Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
- Έκδοση: 2022
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 312
- ISBN: 978-960-654-729-4
- ISBN: 978-960-654-729-4
Προλεγόμενα του Καθηγητή Νέστορα Κουράκη VII
Πρόλογος συγγραφέα XV
Συντομογραφίες XXI
I. Εισαγωγή 1
IΙ. Μεθοδολογία και Ερευνητικός Σχεδιασμός 5
Α. Προσδιορισμός αντικειμενικού σκοπού: Υπάρχει ανάγκη ρύθμισης
της πορνείας στην Κύπρο; 5
Β. Αναμενόμενο αποτέλεσμα 6
Γ. Ερευνητικά ερωτήματα 7
1. Ερωτήματα που απαντώνται από την έρευνα σε αρχείο 7
2. Ερωτήματα που απαντώνται μέσα από τις συνεντεύξεις 8
Δ. Μεθοδολογία έρευνας - Θεμελιωμένη Θεωρία (Grounded Theory) 9
ΙII. Θεωρητικό υπόβαθρο - Έρευνα σε Αρχείο 11
Α. Αντικείμενο της έρευνας και ορολογία 11
1. Πορνεία 12
2. Εμπορία προσώπων, Εκμετάλλευση 13
3. Πόρνη, Εκδιδόμενη/Εκδιδόμενος 18
4. Πελάτης, Χρήστης υπηρεσιών 20
5. Σωματέμπορος, Μαστροπός 22
6. Αγορά υπηρεσιών, Αμοιβή, Αντάλλαγμα 27
7. Εξαναγκασμός, Βία 29
8. Ελεύθερη συναίνεση, Προσωπική αυτονομία, Αξιοπρέπεια 31
9. Ρύθμιση 38
Β. Πορνεία και Εμπορία προσώπων στην αρχαία και τη σύγχρονη Κύπρο 39
Γ. Κοινωνιολογική προσέγγιση 46
1. Η κοινωνική προσέγγιση γύρω από την πορνεία 47
2. Φεμινιστικές προσεγγίσεις και μοντέλα ρύθμισης της πορνείας 48
Δ. Νομική ανάλυση: Πορνεία και Εμπορία προσώπων 66
1. Το νομικό πλαίσιο της εμπορίας προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση
και της πορνείας στην Κύπρο 69
2.Οι πολιτικές της Κύπρου για την εμπορία προσώπων και την πορνεία 117
3. Δημόσιες συζητήσεις και η θεωρία της «Νέας» Διακυβέρνησης 119
ΙV. Εμπειρική Έρευνα και Παρουσίαση Αποτελεσμάτων 131
Α. Σχεδιασμός και διεξαγωγή εμπειρικής έρευνας με ερωτηματολόγιο 131
1. Έρευνα με ερωτηματολόγιο 133
2. Περιορισμοί εμπειρικής έρευνας με ερωτηματολόγιο 135
3. Ερευνητικό πεδίο 135
4. Καθορισμός πληθυσμού και επιλογή δείγματος συμμετεχόντων 135
5. Σύνταξη ερωτηματολογίων 136
6. Λήψη άδειας Επιτροπής Βιοηθικής 138
7. Δοκιμή ερωτηματολογίων - Πιλοτική έρευνα 139
8. Μορφή οριστικού ερωτηματολογίου 139
9. Διεξαγωγή έρευνας 140
10. Οργάνωση, Ταξινόμηση και Διαχείριση Δεδομένων 141
11. Ανίχνευση αποτελεσμάτων και Ανάλυση Δεδομένων 141
12. Ηθικές και δεοντολογικές παράμετροι 141
Β. Παρουσίαση αποτελεσμάτων - 1ο Στάδιο 144
1. Ερωτηματολόγιο κοινού 144
2. Ερωτηματολόγιο Κυβερνητικής Υπηρεσίας 177
3. Ερωτηματολόγιο Μη Κυβερνητικού Οργανισμού 196
V. Συζήτηση 226
Α. Σύγκριση απαντήσεων Κυβερνητικών Υπηρεσιών και Μη-Κυβερνητικών Οργανισμών - 2ο Στάδιο 226
Β. Συζήτηση ερευνητικών ευρημάτων σε σχέση με το θεωρητικό
υπόβαθρο - 3ο Στάδιο 234
1. Ερωτήματα που απαντώνται από την έρευνα σε αρχείο 234
2. Ερωτήματα που απαντώνται μέσα από τις συνεντεύξεις 239
VI. Συμπεράσματα 244
Α. Ανακεφαλαίωση και Εισηγήσεις για βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου
για την καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων μέσω της ρύθμισης
της πορνείας 244
1. Θεωρητική προβληματική 244
2. Νομοθετικά μοντέλα ρύθμισης της πορνείας 246
3. Πορίσματα εμπειρικής έρευνας 248
4. Εισηγήσεις 251
Β. Μελλοντική έρευνα 263
Γ. Περιορισμοί έρευνας 264
1. Περιορισμοί στην έρευνα με ερωτηματολόγιο προς το κοινό 264
2. Περιορισμοί στην έρευνα με ερωτηματολόγιο προς κυβερνητικές υπηρεσίες
και μη-κυβερνητικούς οργανισμούς 269
VII. Νομολογία 271
VIII. Νομοθεσία 273
IX. Βιβλιογραφία 277
Αλφαβητικό Ευρετήριο 295
Σελ. 1
I Εισαγωγή
Η πορνεία από τις απαρχές της εμφάνισής της, αποτελεί μια κοινωνική δραστηριότητα. Μια έρευνα, η οποία εστιάζει στο θέμα της πορνείας και την επίδρασή της στο απεχθές έγκλημα της εμπορίας προσώπων, δεν θα μπορούσε να μην πραγματεύεται την πορνεία στην ευρύτερη της μορφή, αναλύοντας το φαινόμενο ως κοινωνικό, πολιτιστικό και εννοιολογικά απαιτητικό, μέσα από το πρίσμα της παγκοσμιοποίησης και της ποινικής δικαιοσύνης. Τόσο στην αρχαιότητα όσο και στις μέρες μας, η πορνεία υπάρχει διαχρονικά και ανθεί παγκόσμια, παρά την απαξίωσή της από την εκάστοτε «καλή» κοινωνία. Είναι όμως επίσης παραδεκτό, ότι ένας από τους λόγους ανάπτυξης της πορνείας ως κοινωνικό φαινόμενο, είναι η ύπαρξη έμφυλης ανισότητας και άνισων οικονομικών συνθηκών.
