ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Σχεδιάζοντας την πόλη, δομώντας την πολιτεία

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 22.2€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 51,20 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18642
Καρατσώλης Κ.
Βασιλειάδης Δ.
  • Εκδοση: 2η 2022
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 336
  • ISBN: 978-960-654-731-7

Η 2η εμπλουτισμένη έκδοση του έργου «Εισαγωγή στο Δίκαιο της Πολεοδομίας στην Ελλάδα και στην Κύπρο: Σχεδιάζοντας την πόλη-δομώντας την πολιτεία» κατέστη αναγκαία δυνάμει των αλλαγών που προέκυψαν μετά τους Ν 4759/2020 και 4685/2020, καθώς και τις αποφάσεις-σταθμούς του ΣτΕ 1364-65/2021, αναφορικά με την κύρωση των δασικών χαρτών.
Στο βιβλίο αναλύονται με περιεκτικό και λεπτομερή τρόπο τα κρίσιμα ζητήματα του δικαίου της Πολεοδομίας, ενώ παράλληλα επισημαίνονται οι κοινές δυσχέρειες στην Ελλάδα και την Κύπρο για την πρακτική εφαρμογή άρτιων και σύμφωνων με τα πρότυπα της νομοθεσίας και της θεωρίας πολεοδομικών σχεδίων.
Το έργο διαρθρώνεται στις εξής ενότητες:
• Το δίκαιο της Πολεοδομίας και Χωροταξίας στην Ελλάδα
• Το δίκαιο της Πολεοδομίας και Χωροταξίας στην Κύπρο
• Οι θεωρητικές προσεγγίσεις του πολεοδομικού δικαίου
Περιλαμβάνει πίνακες και γραφήματα που διευκολύνουν αφενός την κατανόηση εξειδικευμένων νομικών όρων και κειμένων από επιστήμονες που ανήκουν σε εξωνομικούς κλάδους και αφετέρου καθιστούν σχέδια, τεχνικές προδιαγραφές και τεχνικούς όρους προσβάσιμους στους αναγνώστες που δεν διαθέτουν αντίστοιχο γνωστικό υπόβαθρο.
Το βιβλίο αποτελεί ένα σημαντικό εγχειρίδιο για την εμβάθυνση στον -κατεξοχήν- τεχνικό και πολύπλοκο κλάδο του δικαίου της Πολεοδομίας και απευθύνεται σε νέους επιστήμονες και φοιτητές νομικών και πολιτικών και κοινωνικών επιστημών, αλλά και πολυτεχνικών σχολών, προερχόμενους από την επιστημονική κοινότητα είτε της Ελλάδας είτε της Κύπρου.

Περιεχόμενα

Πρόλογος 1ης έκδοσης V

Πρόλογος του Συγγραφέα IX

Κυριότερες συντομογραφίες XVII

Εισαγωγή

Η Πόλη και το Δίκαιο της Πολεοδομίας 1

ΜΕΡΟΣ 1ο

Το Δίκαιο Πολεοδομίας και Χωροταξίας στην Ελλάδα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Η έννοια της πολεοδόμησης στη συγκρότηση της Πολιτείας

1.1. Η πόλη στην Αρχαία Ελλάδα και η επίδραση της φιλοσοφίας 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Ο Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός κατά το Ελληνικό Δίκαιο

2.1. Οι εισαγωγικές έννοιες 10

2.2. Το θεσμικό πλαίσιο 11

2.3. Το Σύστημα του Χωροταξικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού 14

2.3.1. Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια (Ε.Χ.Π) 17

2.3.2. Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια (Π.Χ.Π) 19

2.3.2.α. Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας 20

2.3.2.β. Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης 21

2.3.3. Τοπικά Πολεοδομικά/Χωρικά Σχέδια και Ειδικά
Πολεοδομικά/Χωρικά Σχέδια 22

2.3.4. Πολεοδομικά σχέδια εφαρμογής 24

2.4. Το βασικό νομικό πλαίσιο του Δικαίου Πολεοδομίας κατά το Ελληνικό Δίκαιο 25

2.4.1. Πολεοδομικό Σχέδιο Εφαρμογής 25

2.4.2. Πράξεις εισφοράς σε γη και σε χρήμα 26

2.5. Χρήσεις γης 29

2.5.1. Το νομοθετικό πλαίσιο 30

2.5.2. Οι κατηγορίες των χρήσεων γης (άρθρο 1 ΠΔ 59/2018) 31

2.5.3. Ανάμειξη και μεταβολή των χρήσεων γης 39

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Κανόνες Δικαίου Περιβάλλοντος
και Πολεοδομικό Δίκαιο στην Ελλάδα

3.1. Η Σχέση του Δικαίου Περιβάλλοντος με το Δίκαιο της Πολεοδομίας 42

3.2. Προστατευόμενες Περιοχές και πολεοδομικοί κανόνες 43

3.2.1. Περιοχές Natura 45

3.2.1.α. Η διαχείριση 49

3.2.1.β. Τα προαπαιτούμενα 50

3.3. Αρχαιολογικοί χώροι - Αρχαιολογικός νόμος 3028/2002 55

3.4. Αιγιαλός - Παραλία (Ν 4607/2019) 59

3.4.1. Βασικοί ορισμοί 60

3.4.2. Βασικές αρχές κυριότητας 62

3.4.3. Η χάραξη της οριογραμμής Αιγιαλού και Παραλίας 62

3.4.4. Περιπτώσεις παραχώρησης 64

3.5. Δασική Νομοθεσία (Ν 998/1979) 66

3.5.1. Δύο κρίσιμες τροποποιήσεις του Ν 998/1979 68

3.6. Τα ψηλά κτίρια στην Ελλάδα 77

3.6.1. Η νομοθετική εξέλιξη 79

3.6.2. Η περίπτωση του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού 85

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Οικοδομική άδεια - Η διαδικασία κατά το Ελληνικό Δίκαιο

4.1. H Οικοδομική Άδεια 92

4.2. Ηλεκτρονική διαδικασία για την έκδοση Οικοδομικής Άδειας 109

4.3. Συλλογικά όργανα ελέγχου του δομημένου περιβάλλοντος 112

4.4. Η έννοια της ταυτότητας του κτιρίου 119

4.5. Προσβολή και ακύρωση της οικοδομικής άδειας 124

4.6. Ο έλεγχος των κατασκευών (Ν 4495/2017) 126

4.7. Ο ρόλος των μηχανικών 126

4.8. Ο θεσμός των ελεγκτών δόμησης 127

4.9. Ο Νέος Οικοδομικός Κανονισμός (Ν 4067/2012) 129

4.9.1. Οι βασικές προτεραιότητες του ΝΟΚ 130

4.9.2. Ο σκοπός και το πεδίο εφαρμογής του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού 132

4.10. Τα κίνητρα για την περιβαλλοντική αναβάθμιση και τη βελτίωση
της ποιότητας ζωής σε πυκνοδομημένες και αστικές
περιοχές (άρθρο 10) 133

4.11. Τα κίνητρα για τη δημιουργία κτιρίων ελάχιστης ενεργειακής
κατανάλωσης (άρθρο 25) 136

4.12. Οι ειδικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση ατόμων με αναπηρία
ή/και εμποδιζόμενων ατόμων (άρθρα 26-27) 137

4.13. Αυθαίρετη δόμηση και περιβαλλοντικό ισοζύγιο 139

4.13.1. Περιβαλλοντικό ισοζύγιο και Τράπεζα Γης 142

ΜΕΡΟΣ 2ο

Το Δίκαιο Πολεοδομίας και Χωροταξίας στην Κύπρο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Ο Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός
κατά το Κυπριακό Δίκαιο

1.1. Ιστορική Αναδρομή 155

1.2. Το Σχέδιο για τη Νήσο 159

1.3. Σχέδια ανάπτυξης. Πολεοδομικός σχεδιασμός και μελέτες 163

1.3.1. Τοπικά Σχέδια 163

1.3.2. Σχέδια Περιοχής 171

1.3.3. Η Δήλωση Πολιτικής 177

1.4. Το καθεστώς προστασίας της Πολιτιστικής Κληρονομιάς στην Κύπρο 180

1.4.1. Διαχείριση διατηρητέων οικοδομών 182

1.5. Γενικές αρχές και προϋποθέσεις για ανέγερση ψηλών κτιρίων στις αστικές περιοχές των τεσσάρων μεγάλων αστικών συγκροτημάτων 187

