ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ
- Εκδοση: 4η 2021
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 616
- ISBN: 978-960-654-458-3
- Black friday εκδόσεις: 10%
Η 4η έκδοση του έργου «Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο» αποτελεί μια εμπλουτισμένη και αναθεωρημένη καταγραφή του κανονιστικού πλαισίου των σύγχρονων διεθνών σχέσεων. Πραγματεύεται ζητήματα που αποτελούν τον κορμό του διεθνούς δικαίου, όπως: τα βασικά στοιχεία του συστήματος (υποκείμενα και πηγές διεθνούς δικαίου, διεθνείς συνθήκες κ.λπ.), τις περιοχές εφαρμογής του (εδαφικά ζητήματα, δίκαιο της θάλασσας, νέοι θεσμοί), τις διεθνείς δραστηριότητες των κρατών (διπλωματικές σχέσεις, διαδοχή, απόσχιση, διεθνής ευθύνη, προστασία περιβάλλοντος και πολιτιστικής κληρονομιάς κ.λπ.), την οργάνωση της διεθνούς κοινότητας (Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, Διεθνής Οργάνωση Εργασίας), την αντιμετώπιση διεθνών κρίσεων (ειρηνική επίλυση διαφορών, συμβολή του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης).Το βιβλίο περιέχει πλήθος παραδειγμάτων υποθέσεων της σύγχρονης ιστορίας, επεξηγηματικούς χάρτες για το δίκαιο της θάλασσας, ενώ συνοδεύεται από πλούσια βιβλιογραφία και αναλυτικό αλφαβητικό ευρετήριο. Απευθύνεται σε κάθε μελετητή, ερευνητή ή εφαρμοστή του διεθνούς δικαίου και σε κάθε ενεργό πολίτη που επιθυμεί να εξερευνήσει τα ισχύοντα στις σύγχρονες διεθνείς σχέσεις.
Περιεχόμενα | |
Σημείωμα | Σελ. V |
Πρόλογος πρώτης εκδόσεως | Σελ. VII |
Βασική Βιβλιογραφία Διεθνούς Δικαίου | Σελ. XXXVII |
Γενικά Έργα | Σελ. XXXVII |
Παραδόσεις της Ακαδημίας Διεθνούς Δικαίου της Χάγης | Σελ. XLI |
Μαθήματα στην Ακαδημία του Διεθνούς Δικαίου της Χάγης που δίδαξαν Έλληνες | Σελ. XLIII |
Αποφάσεις και Γνωμοδοτήσεις Διεθνών Δικαστηρίων | Σελ. XLIV |
Σημαντικά περιοδικά του κλάδου | Σελ. XLVI |
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ | |
ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ | |
ΤΜΗΜΑ Ι | |
ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι | |
ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ | |
Το διεθνές δίκαιο | Σελ. 4 |
Κωδικοποίηση του διεθνούς δικαίου και προοδευτική εξέλιξη | Σελ. 4 |
Η διεθνής κοινότητα | Σελ. 6 |
Διαμόρφωση του διεθνούς δικαίου | Σελ. 6 |
Θεωρητικές ενατενίσεις από την Αναγέννηση (17ος αιώνας) | Σελ. 7 |
Συνάρτηση προς συγκεκριμένες πολιτικές μεταβολές από την Αναγέννηση ως τις αρχές του 20ού αιώνα | Σελ. 8 |
Θεμελιακή αλλαγή με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) | Σελ. 10 |
Πολιτικές ρήξεις που επηρέασαν το διεθνές δίκαιο | Σελ. 11 |
Σύνοψη των φάσεων εξελίξεως του διεθνούς δικαίου | Σελ. 13 |
10. Σύγχρονος ρόλος του διεθνούς δικαίου | Σελ. 13 |
Αβροφροσύνη και δίκαιο | Σελ. 15 |
Ποικιλία νομικής εντάσεως των διεθνών κανόνων | Σελ. 15 |
Επιτεύγματα και ανατροπές στο ζήτημα της απαγορεύσεως χρήσεως βίας (βλ. Μέρος Τέταρτο, Τμήμα ΙΙ, Κεφ. Ι και ΙΙ) | Σελ. 16 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ | |
ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ «ΧΡΗΣΤΕΣ» ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ | |
Γενικά | Σελ. 19 |
§1. ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΩΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ | Σελ. 21 |
Κυριαρχία του κράτους (State Sovereignty) | Σελ. 21 |
Κράτος και Δημοκρατία | Σελ. 23 |
Κράτος και παγκοσμιοποίηση (globalization) | Σελ. 24 |
Ανεξαρτησία του κράτους (State Independence) | Σελ. 25 |
Αρχή της ισότητας μεταξύ των κρατών | Σελ. 26 |
Αυτοδιάθεση των λαών | Σελ. 26 |
§2. ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ (βλ. αναλυτικά το Μέρος Τέταρτο, Τμήμα Ι, Κεφάλαια Ι-ΙΙΙ) | Σελ. 29 |
§3. ΤΑ ΑΤΟΜΑ, ΟΙ ΙΔΙΩΤΕΣ | Σελ. 30 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IIΙ | |
ΣΧΕΣΕΙΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ | |
Γενικά | Σελ. 34 |
Δυαδισμός και μονισμός | Σελ. 35 |
Α. Δυαδισμός ή δυϊσμός (dualism) | Σελ. 35 |
Β. Μονισμός (monism) | Σελ. 36 |
α. Το σύστημα | Σελ. 36 |
β. Θετική όψη του μονισμού | Σελ. 37 |
Διεθνής νομολογία | Σελ. 38 |
Σχέσεις διεθνούς και εσωτερικού δικαίου από την άποψη του διεθνούς δικαίου. Υποχρέωση των κρατών να συμμορφώνονται προς τα διεθνή νόμιμα ανεξαρτήτως δεσμεύσεων του εσωτερικού δικαίου | Σελ. 38 |
Σχέσεις διεθνούς και εσωτερικού δικαίου κατά το Σύνταγμα της Ελλάδος του 1975/1986/2001/2019 | Σελ. 40 |
Α. Άμεσες διατάξεις στο Σύνταγμα της Ελλάδος | Σελ. 41 |
α. Το άρθρο 2 παρ. 2 του Συντάγματος | Σελ. 41 |
β. Το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος (και συνδυασμός προς το άρθρο 28 παρ. 2 και 3) | Σελ. 42 |
γ. Προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας για όλους (άρθρο 5 παρ. 2 του Συντάγματος) | Σελ. 47 |
δ. Άλλες συνταγματικές διατάξεις | Σελ. 48 |
Β. Έμμεσες διατάξεις στο Σύνταγμα | Σελ. 48 |
ΤΜΗΜΑ ΙΙ | |
ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ (ΠΗΓΕΣ) | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι | |
Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ | |
Γενικά | Σελ. 51 |
Η σημασία της νομολογίας των διεθνών δικαστηρίων | Σελ. 53 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II | |
ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΘΙΜΟ | |
§1. ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΘΙΜΟΥ | Σελ. 54 |
Ορισμός | Σελ. 54 |
Θέση του εθίμου στο διεθνές δίκαιο | Σελ. 54 |
Θεωρητική θεμελίωση της υποχρεωτικότητας του εθίμου | Σελ. 55 |
Διαμόρφωση του διεθνούς εθίμου | Σελ. 56 |
Α. Πρακτική | Σελ. 56 |
α. Θετική πρακτική | Σελ. 57 |
β. Αρνητική πρακτική | Σελ. 58 |
γ. Μακροχρόνια ή βραχυχρόνια πρακτική | Σελ. 59 |
Β. Νομική πεποίθηση | Σελ. 60 |
Διαπίστωση, απόδειξη του διεθνούς εθίμου | Σελ. 62 |
Γενικό και περιφερειακό ή τοπικό έθιμο | Σελ. 62 |
Ο επίμονος αντιρρησίας (Persistent Objector) | Σελ. 64 |
§2. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΘΙΜΟΥ | Σελ. 66 |
Παράλληλη ισχύς διεθνούς εθιμικού και συμβατικού κανόνα | Σελ. 66 |
Ρόλος των διεθνών Οργανισμών στη διαμόρφωση και τη διαπίστωση του εθίμου | Σελ. 67 |
Α. Διαμόρφωση από την πρακτική των οργάνων των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 68 |
Β. Διαπίστωση και διαμόρφωση από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 68 |
Έθιμο μέσα από κωδικοποιητική συνθήκη: τρεις περιπτώσεις | Σελ. 68 |
Κατάργηση του εθίμου από έλλειψη λειτουργικότητας | Σελ. 69 |
Έθιμο και σύγχρονες αντιλήψεις | Σελ. 70 |
Έθιμο που παράγεται και ισχύει από και για τη λειτουργία των διεθνών Οργανισμών | Σελ. 71 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ | |
ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ Ή ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ (International Treaties, Conventions) | |
§1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ | Σελ. 72 |
Καταλυτικός ρόλος των διεθνών συνθηκών | Σελ. 72 |
Κωδικοποίηση του δικαίου που διέπει τις συνθήκες | Σελ. 73 |
Ορισμός | Σελ. 74 |
Τύποι διεθνών συνθηκών | Σελ. 77 |
§2. ΣΥΝΑΨΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ | Σελ. 78 |
Έννοια | Σελ. 78 |
Διαπραγμάτευση (Negotiation) στο γενικό πλαίσιο της διπλωματίας και ειδικότερα για τη σύναψη διεθνών συνθηκών | Σελ. 78 |
Α. Γενικά περί της διαπραγματεύσεως | Σελ. 78 |
Β. Τεχνικά ζητήματα της διαπραγματεύσεως | Σελ. 79 |
Γ. Πολυμερής διαπραγμάτευση | Σελ. 80 |
α. Σημασία | Σελ. 80 |
β. Ψηφοφορίες για την υιοθέτηση του κειμένου | Σελ. 80 |
γ. Υιοθέτηση ενός κειμένου με consensus | Σελ. 81 |
δ. Ιδιομορφίες των Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας | Σελ. 81 |
Υπογραφή (Signature): συνέπειες | Σελ. 82 |
Επικύρωση (Ratification) | Σελ. 83 |
Συστήματα επικυρώσεως | Σελ. 84 |
Έναρξη ισχύος (Entry into Force) | Σελ. 86 |
Προσχώρηση. Ανοικτές και κλειστές συνθήκες | Σελ. 86 |
Πρωτοκόλληση και δημοσίευση (Registration-Publication) | Σελ. 87 |
§3. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ | Σελ. 88 |
Αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας. Συγκατάθεση της Βουλής | Σελ. 88 |
Πότε είναι απαραίτητη η συγκατάθεση της Βουλής | Σελ. 89 |
Μυστικές και φανερές συνθήκες | Σελ. 90 |
Έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικώς επειγούσης και απροβλέπτου ανάγκης. Το άρθρο 44 παρ. 1 Συντ. | Σελ. 91 |
Σύνθεση της Βουλής και πλειοψηφίες για τη συγκατάθεση | Σελ. 91 |
Συγκατάθεση της Βουλής για τη διέλευση ή παραμονή ξένης στρατιωτικής δυνάμεως | Σελ. 92 |
§4. ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΑΠΛΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΜΟΡΦΗΣ (Accords en forme simplifiée, Treaties in Simplified Form) | Σελ. 94 |
Δικαιολογητικοί λόγοι | Σελ. 94 |
Αντικείμενο των συμφωνιών απλοποιημένης μορφής | Σελ. 95 |
Αρμοδιότητα συνάψεως κατά το εσωτερικό δίκαιο | Σελ. 95 |
Ελληνική πρακτική: Άρθρο 36 παρ. 4 του Συντάγματος 1975/1986/2001/2019 | Σελ. 95 |
§5. ΕΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ | Σελ. 97 |
Η ένταξη του εθιμικού διεθνούς δικαίου | Σελ. 97 |
Α. Τρόπος εντάξεως | Σελ. 97 |
Β. Άρση αμφισβητήσεων ως προς το περιεχόμενο του εθιμικού διεθνούς δικαίου. Αρμοδιότητα του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (άρθρο 100 Συντ.) | Σελ. 98 |
Η ένταξη του διεθνούς συμβατικού δικαίου | Σελ. 98 |
Α. Οι έννοιες κύρωση και δημοσίευση | Σελ. 98 |
Β. Δικαιολογητικές βάσεις της διαδικασίας της κυρώσεως | Σελ. 99 |
Γ. Φύση του συμβατικού κανόνα που εντάσσεται στο εσωτερικό δίκαιο | Σελ. 100 |
α. Θεωρία της μετατροπής (Transformation) | Σελ. 100 |
β. Θεωρία της προσαρμογής (Adattamento) | Σελ. 100 |
γ. Θεωρία της εκτελέσεως (Vollzugslehre) | Σελ. 100 |
Κύρωση των συνθηκών κατά το ελληνικό δίκαιο | Σελ. 101 |
Ένταξη στο εσωτερικό δίκαιο υποχρεωτικών πράξεων των διεθνών Οργανισμών (πλην των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως) | Σελ. 102 |
Πραγμάτωση με τη δημοσίευση στο εσωτερικό του κράτους | Σελ. 103 |
§6. ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ (RESERVATIONS) | Σελ. 104 |
Περιεχόμενο και δικαιολόγηση του θεσμού των επιφυλάξεων | Σελ. 104 |
Θέση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης πριν από την κωδικοποίηση του 1969 | Σελ. 105 |
Τι ισχύει σήμερα με τη Σύμβαση της Βιέννης περί των συνθηκών (1969) | Σελ. 105 |
Ειδικότερα ζητήματα στις σχέσεις μεταξύ των συμβαλλομένων | Σελ. 106 |
Έλεγχος νομιμότητας των επιφυλάξεων | Σελ. 107 |
Τρόποι διατυπώσεως επιφυλάξεων | Σελ. 108 |
Ερμηνευτικές δηλώσεις | Σελ. 108 |
Επιφύλαξη σε διάταξη που αποκρυσταλλώνει έθιμο | Σελ. 109 |
Αρμόδιο όργανο και ελληνική πρακτική στο θέμα των επιφυλάξεων | Σελ. 109 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV | |
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ | |
§1. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ | Σελ. 111 |
Ο υποχρεωτικός χαρακτήρας των συνθηκών. Ο θεμελιώδης κανόνας pacta sunt servanda | Σελ. 111 |
Η αρχή της αμοιβαιότητας | Σελ. 112 |
Α. Γενικά | Σελ. 112 |
Β. Αμοιβαιότητα κατά το ελληνικό Σύνταγμα | Σελ. 113 |
Γ. Διαπίστωση υπάρξεως αμοιβαιότητας | Σελ. 114 |
Δ. Αμοιβαιότητα ως προς τους αλλοδαπούς | Σελ. 115 |
Ε. Αμοιβαιότητα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως | Σελ. 116 |
Διατάξεις αυτοδύναμης εφαρμογής (Self-Executing Provisions) | Σελ. 116 |
Α. Γενικά | Σελ. 116 |
Β. Προέλευση | Σελ. 117 |
Γ. Αναζήτηση κριτηρίων | Σελ. 118 |
Δ. Διατάξεις αυτοδύναμης εφαρμογής και Ευρωπαϊκή Ένωση | Σελ. 119 |
§2. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΤΡΙΤΟΥΣ | Σελ. 120 |
Ο κανόνας | Σελ. 120 |
Οι εξαιρέσεις | Σελ. 121 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V | |
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ | |
Ποιος ερμηνεύει | Σελ. 123 |
Τρεις κύριες μέθοδοι ερμηνείας | Σελ. 124 |
Θέσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης στο ζήτημα της ερμηνείας | Σελ. 125 |
Η ερμηνεία κατά τη Σύμβαση της Βιέννης περί των συνθηκών (1969) | Σελ. 126 |
Α. Καλή πίστη, συνήθης έννοια των όρων υπό το φως του αντικειμένου και του σκοπού της συνθήκης (άρθρο 31) | Σελ. 126 |
Β. Τα συμφραζόμενα ("Context") | Σελ. 127 |
Γ. Άλλοι κανόνες ερμηνείας | Σελ. 128 |
Δ. Αντικείμενο και σκοπός | Σελ. 129 |
Ε. Ζητήματα διαχρονικού δικαίου | Σελ. 130 |
Συμπληρωματικά μέσα ερμηνείας. Προπαρασκευαστικές εργασίες (travaux préparatoires) (άρθρο 32 Συμβάσεως Βιέννης 1969) | Σελ. 131 |
Θεωρία του σαφούς κειμένου | Σελ. 133 |
Αυθεντικό κείμενο της συνθήκης. Γλώσσα (άρθρο 33 Συμβάσεως Βιέννης 1969) | Σελ. 133 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI | |
ΛΗΞΗ Ή ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ | |
Γενικά | Σελ. 135 |
Συναινετική κατάργηση των συνθηκών (άρθρο 54 Συμβάσεως της Βιέννης του 1969) | Σελ. 135 |
Σιωπηρή κατάργηση, αναστολή εφαρμογής | Σελ. 136 |
Καταγγελία των συνθηκών | Σελ. 136 |
Επέλευση εξωτερικών γεγονότων: Συνέπειες του πολέμου (διεθνούς ένοπλης συρράξεως) στην ισχύ των συνθηκών | Σελ. 137 |
Λήξη ή αναστολή εφαρμογής των συνθηκών που γίνεται από αδυναμία εκτελέσεως | Σελ. 139 |
Ένσταση της μη εκπληρώσεως της παροχής (objectio non adimpleti contractus) | Σελ. 139 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙ | |
ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ, ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΚΑΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ | |
§1. ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΗ ΚΑΙ ΡΙΖΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΩΝ (ο όρος rebus sic stantibus) Άρθρο 62 Συμβάσεως Βιέννης 1969 | Σελ. 142 |
