ΔΙΚΑΙΟ ΙΚΕ & ΕΠΕ

Ερμηνεία κατ' άρθρο - Ενημέρωση μέχρι και τον Ν 5164/2024
Κυκλοφορεί 1η Απριλίου 2025

Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 105,00 €

Βιβλίο (έντυπο)   + 105,00 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 21128
Σπυρίδωνος Α.
  • Εκδοση: 5η 2025
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
  • Σελίδες: 1696
  • ISBN: 978-618-08-0555-0

Στην 5η έκδοσή του, το βιβλίο «Δίκαιο  ΙΚΕ & ΕΠΕ» έχει επεκταθεί και εμπλουτισθεί με όλη τη νέα νομολογία και νομοθεσία που απασχολεί ή δύναται να απασχολήσει οποιονδήποτε έρχεται σε επαφή με τον θεσμό είτε της ΙΚΕ είτε της ΕΠΕ από κάθε πλευρά. Εταίροι, ιδρυτές και μη, διαχειριστές και μη, συναλλασσόμενοι, αντισυμβαλλόμενοι, ομόδικοι και αντίδικοι, μπορούν να εντοπίσουν και να χρησιμοποιήσουν το κατάλληλο σημείο που περιέχει ανάλυση για το θέμα που τους απασχολεί.

Το Δίκαιο ΙΚΕ & ΕΠΕ δεν παραθέτει απλά τα καίρια ζητήματα αμφιβολίας και αμφισβήτησης, αλλά, αφού αναλύσει και ερμηνεύσει ασαφείς ή ελλιπείς διατάξεις τελολογικά και συστηματικά, παίρνει θέση και τοποθετείται σε όλα με ευθύτητα.

 

Παράλληλα με τη νέα νομοθεσία ΙΚΕ και ΕΠΕ, ενημερωμένη μέχρι και τους Ν 5134/2024 και Ν 5135/2024, αναλύονται κατ’ άρθρο:

-  ο νέος Ν 4919/2022 (ενημέρωση μέχρι και τον Ν 5164/2024) περί ΓΕΜΗ/ΥΜΣ με τα πρότυπα καταστατικά με ή χωρίς πρόσθετο περιεχόμενο και οδηγίες συμπλήρωσης (Οδηγία 2019/1151/ΕΕ για χρήση ψηφιακών εργαλείων και διαδικασιών στο εταιρικό δίκαιο),

- ο Ν 4601/2019 για τους μετασχηματισμούς εταιρειών (ενημέρωση μέχρι και τον Ν 5055/2023),

- το Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων (Ν 4557/2018),

- ο θεσμός των αποκλεισμένων διευθυντών, ακόμα και

- η χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης στη λήψη εταιρικών αποφάσεων και η ευθύνη των διαχειριστών για αυτό.

 

Το Δίκαιο ΙΚΕ & ΕΠΕ στην 5η του Έκδοση, επίκαιρο και ανανεωμένο, νομοθετικά, νομολογιακά, επιστημονικά και πρακτικά, υλοποιεί για μια ακόμη φορά την αρχή ότι καμία θεωρία δεν δικαιώνεται αν δεν δοκιμασθεί στην πράξη και καμία πράξη δεν αντέχει στον χρόνο αν δεν οικοδομηθεί σε στέρεα θεωρητικά θεμέλια. 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 5ης ΕΚΔΟΣΗΣ IX

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΙΔΡΥΣΗ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΕΠΙΛΟΓΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1

Ι. Γενικά 2

ΙΙ. Πλεονεκτήματα του νομικού προσώπου της ΙΚΕ 4

ΙΙΙ. Συγκριτική εξέταση ΙΚΕ και ΕΠΕ 7

IV. Γιατί όχι ομόρρυθμη εταιρεία 8

V. Γιατί όχι ετερόρρυθμη εταιρεία 12

VI. Γιατί όχι ανώνυμη εταιρεία 13

VII. Γιατί όχι ατομική επιχείρηση 20

VIII. Γιατί όχι αστική εταιρεία 20

IX. Γιατί όχι κοινοπραξία 21

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 23

I. Εταιρική δικαιοπραξία - Η ΙΚΕ ως νέα εταιρική μορφή 25

II. Τύπος ιδρυτικής πράξης ΙΚΕ και ΕΠΕ 26

III. Ελάχιστο υποχρεωτικό περιεχόμενο καταστατικού ΙΚΕ και ΕΠΕ 31

IV. Εικονικότητα ως προς το πρόσωπο του εταίρου ΕΠΕ ή ΙΚΕ -
εμφαινόμενος παρένθετος και κρυπτόμενος αληθής εταίρος 79

V. Ειδικά επί των κεφαλαιακών, εξωκεφαλαιακών και εγγυητικών
εισφορών στην ΙΚΕ (άρθρα 78 και 79 Ν 4072/2012) 80

VI. Επικαρπία και ενέχυρο επί εταιρικών μεριδίων ΕΠΕ και ΙΚΕ
(άρθρο 75 παρ. 4 Ν 4072/2012) 97

VII. Ειδικά επί της εισφοράς του εταιρικού κεφαλαίου ΕΠΕ σε είδος
(άρθρο 5 παρ. 1 και 2 Ν 3190/1955) 99

VIII. Προαιρετικό περιεχόμενο καταστατικού ΙΚΕ και ΕΠΕ 104

IX. Καταστατικό ΙΚΕ σε αλλοδαπή γλώσσα 111

X. Απαγόρευση έκδοσης μετοχών ΙΚΕ και ΕΠΕ - Έκδοση εγγράφου
που αποδεικνύει την εταιρική ιδιότητα του εταίρου ΙΚΕ και ΕΠΕ
(άρθρο 1 παρ. 2 και άρθρο 27 παρ. 2 Ν 3190/1955 και άρθρο 75
παρ. 1 Ν 4072/2012) 111

XI. Λοιπά χαρακτηριστικά ΙΚΕ και ΕΠΕ 112

XII. ΕΠΕ και ΙΚΕ υπό ίδρυση 115

XIII. Εταιρική διαφάνεια στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ 117

XIV. Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων ΙΚΕ και ΕΠΕ
(άρθρο 20 Ν 4557/2018) 120

XV. Προσαρμογή ΙΚΕ στις γενικές διατάξεις (άρθρο 116 Ν 4072/2012) 125

XVI. Ειδικές διατάξεις επίλυσης διαφορών στην ΙΚΕ 129

XVIΙ. Πρότυπο καταστατικό ΙΚΕ και ΕΠΕ με ή χωρίς πρόσθετο περιεχόμενο -
Υπόδειγμα πρόσθετου περιεχομένου - Οδηγίες συμπλήρωσης 133

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΜΕΣΩ
ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΜΙΑΣ ΣΤΑΣΗΣ (Υ.Μ.Σ.) - ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΑ
ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ - ΓΕΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ (Γ.Ε.ΜΗ.) -
ΚΑΤ’ ΑΡΘΡΟ ΕΡΜΗΝΕΙΑ Ν 4919/2022

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 169

Ι. Σκοπός, αντικείμενο, βασικοί ορισμοί και γενικές διατάξεις
του Ν 4919/2022 για τη διαδικτυακή σύσταση και ψηφιακή
δημοσιότητα όλων των εταιρειών και την οργάνωση και λειτουργία
του Γ.Ε.ΜΗ. (άρθρα 1-6 Ν 4919/2022) 171

ΙΙ. Υπηρεσία μιας στάσης για τη σύσταση εταιρειών 184

ΙΙΙ. Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) (άρθρα 15-35, 46-51 Ν 4919/2022) 214

IV. Υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών στην Ελλάδα
(άρθρα 36-45 Ν 4919/2022) 284

V. Μητρώο μη εμπορικής οικονομικής δραστηριότητας
(άρθρο 52 Ν 4919/2022) 292

VΙ. Μητρώο επωνυμιών και διακριτικών τίτλων και κατοχύρωση αυτών
(άρθρα 53-55 Ν 4919/2022) 294

VII. Εξουσιοδοτικές, μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις
και έναρξη ισχύς (άρθρα 57-59, 64 Ν 4919/2022) 299

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΙΚΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΕ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ ΣΤΗΝ ΙΚΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 305

Ι. Εξουσία διαχειριστών ΙΚΕ και ΕΠΕ 307

ΙΙ. Καταστατικός έλεγχος διαχείρισης στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ 331

ΙΙΙ. Περιπτώσεις διαχείρισης και εκπροσώπησης ΙΚΕ και ΕΠΕ 332

IV. Δημοσιότητα σχετικά με τη διαχείριση και εκπροσώπηση ΙΚΕ και ΕΠΕ 345

V. Πρόσωπα αποκλειόμενα από τη διαχείριση ΕΠΕ ή ΙΚΕ λόγω
αμετάκλητης καταδίκης – Μητρώο αποκλεισμένων διοικητών
(άρθρα 56α – 56 ζ Ν 4919/2022) 350

VI. Αμοιβή διαχειριστή ΙΚΕ και ΕΠΕ 358

VIΙ. Ασυμβίβαστα σε ΙΚΕ και ΕΠΕ 361

VΙIΙ. Μη κτήση εμπορικής ιδιότητας από διαχειριστή ΙΚΕ και ΕΠΕ 361

IX. Κτήση παγίων των διαχειριστών ή συγγενών τους από την ΕΠΕ
(άρθρο 5 παρ. 3 Ν 3190/1955) 362

X. Υποχρεώσεις διαχειριστών ΙΚΕ και ΕΠΕ 363

XI. Ανάκληση και παραίτηση διαχειριστών ΙΚΕ και ΕΠΕ 371

XII. Λοιπές πλην της ανάκλησης περιπτώσεις λήξης θητείας
διαχειριστή ΙΚΕ και ΕΠΕ 400

XIII. Υποδείγματα ρητρών καταστατικού ΙΚΕ και ΕΠΕ για θέματα διαχειριστή 406

XIV. Υποδείγματα πρακτικών λήψης αποφάσεων του ή των διαχειριστών
ή αποφάσεων της Συνέλευσης των Εταίρων ΕΠΕ σχετικών με τους διαχειριστές (αναλογικώς προσαρμοζόμενα και ως πρακτικά σώματος εταίρων ΙΚΕ) 410

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΣΩΜΑ ΕΤΑΙΡΩΝ ΙΚΕ ΚΑΙ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΕΤΑΙΡΩΝ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 423

Ι. Σώμα εταίρων ΙΚΕ 424

ΙΙ. Συνέλευση εταίρων ΕΠΕ 453

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΗΝ ΙΚΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 579

Ι. Ευθύνη εταιρείας 580

ΙΙ. Ευθύνη εταίρων ΙΚΕ και εταίρων ΕΠΕ 583

III. Ευθύνη διαχειριστών ΙΚΕ και ΕΠΕ 609

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ ΤΗΣ ΙΚΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 649

I. Μεταβίβαση εν ζωή εταιρικών μεριδίων ΙΚΕ και ΕΠΕ 650

ΙΙ. Μεταβίβαση αιτία θανάτου εταιρικών μεριδίων ΙΚΕ και ΕΠΕ 682

III. Απαγόρευση κτήσης από την ΙΚΕ και την ΕΠΕ ιδίων μεριδίων 700

IV. Είσοδος νέου εταίρου στην ΙΚΕ χωρίς αύξηση κεφαλαίου ή μεταβίβαση
μεριδίων και ανάληψη νέων εισφορών από υπάρχοντες εταίρους
(άρθρο 89 Ν 4072/2012) 701

V. Έξοδος εταίρου ΙΚΕ και ΕΠΕ 703

VI. Αποκλεισμός εταίρου ΙΚΕ και ΕΠΕ 778

VII. Κοινές διατάξεις για έξοδο και αποκλεισμό εταίρου ΕΠΕ 820

VIII. Κατάσχεση και πλειστηριασμός εταιρικού μεριδίου και κερδών -
Πτώχευση εταίρου ΙΚΕ και ΕΠΕ 861

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΚΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΕ ΜΕ ΕΤΑΙΡΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 879

Ι. Συμβάσεις της ΙΚΕ με εταίρους ή διαχειριστές (άρθρο 95 Ν 4072/2012) 880

ΙΙ. Δάνεια μεταξύ της ΕΠΕ και των εταίρων της και κτήση παγίων
(άρθρο 32 και άρθρο 5 παρ. 3 Ν 3190/1955) 883

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΕΤΑΙΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΚΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 903

Ι. Δικαιώματα εταίρων και μειοψηφίας στην ΙΚΕ 904

ΙΙ. Δικαιώματα εταίρων και μειοψηφίας στην ΕΠΕ 918

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΙΚΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 961

Ι. Απαγόρευση ανταγωνισμού στην ΙΚΕ 962

ΙΙ. Απαγόρευση ανταγωνισμού στην ΕΠΕ 962

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ

ΕΝΙΑΙΟ ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ -
Ν 4308/2014, ΠΟΛ. 1003/2014, ΥΑ 1017/2020, ΥΑ 1035/2020
ΚΑΙ Ν 4601/2019 ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΤΑΙΡΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 981

