Ο ΝΕΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (2 ΤΟΜΟΙ)

Ερμηνεία κατ΄αρθρο μετά τους Ν 4842 & 4855/2021

Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 255,00 €

Βιβλίο (έντυπο) - 2 τόμοι   + 255,00 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18562 | 18563
Αλαπάντας Α., Αλικάκος Π., Ανδρίτσος Σπ., Άνθιμος Α., Απαλαγάκη Χ., Βαθρακοκοίλης Α., Βαλμαντώνης I., Βασαρδάνης Ι., Βασιλακάκης Ε., Βεζυρτζή Α., Γεωργιάδης Γ.-Α., Γιαννόπουλος Π., Γκότοβου Χ., Γούμενος Θ., Γρίβας Γ., Δεληκωστόπουλος Ι., Εμμανουηλίδου Κ., Ευθυμίου Χρ., Θεοχάρης Δ., Καποδίστριας Σ., Καραμέρος Σ., Κόντης Γ., Κουταλιανός Στ., Μαλάμος Β., Μαντζουράνης Ι., Μεϊδάνης Χ., Μπαλογιάννη Ε., Οικονόμου Κ., Πανταζόπουλος Α., Περάκη Β., Πλεύρη Ά., Ρεντούλης Π., Ρίζος Κ., Σουκαρά Ν., Σπυρίδωνος Α., Σταματόπουλος Στ., Σταύρου Σ., Φλώρου Α., Φούρλαρη Σ., Χατζηϊωάννου Β., Χριστοδούλου Π.
Απαλαγάκη Χ., Σταματόπουλος Στ.
  • Έκδοση: 2022
  • Σχήμα: 17Χ24
  • Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
  • Σελίδες: 3.696
  • ISBN: 978-960-654-656-3 | 978-960-654-657-0

Ο «Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας - Ερμηνεία κατ’ άρθρο» αποτελεί μία νέα συλλογική προσπάθεια, προϊόν σύμπραξης κορυφαίων και καταξιωμένων στον χώρο νομικών (ακαδημαϊκών, δικαστών και δικηγόρων).

Πρόκειται για συστηματική, σύγχρονη και εις βάθος ερμηνεία του νέου ΚΠολΔ προσανατολισμένη στις πρακτικές ανάγκες του εφαρμοστή, χωρίς να λείπει, όμως, και η θεωρητική εμβάθυνση στον βαθμό που είναι απαραίτητη για την ανάδειξη του σκοπού των διατάξεων και της ορθότητας των προτεινόμενων λύσεων.

Κάθε άρθρο, πέραν του ερμηνευτικού του κειμένου, συνοδεύεται από αναφορά σχετικών διατάξεων, ειδική βιβλιογραφία-αρθρογραφία και πλούσια πρόσφατη νομολογία.

  • Η έκδοση είναι ενημερωμένη με τον Ν 4842/2021 (ΦΕΚ Α΄ 190/13.10.2021), οι εκτενείς τροποποιήσεις του οποίου ισχύουν από 1.1.2022, αλλά και με τους Ν 4855/2021 (ΦΕΚ Α΄ 215/12.11.2021), 4912/2022 (ΦΕΚ Α΄ 59/17.3.2022), 4937/2022 (ΦΕΚ Α΄ 106/2.6.2022), 4938/2022 (ΦΕΚ Α΄ 109/6.6.2022), 4947/2022 (ΦΕΚ Α΄ 124/23.6.2022) και Ν 4963/2022 (ΦΕΚ Α΄ 149/30.7.2022).
  • Το έργο είναι δίτομο:
  • ο 1ος τόμος (1664 σελίδες) περιλαμβάνει την ερμηνεία των άρθρων 1-494 (Γενικές διατάξεις, Διαδικασία στα Πρωτοβάθμια, Απόδειξη) και
  • ο 2ος τόμος (2032 σελίδες) την ερμηνεία των υπόλοιπων άρθρων 495-1054 (Ένδικα Μέσα και Ανακοπές, Ειδικές Διαδικασίες, Ασφαλιστικά Μέτρα, Εκουσία Δικαιοδοσία, Διαιτησία, Αναγκαστική Εκτέλεση), καθώς και την ερμηνεία των διατάξεων του ΕισΝΚΠολΔ.
  • Η επιμελημένη ερμηνεία των διατάξεων του Εισαγωγικού Νόμου του ΚΠολΔ, για πρώτη φορά, δίνει προστιθέμενη αξία στο έργο.
  • Στο τέλος του 2ου τόμου παρατίθεται Παράρτημα με τις αλλαγές που προέκυψαν μετά την έκδοση του 1ου τόμου.
  • Ο 2ος τόμος ολοκληρώνεται με την παράθεση ενός πολυσέλιδου Αναλυτικού Ευρετηρίου, με λήμματα που αναφέρονται στις διατάξεις και των δύο τόμων, για την ευχερέστερη και άμεση αναζήτησή τους.

Η παρούσα έκδοση του Νέου ΚΠολΔ αποτελεί έναν ολοκληρωμένο και πλήρη ερμηνευτικό οδηγό της Πολιτικής Δικονομίας που είναι απαραίτητος για κάθε νομικό.

 

Την επιστημονική επιμέλεια του έργου έχουν οι:

Χαρούλα Απαλαγάκη, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Δικηγόρος

Στέλιος Σταματόπουλος, Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ, Δικηγόρος

 

Συνεργάτες του έργου:

Αντώνιος Αλαπάντας, Εφέτης, ΔΝ

Πέτρος Αλικάκος, Πρόεδρος Πρωτοδικών, ΔΝ

Σπύρος Ανδρίτσος, Δικηγόρος, LLM

Απόστολος Άνθιμος, Δικηγόρος, ΔΝ

Χαρούλα Απαλαγάκη, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Δικηγόρος

Αντώνης Βαθρακοκοίλης, Πρόεδρος Πρωτοδικών, ΔΜΣ, LLM

Ιωάννης Βαλμαντώνης, Εφέτης, ΔΜΣ

Ιωάννης Βασαρδάνης, Δικηγόρος - Διαιτητής, ΔΜΣ

Ευάγγελος Βασιλακάκης, Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Δικηγόρος

Αναστασία Βεζυρτζή, Δικηγόρος, Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια, ΔΝ

Γεώργιος-Αλέξανδρος Γεωργιάδης, Δικηγόρος, ΔΝ, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ

Παναγιώτης Γιαννόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ, Δικηγόρος

Χρυσαυγή Γκότοβου, Πρωτοδίκης, ΔΜΣ

Θωμάς Γούμενος, Δικηγόρος, LLM

Γεώργιος Γρίβας, Εφέτης

Ιωάννης Δεληκωστόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, Δικηγόρος

Κωνσταντία Εμμανουηλίδου, Κτηματολογικός Εφέτης, ΔΜΣ

Χρήστος Ευθυμίου, Δικηγόρος, ΔΝ, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Νομικής ΑΠΘ, υπότροφος ΕΛΚΕ ΑΠΘ

Δημήτρης Θεοχάρης, Νομικός, LLM, ΔΝ, Λέκτορας Νομικής Πανεπιστημίου Frederick Κύπρου

Σπυρίδων Καποδίστριας, Πρωτοδίκης, ΔΜΣ

Στέφανος Καραμέρος, Δικηγόρος, ΔΝ

Γεώργιος Κόντης, Δικηγόρος, ΔΝ

Σταύρος Κουταλιανός, Συμβολαιογράφος, ΔΜΣ

Βασίλειος Μαλάμος, Πρόεδρος Πρωτοδικών, ΔΜΣ

Ιωάννης Μαντζουράνης, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ, Δικηγόρος

Χάρης Μεϊδάνης, Δικηγόρος, ΔΝ, FCIArb, Διαπιστευμένος διαμεσολαβητής

Ευαγγελία Μπαλογιάννη, Δικηγόρος, ΔΜΣ

Κυριάκος Οικονόμου, Αρεοπαγίτης ε.τ.

Αθανάσιος Πανταζόπουλος, Πρωτοδίκης, ΔΝ

Βιργινία Περάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΔΠΘ, Δικηγόρος

Άννα Πλεύρη, Επίκουρη Καθηγήτρια Νομικής Σχολής Παν/μίου Λευκωσίας, Δικηγόρος

Παντελεήμων Ρεντούλης, Δικηγόρος, ΔΝ, Μέλος ΣΕΠ Παν/μίου Λευκωσίας, Μεταδιδακτορικός

Ερευνητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ

Κωνσταντίνος Ρίζος, Δικηγόρος, ΔΝ, Μεταδιδακτορικός ερευνητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ

Νεκταρία Σουκαρά, Εφέτης, ΔΜΣ

Αλέξανδρος Σπυρίδωνος, Δικηγόρος, ΔΝ, LLM (LSE)

Στέλιος Σταματόπουλος, Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ, Δικηγόρος

Σπυρίδων Σταύρου, Πρόεδρος Πρωτοδικών, ΔΜΣ

Αλεξία Φλώρου, Δικαστική Πάρεδρος, ΔΝ

Σοφία Φούρλαρη, Εφέτης, ΔΜΣ

Βασίλειος Χατζηϊωάννου, Αναπλ. Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ, Δικηγόρος

Παναγής Χριστοδούλου, Δικηγόρος, ΔΝ

Προλογικό σημείωμα...............................................................................................................IX

Συνεργάτες 1ου τόμου (καθ' ύλη).................................................................................................XI

Συνεργάτες δίτομου έργου...........................................................................................................ΧΙΙΙ

Βιογραφικά συγγραφέων 1ου    τόμου...........................................................................................XV

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων

Άρθρο 1 Ποιες διαφορές υπάγονται στα πολιτικά δικαστήρια...........................................................1

Άρθρο 2 Πολιτικές και διοικητικές διαφορές...................................................................................29

Άρθρο 3 Δωσιδικία αλλοδαπών. Ετεροδικία...................................................................................32

Άρθρο 4 Έλλειψη δικαιοδοσίας.Έρευνα και αποτέλεσμα.    Εξέταση της δικαιοδοσίας......................39

Άρθρο 5 Διαδικαστικές πράξεις στην αλλοδαπή..............................................................................43

Άρθρο 6 Διαδικαστικές πράξεις για αλλοδαπές αρχές.....................................................................46

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Προσδιορισμός της αξίας του αντικειμένου της δίκης

Άρθρο 7 Αξία του αντικειμένου δίκης.............................................................................................47

Άρθρο 8 Πώς προσδιορίζεται..........................................................................................................47

Άρθρο 9 Αίτημα αγωγής. Παρεπόμενα αιτήματα. Διαιρετά δικαιώματα..........................................48

Άρθρο 10 Χρόνος υπολογισμού......................................................................................................51

Άρθρο 11 Προσδιορισμός σε ειδικές περιπτώσεις...........................................................................52

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ Καθ' ύλην αρμοδιότητα

Άρθρο 12 Δύο βαθμοί δικαιοδοσίας...............................................................................................55

Άρθρο 13 Πρωτοβάθμια δικαστήρια

XXVII

57

Περιεχόμενα

Άρθρο    14    Αρμοδιότητα ειρηνοδικείων και μονομελών πρωτοδικείων λόγω ποσού......................58

Άρθρο    15    Εξαιρετική αρμοδιότητα ειρηνοδικείου χωρίς διάκριση αξίας........................................60

Άρθρο    16    Εξαιρετική αρμοδιότητα μονομελούς πρωτοδικείου χωρίς διάκριση αξίας....................64

Άρθρο    17    Αρμοδιότητα μονομελών πρωτοδικείων.........................................................................69

Άρθρο 17Α Εφέσεις κατά αποφάσεων ειρηνοδικείων. Αρμοδιότητα...............................................72

Άρθρο    18    Αρμοδιότητα πολυμελών πρωτοδικείων........................................................................73

Άρθρο    19    Αρμοδιότητα εφετείων....................................................................................................75

Άρθρο    20    Αρμοδιότητα Αρείου Πάγου...........................................................................................76

Άρθρο 20Α Επιτάχυνση της πολιτικής δίκης....................................................................................77

Άρθρο 21 Ποιο δικαστήριο δικάζει ανακοπή ερημοδικίας ή αναψηλάφηση...................................81

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Κατά τόπον αρμοδιότητα

Άρθρο    22    Δωσιδικία κατοικίας του εναγομένου (γενική δωσιδικία)...............................................82

Άρθρο    23    Δωσιδικία διαμονής ή ειδικής κατοικίας.........................................................................89

Άρθρο    24    Δωσιδικία κρατικών υπαλλήλων που υπηρετούν στο εξωτερικό....................................91

Άρθρο    25    Δωσιδικία Δημοσίου και νομικών προσώπων................................................................93

Άρθρο    26    Δωσιδικία δικηγόρων και συμβολαιογράφων................................................................98

Άρθρο    27    Δωσιδικία εταιρικών διαφορών.....................................................................................99

Άρθρο    28    Δωσιδικία διαχείρισης ύστερα από δικαστική εντολή...................................................103

Άρθρο    29    Δωσιδικία τοποθεσίας ακινήτων...................................................................................105

Άρθρο    30    Δωσιδικία κληρονομίας................................................................................................114

Άρθρο    31    Παρεπόμενες ή συναφείς διαφορές...............................................................................124

Άρθρο    32    Δωσιδικία δημοσίων υπαλλήλων.................................................................................127

Άρθρο    33    Δωσιδικία δικαιοπραξίας..............................................................................................128

Άρθρο    34    Δωσιδικία ανταγωγής...................................................................................................133

Άρθρο    35    Διαφορές από αδικοπραξία..........................................................................................135

Άρθρο    36    Δωσιδικία διαχείρισης χωρίς δικαστική εντολή............................................................139

Άρθρο    37    Δωσιδικία λόγω ομοδικίας...........................................................................................140

Άρθρο    38    Απαιτήσεις κατά σπουδαστών, μαθητών, υπηρετών, υπαλλήλων κ.λπ.........................143

Άρθρο    39    Δωσιδικία γαμικών διαφορών......................................................................................144

XXVIII

Περιεχόμενα

Άρθρο 39Α Ειδική δωσιδικία διατροφών......................................................................................147

Άρθρο 40 Δωσιδικία περιουσίας κατοίκων αλλοδαπής.................................................................149

Άρθρο 40Α Καταργήθηκε..............................................................................................................151

Άρθρο 41 Επιλογή από τον ενάγοντα............................................................................................152

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ Παρέκταση της αρμοδιότητας

Άρθρο 42 Συμφωνία για παρέκταση αρμοδιότητας.......................................................................153

Άρθρο 43 Συμφωνία για μελλοντικές διαφορές.............................................................................158

Άρθρο 44 Δημιουργία αποκλειστικής δωσιδικίας.........................................................................161

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ Ερευνα της αρμοδιότητας

Άρθρο 45 Αμετάβλητο αρμοδιότητας............................................................................................163

Άρθρο 46 Αυτεπάγγελτη έρευνα αρμοδιότητας. Παραπομπή........................................................164

Άρθρο 47 Μη παραπομπή σε κατώτερο δικαστήριο.Όχι ένδικα μέσα..........................................167

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

Παραπομπή από δικαστήριο σε δικαστήριο

Άρθρο 48 Πότε γίνεται παραπομπή...............................................................................................168

Άρθρο 49 Ποιος ζητεί την παραπομπή..........................................................................................169

Άρθρο 50 Ποιο δικαστήριο αποφασίζει........................................................................................170

Άρθρο 51 Διαδικασία της παραπομπής........................................................................................171

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ

Εξαίρεση δικαστών και υπαλλήλων της γραμματείας

Άρθρο 52 Λόγοι εξαιρέσεως.........................................................................................................179

Άρθρο 53 Πότε δεν επιτρέπεται.....................................................................................................195

Άρθρο 54 Αρμόδιο για την εξαίρεση δικαστήριο..........................................................................197

Άρθρο 55 Δήλωση λόγου εξαίρεσης .............................................................................................198

Άρθρο 56 Αυτεπάγγελτη ενέργεια.................................................................................................200

Άρθρο 57 Πότε προτείνεται η εξαίρεση.........................................................................................202

Άρθρο 58 Πώς προτείνεται. Συζήτηση. Αποχή...............................................................................206

XXIX

Περιεχόμενα

Άρθρο    59    Αίτηση εξαίρεσης κατά τη διάρκεια ms συζήτησης.......................................................209

Άρθρο    60    Απόφαση......................................................................................................................211

Άρθρο    61    Αδυναμία συγκρότησης δικαστηρίου. Παραπομπή......................................................213

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ Διάδι κοι

Άρθρο    62    Ποιοι μπορούν να είναι διάδικοι...................................................................................214

Άρθρο    63    Ποιοι μπορούν να παρίστανται στο δικαστήριο............................................................223

Άρθρο    64    Πώς εκπροσωπούνται οι ανίκανοι, τα νομικά πρόσωπα, οι ενώσεις προσώπων...........224

Άρθρο    65    Γενική και ειδική εξουσιοδότηση διεξαγωγής δίκης......................................................235

Άρθρο    66    Ικανότητα παράστασης αλλοδαπών..............................................................................237

Άρθρο    67    Ελλείψεις σχετικές με την ικανότητα παράστασης. Συμπλήρωση...................................240

Άρθρο    68    Άμεσο έννομο συμφέρον για δικαστική προστασία......................................................242

Άρθρο    69    Πότε άλλοτε μπορεί να ζητηθεί......................................................................................252

Άρθρο    70    Αναγνωριστική αγωγή..................................................................................................260

Άρθρο    71    Διαπλαστική αγωγή......................................................................................................275

Άρθρο    72    Υποκατάσταση στην άσκηση δικαστικής προστασίας. Πλαγιαστική αγωγή...................277

Άρθρο    73 Έρευνα των προϋποθέσεων..........................................................................................283

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ Ομοδικία

Άρθρο    74    Ομοδικία απλή. Περιπτώσεις........................................................................................286

Άρθρο    75    Ανεξάρτητες ενέργειες. Επίσπευση δίκης.......................................................................292

Άρθρο    76    Ομοδικία αναγκαστική. Συνέπειες.................................................................................296

Άρθρο    77    Επιρροή αντιφατικών ισχυρισμών................................................................................307

Άρθρο    78 Έλλειψη προϋποθέσεων. Χωρισμός δίκης.....................................................................308

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ Συμμετοχή τρίτων στη δίκη

Άρθρο    79    Κύρια παρέμβαση.........................................................................................................309

Άρθρο    80    Πρόσθετη παρέμβαση...................................................................................................323

XXX

Περιεχόμενα

Άρθρο    81 Πώς ασκείται η παρέμβαση. Στοιχεία δικογράφου. Αποτελέσματα...............................329

Άρθρο    82 Διαδικαστικές πράξεις του προσθέτως παρεμβαίνοντος...............................................333

Άρθρο    83 Πρόσθετη παρέμβαση και αναγκαστική ομοδικία.........................................................336

Άρθρο    84 Έκταση δικαιωμάτων του προσθέτως παρεμβαίνοντος.................................................339

Άρθρο    85 Ο προσθέτως παρεμβαίνων ως κύριος διάδικος...........................................................341

Άρθρο    86 Προσεπίκληση των αναγκαστικών ομοδίκων...............................................................344

Άρθρο    87 Προσεπίκληση του αληθινού κυρίου ή νομέα..............................................................349

Άρθρο    88 Προσεπίκληση των δικονομικών εγγυητών..................................................................351

Άρθρο    89 Πώς και πότε ασκείται η προσεπίκληση........................................................................357

Άρθρο    90 Πότε το δικαστήριο διατάσσει την προσεπίκληση.........................................................360

Άρθρο    91 Ανακοίνωση δίκης. Πώς ασκείται.................................................................................361

Άρθρο    92 Δικαιώματα του τρίτου. Συνέπειες αν δεν μετάσχει στη δίκη.........................................366

Άρθρο    93 Παρέμβαση σε δίκη για απαίτηση δεκτική καταθέσεως.................................................368

Άρθρο 93Α Καταργήθηκε..............................................................................................................368

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ Πληρεξουσιότητα

Άρθρο    94 Παράσταση με δικηγόρο ή χωρίς δικηγόρο..................................................................369

Άρθρο    95 Δικαιώματα περισσοτέρων πληρεξουσίων...................................................................379

Άρθρο    96 Τύπος πληρεξουσιότητας..............................................................................................382

Άρθρο    97 Γενική πληρεξουσιότητα.Έκταση. Διάρκεια..................................................................386

Άρθρο    98 Πότε απαιτείται ειδική πληρεξουσιότητα.......................................................................388

Άρθρο    99 Ανάκληση ομολογιών από το διάδικο...........................................................................392

Άρθρο    100 Πότε παύει η πληρεξουσιότητα...................................................................................393

Άρθρο    101 Συνέχιση πληρεξουσιότητας σε περίπτωση θανάτου ή ανικανότητας..........................400

Άρθρο    102 Πότε παύει η πληρεξουσιότητα απέναντι στον αντίδικο..............................................405

Άρθρο    103 Υποχρεώσεις πληρεξουσίου που παραιτήθηκε...........................................................408

Άρθρο    104 Έλεγχος πληρεξουσιότητας.........................................................................................409

Άρθρο    105 Συμπλήρωση ελλείψεων.............................................................................................418

XXXI

Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ Θεμελιώδεις δικονομικές αρχές

Άρθρο 106 Αρχή διάθεσης και συζήτησης....................................................................................425

Άρθρο 107 Ευχέρεια του δικαστηρίου για την απόδειξη...............................................................429

Άρθρο 108 Οι διάδικοι κινούν τις διαδικασίες..............................................................................430

Άρθρο 109 Αναφαίρετος ο νόμιμος δικαστής................................................................................432

Άρθρο 110 Οι διάδικοι έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις..............................................435

Άρθρο 111 Απαραίτητη η προδικασία...........................................................................................448

Άρθρο 112 Όχι δημόσια η προδικασία..........................................................................................452

Άρθρο 113 Δημόσιες οι συνεδριάσεις των δικαστηρίων...............................................................453

Άρθρο 114 Λόγοι περιορισμού της δημοσιότητας.........................................................................462

Άρθρο 115 Έγγραφη προδικασία. Προφορική συζήτηση και προτάσεις.......................................466

Άρθρο 116 Καλοπιστία, ειλικρίνεια και επιμέλεια.........................................................................471

Άρθρο 116Α Διαμεσολάβηση........................................................................................................492

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ Εκθέσεις

Άρθρο 117 Ουσιώδη στοιχεία της εκθέσεως.................................................................................496

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ Δικόγραφα

Άρθρο    118    Στοιχεία δικογράφων..................................................................................................500

Άρθρο    119    Ακριβής καθορισμός διεύθυνσης. Ηλεκτρονική υποβολή δικογράφων......................509

Άρθρο    120    Επίδοση στην αναγραφόμενη διεύθυνση....................................................................517

Άρθρο    121    Συνέπειες μη αναγραφής διευθύνσεως.......................................................................518