Το ζήτημα | Σελ. 142 |
Διεθνής πρακτική | Σελ. 142 |
Σύμβαση της Βιέννης περί των συνθηκών του 1969 για την απρόβλεπτη μεταβολή των περιστάσεων (άρθρο 62) | Σελ. 144 |
Α. Διαμόρφωση του άρθρου 62 και λειτουργία | Σελ. 144 |
Β. Προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 62 | Σελ. 144 |
α. Ριζική (Fundamental) μεταβολή | Σελ. 144 |
β. Απρόβλεπτη (Unforeseeable) μεταβολή | Σελ. 145 |
Γ. Πότε δεν επιτρέπεται επίκληση ριζικής μεταβολής | Σελ. 145 |
§2. ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ (άρθρα 39-41 Συμβάσεως Βιέννης 1969) | Σελ. 147 |
Γενικά | Σελ. 147 |
Διμερείς και πολυμερείς συνθήκες | Σελ. 147 |
Παρέμβαση διεθνών Συνδιασκέψεων ή Οργανισμών στις διαδικασίες αναθεωρήσεως και αναθεώρηση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 149 |
§3. ΛΟΓΟΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ (άρθρα 46 επ. Συμβάσεως Βιέννης 1969) | Σελ. 151 |
Γενικά | Σελ. 151 |
Λόγοι Εσωτερικής Νομιμότητας και Αντιπροσωπεύσεως | Σελ. 151 |
Πλάνη (άρθρο 48 Συμβάσεως Βιέννης 1969) | Σελ. 152 |
Απάτη (άρθρο 49 Συμβάσεως Βιέννης 1969) | Σελ. 152 |
Δωροδοκία (άρθρο 50 Συμβάσεως Βιέννης 1969) | Σελ. 153 |
Χρήση βίας (άρθρα 51-52 Συμβάσεως Βιέννης 1969) | Σελ. 153 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙΙ | |
ΟΙ «ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ» | Σελ. 155 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX | |
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΝΟΜΙΚΩΣ ΜΗ ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ «Συμφωνίες καθαρώς πολιτικές μη δεσμευτικές» (Non-Binding Agreements) «Μνημόνια συνεννοήσεως/κατανοήσεως» (Memoranda of Understanding) και «Συμφωνίες κυρίων» (Gentleman’s Agreements) | |
Συμφωνίες καθαρώς πολιτικές (Accords purement politiques) ή Συμφωνίες μη δεσμευτικές (Non-Binding Agreements) | Σελ. 158 |
«Μνημόνια συνεννοήσεως/κατανοήσεως» (Memoranda of Understanding - MOU) | Σελ. 159 |
«Συμφωνίες κυρίων» (Gentleman’s Agreements) | Σελ. 160 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ X | |
ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ | |
§1. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ (JUS COGENS) ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ERGA OMNES | Σελ. 162 |
Γενικά | Σελ. 162 |
Το πρόβλημα του αναγκαστικού δικαίου (jus cogens ή ius cogens) | Σελ. 163 |
Προτάσεις της Επιτροπής του Διεθνούς Δικαίου των Ηνωμένων Εθνών (1965-1969) | Σελ. 164 |
Η Σύμβαση της Βιέννης περί των συνθηκών (1969) και το jus cogens | Σελ. 164 |
Οι Εργασίες της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου μετά τη Σύμβαση της Βιέννης (1969) | Σελ. 165 |
Θέσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (1970, 1995, 1996, 2006, 2007) | Σελ. 166 |
Κανόνες αναγκαστικού δικαίου (jus cogens) και υποχρεώσεις και δικαιώματα erga omnes (έναντι πάντων) | Σελ. 167 |
§2. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ «ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ» ΚΑΙ «ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ» | Σελ. 169 |
«Αρχές» και «κανόνες» του διεθνούς δικαίου | Σελ. 169 |
Τα άρθρα 2 παρ. 2 και 28 παρ. 1 του Συντάγματος ως προς τo υπό κρίση ζήτημα | Σελ. 170 |
Επικουρικά μέσα για τη διαμόρφωση και διαπίστωση του διεθνούς δικαίου | Σελ. 171 |
A. Οι διεθνείς δικαστικές αποφάσεις | Σελ. 171 |
B. Η επιστήμη του διεθνούς δικαίου | Σελ. 172 |
§3. Ο ΝΟΜΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ | Σελ. 174 |
Πράξεις απαραίτητες για τη λειτουργία των διεθνών Οργανισμών | Σελ. 174 |
Κατάταξη πράξεων ανάλογα με τις νομικές τους συνέπειες | Σελ. 175 |
Υπέρβαση προς τη νομικοποίηση (juridisation κατά τον P. Weil) | Σελ. 178 |
§4. ΤΟ ΠΡOΒΛΗΜΑ ΤΟΥ SOFT LAW | Σελ. 180 |
§5. ΑΛΛΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ | Σελ. 182 |
Μονομερείς δικαιοπραξίες των κρατών (Unilateral Acts of States) | Σελ. 182 |
Η επιείκεια ή ευθυδικία (Equity) ως παράγοντας ολοκληρώσεως του διεθνούς δικαίου | Σελ. 182 |
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ | |
ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ | |
ΤΜΗΜΑ Ι | |
ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ. ΑΛΛΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I | |
ΤΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ | |
§1. ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ | Σελ. 187 |
Απόπειρες ορισμού του κράτους από το διεθνές δίκαιο | Σελ. 188 |
Ο Λαός | Σελ. 189 |
Το έδαφος (territorium, territory, territoire) | Σελ. 191 |
Η αυθυπόστατη πολιτική εξουσία | Σελ. 193 |
§2. Η ΕΔΑΦΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ | Σελ. 195 |
Η εδαφική κυριαρχία (Territorial Sovereignty, souveraineté territoriale) | Σελ. 195 |
Η εδαφική ακεραιότητα (Territorial Integrity, intégrité territoriale) | Σελ. 196 |
Τα σύνορα | Σελ. 196 |
Το απαραβίαστο των συνόρων | Σελ. 197 |
Η αρχή uti possidetis iuris/juris | Σελ. 198 |
§3. Η ΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΟΥ | Σελ. 200 |
Θεωρία της ιδιοκτησίας της πολιτικής εξουσίας | Σελ. 200 |
Θεωρία της εκφράσεως της πολιτικής εξουσίας | Σελ. 200 |
Θεωρία των αρμοδιοτήτων της πολιτικής εξουσίας | Σελ. 201 |
Έδαφος (Territory) και χώρος (Space) | Σελ. 202 |
§4. ΤΡΟΠΟΙ ΚΤΗΣΕΩΣ ΕΔΑΦΟΥΣ | Σελ. 203 |
Αντιμετώπιση των προβλημάτων από τη θεωρία και την πρακτική | Σελ. 203 |
Ειδικότερα ως προς τους τρόπους κτήσεως | Σελ. 204 |
Αρμοδιότητα για την κτήση εδάφους | Σελ. 205 |
Νομολογιακές θέσεις σε εδαφικά ζητήματα. Αξιολόγηση των πράξεων ενεργού παρουσίας (effectivités) | Σελ. 205 |
Κτητική παραγραφή | Σελ. 209 |
Εδαφικές διεκδικήσεις στις πολικές ζώνες | Σελ. 209 |
Α. Αρκτική | Σελ. 209 |
Β. Ανταρκτική | Σελ. 210 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ | |
ΑΛΛΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ | |
Το κράτος του Βατικανού | Σελ. 212 |
Τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα | Σελ. 213 |
Συγκυριαρχία (Codominium) | Σελ. 214 |
Καθεστώς εντολών (Mandates) | Σελ. 214 |
Καθεστώς Κηδεμονίας (Trusteeship) | Σελ. 215 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ | |
ΟΡΙΑ ΕΔΑΦΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ | |
§1. ΝΑ ΜΗΝ ΠΑΡΑΒΛΑΠΤΟΝΤΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΡΙΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ | Σελ. 217 |
§2. ΑΛΛΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ | Σελ. 218 |
Διεθνείς δουλείες (International Servitudes) | Σελ. 218 |
Εδάφη υπό εκμίσθωση (Lease) | Σελ. 218 |
Αποστρατιωτικοποίηση (Demilitarization) | Σελ. 219 |
Στρατιωτικές βάσεις σε ξένο έδαφος | Σελ. 222 |
Στρατιωτικές Δυνάμεις του NATO | Σελ. 223 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV | |
ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΕΔΑΦΗ ΓΙΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΟΝΗ Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ | |
Χώροι που αποτελούν «κοινό κτήμα της ανθρωπότητας» (Common Heritage of Mankind) και «πάνδημοι χώροι» (Global Commons) | Σελ. 225 |
Κοινό κτήμα της ανθρωπότητας (Common Heritage of Mankind) | Σελ. 225 |
Οι πάνδημοι χώροι (Global Commons) | Σελ. 226 |
Εδάφη υπό τη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 227 |
Α. Παραδείγματα διοικήσεως εδαφών απευθείας από τα Ηνωμένα Έθνη | Σελ. 227 |
Β. Νομική βάση και φύση των αρμοδιοτήτων διοικήσεως εδαφών από τα Ηνωμένα Έθνη | Σελ. 228 |
ΤΜΗΜΑ II | |
Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I | |
ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΧΩΡΟΥ | |
Τέσσερις αιώνες εθιμικού δικαίου | Σελ. 231 |
Πρώτη και Δεύτερη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τo δίκαιο της θάλασσας (1958, 1960). Οι τέσσερις Συμβάσεις του 1958 | Σελ. 232 |
Η Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας (1973-1982). Η νέα Σύμβαση του 1982 των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας | Σελ. 233 |
Εξελίξεις μετά την υιοθέτηση της Συμβάσεως ΔΘ 1982 | Σελ. 234 |
Σχέση προς άλλες Συμβάσεις και νέα έξοδος προς τo έθιμο | Σελ. 235 |
Επικύρωση της Συμβάσεως ΔΘ 1982 από την Ελλάδα | Σελ. 236 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II | |
Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ | |
§1. ΓΕΝΙΚΑ | Σελ. 237 |
Ορισμός | Σελ. 237 |
Δράση διεθνών Οργανισμών και ιδίως του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ) | Σελ. 238 |
Θαλάσσιες ζώνες | Σελ. 239 |
§2. Ο ΒΑΣΙΚΟΣ ΧΡΗΣΤΗΣ (User): ΤΟ ΠΛΟΙΟ | Σελ. 240 |
Ορισμός του πλοίου | Σελ. 240 |
Ιθαγένεια του πλοίου (Nationality of the Ship) | Σελ. 241 |
Απονομή της ιθαγένειας του πλοίου κατά το ελληνικό δίκαιο | Σελ. 241 |
Αποτελέσματα της ιθαγένειας: Ρόλος του κράτους της σημαίας (Flag State) | Σελ. 242 |
Γνήσιος δεσμός (Genuine Link) | Σελ. 243 |
Πλοία «ανοικτού νηολογίου», «σημαίες ευκαιρίας» (Ships of Open Registry, Flags of Convenience/ pavillons de complaisance) | Σελ. 244 |
Διάκριση των πλοίων σε δημόσια και ιδιωτικά | Σελ. 244 |
Α. Πολεμικά πλοία | Σελ. 245 |
Β. Άλλα κρατικά πλοία | Σελ. 245 |
Γ. Πλοία περικλείστων και γεωγραφικώς μειονεκτούντων κρατών (Land-locked and Geographically Disadvantaged States) | Σελ. 246 |
Δ. Πλοία διεθνών Οργανισμών | Σελ. 246 |
Καθεστώς των ξένων πλοίων στους λιμένες | Σελ. 247 |
Είσπλους και ελλιμενισμός πλοίων γενικώς | Σελ. 247 |
Καθεστώς στους λιμένες των ξένων πολεμικών πλοίων ή πλοίων που ασκούν δημόσια εξουσία | Σελ. 248 |
10. Η ενίσχυση του κράτους του λιμένος και οι διαδικασίες του Port-State Control - Ελέγχου από το κράτος του λιμένος | Σελ. 249 |
To Memorandum of Understanding on Port State Control (Μνημόνιο συνεργασίας/ κατανοήσεως των λιμενικών Αρχών) των Παρισίων (1982) | Σελ. 250 |
Aust, Treaty Law and Practise, CUP 2007 | Σελ. 250 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ | |
ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΠΛΗΡΟΥΣ Ή ΑΥΞΗΜΕΝΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ | |
§1. ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΥΔΑΤΑ (Internal Waters, eaux intérieures, Innere Gewässer) | Σελ. 252 |
Ορισμός και νομικό καθεστώς | Σελ. 252 |
Περιοχή των εσωτερικών υδάτων | Σελ. 253 |
§2. Η ΑΙΓΙΑΛΙΤΙΔΑ ΖΩΝΗ Ή ΧΩΡΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ Ή ΧΩΡΙΚΑ ΥΔΑΤΑ (Territorial Sea, mer territoriale, Küstenmeer) | Σελ. 255 |
Κυριαρχία του παρακτίου κράτους στην αιγιαλίτιδα ζώνη | Σελ. 255 |
Χάραξη ορίων της αιγιαλίτιδας ζώνης | Σελ. 256 |
Α. Πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης | Σελ. 256 |
Β. Γραμμές βάσεως για τη μέτρηση της αιγιαλίτιδας ζώνης (εσωτερικά όρια). Φυσική ή Κανονική γραμμή βάσεως και ευθείες γραμμές βάσεως | Σελ. 257 |
Γ. Εξωτερικά όρια της αιγιαλίτιδας ζώνης | Σελ. 259 |
Δ. Αγκυροβόλια και λιμενικά έργα (άρθρα 11-12 Σύμβαση ΔΘ 1982) | Σελ. 260 |
Ε. Αβαθή και φάροι (άρθρα 6,13 Σύμβαση ΔΘ 1982) | Σελ. 260 |
Κόλποι | Σελ. 261 |
Α. Έννοια του κόλπου κατά το διεθνές δίκαιο | Σελ. 261 |
Β. Ιστορικοί κόλποι | Σελ. 262 |
§3. ΝΗΣΙΑ | Σελ. 264 |
Φυσικά νησιά | Σελ. 264 |
Α. Απόπειρες σε βάρος της πληρότητας και της αυτοτέλειας των νησιών | Σελ. 264 |
Β. Εξαίρεση ως προς την πληρότητα δικαιωμάτων των νησιών | Σελ. 264 |
Τεχνητά νησιά (Πλωτές Νησίδες) | Σελ. 265 |
§4. ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΒΛΑΒΟΥΣ ΔΙΕΛΕΥΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΙΑΛΙΤΙΔΑ ΖΩΝΗ (Innocent Passage, passage inoffensif, friedliche Durchfahrt) (άρθρα 17-28, 45, 52 Συμβάσεως ΔΘ 1982) | Σελ. 267 |
Γενικά | Σελ. 267 |
Περιεχόμενο της αβλαβούς διελεύσεως | Σελ. 268 |
Το πρόβλημα των πολεμικών πλοίων σε αβλαβή διέλευση | Σελ. 269 |
Υποχρεώσεις και δικαιώματα του παρακτίου κράτους για την εξασφάλιση της αβλαβούς διελεύσεως | Σελ. 270 |
Δικαιοδοσία του παρακτίου κράτους στα ξένα πλοία που διέρχονται σε αβλαβή διέλευση από ή στην αιγιαλίτιδα ζώνη | Σελ. 271 |
Α. Ποινική δικαιοδοσία | Σελ. 271 |
Β. Αστική δικαιοδοσία | Σελ. 272 |
Γ. Ρύπανση | Σελ. 272 |
§5. Η ΣΥΝΟΡΕΥΟΥΣΑ ΖΩΝΗ (Contiguous Zone, zone contiguë, Anschlußzone) | Σελ. 273 |
Έννοια | Σελ. 273 |
Αρμοδιότητες του παρακτίου κράτους | Σελ. 273 |
Πλάτος της συνορεύουσας ζώνης | Σελ. 275 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV | |
ΔΙΕΘΝΗ ΣΤΕΝΑ (άρθρα 34-36 Συμβάσεως ΔΘ 1982) | |
Ορισμός και νομικό καθεστώς | Σελ. 276 |
Η Υπόθεση του Στενού της Κέρκυρας στο ΔΔΧ (1949) | Σελ. 278 |
Νέο Καθεστώς. «Ελεύθερη διέλευση» ή «πλους διελεύσεως» (Transit Passage) [Άρθρα 37-44 Συμβάσεως ΔΘ 1982] | Σελ. 279 |
Ειδικά καθεστώτα διεθνών στενών | Σελ. 280 |
Α. Τα Στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων | Σελ. 280 |
Β. Άλλα στενά | Σελ. 282 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V | |
Η ΑΝΟΙΚΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ (High Seas, Haute mer, Hohe See) [Άρθρα 86-115 και 116-120 Συμβάσεως ΔΘ 1982] | |
§1. ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΗΣ ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ | Σελ. 283 |
Ορισμός | Σελ. 283 |
Ιστορική εξέλιξη | Σελ. 284 |
Νομική φύση | Σελ. 285 |
Ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας | Σελ. 285 |
Α. Σύμβαση του 1958 | Σελ. 285 |
Β. Νέο δίκαιο 1982 | Σελ. 286 |
Τα πλοία στην ανοικτή θάλασσα: Ο κανόνας | Σελ. 287 |
Τοποθέτηση υποβρυχίων καλωδίων και σωληναγωγών στην ανοικτή θάλασσα | Σελ. 288 |
Έκτακτες περιπτώσεις. Σύγκρουση πλοίων στην ανοικτή θάλασσα | Σελ. 288 |