Ι. Το ενιαίο λογιστικό εταιρικό δίκαιο των οντοτήτων - Ο Ν 4308/2014
περί ελληνικών λογιστικών προτύπων μετά και την τροποποίηση
από τους Ν 4410/2016, Ν 4472/2017, Ν 4484/2017, Ν 4591/2019,
Ν 4646/2019, Ν 4818/2021, Ν 4876/2021 και Ν 5135/2024 - Πολ. 1003/2014 982

ΙΙ. Πεδίο εφαρμογής και κατηγορίες οντοτήτων
(Κεφάλαιο 1, άρθρα 1-2 και άρθρο 39 παρ. 1 Ν 4308/2014) 984

ΙΙΙ. Έναρξη εφαρμογής, καταργούμενες και μεταβατικές διατάξεις 986

ΙV. Χρηματοοικονομικές καταστάσεις - Αρχές σύνταξης χρηματοοικονομικών καταστάσεων (Κεφάλαιο 4, άρθρα 16-17 Ν 4308/2014) - Απαλλαγές
(Κεφάλαιο 6, άρθρο 30 Ν 4308/2014) 987

V. Λογιστικό σύστημα και λογιστικά αρχεία οντοτήτων - Διττή λογιστική
και φορολογική παρακολούθηση (Κεφάλαιο 2, άρθρα 3-7 Ν 4308/2014) 988

VΙ. Έλεγχος και όμιλοι εταιρειών - Εξωτερική μειοψηφία ομίλου -
Ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις
(Κεφάλαιο 7, άρθρα 31-36 Ν 4308/2014) 992

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ

ΕΝΙΑΙΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΑΚΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΜΕΤΑ
ΤΟΝ Ν 4336/2015 ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΤΑΙΡΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 999

Ι. Ενιαία ρύθμιση τακτικού ελέγχου χρηματοοικονομικών καταστάσεων
σε όλες τις οντότητες (άρθρο 2 παρ. α’ υποπαρ. Α.1. Ν 4336/2015) 1000

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
ΚΑΙ ΤΟ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΣΤΗΝ ΙΚΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1005

Ι. Ειδικές διατάξεις για τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις
και το αποθεματικό στην ΙΚΕ 1006

ΙΙ. Ειδικές διατάξεις για τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις και
το αποθεματικό στην ΕΠΕ 1012

ΙΙΙ. Υποχρέωση ΙΚΕ και ΕΠΕ για υποβολή ετησίων χρηματοοικονομικών
καταστάσεων στην Τράπεζα της Ελλάδος (άρθρο 16 Ν 5066/2023) 1020

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ

ΙΔΡΥΣΗ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1021

Ι. Έννοια υποκαταστήματος και διάκριση από πρακτορείο στην ΙΚΕ
και στην ΕΠΕ 1022

ΙΙ. Υποκατάστημα ΙΚΕ 1022

ΙΙΙ. Υποκατάστημα ΕΠΕ 1023

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ

ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΕΔΡΑΣ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1031

Ι. Μεταφορά έδρας ΙΚΕ 1032

II. Μεταφορά έδρας ΕΠΕ 1033

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ

ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1043

Ι. Μονοπρόσωπη ΙΚΕ 1044

IΙ. Μονοπρόσωπη ΕΠΕ 1045

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΔΙΜΕΛΗΣ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1063

Ι. Διμελής ΙΚΕ 1064

ΙΙ. Διμελής ΕΠΕ 1064

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

ΠΕΡΑΤΩΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1077

Ι. Ακυρότητα ΙΚΕ 1078

IΙ. Ακυρότητα ΕΠΕ 1083

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ (ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ, ΔΙΑΣΠΑΣΗ,
ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ) ΚΑΤ’ ΑΡΘΡΟ ΕΡΜΗΝΕΙΑ Ν 4601/2019

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1095

Ι. Πεδίο εφαρμογής - Κοινές διατάξεις 1096

ΙΙ. Συγχώνευση 1105

III. Διάσπαση 1226

IV. Μετατροπή 1362

V. Τελικές και μεταβατικές διατάξεις 1472

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΛΥΣΗ, ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ 1077

I. Λύση ΙΚΕ και ΕΠΕ 1478

II. Αναβίωση ΙΚΕ και ΕΠΕ 1559

III. Εκκαθάριση ΙΚΕ και ΕΠΕ 1570

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ 1647

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ 1657

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 1669

Σελ. 1

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΙΔΡΥΣΗ ΙΚΕ ΚΑΙ ΕΠΕ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΕΠΙΛΟΓΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ

Ι. Γενικά 2

ΙΙ. Πλεονεκτήματα του νομικού προσώπου της ΙΚΕ 4

Α. Μηδενικό κεφάλαιο - Η ΙΚΕ ως «ειλικρινής εταιρεία» 4

Β. Εξωκεφαλαιακές εισφορές στην ΙΚΕ - Εταιρικοποίηση ενοχικών υποχρεώσεων - Προσδοκία στην υπεραξία της εργασίας, των υπηρεσιών ή του έργου 5

Γ. Εγγυητικές εισφορές στην ΙΚΕ - Κεφαλαιοποίηση της εγγυητικής ευθύνης 5

Δ. Αντιστάθμισμα ακύρωσης προστατευτικών κανόνων εργατικού δικαίου στην ΙΚΕ 5

Ε. Η ΙΚΕ ως εταιρεία-πλαίσιο - Ευχέρεια μετάβασης από τον κεφαλαιουχικό στον προσωπικό χαρακτήρα 6

ΣΤ. Απόλυτη επιχειρηματική ευελιξία - Εκτεταμένη συμβατική ελευθερία στην ΙΚΕ 6

Ζ. Ευρωπαϊκή Εταιρεία 6

Η. Ατομική επιχείρηση περιορισμένης ευθύνης 6

ΙΙΙ. Συγκριτική εξέταση ΙΚΕ και ΕΠΕ 7

IV. Γιατί όχι ομόρρυθμη εταιρεία 8

Α. Απεριόριστη ευθύνη στην ΟΕ 8

Β. Εκτέλεση κατά των εταίρων ΟΕ 9

Γ. Εμπορική ιδιότητα των εταίρων ΟΕ 10

Δ. Το ζήτημα του τραπεζικού δανεισμού στην ΟΕ 10

Ε. Προβάδισμα στο προσωπικό στοιχείο 11

V. Γιατί όχι ετερόρρυθμη εταιρεία 12

Α. Συνύπαρξη περιορισμένα και απεριόριστα ευθυνόμενων εταίρων 12

Β. Απεριόριστη ευθύνη ομορρύθμων εταίρων ΕΕ 12

Γ. Αδυναμία συμμετοχής των ετερορρύθμων εταίρων στην εταιρική διοίκηση και εκπροσώπηση και αδυναμία εμφάνισης στην επωνυμία 12

VI. Γιατί όχι ανώνυμη εταιρεία 13

Α. Περιορισμός ευθύνης 14

Β. Διαχειριστής και όχι διοικητικό συμβούλιο 15

Γ. Γενική Συνέλευση ΑΕ 16

Δ. Γενική απλούστευση λειτουργίας ΑΕ - Μικρή ή κλειστή ΑΕ 17

Ε. Πλειοψηφία κεφαλαίου και κεφαλών και προστασία της μειοψηφίας 18

ΣΤ. Απεικόνιση της εταιρικής συμμετοχής σε μετοχές 19

VII. Γιατί όχι ατομική επιχείρηση 20

VIII. Γιατί όχι αστική εταιρεία 20

IX. Γιατί όχι κοινοπραξία 21

Σελ. 2

Ι. Γενικά

Στο ελληνικό εταιρικό δίκαιο ισχύει κατά κρατούσα άποψη η αρχή του κλειστού αριθμού των εταιρικών τύπων, παρότι εκφράζονται και αντίθετες απόψεις. Σύμφωνα με την ανωτέρω αρχή δεν είναι δυνατόν στους συμβαλλομένους να δημιουργήσουν νέους εταιρικούς τύπους ή να αλλοιώσουν τα ουσιώδη χαρακτηριστικά των εταιρικών τύπων που προβλέπονται στον νόμο, η δε νομολογία δεν είναι σε θέση να διαμορφώσει νέες εταιρικές μορφές με διάπλαση δικαίου. Η αρχή αυτή έχει τεθεί για την προστασία των τρίτων και των εταίρων.

Στο πλαίσιο της αρχής του κλειστού αριθμού οι εταιρείες με νομική προσωπικότητα που αναγνωρίζονται από το δίκαιο διακρίνονται σε προσωπικές και κεφαλαιουχικές. Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται η αστική εταιρεία με νομική προσωπικότητα, η ομόρρυθμη εταιρεία, η ετερόρρυθμη εταιρεία, η αφανής εταιρεία (αρ. 285 επ. Ν 4072/2012) και ο ευρωπαϊκός όμιλος οικονομικού σκοπού. Στην κατηγορία των κεφαλαιουχικών εταιρειών υπάγονται η ανώνυμη εταιρεία (Ν 4548/2018), η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (Ν 3190/1955, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν 4541/2018), η ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία (αρ. 43-120 Ν 4072/2012) και η ετερόρρυθμη κατά μετοχές εταιρεία (αρ. 284 Ν 4072/2012), ενώ η συμπλοιοκτησία αποτελεί ιδιάζουσα εταιρική μορφή. Επίσης, στην ίδια κατηγορία μπορεί να θεωρηθεί ότι εντάσσονται ως αυτοτελείς νομικές μορφές και ο συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης, η ναυτική εταιρεία του Ν 959/1979 και η μεταφορική εταιρεία του αρ. 3 Ν 3887/2010, αν και η τελευταία οργανώνεται κατ’ αρχήν ως εταιρεία μίας από τις γενικές εταιρικές μορφές της ΑΕ, της ΕΠΕ ή της ΙΚΕ (σε συνδυασμό και προς το αρ. 116 παρ. 2 Ν 4072/2012) και απλώς σε αυτήν ισχύουν ειδικές διατάξεις. Στην ίδια κατηγορία θα μπορούσε να ενταχθεί και μία ακόμη ειδική μορφή νομικού προσώπου, η κοινωνική συνεταιριστική επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.) του αρ. 14 Ν 4430/2016, η οποία ορίζεται ως αστικός συνεταιρισμός του Ν 1667/1986 που έχει ως καταστατικό σκοπό τη συλλογική και την κοινωνική ωφέλεια, όπως οι αόριστες αυτές έννοιες ορίζονται νομικώς από τις νέες διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 3-4 Ν 4430/2016, και η οποία διαθέτει εκ του νόμου την εμπορική ιδιότητα (αρ. 14 παρ. 1. β’ Ν 4430/2016), διαθέτει κεφάλαιο διαιρούμενο σε συνεταιριστικές μερίδες με ονομαστική αξία, ίδια για κάθε μερίδα, οριζόμενη στο καταστατικό, το ύψος της οποίας δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εκατό (100) ευρώ (αρ. 16 παρ. 2 Ν 4430/2016). Ακόμη, προβλέπει ότι για τις εταιρικές υποχρεώσεις της Κοιν.Σ.Επ. ευθύνεται κατ’ αρχήν μόνο το νομικό πρόσωπο αυτής με την περιουσία του, ενώ εισάγει ειδικές εξαιρέσεις όσον αφορά στην ευθύνη για οφειλές της Κοιν.Σ.Επ. προς το Δημόσιο (αρ. 16 παρ. 5 Ν 4430/2016).

Σελ. 3

Από τους ανωτέρω εταιρικούς τύπους οι συνήθεις εταιρικοί τύποι, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν μέχρι σήμερα για την άσκηση εμπορικής επιχειρηματικής δραστηριότητας ήταν η ομόρρυθμη και η ετερόρρυθμη εταιρεία από τις προσωπικές και η ανώνυμη και η ΕΠΕ από τις κεφαλαιουχικές εταιρείες. Μετά τον Ν 4072/2012 στις κεφαλαιουχικές εταιρείες προστέθηκε και η ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία (ΙΚΕ) ως μία νέα μορφή εταιρείας, η οποία δεν αποτελεί παραλλαγή της ΕΠΕ, αλλά νέο νομικό τύπο κεφαλαιουχικής εταιρείας, ο οποίος μπορεί κάλλιστα να αξιοποιηθεί από τους ενδιαφερόμενους ως εναλλακτική λύση και της απλής ή μικρής μη εισηγμένης ΑΕ. Για τον λόγο αυτόν και η ΙΚΕ χαρακτηρίζεται και ως νέα, ενδιάμεση, εταιρική μορφή. Στους ανωτέρω εταιρικούς τύπους θα επικεντρωθεί η αναλυτική πρακτική συγκριτική αξιολόγηση αμέσως κατωτέρω, ενώ σύντομη αναφορά θα γίνει στους λοιπούς εταιρικούς τύπους.