1.6. Κανόνες Δικαίου Περιβάλλοντος και Πολεοδομικό Δίκαιο στην Κύπρο 192

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Οικοδομική άδεια - Η διαδικασία κατά το Κυπριακό Δίκαιο

2.1. Διαδικασία, όροι και πρόνοιες κατά το Κυπριακό Πολεοδομικό Δίκαιο 197

2.1.1. Αιτήσεις για πολεοδομική άδεια 204

2.1.2. Ειδοποίηση σχετικά με την αίτηση για πολεοδομική άδεια
και παραστάσεις 206

2.1.3. Αποφάσεις αιτήσεων για πολεοδομικές άδειες 206

2.1.4. Λήψη πολεοδομικής απόφασης 208

2.1.5. Συμπληρωματικές διατάξεις ως προς τις αιτήσεις για πολεοδομική άδεια 208

2.1.6. Διάρκεια και ανανέωση οικοδομικής άδειας 209

2.1.7. Συνέπειες έκδοσης οικοδομικής άδειας 211

2.1.8. Διατάξεις υπό επεξεργασία 217

2.1.9. Τυποποίηση διαδικασιών 217

2.1.10. Τα πολεοδομικά σχέδια 218

2.1.11. Προτεραιότητες της κυπριακής νομοθεσίας για την έκδοση
οικοδομικής άδειας 219

2.2. Συμπεράσματα 220

2.3. Η διαδικασία έκδοσης οικοδομικών αδειών στην Ελλάδα και την Κύπρο
υπό σύγκριση 221

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Συγκριτική Προσέγγιση του Δικαίου Πολεοδομίας
και Χωροταξίας στην Ελλάδα και την Κύπρο 224

ΜΕΡΟΣ 3ο

Θεωρητικές προσεγγίσεις του Πολεοδομικού Δικαίου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Ο δημόσιος χώρος ως στοιχείο του Πολεοδομικού Σχεδιασμού

1.1. Βασικές παράμετροι του αστικού περιβάλλοντος για τον δημόσιο χώρο 231

1.2. Η νομική διάσταση του δημόσιου χώρου στο πλαίσιο
του Χωροταξικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού 235

1.2.1. Νομολογία των Δικαστηρίων - Πολεοδομικό κεκτημένο 235

1.2.2. Πράσινο - Ελεύθεροι χώροι - Πολεοδομικά σταθερότυπα 236

1.2.3. Η έννοια του κοινόχρηστου πρασίνου και η συμβολή του
στη βιώσιμη πόλη 238

1.2.4. Νομολογία και αστικό πράσινο 238

1.2.5. Τα πάρκα και τα άλση 238

1.2.6. Η αναγκαιότητα σχεδιασμού, παρεμβάσεων και αλλαγής του τοπίου
προς την κατεύθυνση δημιουργίας δημοσίου χώρου 239

1.2.7. Δημόσιοι και ελεύθεροι χώροι ως αγαθά ιδιωτικοποίησης 240

1.2.8. Περιβαλλοντικό και πολεοδομικό κεκτημένο 240

1.2.9. Η νομική επιστήμη, ο σχεδιασμός και η κοινωνική ανάγκη 242

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς
ως βασική παράμετρος του Πολεοδομικού Δικαίου

2.1. Πολιτιστική κληρονομιά, σχεδιασμός και ανάπτυξη 243

2.2. Βασικοί ορισμοί 246

2.3. Νομοθεσία 249

2.3.1. Διεθνής και Ευρωπαϊκή Νομοθεσία 250

2.3.2. Ελληνική Νομοθεσία 252

2.3.3. Σύντομη κριτική επισκόπηση της επίδρασης και ενσωμάτωσης
της Διεθνούς/Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας στην Ελληνική -
Αποτελεσματικότητα υφιστάμενου νομικού πλαισίου 256

2.4. Νομολογία/Περιπτώσεις - Σχολιασμός 262

2.5. Η προστασία της Αρχιτεκτονικής 273

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Βιώσιμη Αστική Κινητικότητα

3.1. Τα Σχέδια Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (Σ.Β.Α.Κ.) 276

3.2. Ευρωπαϊκές πολιτικές και κατευθύνσεις για τη Βιώσιμη
Αστική Κινητικότητα 277

3.3. Εισαγωγή των αρχών της Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας
στο θεσμικό πλαίσιο της Ελλάδας 281

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Προσεγγίσεις Χωροταξικού και Πολεοδομικού
Σχεδιασμού στην Ευρώπη

4.1. Συστήματα χωρικού σχεδιασμού σε επιλεγμένες Ευρωπαϊκές χώρες -
Η Έκθεση Βασενχόβεν 286

4.1.1. Ολλανδία 287

4.1.2. Δανία 293

4.1.3. Ιρλανδία 297

4.1.4. Πορτογαλία 300

 

Βιβλιογραφία 307

Παράρτημα - Νομολογία 313

Αλφαβητικό ευρετήριο 315

Σελ. 1

Εισαγωγή

Η Πόλη και το Δίκαιο της Πολεοδομίας

Α. Η πόλη συνιστά το απτό αποτύπωμα της προσπάθειας ετερογενών συλλογικοτήτων και ατομικοτήτων να ανασκευάσουν τον κόσμο στον οποίο ζουν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, το αποτέλεσμα των ισορροπιών και των συγκλίσεων που διαμορφώνονται και αποκτούν υπόσταση στον χώρο. Ο άνθρωπος, φτιάχνοντας την πόλη, στην ουσία, επαναπροσδιορίζει τον εαυτό του, οριοθετεί το πλαίσιο της κοινωνικής συνύπαρξης, δημιουργώντας μια κανονιστική τάξη για το περιβάλλον στο οποίο ζει. Μέσα απ’ αυτήν προσδιορίζεται, σε μεγάλο βαθμό, ο πολιτισμός μας, η αυτοεικόνα του κράτους μας, τα χαρακτηριστικά που αποδίδουμε στην παράδοση και στην προοπτική μας.

Ωστόσο, η ελευθερία του ανθρώπου να δημιουργεί και να μετασχηματίζει εξελικτικά την πόλη που διαβιεί είναι ένα παραμελημένο δικαίωμά του. Το γεγονός αυτό πιστοποιείται από τη συνεχή ανακατασκευή της τα τελευταία χρόνια, χωρίς αυτή όμως να υπαγορεύεται από συγκεκριμένη στοχοθεσία, χωρίς να προϋπάρχει κατάλληλος σχεδιασμός. Μέσα στην κινητικότητα της αέναης παγκοσμιοποίησης γίνεται όλο και πιο δύσκολο να διατηρηθούν τα ιδανικά της ταυτότητας της πόλης, της ιδιότητας του πολίτη, της αίσθησης του ανήκειν.

Αυτό το παραμελημένο δικαίωμα, το κύμα «περιφράξεων» που χωρίζει τις γειτονιές σε «ασφαλείς» και μη, οι πρακτικές του χωρικού ελέγχου, η έλλειψη σεβασμού στο περιβάλλον, η παραβίαση των νόμων και των αισθητικών κανόνων, πήραν νέες διαστάσεις εξαιτίας της παγκόσμιας ύφεσης. Και καθώς πολλές φορές τα ατομικά περιθώρια στενεύουν ασφυκτικά για την συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων, αναβιώνει πλέον το ενδιαφέρον για τα κοινά αγαθά της πόλης.

Σε αυτές τις ανακατατάξεις, οι οποίες σήμερα είναι ιδιαιτέρως πολύπλοκες και επιπροσθέτως φορτισμένες με το αίτημα για την διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου –το οποίο δεν θα κινεί μόνο τη μηχανή της οικονομίας, αλλά θα νοηματοδοτεί και την ζωή των ανθρώπων–, το Δίκαιο της Πολεοδομίας έχει αυτονόητα αυξημένο ρόλο. Η Πολεοδομία, ως επιστήμη και ως τέχνη/εφαρμοσμένη πρακτική, έχει ως αντικείμενο την δημιουργία, τον σχεδιασμό και τον επαναπρογραμματισμό της πόλης κι εν γένει των οικισμών.

