ΔΙΚΑΙΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

Ειδικά Θέματα

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 16€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 36,00 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 17701
Καλαμπούκα Γιαννοπούλου Π.
  • Έκδοση: 2η 2020
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 272
  • ISBN: 978-960-622-844-5
  • Black friday εκδόσεις: 10%

Η μελέτη «Δίκαιο Συναλλαγών» εστιάζει σε θέματα τα οποία αφορούν στην κατάρτιση συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα, όπως η παροχή επαρκούς πληροφόρησης και προστασία των μερών, ήτοι προμηθευτών και παρόχων υπηρεσιών, αφενός, και καταναλωτών, αφετέρου. Επιπλέον, ασχολείται και με θέματα τα οποία σχετίζονται με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ενώ επίσης εξετάζεται η εφαρμογή των κανόνων του δικαίου του ανταγωνισμού στις συναλλαγές και το ηλεκτρονικό εμπόριο. To έργο αποτελεί ένα σύγχρονο εγχειρίδιο τόσο για τον φοιτητή, όσο και για τον νομικό της πράξης.

Περιεχόμενα
Πρόλογος Σελ. ΙΧ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Ηλεκτρονικό εμπόριο και προστασία του καταναλωτή
1.1. Γενικά Σελ. 1
1.2. Ιστορική αναδρομή και ορισμός ηλεκτρονικού εμπορίου Σελ. 2
1.3. Είδη και μορφές του ηλεκτρονικού επιχειρείν Σελ. 4
1.3.1. Ηλεκτρονικό κατάστημα (e-shop) Σελ. 5
1.3.1.1. Βασικές λειτουργίες του ηλεκτρονικού καταστήματος Σελ. 5
1.3.2. Ηλεκτρονικό εμπόριο και τραπεζικές συναλλαγές Σελ. 6
1.3.2.1. E-BANKING Σελ. 6
1.3.2.2. MOBILE BANKING Σελ. 6
1.3.2.3. PHONE BANKING Σελ. 6
1.3.3. Κατάρτιση τραπεζικής σύμβασης Σελ. 7
1.4. Παροχές του διαδικτύου προς τους χρήστες του Σελ. 8
1.4.1. Πληροφόρηση Σελ. 8
1.4.2. Επικοινωνία Σελ. 8
1.4.3. Αγορές Σελ. 9
1.4.4. Υπηρεσίες Σελ. 9
1.4.5. Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Σελ. 9
1.4.6. Διανομή προσωπικών δημιουργιών Σελ. 10
1.4.7. Παγκόσμια παρουσία και επιλογή Σελ. 10
1.4.8. Βελτίωση των όρων ανταγωνισμού Σελ. 10
1.4.9. Μείωση των εξόδων και αντίστοιχη πτώση των τιμών Σελ. 10
1.5. Η κοινωνία της πληροφορίας Σελ. 11
1.6. Οι ρυθμίσεις της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο Σελ. 13
1.6.1. Η ελευθερία παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικού εμπορίου Σελ. 17
1.7. Η σύναψη μιας ηλεκτρονικής σύμβασης Σελ. 18
1.7.1. Κατάρτιση μέσω e-mail Σελ. 18
1.7.2. Κατάρτιση απευθείας –online– μέσω internet Σελ. 18
1.7.3. Ηλεκτρονική δήλωση βούλησης και έγκυρη διαβίβασή της μέσω Internet Σελ. 19
1.7.3.1. Πρόταση/αποδοχή Σελ. 19
1.8. Έννοια του καταναλωτή και υποχρέωση πληροφόρησης Σελ. 23
1.8.1. Η πληροφόρηση στα πλαίσια προστασίας του «μέσου συνετού» καταναλωτή Σελ. 25
1.9. Υποχρεώσεις των φορέων και των κρατών-μελών Σελ. 27
1.10. Καταχρηστικοί Γενικοί Όροι Συναλλαγών Σελ. 27
1.11. Εμπορικές επικοινωνίες Σελ. 33
1.11.1. Μη ζητηθείσα εμπορική επικοινωνία Σελ. 33
1.12. Συμπεράσματα Σελ. 34
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Συμβάσεις εξ αποστάσεως και εκτός εμπορικού καταστήματος
2.1. Γενικά Σελ. 37
2.2. Έννοια της εξ αποστάσεως σύμβασης Σελ. 38
2.3. Έννοια της εκτός εμπορικού καταστήματος σύμβασης Σελ. 39
2.4. Έννοια του καταναλωτή και του εμπόρου/προμηθευτή Σελ. 41
2.5. Είδη μέσων τεχνικής επικοινωνίας από απόσταση Σελ. 43
2.6. Πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων για τις εξ αποστάσεως και εκτός εμπορικού καταστήματος συμβάσεις Σελ. 43
2.7. Υποχρέωση προσυμβατικής ενημέρωσης και πληροφόρησης του καταναλωτή στις εξ αποστάσεως και εκτός εμπορικού καταστήματος συμβάσεις Σελ. 48
2.8. Τυπικές απαιτήσεις για συμβάσεις εξ αποστάσεως Σελ. 52
2.9. Τυπικές απαιτήσεις για συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος Σελ. 54
2.10. Δικαίωμα υπαναχώρησης στις εξ αποστάσεως και εκτός εμπορικού καταστήματος συμβάσεις Σελ. 57
2.10.1. Άσκηση δικαιώματος υπαναχώρησης Σελ. 57
2.10.2. Παράλειψη ενημέρωσης σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης Σελ. 59
2.10.3. Τρόποι υπαναχώρησης Σελ. 59
2.10.4. Αποτελέσματα της υπαναχώρησης Σελ. 61
2.10.5. Υποχρεώσεις του προμηθευτή σε περίπτωση υπαναχώρησης Σελ. 61
2.10.6. Υποχρεώσεις του καταναλωτή σε περίπτωση υπαναχώρησης Σελ. 62
2.10.7. Εξαιρέσεις από το δικαίωμα υπαναχώρησης Σελ. 64
2.11. Παράδοση Σελ. 65
2.12. Μετάθεση κινδύνου Σελ. 67
2.13. Επιβαρύνσεις και πρόσθετες πληρωμές Σελ. 67
2.14. Παροχή μη παραγγελθέντων Σελ. 68
2.15. Συμπεράσματα Σελ. 69
2.16. Συμβάσεις εμπορίας από απόσταση χρηματοοικονομικών υπηρεσιών Σελ. 76
2.16.1. Πληροφορίες που αφορούν τον προμηθευτή Σελ. 77
2.16.2. Πληροφορίες που αφορούν τη χρηματοοικονομική υπηρεσία Σελ. 78
2.16.3. Πληροφορίες που αφορούν τη σύμβαση χρηματοοικονομικών υπηρεσιών από απόσταση Σελ. 78
2.16.4. Πληροφορίες που αφορούν την προσφυγή Σελ. 79
2.16.5. Πότε δεν ασκείται το δικαίωμα υπαναχώρησης Σελ. 81
2.17. Ηλεκτρονικές υπογραφές Σελ. 84
2.17.1. Γενικά Σελ. 84
2.17.2. Στοιχεία ηλεκτρονικής υπογραφής Σελ. 87
2.17.3. Η ισχύς των ηλεκτρονικών υπογραφών Σελ. 89
Προστασία δεδομένων σε ό,τι αφορά τις ηλεκτρονικές υπογραφές Σελ. 90
2.17.5. Ευθύνη των παρόχων πιστοποίησης Σελ. 90
2.18. Ηλεκτρονικές πληρωμές Σελ. 91
2.18.1 Γενικά Σελ. 91
2.18.2. Ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία Σελ. 92
2.18.3. Υπηρεσίες ηλεκτρονικών πληρωμών Υποχρέωση πληροφόρησης - ευθύνη των συμβαλλομένων Σελ. 94
2.19. Οι καινοτομίες και οι νέες ρυθμίσεις της Οδηγίας 2019/2161 αναφορικά με την Οδηγία 2011/83 Σελ. 105
2.19.1. Ορισμοί Σελ. 105
2.19.2. Πεδίο Εφαρμογής Σελ. 106
2.19.3. Επιγραμμικές αγορές Σελ. 108
2.19.4. Προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή και αναγνώριση απώλειας του δικαιώματος υπαναχώρησης. Σελ. 109
2.19.5. Έντυπο υπαναχώρησης Σελ. 110
2.19.6. Δικαίωμα υπαναχώρησης Σελ. 111
2.19.7. Προθεσμία υπαναχώρησης Σελ. 112
2.19.8. Εξαίρεση του αριθμού τηλεομοιοτυπίας (Fax) Σελ. 113
2.19.9. Κυρώσεις Σελ. 113
2.20. Συμπεράσματα Σελ. 116
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Οι πράξεις ανταγωνισμού κατά τις συναλλαγές
3.1. Γενικά περί της αντίληψης των συναλλαγών στον ανταγωνισμό Σελ. 119
3.2. Ο σκοπός του ανταγωνισμού Σελ. 120
3.3. Το νομοθετικό πλαίσιο για τον ανταγωνισμό Σελ. 121
3.4. Η σχέση μεταξύ των ρυθμίσεων του αθέμιτου και ελεύθερου ανταγωνισμού Σελ. 123
3.5. Τα αξιολογικά κριτήρια Σελ. 125
3.6. Αθέμιτη και παράνομη ανταγωνιστική πράξη Σελ. 127
3.6.1. Πράξεις προσέλκυσης πελατείας με ανταγωνιστικές πράξεις Σελ. 128
3.6.1.1. Παραπλάνηση Σελ. 128
3.6.1.2. Εξαναγκασμός Σελ. 128
3.6.1.3. Επίμονη ενόχληση Σελ. 128
3.6.1.4. Η εξαγορά του πελάτη - Πρόσθετες παροχές Σελ. 129
3.6.1.5. Εκμετάλλευση τυχοδιωκτικής ροπής του πελάτη Σελ. 131
3.6.1.6. Εκμετάλλευση συναισθημάτων και εμπιστοσύνης Σελ. 131
3.6.1.7. Εκμετάλλευση απειρίας Σελ. 132
3.6.2. Πράξεις παρεμπόδισης Σελ. 133
3.6.2.1. Παρεμπόδιση απόκτησης πελατείας και παρεμπόδιση διαφήμισης Σελ. 133
3.6.2.2. Βλάβη της επιχειρηματικής εκμετάλλευσης Σελ. 134
3.6.2.3. Υποτίμηση Σελ. 134
3.6.2.4. Μποϋκοτάζ Σελ. 134
3.6.2.5. Διαφοροποιημένη μεταχείριση Σελ. 135
3.6.2.6. Δυσφήμιση Σελ. 135
3.6.3. Πράξεις εκμετάλλευσης ξένης παροχής Σελ. 135
3.6.3.1. Η «δουλική απομίμηση» της ξένης παροχής Σελ. 136
3.6.3.2. Η απομίμηση της ξένης διαφήμισης Σελ. 136
3.6.3.3. Η εκμετάλλευση ξένης φήμης Σελ. 137
3.6.3.4. Η εκμετάλλευση πνευματικών δημιουργημάτων Σελ. 137
3.6.3.5. Η απόσπαση πελατείας ή προσωπικού Σελ. 137
3.6.3.6. Απομίμηση διακριτικών γνωρισμάτων Σελ. 137
3.6.4. Πράξεις προβαδίσματος μέσω παραβάσεως νόμου ή συμβάσεως Σελ. 139
3.6.4.1. Παραβίαση διατάξεων με ηθικά ουδέτερο περιεχόμενο Σελ. 139
3.6.4.2. Παράβαση συμβατικών δεσμεύσεων Σελ. 139
3.6.5. Πράξεις διακινδύνευσης της αγοράς Σελ. 140
3.6.5.1. Η πληθωρική διανομή προϊόντων Σελ. 140
3.6.5.2. Αποστολή προϊόντων του τύπου Σελ. 140
3.6.5.3. Κατάχρηση της θέσης οικονομικής δύναμης Σελ. 141
3.7. Αθέμιτες εμπορικές πρακτικές Σελ. 141
3.7.1. Παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές Σελ. 143
3.7.1.1. Παραπλανητικές παραλείψεις Σελ. 144
3.7.1.2. Περιπτώσεις παραπλανητικών εμπορικών πρακτικών Σελ. 145
3.7.2. Επιθετικές εμπορικές πρακτικές Σελ. 148
3.7.2.1. Περιπτώσεις επιθετικών εμπορικών πρακτικών Σελ. 149
3.7.3. Συγκριτική διαφήμιση Σελ. 153
3.7.3.1. Συγκεκαλυμμένη διαφήμιση Σελ. 155
3.7.3.2. Οι εξελίξεις και αλλαγές σε ευρωπαϊκό νομοθετικό επίπεδο. Σελ. 158
3.8. N 146/1914 vs. N 2251/1994. Συμφωνία ή σύγκρουση ρυθμίσεων; Σελ. 162
3.9. Οι απαγορευμένες πράξεις κατά το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού Σελ. 164
3.9.1. Απαγορευμένες συμπράξεις Σελ. 164
3.9.1.1. Προϋποθέσεις υπαγωγής στον απαγορευτικό κανόνα Σελ. 167
3.9.2. Απαγόρευση Καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης Σελ. 168
3.9.2.1. Η έννοια της δεσπόζουσας θέσης Σελ. 169
3.9.2.2. Κριτήρια για την ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης Σελ. 170
3.9.2.3. Η έννοια της καταχρηστικής εκμετάλλευσης. Σελ. 173
3.9.3. Συγκεντρώσεις επιχειρήσεων Σελ. 175
3.9.4. Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων Σελ. 178
3.9.5. Αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων Σελ. 180
3.9.6. Εναρμονισμένη πρακτική Σελ. 180
3.9.7. Συμπράξεις και καρτέλ Σελ. 181
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Η προστασία των προσωπικών δεδομένων
4.1. Ρυθμιστικό πλαίσιο Σελ. 183
4.2. Έννοιες προσωπικών δεδομένων Σελ. 185
4.2.1. Προσωπικά δεδομένα Σελ. 185
4.2.2. Ειδικές κατηγορίες δεδομένων Σελ. 185
4.2.3. Επεξεργασία προσωπικών δεδομένων Σελ. 186
4.2.3.1. Νομιμότητα της επεξεργασίας και άρση της απαγόρευσης Σελ. 187
4.2.3.1.1. Σε ειδικές κατηγορίες προσωπικών δεδομένων Σελ. 188
4.3. Οι καινοτομίες και οι ανάγκες θέσπισης του ΓΚΠΔ Σελ. 190
4.3.1. Τα βασικά χαρακτηριστικά του Κανονισμού Σελ. 192
4.3.2. Οι βασικές αρχές του Κανονισμού Σελ. 192
4.3.3. Οι κυρώσεις Σελ. 194
4.3.4. Νέοι ρόλοι Σελ. 196
4.3.4.1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας Σελ. 196
4.3.3.2. Ο εκτελών την επεξεργασία Σελ. 197
4.3.3.3. Ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων Σελ. 197
4.4. Συλλογή και επεξεργασία δεδομένων Σελ. 200
4.4.1. Ποια δεδομένα συλλέγονται Σελ. 200
4.4.2. Η χρήση των προσωπικών δεδομένων - Η σημασία της συγκατάθεσης Σελ. 200
4.4.3. Ο σκοπός της συλλογής - Υποχρέωση ενημέρωσης Σελ. 202
4.5. Τα Δικαιώματα του υποκειμένου Σελ. 203
4.5.1. Δικαίωμα διόρθωσης Σελ. 203
4.5.2. Δικαίωμα διαγραφής («δικαίωμα στη λήθη») Σελ. 204
4.5.3. Δικαίωμα περιορισμού της επεξεργασίας Σελ. 205
4.5.4. Δικαίωμα στη φορητότητα των δεδομένων Σελ. 205
4.5.5. Δικαίωμα εναντίωσης Σελ. 205
4.5.6. Δικαίωμα πρόσβασης Σελ. 206
4.6. Οι ρυθμίσεις του Ν 4624/2019 Σελ. 207
4.6.1. Πεδίο εφαρμογής Σελ. 207
4.6.2. Ειδικές περιπτώσεις επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων Σελ. 209
4.6.2.1. Προσωπικά δεδομένα εργαζομένων Σελ. 209
4.6.2.2. Προστασία της έκφρασης και πληροφόρησης Σελ. 210
4.6.2.3. Σκοποί αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον Σελ. 210
4.6.2.4. Σκοποί επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας και στατιστικής Σελ. 211
4.7. Το επιτρεπτό μέσων καταγραφής Σελ. 211
4.8. Μη αναγραφή της καλούσας γραμμής για τον εντοπισμό κακόβουλων ή ενοχλητικών κλήσεων Σελ. 214
4.8.1. Δυνατότητα αναγνώρισης κλήσης και απόκρυψης του καλούντος αριθμού Σελ. 216
4.8.2. Αναγραφή στοιχείων στους τηλεφωνικούς και ηλεκτρονικούς καταλόγους Σελ. 217
4.8.3. Άρνηση πραγματοποίησης συγκεκριμένων επικοινωνιών Σελ. 218
4.9. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες Σελ. 220
4.10. Προσωπικά δεδομένα και διαδίκτυο Σελ. 225
4.11. Η προστασία της προσωπικότητας στο διαδίκτυο Σελ. 228
4.12. Συμπεράσματα Σελ. 231
Βιβλιογραφία Σελ. 237
Αλφαβητικό ευρετήριο Σελ. 245