Τόσο παγκόσμια όσο και στην Κύπρο, επικρατούν δύο κύριες ιδεολογικές σχολές σε σχέση με την πορνεία: η σχολή που υποστηρίζει ότι καμία γυναίκα ή άντρας δεν θα αποδεχόταν να εκδίδεται, εάν είχε επιλογή και η σχολή η οποία υποστηρίζει ότι η πορνεία είναι ένα ακόμα επάγγελμα και ότι είναι δικαίωμα μιας γυναίκας ή ενός άντρα να επιλέξει το εν λόγω επάγγελμα. Τίθεται λοιπόν στη ζυγαριά της λογικής και της δικαιοσύνης, από τη μια η άποψη ότι η πορνεία αποτελεί μέτρο «σεξουαλικής κυριαρχίας και την ουσία της γυναικείας καταπίεσης» και ότι ο «κακός» πελάτης θα πρέπει να ποινικοποιηθεί. Από την άλλη αντιτίθεται η άποψη ότι η ενάσκηση της πορνείας ως επάγγελμα αποτελεί έκφραση της προσωπικής αυτονομίας (agency) και θα έπρεπε να νομιμοποιηθεί και να ρυθμίζεται. Η σχολή που πρεσβεύει την απαγόρευση της πορνείας, θεωρεί ότι πέραν των άλλων κακών που συνοδεύει και προκαλεί η πορνεία, αυξάνει τα κρούσματα της εμπορίας προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση και, ως εκ τούτου, με την απαγόρευση της πορνείας και την ποινικοποίηση του πελάτη, αναμένεται να καταπολεμηθεί παράλληλα και η εμπορία προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση.
Η δική μου εμπλοκή με την καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων και την έρευνα γύρω από την πορνεία, ξεκίνησε το 2010, κατά την εκπόνηση του μεταπτυχιακού μου. Τότε, η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Rantsev εναντίον Κύπρου και Ρωσίας μου κίνησε το έντονο ενδιαφέρον. Προερχόμενη από την Κύπρο, ένιωσα
Σελ. 2
ντροπή και απόρησα διότι ουδέποτε είχα ακούσει μέχρι εκείνη τη στιγμή, για τη σοβαρότητα του προβλήματος της εμπορίας προσώπων που μαστίζει τόσο την Κύπρο, όσο και άλλες περιοχές του πλανήτη μας. Λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωση του μεταπτυχιακού μου, ξεκίνησα να ερευνώ το θέμα της εμπορίας προσώπων και, συν τω χρόνω, να προσφέρω εθελοντικές υπηρεσίες στο ΜΚΟ Caritas Cyprus, ο οποίος στηρίζει πρόσωπα που υπέστησαν εκμετάλλευση. Μέσα από την έρευνα και την εθελοντική μου προσφορά, τη συμμετοχή σε συνέδρια και την εκπαίδευση νέων στο Ευρωκοινοβούλιο για το θέμα της εμπορίας προσώπων το 2014, παρατήρησα την έλλειψη ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού για το θέμα της εμπορίας προσώπων, ως μέσο πρόληψης αλλά και προστασίας των θυμάτων. Ακόμα και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια έρευνας και διενέργειας εμπειρικής έρευνας αντιλήψεων, παρατηρώ, όπως θα διαφανεί και στη συνέχεια, ότι ο κόσμος, οι ψηφοφόροι και παράλληλα οι αποδέκτες της νομοθεσίας και των πολιτικών (policies), δεν έχουν πλήρη εικόνα για την πορνεία και την εμπορία προσώπων στην Κύπρο.