Επισημαίνεται ότι μετά τις νομοθετικές ρυθμίσεις για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ν 4308/2014), για τους τακτικούς ελεγκτές (Ν 4336/2015) και για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς, ήτοι τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις και μετατροπές (Ν 4601/2019), που όλες αναπτύσσονται στο παρόν έργο, αλλά και το πλήθος των φορολογικών και κοινωνικοασφαλιστικών ρυθμίσεων, οι εταιρικοί τύποι συγκλίνουν διαρκώς και περισσότερο.

Πέραν των ανωτέρω δυνατοτήτων άσκησης επιχειρηματικής επαγγελματικής δραστηριότητας, υφίσταται και αυτή της ατομικής επιχείρησης, η οποία δεν έχει νομική προσωπικότητα, αφού δεν είναι εταιρεία, ούτε καν νομικό πρόσωπο, και άρα δεν δύναται να συγκριθεί νομικά με τις εταιρείες.

Ακόμη, μέσο άσκησης επιχείρησης αποτελεί και η κοινοπραξία, η οποία παρότι είναι εταιρεία, επίσης δεν έχει, κατ’ αρχήν, νομική προσωπικότητα και αποτελείται από δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα οποιασδήποτε νομικής μορφής (αρ. 293 Ν 4072/2012). Η κοινοπραξία μπορεί να αποκτήσει νομική προσωπικότητα, εφόσον τηρούνται οι σχετικές κατά περίπτωση διατάξεις του αντίστοιχου εταιρικού τύπου.

Τα πρώτα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν σε μία μελέτη για τα νομικά πρόσωπα της ΙΚΕ και της ΕΠΕ είναι για ποιους λόγους και σε ποιες προϋποθέσεις συνιστάται οι συναλλασσόμενοι να επιλέγουν τις νομικές αυτές μορφές. Η αξιολόγηση δεν μπορεί παρά να είναι συγκριτική. Και το συμπέρασμα ότι τελικά στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφού θα έχουν ληφθεί υπ’ όψιν όλες οι ιδιαίτερες συνθήκες, ο περισσότερο προσήκων εταιρικός τύπος θα είναι αυτός της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ, θα προκύπτει ευχερέστερα εξ αντιδιαστολής, αφού θα έχουν προηγουμένως αποκλειστεί ως μη συμφέρουσες για κάποιους λόγους όλες οι λοιπές περιπτώσεις.

Σελ. 4

ΙΙ. Πλεονεκτήματα του νομικού προσώπου της ΙΚΕ

Α. Μηδενικό κεφάλαιο - Η ΙΚΕ ως «ειλικρινής εταιρεία»

Χαρακτηριστικό γνώρισμα της ΙΚΕ που δύναται να διευκολύνει σημαντικά την ανάπτυξη μίας επιχειρηματικής δραστηριότητας στο ξεκίνημά της σε περιπτώσεις δυσχέρειας εξεύρεσης οικονομικών πόρων και πηγών χρηματοδότησης και εν γένει ρευστότητας, είναι ότι δεν απαιτείται η συγκέντρωση οποιουδήποτε κεφαλαίου, ούτε καν αυτού του συμβολικού ποσού του ενός (1) ευρώ που απαιτείτο από τον νόμο περί ΙΚΕ στην αρχική του μορφή. Αρχικά, η ανάδειξη του κεφαλαίου του ενός (1) ευρώ σε ζήτημα τρόπου προβολής της ΙΚΕ για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας αποτέλεσε συνειδητή επιλογή του νομοθέτη, ο οποίος επέλεξε το έτος 2012 στην τότε κρίσιμη οικονομική συγκυρία της καταστροφικής οικονομικής κρίσης να ενισχύσει την επιχειρηματικότητα έναντι της ανάγκης ευλαβικής και ενίοτε ακραίας μέριμνας για την προστασία των συμφερόντων των εταιρικών δανειστών. Για τον λόγο αυτόν και η ΙΚΕ προωθήθηκε αρχικά και έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό συμβολικά ως «η εταιρεία του ενός ευρώ». Στη συνέχεια και αυτό το ένα ευρώ καταργήθηκε ως ελάχιστο κεφάλαιο και στην ΙΚΕ, αλλά και στην ΕΠΕ, αφού ορίσθηκε ότι το κεφάλαιο αυτών καθορίζεται ελεύθερα από τον ή τους εταίρους (άρθρο 43 παρ. 3 εδ. α’ Ν 4072/2012, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ. 1 Ν 4155/2013 για την ΙΚΕ, και άρθρο 4 παρ. 1-4 Ν 3190/1955, όπως είχε αρχικώς αντικατασταθεί με το άρθρο 3 παρ. 9-11 Ν 4156/2013 και αντικαταστάθηκε τελικώς στη σημερινή του μορφή με το άρθρο 1 παρ. 2-4 Ν 4541/2018).

Με τον τρόπο αυτόν ο ενδιαφερόμενος να μετάσχει σε μία επιχειρηματική πρωτοβουλία θα μπορεί να αναζητά και άλλους τρόπους να εισφέρει σε αυτήν, πέραν της εισφοράς κεφαλαίου ιδίως μέσω των εξωκεφαλαιακών εισφορών του άρθρου 78 Ν 4072/2012 στην ΙΚΕ ως κατωτέρω εκτενώς αναλύεται.

Από την άλλη πλευρά η επιλογή της ΙΚΕ με το ενδεχομένως μηδενικό κεφάλαιο σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι εγκυμονεί περισσότερους κινδύνους σε σχέση προς την ΑΕ, ούτε ότι δημιουργεί περιβάλλον ανασφάλειας για τους συναλλασσόμενους με την ΙΚΕ σε σχέση με τους τυχόν συναλλασσόμενους με μια ΑΕ. Και αυτό, διότι η έννοια του μετοχικού κεφαλαίου στην ΑΕ, δεν σημαίνει ότι το κεφάλαιο παραμένει άθικτο προς χάριν των εταιρικών δανειστών, αλλά απλώς ότι το ποσό που αντιστοιχεί στο κεφάλαιο δεν θα μπορεί να διανεμηθεί στους μετόχους σε περίπτωση λύσης εφόσον υπάρχουν εταιρικά χρέη, με αποτέλεσμα το κεφάλαιο να μην αποτελεί πρακτική εξασφάλιση για τους εταιρικούς δανειστές. Επομένως, στο σημείο αυτό η ΙΚΕ είναι μία πιο «ειλικρινής εταιρεία» έναντι των δανειστών της, αφού τους δηλώνει ευθέως ότι, κατ’ αρχήν, το κεφάλαιο δεν είναι αυτό στο οποίο θα πρέπει να βασίζονται για να συναλλαγούν μαζί της, αλλά η πίστη στην επιχειρηματική επιτυχία και απόδοσή της και οι λοιπές εξασφαλίσεις.

Σελ. 5

Β. Εξωκεφαλαιακές εισφορές στην ΙΚΕ - Εταιρικοποίηση ενοχικών υποχρεώσεων - Προσδοκία στην υπεραξία της εργασίας, των υπηρεσιών ή του έργου

Ένα ακόμη ιδιαιτέρως σημαντικό πλεονέκτημα της ΙΚΕ και λόγο επιλογής του νομικού τύπου αυτής συνιστά η δυνατότητα επιλογής της συμμετοχής μέσω εξωκεφαλαιακής εισφοράς.

Η ανάληψη υποχρέωσης παροχής εργασίας ή υπηρεσιών ή έργου ή άλλων ενοχικών υποχρεώσεων και η σε αντάλλαγμα αυτής της υποχρέωσης ανάληψη εταιρικών μεριδίων που δίδουν ίσα δικαιώματα με αυτά των εταίρων που εισέφεραν κεφάλαιο, έχει διαστάσεις κεφαλαιώδους σημασίας, μία νομική και μία οικονομική:

(α) Αφενός από νομικής πλευράς «εταιρικοποιεί» τις ενοχικές υποχρεώσεις, αφού συνιστά τη μοναδική δυνατότητα ενός εργαζόμενου ή άλλου ανεξάρτητου επαγγελματία, η παροχή εργασίας, υπηρεσιών ή έργου να αποκτήσει, εκτός από το τίμημα ή αντάλλαγμα αυτής καθεαυτής της εργασίας του, των υπηρεσιών του ή του έργου του, και μερίδιο στο σύνολο της εταιρικής απόδοσης.

(β) Αφετέρου από οικονομικής πλευράς παρέχει τη δυνατότατα στον εργαζόμενο ή στον παρέχοντα υπηρεσίες ή έργο να εκμεταλλευθεί την με την ουσιαστική έννοια του όρου «υπεραξία» αυτών των παροχών ή της εργασίας του, ή, ακριβέστερα, του παρέχει δικαίωμα προσδοκίας στην εκμετάλλευση αυτής της υπεραξίας, εάν αυτή υπάρξει στο μέλλον.

Γ. Εγγυητικές εισφορές στην ΙΚΕ - Κεφαλαιοποίηση της εγγυητικής ευθύνης

Ένα ακόμη πολύ σημαντικό πλεονέκτημα για την επιλογή του νομικού τύπου της ΙΚΕ είναι αυτό της δυνατότητας του εγγυώμενου για εταιρικό χρέος να αποκτήσει ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις με οποιονδήποτε εταίρο που εισέφερε κεφαλαιακή εισφορά. Αυτή η νέα δυνατότητα ευελπιστεί να διευκολύνει στην επίλυση του ζητήματος της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, αφού με τον τρόπο αυτόν ο ενδιαφερόμενος να μετάσχει σε ένα εταιρικό σχήμα δεν είναι αναγκαίο να έχει εγκλωβίσει το προσωπικό κεφάλαιό του ως μετοχικό κεφάλαιο ΑΕ, αλλά μπορεί απλά να το έχει ανά πάσα στιγμή διαθέσιμο για την ικανοποίηση των δανειστών, ενώ παράλληλα να το αξιοποιεί και σε άλλες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.

Τα ίδια ανωτέρω αναφερθέντα σχετικά με την εταιρικοποίηση της παροχής εργασίας και υπηρεσιών ή έργου και τη δημιουργία δικαιώματος προσδοκίας επί της πιθανής «υπεραξίας» αυτών ισχύουν και σχετικά με τις εγγυητικές εισφορές.

Οφείλουμε στο σημείο αυτό να επισημάνουμε, και με την εμπειρία του χρονικού διαστήματος που έχει πλέον μεσολαβήσει από την έναρξη ισχύος της διάταξης περί εγγυητικών εισφορών στην ΙΚΕ, ότι δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Και αυτό, διότι στη στυγνή επιχειρηματική και εμπορική πραγματικότητα, ουδείς συναλλασσόμενος με μία ΙΚΕ μπορεί πράγματι να βασισθεί σε μία αόριστη μελλοντική εγγυητική εξασφάλιση ενός εταίρου της, ότι, εάν αυτός θα έχει χρήματα και περιουσία στο μέλλον, θα καλύψει τα εταιρικά χρέη, τα οποία δεν θα μπορεί να καλύψει η εταιρεία του. Από αυτή την έννοια οι εγγυητικές εισφορές, παραμένουν περισσότερο μία «ρομαντική ιδέα» σε έναν εξιδανικευμένο κόσμο καλόπιστων συναλλασσομένων επιχειρηματιών, παρά μία αποτελεσματική μορφή του «επιχειρείν» με απτά, πρακτικά αποτελέσματα στη στυγνή ανταγωνιστική επιχειρηματική πραγματικότητα.

Δ. Αντιστάθμισμα ακύρωσης προστατευτικών κανόνων εργατικού δικαίου στην ΙΚΕ

Μέσα στο περιβάλλον της οικονομικής κρίσης έχει επέλθει πλήρης ανατροπή σειράς προστατευτικών κανόνων του εργατικού δικαίου. Η δυνατότητα ανάληψης εταιρικών μεριδίων εξω-

Σελ. 6

κεφαλαιακής εισφοράς που αντιστοιχεί σε υποχρέωση εργασίας έναντι της εταιρείας, αποτελεί ένα αντιστάθμισμα προστασίας για τον εργαζόμενο, ο οποίος, μην έχοντας την προστασία του εργατικού δικαίου, μπορεί να θεωρεί εαυτόν διασφαλισμένο, αφού θα είναι ταυτόχρονα και εταίρος στην εταιρεία, η οποία κατ’ ουσίαν θα αποτελεί τον εργοδότη του.

Ε. Η ΙΚΕ ως εταιρεία-πλαίσιο - Ευχέρεια μετάβασης από τον κεφαλαιουχικό στον προσωπικό χαρακτήρα

Η ΙΚΕ είναι ο μόνος εταιρικός τύπος, ο οποίος μπορεί, εφόσον το επιθυμούν οι εταίροι της, να συνδυάσει επί ίσοις όροις το κεφαλαιουχικό με το προσωπικό στοιχείο, εφόσον υφίστανται ταυτόχρονα στην ίδια ΙΚΕ κεφαλαιακές, εξωκεφαλαιακές και εγγυητικές εισφορές. Ακόμη, είναι μία εταιρεία - πλαίσιο, αφού μπορεί να ιδρυθεί κατ’ αρχήν ως κεφαλαιουχική και στη συνέχεια να εισέλθουν σε αυτήν εταίροι εξωκεφαλαιακών ή εγγυητικών εισφορών, οι οποίοι να αποκτήσουν την πλειοψηφία των μεριδίων καθιστώντας την κατά βάση προσωπικού χαρακτήρα εταιρεία.

