίτλων κτήσης μετοχών σε ενέχυρο 904
5. Απόκτηση ιδίων τίτλων κτήσης μετοχών 904
5.1. Λόγοι για την παράγωγη απόκτηση τίτλων κτήσης μετοχών
και κίνδυνοι για την εκδότρια 904
5.2. Προϋποθέσεις απόκτησης ιδίων τίτλων κτήσης μετοχών 905
5.3. Συνέπειες απόκτησης ιδίων τίτλων κτήσης μετοχών – Υποχρεώσεις εκδότριας 907
Άρθρο 58 – Άσκηση δικαιώματος 908
1. Γενικά - Λόγοι και συνθήκες άσκησης του δικαιώματος
προαίρεσης των τίτλων κτήσης μετοχών 911
2. Τρόπος άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης 911
2.1. Η δήλωση άσκησης 911
2.2. Τύπος της δήλωσης 912
2.3. Ανάκληση της δήλωσης 913
2.4. Αποτελέσματα της δήλωσης 913
2.5. Καταβολή του τιμήματος μετοχών 914
2.6. Παράδοση ενσώματου τίτλου κτήσης μετοχών προς ακύρωση 915
3. Συμβατικοί περιορισμοί της άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης 915
4. Ανώτατη επιτρεπτή ονομαστική αξία νεοεκδιδόμενων μετοχών 916
5. Αποτελέσματα της άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης 916
5.1. Κάλυψη και καταβολή αύξησης κεφαλαίου – Ίδρυση μετοχικής σχέσης 916
5.2. Έκδοση μετοχικών τίτλων, καταχώριση στο βιβλίο μετόχων, ακύρωση
ή αντικατάσταση τίτλων κτήσης μετοχών 917
5.3. Εκπλήρωση εταιρικών διατυπώσεων 918
5.4. Συνέπειες για το δυνητικό κεφάλαιο 919
6. Αποθεματικό τιμήματος διάθεσης τίτλων κτήσης μετοχών 920
7. Ακύρωση των τίτλων κτήσης μετοχών 921
Κεφάλαιο Δ΄
ΟΜΟΛΟΓΙΕΣ
Εισαγωγικές παρατηρήσεις επί των άρθρων 59-74 (ομολογιακά δάνεια) 923
Άρθρο 59 – Γενικές διατάξεις 927
1. Νομική φύση: αξιογραφικό (;) δάνειο 929
1.1. Η ομολογία ως τμήμα δανείου 929
1.2. Η ομολογία ως αξιόγραφο; 931
2. Η ΑΕ ως μόνη εκδότρια; 933
3. Το πρόβλημα της μίας ομολογίας (και του ενός ομολογιούχου) 936
3.1. Η αποδοχή της μίας ομολογίας (και του ενός ομολογιούχου) 936
3.2. Μία ομολογία (ή ένας ομολογιούχος) και συλλογική οργάνωση 938
4. Το ομολογιακό δίκαιο στην εσωτερική οργάνωση της ΑΕ 939
Άρθρο 60 – Όροι και πρόγραμμα ομολογιακού δανείου 942
1. Περιεχόμενο του προγράμματος του ομολογιακού δανείου 945
1.1. Το πρόγραμμα και οι όροι του 945
1.2. Ο ομολογιούχος ως καταναλωτής έναντι της εκδότριας; 948
2. Σημαντικοί επιμέρους όροι του προγράμματος:
δικαίωμα καταγγελίας, perpetual bonds, junior bonds 949
2.1. Το δικαίωμα καταγγελίας 949
2.2. Τα perpetual bonds 952
2.3. Οι ομολογίες μειωμένης εξασφάλισης 954
3. Αποφάσεις των ομολογιούχων για την τροποποίηση του προγράμματος 956
3.1. Γενικά 956
3.2. Τροποποίηση του προγράμματος και συλλογική οργάνωση 956
3.3. Τροποποίηση του προγράμματος και συλλογικές διαδικασίες αφερεγγυότητας 958
4. Περιπτώσεις τροποποίησης του προγράμματος 959
5. Περιπτώσεις τροποποίησης του προγράμματος: ειδικώς το debt-equity swap 960
5.1. Έννοια και λειτουργία της κεφαλαιοποίησης χρέους 960
5.2. Κεφαλαιοποίηση χρέους και εξυγίανση της εκδότριας 962
5.3. Κεφαλαιοποίηση χρέους και μετατρέψιμες ομολογίες – Το ζήτημα της αποτίμησης 964
6. Τροποποίηση των όρων ορισμένων ομολογιών 965
6.1. Ίση μεταχείριση των ομολογιούχων από την εκδότρια; 966
6.2. Περιορισμοί στις συμφωνίες με ορισμένους ομολογιούχους 968
Άρθρο 61 – Μεταβίβαση ομολογιών 970
Άρθρο 62 – Απόκτηση ομολογιών από την εκδότρια 973
1. Η λειτουργία της απόκτησης ιδίων ομολογιών 974
2. Ίση μεταχείριση των ομολογιούχων; 975
Άρθρο 63 – Συνέλευση των ομολογιούχων 977
1. Οργάνωση σε ομάδα 979
1.1. Λειτουργία και νομική φύση της ομάδας 979
1.2. Ομοιογένεια της ομάδας 982
2. Σύγκληση και λειτουργία της συνέλευσης 983
2.1. Σύγκληση της συνέλευσης 983
2.2. Λειτουργία της συνέλευσης 985
3. Αποφάσεις της συνέλευσης: ζητήματα νομιμότητας του περιεχομένου 987
4. Αποφάσεις της συνέλευσης (ιδίως προς τροποποίηση του προγράμματος):
η απαιτούμενη πλειοψηφία 989
5. Το δικαίωμα ψήφου στη συνέλευση 992
6. Ελαττωματικές αποφάσεις της συνέλευσης 993
6.1. Είδη του ελαττώματος 993
6.2. Η παθητική νομιμοποίηση 994
Άρθρο 64 – Εκπρόσωπος των ομολογιούχων 996
1. Ορισμός του εκπροσώπου 997
2. Η κατάσταση συμφερόντων περί τον εκπρόσωπο 999
Άρθρο 65 – Καθήκοντα εκπροσώπου 1001
1. Κριτήριο της δράσης του εκπροσώπου 1003
2. Αρμοδιότητες του εκπροσώπου 1004
3. Υποχρέωση προς ενημέρωση των ομολογιούχων; 1007
Άρθρο 66 – Ευθύνη και αμοιβή του εκπροσώπου 1009
1. Ευθύνη του εκπροσώπου 1010
2. Αμοιβή του εκπροσώπου 1012
Άρθρο 67 – Αντικατάσταση του εκπροσώπου 1014
Άρθρο 68 – Γνωστοποιήσεις - Δημοσιότητα 1018
Άρθρο 69 – Κοινό ομολογιακό δάνειο 1019
1. Η αξίωση στον τόκο 1019
2. Τα zero coupon bonds 1020
Άρθρο 70 – Ομολογιακό δάνειο με ανταλλάξιμες ομολογίες 1022
Άρθρο 71 – Ομολογιακό δάνειο με μετατρέψιμες ομολογίες 1024
1. Έννοια και διακρίσεις 1025
1.1. Έννοια και λειτουργία των μετατρέψιμων ομολογιών 1025
1.2. Διαφοροποίηση από συναφή μορφώματα 1026
2. Η έκδοση μετατρέψιμων ομολογιών ως αύξηση κεφαλαίου υπό αίρεση 1029
2.1. Αρμοδιότητα και εποπτεία 1029
2.2. Ουσιαστικά ζητήματα της έκδοσης 1030
3. Η διατήρηση της αξίας του δικαιώματος μετατροπής 1032
3.1. Αναπροσαρμογή υπέρ του ομολογιούχου 1032
3.2. Αναπροσαρμογή κατά του ομολογιούχου 1036
Άρθρο 72 – Ομολογίες με δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη 1037
Άρθρο 73 – Ασφάλεια 1040
Άρθρο 74 – Εφαρμοστέο δίκαιο 1043
Κεφάλαιο Ε΄
ΙΔΡΥΤΙΚΟΙ ΤΙΤΛΟΙ
Άρθρο 75 – Κοινοί ιδρυτικοί τίτλοι 1045
1. Οι ιδρυτικοί τίτλοι (κοινοί και εξαιρετικοί) γενικά 1047
1.1. Oρισμός, οικονομική λειτουργία και αξιογραφική ενσωμάτωση
των ιδρυτικών τίτλων 1047
1.2. Νομική φύση των ιδρυτικών τίτλων 1049
2. Κοινοί ιδρυτικοί τίτλοι 1050
2.1. Προϋποθέσεις έκδοσης 1050
2.2. Περιορισμοί στην έκδοση και στα δικαιώματα εκ των ιδρυτικών τίτλων 1051
2.3. Η εξαγορά των κοινών ιδρυτικών τίτλων από την ΑΕ 1053
Άρθρο 76 – Εξαιρετικοί ιδρυτικοί τίτλοι 1055
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1056
2. Προϋποθέσεις έκδοσης των εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων 1056
3. Δικαιώματα που απορρέουν από τους εξαιρετικούς ιδρυτικούς τίτλους 1058
4. Εξαγορά των εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων 1058
Τμήμα Έκτο
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Κεφάλαιο Α΄
ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ, ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Άρθρο 77 – Γενικές διατάξεις για το διοικητικό συμβούλιο 1059
1. Σημασία και δομή της διάταξης 1064
2. Το ΔΣ ως υποχρεωτικό όργανο της ΑΕ 1064
3. Η έννομη σχέση μεταξύ των μελών του ΔΣ και της ΑΕ 1065
4. Καθήκον διοίκησης της εταιρίας από το ΔΣ 1066
5. Οι λειτουργίες της έννοιας της διοίκησης 1066
6. Διοίκηση και στόχοι 1067
6.1. Shareholder value versus stakeholder value 1067
6.2. Μονιστική θεώρηση και κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης 1069
6.3. H επιρροή της συζήτησης γύρω από την εταιρική κοινωνική ευθύνη 1070
7. Η αρχή της αυτονομίας του ΔΣ 1071
8. Διοίκηση και όμιλοι επιχειρήσεων 1073
9. Η οργανική εκπροσώπηση 1075
9. 1. Οργανική θεωρία 1075
9.2. Καταλογισμός γνώσης 1075
9.3. Ευθύνη του νομικού προσώπου 1076
9.4. Αντικείμενο εκπροσώπησης 1077
9.4.1. Εξωδικαστική εκπροσώπηση 1077
9.4.2. Δικαστική εκπροσώπηση 1078
9.4.3. Η έκταση της εκπροσωπευτικής εξουσίας 1079
9.4.4. Εκπροσώπηση της ΑΕ σε ειδικές περιπτώσεις 1080
10. Η αρχή της συλλογικής δράσης του ΔΣ 1081
11. Επανεκλογή των μελών του ΔΣ 1082
12. Ανάκληση των μελών του ΔΣ 1082
13. Ο αριθμός των μελών του ΔΣ 1084
14. Νομικό πρόσωπο ως μέλος του ΔΣ 1085
Άρθρο 78 – Εκλογή του διοικητικού συμβουλίου από τη γενική συνέλευση
ή ορισμός στο καταστατικό 1087
1. Αντικείμενο και δομή της ρύθμισης 1089
2. Ο γενικός κανόνας της εκλογής του ΔΣ από τη ΓΣ 1089
3. Ορισμός του πρώτου ΔΣ 1090
3.1. Ορισμός του πρώτου ΔΣ στο καταστατικό 1090
3.2. Ορισμός του πρώτου ΔΣ από καθολική ΓΣ 1091
3.3. Ορισμός του πρώτου ΔΣ από το δικαστήριο με βάση το άρθρ. 69 ΑΚ 1091
3.3.1. Γενικά 1091
3.3.2. Έλλειψη διοίκησης 1092
3.3.3. Σύγκρουση συμφερόντων 1094
Άρθρο 79 – Απευθείας διορισμός του διοικητικού συμβουλίου από μέτοχο 1096
1. Αντικείμενο και δομή της διάταξης 1098
2. Σκοπός 1099
3. Νομική φύση του ιδιαίτερου δικαιώματος 1099
4. Διακρίσεις 1100
4.1. Σε σχέση με τα προνόμια του άρθρ. 38 1100
4.2. Σε σχέση με την εκλογή του ΔΣ από τη ΓΣ 1101
4.3. Σε σχέση με τον εκπρόσωπο του Δημοσίου στο ΔΣ
των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων 1101
5. Προϋποθέσεις χορήγησης δικαιώματος απευθείας διορισμού μελών στο ΔΣ 1102
5.1. Καταστατική πρόβλεψη 1102
5.2. Μετοχική ιδιότητα 1102
6. Τρόπος άσκησης του δικαιώματος διορισμού συμβούλου 1103
7. Το ανώτατο όριο των 2/5 του συνολικού αριθμού των μελών του ΔΣ 1104
8. Η νομική θέση του διορισμένου συμβούλου 1105
9. Ανάκληση συμβούλων που διορίστηκαν από μετόχους 1106
Άρθρο 80 – Εκλογή του διοικητικού συμβουλίου βάσει καταλόγων 1107
1. Αντικείμενο και δομή της διάταξης 1108
2. Σκοπός και χαρακτηριστικά της ρύθμισης 1109
3. Προϋποθέσεις εκλογής μελών ΔΣ βάσει καταλόγων 1110
3.1. Καταστατική πρόβλεψη 1110
3.2. Ο τρόπος εκλογής βάσει καταλόγων 1111
3.3. Ο ερμηνευτικός κανόνας του εδ. δ΄ της παρ. 1 1112
3.4. Ανυπαρξία καταστατικής ρήτρας για αποστολή μελών στο ΔΣ 1113
4. Ελεύθερη ανάκληση και αντικατάσταση των εκλεγμένων
με βάση καταλόγους μελών ΔΣ 1113
Άρθρο 81 – Αναπληρωματικά μέλη 1114
1. Αντικείμενο και δομή 1115
2. Η σχέση ιεραρχίας ανάμεσα στη ΓΣ και το ΔΣ στην αναπλήρωση μελών του ΔΣ 1116
3. Η διαδικασία εκλογής ή διορισμού αναπληρωματικών μελών 1116
4. Ενδεικτική απαρίθμηση των λόγων αναπλήρωσης 1117
5. Ο μόνιμος χαρακτήρας της αναπλήρωσης 1117
6. Ο προσωρινός χαρακτήρας της αναπλήρωσης στην περίπτωση
σύγκρουσης συμφερόντων κατά το άρθρ. 97 1117
7. Παράσταση στη συνεδρίαση του ΔΣ 1118
Άρθρο 82 – Ελλιπές διοικητικό συμβούλιο 1119
1. Αντικείμενο και δομή της διάταξης 1120
2. Αντικατάσταση μελών από το ίδιο το ΔΣ 1121
3. Καταστατική ρήτρα συνέχισης της λειτουργίας του ΔΣ 1122
4. Σύγκληση της ΓΣ από ελλιπές ΔΣ για εκλογή νέου 1123
Άρθρο 83 – Προϋποθέσεις εκλογιμότητας των μελών
του διοικητικού συμβουλίου 1124
1. Εισαγωγή 1125
2. Όροι εκλογιμότητας 1126
3. Μέλος του ΔΣ και εμπορική ιδιότητα 1126
4. Ειδικώς: όροι εκλογιμότητας των μελών ΔΣ τράπεζας 1126
5. Καταστατική πρόβλεψη ειδικών όρων εκλογιμότητας 1127
6. Συμμετοχή γυναικών στο ΔΣ 1128
7. Ασυμβίβαστα 1129
Άρθρο 84 – Ελαττώματα διορισμού των εκπροσώπων της εταιρείας 1130
1. Αντικείμενο και σκοπός της διάταξης 1131
2. Όροι εφαρμογής 1133
2.1. Εκπρόσωποι της εταιρίας 1133
2.2. Τρίτοι 1133
2.3. Ελάττωμα 1134
2.4. Διατυπώσεις δημοσιότητας 1135
2.5. Καλοπιστία του τρίτου 1136
3. Έννομες συνέπειες 1137
Άρθρο 85 – Θητεία μελών διοικητικού συμβουλίου 1138
1. Αντικείμενο και σκοπός των ρυθμίσεων 1139
2. Διάρκεια της θητείας 1140
3. Παράταση 1141
4. Το «κλιμακωτό» ΔΣ 1142
5. Παραίτηση μελών του ΔΣ 1143
6. Λοιποί λόγοι απώλειας της ιδιότητας μέλους του ΔΣ 1144
Άρθρο 86 – Αρμοδιότητες και έκταση εξουσιών
του διοικητικού συμβουλίου 1145
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1147
1.1. Σκοπός και δομή του άρθρ. 86 1147
1.2. Ως προς το πεδίο εφαρμογής του κανόνα του απεριορίστου
και μη περιορίσιμου της εκπροσωπευτικής εξουσίας 1148
2. Το απεριόριστο της εκπροσωπευτικής εξουσίας 1150
2.1. Ο εταιρικός σκοπός ως προσδιοριστικός παράγοντας της δράσης του ΔΣ 1150
2.2. Συνέπειες από την υπέρβαση του εταιρικού σκοπού 1152
2.3. Περιπτωσιολογία 1152
2.4. Το βάρος απόδειξης της εξαίρεσης 1155
2.5. Ειδικότερα: Οι έννομες συνέπειες όσον αφορά τις πράξεις που διενεργήθηκαν
καθ’ υπέρβαση του εταιρικού σκοπού και σε γνώση του τρίτου 1155
3. Το μη περιορίσιμο της εκπροσωπευτικής εξουσίας 1156
3.1. Ο κανόνας 1156
3.2. Η κατάχρηση της εκπροσωπευτικής εξουσίας του ΔΣ ως εξαίρεση από τον κανόνα
του μη περιορίσιμου της εκπροσωπευτικής εξουσίας 1157
Άρθρο 87 – Ανάθεση αρμοδιοτήτων του διοικητικού συμβουλίου
σε μέλη του ή τρίτους 1159
1. Αντικείμενο ρύθμισης και δομή της διάταξης 1163
2. Ανάθεση αρμοδιοτήτων του ΔΣ σε μέλη του ή τρίτους ως απόκλιση
από την αρχή της συλλογικής δράσης του ΔΣ 1163
2.1. Διαδικασία και προϋποθέσεις ανάθεσης εξουσιών του ΔΣ
σε υποκατάστατα όργανα 1164
2.1.1. Καταστατική πρόβλεψη 1164
2.1.2. Απόφαση του ΔΣ 1165
2.1.3. Διατυπώσεις δημοσιότητας - Τύπος 1166
2.2. Η θέση των υποκατάστατων ως εταιρικών οργάνων 1166
2.2.1. Η φύση των εξουσιών των υποκαταστάτων οργάνων 1166
2.2.2. Οι αρμοδιότητες των υποκατάστατων οργάνων 1168
2.2.3. Η σχέση της δράσης των υποκατάστατων οργάνων με τη δράση του ΔΣ 1169
2.2.4. Διάρκεια της εξουσίας των υποκατάστατων οργάνων 1169
2.3. Διάκριση των υποκατάστατων οργάνων από πληρεξούσιους ή εντολοδόχους 1170
3. Υποανάθεση αρμοδιοτήτων - Περαιτέρω υποκατάσταση 1171
4. Η καταστατική διαμόρφωση της σύνθεσης του πρώτου ΔΣ 1172
5. Η οργάνωση εσωτερικού ελέγχου 1173
5.1. Προαιρετική καθιέρωση συστήματος εσωτερικού ελέγχου – Δυνατές
καταστατικές διαμορφώσεις 1173
5.2. Κατ’ εξαίρεση υποχρεωτική συγκρότηση υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου
για συγκεκριμένες κατηγορίες ΑΕ 1174
5.3. Περιεχόμενο του εσωτερικού ελέγχου 1174
5.4. Νομική θέση των εσωτερικών ελεγκτών 1175
6. Εκτελεστική επιτροπή (“Executive Committee”) 1176
7. Εφαρμογή ρυθμίσεων του ν. 4706/2020 περί εταιρικής διακυβέρνησης 1179
Άρθρο 88 – Πράξεις εκπροσώπησης εταιρείας 1180
1. Αντικείμενο και σκοπός της ρύθμισης 1181
2. Πεδίο εφαρμογής 1182
3. Έννομες συνέπειες από την μη τήρηση του άρθρ. 88 1183
Άρθρο 89 – Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου 1184
1. Αντικείμενο και δομή ρύθμισης 1185
2. Εκλογή προέδρου του ΔΣ και αναπληρωτή αυτού 1185
3. Αντικατάσταση προέδρου του ΔΣ ή αναπληρωτή αυτού 1187
4. Νομική θέση του προέδρου ΔΣ 1188
5. Χορήγηση δικαιώματος αρνησικυρίας στον πρόεδρο του ΔΣ 1188
6. Πρόεδρος ΔΣ και διευθύνων σύμβουλος 1189
Άρθρο 90 – Τόπος συνεδρίασης του διοικητικού συμβουλίου 1191
1. Αντικείμενο και δομή της ρύθμισης 1192
2. Συνεδρίαση στην έδρα της εταιρίας 1193
3. Καταστατική πρόβλεψη του τόπου συνεδρίασης 1193
4. Καθολική συνεδρίαση 1194
5. Συνεδρίαση με τηλεδιάσκεψη 1194
Άρθρο 91 – Συχνότητα συνεδριάσεων και σύγκληση
του διοικητικού συμβουλίου 1196
1. Αντικείμενο και δομή της ρύθμισης 1197
2. Συχνότητα συνεδριάσεων 1198
3. Σύγκληση του ΔΣ 1198
3.1. Αρμοδιότητα 1198
3.2. Διατυπώσεις 1198
3.3. Αίτημα σύγκλησης από δύο μέλη του ΔΣ 1199
4. Καταστατικές διαμορφώσεις στη μη εισηγμένη ΑΕ 1200
Άρθρο 92 – Λήψη αποφάσεων από το διοικητικό συμβούλιο 1201
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1202
2. Η νόμιμη σύνθεση του ΔΣ 1203
3. Απαρτία και πλειοψηφία ως όροι για την λήψη απόφασης από το ΔΣ 1203
3.1. Απαρτία 1203
3.1.1. Νόμιμη απαρτία 1203
3.1.2. Καταστατική απαρτία 1204
3.2. Πλειοψηφία 1205
3.2.1. Νόμιμη πλειοψηφία 1205
3.2.2. Καταστατική πλειοψηφία 1206
4. Η ψήφος του προέδρου 1206
5. Αντιπροσώπευση συμβούλου στις συνεδριάσεις του ΔΣ 1207
Άρθρο 93 – Πρακτικά συνεδριάσεων και αποφάσεων
διοικητικού συμβουλίου 1208
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1210
2. Διαδικασία τήρησης του βιβλίου πρακτικών ΔΣ 1210
2.1. Το περιεχόμενο των πρακτικών 1210
2.2. Η υπογραφή των πρακτικών 1211
2.3. Έκδοση αντιγράφων πρακτικών και υποβολή τους στο Γ.Ε.ΜΗ. 1211
2.4. Ενιαία τήρηση με το βιβλίο πρακτικών της ΓΣ 1212
3. Συνέπειες από την τήρηση βιβλίου πρακτικών ΔΣ 1212
94 – Προσυπογραφή πρακτικού χωρίς συνεδρίαση 1213
1. Αντικείμενο και δομή ρύθμισης 1214
2. Διαδικασία λήψης απόφασης με συνυπογραφή πρακτικού 1214
3. Σχέση του άρθρ. 94 με το άρθρ. 91 1215
95 – Ελαττωματικές αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου 1217
1. Εισαγωγή 1222
2. Δομή της διάταξης 1223
3. Η νομοθετική επιλογή της ειδικής ρύθμισης των ελαττωματικών αποφάσεων
του ΔΣ 1223
3.1. Η χειραφέτηση από τις γενικές διατάξεις του ΑΚ 1223
3.2. Η διαφοροποίηση από τις ελαττωματικές αποφάσεις της ΓΣ 1224
4. Σκοπός 1224
5. Η απόφαση του ΔΣ 1225
6. Η αρχιτεκτονική του άρθρ. 95 1225
6.1. Η ακυρότητα ως κανόνας 1225
6.1.1. Γενικά 1225
6.1.2. Περιπτωσιολογία 1226
6.1.3. Η εξαίρεση της ομόφωνης απόφασης του ΔΣ 1227
6.2. Η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων 137 και 138
επί συγκεκριμένων αποφάσεων του ΔΣ 1229
6.2.1. Η ειδικότερη διαμόρφωση της παρ. 4 1229
6.2.2. Το ζήτημα της εφαρμογής του άρθρ. 281 ΑΚ στις αποφάσεις της παρ. 4 1230
6.2.3. Περιοριστική απαρίθμηση των αποφάσεων της παρ. 4 1232
6.3. Ανυπόστατη απόφαση ΔΣ 1232
6.4. Ειδικά ζητήματα 1233
6.4.1. Εισαγωγή τίτλων σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ 1233
6.4.2. Κακή διαχείριση 1234
6.4.3. Η θεωρία της συνάφειας στο δίκαιο των ελαττωματικών αποφάσεων του ΔΣ 1235
6.4.4. Επικύρωση ελαττωματικής απόφασης του ΔΣ 1235
7. Διαδικαστικές προϋποθέσεις για την επίκληση της ακυρότητας 1237
7.1. Γενικά 1237
7.2. Δικαιούχοι 1237
7.3. Προθεσμία επίκλησης της ακυρότητας 1238
7.4. Διαρκής παράβαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου 1239
7.5. Αρμόδιο δικαστήριο 1239
7.6. Ασφαλιστικά Μέτρα 1240
7.7. Δημοσιότητα της δικαστικής απόφασης 1240