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Επιδόσεις

Άρθρο    122    Όργανα επίδοσης........................................................................................................525

Άρθρο 122Α Επίδοση και με ηλεκτρονικά μέσα............................................................................528

Άρθρο    123    Παραγγελία για επίδοση.............................................................................................532

Άρθρο    124    Πού μπορεί να γίνει η επίδοση....................................................................................535

XXXII

Περιεχόμενα

Άρθρο    125    Πότε μπορεί να γίνει η επίδοση...................................................................................538

Άρθρο    126    Σε ποιον γίνεται η επίδοση..........................................................................................540

Άρθρο    127    Παράδοση του εγγράφου...........................................................................................547

Άρθρο    128    Πώς γίνεται η επίδοση σε κατοικία..............................................................................548

Άρθρο    129    Πώς γίνεται η επίδοση στον τόπο εργασίας.................................................................555

Άρθρο    130    Άρνηση παραλαβής εγγράφου....................................................................................559

Άρθρο    131    Επίδοση σε νοσοκομείο ή φυλακή..............................................................................562

Άρθρο    132    Επίδοση προς ναυτικούς.............................................................................................564

Άρθρο    133    Επίδοση προς στρατιωτικούς......................................................................................567

Άρθρο    134    Επίδοση σε πρόσωπα αλλοδαπής...............................................................................569

Άρθρο    135    Επίδοση σε πρόσωπα άγνωστης διαμονής..................................................................584

Άρθρο    136    Πότε συντελείται η επίδοση.........................................................................................588

Άρθρο    137    Επίδοση με διατυπώσεις αλλοδαπού νόμου...............................................................591

Άρθρο    138    Άρνηση παραλαβής σε ορισμένες περιπτώσεις...........................................................593

Άρθρο    139    Στοιχεία έκθεσης επίδοσης..........................................................................................595

Άρθρο    140    Πρωτότυπα της εκθέσεως επιδόσεως. Χορήγηση αντιγράφων...................................601

Άρθρο    141    Αυτεπάγγελτη επίδοση................................................................................................603

Άρθρο    142    Αντίκλητος. Δήλωση διορισμού..................................................................................604

Άρθρο 143 Αντίκλητος πληρεξούσιος δικηγόρος. Ποιες επιδόσεις μπορούν

να γίνουν σε αυτόν......................................................................................................608

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΒΔΟΜΟ

Προθεσμίες

Άρθρο    144 Έναρξη και λήξη προθεσμιών.....................................................................................616

Άρθρο    145    Υπολογισμός προθεσμίας...........................................................................................621

Άρθρο    146    Διακοπή προθεσμίας λόγω θανάτου...........................................................................623

Άρθρο    147    Αναστολή προθεσμιών...............................................................................................626

Άρθρο    148    Παράταση προθεσμιών...............................................................................................634

Άρθρο    149    Καταργήθηκε..............................................................................................................636

Άρθρο    150    Σύντμηση των νόμιμων προθεσμιών..........................................................................636

Άρθρο    151    Συνέπειες παρέλευσης προθεσμίας.............................................................................638

XXXIII

Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΟΓΔΟΟ

Επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση

Άρθρο    152    Απώλεια ms προθεσμίας. Επαναφορά........................................................................647

Άρθρο    153    Προθεσμία για την αίτηση επαναφοράς......................................................................661

Άρθρο    154    Αρμόδιο δικαστήριο...................................................................................................662

Άρθρο    155    Πώς ασκείται η αίτηση επαναφοράς. Λόγοι.................................................................664

Άρθρο    156    Συζήτηση της αιτήσεως...............................................................................................667

Άρθρο    157    Δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα...............................................................................669

Άρθρο    158    Πότε αποκλείεται η αίτηση επαναφοράς......................................................................670

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΝΑΤΟ Ακυρότητες

Άρθρο    159    Πότε υπάρχει ακυρότητα.............................................................................................671

Άρθρο    160    Ποιος και πότε προτείνει την ακυρότητα.....................................................................696

Άρθρο    161    Αποτελέσματα ακυρότητας..........................................................................................699

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΤΟ Εγγυοδοσία

Άρθρο    162    Καθορισμός από το δικαστήριο.................................................................................701

Άρθρο    163    Κατάθεση μετρητών στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων...................................703

Άρθρο    164    Εγγυητικές επιστολές. Υποθήκη. Ομολογίες, μετοχές κ.λπ...........................................704

Άρθρο 165 Κατάθεση των τίτλων στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.

Διαδικασία ολοκληρώσεως εγγυοδοσίας....................................................................706

Άρθρο    166    Αποτελέσματα καταθέσεως.........................................................................................707

Άρθρο    167    Συμπλήρωση ή αντικατάσταση εγγυήσεως.................................................................707

Άρθρο    168    Άρση ή κατάπτωση της εγγυήσεως. Διαδικασία..........................................................708

Άρθρο    169    Εγγυοδοσία για τα έξοδα............................................................................................713

Άρθρο    170    Πότε δεν επιβάλλεται..................................................................................................717

Άρθρο    171    Αναστολή απαντήσεως ή συζητήσεως.........................................................................718

Άρθρο    172    Συνέπειες μη δόσεως εγγυήσεως................................................................................719

XXXIV

Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΠΡΩΤΟ

Δικαστικά έξοδα

Άρθρο    173    Προκαταβολή των εξόδων. Ειδικότερα επί δίκης διατροφής......................................720

Άρθρο    174    Καθορισμός από τον δικαστή. Απόδειξη προκαταβολής.............................................731

Άρθρο    175    Μη προκαταβολή των εξόδων....................................................................................733

Άρθρο    176    Καταδίκη στην πληρωμή των εξόδων.........................................................................736

Άρθρο    177    Πότε καταδικάζεται ο ενάγων......................................................................................739

Άρθρο    178    Συμφηφισμός δικαστικών εξόδων..............................................................................741

Άρθρο    179    Πότε είναι δυνητικός...................................................................................................743

Άρθρο    180    Ενοχή κατ' ίσα μέρη. Πότε σε ολόκληρο......................................................................747

Άρθρο    181    Σε περίπτωση κύριας παρέμβασης..............................................................................750

Άρθρο    182    Σε περίπτωση πρόσθετης παρέμβασης........................................................................751

Άρθρο    183    Σε περίπτωση ενδίκων μέσων .....................................................................................752

Άρθρο    184    Ερημοδικία ή αναβολή συζητήσεως............................................................................754

Άρθρο    185    Υπαιτιότητα του διαδίκου που νίκησε.........................................................................756

Άρθρο    186    Καταδίκη τρίτων σε πληρωμή των εξόδων..................................................................758

Άρθρο    187    Εξοδα δικαστικού συμβιβασμού.................................................................................760

Άρθρο    188    Σε περίπτωση παραιτήσεως ή αποδοχής.....................................................................761

Άρθρο    189    Ποια έξοδα αποδίδονται.............................................................................................764

Άρθρο    190    Κατάλογος εξόδων και εκκαθάριση............................................................................770

Άρθρο    191    Διάταξη αποφάσεως για τα έξοδα...............................................................................772

Άρθρο    192    Εκκαθάριση εξόδων....................................................................................................775

Άρθρο    193    Προσβολή της αποφάσεως για τα έξοδα.....................................................................777

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Ευεργέτημα πενίας

Άρθρο    194    Σε ποιους παρέχεται το ευεργέτημα............................................................................780

Άρθρο    195    Σε αλλοδαπούς και ανιθαγενείς...................................................................................785

Άρθρο    196    Στοιχεία αιτήσεως και δικαιολογητικά........................................................................786

Άρθρο    197    Εκδίκαση της αίτησης..................................................................................................791

XXXV

Περιεχόμενα

Άρθρο 198 Ισχύς ίου ευεργετήματος............................................................................................792

Άρθρο 199 Ποια έξοδα περιλαμβάνει το ευεργέτημα....................................................................794

Άρθρο 200 Ορισμός δικηγόρου, συμβολαιογράφου και δικαστικού επιμελητή...........................796

Άρθρο 201 Παύση του ευεργετήματος..........................................................................................798

Άρθρο 202 Ανάκληση ή περιορισμός............................................................................................799

Άρθρο 203 Εκκαθάριση και είσπραξη των εξόδων........................................................................801

Άρθρο 204 Ποινή για αναληθή στοιχεία και δηλώσεις..................................................................804

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΤΡΙΤΟ Ποινές

Άρθρο 205 Χρηματικές ποινές σε στρεψοδίκους...........................................................................806

Άρθρο 206 Διαγραφή ανάρμοστων φράσεων. Επιβολή πειθαρχικών ποινών..............................811

Άρθρο 207 Ποινές σε άτομα που θορυβούν. Ποινές σε δικηγόρους.............................................813

ΒΙΒΛΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΤΑ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Απόπειρα συμβιβασμού

Άρθρο 208 Καταργήθηκε..............................................................................................................815

Άρθρο 209 Αίτηση του διαδίκου για συμβιβασμό.........................................................................816

Άρθρο 210 Ελεύθερη εκτίμηση των περιστατικών.........................................................................819

Άρθρο 211 Καταργήθηκε ..............................................................................................................820

Άρθρο 212 Πρακτικό για το συμβιβασμό......................................................................................821

Άρθρο 213 Αίτηση συμβιβαστικής επέμβασης..............................................................................823

Άρθρο 214 Συνέπειες της αιτήσεως συμβιβασμού.........................................................................824

Άρθρο 214Α Εξώδικη επίλυση διαφοράς......................................................................................826

Άρθρο 214Β Δικαστική μεσολάβηση..............................................................................................831

Άρθρο 214Γ Προσφυγή σε διαδικασία διαμεσολάβησης...............................................................835

XXXVI

Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Άσκηση της αγωγής

Άρθρο    215    Πώς ασκείται η αγωγή.................................................................................................837

Άρθρο    216    Ποια στοιχεία πρέπει να περιέχει................................................................................844

Άρθρο    217    Εφαρμογή και σε άλλα δικόγραφα..............................................................................851

Άρθρο    218    Προϋποθέσεις σωρεύσεως αγωγών............................................................................852

Άρθρο    219    Επικουρική βάση ή αίτημα της αγωγής.......................................................................860

Άρθρο    220    Ποιες αγωγές εγγράφονται στα βιβλία διεκδικήσεων. Διαδικασία διαγραφής............869

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Συνέπειες από την άσκηση της αγωγής

Άρθρο    221    Συνέπειες της καταθέσεως και της επιδόσεως της αγωγής...........................................875

Άρθρο    222    Συνέπειες της εκκρεμοδικίας.......................................................................................885

Άρθρο    223    Απαράδεκτη η μεταβολή του αιτήματος......................................................................891

Άρθρο    224    Απαράδεκτη η μεταβολή της βάσεως της αγωγής. Συμπλήρωση ισχυρισμών.............895

Άρθρο    225    Ελεύθερη μεταβίβαση του επιδίκου πράγματος ή δικαιώματος..................................911

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ Εισαγωγή της αγωγής για συζήτηση

Άρθρο    226    Ορισμός δικασίμου. Εγγραφή στο πινάκιο. Αναβολή. Νέα συζήτηση.........................914

Άρθρο    227    Συμπλήρωση τυπικών παραλείψεων..........................................................................919

Άρθρο    228    Προθεσμία κλήτευσης των διαδίκων..........................................................................924

Άρθρο    229    Καταργήθηκε..............................................................................................................926

Άρθρο    230    Επίσπευση συζήτησης .................................................................................................926

Άρθρο    231    Καταργήθηκε..............................................................................................................927

Άρθρο    232    Προδικαστικές ενέργειες του δικαστηρίου..................................................................927

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ Συζήτηση στο ακροατήριο

Άρθρο 233 Ενέργειες του δικαστή κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο..........................................930

Άρθρο 234 Δικαιώματα μελών του δικαστηρίου, διαδίκων, πληρεξουσίων

και τεχνικών συμβούλων.........................................................................................931

XXXVII

Περιεχόμενα

Άρθρο 235    Απόκρουση ή απαγόρευση ερωτήσεων......................................................................932

Άρθρο 236    Διασάφηση ισχυρισμών με φροντίδα του δικαστή.....................................................932

Άρθρο 237 Προθεσμία καταθέσεως προτάσεων και αποδεικτικών εγγράφων.

Αντίκρουση και συμπλήρωση..................................................................................936

Άρθρο 238    Παρεμβάσεις, προσεπικλήσεις, ανακοινώσεις και ανταγωγές.....................................951

Άρθρο 239    Καταργήθηκε..............................................................................................................953

Άρθρο 240    Προσαγωγή προτάσεων προηγουμένων συζητήσεων................................................954

Άρθρο 241    Αναβολή για σπουδαίο λόγο. Παρέχεται μόνο μία φορά............................................956

Άρθρο 242 Εκφώνηση της υποθέσεως και συζήτηση. Συμφωνία των διαδίκων

να δικασθούν χωρίς να παραστούν κατά την εκφώνηση.........................................959

Άρθρο 243    Αναπλήρωση του δικαστή για σπουδαίο λόγο............................................................962

Άρθρο 244    Καταργήθηκε ..............................................................................................................963

Άρθρο 245    Αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων......................................................................963

Άρθρο 246    Συνεκδίκαση εκκρεμών δικών....................................................................................966

Άρθρο 247    Χωρισμός αγωγής ή ανταγωγής..................................................................................970

Άρθρο 248    Διαδοχική ή περιορισμένη συζήτηση..........................................................................971

Άρθρο 249    Αναστολή δίκης για προκριματικά ζητήματα...............................................................972

Άρθρο 250    Αναβολή μέχρι περατώσεως ποινικής διαδικασίας.....................................................976

Άρθρο 251    Καταργήθηκε ..............................................................................................................979

Άρθρο 252    Διορισμός διερμηνέα..................................................................................................980

Άρθρο 253    Συνεννόηση με κωφούς, αλάλους ή κωφαλάλους.......................................................981

Άρθρο 254    Επανάληψη συζητήσεως για τη συμπλήρωση κενών...................................................982

Άρθρο 255    Απομάκρυνση προσώπων για λόγους τάξεως.............................................................987

Άρθρο 256    Περιεχόμενο πρακτικών..............................................................................................988

Άρθρο 257    Ανάγνωση των πρακτικών..........................................................................................991

Άρθρο 258    Υπογραφή των πρακτικών..........................................................................................992

Άρθρο 259    Πλήρης απόδειξη. Ελεύθερη εκτίμηση ομολογιών......................................................993

Άρθρο 260    Ματαίωση της συζήτησης...........................................................................................994

Άρθρο 261    Απάντηση στους ισχυρισμούς.....................................................................................998

Άρθρο 262    Περιεχόμενο ενστάσεως............................................................................................1003

Άρθρο 263    Χρόνος προτάσεως ορισμένων ενστάσεων...............................................................1010

XXXVIII

Περιεχόμενα

Άρθρο    264    Παραπομπή υποθέσεως στη διαιτησία......................................................................1013

Άρθρο    265    Πρόωρη αγωγή κατά κληρονόμου............................................................................1017

Άρθρο    266    Αναβολή λόγω προσεπικλήσεως...............................................................................1018

Άρθρο    267    Ιδιαίτερη συζήτηση επί ορισμένων ενστάσεων.........................................................1018

Άρθρο    268    Άσκηση ανταγωγής. Προϋποθέσεις και συνέπειες....................................................1019

Άρθρα    269-270Α Καταργήθηκαν.................................................................................................1023

Άρθρο    271    Ερημοδικία εναγομένου............................................................................................1024

Άρθρο    272    Ερημοδικία ενάγοντος. Πότε απορρίπτεται η αγωγή. Τύχη της ανταγωγής................1031

Άρθρο    273    Ερημοδικία κυρίως παρεμβαίνοντος.........................................................................1041

Άρθρο    274    Ερημοδικία ή εμφάνιση του προσθέτως παρεμβαίνοντος.........................................1042

Άρθρο    275    Ερημοδικία επί ομοδικίας.........................................................................................1044

Άρθρο    276    Ερημοδικία προσώπων του άρθρου 87....................................................................1045

Άρθρο    277    Προσεπίκληση του υποχρέου προς αποζημίωση......................................................1046

Άρθρο    278    Υποκατάσταση του προσεπικαλέσαντος....................................................................1047

Άρθρο    279    Καταργήθηκε ............................................................................................................1048

Άρθρο    280    Ειδικές περιπτώσεις ερημοδικίας..............................................................................1048

Άρθρο    281    Πότε αρχίζει η συζήτηση...........................................................................................1049

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

Παρεμπίπτοντα

Άρθρο    282    Προϋποθέσεις παρεμπιπτόντων ζητημάτων..............................................................1051

Άρθρο    283    Παρεμπίπτουσες αγωγές σε κάθε στάδιο της δίκης...................................................1052

Άρθρο    284    Εξέταση των παρεμπιπτόντων ζητημάτων.................................................................1057

Άρθρο    285    Συνεκδίκαση ή παραπομπή σε ιδιαίτερη συζήτηση...................................................1058

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

Διακοπή και επανάληψη της δίκης

Άρθρο    286    Σε ποιες περιπτώσεις επέρχεται βίαιη διακοπή της    δίκης..........................................1060

Άρθρο    287    Πώς και πότε επέρχεται διακοπή της δίκης................................................................1069

Άρθρο    288    Επί αναγκαστικής ομοδικίας......................................................................................1073

Άρθρο    289    Άκυρες μετά τη διακοπή πράξεις...............................................................................1074

XXXIX

Περιεχόμενα

Άρθρο 290    Εκούσια επανάληψη..................................................................................................1075

Άρθρο 291    Αναγκαστική επανάληψη..........................................................................................1076

Άρθρο 292    Προθεσμία για κληρονόμο........................................................................................1078

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ Κατάργηση και περάτωση της δίκης

Άρθρο 293    Διαδικασία και αποτελέσματα συμβιβασμού............................................................1079

Άρθρο 294    Παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής. Πότε απαράδεκτη..................................1086

Άρθρο 295    Αποτέλεσμα της παραιτήσεως...................................................................................1090

Άρθρο 296    Παραίτηση από το δικαίωμα της αγωγής. Πότε απαράδεκτη.....................................1094

Άρθρο 297    Πώς γίνεται η παραίτηση από το δικόγραφο ή το δικαίωμα......................................1096

Άρθρο 298    Αποδοχή της αγωγής από τον εναγόμενο..................................................................1100

Άρθρο 299    Εφαρμογή σε όλες τις διαδικαστικές πράξεις.............................................................1105

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ Απόφαση

Άρθρο 300    Πότε και από ποιον εκδίδεται....................................................................................1110

Άρθρο 301    Διάσκεψη και ψηφοφορία επί πολυμελών δικαστηρίων...........................................1111

Άρθρο 302    Απόφαση κατά πλειοψηφία. Τρόπος σχηματισμού της..............................................1113

Άρθρο 303    Διχασμός ψήφων......................................................................................................1114

Άρθρο 304    Σύνταξη απόφασης...................................................................................................1115

Άρθρο 305    Τι πρέπει να περιλαμβάνει το πρωτότυπο της απόφασης...........................................1116

Άρθρο 306    Ποιοι υπογράφουν το πρωτότυπο της αποφάσεως...................................................1118

Άρθρο 307    Επανάληψη συζητήσεως λόγω αδυναμίας εκδόσεως αποφάσεως.............................1118

Άρθρο 308    Πότε εκδίδεται οριστική απόφαση............................................................................1121

Άρθρο 309 Η οριστική απόφαση δεν ανακαλείται. Δυνητική ανάκληση

μη οριστικής αποφάσεως..........................................................................................1125

Άρθρο 310    Πώς γίνεται η επίδοση της αποφάσεως.....................................................................1127

Άρθρο 311    Καταργήθηκε............................................................................................................1128

Άρθρο 312    Τι αποδεικνύει η δικαστική απόφαση. Αντίθεση του πρακτικού συζητήσεως............1128

Άρθρο 313    Πότε δικαστική απόφαση αναγνωρίζεται ως ανύπαρκτη...........................................1129

Άρθρο 314    Αναστολή εκτελέσεως ανύπαρκτης αποφάσεως........................................................1134

XL

Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ

Διαδικασία διόρθωσης και ερμηνείας αποφάσεων

Άρθρο 315    Λάθη κατά τη σύνταξη της απόφασης.......................................................................1134

Άρθρο 316    Ερμηνεία αποφάσεως...............................................................................................1139

Άρθρο 317    Περιεχόμενο αίτησης διόρθωσης ή ερμηνείας απόφασης.........................................1142

Άρθρο 318    Διαδικασία συζήτησης της αίτησης...........................................................................1144

Άρθρο 319    Ένδικα μέσα κατά της αποφάσεως.............................................................................1146

Άρθρο 320    Σημείωση στο πρωτότυπο.........................................................................................1147

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ Δεδικασμένο

Άρθρο 321    Ποιες αποφάσεις αποτελούν δεδικασμένο................................................................1158

Άρθρο 322    Τι καλύπτει το δεδικασμένο.......................................................................................1166

Άρθρο 323    Προϋποθέσεις δεδικασμένου από αλλοδαπή απόφαση............................................1172

Άρθρο 324    Για ποια δικαιώματα υπάρχει δεδικασμένο...............................................................1179

Άρθρο 325    Υπέρ και κατά ποιων ισχύει το δεδικασμένο.............................................................1184

Άρθρο 326    Δεδικασμένο και καταπιστευματοδόχος...................................................................1190

Άρθρο 327    Δεδικασμένο και κληρονόμος ή εκτελεστής διαθήκης...............................................1193

Άρθρο 328    Δεδικασμένο και εγγυητής........................................................................................1195

Άρθρο 329    Δεδικασμένο και μέλη νομικού προσώπου...............................................................1198

Άρθρο 330    Ποιες ενστάσεις καλύπτει το δεδικασμένο.................................................................1205

Άρθρο 331    Δεδικασμένο και παρεμπίπτοντα..............................................................................1208

Άρθρο 332    Πώς λαμβάνεται υπόψη.............................................................................................1213

Άρθρο 333    Προσβολή δεδικασμένου λόγω δόλου.....................................................................1215

Άρθρο 334 Μεταρρύθμιση τελεσίδικης αποφάσεως για περιοδικές παροχές

λόγω μεταβολής οικονομικών συνθηκών. Προϋποθέσεις και διαδικασία................1218

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ Απόδειξη

ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΣ

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 335 Αντικείμενο της αποδείξεως......................................................................................1224

XLI

Περιεχόμενα

Άρθρο 336 Γεγονότα κοινώς γνωστά ή γνωστά στο δικαστήριο.