Σελ. 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Ηλεκτρονικό εμπόριο και προστασία του καταναλωτή

1.1. Γενικά

Ο όρος «ηλεκτρονικό εμπόριο» καλύπτει όλες τις μορφές επιχειρηματικότητας και γι’ αυτό το λόγο συχνά αναφέρεται και ως «ηλεκτρονικό επιχειρείν» (electronic business), χωρίς ωστόσο οι έννοιες αυτές να ταυτίζονται. Οι εφαρμογές του καλύπτουν όλο τον εμπορικό κύκλο, από την παραγωγή πρώτων υλών και την παροχή υπηρεσιών μέχρι την παράδοσή τους στον αγοραστή και καταναλωτή, συμπεριλαμβάνοντας και τρίτους φορείς όπως είναι οι τράπεζες, οι ασφαλιστικές εταιρείες, κτλ.

Το δικαίωμα συμμετοχής όλων στην Κοινωνία της Πληροφορίας διακηρύσσεται στο άρθ. 5Α παρ. 2 Συντ. το οποίο προβλέπει ότι «καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας» και ορίζει ως υποχρέωση του Κράτους τη διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους.

Επιπλέον στην έννοια του όρου «Υπηρεσίες της Κοινωνίας της Πληροφορίας» εμπίπτει οποιαδήποτε υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας που συνήθως παρέχεται: α) έναντι αμοιβής, β) με ηλεκτρονικά μέσα εξ αποστάσεως και γ) κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη υπηρεσιών.

Στο πλαίσιο αυτό, φορέας παροχής υπηρεσιών μπορεί να είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει μια υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας, ενώ αποδέκτης της υπηρεσίας μπορεί να είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο χρησιμοποιεί, επαγγελματικά ή αλλιώς μια υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως για να αναζητήσει πληροφορίες ή για να προσφέρει πρόσβαση σε αυτές.