7.8. Ενέργεια της δικαστικής απόφασης που αναγνωρίζει την ακυρότητα 1240
Περιεχόμενα
Συνεργάτες (αλφαβητικά και καθ’ ύλη) V
Συντομογραφίες ΧΧΧΙΧ
Βιβλιογραφία XLIII
Κεφάλαιο Β΄
ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ
Άρθρο 96 – Καθήκοντα διοικητικού συμβουλίου 1245
1. Εισαγωγή 1248
2. Η δοµή του άρθρ. 96 1248
3. Εξειδίκευση της υποχρέωσης επιµέλειας 1249
3.1. Υποχρέωση νοµιµότητας 1249
3.1.1. Γενικά 1249
3.1.2. Εσωτερικές δεσµεύσεις του ΔΣ 1250
3.1.3. Εξωτερικές δεσµεύσεις του ΔΣ 1250
3.1.4. Ειδικά ζητήµατα από την υποχρέωση νοµιµότητας 1251
3.1.4.1. Κατάσταση νοµικής αβεβαιότητας ή έριδας 1251
3.1.4.2. Τήρηση συµβατικών δεσµεύσεων της εταιρίας έναντι τρίτων 1252
3.1.4.3. Το ζήτηµα των λεγόµενων «επωφελών παραβάσεων κανόνων δικαίου» 1252
3.2. Υποχρέωση επιµέλειας εν στενή εννοία 1254
3.3. Υποχρέωση εποπτείας 1256
3.3.1. Οριζόντιος έλεγχος 1256
3.3.1.1. Γενικά 1256
3.3.1.2. Τυπικές προϋποθέσεις 1257
3.3.1.3. Συνέπειες από την κατανοµή αρµοδιοτήτων 1258
3.3.2. Κάθετος έλεγχος 1261
3.3.2.1. Γενικά 1261
3.3.2.2. Εκφάνσεις της υποχρέωσης εποπτείας 1261
3.3.2.3. Κριτήρια για την άσκηση εποπτείας 1261
3.3.2.4. Περιπτωσιολογία 1262
3.3.3. Κανονιστική συµµόρφωση 1262
Άρθρο 97 – Υποχρέωση πίστεως - Συγκρούσεις συμφερόντων 1264
1. Γενικά 1268
2. Δογµατική θεµελίωση 1269
3. Διακρίσεις 1269
4. Καθοδηγητική λειτουργία της υποχρέωσης πίστης 1270
5. Αποδέκτες της υποχρέωσης πίστης 1270
6. Μηχανισµοί αντιµετώπισης της σύγκρουσης συµφερόντων στο άρθρ. 97 1271
6.1. Η αρχή της προτεραιότητας του εταιρικού συµφέροντος 1272
6.2. Η υποχρέωση αποκάλυψης συγκρούσεως συµφερόντων 1272
6.3. Η απαγόρευση ψήφου 1274
7. Υποχρέωση πίστης και όµιλοι επιχειρήσεων 1275
8. Όρια της υποχρέωσης πίστης 1276
9. Εξειδίκευση της υποχρέωσης πίστης-Περιπτωσιολογία 1276
9.1. Υποχρέωση αφοσίωσης στην εταιρία 1276
9.2. Συµβάσεις µε συνδεδεµένα µέρη 1277
9.3. Απαγόρευση ανταγωνισµού 1277
9.4. Η απαγόρευση εκµετάλλευσης επιχειρηµατικών ευκαιριών 1277
9.4.1. Γενικά 1277
9.4.2. Κριτήρια 1278
9.4.3. Εξαιρέσεις από την απαγόρευση εκµετάλλευσης επιχειρηµατικών ευκαιριών 1280
9.4.4. Απαγόρευση χρησιµοποίησης ή εκµετάλλευσης της οργανικής θέσης
για προσωπικό όφελος 1282
9.4.5. Απαγόρευση λήψης παράνοµων παροχών από τρίτους για τη σύναψη
συµβάσεων 1282
9.4.6. Απαγόρευση εκµετάλλευσης προνοµιακών πληροφοριών 1282
10. Μετενέργεια της υποχρέωσης πίστης 1283
11. Κυρώσεις 1283
12. Υποχρέωση εχεµύθειας 1284
12.1. Περιεχόµενο και σκοπός 1284
12.2. Πεδίο εφαρµογής 1285
12.3. Όρια της υποχρέωσης εχεµύθειας 1285
12.4. Κυρώσεις 1286
Άρθρο 98 – Απαγόρευση ανταγωνισμού 1287
1. Εισαγωγικά – Έννοια, σκοπός και συστηµατική ένταξη της απαγόρευσης
ανταγωνισµού 1291
2. Προϋποθέσεις απαγόρευσης ανταγωνισµού 1294
2.1. Υποκειµενικό πεδίο εφαρµογής της απαγόρευσης 1294
2.1.1. Σύµβουλοι µε οποιαδήποτε συµµετοχή στη διεύθυνση 1294
2.1.2. Διευθυντές 1296
2.1.3. Καταρχήν έλλειψη απαγόρευσης σε βάρος µετόχων 1296
2.2. Πράξεις ανταγωνισµού 1297
2.2.1. Η έννοια του ανταγωνισµού 1297
2.2.2. Ένταξη των «επιχειρηµατικών ευκαιριών» στη ρυθµιστική εµβέλεια
της διάταξης 1299
2.2.3. Δραστηριότητα για ίδιο ή αλλότριο λογαριασµό 1299
2.2.4. Συµµετοχή σε εταιρίες 1300
2.2.5. Πρόσθετες παράµετροι ως προς την αξιολόγηση απαγορευµένης
ανταγωνιστικής δραστηριότητας 1300
3. Άρση της απαγόρευσης 1301
3.1. Καταστατική πρόβλεψη 1301
3.2. Άδεια της ΓΣ 1302
4. Έννοµες συνέπειες πράξεων ανταγωνισµού χωρίς νόµιµη άδεια 1304
4.1. Αξίωση αποζηµίωσης 1304
4.2. Δικαίωµα οικονοµικής υποκατάστασης της AE στη θέση του υπόχρεου 1304
4.3. Αξίωση απόδοσης ή εκχώρησης απαίτησης αµοιβής 1306
4.4. Σχέση µεταξύ δικαιωµάτων αποζηµίωσης και υποκατάστασης 1306
4.5. Λοιπές αξιώσεις 1307
5. Ειδικά θέµατα 1309
5.1. Νοµιµοποίηση 1309
5.2. Παραγραφή 1309
5.3. Δικονοµικά 1310
Άρθρο 99 – Διαφάνεια και εποπτεία των συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ) 1312
1. Εισαγωγή 1320
1.1. Περιεχόµενο της ρύθµισης 1320
1.2. Σκοπός της ρύθµισης 1321
2. Βασικά χαρακτηριστικά της ρύθµισης των συναλλαγών µε συνδεδεµένα µέρη 1322
2.1. Διαδικασία και δηµοσιότητα ως µηχανισµός αντιµετώπισης των κινδύνων 1322
2.2. Λειτουργική προσέγγιση των συναλλαγών µε συνδεδεµένα µέρη 1322
2.3. Ο έλεγχος επί της εταιρίας ως θεµελιώδες στοιχείο της έννοιας
των συνδεδεµένων µερών 1323
2.4. Ενιαία αντιµετώπιση των συναλλαγών µε συνδεδεµένα µέρη 1323
2.5. Η έννοια της «σηµαντικότητας» της συναλλαγής (materiality) 1324
3. Σχέση του άρθρ. 99 µε άλλες διατάξεις 1326
3.1. Συναλλαγές πιστωτικών και χρηµατοδοτικών ιδρυµάτων µε πρόσωπα,
που έχουν ειδική σχέση 1326
3.2. Παροχή πιστώσεων για απόκτηση µετοχών της εταιρίας 1327
3.3. Άρθρ. 235 ΑΚ 1328
3.4. Άρθρ. 17 και 19 του Κανονισµού 596/2014 1329
4. Πεδίο εφαρµογής 1329
4.1. Η ΑΕ ως συµβαλλόµενη 1329
4.2. Το υποκειµενικό πεδίο εφαρµογής 1331
4.2.1. Η έννοια των συνδεδεµένων µερών ως προς τις εισηγµένες ΑΕ 1331
4.2.1.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1331
4.2.1.2. Ο κατάλογος των συνδεδεµένων µερών του ΔΛΠ 24 1333
4.2.1.3. Κρίσιµες έννοιες για τον προσδιορισµό των συνδεδεµένων µερών 1334
4.2.2. Η έννοια των συνδεδεµένων µερών ως προς τις µη εισηγµένες (λοιπές) ΑΕ 1336
4.2.2.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1336
4.2.2.2. Περιπτωσιολογία συνδεδεµένων µερών ως προς τις µη εισηγµένες ΑΕ 1337
4.2.3. Καταστατική επέκταση του υποκειµενικού πεδίου εφαρµογής 1339
4.3. Το αντικειµενικό πεδίο εφαρµογής 1341
5. Εξαιρέσεις από την απαγόρευση της παρ. 1 1343
5.1. Τρέχουσες συναλλαγές 1343
5.2. Αποδοχές µελών του ΔΣ και διοικητικών στελεχών 1347
5.3. Συµβάσεις πιστωτικών ιδρυµάτων µε σκοπό τη διαφύλαξη
της σταθερότητάς τους 1347
5.4. Συµβάσεις µε µετόχους 1347
5.5. Συναλλαγές της µητρικής µε θυγατρική εταιρία 1348
5.5.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1348
5.5.2. Συναλλαγές της µητρικής µε 100% θυγατρική εταιρία 1349
5.5.3. Συναλλαγές της µητρικής µε θυγατρική εταιρία, στην οποία (θυγατρική)
δεν µετέχει κανένα συνδεδεµένο (µε την µητρική) µέρος 1350
5.5.4. Συναλλαγές της µητρικής µε θυγατρική εταιρία, στην οποία (θυγατρική)
µετέχει συνδεδεµένο (µε την µητρική) µέρος 1350
5.6. Απόκτηση στοιχείων ενεργητικού µετά την ίδρυση της εταιρίας 1353
5.7. Συναλλαγές υποκείµενες σε έγκριση της ΓΣ 1354
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 99
ΔΛΠ 24, ΔΠΧΑ 10, ΔΠΧΑ 11, ΔΛΠ 28
Εισαγωγικό σημείωμα 1357
ΔΙΕΘΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ 24 –
ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΡΟΤΥΠΟ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ 10 – Ενοποιημένες
οικονομικές καταστάσεις 1366
ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΡΟΤΥΠΟ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ 11 –
ΔΙΕΘΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ 28 –
Άρθρο 100 – Χορήγηση άδειας για την κατάρτιση συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος (Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ) 1443
1. Αντικείµενο ρύθµισης και δοµή της διάταξης 1448
2. Γενικές παρατηρήσεις επί της διαδικασίας αδειοδότησης των συναλλαγών
µε συνδεδεµένα µέρη 1448
3. Αρµόδιο εταιρικό όργανο 1449
3.1. Κανόνας: ΔΣ 1449
3.2. Εξαίρεση: ΓΣ 1450
3.3. Ειδικώς η κατανοµή αρµοδιοτήτων για την τροποποίηση της σύµβασης 1452
3.4. Αποκλεισµός συγκεκριµένων µετόχων από την ψηφοφορία στη ΓΣ 1452
4. Τα στάδια της διαδικασίας χορήγησης της άδειας από τη ΓΣ 1456
5. Το δικαίωµα εναντίωσης των µετόχων µειοψηφίας 1458
6. Έννοµες συνέπειες σε περίπτωση κατάρτισης σύµβασης µε συνδεδεµένο µέρος
χωρίς την απαιτούµενη άδεια 1459
7. Εκ των υστέρων έγκριση καταρτισθείσας σύµβασης 1461
7.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1461
7.2. Περιπτωσιολογία 1462
7.2.1. Κατάρτιση σύµβασης µε συνδεδεµένο µέρος κατόπιν της άδειας του ΔΣ χωρίς
να έχουν πληρωθεί οι προϋποθέσεις του άρθρ. 100 παρ. 3 εδ. γ’ 1462
7.2.2. Κατάρτιση σύµβασης µε συνδεδεµένο µέρος χωρίς την προηγούµενη
άδεια της ΓΣ, η οποία είναι το αποκλειστικά αρµόδιο όργανο 1463
7.2.3. Κατάρτιση σύµβασης µε συνδεδεµένο µέρος χωρίς προηγούµενη άδεια
του ΔΣ 1464
Άρθρο 101 – Δημοσιότητα των συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη
(Άρθρο 9γ της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ) 1466
1. Αντικείµενο ρύθµισης και δοµή του άρθρου 1469
2. Έκθεση αξιολόγησης του δίκαιου και εύλογου χαρακτήρα της συναλλαγής 1470
2.1. Λειτουργία και σκοπός 1470
2.2. Εννοιολογικά στοιχεία, συντάκτης και περιεχόµενο της έκθεσης 1471
2.3. Συνέπειες από την έλλειψη έκθεσης αξιολόγησης 1474
3. Διατυπώσεις δηµοσιότητας 1475
3.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1475
3.2. Περιεχόµενο της ανακοίνωσης 1476
3.3. Τρόπος και χρόνος πραγµατοποίησης της ανακοίνωσης 1477
3.4. Δηµοσιοποίηση συναλλαγών συνδεδεµένου µε την εταιρία
προσώπου και θυγατρικής 1478
3.5. Αλληλεπίδραση των νέων ρυθµίσεων µε τους ενωσιακούς κανόνες
για τη δηµοσιοποίηση προνοµιακών πληροφοριών 1479
3.6. Συνέπειες εκ της παράλειψης τήρησης των διατυπώσεων δηµοσιότητας 1481
3.7. Η προστασία των καλοπίστων τρίτων επί ανακριβούς ανακοίνωσης 1483
4. Συµβάσεις µεταξύ της εταιρείας και του µοναδικού µετόχου της 1484
Άρθρο 102 – Ευθύνη μελών του διοικητικού συμβουλίου 1486
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις για την ευθύνη των µελών του ΔΣ
έναντι της εταιρίας (εσωτερική ευθύνη) 1493
1.1. Δοµή και αντικείµενο της ρύθµισης 1493
1.2. Σκοπός της ευθύνης των µελών του ΔΣ 1493
1.3. Διάκριση µεταξύ οργανικής και συµβατικής ευθύνης 1494
1.4. Διάκριση µεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής ευθύνης των µελών του ΔΣ 1494
1.5. Άµεση ζηµιά της εταιρίας vs αντανακλαστική ζηµία των µετόχων 1495
1.6. Πραγµατικά δεδοµένα 1496
1.7. Ενωσιακό και συγκριτικό δίκαιο 1497
2. Δοµικά χαρακτηριστικά της ρύθµισης 1498
2.1. Αναγκαστικό δίκαιο 1498
2.2. Διφυής χαρακτήρας 1498
2.3. Aυτοτελής λόγος ευθύνης 1499
2.4. Νόθος αντικειµενική ευθύνη 1500
2.5. Το µέτρο επιµέλειας του συνετού επιχειρηµατία 1500
2.6. Διαβάθµιση της επιµέλειας 1501
2.7. Υποχρέωση επιµέλειας και διακριτική ευχέρεια κατά τη λήψη
επιχειρηµατικών αποφάσεων 1502
3. Προϋποθέσεις ευθύνης 1503
3.1. Μέλος του ΔΣ 1503
3.2. Διασταλτική ερµηνεία της έννοιας του οργάνου 1504
3.2.1. Ελαττωµατικώς διορισθέν µέλος του ΔΣ 1504
3.2.2. De facto µέλος του ΔΣ 1504
3.2.3. Μέλη του ΔΣ λόγω φαινοµένου δικαίου 1505
3.3. Παραβίαση υποχρέωσης 1506
3.4. Υπαιτιότητα 1506
3.5. Ζηµία 1507
3.6. Αιτιώδης συνάφεια 1507
3.7. Ευθύνη εις ολόκληρον 1508
4. Απαλλαγή από την ευθύνη 1509
4.1. Σύννοµη απόφαση της ΓΣ 1509
4.2. Κανόνας επιχειρηµατικής κρίσης 1510
4.2.1. Σηµασία και περιεχόµενο 1510
4.2.2. Προϋποθέσεις του κανόνα της επιχειρηµατικής κρίσης 1512
4.2.2.1. Επιχειρηµατική απόφαση 1512
4.2.2.2. Εύλογη επιχειρηµατική απόφαση 1513
4.2.2.3. Λήψη απόφασης επί τη βάσει επαρκούς πληροφόρησης 1513
4.2.2.4. Απόφαση αποκλειστικά προς εξυπηρέτηση του εταιρικού συµφέροντος 1514
4.2.2.5. Καλή πίστη 1515
4.2.2.6. Βάρος απόδειξης 1516
4.2.2.7. Χρόνος εκτίµησης των όρων της επιχειρηµατικής κρίσης 1516
4.2.3. Ειδικά ζητήµατα του κανόνα της επιχειρηµατικής κρίσης 1516
5. Εισήγηση ανεξάρτητου οργάνου ή επιτροπής 1518
5.1. Γενικά 1518
5.2. Ένταξη στο σύστηµα της ευθύνης του άρθρ. 102 1518
5.3. Πεδίο εφαρµογής 1520
5.4. Προϋποθέσεις 1520
5.4. Συνέπειες 1521
6. Παραίτηση ή συµβιβασµός 1522
6.1. Σκοπός 1522
6.2. Προϋποθέσεις 1522
7. Παραγραφή 1523
8. Ασφάλιση αστικής ευθύνης 1525
9. Ζητήµατα διαχρονικού δικαίου 1526
Άρθρο 103 – Άσκηση των αξιώσεων της εταιρείας 1528
1. Εισαγωγικές επισημάνσεις για τις διατάξεις των άρθρων 103-106 1530
2. Γενική στόχευση των άρθρ. 103-106 1531
3. Βασικά δικονομικά ζητήματα περί την εταιρική αγωγή 1533
4. Το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρ. 103 εδ. α’:
Η αυτόβουλη άσκηση της εταιρικής αγωγής ως αρμοδιότητα του ΔΣ 1534
4.1. Αρμόδιο το ΔΣ για αυτόβουλη άσκηση της εταιρικής αγωγής 1535
4.2. Το εταιρικό συμφέρον ως όριο της διακριτικής ευχέρειας του ΔΣ 1536
4.2.1. Γενικά 1536
4.2.2. Υποχρεωτική, κατά κανόνα, η άσκηση της εταιρικής αγωγής 1538
4.2.3. Στάθμιση αντικρουόμενων όψεων εταιρικού συμφέροντος 1540
5. Δικαιοπολιτική αξιολόγηση της ρύθμισης του άρθρ. 103 εδ. α’ 1542
6. Η υποχρέωση παροχής εξηγήσεων από το ΔΣ στους μετόχους (άρθρ. 103 εδ. β’) 1545
6.1. Συστηματική ένταξη και λειτουργία της διάταξης 1545
6.2. Η εφαρμογή της ρύθμισης: Προϋποθέσεις και διαδικασία 1546
6.3. Αγώγιμη αξίωση για παροχή εξηγήσεων 1548
6.4. Φορείς και αποδέκτες της αξίωσης 1549
6.5. Διαδικασία εκδίκασης της αγωγής για παροχή εξηγήσεων 1552
Άρθρο 104 – Άσκηση των αξιώσεων της εταιρείας ύστερα από αίτημα
της μειοψηφίας 1553
1. Αναγκαιότητα των διατάξεων του άρθρ. 104 1556
2. Καινοτομίες των νέων ρυθμίσεων 1557
3. Το δικαίωμα των μετόχων για δρομολόγηση της διαδικασίας άσκησης
της εταιρικής αγωγής: Προϋποθέσεις και συνέπειες 1560
3.1. Γενική επισκόπηση 1560
3.2. Δικαίωμα της μειοψηφίας για υποβολή αίτησης στο ΔΣ 1560
3.3. Δικαίωμα της «πλειοψηφίας των μετόχων» 1563
4. Η αίτηση των μετόχων περί εναγωγής μελών του ΔΣ 1566
5. Η απόφαση του ΔΣ επί της αίτησης των μετόχων 1568
Άρθρο 105 – Διορισμός ειδικού εκπροσώπου για άσκηση της αγωγής 1572
1. Εποπτική παρουσίαση της ρύθμισης - Διαχρονικό δίκαιο 1576
2. Διαφορές της ισχύουσας με την προϊσχύσασα ρύθμιση 1578
2.1. Αποδυνάμωση της θέσης της πλειοψηφίας 1578
2.2. Μείωση του ποσοστού της αναγκαίας μειοψηφίας αλλά και της δραστικότητας
της εξουσίας της 1579
2.3. Εφαρμογή του άρθρ. 105 ανεξάρτητα από την υποχρεωτικότητα ή μη της
(εκ μέρους του ΔΣ) εναγωγής των διοικητών 1582
2.4. Νομιμοποιούμενοι να ζητήσουν διορισμό ειδικού εκπροσώπου 1582
2.5. Το εταιρικό συμφέρον ως φίλτρο διήθησης των εκδικαζόμενων αιτήσεων 1583
3. Ο διορισμός ειδικού εκπροσώπου ως κατάληξη της πορείας προς πραγμάτωση
της εσωτερικής ευθύνης: η λειτουργία του θεσμού 1586
3.1. Το άρθρ. 105 αναγκαίο λειτουργικό συμπλήρωμα των άρθρ. 103 και ιδίως 104 1586
3.2. Ο επικουρικός χαρακτήρας της διαδικασίας διορισμού ειδικού εκπροσώπου 1587
3.3. Η δυνατότητα διορισμού ειδικού εκπροσώπου ως «έσχατο καταφύγιο»
για την προστασία της μειοψηφίας 1588
4. Η ratio του θεσμού 1589
5. Δικαιοπολιτική κριτική της ρύθμισης του άρθρ. 105 παρ. 1 1590
6. Προϋποθέσεις για το διορισμό ειδικού εκπροσώπου 1595
7. Ενεργητική νομιμοποίηση: η «πλειοψηφία της μειοψηφίας» 1597
8. Στοιχεία της αίτησης, αρμοδιότητα και διαδικασία εκδίκασής της 1598
9. Το πρόσωπο του ειδικού εκπροσώπου 1601
10. Δεσμεύσεις και εξουσίες του ειδικού εκπροσώπου 1602
11. Καθήκοντα και ευθύνη του ειδικού εκπροσώπου 1607
12. Σχέση ΑΚ 69 και άρθρ. 105 ν. 4548/2018 με αφορμή την υποβολή έγκλησης
και δήλωσης παράστασης για υποστήριξη της κατηγορίας εκ μέρους της ΑΕ
κατά των διοικητών της 1608
12.1. Διορισμός προσωρινής διοίκησης ή ειδικού εκπροσώπου
για την υποβολή έγκλησης; 1608
12.2. Η εμπρόσθεσμη υποβολή έγκλησης από την ΑΕ κατά των μελών του ΔΣ 1611
13. Το δικαίωμα και η υποχρέωση ενημέρωσης του ειδικού εκπροσώπου 1612
13.1. Δικαίωμα ενημέρωσης του ειδικού εκπροσώπου 1612
13.2. Υποχρέωση ενημέρωσης του ειδικού εκπροσώπου έναντι ΔΣ και ΓΣ 1614
14. Εύλογη αμοιβή του ειδικού εκπροσώπου 1617
15. Αντικατάσταση του ειδικού εκπροσώπου κατ’ άρθρ. 786 παρ. 3 ΚΠολΔ 1617
Άρθρο 106 – Λοιπές διατάξεις 1622
1. Ζητήµατα αναστολής παραγραφής 1622
2. Λοιπά ζητήµατα 1624
Άρθρο 107 – Ευθύνη για άμεση ζημία τρίτων 1625
1. Εισαγωγικά 1627
2. Η ευθύνη για άµεση ζηµία µετόχων ή τρίτων 1627
2.1. Νοµική φύση και έρεισµα της ευθύνης 1627
2.2. Ειδικά η ευθύνη έναντι µετόχων 1631
2.3. Ειδικά η ευθύνη του ΔΣ στο δίκαιο της κεφαλαιαγοράς 1633
3. Η ευθύνη κατά το άρθρ. 127 ΠτΚ (ν. 4738/2020) 1634
Άρθρο 108 – Έγκριση συνολικής διαχείρισης 1640
1. Έννοια και λήψη της απόφασης 1641
1.1. Ο εννοιολογικός πυρήνας της έγκρισης 1641
1.2. Το πεδίο εφαρµογής της έγκρισης 1644
1.3. Οι περιστάσεις της λήψης της απόφασης 1646
2. Έννοµες συνέπειες της έγκρισης 1648
2.1. Διαφοροποίηση από την παραίτηση από αξιώσεις αποζηµίωσης 1648
2.2. Η συνεκτίµηση της έγκρισης για την αξιολόγηση της ευθύνης:
έννοια της συνεκτίµησης 1651
2.3. Η συνεκτίµηση της έγκρισης για την αξιολόγηση της ευθύνης:
θέση της συνεκτίµησης στη διαδικασία 1654
Κεφάλαιο Γ΄
ΑΜΟΙΒΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Άρθρο 109 – Διαδικασία και προϋποθέσεις χορήγησης αμοιβών 1656
1. Αντικείµενο και δοµή του άρθρου 1659
2. Σκοπός και νοµικό έρεισµα της καταβολής αµοιβής στα µέλη του ΔΣ 1659
3. Οι ειδικότερες µορφές αµοιβών 1660
4. Αµοιβές χορηγούµενες στα µέλη του ΔΣ στο πλαίσιο της οργανικής σχέσης 1661
4.1. Αµοιβές ή παροχές µη συνιστάµενες σε συµµετοχή στα κέρδη 1661
4.1.1. Η έννοια των «αµοιβών» και «παροχών» 1662
4.1.2. Καθορισµός των αµοιβών στο καταστατικό της εταιρίας 1663
4.1.3. Χορήγηση αµοιβών µε απόφαση της ΓΣ 1665
4.2. Αµοιβές συνιστάµενες σε συµµετοχή στα κέρδη της εταιρικής χρήσης 1667