Διδάγματα της κοινής πείρας.....................................................................................1230

Άρθρο    337    Γνώση του αλλοδαπού δικαίου.................................................................................1235

Άρθρο    338    Ποιος φέρει το βάρος της αποδείξεως.......................................................................1240

Άρθρο    339    Ποια είναι τα αποδεικτικά μέσα.................................................................................1245

Άρθρο    340    Ελεύθερη εκτίμηση και κατά συνείδηση κρίση..........................................................1252

Άρθρα    341-345 Καταργήθηκαν...................................................................................................1258

Άρθρο    346    Κοινά αποδεικτικά μέσα...........................................................................................1258

Άρθρο    347    Πιθανολόγηση περιστατικών με όλα τα πρόσφορα μέσα..........................................1261

Άρθρο    348    Διεξαγωγή συντηρητικής αποδείξεως.......................................................................1262

Άρθρο    349    Στοιχεία αιτήσεως και διαδικασία εκδικάσεώς της....................................................1264

Άρθρο    350    Πώς διεξάγεται η συντηρητική απόδειξη...................................................................1266

Άρθρο    351    Πώς λαμβάνεται υπόψη η συντηρητική απόδειξη.....................................................1267

ΤΙΤΛΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ

Ομολογία

Άρθρο 352 Αποδεικτική δύναμη της ομολογίας..........................................................................1268

Άρθρο 353 Αποδεικτική δύναμη σύνθετης ομολογίας................................................................1274

Άρθρο 354 Προϋποθέσεις ανακλήσεως ομολογίας.....................................................................1275

ΤΙΤΛΟΣ ΤΡΙΤΟΣ

Αυτοψία

Άρθρο 355    Πότε διατάσσεται......................................................................................................1277

Άρθρο 356    Συνδυασμός αυτοψίας με πραγματογνωμοσύνη και εξέταση μαρτύρων...................1280

Άρθρο 357    Τόπος και χρόνος ενέργειας της αυτοψίας.................................................................1281

Άρθρο 358    Μέσα αυτοψίας.........................................................................................................1281

Άρθρο 359    Περιεχόμενο της εκθέσεως αυτοψίας.......................................................................1282

Άρθρο 360    Κατάθεση της εκθέσεως αυτοψίας.............................................................................1283

Άρθρο 361    Συνδρομή των διαδίκων...........................................................................................1283

Άρθρο 362    Ανοχή διαδίκου ή τρίτου..........................................................................................1284

Άρθρο 363    Υποχρέωση διευκολύνσεως της αυτοψίας.................................................................1285

Άρθρο 364    Κλήτευση διαδίκου ή τρίτου.....................................................................................1286

XLII

Περιεχόμενα

Άρθρο 365 Εξαναγκασμός για την ενέργεια της αυτοψίας...........................................................1286

3 Άρθρο 66 Ματαίωση αυτοψίας. Κρίση του δικαστηρίου..........................................................1288

Άρθρο 367 Παρακώλυση αυτοψίας. Ποινές.................................................................................1290

ΤΙΤΛΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ

Πραγματογνωμοσύνη

Άρθρο    368    Πότε διορίζονται πραγματογνώμονες.......................................................................1291

Άρθρο    369    Έργο των πραγματογνωμόνων..................................................................................1298

Άρθρο    370    Διορισμός και αντικατάσταση πραγματογνωμόνων..................................................1299

Άρθρο    371    Κατάλογος πραγματογνωμόνων...............................................................................1302

Άρθρο    372    Ορισμός ή διορισμός πραγματογνωμόνων...............................................................1303

Άρθρο    373    Ποιοι δεν μπορούν να διορισθούν...........................................................................1303

Άρθρο    374    Υποχρεωτική η εκτέλεση των καθηκόντων πραγματογνωμοσύνης...........................1305

Άρθρο    375    Κοινοποίηση της αποφάσεως διορισμού..................................................................1306

Άρθρο    376    Εξαίρεση πραγματογνωμόνων. Λόγοι.......................................................................1307

Άρθρο    377    Πώς γίνεται η αίτηση εξαιρέσεως..............................................................................1308

Άρθρο    378    Συζήτηση και απόφαση. Διορισμός άλλου................................................................1309

Άρθρο    379    Παροχή οδηγιών προς τους πραγματογνώμονες......................................................1310

Άρθρο    380    Γνώση στοιχείων της δικογραφίας και διευκρινίσεις.................................................1311

Άρθρο    381    Πώς παρέχονται οι οδηγίες ή οι διευκρινίσεις...........................................................1312

Άρθρο    382    Παράσταση των πραγματογνωμόνων σε διαδικαστικές πράξεις...............................1313

Άρθρο    383    Γνωμοδότηση πραγματογνωμόνων. Στοιχεία που πρέπει να περιέχει.......................1314

Άρθρο    384    Διευκρινίσεις περί της γνωμοδοτήσεως....................................................................1316

Άρθρο    385    Ορκιση πραγματογνωμόνων....................................................................................1316

Άρθρο    386    Αρνηση εκτελέσεως καθηκόντων. Ποινές..................................................................1317

Άρθρο    387    Ελεύθερη εκτίμηση της γνωμοδοτήσεως...................................................................1318

Άρθρο    388    Νέα πραγματογνωμοσύνη........................................................................................1320

Άρθρο    389    Καταργήθηκε ............................................................................................................1321

Άρθρο    390    Αλλες γνωμοδοτήσεις...............................................................................................1322

Άρθρο    391    Τεχνικοί σύμβουλοι των διαδίκων............................................................................1323

Άρθρο    392    Πώς διορίζονται. Ποια δικαιώματα έχουν.................................................................1324

XLIII

Περιεχόμενα

ΤΙΤΛΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ

Μάρτυρες

Άρθρο    393    Πότε δεν επιτρέπεται απόδειξη με μάρτυρες λόγω ποσού.........................................1327

Άρθρο    394    Πότε επιτρέπεται ανεξάρτητα από το ποσό................................................................1330

Άρθρο    395    Σχέση μαρτύρων και τεκμηρίων................................................................................1335

Άρθρο    396    Εξέταση μαρτύρων....................................................................................................1335

Άρθρο    397    Καταργήθηκε............................................................................................................1335

Άρθρο    398    Κλήτευση μαρτύρων. Συνέπειες μη προσέλευσης.....................................................1335

Άρθρο    399    Ποιοι δεν εξετάζονται ως μάρτυρες...........................................................................1336

Άρθρο    400    Ποιοι μπορούν να εξαιρεθούν ως μάρτυρες.............................................................1338

Άρθρο    401    Ποιοι μπορούν να αρνηθούν την εξέτασή τους.........................................................1342

Άρθρο    402    Για ποια περιστατικά δεν υπάρχει υποχρέωση μαρτυρίας.........................................1344

Άρθρο    403    Έρευνα των λόγων μη εξετάσεως και απόφαση.........................................................1345

Άρθρο    404    Αδικαιολόγητη άρνηση μαρτυρίας............................................................................1347

Άρθρο    405    Μάρτυρες που δεν ορκίζονται..................................................................................1347

Άρθρο    406    Εξέταση μαρτύρων στην κατοικία τους.....................................................................1348

Άρθρο    407    Έρευνα στοιχείων και αξιοπιστίας του μάρτυρα........................................................1348

Άρθρο    408    Όρκιση του μάρτυρα. Τύπος όρκου..........................................................................1349

Άρθρο    409    Πώς γίνεται η εξέταση των μαρτύρων.......................................................................1350

Άρθρο    410    Έκθεση ή πρακτικά εξετάσεως των μαρτύρων...........................................................1352

Άρθρο    411    Συμπληρωματική εξέταση μαρτύρων........................................................................1353

Άρθρο    412    Καταργήθηκε ...........................................................................................................1354

Άρθρο    413    Μάρτυρες με ειδικές γνώσεις....................................................................................1354

Άρθρο    414    Καταργήθηκε ............................................................................................................1354

ΤΙΤΛΟΣ ΕΚΤΟΣ

Εξέταση των διαδίκων

Άρθρο 415 Προϋποθέσεις εξετάσεως των διαδίκων...................................................................1355

Άρθρο 416 Πώς γίνεται...............................................................................................................1358

Άρθρο 417 Εξέταση χωρίς όρκο. Δυνητική η ένορκη εξέταση διαδίκου......................................1359

Άρθρο 418 Πότε αποκλείεται η ένορκη εξέταση..........................................................................1360

XLIV

Περιεχόμενα

Άρθρο 419 Συνέπειες μη εμφανίσεως ή μη καταθέσεως διαδίκου...............................................1360

Άρθρο 420 Ελεύθερη εκτίμηση...................................................................................................1361

ΤΙΤΛΟΣ ΕΒΔΟΜΟΣ

[Όρκος]

Άρθρο    421    Ένορκες βεβαιώσεις..................................................................................................1362

Άρθρο    422    Επίδοση κλήσης........................................................................................................1367

Άρθρο    423    Ενστάσεις και αιτήσεις εξαίρεσης..............................................................................1375

Άρθρο    424    Μη λήψη υπόψη ένορκης βεβαίωσης........................................................................1377

Άρθρα    425-431 Καταργήθηκαν...................................................................................................1378

ΤΙΤΛΟΣ ΟΓΔΟΟΣ

Εγγραφα

Άρθρο    432    Πότε τα έγγραφα έχουν αποδεικτική δύναμη............................................................1379

Άρθρο    433    Τεκμήριο επί τεμαχισμού ή διαγραφής......................................................................1383

Άρθρο    434    Μεταβολές στο έγγραφο...........................................................................................1384

Άρθρο    435    Απόδειξη περί υπάρξεως εγγράφου..........................................................................1384

Άρθρο    436    Αναφορά εγγράφου σε άλλο έγγραφο......................................................................1386

Άρθρο    437    Συντηρητική απόδειξη με έγγραφο...........................................................................1387

Άρθρο    438    Βεβαιώσεις του συντάκτη δημοσίων εγγράφων........................................................1388

Άρθρο    439    Αλλοδαπά δημόσια έγγραφα....................................................................................1391

Άρθρο    440    Γεγονότα που όφειλε να βεβαιώσει ο συντάκτης δημοσίων εγγράφων.....................1392

Άρθρο    441    Δηλώσεις συμβαλλομένων σε δημόσια έγγραφα......................................................1394

Άρθρο    442    Άκυρα δημόσια έγγραφα..........................................................................................1396

Άρθρο    443    Στοιχεία ιδιωτικών εγγράφων...................................................................................1396

Άρθρο    444    Επίσημα βιβλία εμπόρων και επαγγελματιών.Έννοια μηχανικής απεικόνισης..........1399

Άρθρο    445    Αποδεικτική δύναμη ιδιωτικών εγγράφων...............................................................1406

Άρθρο    446    Τρόποι κτήσεως βεβαίας χρονολογίας......................................................................1409

Άρθρο    447    Αποδεικτική δύναμη υπέρ του εκδότη......................................................................1410

Άρθρο    448    Αποδεικτική δύναμη επαγγελματικών βιβλίων.........................................................1411

Άρθρο    449    Επίσημα αντίγραφα...................................................................................................1413

XLV

Περιεχόμενα

Άρθρο 450    Επίδειξη εγγράφων...................................................................................................1418

Άρθρο 451    Πώς ζητείται η επίδειξη.............................................................................................1423

Άρθρο 452    Εκτέλεση αποφάσεως επιδείξεως εγγράφων.............................................................1428

Άρθρο 453    Πρωτότυπο, αντίγραφο, απόσπασμα........................................................................1430

Άρθρο 454    Μετάφραση ξενόγλωσσων εγγράφων......................................................................1431

Άρθρο 455    Γνησιότητα δημοσίων εγγράφων..............................................................................1432

Άρθρο 456    Γνησιότητα αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων...........................................................1432

Άρθρο 457    Γνησιότητα ιδιωτικών εγγράφων. Αναγνώριση υπογραφής.....................................1433

Άρθρο 458    Πώς αποδεικνύεται...................................................................................................1437

Άρθρο 459    Παραβολή εγγράφων. Δείγμα γραφής ή υπογραφής................................................1437

Άρθρο 460    Προσβολή εγγράφων ως πλαστών............................................................................1439

Άρθρο 461    Πώς προτείνεται η πλαστογραφία.............................................................................1442

Άρθρο 462    Υπόνοιες πλαστογραφίας..........................................................................................1444

Άρθρο 463    Προσαγωγή αποδεικτικών μέσων πλαστότητας........................................................1446

Άρθρο 464    Προσβολή χωρίς να κατονομάζεται ο πλαστογράφος...............................................1449

Άρθρο 465    Κήρυξη εγγράφου ως πλαστού. Γνωστοποίηση στον Εισαγγελέα..............................1450

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ

Ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές

Άρθρο 466    Αξία μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ.....................................................................1452

Άρθρο 467    Σώρευση απαιτήσεων...............................................................................................1463

Άρθρο 468    Πώς ασκείται η αγωγή. Προθεσμία επίδοσης............................................................1464

Άρθρο 469    Συζήτηση της αγωγής. Περιορισμός ερημοδικίας......................................................1470

Άρθρο 470    Ενιαία η διαδικασία...................................................................................................1473

Άρθρο 471    Δημοσίευση της αποφάσεως.....................................................................................1474

Άρθρο 472    Καταργήθηκε ............................................................................................................1477

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Ειδικές διατάξεις για τη λογοδοσία

Άρθρο 473 Περιεχόμενο του αιτήματος της αγωγής....................................................................1478

Άρθρο 474 Ορισμός προθεσμίας καταθέσεως του λογαριασμού ή του καταλόγου.....................1483

XLVI

Περιεχόμενα

Άρθρο 475    Συζήτηση μετά την κατάθεση....................................................................................1484

Άρθρο 476    Καταδίκη του εναγομένου σε περίπτωση ομολογίας.................................................1486

Άρθρο 477    Μη κατάθεση λογαριασμού ή καταλόγου.................................................................1487

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ

Ειδικές διατάξεις για τη διανομή

Άρθρο 478    Απαράδεκτη η αγωγή................................................................................................1490

Άρθρο 479    Προσδιορισμός μερίδων...........................................................................................1511

Άρθρο 480    Αυτούσια διανομή....................................................................................................1515

Άρθρο 480Α Συγκυριότητα και διανομή.....................................................................................1523

Άρθρο 481    Πότε δεν διατάσσεται απόδειξη.................................................................................1528

Άρθρο 482    Αποφυγή κατάτμησης ακινήτων...............................................................................1533

Άρθρο 483    Επιχείρηση ως οικονομικό σύνολο. Εξαγορά μερίδων..............................................1536

Άρθρο 484    Ανέφικτη ή ασύμφορη διανομή. Πλειστηριασμός.....................................................1546

Άρθρο 485    Μερική αυτούσια διανομή........................................................................................1551

Άρθρο 486    Κλήρωση ..................................................................................................................1552

Άρθρο 487    Πώς γίνεται η κλήρωση.............................................................................................1554

Άρθρο 488    Κλήρωση ενώπιον συμβολαιογράφου. Συμφωνία περί μη κληρώσεως....................1556

Άρθρο 489    Μεταγραφή αποφάσεως και εκθέσεως κληρώσεως ή διανομής................................1557

Άρθρο 490    'Εγγραφα αποδεικτικά των δικαιωμάτων...................................................................1559

Άρθρο 491    Προσεπίκληση τρίτων...............................................................................................1560

Άρθρο 492    Περιορισμός υποθήκης και ενεχύρου μετά τη διανομή.............................................1562

Άρθρο 493    Περιορισμός επικαρπίας...........................................................................................1563

Άρθρο 494    Περιορισμός κατασχέσεων........................................................................................1563

Αλφαβητικό ευρετήριο...............................................................................................................1567

Σελ. 1

ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων

1 Ποιες διαφορές υπάγονται στα πολιτικά δικαστήρια

Στη δικαιοδοσία των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων ανήκουν:

α) οι διαφορές του ιδιωτικού δικαίου, εφόσον ο νόµος δεν τις έχει υπαγάγει σε άλλα δικαστήρια, β) οι υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας που ο νόµος έχει υπαγάγει σ’ αυτά, γ) οι υποθέσεις δηµόσιου δικαίου που ο νόµος έχει υπαγάγει σ’ αυτά.

 

Σηµ.: Οι διαφορές που αφορούν απαιτήσεις αποζηµίωσης οποιασδήποτε µορφής για ζηµίες που έχουν προκληθεί από αυτοκίνητο υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρο 48 § 1 του Ν 3900/2010).

Σχετικές διατάξεις: ΠολΔ Ι, ΣχΠολΔ I 9-12, 118-119, 173, 259 IX 9, 229, 230 ΠρΑνΕπ 1-2, 143, 552, 614.

Βιβλιογραφία-Αρθρογραφία: – Αρβανιτάκης Π., Παρατηρήσεις στην ΕφΑθ 2888/2009, ΕΠολΔ 2010, 197 επ. – Βεγλερής Φ., Ιδιομορφίες και στάδια του ελληνικού διοικητικού δικαίου, σε: Προσφορά στον Γ. Μιχαηλίδη-Νουάρο, τόμ. Α, σελ. 107 επ. – Καΐσης Αθ., Ακύρωση διαιτητικών αποφάσεων (1989). – Καλαβρός Κ., Δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων για αθλητικές διαφορές, ΝοΒ 1984, 532 επ. – Καράκωστας Β., Παρατηρήσεις στην ΤρΔΠρΑθ 8201/1989, ΔΦΝ 1990, 1448 επ. – Κόρσος Δ., Οι διαφορές εκ της εφαρμογής της νομοθεσίας περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, Τιμητικός Τόμος Γ. Μητσόπουλου ΙΙ (1993), σελ. 663 επ. – Κουσούλης Στ., Θεμελιώδη προβλήματα της διαιτησίας, τόμ. Β (1996). – Κουταλιανός Στ. (παρατηρήσεις στην ΑΠ 92/2010), ΕΠολΔ 2010, 826-829. – Κρητικός Αθ., Καθορισμός της προσήκουσας δικαιοδοσίας κατά του ελληνικού Δημοσίου για την αγωγή αποζημίωσης από αυτοκινητικό ατύχημα βάσει του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, Δ 1990, 114 επ. – Μπέης Κ./Καλαβρός Κ., Ακύρωση διαιτητικής απόφασης σε περίπτωση συμβατικού και νομοθετικού αποκλεισμού του σχετικού διαπλαστικού δικαιώματος (γνωμ.) Δ 1987, 148 επ. – Μπεκιαρίδης Γ., Οι μουφτήδες ως θρησκευτικοί ηγέται των μουσουλμάνων της περιφερείας των και ως δημόσιαι αρχαί, Αρμ 1973, 885 επ. – Νίκας Ν., Το κύρος της ρήτρας υπαγωγής των μεταξύ των αμειβομένων καλαθοσφαιριστών και των σωματείων τους συμβατικών διαφορών στις επιτροπές επίλυσης οικονομικών διαφορών αμειβόμενης καλαθοσφαίρισης, Αρμ 1994, 508 επ. – Ο ίδιος, Δικαιοδοσία για την εκδίκαση διαφορών από ατυχήματα που προκαλούν αυτοκίνητα οδηγούμενα από κρατικά όργανα, ΕλλΔνη 1995, 525 επ. – Παπαχρήστου Β., Παρατηρήσεις στην ΑΕΔ 18/1993, Δ 1994, 873 επ. – Ο ίδιος, Παρατηρήσεις στην ΣτΕ 13/1994, Δ 1995, 332 επ. – Ρέμελης Κ., Οι διαφορές από συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου με το δημόσιο, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ, ΕΕργΔ 1995, 387 επ. – Σκουρής Β., Οι διοικητικές συμβάσεις και τα πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής, ΕΝΟΒΕ 1990, 31 επ. – Σοφιαλίδης Α., Η δικαιοδοσία των διοικητικών ή των πολιτικών δικαστηρίων στις διαφορές από την εφαρμογή του ΚΕΔΕ, ΕΝΟΒΕ 1990, 43 επ. – Σταθόπουλος Μ., Φύση και συνταγματι-

Σελ. 2

κότητα των συμβάσεων και επιτροπών ως προς τις σχέσεις ΤΑΚ και καλαθοσφαιριστών, ΕΑΔ 1995, 411 επ. – Σταματόπουλος Στ., Διαφορές του ΚΕΔΕ και δικαιοδοσία των πολιτικών ή διοικητικών δικαστηρίων μετά τον Ν 1406/1983, Δ 1987, 45 επ. – Ο ίδιος, Οι διοικητικές διαφορές και τα πολιτικά δικαστήρια μετά το Ν 1406/1983, Δ 1984, 3 επ. – Συμεωνίδης Ι., Τα όρια της δικαιοδοσίας των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων (1995). – Τσιτσελίκης Κ., Η θέση του μουφτή στην ελληνική έννομη τάξη, σε: Νομικά ζητήματα θρησκευτικής ετερότητας στην Ελλάδα, σελ. 271 επ. – Χασάπης Κ., Τα δημόσια έργα, ΝοΒ 1987, 1170 επ. – Χρονοπούλου Κ., Δικονομικά ζητήματα κατά την επίλυση αθλητικών διαφορών (2008). – Ψωμάς Ι., Ο αναιρετικός λόγος του άρθρου 559 αριθ. 4, Δ 1998, 579 επ.