ΣΤ. Απόλυτη επιχειρηματική ευελιξία - Εκτεταμένη συμβατική ελευθερία στην ΙΚΕ

Η ΙΚΕ παρέχει απόλυτη επιχειρηματική ευελιξία για τη δράση του εταίρου ή των εταίρων της. Μπορεί να ιδρύεται ως μονοπρόσωπη με έναν εταίρο που θα εισφέρει ένα ευρώ και στη συνέχεια να προσελκύσει, ανάλογα με τις επιχειρηματικές της ανάγκες και κατά περίπτωση, αφενός κεφάλαια, αφετέρου υπηρεσίες, εργασία ή έργα χωρίς ανάγκη καταβολής τιμήματος ή ανταλλάγματος και, τέλος, φερέγγυους εγγυητές, που θα παρουσιάζονται στους τρίτους ως εταίροι της με εγγυητικές εισφορές, ώστε να ενισχύουν την αξιοπιστία και τη φερεγγυότητά της.

Η ΙΚΕ χαρακτηρίζεται από εκτεταμένη συμβατική ελευθερία, μέσω της οποίας μπορούν να ενισχυθούν τα προσωπικά της στοιχεία.

Ζ. Ευρωπαϊκή Εταιρεία

Η ΙΚΕ ακολουθεί το ευρωπαϊκό αίτημα για απλοποίηση και επικαιροποίηση μίας εταιρικής μορφής, στην κατεύθυνση της οποίας είχε στο παρελθόν εργασθεί και η ΕΕ διαμορφώνοντας ένα σχέδιο Ευρωπαϊκής Ιδιωτικής Εταιρείας (Societas Privata Europaea, SPE), ως μίας κοινής ευρωπαϊκής εταιρείας που θα μπορούσε να συμβάλει στην ευρωπαϊκή σύγκλιση και ενοποίηση από οικονομική και επιχειρηματική άποψη. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η Ευρωπαϊκή Εταιρεία (Societas Europaea, SE) του Κανονισμού (ΕΚ) 2157/2001 που εγγράφεται στο ΓΕΜΗ (άρθρο 16 Ν 4919/2022).

Η. Ατομική επιχείρηση περιορισμένης ευθύνης

Η ΙΚΕ, αλλά και η ΕΠΕ, ως μονοπρόσωπες, θα μπορούσαν ενδεχομένως, υπό προϋποθέσεις να συγκριθούν και να θεωρηθεί ότι αντιμετωπίζουν ακόμη και ανάγκες, τις οποίες προσπαθούν να καλύψουν νέοι θεσμοί στην κατεύθυνση της επιχειρηματικής ευελιξίας με αίτημα την ανά-

Σελ. 7

πτυξη , προς τον σκοπό της τόνωσης της επιχειρηματικότητας, όπως ο προτεινόμενος θεσμός της «ατομικής επιχείρησης περιορισμένης ευθύνης», σύμφωνα με τον οποίο ένας επιχειρηματίας - φυσικό πρόσωπο που δεν επιθυμεί να ιδρύσει ένα νομικό πρόσωπο, έστω και με μόνη τη συμμετοχή του εαυτού του, ήτοι ως μονοπρόσωπο, θα δύναται να απομονώσει και να θέσει υπό ορισμένο σκοπό και περιορισμένη επιχειρηματική διακινδύνευση ένα μέρος μόνο της περιουσίας του υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

ΙΙΙ. Συγκριτική εξέταση ΙΚΕ και ΕΠΕ

Οι λόγοι, για τους οποίους επιβάλλεται η συγκριτική παρουσίαση, εξέταση και ανάπτυξη της ΙΚΕ και της ΕΠΕ, είναι κατά βάση οι ενδιαφέρουσες ομοιότητές τους ως εξής:

(α) Και η ΙΚΕ και η ΕΠΕ αποτελούν ενδιάμεσες νομικές μορφές μεταξύ της κατηγορίας των κεφαλαιουχικών και των προσωπικών εταιρειών.

(β) Και οι δύο είναι κατ’ αρχήν κεφαλαιουχικές με περισσότερα ή λιγότερα προσωπικά στοιχεία, και παρουσιάζουν και οι δύο πλήθος ομοιοτήτων ως απλούστερες μορφές κεφαλαιουχικών εταιρειών σε σχέση προς την ανώνυμη εταιρεία.

Η ΙΚΕ και η ΕΠΕ αποτελούν τις χαρακτηριστικότερες μορφές κεφαλαιουχικών εταιρειών, στις οποίες ο νόμος προδήλως, όχι μόνον επιτρέπει την πρόσληψη προσωπικών στοιχείων με διατάξεις του καταστατικού, αλλά και έχει ήδη προσδώσει τέτοια προσωπικά στοιχεία με τις γενικές περί αυτών διατάξεις, όπως στην ΕΠΕ με τις διατάξεις περί υποχρεωτικού συνδυασμού πλειοψηφίας κεφαλαίου και κεφαλών (αρ. 13, 38 Ν 3190/1955), με τις οποίες αναδεικνύεται σε κρίσιμο ζήτημα για τη λήψη απόφασης στο κορυφαίο όργανο της ΕΠΕ, τη Συνέλευση των Εταίρων της, όχι μόνον το ποσοστό εισφοράς κάθε εταίρου στο εταιρικό κεφάλαιο, αλλά και ο αριθμός των εταίρων ως μονάδων, ανεξάρτητα από την κεφαλαιουχική τους συμμετοχή και συνεισφορά ή στην ΙΚΕ η δυνατότητα να εισαχθούν στο καταστατικό με σχετική ρήτρα από τους εταίρους αυτό και πολλά άλλα στοιχεία που άλλως θα αποτελούσαν αντικείμενο παραεταιρικής συμφωνίας (αρ. 50 παρ. 2 Ν 4072/2012).

Ακόμη και η ΕΕ, η οποία αποτελεί τον εταιρικό τύπο προσωπικής εταιρείας, στον οποίο υφίστανται εντονότατα κεφαλαιουχικά στοιχεία, αφού ένας τουλάχιστον από τους εταίρους της, ο ετερόρρυθμος εταίρος, έχει μόνον αυστηρά περιορισμένη ευθύνη μέχρι του ποσού της εταιρικής του εισφοράς, ήτοι μέχρι της συμμετοχής του στο εταιρικό κεφάλαιο, στοιχείο που αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο της έννοιας της κεφαλαιουχικής εταιρείας, δεν έχει εν γένει κεφαλαιουχική δομή, αλλά παραμένει κατά τα λοιπά μία συνήθης προσωπική εταιρεία στην οργάνωση και τη λειτουργία της (αρ. 271-281 Ν 4072/2012), όπως ιδίως προκύπτει από το γεγονός ότι, για όσα θέματα σχετικά με την ΕΕ ο νομοθέτης δεν θέσπισε ειδική διάταξη, παραπέμπει γενικώς στις διατάξεις περί ΟΕ (αρ. 271 παρ. 2 Ν 4072/2012).

Σελ. 8

IV. Γιατί όχι ομόρρυθμη εταιρεία

Η ομόρρυθμη εταιρεία είναι ο πλέον απλός εταιρικός τύπος.

Είναι απλή στη διαδικασία σύστασης, αφού για τη σύσταση αυτής δεν απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο, αλλά απλό ιδιωτικό έγγραφο (βλ. σχετικά το πρότυπο καταστατικό του άρθρου 13 Ν 4919/2022), το οποίο υπογράφεται από όλους τους εταίρους, χωρίς την ανάγκη σύμπραξης οποιουδήποτε επαγγελματία δικηγόρου ή συμβολαιογράφου, με εξαίρεση την περίπτωση της εισφοράς ακινήτου εις είδος. Είναι απλή σε όλες τις λοιπές διαδικασίες που διέπουν την οργάνωση και τη λειτουργία της, όπως ενδεικτικά στη διαδικασία της τροποποίησης του καταστατικού της, σχετικά με την οποία δεν απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο, αλλά απλό ιδιωτικό έγγραφο. Είναι, εξαιτίας των ανωτέρω, πολύ πιο οικονομική, τόσο κατά την ίδρυση όσο και κατά τη λειτουργία της, αφού και το εν γένει ρυθμιστικό πλαίσιο αυτής (άρθρα 249 επ. Ν 4072/2012) είναι καταφανώς απλούστερο σε σχέση με αυτό της ΙΚΕ (άρθρα 43 επ. Ν 4072/2012).

Κατωτέρω εκτίθενται οι λόγοι, για τους οποίους, παρά τα ανωτέρω, θα μπορούσε έναντι της ΟΕ να προτιμηθεί από τους συμβαλλομένους η νομική μορφή της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ.

Α. Απεριόριστη ευθύνη στην ΟΕ

Στην ομόρρυθμη εταιρεία όλοι οι εταίροι (ομόρρυθμοι εταίροι) ευθύνονται απεριόριστα και εις ολόκληρον για τις εταιρικές υποχρεώσεις με την ατομική τους περιουσία (αρ. 249 παρ. 1 και 258 Ν 4072/2012), ανεξάρτητα από τον γενεσιουργό λόγο αυτών, ήτοι και όταν πηγάζουν από σύμβαση και όταν πηγάζουν από αδίκημα και από οποιανδήποτε άλλη αιτία. Ο δε ομόρρυθμος εταίρος που εισέρχεται στην εταιρεία ευθύνεται απεριόριστα και εις ολόκληρον και για τα εταιρικά χρέη που ήδη υπήρχαν πριν από την είσοδό του στην εταιρεία, ενώ αντίθετη συμφωνία δεν ισχύει έναντι των τρίτων (αρ. 258 παρ. 3 Ν 4072/2012). Οι ανωτέρω διατάξεις είναι αναγκαστικού δικαίου.

Ένα ακόμη στοιχείο που μπορεί να φέρει σε δυσμενή θέση τον ομόρρυθμο εταίρο είναι ότι οι εταιρικοί δανειστές μπορούν ανά πάσα στιγμή να στραφούν εναντίον του, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να στραφούν πρώτα κατά της εταιρείας, αφού η ευθύνη του είναι πρωτογενής και όχι επικουρική και στερείται της ένστασης της δίζησης.

Αντίθετα, στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ οι εταίροι δεν υπέχουν καμία ευθύνη για τις εταιρικές υποχρεώσεις με την προσωπική τους περιουσία, πέραν του ποσού της εισφοράς τους στο εταιρικό κεφάλαιο, ενώ ισχύει η αρχή του απεριορίστου της ευθύνης του νομικού προσώπου της ΙΚΕ και της ΕΠΕ, τουλάχιστον κατ’ αρχήν και από πλευράς εμπορικού και ειδικότερα εταιρικού δικαίου. Αυτό αποτελεί ένα από τα βασικότερα στοιχεία, τα οποία διαφοροποιούν την ΙΚΕ και την ΕΠΕ από την ομόρρυθμη εταιρεία.

Σελ. 9

Για αυτόν και μόνον τον λόγο είναι σκόπιμη η αποφυγή της ομόρρυθμης εταιρείας και συνακόλουθα η επιλογή της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ, ακόμη και αν στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να κάμπτεται η αυστηρή αρχή του απολύτου περιορισμού της προσωπικής ευθύνης των εταίρων μέχρι του ποσού της εισφοράς τους, όπως ενδεικτικώς για την ΙΚΕ στην περίπτωση των εταίρων εγγυητικής εισφοράς, εφόσον υφίστανται και μόνο μέχρι του ποσού που οι ίδιοι συμφωνήσαν να ορισθεί με το καταστατικό ως ποσό ευθύνης τους και στην ΕΠΕ στις περιπτώσεις της υπαιτιότητας για ακυρότητα εταιρείας (αρ. 7 παρ. 5 εδ. β’ Ν 3190/1955), τέλεσης ενεργειών στο όνομα της εταιρείας κατά το στάδιο της ίδρυσης αυτής προτού αποκτήσει νομική προσωπικότητα (αρ. 9 παρ. 2 εδ. α’ Ν 3190/1955), επιβολής συμπληρωματικών εισφορών (αρ. 36 Ν 3190/1955).

Β. Εκτέλεση κατά των εταίρων ΟΕ

Ως εύλογη δικονομική συνέπεια της αρχής, σύμφωνα με την οποία στην ομόρρυθμη εταιρεία οι ομόρρυθμοι εταίροι ευθύνονται απεριόριστα, εις ολόκληρον και πρωτογενώς για τις εταιρικές υποχρεώσεις, η δικαστική απόφαση που εκδίδεται κατά της ομόρρυθμης εταιρείας εκτελείται και κατά των ομορρύθμων εταίρων αυτής, χωρίς να απαιτείται να εκδοθεί αυτοτελώς εκτελεστός τίτλος κατά των ομορρύθμων εταίρων (αρ. 920 ΚΠολΔ).