Με το νομικό της οπλοστάσιο, η Πολιτεία έχει τη δυνατότητα να διαμορφώσει το οικιστικό περιβάλλον και να αναδείξει την πολιτισμική της κληρονομιά καθορίζο-

Σελ. 2

ντας τους κανόνες δόμησης με βάση τις νέες ανάγκες. Από την πλευρά τους οι πολίτες μπορούν να γνωρίζουν τι αλλάζει και πώς μπορούν να προστατέψουν τα δικαιώματα στο σπίτι τους, αλλά και στο κοινό τους σπίτι. Μέσα από την εφαρμογή της νομικής επιστήμης στο σχεδιασμό των σύγχρονων οικισμών και των πόλεων που βίωσαν την κρίση, αναμένεται να εκφραστούν και να διασφαλιστούν οι αξίες της συμμετοχής, της ισονομίας, της ισότιμης πρόσβασης σε κοινωνικά αγαθά και υπηρεσίες.

Η ευρύτητα και η πολυπλοκότητα του Δικαίου Πολεοδομίας καθιστούν συχνά δύσκολη την κατανόησή του. Στην επίσημη ταξινόμηση δε από την πλευρά της έννομης τάξης, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι δεν υφίσταται σαφώς οριοθετημένο το πεδίο του, είτε ονομαζόμενο δίκαιο πολεοδομίας, είτε πολεοδομικό δίκαιο.

Για τον λόγο αυτό, στο παρόν βιβλίο επιλέχθηκαν τα κύρια νομοθετήματα που διαμορφώνουν, κατά τη γνώμη μου, το βασικό πλαίσιο του πολεοδομικού δικαίου, καθώς και των παράλληλων κανόνων που βρίσκουν εφαρμογή αλλά και άμεση σύνδεση με το δίκαιο πολεοδομίας (π.χ. κανόνες που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος αλλά και της πολιτιστικής κληρονομιάς), ενώ γίνεται και εκτενής ανάλυση των ζητημάτων που διαμορφώνουν το πλαίσιο δόμησης. Κάθε ένα από τα νομοθετήματα αυτά –αλλά και από τις δικαστικές αποφάσεις– που αναλύονται εδώ έχουν επιλεγεί ακριβώς λόγω της ιδιαίτερης σημασίας τους, καθώς διαμορφώνουν και καθορίζουν τον προσανατολισμό του σύγχρονου δικαίου πολεοδομίας.

Επικεντρωνόμαστε στον πολεοδομικό σχεδιασμό, στις χρήσεις γης, στην διαδικασία έκδοσης οικοδομικών αδειών και τον οικοδομικό κανονισμό, καθώς και στις γενικές αρχές που διέπουν την έννοια του δημόσιου χώρου, την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και την στόχευση σχεδίων και στρατηγικών βιώσιμης κινητικότητας στις πόλεις μας.

Β. Η από κοινού προσέγγιση του Πολεοδομικού αλλά και του Χωροταξικού Δικαίου της Ελλάδας και της Κύπρου στο παρόν βιβλίο επελέγη λόγω της συνεργασίας των δύο χωρών και των λαών τους και της ιδιαίτερης ιστορικής τους σχέσης, ενώ δεν πρέπει να θεωρηθεί πως επιχειρείται σύγκριση αλλά εκ παραλλήλου μελέτη. Περαιτέρω, παρά τη διαφορετική νομική κουλτούρα των δύο χωρών –οφειλόμενη στο γεγονός ότι το ελληνικό δίκαιο ανήκει στην οικογένεια του ηπειρωτικού δικαίου, ενώ το κυπριακό φέρει κατεξοχήν αγγλοσαξονικές ρίζες– συνιστά κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ τους το γεγονός της δυσκολίας υλοποίησης θεωρητικά άρτιων σχεδίων στο στάδιο πρακτικής εφαρμογής και δόμησης των πόλεων των δύο χωρών. Παρατηρείται δηλαδή πως, παρόλο που σε θεωρητικό/επιστημονικό αλλά και σε πολιτικό επίπεδο τόσο ο διάλογος γύρω από τα ζητήματα χωροταξικού και

Σελ. 3

πολεοδομικού δικαίου είναι υψηλός και η στοχοθεσία του σαφής, αυτό δεν αποτυπώνεται σε πρακτικό επίπεδο, αναδεικνύοντας έτσι την ανεπάρκεια ή και την απροθυμία της Πολιτείας να αναδείξει τη σημασία τους.

Ιστορικά, στην Ελλάδα και την Κύπρο, η διαδικασία της οργάνωσης και δόμησης της πόλης υφίσταται από την αρχαιότητα. Το 1933 με τη Χάρτα των Αθηνών αναδείχθηκε σε «Επιστήμη της Οργάνωσης των πόλεων», ενώ αργότερα η «Πολεοδομία» χαρακτηρίστηκε όχι μόνο επιστήμη αλλά και τέχνη καθώς περιλαμβάνει και αρχιτεκτονικό σχεδιασμό που συνιστά πράξη δημιουργίας και κατασκευής.

Στην Κύπρο η γένεση του χωρικού σχεδιασμού πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες βρετανικής κυριαρχίας και άρα υπό την επιρροή του βρετανικού δικαίου. Στα μέσα της δεκαετίας του 1940 δημιουργήθηκε το Τμήμα Πολεοδομίας και μία δεκαετία αργότερα τέθηκε σε ισχύ ο «Περί Οδών και Οικοδομών Κανονισμός». Το 1957 η Βρετανική Κυβέρνηση είχε ετοιμάσει το «Νομοσχέδιο περί Πολεοδομίας» το οποίο όμως δεν πρόλαβε να εφαρμοστεί λόγω του απελευθερωτικού αγώνα που ξέσπασε. Το 1967 ολοκληρώθηκε η πρώτη Πολεοδομική Μελέτη για το Νησί, ενώ το 1972 θεσπίστηκε «Ο Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος 1972», ο οποίος λόγω της τουρκικής εισβολής το 1974 εφαρμόστηκε τελικά το 1990.

Στο παρόν έργο ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να αντιπαραβάλλει το ισχύον πολεοδομικό καθεστώς της ελληνικής και κυπριακής κοινωνίας και να διαπιστώσει ομοιότητες και διαφορές. Περαιτέρω μπορεί να εμβαθύνει με τη μελέτη του συνδυάζοντας τους ισχύοντες κανόνες και διαδικασίες που προβλέπονται από το Πολεοδομικό Δίκαιο και την εφαρμογή τους.

Γ. Επιπροσθέτως, το βιβλίο αυτό στοχεύει και αποπειράται να αναδείξει κατά κύριο λόγο τα ακόλουθα:

α) να αναλύσει, από νομική άποψη, τη φιλοσοφία του σχεδιασμού των πόλεων και σχετικούς παράγοντες που διαδραματίζουν ρόλο στην ποιότητα ζωής, την προστασία της φύσης, τη διαφύλαξη και την ανάδειξη των πολιτισμικών μνημείων και το δικαίωμα του πολίτη στο χώρο του,

β) να εξηγήσει, κωδικοποιώντας, τα εργαλεία σχεδιασμού, τη διοικητική διαδικασία έκδοσης κανονιστικών και διοικητικών πράξεων πολεοδομικού χαρακτήρα και προστασίας της αρχιτεκτονικής και πολιτιστικής κληρονομιάς,

γ) να ανατρέξει σε παράλληλα θεσμικά εργαλεία και νομοθετήματα που ασκούν άμεση επιρροή στον σχεδιασμό της πόλης και την αντίληψη για τον πολεοδομικό και χωροταξικό σχεδιασμό, προερχόμενα από τον χώρο του περιβαλλοντικού δικαίου, αναδεικνύοντας έτσι πως το Δίκαιο της Πολεοδομίας δεν είναι σαφώς οριοθετημένο αλλά αλληλεξαρτώμενο από γειτονικούς κλάδους του δικαίου και εντασσόμενο στην ευρύτερη οικογένεια του Περιβαλλοντικού Δικαίου,

Σελ. 4

δ) να παρουσιάσει συγκριτικά τις διαφορετικές ευρωπαϊκές προσεγγίσεις σε επιμέρους θέματα του Δικαίου Πολεοδομίας,

ε) να αντιπαραβάλλει το ισχύον πολεοδομικό καθεστώς της ελληνικής και κυπριακής πολιτείας και να εντοπίσει ομοιότητες και διαφορές,

στ) να φέρει στο επίκεντρο της ενασχόλησης με τα ζητήματα του Δικαίου Πολεοδομίας τις έννοιες της ανθεκτικότητας (resilience) και της βιωσιμότητας (sustainability) των πόλεων –έννοιες ιδιαίτερα επίκαιρες και εξαιτίας της κλιματικής κρίσης– μέσω της αναφοράς στη σημασία των Σχεδίων Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ),

ζ) να εμβαθύνει στη νομική διάσταση ζητημάτων όπως ο δημόσιος χώρος, η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος και τα ΣΒΑΚ, αναδεικνύοντας, αφενός, τη σημασία τους για το μέλλον των πόλεων, αφετέρου την αναγκαιότητα να εμπλουτιστεί με αυτά το Δίκαιο Πολεοδομίας.