Το πρόβλημα εφαρμογής της νομοθεσίας στην Κύπρο είναι εμφανές. Η καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων έχει ρυθμιστεί στην Κύπρο από το 2014 με τη ψήφιση του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Εμπορίας και Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου του 2014, N.60(I)/2014, ο οποίος ενσωμάτωσε στο άρθρο 17 την τιμωρία του χρήστη υπηρεσιών θύματος εμπορίας προσώπων, μέχρι 10 έτη ή 50.000 ευρώ, εάν και εφόσον εύλογα δύναται να υποθέσει ότι η εργασία ή οι υπηρεσίες προέρχονται από θύμα εμπορίας προσώπων. Εντούτοις, μέχρι σήμερα, δεν έχει εξασφαλιστεί καμία καταδίκη χρήστη υπηρεσιών με βάση το εν λόγω άρθρο, παρά το ότι έχουν συλληφθεί και κατηγορηθεί. Ας σημειωθεί επίσης, ότι κατά τη συζήτηση της τροποποίησης της νομοθεσίας, η οποία αφορά τον «πελάτη» ή αλλιώς τον χρήστη υπηρεσιών θύματος εμπορίας προσώπων, παρατηρείται έλλειψη ενημέρωσης του κοινού και απουσία αποτελεσματικού συντονισμού μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και των ΜΚΟ, με αποτέλεσμα, ενώ αφιερώνονται αρκετές ώρες εργασίας και πόροι από τους εμπλεκόμενους, η προσπάθεια να μην μεταφράζεται πάντοτε σε μείωση των θυμάτων εμπορίας προσώπων, σε καταδίκες.
Η απουσία ρύθμισης της πορνείας, φαίνεται να επηρεάζει και να επιδρά αρνητικά στο φαινόμενο της εμπορίας προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση. Μέσα από τη μελέτη της βιβλιογραφίας, της νομοθεσίας και της νομολογίας, παρατηρείται ότι στην Κύπρο απουσιάζει η εμπειρική έρευνα για το θεσμικό πλαίσιο της πορνείας, εφόσον έχει πραγματοποιηθεί
Σελ. 3
μόνο μια έρευνα από το Γραφείο της Επιτρόπου Διοίκησης και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων και μια έρευνα στο πλαίσιο συνεργασίας υπό το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα AGIS. Η παρούσα έρευνα, εξετάζει μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα ερευνητικά ερωτήματα:
1. Έχουν ρυθμιστεί η πορνεία και η εμπορία προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση στην Κύπρο;
2. Πώς έχει ρυθμιστεί η πορνεία σε άλλες χώρες και πόσο αποτελεσματική είναι η εξισορρόπηση της προστασίας του πελάτη, του θύματος και της πόρνης;
3. Υπάρχει πορνεία στην Κύπρο και είναι εμφανής, με βάση τις προσωπικές εμπειρίες των ερωτηθέντων/ερωτηθεισών ή εμπειρίες συγγενών και φίλων; Ποιοι επιδίδονται στην πορνεία στην Κύπρο;
4. Πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ο πελάτης στην Κύπρο; Τι ευθύνη έχει το άτομο που αγοράζει σεξουαλικές υπηρεσίες εάν το πρόσωπο είναι θύμα εμπορίας προσώπων;
5. Πώς αντιδρά η κοινωνία της Κύπρου στην ποινικοποίηση ή νομιμοποίηση της πορνείας;
6. Είναι εφικτή η εφαρμογή ενός μοντέλου ρύθμισης της πορνείας στην Κύπρο, όπου θα προστατεύονται τα δικαιώματα του θύματος σεξουαλικής εκμετάλλευσης, του εθελοντικά εκδιδόμενου προσώπου, του πελάτη και της κοινωνίας;
Στόχος της έρευνας είναι μέσα από τη μελέτη τόσο της βιβλιογραφίας όσο και μέσα από την εμπειρική έρευνα, να απαντηθούν οι πιο πάνω ερωτήσεις και να αναδειχθούν εισηγήσεις για τη βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου και των πολιτικών που ακολουθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, για τη ρύθμιση της πορνείας, η οποία μπορεί να επιδράσει θετικά στην καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση. Επιδιώκεται επίσης, να αναδειχθούν ανάγκες για εμβάθυνση της έρευνας, σε σχέση με το θεσμικό πλαίσιο της πορνείας και της εμπορίας προσώπων στην Κύπρο.
Στο κεφάλαιο 2, γίνεται ο προσδιορισμός του αντικειμενικού σκοπού, των περιορισμών της έρευνας, του αναμενόμενου αποτελέσματος, καταγράφονται τα ερευνητικά ερωτήματα, οι ηθικές και δεοντολογικές παράμετροι και προσδιορίζεται επίσης, η μεθοδολογία της έρευνας, η οποία περιλαμβάνει τον ερευνητικό σχεδιασμό και τον τρόπο διεξαγωγής της έρευνας, δηλαδή (1) με έρευνα σε αρχείο, μέσα από τη μελέτη της νομοθεσίας, της νομολογίας, ακαδημαϊκών απόψεων, καλών πρακτικών άλλων χωρών και στατιστικών και (2) με εμπειρική έρευνα με χρήση ερωτηματολογίων. Επιλέγηκε η μεθοδολογία της Θεμελιωμένης
Σελ. 4
Θεωρίας (Grounded Theory), διότι οι θεωρητικές υποθέσεις έπονται της εμπειρικής έρευνας η οποία θεμελιώνει τη θεωρία.
Αφού τεθούν τα πιο πάνω, στο κεφάλαιο 3, παρουσιάζεται το θεωρητικό υπόβαθρο του προβλήματος, το οποίο αναδείχθηκε από την έρευνα αρχείου και αφορά στη βασική ορολογία, την ιστορική εξέλιξη της πορνείας στην Κύπρο, την κοινωνιολογική προσέγγιση και τη νομική ανάλυση της πορνείας και της εμπορίας προσώπων.