4.3. Δικαστικός έλεγχος των αµοιβών 1669
5. Προκαταβολή αµοιβών 1671
6. Αµοιβές σε µέλη ΔΣ λόγω ειδικής σχέσης αυτών µε την ΑΕ 1671
Άρθρο 110 – Πολιτική αποδοχών (Άρθρο 9α της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ,
Οδηγία 2017/828/ΕΕ) 1677
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1680
2. Η προβληµατική 1681
3. Οι Συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις πολιτικές αποδοχών
και η υιοθέτηση της Οδηγίας 2017/828/ΕΕ 1683
4. Η καθιέρωση της υποχρέωσης θέσπισης πολιτικής αποδοχών βάσει
του άρθρ. 110 1686
4.1. Πεδίο εφαρµογής 1686
4.2. Η υποβολή προς έγκριση από τη ΓΣ της πολιτικής αποδοχών 1689
4.3. Αρµόδια όργανα για την πολιτική αποδοχών 1693
5. Ειδικά η πολιτική αποδοχών των πιστωτικών ιδρυμάτων 1694
6. Μεταβατική διάταξη 1697
Άρθρο 111 – Περιεχόμενο της πολιτικής αποδοχών
(Άρθρο 9α της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ, Οδηγία 2017/828/ΕΕ) 1698
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1700
2. Ελάχιστο περιεχόµενο 1701
2.1. Γενικότερα χαρακτηριστικά του περιεχοµένου της πολιτικής αποδοχών 1701
2.2. Στοιχεία για τις µεταβλητές αποδοχές 1703
2.3. «Σημαντική αμοιβή» για τους σκοπούς του άρθρ. 9 παρ. 2 του ν. 4706/2020 1708
3. Αναθεώρηση της πολιτικής 1709
Άρθρο 112 – Έκθεση αποδοχών (Άρθρο 9β της Οδηγίας 2007/36/ΕΚ,
Οδηγία 2017/828/ΕΕ) 1710
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1713
2. Γενικά χαρακτηριστικά της έκθεσης αποδοχών 1714
3. Περιεχόµενο της έκθεσης αποδοχών 1716
3.1. Στοιχεία που σχετίζονται αµιγώς µε τις αποδοχές 1716
3.2. Στοιχεία γενικότερου χαρακτήρα 1719
4. Συµβουλευτική ψήφος των µετόχων 1719
5. Δηµοσιοποίηση και προσωπικά δεδοµένα 1722
6. Ευθύνη και έλεγχος 1724
Άρθρο 113 – Πρόγραμμα διάθεσης μετοχών σε μέλη του διοικητικού
συμβουλίου και το προσωπικό 1725
1. Διάθεση µετοχών σε µέλη διοίκησης και εργαζοµένους ΑΕ: Οικονοµική
λειτουργία και συγκριτική περιήγηση στο προϊσχύσαν και στο ισχύον δίκαιο 1729
1.1. Λειτουργία και δικαιολογητική βάση της διάθεσης µετοχών
στα µέλη της διοίκησης και στο προσωπικό της ΑΕ 1729
1.2. Προϊσχύσαν δίκαιο 1730
1.3. Η «µεταστέγαση» των διατάξεων περί διάθεσης µετοχών σε µέλη ΔΣ
και εργαζοµένους στο πλαίσιο του ν. 4548/2018 1732
1.4. Η «αρχιτεκτονική» της ρύθµισης: Διάθεση µετοχών στο πλαίσιο προγράµµατος
έναντι ανταλλάγµατος (άρθρ. 113) και δωρεάν διάθεση µετοχών
εκτός προγράµµατος (άρθρ. 114) 1735
2. Διάθεση µετοχών στο πλαίσιο προγράµµατος: Το πραγµατικό του άρθρ. 113 1737
2.1. Οι δικαιούχοι στην απόκτηση µετοχών 1737
2.2. Αρµόδιο εταιρικό όργανο 1738
2.3. Ελάχιστο και δυνητικό περιεχόµενο της εταιρικής απόφασης
για τη διάθεση µετοχών 1740
2.4. Περιεχόµενο, νοµική φύση, µεταβιβαστό και προστασία του δικαιώµατος
προαίρεσης για την απόκτηση µετοχών 1744
Άρθρο 114 – Δωρεάν διάθεση μετοχών σε μέλη του διοικητικού
συμβουλίου και το προσωπικό 1748
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 113, 114
Επιπρόσθετες διατυπώσεις κατά τη διάθεση µετοχών από εισηγµένη ΑΕ 1752
Κεφάλαιο Δ’
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ
Άρθρο 115 – Δυνατότητα διορισμού μονομελούς διοικητικού οργάνου
(σύμβουλος-διαχειριστής) 1754
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1756
2. Ειδικότερα νοµικά ζητήµατα 1757
Τµήµα Έβδοµο
ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
Κεφάλαιο Α΄
ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ
ΛΗΨΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
Άρθρο 116 – H γενική συνέλευση ως ανώτατο εταιρικό όργανο 1762
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1763
2. Η ΓΣ ως το ανώτατο όργανο της εταιρείας 1764
3. Η δυνατότητα παρέµβασης της ΓΣ στη διαχείριση της εταιρείας 1765
4. Η δεσµευτικότητα των αποφάσεων της ΓΣ 1767
Άρθρο 117 – Αποκλειστική αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης 1768
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1772
2. Οι αποκλειστικές αρµοδιότητες της ΓΣ 1772
2.1. Τροποποίηση του καταστατικού 1772
2.2. Εκλογή µελών του ΔΣ και ελεγκτών 1775
2.3. Έγκριση της συνολικής διαχείρισης κατά το άρθρ. 108
και απαλλαγή των ελεγκτών 1776
2.4. Έγκριση των ετήσιων και των τυχόν ενοποιηµένων
χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων 1777
2.5. Διάθεση των ετήσιων κερδών 1777
2.6. Έγκριση παροχής αµοιβών ή προκαταβολής αµοιβών κατά το άρθρ. 109 1777
2.7. Έγκριση της πολιτικής αποδοχών του άρθρ. 110 και της έκθεσης αποδοχών
του άρθρ. 112 1778
2.8. Συγχώνευση, διάσπαση, µετατροπή, αναβίωση, παράταση της διάρκειας
ή λύση της εταιρείας 1778
2.9. Διορισµός εκκαθαριστών 1779
3. Εξαιρέσεις από την αποκλειστική αρµοδιότητα της ΓΣ 1779
3.1. Αυξήσεις κεφαλαίου ή πράξεις αναπροσαρµογής του κεφαλαίου που ρητά
ανατίθενται από το νόµο ή το καταστατικό στο ΔΣ, καθώς και αυξήσεις
που επιβάλλονται από διατάξεις άλλων νόµων 1779
3.2. Η τροποποίηση ή η προσαρµογή διατάξεων του καταστατικού από το ΔΣ
στις περιπτώσεις που ορίζει τούτο ρητά ο νόµος 1780
3.3. Ο διορισµός µε το καταστατικό του πρώτου ΔΣ 1780
3.4. Η εκλογή κατά το καταστατικό, σύµφωνα µε το άρθρ. 82, συµβούλων
σε αντικατάσταση παραιτηθέντων, αποθανόντων ή απωλεσάντων
την ιδιότητά τους µε οποιονδήποτε άλλο τρόπο 1781
3.5. Η συγχώνευση µε απορρόφηση ΑΕ από άλλη ΑΕ που κατέχει το εκατό τοις εκατό (100%) των µετοχών της, η απόφαση της απορροφώσας ΑΕ για τη συγχώνευση
µε απορρόφηση άλλης κεφαλαιουχικής εταιρίας της οποίας κατέχει το ενενήντα
τοις εκατό (90%) ή περισσότερο των µετοχών ή µεριδίων της, καθώς και
η απόφαση διασπώµενης ΑΕ για τη διάσπασή της όταν οι επωφελούµενες
εταιρείες κατέχουν τις µετοχές της στο σύνολό τους, σύµφωνα µε τις οικείες
διατάξεις 1781
3.6. Η δυνατότητα διανοµής προσωρινών µερισµάτων κατά τις παρ. 1 και 2
του άρθρ. 162 1783
3.7. Η δυνατότητα διανοµής κατά την παρ. 3 του άρθρ. 162 κερδών ή προαιρετικών
αποθεµατικών µέσα στην τρέχουσα εταιρική χρήση µε απόφαση του ΔΣ,
υποκείµενη σε δηµοσίευση 1783
4. Αρρύθµιστες αρµοδιότητες της ΓΣ 1784
Άρθρο 118 – Τρόποι λήψης αποφάσεων από τη γενική συνέλευση 1788
Κεφάλαιο Β’
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΓΚΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
Άρθρο 119 – Είδη γενικών συνελεύσεων - Εταιρείες εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) 1789
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1791
2. Τακτική και έκτακτη ΓΣ 1792
2.1 Τακτική ΓΣ 1792
2.2. Έκτακτη ΓΣ 1793
3. Καταστατική ΓΣ 1793
4. ΓΣ επί µειώσεως του ενεργητικού στο µισό του µετοχικού κεφαλαίου 1794
5. Εταιρείες µε κινητές αξίες εισηγµένες σε Πολυµερή
Μηχανισµό Διαπραγµάτευσης 1796
Άρθρο 120 – Τόπος όπου συνέρχεται η γενική συνέλευση 1798
1. Ο τόπος σύγκλησης της ΓΣ 1800
2. Το στοιχείο της «συνάθροισης» 1801
3. Η «ηλεκτρονική» ΓΣ 1802
4. Συνέπειες παράβασης του άρθρ. 120 1807
Άρθρο 121 – Πρόσκληση της γενικής συνέλευσης 1808
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1811
2. Αρµοδιότητα σύγκλησης της ΓΣ 1812
2.1. Η αρµοδιότητα του ΔΣ για τη σύγκληση της ΓΣ 1812
2.2. Η αρµοδιότητα άλλων οργάνων για τη σύγκληση της ΓΣ 1813
2.3. Σύγκληση της ΓΣ κατόπιν αιτήµατος της µειοψηφίας και του ελεγκτή
της εταιρείας 1816
3. Η πρόσκληση για τη σύγκληση της ΓΣ 1817
4. Περιεχόµενο της προσκλήσεως 1818
4.1. Το οίκηµα 1818
4.2. Ο χρόνος συνεδρίασης της ΓΣ 1819
4.3. Θέµατα ηµερήσιας διάταξης 1820
4.4. Πληροφορίες σχετικά µε τους δικαιούµενους να µετάσχουν στη ΓΣ
και οδηγίες συµµετοχής 1824
4.5. Περιεχόµενο της πρόσκλησης επί εταιρειών µε µετοχές εισηγµένες
σε ρυθµιζόµενη αγορά 1825
5. Η καθολική ΓΣ 1826
Άρθρο 122 – Δημοσίευση της πρόσκλησης της γενικής συνέλευσης 1828
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1830
2. Προθεσµία για τη σύγκληση 1830
3. Δηµοσιότητα της προσκλήσεως 1832
3.1. Δηµοσιότητα στο Γ.Ε.ΜΗ. 1832
3.2. Καταστατικές αποκλίσεις 1832
3.3. Η δηµοσίευση της πρόσκλησης στις εισηγµένες εταιρείες 1834
3.4. Το δικαίωµα του µετόχου να ζητεί ατοµική πληροφόρηση 1834
Άρθρο 123 – Δικαιώματα μετόχων πριν από τη γενική συνέλευση 1836
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1838
2. Υποχρέωση χορήγησης στους µετόχους των χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων
της εταιρείας και των εκθέσεων του ΔΣ και των ελεγκτών 1838
3. Η ανάρτηση των χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων και των εκθέσεων του ΔΣ
και των ελεγκτών στο διαδίκτυο - Εναλλακτικοί τρόποι γνωστοποίησης 1841
4. Υποχρέωση πληροφόρησης των µετόχων πριν από τη ΓΣ 1842
4.1 Υποχρέωση πληροφόρησης σε εισηγµένες ή µη εταιρείες 1842
4.2. Υποχρέωση πληροφόρησης σε εισηγµένες εταιρείες 1843
Άρθρο 124 – Δικαιούμενοι συμμετοχής στη γενική συνέλευση 1844
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1848
2. Διαδικαστικές προϋποθέσεις συµµετοχής στη ΓΣ 1849
2.1. Η µετοχική ιδιότητα 1849
2.2. Η απόδειξη της µετοχικής ιδιότητας 1850
2.3. Καταστατικές διαµορφώσεις 1852
2.3.1. Η κατάθεση των µετοχών και των εγγράφων αντιπροσώπευσης πριν τη ΓΣ 1852
2.3.2. Δέσµευση των µετοχών 1855
2.3.3. Κατάρτιση πίνακα µετόχων 1855
2.4. Μετ’ αναβολήν ΓΣ 1858
2.5. Εξαιρέσεις από τη διαδικασία κατάθεσης των µετοχών
και των εγγράφων αντιπροσώπευσης 1858
3. Η νοµιµοποίηση των µετόχων επί εισηγµένων εταιρειών 1860
3.1. Η νοµιµοποίηση για τη συµµετοχή στη ΓΣ 1861
3.1.1. Η ηµεροµηνία καταγραφής 1861
3.1.2. Η απόδειξη της µετοχικής ιδιότητας 1862
3.1.3. Η µη δέσµευση των µετοχών 1862
3.2. Δογµατικά ζητήµατα 1862
4. Σύγκρουση συµφερόντων 1863
Άρθρο 125 – Συμμετοχή στη γενική συνέλευση από απόσταση
σε πραγματικό χρόνο 1865
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1866
2. Η συµµετοχή του µετόχου στη ΓΣ µε οπτικοακουστικά
ή άλλα ηλεκτρονικά µέσα 1867
3. Το δικαίωμα του μέτοχου να αξιώσει τη συμμετοχή του στη ΓΣ με τηλεδιάσκεψη 1868
4. Το αίτηµα της ασφάλειας 1869
Άρθρο 126 – Συμμετοχή στη γενική συνέλευση με επιστολική ψήφο 1871
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1872
2. Η συµµετοχή στην ψηφοφορία από απόσταση 1873
2.1. Καταστατική πρόβλεψη 1873
2.2. Η διαδικασία συµµετοχής µε επιστολική ψήφο 1874
3. Η νοµική φύση της ψηφοδοσίας από απόσταση 1875
Άρθρο 127 – Παράσταση στη γενική συνέλευση μη μετόχων 1877
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1878
2. Πρόσωπα που δικαιούνται να παρίστανται στη ΓΣ 1879
Άρθρο 128 – Αντιπροσώπευση στη γενική συνέλευση 1881
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1883
2. Καταστατικές προβλέψεις 1884
3. Διορισµός, ανάκληση και αντικατάσταση του αντιπροσώπου 1884
4. Σύγκρουση συµφερόντων του αντιπροσώπου 1886
5. Έννοµες συνέπειες µη τήρησης ή πληµµελούς τήρησης του άρθρ. 128 1887
Άρθρο 129 – Πρόεδρος της γενικής συνέλευσης 1889
Άρθρο 130 – Απαρτία 1892
1. Η ύπαρξη απαρτίας ως προϋπόθεση λήψης απόφασης από τη ΓΣ 1895
2. Απαιτούµενα ποσοστά απαρτίας 1896
2.1. Τα νόµιµα ποσοστά απαρτίας 1896
2.1.1. Ο κανόνας: απλή απαρτία 1896
2.1.2. Η επαναληπτική ΓΣ 1896
2.1.3. Η αυξηµένη απαρτία 1898
2.1.4. Θέµατα της ηµερήσιας διάταξης για τα οποία απαιτείται αυξηµένη απαρτία 1899
2.2. Αναγκαστικό δίκαιο-Καταστατικές ρυθµίσεις 1901
Κεφάλαιο Γ΄
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
Άρθρο 131 – Τρόπος ψηφοφορίας στη γενική συνέλευση 1902
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1903
2. Η ισχύουσα ρύθµιση: φανερή ψηφοφορία 1904
3. Φανερή και µυστική ψηφοφορία 1904
4. Υποχρεωτική φανερή ψηφοφορία 1905
Άρθρο 132 – Πλειοψηφία 1907
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1909
2. Καταµέτρηση ψήφων: αθροιστική και αφαιρετική µέθοδος 1910
3. Ποσοστά πλειοψηφίας οριζόµενα στο νόµο 1911
3.1. Απλή πλειοψηφία 1911
3.2. Αυξηµένη πλειοψηφία 1912
3.3. Περιπτώσεις λήψης αποφάσεων από τη ΓΣ µε ειδική πλειοψηφία
και δικαίωµα αρνησικυρίας 1912
3.3.1. Επίτευξη ειδικής πλειοψηφίας 1912
3.3.2. Δικαίωµα αρνησικυρίας 1913
4. Ποσοστά πλειοψηφίας οριζόµενα στο καταστατικό 1913
5. Έννοµες συνέπειες της παραβάσεως του άρθρ. 132 ή του καταστατικού 1914
Άρθρο 133 – Αναγγελία του αποτελέσματος της ψηφοφορίας 1915
Άρθρο 134 – Πρακτικά συνεδριάσεων και αποφάσεων της γενικής
συνέλευσης 1917
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις - Τήρηση πρακτικών 1919
2. Το περιεχόµενο του πρακτικού ΓΣ 1919
3. Υποβολή των πρακτικών στη Διοίκηση 1921
4. Η αποδεικτική ισχύς των πρακτικών ΓΣ 1922
5. Η χορήγηση αντιγράφων των πρακτικών 1923
6. Χορήγηση αντιγράφου του πρακτικού της ΓΣ και προσβολή απόφασης της ΓΣ 1924
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ
Άρθρο 135 – Λήψη αποφάσεων με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση 1926
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1929
2. Προϋποθέσεις εφαρµογής του άρθρ. 135 1930
2.1. Θετικές προϋποθέσεις 1930
2.2. Αρνητικές προϋποθέσεις 1930
3. Η διαδικασία λήψης της απόφασης 1932
3.1. Η πρόταση του ΔΣ 1932
3.2. Κοινοποίηση της πρότασης - Τρόπος απάντησης των µετόχων 1932
3.3. Προθεσµία απάντησης των µετόχων 1933
3.4. Παροχή πληροφοριών στους µετόχους 1934
3.5. Δικαίωµα συµµετοχής στη λήψη απόφασης χωρίς συνεδρίαση της ΓΣ 1935
3.6. Λήψη της απόφασης - Απαρτία και πλειοψηφία 1935
Άρθρο 136 – Προσυπογραφή πρακτικού χωρίς συνεδρίαση 1938
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1939
2. Προϋποθέσεις λήψης απόφασης δια προσυπογραφής πρακτικού 1939
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
Άρθρο 137 – Ακυρωσία αποφάσεων της γενικής συνέλευσης 1941
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1949
1.1. Εννοιολογικές διακρίσεις 1950
1.1.1. Διάκριση από ατελείς αποφάσεις 1950
1.1.2. Σύνθετες και αυτοτελείς αποφάσεις ΓΣ 1950
1.2. Προϊσχύσαν δίκαιο: η αναµόρφωση του δικαίου των ελαττωµατικών
αποφάσεων ΓΣ διά του ν. 3604/2007 1951
1.3. Το άρθρ. 137 ν. 4548/2018: εισαγωγικές παρατηρήσεις 1951
2. Περιπτώσεις ακυρωσίας του άρθρ. 137 παρ. 1 1953
2.1. Γενικά 1953
2.2 Απόφαση που λήφθηκε µε τρόπο που δεν είναι σύµφωνος µε το νόµο
ή το καταστατικό-Περιπτωσιολογία 1953
2.3. Απόφαση ΓΣ που δεν συγκλήθηκε νόµιµα 1954
2.4. Απόφαση ΓΣ που δεν συγκροτήθηκε νόµιµα 1956
3. Περιπτώσεις ακυρωσίας του άρθρ. 137 παρ. 2 1958
3.1. Μη χορήγηση οφειλόµενων πληροφοριών σύµφωνα µε το άρθρ. 141 1958
3.2. Λήψη απόφασης κατά κατάχρηση εξουσίας της πλειοψηφίας 1960
4. Αιτιώδης σύνδεσµος µεταξύ ελαττώµατος και λήψης της απόφασης ΓΣ 1963
4.1. Η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσµου 1963
4.2. Η ρύθµιση του άρθρ. 137 παρ. 5 περ. α΄-ε΄ 1965
5. Περιπτώσεις που δεν επιτρέπεται η ακύρωση απόφασης ΓΣ 1967
6. Η αγωγή ακύρωσης 1969
6.1. Ενεργητική και παθητική νοµιµοποίηση 1969
6.1.1. Οι µέτοχοι 1969
6.1.1.1. Ελάχιστο ποσοστό µετοχικού κεφαλαίου 1969
6.1.1.2. Απουσία από τη ΓΣ και εναντίωση στη λήψη της απόφασης 1971
6.1.2. Επικαρπωτές και ενεχυρούχοι δανειστές 1973
6.1.3. Τα µέλη του ΔΣ 1973
6.1.4. Αναγκαστικό δίκαιο 1974
6.2. Αρµοδιότητα και προθεσµία 1974
7. Προσωρινή δικαστική προστασία 1976
8. Αποτελέσµατα της ακύρωσης 1977
9. Δηµοσιότητα 1978
10. Αξίωση αποζηµίωσης των µετόχων 1978
10.1. Αξίωση αποζηµίωσης σύµφωνα µε το άρθρ. 137 παρ. 4 εδ. α΄ 1979
10.2. Αξίωση αποζηµίωσης σύµφωνα µε το άρθρ. 137 παρ. 4 εδ. β΄ 1979
10.3. Προθεσµία άσκησης της αγωγής αποζηµιώσεως 1980
Άρθρο 138 – Ακυρότητα αποφάσεων της γενικής συνέλευσης 1981
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1985
2. Οι λόγοι ακυρότητας 1986
2.1. Η λήψη απόφασης χωρίς προηγούµενη σύγκληση της ΓΣ 1986
2.1.1. Πρόσκληση προερχόµενη από την εταιρεία 1987
2.1.2. Πρόσκληση περιέχουσα τουλάχιστον την ηµεροµηνία και τον τόπο της ΓΣ 1989
2.1.3. Πρόσκληση δηµοσιευµένη σύµφωνα µε το νόµο και το καταστατικό 1989
2.1.4. Η καθολική ΓΣ 1990
2.1.5. Μεταγένεστερη δήλωση µετόχου 1991
2.2. Αντίθεση του περιεχοµένου της απόφασης στο νόµο ή το καταστατικό 1991
2.2.1. Αντίθεση στον νόµο 1991
2.2.2. Αντίθεση στο καταστατικό 1992
3. Προβολή της ακυρότητας 1992
3.1. Δικαστική προβολή της ακυρότητας 1992
3.1.1. Αναγνωριστική αγωγή 1992
3.1.2. Παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας 1994
3.1.3. Δηµοσιότητα 1994
3.2. Εξώδικη προβολή της ακυρότητας 1994
4. Νοµιµοποιούµενα πρόσωπα 1995
4.1. Μέτοχοι 1996
4.2. Μέλη του ΔΣ 1996
4.3. Τρίτοι 1997
5. Προθεσµία προβολής της ακυρότητας 1997
6. Ίαση της ακυρότητας 1998
7. Αδυναµία ίασης της ακυρότητας 1998
8. Χρονικός περιορισµός στην προβολή της ακυρότητας 1999
9. Προστασία καλόπιστων τρίτων 2000
10. Επανάληψη άκυρης απόφασης ΓΣ 2000
Άρθρο 139 – Ανυπόστατες αποφάσεις 2002
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2002
2. Ανυπόστατες αποφάσεις ΓΣ 2003
3. Η νοµική µεταχείριση της ανυπόστατης απόφασης ΓΣ 2005
Άρθρο 140 – Ελαττώματα αποφάσεων που λαμβάνονται με άλλο τρόπο 2007
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2008
2. Ελαττώµατα αποφάσεων, που λαµβάνονται µε τη διαδικασία του άρθρ. 135 2008
3. Eλαττώµατα αποφάσεων που λαµβάνονται µε τη διαδικασία του άρθρ. 136 2011
Τμήμα Όγδοο