§2. ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΣΗΜΑΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΝΟΙΚΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ. Περιπτώσεις επεμβάσεως πολεμικού σε ξένο εμπορικό στην ανοικτή θάλασσα | Σελ. 290 |
Το γενικό νομικό πλαίσιο περί επεμβάσεως στην ανοικτή θάλασσα | Σελ. 290 |
Έλεγχος σημαίας | Σελ. 291 |
Νηοψία | Σελ. 292 |
Πειρατεία (άρθρα 100-107 Συμβάσεως ΔΘ 1982) | Σελ. 292 |
Α. Ορισμός | Σελ. 292 |
Β. Ένα φαινόμενο διαχρονικό: Πειρατεία και ένοπλη ληστεία κατά πλοίου | Σελ. 293 |
Γ. Διεθνής συνεργασία και διεθνής ποινική δικαιοδοσία για την καταστολή της πειρατείας και της ληστείας στη θάλασσα | Σελ. 293 |
Δ. Πειρατεία από πολεμικό ή άλλο δημόσιο πλοίο ή αεροσκάφος | Σελ. 294 |
Ε. Εξομοίωση προς πειρατεία πολεμικών πλοίων χωρίς σημαία | Σελ. 294 |
ΣΤ. Ποιες πράξεις βίας δεν αποτελούν πειρατεία | Σελ. 294 |
α. Στάση σε πολεμικό πλοίο | Σελ. 294 |
β. Στάση σε εμπορικό πλοίο στην ανοικτή θάλασσα | Σελ. 294 |
Ζ. Πειρατεία στις ακτές της Σομαλίας και δρομολόγηση διεθνούς συνεργασίας | Σελ. 294 |
Η Σύμβαση για την καταστολή παρανόμων πράξεων κατά της ασφαλείας της θαλάσσιας ναυσιπλοΐας (1988) | Σελ. 296 |
Παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και άλλων ψυχοτρόπων ουσιών δια θαλάσσης | Σελ. 296 |
Α. Τι αναφέρουν τα κείμενα | Σελ. 296 |
Β. Ανεπάρκεια ρυθμίσεων. Αμερικανική θεωρία των αποτελεσμάτων (Effects Theory) | Σελ. 297 |
Δουλεμπόριο | Σελ. 297 |
Το δικαίωμα συνεχούς καταδιώξεως (Hot Pursuit) | Σελ. 298 |
Προϋποθέσεις συνεχούς καταδιώξεως | Σελ. 299 |
Έρευνα και διάσωση στην ανοικτή θάλασσα και διεθνής μετανάστευση | Σελ. 300 |
ΤΜΗΜΑ III | |
ΑΛΛΟΙ (ΝΕΟΤΕΡΟΙ) ΘΕΣΜΟΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ: ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΙΔΑ, ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΝΗ (ΑΟΖ) ΚΑΙ ΑΛΙΕΙΑ, ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΕΙΡΗΝΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΕ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ | |
Γενικά | Σελ. 301 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I | |
Η ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΙΔΑ (άρθρα 76-85 Συμβάσεως ΔΘ 1982) (Continental Shelf, plateau continental, Festlandsockel, piattaforma continentale) | |
Γενικά για την υφαλοκρηπίδα: Ιστορική διαδρομή | Σελ. 302 |
Γεωλογική διάκριση των υφάλων εκτάσεων (η νομική διάκριση διαφέρει από τη γεωλογική) | Σελ. 303 |
Το πρόβλημα του νομικού ορισμού της υφαλοκρηπίδας | Σελ. 305 |
Νέος ορισμός ως προς τo πλάτος της υφαλοκρηπίδας κατά τη Σύμβαση ΔΘ 1982 | Σελ. 306 |
Νομική θεμελίωση των δικαιωμάτων του παρακτίου κράτους στην υφαλοκρηπίδα. Το ιστορικό των προσπαθειών | Σελ. 307 |
Δικαίωμα ipso facto και ab initio, συμφυές προς την κυριαρχία του παρακτίου κράτους. Δικαιολογητική βάση | Σελ. 308 |
Νομική φύση των δικαιωμάτων του παρακτίου κράτους.Τα κυριαρχικά δικαιώματα (Sovereign Rights) του παρακτίου κράτους στην υφαλοκρηπίδα | Σελ. 309 |
Περιεχόμενο των δικαιωμάτων του παρακτίου κράτους στην υφαλοκρηπίδα | Σελ. 310 |
Α. Όχι μόνο «ορυκτός πλούτος» (Mineral Resources), αλλά «φυσικοί πόροι» (Natural Resources) | Σελ. 310 |
Β. Ποιους πόρους καλύπτουν ειδικότερα τα κυριαρχικά δικαιώματα | Σελ. 311 |
Το σκεπτικό της αποφάσεως του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για την υφαλοκρηπίδα της Βόρειας Θάλασσας (1969) σχετικά με τους νομικούς τίτλους και τα δικαιώματα του παρακτίου κράτους | Σελ. 312 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II | |
Η ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΝΗ - AOZ (Exclusive Economic Zone, Zone économique exclusive, ausschließliche Wirtschaftszone) [άρθρα 55-75 Συμβάσεως ΔΘ 1982] | |
Λόγοι θεσπίσεως της ΑΟΖ | Σελ. 313 |
Πλάτος της ΑΟΖ | Σελ. 314 |
Νομική Φύση της ΑΟΖ | Σελ. 314 |
Δικαιώματα του παρακτίου κράτους στην ΑΟΖ: «κυριαρχικά δικαιώματα» και «δικαιοδοσία» | Σελ. 315 |
Δικαιώματα τρίτων κρατών στην ΑΟΖ | Σελ. 315 |
Δικαίωμα επεμβάσεως του παρακτίου κράτους στην ΑΟΖ | Σελ. 316 |
Υφαλοκρηπίδα και βυθός της ΑΟΖ | Σελ. 317 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III | |
ΑΛΙΕΙΑ | |
Γενικά | Σελ. 318 |
Διεθνείς Συνθήκες για την αλιεία | Σελ. 320 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV | |
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ | |
Το καθεστώς κατά τις Συμβάσεις του 1958 | Σελ. 322 |
Το καθεστώς κατά τη Σύμβαση ΔΘ 1982 | Σελ. 322 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V | |
ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΙΚΑ ΚΡΑΤΗ | |
Το ζήτημα | Σελ. 324 |
Το νομικό καθεστώς | Σελ. 324 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI | |
Ο «ΔΙΕΘΝΗΣ ΒΥΘΟΣ» («Περιοχή», Area, la Zone, das Gebiet) | |
«Περιοχή» (Area) βυθού πέρα από τα όρια της εθνικής δικαιοδοσίας (πέρα των 200 ν.μ. και του εξωτερικού ορίου της υφαλοκρηπίδας) | Σελ. 326 |
Γιατί το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον βυθό των ωκεανών; | Σελ. 327 |
Οι πρωτοπόροι επενδυτές (Pioneer Investors) και το παράλληλο σύστημα (Parallel System) | Σελ. 328 |
Ορισμός και οριοθέτηση της «Περιοχής» (Area) | Σελ. 328 |
Νομικό καθεστώς της «Περιοχής» (Area) | Σελ. 329 |
Θεσμική διάρθρωση. Η Διεθνής Αρχή (Authority): Συνέλευση, Συμβούλιο, Γραμματεία | Σελ. 329 |
Βασικοί κανόνες για την εκμετάλλευση: Η Επιχείρηση (Enterprise) | Σελ. 330 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII | |
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ | |
§1. ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ | Σελ. 331 |
Ορισμός | Σελ. 331 |
Διεθνή κείμενα που αναφέρονται στην προστασία του περιβάλλοντος | Σελ. 332 |
Συνδιασκέψεις στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον | Σελ. 333 |
Στοιχεία της διεθνούς νομολογίας | Σελ. 334 |
Βασικές αρχές και κανόνες διεθνούς προστασίας του περιβάλλοντος | Σελ. 336 |
§2. ΡΥΠΑΝΣΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ | Σελ. 338 |
Έννοια και περιεχόμενο | Σελ. 338 |
Διεθνή συμβατικά κείμενα | Σελ. 340 |
Ιδιωτικές συμφωνίες για την αντιμετώπιση της καταβολής της αποζημιώσεως | Σελ. 341 |
Η Σύμβαση των Βρυξελλών του 1969 «περί αστικής ευθύνης, συνεπεία ζημιών εκ ρυπάνσεως πετρελαίου» | Σελ. 342 |
Εσωτερική νομοθεσία | Σελ. 343 |
Διατάξεις για την προστασία από τη ρύπανση στη Σύμβαση ΔΘ 1982 | Σελ. 343 |
Νέες θαλάσσιες ζώνες προστασίας του περιβάλλοντος στην Μεσόγειο | Σελ. 346 |
Καθιέρωση Ειδικά Προστατευομένων Περιοχών (PSSAs) | Σελ. 346 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙΙ | |
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΣΤΟΝ ΒΥΘΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ | |
Τυχαία ευρήματα, συστηματικές έρευνες και ανελκύσεις | Σελ. 347 |
Περιοχές ισχύος της εσωτερικής νομοθεσίας | Σελ. 349 |
Άλλες θαλάσσιες περιοχές με έντονη την πρόθεση διεθνούς ρυθμίσεως | Σελ. 350 |
Α. Στη Διεθνή «Περιοχή» (Area) | Σελ. 350 |
Β. Στη λεγόμενη «Αρχαιολογική ζώνη» | Σελ. 350 |
Η Σύμβαση της Unesco (2001) για την προστασία της υποθαλάσσιας πολιτιστικής κληρονομιάς | Σελ. 351 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ | |
ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΛΥΣΕΩΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ | |
Το γενικό καθεστώς επιλύσεως διαφορών κατά τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 353 |
Το σύστημα της Συμβάσεως ΔΘ 1982 (Μέρος XV) | Σελ. 353 |
Το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας (International Tribunal for the Law of the Sea) κατά το Παράρτημα VI | Σελ. 354 |
Το Διαιτητικό Δικαστήριο (Arbitral Tribunal) Παραρτήματος VII | Σελ. 355 |
Ειδική διαιτησία (Special Arbitration) κατά το Παράρτημα VΙII | Σελ. 355 |
Εξαιρέσεις από τις διαδικασίες υποχρεωτικής αποφάνσεως των ως άνω διεθνών οργάνων | Σελ. 355 |
Συνδιαλλαγή (Conciliation) | Σελ. 355 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ | |
ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΖΩΝΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΚΡΑΤΩΝ | |
Γενικά | Σελ. 356 |
Οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης μεταξύ γειτονικών κρατών | Σελ. 357 |
Οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) και της υφαλοκρηπίδας μεταξύ κρατών: Κανείς δεν παίρνει όσα ζητά | Σελ. 359 |
Σημαντικές διεθνείς δικαστικές αποφάσεις περί οριοθετήσεως | Σελ. 360 |
Υπόθεση της υφαλοκρηπίδας της Βόρειας Θάλασσας (Γερμανία, Ολλανδία, Δανία) North Sea Continental Shelf Cases (Απόφαση ΔΔΧ 1969) | Σελ. 360 |
Διαφορά Ελλάδος-Τουρκίας ως προς την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου, ΔΔΧ (1976-1978) | Σελ. 361 |
Η υπόθεση των αγγλο-νορμανδικών νησιών (Iles Anglo-Normandes, Channel Islands). (Απόφαση του ad hoc Διαιτητικού Δικαστηρίου 1977) | Σελ. 362 |
Απόφαση της Επιτροπής Συνδιαλλαγής για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ισλανδίας και του νορβηγικού νησιού Jan Mayen (1981) - Συνεκμετάλλευση | Σελ. 363 |
Υπόθεση της υφαλοκρηπίδας Τυνησίας και Λιβυκής Αραβικής Τζαμαχιρία (ΔΔΧ 1982) | Σελ. 364 |
Διαφορά Γαλλίας-Καναδά για τις θαλάσσιες ζώνες των νησιών Saint Pierre et Miquelon (Delimitation of Maritime Spaces Between Canada and France), Διαιτησία, 1992 | Σελ. 365 |
Υπόθεση περί της χερσαίας, νησιωτικής και θαλάσσιας διαφοράς μεταξύ Ονδούρας και Ελ Σαλβαδόρ (Απόφαση ΔΔΧ 1992) | Σελ. 365 |
Διαφορά Υεμένης-Ερυθραίας (1996, 1999), Διαιτησία | Σελ. 365 |
Οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και εδαφικά ζητήματα Κατάρ και Μπαχρέιν, ΔΔΧ (2001) | Σελ. 366 |
Διαφορά μεταξύ Μπαρμπέιντος και Τρινιντάντ και Τομπάγκο για τη χάραξη ενιαίου θαλασσίου συνόρου, Διαιτησία (2006) | Σελ. 368 |
Διαφορά μεταξύ Γουιάνας και Σουρινάμ για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, Διαιτησία (2007) | Σελ. 368 |
Θαλάσσια οριοθέτηση στη Μαύρη Θάλασσα μεταξύ Ρουμανίας και Ουκρανίας, ΔΔΧ (2009) | Σελ. 368 |
Υπόθεση οριοθετήσεως του θαλασσίου συνόρου μεταξύ του Μπαγκλαντές και της Μυανμάρ στον Κόλπο της Βεγγάλης. (Απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαίου της Θάλασσας - ITLOS, 2012) | Σελ. 369 |
Εδαφική Διαφορά και Θαλάσσια Οριοθέτηση μεταξύ Νικαράγουας - Κολομβίας (Απόφαση ΔΔΧ 2012) | Σελ. 369 |
Υπόθεση οριοθετήσεως στον Ινδικό Ωκεανό (Σομαλία -Κένυα, ΔΔΧ (2017) | Σελ. 370 |
Υπόθεση οριοθετήσεως μεταξύ Κόστα-Ρίκας και Νικαράγουας, ΔΔΧ (2018) | Σελ. 371 |
Οι χάρτες και η αξία τους | Σελ. 371 |
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ | |
ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ | |
ΤΜΗΜΑ I | |
ΤΑ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι | |
Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ | |
Γενικά | Σελ. 375 |
Α. Ο Αρχηγός του κράτους | Σελ. 376 |
Β. Ο Πρόεδρος της κυβερνήσεως | Σελ. 377 |
Εξαιρέσεις από την ασυλία και ετεροδικία για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητος και εγκλήματα πολέμου | Σελ. 377 |
Γ. Ο Υπουργός των Εξωτερικών | Σελ. 378 |
Δ. Το Υπουργείο των Εξωτερικών (ΥΠΕΞ) | Σελ. 378 |
Ε. Εξόριστες συμμαχικές κυβερνήσεις | Σελ. 380 |
Κωδικοποίηση του δικαίου που διέπει τις διπλωματικές σχέσεις | Σελ. 380 |
Ενεργητική και παθητική πρέσβευση | Σελ. 381 |
Η διπλωματική αποστολή και τα μέλη της | Σελ. 382 |
Α. Μέγεθος της αποστολής | Σελ. 384 |
Β. Μία παράδοξη ενέργεια: Οι λαϊκές επιτροπές της Λιβύης | Σελ. 384 |
Τα καθήκοντα των διπλωματικών αντιπροσώπων | Σελ. 385 |
Οι τάξεις των διπλωματικών αντιπροσώπων | Σελ. 385 |
Η διαπίστευση | Σελ. 386 |
Διέλευση μέσα από το έδαφος τρίτων κρατών (In transitu) | Σελ. 387 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ | |
ΤΟ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ | |
Δικαιολογητική βάση του προνομιακού καθεστώτος της διπλωματικής αποστολής και των μελών της | Σελ. 389 |
Α. Θεωρία της εξωεδαφικότητας (extraterritoriality) | Σελ. 389 |
Β. Η θεωρία της αντιπροσωπεύσεως (Theory of Representation) | Σελ. 390 |
Γ. Η θεωρία των λειτουργικών αναγκών (Functional Theory) | Σελ. 390 |
Απαραβίαστο (Inviolability) των χώρων της διπλωματικής αποστολής | Σελ. 391 |
Αρχεία, έγγραφα, αλληλογραφία | Σελ. 393 |
Επικοινωνίες | Σελ. 394 |
Α. Ο διπλωματικός σάκος (στην Ελλάδα τον σάκο αποκαλούν επίσης «διπλωματικό μάρσιπο») και ο διπλωματικός ταχυδρόμος | Σελ. 394 |
Β. Ελευθερία μετακινήσεως και κυκλοφορίας | Σελ. 394 |
Παραβιάσεις των χώρων της αποστολής | Σελ. 395 |
Η Υπόθεση «του διπλωματικού και προξενικού προσωπικού της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Τεχεράνη» (ΔΔΧ, 1980) | Σελ. 395 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ | |
ΑΣΥΛΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ | |
Γενικά | Σελ. 397 |
Το απαραβίαστο του προσώπου | Σελ. 398 |
Έκταση του απαραβίαστου του προσώπου | Σελ. 399 |
Η ετεροδικία των διπλωματικών αντιπροσώπων | Σελ. 400 |
Εξαιρέσεις από την ετεροδικία των διπλωματικών αντιπροσώπων | Σελ. 401 |
Ετεροδικία εκτελέσεως κατά των διπλωματικών αντιπροσώπων | Σελ. 402 |
Άρση της ετεροδικίας των διπλωματικών αντιπροσώπων | Σελ. 402 |
Άλλα προνόμια | Σελ. 403 |
Λήξη της διπλωματικής αποστολής (άρθρα 43-44 Συμβάσεως Βιέννης 1961) | Σελ. 404 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV | |
ΟΙ ΠΡΟΞΕΝΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ | |
Γενικά | Σελ. 405 |
Η προξενική Aρχή | Σελ. 406 |
Το προσωπικό της προξενικής Aρχής | Σελ. 407 |
Διορισμός Αρχηγού και μελών της προξενικής Αρχής | Σελ. 407 |
Αρμοδιότητες των προξενικών Αρχών | Σελ. 408 |