Στο πεδίο του ηλεκτρονικού εμπορίου και του πεδίου εφαρμογής του ΠΔ 131/2003 «Καταναλωτής είναι κάθε φυσικό πρόσωπο που επιδιώκει στόχους

Σελ. 2

μη εντασσόμενους στο πλαίσιο της εμπορικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας». Δηλ. στο συγκεκριμένο πεδίο η έννοια και το εύρος των προσώπων που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «καταναλωτές» ταυτίζονται, πλέον, με τον ορισμό του καταναλωτή κατ’ άρθρο 1α παρ. 1 του Ν 2251/1994, όπως αυτό ισχύει μετά τις τελευταίες τροποποιήσεις που επέφερε ο Ν 4512/2018, κατά το οποίο επικράτησε και ισχύει η στενή έννοια του καταναλωτή.

1.2. Ιστορική αναδρομή και ορισμός ηλεκτρονικού εμπορίου

Στο πρόσφατο παρελθόν οι συναλλαγές και οι αγορές των καταναλωτών και αντίστοιχα οι πωλήσεις των εμπόρων γινόταν με καθαρά συμβατικά μέσα. Οι καταναλωτές προκειμένου να αγοράσουν αυτό που επιθυμούσαν ή να δεχτούν μία υπηρεσία, έπρεπε να μεταβούν στην έδρα του προμηθευτή των αγαθών ή των υπηρεσιών.

Σήμερα, η εξέλιξη και η πορεία της ηλεκτρονικής επιχειρηματικότητας και του ηλεκτρονικού εμπορίου συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη των δικτύων και του Internet. Οι πρώτες μορφές του ηλεκτρονικού εμπορίου εμφανίστηκαν στις αρχές του 1970, όταν οι τράπεζες χρησιμοποίησαν την ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων για τις συναλλαγές τις οποίες πραγματοποιούσαν μέσω ασφαλών ιδιωτικών δικτύων. Η ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων βελτιώνει σημαντικά τις ηλεκτρονικές πληρωμές καθώς χρησιμοποιεί ηλεκτρονικά μέσα για την αποστολή πληροφοριών.

Στις αρχές του 1980, το ηλεκτρονικό εμπόριο διαδόθηκε στις επιχειρήσεις ως τεχνολογία ηλεκτρονικής μετάδοσης μηνυμάτων, όπως η ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) για την επικοινωνία των επιχειρήσεων. Η ηλεκτρονική ανταλλαγή εμπορικών και διοικητικών δεδομένων από υπολογιστή σε υπολογιστή, με την ελάχιστη παρέμβαση χειρόγραφων διαδικασιών, έχει ως πλεονεκτήματα την αυτοματοποίηση και μείωση των εγγράφων, την ακρίβεια και ταχύτητα μεταβίβασης των δεδομένων και την ταχύτερη εξυπηρέτηση των πελατών.

Από το 1990 και μετά, το Διαδίκτυο εξελίχθηκε σημαντικά, έγινε γνωστό και προσιτό σε περισσότερους χρήστες και παρέχει τη δυνατότητα διαφορετικών μορφών ηλεκτρονικού εμπορίου.

Έτσι, το ηλεκτρονικό εμπόριο πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα και βασίζεται στην ηλεκτρονική μετάδοση δεδομένων. Το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί

Σελ. 3

έκφανση των υπηρεσιών και προϊόντων που παρέχονται μέσω συμβάσεων που καταρτίζονται εξ αποστάσεως.

Στην έννοια του ηλεκτρονικού εμπορίου περιλαμβάνεται κάθε ολοκληρωμένη συναλλαγή που πραγματοποιείται εξ αποστάσεως μέσω του διαδικτύου χωρίς να είναι απαραίτητη η φυσική παρουσία των συμβαλλόμενων μερών, π.χ. του πωλητή και του αγοραστή, οι οποίοι μπορούν να βρίσκονται ακόμη και σε διαφορετικές χώρες. Έχει στόχο την αμοιβαία ωφέλεια των επιχειρήσεων και των πελατών τους και αφορά οποιαδήποτε συναλλαγή περιέχει διαδικτυακή δέσμευση για αγορά ή πώληση προϊόντων ή υπηρεσιών. Ως ηλεκτρονικό εμπόριο θεωρούνται, επίσης, οι συναλλαγές μέσω τηλεφώνου, fax, e-mail, κ.λπ.

Το ηλεκτρονικό εμπόριο καλύπτει δύο είδη δραστηριοτήτων και διακρίνεται σε έμμεσο (off-line) που περιλαμβάνει ηλεκτρονική παραγγελία υλικών αγαθών τα οποία μπορούν να παραδοθούν με παραδοσιακούς τρόπους (π.χ. ταχυδρομείο) και σε άμεσο (on-line), που περιλαμβάνει παραγγελία, πληρωμή και παράδοση άυλων αγαθών και υπηρεσιών (π.χ. λογισμικό, οπτικοακουστικό υλικό).

Η οικοδόμηση ενός «ψηφιακού παγκόσμιου πολιτισμού» που χαρακτηρίζει το νέο αιώνα οδήγησε σε έξαρση του ενδιαφέροντος των επιχειρήσεων και των επαγγελματικών φορέων για τη χρησιμοποίηση του διαδικτύου στις εμπορικές συναλλαγές. Η παγκόσμια πρόσβαση που προσφέρει το Internet αποτέλεσε πόλο έλξης για την εμπορική χρησιμοποίηση του από τις επιχειρήσεις είτε με τη μορφή επιχείρηση-προς-επιχείρηση (Β2Β) είτε με τη μορφή επιχείρηση-προς-καταναλωτή (Β2C).

Ωστόσο, το διαδίκτυο είναι ελεύθερο καθώς, σε ενωσιακό επίπεδο τουλάχιστον, η εσωτερική αγορά περιλαμβάνει ένα χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα, μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων. Επομένως, ένα από τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η απαγόρευση των ποσοτικών περιορισμών στις συναλλαγές εμπορευμάτων, καθώς και των μέτρων που έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα με τους ποσοτικούς αυτούς περιορισμούς. Η θέσπιση εθνικών κανόνων ή οι τεχνικοί κανονισμοί των προϊόντων που θέτουν εμπόδια στις συναλλαγές, επιτρέπονται και είναι αποδεκτοί μόνον εάν είναι αναγκαίοι για την κάλυψη επιτακτικών αναγκών και εξυπηρετούν το γενικό συμφέρον, το οποίο και πρέπει να εγγυώνται ουσιαστικά.

Σε κάθε περίπτωση, η ισόρροπη χρήση του διαδικτύου από όλους τους χρήστες, είναι σημαντικός παράγοντας προστασίας και αναβάθμισης της ποιότητας ζωής

Σελ. 4

του πολίτη. Όμως, η χρήση του είναι αναγκαίο να γίνεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην καταπατώνται οι ελευθερίες και τα δικαιώματα των υπόλοιπων χρηστών.

1.3. Είδη και μορφές του ηλεκτρονικού επιχειρείν

Το διαδίκτυο ή Internet είναι ένα απεριόριστο δίκτυο διασυνδεδεμένων δικτύων υπολογιστών, στο οποίο μπορούν να έχουν πρόσβαση οι πάντες, χωρίς διάκριση. Τα δίκτυα αυτά συνδέονται μεταξύ τους μέσω του τηλεφωνικού συστήματος ή μέσω ασύρματων δικτύων. Τα δίκτυα που απαρτίζουν το διαδίκτυο ανήκουν τόσο σε ιδιώτες όσο και στο δημόσιο και τους φορείς αυτού (οργανισμούς, ΝΠΔΔ, δημόσιες υπηρεσίες).

Οι εφαρμογές του διαδικτύου είναι το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail), οι ταχυδρομικοί κατάλογοι (mailing lists), ο παγκόσμιος ιστός (World Wide Web), οι ομάδες συζητήσεων και οι δίαυλοι συνομιλιών μαζί με τα κοινωνικά δίκτυα (newsgroups - chat rooms - social media), το πρωτόκολλο μεταφοράς αρχείου (File Transfer Protocol), ο τηλεχειρισμός υπολογιστή (Telnet), η τηλεφωνία και τηλεδιάσκεψη, η ραδιοφωνική αναμετάδοση προγραμμάτων κ.λπ.

Το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί μέρος του ηλεκτρονικού επιχειρείν. Το μεν πρώτο περικλείει την έννοια της κατάρτισης μιας εμπορικής σύμβασης, δηλ. της συναλλαγής χρημάτων και αγαθών μεταξύ δύο ή περισσότερων μερών. Αντίθετα, η έννοια του ηλεκτρονικού επιχειρείν είναι ευρύτερη γιατί περιέχει και άλλες έννοιες και δραστηριότητες, όπως την ανταλλαγή πληροφοριών και ιδεών, την εύρεση προσωπικού, την προσέλκυση επενδυτών, τη βελτιστοποίηση διαδικασιών, κ.ά. Περιλαμβάνει δηλ. και ενέργειες αναδιάρθρωσης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μέσω της χρήσης των ψηφιακών τεχνολογιών.

Άρα, το ηλεκτρονικό εμπόριο συνιστά την ψηφιακή εκτέλεση συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων και καταναλωτών που βασίζονται στην ηλεκτρονική μετάδοση δεδομένων μέσω δικτύων. Βασίζεται στην ηλεκτρονική μετάδοση δεδομένων που περιλαμβάνουν κείμενα, ήχο και εικόνα. Αφορά σε διάφορες δραστηριότητες, όπως ηλεκτρονική εμπορία αγαθών, προϊόντων και υπηρεσιών, online παράδοση ψηφιακού περιεχομένου, ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων, ηλεκτρονικές μεταβιβάσεις μετοχών, ηλεκτρονικές φορτωτικές, ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, διαφήμιση και προώθηση προϊόντων, δημόσιες προμήθειες, παραχώρηση βάσεων δεδομένων, πρόσβαση σε αρχεία, εξυπηρέτηση

Σελ. 5

μετά την πώληση κ.λπ. Περιλαμβάνει προϊόντα (όπως καταναλωτικά αγαθά, εξειδικευμένο ιατρικό εξοπλισμό κ.λπ.) καθώς και υπηρεσίες πληροφόρησης, οικονομικές, νομικές, ιατρικές συμβουλές κ.λπ.