Στο κεφάλαιο 4 καταγράφεται ο τρόπος που διεξήχθηκε η εμπειρική έρευνα. Σύμφωνα με τον Ερευνητικό Σχεδιασμό, η πιλοτική δοκιμασία των ερωτηματολογίων διεξάγηκε μεταξύ Απριλίου και Μαΐου 2018. Στις 6.12.2018, λήφθηκε η γνωμοδότηση υπέρ της διεξαγωγής της έρευνας από την Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής Κύπρου. Η εμπειρική έρευνα πραγματοποιήθηκε μέσα από την συμπλήρωση τριών διαφορετικών ερωτηματολογίων, του Ερωτηματολογίου του Κοινού, του Ερωτηματολογίου της Κυβερνητικής Υπηρεσίας και του Ερωτηματολογίου του μη-κυβερνητικού οργανισμού.
Στο κεφάλαιο 5, γίνεται η ανάλυση των Ερωτηματολογίων του Κοινού με βάση τις μεταβλητές της ηλικίας, του φύλου, του επιπέδου εκπαίδευσης και ο συσχετισμός ερωτήσεων. Παράλληλα γίνεται η ανάλυση και συζήτηση των αποτελεσμάτων των ερωτηματολογίων των κυβερνητικών υπηρεσιών και ΜΚΟ και απαντώνται τα ερευνητικά ερωτήματα, με βάση τις αντιλήψεις των ερωτηθέντων, οι οποίες επιβεβαιώνουν την αρχική ερευνητική ανησυχία, εφόσον η πλειοψηφία των συμμετεχόντων πιστεύει λανθασμένα ότι η πορνεία είναι παράνομη στην Κύπρο και φαίνεται επίσης, ότι ενώ η εμπορία προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση έχει ρυθμιστεί, η ρύθμιση της πορνείας είναι αποσπασματική και εγκυμονεί κινδύνους για τους εκδιδόμενους.
Τέλος, στο κεφάλαιο 6, συμπεραίνεται ότι υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω νομική και κοινωνική έρευνα με βάση τις εισηγήσεις των Angelo Constantinou και Weitzer. Η παρούσα έρευνα μπορεί να αποτελέσει την αρχή μιας εις βάθος έρευνας για τη ρύθμιση της πορνείας, για την καταγραφή και ανάλυση των επιπτώσεων, των αναγκών και των απόψεων όλων των εμπλεκομένων και για την υποστήριξη τροποποιήσεων της νομοθεσίας για την ποινικοποίηση ή νομιμοποίηση της πορνείας στην Κύπρο.
Σελ. 5
IΙ Μεθοδολογία και Ερευνητικός Σχεδιασμός
Α. Προσδιορισμός αντικειμενικού σκοπού: Υπάρχει ανάγκη ρύθμισης της πορνείας στην Κύπρο;
Μελετώντας την ιστορία της πορνείας και της κοινωνικής αντίδρασης μέσω του διακανονιστικού συστήματος και του διαχωρισμού των θυμάτων εμπορίας προσώπων από τη μια και των εκούσια εκδιδόμενων από την άλλη, παρατηρείται μια στάση αποποινικοποίησης και απεγκληματοποίησης της συμπεριφοράς της εθελούσια εκδιδόμενης, ενώ παράλληλα επιδιώκεται η εγκληματοποίηση και/ή ποινικοποίηση της συμπεριφοράς του πελάτη. Η πιο πάνω τάση, η οποία προωθείται από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μελετάται σε σχέση με το πρόβλημα καθορισμού μετρήσιμων και κοινά αποδεκτών κριτηρίων για την απεγκληματοποίηση μιας συμπεριφοράς, τα οποία σχετίζονται με την ουσία και τη φύση του εγκληματικού αδίκου και, κυρίως, τη σχέση που διέπει το δίκαιο και την ηθική. Εξάλλου, η σχέση μεταξύ δικαίου και ηθικής, μπορεί να είναι απαραίτητη, υπό όρους ή πραγματική.
Το ερευνητικό ερώτημα που προκύπτει, είναι τι μπορεί να γίνει για να επιλυθεί το πρόβλημα, εφόσον αποδειχτεί ότι το υφιστάμενο καθεστώς ρύθμισης της πορνείας στην Κύπρο, δεν εξυπηρετεί επαρκώς τον σκοπό της εφαρμογής των υποχρεώσεων και της προστασίας των δικαιωμάτων των θυμάτων εμπορίας προσώπων, των εθελοντικά εκδιδομένων και των πελατών, μέσα από τις αντιλήψεις της κυπριακής κοινωνίας. Η τάση αποποινικοποίησης της πορνείας, είναι μια μέθοδος επίλυσης του προβλήματος της εμπορίας προσώπων, που διερευνάται, βασιζόμενη στην υιοθέτηση της ιδεολογίας η οποία υποστηρίζει, ότι κανένας άνθρωπος, είτε γυναίκα, είτε άνδρας, δεν θα επέλεγε ως βιοποριστικό μέσο την πορνεία, εάν είχε άλλη επιλογή.