Η διαδικασία εκτέλεσης σε βάρος του ομόρρυθμου εταίρου για οφειλές της ομόρρυθμης εταιρείας σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι ακόμη δυσμενέστερη σε σχέση με την εκτέλεση εναντίον του για εξαρχής ατομικά του χρέη, τα οποία δεν έχουν σχέση με την εταιρεία, όπως ενδεικτικά στις εξής περιπτώσεις:

(α) Η διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε κατά της ομόρρυθμης εταιρείας εκτελείται και κατά του ομορρύθμου εταίρου, ακόμη και αν δεν έχει κοινοποιηθεί ατομικά σε αυτόν. Ο εταίρος μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, πλην όμως η σχετική προθεσμία για την άσκηση αυτής αρχίζει και για τον ομόρρυθμο εταίρο από την ημερομηνία επίδοσης της διαταγής στην εταιρεία, χωρίς, κατ’ αρχήν να έχει νομική σημασία η γνώση του εταίρου για την έκδοση της διαταγής πληρωμής, αφού δεν υφίσταται ειδική διάταξη, από την οποία να προκύπτει υποχρέωση αυτοτελούς επίδοσης των δικογράφων κατά ομόρρυθμης εταιρείας και στους ομορρύθμους εταίρους, εκτός αν ο εταίρος επικαλείται και αποδεικνύει άγνοια της επίδοσης για τους λόγους που αναφέρονται στη διάταξη του αρ. 152 ΚΠολΔ, οπότε και δικαιούται να ζητήσει επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση.

(β) Κατά του ομορρύθμου εταίρου εκτελούνται βάσει της διάταξης του αρ. 920 ΚΠολΔ και αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων που εκδόθηκαν κατά της εταιρείας, πλην όμως ο εταίρος δεν δύναται να ασκήσει ανακοπή ούτε να ζητήσει την ανάκληση ή μεταρρύθμιση της σχετικής απόφασης.

Σελ. 10

Αντίθετα, η δικαστική απόφαση που έχει εκδοθεί κατά της ΙΚΕ και της ΕΠΕ εκτελείται μόνον κατ’ αυτής και όχι κατά των εταίρων της, με αποτέλεσμα οι εταίροι της να μην δύνανται να υποστούν ουδεμία από τις ανωτέρω συνέπειες.

Η ανασφάλεια που δημιουργείται από την ανωτέρω δυσμενή δικονομική μεταχείριση του εταίρου ομόρρυθμης εταιρείας σε σχέση προς τον εταίρο της ΙΚΕ και της ΕΠΕ αποτελεί λόγο αποφυγής της ομόρρυθμης εταιρείας και επιλογής της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ.

Γ. Εμπορική ιδιότητα των εταίρων ΟΕ

Η εμπορική ιδιότητα της ομόρρυθμης εταιρείας μεταβαίνει και στους ομορρύθμους εταίρους, οι οποίοι καθίστανται για τον λόγο αυτόν έμποροι παράγωγα ή αντανακλαστικά. Συνεπώς, η συμμετοχή ενός προσώπου ως εταίρου σε μία ομόρρυθμη εταιρεία συνεπάγεται την επέλευση όλων των δυσμενών συνεπειών της εμπορικής ιδιότητας και σε αυτό, και όχι μόνον στην εταιρεία, στην οποία μετέχει. Αντίθετα, μόνη η συμμετοχή ενός προσώπου ως εταίρου μίας ΙΚΕ ή ΕΠΕ, ακόμη και αν έχει ταυτόχρονα και την ιδιότητα του διαχειριστή και είναι και ο μεγαλύτερος ή ακόμη και ο μοναδικός εταίρος, δεν συνεπάγεται την κτήση της εμπορικής ιδιότητας κατά την κρατούσα στην νομολογία άποψη, παρότι υποστηρίζονται και αντίθετες απόψεις, όπως εκτίθεται κατωτέρω. Και αυτό το στοιχείο μπορεί να αποτελέσει αντικίνητρο στην επιλογή της ομόρρυθμης εταιρείας.

Δ. Το ζήτημα του τραπεζικού δανεισμού στην ΟΕ

Ορισμένες φορές οι τράπεζες είναι περισσότερο πρόθυμες να δανείσουν κεφάλαια σε μία εταιρεία, όπως η ΙΚΕ ή η ΕΠΕ, επειδή αυτή είναι κεφαλαιουχικού χαρακτήρα, υπόκειται γενικά σε αυστηρότερους κανόνες, και ειδικότερα σε αυστηρότερους κανόνες από πλευράς εταιρικού λογιστικού δικαίου σύμφωνα με τη νομοθεσία για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα κατά τον Ν 4308/2014, καλύπτεται από ευρύ σύστημα δημοσιότητας και δημιουργεί την, αληθή ή μη, εντύπωση της σοβαρότητας και της διάρκειας της επιχειρηματικής προσπάθειας. Αντίθετα, μία προσωπική εταιρεία, δεν έχει κατ’ αρχήν υποχρέωση να τηρεί τόσο αυστηρούς κανόνες, αφού το εν γένει ρυθμιστικό πλαίσιο αυτής (άρθρα 249 επ. Ν 4072/2012) είναι καταφανώς απλούστερο σε σχέση με αυτό της ΙΚΕ (άρθρα 43 επ. Ν 4072/2012), αλλά και της ΕΠΕ (άρθρα 1 επ. Ν 3190/1955), και εν γένει συνδέεται με πιο απλές επιχειρηματικές προσπάθειες.

Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι αυτό δεν είναι απόλυτο, αφού πολλές εταιρείες παρότι συνδέονται με σοβαρότατες επιχειρηματικές προσπάθειες εμμένουν στη διατήρηση της μορφής της ομόρρυθμης εταιρείας, ή εν γένει της προσωπικής εταιρείας, για πλήθος άλλων πρακτικών λόγων, όπως ενδεικτικώς επειδή ακριβώς οι ομόρρυθμες εταιρείες δεν υπόκεινται στους αυστηρότερους κανόνες, στους οποίους υπόκεινται και οι ΙΚΕ και οι ΕΠΕ, ή επειδή έχουν ευνοϊκότερη λογιστική ή/και φορολογική μεταχείριση σε σχέση με τις κεφαλαιουχικές εταιρείες, πάντοτε με την επιφύλαξη της ειδικής νομοθεσίας για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ν

Σελ. 11

4308/2014) που δημιουργεί υποχρεώσεις για όλες τις κεφαλαιουχικές εταιρείες ανάλογα με τα μεγέθη τους (πολύ μικρές, μικρές, μεσαίες, μεγάλες οντότητες, άρθρο 2 Ν 4308/2014) ανεξάρτητα από τη νομική τους μορφή. Στις περιπτώσεις αυτές συχνά εκτιμάται και αναγνωρίζεται από τις τράπεζες στην πράξη η πραγματική οικονομική κατάσταση της εταιρείας και η σοβαρότητα του επιχειρηματία τελικού φυσικού προσώπου πίσω από αυτήν, με αποτέλεσμα η νομική μορφή της ομόρρυθμης εταιρείας να μην αποτελεί εμπόδιο στον τραπεζικό δανεισμό.

Σε κάποιες περιπτώσεις η νομική μορφή της ομόρρυθμης εταιρείας μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί ακόμη και κίνητρο για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να προχωρήσουν σε δανειακή ενίσχυση μίας εταιρείας, με κριτήριο ποιο είναι το πρόσωπο του ομόρρυθμου εταίρου. Και αυτό, διότι με τον τρόπο αυτόν, ακριβώς λόγω της απεριόριστης προσωπικής ευθύνης του ομόρρυθμου εταίρου, ο δανειστής δύναται ευχερέστερα να επιληφθεί της όποιας περιουσίας του τελευταίου, αφού ο εκτελεστός τίτλος κατά της ομορρύθμου εταιρείας εκτελείται και κατά των ομορρύθμων εταίρων (αρ. 920 ΚΠολΔ). Επίσης, σε επίπεδο εντυπώσεων και ψυχολογίας της διαπραγμάτευσης με την τράπεζα, ο ομόρρυθμος εταίρος εμφανίζεται θεωρητικά πιο σίγουρος από τον εταίρο της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ για την επιτυχία της επιχειρηματικής του προσπάθειας, αφού διακινδυνεύει άμεσα και απεριόριστα εκ του νόμου και την προσωπική του περιουσία.

Επομένως, σε σχέση προς το ζήτημα του τραπεζικού δανεισμού η προτίμηση μεταξύ ομόρρυθμης εταιρείας και ΙΚΕ ή ΕΠΕ θα κρίνεται κατά περίπτωση. Εξαίρεση αποτελεί η ύπαρξη εταίρων εγγυητικής εισφοράς στην ΙΚΕ, η οποία θα μπορεί να κρίνεται πολύ θετική από την πλευρά της τράπεζας ή εν γένει του οποιουδήποτε δανειστή.

Ε. Προβάδισμα στο προσωπικό στοιχείο

Στην ομόρρυθμη εταιρεία ως προσωπική εταιρεία το ουσιώδες στοιχείο για την οργάνωση και τη λειτουργία της είναι το «προσωπικό στοιχείο» αυτής. Ως προσωπικό στοιχείο εννοούμε την προσωπική σύνδεση και σχέση μεταξύ των εταίρων, καθένας από τους οποίους όταν ιδρύει την εταιρεία, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής για όσο χρόνο ο ίδιος εξακολουθεί να παραμένει εταίρος της, αποβλέπει στη συνεργασία του με τα συγκεκριμένα πρόσωπα των συγκεκριμένων λοιπών εταίρων και στην προσωπική και διαρκή συμβολή που φθάνει μέχρι την ενεργό σύμπραξη καθενός από αυτούς στην επίτευξη των εταιρικών σκοπών. Σε αυτό το πλαίσιο το εισφερόμενο στην εταιρεία κεφάλαιο από καθέναν από τους εταίρους είναι αδιάφορο ή έστω δευτερεύον, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει κατ’ αρχήν στις κεφαλαιουχικές εταιρείες.

Ειδικά στην περίπτωση της ΙΚΕ και της ΕΠΕ, όμως, παρότι αυτές είναι κεφαλαιουχικές εταιρείες, είναι δυνατή η πρόσληψη προσωπικών στοιχείων στο καταστατικό, στις περιπτώσεις που επιτρέπονται από τον νόμο, με αποτέλεσμα η διαφορά να μην είναι ιδιαίτερα έντονη, όπως συμβαίνει σε περίπτωση σύγκρισης της ομόρρυθμης εταιρείας με την ανώνυμη εταιρεία.

Σε κάθε περίπτωση, λόγο αποφυγής της νομικής μορφής της ομόρρυθμης εταιρείας θα μπορούσε να αποτελεί το γεγονός ότι σε αυτήν οι εταίροι αποβλέπουν κατά κύριο λόγο στην προσωπική συμμετοχή καθενός στην εταιρική προσπάθεια, ενώ στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ οι εταίροι μπορούν να συμφωνήσουν να αποστούν από τον κανόνα της συλλογικής διαχείρισης και να ορίσουν ως διαχειριστή ακόμη και ένα τρίτο πρόσωπο, το οποίο θα ενεργεί όλες τις πράξεις δι-

Σελ. 12

οίκησης και εκπροσώπησης της εταιρείας εξ ονόματος και για λογαριασμό της, το οποίο, στην περίπτωση της ΕΠΕ θα μπορούσε να είναι ακόμη και νομικό πρόσωπο, σε αντίθεση προς την ΙΚΕ, όπου ρητώς προβλέπεται ότι ως διαχειριστής μπορεί να ορίζεται μόνον φυσικό πρόσωπο κατ’ άρθρο 58 Ν 4072/2012.

Εάν οι συμβαλλόμενοι σκοπεύουν να οικοδομήσουν έναν όχι τόσο έντονο προσωπικό δεσμό μεταξύ τους, πλην όμως επιθυμούν να διατηρήσουν μία σειρά προσωπικών στοιχείων στον εταιρικό δεσμό, η ιδεώδης μορφή είναι αυτή της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ.

V. Γιατί όχι ετερόρρυθμη εταιρεία

Α. Συνύπαρξη περιορισμένα και απεριόριστα ευθυνόμενων εταίρων

Η θεμελιώδης διαφορά μεταξύ της ομόρρυθμης και της ετερόρρυθμης εταιρείας συνίσταται στην αναγκαστική συνύπαρξη μέσα στο ίδιο νομικό πρόσωπο εταίρων με περιορισμένη και εταίρων με απεριόριστη ευθύνη. Οι ετερόρρυθμοι εταίροι ευθύνονται μόνον μέχρι του ποσού της εισφοράς τους στο εταιρικό κεφάλαιο, ενώ οι ομόρρυθμοι εταίροι ευθύνονται απεριόριστα και με την προσωπική τους περιουσία για το σύνολο των υποχρεώσεων της εταιρείας. Συνεπώς, στην ετερόρρυθμη εταιρεία οι μεν ομόρρυθμοι εταίροι ευθύνονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και βρίσκονται στην ίδια ακριβώς νομική κατάσταση, στην οποία θα βρίσκονταν και εάν μετείχαν σε μία ομόρρυθμη εταιρεία, ενώ οι ετερόρρυθμοι εταίροι ευθύνονται όπως ακριβώς θα ευθύνονταν, αν μετείχαν σε μία ΙΚΕ ή ΕΠΕ ή ακόμη και αν ήταν μέτοχοι σε ΑΕ.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ένα σημαντικό κίνητρο υφίσταται υπέρ της οργάνωσης μίας επιχειρηματικής συνεργασίας με τη νομική μορφή της ετερόρρυθμης εταιρείας, και αυτό είναι το κίνητρο της συνύπαρξης μέσα στην ίδια εταιρεία εταίρων ευθυνόμενων απεριόριστα και εταίρων ευθυνόμενων περιορισμένα.