1.3.1. Ηλεκτρονικό κατάστημα (e-shop)

Τα ηλεκτρονικά καταστήματα ανήκουν στην κατηγορία «επιχείρηση προς καταναλωτή» και αποτελούν σημεία προώθησης και πώλησης αγαθών και υπηρεσιών μέσω του διαδικτύου. Πρόκειται για διαδικτυακό marketing μιας επιχείρησης. Αρχικά αυτό είχε πραγματοποιηθεί για τη διαφήμιση και προώθηση των αγαθών και των υπηρεσιών μιας επιχείρησης. Στη συνέχεια, το μοντέλο αυτό ενισχύθηκε με τη δυνατότητα της ηλεκτρονικής παραγγελίας και πληρωμής που ήταν, μέχρι τότε, συνυφασμένες με παραδοσιακές μεθόδους συναλλαγών.

Τα πλεονεκτήματα που ανακύπτουν από τις διαδικασίες αυτές για μία επιχείρηση είναι: η αυξημένη ζήτηση, μια χαμηλού κόστους σφαιρική παρουσία στην ηλεκτρονική αγορά και φυσικά η μείωση του κόστους της προώθησης και των πωλήσεων. Τα οφέλη, από την άλλη μεριά, για τους καταναλωτές μπορεί να είναι: οι χαμηλότερες τιμές (συγκρινόμενες με εκείνες του παραδοσιακού εμπορίου), η ευρύτερη επιλογή και δυνατότητα συναλλαγών 24 ώρες το 24ωρο και σε κάθε περίπτωση, η αποφυγή της μετακίνησης στο φυσικό χώρο του προμηθευτή.

1.3.1.1. Βασικές λειτουργίες του ηλεκτρονικού καταστήματος

Οι βασικές λειτουργίες ενός ιδανικού συστήματος ηλεκτρονικού εμπορίου είναι κοινές τόσο για το επιχειρηματικό μοντέλο «επιχείρηση-προς-καταναλωτή» όσο και για το μοντέλο «επιχείρηση-προς-επιχείρηση».

Οι λειτουργίες που παρέχει ένα ηλεκτρονικό κατάστημα είναι: η εγγραφή στο ηλεκτρονικό κατάστημα, η πλοήγηση του χρήστη στο κατάστημα και η αναζήτηση, ο on-line κατάλογος, το καλάθι αγορών, η επικοινωνία µε τον πελάτη, η παραγγελία, η πιστοποίηση και το περιβάλλον επαφής, η ηλεκτρονική πληρωμή. Για να καλυφθεί όλο αυτό το φάσμα µε πληρότητα, ο σχεδιασμός του καταστήματος πρέπει, επίσης, να περιλαμβάνει το σχεδιασμό της παρουσίασης και επικοινωνίας, το σχεδιασμό της πλοήγησης στο κατάστημα και το σχεδιασμό της λειτουργικότητας.

 

Σελ. 6

1.3.2. Ηλεκτρονικό εμπόριο και τραπεζικές συναλλαγές

1.3.2.1. E-BANKING

Ε-banking (electronic banking - ηλεκτρονική τραπεζική) ουσιαστικά σημαίνει εκτέλεση τραπεζικών εργασιών με ηλεκτρονικά κανάλια, δηλαδή με κανάλια πέρα από το κλασικό τραπεζικό γκισέ. Ένα από αυτά είναι και το Internet και, σε αυτή την περίπτωση, μιλάμε για διενέργεια τραπεζικών εργασιών μέσω αυτού. Η λογική του Internet banking θέλει να χρησιμοποιείται ο υπολογιστής και ένας web browser.

1.3.2.2. MOBILE BANKING

Το Mobile Banking είναι ένας νέος τρόπος επικοινωνίας με την τράπεζα στην οποία είναι κάποιος πελάτης και στηρίζεται στη χρήση κινητού τηλεφώνου και την αμφίδρομη μεταφορά πληροφοριών.

Η επικοινωνία του Mobile Banking δίνει τη δυνατότητα να ενημερωνόμαστε για τους λογαριασμούς μας και να κάνουμε συναλλαγές από το κινητό μας όποτε θέλουμε οπουδήποτε και αν βρισκόμαστε μέσω των ειδικών εφαρμογών ή online σύνδεσης μέσω internet.

1.3.2.3. PHONE BANKING

Με το σύστημα της τραπεζικής τηλε-εξυπηρέτησης ο πελάτης, αφού δώσει τηλεφωνικά τον αριθμό που βρίσκεται πάνω στην κάρτα του και τον προσωπικό τηλεφωνικό του κωδικό έχει τη δυνατότητα, όπως και στις παραπάνω περιπτώσεις του e-banking και mobile banking να διενεργήσει πολλές τραπεζικές συναλλαγές, όπως:

• Να δώσει οδηγίες για αγορά εντόκων γραμματίων ή ομολόγων.

• Να μεταφέρει ποσά από ένα λογαριασμό σε άλλο.

• Να εξοφλεί λογαριασμούς (πιστωτικών καρτών, οργανισμών κοινής ωφέλειας κ.λπ.)

• Να μεταφέρει χρήματα σε άλλους λογαριασμούς στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό.

• Να ενημερώνεται για την κίνηση των λογαριασμών του.

• Να πληροφορείται για τις τιμές του συναλλάγματος και τις τιμές του Χρηματιστηρίου.

• Να δώσει οδηγίες για αλλαγή της διεύθυνσής του.

• Να παραγγείλει βιβλιάριο επιταγών.

• Να εξακριβώσει αν έχει εξαργυρωθεί κάποια συγκεκριμένη επιταγή του.

• Να πάρει πληροφορίες για τις υπόλοιπες υπηρεσίες της τράπεζας.

Σελ. 7

• Να ειδοποιήσει για την απώλεια της χρεωστικής ή της πιστωτικής του κάρτας.

1.3.3. Κατάρτιση τραπεζικής σύμβασης

Για να υπάρξει παροχή αυτών των τραπεζικών υπηρεσιών και εκτέλεση των παραπάνω δυνατοτήτων μέσω χορήγησης κωδικών που εξασφαλίζουν την πρόσβαση στις υπηρεσίες του e-banking, απαιτείται η σύναψη ειδικής σύμβασης μεταξύ του φυσικού ή νομικού προσώπου, αποδέκτη των υπηρεσιών, και της τράπεζας, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί και με τεχνικά μέσα, εξ αποστάσεως.

Η κατάρτισή της μπορεί να επέρχεται με την ηλεκτρονική διαβίβαση των εκατέρωθεν δηλώσεων βουλήσεων μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

• Προϋπάρχει έγγραφη συμφωνία των μερών για την μεταξύ τους ηλεκτρονική διαβίβαση δηλώσεων βουλήσεως,

• Η συμφωνία καθορίζει συγκεκριμένες διαδικασίες τυποποίησης και τεκμηρίωσης της γνησιότητας της προέλευσης, της αυθεντικότητας του περιεχομένου και της πιστότητας της μετάδοσης των δηλώσεων βουλήσεως,

• Οι διαδικασίες αυτές πρέπει να είναι κατ΄ αντικειμενικό κριτήριο αξιόπιστες και εύλογες, με την έννοια ότι πρέπει κατά την καλή πίστη να είναι σε θέση να αποκαλύψουν τυχόν ελαττώματα της γνησιότητας της προέλευσης, της αυθεντικότητας του περιεχομένου ή της πιστότητας της αναμετάδοσης της δήλωσης βουλήσεως εξ ίσου αποτελεσματικά, όπως κι ο έλεγχος της υπογραφής επί έγγραφων εντολών.

• Ως ελάχιστη διαδικασία τεκμηρίωσης απαιτείται σε κάθε περίπτωση η αναπομπή της δήλωσης βουλήσεως στον αποστολέα της προς επιβεβαίωση.

• Η συμφωνία πρέπει να προβλέπει την τήρηση αρχείου των ανταλλασσόμενων δηλώσεων βουλήσεως αυτούσιων για συγκεκριμένη χρονική περίοδο από τότε που έλαβε χώρα η διαβίβαση της δήλωσης βουλήσεως (σύμφωνα και με το χρόνο παραγραφής 5 έτη) και αρχείου όπου θα καταχωρούνται συνοπτικά τα δεδομένα κάθε δηλώσεως βουλήσεως για περίοδο τουλάχιστον δεκαπέντε επιπλέον ετών (για την κάλυψη της εικοσαετούς παραγραφής σε περίπτωση σχετικής απαίτησης και αξίωσης εγειρόμενης πιθανώς από τον πελάτη).

• Το αρχείο αυτό μπορεί να τηρείται με ηλεκτρονική ή άλλη μορφή και πρέπει να τηρείται από τρίτο ανεξάρτητο φορέα που οφείλει να εκδίδει νομίμως επικυρωμένα αντίγραφα και αποσπάσματα των δηλώσεων βουλήσεως κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε των μερών, καθώς και οποιουδήποτε άλλου αποδεικνύει έννομο συμφέρον.

Σελ. 8

Εφόσον πληρούνται οι ως άνω προϋποθέσεις, ισχύουν τα ακόλουθα:

• Όπου ο νόμος απαιτεί την ύπαρξη συστατικού ή αποδεικτικού έγγραφου τύπου, ως έγγραφο νοείται οποιοδήποτε μέσο στο οποίο καταγράφεται η δήλωση βουλήσεως. Ως έγγραφα νοούνται ιδίως τα αρχεία ηλεκτρονικού υπολογιστή, καθώς και τα αντίγραφα και αποσπάσματα του ως άνω προβλεπόμενου ηλεκτρονικού αρχείου.

• Ως υπογραφή νοείται η τήρηση οποιασδήποτε εμπορικά εύλογης διαδικασίας τεκμηρίωσης.