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ
Άρθρο 141 – Συλλογικά και ατομικά δικαιώματα μειοψηφίας 2014
1. Γενικά ζητήµατα 2021
1.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2021
1.2. Διακρίσεις των δικαιωµάτων του άρθρ. 141 µε βάση το περιεχόµενό τους 2022
1.3. Συλλογικά και ατοµικά δικαιώµατα 2023
1.4. Φύση των δικαιωµάτων 2025
1.5. Άσκηση των δικαιωµάτων 2026
2. Δικαιώµατα της «µικρής» µειοψηφίας (1/20) 2027
2.1. Σύγκληση έκτακτης ΓΣ 2027
2.2. Εγγραφή πρόσθετου θέµατος στην ηµερήσια διάταξη ΓΣ 2031
2.3. Υποβολή σχεδίων αποφάσεων για θέµατα ΓΣ 2035
2.4. Αναβολή λήψης απόφασης από τη ΓΣ 2036
2.5. Πληροφόρηση αναφορικά µε την καταβολή ποσών και παροχών
στα µέλη του ΔΣ ή τους διευθυντές της εταιρίας 2039
2.6. Φανερή ψηφοφορία 2044
3. Δικαιώµατα της «µεγάλης µειοψηφίας» (1/10) - Πληροφόρηση για την εταιρία 2045
4. Ατοµικά µετοχικά δικαιώµατα 2047
4.1. Πληροφόρηση για τις υποθέσεις της εταιρίας 2047
4.2. Πληροφόρηση για το ύψος του κεφαλαίου και τις µετοχές της εταιρίας 2049
4.3. Χορήγηση πίνακα µετόχων 2050
Άρθρο 142 – Αίτηση έκτακτου ελέγχου 2052
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2054
2. Αίτηµα διενέργειας έκτακτου ελέγχου λόγω πιθανολόγησης παραβίασης
νοµοθετικών ή καταστατικών διατάξεων ή αποφάσεων της ΓΣ 2057
2.1. Νοµιµοποιούµενοι για την άσκηση του δικαιώµατος 2057
2.2. Πιθανολόγηση παραβίασης νοµοθετικών ή καταστατικών διατάξεων
ή αποφάσεων ΓΣ 2062
3. Αίτηµα διενέργειας έκτακτου ελέγχου λόγω µη χρηστής και µη
συνετής διαχείρισης 2065
3.1. Αντικείµενο του ελέγχου 2065
3.2. Ειδικά τα κριτήρια της «χρηστής» και «συνετής» διαχείρισης 2067
3.3. Επίκληση και απόδειξη πραγµατικών γεγονότων 2068
4. Η εκπροσώπηση των αιτούντων µετόχων στο ΔΣ της εταιρίας 2069
Άρθρο 143 – Διενέργεια του έκτακτου ελέγχου 2072
1. Ανάθεση του ελέγχου 2073
2. Αµοιβή του ελεγκτή 2074
3. Δικαιώµατα και καθήκοντα του ελεγκτή 2075
Άρθρο 144 – Ενώσεις μετόχων 2077
1. Η ευρύτερη προβληµατική 2078
2. Τα βασικά χαρακτηριστικά των «ενώσεων µετόχων» βάσει της ελληνικής
ρύθµισης 2080
2.1. Σκοπός και µέλη 2080
2.2. Βασικές ρυθµίσεις 2081
Τµήµα Ένατο
ΕΤΗΣΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΤΗΣΙΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ
Άρθρο 145 – Εφαρμοζόμενες διατάξεις 2083
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2084
2. Το ενωσιακό δίκαιο 2085
3. Ο ν. 4308/2014 και οι επιµέρους χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις 2086
4. Η σύνταξη των χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων 2090
Άρθρο 146 – Διενέργεια απογραφής - Γλώσσα βιβλίων - Εταιρική χρήση 2094
1. Υποχρέωση απογραφής 2095
2. Τα βιβλία ή «αρχεία» 2097
3. Εταιρική χρήση 2100
Άρθρο 147 – Υπογραφή ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων 2101
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2103
2. Χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις 2103
3. Έκθεση διαχείρισης και δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης 2105
4. Ενοποιηµένες χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις και εκθέσεις 2106
Άρθρο 148 – Έγκριση ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων 2107
1. Η αποκλειστική αρµοδιότητα της ΓΣ για την έγκριση των ετήσιων
χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων 2108
2. Η έγκριση των ενοποιηµένων χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων 2110
Άρθρο 149 – Δημοσίευση χρηματοοικονομικών καταστάσεων και έκθεσης
διαχείρισης 2113
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2115
2. Το περιεχόµενο της υποχρέωσης δηµοσιότητας 2116
3. Ειδικές ρυθµίσεις 2118
Άρθρο 150 – Ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου 2120
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2122
2. Υποχρέωση σύνταξης ετήσιας έκθεσης διαχείρισης 2123
3. Αρµοδιότητα για την κατάρτιση της έκθεσης διαχείρισης 2123
4. Περιεχόµενο 2125
5. Ευθύνη του ΔΣ 2129
6. Εξωτερικός έλεγχος και έλεγχος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς 2131
Άρθρο 151 – Μη χρηματοοικονομικές καταστάσεις 2133
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2135
2. Υπόχρεες εταιρίες 2136
3. Αρµοδιότητα κατάρτισης – Δηµοσίευση – Έλεγχος 2137
4. Περιεχόµενο 2138
5. Οι ευρύτερες συνέπειες της νοµοθετικής υποχρέωσης για τη δηµοσιοποίηση
της µη χρηµατοοικονοµικής κατάστασης 2141
6. Η σταδιακή µεταβολή της προσέγγισης σε ό,τι αφορά την ΕΚΕ
και η έννοια του εταιρικού συµφέροντος 2142
7. Οι πρόσφατες εξελίξεις σε επίπεδο ενωσιακού δικαίου αναφορικά
με τις «εκθέσεις βιωσιμότητας» 2145
7.1. Περιεχόμενο 2145
7.2. Αξιολόγηση 2149
Άρθρο 152 – Δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης 2152
1. Εισαγωγικά 2154
2. Η αρχή «συµµόρφωση ή αιτιολόγηση» 2155
3. Η υποχρέωση υποβολής δήλωσης ΕΔ 2157
4. Αρµοδιότητα κατάρτισης - Δηµοσίευση 2158
5. Περιεχόµενο 2158
6. Εξωτερικός έλεγχος και έλεγχος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς
σε ό,τι αφορά την αρχή «συµµόρφωση ή αιτιολόγηση» 2161
Άρθρο 153 – Ετήσια έκθεση διαχείρισης και δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης
επί ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων 2164
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2165
2. Αναγκαίες προσαρµογές στην ενοποιηµένη έκθεση διαχείρισης 2166
3. Αναγκαίες προσαρµογές στην ενοποιηµένη δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης 2167
4. Κατάρτιση 2169
Άρθρο 154 – Ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση 2170
1. Η υποχρέωση κατάρτισης ενοποιηµένης µη χρηµατοοικονοµικής κατάστασης 2172
2. Περιεχόµενο 2173
3. Κατάρτιση 2174
4. Οι πρόσφατες εξελίξεις σε επίπεδο ενωσιακού δικαίου αναφορικά
με τις «ενοποιημένες εκθέσεις βιωσιμότητας» 2174
Άρθρο 155 – Έκθεση πληρωμών προς κυβερνήσεις 2176
1. Το πλαίσιο αναφοράς 2179
2. Ορισµοί και πεδίο εφαρµογής 2180
3. Κατάρτιση και περιεχόµενο 2183
Άρθρο 156 – Ενοποιημένη έκθεση πληρωμών σε κυβερνήσεις 2186
Άρθρο 157 – Κριτήρια ισοδυναμίας 2190
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2191
2. Η εκτελεστική Απόφαση της Επιτροπής για την ισοδυναµία των απαιτήσεων
υποβολής εκθέσεων ορισµένων τρίτων χωρών σχετικά µε τις πληρωµές
προς κυβερνήσεις µε τις απαιτήσεις της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ 2192
Τμήμα Ένατο Α
ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΗΛΩΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
ΚΑΙ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ
Εισαγωγικό σημείωμα 2193
Άρθρο 157A – Ορισμοί (άρθρο 48α Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2195
Άρθρο 157Β – Τελικές μητρικές και αυτόνομες επιχειρήσεις
που υποβάλλουν δημόσια δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος
(παρ. 1, 2 και 3 άρθρου 48β Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2196
Άρθρο 157Γ – Θυγατρικές επιχειρήσεις που υποβάλλουν δημόσια δήλωση
στοιχείων φορολογίας εισοδήματος (παρ. 4, 6 και 7 άρθρου 48β Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2198
Άρθρο 157Δ – Υποκαταστήματα που υποβάλλουν δημόσια δήλωση
στοιχείων φορολογίας εισοδήματος (παρ. 5, 6 και 7 άρθρου 48β
Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2200
Άρθρο 157Ε – Περιεχόμενο δημόσιας δήλωσης στοιχείων φορολογίας
εισοδήματος (άρθρο 48γ Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2202
Άρθρο 157ΣΤ – Δημοσίευση και προσβασιμότητα (άρθρο 48δ
Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2205
Άρθρο 157Ζ – Δήλωση του νόμιμου ελεγκτή (άρθρο 48στ
Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2206
Άρθρο 157Η – Εξουσιοδοτικές διατάξεις Μέρους Ενάτου Α
(παρ. 4 άρθρου 48γ Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2207
Τµήµα Δέκατο
ΔΙΑΘΕΣΗ ΚΕΡΔΩΝ
Άρθρο 158 – Κράτηση αποθεματικού 2208
1. Έννοια και λειτουργία των αποθεµατικών 2209
2. Κατηγορίες αποθεµατικών και διάκριση από άλλες έννοιες 2211
3. Το τακτικό αποθεµατικό 2212
Άρθρο 159 – Προϋποθέσεις και περιορισμός διανομής ποσών 2214
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2217
2. Το πραγµατικό της παρ. 1 του άρθρ. 159 2219
2.1. Ποσοτικοί περιορισµοί 2220
2.2. Η έννοια της διανοµής 2223
2.3. Η απαγόρευση 2225
2.3.1. Περιεχόµενο 2225
2.3.2. Τάσεις επέκτασης της απαγόρευσης 2227
2.4. Λήπτες της διανοµής 2228
2.5. Ειδικά θέµατα 2230
2.5.1. Πιστώσεις της εταιρίας προς τους µετόχους 2230
2.5.2. Πιστώσεις των µετόχων προς την εταιρία 2231
3. Το πραγµατικό του άρθρ. 159 παρ. 2 2235
Άρθρο 160 – Καθαρά κέρδη - Διανομή κερδών 2236
1. Εισαγωγή 2238
2. Το γενικό δικαίωµα συµµετοχής στα κέρδη 2239
3. Η αξίωση καταβολής µερίσµατος 2240
3.1. Γένεση της αξίωσης 2240
3.2. Νοµική φύση της αξίωσης 2241
3.3. Ποιες µετοχές παρέχουν αξίωση στο µέρισµα 2242
3.4. Υποκείµενο της αξίωσης 2242
3.5. Χρόνος καταβολής του µερίσµατος - Παραγραφή της αξίωσης και τύχη
διανεµητέου και µη εισπραχθέντος µερίσµατος 2243
4. Η διάθεση κερδών 2243
4.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2243
4.2. Προσδιορισµός των προς διάθεση κερδών 2244
4.3. Η διαδικασία διάθεσης των κερδών 2245
5. Μερισµατόγραφα 2247
6. Εικονικά κέρδη 2247
Άρθρο 161 – Ελάχιστο μέρισμα 2249
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2251
2. Το ελάχιστο µέρισµα 2251
3. Η κεφαλαιοποίηση κερδών 2252
4. Καταβολή µερίσµατος σε είδος 2253
Άρθρο 162 – Προσωρινό μέρισμα και μεταγενέστερη διανομή κερδών
και προαιρετικών αποθεματικών 2256
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2257
2. Διανοµή προσωρινού µερίσµατος 2257
3. Η διανοµή κερδών και αποθεµατικών µετά την τακτική ΓΣ 2259
Άρθρο 163 – Επιστροφή παράνομα εισπραχθέντων ποσών 2260
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2261
2. Η αξίωση επιστροφής 2261
3. Προστασία του καλόπιστου λήπτη 2263
Τµήµα Ενδέκατο
ΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ
Άρθρο 164 – Λόγοι λύσεως της εταιρείας 2264
1. Γενικές παρατηρήσεις 2267
1.1. Η φύση και ο χαρακτήρας των λόγων λύσης της ΑΕ 2267
1.2. Οι έννοµες συνέπειες της εταιρικής λύσης 2268
2. Οι λόγοι λύσης της ΑΕ ειδικότερα 2269
2.1. Η παρέλευση της καταστατικής διάρκειας 2269
2.2. Απόφαση της ΓΣ περί λύσης της εταιρίας 2271
2.3. H πτώχευση της εταιρίας 2273
2.4. Απόρριψη της αίτησης πτώχευσης λόγω ανεπάρκειας ενεργητικού 2276
Άρθρο 165 – Λύση της εταιρείας με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση
του έχοντος έννομο συμφέρον 2279
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2281
2. Οι λόγοι της δικαστικής λύσης 2282
2.1. Μη καταβολή του µετοχικού κεφαλαίου κατά τη σύσταση της ΑΕ 2282
2.2. Έλλειψη του ελάχιστου νόµιµου κεφαλαίου 2284
2.3 Παράλειψη υποβολής των χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων δύο ετών 2284
3. Η διαδικασία της δικαστικής λύσης 2285
3.1. Αίτηση του έχοντος έννοµο συµφέρον ενώπιον του αρµόδιου δικαστηρίου 2285
3.2. Περιεχόµενο, επίδοση και εκδίκαση της αίτησης 2286
3.3. Περιεχόµενο και ισχύς της δικαστικής απόφασης 2289
3.4. Δηµοσιότητα 2292
3.5. Άσκηση παρέµβασης και προσβολή της δικαστικής απόφασης 2292
Άρθρο 166 – Λύση της εταιρείας με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση
των μετόχων 2294
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2296
2. Προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώµατος της δικαστικής λύσης 2297
2.1. Μέτοχος ή µέτοχοι, που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 1/3
του καταβεβληµένου κεφαλαίου 2297
2.2. Σπουδαίος λόγος που καθιστά αδύνατη τη συνέχιση της ΑΕ 2298
3. Η διαδικασία της δικαστικής λύσης 2303
3.1. Άσκηση και περιεχόµενο της αίτησης ενώπιον του αρµόδιου δικαστηρίου 2303
3.2 Επίδοση και εκδίκαση της αίτησης 2303
3.3 Δυνατότητα παρέµβασης µετόχων του 1/3 του κεφαλαίου 2303
3.4. Περιεχόµενο, ισχύς και προσβολή της δικαστικής απόφασης περί λύσης 2305
Άρθρο 167 – Εκκαθαριστές 2307
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2310
2. Οι εκκαθαριστές 2310
2.1. Έννοια και νοµική θέση εκκαθαριστών 2310
2.2. Απόκτηση της ιδιότητας του εκκαθαριστή 2311
2.3. Η αµοιβή των εκκαθαριστών 2311
3. Διορισµός εκκαθαριστών 2312
3.1. Το ΔΣ ως προσωρινό όργανο εκκαθάρισης 2312
3.2. Εκκαθαριστές εκ του καταστατικού 2313
3.3. Διορισµός/εκλογή (και αντικατάσταση) εκκαθαριστών από τη ΓΣ 2313
3.4. Διορισµός εκκαθαριστών από το δικαστήριο 2315
3.5. Δηµοσιότητα του διορισµού και της αντικατάστασης των εκκαθαριστών 2317
4. Παράλειψη ή διακοπή του σταδίου της εκκαθάρισης λόγω ανεπάρκειας
του ενεργητικού 2318
4.1. Σκοπός και προϋποθέσεις εφαρµογής της διάταξης 2318
4.2. Ανεπάρκεια της εταιρικής περιουσίας 2319
4.3. Περιεχόµενο δικαστικής απόφασης 2320
Άρθρο 168 – Τρόπος διενέργειας της εκκαθάρισης 2321
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2324
1.1. Έννοια και σκοπός της εταιρικής εκκαθάρισης 2324
1.2. Συνέπειες από την έναρξη του εκκαθαριστικού σταδίου 2326
1.2.1. Έννοµες συνέπειες για την εταιρία 2326
1.2.2. Έννοµες συνέπειες για τα όργανα της ΑΕ 2328
1.2.3. Έννοµες συνέπειες για τους µετόχους 2328
2. Καθήκοντα εκκαθαριστών 2329
2.1. Έκταση και αντικείµενο της εξουσίας των εκκαθαριστών 2329
2.2. Τρόπος δράσης και ευθύνη των εκκαθαριστών 2331
3. Η εκκαθαριστική διαδικασία 2332
3.1. Οι χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις της εκκαθαριστικής διαδικασίας 2332
3.1.1. Ο ισολογισµός έναρξης της εκκαθάρισης και ο ισολογισµός τέλους χρήσης 2332
3.1.2. Ενδιάµεσες και τελικές χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις 2333
3.2. Οι πράξεις της εκκαθάρισης 2335
3. 2.1. Η ρευστοποίηση της εταιρικής περιουσίας 2335
3.2.2. Εξόφληση των εταιρικών χρεών 2336
3.2.3. Είσπραξη των απαιτήσεων 2337
3.2.4. Διενέργεια εκκαθάρισης µε βάση τα άρθρ. 1913 επ. ΑΚ 2338
3.2.5. Διανοµή του εκκαθαριστικού περισσεύµατος στους µετόχους 2339
Άρθρο 169 – Σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της εκκαθάρισης 2343
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 2344
2. Περιεχόµενο και έγκριση του σχεδίου επιτάχυνσης από τη ΓΣ 2344
3. Έγκριση του σχεδίου επιτάχυνσης από το δικαστήριο 2345
Άρθρο 170 – Διαγραφή της εταιρείας 2347
1. Η περάτωση της εκκαθάρισης και οι συνέπειές της 2349
2. Η αναβίωση των εργασιών της εκκαθάρισης 2352
Άρθρο 171 – Αναβίωση της λυθείσας εταιρείας 2355
1. Γενικές παρατηρήσεις 2357
2. Αναβίωση της λυθείσας (και µη πτωχεύσασας) εταιρίας 2357
3. Αναβίωση της πτωχεύσασας εταιρίας 2360
Τµήµα Δωδέκατο
ΑΛΛΟΔΑΠΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ
Άρθρα 172-175 2362
Τµήµα Δέκατο Τρίτο
ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 176 – Ψευδείς ή παραπλανητικές δηλώσεις προς το κοινό 2363
Άρθρο 177 – Παραβάσεις μελών διοικητικού συμβουλίου 2369
Άρθρο 178 – Παραβάσεις ελεγκτών 2372
Άρθρο 179 – Παραβάσεις σχετικές με την εύρυθμη λειτουργία της εταιρείας 2374
Άρθρο 180 – Παραβάσεις σχετικές με τις συνελεύσεις μετόχων
και ομολογιούχων 2377
Άρθρο 180Α – Ευθύνη για την κατάρτιση, τη δημοσίευση και τη διάθεση
στο κοινό της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος
(άρθρο 48ε Οδηγίας 2013/34/ΕΕ) 2379
Άρθρο 181 – Γενική διάταξη 2380
Τμήμα Δέκατο Τέταρτο
ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 182 – Διατηρούμενες σε ισχύ διατάξεις 2381
Άρθρο 183 – Προσαρμογή καταστατικού και ελάχιστου κεφαλαίου
των ανωνύμων εταιρειών 2382
Άρθρο 184 – Κατάργηση ανωνύμων μετοχών 2383
Άρθρο 185 – Διατάξεις για άλλες εταιρικές μορφές 2386
Άρθρο 186 – Εξουσιοδοτική διάταξη 2387
Άρθρο 187 – Μεταβατικές διατάξεις 2388
Άρθρο 188 – Παραπομπές 2391
Άρθρο 189 – Καταργούμενες διατάξεις 2392
Άρθρο 190 – Έναρξη ισχύος 2393
ΠΙΝΑΚΕΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ Ν 4548/2018 ΚΑΙ ΚΝ 2190/1920 2397
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΚΝ 2190/1920 & ΛΟΙΠΩΝ ΝΟΜΩΝ
ΚΑΙ Ν 4548/2018 2415
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 2433
Σελ. 6
1. Η ανανέωση του εταιρικού δικαίου και η σημασία της ανώνυμης εταιρίας
1 Η έκδοση ενός νέου νόμου (ν. 4548/2018) που διέπει τις ανώνυμες εταιρίες εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια των τελευταίων δεκαετιών για ανανέωση του εταιρικού δικαίου στην Ελλάδα, μια προσπάθεια που αφορά όχι μόνο τις κεφαλαιουχικές εταιρίες (εισαγωγή της ΙΚΕ με το ν. 4072/2012, αναμόρφωση του δικαίου της ΕΠΕ με το ν. 4541/2018), αλλά και τις προσωπικές (ν. 4072/2012). Είναι σημαντικό ότι η ανανέωση του εταιρικού δικαίου συμβαδίζει με ανάλογες προσπάθειες σε κοντινούς τομείς, όπως είναι η εταιρική δημοσιότητα, η διευκόλυνση σύστασης των εταιριών, οι εταιρικοί μετασχηματισμοί, το λογιστικό δίκαιο των επιχειρήσεων και το πτωχευτικό δίκαιο. Σημαντικό επίσης είναι να λεχθεί ότι όλη αυτή η προσπάθεια δεν βασίζεται μόνο στις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των «Μνημονίων», αλλά αποτελεί και γνήσια ελληνική προσπάθεια, που στηρίζεται στην ελπίδα ότι ανταποκρίνεται έτσι καλύτερα στις ελληνικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες.