Περιεχόμενα

Ι. Γενικές παρατηρήσεις 1-4

ΙΙ. Αντικείμενο της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων 5

A. Ύπαρξη ιδιωτικής διαφοράς, την οποία ο νόμος έχει υπαγάγει σε άλλο δικαστήριο ή δικαιοδοτικό όργανο (άρθρ. 1 περ. α΄ ΚΠολΔ) 6-13

B. Ύπαρξη διοικητικής διαφοράς 14-54

III. Υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας 55

IV. Υποθέσεις δημοσίου δικαίου 56

V. Έκταση δέσμευσης των πολιτικών δικαστηρίων από τις αποφάσεις δικαστηρίων άλλων δικαιοδοτικών κλάδων 57-59

VI. Σύγκρουση δικαιοδοσιών - Άρση του αδιεξόδου- Διακοπή της παραγραφής 60-62

 

 

1Ι. Γενικές παρατηρήσεις. Η απονομή της δικαιοσύνης με βάση το ισχύον Σύνταγμα (άρθρ. 94 § 1 Συντ.) γίνεται από δικαστήρια διαφορετικών κλάδων, αναλόγως της φύσεως της υποθέσεως ή της διαφοράς. Η επιλογή του συνταγματικού νομοθέτη υποκρύπτει την αντίληψη ότι η επίλυση υποθέσεων ή διαφορών, εξαιτίας του εύρους, της πολυπλοκότητάς και των ιδιαίτερων κατά περίπτωση χαρακτηριστικών τους, δεν είναι δυνατό να ανατίθεται σε δικαστήρια ενός και μόνο δικαιοδοτικού κλάδου [βλ. αναλυτικά Συμεωνίδη, Τα όρια της δικαιοδοσίας των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων (1995), σελ. 23/24. Κατά τον Βεγλερή, Ιδιομορφίες και στάδια του ελληνικού διοικητικού δικαίου, σε: Προσφορά στον Γ. Μιχαηλίδη-Νουάρο τομ. Α, σελ 107 επ. (169), οι ποικίλες εκφάνσεις τις δικαιοδοσίας των δικαστηρίων της χώρας μας, είναι αποτέλεσμα της ετερογένειας και της ιδιοτυπίας των επικρατούντων νομικών εννοιών και πολιτικών θεσμών. Οι ιδιαιτερότητες αυτές επιβάλλουν τη συγκρότηση εξειδικευμένων κλάδων δικαιοσύνης, οι οποίοι, μέσω εξοικειωμένων δικαστών, είναι σε θέση να λύσουν δεσμευτικά την διαφορά ή την υπόθεση των ενδιαφερομένων χωρίς πολλά δικονομικά και άλλα απρόοπτα]. Προς το σκοπό αυτό, μέρος του δικαιοδοτικού έργου κατανεμήθηκε στα πολιτικά δικαστήρια, στα οποία κατά συνταγματική επιταγή έχει ανατεθεί η εκδίκαση όλων των ιδιωτικών διαφορών καθώς και των υποθέσεων εκούσιας δικαιοδοσίας, όπως σχετικός νόμος ορίζει (άρθρ. 94 § 2 Συντ.). Η εμπλοκή άλλων δικαστηρίων πέραν των πολιτικών στην επίλυση των ιδιωτικών υποθέσεων και διαφορών καταρχήν απαγορεύεται. Αλλά και αντίστροφα: όταν μια υπόθεση ή διαφορά δεν είναι η ιδιωτική ή από αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 1 του ΚΠολΔ, δεν μπορεί να δικαστεί από τα πολιτικά δικαστήρια. Αν παρά ταύτα μια τέτοια διαφορά εισαχθεί ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου, η αγωγή, η αίτηση ή άλλο σχετικό ένδικο βοήθημα με το οποίο εισάγεται για δικαστική διάγνωση, δεν ερευνάται επί της ουσίας αλλά απορρίπτεται ως απαράδεκτο ελλείψει δικαιοδοσίας είτε με αυτεπάγγελτη ενέργεια του δικαστηρίου είτε κατόπιν υποβολής σχετικής ένστασης από τον εναγόμενο, χωρίς να αναγνωρίζεται νομοθετικά η δυνατότητα παραπομπής στην άλλη δικαιοδοσία.

2 Η προκατανομή της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων από το ίδιο το Σύνταγμα με το εντελώς αφηρημένο κριτήριο του προσδιορισμού της υποθέσεως ή της διαφοράς ως ιδιωτικής, διοικητικής ή ποινικής

Σελ. 3

αποκτά, πάντως, για το ελληνικό δίκαιο μια ιδιαίτερη σημασία: αποκόπτει κατά κανόνα από τον κοινό νομοθέτη την ευχέρεια να καθορίσει ότι ορισμένες διαφορές επιλύονται από δικαστήρια ορισμένου δικαιοδοτικού κλάδου [βλ. ενδεικτικά ΑΠ 900/1992 ΕΕργΔ 53, 378/379, Ρέμελη, Οι διαφορές από συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου με το δημόσιο, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ, σε: ΕΕργΔ 54, 387/388, Κεραμέως/Κονδύλη/Νίκα (-Νίκα) ΠολΔ Ι, υπό αρθρ. 1, σελ. 3/4). Ο κανόνας αυτός ήταν απαρέγκλιτος. Κατά την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος (2001), όμως, προβλέφθηκε εξαίρεση και επιτρέπεται πλέον σε ειδικές περιπτώσεις και προκειμένου να επιτυγχάνεται η ενιαία εφαρμογή της αυτής νομοθεσίας να ανατεθεί με νόμο η εκδίκαση κατηγοριών ιδιωτικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια και το αντίστροφο (94 § 3). Η συνταγματική αυτή παραχώρηση στον κοινό νομοθέτη, πάντως, δεν του χορηγεί το δικαίωμα ή την εξουσιοδότηση να διαπλάσσει κατά το δοκούν την έννοια της ιδιωτικής ή διοικητικής διαφοράς [βλ. εκτενέστερα Νίκα, ΠολΔ Ι § 7 2, σελ. 77]. Στον δικαστή μέσω της παρεχόμενης δυνατότητας του διάχυτου ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων εναπόκειται να καθορίσει, αν μια υπόθεση ή διαφορά που έχει αχθεί ενώπιόν του ανήκει στον καθορισμένο συνταγματικά χώρο της δικαιοδοτικής του δράσης. Τούτο όμως προξενεί οξύτατα προβλήματα εκεί όπου δεν είναι ευχερής ένας κάθετος διαχωρισμός των δικαιοδοσιών. Τούτο ισχύει κυρίως για την περίπτωση αμοιβαίας επίδρασης της πολιτικής με τη διοικητική δικαιοδοσία, γιατί εκεί έχουν δημιουργηθεί πολλαπλά προβλήματα ως προς τον χαρακτηρισμό μιας διαφοράς ως ιδιωτικής ή διοικητικής. Την αβεβαιότητα αυτή, πέραν του ολοένα αυξανόμενου παροχικού χαρακτήρα της διοίκησης, ο οποίος έχει δημιουργήσει μια ιδιότυπη σύμμειξη δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου [βλ. Χασάπη, Τα δημόσια έργα, σε: ΝοΒ 35 (1987), 1170 (1174)], ήλθε και επέτεινε ο εξουσιοδοτικός νόμος 1406/1983, με τον οποίο όλες πλέον οι διοικητικές διαφορές ουσίας μεταφέρθηκαν από τα πολιτικά και ειδικά διοικητικά στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Σύμφωνα με το άρθρο 1 § 2 του νόμου αυτού στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων και όχι των πολιτικών υπάγονται μεταξύ άλλων αυτές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά: α) τη δημοτική και κοινοτική φορολογία γενικώς, β) τον καθορισμό των ορίων της εδαφικής περιφέρειας των δήμων και κοινοτήτων, γ) τις στρατιωτικές ναυτικές και αεροπορικές επιτάξεις, δ) τα μεταλλεία και λατομεία, ε) τα σήματα, στ) τις σχέσεις μεταξύ Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ) και ασφαλισμένων και ιδίως αυτές που αναφέρονται στην ασφάλιση προσώπων ή της γεωργικής παραγωγής, ζ) το κύρος των δημοτικών και κοινοτικών εκλογών καθώς και των αρχαιρεσιών για την ανάδειξη των οργάνων διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, η) την ευθύνη του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, θ) τις κάθε είδους αποδοχές (δεδουλεμένες ή μη) του προσωπικού γενικώς του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθμίδας και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οι οποίες ρυθμίζονται από διατάξεις κανονιστικού περιεχομένου, ι) τις διοικητικές συμβάσεις, ια) την είσπραξη των δημόσιων εισόδων.

3Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 1 § 3 του νόμου αυτού στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται, εκδικαζόμενες ως διαφορές ουσίας, οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά: α) την χορήγηση και την ανάκληση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας και την επιβολή κυρώσεων κατά τη λειτουργία καταστημάτων και εργαστηρίων υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και των επιχειρήσεων που εξομοιούνται με αυτά, περιλαμβανομένων και των διαφορών που προκαλούνται από πράξεις, οι οποίες εκδίδονται κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας περί μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποτελούν προϋπόθεση για τη χορήγηση των ανωτέρω αδειών, β) τη χορήγηση, ανάκληση ή αφαίρεση άδειας κυκλοφορίας οχημάτων και την επιβολή συναφών κυρώσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι προβλεπόμενες από τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, γ) την παραχώρηση δικαιώματος και τον καθορισμό των όρων εκμετάλλευσης αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης (λεωφορείων, φορτηγών, επιβατηγών, βυτιοφόρων και λοιπών), τη μεταβολή της έδρας τους, καθώς και κάθε άλλη σχετική μεταβολή, δ) την επιβολή πειθαρχικών ποινών σε μέλη επαγγελματικών ενώσεων με χαρακτήρα νομικού προσώπου δημοσίου

Σελ. 4

δικαίου, όπως είναι, ιδίως, οι ιατρικοί, οδοντιατρικοί και φαρμακευτικοί σύλλογοι, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος και η Ενωση Ελλήνων Χημικών.

4Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 1 § 4 του ανωτέρω νόμου στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται, εκδικαζόμενες ως διαφορές ουσίας, οι διαφορές που προκύπτουν: α) από την επιβολή διοικητικών κυρώσεων: αα) για παράβαση των διατάξεων και ρυθμίσεων της εργατικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας, ββ) για παράβαση των διατάξεων της νομοθεσίας περί τουριστικών επιχειρήσεων οποιασδήποτε μορφής και κατηγορίας και ασκήσεως τουριστικών επαγγελμάτων, ιδίως της νομοθεσίας περί ξενοδοχείων, τουριστικών γραφείων και λεωφορείων, γγ) για παράβαση των διατάξεων του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ΝΔ 187/1973 - ΦΕΚ 261 Α΄) και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενων κανονιστικών πράξεων, δδ) για παράβαση των διατάξεων της νομοθεσίας περί προστασίας των καταναλωτών, β) από πράξεις που εκδίδονται βάσει της νομοθεσίας περί διαχείρισης των υδάτινων πόρων, γ) από την άρνηση χορήγησης αποδεικτικού ή βεβαιώσεως ενημερότητας για χρέη προς το Δημόσιο ή τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης από οποιαδήποτε αιτία, κατά τις οικείες διατάξεις, όπως εκάστοτε ισχύουν, δ) από την έκδοση πράξεων, με τις οποίες διατάσσεται η προσωρινή παύση λειτουργίας καταστήματος, γραφείου, εργοστασίου, εργαστηρίου και γενικά επαγγελματικής εγκατάστασης επιτηδευματία, λόγω φορολογικών παραβάσεων ή λόγω οφειλής προς το Δημόσιο από οποιαδήποτε αιτία, ε) από την άρνηση θεώρησης φορολογικών βιβλίων και στοιχείων, λόγω μη εκπληρώσεως ληξιπρόθεσμων και απαιτητών οφειλών, στ) από πράξεις, οι οποίες εκδίδονται με βάση τις κοινοτικές και εθνικές διατάξεις, οι οποίες διέπουν την κοινή οργάνωση αγορών και αφορούν στην καταβολή των προβλεπόμενων από τις ανωτέρω διατάξεις κοινοτικών ενισχύσεων, επιδοτήσεων και λοιπών χρηματικών παροχών ή στην επιβολή κάθε σχετικού μέτρου ή κυρώσεως, ζ) από τις πράξεις παραχωρήσεως κοινοχρήστων χώρων, σε εκμεταλλευόμενους καταστήματα κάθε είδους προς εξυπηρέτηση της λειτουργίας τους, η) από τη χορήγηση αδειών ασκήσεως υπαιθρίου εμπορίου και λαϊκών αγορών, θ) από την χορήγηση αδειών εγκαταστάσεως και λειτουργίας πρατηρίων καυσίμων, σταθμών αυτοκινήτων και πλυντηρίων - λιπαντηρίων αυτοκινήτων και την επιβολή διοικητικών κυρώσεων για παράβαση της οικείας νομοθεσίας.

5ΙΙ. Αντικείμενο της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων. Το αντικείμενο της δικαιοδοσίας προσδιορίζεται, καταρχάς, από το ίδιο το Σύνταγμα αλλά ειδικότερα από το άρθρο 1 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων ανήκουν όλες οι διαφορές του ιδιωτικού δικαίου, εφόσον ο νόμος δεν τις έχει υπαγάγει σε άλλα δικαστήρια, οι υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας που ο νόμος έχει υπαγάγει σε αυτά, οι υποθέσεις δημοσίου δικαίου που ο νόμος έχει υπαγάγει σε αυτά και, τέλος, οι διοικητικές διαφορές που δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Ειδικότερα:

6A. Ύπαρξη ιδιωτικής διαφοράς, την οποία ο νόμος έχει υπαγάγει σε άλλο δικαστήριο ή δικαιοδοτικό όργανο (άρθρ. 1 περ. α΄ ΚΠολΔ). Κατά διαδεδομένο ορισμό, ως ιδιωτικές διαφορές χαρακτηρίζονται όσες έχουν ως αντικείμενο είτε το περιεχόμενο ή τα υποκείμενα ενός δικαιώματος είτε την ύπαρξη ή την ανυπαρξία εννόμων σχέσεων ιδιωτικού δικαίου, δηλαδή βιοτικών συμβάντων, που ρυθμίζονται από το δίκαιο και δημιουργούν δικαιώματα και υποχρεώσεις [πρβλ. Μητσόπουλου, ΠολΔ τόμ. Α (1972), σελ 107]. Παρά το σαφές και ανελαστικό της συνταγματικής ρυθμίσεως, και τους ως ένα βαθμό εύλογους δισταγμούς μερίδας κυρίως της θεωρίας, ορισμένες διαφορές ιδιωτικού δικαίου, για διάφορους λόγους επιλύονται από άλλα δικαστήρια ή δικαιοδοτικά όργανα. Όταν αυτό γίνεται κατ’ αποκλεισμό των πολιτικών δικαστηρίων, τότε μπορεί να προβληθεί βάσιμα ενώπιόν τους η ένσταση ελλείψεως της δικαιοδοσίας. Ειδικότερα:

71. Αθλητικές διαφορές. Σύμφωνα με το άρθρο 95 N 2725/1999 οι οικονομικές διαφορές που προκύπτουν από τις συμβάσεις μεταξύ αθλητών ή προπονητών και Ανώνυμων Αθλητικών Εταιριών (ΑΑΕ) ή αθλητικών σωματείων που διατηρούν Τμήμα Αμειβόμενων Αθλητών (ΤΑΑ), εάν δεν

Σελ. 5

ορίζεται διαφορετικά με ρητό όρο της σχετικής σύμβασης, επιλύονται διαιτητικά από τις Επιτροπές επίλυσης οικονομικών διαφορών. Υπό το καθεστώς μάλιστα του N 3262/2004 που τροποποίησε τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου [ότι, ο ισχύων νόμος εφαρμόζεται κατά κανόνα μόνο σε σχέσεις που δημι­ουργήθηκαν μετά την ισχύ του, ενώ στις σχέσεις ή στα δικαιώματα που γεννήθηκαν στο παρελθόν, εφαρμόζεται το παλαιό δί­καιο, υπό την ισχύ του Ν 879/1979 («περί ποδοσφαιρικών ανωνύμων εταιρειών») και της με βάση το άρθρο 25 § 2 του νόμου τούτου εκδοθείσας υπ’ αριθ. 312 της 26/30-7-1979 αποφάσεως του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως («περί κανονισμού επαγγελματιών ποδοσφαιριστών -Κ.Ε.Π.»), εκτός εάν η αναδρομικότητα του νέου νόμου συνάγεται με σαφήνεια από ρητή διάταξη του νόμου ή σιωπηρά από το όλο περιεχόμενο του νόμου, βλ. ΑΠ 1063/2013 ΤΝΠ QUALEX, ΑΠ 1477/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 52/2014 Δικογραφία 2014, 296], οι επιτροπές αυτές εκλαμβάνονται ως όργανα διαρκούς διαιτησίας με αποτέλεσμα, αν ο αθλητής ή προπονητής προσφύγει απευθείας στα πολιτικά δικαστήρια, να αποκρούεται με την ένσταση για υπαγωγή της διαφοράς σε διαιτησία [πρβλ. ΑΠ 1477/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2225/2009 ΕλλΔνη 2010, 499].

8Η μάλλον κρατούσα άποψη, πάντως, στη θεωρία δεν συμμερίζεται την παραπάνω θέση, κάνοντας λόγο για καθιέρωση αναγκαστικής υποχρεωτικής διαιτησίας, ήτοι επιβαλλόμενης διαιτησίας χωρίς συμφωνία των ενδιαφερομένων μερών για εκούσια υπαγωγή τους σ’ αυτήν, που είναι συνταγματικά ανεπίτρεπτη, διότι έτσι οι ενδιαφερόμενοι στερούνται άκοντες τον από το νόμο ορισμένο γι’ αυτούς δικαστή (άρθρο 8 του Συντάγματος) [βλ. Νίκα, Το κύρος της ρήτρας υπαγωγής των µεταξύ των αµειβοµένων καλαθοσφαιριστών και των σωµατείων τους συµβατικών διαφορών στις επιτροπές επίλυσης οικονοµικών διαφορών αµειβόµενης καλαθοσφαίρισης, Αρµ 1994, 508 επ., Μπέη/Καλαβρού, Δ 1987, 148 επ. (154-155), Καλαβρού, Δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων για αθλητικές διαφορές, ΝοΒ 1984, 532 επ.].

9Ως αντεπιχείρημα προβάλλεται η ανάγκη για ταχεία περάτωση των σχετικών διαφορών [βλ. διεξοδικά Χρονοπούλου, Δικονοµικά ζητήµατα κατά την επίλυση αθλητικών διαφορών, σελ. 33, 34]. Στην προσπάθεια μάλιστα ανευρέσεως ενός περισσότερο δογματικού λόγου υπέρ του επιτρεπτού αυτής της μορφής επιλύσεως των ιδιωτικών διαφορών, επιστρατεύθηκε έναντι του άρθρου 8, το άρθρο 16 § 9 του Συντ., ότι ο αθλητισμός τελεί υπό την εποπτεία του κράτους. Παράλληλα, έγινε προσπάθεια να ξεπερασθεί το συνταγματικό εμπόδιο πως πρόκειται για υποχρεωτική διαιτησία με το επιχείρημα ότι η, με τις διατάξεις του Ν 2725/1999 όπως ισχύει σήμερα, υπαγωγή των παραπάνω ιδιωτικών διαφορών στη θεσπιζόμενη διαιτησία δεν είναι στην πραγματικότητα υποχρεωτική αλλά εκούσια. Και τούτο διότι τα αθλητικά σωματεία και οι αθλητές με τη θέλησή τους υπήχθησαν στις ρυθμίσεις των παραπάνω διατάξεων, με το να προκρίνουν να ενταχθούν στον επαγγελματικό αθλητισμό, για να λαμβάνουν μέρος στις διοργανώσεις των αγώνων πρωταθλήματος κ.λπ. δοθέντος ότι, για να ιδρυθεί τμήμα αμειβομένων αθλητών απαιτείται απόφαση της γενικής συνελεύσεως των μελών του αθλητικού σωματείου, λαμβανόμενη με την παρουσία του ημίσεως τουλάχιστον των μελών και με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων [βλ. ΕφΑθ 4496/2008 ΕλλΔνη 2009, 555 επ., ΕφΑθ 712/2003 ΕλλΔνη 2004, 497 επ., ΜΠρΛαρ 15/2006 Δικογραφία 2006, 581, Σταθόπουλου, Φύση και συνταγµατικότητα των συµβάσεων και επιτροπών ως προς τις σχέσεις ΤΑΚ και καλαθοσφαιριστών, ΕΑΔ 1995, 411 επ.].

102. Η δικαιοδοτική δραστηριότητα του Μουφτή. Σύμφωνα με το άρθρο 2 § 1 του ΠΔ 52/2019 (ΦΕΚ Α΄ 90/11.06.2019), για την δικαιοδοσία του Μουφτή, ο Μουφτής ασκεί δικαιοδοσία, υπό τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που ορίζονται στην § 4 του άρθρου 5 της από 24.12.1990 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Περί Μουσουλμάνων Θρησκευτικών Λειτουργών» (ΦΕΚ Α΄ 182) που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του Ν 1920/1991 (ΦΕΚ Α΄ 11), όπως προστέθηκε με την § 1 του άρθρου 1 του Ν 4511/2018 (ΦΕΚ Α΄ 2), και στο ΠΔ 52/2019, μεταξύ Ελλήνων πολιτών μελών της μουσουλμανικής μειονότητας, μονίμων κατοίκων της περιφέρειάς του επί γάμων, διαζυγίων, διατροφών, επιτροπειών, κηδεμονιών, χειραφεσίας ανηλίκων, ισλαμικών διαθηκών και της εξ αδιαθέτου

Σελ. 6

διαδοχής, εφόσον οι σχέσεις αυτές διέπονται από τον Ιερό Μουσουλμανικό Νόμο και τα μέρη έχουν ρητά επιλέξει τη συγκεκριμένη δικαιοδοσία. Σύμφωνα με το άρθρο 2 § 2 του ΠΔ 52/2019, η κατ’ εξαίρεση υπαγωγή των υποθέσεων της § 1 στη δικαιοδοσία του Μουφτή γίνεται με την κατάθεση αιτήσεων αμφότερων των μερών για επίλυση της συγκεκριμένης διαφοράς, οι οποίες πρέπει να περιέχουν τα στοιχεία των εισαγωγικών δικογράφων κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και, επί ποινή ακυρότητας, ρητή ανέκκλητη δήλωση κάθε μέρους περί επιλογής της συγκεκριμένης δικαιοδοσίας. Η υπαγωγή της υπόθεσης στη δικαιοδοσία του Μουφτή είναι αμετάκλητη και αποκλείει τη δικαιοδοσία των τακτικών δικαστηρίων για τη συγκεκριμένη διαφορά.

11Όπως ρητά ορίζει το άρθρο 5 § 4α του Ν 1920/1991, όπως ισχύει, οι υποθέσεις της § 2 ρυθμίζονται από τις κοινές διατάξεις και μόνο κατ’ εξαίρεση υπάγονται στη δικαιοδοσία του Μουφτή, εφόσον αμφότερα τα διάδικα μέρη υποβάλουν σχετική αίτησή τους ενώπιόν του για επίλυση της συγκεκριμένης διαφοράς κατά τον Ιερό Μουσουλμανικό Νόμο. Η υπαγωγή της υπόθεσης στη δικαιοδοσία του Μουφτή είναι αμετάκλητη και αποκλείει τη δικαιοδοσία των τακτικών δικαστηρίων για τη συγκεκριμένη διαφορά. Εάν οποιοδήποτε από τα μέρη δεν επιθυμεί την υπαγωγή της υπόθεσής του στη δικαιοδοσία του Μουφτή, δύναται να προσφύγει στα πολιτικά δικαστήρια, κατά τις κοινές ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις, τα οποία σε κάθε περίπτωση έχουν το τεκμήριο της δικαιοδοσίας.