Για τη συγγραφή του βιβλίου έχουν ληφθεί υπόψη όλες οι πρόσφα-τες κύριες νομοθετικές εξελίξεις στην Ελλάδα και την Κύπρο και δη τροποποιήσεις του πλαισίου με το Ν «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου του 2020 και λοιπές διατάξεις». Στη δεύτερη επικαιροποιημένη έκδοση που κρατάτε στα χέρια σας, περιλαμβάνονται και οι αλλαγές που προέκυψαν μετά τους πρόσφατους νόμους 4759/2020 και 4685/2020, καθώς και τις αποφάσεις-σταθμούς του ΣτΕ 1364-65/2021, αναφορικά με την κύρωση των δασικών χαρτών.

Με την πιστή εφαρμογή του Δικαίου Πολεοδομίας οι πολίτες μπορούν να εκφράσουν το δικαίωμα στην πόλη τους με στόχο την κυριολεκτική οικοδόμηση ενός καλύτερου κόσμου, για τον λόγο αυτό και το παρόν βιβλίο φέρει τον τίτλο «Σχεδιάζοντας την πόλη - Δομώντας την Πολιτεία».

 

Σελ. 5

ΜΕΡΟΣ 1ο

Το Δίκαιο Πολεοδομίας και Χωροταξίας στην Ελλάδα

Κεφάλαιο 1

Η έννοια της πολεοδόμησης στη συγκρότηση της Πολιτείας

Με βάση όσα ειπώθηκαν παραπάνω, καθίσταται πλέον σαφές ότι το πολεοδομικό δίκαιο δεν δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της εξέλιξης της επιστήμης της πολεοδομίας, αλλά ως επιβαλλόμενο από την ίδια την ανάγκη συγκρότησης της πόλης. Με άλλα λόγια, η διαδικασία συγκρότησης των πόλεων και οι κανόνες που ρυθμίζουν τη διαδικασία αυτή τελούν σε σχέση στενής αλληλεπίδρασης. Στη συνέχεια θα εξετάσουμε τους τρόπους με τους οποίους τελέστηκε αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ των κανόνων δικαίου και της ιδεολογίας και πρακτικής οικοδόμησης των πόλεων στην Ελλάδα των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων.

1.1. Η πόλη στην Αρχαία Ελλάδα και η επίδραση της φιλοσοφίας

Η σημασία και το περιεχόμενο της έννοιας της Πόλης για την Αρχαία Ελλάδα, ιδιαίτερα για την Αθήνα, είναι ενδεικτική της επίδρασης του δικαίου της Πολεοδομίας σε άλλους κλάδους του δικαίου, συμβάλλοντας εν τέλει σε μια συνολικότερη διαμόρφωση της έννομης τάξης.

Η κλασική Ελλάδα αποτελεί, αφενός μια σταθερή αναφορά για τον τρόπο που εξελίχθηκαν στο Δυτικό κόσμο τόσο οι κανόνες για τον δομημένο χώρο, όσο και η έννοια της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, αφετέρου αποτελεί ένα «μέτρο» για να συν-κρίνουμε αυτό που βλέπουμε σήμερα γύρω μας κι ίσως έτσι να ερμηνεύσουμε τη στάση μας, να δώσουμε όνομα στις ανάγκες μας και «σχέδιο» στις επιδιώξεις μας για τις πόλεις μας.

Ας δούμε, λοιπόν, μόνο μερικά βασικά στοιχεία, τα οποία «φωτίζουν» την ιστορική αλληλουχία μεταξύ πολεοδομίας και κοινωνικών προτεραιοτήτων, στην Κλασική περίοδο. Περίοδος, η οποία εκτείνεται μεταξύ 478-318 π.Χ. και χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία της Αθήνας και των Συμμαχιών που φτιάχνει γύρω από την ισχύ της, με πιο σημαντική «συνένοχο», στο πεδίο το οποίο μελετάμε, την πόλη της Μιλήτου.

Σελ. 6

Στην Αθήνα, τα πάντα ήταν οργανωμένα ώστε να ευνοείται η οικονομική άνθηση και η φιλοσοφική διατύπωση ενός συστήματος αξιών, το οποίο έμελλε να καθορίσει όλη την δυτική σκέψη.

Το αστικό στοιχείο και οι δραστηριότητες, έτσι όπως κατανέμονταν στο δημόσιο χώρο και στα δημόσια κτίρια, παρήγαγαν το εμπορεύσιμο και εξαγώγιμο προϊόν της πόλης. Το φυσικό πλεονέκτημα του «παράκτιου μετώπου» της –το οποίο σήμερα πασχίζουμε να οργανώσουμε ως την μεγαλύτερη εν δυνάμει ανάπλαση της σύγχρονης Ελλάδας– καθώς και η έμφαση στην ανάπτυξη των δημόσιων χώρων και στην εξωστρέφεια της πόλης –η Αθήνα δεν επιδίωκε την αυτάρκεια μέσω της προμήθειας αγαθών από την ενδοχώρα της, αλλά μέσω της εμπορικής δραστηριότητας με άλλες πόλεις– συνέβαλαν στη μετατροπή της από Πόλη σε Πολιτεία.

Βασικά σημεία αναφοράς ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, οι οποίοι έθεσαν στο επίκεντρο της ιδανικής Πολιτείας τον Πολεοδομικό Σχεδιασμό, αφού αυτός επεμβαίνει στις συνθήκες διαμόρφωσης της «αρετής» του πολίτη. Κατά τον Πλάτωνα

Σελ. 7

«…η βέλτιστη ιδανική πολιτεία, θα ικανοποιούσε τα ηθικά και κοινωνικά ιδεώδη σε μια πολεοδομικώς άρτια πόλη…» και θα ασκούσε τους πολίτες στην ευδαιμονία, που επιτυγχάνεται με την προσήλωση στο συλλογικό καλό. Η ιδανική πόλη, όπως περιγράφεται από τον Πλάτωνα στους Νόμους, έχει επιλύσει τα ζητήματα της πολιτειακής ευρυθμίας, της οικονομικής και πληθυσμιακής ισορροπίας και της ηθικής τάξης. Ο Αριστοτέλης, από την υψιπετή φαντασία του δασκάλου του, θα προκρίνει τη λογική. Θέτοντας ως κριτήρια για την πόλη, τη δικαιοσύνη, την πολιτική αρετή και τη βελτίωση του κάθε ατόμου σε ηθικό επίπεδο. Προτείνει την αρχή της «μεσότητας», σύμφωνα με την οποία η Πολιτεία πρέπει να είναι «μέση» ως προς το μέγεθος, τον πληθυσμό, τον καταμερισμό ρόλων.

Αντίστοιχα, η Μίλητος, ως εμπορικό κέντρο και αστικοποιημένη οικονομία, υπήρξε ο ιδανικός τόπος για να ακουστούν οι θέσεις του Ιππόδαμου. Μιλήσιος στην καταγωγή, αλλά Αθηναίος στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής και της δράσης του, ένωσε, στην ουσία, το κλασικό πνεύμα με τον πολεοδομικό σχεδιασμό. Ως κεντρική ιδέα του συλλογισμού του θεωρείται η θέση ότι ο σχεδιασμός μιας πόλης πρέπει να προβλέπει ένα μάξιμουμ πληθυσμού και μια συγκεκριμένη κοινωνική διάταξη γι’ αυτόν τον πληθυσμό. Αυτή η ιδέα άλλαξε για πάντα τον, μέχρι τότε, συγκεχυμένο τρόπο ανάπτυξης των πόλεων και των χρήσεων της γης.