Σελ. 7
2 Η σημασία που έχει η ΑΕ στην Ελλάδα δεν πρέπει να κρίνεται από τους χαμηλούς ρυθμούς ιδρύσεων. Πράγματι, αν συγκρίνει κανείς το πλήθος των νέων ΑΕ τα τελευταία χρόνια, με τους αριθμούς της πιο δημοφιλούς σήμερα εταιρικής μορφής (της ΙΚΕ), διαπιστώνει σημαντική απόκλιση. Συγκεκριμένα, οι αριθμοί ανά εξάμηνο έχουν ως εξής (αναφέρεται μόνο ο αριθμός ιδρύσεων, όχι και διαγραφών):
Εξάμηνο |
Πλήθος ΑΕ |
Πλήθος ΙΚΕ |
Α΄ Εξάμηνο 2012 |
423 |
6 |
Β΄ Εξάμηνο 2012 |
378 |
508 |
Α΄ Εξάμηνο 2013 |
406 |
1290 |
Β΄ Εξάμηνο 2013 |
394 |
1530 |
Α΄ Εξάμηνο 2014 |
309 |
1961 |
Β΄ Εξάμηνο 2014 |
325 |
1780 |
Α΄ Εξάμηνο 2015 |
305 |
2165 |
Β΄ Εξάμηνο 2015 |
238 |
1606 |
Α΄ Εξάμηνο 2016 |
244 |
2399 |
Β΄ Εξάμηνο 2016 |
353 |
2351 |
Α΄ Εξάμηνο 2017 |
319 |
3634 |
Β΄ Εξάμηνο 2017 |
326 |
3118 |
Α΄ Εξάμηνο 2018 |
362 |
4860 |
Β΄ Εξάμηνο 2018 |
324 |
3939 |
Α΄ Εξάμηνο 2019 |
386 |
5452 |
Β΄ Εξάμηνο 2019 |
435 |
5337 |
Α΄ Εξάμηνο 2020 |
440 |
6669 |
Β΄ Εξάμηνο 2020 |
555 |
6000 |
Α΄ Εξάμηνο 2021 |
625 |
6669 |
Β΄ Εξάμηνο 2021 |
689 |
6180 |
Α΄ Εξάμηνο 2022 |
832 |
7416 |
Β΄ Εξάμηνο 2022 |
824 |
6564 |
Α΄ Εξάμηνο 2023 |
806 |
7605 |
Πηγή: Ιστότοπος Γ.Ε.ΜΗ.
Σελ. 8
3 Aπό τον παραπάνω πίνακα συνάγεται ότι η ΙΚΕ έχει συνεχώς μεγαλύτερο μερίδιο μεταξύ των εταιρικών μορφών (το α΄ εξάμηνο 2023 σε κάθε νέα ΑΕ αντιστοιχούσαν κάπου 9,5 νέες ΙΚΕ), ενώ αντίθετα άλλες εταιρικές μορφές, όπως η ΟΕ, η ΕΕ και η ΕΠΕ (μη εμφαινόμενες στον πίνακα), ακολουθούν φθίνουσα πορεία. Αυτό όμως που κυρίως έχει ενδιαφέρον είναι ότι η AE έχει μια ελαφρά ανοδική τάση μετά το 2018, οπότε και εισήχθη το νέο νομοθετικό πλαίσιο (ν. 4548/2018 για την αναμόρφωση του δικαίου της ΑΕ). Η διαφορά της ΙΚΕ (αλλά και των άλλων) από την ΑΕ οφείλεται στη φύση της μιας και των άλλων. Η ΙΚΕ, σε κάποιο βαθμό δε και η ΕΠΕ, αλλά και οι προσωπικές εταιρίες, ιδρύονται για επιχειρήσεις χαμηλών κεφαλαιακών αναγκών, είναι εύκολο να ιδρυθούν, να λειτουργήσουν και να λυθούν (ιδίως η ΙΚΕ), ο δε ορίζοντας δράσης τους είναι συνήθως μεσοπρόθεσμος. Η μονοπρόσωπη μορφή τους είναι συχνή. Σε εποχή κρίσης, ιδιαίτερα η ΙΚΕ είναι το πιο εύκολο και πιο βολικό επιχειρηματικό όχημα (σε σύγκριση με τις άλλες εταιρικές μορφές), προσφέρεται για επιχειρηματικό πειραματισμό και προτιμάται από τους νέους επιχειρηματίες για εταιρίες “startup”. Βεβαίως τόσο η ΑΕ όσο και η ΙΚΕ επηρεάζονται από τις διακυμάνσεις της συγκυρίας, όπως φαίνεται από τις επιδόσεις αμφοτέρων το β΄ εξάμηνο του 2015, εποχή έντονης αβεβαιότητας. Από την πλευρά της η ΑΕ ως βαρύτερο, πολυπλοκότερο και πιο δυσκίνητο εταιρικό όχημα, που λειτουργεί στη βάση πολλών και λεπτομερών ρυθμίσεων, έχει μεγαλύτερο κόστος λειτουργίας να αντιμετωπίσει και περισσότερα συμφέροντα να διευθετήσει, επιλέγεται μετά από σοβαρή σκέψη, ανταποκρίνεται δε σε επιχειρηματικά σχέδια διάρκειας («έργον μακράς διαρκείας», Πασσιάς, Δίκαιο ΑΕ, Ι, 25), που απαιτούν σχεδιασμό και επενδύσεις. Λόγω των μακροπρόθεσμων επιχειρηματικών προοπτικών της ΑΕ, οι ιδρύσεις και οι διαγραφές ακολουθούν απαλότερα τη συγκυρία, εξομαλύνονται δε στο χρόνο χωρίς μεγάλες διακυμάνσεις.
2. Η ιστορία και η εξέλιξη της ΑΕ
2.1. Η αρχική μορφή της ανώνυμης εταιρίας
4 Ως ιστορία της ΑΕ (για την οποία βλ. π.χ. Κ. Παμπούκη, Δίκαιο ΑΕ, A΄, 9 επ., Γεωργακόπουλο, Το δίκαιον των εταιριών, ΙΙ, 6 επ., Νισυραίο, ΔικΑΕ, H ιστορική εξέλιξη της ΑΕ, αρ. 1) πρέπει να νοηθεί, όπως και ο Πασσιάς επισημαίνει (Δίκαιο ΑΕ, Ι, 53), η χρονική διαδρομή των επιχειρηματικών εκείνων σχημάτων συγκέντρωσης κεφαλαίων, που υπερβαίνουν τις οικονομικές δυνατότητες ενός ή λίγων προσώπων ή τους κινδύνους που μπορούν να ανεχθούν ένας ή λίγοι. Τέτοια επιχειρηματικά σχήματα απαντώνται τόσο στην αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη όσο και στον Μεσαίωνα (βλ. Πασσιά, Δίκαιο ΑΕ, Ι, 54 επ., Βενιέρη, Η ίδρυση της ΑΕ, 19 επ.), η εμφάνιση όμως κεφαλαιουχικών εταιριών συνδέθηκε κατά κύριο λόγο με την αποικιακή πολιτική που ακολούθησαν ευρωπαϊκά κράτη, όπως οι Κάτω Χώρες, η Γαλλία, η Ολλανδία και η Αγγλία. Οι διάφορες εταιρίες (compagnies) ανατολικών και δυτικών Ινδιών του 17ου αιώνα αποτέλεσαν οχήματα κρατικής οικονομικής πολιτικής σε υπερπόντιες χώρες, για το λόγο δε αυτό συστάθηκαν με βασιλική άδεια (octroi, charte), με την οποία οι εταιρίες αυτές αποκτούσαν διάφορα προνόμια στις χώρες όπου επρόκειτο να αναπτύξουν δραστηριότητα (βλ. Νισυραίο, ΔικΑΕ, H ιστορική εξέλιξη της ΑΕ, αρ. 7 επ.). Η βασιλική άδεια προέβλεπε τον τρόπο της συγκέντρωσης κεφαλαίων από τους ιδιώτες, καθώς και τον τρόπο διοίκησης (βλ. σχετικά Πασσιά, Δίκαιο ΑΕ, Ι, 61 επ., Ε. Περάκη, Γενικό Μέρος ..., 50, Βενιέρη, Η ίδρυση της ΑΕ, 37 επ.). Η χρηματοδότηση έδινε δικαίωμα σε μετοχές, που ήσαν μεταβιβάσιμες.
Σελ. 9
5 Βαθμιαία άρχισαν να ιδρύονται, ιδίως στη Γαλλία, εταιρίες με εμπορική, ναυτική, βιοτεχνική, ασφαλιστική ή τραπεζική δραστηριότητα. Νομοθέτημα όμως για τη ρύθμιση των κεφαλαιουχικών εταιριών δεν υπήρξε. Αντίθετα μάλιστα, κατά τη Γαλλική Επανάσταση (το 1793) απαγορεύτηκε από την Συνέλευση (Convention) η σύσταση ανωνύμων εταιριών, εκτός αν υπήρχε ειδική άδεια.
2.2. Ο 19ος αιώνας
6 Σταθμός στην ιστορία της ΑΕ υπήρξε ο γαλλικός Εμπορικός Κώδικας (Code de Commerce) του 1807 (για τον οποίο βλ. Ε. Περάκη, Γενικό Μέρος ..., 50). Το νομοθέτημα αυτό, ναπολεόντειας έμπνευσης, αφενός μεν κατάργησε την απαγόρευση σύστασης ΑΕ, αφετέρου δε περιέλαβε διατάξεις (στοιχειώδεις όμως) για τον τρόπο ίδρυσης και λειτουργίας της ανώνυμης εταιρίας, ως θεσμού ιδιωτικού δικαίου. Συγκεκριμένα, εξάρτησε την ίδρυση της ΑΕ από κυβερνητική άδεια, η χορήγηση της οποίας ανήκε στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης («διοικητικό σύστημα»). Οι μέτοχοι είχαν περιορισμένη ευθύνη και οι μετοχές μπορούσαν να ενσωματωθούν σε τίτλους.
7 Γενικότερα ο 19ος αιώνας υπήρξε εποχή ανάπτυξης του δικαίου της ΑΕ. Τα δίκαια των κρατών της Ευρώπης, ιδίως της Γαλλίας και της ενωμένης Γερμανίας (περί αυτών σημαντικό το συλλογικό έργο Bayer/Habersack (επιμ.), Aktienrecht im Wandel, 2007), δημιούργησαν τον τύπο της «ηπειρωτικής» ΑΕ, με τα κοινά χαρακτηριστικά της διοικητικά εποπτευόμενης εταιρίας, της ίδρυσης της εταιρίας με βάση το «κανονιστικό σύστημα» (διοικητικός έλεγχος της πλήρωσης ορισμένων νόμιμων προϋποθέσεων για την ίδρυση), της περιορισμένης ευθύνης των μετόχων, της διοίκησής της από διοικητικό συμβούλιο, της προστασίας των δανειστών μέσω του θεσμού του μετοχικού κεφαλαίου, του μεταβιβαστού της μετοχής, αλλά και της περιορισμένης δυνατότητας εισαγωγής καταστατικών ρυθμίσεων κατ’ απόκλιση εκείνων του νόμου. Παράλληλα παρουσιάσθηκε βαθμιαία το πιο φιλελεύθερο μοντέλο της αμερικανικής ΑΕ, χωρίς διοικητική εποπτεία, και με μεγαλύτερη καταστατική ελευθερία. Επίσης κατά τον 19ο αιώνα η ανάπτυξη των κεφαλαιαγορών βοήθησε την ανάπτυξη της ΑΕ, αλλά και τη δημιουργία δικαίου για την προστασία των επενδυτών.
2.3. Ο 20ός αιώνας
8 Κατά τον 20ό αιώνα το δίκαιο της ΑΕ δεν εξελίχθηκε γραμμικά, σημαδεύτηκε δε τόσο από διαστήματα οικονομικής ευμάρειας και ανάπτυξης, όσο και από τις διακυμάνσεις των πολέμων και τις επιπτώσεις των ποικίλων πολιτικών και οικονομικών κρίσεων. Κατά καιρούς ο κρατικός έλεγχος εντάθηκε, καταβλήθηκε προσπάθεια προστασίας των μετόχων και των δανειστών, παρουσιάστηκαν δε αιτήματα συμμετοχής των εργαζομένων στην εταιρία αλλά και εισδοχής συμφερόντων τρίτων (κάτι που συνέβαλε στην πολιτικοποίηση του δικαίου της ΑΕ, βλ. Roe, Political Determinants ...). Κατά το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα η επιρροή του αμερικανικού δικαίου (με σημείο αιχμής το δίκαιο του Delaware) στην Ευρώπη (βλ. αναλυτικά von Hein, Die Rezeption ...), του ενωσιακού δικαίου (βλ. το οικείο κεφάλαιο), αλλά και της οικονομικής ανάλυσης του δικαίου (βλ. ενδεικτικά τα ήδη κλασικά εγχειρίδια Easterbrook/Fischel, The economic structure ..., Cheffins, Company
Σελ. 10
Law ...) συντέλεσαν στη δημιουργία νέων ζητημάτων και οδήγησαν στη ραγδαία ανάπτυξη του δικαίου της ΑΕ, την ανανέωση και την προσπάθεια εναρμόνισης των νομοθεσιών, καθώς και τη δημιουργία νέων αντιλήψεων για τον ρόλο και την αποστολή της ΑΕ.
9 Η ανανέωση των νομοθεσιών και η διασυνοριακή κινητικότητα των εταιριών προκάλεσαν το φαινόμενο του ανταγωνισμού των δικαίων (για το οποίο βλ. π.χ. Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 27, Μάρκου, Εγχειρίδιο ΕμπΔ, 522).
2.4. Η σημερινή ανάπτυξη του δικαίου της ΑΕ
10 Σήμερα το δίκαιο της ανώνυμης εταιρίας, εθνικό και ενωσιακό, αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς είτε με την εξ υπαρχής κατασκευή νέων εθνικών κωδίκων (όπως ο σουηδικός του 2005, ο αγγλικός του 2006, ο ισπανικός του 2010, ο δανικός του 2010, ο ελληνικός του 2018, ο βελγικός του 2019, κ.ά.), είτε με την εκτεταμένη αναθεώρηση των υφιστάμενων, εμπλουτίζεται δε με κανόνες και πρακτικές που συμπληρώνουν ή και, σε κάποιο βαθμό, υποκαθιστούν σε πολλά ζητήματα τους νομικούς κανόνες. Τέτοια ζητήματα είναι οι κανόνες ήπιου δικαίου (soft law), με τους οποίους προτείνονται βέλτιστες πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης, οι κανόνες για τον έλεγχο συμμόρφωσης της εταιρίας με τις υποχρεώσεις της (π.χ. αποφυγής χρηματισμού ξένων κυβερνήσεων) (corporate compliance), οι πρακτικές εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (corporate social responsibility, «CSR») ή της «επιστασίας» των θεσμικών επενδυτών (stewardship), κ.λπ. Πέραν αυτών, η διεθνοποίηση του εταιρικού δικαίου, η διάδοση της νομικής τεχνογνωσίας και του legal engineering, καθώς και η υιοθέτηση «μοσχευμάτων» (transplants) συντελούν στη συνεργασία των κρατών και την ταχεία εξέλιξη του εταιρικού δικαίου.
11 Μια άλλη παράμετρος εξέλιξης του εταιρικού δικαίου, ιδιαίτερα δε της ΑΕ, αλλά και επαναπροσδιορισμού του τρόπου λειτουργίας της εταιρίας είναι η αξιοποίηση της τεχνολογίας. Αυτό προβλέπεται ήδη de lege lata σε ζητήματα όπως η διεξαγωγή συνεδριάσεων του ΔΣ και της ΓΣ με τηλεδιάσκεψη, η ηλεκτρονική τήρηση του βιβλίου μετόχων, η ίδρυση εταιριών μέσω της ηλεκτρονικής υπηρεσίας «Μιας Στάσης», η ευρεία αποδοχή στην εταιρική ζωή των ηλεκτρονικών μηνυμάτων (e-mail) κ.λπ. (βλ. Ε. Περάκη, ΔικΑΕ, Γενική Εισαγωγή, αρ. 54). Αναμένεται όμως η μαζικότερη χρήση της τεχνολογίας με νέες μορφές και νέες δυνατότητες ψηφιοποίησης, όπως είναι η χρήση της τεχνικής νοημοσύνης (ΑΙ), η τεχνολογία blockchain, το matrix management, τα smart contracts κ.ά., για τις οποίες έχει αρχίσει ήδη εκτεταμένη συζήτηση και αναμένεται η βαθμιαία ενσωμάτωσή τους στη ζωή (και το δίκαιο) των εταιριών.
3. Το δίκαιο της ΑΕ στην Ελλάδα
3.1. Μέχρι τον κ.ν. 2190/1920
12 Κατά την Επανάσταση, η Ελλάδα απέκτησε με την εισαγωγή του γαλλικού Eμπορικού Kώδικα (για την εισαγωγή του Code de Commerce στο ελληνικό δίκαιο βλ. Ε. Περάκη, ToΣ 2023, 243, Νισυραίο, H ιστορική εξέλιξη της ΑΕ, αρ. 7 επ.) το πρώτο «απλούστατον και ατελέστατον» (Καραβάς, Εγχειρίδιον θεωρητικόν και πρακτικόν περί ανωνύμων εταιριών, Ι, 14), αλλά κάπως συστηματικό εταιρικό δίκαιο. Μεταξύ των εταιρικών μορφών που «γνώριζε» ο Κώδικας ήταν και η ανώνυμη εταιρία (άρθρ. 19 ΕμπΝ). Οι ρυθμίσεις του Εμπορικού Κώδικα περιείχαν ορι-
Σελ. 11
σμένα βασικά χαρακτηριστικά της εταιρικής αυτής μορφής που παραμένουν μέχρι και σήμερα: Η ίδρυση της εταιρίας με δημόσιο έγγραφο (άρθρ. 40), υποκείμενο σε δημοσιότητα (άρθρ. 45)· η διοίκησή της από ένα ΔΣ («επιτρόπους»), τα μέλη του οποίου είναι ελεύθερα ανακλητά (άρθρ. 31)· η έλλειψη ευθύνης των μετόχων για τα εταιρικά χρέη (άρθρ. 33)· το κεφάλαιο της εταιρίας, διαιρούμενο σε μετοχές («μερίδια», άρθρ. 34). Όμως ορισμένα άλλα χαρακτηριστικά, όπως η διοικητική έγκριση της ίδρυσής της (άρθρ. 37) και οι ανώνυμες μετοχές (άρθρ. 35), χάθηκαν κατά την πορεία, οι ανώνυμες μετοχές μάλιστα πολύ πρόσφατα (με τον ν. 4548/2018).
13 Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και μέχρι περίπου τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η περί την ΑΕ ελληνική νομοθεσία δεν ανανεώθηκε παρά μόνο οριακά και περιστασιακά (ιδίως ν. ΧΠΑ΄/1861 και ν. ΑΣΜΔ΄/1885). Αποτέλεσμα της νομοθετικής αυτής απραξίας, σε συνδυασμό μάλιστα με αντίστοιχη ελλιπή νομοθέτηση στα ζητήματα των εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιριών, υπήρξε, ήδη στα τέλη του 19ου αιώνα, η εμφάνιση κρουσμάτων κερδοσκοπίας, σκανδάλων και χρεοκοπιών, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις ιδιαίτερα ευρείας κλίμακας, που δημιούργησαν μέχρι και πολιτικές αναταράξεις (π.χ. τα «Λαυρεωτικά»). Μια πρώτη πρωτοβουλία για ρύθμιση και εξυγίανση του τοπίου αποτέλεσαν οι ν. 1308 και 1348, αμφότεροι του 1918, επί κυβερνήσεως Φιλελευθέρων. Με τον πρώτο καταβλήθηκε προσπάθεια εξυγίανσης του χρηματιστηρίου, ενώ με τον δεύτερο («περί εποπτείας ανωνύμων εταιριών») έγινε ένα πρώτο, ιδιαίτερα σημαντικό βήμα για τη θέσπιση κανόνων, αφενός μεν εποπτείας (άρθρ. 2 και 3), ασκούμενης από το Υπουργείο της Εθνικής Οικονομίας, αφετέρου δε ακρίβειας του ισολογισμού, δικαιωμάτων μετόχων, ευθυνών του ΔΣ και ποινικών ευθυνών.
14 Ο ν. 1348/1918 όμως υπήρξε νόμος «μεταβατικός» (όπως χαρακτηρίστηκε τότε) και γρήγορα αντικαταστάθηκε από τον κ.ν. 2190/1920 (βλ. το αρχικό κείμενο του νόμου αυτού εις Ε. Περάκη, Το νέο δίκαιο της ΑΕ, 909 επ.), που, με μικρές και μεγάλες αναμορφώσεις, έμελλε να αποτελέσει τον κορμό της ελληνικής νομοθεσίας για τις ΑΕ για σχεδόν ένα αιώνα. Χωρίς να θιγούν οι διατάξεις του ΕμπΝ (που διατηρήθηκαν μέχρι το 2007), το ενδιαφέρον του νομοθέτη εστιάστηκε και πάλι στο ζήτημα της εποπτείας, το είδος και ο τρόπος άσκησης της οποίας έπρεπε να τεθούν σε νέα βάση, ώστε να μην καταλήγουν σε άσκοπες και υπερβολικές παρεμβάσεις της Διοίκησης στα εταιρικά πράγματα. Στην εισηγητική έκθεση του κ.ν. 2190/1920 (την οποία βλ. εις «Κώδιξ Θέμιδος» 1821-1931 «Μαλαγαρδή», τόμος Γ΄, 1932, 292) τονίστηκε ότι: «… κατέστη εκ της πείρας εμφανές ότι η εκ του άρθρου 37 ΕμπΝ καί των άρθρων 2 και 3 του νόμου 1348 παρεχομένη εις την εκτελεστικήν εξουσίαν ευρεία και απόλυτος διακριτική εξουσία επί των ΑΕ, όσον και αν συνετέλεσεν, συνετώς χειριζομένη κατά την διαρρεύσασαν περίοδον της πραγματικής ασκήσεως αυτής, εις την εμψύχωσιν του θεσμού της ΑΕ, δεν είναι εν τούτοις δυνατόν να παράσχη το συναίσθημα εκείνο της ασφαλείας όπερ απαιτείται διά πάσαν μεν οικονομικήν πρόοδον, ιδίως όμως διά την ανάπτυξιν και την διάδοσιν οργανώσεων ως αι ΑΕ». Επομένως εισήχθη το λεγόμενο «μεικτό σύστημα», που κινείται μεταξύ αφενός της διοικητικής άδειας και έγκρισης του καταστατικού από τη διοίκηση (δηλ. το σύστημα του άρθρ. 37 ΕμπΝ) και αφετέρου του «κανονιστικού» συστήματος, εκείνου δηλ. που αρκείται στις διατυπώσεις ίδρυσης, χωρίς να απαιτεί διοικητική έγκριση. Το «μεικτό» αυτό σύστημα, που υιοθέτησε ο κ.ν. 2190/1920, προέβλεψε την υποχρέωση της διοίκησης να προχωρήσει στην ίδρυση της εταιρίας, εφόσον εκπληρωθούν οι κατά το νόμο προϋποθέσεις ίδρυσης (βλ. Τσιριντάνη, Στοιχεία εμπορικού δικαίου, 100, Βενιέρη, Η ίδρυση της ΑΕ, 105).
Σελ. 12
15 Ο νέος νόμος 2190/1920 όμως δεν αφορούσε μόνο τις προϋποθέσεις ίδρυσης της εταιρίας. Ήταν ένας πλήρης εταιρικός νόμος, στο πρότυπο ξένων νομοθεσιών, με τη βασική δομή που διατήρησε μέχρι την κατάργησή του: Ξεκίνησε με 72 άρθρα και 10 κεφάλαια: Γενικαί διατάξεις· διοικητικόν συμβούλιον· γενικαί συνελεύσεις· ελεγκταί και δικαιώματα μειοψηφίας· βιβλία, ισολογισμός και διάθεσις κερδών· διάλυσις και εκκαθάρισις· αλλοδαπαί ανώνυμοι εταιρίαι· κρατική εποπτεία· ποινικαί διατάξεις και μεταβατικαί και τελικαί διατάξεις. Διάφοροι νόμοι κατά καιρούς τον τροποποίησαν ή τον συμπλήρωσαν. Όταν καταργήθηκε το 2018, ο κ.ν. 2190/1920 αποτελούσε πλέον ένα άτακτο, δυσλειτουργικό και δύσκολο νομοθέτημα.