12Επί αιτήσεως ακύρωσης του ΠΔ 52/2019 εκδόθηκε η απόφαση του ΣτΕ Ολ 1822/2020 που την απορρίπτει [βλ. ΘΠΔΔ 2-3/2021, 233 και ΕφΔΔ 1/2021, 153, με παρατ. Τσιτσελίκη Κ.]. Σύμφωνα με τον Τσιτσελίκη Κ. [ΕφΔΔ 1/2021, 164], «με βάση το ισχύον ελληνικό δίκαιο δεν μπορούμε παρά να δεχθούμε ότι ο Μουφτής είναι ένα ιδιότυπο όργανο με σαφείς δικαιοδοτικές αρμοδιότητες: ‘’ασκεί δικαιοδοσία’’ σε διαφορές οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου μεταξύ μουσουλμάνων ελλήνων πολιτών, σύμφωνα με το άρθρο 5.2 της ΠΝΠ την οποία κύρωσε ο Ν 1920/1991 και τροποποίησε ο Ν 4511/2018. […] Από μιαν άλλη οπτική, οι δικαιοδοτικές αρμοδιότητες του Μουφτή συνδέονται με τον τρόπο επιλογής του: εάν είναι δικαστής (ή έστω ιδιότυπος δικαστής) θα πρέπει να διορίζεται μέσα από εγγυήσεις που θεμελιώνονται στην κατάρτιση και τη θέση του κατ΄ αναλογία της διαδικασίας επιλογής των τακτικών δικαστών».

13 3. Η πολιτική αγωγή. Το ποινικό δικαστήριο μπορούσε να ασκήσει αστική δικαιοδοσία, σύμφωνα με τα τότε ισχύοντα άρθρα 63 επ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εφόσον είχε γίνει νομότυπα και εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις, ενόψει εκκρεμούς ποινικής διαδικασίας, δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής. Μεμονωμένα είχε αμφισβητηθεί ως αντισυνταγματική η δυνατότητα άσκησης ιδιωτικής αξιώσεως ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, καθώς «αν η εκδίκαση της πολιτικής αγωγής από τα ποινικά δικαστήρια έχει την έννοια δεσμευτικής με δεδικασμένο διάγνωσης της αστικής αξίωσης του παθόντος, τότε δημιουργείται πρόβλημα δυσαρμονίας της § 2 του άρθρου 66 ΚΠΔ με το άρθρο 94 § 3 του Σ» [βλ. Μπέη/Καλαβρού/Σταματόπουλου, Δικονομία των ιδιωτικών διαφορών Ι, σελ. 241]. Η δικαιολόγηση όμως της ρυθμίσεως και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο φαίνεται να θεμελιωνόταν ικανοποιητικά στο στοιχείο της εκούσιας υπαγωγής και στα άρθρα 20 § 1 και 8 § 1 του Συντάγματος. Με το ισχύον, πάντως, καθεστώς μετά την ισχύ του Ν 4620/2019, ο παλαιός θεσμός του «πολιτικώς ενάγοντος», ως διαδίκου της επ’ ακροατηρίω ποινικής διαδικασίας, αντικαταστάθηκε με τον παριστάμενο για την υποστήριξη της κατηγορίας. Ο θιγόμενος δηλαδή πλέον παρίσταται μόνο για να εκφράσει τα επιχειρήματά του προς υποστήριξη της κατηγορίας, χωρίς να έχει τη δυνατότητα προβολής της αστικής αξιώσεώς του. Εξακολουθεί, πάντως, κατά τον ΚΠΔ να επιτρέπεται η παραίτηση από τη πολιτική αγωγή, αλλά μόνο με ρητή δήλωση και τήρηση των διατυπώσεων των διατάξεων των άρθρων 83 και 84 ΚΠΔ.

14 4. Υπαγωγή διαφοράς στην διαιτησία. Όταν τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν ελεύθερα το αντικείμενο μιας ιδιωτικού δικαίου διαφοράς, μπορούν να αποκλείσουν με συμφωνία τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και να υπαγάγουν τη διαφορά στη διαιτησία. Η παραπάνω συμφωνία κινείται εντός συνταγματικού πλαισίου καθώς σύμφωνα με το άρθρο 8 του Συντ. εκούσια υπάρχει

Σελ. 7

η δυνατότητα αποστερήσεως του φυσικού-νόμιμου δικαστή [βλ. αντί πολλών ΕφΑθ 6029/2003 ΕλλΔνη 2004, 847]. Σε κάθε περίπτωση είναι ανεπίτρεπτη με διάταξη νόμου η υπαγωγή κατηγορίας διαφορών σε υποχρεωτική διαιτησία, εκτός από δύο περιπτώσεις που το ίδιο το Σύνταγμα επιτρέπει [πρβλ. Κουσούλη, Θεμελιώδη προβλήματα της διαιτησίας, τ. Β (1996), σελ. 21, Καΐση, Ακύρωση διαιτητικών αποφάσεων (1989), σελ. 50, ιδίως υποσημ. 30, όπου και παραπέρα παραπομπές]: Την υποχρεωτική διαιτησία επί συλλογικών διαφορών εργασίας (άρθρ. 23 § 2 Συντ. και αρθρ 14 Ν 1876/1990) και τη διαιτησία που σχετίζεται με τις επενδύσεις και την προστασία κεφαλαίων του εξωτερικού (αρθρ 107 Συντ. και αρθρ. 12 Ν 2687/1953).

15 Η υπαγωγή μιας διαφοράς σε επιτρεπόμενη διαιτησία σημαίνει αποκλεισμό της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων. Κατ’ αντίθεση όμως με τις λοιπές περιπτώσεις έλλειψης δικαιοδοσίας, το πολιτικό δικαστήριο δεν μπορεί να αποφανθεί αυτεπαγγέλτως γι’ αυτό ούτε του δίνεται η δυνατότητα να απορρίψει την αγωγή σύμφωνα με το άρθρο 4 ΚΠολΔ: εφόσον ο εναγόμενος προτείνει έγκαιρα (βλ. 263 ΚΠολΔ) τη σχετική ένσταση ότι η επίδικη διαφορά έγκυρα έχει υπαχθεί στη διαιτησία, το δικαστήριο εφόσον κρίνει βάσιμο τον ισχυρισμό, υποχρεούται να παραπέμψει με απόφασή του την υπόθεση στη διαιτησία (βλ. 264 ΚΠολΔ).

16 B. Ύπαρξη διοικητικής διαφοράς. Η διαπίστωση ότι η επίδικη διαφορά είναι διοικητική και όχι ιδιωτική αποτελεί την συνηθέστερη αιτία απορρίψεως μιας αγωγής λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας από τα πολιτικά δικαστήρια. Οι διαδεδομένοι ορισμοί περί του τι συνιστά ιδιωτική διαφορά και τι διοικητική δεν μπόρεσαν να απεμπλέξουν την πλοκή μεταξύ ιδιωτικών και δημοσίου δικαίου σχέσεων. Με δεδομένο ότι ούτε το Σύνταγμα αποσαφηνίζει τις σχετικές έννοιες, η επιστήμη και η νομολογία, μέσα από έντονες αλλά ιδιαίτερα γόνιμες διαφωνίες, έχουν, με κάποιες ελαφρές αποκλίσεις, καταλήξει στο εξής σχήμα: βασικό κριτήριο διακρίσεως της δικαιοδοσίας των πολιτικών από τα διοικητικά δικαστήρια είναι κατά πρώτον το οργανικό κριτήριο και, επικουρικά, επί καταφάσεώς του, το λειτουργικό κριτήριο ή κατά περίπτωση, η υποκείμενη αιτία, άλλως η φύση της καταγόμενης στη δίκη απαιτήσεως. Διοικητική διαφορά και κατ’ επέκταση δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων υπάρχει, όταν συνδυαστούν αυτά τα κριτήρια κατά τέτοιον τρόπο ώστε, αφενός το σχετικό ένδικο βοήθημα να στρέφεται κατά του Δημόσιου, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ και αφετέρου η φύση του δικαιώματος ή της απαιτήσεως που κατάγεται στη δίκη να ανήκει στην ύλη του δημοσίου δικαίου (λ.χ. φόροι) [πρβλ. Νίκα, ΠολΔ Ι § 7 ΙΙ αριθ. 8-11, σελ. 77/78]. Αλλά τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση της φύσης της διαφοράς δεν είναι πάντοτε ενιαία και σαφή, ώστε για την επίλυση ορισμένων, αρκετών σε όγκο, διαφορών να παρίσταται ανάγκη αναγωγής στην περιπτωσιολογία. Πιο αναλυτικά:

17 1. Οι υπαλληλικές σχέσεις ανάμεσα στο δημόσιο και τους εργαζομένους του δεν είναι εξορισμού σχέσεις απόλυτα υπαγόμενες στις αρχές και τους κανόνες του διοικητικού δικαίου. Η διείσδυση των κανόνων του ιδιωτικού δικαίου, ικανοποιώντας το αίτημα εισαγωγής του στοιχείου της ελαστικότητας και της ευελιξίας για ορισμένες από τις σχέσεις αυτές, βρίσκει έρεισμα σε ανώτατο νομοθετικό επίπεδο: το ίδιο το Σύνταγμα επιτρέπει εξαιρετικά, χωρίς να υπάρχει οργανική θέση, την πρόσληψη στα ΝΠΔΔ και στους ΟΤΑ προσωπικού με εξειδικευμένη αποστολή ή για την κάλυψη εκτάκτων αναγκών (103 § 2 Συντ.). Η πρόσληψη του ανωτέρω προσωπικού γίνεται με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, δεδομένου ότι οι ανωτέρω κρατικοί φορείς ενεργούν ως ιδιώτες-εργοδότες [βλ. αντί πολλών Ρέµελη, Οι διαφορές από συµβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου µε το δηµόσιο, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ, ΕΕργΔ 1995, 385 επ.]. Το βασικό οργανωτικό σχήμα του Συντάγματος ακολούθησαν διάφοροι μεταγενέστεροι νόμοι, προβλέποντας, grosso modo, κάλυψη οργανικών ή μη, θέσεων του στενού δημόσιου τομέα με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου [βλ. ενδεικτικά Ν 1882/1990, 1895/1990, 2266/1994].

18 Η έντονη ανάμιξη του ιδιωτικού δικαίου δημιουργεί σημαντικές επιπτώσεις στα θέματα δικαιοδοσίας των δικαστηρίων για την επίλυση των διαφορών που δημιουργούνται εξ αφορμής αυτού του είδους της υπαλληλικής σχέσης [βλ. Σκουρή, Διοικητικό Δικονοµικό Δίκαιο Ι, σελ. 180, ότι τα προβλήµατα

Σελ. 8

δικαιοδοσίας και η παράλληλη προσφυγή των θιγοµένων σε αµφότερους τους δικαιοδοτικούς κλάδους οφείλεται στη συγχώνευση, χωρίς συστηµική συνέπεια, θεσµών δηµοσίου και ιδιωτικού δικαίου]. Ερευνώντας τις κατ’ ιδίαν διαφορές που ανακύπτουν, διαπιστώνεται ότι κάποιες από τις πράξεις του δημοσίου τεχνηέντως φέρονται ενδεδυμένες με τον ιδιωτικό μανδύα, ενώ κατ’ ουσίαν αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού θίγοντας δικαιώματα και συμφέροντα του πολίτη. Έτσι νομολογιακά καταβλήθηκε προσπάθεια αποκάλυψης του χαρακτήρα της διαφοράς ως μέσο καταμερισμού της δικαιοδοσίας με κριτήριο το πόσο εντονότερη είναι η συμβολή του εφαρμοστέου δικαίου, δημόσιου ή ιδιωτικού, στην επίλυση της επίδικης υπαλληλικής διαφοράς. Διαφορετική αντιμετώπιση, με ελάχιστες εξαιρέσεις, επεφύλαξε πάντως η νομολογία των δικαστηρίων για τις ανάλογες διαφορές που προκύπτουν από πράξεις των διοικούντων οργάνων νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) του ευρύτερου δημόσιου τομέα, θεωρώντας επαρκές το οργανικό κριτήριο για να τις χαρακτηρίσει ως ιδιωτικές [βλ. Συµεωνίδη, Τα όρια της δικαιοδοσίας των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων, σελ. 194, 195].

19 2. Ειδικότερα: Για τις διαφορές από σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου εργαζομένων σε ΝΠΔΔ και ΟΤΑ η τάση είναι να χαρακτηρίζονται ως ιδιωτικές και να επιλύονται ως εκ τούτου από τα πολιτικά δικαστήρια. Έτσι διαφορές από την πρόσληψη, την υπηρεσιακή κατάσταση, τις αποδοχές ή άλλες παροχές, χορήγηση επιδομάτων, απόλυση ή καταγγελία του ανωτέρω προσωπικού υπάγονται κατά κανόνα στα πολιτικά δικαστήρια [βλ. ΣτΕ 4390/1977 ΔιΔικ 1999, 1168 επ., ως προς τις αποδοχές εργαζόµενου µε σχέση ιδιωτικού δικαίου. Σε αυτές περιλαµβάνονται και οι διαφορές που προκύπτουν από την εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου 10 § 1 του Ν 2266/1994, διότι έχουν ως βάση την παροχή εξαρτηµένης εργασίας µε σύµβαση ιδιωτικού δικαίου και την κατάταξη του µισθωτού σε οργανική θέση µε σύµβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου της διοικήσεως. Βλ. αναλυτικώς το σκεπτικό της ΑΠ 873/2002 ΕλλΔνη 2003, 1322 επ., Νίκα, ΠολΔ Ι, σελ. 83]. Με το σκεπτικό αυτό θεμελιώθηκε η δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων σε αγωγή με την οποία ο ενάγων, επικαλούμενος τη σύναψη συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας με εργοδότη ΝΠΔΔ δυνάμει των οποίων κάθε έτος παρείχε τις υπηρεσίες του σ’ αυτό ως διοικητικός υπάλληλος με πλήρες ωράριο δημοσίου υπαλλήλου καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες, ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι συνδέεται εξ αρχής με αυτό με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου κατ’ άρθρα 5 και 11 του ΠΔ 164/2004. Και επρόκειτο πράγματι για διαφορά ιδιωτικού δικαίου, δεδομένου ότι η εργασιακή σύμβαση, από την οποία απορρέουν οι αξιώσεις του ενάγοντος, ρυθμίζεται από το ιδιωτικό δίκαιο. Μόνη δε η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 11 §§ 1, 2, 3 του ΠΔ 164/2004 αρμοδιότητα του οικείου φορέα να διαπιστώσει τη συνδρομή των ανωτέρω προϋποθέσεων του νόμου, καθώς και η δυνατότητα του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.) να ασκεί τον αντίστοιχο έλεγχο δεν αρκούν να χαρακτηρίσουν τη σχετική διαδικασία ως ειδική διοικητική διαδικασία, η οποία, αν υπήρχε, θα μπορούσε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να προσδώσει στις διαφορές αυτές τον χαρακτήρα της διοικητικής διαφοράς [βλ. αντί πολλών ΑΠ 475/2018 ΤΝΠ QUALEX, ΑΠ 1325/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

20 Όταν, όμως, έχει ακολουθηθεί ειδική διοικητική διαδικασία για την πρόσληψη του ανωτέρω προσωπικού, δικαιοδοσία έχουν τα διοικητικά δικαστήρια, διότι η βαθύτερη αιτία της πράξεως αναζητείται στο διοικητικό δίκαιο και στην εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού [βλ. ΣτΕ 704/1989 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. Τέτοιο σκοπό κρίθηκε ότι εξυπηρετούσε η µονοµερής επιλογή από τη διοίκηση για την κάλυψη θέσεων ΟΑΕΔ µε σχέση ιδιωτικού δικαίου (ΣτΕ 2268/1978 αδηµ.), η επιλογή προσωπικού για διορισµό και ένταξη εργαζοµένων µε σχέση ιδιωτικού δικαίου (ΣτΕ 3851/1989 ΝΟΜΟΣ). Αντιθέτως, κρίθηκε µε την ΑΠ 854/2009 ΕφΑΔΠολΔ 2009, 1222 επ., ότι για τη σύναψη των συµβάσεων µισθώσεως έργου σύµφωνα µε το άρθρο 681 επ. ΑΚ µεταξύ των ΟΤΑ και των φυσικών προσώπων που θα απασχοληθούν στο αρχικό διάστηµα λειτουργίας των ΚΕΠ και των οποίων η αµοιβή δεν θα επιβαρύνει τους ΟΤΑ, δεν διαγράφεται από το νόµο ειδική διοικητική διαδικασία, ώστε από τη δικαστική αµφισβήτηση των εκδιδοµένων πράξεων των οργάνων των ΟΤΑ, που προηγούνται

Σελ. 9

της συνάψεως των συµβάσεων, να δηµιουργείται ακυρωτική διαφορά, αλλά διαφορά ιδιωτικού δικαίου, για την επίλυση της οποίας έχουν δικαιοδοσία τα πολιτικά δικαστήρια, τα πρόσωπα δε αυτά δεν µπορούν να θεωρηθούν ως προσωπικό των ΟΤΑ, ώστε οι ατοµικές διοικητικές πράξεις που αφορούν την πρόσληψή τους να προσβάλλονται µε αιτήσεις ακυρώσεως ενώπιον του αρµοδίου Διοικητικού Εφετείου, κατ’ άρθρο 1 § 1 περ. γ΄ του Ν 702/1997, όπως ισχύει ύστερα από την αντικατάσταση του από το άρθρο 1 του Ν 2944/2001. Ως διοικητικές αντιμετωπίζονται κατά κανόνα οι σχετικές με τη μεταβολή της υπηρεσιακής κατάστασης του ανωτέρω προσωπικού, διαφορές. Αποφασιστικό κριτήριο για τον χαρακτηρισμό τους είναι το γεγονός ότι η σχετική νομοθεσία για τη διενέργεια των υπηρεσιακών μεταβολών του προσωπικού αυτής της κατηγορίας (Ν 993/1979, όπως κωδικοποιήθηκε με το ΠΔ 410/1988 άρθρα 27-36) δεν διαφέρει ουσιωδώς από την προβλεπόμενη αντίστοιχη νομοθεσία που περιλαμβάνεται στον Υπαλληλικό Κώδικα [πρβλ. γενικά ΣτΕ 3669/1989 ΕλλΔνη 32, 1991 όπως και ΣτΕ 2017/1997 ΝΟΜΟΣ. Βλ. αναλυτικά το σκεπτικό της ΜΠρΑθ 247/1992 Αρµ 1993, 149 επ., ότι η πράξη µετάθεσης υπαλλήλου του δηµοσίου µε σχέση ιδιωτικού δικαίου δηµιουργεί διαφορά διοικητικού δικαίου, καθώς πραγµατοποιήθηκε µε ειδική διοικητική διαδικασία προς πραγµάτωση σκοπού δηµοσίου συµφέροντος. Αντίστοιχες σκέψεις βλ. στην ΜΠρΤρικ 359/2003 Δ 2003, 1322 επ., µε ενηµ. σηµ. Ε. Μπαλογιάννη, για τη δικαιοδοσία του πολιτικού δικαστηρίου να κρίνει το κύρος της πράξης του διοικητή του ΤΕΒΕ να µεταθέσει υπαλλήλους του ΤΕΒΕ που υπηρετούν σε αυτό µε σύµβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου]. Αντίστοιχα ισχύουν για τη λύση της εργασιακής σχέσης του απασχολούμενου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας προσωπικού του Δημοσίου, εφόσον για την έκδοση των σχετικών πράξεων ακολουθήθηκε ειδική διοικητική διαδικασία. Γίνεται, πάντως, δεκτό ότι τα πολιτικά δικαστήρια, και αν ακόμα η λύση της σύμβασης ανατέθηκε σε διοικητικό όργανο, έχουν την εξουσία να επιληφθούν της υποθέσεως, καθώς η διαφορά που προκαλείται από τη διοικητική δράση έχει γίνει κατ’ εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας [βλ. ΑΠ 280/2016 ΤΝΠ QUALEX, με την οποία κρίθηκε ότι η διαφορά που προκαλείται στο πλαίσιο λύσεως σύμβασης εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου και αίτησης επαναπρόσληψης υπαλλήλου Δημοσίου ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, ουσιαστικώς κατατείνει στην ικανοποίηση του δικαιώματος αποκατάστασης της σχέσεως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και, συνεπώς, έχει το χαρακτήρα ιδιωτικής, υπαγόμενη στα πολιτικά δικαστήρια, διαφοράς, η φύση της οποίας δεν μεταβάλλεται από το γεγονός ότι η εξέταση της αιτήσεως απολυθέντος έχει ανατεθεί από το νόμο σε διοικητικό όργανο]. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, ο παρεμπίπτων έλεγχος δεν μπορεί να καταλάβει την ουσιαστική κρίση του διοικητικού οργάνου αλλά μόνο το αν αυτό ενήργησε κατά τους νόμιμους τύπους και μέσα στα όρια της διαγραφόμενης από το νόμο εξουσίας του [βλ. ΑΠ 1257/2000 ΕΕργΔ 2002, 418 επ. Ανάλογη κι η ΑΠ 40/2001 ΕλλΔνη 2001, 941 επ. = ΕΕργΔ 2002, 679 επ., η οποία δέχθηκε ότι ουσιαστική κρίση της κατά το άρθρο 8 του Ν 1648/1986 οικείας επιτροπής για το είδος της σύµβασης εργασίας της αναιρεσείουσας ως µισθωτής και όχι ιατρού, µε την οποία εργαζόταν στο αναιρεσίβλητο νοσοκοµείο, δεν ελέγχεται στο πλαίσιο του άρθρου 2 ΚΠολΔ αλλά ως εκτελεστή διοικητική πράξη µε αίτηση ακύρωσης. Για το γενικότερο ζήτηµα έκτασης του παρεµπίπτοντος ελέγχου των πολιτικών δικαστηρίων κατ’ άρθρο 2 ΚΠολΔ βλ. κατ. V].

21 Η ίδια διάκριση πρέπει να ακολουθείται και να αναζητείται η βαθύτερη αιτία της πράξεως ακόμη και όταν ισχύει η περίπτωση από το άρθρο 1 Ι γ΄ Ν 702/1977 ή του άρθρου 1 ΙΙ θ΄ του Ν 1406/1983, που προβλέπουν ρητά δικαιοδοσία διοικητικών δικαστηρίων για διαφορές σχετικές με την πρόσληψη, την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση και τις αποδοχές του εν λόγω προσωπικού του Δημοσίου κ.λπ. Διότι σύμφωνα με τη συνταγματική πρόβλεψη των γενικών ρητρών του Συντάγματος για τη δικαιοδοσία των διοικητικών και πολιτικών δικαστηρίων (άρθρα 94 §§ 1 και 3, 95 § 1 του Συντ.) η εξουσία για τον χαρακτηρισμό μιας διαφοράς ως ιδιωτικής ή διοικητικής δεν ανήκει στον κοινό νομοθέτη αλλά στα ίδια τα δικαστήρια. Προς την κατεύθυνση αυτή, ήδη με απόφασή του το ΑΕΔ έκρινε ότι η κατά το άρθρο 1 περ. θ΄ του Ν 1406/1983 δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων για τις διαφορές από κάθε είδους αποδοχές του παραπάνω προσωπικού προϋποθέτει ότι το

Σελ. 10

προσωπικό αυτό συνδέεται με το Δημόσιο με σχέση δημοσίου δικαίου [βλ. ΑΕΔ 42/1990 ΔιΔικ 1991, 332 επ.]. Σε διαφορετική περίπτωση, αν η ένδικη διαφορά ανέκυψε λόγω σύμβασης εργασίας ιδιωτικού δικαίου έστω και αορίστου χρόνου, δικαιοδοσία έχουν τα πολιτικά δικαστήρια [βλ. ΑΠ 183/2003 ΕΕργΔ 2004, 817 επ., με αφορµή αγωγή για καταβολή επιδόµατος δυνάµει του άρθρου 14 του Ν 2470/1997 (µισθολόγιο υπαλλήλων του δηµοσίου) του διορισµένου µε σύµβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προϊσταµένου και ασκούντος τα καθήκοντα διοικητικού διευθυντή στο Εθνικό Ίδρυµα Κωφών].