Το περίφημο «Ιπποδάμειο σύστημα» βασίστηκε στη διαπίστωση ότι η λειτουργία της πόλης συνδέεται άμεσα με το σύστημα διοίκησης. Στο σύστημα αυτό η γη διακρίνεται σε τρεις μορφές ιδιοκτησίας: ιερή, δημόσια και ιδιωτική.

• Η «ιερή» ιδιοκτησία είναι κρατική και προορίζεται για θρησκευτικές ανάγκες (ανέγερση ναών, ιερών κ.λπ.).

• Η «δημόσια» είναι ιδιοκτησία που προσφέρεται για τις ανάγκες των θεσμών.

• Η «ιδιωτική» αναφέρεται, κυρίως, στην σαφώς ορισμένη ατομική ιδιοκτησία του κάθε γεωργού.

Έτσι, το κέντρο της πόλης περιλάμβανε κτίρια κυρίως θρησκευτικού περιεχομένου –με προεξάρχοντα την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα– και δημόσια κτίρια, όπως η Αγορά και ο Άρειος Πάγος με συγκεκριμένη ταξινόμηση και χωροθέτηση. Tο σύστημα ρυμοτομίας του Ιππόδαμου εφαρμόστηκε αργότερα και σε άλλες πόλεις, όπως απέδειξαν ανασκαφές στις Κασσώπη, Πριήνη, Όλυνθο, Μεσσήνη και Αλεξάνδρεια.

Σελ. 8

Η σύνδεση, λοιπόν, του δημόσιου χώρου με την οργάνωση της Πολιτείας είναι σαφής. Με ιδεολογικό υπόβαθρο την κλασσική φιλοσοφία θεσμοθετείται το δημοκρατικό πολίτευμα, με κορυφαία του επιτεύγματα την ψήφιση των νόμων από την Εκκλησία του Δήμου και την αναγνώριση της ατομικής ιδιοκτησίας. Και τα δύο συνεπάγονται έναν καλά ρυθμισμένο χώρο και τη Νομοθεσία, η οποία θα εγγυάται την τάξη, αλλά και την ελευθερία μέσα σε αυτόν. Δηλαδή, τα δικαιώματα στα δημόσια

Σελ. 9

πράγματα, τα οποία ασκούνται εντός της λειτουργικότητας και της αισθητικής του δημόσιου χώρου.

Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους, με απαρχή την κληροδότηση του βασιλείου των Μακεδόνων από τον Φίλιππο στον γιό του Αλέξανδρο, συντελείται μια μεγάλη μεταβολή στην κοινωνική και οικονομική σύνθεση των πόλεων. Ο Αλέξανδρος οικοδομεί την πρώτη πολυπολιτισμική αυτοκρατορία –από την Αίγυπτο ως την Ινδία– προσθέτοντας στον «ανταγωνισμό» ανανεωμένες πόλεις της Ανατολής, με σημαντικότερη την Αλεξάνδρεια, οι οποίες αμφισβητούν την απόλυτη πνευματική κυριαρχία της Αθήνας.

Πολλά στοιχεία στις πόλεις της αυτοκρατορίας προέρχονται από το μοντέλο της πόλης-κράτους, ωστόσο η «παγκοσμιοποίηση» –δηλαδή η φαινοτυπική διασυνοριακή συνάφεια σε τρόπους οργάνωσης– που χαρακτηρίζει εκείνη την περίοδο αλλάζει τους συσχετισμούς σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής οργάνωσης. Η συνύπαρξη στην ίδια πόλη διαφορετικών εθνοτήτων, θρησκειών και πολιτισμών και η ανάπτυξη μιας κοσμοπολίτικης αντίληψης απαιτούσε μια νέα φιλοσοφική διαχείριση για την συμφιλίωση με τη νέα πραγματικότητα, έναν αποκεντρωμένο τρόπο διοίκησης για την αχανή αυτοκρατορία. Οι πόλεις είχαν πλέον να επιτελέσουν έναν νέο ρόλο, καθώς η συνοχή της αυτοκρατορίας βασίζονταν στην αρχή της συνύπαρξης και του σεβασμού των μη ελληνικών πολιτισμών.

Οι πόλεις ανέλαβαν την «εκπαίδευση» όλων σε αυτή την κοινή, νέα πατρίδα με έμφαση στη χρήση των μακεδονικών όπλων και στην εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας, συμβάλλοντας στην εξάπλωση της ελληνικής και μακεδονικής γραμματείας, φιλοσοφίας και τέχνης. Αυτή η διεργασία δεν άφησε καμία πόλη ανεπηρέαστη σε ό,τι αφορά στον σχεδιασμό της. Η τάση ήταν η επέκταση και η πολυτέλεια, σε μια αυτοκρατορική, πλέον, διάσταση, τηρώντας ακόμη, ωστόσο, τις αρχές του «Ιπποδάμειου συστήματος».

Σε αυτό το πλαίσιο συντελείται μια άλλη μεγάλη αλλαγή. Eντείνεται το ενδιαφέρον για την διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Οργανώνεται σταδιακά μια πολιτική προστασίας, η οποία είχε ξεκινήσει στην Αθήνα, όταν το 450 π.Χ. ο Περικλής πρότεινε στην Εκκλησία του Δήμου να διατεθούν οι πόροι του συμμαχικού ταμείου για την ανοικοδόμηση των ναών, που είχαν καταστραφεί από τους Πέρσες. Ήδη από το γεγονός αυτό διαφαίνεται πως η ανάγκη της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς συνυφαίνεται άρρηκτα με αυτή της διαφύλαξης της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας και της ταυτότητας εν γένει.

Η έννοια της ανοικοδόμησης και, εν τέλει, της ανασυγκρότησης της Πόλης κατέστη ορόσημο για τη σύζευξη της Πόλης με την Πολιτεία, της πολιτικής με την ιστορική μνήμη, της Πολεοδομίας με το Δίκαιο, στην εξέλιξη της προσπάθειας κάθε κοινωνίας να εδραιώσει την αντίληψη για τον εαυτό της και τα εφόδια για την πρόοδό της.

Σελ. 10

Κεφάλαιο 2

Ο Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμόςκατά το Ελληνικό Δίκαιο

2.1. Οι εισαγωγικές έννοιες

Αντικείμενο του Πολεοδομικού Δικαίου είναι η Πολεοδομία και οι κανόνες που αυτό θέτει αποσκοπούν στην άσκηση πολεοδομικής πολιτικής, ενώ αντίστοιχα του Χωροταξικού Δικαίου η Χωροταξία και η άσκηση χωροταξικής πολιτικής. Ως Πολεοδομία ορίζεται η επιστήμη αλλά και η τέχνη η οποία ασχολείται με τον σχεδιασμό και τον προγραμματισμό της πόλης, δηλαδή με τη συντονισμένη στο χώρο και χρόνο οικοδόμηση και ανάπτυξη της πόλης ως κοινωνική, οικονομική και τεχνολογική οντότητα. Ως προς το περιεχόμενο της Χωροταξίας υπάρχουν διάφοροι, συχνά αντιφατικοί μεταξύ τους, ορισμοί, γεγονός που οφείλεται στην εγγενή πολυπλοκότητα και πολυσημία της έννοιας του χώρου.

Πολεοδομία

Χωροταξία

Η Πολεοδομία αφορά στον προγραμματισμό και στον σχεδιασμό ενός συγκεκριμένου χώρου, δηλαδή στην πόλη και γενικά, σε κάθε οικιστική περιοχή (οικισμός).

Ο Πολεοδομικός Σχεδιασμός συνιστά το βασικότερο εργαλείο ρύθμισης του αστικού, περιαστικού και εξωαστικού χώρου σε επίπεδο οικισμού, πόλης ή πολεοδομικού συγκροτήματος.

Η Χωροταξία είναι ευρύτερη έννοια, καθώς αφορά σε μεγαλύτερες γεωγραφικές περιοχές, όπως είναι ο Νομός, η Περιφέρεια, αλλά και το σύνολο της Επικράτειας.6

Ο Χωροταξικός Σχεδιασμός συνιστά το βασικότερο εργαλείο για τη ρύθμιση του χώρου σε επίπεδο υπερκείμενο της πόλης ή του διευρυμένου Δήμου.