Ασυλίες και προνόμια των προξενικών Αρχών και των μελών τους | Σελ. 408 |
Δικαίωμα επικοινωνίας προξενικών Αρχών και πολιτών του κράτους αποστολής | Σελ. 410 |
ΤΜΗΜΑ II | |
ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΔΙΕΘΝΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι | |
ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΡΑΤΟΥΣ | |
Έννοια και περιεχόμενο | Σελ. 411 |
Αρμόδιο όργανο για την αναγνώριση | Σελ. 413 |
Τρόποι αναγνωρίσεως | Σελ. 414 |
Αναγνώριση de jure και αναγνώριση de facto | Σελ. 415 |
Αναγνώριση και Δημοκρατία | Σελ. 415 |
Αναγνώριση και παράνομη χρήση βίας | Σελ. 416 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ | |
Η ΕΤΕΡΟΔΙΚΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ | |
Γενικά | Σελ. 420 |
Προέλευση και δικαιολογητική βάση | Σελ. 420 |
Αναγνώριση και ετεροδικία κράτους | Σελ. 421 |
Εξελίξεις της ετεροδικίας κράτους | Σελ. 421 |
Απόλυτη και περιορισμένη ή σχετική ετεροδικία | Σελ. 423 |
Παραίτηση από την ετεροδικία κράτους | Σελ. 425 |
Η πρακτική των ελληνικών δικαστηρίων στο ζήτημα της ετεροδικίας κράτους | Σελ. 426 |
Η στάση των ελληνικών δικαστηρίων στην εξέλιξη της ετεροδικίας κράτους: το πρόβλημα της άρσεως της ετεροδικίας για ευθύνη από παράνομες πράξεις που αποδίδονται στο κράτος σε περίπτωση πολέμου | Σελ. 427 |
Ετεροδικία εκτελέσεως κατά ξένου κράτους | Σελ. 430 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙΙ | |
Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ | |
Γενικά | Σελ. 432 |
Α. Η διεθνής ευθύνη κατά το διεθνές δίκαιο | Σελ. 432 |
Β. Η κωδικοποίηση του δικαίου της διεθνούς ευθύνης | Σελ. 433 |
Προϋποθέσεις στοιχειοθετήσεως της διεθνούς ευθύνης κράτους | Σελ. 434 |
Α. Παραβίαση του διεθνούς δικαίου από το κράτος | Σελ. 434 |
Β. Καταλογισμός στο κράτος | Σελ. 436 |
α. Όργανα του κράτους των οποίων οι πράξεις καταλογίζονται στο κράτος | Σελ. 436 |
β. Πρόσωπα που δεν έχουν επίσημη ιδιότητα αλλά ενεργούν για λογαριασμό του κράτους | Σελ. 440 |
γ. Διεθνώς παράνομες πράξεις ιδιωτών | Σελ. 440 |
Περιστάσεις που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα μιας πράξεως | Σελ. 441 |
Οι συνέπειες της διεθνούς ευθύνης | Σελ. 442 |
Α. Το περιεχόμενο της διεθνούς ευθύνης | Σελ. 442 |
α. Υποχρέωση καταπαύσεως της παράνομης πράξεως και, όποτε απαιτείται, εγγυήσεις μη επαναλήψεως | Σελ. 442 |
β. Υποχρέωση επανορθώσεως | Σελ. 442 |
Β. Ενεργοποίηση της διεθνούς ευθύνης: τα αντίμετρα | Σελ. 444 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV | |
Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ | |
Γενικά | Σελ. 446 |
Παραβίαση δικαιώματος | Σελ. 447 |
Διακριτική ευχέρεια | Σελ. 448 |
Ενέργεια κράτους προς κράτος | Σελ. 448 |
Προϋποθέσεις ασκήσεως της διπλωματικής προστασίας | Σελ. 449 |
Α. Ιθαγένεια | Σελ. 449 |
α. Φυσικά πρόσωπα | Σελ. 449 |
β. Νομικά πρόσωπα | Σελ. 452 |
Β. Εξάντληση των εσωτερικών ενδίκων μέσων (Exhaustion of local remedies, Epuisement des voies de recours internes) | Σελ. 453 |
Γ. Η θεωρία των «καθαρών χεριών» (clean hands) | Σελ. 455 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V | |
Η ΔΙΑΔΟΧΗ ΚΡΑΤΩΝ | |
Γενικά | Σελ. 456 |
Νομική θεμελίωση της διαδοχής | Σελ. 458 |
Κωδικοποίηση του δικαίου περί διαδοχής κρατών | Σελ. 460 |
Πρόσφατες εξελίξεις | Σελ. 461 |
Η διαδοχή ως προς τις διεθνείς συνθήκες | Σελ. 462 |
Α. Διαδοχή ως προς ειδικές κατηγορίες συνθηκών | Σελ. 462 |
α. Συνθήκες συνοριακού ή εδαφικού χαρακτήρα | Σελ. 462 |
β. Πολυμερείς συμβάσεις, ιδίως συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων | Σελ. 463 |
Διαδοχή ως προς τους διεθνείς Οργανισμούς | Σελ. 464 |
Οι επιμέρους ρυθμίσεις για τη διαδοχή στις διεθνείς συνθήκες | Σελ. 465 |
Διαδοχή ως προς την περιουσία του δημοσίου | Σελ. 466 |
Διαδοχή ως προς τις δεσμεύσεις απέναντι σε ιδιώτες: διεθνής σεβασμός των «κεκτημένων δικαιωμάτων» (droits acquis) | Σελ. 467 |
10. Διαδοχή ως προς τη διεθνή ευθύνη | Σελ. 469 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI | |
ΑΠΟΣΧΙΣΗ ΚΡΑΤΟΥΣ | Σελ. 470 |
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ | |
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ | |
ΤΜΗΜΑ Ι | |
ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι | |
ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ | |
Γενικά | Σελ. 473 |
Οι διεθνείς συνδιασκέψεις | Σελ. 475 |
Οι σύνοδοι των περιορισμένης συνθέσεως διεθνών Groups | Σελ. 478 |
Εξελίξεις και χαρακτηριστικά των διεθνών Οργανισμών | Σελ. 478 |
Α. Έννοια διεθνούς Οργανισμού | Σελ. 478 |
α. Ιδρυτική συνθήκη | Σελ. 478 |
β. Συνθήκη ή άλλο κείμενο μεταξύ κρατών που διέπεται από το διεθνές δίκαιο | Σελ. 479 |
γ. Μονιμότητα | Σελ. 479 |
δ. Κοινοί σκοποί διεθνούς συνεργασίας | Σελ. 479 |
ε. Δράση στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας | Σελ. 479 |
στ. Ιδιαίτερα όργανα | Σελ. 479 |
ζ. Ιδιαίτερη βούληση | Σελ. 480 |
η. Νομική προσωπικότητα των διεθνών Οργανισμών | Σελ. 481 |
Β. Συνέπειες της διεθνούς προσωπικότητας των διεθνών Οργανισμών | Σελ. 483 |
α. Σύναψη διεθνών συνθηκών από διεθνείς Οργανισμούς | Σελ. 483 |
β. Ασυλίες και προνόμια διεθνών Οργανισμών | Σελ. 483 |
γ. Ικανότητα εγέρσεως απαιτήσεων διεθνώς | Σελ. 483 |
δ. Διεθνής ευθύνη των διεθνών Οργανισμών | Σελ. 484 |
Τύποι διεθνών Οργανισμών | Σελ. 484 |
Α. Παγκόσμιοι και περιφερειακοί Οργανισμοί | Σελ. 484 |
Β. Οργανισμοί γενικής αρμοδιότητας και ειδικής αρμοδιότητας | Σελ. 485 |
Πράξεις των διεθνών Οργανισμών (βλ. επίσης Μέρος Πρώτο, Tμήμα ΙΙ, Κεφάλαιο X παρ.3) | Σελ. 485 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ | |
Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ (League of Nations, Société des Nations) | |
Η ίδρυση και η κατάρρευση της Κοινωνίας των Εθνών | Σελ. 487 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙII | |
H ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (International Labor Organization, Organisation Internationale du Travail) | |
Γενικά. Οι σκοποί της ΔΟΕ | Σελ. 489 |
Όργανα της ΔΟΕ | Σελ. 490 |
Α. H Γενική Διάσκεψη της ΔΟΕ | Σελ. 490 |
Β. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΟΕ | Σελ. 491 |
Γ. Το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (International Labor Office, Bureau International du Travail) | Σελ. 491 |
Πραγματοποίηση των σκοπών της ΔΟΕ | Σελ. 491 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV | |
O ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ (ΟΗΕ) | |
Γενικά | Σελ. 494 |
Σκοποί των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 495 |
Μέλη των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 496 |
Όργανα των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 498 |
Α. Η Γενική Συνέλευση (General Assembly) | Σελ. 499 |
α. Σύνθεση και λειτουργία | Σελ. 499 |
β. Ψηφοφορίες στη Γενική Συνέλευση | Σελ. 501 |
γ. Αρμοδιότητες της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 501 |
Β. Το Συμβούλιο Ασφαλείας (Security Council) | Σελ. 503 |
α. Ρόλος του Συμβουλίου στις διεθνείς υποθέσεις | Σελ. 503 |
β. Ψηφοφορίες στο Συμβούλιο Ασφαλείας | Σελ. 505 |
Γ. Η Γραμματεία και ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών (Secretariat - Secretary General) (Βλ. και κατωτέρω Κεφάλαιο ΙΙ 3Γ για την δράση του Γενικού Γραμματέα σχετικά με την διασφάλιση της διεθνούς ειρήνης) | Σελ. 506 |
α. Αποστολή κατά τον Χάρτη | Σελ. 506 |
β. Διορισμός, εγγυήσεις | Σελ. 507 |
Δ. Το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο (Economic and Social Council - ECOSOC) | Σελ. 508 |
Αφανείς αρμοδιότητες των διεθνών οργάνων γενικώς και εκείνων των Ηνωμένων Εθνών ειδικώς | Σελ. 509 |
Ασυλίες και προνόμια των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 509 |
ΤΜΗΜΑ ΙΙ | |
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι | |
Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΕΩΣ ΒΙΑΣ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ | |
Γενικά | Σελ. 511 |
Η απαγόρευση της χρήσεως βίας στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 512 |
Ο ορισμός της επιθέσεως (Definition of Aggression) | Σελ. 512 |
Εξαιρέσεις από την απαγόρευση χρήσεως βίας | Σελ. 513 |
Το δικαίωμα της ατομικής και συλλογικής άμυνας (individual and collective self-defence, légitime défense individuelle et collective) | Σελ. 514 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ | |
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ | |
Γενικά | Σελ. 516 |
Η συλλογική ασφάλεια (Collective security) | Σελ. 516 |
Δράσεις των αρμοδίων οργάνων των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 517 |
Α. Αρμοδιότητες του Συμβουλίου Ασφαλείας | Σελ. 517 |
α. Ειρηνικός διακανονισμός με παρέμβαση των Ηνωμένων Εθνών σε εφαρμογή του Κεφαλαίου VI του Χάρτη | Σελ. 517 |
β. «Δράση» (Action) του Συμβουλίου Ασφαλείας σε σχέση προς τις απειλές κατά της ειρήνης, ανατροπή της ειρήνης και επιθετικές πράξεις. Κεφάλαιο VII του Χάρτη | Σελ. 518 |
Β. Αρμοδιότητες της Γενικής Συνελεύσεως στον τομέα της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας | Σελ. 519 |
Η υπόθεση της Κορέας (1950-1953) | Σελ. 519 |
Γ. Δράση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στον τομέα της διασφαλίσεως της διεθνούς ειρήνης | Σελ. 520 |
α. Νομικός παράγοντας | Σελ. 520 |
β. Πολιτικός παράγοντας | Σελ. 521 |
γ. Ανθρώπινος παράγοντας | Σελ. 521 |
Δ. Ειρηνευτικές Δυνάμεις των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Peacekeeping and Peacebuilding Operations) | Σελ. 522 |
α. Πρακτικές ανάγκες που επέβαλαν υπέρβαση των προβλεπομένων από τον Χάρτη | Σελ. 522 |
β. Κύρια χαρακτηριστικά των Ειρηνευτικών Δυνάμεων των Ηνωμένων Εθνών | Σελ. 523 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ | |
Ο ΕΙΡΗΝΙΚΟΣ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΩΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ | |
Η υποχρέωση για ειρηνική επίλυση των διεθνών διαφορών | Σελ. 525 |
Ελευθερία επιλογής των μεθόδων | Σελ. 527 |
Οι διπλωματικές μέθοδοι | Σελ. 527 |
Α. Διαπραγμάτευση | Σελ. 527 |
Β. Φιλικές Υπηρεσίες και Μεσολάβηση | Σελ. 529 |
Γ. Έρευνα και Συνδιαλλαγή | Σελ. 529 |
Οι νομικές μέθοδοι επιλύσεως των διεθνών διαφορών | Σελ. 530 |
Α. Διαιτησία και δικαστικός διακανονισμός | Σελ. 530 |
Β. Το πρόβλημα των νομικών και των πολιτικών διαφορών | Σελ. 531 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV | |
ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ (ΔΔΧ) | |
Γενικά | Σελ. 533 |
Οργάνωση του Δικαστηρίου | Σελ. 534 |
Α. Σύνθεση - εκλογή μελών | Σελ. 534 |
Β. Δικαστές ad hoc | Σελ. 535 |
Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου επί διεθνών διαφορών | Σελ. 536 |
Α. Αρμοδιότητα ratione personae | Σελ. 536 |
Β. Πώς εκδηλώνεται η συναίνεση των κρατών να υπαγάγουν ορισμένες ή όλες τις διαφορές τους στο Διεθνές Δικαστήριο. | Σελ. 537 |
α. Συμβατική αποδοχή της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου (άρθρο 36 παράγραφος 1 Καταστατικού) | Σελ. 537 |
β. Αποδοχή της προαιρετικής ρήτρας υποχρεωτικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου (άρθρο 36 παράγραφος 2 Καταστατικού) | Σελ. 538 |
γ. Forum prorogatum | Σελ. 540 |
Γ. Προσωρινά μέτρα (Interim Measures) | Σελ. 541 |
Ισχύς και εκτέλεση των αποφάσεων του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης | Σελ. 542 |
Γνωμοδοτική αρμοδιότητα (Advisory Opinions) του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης | Σελ. 542 |
Γενική εκτίμηση του έργου του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης | Σελ. 544 |
ΧΑΡΤΕΣ | Σελ. 547 |
Αλφαβητικό Ευρετήριο | Σελ. 553 |
Σελ. 1
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Σελ. 3
ΤΜΗΜΑ Ι
ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Η βιβλιογραφία που ακολουθεί είναι συμπληρωματική των βασικών συγγραμμάτων που αναφέρθηκαν ανωτέρω. Τα βασικά αυτά συγγράμματα καταρχήν δεν επαναλαμβάνονται εδώ, αλλά λειτουργούν συνδυαστικά για την ενδεχόμενη εις βάθος μελέτη.
1. Το διεθνές δίκαιο
Tο διεθνές δίκαιο, ή δημόσιο διεθνές δίκαιο είναι το νομικό σύστημα το οποίο διέπει τη διεθνή κοινότητα. Η διεθνής κοινότητα καλύπτει ολόκληρο το φάσμα των σχέσεων, των αντίρροπων τάσεων, των μεμονωμένων και των συλλογικών επιδιώξεων που αναπτύσσουν κατά τη μεταξύ τους επικοινωνία οι πολιτειακά οργανωμένες μονάδες του σύγχρονου κόσμου, δηλαδή τα κράτη, αλλά και οι διεθνείς Οργανισμοί. Είναι επίσης δέκτης επιδράσεων που προέρχονται από άλλους, ιδιωτικούς κυρίως παράγοντες της διεθνούς ζωής. Τέλος, η διεθνής κοινότητα με τη σειρά της ανατροφοδοτεί τους παράγοντες που την αποτελούν. Το σύγχρονο διεθνές δίκαιο ρυθμίζει ολοένα περισσότερους τομείς της κοινωνικής συμπεριφοράς. Δεν περιορίζεται όπως στο παρελθόν μόνο στις διακρατικές σχέσεις και διαπερνά μεγάλους τομείς του εσωτερικού δικαίου. Χωρίς αμφιβολία, τα κυριότερα αντικείμενα της ρυθμίσεως παραμένουν η εξασφάλιση της ειρήνης, η ειρηνική επίλυση των διεθνών διαφορών και η απομάκρυνση της χρήσεως βίας μεταξύ των κρατών, η αναβάθμιση της αξίας του ανθρώπου και η διεθνής συνεργασία σε όλους τους τομείς. Επειδή όμως οι κανόνες του διεθνούς δικαίου αναφέρονται τόσο στην εσωτερική όσο και στη διεθνή προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, η ενασχόληση με το δίκαιο αυτό, εμπλέκει τώρα πια όχι μόνο τις κυβερνήσεις, τους διεθνείς Οργανισμούς και τα διεθνή όργανα αλλά και τα εσωτερικά όργανα του κράτους και τους απλούς πολίτες, καθώς και εκείνους που προσβλέπουν στη δημιουργία διεθνούς κοινωνίας των πολιτών. Οι χρήστες (users) του διεθνούς δικαίου είναι λοιπόν αναρίθμητοι.