Σελ. 6
Η ρύθμιση της πορνείας, έχει συζητηθεί στην Κύπρο, τόσο σε πολιτικό επίπεδο, όσο και στο πλαίσιο έρευνας της Επιτρόπου Διοίκησης. Εντούτοις, οι θέσεις και οι απόψεις που εκφράζονται δεν αποτελούν απόρροια πολυπαραγοντικής εμπειρικής μελέτης, εφόσον βασίζονται από τη μια σε πολιτικές, ιδεολογικές, κοινωνικές και ηθικές πεποιθήσεις κομματικών οργανώσεων και από την άλλη στη μελέτη ορισμένων ακαδημαϊκών μελετών. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε τον Νόμο 60(Ι)/2014, για σκοπούς εναρμόνισης της Εθνικής Νομοθεσίας με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2011/36/ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Στρατηγική. Όπως έχει διαφανεί, δεν υπάρχει στο παρόν στάδιο δημοσιευμένη έρευνα με την οποία θα καταγράφονται τα πρακτικά αποτελέσματα της πιο πάνω νομοθετικής αλλαγής, όπως δεν υπάρχουν επίσης δημόσια διαθέσιμα δεδομένα αναφορικά με σχετική προτεινόμενη ρύθμιση της πορνείας στην Κύπρο. Όπως συχνά παρατηρείται, η έλλειψη στρατηγικής και στοχευμένης πολιτικής, ενδέχεται να οδηγήσει είτε στην αποτυχία του στόχου, δηλαδή της καταπολέμησης της εμπορίας προσώπων, είτε σε αδράνεια όσον αφορά στη χρήση της νομοθεσίας, για τον σκοπό για τον οποίο είχε ψηφιστεί εξαρχής, κάτι το οποίο έχει παρατηρηθεί μέσα από τη μελέτη της νομολογίας.
Λόγω του ότι η έρευνα εστιάζει στην περίπτωση της Κύπρου, ο αντικειμενικός σκοπός της εμπειρικής έρευνας περιορίζεται στη μελέτη της μεθόδου επίλυσης του προβλήματος μέσω της αποποινικοποίησης και/ή της ρύθμισης της πορνείας, σε σχέση με το νομικό και πραγματικό καθεστώς στην Κύπρο, μέσα από έρευνα σε αρχείο και εμπειρική έρευνα με ερωτηματολόγια. Η παρούσα έρευνα, προτίθεται να συμπληρώσει το κενό που παρουσιάζεται στην ακαδημαϊκή κοινότητα, αναδεικνύοντας τις ανάγκες αλλαγής της νομοθετικής ρύθμισης της πορνείας στην Κύπρο, σε σχέση με το όφελος για την καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων και τις απόψεις της Κυπριακής κοινωνίας, όπως εκφράζονται μέσα από την εμπειρική έρευνα.
Β. Αναμενόμενο αποτέλεσμα
Η συζήτηση και τα συμπεράσματα της έρευνας βασίζονται τόσο στα αποτελέσματα της εμπειρικής έρευνας, όσο και στο κεντρικό ερευνητικό ερώτημα της έρευνας. Παρόλο που
Σελ. 7
θεωρήθηκε πρώιμο να κριθεί το αποτέλεσμα στην αρχή της έρευνας, το αναμενόμενο αποτέλεσμα που καταγράφηκε ήταν ότι μέσα από τις αντιλήψεις της κυπριακής κοινωνίας θα διαφανεί ότι δεν έχει υιοθετηθεί μια ολοκληρωμένη και αποτελεσματική πολιτική ρύθμισης της πορνείας στην Κύπρο. Επίσης, μέσα από την ποσοτική έρευνα του κοινού αναμενόταν η λήψη καθοδήγησης, σε σχέση με τις αντιλήψεις της κυπριακής κοινωνίας, σε σχέση με τη ρύθμιση και τον τρόπο ρύθμισης της πορνείας στην Κύπρο. Αναμενόταν επίσης, η λήψη καθοδήγησης και πληροφόρησης από τις κυβερνητικές υπηρεσίες και τους ΜΚΟ, ώστε να στηριχθεί η πρόταση για μελλοντική εμβάθυνση και μελέτη των πραγματικών αναγκών των εκδιδόμενων, των θυμάτων εμπορίας προσώπων και των πελατών στην Κύπρο.
Γ. Ερευνητικά ερωτήματα
Μετά από προβληματισμό και μελέτη της υφιστάμενης βιβλιογραφίας, τέθηκαν τα ακόλουθα ερευνητικά ερωτήματα, τα οποία συγκεκριμενοποιούν τους στόχους της έρευνας. Με την απάντηση και/ή τη διερεύνηση τους, απαντάται το ερευνητικό ερώτημα, δηλαδή κατά πόσο υπάρχει κάποιο μοντέλο ρύθμισης της πορνείας που μπορεί να εφαρμοστεί στην Κύπρο και το οποίο θα προωθεί την εφαρμογή των υποχρεώσεων και την προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων εμπορίας προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση, των εκδιδομένων και των «πελατών», με βάση τις αντιλήψεις της κυπριακής κοινωνίας.
1. Ερωτήματα που απαντώνται από την έρευνα σε αρχείο
1. Υπάρχει το δικαίωμα στην άσκηση της πορνείας, τόσο από την πλευρά της πόρνης όσο και από την πλευρά του πελάτη σύμφωνα με την ακαδημαϊκή κοινότητα, τη νομοθεσία και τη νομολογία;
2. Έχουν ρυθμιστεί η πορνεία και η καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση στην Κύπρο;
3. Υπάρχει υπόνοια ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθετεί τη στάση ενάντια στην πορνεία μέσα από τις πρόνοιες της Οδηγίας 2011/36/ΕΕ για την καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων;
4. Πώς ερμηνεύουν οι Ευρωπαϊκές Δικαστικές Αποφάσεις τις κρατικές υποχρεώσεις για την καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων, σε σχέση με την εκμετάλλευση για πορνεία;
Σελ. 8
5. Πώς έχει ρυθμιστεί η πορνεία σε άλλες χώρες και πόσο αποτελεσματική είναι η ρύθμιση, για σκοπούς εξισορρόπησης της προστασίας των δικαιωμάτων του πελάτη, του θύματος και της πόρνης;
2. Ερωτήματα που απαντώνται μέσα από τις συνεντεύξεις
1. Ποια είναι η αντίληψη/κατανόηση της κοινωνίας της Κύπρου σε σχέση με τους όρους πορνεία και εμπορία προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση.