Για την επίτευξη των στόχων της πολεοδομίας απαιτούνται:

• το Δίκαιο: o εφαρμοστέος κανόνας

• Η Οικονομική ανάλυση και σκοπιμότητα

• Η Ανάλυση των κοινωνικών συνεπειών των κανόνων δικαίου ή της αιτιολογίας για τη θέσπιση κανόνων

Δίκαιο της Πολεοδομίας

Το σύνολο των κανόνων Δικαίου, οι οποίοι διέπουν τον προγραμματισμό και τον σχεδιασμό των πόλεων και γενικότερα του αστικού χώρου συνιστούν το Δίκαιο της Πολεοδομίας. Οι κανόνες αυτοί μπορεί να είναι είτε α. κανονιστικοί ή ρυθμιστικοί, να θέτουν, δηλαδή, το πλαίσιο και τους όρους της πολεοδομικής διαμόρφωσης των οικισμών, ρυθμίζοντας τη δόμηση και την οικονομική εκμετάλλευσή τους (π.χ. Ρυθμιστικά, Γενικά Πολεοδομικά, Πολεοδομικά ή Ρυμοτομικά Σχέδια και Πολεοδομικές Μελέτες, Νέος Οικοδομικός Κανονισμός, διαδικασία έκδοσης οικοδομικών αδειών) είτε β. επεμβατικοί, οι οποίοι ρυθμίζουν τη συμμετοχή και την παρέμβαση του Κράτους στη διευθέτηση του χώρου, η οποία εκδηλώνεται με τον ενιαίο σχεδιασμό και πολλές φορές την οργανωμένη δόμηση ή την χορήγηση οικονομικών κινήτρων, αποσκοπώντας στην ανάπτυξη ή ανάπλαση μιας περιοχής (ενεργός πολεοδομία, αστικός αναδασμός κ.ά.).

Το δίκαιο της πολεοδομίας ιστορικά είχε επιρροή και αλληλεπίδραση στη γένεση κανόνων τόσο του Δημοσίου όσο και του Ιδιωτικού δικαίου:

• Δημόσιο Δίκαιο

• Ιδιωτικό Δίκαιο/Αστικός Κώδικας

• Διοικητικό Δίκαιο

• Ποινικό Δίκαιο

• Δίκαιο Περιβάλλοντος

Πολεοδομικό κεκτημένο και αειφόρος ανάπτυξη: Η ρυθμιστική αρμοδιότητα του Κράτους αποβλέπει στην προστασία του φυσικού και του πολιτιστικού περιβάλλοντος, στην ορθολογική διάταξη των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο χώρο και στη διασφάλιση της λειτουργικότητας και αισθητικής των οικιστικών περιοχών, ενόψει και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών καθεμιάς από αυτές, κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης.

Σελ. 11

 

2.2. Το θεσμικό πλαίσιο

Το θεσμικό πλαίσιο του Χωροταξικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού περιλαμβάνει το σύνολο των κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν τον Σχεδιασμό (ή αλλιώς προγραμματισμό - planning) του χώρου. Οι κανόνες αυτοί αναφέρονται στον τρόπο επέμβασης της Πολιτείας στον χώρο, τη διαδικασία εκπόνησης, έγκρισης κι εφαρμογής

Σελ. 12

πολεοδομικών και χωροταξικών σχεδίων και, αντίστοιχα, τον έλεγχο της πολεοδομικής και χωροταξικής ανάπτυξης (urban and regional planning). Ο χώρος μπορεί να ορίζεται είτε με φυσικούς και γεωγραφικούς, είτε με κοινωνικοπολιτικούς και οικονομικούς όρους. Στο Δίκαιο της Πολεοδομίας και Χωροταξίας τον προσεγγίζουμε κυρίως μέσω της φυσικής δομής του (physical planning), είναι όμως γενικώς αποδεκτό σήμερα πως o Σχεδιασμός δεν αποτελεί μια στενά τεχνική διαδικασία, αλλά και κοινωνική δραστηριότητα με πολιτικές και οικονομικές προεκτάσεις η οποία στοχεύει στη διασφάλιση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης, στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής, στην δικαιότερη κατανομή των φυσικών πόρων.

Η μελέτη του ελληνικού Δικαίου Χωροταξίας και Πολεοδομίας στο πρώτο αυτό μέρος του βιβλίου θα εκκινήσει από τη μελέτη των χωροταξικών και μετέπειτα των πολεοδομικών σχεδίων, στη συνέχεια θα αναλυθεί η σχέση του Πολεοδομικού Δικαίου με το Δίκαιο Περιβάλλοντος, καθώς και η εκ παραλλήλου εφαρμογή κανόνων τους με στόχο την διασφάλιση της προστασίας τόσο του φυσικού όσο και του πολιτιστικού περιβάλλοντος, καταλήγοντας σε μια εκτενή παρουσίαση του Οικοδομικού Κανονισμού και του συστήματος έκδοσης οικοδομικών αδειών. Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία, καθώς στόχος είναι να αναδειχθεί αφενός η αυτονομία των νομοθετημάτων που αφορούν τον Χωροταξικό και Πολεοδομικό Σχεδιασμό, αφετέρου να καταστεί σαφές πως η αυτονομία αυτή είναι σχετική. Και τούτο γιατί το Δίκαιο Χωροταξίας και Πολεοδομίας, ως κομμάτι του Δημοσίου Δικαίου, σχετίζεται άμεσα με το Δίκαιο Περιβάλλοντος, οι κανόνες του οποίου είναι εφαρμοστέοι και στο πεδίο του Χωροταξικού και Πολεοδομικού Δικαίου (όπως είναι για παράδειγμα ο Αρχαιολογικός Νόμος). Συνεπώς, παρόλο που η έμφαση θα δοθεί προφανώς στους κανόνες του Δικαίου Πολεοδομίας, πρέπει να καταστεί σαφής και η σημασία των παράλληλων κανόνων δικαίου που τυγχάνουν εφαρμογής στο πεδίο του.

Ο Ν 4447/2016 - «Χωρικός Σχεδιασμός, Βιώσιμη Ανάπτυξη και άλλες Διατάξεις» αποτέλεσεσυνέχεια προσπάθειας καθορισμού ενός συστήματος χωροταξικών και πολεοδομικών σχεδίων στη βάσει του άρθρου 24 του Συντάγματος, αντικαθιστώντας το σύστημα χωρικού σχεδιασμού που εισήγαγε ο προγενέστερος 4269/2014 προς δύο κατευθύνσεις: την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας αλλά και την προστασία τόσο του φυσικού περιβάλλοντος όσο και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, προωθώντας την κοινωνική συνοχή. Ειδικότερα, κατήργησε τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α’ (άρθρα 1-13α) του 4269/2014, με τις οποίες είχε εισαχθεί νέο πλαίσιο χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, θέτοντας εκ νέου τους κανόνες που διέπουν την οργάνωση και διάρθρωση του συστήματος χωρικού σχεδιασμού σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, χωρίς ωστόσο να αποκλίνει

Σελ. 13

ουσιωδώς από τους βασικούς άξονες και στόχους του προϊσχύοντος νόμου. Μειώθηκαν έτσι οι κατηγορίες σχεδίων και τονίστηκε το διακριτό περιεχόμενο που ήδη ενυπήρχε σε κάθε κατηγορία τους και σε επίπεδο σχεδιασμού, στοχεύοντας στην εξάλειψη των αντιφάσεων μεταξύ σχεδίων διαφορετικών επιπέδων, ενώ έγινε σαφής η διάκριση μεταξύ στρατηγικού και ρυθμιστικού επιπέδου σχεδιασμού. Ενισχύθηκε το αποκεντρωτικό σύστημα με μεταφορά αρμοδιότητας έγκρισης ρυμοτομικών σχεδίων από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, ύστερα από γνώμη του ΣΥΠΟΘΑ[10] που χαρακτηρίζει τον Έλληνα νομοθέτη, δυσχεραίνει σε έναν βαθμό την κατανόηση του, έτσι κι αλλιώς πολύπλοκου και ευρέος πεδίου του Δικαίου Πολεοδομίας και Χωροταξίας.