Κατ’ ακολουθία, παρατηρείται σήμερα παγκοσμίως εντυπωσιακή παρέμβαση του νομικού επιστήμονα και ιδίως του εσωτερικού δικαστή στην ερμηνεία και την εφαρμογή των διεθνών κανόνων. Αυτό δεν γίνεται βέβαια πάντοτε με επιτυχία, όπως άλλωστε δεν παρατηρείται και σεβασμός του διεθνούς δικαίου από όλα τα κράτη.
2. Κωδικοποίηση του διεθνούς δικαίου και προοδευτική εξέλιξη
Με τον όρο «κωδικοποίηση» εννοούμε την ακριβέστερη διατύπωση και συστηματοποίηση των κανόνων διεθνούς δικαίου σε τομείς όπου υπάρχει εκτεταμένη κρατική πρακτική, προηγούμενα και επιστημονική ενασχόληση. Με τον όρο προοδευτική εξέλιξη εννοούμε
Σελ. 5
σχέδια συμβάσεων σε θέματα όπου το διεθνές δίκαιο δεν εξελίχθηκε ικανοποιητικά ως τώρα. Στο παρελθόν είχε επανειλημμένα επιχειρηθεί η κωδικοποίηση του διεθνούς εθίμου από συγγραφείς όπως οι Fiore και Bluntschli. Στο Μεσοπόλεμο η νομική σχολή του Harvard διατύπωσε ορισμένους αναμφισβήτητους κανόνες του διεθνούς δικαίου και έκτοτε το Restatement (Third) Foreign Relations Law αποτελεί σημείο αναφοράς στις ΗΠΑ. Επιστημονικά σωματεία όπως το Institut de Droit International και η International Law Association από το 1873 εισφέρουν πολύτιμη εμπειρία στην διαπίστωση και διαμόρφωση διεθνών κανόνων. Η πρώτη διακρατική κωδικοποιητική προσπάθεια έγινε με τις Συνδιασκέψεις της Χάγης του 1899 και του 1907 στον τομέα του δικαίου του πολέμου. Ακολούθησαν οι διπλωματικές συνδιασκέψεις της Γενεύης του 1949 και 1974-1977 που κωδικοποίησαν το ανθρωπιστικό διεθνές δίκαιο. Ουσιαστική ώθηση στην κωδικοποίηση αποτελεί το νομοθετικό έργο των Ηνωμένων Εθνών. Ήδη από το 1947 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ δημιούργησε την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου με σκοπό την κωδικοποίηση και την προοδευτική ανάπτυξη του διεθνούς δικαίου. Η Επιτροπή επεξεργάσθηκε σχέδια τα οποία απέληξαν στην πρώτη κωδικοποίηση του δικαίου της θάλασσας με τις 4 Συμβάσεις της Γενεύης του 1958. Ακολούθησε το δίκαιο των διπλωματικών και προξενικών σχέσεων στη Βιέννη το 1961 και 1963 αντίστοιχα. Το 1969 στη Βιέννη κωδικοποιήθηκε το δίκαιο των διεθνών συνθηκών και αργότερα πραγματοποιήθηκε κωδικοποίηση και προοδευτική ανάπτυξη του δικαίου διαδοχής κρατών, του δικαίου των διεθνών ποταμών και της ετεροδικίας των κρατών. Η Επιτροπή του διεθνούς δικαίου διατύπωσε Σχέδιο κώδικα των εγκλημάτων κατά της ειρήνης και της ανθρωπότητας. Το 2001 επίσης σημαντικό Σχέδιο Άρθρων περί διεθνούς ευθύνης των κρατών (ARSIWA). Ακολούθησε το 2011 Σχέδιο Άρθρων για την ευθύνη των διεθνών Οργανισμών (ARIA). Η Επιτροπή συνεχίζει τη μελέτη επίκαιρων προβλημάτων του διεθνούς δικαίου και διαμορφώνει ανάλογα σχέδια συνθηκών. Κωδικοποίηση πραγματοποιείται από τα Ηνωμένα Έθνη και χωρίς τη συνδρομή της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου με τη σύγκληση διεθνών συνδιασκέψεων. Η πιο εντυπωσιακή ειδική διεθνής διάσκεψη (1973-1982) διαμόρφωσε τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Άλλες διεθνείς συνδιασκέψεις που προώθησαν το διεθνές δίκαιο χωρίς να απολήξουν σε συμβατικά κείμενα ασχολήθηκαν ενδεικτικά με το περιβάλλον (Στοκχόλμη 1974, Ρίο 1992), τα ανθρώπινα δικαιώματα (Τεχεράνη 1968, Βιέννη 1993), ισότητα ανδρών και γυναικών (Κοπεγχάγη 1979) και θέση της γυναίκας στην κοινωνία (Πεκίνο 1995). Οι συνθήκες Μόσχας-Λονδίνου- Ουάσιγκτον (1963) περί μη διασποράς των πυρηνικών όπλων και 1969 καθώς επίσης και η Σύμβαση για την παραγωγή, εναποθήκευση και χρήση βακτηριολογικών και βιολογικών όπλων (1970) και η Σύμβαση παραγωγής μεταφοράς και χρήσεως χημικών όπλων (1993) αποτελούν έργο των Ηνωμένων Εθνών. Επίσης, η κήρυξη τμήματος του βυθού των θαλασσών, του εξωατμοσφαιρικού διαστήματος και της Ανταρκτικής ως κοινής κληρονομιάς της ανθρωπότητας εντάσσονται στη δράση των Ηνωμένων Εθνών. Βλ. R.-J. Dupuy: “La emergencia de la Humanidad” in El Derecho internacional en un mundo en transformacion, Liber Amicorum Ed. Jiménez de Arechaga, Montevideo 1994, 211 – W. Stocker, Das Prinzip des Common Heritage of Mankind als Ausdruck des Staatengemeinschaftinteresses im Völkerrecht, Zürich 1994.
Σελ. 6
3. Η διεθνής κοινότητα
Η θεώρηση των διεθνών σχέσεων ξεκινά από το δεδομένο ότι υπάρχει μια «διεθνής κοινότητα» (international community). Η διεθνής κοινότητα έχει χαλαρή διάρθρωση και γι’ αυτό το λόγο εμφανίζεται αποκεντρωμένη. Αποτελείται κατά κύριο λόγο από 200 περίπου κράτη, μικρά και μεγάλα, που διαφέρουν μεταξύ τους σε εδαφική έκταση, πληθυσμό, οικονομική ισχύ και πολιτική ακτινοβολία. Σε αυτήν εντάσσονται επίσης ισάριθμοι ή περισσότεροι διεθνείς Οργανισμοί. Εξάλλου, τα άτομα ή σε μερικές περιπτώσεις άλλες οντότητες οικονομικές και πολιτικές, επηρεάζουν και επηρεάζονται άμεσα από τη διεθνή ζωή. Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι παρά τις πρόσφατες εξελίξεις, ο σημαντικότερος και πιο εμφανής παράγοντας της διεθνούς κοινότητας εξακολουθεί να παραμένει το κράτος.
Η υπερδομική αυτή θεώρηση κρύβει βέβαια τις πολλαπλές διαφορές που χωρίζουν το σύγχρονο κόσμο στον ιδεολογικό, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και άλλους τομείς. Περικλείει επίσης αντίφαση μεταξύ της έννοιας της «κοινότητας» που προϋποθέτει ενιαία συμφέροντα και στόχους και συνεπάγεται κοινούς τρόπους δράσεως και εκείνης της «κρατικής κυριαρχίας» που αν την αντιμετωπίσουμε στην κυριολεξία περικλείει ατομικότητα και χωριστή διαδικασία δράσεως διεθνώς. Γι’ αυτό αρκετοί αναλυτές χρησιμοποιούν τον όρο «διεθνής κοινωνία» (international society) που κατά την άποψή τους είναι χαλαρότερος από εκείνον της «διεθνούς κοινότητας» (international community).
Υπάρχουν πάντως σήμερα οικονομικές, πολιτικές, ηθικές και πολιτιστικές δυνάμεις που υποχρεώνουν τα κράτη σε συνεργασία και σε κοινή αντιμετώπιση των προβλημάτων. Κανείς δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τους άλλους. Η ιδέα αυτή τείνει να καταστεί κοινή συνείδηση, περισσότερο όμως στους απλούς ανθρώπους παρά στις ηγεσίες των κρατών. Πολλές ηγεσίες λόγω μετριότητας επιζούν με τα παλαιά λεξιλόγια.
Στη διεθνή κοινότητα, με τη μορφή που παρουσιάζει σήμερα, σπουδαίο ρόλο διαδραματίζει το διεθνές δίκαιο, γιατί είναι ένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις διαφοροποιήσεις. Εξασφαλίζει τη συνύπαρξη μεταξύ κρατών με ομοειδή ή διαφορετικά καθεστώτα. Προστατεύει από την αυθαιρεσία. Προσφέρει οργανωτικό πλαίσιο για συνεργασία και εναλλακτικές λύσεις στη χρήση βίας. Επιλύει προβλήματα της καθημερινότητας των ανθρώπων, όπως ζητήματα εμπορικών συναλλαγών, θαλάσσιων και αεροπορικών μεταφορών, κ.λπ.
4. Διαμόρφωση του διεθνούς δικαίου
Η ελληνική κλασική αρχαιότητα γνώρισε, πέρα από τον προαιώνιο θεσμό της συνθήκης, πολλούς ειδικούς θεσμούς που ρύθμιζαν τις σχέσεις κυρίως μεταξύ των ελληνικών πόλεων: τα «κοινά», τις συμμαχίες, τη διαλλαγή και τη μεσολάβηση, τις αμφικτιονίες, την προξενία, την πρεσβευτική ιδιότητα, την ασυλία, για τα οποία βλ. G. Ténékidès: Droit international et communautés fédérales dans la Grèce des cités, R.C.A.D.I. 1956 (II). Είναι αξιοσημείωτο ότι το πρώτο βιβλίο διεθνούς δικαίου παγκοσμίως γράφτηκε στην ελληνική γλώσσα τον 3ο αιώνα π.Χ. στη Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας από τον Δημήτριο Φαληρέα. Επίσης, κατά τη ρωμαϊκή εποχή αναφέρονται σπουδαίοι θεσμοί διεθνούς χαρακτήρα, όπως το ius ή jus gentium, που καθόριζε τις σχέσεις μεταξύ Ρωμαίων και μη
Σελ. 7
Ρωμαίων πολιτών, βλ. A. Nussbaum: Α Concise History of the Law of Nations, London 1962, D. Bederman, International Law in Antiquity, Cambridge 2001. Για την ιστορία του διεθνούς δικαίου από την αρχαιότητα ως σήμερα βλ. επίσης W. Grewe, Epochen der Völkerrechtsgeschichte, 1984 και G. Grewe, M. Byers: The Epochs of International Law, New York 2000. Επειδή οι αρχαίοι χρόνοι διαφέρουν ουσιαστικά από τον σύγχρονο κόσμο, γι’ αυτό οι πιο πάνω θεσμοί θεωρούνται μόνο μακρινοί προάγγελοι του διεθνούς δικαίου.
Το διεθνές δίκαιο διαμορφώθηκε σταδιακά κατά τους τέσσερις τελευταίους αιώνες και πάντοτε αποτέλεσε καθρέφτη των σχέσεων μεταξύ των παραγόντων της διεθνούς ζωής. Στο τέλος του Μεσαίωνα, στη φάση της συγκροτήσεως του σύγχρονου κράτους, ένα υποτυπώδες διεθνές δίκαιο περιοριζόταν σε ελάχιστους κανόνες για τη διπλωματική αποστολή, τις συνθήκες και το έθιμο και σε θεολογικούς εσωτερισμούς περί του ποιος πόλεμος είναι δίκαιος και ποιος όχι. Στον Μεσαίωνα, η πυραμίδα της εξουσίας που χαρακτήριζε ολόκληρη σχεδόν την ευρωπαϊκή ήπειρο, είχε εξασφαλίσει, με τα λεγόμενα «δύο ξίφη του Χριστού» (δηλαδή τον Πάπα και τον αυτοκράτορα), μία ιδιόμορφη ειρήνη, την Pax Christiana, στο πλαίσιο της οποίας βέβαια δεν έπαψαν να αλληλοσφάζονται οι επιμέρους ηγεμόνες και ηγεμονίσκοι και οι δυστυχείς υποτελείς τους. Το διεθνές δίκαιο άρχισε να αποκτά ευρύτητα μετά το 16ο αιώνα με την αποκάλυψη της γεωγραφικής διαστάσεως του κόσμου και τη διαμόρφωση καναλιών εξερευνήσεως, αναζητήσεως πρώτων υλών, κατακτήσεως εδαφών και δουλεμπορίου.
5. Θεωρητικές ενατενίσεις από την Αναγέννηση (17ος αιώνας)
Η αποτύπωση των κανόνων του διεθνούς δικαίου έγινε κατά πρώτο λόγο στα έργα των κλασικών συγγραφέων του κλάδου. Οι πρώτες απόπειρες αποχωρισμού της νομιμότητας της διεθνούς συμπεριφοράς των κρατών από τη θεολογία εκδηλώθηκαν όταν οι βασιλείς της Ισπανίας ζητούσαν νομιμοποίηση για την κατάκτηση της αμερικανικής ηπείρου. Ο δομηνικανός καλόγερος Francisco de Vitoria, καθηγητής της θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Salamanca, για πρώτη φορά υποστήριξε πως δεν υπάρχουν ευρωπαίοι και «άλλοι». Πως όλοι οι λαοί έχουν το δικαίωμα, αν είναι συγκροτημένοι κάτω από αυτοτελή πολιτική εξουσία, να διεκδικούν ίσα δικαιώματα στις μεταξύ τους σχέσεις. Στα έργα του Relectiones theologicae, Relectiones de Indis και De iure belli hispanorum in barbaros, ο Vitoria αρνήθηκε να θεωρήσει τους κατοίκους των «Ινδιών», δηλαδή της κατακτημένης από τους Ευρωπαίους Αμερικής, ως αδέσποτα πράγματα (res nullius), που μπορούν να αποκτηθούν από οποιονδήποτε. Αλλά είτε επειδή έπρεπε να συμβιβασθούν τα ασυμβίβαστα, είτε επειδή είχε πεποίθηση για το δικαίωμα της κατακτήσεως, ο Vitoria αναζήτησε στήριγμα της θεωρίας του στην αρχή της επικοινωνίας (jus communicationis) μεταξύ των λαών. Εδίδασκε λοιπόν ότι το δικαίωμα της κατακτήσεως απέρρεε από την άρνηση των κατοίκων της αμερικανικής ηπείρου να δεχθούν την επικοινωνία με τους Ευρωπαίους κατακτητές.
Σελ. 8
Τότε δόθηκε ώθηση στις σχέσεις μεταξύ των ευνοημένων ευρωπαϊκών κρατών για τις συνέπειες της ανθρώπινης περιπέτειας πέρα από τις θάλασσες. Πρβλ. La escuela de Salamanca y el derecho internacional en America. Delpasado al futuro (Araceli Mangas Martin, ed.), Salamanca 1993.
Η επόμενη σημαντική εξέλιξη σημειώθηκε με το έργο του Ολλανδού διπλωμάτη, συγγραφέα και ποιητή Hugo de Groot ή Grotius (1583-1645). Ο Grotius που θεωρείται ιδρυτής της σχολής του φυσικού δικαίου συνδύαζε θεωρία και πρακτική. Το πρώτο του έργο De iure praedae (1605), γράφτηκε επειδή μερικοί Ολλανδοί διαμαρτυρόμενοι, μέτοχοι της εταιρείας των ανατολικών Ινδιών, θεωρούσαν πως ήταν παράνομη η χρήση βίας και είχαν αμφιβολίες για τη νομιμότητα της διανομής των κερδών από τη σύληση πορτογαλικών πλοίων στην ανοικτή θάλασσα. Ως προς τους Ινδούς και τους Ινδονήσιους δεν τους ενοχλούσε η θρησκευτική τους συνείδηση. Ο Grotius επεξεργάσθηκε λοιπόν θεμελιωμένη κατασκευή περί του δικαίου της λείας. Σε ένα κεφάλαιο αναφέρθηκε στο δικαίωμα της ελευθεροπλοΐας στην ανοικτή θάλασσα (mare liberum), καθιερώνοντας έτσι το δικαίωμα των Ολλανδών να πλέουν προς τις Ινδίες, εξήγγειλε δηλαδή το δίκαιο της ελευθερίας των θαλασσών. Αργότερα ο Grotius με ένα σύγγραμμα που επηρέασε όλους τους θεωρητικούς, το De iure belli ac pacis (1625), διατύπωσε συνολική εικόνα του κλάδου. Υπογράμμισε πως το διεθνές δίκαιο είναι ορθολογικό και επιδέχεται συστηματική ανάλυση και μεθοδολογική νομοτέλεια. Στηρίχθηκε κατά βάση στην έννοια του φυσικού δικαίου, που αποτελείται από κανόνες συμφυείς προς την ανθρώπινη φύση, αιώνιους και αμετάβλητους. Στο πλαίσιο των αρχών του φυσικού δικαίου εδίδαξε ότι μπορούν να διαμορφώνονται και κανόνες ηθελημένοι (jus voluntarium), που δημιουργούνται ρητά ή σιωπηρά από τις επιμέρους πολιτείες με διεθνείς συμφωνίες ή με το έθιμο. Για τα έργα άλλων σπουδαίων συγγραφέων, όπως οι F. Suares (1548-1617), A. Gentili (1552-1608), A. Zouche (1590-1660), C. Bunkershoek (1673-1943), S. Puffendorf (1622-1694) βλ. ανωτέρω A. Nussbaum και M. Lachs.