2. Υπάρχει πορνεία στην Κύπρο και είναι εμφανής, με βάση τις προσωπικές εμπειρίες των ερωτηθέντων ή εμπειρίες συγγενών και φίλων; Η πορνεία είναι καλή ή κακή, παράνομη, ηθικά αποδεκτή, χρήζει αλλαγής ή καλύπτει κάποιες ανάγκες της κοινωνίας όπως τη μείωση βιασμών;
3. Θα ήταν αποδεκτή η πορνεία εάν δεν υπάρχει χρηματικό αντάλλαγμα;
4. Η πορνεία περιλαμβάνει υπηρεσίες ανδρών, γυναικών, ομοφυλόφιλων, λεσβιών, αμφιφυλόφιλων, ερμαφρόδιτων και φυλομεταβατικών ατόμων;
5. Υπάρχουν ενδείξεις ή στοιχεία για την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των πελατών, των εκδιδόμενων ή των αναγνωρισμένων θυμάτων σεξουαλικής εκμετάλλευσης (ενηλίκων και ανηλίκων);
6. Μπορεί να λειτουργήσει μια κοινωνία όπου η πορνεία είναι παράνομη και πώς αντιμετωπίζει τις ανάγκες που δημιουργούνται από την απουσία πορνείων και εκδιδόμενων; Υπάρχει το ενδεχόμενο αύξησης των βιασμών;
7. Πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ο πελάτης στην Κύπρο; Έχει δικαιώματα το άτομο που αγοράζει υπηρεσίες και κάποιο ποσοστό ευθύνης εάν αποδειχθεί ότι το εκδιδόμενο πρόσωπο υπήρξε θύμα εμπορίας προσώπων;
8. Είναι εφικτή η εφαρμογή ενός μοντέλου ρύθμισης της πορνείας στην Κύπρο, όπου θα προστατεύονται τα δικαιώματα του θύματος σεξουαλικής εκμετάλλευσης, του εθελοντικά εκδιδόμενου, του πελάτη και της κοινωνίας;
Σελ. 9
Δ. Μεθοδολογία έρευνας - Θεμελιωμένη Θεωρία (Grounded Theory)
Εφόσον η έρευνα αποσκοπεί στην ανάπτυξη μιας θεωρίας, έχει επιλεγεί η μεθοδολογία της Θεμελιωμένης Θεωρίας (Grounded Theory). Η Θεμελιωμένη Θεωρία αφορά ερευνητικά ζητήματα «ανεξερεύνητα» χωρίς τη διατύπωση εξαρχής συγκεκριμένης θεωρητικής υπόθεσης. Παρόλο που στην παρούσα έρευνα τίθεται ένας αριθμός ερευνητικών ερωτημάτων, καθώς επίσης το ερευνητικό υπόβαθρο, όπως έχει μέχρι σήμερα συζητηθεί στους ακαδημαϊκούς και πολιτικούς χώρους, δεν μπορεί να εξαχθεί εξαρχής μια συγκεκριμένη και ασφαλής θεωρητική υπόθεση, εφόσον το αποτέλεσμα θα βασιστεί στα δεδομένα.
Κατά τη χρήση της Θεμελιωμένης Θεωρίας, οι θεωρητικές υποθέσεις έπονται της εμπειρικής έρευνας η οποία θεμελιώνει τη θεωρία. Ως εκ τούτου, στην παρούσα έρευνα, ακολουθείται η εν λόγω θεωρία για να επιτευχθεί η αμεροληψία σε σχέση με το ερευνητικό αποτέλεσμα. Όπως αναφέρει και η Skilbrei, το έργο του ερευνητή που ασχολείται με την πορνεία, είναι πολύ δύσκολο, διότι καλείται να μην υιοθετήσει την τακτική μιας μόνο αλήθειας, εφόσον μέσα από την έρευνα θεμελιώνονται οι απαντήσεις στα ερευνητικά ερωτήματα. Σημειώνεται επίσης ότι η Θεμελιωμένη Θεωρία, επιτρέπει τη συστηματική παραγωγή θεωρίας από τα δεδομένα, κάτι το οποίο γίνεται μέσα από την ανάλυση των ερωτηματολογίων. Με αυτό τον τρόπο, οι θεωρίες που εξάγονται, θεμελιώνονται στην έρευνα και δεν παράγονται αφηρημένα. Ένα από τα μεγαλύτερα προτερήματα της εν λόγω θεωρίας, είναι η ευελιξία που παρέχει στον ερευνητή. Στόχος της Θεμελιωμένης Θεωρίας, είναι η διατύπωση θεωρητικών προτάσεων που ερμηνεύουν κοινωνικές διαδικασίες και φαινόμενα με συγκεκριμένα χωρικά, κοινωνικά και πολιτισμικά πλαίσια. Στη συγκεκριμένη έρευνα, εξάγονται συμπεράσματα και εισηγήσεις σε σχέση με τις αντιλήψεις της κοινωνίας για τα φαινόμενα της πορνείας και της εμπορίας προσώπων στην Κύπρο και την ενδεχόμενη ρύθμιση ή απορρύθμισή τους.