Αν όμως οι συμβαλλόμενοι επιθυμούν να έχουν όλοι το ίδιο μερίδιο ευθύνης σχετικά με τις εταιρικές υποχρεώσεις, τότε σίγουρα θα πρέπει να αποφύγουν τη νομική μορφή της ετερόρρυθμης εταιρείας, η όποια στην πράξη καταργεί την αρχή της ισότητας μεταξύ των εταίρων, και, αν μεν θέλουν όλοι να ευθύνονται απεριόριστα, θα πρέπει να επιλέξουν την ομόρρυθμη εταιρεία, ενώ αν επιδιώκουν την προστασία της περιορισμένης ευθύνης για όλους θα πρέπει να καταφύγουν στον εταιρικό τύπο της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ.

Β. Απεριόριστη ευθύνη ομορρύθμων εταίρων ΕΕ

Εφόσον το ζήτημα εξετασθεί από την πλευρά των ομορρύθμων εταίρων, οι λόγοι, για τους οποίους οι συμβαλλόμενοι θα απέφευγαν τη νομική μορφή της ετερόρρυθμης εταιρείας, είναι ακριβώς οι ίδιοι με αυτούς που αναπτύχθηκαν ανωτέρω σχετικά με την ομόρρυθμη εταιρεία, στην οποία εξ ορισμού όλοι οι μετέχοντες έχουν την ιδιότητα του ομορρύθμου εταίρου.

Γ. Αδυναμία συμμετοχής των ετερορρύθμων εταίρων στην εταιρική διοίκηση και εκπροσώπηση και αδυναμία εμφάνισης στην επωνυμία

Σύμφωνα με θεμελιώδη κανόνα που διέπει την οργάνωση και λειτουργία της ετερόρρυθμης εταιρείας, ο ετερόρρυθμος εταίρος δεν δύναται να ορίζεται διαχειριστής και άρα δεν έχει τρόπο να συμμετέχει στην εταιρική διοίκηση και εκπροσώπηση (αρ. 274 παρ. 1 και αρ. 278 παρ. 1 Ν 4072/2012). Σε περίπτωση που παρά ταύτα ο ετερόρρυθμος εταίρος αναμιχθεί με οποιονδήποτε τρόπο στην εταιρική διοίκηση και εκπροσώπηση, καθίσταται εν τοις πράγμασιν ομόρ-

Σελ. 13

ρυθμος εταίρος, ασχέτως της οποιασδήποτε τυχόν αντίθετης πρόβλεψης του καταστατικού ή οποιασδήποτε άλλης αντίθετης συμφωνίας μεταξύ των εταίρων, και παύει αυτομάτως και αυτοδικαίως να απολαύει του καθεστώτος ασυλίας της περιορισμένης ευθύνης, ευθυνόμενος απεριορίστως και εις ολόκληρον με την ατομική του περιουσία για όλες τις εταιρικές υποχρεώσεις, μαζί με τους λοιπούς ομόρρυθμους εταίρους, ως εάν ήταν ομόρρυθμος εταίρος από το καταστατικό. Ειδική ρύθμιση υφίσταται επίσης στην περίπτωση που η εκπροσώπηση της ΕΕ ανατίθεται σε ετερόρρυθμο εταίρο με την εταιρική σύμβαση, οπότε ο ετερόρρυθμος εταίρος ευθύνεται ο ίδιος ως ομόρρυθμος για κάθε πράξη εκπροσώπησης της ΕΕ, την οποία ενήργησε αυτός, εκτός αν ο τρίτος που συναλλάχθηκε μαζί του γνώριζε ότι είναι ετερόρρυθμος εταίρος (αρ. 278 παρ. 2 Ν 4072/2012).

Επίσης, το όνομα του ετερορρύθμου εταίρου δεν δύναται να εμφανίζεται στην εταιρική επωνυμία. Σε περίπτωση που παρά ταύτα εμφανισθεί το όνομά του στην εταιρική επωνυμία, ο ετερόρρυθμος εταίρος καθίσταται εν τοις πράγμασιν ομόρρυθμος εταίρος, ευθυνόμενος και αυτός απεριορίστως και εις ολόκληρον με την ατομική του περιουσία για όλες τις εταιρικές υποχρεώσεις, μαζί με τους λοιπούς ομόρρυθμους εταίρους, ως εάν ήταν ομόρρυθμος εταίρος από το καταστατικό, εκτός αν ο τρίτος που έχει συναλλαγεί με την ΕΕ γνώριζε ότι ο εταίρος είχε την ιδιότητα του ετερορρύθμου εταίρου (αρ. 272 παρ. 2 Ν 4072/2012).

Έχει επομένως λιγότερα δικαιώματα στο σημείο αυτό, όχι μόνον από τον εταίρο στην ΙΚΕ ή στην ΕΠΕ, αλλά ακόμη και από τον μέτοχο της ΑΕ, αφού όσον αφορά στους τελευταίους δεν υφίσταται κάποια αντίστοιχη μορφή ασυμβίβαστου μεταξύ της «κεφαλαιουχικής» και της «διοικητικής» πλευράς της εταιρικής τους συμμετοχής. Είναι κατά τούτο η Ε.Ε., όσον αφορά στον ετερόρρυθμο εταίρο, η πλέον ακραιφνής μορφή κεφαλαιουχικής εταιρείας, ακόμη και σε σχέση προς την ΑΕ, αφού αποτελεί το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα εταιρικής οργάνωσης με τη μορφή απόλυτου διαχωρισμού μεταξύ εισφοράς κεφαλαίου και διαχείρισης του εισφερθέντος κεφαλαίου.

Συνεπώς και με βάση τα ανωτέρω, εφόσον το ζήτημα εξετασθεί από την πλευρά των ετερορρύθμων εταίρων, αυτοί θα μπορούσαν να αποφεύγουν τον συγκεκριμένο εταιρικό τύπο, επειδή δεν επιθυμούν να επενδύουν τα όποια κεφάλαιά τους, χωρίς να είναι σε θέση να έχουν οποιονδήποτε λόγο στην εταιρική διοίκηση. Αντίθετα, θα μπορούσαν να προτιμούν την ΙΚΕ ή την ΕΠΕ, αφού σε αυτήν θα έχουν ταυτόχρονα και προστασία της προσωπικής τους περιουσίας λόγω του κανόνα της περιορισμένης ευθύνης των εταίρων και συμμετοχή στη διοίκηση με τον ορισμό τους ως διαχειριστών ή συνδιαχειριστών.

VI. Γιατί όχι ανώνυμη εταιρεία

Η ανώνυμη εταιρεία αποτελεί τον άλλο βασικό και συνήθη εταιρικό τύπο κεφαλαιουχικής εταιρείας μαζί με την ΙΚΕ και την ΕΠΕ, εσχάτως αναμορφωθείσα με τον Ν 4548/2018. Συχνότατο είναι το ερώτημα στη θεωρία και στην πράξη, για ποιον λόγο θα πρέπει να μην προτιμήσει

Σελ. 14

ένας ή περισσότεροι συναλλασσόμενοι την ΑΕ. Από την άλλη πλευρά θα ήταν παράλειψη αν δεν αναφερόταν ότι μόνον μια ΑΕ δύναται να συνάψει ομολογιακό δάνειο δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 33 παρ. 1 περίπτ. β’ και 59 επ. Ν 4548/2018, πράγμα που έχει χρηματοδοτικά και φορολογικά πλεονεκτήματα.

Α. Περιορισμός ευθύνης

Η επιλογή μεταξύ αφενός της ΑΕ και αφετέρου της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ μπορεί να είναι περισσότερο δυσχερής σε κάποιες περιπτώσεις, δεδομένου ότι και οι τρεις αυτοί εταιρικοί τύποι διέπονται από την αρχή της περιορισμένης ευθύνης των εταίρων ή των μετόχων τους αντίστοιχα μέχρι του ποσού της συμμετοχής τους στο εταιρικό ή μετοχικό κεφάλαιο αντίστοιχα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στα περισσότερα αγγλοσαξωνικά δίκαια η έννοια της «εταιρείας περιορισμένης ευθύνης» (company limited by shares ή limited company ή LTD) καλύπτει τόσο την ΕΠΕ όσο και την ΑΕ του ελληνικού και άλλων ηπειρωτικών ευρωπαϊκών δικαίων, ενώ υφίστανται παραλλαγές της βασικής νομικής μορφής με δυνατότητα οργάνωσης κατά τρόπο περισσότερο ή λιγότερο απλουστευμένο. Από αυτό και μόνον το γεγονός καθίσταται προφανές πόσο συγκλίνουν οι εταιρικοί τύποι ΕΠΕ και ΑΕ.

Συνεπώς, ο περιορισμός της ευθύνης δεν δύναται να αποτελέσει κριτήριο για την επιλογή μεταξύ αφενός ΑΕ και αφετέρου ΙΚΕ ή ΕΠΕ.

Σελ. 15

Β. Διαχειριστής και όχι διοικητικό συμβούλιο

1. Μονομελές όργανο διοίκησης - Ένα και όχι τρία πρόσωπα

Ένας από τους λόγους, για τους οποίους θα μπορούσε να είναι επιθυμητή η ίδρυση ΙΚΕ ή ΕΠΕ έναντι της ΑΕ, είναι ότι στην ΑΕ θα πρέπει να υφίστανται τουλάχιστον τρία πρόσωπα, τα οποία να στελεχώνουν το όργανο διοίκησης, ήτοι το Διοικητικό Συμβούλιο, αφού κατ’ αρ. παρ. 3 Ν 4548/2018 περί ΑΕ, το ΔΣ θα πρέπει να αποτελείται τουλάχιστον από τρία μέλη, με τις εξής βασικές εξαιρέσεις:

(α) Της νέας δυνατότητας του αρ. 115 N 4548/2018 περί διορισμού μονομελούς διοικητικού οργάνου (συμβούλου-διαχειριστή), αντί του κατ’ ελάχιστον τριμελούς ΔΣ, εκλεγόμενου από τη ΓΣ με ειδική καταστατική πρόβλεψη, ο οποίος πρέπει να είναι υποχρεωτικώς εκ του νόμου φυσικό πρόσωπο.

(β) Της ειδικής περίπτωσης του αρ. 82 παρ. 3 Ν 4548/2018, σύμφωνα με την οποία το ΔΣ ανεξαρτήτως του αριθμού των μελών του μπορεί να συνεδριάσει εγκύρως με μοναδική αρμοδιότητα να προβεί σε σύγκληση Γενικής Συνέλευσης με αποκλειστικό σκοπό την εκλογή νέου ΔΣ.

Αντίθετα, στην ΙΚΕ ή στην ΕΠΕ ο διαχειριστής μπορεί να είναι και ένα μόνον πρόσωπο, με αποτέλεσμα να είναι πολύ πιο απλή στην πράξη η όλη διαδικασία της διοίκησης και της εκπροσώπησης, και επίσης λιγότερο χρονοβόρα και πιο οικονομική. Επίσης, σε εντελώς πρακτικό επίπεδο, μπορεί να είναι ένα μόνο το πρόσωπο που επιθυμεί να αναλάβει τα σχετικά καθήκοντα και υποχρεώσεις της διαχείρισης και εκπροσώπησης, και όχι τρία.

Ιδίως στις μικρές ή μεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις, ακόμη και αν αυτές έχουν σημαντικό κύκλο εργασιών, δεν υφίσταται η οργανωτική δομή που θα τους επέτρεπε να έχουν ένα όργανο διοίκησης, όπως το ΔΣ, το οποίο θα συνεδριάζει τακτικά και κυρίως ουσιαστικά, με σε βάθος συζήτηση των μελών του προς τον σκοπό της εξεύρεσης λύσεων, χάραξης πολιτικής και λήψης αποφάσεων, οι οποίες δεν θα έχουν επιβληθεί από τον πλειοψηφούντα μέτοχο, ή έστω προαποφασισθεί εκτός του οργάνου, και δεν θα επικυρώνονται απλά. Χαρακτηριστικό στην κατεύθυνση αυτού του τρόπου λειτουργίας του ΔΣ είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με το αρ. 94 N 4548/2018 η κατάρτιση και υπογραφή ενός πρακτικού του ΔΣ από όλα τα μέλη του ή ακόμη και από τους αντιπροσώπους τους ισοδυναμεί με απόφαση του ΔΣ, ακόμη και αν δεν έχει προηγηθεί συνεδρίαση, καθώς και ότι οι υπογραφές των μελών ΔΣ ή των αντιπροσώπων τους μπορούν να αντικαθίστανται με ανταλλαγή μηνυμάτων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα, αν τούτο προβλέπεται στο καταστατικό, επισημοποιώντας τη σχετική πρακτική των λεγομένων «δια περιφοράς» πρακτικών.