3.2. Μετά τον κ.ν. 2190/1920 και μέχρι το ν. 4548/2018
16 Οι παρεμβάσεις στον κ.ν. 2190/1920 και γενικά στο δίκαιο της ΑΕ έλαβαν χώρα σε τρεις περιόδους (σήμερα έχει ήδη ξεκινήσει η τέταρτη). Η πρώτη περίοδος καλύπτει την περίοδο μετά την έκδοση του κ.ν. 2190/1920, μέχρι το ν.δ. 4237/1962. Κατά την περίοδο αυτή εκδόθηκαν τα εξής κυρίως νομοθετήματα:
– Το β.δ. της 9/11 Μαρτ. 1921 «περί υποβολής εις το Υπουργείον Εθνικής Οικονομίας υπό των ελληνικών ανωνύμων εταιριών αντιγράφων της ημερησίας διατάξεως και των πρακτικών των ΓΣ των μετόχων αυτών»,
– το ν.δ. της 17 Ιουλίου/13 Αυγ. 1923 «περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών»,
– το ν.δ. 9/18 Σεπτ. 1925 για τη σύνθεση της «Επιτροπής ανωνύμων εταιριών»,
– το π.δ. της 16/22 Ιαν. 1930, που ίδρυσε το «Δελτίον ανωνύμων εταιριών» της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, ως μέσο δημοσιότητας των εταιρικών πράξεων,
– ο ν. 5076/1931 «περί ανωνύμων εταιριών και τραπεζών», που τροποποίησε διατάξεις του ν. 2190/1920, ιδίως για τον τακτικό και έκτακτο έλεγχο,
– ο ν. 5261/1931 «περί συγχωνεύσεως ΑΕ»,
– το π.δ. 11/17 Σεπτ. 1932 «περί συστάσεως και διοικήσεως του ΣΟΛ»,
– ο α.ν. 896/1946 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων αφορωσών τας δημοσιεύσεις ανωνύμων εταιριών»,
– ο ν. 1644/1951 «περί μετατροπής των ανωνύμων μετοχών εις ονομαστικάς»,
– το ν.δ. 3330/1955 «περί καταργήσεως της ονομαστικοποιήσεως των μετοχών των ημεδαπών ΑΕ»,
– το (σημαντικότερο όλων) ν.δ. 4237/1962 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του ν. 2190/1920 περί ΑΕ». Το ν.δ. αυτό έκανε εκτεταμένες παρεμβάσεις στον κ.ν. 2190/1920, σε όλα περίπου τα τμήματά του. Επίσης, προέβλεψε στο άρθρ. 33 την κωδικοποίηση του νόμου αυτού με β.δ. Εκδόθηκε σχετικά το υπ’ αριθμ. 174/1963 κωδικοποιητικό β.δ. Έκτοτε συνηθίζεται να μνημονεύεται ο ν. 2190/1920 ως «κωδικοποιημένος νόμος» (κ.ν.) 2190/1920.
17 Η δεύτερη περίοδος εκτείνεται από το β.δ. 174/1963 μέχρι τον ν. 3604/2007. Περιλαμβάνει κυρίως νομοθετικές παρεμβάσεις που έλαβαν χώρα για την ενσωμάτωση κοινοτικών οδηγι-
Σελ. 13
ών του εταιρικού δικαίου (π.χ. π.δ. 409/1986, π.δ. 498/1987, π.δ. 14/1993, π.δ. 360/1993, π.δ. 367/1994, π.δ. 325/1994, π.δ. 326/1994, π.δ. 367/1994, π.δ. 382/1994, π.δ. 60/2001, π.δ. 86/2011 κ.ά., βλ. αναλυτικότερα Αντωνόπουλο/Γρηγοριάδη, ΔικΚεφΕτ, Ι, 18 επ.). Ενδιαφέρον έχουν επιπλέον και τα ακόλουθα νομοθετήματα:
– Ο α.ν. 148/1967 «περί μέτρων προς ενίσχυσιν της Κεφαλαιαγοράς»,
– ο ν. 876/1979 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων αναφερομένων εις την ανάπτυξιν της Κεφαλαιαγοράς»,
– ο ν. 2339/1995 «τροποποίηση και συμπλήρωση του ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιριών»,
– ο ν. 3016/2002 «για την εταιρική διακυβέρνηση»,
– ο ν. 3156/2003 «για τα ομολογιακά δάνεια»,
– ο ν. 3419/2005 «για το Γ.Ε.ΜΗ.».
18 Τελευταία πράξη της περιόδου αυτής αποτέλεσε ο ν. 3604/2007 «Αναμόρφωση και τροποποίηση του κ.ν. 2190/1920», που επέφερε μια ριζική αναμόρφωση του δικαίου της ΑΕ στην Ελλάδα (βλ. Ε. Περάκη, Το νέο δίκαιο της ΑΕ, τον ίδιο, ΝοΒ 2008, 513, Μάρκου, Βασικές Αρχές…, 122 επ.). Ο νόμος αυτός επιχείρησε ένα γενικότερο εκσυγχρονισμό του κ.ν. 2190/1920, συνιστάμενο «στην απλοποίηση και διευκόλυνση της λειτουργίας της εταιρίας, στη βελτίωση και αποσαφήνιση ορισμένων κανόνων και μηχανισμών της, στην εξασφάλιση της άσκησης υπεύθυνης αλλά αποτελεσματικής διοίκησης, με ικανές όμως εξουσίες των μετόχων, στην παροχή περισσότερων δυνατοτήτων διαμόρφωσης των σχέσεων των ενδιαφερομένων και, τέλος, στην εισαγωγή ορισμένων νέων θεσμών και μηχανισμών» (βλ. Ε. Περάκη, Το νέο δίκαιο της ΑΕ, 3).
19 Η τρίτη περίοδος είναι εκείνη μετά τον ν. 3604/2007 και μέχρι τον τελευταίο ν. 4548/2018, που αναμόρφωσε εξ υπαρχής το δίκαιο της ΑΕ. Κατά την περίοδο αυτή αφαιρέθηκαν βαθμηδόν από την ύλη του κ.ν. 2190/1920 ορισμένα ζητήματα, όπως είναι οι ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και ο υποχρεωτικός έλεγχος τούτων από τους ελεγκτές της εταιρίας, τα οποία στεγάστηκαν σε ειδικούς κατά θέμα νόμους (βλ. ν. 4308/2014 για τα «Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα», ν. 4336/2015 και ν. 4449/2017 «υποχρεωτικός έλεγχος των ετήσιων και των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων»), που καλύπτουν καταρχήν όλες τις εταιρικές μορφές. Ρυθμίστηκαν επίσης κατά τρόπο ενιαίο τα ζητήματα της εταιρικής δημοσιότητας (ν. 3419/2005) και της ίδρυσης της εταιρίας από τις Υπηρεσίες Μιας Στάσης (ν. 4441/2016). Στην περίοδο αυτή ανήκουν και νομοθετήματα για την ενσωμάτωση άλλων οδηγιών, όπως είναι οι ν. 3873/2010, ο ν. 3884/2010 και το π.δ. 86/2011, αλλά και άλλα νομοθετήματα, όπως είναι ο ν. 3853/2010 για την «απλοποίηση διαδικασιών σύστασης προσωπικών και κεφαλαιουχικών εταιριών».
20 Η τρίτη περίοδος ολοκληρώθηκε με το ν. 4548/2018 «Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιριών». Ο νόμος αυτός ρύθμισε εξ υπαρχής τα ζητήματα της ανώνυμης εταιρίας και κατάργησε τον κ.ν. 2190/1920. Κρίθηκε ότι ο κ.ν. 2190/1920, που πλησίαζε πλέον τα 100 έτη ισχύος, θα έπρεπε να αντικατασταθεί, και όχι απλώς να αναμορφωθεί με τη μέθοδο των τροποποιήσεων. Ήταν εξάλλου ευκαιρία να αναθεωρηθούν πολλές διατάξεις στις λεπτομέρειές τους και να εισαχθούν νέες ρυθμίσεις, για την ανανέωση του δικαίου. Με την ευκαιρία, με τον ίδιο νόμο ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο μέρος της Οδηγίας 2017/828 της 17.5.2017
Σελ. 14
(Δεύτερη Οδηγία για τα δικαιώματα των μετόχων, “SRD II”) και συγκεκριμένα οι διατάξεις της για τις συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη και για τις αμοιβές της εταιρικής διοίκησης. Έτσι η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται με νέο δίκαιο, που ισχύει από 1.1.2019 και που, εννοείται, θα δοκιμαστεί και θα κριθεί στην πράξη.
21 Ήδη το ελληνικό δίκαιο της ΑΕ έχει εισέλθει σε νέα φάση. Εν πρώτοις έγιναν ήδη ορισμένες ελάσσονες τροποποιήσεις στο ν. 4548/2018, που μετά από συζήτηση φάνηκαν αναγκαίες (βλ. ν. 4587/2018, ν. 4609/2019, ν. 4796/2021, ν. 4811/2021, ν. 4916/2022) ή για να επιτευχθεί εναρμόνιση των διατάξεων του νόμου με νεότερη νομοθεσία (βλ. ν. 4601/2019 για τους μετασχηματισμούς) ή ακόμη για να αντιμετωπισθούν προβλήματα του κορωνοϊού (βλ. ιδίως ν. 4712/2020). Πέραν αυτών υπήρξαν ήδη και θα υπάρξουν και άλλες παρεμβάσεις στα ζητήματα δικαίου της ΑΕ, όπως είναι ο ν. 4469/2018 για την υλοποίηση των διατάξεων του Καν. 909/2014 για τα κεντρικά αποθετήρια (“CSDR”), ο νέος νόμος για την εταιρική διακυβέρνηση (ν. 4706/2020), η εναρμόνιση μέσω του ν. 4706/2020 της ελληνικής νομοθεσίας με τις λοιπές διατάξεις της οδηγίας 2017/828 (όσες δηλ. δεν είχαν ενσωματωθεί ήδη με το ν. 4548/2018), ενώ εκδόθηκαν νέοι νόμοι για το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) (ν. 4919/2022) και για τους διασυνοριακούς μετασχηματισμούς (ν. 5055/2023). Θα ακολουθήσουν παραπέρα νομοθετικές παρεμβάσεις στα ζητήματα ψηφιοποίησης των εταιριών και μεταφοράς της έδρας τους, όπως αξιώνουν οι οδηγίες του «Company Law Package».
4. Τα χαρακτηριστικά της ΑΕ
4.1. Η ποικιλία των χαρακτηριστικών της ΑΕ
22 Ένα βασικό ζήτημα του δικαίου της ΑΕ είναι η συγκρότηση της «ταυτότητάς» της, η ανίχνευση δηλ. των χαρακτηριστικών εκείνων που την προσδιορίζουν ως εταιρική μορφή. Το ζήτημα αυτό εξαρτάται από το αν τα χαρακτηριστικά της ΑΕ αναζητηθούν σε επίπεδο θετικού δικαίου, δηλ. πώς η ΑΕ προσδιορίζεται από το κάθε εθνικό εταιρικό δίκαιο, ή σε επίπεδο δικαιοσυγκριτικό, που προϋποθέτει την ανεύρεση κοινών χαρακτηριστικών σε περισσότερες έννομες τάξεις. Όπως είναι φανερό, οι δυσκολίες του προσδιορισμού είναι πολύ μεγαλύτερες στο δεύτερο επίπεδο. Βέβαιο είναι πάντως ότι για προ-νομική έννοια της ΑΕ δεν μπορεί να γίνει λόγος, αφού η ΑΕ (όπως και οι άλλες εταιρικές μορφές) είναι δημιούργημα του δικαίου και δεν θα μπορούσε να προσδιοριστεί αφηρημένα εκ των προτέρων.
23 Σε επίπεδο ελληνικού θετικού δικαίου η ΑΕ μπορεί να προσδιορισθεί με βάση τα χαρακτηριστικά της παρ. 1 του άρθρ. 1 του νέου νόμου, κατά την οποία η ΑΕ (α) είναι κεφαλαιουχική εταιρία (β) με νομική προσωπικότητα, (γ) χωρίς ευθύνη των μετόχων για τα χρέη της εταιρίας, και (δ) με διαίρεση του κεφαλαίου σε μετοχές. Παρεμφερείς είναι ορισμοί ξένων δικαίων, όπως π.χ. του γαλλικού νόμου (άρθρ. L.225-1 γαλλΕμπΚ: ΑΕ είναι η εταιρία της οποίας το κεφάλαιο διαιρείται σε μετοχές και που ιδρύεται από εταίρους που δεν φέρουν τις ζημίες παρά μόνο στο μέτρο των εισφορών τους), του γερμανικού (§ 1 AktG, που όμως θεωρείται ότι δεν αποτελεί ορισμό: ΑΕ είναι η εταιρία με ίδια νομική προσωπικότητα, για τα χρέη της οποίας ευθύνεται έναντι των δανειστών μόνο η εταιρική περιουσία), του ισπανικού (άρθρ. 1 του νόμου περί κεφαλαιουχικών εταιριών: ΑΕ είναι η εταιρία, της οποίας το κεφάλαιο, διαιρεμένο σε με-
Σελ. 15
τοχές, σχηματίζεται από τις εισφορές όλων των εταίρων, οι οποίοι δεν είναι προσωπικά υπεύθυνοι για τα εταιρικά χρέη), κ.λπ.
24 Σε δικαιοσυγκριτικό επίπεδο αξιόλογος είναι π.χ. ο πίνακας πέντε χαρακτηριστικών που αποδίδει στην ΑΕ (“business corporation”) η μελέτη των Kraakman/Armour/Davies κ.ά., The Anatomy of Corporate Law, 1 επ., δηλ. (α) τη νομική προσωπικότητα, (β) την περιορισμένη ευθύνη, (γ) τις μεταβιβάσιμες μετοχές, (δ) την κατ’ ανάθεση διαχείριση (delegated management) και η (ε) την «ιδιοκτησία των επενδυτών» (investor ownership), με την έννοια ότι οι μέτοχοι δικαιούνται αυτοί να ασκούν τον έλεγχο και να λαμβάνουν τα κέρδη της εκμετάλλευσης ανάλογα με τη συμμετοχή τους. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι ως χαρακτηριστικά της ΑΕ αναφέρονται έμμεσα και οι εσωτερικές εκείνες εντάσεις, που προκύπτουν από την διαφοροποίηση της ιδιοκτησίας από τη διοίκηση, μια σχέση χαρακτηριζόμενη ως “agency” (σχέση ανάθεσης ή αντιπροσωπείας, παραχωρούμενης στην εταιρική διοίκηση από τους μετόχους).
25 Το πόσο αντέχουν όμως τέτοιοι ορισμοί στην εκάστοτε διαμόρφωση της ΑΕ (στο χρόνο και κατά χώρες) είναι προβληματικό. Και είναι μεν αλήθεια ότι η ΑΕ έχει φθάσει διεθνώς σε στάδιο προχωρημένης ωρίμανσης, με παγιωμένα πια πολλά από τα παραπάνω χαρακτηριστικά της, ώστε μάλιστα να έχει γίνει λόγος για το «τέλος της ιστορίας του εταιρικού δικαίου» (βλ. Hansmann/Kraakman, The End of History for Corporate Law, ..., 3/2000). Όμως κάτι τέτοιο φαίνεται υπερβολικό και μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να διαψευσθεί, αφού η υιοθέτηση νέων σχημάτων συλλογικών επενδύσεων, τα νέα «προϊόντα» και η ανάμειξη χρέους και κεφαλαίου, οι επιρροές του δικαίου της κεφαλαιαγοράς, η καταπολέμηση πρακτικών «ξεπλύματος», η διαφοροποιημένη θεώρηση των διαφόρων stakeholders, οι πολιτικές θεωρήσεις γύρω από την ιδιωτική επιχειρηματικότητα, ο ανταγωνισμός των δικαίων και άλλοι παράγοντες μπορούν να μεταβάλουν (και μάλιστα ριζικά), την εικόνα της «κλασικής» ΑΕ.
4.2. Η σχετικότητα των ορισμών της ΑΕ
26 Παράδειγμα των δυσκολιών των ορισμών είναι ορισμένα χαρακτηριστικά που παραδοσιακά συγκροτούν τον σκληρό πυρήνα της υπόστασης της ΑΕ και που, όμως, μπορεί να χάσουν τη βαρύτητά τους. Τέτοιο παράδειγμα είναι η περιορισμένη ευθύνη των μετόχων, που μάλιστα έχει θεωρηθεί ότι υπήρξε η μέγιστη καινοτομία στην ιστορία του εταιρικού δικαίου (βλ.Ε. Περάκη, εις «Δίκαιο και καινοτομία – Innovation Law», 3). Όμως, αφενός μεν η περιορισμένη ευθύνη είναι κοινό χαρακτηριστικό όλων των κεφαλαιουχικών εταιριών, αφετέρου δε (και κυρίως) δεν είναι απαραίτητα σταθερό χαρακτηριστικό ούτε στην ίδια ΑΕ. Αυτό το έδειξε σχετική νομολογία, που αφορούσε το θεμιτό επιβολής κυρώσεων (χρηματικού προστίμου) σε μετόχους τηλεοπτικών σταθμών με συμμετοχή τουλάχιστον 2,5% του κεφαλαίου, για παράβαση των κανόνων δεοντολογίας σύμφωνα με το ν. 2328/1995. Και αρχικά μεν, με την απόφασή του υπ’ αριθμ. 3489/2006, ΕΕμπΔ 2007, 574 με παρατ. Βερβεσού, το ΣτΕ θεώρησε με βάση την αρχή της οικονομικής ελευθερίας, που περιλαμβάνει την ελευθερία επιλογής εταιρικής μορφής, ότι κάτι τέτοιο αντίκειται στο βασικό χαρακτηριστικό της ΑΕ, που είναι η έλλειψη ευθύνης των μετόχων. Κατά το Δικαστήριο, «[τ]ο τελευταίο τούτο, δηλαδή η εξάντληση της διακινδυνεύσεως του μετόχου, αλλά παραλλήλως και των υποχρεώσεών του έναντι της ανώνυμης εταιρίας, στο ποσό της καταβλητέας εταιρικής εισφοράς, συνιστούν το καίριας σημασίας βα-
Σελ. 16
σικό χαρακτηριστικό, που αποτελεί προσδιοριστικό γνώρισμα της ανώνυμης εταιρίας, χωρίς το οποίο αναιρείται αυτή η ίδια η έννοια της ανώνυμης εταιρίας». Η απόφαση αυτή όμως, που σχεδόν ανήγε την περιορισμένη ευθύνη σε προ-νομικό χαρακτηριστικό, ανετράπη (και ορθά) από τη μεταγενέστερη ΟλΣτΕ 3031/2008 (ΔiΜΕΕ 2009, 97 με παρατ. Βαρελά, η οποία αρνήθηκε την προσβολή της οικονομικής ελευθερίας και διατύπωσε την άποψη ότι ο νομοθέτης είναι ελεύθερος να διαμορφώνει τα χαρακτηριστικά κάθε εταιρικής μορφής, «όπως είναι, μεταξύ άλλων, η έλλειψη, καταρχήν, ευθύνης του μετόχου για τα χρέη του νομικού προσώπου, η οποία αποτελεί μεν βασική και αναγκαστικού δικαίου αρχή της κοινής νομοθεσίας των ανωνύμων εταιριών (άρθρ. 1 του κ.ν. 2190/1920), όχι όμως και αρχή συνταγματικής ισχύος». Ταυτόχρονα το ΣτΕ απηύθυνε προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ, για το ζήτημα εάν η ορθή εφαρμογή της Οδηγίας 68/151/ΕΟΚ θα σήμαινε υιοθέτηση κάποιας σταθερής έννοιας της ΑΕ, που να περιλαμβάνει το χαρακτηριστικό της περιορισμένης ευθύνης, ή αν ο νομοθέτης είναι ελεύθερος να παρεκκλίνει. Στο ερώτημα αυτό το ΔΕΕ (C-81/09 21.10.2010 ΔΕΕ 2011, 45) απάντησε ότι (σκ. 42) μολονότι «στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι μέτοχοι […] δεν υπέχουν προσωπική ευθύνη για τα χρέη μετοχικής εταιρίας ή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, δεν είναι δυνατόν να συναχθεί ότι πρόκειται περί γενικής αρχής του εταιρικού δικαίου, η οποία εφαρμόζεται υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις και ανεξαιρέτως» (το Δικαστήριο όμως έθεσε ζήτημα ελεύθερης εγκατάστασης και κυκλοφορίας των κεφαλαίων).
27 Ένα άλλο χαρακτηριστικό, που και αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί παγιωμένο, είναι το κεφάλαιο και η διαίρεσή του σε μετοχές «ίνα είναι δυνατή η υπό πλειόνων κάλυψις αυτού» (Πασσιάς, Δίκαιο ΑΕ, Ι, 332). Όμως μηδενικό κεφάλαιο τουλάχιστον σε εκτός ΕΕ χώρες δεν αποκλείεται πλέον, υπάρχουν δε μετοχές και χωρίς ονομαστική (αλλά «λογιστική») αξία, ενώ οι λεγόμενες “true no par value shares” (δυνατές στο βελγικό και το φινλανδικό δίκαιο, βλ.Ε. Περάκη, ΔΕΕ 2013, 745) είναι ολοκληρωτικά αποσυνδεδεμένες από το κεφάλαιο. Πέραν αυτού οι μετοχές, που καταρχήν είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμες, μπορούν να υπόκεινται σε – ενδεχομένως σοβαρούς – περιορισμούς ως προς τη μεταβιβασιμότητά τους, αρκεί να απομένει κάποιο, έστω και οριακό, περιθώριο μεταβίβασης (άρθρ. 43 παρ. 2).
28 Η δυσκολία εντοπισμού σταθερών χαρακτηριστικών της ΑΕ γίνεται μεγαλύτερη λόγω της «όσμωσης» των εταιρικών μορφών (φαινόμενο για το οποίο βλ. Ε. Περάκη, εις 22 Συνέδριο ΣΕΕ, 33 επ., 37 και 42), που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα χαρακτηριστικά της ΑΕ να μεταβαίνουν και σε άλλες εταιρικές μορφές, αλλά και αντίστροφα. Έτσι π.χ. έχει συζητηθεί πρόσφατα de lege ferenda το ενδεχόμενο η ΙΚΕ να έχει δ.σ. (αν αυτό προβλέπεται από το καταστατικό της) ή και να μπορεί να εκδίδει ομολογίες. Αντίστροφα, με το νέο ν. 4548/2018 η ΑΕ μπορεί να είναι πλέον αορίστου χρόνου (όπως οι προσωπικές εταιρίες) ή να έχει μονομελές διαχειριστικό όργανο (όπως οι προσωπικές εταιρίες αλλά και η ΙΚΕ και η ΕΠΕ).
29 Οι παραπάνω δυσκολίες καθιστούν μεν την έννοια της ΑΕ εύθραυστη, από την άλλη μεριά όμως δεν αναιρούν τη χρησιμότητα του ζητήματος. Υπάρχουν περιπτώσεις (όπως π.χ. στο ιδιωτικό διεθνές ή στο ενωσιακό δίκαιο), όπου η αναγνώριση μιας εταιρίας ως ανώνυμης μπορεί να έχει συνέπειες. Αυτό φαίνεται στις περιπτώσεις όπου ο ενωσιακός νομοθέτης επιδιώκει να εισαγάγει ρυθμίσεις για τις αλλοδαπές ΑΕ, οπότε πρέπει να βρεθεί ποιες μπορεί να είναι αυτές. Ο ενωσιακός νομοθέτης λύνει το πρόβλημα μη δίνοντας ορισμό, αλλά παραθέτοντας κατάλογο των κατά κράτη-μέλη εταιρικών τύπων που λογίζονται ανώνυμες εταιρίες και ορί-
Σελ. 17
ζοντας την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων στις εταιρίες αυτές. Αυτό π.χ. συμβαίνει με την οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 της 14.6.2017, στο παράρτημα Ι της οποίας παρατίθενται οι τύποι των ανωνύμων εταιριών κάθε κράτους-μέλους, στις οποίες εφαρμόζονται οι κανόνες για τη διατήρηση και μεταβολή του κεφαλαίου. Με την μέθοδο του καταλόγου το πρόβλημα ουσιαστικά παρακάμπτεται, επανεμφανίζεται όμως εκεί όπου η ίδια οδηγία (άρθρ. 36 και 67 παρ. 1 – βλ. και άρθρ. 52 § 2 και 173 § 1 ν. 4548/2018) επιδιώκει να ρυθμίσει ζητήματα εταιριών εκτός της ΕΕ, που έχουν «μορφή ανάλογη» με εκείνη του καταλόγου του παραρτήματος ΙΙ (το παράρτημα αυτό αναφέρεται όχι μόνο στις ΑΕ, αλλά και στις ΕΠΕ, είναι όμως κατανοητό ότι η αξία του παραδείγματος και ο προβληματισμός παραμένουν). Σημασία εδώ θα έχει να βρεθεί ο ενωσιακός «μέσος όρος», και τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά του. Και αν μεν πρόκειται για ΑΕ με παρεμφερές σύστημα εταιρικού δικαίου, όπως είναι π.χ. η Ελβετία, που γνωρίζει την ανώνυμη εταιρία (société anonyme, Aktiengesellschaft), πρόβλημα δεν θα υπάρχει. Δυσκολίες όμως θα απαντώνται και πάλι όταν πρόκειται να διαπιστωθεί αν άλλες εταιρίες, όπως π.χ. οι “limited” του αγγλοσαξονικού δικαίου, είναι αντίστοιχες ή όχι με τις εταιρίες του παραρτήματος ΙΙ (π.χ. οι κυπριακές «λίμιτεδ» θεωρούνται κατά κρατούσα άποψη ως ΑΕ, βλ. π.χ. ΑΠ 1635/2013, στην ιστοσελίδα www.areiospagos.gr, ΕφΠειρ 277/2005 ΔΕΕ 2005, 685 αλλά και με αντίθετη άποψη (υπέρ της ΕΠΕ), απόφασης Επιτροπής Αναστολών ΣτΕ 84/2019, αδημ.). Γίνεται λοιπόν φανερό, ότι θα πρέπει να υπάρξει άλλος (εναλλακτικός) τρόπος για να εντοπισθούν οι ΑΕ, με βάση όχι αυστηρά τα κατιδίαν επιμέρους χαρακτηριστικά τους (που θα πρέπει να εξευρεθούν και να επαληθεύονται κάθε φορά), αλλά τη συνολική τους εικόνα.