• Τα αρχεία ηλεκτρονικού υπολογιστή όπου καταγράφεται η δήλωση βουλήσεως, καθώς και τα αντίγραφα κι αποσπάσματα που εκδίδονται από το ως άνω προβλεπόμενο ηλεκτρονικό αρχείο έχουν σε κάθε περίπτωση την αποδεικτική δύναμη του ιδιωτικού εγγράφου.

1.4. Παροχές του διαδικτύου προς τους χρήστες του

Το Internet, έχει φέρει σημαντικές αλλαγές στη ζωή όλων των ανθρώπων. Οι εφαρμογές του ποικίλουν και είναι πλέον, για μερικούς, αναγκαίο και αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής τους. Είναι μία αστείρευτη πηγή πληροφοριών και γνώσης, στην οποία όλοι χωρίς διάκριση έχουν δικαίωμα πρόσβασης.

Οι παροχές του Internet είναι οι εξής:

1.4.1. Πληροφόρηση

Ο κάθε χρήστης έχει τη δυνατότητα να πάρει, αλλά και να δώσει πληροφορίες. Υπάρχουν ειδικά εργαλεία, οι μηχανές αναζήτησης, που μπορούν να ανιχνεύουν πληροφορίες σχετικά με το θέμα ή τις λέξεις-κλειδιά για τα οποία ενδιαφέρεται ο χρήστης.

1.4.2. Επικοινωνία

Εκτός από την εποχή της πληροφορίας, διανύουμε και την εποχή της επικοινωνίας. Το διαδίκτυο παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και σε αυτόν τον τομέα. Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς, οικονομικούς τρόπους επικοινωνίας ανάμεσα σε φίλους, συνεργάτες, επιχειρήσεις και πελάτες, γνωστούς και αγνώστους. Πολλές φορές το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο είναι πιο αποτελεσματικό και από το τηλέφωνο. Υπάρχουν, όμως, και άμεσοι τρόποι επικοινωνίας μέσα από το Internet. Οι κυβερνοσυζητήσεις είναι πιο αποτελεσματικές και διασκεδαστικές όπου δύο ή και περισσότεροι συνομιλούν σε ένα συγκεκριμένο διακομιστή, ανταλλάσσοντας απόψεις. Ανταλλαγή απόψεων

Σελ. 9

σε διάφορα θέματα γίνεται και μέσω forum ή τόπων κοινωνικής δικτύωσης, σημείων, δηλαδή, όπου ο καθένας γράφει και δημοσιεύει την άποψή του ώστε να μπορούν να τη διαβάσουν όλοι όσοι επισκεφθούν τη συγκεκριμένη ιστοσελίδα από εκείνη τη στιγμή και μετά.

1.4.3. Αγορές

Το Internet έχει γίνει μέσο που ικανοποιεί τις καταναλωτικές ανάγκες των ανθρώπων. Διάφορα προϊόντα και υπηρεσίες διακινούνται και παρέχονται πολύ εύκολα και γρήγορα μέσω του διαδικτύου και έτσι τα ηλεκτρονικά καταστήματα αναπτύσσονται ταχύτατα στις αγορές προσδίδοντας το πλεονέκτημα της ευρείας ενημέρωσης του καταναλωτή, ο οποίος έχοντας πρόσβαση στους ιστοτόπους των προμηθευτών, μπορεί πολύ γρήγορα να βρει, να αγοράσει ή/και να συγκρίνει αγαθά, τιμές, χαρακτηριστικά κ.λπ.

1.4.4. Υπηρεσίες

Μέσω του Internet μπορεί κανείς να πραγματοποιήσει τραπεζικές και ασφαλιστικές συναλλαγές, να αγοράσει λογισμικά προγράμματα, να κάνει αιτήσεις και να λάβει έγγραφα από δημόσιες υπηρεσίες, να ενημερωθεί για προγράμματα, π.χ. ταξιδιωτικών γραφείων, γραφείων ενοικίασης αυτοκινήτων, αεροπορικών και ακτοπλοϊκών εταιριών, σιδηροδρομικών οργανισμών, θεάτρων κ.λπ. αγοράζοντας, μάλιστα, το αντίστοιχο εισιτήριο. Επίσης, μπορεί να βρει επείγοντα τηλέφωνα, δρομολόγια, χάρτες, ξενοδοχεία, κτλ.

1.4.5. Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση

Το διαδίκτυο λειτουργεί και αναπτύσσει τις δυνατότητές του και στο δημόσιο τομέα. Έτσι, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση στοχεύει στην αλληλεπίδραση μεταξύ κράτους και πολιτών (Government-to-Citizen), κράτους και ιδιωτικών επιχειρήσεων (Government-to-Business), κράτους και εργαζομένων του (Government-to-Employees) αλλά και στις σχέσεις μεταξύ των δημόσιων φορέων (Government-to-Government) ώστε η λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και οι συναλλαγές με τους φορείς της να καταστούν πιο φιλικές, εύκολες, διαφανείς και λιγότερο κοστοβόρες. Επιπλέον, η θέσπιση της διαδικασίας ανοικτής διαβούλευσης αποβλέπει στην ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας του κράτους και τη διευκόλυνση της διαβούλευσης για τα δημόσια θέματα.

Ο θετικός αντίκτυπος της καθιέρωσης και εφαρμογής της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης αφορά στη βελτίωση των συνθηκών εξυπηρέτησης των πολιτών

Σελ. 10

και των επιχειρήσεων, στην αύξηση της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας των δημόσιων οργανισμών, ενώ η διαδικασία της ανοικτής διαβούλευσης αποσκοπεί στην ενίσχυση της διαφάνειας και της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά, μέσω της συμμετοχής τους στην ανοικτή διαβούλευση για την καλή νομοθέτηση, τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και την αποκέντρωση.

1.4.6. Διανομή προσωπικών δημιουργιών

Το Internet δεν βασίζεται μόνο στην πρωτοβουλία κάποιων επιχειρήσεων να προσφέρουν πληροφορίες και υπηρεσίες. Βασίζεται και στην ιδιωτική πρωτοβουλία, αυτών που θέλουν να προσφέρουν κάτι δικό τους, στη μεγαλύτερη ίσως κοινότητα του κόσμου. Δίνει τη δυνατότητα να διανέμουν οι χρήστες τις προσωπικές τους δημιουργίες. Άρθρα για διάφορα θέματα, φωτογραφίες, εικόνες, ζωγραφική, μουσική, βίντεο, ταινίες. Ο καθένας μπορεί να έχει σήμερα προσωπική σελίδα στον κυβερνοχώρο, ενώ το Internet προσφέρει τις υπηρεσίες του και ο κάθε ένας μπορεί να το εκμεταλλευτεί προς όφελός του.

1.4.7. Παγκόσμια παρουσία και επιλογή

Το ηλεκτρονικό εμπόριο δεν περιορίζεται γεωγραφικά στην επικράτεια ενός μόνο κράτους, αλλά εκτείνεται σε ολόκληρο τον κόσμο μέσω ηλεκτρονικών δικτύων, όπως το Internet και δίνει τη δυνατότητα στους εμπόρους να πετύχουν διεθνή παρουσίαση των προϊόντων τους και διεθνείς συνεργασίες. Αντίστοιχη δυνατότητα διαθέτουν και οι καταναλωτές ή αγοραστές οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα σε προϊόντα ή υπηρεσίες που διατίθενται από εμπόρους και προμηθευτές μέσω διαδικτύου σε ολόκληρο τον κόσμο.

1.4.8. Βελτίωση των όρων ανταγωνισμού

Βάσει της αμεσότητας του ηλεκτρονικού εμπορίου (e-commerce) έρχεται ο έμπορος πιο κοντά στο καταναλωτικό κοινό, γνωρίζει τις ανάγκες του και διαμορφώνει ανάλογα την επιχειρηματική του πολιτική. Γι’ αυτό, πολλές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν το e-commerce για την καλύτερη εξυπηρέτηση του πελάτη πριν και μετά την αγορά, παρέχοντας περισσότερες πληροφορίες για τα προϊόντα, οδηγίες για τη χρήση τους και άμεση απάντηση στα ερωτήματα που θέτουν οι επισκέπτες της ιστοσελίδας τους.

1.4.9. Μείωση των εξόδων και αντίστοιχη πτώση των τιμών

Στα πλεονεκτήματα του e-commerce θα πρέπει να προσθέσουμε και αυτό της σημαντικής μείωσης των εξόδων για τον επιχειρηματία, καθώς η φυσική παρουσία του ιδίου ή των αντιπροσώπων του δεν είναι απαραίτητη και αναγκαία για να λάβει χώρα μια συναλλαγή. Αποτέλεσμα της μείωσης των εξόδων είναι η αντίστοιχη μείωση των τιμών των αγαθών που παρέχει.

Σελ. 11

1.5. Η κοινωνία της πληροφορίας

Το διαδίκτυο, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, είναι μέρος της Κοινωνίας της Πληροφορίας. Η περιγραφή της έννοιας της Κοινωνίας της Πληροφορίας, είναι ιδιαίτερα δύσκολη λόγω του ευρύτατου φάσματος των δραστηριοτήτων που περιλαμβάνει και γιατί οι δραστηριότητες αυτές συνεχώς μεταβάλλονται. Απόπειρα εννοιολογικού προσδιορισμού της Κοινωνίας της Πληροφορίας, ο οποίος είναι περισσότερο περιγραφικός παρά επιστημονικός, έγινε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προ δεκαετίας ήδη, με τις Οδηγίες 98/34/ΕΚ, 98/48/ΕΚ και 2000/31/ΕΚ όπου ορίστηκε η υπηρεσία της Κοινωνίας της Πληροφορίας ως η «Κάθε υπηρεσία που παρέχεται έναντι αμοιβής με ηλεκτρονικά μέσα εξ αποστάσεως και κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη υπηρεσιών” και “ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά”.