Λύση στο ζήτημα αυτό επιχείρησε να δώσει ο νεότερος νόμος 4759/2020 - Εκσυγχρονισμός της Χωροταξικής και Πολεοδομικής Νομοθεσίας και άλλες διατάξεις. Ένας από τους βασικούς σκοπούς του εν λόγω νομοθετήματος ήταν η απλούστευση και επιτάχυνση της διαδικασίας κατάρτισης, αναθεώρησης και τροποποίησης χωροταξικών πλαισίων και πολεοδομικών σχεδίων κάθε επιπέδου, καθώς και η διασαφήνιση των μεταξύ τους σχέσεων, η οποία έως τώρα είχε κριθεί αναποτελεσματική και ασαφής. Κρίθηκε επιπλέον ότι αλλοιωνόταν η επί της αρχής συμμετρική σχέση μεταξύ Τοπικών και Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων, ενώ διαχρονικά είχαν εντοπιστεί προβλήματα και δυσκολίες οριοθέτησης των οικισμών και του καθορισμού Ζωνών Υποδοχής Συντελεστή δόμησης (ΖΥΣ). Παρόλα αυτά, ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού που θα εξασφάλιζε τον συσχετισμό και την αλληλεξάρτηση μεταξύ των διαφόρων επιπέδων από το εθνικό στο περιφερειακό και τοπικό και αντίστροφα, παραμένει ακόμα ζητούμενο.

Σελ. 14

2.3. Το Σύστημα του Χωροταξικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού

Στην Ελλάδα, τα κύρια νομοθετήματα που ρυθμίζουν το σύστημα και τη διαδικασία του Σχεδιασμού είναι: το ΝΔ 17.7/16.8.1923 - Περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής αυτών, ο Ν 1337/1983 - Επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων, οικιστική ανάπτυξη και σχετικές ρυθμίσεις, ο Ν 2508/1997 - Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας και άλλες διατάξεις, όπως συμπληρώθηκε από τον Ν 2742/1999 - Χωροταξικός σχεδιασμός και αειφόρος ανάπτυξη και άλλες διατάξεις, ο Ν 4269/2014 - Χωροταξική και πολεοδομική μεταρρύθμιση - Βιώσιμη ανάπτυξη, και άλλες διατάξεις, και, τέλος, ο 4759/2020 - Εκσυγχρονισμός της Χωροταξικής και Πολεοδομικής Νομοθεσίας και άλλες διατάξεις.

Παράλληλα, παρά την υποχρέωση ενεργοποίησης του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού στην Ελλάδα, που απορρέει από την ενωσιακή νομοθεσία, παρατηρείται ακόμα σημαντική καθυστέρηση. Σε πολύ σημαντικό βαθμό αυτή οφείλεται στο ότι η ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2014/89 (L 257) στην ελληνική νομοθεσία με τον Ν 4546/2018 (Α΄ 101) απέκλινε από την Οδηγία προβλέποντας ότι τα θαλάσσια χωροταξικά σχέδια θα καλύπτουν και την χερσαία παράκτια ζώνη, πέραν των θαλάσσιων περιοχών. Με το Κεφάλαιο Β’ του Ν 4759/2020 αποσυνδέεται η θαλάσσια χωροταξία από τον παράκτιο χώρο.

Με βάση το Ν 4447/2016 της ελληνικής Νομοθεσίας, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει από τον Ν 4759/2020, τις προβλέψεις του οποίου θα δούμε αναλυτικά στα παρακάτω κεφάλαια, το σύστημα χωροταξικών και πολεοδομικών κατευθύνσεων και κανόνων δομείται στα εξής επίπεδα:

 

Σελ. 15

Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια

Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια

Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια και

Ειδικά Πολεοδομικά Σχέδια

Πολεοδομικά Σχέδια Εφαρμογής

(Ε.Χ.Π.)

(Π.Χ.Π.)

(Τ.Π.Σ.)

(Ε.Π.Σ.)

(Π.Σ.Ε.)

 

Με βάση το σύστημα αυτών των κανόνων, ο Σχεδιασμός συντίθεται από δύο διακριτές κατηγορίες (τάξεις) χωρικών σχεδίων:

Η πρώτη έχει αμιγώς στρατηγικό χαρακτήρα, ενώ οι χάρτες που συνοδεύουν τα κείμενα έχουν ενδεικτικό περιεχόμενο - Στρατηγικός Σχεδιασμός. Στην κατηγορία του στρατηγικού χωρικού σχεδιασμού υπάγονται τα Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια του άρθρου 5 και τα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια του άρθρου 6 του Ν 4447/2016.

Η δεύτερη έχει ρυθμιστικό χαρακτήρα. Με το αρ. 9 του Ν 4759/2020, ο τίτλος του Κεφαλαίου Γ’ του Ν 4447/2016 αντικαταστάθηκε από Ρυθμιστικός Σχεδιασμός σε Πολεοδομικός Σχεδιασμός. Στην κατηγορία του ρυθμιστικού χωρικού σχεδιασμού υπάγονται τα πολεοδομικά σχέδια που εκπονούνται σε τοπική κλίμακα και τα οποία διακρίνονται σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο περιλαμβάνονται:

1) τα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια, τα οποία ήρθαν να αντικαταστήσουν τα προγενέστερα Τοπικά Χωρικά Σχέδια και καθορίζουν το πρότυπο χωρικής οργάνωσης και ανάπτυξης και τα βασικά προγραμματικά μεγέθη, όρια πολεοδομικών ενοτήτων και οικισμών, τις χρήσεις γης, τους όρους και περιορισμούς δόμησης και τις σημαντικές πολεοδομικές παρεμβάσεις, Ζώνες Υποδοχής Συντελεστή Δόμησης (Ζ.Υ.Σ.), ζώνες ειδικών πολεοδομικών κινήτρων, το οδικό δίκτυο, τα λοιπά με-ταφορικά, τεχνικά και περιβαλλοντικά δίκτυα και υποδομές, μέτρα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, μέτρα υποστηρικτικά της αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών και διαχείρισης συνεπειών φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών και λοιπών απειλών, καθώς και κάθε άλλο μέτρο, όρο ή περιορισμός που απαιτείται για την ολοκληρωμένη χωρική ανάπτυξη και οργάνωση της περιοχής μελέτης. Η περιοχή μελέτης μπορεί να είναι μία ή περισσότερες δημοτικές ενότητες ενός δή-μου, καθώς και να καλύπτει την έκταση δημοτικών ενοτήτων που βρίσκονται σε όμορους δήμους, μετά από σχετικές αποφάσεις των οικείων δημοτικών συμβουλίων. Τα ΤΠΣ εναρμονίζονται με τις κατευθύνσεις των Περιφερειακών και των Ειδικών Χωροταξικών Πλαισίων και περιλαμβάνουν τις αναγκαίες ρυθμίσεις για την επίτευξη των σκοπών τους.

Σελ. 16

και β) τα Ειδικά Πολεοδομικά Σχέδια, που καταρτίζονται με σκοπό τη χωρική οργάνωση και ανάπτυξη περιοχών ανεξαρτήτως διοικητικών ορίων, που μπορεί να λειτουργήσουν ως υποδοχείς σχεδίων, έργων και προγραμμάτων υπερτοπικής κλίμακας ή στρατηγικής σημασίας, για τις οποίες απαιτείται ειδική ρύθμιση των χρήσεων γης και των λοιπών όρων ανάπτυξής τους. Τα Ειδικά Πολεοδομικά Σχέδια (ΕΠΣ) αντικατέστησαν τα προγενέστερα Ειδικά Χωρικά Σχέδια, ενώ μπορεί να καταρτιστούν και: (α) για προγράμματα αστικής ανάπλασης ή περιβαλλοντικής προστασί-ας ή αντιμετώπισης των συνεπειών από φυσικές καταστροφές, (β) για περιοχές παρεμβάσεων στο πλαίσιο προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) όπως οι Ολοκληρωμένες Χωρικές Παρεμβάσεις και (γ) σε περίπτωση ανά-γκης ταχείας ολοκλήρωσης του πολεοδομικού σχεδιασμού πρώ-του επιπέδου από την πολιτεία, λόγω κρίσιμων χωρικών προβλημάτων που επιβάλλουν την άμεση αντιμετώπιση ή την αποτροπή δημιουργίας τετελεσμένων καταστάσεων που οφείλονται σε έλλειψη ή ανεπάρκεια πολεοδομικού σχεδιασμού. Η περιοχή για την οποία καταρτίζεται ένα Ε.Π.Σ. ονομάζεται περιοχή επέμβασης. Το σύνολο της δημοτικής ενότητας που περιλαμβάνει την περιοχή επέμβασης αποτελεί την ευρύτερη περιοχή του Ε.Π.Σ.. Αν η περιοχή επέμβασης εμπίπτει στα διοικητικά όρια περισσότερων δημοτικών ενοτήτων, το σύνολο των δημοτικών ενοτήτων αποτελεί την ευρύτερη περιοχή του Ε.Π.Σ.. Εάν τα όρια της περιοχής επέμβασης ταυτίζονται με τα διοικητικά όρια μιας δημοτικής ενότητας, η συνολική έκταση του οικείου δήμου αποτελεί την ευρύτερη περιοχή της παρούσας. Η περιοχή που περιβάλλει την περιοχή επέμβασης και βρίσκεται σε άμεση συσχέτιση με αυτήν λόγω της αλληλεπίδρασης των πολεοδομικών και λοιπών λειτουργιών της, ονομάζεται ζώνη άμεσης επιρροής.