22 3. Με βάση την ίδια νομολογιακή γραμμή του ΑΕΔ, διαφορές από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό του Δημοσίου κ.λπ. υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, αν ο λόγος του πλουτισμού προκύπτει από σχέση ιδιωτικού δικαίου και δη συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου [βλ. ΑΕΔ 11/2017 TNΠ NOMOΣ, που δέχθηκε ότι δικαιοδοσία έχουν τα πολιτικά δικαστήρια, όταν οι ένδικες αξιώσεις επιδιώκονται στο συμβατικό πλαίσιο μεταξύ νπιδ και του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου, που δεν έχει όμως τον χαρακτήρα διοικητικής σύμβασης, καθώς κρίθηκε ότι εν προκειμένω δεν υπάρχουν ρήτρες, οι οποίες αποκλίνουν από το κοινό δίκαιο και θέτουν το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο σε υπερέχουσα θέση έναντι του αντισυμβαλλομένου του]. Ως ιδιωτική διαφορά πρέπει να αντιμετωπιστεί και η αξίωση από αδικαιολόγητο πλουτισμό λόγω άκυρης σύμβασης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, οπότε το ΝΠΔΔ ή ο ΟΤΑ οφείλει να αποδώσει στον υπάλληλο ό,τι θα είχε καταβάλει σε άλλον εγκύρως προσλαμβανόμενο υπάλληλο στην οικεία θέση που θα είχε προσφέρει τις αυτές υπηρεσίες [πρβλ. Ρέµελη, Οι διαφορές από συµβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου µε το Δηµόσιο, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ, ΕΕργΔ 1995, 394 επ. Αν όµως η υποκείµενη σχέση που προκάλεσε τον πλουτισµό είναι σχέση δηµοσίου δικαίου, όπως είναι η ανάθεση ακύρως σε δημόσιο υπάλληλο καθηκόντων που δεν εμπίπτουν σε αυτά της θέσης του λ.χ. η ανάθεση σε ειδικευόμενο στο ΕΣΥ γιατρό καθηκόντων ιατρού στο ΠΙΚΠΑ για απασχόληση στις παιδικές εξοχές, η σχετική αξίωση πρέπει να ασκηθεί µε αγωγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Βλ. σχετικά ΔΕφΠατρ 338/1995 ΕΔΚΑ 1997, 301 επ. ΔΠρΒολ 375/2004 ΔιΔικ 2008, 2011. Αν όμως η ανάθεση των καθηκόντων αυτών σε ιατρό που δεν είναι δημόσιος υπάλληλος γίνεται με άκυρη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, τότε η διαφορά υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, βλ. ΑΠ 633/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Στα πολιτικά δικαστήρια, επίσης, υπάγονται με την ίδια θεμελίωση και οι διαφορές από παρανομία που συντελέσθηκε μέσα στο πλαίσιο ή έχει ως υπόβαθρο τη σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, που συνδέει το νομικό πρόσωπο με τον ζημιωθέντα εργαζόμενο, παρά τη διάταξη του άρθρου 1 § 2 περ. η΄ του Ν 1406/1983, με την οποία ορίζεται ότι στις διοικητικές διαφορές ουσίας που υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων περιλαμβάνονται και αυτές που αφορούν ευθύνη του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ [βλ. ΑΠ Ολ 7/2001 ΤΝΠ QUALEX, ΑΠ 50/2017 ΤΝΠ QUALEX, ΑΠ 580/1994 ΕΕργΔ 1995, 1028 επ. = ΝοΒ 1994, 809 επ., ΔΠρΚαλ 327/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. Τέτοια διαφορά κατά την ΑΠ 1645/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ προκαλεί η πράξη του προϊσταµένου της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, να µεταβάλει µονοµερώς τους όρους των εργασιακών συµβάσεων όσων προσλήφθηκαν ως προσωρινοί αναπληρωτές, µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισµένου χρόνου και πλήρες ωράριο για να διδάξουν από 1.10.1997 µέχρι τη λήξη του διδακτικού έτους ως καθηγητές φυσικής αγωγής. Το γεγονός ότι ο εν λόγω προϊστάµενος δεν είχε τέτοιο δικαίωµα από τη σύµβαση ή το νόµο, άλλως διότι άσκησε το δικαίωµά του καταχρηστικώς, κατά προφανή υπέρβαση των επιβαλλοµένων από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό και οικονοµικό σκοπό του δικαιώµατος ορίων στηρίζει νοµικά το αγωγικό αίτηµα για καταδίκη του εναγοµένου Ελληνικού Δηµοσίου στην καταβολή προς τους ενάγοντες καθηγητές των αναφεροµένων αποδοχών τους]. Κατά την απολύτως κρατούσα άποψη, τα πολιτικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία και για την εκδίκαση διαφορών σχετικών με τις αποδοχές του άνω προσωπικού που δεν ρυθμίζονται από διατάξεις με κανονιστικό περιεχόμενο (όπως λ.χ νόμο) αλλά με συλλογική σύμβαση εργασίας ή απόφαση διαιτητικού δικαστηρίου [βλ. ΕφΑθ 1940/1989 ΑρχΝ 1990, 49 επ.].

Σελ. 11

23 4. Στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων εξάλλου εμπίπτουν όλες οι διαφορές που προέρχονται από πράξεις διορισμού ή απολύσεως οργάνων ΝΠΙΔ του ευρύτερου δημόσιου τομέα καθώς και εκείνες που αφορούν στην πρόσληψη, επαναπρόσληψη ή στην εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού τους [βλ. Νίκα, ΠολΔ Ι, § 73ε αριθ. 20, σελ. 83]. Εξαίρεση και εφαρμογή των κανόνων του διοικητικού δικαίου γίνεται δεκτή σε εμφανείς περιπτώσεις, όπου η ακολουθούμενη συμπεριφορά των οργάνων ΝΠΙΔ του Δημοσίου δεν διαφοροποιείται ουσιωδώς από αυτήν που επιδεικνύουν τα ΝΠΔΔ, όταν προβαίνουν στις ανάλογες πράξεις, όπως και όταν συντρέχουν λόγοι έντονου δημοσίου συμφέροντος. Κρίθηκε λ.χ. ότι όταν η πρόσληψη προσωπικού στα ΝΠΙΔ του Δημοσίου γίνεται με το καθεστώς των μορίων, οι σχετικές πράξεις είναι διοικητικές, διότι οι συντασσόμενοι πινάκες των προσληπτέων κάθε κατηγορίας και υπηρεσίας δεν αποτελούν απλή σώρευση χωριστών και ανεξάρτητων ατομικών πράξεων, αλλά σύνολο αλληλεξαρτώμενων πράξεων, δεδομένου ότι η σειρά της εγγραφής καθορίζεται με κοινά κριτήρια [βλ. ΣτΕ Ολ 4911/1987 ΕΔΚΑ 1988, 106 επ. ΣτΕ 2727/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Διοικητική διαφορά υπαγόμενη στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων προκαλείται και από πράξεις διοικητικών οργάνων που αφορούν σε αναγκαστικές τοποθετήσεις μειονεκτούντων γενικά ατόμων είτε σε ΝΠΔΔ είτε σε ΝΠΙΔ του Δημοσίου. Η κατά τρόπο ενιαίο ρύθμιση του θέματος επιβάλλεται και κατά το περιεχόμενο και κατά τη διαδικασία από λόγους κοινωνικής προστασίας [βλ. ΣτΕ 2893/1995 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1437/1989 ΔιΔικ 1989, 1355 επ.].

24 5. Τέλος, στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ανήκει η εκδίκαση των διαφορών, ανεξαρτήτως μάλιστα της φύσεως και του χαρακτήρα του οργανισμού ασφάλισης ως προς τον τρόπο διοικήσεώς του και διαχειρίσεως της περιουσίας του ή ως προς τις σχέσεις του με το Δημόσιο ή άλλα πρόσωπα, οι διαφορές που προκύπτουν από την υπαγωγή στην επικουρική ασφάλιση ή από την υποχρεωτική ασφαλιστική σχέση μεταξύ αυτού (δηλ. του οργανισμού ασφάλισης) και των ασφαλισμένων του, δεδομένου ότι, ως προς τα ζητήματα αυτά, ο εκάστοτε οργανισμός ενεργεί, κατά το νόμο, ως οργανισμός κοινωνικής ασφάλισης [βλ. σχετικά ΑΕΔ 5/02 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. Έτσι και πρόσφατα η ΜΠρΑθ 6/2020 ως προς την Τράπεζα της Ελλάδος ως καθολικής διαδόχου του άλλοτε υφιστάμενου Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος ως φορέα επικουρικής ασφάλισης των εργαζομένων της. Ακολούθως διά του Ν 3863/2010, όταν ενάγεται κάποιος ως φορέας κοινωνικής ασφάλισης προσλαμβάνοντας δημόσιο χαρακτήρα και ανεξαρτήτως της νομικής της μορφής, οι επίδικες διαφορές υπάγονται στην δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών και όχι πολιτικών δικαστηρίων]. Όταν όμως κανείς από τους διαδίκους δεν ενεργεί με την ιδιότητα του φορέα της κοινωνικής ασφάλισης, τότε ακόμα και η ένδικη διαφορά σχετίζεται με ζήτημα κοινωνικής ασφάλισης, δικαιοδοσία έχουν τα πολιτικά δικαστήρια, όπως στην περίπτωση της αγωγής του «Συλλόγου Εργαζομένων Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος» και μελών αυτού κατά της τότε «Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος ΑΕ» για την καταβολή επικουρικών συντάξεων, όπου κανένα από τα μέρη δεν έχει την ιδιότητα του φορέα κοινωνικής ασφάλισης και δεν ενήργησε με τέτοια ιδιότητα έναντι του ετέρου [βλ. αναλυτικά ΟλΑΠ 9/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

25 2) Διαφορές από διοικητικές συμβάσεις. 1. Μετά τη θέση σε ισχύ του άρθρου 1 § 2 περ. ι΄ του Ν 1406/1983 μεταφέρθηκαν στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, ως διοικητικές διαφορές ουσίας, και όσες αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά στις διοικητικές συμβάσεις. Ειδικότερα από τις 11.6.1985 και εφεξής οι εν λόγω διαφορές δικάζονται από τα διοικητικά εφετεία. Τα προβλήματα δικαιοδοσίας ξεκινούν από το ότι το Δημόσιο έχει την ικανότητα συνάψεως όχι μόνο διοικητικών αλλά και καθαρά ιδιωτικών συμβάσεων. Και καθώς είναι λογικό, αν η διαφορά ανακύψει στο πλαίσιο λειτουργίας σύμβασης ιδιωτικού δικαίου, δικαιοδοσία για να την εκδικάσουν θα έχουν τα πολιτικά δικαστήρια, χωρίς να ενδιαφέρει ότι στην κατάρτιση της σύμβασης μετείχε το Δημόσιο. Κρίσιμη, επομένως, αποβαίνει εδώ η οριοθέτηση των διοικητικών συμβάσεων από τις συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου.

Σελ. 12

26 Δεδομένο είναι ότι η διοικητική σύμβαση, ως εναλλακτική μορφή διοικητικής δράσης, προϋποθέτει ότι η διοίκηση συναλλασσόμενη μεταφέρει και χρησιμοποιεί μεθόδους και θεσμούς του δημοσίου δικαίου, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ιδιαίτερου συμβατικού δεσμού. Το πλέγμα, όμως, των εφαρμοστέων κανόνων δικαίου επί των συμβάσεων αυτών δεν είναι ενιαίο, υπό την έννοια ότι σε πολλές συμβάσεις στις οποίες μετέχει το Δημόσιο διεισδύουν έντονα κανόνες και θεσμοί καθαρά ιδιωτικού δικαίου, ιδίως μάλιστα στις συμβάσεις δημοσίων έργων. Από την άλλη, η συνεχιζόμενη τάση μεταφοράς αρμοδιοτήτων για τη σύναψη συμβάσεων προς εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών από το Δημόσιο σε ΝΠΙΔ που ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, γεννά εύλογα ερωτήματα, κατά πόσο τα τελευταία έχουν σύμφωνα με τον προορισμό τους την ικανότητα να συνομολογούν διοικητικές συμβάσεις, δημιουργώντας έτσι πρόσθετα προβλήματα δικαιοδοσίας. Ειδικότερα:

27 2. Στην προσπάθεια ανευρέσεως ενός σταθερού κριτήριου για τον χαρακτηρισμό μιας σύμβασης ως διοικητικής έχει επικρατήσει το λεγόμενο τυπικό ή οργανικό κριτήριο. Με τον τρόπο που γίνεται αντιληπτή η λειτουργία του, η διοικητική σύμβαση αποτελεί αποκλειστική εκδήλωση συναλλακτικής συμπεριφοράς οργάνων του Δημοσίου, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ. Τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, ανεξάρτητα από την οποιαδήποτε έντονη ή μη οργανική ή δομική τους σύνδεση με το κράτος, δεν είναι ικανά κατά τον προορισμό τους να ασκούν διοικητικές αρμοδιότητες [βλ. ΑΕΔ 4/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ότι σύμβαση με αντικείμενο την κατασκευή δημοσίου έργου, η οποία συνάπτεται κατά τη νομοθεσία για τα δημόσια έργα, δεν έχει από την φύση της διοικητικό χαρακτήρα, όταν σε αυτή δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος το Ελληνικό Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, αφού μόνο τα πρόσωπα αυτά μπορούν να εκδώσουν εκτελεστές διοικητικές πράξεις προσβλητέες με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας σύμφωνα με το άρθρο 95 § 1 περ. α΄ του Συντάγματος, που τελεί σε αρμονία με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 94 § 1 του Συντάγματος, αλλά νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, έστω και εάν το τελευταίο ανήκει στο Δημόσιο ή είναι δημόσια επιχείρηση που λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας ή προβλέπεται από το νόμο η εφαρμογή της νομοθεσίας για τα δημόσια έργα]. Γι’ αυτό τα ένδικα βοηθήματα τα οποία ασκούνται υπέρ ή κατά αυτών για την επίλυση διαφορών που ανέκυψαν λόγω σύμβασης με ιδιώτη υπάγονται ως ιδιωτικές διαφορές στα πολιτικά δικαστήρια [χαρακτηριστική και έκτοτε ακολουθούµενη παγίως θεωρείται η απόφαση του ΑΕΔ 10/1987 ΕλλΔνη 1988, 82 επ. Από τις πλέον πρόσφατες βλ.ΑΕΔ 4/2017 ό.π., ΑΕΔ 18 και 19/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ολ ΑΠ 7/2001 ΝοΒ 2001, 1812 επ., ΣτΕ 2929/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 4778/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. Ως ιδιωτικές λόγω της φύσεώς του ως ΝΠΙΔ κρίθηκαν οι συµβάσεις που συνοµολογεί η Ανώνυµη Εταιρεία Διώρυγα της Κορίνθου (βλ. ΣτΕ 3246/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), οι Δηµοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης (βλ. ΣτΕ 3536/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), η Τοπική Ένωση Δήµων και Κοινοτήτων (βλ. ΣτΕ 68/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), η Δημοσία Επιχείρηση Πολεοδομίας και Στεγάσεως (ΑΕΔ 4/2017 ό.π.). Αντιθέτως, ως ΝΠΔΔ εξακολουθεί να θεωρείται η Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα ΑΕ (ΣτΕ Ολ 891/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως ΝΠΔΔ εκλαµβάνεται η Κτηµατική Υπηρεσία του Δηµοσίου, κυρίως διότι τα αποτελέσµατα των δικαιοπραξιών στις οποίες προβαίνει για την εκτέλεση του έργου της επέρχονται επ’ ονόµατι και για λογαριασµό του Δηµοσίου (βλ. ΔΕφΑθ 2404/1998 ΔιΔικ 1998, 1261 επ.)]. Δεν ασκεί μάλιστα καμία επιρροή, αν το μετέχον στη σύμβαση ΝΠΙΔ λειτουργεί χάριν του δημόσιου συμφέροντος ή όντας δημόσια επιχείρηση ή αν αποκλειστικός μέτοχος σ’ αυτό είναι το Δημόσιο [βλ. ΣτΕ 3246/2004 ό.π.]. Μοναδική εύλογη εξαίρεση γίνεται δεκτή, όταν το παραπάνω ΝΠΙΔ ενεργεί στη σύμβαση για λογαριασμό του Δημοσίου, ΟΤΑ ή άλλου ΝΠΔΔ [βλ. ΕφΑθ 627/2008 ΕλλΔνη 2009, 828 επ., το οποίο χαρακτήρισε διοικητική τη σύµβαση µεταξύ του ΝΠΙΔ και τρίτου για την εκτέλεση δηµοσίου έργου εξυπηρετούντος τους Ολυµπιακούς αγώνες του 2004, µε το σκεπτικό ότι κύριος του έργου στην πραγµατικότητα ήταν ο οικείος ΟΤΑ και όχι το υπογράψαν τη σύµβαση ΝΠΙΔ (δηµοτική επιχείρηση). Ανάλογη και η ΕφΑθ 6603/2006 ΔιΔικ 2008, 54 επ. Βλ. contra ΑΕΔ 6/2012, η οποία έκρινε ότι εσφαλμένα το ΕφΑθ με την τελευταία απόφασή του έκρινε ως διοικητική τη σχετική σύμβαση και ότι ως εκ τούτου στερείται δικαιοδοσίας. Διευρυµένη έννοια στο οργανικό κριτήριο δίδει η ΠΠρΒολ 15/2002 ΑρχΝ 2004, 508 επ. = ΕλλΔνη 2004, 920 επ., θεωρώντας ικανούς να

Σελ. 13

συνάπτουν διοικητικές συµβάσεις και τους οργανισµούς κοινής ωφέλειας που λειτουργούν µε τη µορφή ΑΕ.]. Κατά την ορθότερη άποψη, σε περίπτωση μεταβολής της φύσεως του συμβαλλόμενου νομικού προσώπου δεν μεταβάλλεται αντίστοιχα η δικαιοδοσία των δικαστηρίων. Αν στην κατάρτιση της σύμβασης μετείχε ΝΠΔΔ, τυχόν μεταγενέστερη μεταβολή στην φύση του ή υποκατάστασή του από ΝΠΙΔ (αλλά και αντίστροφα) δεν μεταβάλει τη σύμβαση από διοικητική σε ιδιωτική, αφού το έργο εξακολουθεί να αφορά στην εξυπηρέτηση του αρχικού δημοσίου σκοπού [έτσι ορθά (µειοψ.) ΣτΕ 3127/2008 ΝΟΜΟΣ. Κατά την κρατούσα όμως άποψη βλ. ΑΕΔ 42/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 2405/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 4408/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 72/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, πλειοψηφία της ΣτΕ 3127/2008 τυχόν μεταγενέστερη μεταβολή στην φύση του ή υποκατάσταση του ΝΠ που συμβλήθηκε μεταβάλει τη σύμβαση από διοικητική σε ιδιωτική και αντίστροφα].