5. Ο «τύπος» της ΑΕ
30 Πράγματι, μια εταιρία μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ΑΕ με βάση κάποια σύνθεση χαρακτηριστικών, χωρίς εμμονή στην παρουσία όλων και με αποδοχή παραλλαγών και διαφοροποιήσεων στα επιμέρους, επιπλέον δε, αρνητικά, και με σύγκριση και διάκρισή της από άλλες εταιρικές μορφές, άσχετα από ορολογία. Όπως είναι φανερό, δεν πρόκειται για άσκηση ακρίβειας, αλλά για να αναγνώριση στη βάση προτύπου και – τελικά – με τη βοήθεια κάποιας διαίσθησης.
31 Με άλλους λόγους, χρήσιμη θα είναι η δόμηση του «εταιρικού τύπου» της ΑΕ, ως σύνθεσης των συνήθων βασικών χαρακτηριστικών της. Ως «τύπος» (ή «ιδεατός τύπος» κατά τον Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 183) θα πρέπει να νοηθεί η παράσταση που είχε κατά νου ο νομοθέτης και με βάση αυτήν διαμόρφωσε τον προς ρύθμιση θεσμό (για την έννοια του τύπου και του εταιρικού τύπου βλ. Κοτσίρη, ΕΕΝ 1961, 816, 823, Ε. Περάκη, Γενικό μέρος …, 5, τον ίδιο, ΔικΑΕ, Εισαγωγικά, αρ. 32, Μάρκου, Βασικές αρχές…, 42, Καραμανάκου, Η υποχρέωση πίστης …, 12). Προς τούτο θα ληφθούν υπόψη η ύπαρξη κεφαλαίου, διαιρούμενου σε μετοχές, και εταιρικής περιουσίας, ευθυνόμενης αποκλειστικά για τα εταιρικά χρέη, και με διοικητικό όργανο χωριστό από το όργανο όπου συμμετέχουν οι μέτοχοι. Είναι δυνατόν να προστεθούν, ως δυνητικά στοιχεία, ο μεγάλος αριθμός των μετόχων, ο μακροπρόθεσμος χαρακτήρας της επιχείρησης, τα υψηλά κεφάλαια που έχουν διατεθεί, καθώς και ο «ανοικτός» χαρακτήρας, που επιτρέπει την κινητικότητα των μετόχων. Αυτό που προέχει για τη δόμηση του «τύπου» είναι η συνολική εντύπωση, χωρίς εμμονή στα επιμέρους στοιχεία. Επομένως, ο «τύπος» της ΑΕ δεν θα αξι-
Σελ. 18
ώνει την παρουσία όλων των χαρακτηριστικών, αλλά με βάση ένα «κινητό σύστημα», που θα ανέχεται παραλλαγές, θα αποτελεί σύνθεση των χαρακτηριστικών αυτών.
32 Η έννοια του «εταιρικού τύπου» διαφέρει από την έννοια της εταιρικής μορφής. Ως «εταιρική μορφή» νοείται το προβλεπόμενο και διαμορφούμενο από το θετικό δίκαιο είδος εταιρίας, προσδιοριζόμενο από το τελευταίο όχι μόνο κατά τα χαρακτηριστικά του, αλλά και κατά τις διαφορές του από τα άλλα εταιρικά είδη (βλ. K. Schmidt, Gesellschaftsrecht, 48, Μάρκου, Βασικές αρχές…, 43 υποσ. 144, Ε. Περάκη, ΔικΑΕ, Εισαγωγικά, αρ. 6). Ενώ η εταιρική μορφή έχει σημασία για τη διάκριση των εταιρικών ειδών μεταξύ τους (ΟΕ, ΕΕ, ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ), ο τύπος είναι η σύνθεση των βασικών ατομικών χαρακτηριστικών της κάθε συγκεκριμένης μορφής(Ε. Περάκη, ΔικΑΕ, Εισαγωγικά, αρ. 33).
33 Με βάση τα παραπάνω πρέπει να απαντηθεί και το ερώτημα της «διαστρέβλωσης» του τύπου. Είναι πράγματι γνωστό, ότι στην πράξη συγκεκριμένες ΑΕ εμφανίζουν παραλλαγές, που τις απομακρύνουν σε τέτοιο βαθμό από το νομοθετικό πρότυπο, ώστε να διερωτάται κανείς αν πράγματι πρόκειται για ΑΕ. Και είναι αλήθεια ότι στην πράξη οι ΑΕ λαμβάνουν πολλές μορφές. Στο ένα άκρο εμφανίζονται μεγάλες εταιρίες σωματειακού τύπου, με μεγάλο αριθμό (και διαρκώς ανανεούμενη σύνθεση) μετόχων, όπου το διοικητικό συμβούλιο ασκεί την πραγματική εξουσία με αντίστοιχη αποδυνάμωση των μετόχων, και όπου η έννοια της «μετοχικής δημοκρατίας» δεν έχει κανένα νόημα (πρόκειται για την εταιρική διαμόρφωση, στην οποία αναφέρονται οι Berle/Means, The Modern Corporation ...). Στο άλλο άκρο εμφανίζονται «μικρές», «κλειστές», «οικογενειακές» ή και «μονομετοχικές» (μονοπρόσωπες) εταιρίες, όπου, λόγω στενών φιλικών, οικογενειακών ή επιχειρηματικών σχέσεων των μετόχων της, η εταιρική οργάνωση δεν ανταποκρίνεται πλέον στο πρότυπο μιας κανονικής ΑΕ: Το διοικητικό συμβούλιο και τη γενική συνέλευση απαρτίζουν τα ίδια πρόσωπα, έχει δε ληφθεί μέριμνα προσωποποίησης της συμμετοχής, π.χ. με περιορισμούς στη μεταβίβαση των μετοχών, ανάληψη εκ μέρους των μετόχων υποχρεώσεων με εγγυήσεις για τα χρέη της εταιρίας, εξωεταιρικές συμβάσεις κ.λπ. Επιπλέον, μπορεί να έχει ανατεθεί σε εταιρία συμφερόντων των ίδιων των μετόχων η διαχείριση της εταιρίας με management agreement, να έχουν συναφθεί εξωεταιρικές συμβάσεις για τον τρόπο, με τον οποίο θα ψηφίζουν οι μέτοχοι και να έχουν παραδοθεί οι μετοχές με ανέκκλητο πληρεξούσιο σε κάποιον (τον επιχειρηματία) για να εμφανίζεται αυτός στη ΓΣ. Ενδιάμεσες παραλλαγές υπάρχουν άπειρες. Βλ. σχετικά Γεωργακόπουλο, Το δίκαιον των εταιριών, ΙΙ, 44, Λιακόπουλο, Από την αστική ..., 11. Το πρόβλημα είναι συνεπώς αν επιτρέπεται, διαμέσου μαζικής χρήσεως των δυνατοτήτων που ο νόμος παρέχει, να διαμορφώνονται οι εταιρικές σχέσεις κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να διαστρεβλώνεται ο εταιρικός τύπος και να οδηγείται στα ακραία όριά του (βλ. π.χ. Κοτσίρη, ΕΕΝ 1961, 816, 823), πρόβλημα που αλλιώς διατυπώνεται με το γνωστό ερώτημα, πόσο αναγκαστικού δικαίου είναι οι διατάξεις ενδοτικού δικαίου, που δομούν τον τύπο («Typuszwang») και έχουν «καθοδηγητικό» χαρακτήρα (για τις διατάξεις αυτές βλ. π.χ. ΑΠ 296/2001 και 1219/2001 ΔΕΕ 2001, 1112 και 1128, αντίστοιχα).
34 Κατά την κλασική περί τύπου διδασκαλία (βλ. για το εταιρικό δίκαιο στην Ελλάδα ιδίως Κοτσίρη, ΕΕΝ 1961, 816, 823), η ανάγκη διατήρησης του τύπου επιβάλλει αντίστοιχη περιστολή της ιδιωτικής αυτονομίας (θετικό παράδειγμα το άρθρ. 706β αρ. 3 του ελβετικού Κώδικα των Ενοχών, κατά το οποίο είναι άκυρες οι αποφάσεις της γενικής συνέλευσης, που παραγνω-
Σελ. 19
ρίζουν τις βασικές δομές [Grundstrukturen] της ανώνυμης εταιρίας). Οι δυσκολίες όμως της αποδοχής περιορισμών στις διαμορφωτικές επιλογές των ενδιαφερομένων και των δυνατοτήτων διορθωτικής παρέμβασης του δικαστή είναι προφανείς. Η διατήρηση του «τύπου» με ακυρότητα επιμέρους ρητρών του καταστατικού ή συμφωνιών που τον υπερβαίνουν, καθώς και ο εντοπισμός των στοιχείων εκείνων, που δημιουργούν την υπερβολική απόκλιση αποτελούν περίπου αδύνατη άσκηση, αφού η υπερβολική απόκλιση συχνά δεν θα είναι αποτέλεσμα μιας ρήτρας, αλλά αποτέλεσμα της σώρευσης των επιμέρους αποκλίσεων. Κυρίως όμως, η αξία του τύπου και αντίστοιχα η φοβία της νόθευσής του δεν θα πρέπει να μεγαλοποιούνται. Όπως έχει πειστικά παρατηρηθεί (K. Schmidt, Gesellschaftsrecht, 107-114, με ιδιαίτερες αναφορές στην παλαιότερη γερμανική θεωρία περί τύπου, αλλά και τις φιλελεύθερες θεωρήσεις, μεταξύ άλλων, των Teichman, Gestaltungsfreiheit ..., H.P. Westermann, Vertragsfreiheit und ..., Nitschke, Die Körperschaftlich ...), η αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας στο δίκαιο των εταιριών, όπως και αλλού, έχει τα όριά της στο αναγκαστικό δίκαιο, τις νομικές απαγορεύσεις (ΑΚ 174 – με παράλληλο έλεγχο της καταστρατήγησης) και τα χρηστά ήθη (ΑΚ 178). Ο «τύπος» και η άποψη της υποχρεωτικότητας τούτου έχουν συνδεθεί με πολιτικοοικονομικές θεωρήσεις για τη λειτουργία του εταιρικού δικαίου και τις ευχέρειες των μερών, και έχει λάβει κανονιστικές διαστάσεις, που υπερβαίνουν τους γενικούς περιορισμούς του δικαίου και το σκοπό τους. Στο μέτρο αυτό η υποχρεωτικότητα του τύπου μπορεί να αμφισβητηθεί, αφού και την εφευρετικότητα της πράξης εμποδίζει, αλλά και κάποια κηδεμονευτική νοοτροπία εκδηλώνει, για το πώς πρέπει να είναι οι πραγματικές σχέσεις των μερών και η ενδεδειγμένη διάρθρωση των ιδιωτικών οικονομικών μονάδων. Αυτό που τελικά έχει σημασία είναι η ατομική θεώρηση και ερμηνεία κάθε επιμέρους κανόνα, που διέπει την ΑΕ, έτσι ώστε με βάση το σκοπό του νόμου, να γίνεται η κατάλληλη εφαρμογή του (K. Schmidt, Gesellschaftsrecht, 112, βλ. και Γεωργακόπουλο, Το δίκαιον των εταιριών, ΙΙ, 1972, 46, Ε. Περάκη, ΔΕΕ 2004, 371, 378). Συνεπώς, η κατά τον τύπο ερμηνεία («typusorientierte Auslegung») δεν πρέπει να υπερεκτιμάται και δεν θα αποτελεί παρά μια μόνο από τις συνιστώσες της ορθής ερμηνείας συγκεκριμένων κανόνων, ταυτιζόμενη περίπου με την τελολογική ερμηνεία, και όχι ένα αυτοδύναμο ερμηνευτικό εργαλείο, που θα ελέγχει τo πόσο αποκλίνει η ΑΕ από κάποιο νομοθετικό πρότυπο (προς την ίδια περίπου κατεύθυνση και Μάρκου, Γενικό μέρος, 319: «...Προς το σκοπό δε αυτό απαιτείται κατά κανόνα η εντός του γενικού πλαισίου του συστήματος αξιών του νομοθέτη δημιουργική αλλά συγχρόνως αξιολογικά διαφοροποιητική παρέμβαση του εφαρμοστή του δικαίου με στόχο την τελολογική ειδίκευση του υπάρχοντος κανόνα εταιρικού δικαίου για την εκάστοτε κρινόμενη περίπτωση»).
6. Οι «τύποι» της ΑΕ
35 Η συγκέντρωση όμοιων χαρακτηριστικών σε κατηγορίες εταιριών οδηγεί σε κοινούς κανόνες, που μπορούν να συγκροτήσουν αυτοτελείς δευτερογενείς «υπο-τύπους» εντός του δικαίου της ΑΕ. Δεν πρόκειται μόνο για καταστατικές και συμβατικές αποκλίνουσες ρυθμίσεις, που δημιουργούν μια σταθερή, κατά το μάλλον ή ήττον, εταιρική μορφή, αλλά ενδεχομένως και για νομικές ρυθμίσεις, που εισάγει ο νομοθέτης, αναγνωρίζοντας έτσι τις ιδιαιτερότητες του κάθε
Σελ. 20
δευτερογενούς τύπου. Τέτοιοι «αποκλίνοντες» τύποι (εννοείται: πέραν της απλής ανώνυμης εταιρίας) είναι οι ακόλουθοι:
6.1. Η ΑΕ με εισηγμένες μετοχές ή άλλες κινητές αξίες
36 Ειδική μορφή ΑΕ, για την οποία ο νόμος επιφυλάσσει εκτεταμένες ειδικές ρυθμίσεις και μπορεί συνεπώς να διαμορφώνει ένα δικό της εταιρικό τύπο, είναι η εταιρία που έχει εισηγμένες κινητές αξίες σε ρυθμιζόμενη αγορά (για το ειδικό δίκαιο της εισηγμένης εταιρίας βλ. π.χ. Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 491 επ., Μάρκου, Βασικές αρχές …, 118 επ., Αυγητίδη, Δίκαιο της κεφαλαιαγοράς, 377 επ., Τουντόπουλο, Δίκαιο της κεφαλαιαγοράς, 88 επ. Ο ν. 4548/2018 επανέλαβε την επιλογή του προγενέστερου δικαίου, να ρυθμίσει ενιαία τόσο τις εισηγμένες όσο και τις μη εισηγμένες ΑΕ, αντί να αφιερώσει ειδικό κεφάλαιο για τις πρώτες. Επομένως, η ρύθμιση των τελευταίων γίνεται με ειδικές διατάξεις που βρίσκονται σε ολόκληρο το νόμο. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν και για εταιρίες με μετοχές εισηγμένες σε πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ), μόνο όμως όταν αυτό προβλέπεται ρητά στο νόμο (άρθρ. 1 παρ. 3). Κυρίως αυτό προβλέπεται στο άρθρ. 119 παρ. 5 (όμοιο με το άρθρ. 28α παρ. 9 του κ.ν. 2190/1920), που επιτρέπει στις εταιρίες με μετοχές που έχουν εισαχθεί σε ΠΜΔ να προβλέψουν στο καταστατικό τους εφαρμογή των διατάξεων για τις γ.σ.
37 Η θεματολογία των ειδικών διατάξεων για τις εισηγμένες είναι ποικίλη. Όπως θα ανέμενε κανείς, οι διατάξεις αυτές συνήθως επιβάλλουν πρόσθετες υποχρεώσεις στις εισηγμένες εταιρίες ή ρυθμίζουν κατ’ άλλο τρόπο ορισμένα ζητήματα εταιρικού δικαίου (όπως π.χ. οι ειδικές ρυθμίσεις για το ΔΣ ή τη διεξαγωγή των ΓΣ, τη μεταβίβαση των μετοχών, την εταιρική διακυβέρνηση), αποβλέπουν δε κατά κύριο λόγο στην προστασία της αγοράς και των επενδυτών. Οι παραπέρα, μη εταιρικού δικαίου, ρυθμίσεις για τις εισηγμένες ανήκουν στο δίκαιο της κεφαλαιαγοράς, όπως είναι π.χ. οι ρυθμίσεις για την εισαγωγή των κινητών αξιών στη ρυθμιζόμενη αγορά, την κατάχρηση της αγοράς, τις δημόσιες προτάσεις κ.λπ.
38 Σε ορισμένα ζητήματα προβλέπεται ότι οι διατάξεις του νόμου για τις εισηγμένες εταιρίες μπορούν να εφαρμοσθούν και σε μη εισηγμένες, αν τούτο προβλέπεται στο καταστατικό. Παράδειγμα είναι οι διατάξεις για τα εκτελεστικά, μη εκτελεστικά και ανεξάρτητα μέλη του δ.σ., που μπορεί να εφαρμόζονται «αναλόγως» και στις μη εισηγμένες (άρθρ. 87 παρ. 5). Το ίδιο συμβαίνει και με την πολιτική αποδοχών των άρθρ. 110 και 111 (άρθρ. 110 παρ. 1). Αντίθετα, αναλογική εφαρμογή διατάξεων που αφορούν τις εποπτευόμενες εταιρίες (πιστωτικά ιδρύματα, ασφαλιστικές επιχειρήσεις κ.λπ.) σε μη εποπτευόμενες είναι προβληματική, διότι υπάρχουν θεμελιώδεις διαφορές των μεν από τις δε (βλ. Hopt, Corporate Purpose ..., 8).
6.2. Οι «μικρές», οι «κλειστές» και οι «οικογενειακές» ΑΕ
39 Στον αντίποδα των ΑΕ με κινητές αξίες εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, ένας πιο «προσωπικός» τύπος ΑΕ, που εξετάζεται συχνά, είναι εκείνος όπου οι μέτοχοι είναι λίγοι, γνωρίζονται μεταξύ τους και δρουν με πνεύμα εμπιστοσύνης και συνεργασίας, συχνά δε επιθυμούν τον έλεγχο της μετοχικής σύνθεσης μέσω ρητρών δέσμευσης των μετοχών. Πρόκειται για τις λεγόμενες «μικρές», «κλειστές» και «οικογενειακές» ανώνυμες εταιρίες (βλ. Παναγιώτου, Η μικρή και κλειστή οικογενειακή ΑΕ). Τα ζητήματα με αυτές τις ΑΕ (που ομοιάζουν, αν και εννοιολο-
Σελ. 21
γικά δεν ταυτίζονται) είναι αν όλες οι διατάξεις του εταιρικού νόμου είναι κατάλληλες για να τις ρυθμίσουν ή μήπως θα πρέπει να υπάρχει κάποια ειδική, χαλαρότερη, ρύθμιση. Συζητείται μάλιστα μήπως σε ορισμένες περιπτώσεις με ομοφωνία των μετόχων μπορούν να τεθούν εκποδών διατυπώσεις, όπως π.χ. εκείνες που αφορούν τις συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη, το τυπικό των γενικών συνελεύσεων, την υπέρβαση του εταιρικού σκοπού κ.λπ. Ζήτημα είναι επίσης αν μπορεί να γίνει κάποια συμπληρωματική εφαρμογή του αστικού δικαίου (π.χ. για την ανίχνευση υποχρέωσης πίστεως και των μετόχων, την απαγόρευση ανταγωνισμού των μετόχων, κλπ.). Στην τελευταία περίπτωση θα μπορεί να προκληθεί ώσμωση μεταξύ καταστατικών ρυθμίσεων και ρυθμίσεων εξωεταιρικών συμβάσεων (βλ. Μιχαλόπουλο, εις 18 Συνέδριο ΣΕΕ, 145) ή και εφαρμογή των κοινών κανόνων (ΑΚ 200, 281, 288 κλπ.).
6.2.1. Οι «μικρές» ΑΕ
40 Μολονότι οι εταιρίες αυτές συχνά εξετάζονται ως ενιαίος εταιρικός τύπος, στην πραγματικότητα δεν πρόκειται ακριβώς για το ίδιο φαινόμενο, ούτε και ταυτίζεται η νομική τους μεταχείριση. «Μικρές» είναι οι εταιρίες, που, με διάφορα κριτήρια, έχουν μικρά μεγέθη και κατά συνέπεια μικρή κοινωνικοοικονομική σημασία. Τα κριτήρια αυτά μπορεί να είναι εκείνα του άρθρ. 2 ν. 4308/2014 (μικρό σύνολο ενεργητικού, μικρό ύψος κύκλου εργασιών, μικρός μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου), θα πρέπει όμως να δοθεί προσοχή ότι για την (τυχόν ιδιαίτερη) νομική τους μεταχείριση, πρώτον, δεν θα είναι απαραίτητο να εμμείνει κάποιος στα ποσά που προσδιορίζουν τις «μικρές οντότητες», δεύτερον, δεν θα είναι ανάγκη να συντρέχουν και τα τρία αριθμητικά κριτήρια, τρίτον δε, μπορεί να είναι πιο αποφασιστικό κάποιο άλλο ποσοτικό κριτήριο (π.χ. ο όγκος των εξαγωγών, ο αριθμός των πελατών, το ύψος των κρατικών επιδοτήσεων κ.λπ.), που κρίνεται κατά περίπτωση καταλληλότερο για να προσδιορίσει το μέγεθος της κάθε εταιρίας, ανάλογα με τη δραστηριότητά της.
41 Πολύ συχνά γίνεται λόγος για τη «μικρή ΑΕ», ως ιδιαίτερο τύπο ανώνυμης εταιρίας (βλ. σχετικά Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 186, Ε. Περάκη, ΔικΑΕ, Εισαγωγικά, αρ. 34, Αντωνόπουλο/Γρηγοριάδη, ΔικΚεφΕτ, Ι, 13, Μάρκου, Θεμελιώδεις θεσμοί …, 342, Γιοβαννόπουλο, ΕΕμπΔ 2002, 285), υποστηρίζεται δε η άποψη ότι θα πρέπει να υπάρχει αυτοτελές (χαλαρότερο) κανονιστικό πλαίσιο γι’ αυτήν, ή έστω ειδικές ρυθμίσεις (π.χ. ως προς τη δυνατότητα της γ.σ. να απευθύνει δεσμευτικές οδηγίες στη εταιρική διοίκηση, βλ. Αλ. Ρόκα, Η διεύθυνση του ομίλου επιχειρήσεων …, 98). Κατ’ άλλη άποψη (Μάρκου, Βασικές αρχές …, 44), στις μικρές ΑΕ ο νόμος για τις ΑΕ εφαρμόζεται αναλογικά. Κάτι τέτοιο βεβαίως δεν μπορεί να γίνει δεκτό, διότι η μικρή ΑΕ δεν παύει να είναι ανώνυμη εταιρία και οι κανόνες για την ΑΕ θα πρέπει να εφαρμόζονται ευθέως και όχι αναλογικά. Ο εναλλακτικός τρόπος, με τον οποίο ο ν. 3604/2007 αντιμετώπισε το αίτημα αυτό (αυτό δε ισχύει και με το νέο ν. 4548/2018), ήταν, αντί ειδικών κανόνων προορισμένων για τις ΑΕ μικρού μεγέθους («μικρή ΑΕ εκ του νόμου»), να παράσχει πολλές καταστατικές επιλογές, με χρήση των οποίων οι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να προσαρμόσουν το καταστατικό στις ανάγκες και τις επιθυμίες τους και να απλοποιήσουν την εταιρική ζωή, αποκλείοντας ταυτόχρονα βαρύτερους κανόνες, όπου αυτό είναι εφικτό («μικρή ΑΕ εκ του καταστατικού», βλ. Ε. Περάκη, Το νέο δίκαιο της ΑΕ, 14, τον ίδιο, ΔικΑΕ, Εισαγωγικά, αρ. 35).
Σελ. 22
6.2.2. Οι «κλειστές» ΑΕ
42 Περαιτέρω, ως «κλειστές» («closely held») ΑΕ ονομάζονται συνήθως εκείνες οι ΑΕ, με λίγους μετόχους, τους οποίους συνδέουν σχέσεις γνωριμίας και εμπιστοσύνης, ή αποτελούν όχημα εκμετάλλευσης κοινής επιχείρησης ή κοινοπρακτικής δράσης (βλ. Giovannopoulos, RHDI 2014, 476). Οι κλειστές ΑΕ δεν είναι υποχρεωτικά μικρές, αντίθετα μάλιστα ενδέχεται να πρόκειται για μεγάλες επιχειρήσεις, μη προσβάσιμες στο επενδυτικό κοινό.