Αυτές όλες οι διαδικασίες είναι εξ ορισμού απλούστερες στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ, αφού σε αυτές ένα και μόνον πρόσωπο, ο διαχειριστής, μπορεί, εφόσον αποφασισθεί αυτό από τη Συνέλευση των Εταίρων ΕΠΕ ή το σώμα εταίρων ΙΚΕ ή προβλεφθεί στο καταστατικό, να λαμβάνει όλες τις αποφάσεις για τη διοίκηση της εταιρείας και να προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες πράξεις εκπροσώπησης αυτής προς τρίτους.

Αυτό ακόμη περισσότερο θα μπορούσε να συμβαίνει στην ακραία μορφή του σε μία μονοπρόσωπη ΕΠΕ ή ΙΚΕ, στην οποία ο μοναδικός εταίρος θα ορίζεται και διαχειριστής.

Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται εν μέρει με την ανάθεση εξουσιών διαχείρισης και εκπροσώπησης του ΔΣ της ΑΕ με απόφασή του σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μέλη ΔΣ ή τρίτους, όπως ενδεικτικώς με τον ορισμό με τον ορισμό ενός Διευθύνοντος ή Εντεταλμένου Συμβούλου, εφόσον η ανωτέρω δυνατότητα προβλέπεται από το καταστατικό της ΑΕ, σύμφωνα με τη διάταξη του αρ. 87 Ν 4548/2018. Όμως, στην τελευταία αυτή περίπτωση θα πρέπει να υφίσταται σχετική καταστατική πρόβλεψη, όπως αναφέρει η ανωτέρω διάτα-

Σελ. 16

ξη, ώστε να είναι επιτρεπτό στο ΔΣ με μεταγενέστερη απόφασή του να προβαίνει σε ανάθεση της εξουσίας διαχείρισης και εκπροσώπησης σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μέλη ή μη μέλη του ΔΣ. Άρα, θα πρέπει πάντα να προηγείται η εκλογή ΔΣ και η απόφαση ανάθεσης, πράγμα που δεν έχει καμία ομοιότητα με το εξ ορισμού απλό σύστημα διαχείρισης και εκπροσώπησης της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ από έναν και μοναδικό διαχειριστή για το σύνολο των θεμάτων με μία και μοναδική πράξη ένταξης σχετικής ρήτρας στο καταστατικό ή με μία και μοναδική απόφαση της Συνέλευσης των Εταίρων ή του σώματος των εταίρων.

2. Αόριστη και όχι ορισμένης διάρκειας θητεία

Σύμφωνα με τη διάταξη του αρ. 85 παρ. 1 Ν 4548/2018, η θητεία των μελών του ΔΣ δεν δύναται να υπερβαίνει τα έξι (6) έτη, με εξαίρεση την περίπτωση, κατά την οποία η θητεία του ΔΣ παρατείνεται μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, εντός της οποίας θα πρέπει να συνέλθει η αμέσως επόμενη τακτική ΓΣ. Επίσης, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η νέα εκλογή ΔΣ θα σημαίνει και νέα δημοσιότητα, και άρα νέες διαδικασίες και, ενδεχομένως, δαπάνες, ακόμη και αν δεν υπάρχει οποιαδήποτε μεταβολή ούτε σε ένα από τα μέλη του ΔΣ ούτε στα δημοσιευτέα στοιχεία κανενός.

Αντιθέτως, στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ δεν υφίσταται σχετικός περιορισμός και η θητεία του διαχειριστή μπορεί να είναι και αόριστης διάρκειας, με αποτέλεσμα να μην είναι αναγκαίο στην πράξη να ανανεώνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα ο ορισμός του και να μην είναι αναγκαίο να καταπονείται η εταιρεία με περιττές διαδικασίες και δαπάνες.

3. Απλούστερο σύστημα εταιρικής διοίκησης

Από όλα τα ανωτέρω προκύπτει ότι το σύστημα διοίκησης της ΑΕ ως περισσότερο πολύπλοκο μπορεί να μην ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των συμβαλλόμενων, οι οποίοι επιθυμούν απλά να λαμβάνουν τις αποφάσεις και να εκπροσωπούν την εταιρεία έναντι των τρίτων και των αρχών, αποφεύγοντας οποιαδήποτε περισσότερο περίπλοκη γραφειοκρατική μεθοδολογία. Ακόμη πιο πρακτικά, οι εταίροι μπορεί απλά να είναι δύο και να μην επιθυμούν να αναμίξουν οποιονδήποτε τρίτον στα εσωτερικά διοικητικά και επιχειρηματικά τους ζητήματα, και άρα να μην έχουν τις από τον νόμο τυπικές προϋποθέσεις για να συγκροτήσουν ένα ΔΣ με νόμιμη απαρτία. Όλοι αυτοί οι λόγοι θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποφυγή του εταιρικού τύπου της ΑΕ.

Γ. Γενική Συνέλευση ΑΕ

Η Γενική Συνέλευση της ΑΕ έχει μεν το ανάλογο αυτής στη Συνέλευση των Εταίρων της ΕΠΕ ή στο σώμα εταίρων ΙΚΕ, πλην όμως το σύνολο των σχετικών διατυπώσεων σύγκλησης της ΓΣ της ΑΕ (αρ. 119 επ. Ν 4548/2018), με εξαίρεση, προφανώς, την καθολική αυτόκλητη ΓΣ (αρ. 121 παρ. 5 Ν 4548/2018) και τη λήψη απόφασης ΓΣ με προσυπογραφή πρακτικού χωρίς συνεδρίαση (αρ. 136 N 4548/2018, πρακτικό «δια περιφοράς», με την πρόβλεψη και για τη ΓΣ, όπως και για το ΔΣ, ότι οι υπογραφές των μετόχων ή των αντιπροσώπων τους μπορούν να αντικαθίστανται με ανταλλαγή μηνυμάτων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα, αν τούτο προβλέπεται στο καταστατικό, είναι πολύ περισσότερο περίπλοκο, δαπανηρό και χρονοβόρο σε σχέση με τις αντίστοιχες διατυπώσεις των ανωτέρω οργάνων στην ΕΠΕ ή στην ΙΚΕ. Και αυτό το στοιχείο αποτρέπει από την επιλογή της ΑΕ.

Σελ. 17

Δ. Γενική απλούστευση λειτουργίας ΑΕ - Μικρή ή κλειστή ΑΕ

Η ΑΕ που έχει ως θεμέλιο ή αφορμή για τη συνεργασία μεταξύ των μετόχων τον προϋπάρχοντα στενό μεταξύ τους οικογενειακό ή φιλικό δεσμό, στην οποία μετέχει μικρός αριθμός μετόχων, οι οποίοι συνήθως αναμιγνύονται όλοι στην εταιρική διοίκηση, άρα εισφέρουν προσωπικά στην ευόδωση του εταιρικού σκοπού και συνήθως έχουν όλοι κάποια μορφή αμοιβής ή αποζημίωσης για την προσωπική τους συμβολή, η οποία δεν εξαρτάται από τη συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο και δεν παρέχεται με τη μορφή μερίσματος, καλείται και μικρή ή κλειστή ΑΕ.

Για αυτήν έχει διατυπωθεί πλήθος απόψεων. Θεωρείται δε ότι διαφοροποιείται σε τέτοιο βαθμό από τον βασικό τύπο της ΑΕ, όπως τον είχε υπ’ όψιν του ο νομοθέτης των γενικών περί ΑΕ διατάξεων, ώστε κάποιες από τις απόψεις αυτές να φθάνουν μέχρι και το σημείο να προτείνουν τη νομοθετική καθιέρωση ενός νέου ενδιάμεσου εταιρικού τύπου, μεταξύ αφενός της ΑΕ και αφετέρου της ΕΠΕ και της ΙΚΕ, στον οποίο να ενσωματώνονται όλα τα σχετικά χαρακτηριστικά της μικρής ή κλειστής ΑΕ.

Ήδη σήμερα, μετά και τις ευρύτατες τροποποιήσεις του Ν 4548/2018, πολλά από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις καλούμενες μικρές ή κλειστές ΑΕ έχουν ενσωματωθεί στις σχετικές διατάξεις του ανωτέρω νόμου για τις ΑΕ που αντικατέστησε τις αντίστοιχες διατάξεις του ΚΝ 2190/1920 περί ΑΕ με ισχύ από την 1.1.2019 (αρ. 190 Ν 4548/2018). Οι διατάξεις αυτές δεν είναι αναγκαστικού, αλλά ενδοτικού δικαίου, και άρα δημιουργούν εναλλακτικές λύσεις στους συμβαλλομένους, οι οποίοι είναι ελεύθεροι να τις ακολουθήσουν ή όχι κατά την οργάνωση της δικής τους ΑΕ. Ενδεικτικά αναφέρουμε ως πιο χαρακτηριστικές τις διατάξεις για την απλούστευση της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων του ΔΣ (αρ. 94 Ν 4548/2018) και της ΓΣ (αρ. 121 παρ. 5 και 136 Ν 4548/2018) της ΑΕ, ήτοι τις διατάξεις, με τις οποίες απλουστεύεται η διαδικασία λειτουργίας των βασικών νομίμων εταιρικών οργάνων.

Το ερώτημα που δημιουργείται στην περίπτωση αυτή σε κάποιους από τους συναλλασσομένους είναι εάν θα ήταν σκόπιμο να επιλέξουν, σε σχέση προς την ΙΚΕ ή την ΕΠΕ, τη νομική μορφή της ΑΕ, η οποία παρέχει τη δυνατότητα σε αυτούς κατ’ αρχήν να αξιοποιήσουν τις νέες διατάξεις για την απλούστευση των διαδικασιών λειτουργίας μίας μικρής ή κλειστής ΑΕ, και στη συνέχεια, όποτε και εάν το επιθυμήσουν, να έχουν την ευχέρεια να λειτουργήσουν ως μεγάλη ή ανοικτή ΑΕ, εγκαταλείποντας τις λύσεις των διατάξεων των μικρών ΑΕ, χωρίς από την άλλη πλευρά να είναι αναγκασμένοι να προβούν σε μετατροπή της ΕΠΕ σε ΑΕ (αρ. 104 επ. Ν 4601/2019).

Αν και η ανωτέρω άποψη δεν μπορεί παρά να είναι σεβαστή ως πρακτική τοποθέτηση, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι, ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί ότι ακολουθούνται όλες ανεξαιρέτως οι νέες διατάξεις για την απλούστευση της λειτουργίας μίας ΑΕ, και όσο κλειστή ή μικρή και αν ήταν αυτή, και πάλι οι διαδικασίες λειτουργίας μίας ΙΚΕ ή ΕΠΕ είναι σε κάθε περίπτωση από την ίδια τη νομοθεσία για τις ΙΚΕ ή τις ΕΠΕ εξ ορισμού και εξ αντικειμένου απλούστερες και αυτός είναι σίγουρα ένας απτός πρακτικός λόγος υπέρ της επιλογής του νομικού τύπου της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ.

Σελ. 18

Επίσης, πρέπει να τονισθεί ως μειονέκτημα σε σχέση προς την επιλογή της μικρής προσωποπαγούς ΑΕ το γεγονός ότι η αντιμετώπιση των σχετικών με αυτήν ζητημάτων γίνεται αποσπασματικά μέσα από τις διατάξεις του Ν 4548/2018, ενώ στην πραγματικότητα σε μία μικρή εταιρεία με προσωποπαγή χαρακτήρα, η οποία αποτελεί ένωση με μικρό αριθμού προσώπων με στενές προσωπικές σχέσεις και δεσμούς μεταξύ τους, από τον νόμο αρμόζει όχι ο νομικός τύπος της ΑΕ, αλλά της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ.

Ε. Πλειοψηφία κεφαλαίου και κεφαλών και προστασία της μειοψηφίας

Η λήψη των αποφάσεων στην ΕΠΕ από τη Συνέλευση των Εταίρων αυτής διέπεται από τον κανόνα της διπλής πλειοψηφίας κεφαλαίου (κεφαλαιουχικής) και κεφαλών (αριθμητικής) σύμφωνα με τη διάταξη του αρ. 13 Ν 3190/1955, αλλά και τη διάταξη του αρ. 38 παρ. 1 Ν 3190/1955, και κάθε άλλη διάταξη, στην οποία γίνεται αναφορά σε απαιτούμενη πλειοψηφία για τη λήψη μίας απόφασης από τη Συνέλευση των Εταίρων. Η πλειοψηφία αυτή εκφράζεται με δύο τρόπους, ήτοι αφενός ως αριθμός (μονάδες) εταίρων και αφετέρου ως ποσοστό ορισμένου εταιρικού κεφαλαίου. Ο κανόνας αυτός είναι άγνωστος στην ΑΕ που διέπεται από τη θεμελιώδη αρχή της κεφαλαιουχικής πλειοψηφίας στη λήψη των εταιρικών αποφάσεων από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της, η οποία εκφράζεται μόνον ως ποσοστό ορισμένου μετοχικού κεφαλαίου.