Στο δεύτερο επίπεδο περιλαμβάνονται τα Πολεοδομικά Σχέδια Εφαρμογής του άρθρου 10 του Ν 4447/2016 τα οποία αποτελούν την εξειδίκευση και εφαρμογή του πρώτου επιπέδου.

Σελ. 17

 

Με αυτή τη διάρθρωση:

• αποσαφηνίζεται ποια Σχέδια έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα και ποια όχι

• μειώνονται σημαντικά τα επίπεδα Σχεδιασμού

• αναδιαμορφώνονται ριζικά τα επιμέρους εργαλεία, καθώς αποκτούν διακριτό ρόλο και περιεχόμενο, μέσω της κατάταξής τους σε νέες συστηματικές κατηγορίες.

2.3.1. Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια (Ε.Χ.Π)

Τα Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια αποτελούν σύνολα κειμένων και διαγραμμάτων, με τα οποία προσδιορίζονται στρατηγικές κατευθύνσεις σε εθνικό επίπεδο ιδίως για: α) τη χωρική οργάνωση και διαμόρφωση –διάρθρωση και δομή– και χωρική ανάπτυξη των:

1. Οικιστικού δικτύου της Χώρας.

2. Τομέων ή κλάδων παραγωγικών δραστηριοτήτων και γενικότερα τομέων ανάπτυξης εθνικής σημασίας σε εξειδίκευση της Εθνικής Χωρικής Στρατηγικής εφόσον αυτή εμπεριέχει σχετικές κατευθύνσεις.

Σελ. 18

3. Πολιτικής γης.

4. Την προστασία του πολιτιστικού και φυσικού τοπίου

5. Περιοχών του εθνικού χώρου, που έχουν ιδιαίτερη σημασία από χωροταξική, περιβαλλοντική, αναπτυξιακή ή κοινωνική άποψη, όπως είναι οι παράκτιες, θαλάσσιες και νησιωτικές περιοχές, οι ορεινές και προβληματικές ζώνες.

6. Σχεδίων, προγραμμάτων ή έργων χωρικής ανάπτυξης μείζονος σημασίας ή/και διακρατικής, διαπεριφερειακής εμβέλειας.

Τα Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια με τα οποία τίθενται οι μακροπρόθεσμοι στόχοι οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης αποτελούν ουσιώδη συντελεστή για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Έχει υποστηριχθεί στην θεωρία πως, παρά την κατά κοινή ομολογία επιτυχία των Ειδικών Πλαισίων, ιδιαίτερα σε σχέση με την οικονομική ανάπτυξη, αυτά παρουσιάζουν ορισμένες μεθοδολογικές αδυναμίες. Η σημαντικότερη αδυναμία τους έγκειται στην ασαφή δεσμευτικότητα του όρου «κατευθύνσεις», με τον οποίο περιγράφεται ο τρόπος παρέμβασης και λειτουργίας των Ειδικών Πλαισίων στον γενικό χωροταξικό σχεδιασμό τόσο από τον Ν 2732/1999, όσο και από μεταγενέστερα νομοθετήματα. Αναλυτικότερα, αυτό που παραμένει ασαφές είναι κατά πόσο οι «κατευθύνσεις» είναι στενά δεσμευτικές για τον δημόσιο τομέα (υποχρέωση εναρμόνισης των δημοσίων φορέων κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους) ή απευθείας προς τους ιδιώτες (αν υφίσταται, δηλαδή, οιονεί κανονιστική δεσμευτικότητα)[18]· σαφής δεσμευτικότητα και ιεραρχική σχέση υπάρχει μεταξύ των Ειδικών και

Σελ. 19

των Περιφερειακών Πλαισίων. Επιπλέον, αδυναμία συνιστά η απουσία ενός κοινού πλαισίου προδιαγραφών. Είναι γεγονός ότι τα επιμέρους Ειδικά Πλαίσια δύνανται να έχουν πολύ διαφορετικό χαρακτήρα και, αντίστοιχα, να καλύπτουν διαφορετικού τύπου ανάγκες, ωστόσο έτσι αποκλείεται η ύπαρξη πλήρως κοινών προδιαγραφών (αντίστοιχων, για παράδειγμα με των Περιφερειακών Πλαισίων, όπως θα δούμε στη συνέχεια). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα Ειδικά Πλαίσια που αφορούν σχετικώς παρεμφερή αντικείμενα (π.χ. τουρισμός και ανάπτυξη) και σκοπούς να διέπονται από πολύ διαφορετική μεθοδολογία σε ζητήματα όπως η κατηγοριοποίηση της επικράτειας σε ζώνες, τα κριτήρια χωροθέτησης και άλλα.

2.3.2. Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια (Π.Χ.Π)

Τα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια αποτελούν σύνολα κειμένων, χαρτών ή και διαγραμμάτων, με τα οποία παρέχονται κατευθύνσεις χωρικής ανάπτυξης και οργάνωσης σε περιφερειακό επίπεδο, ιδίως για:

1. Την αποτίμηση, ανάδειξη και αξιοποίηση των βασικών παραγωγικών τομέων και κλάδων, όπως του πρωτογενούς τομέα, του τουρισμού, του ορυκτού πλούτου κτλ.

2. Τη χωρική διάρθρωση των περιφερειακών δικτύων μεταφορών και της λοιπής τεχνικής υποδομής περιφερειακού ενδιαφέροντος.

3. Τη διάρθρωση του περιφερειακού χώρου (πρότυπο χωρικής οργάνωσης), καθώς και τη χωρική οργάνωση και δομή του οικιστικού δικτύου.

4. Την οικιστική ανάπτυξη και ανασυγκρότηση του αστικού χώρου.

5. Την ανάδειξη, προβολή και προστασία της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, καθώς και του οικιστικού και αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος κάθε Περιφέρειας.

6. Τον προσδιορισμό ενεργών παρεμβάσεων και προγραμμάτων χωροταξικού και αστικού χαρακτήρα, όπως είναι οι Περιοχές Ειδικών Χωρικών Παρεμβάσεων (ΠΕΧΠ) και τα Σχέδια Ολοκληρωμένων Αστικών Παρεμβάσεων (ΣΟΑΠ) κ.λπ.

7. Την προστασία του πολιτιστικού και φυσικού περιβάλλοντος και τοπίου.

Σελ. 20

2.3.2.α. Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας

N 4277/2014

To ρυθμιστικό σχέδιο Αθήνας ως αυτοτελές νομοθετικό κείμενο χωροταξικού σχεδιασμού επέχει θέση περιφερειακού σχεδιασμού για την Περιφέρεια Αττικής.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου, το σύνολο των στόχων, των παρεμβάσεων και των μέτρων που προδιαγράφει το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας-Αττικής, επιδιώκει να ενεργοποιήσει διαδικασίες οικονομικής και χωρικής ανάπτυξης της Αττικής στηριγμένης στην πολυδιάστατη ταυτότητά της και στα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, θέτοντας ως αναπόσπαστα συστατικά στοιχεία αυτής της ανάπτυξης την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και την κοινωνική συνοχή.

Κρίσιμος παράγοντας για την υλοποίηση των επιδιώξεων του νέου ΡΣΑ, είναι η αναμόρφωση σε µία κατεύθυνση εξορθολογισµού του θεσμικού πλαισίου του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και ιδιαιτέρως όσον αφορά τη νομοθεσία περί καθορισμού χρήσεων γης, τους μηχανισμούς παρεμβάσεων στον αστικό

Back to Top