Η έρευνα χωρίζεται σε τρία μέρη:
• Στο πρώτο Μέρος (Έρευνα σε Αρχείο) περιλαμβάνονται η συλλογή πληροφοριών σχετικά με τους νομικούς ορισμούς, το ιστορικό υπόβαθρο της πορνείας, τις πολιτικές/εθνικές στρατηγικές, τη νομοθεσία, τις Δικαστικές Υποθέσεις και τίθενται επίσης τα ερωτήματα που προκύπτουν.
• Το δεύτερο Μέρος (Εμπειρική Έρευνα) αποτελεί τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων και τη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων, την καταγραφή των αποτελεσμάτων των ημιδομημένων ερωτηματολογίων των συνεντεύξεων και κατηγοριοποίηση των απαντήσεων, στη βάση των ερωτημάτων που τέθηκαν.
Σελ. 10
• Στο τρίτο Μέρος (Ανάλυση και Συμπεράσματα) γίνεται συσχετισμός των αποτελεσμάτων του δεύτερου Μέρους, με τις πρακτικές ρύθμισης και/ή απουσίας ρύθμισης της πορνείας που ακολουθούνται στην Κύπρο με σκοπό την εξαγωγή συμπερασμάτων με βάση τις αντιλήψεις της κυπριακής κοινωνίας.
Σελ. 11
ΙII Θεωρητικό Υπόβαθρο - Έρευνα σε Αρχείο
Στη βάση της ανασκόπησης της βιβλιογραφίας και της έρευνας σε αρχείο, η λύση του προβλήματος, φαίνεται να παρέχεται μέσα από την αναθεώρηση των υφιστάμενων νομοθεσιών και πρακτικών και/ή τη δημιουργία ενός νέου ρυθμιστικού πλαισίου για την πορνεία στην Κύπρο, το οποίο να ικανοποιεί τον στόχο της αποτελεσματικής εφαρμογής των υποχρεώσεων και της προστασίας των δικαιωμάτων των θυμάτων εμπορίας προσώπων, των εθελοντικά εκδιδόμενων και των πελατών. Μέσα από την έρευνα σε αρχείο, γνωστή και ως «scoping study», τίθεται το θεωρητικό πλαίσιο και γίνεται ανάλυση των βασικών όρων. Η έρευνα σε αρχείο εστιάστηκε στους νομικούς ορισμούς, στις δημόσιες πολιτικές/εθνικές στρατηγικές, σε Δικαστικές Αποφάσεις και στην εφαρμογή διαφορετικών προσεγγίσεων σε σχέση με τα φαινόμενα της εμπορίας προσώπων και της πορνείας σε ευρωπαϊκές κυρίως χώρες.
Η ερμηνεία της κύριας ορολογίας που χρησιμοποιείται στην έρευνα, έχει ως στόχο να αντιληφθεί ο αναγνώστης τις διαφορετικές εννοιολογικές προσεγγίσεις και να τοποθετηθεί τόσο η πορνεία, όσο και η εμπορία προσώπων σε ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μελετηθεί. Η έρευνα σε αρχείο, έχει ως αποτέλεσμα, μέσα από τη μελέτη της νομοθεσίας, της νομολογίας, καλών πρακτικών άλλων και των απόψεων ακαδημαϊκών, να παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη και κριτική ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας, εξαγάγοντας πραγματικά και μεθοδολογικά θέματα και προβλήματα. Τέλος, γίνεται η συζήτηση των επιστημονικών κενών, των ερευνητικών ερωτημάτων και της υπόθεσης, με στόχο να διαφανεί η ανάγκη διενέργειας εμπειρικής έρευνας, με τα αποτελέσματα της οποίας, θα γίνει συσχέτιση και εξαγωγή συμπερασμάτων, για την υποβολή εισηγήσεων για τη ρύθμιση της πορνείας στην Κύπρο.
Α. Αντικείμενο της έρευνας και ορολογία
Η παρούσα έρευνα πραγματεύεται την πορνεία, ως «επάγγελμα», ως «κοινωνικά κατακριτέα πράξη», ως «αναγκαίο κακό», μα περισσότερο ως μια κατάσταση που στην Κύπρο δεν
Σελ. 12
έχει ακόμα ρυθμιστεί νομοθετικά σε ικανοποιητικό βαθμό. Η απουσία ρύθμισης της πορνείας φαίνεται να επηρεάζει και να επιδρά αρνητικά στο φαινόμενο της εμπορίας προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση, το οποίο έχει αναγνωριστεί ως διεθνές έγκλημα. Από τη μια, η εμπειρική έρευνα με χρήση ερωτηματολογίων, στοχεύει στη μελέτη των αντιλήψεων και των γνώσεων της κυπριακής κοινωνίας σε σχέση με τα φαινόμενα της πορνείας και της εμπορίας προσώπων. Από την άλλη, η έρευνα σε αρχείο και η στοχευμένη εμπειρική έρευνα που απευθύνεται σε κυβερνητικούς και μη-κυβερνητικούς οργανισμούς, ερευνά την ύπαρξη νομοθεσίας και πολιτικών, σε σχέση με τα θύματα εμπορίας προσώπων για σκοπούς σεξουαλικής εκμετάλλευσης, τους εκδιδόμενους και τους πελάτες / χρήστες υπηρεσιών, όπως αυτά εφαρμόζονται και γίνονται αντιληπτά από τους συμμετέχοντες. Στόχος της έρευνας, είναι μέσα από τη μελέτη τόσο της βιβλιογραφίας όσο και μέσα από την εμπειρική έρευνα, να αναδειχθούν εισηγήσεις για τη βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου και των πολιτικών που ακολουθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, για τη ρύθμιση της πορνείας, η οποία μπορεί να επιδράσει θετικά στην καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση.