43 Προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι ιδιαιτερότητες και οι ανάγκες των «κλειστών» εταιριών, ο νόμος προνοεί με ειδικές διατάξεις, που εισάγουν προσωπικά στοιχεία (π.χ. περιορισμούς στη μεταβίβαση των μετοχών, καθολική γ.σ., πρακτικά διά περιφοράς κ.λπ.), ώστε να επιτυγχάνεται κάποια προσέγγιση και εναρμόνιση του νόμου με τις μετοχικές σχέσεις, όπως διαμορφώνονται στην πραγματικότητα. Πέραν αυτού όμως η προσαρμογή των κανόνων που διέπουν την ΑΕ στις πραγματικές σχέσεις στην εταιρία επιτυγχάνεται ιδίως μέσω της ερμηνείας. Όπως έχει παρατηρηθεί (Γιοβανόπουλος, εις 13 Συνέδριο ΣΕΕ, 83 επ., 98), ο ιδιαίτερος τύπος της μικρής ΑΕ (αλλά αυτό συμβαίνει και στις «κλειστές ΑΕ) απαιτεί «μια ιδιαίτερη ερμηνευτική προσέγγιση. Ως τέτοια εννοούμε τη διαφοροποιημένη ερμηνεία αφενός των διατάξεων και των αρχών του δικαίου της ΑΕ, και αφετέρου των καταστατικών και εξωεταιρικών συμβατικών ρυθμίσεων, έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα τυπολογικά χαρακτηριστικά της εταιρίας στη συγκεκριμένη περίπτωση». Πρόκειται για την λεγόμενη «σύμφωνη με τον τύπο ερμηνεία» (typusorientierte Auslegung), που βεβαίως δεν αποτελεί αυτόνομη ερμηνευτική μέθοδο, αποτελεί όμως συνιστώσα της ορθής ερμηνείας (βλ. Ε. Περάκη, ΔικΑΕ, Γενική Εισαγωγή, αρ. 21 και 17).
44 Οι μέθοδοι για να επιτευχθεί η ρυθμιστική προσαρμογή του τύπου στις ad hoc διαμορφώσεις της συγκεκριμένης ΑΕ, με πρόσληψη προσωπικών στοιχείων, είναι περισσότερες: Έτσι π.χ. γίνεται υπαγωγή της ΑΕ στην γενικότερη έννοια της εταιρίας [εταιρία εν ευρεία εννοία, βλ. π.χ. ΜΠρΠατρ 1425/1996 ΔΕΕ 1997, 964 (967), Ν. Ρόκα, Τα όρια της εξουσίας της πλειοψηφίας…, 12), χρησιμοποιούνται γενικές ρήτρες, όπως π.χ. οι ΑΚ 281, 288 ή 914 (βλ. π.χ. Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 388, Λιακόπουλο, Από την αστική ..., 12, Μαρίνο, Απαγορεύσεις ανταγωνισμού, 333 επ., Ε. Περάκη, ΕΕμπΔ 1991, 1 επ. (25)), αξιοποιείται η ιδέα της παράλληλης προσωπικής εταιρίας ή συμφωνούνται εξωεταιρικές συμβάσεις (βλ. Μαρίνο, Εξωεταιρικές συμφωνίες μετόχων, 2011, Ε. Περάκη, Ενοχικαί δεσμεύσεις του δικαιώματος ..., Ν. Ρόκα, ΕΕμπΔ 1996, 525, γίνεται επίκληση της υποχρέωσης πίστεως των μετόχων (βλ. Καραμανάκου, Η υποχρέωση πίστης των μετόχων, ...), γίνεται αναφορά στη μετοχική σχέση και τις ad hoc διαμορφώσεις της (βλ. Μάρκου, ΕΕμπΔ 2001, 1, τον ίδιο, ΕλΔ 2001, 1223), ή προβάλλεται η έννοια του εταιρικού συμφέροντος (βλ. π.χ. Τριανταφυλλάκη, Το συμφέρον της επιχείρησης ..., 293) ή και η συνταγματικά προστατευόμενη οικονομική ελευθερία (βλ. Σκαλίδη, ΕΕμπΔ 1992, 177). Η μέθοδος της άρσης της νομικής προσωπικότητας ανήκει επίσης στις μεθόδους αναδιαμόρφωσης και προσαρμογής του δικαίου της ΑΕ σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν μέτοχοι που κυριαρχούν στην εταιρία (για τη μέθοδο αυτή βλ. αντί άλλων Λιακόπουλο, Η άρση της αυτοτέλειας ...), ενώ δεν αποκλείεται να γίνει ευθέως λόγος (όπως και από την ολομέλεια του ΑΠ) για «άτυπες γενικές συνελεύσεις», και για το ότι «είναι δυνατό να εκφραστεί η βούληση του νομικού προσώπου
Σελ. 23
χωρίς ανάμειξη των οργάνων του, αλλά με το σύνολο των μελών του» (βλ. ΟλΑΠ 26/1998 ΔΕΕ 1999, 1141 = ΕΕμπΔ 1998, 553).
6.2.3. Οι οικογενειακές ΑΕ
45 Τέλος, οι οικογενειακές ΑΕ μπορεί να είναι και αυτές μικρές ή μεγάλες, συνήθως δε θα είναι «κλειστές», με την έννοια ότι σε αυτές μετέχουν τα μέλη μιας επιχειρηματικής οικογένειας. Η οικογενειακή επιχείρηση προσλαμβάνει συχνά τη μορφή εταιρίας (ιδίως ΑΕ), με χρήση των διαμορφώσεων που ο εταιρικός νόμος επιτρέπει (π.χ. ως προς την εκτίμηση των εισφορών, τη διανομή των κερδών κ.λπ.). Τα προβλήματα είναι και εδώ grosso modo εκείνα των κλειστών ΑΕ, με τα πρόσθετα όμως ζητήματα που δημιουργούν οι συγγενικές σχέσεις, κυρίως δε το κρίσιμο πάντοτε ζήτημα της διαδοχής στην επιχείρηση, αντιμετωπιζόμενο και εδώ συχνότατα με καταστατικές διευθετήσεις ή και με εξωεταιρικές συμβάσεις (για τις οικογενειακές επιχειρήσεις βλ. εισηγήσεις εις «Σύγχρονα ζητήματα της οικογενειακής επιχείρησης», 25 Συνέδριο ΣΕΕ, 2016, Ε. Περάκη, εις Δ. Σπινέλλη, «Πανεπιστήμιο Πολιτών» ..., 75 επ., και παραπέρα Αντωνόπουλο/Γρηγοριάδη, ΔικΚεφΕτ, Ι, 12).
6.3. Η μονοπρόσωπη ΑΕ
46 Σύμφωνα με το άρθρ. 4 παρ. 1 ν. 4548/2018, η ΑΕ μπορεί να ιδρυθεί από ένα ή περισσότερα πρόσωπα. Μπορεί επίσης στη συνέχεια «να καταστεί μονοπρόσωπη με τη συγκέντρωση όλων των μετοχών σε ένα μόνο πρόσωπο». Η περιένδυση επιχείρησης με το μανδύα της ΑΕ με ένα μόνο μέτοχο θα πρέπει να προστεθεί στους ιδιαίτερους «τύπους» της ΑΕ (βλ. Αντωνόπουλο/Γρηγοριάδη, ΔικΚεφΕτ, Ι, 16, Μάρκου, Βασικές αρχές … 191 επ., Μιχαλόπουλο, ΕΕμπΔ 1987, 343, Παναγιώτου, Η μικρή και κλειστή οικογενειακή ΑΕ, 34, Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 592 επ.). Η εταιρία αυτή μπορεί εκ πρώτης όψεως να εμφανίζεται ως παράδοξο φαινόμενο και ως λογική αντίφαση, έχει γίνει όμως εδώ και καιρό αποδεκτή από τις έννομες τάξεις, που όχι μόνο την επιτρέπουν ρητά και χωρίς πρόβλημα, τουλάχιστον στις κεφαλαιουχικές εταιρίες (για την ΑΕ βλ. άρθρ. 4 παρ. 1), έχει όμως καταστεί δυνατή, εντός ορίων, ακόμη και στις προσωπικές (π.χ. άρθρ. 267 ν. 4072/2012). Σχετική οδηγία (η «δωδέκατη») έχει εκδοθεί και στο πλαίσιο της ΕΕ. Δεν είναι απαραίτητο, ενδέχεται όμως η μονοπρόσωπη εταιρία να είναι «μικρή», όποτε θα ισχύουν γι’ αυτήν και όσα εκτέθηκαν παραπάνω. Συχνά επίσης οι κλειστές εταιρίες είναι μονοπρόσωπες ή οικογενειακές κ.λπ., όπως συμβαίνει με τις «μονοβάπορες» εταιρίες στη ναυτιλία, για τις οποίες βλ. Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 393, Giovannopoulos, RHDI 2014, 476, D. Christodoulou, The single ship company, 2000.
47 Τα κύρια ζητήματα που ανακύπτουν στις μονοπρόσωπες εταιρίες είναι αφενός μεν η γνωστοποίηση της εταιρίας ως μονοπρόσωπης (άρθρ. 6 παρ. 3) και αφετέρου η έλλειψη σύγκρουσης συμφερόντων στο εσωτερικό της εταιρίας (δεν απαιτείται η διαδικασία έγκρισης συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη, όταν υπάρχει ένας μόνο μέτοχος (άρθρ. 101 παρ. 4). Από την άλλη μεριά, η μονοπρόσωπη ΑΕ είναι πιο ευεπίφορη στην άρση της νομικής προσωπικότητας.
Σελ. 24
6.4. Άλλοι τύποι ΑΕ
48 Όπως παρατηρείται, οι εμπειρικοί τύποι είναι απεριόριστοι (Μάρκου, Βασικές αρχές …, 49). Εκτός από τις παραπάνω διαμορφώσεις της ΑΕ υπάρχουν και άλλες αρρύθμιστες, όπως είναι η εταιρία με συμμετοχή 50:50 (βλ. Ε. Περάκη, εις 3ο Συνέδριο ΣΕΕ, 211, Καραμανάκου, Η υποχρέωση πίστης…, 16), η ΑΕ με σκοπό μη κερδοσκοπικό (Μάρκου, Βασικές αρχές …, 57), η χρήση της ΑΕ ως κοινοπρακτικής μορφής (βλ. Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 115) κ.λπ. Δεν πρέπει όμως να λησμονούνται και οι ειδικά ρυθμισμένοι «τύποι» ΑΕ, όπως είναι τα πιστωτικά ιδρύματα, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι ποδοσφαιρικές ΑΕ, οι Ανώνυμες Εταιρίες Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία, οι ανώνυμες εταιρίες του Δημοσίου (ν. 4972/2022), η ναυτική εταιρία (που «αποτελεί κατ’ ουσίαν ειδική μορφή ΑΕ», βλ. Αντάπαση/Αθανασίου, Ναυτικό δίκαιο, αρ. 720, 372) και πολλές άλλες. Συνήθως γίνεται λόγος για εταιρίες «αποκλειστικού σκοπού», κάτι πάντως που δεν αποκλείει την εφαρμογή των κοινών διατάξεων για τις ανώνυμες εταιρίες, έστω και συμπληρωματικά. Τέλος, πολλές εταιρίες που έχουν συσταθεί με νόμο και με ποικίλους σκοπούς (βλ. π.χ. πρόσφατα την εταιρία «Φορέας Π.Ε.Λ. Αναπτυξιακή Α.Ε. Ο.Τ.Α.», άρθρ. 58 επ. ν. 4605/2019) έχουν το δικό τους νομοθετικό καθεστώς, στο οποίο επίσης εφαρμόζεται συμπληρωτικά ο ν. 4548/2018.
7. Το εταιρικό συμφέρον
49 Μέγιστο ζήτημα στο εταιρικό δίκαιο είναι το ερώτημα τίνος τα συμφέροντα υπηρετεί η εταιρία. Ο προσδιορισμός των συμφερόντων αυτών (και άρα του γενικού εταιρικού σκοπού) συμπροσδιορίζει το εταιρικό συμφέρον.
7.1. Το πρόβλημα
50 Το ερώτημα, κατά την παραδοσιακή του διατύπωση, αφορά τον προσδιορισμό των συμφερόντων, υπέρ των οποίων η ΑΕ υπάρχει και λειτουργεί. Η σχετική συζήτηση έχει μέγιστο θεωρητικό και πρακτικό ενδιαφέρον, διότι θίγει πολλά ζητήματα θετικού και θετέου δικαίου, όπως είναι η αποστολή της εταιρίας, η αρμοδιότητα λήψης των αποφάσεων και γενικότερα καθορισμού της πορείας των εταιρικών υποθέσεων, ο διορισμός, τα καθήκοντα και οι αμοιβές του ΔΣ, η διαμόρφωση της ευθύνης της εταιρικής διοίκησης και ποιος παρέχει απαλλαγή από την ευθύνη αυτή, η πολιτική διανομής των κερδών, το αν η εταιρική διοίκηση οφείλει να επιδιώκει μακροπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα ή μπορεί να κερδοσκοπεί σε βραχυπρόθεσμη βάση με άμεσα κέρδη (short-termism) και τελικά, τι «μοντέλο» εταιρικής διακυβέρνησης πρέπει να υιοθετηθεί, αν δηλ. θα πρόκειται για μετοχο-κεντρικό μοντέλο (“shareholders centrality”), μοντέλο υπεροχής της εταιρικής διοίκησης, μοντέλο συλλογικής παραγωγικής προσπάθειας, μοντέλο ενσωμάτωσης συμφερόντων τρίτων, πέραν των μετόχων (“stakeholders”) κ.λπ. Αντίστοιχα, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα αποτελεί και τη βάση για την επίλυση επιμέρους ερμηνευτικών ζητημάτων σε σχέση π.χ. με τα όρια της εξουσίας της πλειοψηφίας (βλ. Ν. Ρόκα, Τα όρια…, 104 επ.), τον προσδιορισμό των καθηκόντων της εταιρικής διοίκησης (Λιβαδά, ΔικΑΕ, άρθρ. 22α αρ. 26), το δικαιολογημένο ορισμένων πράξεων, όπως είναι η παροχή εγγύησης υπέρ τρίτων (ΕφΑθ 12964/1987 ΕλΔ 1990, 382) ή ο αποκλεισμός του δικαι-
Σελ. 25
ώματος προτίμησης (Τέλλης, ΕΕμπΔ 1991, 193 υποσημ. 33, Τριανταφυλλάκης, ΔικΑΕ, άρθρ. 13 & 13α αρ. 365) κ.λπ. Καμιά φορά γίνεται λόγος και για το «καλώς εννοούμενο συμφέρον της εταιρίας» (π.χ. ΑΠ 406/2021 ΕΕμπΔ 2022, 735), που όμως αποτελεί λήψη του ζητουμένου και δεν μπορεί να βοηθήσει. Παραπέρα προβληματισμός μπορεί να γίνει για το ποιος προσδιορίζει κάθε φορά το εταιρικό συμφέρον, το αν η παραβίαση του συμφέροντος αυτού συνεπάγεται αστικές ή άλλες κυρώσεις, το αν το εταιρικό συμφέρον είναι σταθερό ή παραλλάσσει ανάλογα με τις θεματικές κ.λπ. (τα ζητήματα αυτά δεν μπορούν να συζητηθούν αναλυτικά στο πλαίσιο του παρόντος).
51 Διατάξεις για το εταιρικό συμφέρον απαντώνται σε διάφορα σημεία στο ν. 4548/2018. Έτσι:
– Τα άρθρ. 57 παρ. 2, 96 παρ. 1, 102 παρ. 4, 103, 127 παρ. 2 και 168 παρ. 3 αναφέρονται στο «συμφέρον της εταιρίας» ή στο «εταιρικό συμφέρον». Κεντρική είναι η διάταξη του άρθρ. 96 παρ. 1, κατά την οποία η «προαγωγή του εταιρικού συμφέροντος» ανήκει στα καθήκοντα του ΔΣ.
– Τα άρθρ. 99 παρ. 3 περ. δ΄ και στ΄, 99 παρ. 4, 110 παρ. 6, 111 παρ. 1 α και 167 παρ. 4 κάνουν λόγο για «τα συμφέροντα της εταιρίας», ενώ τα άρθρ. 51 παρ. 3, 81 παρ. 2, 97 παρ. 1 και 3 και 111 παρ. 1 περ. θ΄ αναφέρονται στις «συγκρούσεις συμφερόντων» εταιρίας και άλλων προσώπων.
– Τέλος, γίνεται σποραδικά χρήση επιθετικών προσδιορισμών του συμφέροντος, όπως είναι το «υπέρτερο» συμφέρον (άρθρ. 105 παρ. 2) ή τα «μακροπρόθεσμα» συμφέροντα (άρθρ. 111 παρ. 1 περ. α΄).
Το «συμφέρον της εταιρίας» και τα «συμφέροντα της εταιρίας» δεν φαίνεται να αποτελούν διαφορετικές έννοιες, ορθό όμως είναι άλλες παραπλήσιες έννοιες, όπως το «υπέρτερο» συμφέρον, να γίνονται αντικείμενο ερμηνείας. Γενικά πάντως θα έλεγε κανείς ότι η αναφορά στο εταιρικό συμφέρον γίνεται ολοένα συχνότερη (για το φαινόμενο βλ. Ψαρουδάκη, Η θέση του εταίρου στην εξυγίανση, 18).
7.2. Οι προτεινόμενες λύσεις
52 Στο ερώτημα για τον ειδικότερο προσδιορισμό του εταιρικού συμφέροντος έχουν δοθεί ποικίλες απαντήσεις. Κατά μία θεωρία, που όμως δεν υποστηρίζεται πια σε περιβάλλον ελεύθερης οικονομίας, βάση της συζήτησης πρέπει να είναι η επιχείρηση και το συμφέρον της. Η επιχείρηση αποτελεί αυτόνομο οργανισμό με δικά του συμφέροντα («επιχείρηση καθ’ εαυτήν», “Unternehmen an sich”), διαφορετικά και ενδεχομένως αντιτιθέμενα προς εκείνα των μετόχων και των περί την επιχείρηση τρίτων. Η θεωρία αυτή έχει δικαιολογημένα επικριθεί ως ουτοπική, αφού καταλήγει σε ταύτιση του συμφέροντος της επιχείρησης με εκείνο της εθνικής οικονομίας, πράγμα αντίθετο με το σύστημα της ιδιωτικής οικονομίας και της ελεύθερης επιχειρηματικής πρωτοβουλίας [για τη θεωρία αυτή βλ. αναλυτικά (και κριτικά) Ν. Ρόκα, Τα όρια …, 98 επ., Τριανταφυλλάκη, Το συμφέρον της επιχείρησης…, 45 επ.). Πράγματι θα ήταν αντίθετο με την αρχή της συνταγματικά κατοχυρωμένης οικονομικής ελευθερίας (άρθρ. 5 Σ.) να είναι μεν ελεύθερη η ίδρυση επιχείρησης, στη συνέχεια όμως η τελευταία να αυτονομείται και η διαχείρισή της να αποβλέπει υποχρεωτικά στο γενικό συμφέρον, ακόμα και αν αυτό αντιτίθεται στο
Σελ. 26
συμφέρον του ιδρυτή της (ή του ιδιοκτήτη της). Παρατηρείται συνεπώς (βλ. Ν. Ρόκα, Τα όρια..., 17), ότι το εταιρικό συμφέρον δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως το αυτονομημένο συμφέρον του νομικού προσώπου, που είναι δημιούργημα τεχνητό, αλλά πρέπει να εκφράζει τα υποκείμενα συμφέροντα. Για τον προσδιορισμό δε των τελευταίων δεν υπάρχει ομοφωνία, ιδίως δε γίνεται διάκριση μεταξύ του μονιστικού και του πλουραλιστικού συστήματος. Ειδικότερα:
53 Κατά την «μονιστική» θεωρία, που κρατεί στις περισσότερες χώρες ελεύθερης οικονομίας (ιδίως δε στις αγγλοσαξονικής προέλευσης νομοθεσίες, αλλά και στην Ελλάδα), υπέρτερα συμφέροντα είναι τα ενδοεταιρικά, εκείνα δηλ. των μετόχων. Και τούτο διότι οι μέτοχοι είναι αυτοί που ιδρύουν και καταργούν την εταιρία, είναι οι οικονομικοί (έμμεσοι βέβαια, λόγω της παρεμβολής της νομικής προσωπικότητας) ιδιοκτήτες της επιχείρησης, καθορίζουν τον εταιρικό σκοπό και (γενικότερα) λαμβάνουν με την ψήφο τους αποφάσεις σε ΓΣ, που είναι το «ανώτατο όργανο» της εταιρίας, σε αυτούς λογοδοτεί η εταιρική διοίκηση και από αυτούς λαμβάνουν απαλλαγή. Πρόκειται κατ’ ακριβολογία όχι για το άθροισμα των κατ’ ιδίαν συμφερόντων και ατομικών φιλοδοξιών κάθε μετόχου, αλλά για το «υπερατομικό» συμφέρον των μετόχων, κατευθυνόμενο στην προώθηση της μακροχρόνιας ευημερίας και κερδοφορίας της επιχείρησης και μέσω αυτής στην ενίσχυση της μετοχικής αξίας (βλ. Αθανασίου, Μέτοχοι και εταιρική εποπτεία, 9, Βαρελά, Η διαμόρφωση της εσωτερικής ευθύνης …,128, Βερβεσό, ΔικΑΕ, άρθρ. 77 αρ. 9, τον ίδιο ΔΕΔ, Εισαγωγή, Δ. Η δήλωση μη χρηματοοικονομικής κατάστασης, αρ. 19 επ., Κατσά, ΔΕΕ 2006, 883 επ., 890, Κοκκίνη, ΕΕμπΔ 2003, 558 επ., 569, Ε. Περάκη, ΔικΑΕ, Εισαγωγικά, αρ. 40, τον ίδιο, Ο τακτικός έλεγχος της ΑΕ, 34, Ν. Ρόκα, Τα όρια …, 111, τον ίδιο, Εταιρίες, 191, 360, Σωτηρόπουλο, ΕΕμπΔ 2019, 32 επ., 47, τον ίδιο, Προσωπικές εταιρίες, 13 επ., Ψαρουδάκη, Η θέση του εταίρου …., 22 επ. και 44, από νομολογία π.χ. ΠΠρΘεσ 1419/2018 ΔΕΕ 2018, 861 επ., 872). Με άλλους λόγους, το εταιρικό συμφέρον είναι το αντικειμενικοποιημένο συμφέρον της ένωσης, όχι δηλ. όπως το αντιλαμβάνεται η πλειοψηφία ή η μειοψηφία των μετόχων, αλλά όπως προκύπτει από τη διαμόρφωση των ενδοεταιρικών συμφερόντων, σε συσχετισμό με τον εταιρικό σκοπό (βλ. Ν. Ρόκα, Εταιρίες, 188, Βαρελά, Η διαμόρφωση της εσωτερικής ευθύνης…, 132). Προβάλλεται εξάλλου ότι η ουσιαστική δικαιολόγηση της μονιστικής άποψης είναι ότι η πρωτοκαθεδρία των μετόχων είναι η πιο αποτελεσματική λειτουργική αρχή (“the most efficient operating principle”, βλ. παραπομπές του Hopt, Corporate Purpose ..., 35, σε αμερικανική νομολογία), αφού μάλιστα οι μέτοχοι είναι οι απώτεροι φορείς των εταιρικών κινδύνων (“shareholders as the ultimate risk bearers”).
54 Επιπλέον υπογραμμίζεται ότι η έμφαση στο συμφέρον των μετόχων συμβαδίζει με την προώθηση του (γενικού ή κοινωνικού) συμφέροντος, αφού η μεγιστοποίηση των κερδών μεγιστοποιεί και την κοινωνική ευημερία (Σωτηρόπουλος, Προσωπικές εταιρίες, § 1, 28 επ). Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τάξει ως στόχο (και έχει καταβάλει συντονισμένες προσπάθειες) να βελτιώσει τη θέση των μετόχων, είτε με διατάξεις του εταιρικού δικαίου (π.χ. την οδηγία 2007/36/ΕΚ, όπως συμπληρώθηκε με την οδηγία 2007/828, για τα δικαιώματα των μετόχων) είτε με διατάξεις του δικαίου της κεφαλαιαγοράς (π.χ. με την οδηγία 2004/25/ΕΚ για τις δημόσιες προτάσεις).