Ταυτόχρονα, στο άρθρο 5Α παρ. 1 και 2 του Συντάγματος κατοχυρώνεται το δικαίωμα κάθε ατόμου στην πληροφόρηση και το δικαίωμα καθενός να συμμετέχει στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Ειδικότερα, ορίζεται ότι «Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους, τηρουμένων πάντοτε των εγγυήσεων των άρθρων 9, 9Α και 19 Συντ.» τα οποία προστατεύουν την ιδιωτική ζωή, τα προσωπικά δεδομένα και το απόρρητο της επικοινωνίας.

Πιο συγκεκριμένα, κατά τις ανωτέρω συνταγματικές ρυθμίσεις, η κατοικία κάθε ατόμου θεωρείται άσυλο. Κατά συνέπεια, η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη και καμία έρευνα δεν μπορεί να γίνει σε κατοικία, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος και πάντοτε με την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας. Σε αντίθετη περίπτωση, οι παραβάτες τιμωρούνται για παραβίαση του οικιακού ασύλου και για κατάχρηση εξουσίας και υποχρεούνται σε πλήρη αποζημίωση του παθόντος.

Σελ. 12

Επίσης, κάθε άτομο έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, τα οποία προστατεύονται από ειδική νομοθεσία και διασφαλίζεται η προστασία τους και από ανεξάρτητη διοικητική αρχή.

Τέλος, ισχύει, κατά την ειδική συνταγματική επιταγή, το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας, ενώ κατ’ εξαίρεση ορίζονται οι προϋποθέσεις και ταυτόχρονα οι εγγυήσεις με τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.

Επομένως, η Κοινωνία της Πληροφορίας είναι το σύνολο των βιοτικών σχέσεων που ανακύπτουν και εξαρτώνται από τη νέα τεχνολογία της πληροφορικής. Οι υπηρεσίες της καλύπτουν μεγάλο φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων σε απευθείας σύνδεση (online). Ωστόσο, δεν καλύπτονται από τον ορισμό δραστηριότητες, όπως η παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών off-line. Αντιθέτως, εμπίπτουν στον ορισμό, εκτός από τη σύναψη συμβάσεων online και υπηρεσίες που δεν αμείβονται από τον αποδέκτη τους, όπως είναι η παροχή πληροφοριών online ή εμπορικές επικοινωνίες ή υπηρεσίες αναζήτησης, πρόσβασης και ανάκτησης δεδομένων, εφόσον συνιστούν οικονομικές δραστηριότητες.

Οι υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας καλύπτουν, επίσης, τη μεταβίβαση πληροφοριών μέσω ενός δικτύου επικοινωνίας με την παροχή πρόσβασης σε δίκτυο επικοινωνίας ή με την καταχώριση πληροφοριών, τις οποίες παρέχει ο αποδέκτης της υπηρεσίας. Η τηλεοπτική μετάδοση και η ραδιοφωνική μετάδοση δεν αποτελούν υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, όταν δεν παρέχονται κατόπιν ατομικού αιτήματος, σε αντίθεση με τις υπηρεσίες που προβλέπει και ρυθμίζει η Οδηγία 2010/13/ΕK για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων ήτοι τις «κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων» δηλ. υπηρεσίες

Σελ. 13

που παρέχονται για την παρακολούθηση προγραμμάτων σε χρονική στιγμή που επιλέγει ο χρήστης και κατόπιν δικού του αιτήματος.

Επιπροσθέτως, οι υπηρεσίες που διαβιβάζονται από σημείο σε σημείο, όπως η μαγνητοσκόπηση κατ’ αίτηση ή η παροχή εμπορικών επικοινωνιών μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου εμπίπτουν στην έννοια των υπηρεσιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας και στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ. Η χρήση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή αντίστοιχων ατομικών επικοινωνιών, π.χ. από φυσικά πρόσωπα που δεν ενεργούν στο πλαίσιο της εμπορικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τους προς σύναψη συμβάσεων μεταξύ των εν λόγω προσώπων, δεν αποτελεί υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας. Το ίδιο ισχύει για τη συμβατική σχέση μεταξύ εργαζομένων και εργοδότη, καθώς και για τις υπηρεσίες που εξ ορισμού δεν παρέχονται εξ αποστάσεως και με ηλεκτρονικά μέσα, όπως ο κατά νόμο έλεγχος των λογιστικών εγγραφών-βιβλίων εταιρείας ή η παροχή ιατρικών συμβουλών, όπου απαιτείται φυσική εξέταση του ασθενούς, με εξαίρεση την από απόσταση παροχή ιατρικών υπηρεσιών.

1.6. Οι ρυθμίσεις της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο

Η Οδηγία 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο ψηφίσθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 8 Ιουνίου 2000 και ρυθμίζει βασικά ζητήματα σε ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας και κυρίως σε σχέση με το ηλεκτρονικό εμπόριο στην εσωτερική αγορά. Η ελληνική νομοθεσία εναρμονίσθηκε με την παραπάνω οδηγία ψηφίζοντας το Προεδρικό Διάταγμα 131/2003.

Οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις εφαρμόζονται σε όλους τους τομείς του δικαίου που ρυθμίζουν την παροχή υπηρεσιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας, ανεξάρτητα από το εάν πρόκειται για ζητήματα δημοσίου, ιδιωτικού ή ποινικού δικαίου. Ισχύουν τόσο όσον αφορά το ηλεκτρονικό εμπόριο μεταξύ επιχειρήσεων όσο και μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών ενώ αποσκοπούν στην εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών της Κοινωνίας των Πληροφοριών, για να υπάρξει ένας χώρος χωρίς εθνικά σύνορα.

Ωστόσο, η Οδηγία δεν αποσκοπεί στον καθορισμό κανόνων σχετικά με φορολογικές υποχρεώσεις, ούτε προδικάζει την κατάρτιση κοινοτικών πράξεων σχετικά με φορολογικές πτυχές του ηλεκτρονικού εμπορίου. Ακόμη, από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας εξαιρούνται συμφωνίες ή πρακτικές διεπόμενες από την

Σελ. 14

αντιμονοπωλιακή νομοθεσία, οι δραστηριότητες συμβολαιογράφων ή αντίστοιχων επαγγελμάτων, στο βαθμό που συνεπάγονται άμεση και ειδική σύνδεση με την άσκηση δημόσιας εξουσίας, η εκπροσώπηση των πελατών στο δικαστήριο, καθώς και η συμμετοχή σε τυχερά παιχνίδια, στα οποία ο παίκτης στοιχηματίζει νομισματική αξία, συμπεριλαμβανομένων των λαχείων και των στοιχημάτων. Η εξαίρεση των τυχερών παιχνιδιών δεν καλύπτει τους διαφημιστικούς διαγωνισμούς ή παιχνίδια που αποσκοπούν στην πώληση αγαθών ή υπηρεσιών. Πρόσθετοι κανόνες στον τομέα του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου ή της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων δεν θεσπίζονται. Παράλληλα δεν θίγονται εθνικά ή περιφερειακά μέτρα που έχουν σκοπό την προώθηση της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας και την προάσπιση του πλουραλισμού.

Λόγω του ότι η Οδηγία ήταν μία από τις πρώτες νομικές πράξεις που προσέγγισαν ένα ευρύ φάσμα νομικών θεμάτων που έχουν σχέση με διάφορες πτυχές της ανάπτυξης του ηλεκτρονικού εμπορίου, συγκέντρωσε μεγάλο ενδιαφέρον και αποτελεί πρότυπο για εθνικές, περιφερειακές ή παγκόσμιες ρυθμιστικές πρωτοβουλίες.

Η Οδηγία, υποχρέωσε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προχωρήσουν στη νομοθετική ρύθμιση ορισμένων ζητημάτων για να υπάρξει εναρμόνιση όλων των εθνικών νομοθεσιών ως προς τα ζητήματα αυτά. Ταυτόχρονα, υποχρέωσε τα κράτη μέλη να απέχουν από κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να δημιουργήσει εμπόδια στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών της Κοινωνίας των Πληροφοριών ανάμεσά τους.

Ωστόσο, το ζήτημα προστασίας των συμφερόντων του καταναλωτή δεν απασχόλησε τους συντάκτες αυτής της Οδηγίας σε μεγάλο βαθμό. Μόνο στο άρθρο 13 ορίζεται ότι δεν θίγεται το επίπεδο προστασίας του καταναλωτή στο μέτρο που δεν περιορίζεται έτσι η ελευθερία παροχής υπηρεσιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας. Σε περίπτωση σύγκρουσης των δύο αυτών βασικών προτεραιοτήτων, υπερτερεί η διαφύλαξη της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών της Κοινωνίας των Πληροφοριών.

Έτσι, δεν περιορίζεται το επίπεδο προστασίας των συμφερόντων του καταναλωτή, που είχαν θεσπισθεί, σε ισχύουσες τότε, παλαιότερες της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ κοινοτικές πράξεις, όπως η Οδηγία 1993/13/ΕΚ σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες, αλλά και σε μεταγενέστερες αυτής που τροποποίησαν το παλαιό ρυθμιστικό πλαίσιο σε καίρια ζητήματα δικαιωμάτων των καταναλωτών, όπως η Οδηγία 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, η Οδηγία 2011/83/ΕΚ για τα δικαιώματα των καταναλωτών και τελευταία η Οδηγία 2019/2161/ΕΚ για την καλύτερη επιβολή και τον εκσυγχρονισμό των κανόνων της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών, που τροποποίησε όλες τις

Σελ. 15

παραπάνω αναφερόμενες οδηγίες, οι οποίες εισάγουν ουσιώδη συστατικά της προστασίας του καταναλωτή στις συμβατικές του σχέσεις.