6. Συνάρτηση προς συγκεκριμένες πολιτικές μεταβολές από την Αναγέννηση ως τις αρχές του 20ού αιώνα
Η ανάπτυξη του κλάδου του διεθνούς δικαίου έγινε σε μια ιστορική διαδρομή απόλυτα συνδεόμενη με το σύγχρονο κράτος. Αυτό το στοιχείο χαρακτήρισε τη δύναμη και τις αδυναμίες του διεθνούς δικαίου. Εξάλλου, για μακρό χρονικό διάστημα, η ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ κρατών ήταν συνάρτηση της ισχύος στον κόσμο. Η άποψη ότι το διεθνές δίκαιο υπήρξε όργανο διανομής του κόσμου από τις Μεγάλες Δυνάμεις δεν είναι υπερβολική. Σε ορισμένο μέτρο αυτό ήταν αναπόφευκτο, αφού δεν υπήρχε οργάνωση της διεθνούς κοινότητας και τα ισχυρά από πολιτική, στρατιωτική και οικονομική άποψη κράτη διηύθυναν χωρίς επαρκές νομικό στήριγμα τις τύχες της ανθρωπότητας.
Αλλά και όταν οι δεδομένες για ορισμένη εποχή Μεγάλες Δυνάμεις πέρασαν σε δεύτερη μοίρα, η υποκατάστασή τους από άλλες Δυνάμεις δεν άλλαξε αναγκαία το ηγεμονιστικό διάγραμμα. Από την άλλη πλευρά, το διεθνές δίκαιο ήταν έτσι διαμορφωμένο ώστε απλά να αγνοεί τους υπόλοιπους λαούς και δεν εκπλήσσει το γεγονός, ότι ο θεσμός της
Σελ. 9
αναγνωρίσεως του κράτους λειτούργησε πολλές φορές στο 19ο αιώνα και στις αρχές του 20ου σε αντιπαράθεση (και όχι σε δικαίωση) προς την άσκηση της αρχής της αυτοδιαθέσεως των λαών.
Στις τελευταίες δεκαετίες του 18ου και σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα ως τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918), μέσα από πληθώρα αξιόλογων θεωρητικών κατασκευών, η ανθρωπότητα γνώρισε τη θεοποίηση του κυρίαρχου κράτους (Sovereign State, État souverain). Έτσι, έως πρόσφατα στις εξωτερικές σχέσεις, το κάθε κράτος εκλαμβανόταν ως ο μοναδικός παραγωγός και αποδέκτης των κανόνων του διεθνούς δικαίου. Συγγράμματα μόλις της περασμένης γενιάς, ως τη δεκαετία του 1970, περιέχουν πλήθος διακρίσεις για κράτη ανεξάρτητα, υποτελή, υπό κηδεμονία, υπό προστασία, υπό εντολή, «πεπολιτισμένα» και μη.
Η νέα μεγάλη καμπή στην εξέλιξη του διεθνούς δικαίου παρατηρείται με τον Ελβετό διπλωματικό και συγγραφέα Emeric de Vattel (1714-1764), που θεωρείται ένας από τους μακιαβελικούς του κλάδου. Ο Vattel, αν και βασίσθηκε στις διδασκαλίες του J.-J.Rousseau, δηλαδή στο νομικό ατομικισμό και μίλησε για ανεξαρτησία και ισότητα μεταξύ των κρατών, κατέληξε στο συμπέρασμα πως κάθε κράτος είναι κριτής του εαυτού του. Για τον Vattel το φυσικό δίκαιο είναι δευτερεύουσα έννοια και όχι φραγμός στην απόλυτη κυριαρχία. Έτσι, τα πρωτεία του ηθελημένου δικαίου θα δεσπόσουν στην επιστήμη και την πρακτική (εκείνων των κρατών που είχαν τη δύναμη) ως τις αρχές του 20ού αιώνα.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ανακόπηκαν για πολύ διάστημα οι προσπάθειες εντοπισμού, πέρα και πριν από το κράτος, κανόνων του φυσικού δικαίου που «είναι αναλλοίωτοι, συναρτώνται προς τις αιώνιες αξίες και τη φύση του ανθρώπου» και δεν επιτρέπουν παρεκκλίσεις. Θα μπορούσε να λεχθεί πώς, συνειδητά ή όχι, όσοι ασχολήθηκαν με το φυσικό δίκαιο θέλησαν να δημιουργήσουν φραγμούς στην απόλυτη εξουσία του μονάρχη και στον ανέλεγκτο τρόπο καθορισμού του δικαίου και του αδίκου. Αλλά η πρόταση-απόδειξη παρέμεινε σταθερή και βασιζόταν στην άκαμπτη θέση ότι όλα αρχίζουν από και τελειώνουν με τη βούληση του κράτους. Πως δεν υπάρχει υπερκείμενος των κρατών διεθνής νομοθέτης, κανένα κράτος δεν είναι δυνατό να υπαχθεί στη δικαιοδοσία διεθνούς δικαστηρίου χωρίς τη θέλησή του (δηλαδή το κράτος που παρανομεί πρέπει να αποδέχεται να δικασθεί) και φυσικά πως δεν υπάρχει διεθνής εκτελεστική εξουσία.
Ο θετικισμός του 19ου αιώνα (που υπήρξε μια μορφή συντηρητισμού) αντιμετώπισε το διεθνές δίκαιο ως αποκλειστικά ηθελημένο. Για τους Γερμανούς θεωρητικούς που εδίδασκαν μετά τον G.W.F. Hegel πως το κράτος εκφράζει τις υπέρτατες αξίες του έθνους, ήταν εύλογο το κράτος να μην υπάγεται σε καμιά εξωτερική εξουσία. Κατά λογική συνέπεια ο G. Jellinek επεξεργάσθηκε τη θεωρία του «αυτοπεριορισμού» (Selbstbeschränkung) για να εξηγήσει πως το διεθνές δίκαιο είναι απόρροια της αυτοδεσμεύσεως του κράτους και όχι της επιβολής μιας κοινωνικής δυναμικής στη συμπεριφορά του. Παράλληλα προς τον G. Jellinek ο επίσης Γερμανός καθηγητής H. Triepel, όπως και πολλοί διακεκριμένοι Ιταλοί διεθνολόγοι (με πρώτους τους D. Anzilotti και A. Cavaglieri), οδηγήθηκαν στη θεμελίωση του διεθνούς δικαίου με βάση τη «σύμπτωση» των βουλήσεων των κρατών (Vereinbarung). Το διεθνές δίκαιο εκλαμβανόταν λοιπόν σε εκείνη τη φάση της θεωρητικής
Σελ. 10
του πορείας, ως στοιχείο κοινής βουλήσεως των κρατών που δεν υπακούει απαραίτητα σε εξωτερικές ηθικές δυνάμεις. Αυτή η νοοτροπία (θεωρητική και πρακτική ενατένιση της διεθνούς ζωής) γνώρισε τις καλύτερες ώρες της στον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα. Δεν έχει ακόμη τελείως παραμερισθεί.
7. Θεμελιακή αλλαγή με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918)
Η θεμελιακή αλλαγή ολόκληρου του πλέγματος των κοινωνικών σχέσεων ήρθε μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο πόλεμος εκείνος ανατίναξε το παλιό σύστημα συσχετισμού των δυνάμεων στον κόσμο και επηρέασε βαθιά τους στόχους και το περιεχόμενο του διεθνούς δικαίου. Έτσι, η αγωνία της επιστήμης για τη θεμελίωση του υποχρεωτικού χαρακτήρα του διεθνούς δικαίου, δηλαδή την ανεπιφύλακτη ένταξή του στο γενικό δικαιϊκό σύστημα, εκδηλώθηκε κατά τον Μεσοπόλεμο (1918-1939) σε εποχή πολλαπλών αμφισβητήσεων της διεθνούς νομιμότητας από τον φασισμό και τον ναζισμό. Και κυριάρχησαν δύο κυρίως, αντιτιθέμενες, θεωρητικές κατευθύνσεις.
Η πρώτη, εκείνη του κοινωνιολογικού αντικειμενισμού (objectivisme sociologique), με κύριο εκπρόσωπο τον G. Scelle, ενέτασσε την υπαγωγή του κράτους στο διεθνές δίκαιο και το υποχρεωτικό περιεχόμενο του τελευταίου σε κοινωνιολογικούς παράγοντες. Το διεθνές δίκαιο εκτιμήθηκε λοιπόν ως προϊόν κοινωνικών αναγκών στις οποίες τα κράτη είναι υποχρεωμένα να ανταποκριθούν διττά: αφενός διατυπώνοντας τους σχετικούς κανόνες και αφετέρου τηρώντας αυτούς τους κανόνες.
Στην άλλη όχθη τοποθετήθηκε από τον H. Kelsen ο νορματιβισμός (normativism). Η «καθαρά θεωρία του δικαίου» προσέδωσε συνολική υπόσταση στη δικαιϊκή τάξη εντάσσοντας σε αυτή τόσο το εσωτερικό, όσο και το διεθνές δίκαιο. Παραμερίζοντας τους εξωγενείς παράγοντες, προέβαλε και επεξεργάσθηκε περαιτέρω τους όρους της δημιουργίας, εξελίξεως και εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο ενός συνόλου κανόνων ιεραρχημένων και αλληλεξαρτημένων υπό τη μορφή πυραμίδας. Οι νορματιβιστικές θεωρίες αναπτύχθηκαν από τη «Σχολή της Βιέννης» με κύριους εκπροσώπους τους H. Kelsen, A. Verdross, J. Kunz.
Την ίδια εποχή σπουδαία υπήρξε η συμβολή της αγγλο-σαξωνικής εμπειρικής θεωρίας από τους Lord Mc Nair, J. Brierly αλλά και L. Oppenheim, H. Lauterpacht καθώς και οι συγκλήσεις άλλων διαπρεπών θεωρητικών όπως των Νικολάου Πολίτη, Ιωάννου Σπυροπούλου, Ch. de Visscher, M. Bourquin.
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η θεωρία του διεθνούς δικαίου πέρασε δύσκολες ώρες κυρίως λόγω του Ψυχρού Πολέμου (1946- 1962). Υπάρχουν όμως πολύ θετικές εισφορές τόσο από τα παραδοσιακά σημεία έρευνας (G. Schwarzenberger, Ch. Rousseau, P. Reuter, Η. Mosler, M. McDougal, G. Tunkin, O. Schachter, H. Waldock) όσο και από τους επιστήμονες του Τρίτου κόσμου (Ed. de Arechaga, M. Bedjaoui, G. Abi-Saab, A. Mahiou, R.P. Anand), ενώ τελευταία εμφανίζονται τάσεις άλλοτε απολογητικές ή αποδομητικές (D. Kennedy, Ph. Allott, M. Koskenniemi, A.Carty, Th. Franck), και άλλοτε αντιαποικιοκρατικές και γενικότερα επικριτικές (B. Chimni, U. Baxi, A. Anghie). Ίσως η θεωρητική φτώχεια που παρατηρούμε σήμερα στο διεθνές δίκαιο να οφείλεται στις συνεχιζόμενες
Σελ. 11
αβεβαιότητες και αυτο-αναιρέσεις του διεθνούς συστήματος και στις συνεχείς διορθωτικές κινήσεις της διεθνούς πολιτικής, αλλά και στο γεγονός ότι λόγω των εναλλαγών οι επιστήμονες προτιμούν τα καθημερινά, τα περιορισμένα και τα προσοδοφόρα θέματα, εγκαταλείποντας έτσι την άνεση του στοχαστικού ανθρώπου.
8. Πολιτικές ρήξεις που επηρέασαν το διεθνές δίκαιο
α/ Επί μακρό χρονικό διάστημα η ανθρωπότητα συνταράχθηκε από την οκτωβριανή επανάσταση των μπολσεβίκων (1917) στη Ρωσία και τις παγκόσμιες συνέπειές της. Οι συνέπειες αυτές εκδηλώθηκαν έντονα σε διαφορετικά επίπεδα τουλάχιστον ως το 1989. Η δημιουργία των κομμουνιστικών/σοσιαλιστικών κρατών της Ανατολικής Ευρώπης και η επέκταση αυτών των καθεστώτων σε διάφορες περιοχές του κόσμου οδήγησε τους σοβιετικούς συγγραφείς στην αναζήτηση και θεωρητικής ιδιομορφίας προς εδραίωση ενός «σοσιαλιστικού διεθνούς δικαίου» ως απάντηση σε ένα προφανώς υπαρκτό «καπιταλιστικό διεθνές δίκαιο». Πέρα από τους κανόνες μικρής εμβέλειας που αφορούσαν λ.χ. στην εθνικοποίηση ξένων περιουσιών χωρίς αποζημίωση ή στην ετεροδικία του κράτους ακόμη και όταν το κράτος πραγματοποιεί εμπορικές πράξεις, η κυριότερη φροντίδα των σοβιετικών συγγραφέων ήταν να περιχαρακωθεί η παραδοσιακή έννοια του κυρίαρχου κράτους ως πρωταρχικού και καταλυτικού παράγοντα στις διεθνείς σχέσεις. Από αυτή τη σκοπιά οι Σοβιετικοί υπερτόνισαν την αξία του συμβατικού δικαίου -όπου το κράτος, όταν δεσμεύεται το πράττει ρητά και εγγράφως- και εκδήλωσαν μεγάλη επιφυλακτικότητα απέναντι στο εθιμικό διεθνές δίκαιο. Μέσα σε αυτή τη λογική οι Σοβιετικοί δεν αισθάνθηκαν ποτέ άνετα με την ιδέα ότι οι διεθνείς Οργανισμοί είναι χωριστά υποκείμενα του διεθνούς δικαίου με ιδιαίτερη βούληση και σε μερικές περιπτώσεις με αποφασιστική αρμοδιότητα.
Τέλος, σε μια ακραία εκδοχή, αναιρετική άλλωστε της έννοιας του κυρίαρχου κράτους, οι Σοβιετικοί προέβαλαν κατά τη δεκαετία του 1970 το δόγμα Μπρέζνιεφ κατά το οποίο, αν ένα σοσιαλιστικό κράτος έδειχνε να παρεκκλίνει της κοινής γραμμής, τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη δικαιούνταν, ακόμη και με ένοπλη επέμβαση, να αποκαταστήσουν τη σοσιαλιστική ενότητα σε αυτό το κράτος. Έτσι «δικαιώθηκαν» οι ένοπλες επεμβάσεις των Σοβιετικών στην Ουγγαρία (1956) και την Τσεχοσλοβακία (1968-69).
Αλλά η οκτωβριανή επανάσταση και η δημιουργία των κομμουνιστικών/σοσιαλιστικών κρατών προώθησε τουλάχιστον δύο μεγάλες εξελίξεις του διεθνούς δικαίου. Πρώτο, ενίσχυσε τη γενίκευση και την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιαθέσεως των λαών (το θεμελιακό ψήφισμα 1514 της 14 Δεκεμβρίου 1960 της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών προήλθε από σοβιετική πρωτοβουλία) και δεύτερο γενίκευσε το σινο-σοβιετικό σχέδιο περί ειρηνικής συνυπάρξεως (Peaceful Co-existence) μεταξύ κρατών με διαφορετικό καθεστώς, μια πραγματικότητα που περιβλήθηκε το σχήμα του ψηφίσματος 2625 της 24 Οκτωβρίου 1970 της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών. Επίσης, μετά το 1960 η διπλωματία των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης ενέπνευσε ή στήριξε πολλές πρωτοβουλίες των νέων κρατών της Αφρικής και της Ασίας και των κρατών της Λατινικής Αμερικής
Σελ. 12
για τη δημιουργία μιας «Νέας Διεθνούς Οικονομικής Τάξεως», πρωτοβουλίες που δεν απέληξαν σε συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Η κατάρρευση της αποικιοκρατίας και η δημιουργία μεγάλου αριθμού νέων κρατών μετά το 1960 αποτελεί άλλο ουσιώδη παράγοντα εξελίξεως του διεθνούς δικαίου. Τα νέα (60 τότε, 120 περίπου σήμερα) κράτη της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής (ιδίως της Καραϊβικής) μετά την τυπική τους ανεξαρτησία προσπάθησαν κατά πρώτο λόγο να απαλλαγούν από μερικές νομικές υποχρεώσεις με τις οποίες τους είχαν δεσμεύσει οι αποικιακές δυνάμεις. Υποστήριξαν ανεπιτυχώς λ.χ. την αρχή tabula rasa, δηλαδή της μη δεσμεύσεως από προγενέστερες συνθήκες στις διαδικασίες διαδοχής κρατών, αλλά δεν ήταν εκεί το μέγα πρόβλημα. Το πρόβλημα ήταν και είναι η οικονομική επιβίωσή τους. Αντίθετα δε προς τα κομμουνιστικά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, τα νέα κράτη επέμειναν στη διοχέτευση του νομο-παραγωγικού έργου, όχι τόσο στις διεθνείς συνθήκες, των οποίων η σύναψη είναι χρονοβόρα, αλλά στα ψηφίσματα της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών όπου τα κράτη αυτά διέθεταν και διαθέτουν τη συντριπτική πλειοψηφία.