Αν δει κανείς αυτόν τον κανόνα από την πλευρά του πλειοψηφούντος συμβαλλομένου θα διαπιστώσει μία έντονη κεφαλαιουχική και επιχειρηματική αδικία: Σε μία ΕΠΕ με δύο εταίρους (διμελή) αυτός που θα έχει εισφέρει το 99% του εταιρικού κεφαλαίου, δεν θα μπορεί να λάβει ούτε μία απόφαση, αν δεν εξασφαλίσει προηγουμένως, προφανώς με ή χωρίς ανταλλάγματα, τη θετική ψήφο του εταίρου του 1%, αφού άλλως δεν θα είναι δυνατόν ποτέ να σχηματισθεί η αριθμητική πλειοψηφία.

Σε παρόμοια και ακόμη δυσχερέστερη θέση βρίσκεται ο εταίρος που έχει εισφέρει το 97% του εταιρικού κεφαλαίου και θα πρέπει να πείσει τους λοιπούς τρεις εταίρους, καθένας από τους οποίους θα έχει εισφέρει από 1%. Οι ίδιοι τρεις εταίροι, αν ήταν μέτοχοι σε ΑΕ, δεν θα είχαν, κατ’ αρχήν, κανέναν απολύτως λόγο στη διαδικασία λήψης των εταιρικών αποφάσεων. Για αυτόν τον λόγο και δεν υφίσταται στη θεωρία της ΕΠΕ όρος αντίστοιχος του όρου «μικρομέτοχος», ο οποίος είναι αντίθετα συνηθέστατος στη θεωρία της ΑΕ. Ο «μικροεταίρος» έχει τελικά, τηρουμένων των αναλογιών της δικής του έκθεσης στον επιχειρηματικό κίνδυνο, μεγαλύτερη δύναμη από τον πλειοψηφούντα εταίρο της ΕΠΕ.

Αν όμως εξετάσει κανείς τα ανωτέρω από την άλλη πλευρά, ήτοι από την πλευρά του μειοψηφούντος συναλλασσομένου, θα διαπιστώσει ένα μοναδικό σύστημα απόλυτης προστασίας του εταίρου της μειοψηφίας, αντίστοιχο του οποίου δεν δύναται εξ ορισμού να υπάρξει στην ΑΕ. Ο εταίρος της μειοψηφίας θα μπορεί να ελέγχει απόλυτα την ΕΠΕ κατά τρόπο σύμφωνο με τον νόμο και το καταστατικό της, εφόσον ο συνολικός αριθμός των προσώπων των εταίρων, ανεξάρτητα από τα ποσά που καθένας τους έχει εισφέρει στο εταιρικό κεφάλαιο, είναι τέτοιος, ώστε να μην συγκεντρώνεται η πλειοψηφία κεφαλών (αριθμητική πλειοψηφία) που είναι κατά περίπτωση αναγκαία για τη λήψη κάποιων αποφάσεων που αναφέρονται στον νόμο και στο καταστατικό, ακόμη και αν συγκεντρώνεται η πλειοψηφία κεφαλαίου.

Ανάλογη περίπτωση στην ΑΕ μπορεί να είναι αυτή, σύμφωνα με την οποία το καταστατικό θα έχει τροποποιηθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αυξηθεί η προβλεπόμενη καταστατική απαρτία και πλειοψηφία, τόσο η απλή όσο και η εξαιρετική, σε ένα τέτοιο ποσοστό, το οποίο να δίνει την πρακτική δυνατότητα στη μειοψηφία να παρακωλύει τη λήψη των αποφάσεων στην ΓΣ (οιονεί δικαίωμα veto της μειοψηφίας). Όμως, αυτή η λύση αποτελεί την εξαίρεση για την ΑΕ,

Σελ. 19

με αποτέλεσμα να υφίστανται ορισμένοι περιορισμοί, όπως ενδεικτικά ότι τα από το καταστατικό οριζόμενα ποσοστά απλής απαρτίας και πλειοψηφίας πάντα θα πρέπει να είναι κατώτερα από τα αντίστοιχα οριζόμενα ποσοστά αυξημένης απαρτίας και πλειοψηφίας, ώστε να διατηρείται η αρχή της διαφοροποίησης μεταξύ των δύο κατηγοριών αποφάσεων (άρθρα 130 και 132 Ν 4548/2018).

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η πρόβλεψη διπλής πλειοψηφίας κεφαλαίου και κεφαλών στην ΕΠΕ δημιουργεί συνθήκες καλύτερης προστασίας της μειοψηφίας, με αποτέλεσμα η απουσία αυτού του συστήματος λήψης αποφάσεων στην ΑΕ να δύναται να λειτουργήσει αποτρεπτικά για την επιλογή του νομικού τύπου της ΑΕ και υπέρ της επιλογής της ΕΠΕ από πρόσωπα που επιθυμούν μια πιο ισότιμη σχέση στην επιχειρηματική τους συνεργασία.

Και στην ΙΚΕ μπορεί να εισαχθεί με καταστατική ρήτρα ο κανόνας της διπλής πλειοψηφίας κεφαλαίου και κεφαλών (αρ. 72 παρ. 6 Ν 4072/2012), οπότε θα ισχύουν τα ίδια ανωτέρω αναφερόμενα σε σχέση με την ΕΠΕ.

ΣΤ. Απεικόνιση της εταιρικής συμμετοχής σε μετοχές

Ως μετοχή νοείται κατ’ αρχήν ένα τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου, ήτοι ένα ποσοστό αυτού. Ως μετοχή νοείται επίσης η μετοχική σχέση, η οποία συνδέει τον κάθε μέτοχο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, με το νομικό πρόσωπο της ΑΕ και από την οποία πηγάζουν τα μετοχικά δικαιώματα και οι μετοχικές υποχρεώσεις κάθε μετόχου. Ως μετοχή, τέλος, νοείται και ο τίτλος, ήτοι το αξιόγραφο, στο οποίο ενσωματώνεται η μετοχή σχέση, με αποτέλεσμα η μετοχή να αποτελεί εμπορεύσιμο περιουσιακό αγαθό.

Στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ απαγορεύεται η παράσταση των εταιρικών μεριδίων με μετοχές. Επομένως, το τυχόν έγγραφο, το οποίο εκδίδεται από την ΙΚΕ ή την ΕΠΕ και στο οποίο αναφέρεται ότι συγκεκριμένος εταίρος διαθέτει συγκεκριμένο αριθμό εταιρικών μεριδίων, έχει απλά βεβαιωτικό - αποδεικτικό χαρακτήρα σχετικά με τη μερίδα συμμετοχής αυτού, και δεν δύναται να φέρει χαρακτήρα αξιογράφου, το οποίο θα ενσωματώνει την εταιρική ιδιότητα, ούτε να καταστεί αυτό εμπορεύσιμο ως αξιόγραφο.

Αυτό αποτελεί ένα από τα βασικότερα στοιχεία που διαφοροποιούν την ΑΕ από την ΙΚΕ και την ΕΠΕ, παρότι και οι δύο εταιρείες εντάσσονται στην ευρύτερη κατηγορία των κεφαλαιουχικών εταιρειών. Το στοιχείο αυτό θα μπορούσε να αποτρέψει τους συναλλασσόμενους από την επιλογή του εταιρικού τύπου της ΑΕ, εφόσον αυτοί δεν επιθυμούν να είναι ευχερώς εμπορεύσιμη η όποια συμμετοχή των συνεταίρων τους, ή, αντίστροφα, να τους αποτρέψει από την επιλογή της ΙΚΕ ή της ΕΠΕ, εάν επιθυμούν το αντίθετο.

Βεβαίως, με τις διατάξεις του αρ. 43 Ν 4548/2018 παρέχεται η δυνατότητα επιβολής με σχετικές καταστατικές ρήτρες εγκύρων περιορισμών στο δικαίωμα ελεύθερης μεταβίβασης των ονομαστικών μετοχών ΑΕ με ποινή ακυρότητας, όπως η δυνατότητα έκδοσης δεσμευμένων ονομαστικών μετοχών ή η απαγόρευση μεταβίβασης μετοχών που δεν έχουν προηγουμένως προσφερθεί προς αγορά από τους λοιπούς μετόχους ή η απαγόρευση μεταβίβασης μετοχών σε πρόσωπο που δεν έχει προηγουμένως εγκριθεί ή υποδειχθεί από την ΑΕ.

Πλην όμως, οι ανωτέρω περιορισμοί στις ΑΕ δύνανται να ισχύουν μόνον για τις περιπτώσεις μεταβίβασης εν ζωή και όχι αιτία θανάτου και μόνο για περιορισμούς που δεν άγονται μέχρι του σημείου της απόλυτης απαγόρευσης μεταβίβασης (αρ. 43 παρ. 2 εδ. γ’ και παρ. 4 Ν

Σελ. 20

4548/2018, αντίστοιχα), ενώ στην ΙΚΕ και στην ΕΠΕ οι αντίστοιχοι περιορισμοί θα μπορούν να φθάνουν μέχρι και την ολοκληρωτική απαγόρευση μεταβίβασης, ενώ μπορούν να καταλαμβάνουν και τα κληρονομηθέντα μερίδια αμέσως μόλις περιέλθουν στον κληρονόμο που όρισε ο θανών εταίρος.

Ως γενικό συμπέρασμα κατόπιν των ανωτέρω, το περιορισμένο σύστημα απαγορεύσεων στην ελεύθερη μεταβίβαση των μετοχών της ΑΕ είναι δυνατόν να λειτουργεί αποτρεπτικά ως προς την επιλογή του νομικού τύπου της ΑΕ σε σχέση προς αυτόν της ΙΚΕ και της ΕΠΕ, εφόσον οι συμβαλλόμενοι επιθυμούν να διακρατήσουν καθ’ όλη την διάρκεια της εταιρείας τον μέγιστο βαθμό ελέγχου των μεταβολών στα πρόσωπα των μετεχόντων της εταιρείας και στο μέγεθος της συμμετοχής καθενός από αυτούς.

VII. Γιατί όχι ατομική επιχείρηση

Πολλοί συναλλασσόμενοι θεωρούν στην πράξη ως εναλλακτική λύση στην ίδρυση μίας ΙΚΕ ή ΕΠΕ την ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω μίας ατομικής επιχείρησης, η οποία δεν απαιτεί καμία ειδική διαδικασία ίδρυσης ή ιδιαίτερο τύπο, παρά μόνον γενική εμπορική δημοσιότητα κατά τον Ν 4919/2022 και φορολογική διαδικασία ίδρυσης με λήψη ΑΦΜ κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Ν 4919/2022 σε συνδυασμό προς τη φορολογική νομοθεσία.

Η όποια σύγκριση εν προκειμένω γίνεται με τη μονοπρόσωπη ΙΚΕ ή ΕΠΕ που ιδρύεται από έναν μόνο ιδρυτή εταίρο φυσικό πρόσωπο, αφού σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος να αναπτύξει δραστηριότητα είναι νομικό πρόσωπο ή σε περίπτωση που οι συμβαλλόμενοι είναι περισσότεροι του ενός η ατομική επιχείρηση, όπως αναφέρεται και στην ίδια την λέξη, δεν μπορεί εξ ορισμού να έχει πεδίο εφαρμογής.

Πλην όμως, ως είναι προφανές, παρότι η ατομική επιχείρηση έχει φορολογική υπόσταση, και άρα νομίμως διενεργεί εμπορικές πράξεις και επιδιώκει κερδοσκοπικό σκοπό, δεν έχει νομική προσωπικότητα και δεν εξασφαλίζει ούτε την προστασία της λοιπής περιουσίας του επιχειρηματία, η οποία δεν χρησιμοποιείται για την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας, αλλά ούτε και την αξιοπιστία μίας σοβαρής επιχειρηματικής προσπάθειας με διάρκεια και μέλλον.

VIII. Γιατί όχι αστική εταιρεία

Η αστική εταιρεία, η οποία έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα, δύναται να επιδιώκει σκοπό οικονομικό (αρ. 784 ΑΚ και αρ. 270 Ν 4072/2012, εγγραφόμενη υποχρεωτικά στο ΓΕΜΗ κατ’ άρθρο 16 παρ. 1 περίπτ. η’ Ν 4919/2022, όχι όμως και εμπορικό, και άρα δεν θα μπορούσε να αποτελέσει προσήκουσα νομική μορφή για την άσκηση οποιασδήποτε μορφής κερδοσκοπικής δραστηριότητας, η οποία μόνον μέσω εμπορικής εταιρείας δύναται να επιδιωχθεί.

Back to Top