Συμπερασματικά, η Οδηγία 2000/31/ΕΚ εφαρμόζεται στην εσωτερική αγορά, στις εμπορικές επικοινωνίες και στις συμβάσεις που συνάπτονται με ηλεκτρονικά μέσα. Ο σκοπός της ήταν να ρυθμίσει και να εξουδετερώσει ορισμένα νομικά εμπόδια τα οποία καθιστούσαν λιγότερο ελκυστική την άσκηση της ελευθερίας της εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Τα εν λόγω εμπόδια οφειλόταν στις αποκλίσεις των νομοθεσιών, καθώς και στην έλλειψη ασφάλειας δικαίου ως προς τους εφαρμοστέους κανόνες για τις υπηρεσίες αυτές.

Η Οδηγία ρυθμίζει ειδικά ζητήματα που δημιουργούν προβλήματα στην εσωτερική αγορά και ως εκ τούτου, είναι απολύτως συνεπής με την προβλεπόμενη, στο άρθρο 4 της Συνθήκης, αρχή της επικουρικότητας η οποία εφαρμόζεται στον τομέα αυτό. Η ευρωπαϊκή ένωση παρεμβαίνει επικουρικά, αποκλειστικά και μόνο στους τομείς που κρίνεται απαραίτητη η εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών, προκειμένου να λειτουργήσει ελεύθερα η εσωτερική αγορά. Άλλωστε, η προσέγγιση της οδηγίας είναι «οριζόντια», καθόσον δεν ρυθμίζει συγκεκριμένες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας (π.χ. την πώληση καταναλωτικών αγαθών μέσω του διαδικτύου) ή εξειδικευμένους τομείς δικαίου, αλλά επιχειρεί τη ρύθμιση με βάση ένα ενιαίο κανονιστικό πλαίσιο.

Στόχος της οδηγίας ήταν η δημιουργία ενός νομικού πλαισίου που θα εξασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας μεταξύ κρατών-μελών η οποία μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να αντικατοπτρίζει, στο ευρωπαϊκό δίκαιο, την αρχή της ελευθερίας έκφρασης, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 10 παρ. 1 ΕΣΔΑ και στα άρθρα 56 επ. ΣΛΕΕ. Εξασφαλίζει, επίσης, την προστασία των ανηλίκων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, την προστασία του καταναλωτή και την προστασία της δημόσιας υγείας ταυτόχρονα με τις ειδικές νομοθετικές ευρωπαϊκές διατάξεις για την προάσπιση και προστασία των δικαιωμάτων αυτών.

Ειδικότερα, ο κοινοτικός νομοθέτης συμπεριέλαβε στην οδηγία διατάξεις που αφορούν τις επιμέρους πτυχές του ηλεκτρονικού εμπορίου, ειδικότερα δε, ρύθμισε τα ζητήματα που αφορούν, μεταξύ άλλων, την εγκατάσταση των φορέων παροχής υπηρεσιών, τη χρήση των εμπορικών επικοινωνιών, τις ηλεκτρονικές συμβάσεις, το καθεστώς αδειών και την ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες διαδικτύου.

Όμως, μια σειρά επίκαιρα ζητήματα του ηλεκτρονικού εμπορίου δεν αντιμετωπίζονται, όπως το ζήτημα της νομιμότητας της δημιουργίας συνδέσμων (links) και πλαισίων (frames), η χρήση διακριτικών γνωρισμάτων στις μετα-ετικέτες των ιστοσελίδων (metatags), καθώς και ειδικότερα ζητήματα του δικαίου της

Σελ. 16

πνευματικής ιδιοκτησίας στο διαδίκτυο, τα οποία αντιμετωπίσθηκαν λίγο αργότερα από την Οδηγία 2001/29/ΕΚ. Η τελευταία, μαζί με την Οδηγία 2000/31/ΕΚ, συμβάλει στη δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου, το οποίο περιλαμβάνει τη νέα, αναδυόμενη αγορά των ψηφιακών έργων, τα οποία είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο και επιπλέον, ενισχύει τη νομική θέση των δικαιούχων του προσφερόμενου υλικού –παραγωγών περιεχομένου– και διασφαλίζει το πλαίσιο των ηλεκτρονικών συμβάσεων που έχουν ως αντικείμενο την παροχή έργων κατά την έννοια του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας. Τέλος, η Οδηγία 2000/31/ΕΚ εστιάζει σε ορισμένα μόνο ζητήματα τα οποία χρήζουν αντιμετώπισης και τούτο, διότι ο κοινοτικός νομοθέτης, τότε, έκρινε ότι οι ισχύουσες διατάξεις του εθνικού δικαίου των κρατών μελών μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά και στις συναλλαγές του ηλεκτρονικού εμπορίου.

Αναφορικά με την εναρμόνιση της Ελλάδας στο πλαίσιο αυτό, μέσω του ΠΔ 131/2003 μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει πλήρης εναρμόνιση και μάλιστα ο Έλληνας νομοθέτης προχώρησε μόνος του στον καθορισμό της έννοιας των «υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας». Επιπλέον, το άρθρο 20 παρ. 3 του ΠΔ 131/2003, προφανώς με σκοπό να μεταφέρει τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 της Οδηγίας στην Ελληνική νομοθεσία, αναφέρει ότι «καμιά διάταξη του παρόντος ΠΔ δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο που να θίγει το επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας και των συμφερόντων του καταναλωτή, όπως θεσπίζεται σε κοινοτικές πράξεις και στις εθνικές νομοθεσίες που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή τους, στο μέτρο που δεν περιορίζεται έτσι η ελευθερία παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας».

Στην Ελληνική νομοθεσία δεν τίθεται, λοιπόν, ρητά η υποχρέωση εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου όσον αφορά την προστασία του καταναλωτή, όπως συμβαίνει στο άρθρο 1 παρ. 3 της Οδηγίας, αλλά η ρύθμιση περιορίζεται στον τρόπο ερμηνείας των διατάξεων του ΠΔ έτσι ώστε να μην θίγεται το επίπεδο προστασίας του καταναλωτή και πάντοτε στο μέτρο που δεν περιορίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας. Πρέπει, μάλλον, να γίνει δεκτό ότι η εν λόγω ρύθμιση δεν αποτελεί ορθή μεταφορά της οδηγίας στην εθνική μας νομοθεσία και εν πάση περιπτώσει το κοινοτικό κεκτημένο της προστασίας του καταναλωτή δεν διασφαλίζεται, στο μέτρο που το επεδίωξε ο κοινοτικός νομοθέτης.

Βέβαια, νεώτερες νομοθετικές πράξεις, ευρωπαϊκές οδηγίες και ελληνικά νομοθετικά κείμενα που θεσπίσθηκαν προς εναρμόνιση με τα ευρωπαϊκά, με ειδικές σε κάθε διαφορετικό τομέα ρυθμίσεις δημιούργησαν έστω και μεταγενέστερα ένα ικανοποιητικό προστατευτικό πλέγμα για τα δικαιώματα των καταναλωτών.

Σελ. 17

1.6.1. Η ελευθερία παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικού εμπορίου

Σύμφωνα με το άρθρο 3 της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ κάθε κράτος-μέλος μεριμνά ώστε οι υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας που παρέχει ένας φορέας εγκατεστημένος στο έδαφος του να τηρούν τις ισχύουσες εθνικές διατάξεις του, οι οποίες εμπίπτουν στο συντονισμένο τομέα (άρθρο 3 παρ. 1). Τα κράτη-μέλη δεν μπορούν, για λόγους που αφορούν το συντονισμένο τομέα, να περιορίσουν την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, οι οποίες προέρχονται από άλλο κράτος-μέλος (άρθρο 3 παρ. 2). Μπορούν, όμως, να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη δημόσια τάξη (ιδίως πρόληψη, έρευνα, διαπίστωση και δίωξη εγκλημάτων, στα οποία περιλαμβάνονται η προστασία των ανηλίκων και η καταπολέμηση της πρόκλησης μίσους λόγω φυλής, φύλου, θρησκείας ή εθνικότητας, καθώς και οι παραβιάσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που αφορούν μεμονωμένα πρόσωπα), την προστασία της δημόσιας υγείας, τη δημόσια ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της προάσπισης της εθνικής ασφάλειας και άμυνας, και την προστασία του καταναλωτή περιλαμβανομένου και του επενδυτή. Τα μέτρα αυτά πρέπει να στρέφονται κατά μιας υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας, η οποία βλάπτει τους προαναφερθέντες στόχους ή συνιστά σοβαρό κίνδυνο γι’ αυτούς, και οφείλουν να τηρούν την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 3 παρ. 4).

Τα κράτη-μέλη οφείλουν να εξασφαλίζουν ότι η ανάληψη και η άσκηση δραστηριότητας φορέα παροχής υπηρεσίας της κοινωνίας της πληροφορίας δεν μπορεί να υπαχθεί σε καθεστώς προηγούμενης παροχής αδείας ή σε οποιαδήποτε άλλη προϋπόθεση ισοδυνάμου αποτελέσματος. Η υποχρέωση αυτή δεν αφορά ταχυδρομικές υπηρεσίες, που καλύπτονται από την Οδηγία 2008/6/ΕK σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και συνίστανται στην υλική παράδοση τυπωμένου ηλεκτρονικού μηνύματος, και δεν θίγει συστήματα εθελοντικής πιστοποίησης, ιδίως για φορείς παροχής υπηρεσιών πιστοποίησης της γνησιότητας ηλεκτρονικών υπογραφών. Το ίδιο ισχύει και για τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται από την Οδηγία 2018/1972/ΕΚ σχετικά με το πλαίσιο γενικών και ειδικών αδειών στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.