Τα νέα κράτη που δημιουργήθηκαν μετά το 1960 καθώς και άλλα κράτη της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής αποτελούν σήμερα την ομάδα των φτωχών αναπτυσσομένων χωρών (Developing Countries) την οποία ο Γάλλος κοινωνιολόγος Alfred Sauvy αποκάλεσε «Τρίτο κόσμο» (Tiers monde, Third World) κατ’ αντιδιαστολή προς τον «Πρώτο κόσμο» (των ανεπτυγμένων χωρών) και τον «Δεύτερο κόσμο» (των τότε σοσιαλιστικών χωρών της Ανατολικής Ευρώπης). Ο Τρίτος κόσμος, που όπως είπαμε αποτελείται σήμερα από περισσότερα από 120 κράτη, κινήθηκε ήδη από το 1965 προς την κατεύθυνση της αναπροσαρμογής των κανόνων του διεθνούς δικαίου περί των οικονομικών σχέσεων, ώστε οι κανόνες αυτοί να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των φτωχών κρατών. Προσπάθησε να περάσει την ιδέα μιας Νέας Διεθνούς Οικονομικής Τάξεως (New International Economic Order) και τόνισε την ανάγκη της διεθνούς αλληλεγγύης (International Solidarity). Δεν κατάφερε πολλά πράγματα ως προς το πρώτο, αλλά η κάπως μεγαλύτερη συνοχή που παρατηρείται σήμερα στις διακρατικές σχέσεις μέσα από τους διεθνείς Οργανισμούς είναι επίτευγμα του Tρίτου κόσμου.
Σε τελευταία ανάλυση, το «Ευρωπαϊκής» προελεύσεως διεθνές δίκαιο έχει υποστεί από τον 16ο αιώνα ως σήμερα τρεις, άνισες βέβαια, διορθωτικές μεταβολές. Μια γεωγραφική, μετά την ανεξαρτησία των κρατών της Αμερικής (18ος-19ος αιώνας), μια ιδεολογική, μετά την οκτωβριανή επανάσταση των μπολσεβίκων (1917) και μια οικονομική, με την εμφάνιση των κρατών του Τρίτου κόσμου και τη διάσταση μεταξύ πλουσίων και φτωχών κρατών (1960 ως σήμερα).
Μπορεί λοιπόν να πει κανείς ότι τέσσερα είναι σήμερα τα βασικά στοιχεία της ανακατανομής της εξουσίας στον κόσμο με την αύξηση και τη διασπορά των παραγόντων που συνθέτουν τη διεθνή κοινότητα, α) οι δεκάδες νέων κρατών, β) η ίδρυση και λειτουργία διεθνών Οργανισμών, β) η ιδεολογική διαφοροποίηση του κόσμου και η δημιουργία νέων κοινωνικών συστημάτων, γ) η αφύπνιση των αποικιακών λαών, και δ) η αναρχούμενη και άνιση από περιοχή σε περιοχή οικονομική ανάπτυξη και η συναφής άρρυθμη λειτουργία του διεθνούς οικονομικού και νομισματικού συστήματος. Κοινός παράγοντας που επηρέασε
Σελ. 13
και επηρεάζει την αλλαγή, η μοναδική τεχνολογική εμπειρία της ανθρωπότητας. Όλες αυτές οι δυνάμεις (στις θετικές και τις αρνητικές τους πλευρές) εκδηλώθηκαν έντονα μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-1945) και δίνουν έκτοτε τον τόνο στη μεταβατική περίοδο που ζούμε. Τέλος, κατά τα τελευταία χρόνια ανεβαίνει πιεστικά η απαίτηση για σεβασμό των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τους πάντες (κράτη, διεθνείς Οργανισμούς, οικονομικές μονάδες, άτομα/ιδιώτες).
9. Σύνοψη των φάσεων εξελίξεως του διεθνούς δικαίου
Θα μπορούσαμε λοιπόν να χαράξουμε ως εξής την πορεία του διεθνούς δικαίου:
α/ Στην αρχική του μορφή υπήρξε κυρίως δίκαιο της αμοιβαίας αποχής (σεβασμός της εδαφικής ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας των άλλων κρατών, μη επέμβαση, ελευθερία δράσεως εκεί όπου άλλα κράτη δεν έχουν κυριαρχικά δικαιώματα, κ.λπ.).
β/ Με την τεχνολογική και επιστημονική εμπειρία και την επικοινωνία μεταξύ των λαών το διεθνές δίκαιο εξελίχθηκε σε δίκαιο συνεργασίας και συντονισμού (αρχίζοντας από τις τεχνικές διεθνείς ενώσεις -για τις τηλεπικοινωνίες- του 19ου αιώνα και φθάνοντας στα Ηνωμένα Έθνη το 1945). Αποτελεί σήμερα την κυριώτερη έκφραση του διεθνούς δικαίου. Η εξέλιξη αυτή εκφράσθηκε με τη θεωρητική συμβολή του Wolfgang Friedmann, The Changing Structure of International Law, 1964.
γ/ Κατά τα τελευταία χρόνια, το διεθνές δίκαιο δίνει ελπίδες πως θα μπορούσε να εξελιχθεί προς ένα δίκαιο αλληλεγγύης (με κοινή δράση για την οικονομική ανάπτυξη και την κατάργηση της άνισης διεθνούς οικονομικής τάξεως, αλλά ιδίως με τη ρύθμιση για κοινή εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων στον λεγόμενο «διεθνή βυθό» της θάλασσας, με τη διεθνή θεσμική προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων). Την εξέλιξη αυτή απαιτούν μεταξύ άλλων οι Georges Abi-Saab, Ahmed Mahiou, Mohammed Bedjaoui, R.P. Anand, U. Baxi, B. Chimni.
Πρέπει να σημειωθεί, πως η εξέλιξη και η διεύρυνση των ποικίλων αντικειμένων που ρυθμίζει τώρα το διεθνές δίκαιο δεν συνεπάγεται εγκατάλειψη του αμέσως προηγούμενου και του απώτερου σταδίου. Η αναζήτηση της αλληλεγγύης συνυπάρχει με τις φάσεις της απλής συνεργασίας, του συντονισμού αλλά και της αμοιβαίας αποχής. Όπως επίσης και ότι η παλινδρόμηση είναι συχνή.
10. Σύγχρονος ρόλος του διεθνούς δικαίου
Το διεθνές δίκαιο είναι το νομικό σύστημα που διέπει οργανωτικά τη διεθνή κοινότητα. Ως νομικό σύστημα διανέμει και οριοθετεί αρμοδιότητες, αλλά περιλαμβάνει ολοένα περισσότερους ουσιαστικούς κανόνες συμπεριφοράς. Θα λέγαμε πως στη δυναμική του μορφή, κατά το μέτρο που σταθερά περιορίζει την έκταση της αποκλειστικής αρμοδιότητας των κρατών, σε αντικατάσταση φυτεύει ουσιαστικούς κανόνες στην καρδιά του εσωτερικού δικαίου. Αυτό το σημαντικό ζήτημα θα μας απασχολήσει σε επόμενα κεφάλαια.
Το άλλο χαρακτηριστικό είναι πως διευρύνονται συνεχώς οι τομείς που διέπονται από το διεθνές δίκαιο: ανθρώπινα δικαιώματα, οικονομικές σχέσεις, προστασία του περιβάλλοντος,
Σελ. 14
βυθός θάλασσας, εξω-ατμοσφαιρικό διάστημα. Συγχρόνως επιχειρείται εμβάθυνση και επιζητείται λειτουργικότητα των περισσοτέρων θεσμών του. Όχι μόνο παρουσιάζονται ευελιξίες στον τομέα της διεθνούς δεσμεύσεως, αλλά κυρίως ανασυγκροτούνται και εξειδικεύονται κανόνες της διεθνούς ευθύνης των κρατών, ενώ στοιχειοθετείται ένα νέο διεθνές ποινικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της παράνομης συμπεριφοράς των ατόμων, είτε έχουν επίσημη ιδιότητα είτε είναι απλοί πολίτες.
Η διεθνής κοινότητα εξακολουθεί πάντως να εκφράζει «αποκλειστικότητες» των επιμέρους κρατών. Γι’ αυτό, το διεθνές δίκαιο είναι ευαίσθητο στην ένταση (tension). Ένταση μεταξύ των μεγάλων Δυνάμεων, μεταξύ των οικονομικά αναπτυσσομένων (όταν παρουσιάζονται συμπαγείς) και των βιομηχανικών δυνάμεων, μεταξύ των κρατών που πειθαρχούν στη διεθνή νομιμότητα και εκείνων που την αποφεύγουν, μεταξύ των προσπαθειών μετακινήσεως εθνικών αρμοδιοτήτων προς όφελος διεθνών Οργανισμών ή ενοποιητικών συστημάτων και παραδοσιακής προσηλώσεως στην εσωτερική αρμοδιότητα των κρατών, κ.λπ. Από την άλλη πλευρά το διεθνές δίκαιο διαδραματίζει ρόλο σταθεροποιητικό. Περικλείει ευρύτατη ποικιλία θεσμών που αρχίζουν από το κλασικό συμβατικό δείγμα, τη διεθνή συνθήκη, και φθάνουν ως την υπαγωγή των κρατών σε διεθνείς θεσμικούς μηχανισμούς (δεσμεύσεις απευθείας από τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας όταν αυτές λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή του Κεφαλαίου VII του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών). Αποτρέπει ως ένα σημείο την ένοπλη αναμέτρηση και ευνοεί την προσπέλαση σε διαρθρωτικές διαδικασίες σε περίπτωση διεθνούς κρίσεως (ειρηνική επίλυση των διεθνών διαφορών).
Μερικοί διακρίνουν μεταξύ γενικού και ειδικού διεθνούς δικαίου:
α/ το γενικό διεθνές δίκαιο αποτελείται από τους κανόνες που ισχύουν για το σύνολο της διεθνούς κοινότητας. Μερικοί από αυτούς τους κανόνες, όχι μόνο είναι υποχρεωτικοί έναντι πάντων (erga omnes), αλλά είναι και ιεραρχικά υπέρτεροι (jus cogens), επειδή συνιστούν τον πυρήνα της διεθνούς νομιμότητας και δεν επιδέχονται παρεκκλίσεις (βλ. κατωτέρω).
Στην Υπόθεση Barcelona Traction (1970) το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης διέκρινε μάλιστα δύο κατηγορίες κανόνων του γενικού διεθνούς δικαίου. Στην πρώτη κατηγορία το Δικαστήριο κατέταξε τους κανόνες που ισχύουν erga omnes -έναντι πάντων- έτσι ώστε «η διεθνής κοινότητα στο σύνολό της» να απαιτεί τον σεβασμό τους από τα κράτη και να λαμβάνει μέτρα για την τήρησή τους. Ως παραδείγματα αυτών των κανόνων το Δικαστήριο ανέφερε τη θέση εκτός νόμου της επιθέσεως, την απαγόρευση της δουλείας σε όλες τις μορφές της, τον σεβασμό των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων. Στη δεύτερη κατηγορία, το Δικαστήριο κατέταξε τους άλλους κανόνες του γενικού διεθνούς δικαίου -όπως η αρχή της διπλωματικής προστασίας των υπηκόων ενός κράτους έναντι των άλλων κρατών-, κανόνες που επιδέχονται παρεκκλίσεις.
β/ Το ειδικό διεθνές δίκαιο εμφανίζεται με δύο μορφές. Είναι, αφενός το επιμέρους διεθνές δίκαιο που έχει ήδη μερικώς αυτονομηθεί σε σχέση προς το γενικό διεθνές δίκαιο, όπως το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το διεθνές ποινικό δίκαιο, το ανθρωπιστικό
Σελ. 15
δίκαιο και το δίκαιο του πολέμου, το διεθνές οικονομικό δίκαιο, το δίκαιο των διεθνών Οργανισμών. Όλοι αυτοί οι ειδικότεροι κλάδοι δεν παύουν βέβαια να υπάγονται ευθέως στο γενικό διεθνές δίκαιο. Υπό άλλη μορφή, το ειδικό διεθνές δίκαιο είναι επίσης το σύνολο των κανόνων που διέπουν δύο ή περισσότερα κράτη, στις μεταξύ τους σχέσεις. Εκφράζεται με τη λειτουργία περιφερειακών διεθνών Οργανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ, EU, European Union), ο Οργανισμός του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (North Atlantic Treaty Organization), ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (Organization of Economic Cooperation and Development), ο Οργανισμός των Αμερικανικών Κρατών (Organization of the American States), η Αφρικανική Ένωση (African Union). Ειδικό διεθνές δίκαιο διέπει όμως και παγκόσμιους Οργανισμούς, όπως η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (International Labor Organization), η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (World Health Organization, ο Οργάνωση για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη και την Κουλτούρα (UNESCO) και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (World Trade Organization). Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η διάκριση μεταξύ γενικού και ειδικού διεθνούς δικαίου είναι επιστημονικά επισφαλής.
11. Αβροφροσύνη και δίκαιο
Το διεθνές δίκαιο διακρίνεται από τη διεθνή εθιμοτυπία ή αβροφροσύνη (comitas gentium). Δεν ρυθμίζει πράξεις, όπως ο χαιρετισμός της ξένης σημαίας στην ανοικτή θάλασσα ή η υποδοχή ξένων ηγετών στο έδαφος του κράτους. Η εξομάλυνση διοικητικών δυσχερειών μεταξύ κρατών στο όνομα της καλής γειτονίας και οι δασμολογικές διευκολύνσεις προς τους ξένους διπλωματικούς αντιπροσώπους είναι επίσης ενέργειες μη προβλεπόμενες από το διεθνές δίκαιο. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ) στην Υπόθεση της υφαλοκρηπίδας της Βόρειας Θάλασσας (1969) σημείωσε ότι «υπάρχει αριθμός διεθνών πράξεων, για παράδειγμα στον τομέα της εθιμοτυπίας, που πραγματοποιούνται σχεδόν αμετάβλητα και αιτιολογούνται από απλούς λόγους αβροφροσύνης, σκοπιμότητας ή παραδόσεως και όχι από το αίσθημα της νομικής υποχρεώσεως». Καίτοι όμως δεν συνδέεται απαραίτητα με νομικές υποχρεώσεις, η αβροφροσύνη είναι, όπως στις καθημερινές σχέσεις των ανθρώπων, χρήσιμη για να κυλά η ζωή.
12. Ποικιλία νομικής εντάσεως των διεθνών κανόνων
Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι το διεθνές δίκαιο αποτελείται μόνο από κανόνες υποχρεωτικούς. Πολλές διαρθρωτικές εκδηλώσεις (όπως λόγου χάρη οι πράξεις διεθνών Οργανισμών, όπως τα Ψηφίσματα (Resolutions) που από νομική άποψη στις περισσότερες περιπτώσεις δεν θέτουν κανόνες δικαίου) αποτελούν λειτουργίες του διεθνούς δικαίου με ιδιαίτερη σημασία. Βέβαια, ζούμε σε ένα διάσπαρτο κόσμο και είναι δύσκολο να πει κανείς πως όλα τα κράτη έχουν τις ίδιες αξιολογικές καταβολές ή ότι με τον ίδιο τρόπο βλέπουν τη σύγχρονη διεθνή κοινότητα και τις ανάγκες της ή μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτές. Η συχνή επίκληση του διεθνούς δικαίου από τα κράτη δεν σημαίνει και σεβασμό των κανόνων του. Αρκετές φορές εκείνοι που επικαλούνται ένα κανόνα έχουν παραβιάσει άλλον. Τέλος, να μη λησμονούμε ότι συνεχίζεται σήμερα ο κατακερματισμός των
Σελ. 16
κρατών, ενώ μάλλον θα έπρεπε ο κόσμος να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς ενοποιητικές διαδικασίες.
Το ερώτημα όμως παραμένει αναλλοίωτο. Θα αρκεσθούμε σε ένα minimum ειρηνικής συνυπάρξεως που εξασφαλίζεται, έστω ελλιπώς, από το διεθνές δίκαιο ή θα συνειδητοποιήσουμε την αλληλεξάρτηση των λαών και την κοινή μοίρα, την αδήριτη ανάγκη της οικονομικής αλληλεγγύης σε τρόπο ώστε να στραφεί η δόμηση και η αποτελεσματικότητα του διεθνούς δικαίου προς αυτή την κατεύθυνση; Φαίνεται ότι αργεί η ώρα που το διεθνές δίκαιο θα καταστεί ένα από τα αποτελεσματικά εργαλεία ενότητας του ανθρώπινου γένους.