28 Επιβοηθητικά προς το οργανικό κριτήριο, όμως, γίνεται χρήση και του λειτουργικού κριτηρίου: Για να χαρακτηριστεί μια σύμβαση ως διοικητική δεν αρκεί η κατάφαση της συνδρομής μόνο του οργανικού κριτηρίου, δηλ. η συμμετοχή του δημόσιου φορέα στην κατάρτιση της σύμβασης, αλλά προσαπαιτείται περαιτέρω έλεγχος ως προς την φύση του παραγόμενου συμβατικού δεσμού. Προς την κατεύθυνση αυτή, η νομολογία των δικαστηρίων έχει προσδιορίσει τα στοιχεία σύνθεσης του λειτουργικού κριτηρίου και απαιτεί για τον χαρακτηρισμό μιας σύμβασης ως διοικητικής: πρώτον, με τη σύναψή της να επιδιώκεται η εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού και δεύτερον, το Ελληνικό Δημόσιο είτε βάσει του κανονιστικού καθεστώτος, το οποίο διέπει τη σύμβαση είτε βάσει ρητρών που προβλέπονται κανονιστικώς, έχουν περιληφθεί στη σύμβαση και αποκλίνουν από το κοινό δίκαιο προς ικανοποίηση του παραπάνω σκοπού, να βρίσκεται τόσο κατά την κατάρτιση όσο και κατά την εκτέλεσή της σε υπερέχουσα έναντι του αντισυμβαλλομένου μέρους θέση [βλ. ΑΕΔ 17/2017 ΤΝΠ QUALEX, 1/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 4/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 21/1997 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 467/2016 ΤΝΠ QUALEX, ΑΠ 1452/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1671/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1649/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ΑΠ 380/2001 ΕλλΔνη 2002, 161, ΣτΕ 2271/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 205/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 68/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1383/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδεκ 137/2020 ΤΝΠ QUALEX, ΕφΑθ 534/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 874/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 259/2004 Δικογρ 2005, 24 επ., ΕφΠειρ 494/1999 ΕλλΔνη 2000, 157 επ., ΠΠρΘεσ 12025/2008 Αρµ 2008, 1384 επ.]. Αν δεν προκύπτει από συμβατικές ρήτρες υπερκείμενης εξουσίας βουλήσεως η φύση του συμβατικού δεσμού ως νομική σχέση εξουσιαστική, τότε ακόμη κι αν η σύμβαση υπηρετεί δημόσιο σκοπό, είναι ιδιωτικού δικαίου και οι σχετικές με αυτή διαφορές επιλύονται από τα πολιτικά δικαστήρια [ως ενδείξεις τέτοιου τύπου, που αναδεικνύουν το διοικητικό χαρακτήρα της σύµβασης µεταξύ δηµόσιου νοσοκοµείου και ιδιώτη για την προµήθεια επιδεσµικού υλικού, µπορούν να εκληφθούν οι συµβατικοί όροι, σύµφωνα µε τους οποίους, για χάριν εξυπηρετήσεως της δηµόσιας υγείας, το νοσοκοµείο µπορεί να κηρύξει έκπτωτο τον προµηθευτή µε απόφαση του ΔΣ και για κάθε άλλη ζηµία που θα υποστεί η εγγύηση καλής εκτελέσεως να µπορεί να εκπίπτει υπέρ του ως ποινική ρήτρα. Βλ. σχετικώς ΕφΠειρ 494/1999 ΕλλΔνη 2000, 157]. Έχει ήδη κριθεί ότι η επίκληση στην απόφαση ανάθεσης ή στη σύμβαση, κατά γενικό τρόπο, των διατάξεων των εκάστοτε εφαρμοζομένων νόμων δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι η σύμβαση διέπεται από διατάξεις των νομοθετημάτων αυτών [βλ. ΑΕΔ 18/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, αλλά και ΔΕφΑθ 488/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Εξάλλου, δεν θεωρούνται όροι που εξασφαλίζουν στο Ελληνικό Δημόσιο ή στο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υπερέχουσα θέση έναντι του αντισυμβαλλομένου μέρους, ακόμη και όταν περιλαμβάνονται στη σύμβαση, είτε η πρόβλεψη περί έκπτωσης του αναδόχου σε περίπτωση άρνησης ή δυστροπίας ή αθέτησης οποιουδήποτε όρου της σύμβασης είτε και η επιβολή ποινικής ρήτρας σε περίπτωση καθυστέρησης, δεδομένου ότι οι όροι αυτοί δύνανται να θεωρηθούν πως προσιδιάζουν σε σύμβαση διεπομένη από το ιδιωτικό δίκαιο, αφού δικαιώματα υπέρ του ενός των συμβαλλομένων σε περίπτωση άρνησης ή δυστροπίας ή αθέτησης οποιουδήποτε όρου της σύμβασης προβλέπονται και σε συμβάσεις που συνάπτονται βάσει των διατάξεων του ιδιωτικού δικαίου και μάλιστα με τον τύπο της υποχρέωσης σε αποζημίωση ή της ποινικής ρήτρας [βλ. ΑΕΔ 18/2009 ό.π., όπως και ΔΕφΑθ 488/2014 ό.π.]. Από την άλλη η απουσία τέτοιων ρητρών κρίθηκε επαρκής για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία των

Σελ. 14

πολιτικών δικαστηρίων λ.χ., σε διαφορές που προέκυψαν κατά την κατάρτιση ή την εκτέλεση σύμβασης, έστω και αν στηρίζονται στις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού [πρβλ. ΠΠρΘεσ 12025/2008 Αρµ 2008, 1384 επ.], μεταξύ Ελληνικού και Κυπριακού Δημοσίου για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών για την απόκτηση δορυφορικού συστήματος τηλεοπτικών μεταδόσεων [βλ. ΑΕΔ 18/2009 ό.π.], μεταξύ εργολήπτη ανέγερσης πολυκατοικιών και Οργανισμού Εργατικής Εστίας [βλ. ΑΕΔ 19/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], μεταξύ ΟΤΑ και τρίτου λόγω απευθείας ανάθεσης ή απευθείας εκτέλεσης εργασίας ή μεταφοράς ή διενέργειας προμήθειας [τέτοια συνιστά κατά την ΠΠρΡοδ 96/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ η ανάθεση σε ξενοδοχειακή επιχείρηση εκµίσθωσης δωµατίων σε πρόσωπα υποδεικνυόµενα από τον αναθέτοντα ΟΤΑ], μεταξύ Δημοσίου κ.λπ. και τρίτου για την ικανοποίηση άμεσων αναγκών του Δημοσίου [πρβλ. ΠΠρΖακ 52/2008 ΕφΑΔΠολΔ 2009, 978 επ.], μεταξύ ΟΤΑ και τρίτου για την εκτέλεση - υλοποίηση του Επιχειρησιακού Σχεδίου Πληροφοριακής Ανάπτυξης του ΟΤΑ [βλ. ΑΕΔ 14/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], μεταξύ Δημοσίου και τρίτου με σκοπό την αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου [λ.χ. όταν ανατίθεται σε τρίτο από ΝΠΔΔ η ανέγερση οικοδοµής επί ακινήτου ιδιοκτησίας του τελευταίου, βλ. σχετικά ΔΕφΑθ 4071/1991 ΔιΔικ 1992, 875 επ.], μεταξύ ΝΠΔΔ και τρίτου για την παροχή μαθημάτων πληροφορικής σε διοικητικούς υπαλλήλους του ΝΠΔΔ [βλ. ΑΠ 1490/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

29 Ορθότερο, ακόμη, είναι να γίνει δεκτό ότι διαφορές από καθαρά διοικητικές συμβάσεις υπάγονται στα πολιτικά δικαστήρια και όταν τυγχάνει ενεργητικό υποκείμενο της δίκης το Δημόσιο. Η αντίθετη εκδοχή που θέλει για λόγους ενότητας της διαδικασίας να εκδικάζονται από τα διοικητικά δικαστήρια οι διαφορές από διοικητικές συμβάσεις ανεξάρτητα από την θέση του Δημοσίου, ως ενάγοντος ή εναγομένου στη σχετική δίκη, οδηγεί σε μια οιονεί ανεπίτρεπτη υποκατάσταση του νομοθέτη, προς τον οποίο, όπως το άρθρο 94 § 3 του ισχύοντος Συντάγματος 1974/1985/2001 σχετικά ορίζει, δόθηκε αποκλειστικά η ευχέρεια να καθορίζει το πότε το αίτημα για ενιαία εφαρμογή της νομοθεσίας επιβάλλει τον καταμερισμό της δικαιοδοσίας σε δικαστήρια ενός μόνο δικαιοδοτικού κλάδου [βλ. συµπυκνωµένα Αρβανιτάκη, παρατηρήσεις στην ΕφΑθ 2888/2009 ΕΠολΔ 2010, 197 επ. (201)].

30 Τέλος, σε περίπτωση που υπάρχει αμφιβολία ως προς το περιεχόμενο της σύμβασης με αποτέλεσμα να υπάρχει αδυναμία διάγνωσης σχετικά με το αν αυτή διέπεται από εξαιρετικό υπέρ του Δημοσίου νομοθετικό ή συμβατικό καθεστώς, τότε αρμόδια είναι τα πολιτικά δικαστήρια [βλ ΑΕΔ 2/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, συναφώς ΑΕΔ 11 και 12/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 68/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΕφΑθ 38/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Κρίθηκε μάλιστα εξαιτίας του προφορικού χαρακτήρα της συμβάσεως, η οποία φέρεται ότι είχε συναφθεί μεταξύ τρίτου και του Ο.Ε.Κ., ότι δεν μπορεί προδήλως να αναζητηθούν στην ίδια την συμφωνία, προκειμένου να διαγνωσθεί ο χαρακτήρας της ως διεπομένης από το διοικητικό ή το ιδιωτικό δίκαιο, ρήτρες αποκλίνουσες από το κοινό δίκαιο ούτε είναι δυνατόν να διαγνωσθεί το κανονιστικό καθεστώς που την διέπει, ώστε να διερευνηθεί, εάν διέπεται από εξαιρετικό υπέρ του Δημοσίου νομοθετικό ή συμβατικό καθεστώς, επομένως και η επίδικη διαφορά η οποία απορρέει από την σύμβαση αυτή είναι ιδιωτική, ανεξαρτήτως αν η εν λόγω σύμβαση απέβλεπε στην εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού [βλ. ΑΕΔ 2/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

31 3) Περιουσιακές διαφορές του Δημοσίου. Παρότι ορισμένες πράξεις διαχειρίσεως της περιουσίας του Δημοσίου εκδίδονται από διοικητικά όργανα, χαρακτηρίζονται ως πράξεις του ιδιωτικού δικαίου είτε γιατί το αντικείμενο που ρυθμίζουν ανήκει στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου είτε γιατί αφορούν μια κατάσταση ιδιωτικού δικαίου είτε, τέλος, γιατί ενσωματώνονται σ’ ένα πλέγμα ιδιωτικών σχέσεων [βλ. αναλυτικότερα Συµεωνίδη, Τα όρια της δικαιοδοσίας των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων, σελ. 161 επ.]. Περαιτέρω αποτέλεσμα είναι οι σχετικές διαφορές να εκδικάζονται ως ιδιωτικές από τα πολιτικά δικαστήρια. Κρίσιμο στοιχείο για την υπαγωγή τους στα πολιτικά δικαστήρια είναι ότι διοικητική πράξη έχει γίνει αποκλειστικά για λόγους διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου ή ότι αναφέρεται σε ιδιωτικό δικαίωμα του Δημοσίου. Σε αντίθετη περίπτωση, όμως, αν η κρίσιμη διοικητική πράξη αφορούσε και αποσκοπούσε στην εξασφάλιση

Σελ. 15

των δικαιωμάτων του Δημοσίου γενόμενη με όρους και κανόνες που προσιδιάζουν στην άσκηση δημόσιας εξουσίας, τυχόν εισαγωγή της σχετικής διαφοράς στα πολιτικά δικαστήρια απορρίπτεται για έλλειψη δικαιοδοσίας [βλ. χαρακτηριστικό σκεπτικό της ΑΕΔ 85/1991 ΔιΔικ 1992, 523 επ. = ΕΔΚΑ 1992, 229 επ., ότι κατά την έννοια του άρθρου 95 του Συντ., επί των πράξεων των διοικητικών αρχών, ακυρωτικές ή διοικητικές διαφορές ουσίας δεν προκαλεί κάθε µία από τις πράξεις αυτές, η οποία φέρει τα εξωτερικά γνωρίσµατα µονοµερούς διοικητικής πράξης, από την οποία παράγονται έννοµα αποτελέσµατα, αλλά µόνο εκείνη η οποία, στο πλαίσιο των διατάξεων που διέπουν τη δηµόσια διοικητική δράση, επιδιώκει δηµόσιο σκοπό. Οι λοιπές µονοµερείς πράξεις της διοικήσεως, όσες, δηλαδή, είναι αµέτοχες του λειτουργικού αυτού στοιχείου και κινούνται σε κύκλο σχέσεων του ιδιωτικού δικαίου, δηµιουργούν διαφορές, οι οποίες ανήκουν στη γενική, σύµφωνα µε το Σύνταγµα (άρθρο 94 § 3), δικαιοδοσία που έχουν τα πολιτικά δικαστήρια στις περιπτώσεις προσβολής ιδιωτικών δικαιωµάτων]. Ειδικότερα:

32 α. Πράξεις εκμίσθωσης και εκποίησης περιουσίας του Δημοσίου. Σύμφωνα με πάγια αρχή που ακολουθεί τόσο ο Άρειος Πάγος όσο και το ΣτΕ, οι προερχόμενες από την εκμίσθωση ή την εκποίηση ιδιωτικής ή δημόσιας περιουσίας του Δημοσίου διαφορές υπάγονται στα πολιτικά δικαστήρια, διότι κατά κανόνα αποβλέπουν σε ταμειακούς σκοπούς και διέπονται από κανόνες του ιδιωτικού δικαίου. Έτσι στην δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων εμπίπτουν: η αγωγή κατά του Δημοσίου για αναγνώριση του δικαιώματος κατοχής στο μίσθιο και αποβολής των εναγόμενων από αυτό [βλ. ΑΠ 1388/2001 ΕλλΔνη 2002, 434], η αγωγή αποζημίωσης κατά ΝΠΔΔ λόγω παράβασης των όρων μίσθωσης κυλικείου που βρίσκεται μέσα στο κτήριο ιδιοκτησίας του εναγόμενου ως εκμισθωτή ΝΠΔΔ [βλ. ΕφΑθ 5501/2008 ΕλλΔνη 2009, 599 επ. Αντίθετα, όμως, οι διαφορές, όπως οι περί την παραχώρηση αδείας εκμεταλλεύσεως περιπτέρου, κυλικείου κ.λπ. σε ανάπηρο, περί την χορήγηση σ’ αυτόν αδείας προς εκμίσθωση του περιπτέρου, κυλικείου κ.λπ. σε τρίτο, περί την ανάκληση των σχετικών με αυτές πράξεων, περί τη μετατόπιση περιπτέρου, κυλικείου κ.λπ., περί την αξίωση αποζημίωσης κατά τα ανωτέρω άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ λόγω παράνομων πράξεων ή παραλείψεων ή υλικών ενεργειών του αρμόδιου νομάρχη ή των οργάνων των ΝΠΔΔ, στα οποία βρίσκονται εγκατεστημένα τα κυλικεία, σε σχέση με τα ανωτέρω ανακύπτοντα ζητήματα, συνιστούν διοικητικές διαφορές, οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων (ΣτΕ 3992/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 713/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 26/1996 ΔιΔικ 1996, 1608)· και αυτό, γιατί το παρεχόμενο από αυτές στους αναπήρους και τα θύματα πολέμου δικαίωμα εκμεταλλεύσεως περιπτέρου, κυλικείου κ.λπ., το οποίο αποτελεί μία από τις μορφές με τις οποίες εκδηλώνεται η κρατική μέριμνα για την προστασία των προσώπων αυτών και ασκείται κατά τη διαγραφόμενη από τις διατάξεις αυτές διοικητική διαδικασία, συνιστά δημοσίου δικαίου δικαίωμα (πρβλ. ΜΠρΘεσ. 151/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)], η αγωγή για την αναγνώριση ακυρότητας της σύμβασης παραχώρησης με πλειοδοτική δημοπρασία δημόσιας έκτασης μεταξύ Δημοσίου και ιδιώτη [βλ. ΑΠ 817/1985 ΕλλΔνη 1986, 96 επ.]. Ομοίως και η αγωγή νομής ιδιώτη κατά του Δημοσίου, θεμελιωμένη σε απόφαση του επιχώριου νομάρχη με την οποία έχει εγκριθεί η απευθείας εκποίηση του επίδικου ακινήτου του Δημοσίου βάσει του άρθρου 4 του ΑΝ 263/1968, όπως αυτό συμπληρώθηκε με την § 1 του άρθρου 2 του ΝΔ 1154/1972 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 § 1 του Ν 719/1977 [διότι η απόφαση αυτή δεν αφορά σε παραχώρηση κρατικού ακινήτου που ενεργείται εξουσιαστικά από τη Διοίκηση για την εξυπηρέτηση ορισµένης κοινωνικής ή οικονοµικής κρατικής πολιτικής µε σκοπό την θεραπεία του δηµόσιου συµφέροντος, αλλά στη βάση κριτήριων διαχείρισης της περιουσίας του Δηµοσίου. Βλ. σχετικά ΕφΔωδ 54/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

33 Αντίθετα, απαράδεκτα εισάγονται προς εκδίκαση στα πολιτικά δικαστήρια διαφορές που αναφύονται από πράξεις εκποίησης ή παραχώρησης γαιών για εγκατάσταση ή επέκταση βιομηχανικών μονάδων, δασών που κατ’ ιδανικό μέρος ανήκουν στο Δημόσιο με σκοπό τη διατήρηση, προστασία και βελτίωση των συνθηκών εκμετάλλευσής τους [βλ. διεξοδικότερα Συµεωνίδη, Τα όρια της δικαιοδοσίας των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων, σελ. 176 επ.].

Σελ. 16

34 β. Πράξεις παραχώρησης ιδιαίτερων δικαιωμάτων. Στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων ανήκουν οι διαφορές από σύμβαση παραχώρησης ιδιαίτερων δικαιωμάτων, όπως ο αιγιαλός, όρμος κ.λπ., επί της δημόσιας περιουσίας, ανεξάρτητα εάν ακολουθήθηκε προς τούτο ειδική διαδικασία [βλ. αντί πολλών ΔΕφΑθ 1440/1990 ΔιΔικ 1990, 1352 επ.]. Απαραδέκτως, επομένως, εισάγεται στα πολιτικά δικαστήρια διαφορά σχετική με την παραχώρηση δικαιώματος σε ιδιώτη προβλήτας ή δικαιώματος ασκήσεως υδατοκαλλιέργειας [βλ. αντί πολλών ΔΕφΑθ 1440/1990 ΔιΔικ 1990, 1352 επ.], δυνάμει πράξης νομάρχη εγκριτικής αποτελέσματος δημοπρασίας για τη μίσθωση θαλασσίου χώρου [βλ. ΣτΕ 2491/1992 ΤοΣ 1993, 1993 επ. (δεν ασχολείται με ζήτημα δικαιοδοσίας η απόφαση)].

35 γ. Πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής. Παρά τους δικαιολογημένους δισταγμούς σημαντικής σε αριθμό μερίδας της θεωρίας και της νομολογίας [βλ. Σκουρή, Οι διοικητικές συµβάσεις και τα πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής, σε: Οριοθέτηση της δικαιοδοσίας των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων, ΕΝΟΒΕ 1990, 31 επ. (33, 34), Σταµατόπουλου, Οι διοικητικές διαφορές και τα πολιτικά δικαστήρια µετά το Ν 1406/1983, Δ 1984, 19 επ. Από τη νοµολογία βλ. ενδεικτικά ΕιρΘηβ 21/1986 ΝοΒ 1986, 1436 επ.], το ΑΕΔ κατέληξε, με παραλλάσουσες αιτιολογίες στις σχετικές αποφάσεις του [βλ. τις διάφορες αιτιολογίες της ΑΕΔ 7/1987 Δ 1988, 39 επ. από τις ΑΕΔ 4/1989 ΔιΔικ 1989, 779 επ. και 7/1989 ΕλλΔνη 1989, 1146 επ.], να υπαγάγει τις διαφορές από την έκδοση των πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής οριστικά στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων [κλασικό τέτοιο πρωτόκολλο αποτελεί το από το άρθρο 61 του ΝΔ 86/1969 «περί Δασικού Κώδικος», το οποίο, όπως τροποποιήθηκε µε τα άρθρα 2 του ΝΔ 996/1971 και 24 § 1 του Ν 248/1976, δεν εθίγη από τον νεώτερο Δασικό Κώδικα (Ν 998/1979), πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής που εκδίδεται από τον αρµόδιο διευθυντή δασών, νοµοδασάρχη ή δασάρχη κατά του επιχειρούντος εκχέρσωση, υλοτοµεία, σπορά ή οποιαδήποτε άλλη διακατοχική πράξη επί δηµοσίων, δηµοτικών, κοινοτικών, µοναστηριακών ή ανηκόντων σε ιδρύµατα εν γένει δασών και η βεβαίωση της ζηµίας που τυχόν επήλθε σε βάρος του Δηµοσίου, του ποσού αποκαταστάσεως αυτής ή του ποσού της οφειλοµένης αποζηµιώσεως χρήσεως, προκειµένου περί δηµοσίων δασών]. Βαρύνοντα ρόλο απετέλεσε για το ΑΕΔ το αντικείμενο της σχετικής δίκης, έτσι όπως το ίδιο το αντιλαμβάνεται [βλ. κριτική επ’ αυτού από Μπέη/Καλαβρό/Σταµατόπουλο, Δικονοµία των Ιδιωτικών διαφορών Ι, σελ. 244, µε την επισήµανση ότι το ακυρωτικό είναι το κύριο αντικείµενο της δίκης που ανοίγεται µε την ανακοπή και ανήκει στην ύλη του δηµοσίου δικαίου, ενώ η κυριότητα αποτελεί ζήτηµα προδικαστικό, οπότε η λύση που έχει επιλεγεί από το ΑΕΔ δηµιουργεί πρόβληµα εναρµόνισης µε την κατά το άρθρο 94 του Συντ. αυστηρή οριοθέτηση της δικαιοδοσίας των διοικητικών και πολιτικών δικαστηρίων], και όχι η φύση των προσβαλλόμενων πράξεων, άποψη που ακολουθεί με συνέπεια, όπως θα παρουσιαστεί παρακάτω, και στα θέματα ορισμένων ανακοπών της διοικητικής εκτέλεσης.

36 Πιο συγκεκριμένα η δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων θεμελιώνεται στο γεγονός ότι τα πρωτόκολλα κατατείνουν στην άμεση προστασία του ιδιωτικού δικαιώματος της κυριότητας του Δημοσίου έναντι όσων επιχειρούν κατάληψη ή άλλη διακατοχική πράξη, ώστε η όλη διαφορά, μολονότι έχει κατ’ επίφαση το σχήμα της αιτήσεως ακυρώσεως κατά πράξης διοικητικής αρχής, να αποκαλύπτεται καθαρά ιδιωτική [βλ. συµπυκνωµένα Σκουρή, Διοικητικό Δικονοµικό Δίκαιο Ι, 170 επ. Από τη νοµολογία βλ. ενδεικτικά ΑΕΔ 85/1991 ΔιΔικ 1992, 523 επ. = ΕΔΚΑ 1992, 229 επ. και από τις πλέον πρόσφατες ΣτΕ 2686/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, αλλά και ΣτΕ 4047/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 265/2013 ΔΠρΡοδ ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑµφισ 30/2008 ΧρΙΔ 2009, 632 επ.]. Με ανάλογες σκέψεις κρίθηκε ως ιδιωτική και η διαφορά, η οποία προκαλείται από τα πρωτόκολλα αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημοσίου κτήματος. Και στην περίπτωση αυτή παραμερίστηκε η φύση των πρωτοκόλλων αυτών ως εκτελεστών διοικητικών πράξεων και δόθηκε προβάδισμα στην αναλογία τους με τις μισθώσεις ιδιωτικών ακινήτων του Δημοσίου [πρβλ. ΑΕΔ 6/1989 Δ 1989, 747 επ., ΑΠ 1345/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 4193/2006 ΕλλΔνη 2008, 839 επ., ΔΠρΘεσ 2606/2004 ΝΟΜΟΣ. Ανάλογα γίνονται δεκτά και για τα πρωτόκολλα βεβαιώσεως βλάβης σε δηµόσια κτήση ή δηµόσιο έργο ή των

Σελ. 17

πρωτοκόλλων αποτερµατισµού και οριοθέτησης δασών (ΑΕΔ 20/1990 ΕλλΔνη 1991, 306 επ. = ΔιΔικ 1990, 1292 επ. = ΕΔΚΑ 1990, 509 επ.). Βλ. σχετικά Νίκα σε Κεραµέα/Κονδύλη/Νίκα, ΕρμΠολΔ Ι, υπό άρθρο 1, σελ. 7, όπου και παραπέρα παραποµπές. Στα πολιτικά δικαστήρια ανήκει επίσης η σχετική περί ακυρότητας αγωγή του πρωτοκόλλου καταλήψεως ανταλλάξιµων µουσουλµανικών κτηµάτων, η κυριότητα των οποίων περιήλθε στο Δηµόσιο κατ’ εφαρµογή διεθνών συµβάσεων που κυρώθηκαν µε νόµο, γιατί το πρωτόκολλο καταλήψεως δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά πράξη διοικήσεως και διαχειρίσεως της ιδιωτικής περιουσίας του Δηµοσίου (βλ. ΑΠ 763/1998, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕφΛαρ 208/2002 Δικογρ 2002, 282 επ.). Δεν αντιβαίνει τέλος στο Σύνταγµα η εκδίκαση από το Ειρηνοδικείο της ανακοπής κατά του Πρωτοκόλλου από τη Δ/νση Γεωργίας κατά παντός αυθαιρέτως καταλαβόντος ή επιχειρούντος κατάληψη κοινοχρήστων και διαθεσίµων εκτάσεων της επικοιστικής νοµοθεσίας. Βλ. ΕιρΔεσκάτης 2/1992 ΑρχΝ 1992, 515 επ.]. Αντίθετη λύση, πάρα τη γραμμή που χάραξε το ΑΕΔ [πρβλ. ΑΕΔ 39/1989 ΕΔΚΑ 1990, 264 επ.], πρέπει να δίνεται όμως, όταν η ανακοπή κατά του πρωτοκόλλου αποζημιώσεως αφορά στην χρήση κοινόχρηστου πράγματος. Εδώ η δικαστική διάγνωση επεκτείνεται σε θέμα καθαρώς δημοσίου δικαίου, αν το πράγμα είναι κοινόχρηστο και με ποιο τίτλο ενδεχομένως μπορεί να το χρησιμοποιεί ο ιδιώτης και όχι η διεκδίκηση από τον ιδιώτη ιδιαίτερων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί της επίμαχης έκτασης. Ως εκ τούτου οι σχέσεις του ιδιωτικού δικαίου υποσκελίζονται διαγνωστικά, υπό την έννοια ότι οι πράξεις διαχείρισης κοινοχρήστων χώρων, όπως είναι ο αιγιαλός και η χερσαία ζώνη λιμένα, δεν είναι πράξεις διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου αλλά διοικητικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, δικαιοδοσία για την εκδίκαση των σχετικών διαφορών έχουν τα διοικητικά δικαστήρια [βλ. ΣτΕ Ολ 2560/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ Ολ 1467/1990 ΕΔΚΑ 1990, 406 επ., ΣτΕ 1152/2015 ΝΟΜΟΣ = ΠερΔικ 2015, 533, και εκτενέστερα Συµεωνίδη, Τα όρια της δικαιοδοσίας των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων, σελ. 188, 189, όπου και περαιτέρω παραποµπές. Η ΣτΕ Ολ 3409/2001 Αρµ 2001, 1558 επ., ευθυγραµµιζόµενη µε τις σχετικές αποφάσεις του ΑΕΔ, έκρινε ότι και για τις διαφορές που δηµιουργούνται από τα πρωτόκολλα αποζηµίωσης για αυθαίρετη χρήση παραλιακού και θαλάσσιου χώρου, δικαιοδοσία έχουν τα πολιτικά δικαστήρια, µε το σκεπτικό ότι η αποζηµίωση έχει τον χαρακτήρα ανταλλάγµατος για την ωφέλεια που αποκοµίζει ο αυθαίρετος χρήστης και οµοιάζει µε µίσθωµα].