 

Σελ. 18

1.7. Η σύναψη μιας ηλεκτρονικής σύμβασης

1.7.1. Κατάρτιση μέσω e-mail

Σύμφωνα με τα διδάγματα για τη λειτουργία του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) ως μέσου επικοινωνίας στο διαδίκτυο, απαιτείται, εκτός της συμφωνίας με κάποιον διαμετακομιστή, ο οποίος χρησιμοποιεί την υπηρεσία αυτή, μέσω ειδικού λογισμικού, το οποίο έχει εγκαταστήσει μόνιμα ο χρήστης στον υπολογιστή του, η χρήση ενός ειδικού κωδικού, βάσει του οποίου αναγνωρίζεται ο χρήστης στο σύστημα, είτε ως αποστολέας, είτε ως λήπτης ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Ο κωδικός αυτός αποτελεί την ηλεκτρονική διεύθυνση του χρήστη, έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται κατά πρωτότυπο τρόπο από τον ίδιο με τη χρήση χαρακτήρων της επιλογής του, οι οποίοι συνδυάζονται με το σύμβολο @ και με χαρακτήρες που θέτει ο διαμετακομιστής, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ο συγκεκριμένος συνδυασμός να αφορά μόνο το χρήστη που τον έχει ορίσει, χωρίς να είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί, νόμιμα, από άλλον. Η απεικόνιση της διεύθυνσης του αποστολέα επάνω στο μήνυμα, καθιστά αυτόν απολύτως συγκεκριμένο για τον παραλήπτη, έτσι ώστε να μην είναι δυνατόν να επέλθει σύγχυσή του με άλλο χρήστη του ίδιου συστήματος.

1.7.2. Κατάρτιση απευθείας –online– μέσω internet

Για την κατάρτιση αυτών των συμβάσεων ο χρήστης –αποδέκτης της υπηρεσίας– επισκέπτεται μέσω του διαδικτύου απευθείας την ιστοσελίδα του προμηθευτή –φορέα παροχής της υπηρεσίας– και μετά την αποστολή και αποδοχή δηλ. την ταύτιση των ηλεκτρονικών δηλώσεων βουλήσεως των μερών συνάπτεται η ηλεκτρονική σύμβαση.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του ΠΔ 150/2001 για τις «ηλεκτρονικές υπογραφές» επιτρέπεται η κατάρτιση συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα εκτός από τις συμβάσεις που θεμελιώνουν ή μεταβιβάζουν εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων, τις συμβάσεις οι οποίες απαιτούν εκ του νόμου την προσφυγή σε δικαστήρια, δημόσιες αρχές ή επαγγέλματα που ασκούν δημόσια εξουσία και τις συμβάσεις οι οποίες εμπίπτουν στο οικογενειακό ή κληρονομικό δίκαιο.

 

Σελ. 19

1.7.3. Ηλεκτρονική δήλωση βούλησης και έγκυρη διαβίβασή της μέσω Internet

Ουσιώδη παράγοντα για την κατάρτιση συμβάσεων αποτελεί, με βάση το αστικό δίκαιο, η δήλωση βούλησης που περιέχει πρόταση σύναψης σύμβασης και η αποδοχή της. Στην περίπτωση της κατάρτισης συμβάσεων στο Internet πρέπει κατ’ αντιστοιχία να υπάρχει ηλεκτρονική δήλωση βούλησης που περιέχει πρόταση σύναψης σύμβασης και ηλεκτρονική δήλωση αποδοχής της πρότασης.

Η ηλεκτρονική δήλωση βούλησης που διαβιβάζεται μέσω Internet δεν διαφέρει από τη συνηθισμένη δήλωση βούλησης του αστικού δικαίου, παρά μόνο ως προς τον τρόπο μετάδοσής της, που γίνεται ηλεκτρονικά. Ως προς τη δεσμευτική δύναμη της ηλεκτρονικής δήλωσης βούλησης δεν υπάρχει αμφιβολία πως και οι ηλεκτρονικά διαβιβαζόμενες δηλώσεις, μέσω για παράδειγμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή με online συμπλήρωση της φόρμας παραγγελίας ή της αποδοχής των όρων της σύμβασης που έχουν συσταθεί από τον ίδιο τον δηλούντα προσωπικά, αποτελούν καθ’ όλα έγκυρες δηλώσεις βούλησης, εφόσον βέβαια πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις εγκυρότητας τους με βάση το κοινό αστικό δίκαιο (άρθρα 127 επ. ΑΚ).

Έτσι, μια ηλεκτρονική δήλωση αποτελεί δήλωση βούλησης κατά το κοινό αστικό δίκαιο από ένα πρόσωπο ικανό προς δικαιοπραξία, όταν συντρέχουν στο πρόσωπο του δηλούντα κυρίως τρεις προϋποθέσεις: ο δηλών α) να έχει πρώτιστα βούληση πράξης, δηλαδή να έχει πρόθεση να τελέσει μια πράξη, β) να έχει περαιτέρω συνείδηση ή βούληση δήλωσης, δηλαδή να έχει δικαιοπρακτική βούληση, δηλαδή να θέλει να ισχύσει συγκεκριμένη δικαιοπραξία και γ) να θέλει να επέλθουν οι έννομες συνέπειές της.

1.7.3.1. Πρόταση/αποδοχή

Σύμφωνα με το άρθρο 192 ΑΚ «η σύμβαση συντελείται μόλις περιέλθει σε αυτόν που πρότεινε, η δήλωση αποδοχής της πρότασής του». Στο σημείο αυτό τίθεται το ερώτημα, αν η παρουσίαση των προϊόντων και των αντίστοιχων τιμών τους στην ιστοσελίδα μιας εταιρείας, θα πρέπει να θεωρηθεί ως πρόταση με την έννοια του νόμου. Αν η προσφορά-πρόταση γίνεται προς αόριστο αριθμό προσώπων, όπως είναι οι διαφημίσεις, δεν αναγνωρίζεται καμία απολύτως δεσμευτική πρόταση.

Σε περίπτωση, όμως, που μια εταιρεία ζητά από τον πελάτη, αμέσως μόλις αυτός μπει στην ιστοσελίδα της εταιρείας ή μόλις θελήσει να κάνει κάποια παραγγελία, να δώσει τα στοιχεία του σχετικά με την πληρωμή (π.χ. το ονοματεπώνυμό του, τα στοιχεία ταυτότητας, ΑΦΜ, το νούμερο της πιστωτικής του κάρτας κ.ά.), τότε υπάρχει μια πρόταση προς συγκεκριμένο πρόσωπο που την ζητά.

Σελ. 20

Η κατάρτιση μιας ηλεκτρονικής σύμβασης ή σύμβασης από απόσταση, δεν απαιτεί τη φυσική ταυτόχρονη παρουσία των συμβαλλομένων μερών. Στην περίπτωση όμως, που δύο χρήστες είναι την ίδια στιγμή συνδεδεμένοι μέσα σε ένα δίκτυο και έχουν άμεση επικοινωνία (είτε μόνο με γραπτά μηνύματα είτε και με εικόνα π.χ. μέσω του προγράμματος skype) τότε θα εφαρμοστούν οι κανόνες, που διέπουν την κατάρτιση συμβάσεων μεταξύ παρόντων και η σύμβαση θα συντελεστεί μόλις γίνει η αποδοχή της πρότασης (κατ’ αναλογία του άρθρου 194 ΑΚ). Συνήθως, όμως, μία σύμβαση στο Internet καταρτίζεται μεταξύ απόντων. Στην περίπτωση αυτή η δήλωση βουλήσεως είναι έγκυρη, όταν περιέλθει στον αποδέκτη της. Η πρόταση θεωρείται ότι έχει περιέλθει στον αποδέκτη της, όταν από τα συναλλακτικά ήθη και τις ειδικές περιστάσεις κάτι τέτοιο δεν είναι μόνο δυνατό, αλλά και το φυσικώς αναμενόμενο. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ο αποδέκτης μιας πρότασης μπορεί να λάβει γνώση ενός email ή μιας online αποδοχής του πελάτη του για αγορά συγκεκριμένου αγαθού μετά την αποστολή τους. Το ερώτημα εδώ όμως είναι πόσο συχνά είναι (ή πρέπει να είναι) υποχρεωμένος ο εκάστοτε αποδέκτης να διαβάζει το ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο και τα μηνύματα της ιστοσελίδας του.

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται αν αντικαταστήσουμε τον ηλεκτρονικό υπολογιστή με μία συσκευή φαξ. Στην περίπτωση αυτή θα λέγαμε ότι γνώση της πρότασης υπάρχει όταν το φαξ φτάσει στον αποδέκτη κατά τις ώρες εργασίας. Το ίδιο ισχύει και με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και την ιστοσελίδα. Ο κάτοχος ενός ηλεκτρονικού γραμματοκιβωτίου που δημοσιοποιεί τη διεύθυνσή του με σκοπό την εμπορική δραστηριοποίησή του στο διαδίκτυο, δημιουργεί στον αποστολέα της πρότασης την προσδοκία ότι το μήνυμά του θα φτάσει μέχρι το τέλος της ημέρας (εδώ εννοείται το τέλος των οικονομικών συναλλαγών του εμπόρου/αποδέκτη) κατά την οποία εστάλη. Εάν δεν πρόκειται για το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ενός επιχειρηματία αλλά ενός φυσικού προσώπου, το μήνυμα θα πρέπει να θεωρείται ότι φτάνει την επόμενη ημέρα από εκείνη που εστάλη, καθόσον, προς το παρόν, γίνεται δεκτό ότι το πρόσωπο αυτό δεν έχει τόσο καλά οργανωμένη επιχείρηση.

Άρα, καίριο στοιχείο είναι ο χρόνος περιέλευσης της δηλώσεως βουλήσεως του αντισυμβαλλομένου του πωλητή-εμπόρου που πραγματοποιείται με την είσοδο του μηνύματος στην ηλεκτρονική θυρίδα του σε ώρες λειτουργίας, ανεξαρτήτως αν έγινε έλεγχος του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και λήψη του μηνύματος, ενώ όταν η είσοδος του μηνύματος στην ηλεκτρονική θυρίδα πραγματοποιηθεί εκτός ωρών λειτουργίας, τότε η περιέλευση λογίζεται ότι γίνεται το πρωί της επόμενης (εργάσιμης) ημέρας.

Back to Top