13. Επιτεύγματα και ανατροπές στο ζήτημα της απαγορεύσεως χρήσεως βίας (βλ. Μέρος Τέταρτο, Τμήμα ΙΙ, Κεφ. Ι και ΙΙ)
Μια σοβαρή εξέλιξη που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο κόσμο μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως (1989) δίνει την εντύπωση ότι ως προς τη χρήση βίας η διεθνής κοινότητα παλινδρομεί στο προ του 1945 καθεστώς, όπου το κάθε κράτος είχε την ευχέρεια να μετέρχεται ατιμωρητί τη χρήση βίας. Αλλά η απαγόρευση της παράνομης χρήσεως βίας εξαγγέλλεται από το άρθρο 2(4) του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όπως δε την επαναβεβαίωσε το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ) στην Υπόθεση των στρατιωτικών και παρα-στρατιωτικών δραστηριοτήτων των ΗΠΑ στην Νικαράγουα και κατ’ αυτής (1984, 1986) έχει παγκόσμια ισχύ, και πέρα από τον Χάρτη.
Αυτά χωρίς να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι η απαγόρευση της παράνομης χρήσεως βίας αποτελεί κανόνα σχετικώς νέο που θεμελιώθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-1945) και για τους κυβερνώντες μερικών κρατών δεν έχει ακόμη «χωνευθεί» αρκετά. Γι’ αυτό, εκάστοτε, γίνεται λόγος περί προληπτικής χρήσεως βίας (anticipatory use of force) και καταστάσεων ανάγκης (necessity). Αλλά το Ιnstitut de Droit International κατά τη Σύνοδό του στο Santiago της Χιλής (2007) με βάση την εισήγηση του γράφοντος στο θέμα της νόμιμης άμυνας διευκρίνισε την έννοια επικείμενη επίθεση (imminent attack) κατά το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και δέχθηκε ότι το άρθρο 51 εφαρμόζεται όχι μόνο έναντι επιτιθεμένων κρατών αλλά και άλλων παραγόντων (περιπτώσεις τρομοκρατικών πράξεων). Βλ. E. Roucounas: «Report on Self-Defence», Yearbook of the Institut de Droit International, Vol. 72, Santiago (Chile), 75-236.
Κατά την περίοδο 1945-1989, ο λεγόμενος Ψυχρός Πόλεμος μεταξύ Ανατολής και Δύσεως είχε αποτρέψει την μείζονα πολεμική αναμέτρηση, αλλά οι ένοπλες συρράξεις περιφερειακού χαρακτήρα δεν έλειψαν (από το 1945-2011 έχουν μετρηθεί ογδόντα τουλάχιστον πολεμικές αναμετρήσεις εσωτερικού ή διεθνούς χαρακτήρα), οι δε Μεγάλες Δυνάμεις (στην περίπτωση των Ηνωμένων Εθνών τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας), Μεγάλη Βρετανία (αποδίδεται αλλοιώς ως Βρετανία, Αγγλία, Ηνωμένο Βασίλειο), Γαλλία, ΗΠΑ, Κίνα, Σοβιετική Ένωση, χρησιμοποίησαν όλες παράνομη βία κατά παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών [άρθρο 2 (4)] σε βάρος μικρότερων κρατών. Μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως (1989), δημιουργήθηκαν νέες περιφερειακές κρίσεις που ανέδειξαν καινούργια προβλήματα ως προς την αρχή της μη χρήσεως βίας (Αφγανιστάν, Ρουάντα, Καμπότζη, Κουβέιτ, Ιράκ, Κογκό, Λιβύη, Παλαιστίνη, Κένυα, Σομαλία, Ακτή Ελεφαντοστού,
Σελ. 17
Συρία). Στην Ευρώπη (1999), το NATO χωρίς προηγούμενη εξουσιοδότηση από το Συμβούλιο Ασφαλείας χρησιμοποίησε βία κατά της Γιουγκοσλαβίας με το επιχείρημα της ανθρωπιστικής επεμβάσεως (humanitarian intervention) στο όνομα της προστασίας μειονοτικών πληθυσμών. Το 2003 οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία, χωρίς εξουσιοδότηση από το Συμβούλιο Ασφαλείας και μάλιστα παρά τη σαφή αντίθεση πολλών από τους συμμάχους τους επενέβησαν ενόπλως στο Ιράκ. Στην πρώτη περίπτωση, το επιχείρημα ήταν να προστατευθούν τα ανθρώπινα δικαιώματα με την ανατροπή του δικτατορικού (τυραννικού) καθεστώτος Μιλόσεβιτς, ενώ στην δεύτερη, τα επιχειρήματα για το πυρηνικό οπλοστάσιο του δικτατορικού (τυραννικού) καθεστώτος Σαντάμ Χουσεΐν δεν επαληθεύθηκαν αλλά πάντως ανατράπηκε εκείνο το καθεστώς.
Από την πλευρά των διεθνολόγων παρατηρείται κάποια σύγχυση. Άλλοι υποστηρίζουν ότι οι επεμβάσεις του NATO στην Γιουγκοσλαβία ήταν νόμιμες, αλλά όχι εκείνες στο Ιράκ, άλλοι ότι και οι δύο υπήρξαν παράνομες και άλλοι ότι και οι δύο υπήρξαν νόμιμες. Το ζήτημα της μη χρήσεως βίας στις διεθνείς σχέσεις εξετάζεται διεξοδικά σε άλλο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου, αλλά έπρεπε να γίνει μνεία εδώ γιατί υπάρχει μια τάση, με την οποία διαφωνούμε, υποστηρίξεως της θεωρίας ότι τα γεγονότα άλλαξαν το διεθνές δίκαιο ή ότι πρέπει το διεθνές δίκαιο να μεταβάλλεται ανάλογα προς τις περιστάσεις. Για μας, άλλο είναι το ζήτημα ότι απαιτούνται σοβαρές θεσμικές μεταβολές για την ενίσχυση των ισχυόντων κανόνων και άλλο η επιδίωξη καταστροφής των κανόνων αυτών.
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης σε δύο περιπτώσεις ασχολήθηκε και καταδίκασε την παράνομη χρήση βίας διεθνώς. Στην πρώτη (Υπόθεση ενόπλων δραστηριοτήτων της Ουγκάντα στο έδαφος του Κογκό, 2005) διαπίστωσε παραβίαση της αρχής της μη χρήσεως βίας κατά το άρθρο 2(4) του Χάρτη από την Ουγκάντα. H υπόθεση αυτή ακόμη εκκρεμεί στη φάση της αποζημιώσεως. Στη δεύτερη (Υπόθεση Εφαρμογής της Συμβάσεως περί προλήψεως και καταστολής το εγκλήματος της γενοκτονίας, 2007) έκρινε ότι η Σερβία/Μαυροβούνιο παραβίασε τις υποχρεώσεις της από της Σύμβαση κατά της Γενοκτονίας (1948) επειδή δεν απέτρεψε τη γενοκτονία στη Σρεμπένιτσα και δεν συνεργάσθηκε με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία.
Σε άλλες όμως περιπτώσεις, η χρήση βίας στο όνομα της συλλογικής ασφάλειας με την έγκριση των Ηνωμένων Εθνών (Σομαλία 1992, Κουβέιτ 1991) δεν προκάλεσε αμφισβητήσεις για τη νομιμότητά της και λειτούργησε στο πλαίσιο του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Οι πιο πρόσφατες (2011) εξουσιοδοτήσεις χρήσεως βίας για την προστασία των αμάχων με την εξουσιοδότηση του Συμβουλίου Ασφαλείας αφορούσαν στην Ακτή του Ελεφαντοστού (Côte d’Ivoire) και τη Λιβύη.
Οι σπουδαίες διεθνείς ανακατατάξεις που επακολούθησαν τη διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως (1989) έθεσαν σε νέα δοκιμασία την αρχή της αυτοδιαθέσεως των λαών παγκοσμίως. Ιδιαίτερα στην περίπτωση του Κοσόβου, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ζήτησε από το ΔΔΧ Γνωμοδότηση περί της νομιμότητας της διακηρύξεως της ανεξαρτησίας του Κοσόβου με ταυτόχρονη απόσχισή του από τη Σερβία. Το ΔΔΧ με Γνωμοδότηση του 2010 που προκάλεσε πολλές αμφισβητήσεις και ερωτήματα απάντησε ότι η διακήρυξη της ανεξαρτησίας δεν παραβίασε το διεθνές δίκαιο εφόσον το γενικό διεθνές
Σελ. 18
δίκαιο δεν περιλαμβάνει απαγορευτικούς κανόνες ως προς τις διακηρύξεις ανεξαρτησίας. Στην πράξη το ΔΔΧ επανήλθε σε μια κάκιστη απόφαση του προκατόχου του Διαρκούς Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαιοσύνης στην Υπόθεση Lotus (1927) κατά την οποία ό,τι δεν απαγορεύεται από το διεθνές δίκαιο επιτρέπεται. Στη Γνωμοδότηση του 2010 για το Κόσοβο ο δικαστής Tomka ορθώς επεσήμανε ότι το Δικαστήριο είναι δικαιοδοτικό και όχι πολιτικό όργανο, στην προκειμένη περίπτωση λειτούργησε ως πολιτικό όργανο και υπερέβη τα όρια της δικαστικής εγκράτειας. Προβλήματα όπως του Κοσσόβου δεν λύονται με την απόσχιση και διάλυση κρατών αλλά με την αποτελεσματική, και με διεθνή εποπτεία, προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σελ. 19
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ
ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ «ΧΡΗΣΤΕΣ»ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ
Γενικά
Το πρόβλημα των υποκειμένων (subjects) του διεθνούς δικαίου απασχολεί την επιστήμη και την πρακτική ιδίως από τον 19o αιώνα. Και ενώ επί μακρόν το κράτος εθεωρείτο το μοναδικό υποκείμενο του διεθνούς δικαίου, η προβληματική της θέσεως του ατόμου μέσα στο σύστημα υπήρξε πάντοτε έντονη και τα αποτελέσματα της διαμάχης πενιχρά. Στα μέσα του 20ού αιώνα μαζί με το κράτος έγινε δεκτό -εξ ανάγκης- ότι και ορισμένοι διεθνείς Οργανισμοί έχουν διεθνή νομική προσωπικότητα και μόνο με τη ραγδαία εξέλιξη της διεθνούς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οι κυβερνήσεις, τα διεθνή όργανα και οι διεθνολόγοι άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι και οι ιδιώτες (άτομα, ομάδες, οικονομικές οντότητες) που είναι οπωσδήποτε χρήστες (users) των κανόνων του διεθνούς δικαίου, έχουν υπό ορισμένες προϋποθέσεις διεθνή νομική προσωπικότητα και κατά συνέπεια την ιδιότητα του υποκειμένου του διεθνούς δικαίου.
Πρέπει δε να τονισθεί ότι μεγάλη μερίδα της επιστήμης λειτουργεί σήμερα κατά τρόπο εμπειρικό ή έχει παύσει να ασχολείται με το ερώτημα ποιος είναι και ποιος όχι υποκείμενο του διεθνούς δικαίου. Αυτό οφείλεται μεταξύ άλλων και στο γεγονός ότι υπάρχουν μεγάλα νομικά συστήματα που δεν προβληματίζονται γενικώς με το ζήτημα των υποκειμένων του δικαίου.
Το κράτος αποτελεί σήμερα κοινωνική, πολιτική αλλά και νομική πραγματικότητα γιατί εκφράζει τον κυριώτερο τύπο της πολιτικής εξουσίας. Είναι μια οργάνωση αποκλειστικής επιβολής απέναντι στα πρόσωπα και τα πράγματα που υπάγονται στην αρμοδιότητά του. Αν θελήσουμε τώρα να αντιμετωπίσουμε τη διεθνή κοινότητα με καθορισμό των παραγόντων
Σελ. 20
εκείνων που η δραστηριότητά τους διέπεται από το διεθνές δίκαιο, θα πρέπει να στραφούμε προς την ευρεία έννοια της διεθνούς νομικής προσωπικότητας.
Η νομική προσωπικότητα είναι εδώ μια θεωρητική κατηγορία με υποκειμενική διάσταση. Όταν λέμε νομική προσωπικότητα εννοούμε φορέα που εκφράζει σύνολο ικανοτήτων που ασκούνται με νομικές συνέπειες. Εννοούμε φορέα που έχει δυνατότητες προβολής δικαιωμάτων και αναλήψεως υποχρεώσεων κατά το διεθνές δίκαιο. Όλοι οι αποδέκτες κανόνων δικαίου δεν είναι κατ’ ανάγκη υποκείμενα της έννομης τάξεως. Για να θεωρηθούν υποκείμενα της έννομης τάξεως πρέπει να διαθέτουν την νομική ικανότητα να ασκήσουν δικαιώματα και να εγείρουν απευθείας απαίτηση σεβασμού αυτών των δικαιωμάτων.
Το ΔΔΧ στη Γνωμοδότησή του περί της επανορθώσεως ζημιών που προκλήθηκαν κατά την υπηρεσία στα Ηνωμένα Έθνη (1949) τόνισε ότι «Τα υποκείμενα του δικαίου σε δεδομένο νομικό σύστημα δεν είναι αναγκαίως όμοια ως προς τη φύση τους και την έκταση των δικαιωμάτων τους: η φύση τους εξαρτάται από τις ανάγκες της κοινωνίας. Η ανάπτυξη του διεθνούς δικαίου κατά την πορεία της ιστορίας του επηρεάσθηκε από απαιτήσεις της διεθνούς ζωής και η προοδευτική διεύρυνση των συλλογικών δραστηριοτήτων των κρατών ανέδειξε παραδείγματα δράσεως που ασκούνται στο διεθνές πεδίο από οντότητες που δεν είναι κράτη» (CIJ Recueil, 1949,178).
Έτσι έγινε δεκτό πως ένας διεθνής Οργανισμός, ανάλογα με τους σκοπούς και τη διάρθρωσή του μπορεί να έχει διεθνή νομική προσωπικότητα - να είναι φορέας διεθνών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων απέναντι στα κράτη μέλη του και σε τρίτους, έστω και αν αυτό δεν προβλέπεται από τις ιδρυτικές του συνθήκες.
«Υποκείμενα» όμως του διεθνούς δικαίου υπό την κλασική έννοια που στοιχειοθετήθηκε για τον κλάδο, είναι υπό ορισμένες προϋποθέσεις και τα άτομα (φυσικά και νομικά πρόσωπα). Η παρουσία τους ενισχύει το διεθνές νομικό σύστημα, το κάνει περισσότερο λειτουργικό και εμπλέκει ακόμη περισσότερο τα εσωτερικά όργανα του κράτους στην ερμηνεία και την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου. Επειδή όμως η επίκληση της έννοιας του υποκειμένου δημιουργεί υπαρκτά και φαντασιακά προβλήματα, έχομε υποστηρίξει ότι προσφορώτερη είναι έννοια του χρήστη (user) του διεθνούς δικαίου. Είμαστε όλοι, κράτη και ιδιώτες, χρήστες του διεθνούς δικαίου.
Σελ. 21
§1. ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΩΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ
1. Κυριαρχία του κράτους (State Sovereignty)
Το κράτος είναι σήμερα ο πρωτογενής θεσμός του διεθνούς δικαίου. Συνήθως χρησιμοποιούμε την τυποποιημένη έννοια «κυρίαρχο κράτος». Ιστορικά ο όρος «κυρίαρχος» αποδίδει μια πραγματικότητα που εμφανίσθηκε κατά την Αναγέννηση με τη δημιουργία ακριβώς του σύγχρονου κράτους. Εκφράζει όμως στη γένεσή του την υπεροχή που είχε ο Ηγεμόνας πάνω στα άτομα τα υπαγόμενα σε αυτόν. Ήταν μια διάκριση που αναφερόταν σε εκείνον που κυβερνά και τον διέκρινε από τα άλλα πρόσωπα που κυβερνούνται. Γι’ αυτό, αν τη δούμε από το οπτικό πεδίο της εξελίξεως της πολιτικής διαρθρώσεως στον κόσμο, τότε θα διαπιστώσουμε πώς δεν εκφράζει σήμερα την παλιά αναγκαιότητα, γιατί στις δημοκρατικές κοινωνίες υπάρχει συμμετοχή του λαού στην ανάδειξη και έλεγχος εκείνων που ασκούν τη διακυβέρνηση.
Αλλά όταν πριν τέσσερις αιώνες εμφανίσθηκε το σύγχρονο κράτος και δημιουργήθηκε η σχετική ορολογία από τους διανοητές της εποχής, ήταν ασύλληπτο να μιλά κάνεις για κράτος χωρίς κυρίαρχο ηγεμόνα. Η έννοια της κυριαρχίας, που μπορεί να εξηγηθεί από τη σκοπιά της εσωτερικής δομήσεως της πολιτικής εξουσίας, αναπτύχθηκε λοιπόν για ορισμένο σκοπό που δεν αφορούσε στις διακρατικές σχέσεις. Εξάλλου, η έννοια κυρίαρχο κράτος ήταν απαραίτητη κατά την Αναγέννηση όταν με τις αναρίθμητες αντιθέσεις και τις δεκάδες εδαφικά ερείσματα ο Ηγεμόνας αναγκάσθηκε να επικαλεσθεί την κυριαρχία του πάνω στο συνονθύλευμα των δυνάμεων που εξουσίαζε για να αποτρέψει τον κατακερματισμό του κράτους. Η κυριαρχία ήταν στοιχείο της πάλης της σύγχρονης -τότε- εξουσίας ενάντια στη μεσαιωνική πυραμίδα της εξουσίας που εκφραζόταν από τον Αυτοκράτορα και τον Πάπα, δυνάμεις που όπως ξέρουμε, κατέρρευσαν κατά την Αναγέννηση. Η γαλλική επανάσταση (1789) μετακίνησε το φορέα της εξουσίας: αντί να είναι ο ηγεμόνας κυρίαρχος, κυρίαρχος είναι τώρα ο λαός.