37 4) Χρηματικές διαφορές. Μια μεγάλη κατηγορία χρηματικών διαφορών, η οποία κινείται στο μεταίχμιο διοικητικής και ιδιωτικής δράσης του Δημοσίου, αφορά σε περιπτώσεις σχετικές με την αστική ευθύνη του από πράξεις και παραλείψεις των αντιπροσωπευτικών του οργάνων με εξέχουσα εκείνη των αυτοκινητικών ατυχημάτων. Και εδώ η συνδυασμένη χρήση οργανικού και λειτουργικού κριτήριου αποτελεί τη βάση επιλύσεως των ζητημάτων δικαιοδοσίας με ορισμένες όμως εξαιρέσεις. Συναφή είναι και τα προβλήματα που αναφέρονται στην είσπραξη εσόδων του Δημοσίου κατά τη διαδικασία του ΚΕΔΕ. Στο πεδίο αυτό οι σχετικές λύσεις προκύπτουν κυρίως από την αναγωγή στην φύση της υποκείμενης σχέσης και λιγότερο σε άλλα κριτήρια. Ειδικό θεωρητικό ενδιαφέρον με έντονα πρακτικό αντίκτυπο έχει τέλος το ζήτημα εκδόσεως διαταγής πληρωμής για χρηματική οφειλή που προκύπτει από σχέση δημοσίου δικαίου. Ειδικότερα:

38 α. Αστική ευθύνη του δημοσίου- Ευθύνη από αυτοκινητικά ατυχήματα. 1. Με το άρθρο 1 § 2 περ. η’ στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων περιήλθαν ως διοικητικές διαφορές ουσίας και οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας για την ευθύνη του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ προς αποζημίωση σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ [εφόσον οι σχετικές αξιώσεις γεννήθηκαν και κατέστησαν δικαστικώς επιδιώξιµες µετά από τις 11 Ιουνίου 1985]. Κατά την ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων έχει γίνει δεκτό ότι, παρά τη συσταλτική διατύπωση του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, το οποίο αναφέρεται σε πράξεις ή παραλείψεις κατά την ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, η αγωγή αποζημιώσεως κατά του Δημοσίου, των ΟΤΑ ή άλλων ΝΠΔΔ για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων τους παρέχεται όχι μόνο στις περιπτώσεις ευθύνης από την έκδοση ή την παράλειψη εκδόσεως εκτελεστών διοικητικών πράξεων,

Σελ. 18

αλλά και από υλικές ενέργειες που τελέσθηκαν σε συνάρτηση προς την οργάνωση και λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας ή εξ αιτίας αυτής και δεν συνδέονται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας των πιο πάνω προσώπων ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου, που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών του καθηκόντων [πάγια νοµολογία ύστερα από τις ΑΕΔ 5 και 53/1995. Βλ. ενδεικτικά ΑΠ 1243/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 59/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1067/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 302/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. Διοικητική διαφορά υπαγόμενη στα διοικητικά δικαστήρια γεννά η παράλειψη δήμων και εν γένει ΟΤΑ για τη συντήρηση του οδοστρώματος των οδών, προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφαλής κυκλοφορία των πεζών και των οχημάτων που τις χρησιμοποιούν. Σε περίπτωση δε ζημίας που επήλθε συνεπεία παράλειψης των αρμοδίων οργάνων να συμμορφωθούν με την παραπάνω υποχρέωση, υπάρχει ευθύνη αποζημίωσης του ζημιωθέντος που εισάγεται στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια (βλ ΣτΕ 740/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΕφΑθ 65/2016 ΝΟΜΟΣ, ΔΠρΑθ 11168/2017 ΝΟΜΟΣ, 541/2017 ΔΠρΡόδου ΝΟΜΟΣ)]. Απομακρυνόμενα μάλιστα τα δικαστήρια από το προσφιλές σ’ αυτά οργανικό κριτήριο έκριναν ότι διοικητικές διαφορές γεννώνται με τις ίδιες προϋποθέσεις και από πράξεις οργάνων ΝΠΙΔ, στα οποία έχει εκ του νόμου ανατεθεί η άσκηση δημόσιας εξουσίας, καθόσον αυτά, κατά την άσκηση της εν λόγω εξουσίας, λειτουργούν ως ΝΠΔΔ [βλ. ΑΠ 1243/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 657/2014 TNΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 123/2005 ΕλλΔνη 2005, 1671].

39 Με βάση τις παραπάνω παραδοχές τα πολιτικά δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία να εκδικάσουν λ.χ., αγωγή σε βάρος ΟΤΑ από εργαζόμενο για εργατικό ατύχημα που προκλήθηκε από υπαιτιότητα των υπαλλήλων του [βλ. ΕφΠατρ 771/2004 ΑχΝοµ 2005, 306 επ.] ή αγωγή σε βάρος του ασκούντος δημόσια εξουσία ΝΠΙΔ ΟΠΕΚΕΠΕ (Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων) ή του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΥΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ», το οποίο εδρεύει στο Νοσοκομείο Παίδων «Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ» [με τη σκέψη ότι το Ινστιτούτο αυτό, από την άποψη των εν γένει σκοπών, τους οποίους επιδιώκει, του δημόσιου συμφέροντος που υπηρετεί, ήτοι του προληπτικού ελέγχου της υγείας των νεογνών, για την αποτροπή δυσμενών συνεπειών στην μετέπειτα υγεία των, έχουσες γενικότερες επιπτώσεις στο κοινωνικό σύνολο, της οργανωτικής δομής και των αρμοδιοτήτων του, της χρηματοδότησής του κυρίως από το Δημόσιο, καθώς επίσης της εποπτείας, την οποία υφίσταται από το ως άνω Υπουργείο, του τακτικού ελέγχου επί της διαχειρίσεως και του ισολογισμού του ενεργούμενος από κρατικούς υπαλλήλους και δη του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της υποχρέωσης του Ινστιτούτου να ενημερώνει για τα επιστημονικά αποτελέσματα των δραστηριοτήτων του, τα Υπουργεία Συντονισμού και Κοινωνικών Υπηρεσιών ως και τους ενδιαφερόμενους κρατικούς φορείς, που σαφώς υπερβαίνουν τη συνήθη εποπτεία και έλεγχο επί των ΝΠΙΔ και ασκούν αποφασιστική επιρροή στη διοίκηση και λειτουργία του, αλλά και του ότι η επιμέλεια της αποτελεσματικής λειτουργίας τους ανήκει στο Υπουργείο Υγείας, είναι φορέας δημόσιας διοίκησης υπό λειτουργική έννοια (βλ. σχετ. ΑΠ 657/2014 ό.π.)], λόγω αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των αντιπροσωπευτικών του οργάνων. Αντιθέτως, έχουν δικαιοδοσία να εκδικάσουν αγωγή αποζημίωσης κατά του οργάνου του Δημοσίου που προκάλεσε τη ζημία ατομικά, όπως την αγωγή κατά του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, ο οποίος φέρεται να παρέλειψε να συμμορφωθεί σε ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ και να προβεί σε θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής κατάστασης [βλ. ΑΠ 542/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων υπάρχει, εξάλλου, κι όταν η υλική πράξη δεν συνδέεται αιτιωδώς με έννομη σχέση του δημοσίου δικαίου μεταξύ κράτους και πολίτη ούτε καλύπτεται καθ΄ εαυτή από εξαιρετική νομοθετική ρύθμιση, δημιουργική σχέσεως υπεροχής έναντι των πολιτών, με αποτέλεσμα τότε η πηγάζουσα από αυτή ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση να θεμελιώνεται αναγκαίως στις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου και κατά συνέπεια η διαφορά που ανακύπτει να είναι ιδιωτική [βλ. ΑΠ 1243/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ Πατρ 167/2008 ΑχΝομ 2009 σελ 585. Συναφώς και ΑΠ 1175/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ που έκρινε ότι παραδεκτά εισάγεται στα πολιτικά δικαστήρια, επειδή η επίδικη άδικη πράξη τελέσθηκε στο πλαίσιο της λειτουργίας του αστικού

Σελ. 19

δικαιώματος της κυριότητας και συνδέεται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας του δήμου, η εναντίον του αγωγή αποζημίωσης λόγω κατάληψης τμήματος ακινήτου του ενάγοντος, στο οποίο κατασκεύασε υδατοδεξαμενή προς εξυπηρέτηση των δημοτών του και παράνομης αποβολής από την άσκηση της νομής του σ’ αυτό].

40 Ιδιωτικές διαφορές υπαγόμενες στα πολιτικά δικαστήρια, δημιουργούνται εξάλλου από παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου που ανάγονται σε έννομες σχέσεις του ιδιωτικού δικαίου ή αφορούν την ιδιωτική του περιουσία σύμφωνα με το άρθρο 104 ΕισΝΑΚ. Παραδεκτά λ.χ. ασκείται αγωγή αποζημίωσης στα πολιτικά δικαστήρια, θεμελιωμένη στη δόλια συμπεριφορά των οργάνων του εκμισθωτή ακινήτου Δήμου να αποκρύψουν τα νομικά ελαττώματα του μισθίου, ενόψει του ότι η αντισυμβατική συμπεριφορά και αδικοπραξία των οργάνων του εναγόμενου Δήμου φέρεται ότι τελέστηκε στο πλαίσιο της μισθωτικής σχέσης και είναι συνδεδεμένη με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας του ΝΠΔΔ [βλ. ΑΠ 932/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. Οµοίως, επειδή οι πράξεις και παραλείψεις του Δηµοσίου και του Ταµείου Εθνικής Οδοποιίας, οι οποίες αφορούν στην εκµετάλλευση των χώρων που διαχειρίζονται και επί των οποίων ο ιδιώτης επιχειρεί να θεµελιώσει αξίωσή του προς αποζηµίωση, ανάγονται στη διαχείριση της ιδιωτικής περιουσίας του Δηµοσίου, η εξαιτίας της αµφισβητήσεως της νοµιµότητας αυτών αναφυόµενη διαφορά ανήκει στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Βλ. σχετικά ΑΕΔ 7/2004 ΕΔΚΑ 2005, 24 επ.].

41 2. Στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ ζήτημα δημιουργήθηκε ως προς τον καθορισμό της προσήκουσας δικαιοδοσίας κατά του Ελληνικού Δημοσίου για την περίπτωση εγέρσεως αγωγής αποζημιώσεως από αυτοκινητικό ατύχημα, στο οποίο ενεπλάκη κρατικό αυτοκίνητο. Ύστερα από αρκετές νομολογιακές παλινδρομήσεις, η εκδίκαση των σχετικών διαφορών κατέληξε στα διοικητικά δικαστήρια με το σκεπτικό ότι η αγωγή προς αποζημίωση τελείται σε συνάρτηση με τη λειτουργία δημόσιας υπηρεσίας του οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου και δεν συνδέεται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας του Δημοσίου [με αφετηρία την ΑΕΔ 5/1995 ΕΔΚΑ 1995, 199 επ. έκτοτε σταθερά ακολουθούµενη νοµολογία. Βλ. ενδεικτικώς ΑΠ 302/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Η πρόταση για ενιαία εκδίκαση όλων των αυτοκινητικών διαφορών από τα πολιτικά δικαστήρια δεν βρήκε απήχηση, αν και λύνει επιτυχέστερα μια σειρά από πρακτικά ζητήματα, όπως το θέμα της έγερσης αντίθετων αγωγών, αγωγής και ανταγωγής, με διαδίκους Δημόσιο και ιδιώτη [πρβλ. Κρητικού, Καθορισµός της προσήκουσας δικαιοδοσίας κατά του ελληνικού Δηµοσίου για την αγωγή αποζηµίωσης από αυτοκινητικό ατύχηµα βάσει του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, Δ 1990, 114 επ.], ενώ παράλληλα δείχνει να ευνοεί, και ορθά, τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων που από την φύση τους είναι πιο εξοικειωμένα με το αντικείμενο και τις σχετικές νομικές έννοιες. Κατηγορήθηκε όμως, και ως ένα βαθμό δικαιολογημένα, ότι απομακρύνεται από τις γνωστές συνταγματικές ρήτρες και τα ακολουθούμενα πρότυπα διαχωρισμού μεταξύ ιδιωτικών και διοικητικών διαφορών [βλ. Σκουρή, Διοικητικό Δικονοµικό Δίκαιο Ι, σελ. 169]. Για το λόγο αυτό ορισμένοι συγγραφείς προσπαθούν να επιτύχουν την εκδίκαση των διαφορών αυτών από τα πολιτικά δικαστήρια δίνοντας βάρος στον περιορισμό του εύρους της δημόσιας εξουσίας [πρβλ. Μπέη/Καλαβρού/Σταµατόπουλου, Δικονοµία των ιδιωτικών διαφορών Ι, σελ. 245, 246, Νίκα, Δικαιοδοσία για την εκδίκαση διαφορών από ατυχήµατα που προκαλούν αυτοκίνητα οδηγούµενα από κρατικά όργανα, ΕλλΔνη 1995, 525 επ.]· και προβαίνουν στην εξής διάκριση: όταν η ζημιογόνος συμπεριφορά συνίσταται σε απλή αμελή οδήγηση, ο οδηγός του κρατικού αυτοκινήτου δεν ενεργεί ως όργανο ή φορέας δημόσιας εξουσίας, αλλά εκτελεί απλή υλική πράξη, που δεν μπορεί να ταυτισθεί με την άσκηση δημόσιας εξουσίας. Μόνο αν έλαβε σχετικές εντολές προς τούτο ή υπήρχαν τέτοιες συνθήκες κατά την οδήγηση, ώστε το όργανο αυτό δεν μπορούσε να μετάσχει στην οδική κυκλοφορία ισότιμα ως ιδιώτης, η ζημιογόνος συμπεριφορά του συνιστά άσκηση δημόσιας εξουσίας, που γεννά κατά την έννοια των άρθρων 105, 106 ΕισΝΑΚ διοικητική διαφορά. Ήδη, όμως, με το άρθρο 48 § 1 Ν 3900/2010 και προς άρση κάθε ερμηνευτικού δισταγμού προς τα αντίθετως υποστηριζόμενα με την προσθήκη

Σελ. 20

της περ. η΄ της § 2 του άρθρου 1 Ν 1406/1983 (ΦΕΚ Α΄ 182) οι διαφορές που αφορούν απαιτήσεις αποζημίωσης οποιασδήποτε μορφής για ζημίες που έχουν προκληθεί από αυτοκίνητο υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Επομένως από 18.3.2011 [η ισχύς του προηγούμενου εδαφίου άρχιζε τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση του νομου αυτού (Ν 3900/2010) στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως], οι σχετικές αξιώσεις εκδικάζονται αποκλειστικά από τα πολιτικά δικαστήρια [πρβλ. ΑΠ 329/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 665/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 2/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

42 β. Πράξεις που εκδίδονται κατά τη διαδικασία του ΚΕΔΕ. 1. Με το άρθρο 1 του Ν 1406/1983, όπως έχει ήδη γίνει λόγος ανωτέρω, υπήχθησαν στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων όλες οι διαφορές ουσίας, μεταξύ αυτών, σύμφωνα με την § 2 εδ. ια΄ του ιδίου άρθρου, και οι αναφυόμενες κατά την εφαρμογή της σχετικής με την είσπραξη των δημοσίων εσόδων νομοθεσίας (ΝΔ 356/1974 ΚΕΔΕ). Θα ανέμενε κανείς, μετά τη ρητή αυτή νομοθετική επιλογή, οι διαφορές στο πεδίο της διοικητικής εκτέλεσης να υπάγονται συλλήβδην στα διοικητικά δικαστήρια με δεδομένο μάλιστα ότι το αντικείμενο της δίκης που ανοίγεται με την άσκηση ανακοπής του ΚΕΔΕ αφορά στη διάγνωση του κύρους της διοικητικής εκτελέσεως. Το κύρος, όμως, της εκτελέσεως εξαρτάται από την ύπαρξη της ουσιαστικής αξιώσεως, για την ικανοποίηση της οποίας αυτή διενεργείται. Η εκτελούμενη αξίωση ενδέχεται να αμφισβητείται για πρώτη φορά στο πλαίσιο της δίκης περί την εκτέλεση. Η δικαστική της διάγνωση πρέπει να ανατεθεί στα δικαστήρια που θα είχαν δικαιοδοσία να την κρίνουν, αν δεν είχε παρεμβληθεί η εκτελεστική διαδικασία, αφού η δικαστική λειτουργία δεν δρα αυτόνομα, αλλά τελεί σε αναφορά με τη διαγνωστική διαδικασία ως απαραίτητο συμπλήρωμά της.

43 Το πρόβλημα στη διοικητική εκτέλεση οξύνεται ακόμη περισσότερο λόγω της δυνατότητας του Δημοσίου να εισπράττει απαιτήσεις ιδιωτικού δικαίου λ.χ. από μισθώματα ή από δάνειο. Με δεδομένες τις σταθερά ακολουθούμενες νομολογιακές γραμμές στο γενικότερο ζήτημα, δεν είναι παράξενο ότι τα δικαστήρια, επηρεαζόμενα από ουσιαστικού δικαίου εκτιμήσεις, αναγόμενες πάντα στις γνωστές συνταγματικές ρήτρες, προτίμησαν να καταμερίσουν τη δικαιοδοσία τους και στο πλαίσιο της διοικητικής εκτελέσεως με βάση την υποκείμενη αιτία, δηλαδή αναλόγως της φύσεως της προς είσπραξη απαιτήσεως. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν το στοιχείο της φύσης της προς είσπραξη απαίτησης δεν αντανακλά στο αντικείμενο της ανακοπής ή αν ελλοχεύει ο κίνδυνος εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων από τον κατακερματισμό της εκτελεστικής διαδικασίας στα διοικητικά και στα πολιτικά δικαστήρια, η νομολογία κινήθηκε προς άλλες κατευθύνσεις, τελολογικού χαρακτήρα ή ενότητας της διαδικασίας, θεωρώντας στην τελευταία περίπτωση ότι πρέπει να έχουν δικαιοδοσία για όλες τις ανακοπές που ασκούνται στο πλαίσιο της ίδιας εκτελεστικής διαδικασίας, δικαστήρια ενός μόνο κλάδου. Πιο συγκεκριμένα:

44 2. Δικαιοδοσία να εκδικάσουν ανακοπές κατά τον ΚΕΔΕ έχουν τα πολιτικά δικαστήρια, μόνο εφόσον η υποκείμενη σχέση, στην οποία στηρίζεται ο τίτλος του άρθρου 2 § 2 του ΚΕΔΕ ανάγεται σε σχέση ιδιωτικού δικαίου [βλ. AEΔ 1/1991 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 741/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1182/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΑθ 264/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑθ 11754/2020 σε sakkoulas.gr, ΜΠρΡοδ 56/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Συνήθως αυτό συμβαίνει, όταν η απαίτηση του Δημοσίου προέρχεται από τη συναλλακτική του δράση ως fiscus ή όταν έχει εξουσιοδοτηθεί από το νόμο για την είσπραξη απαίτησης ιδιωτικής φύσεως άλλου νομικού ή φυσικού προσώπου. Έτσι, παραδεκτά εισάγεται ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου ανακοπή, αν η απαίτηση για την οποία επισπεύδεται η διοικητική εκτέλεση στηρίζεται σε αξίωση από μη καταβολή μισθωμάτων από σύμβαση μίσθωσης δημοτικού καταστήματος [πρβλ. ΑΠ 1320/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 869/1993 ΝοΒ 1994, 830 επ.], από δάνεια, την εξόφληση των οποίων είχε εγγυηθεί το Ελληνικό Δημόσιο [βλ. ΕφΑθ 6823/2008 ΕφΑΔΠολΔ 2009, 609 επ., ΜΠρΚαρδ 1660/2005 ΝΟΜΟΣ], λόγω ζημίας που προξένησε ιδιώτης σε δασική έκταση [βλ. ΕφΠατρ 636/2003 ΑχΝοµ 2004, 261 επ.], από σύμβαση δημόσιου νοσοκομείου και ιδιώτη παροχής υπηρεσιών ασθενείας [βλ. ΔΠρΡοδ 45/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. 

Back to Top