Μέσα από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, έχουν αναγνωριστεί οι κύριοι όροι που θα απασχολήσουν την έρευνα, όπως η πορνεία, ως πράξη και ως κουλτούρα, και η εμπορία προσώπων, καθώς επίσης και άλλοι σημαντικοί όροι, όπως: πόρνη ή εναλλακτικά εκδιδόμενη/εκδιδόμενος, πελάτης, χρήστης υπηρεσιών, σωματέμπορος, αγορά υπηρεσιών, αντάλλαγμα, (χρηματικό και μη), εξαναγκασμός, βια, σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, εκμετάλλευση, θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, ελεύθερη συναίνεση/συγκατάθεση, αξιοπρέπεια και ρύθμιση. Ο τρόπος ανάλυσης των πιο πάνω όρων, γίνεται από άποψη γλωσσολογική, νομοθετική, νομολογιακή και με την αξιοποίηση ακαδημαϊκών απόψεων, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ακολουθούν οι ακαδημαϊκοί ασχολούμενες/οι με το κοινωνικό φύλο (gender scholars), δηλαδή χρησιμοποιείται ένας συγκερασμός των ερωτήσεων τι είναι πορνεία (οντολογία), πώς ερμηνεύεται και πώς παρουσιάζεται η πορνεία (επιστημολογία) και πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται η πορνεία με βάση τη γνώση που πηγάζει από έρευνα (πολιτικές).
1. Πορνεία
Σύμφωνα με το Λεξικό της Κοινής Ελληνικής (1998), πορνεία σημαίνει 1. η κατ΄ επάγγελμα και με αμοιβή άσκηση, εκτέλεση της σεξουαλικής πράξης, η προσφορά του σώματος για τη σεξουαλική ευχαρίστηση του άλλου: Γυναικεία / ανδρική / παιδική.2.το κοινωνικό φαινόμενο και το επάγγελμα αυτού που αμείβεται για τις σεξουαλικές υπηρεσίες που
Σελ. 13
προσφέρει. Σημειώνεται ότι ο όρος «πορνεία» ερμηνεύεται διαφορετικά από λεξικό σε λεξικό, προσδίδοντας έτσι μια ευελιξία στη γλωσσική ερμηνεία του όρου και αναδεικνύοντας παράλληλα την ασυμφωνία στη μορφή, στη νομιμότητα, στο κατά πόσο είναι επάγγελμα ή αδίκημα και κατά πόσο ασκείται από άνδρες, γυναίκες, παιδιά ή άλλες κατηγορίες ανθρώπων. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά στον ορισμό του Ελληνικού Λεξικού των Τεγόπουλος-Φυτράκης του 1995, όπου η πορνεία ορίζεται ως η παράδοση με χρηματική αμοιβή, γυναίκας σε άντρες για συνουσία ή η ιδιότητα και το επάγγελμα της πόρνης. Ο εν λόγω ορισμός, όχι μόνο καθορίζει το φύλο του πορνευόμενου αλλά επίσης αναφέρεται σε «παράδοση» μιας «γυναίκας» σε πολλούς «άντρες», προκαλώντας άμεσα το αίσθημα της ανισότητας φύλου και της υποδούλωσης της γυναίκας, έναντι σε πολλούς άνδρες στους οποίους την παραδίδει, άβουλη και ανελεύθερη, προφανώς ένας μαστροπός, ή σωματέμπορος, όπως αναλύεται ο όρος πιο κάτω. Ο εν λόγω ορισμός της «πορνείας» ενδεχομένως να αποτελεί παράγωγο ελλιπούς έρευνας ή υποσυνείδητης παράληψης των συγγραφέων, επί του ρόλου και των δικαιωμάτων της γυναίκας και δη της γυναίκας πόρνης.
Πέραν των πιο πάνω γλωσσικών και ετυμολογικών ορισμών, είναι σημαντικό να γίνει αναφορά στον όρο «πορνεία» όπως αυτός εμφανίζεται στην κυπριακή νομολογία. Σύμφωνα με την Αγγλική υπόθεση R. v. Webb (1963) αλλά και την κυπριακή υπόθεση με αρ. 32227/14 ο όρος «πορνεία» καλύπτει ποικίλες πράξεις και ενέργειες. Δεν προϋποθέτει πλήρη σεξουαλική επαφή αλλά περιλαμβάνει και την περίπτωση κατά την οποία μια γυναίκα προσφέρεται για ασέλγεια επί πληρωμή, χωρίς να αποτελεί προϋπόθεση η ολοκλήρωση της γενετήσιας πράξης καθώς και την περίπτωση όπου ο ρόλος της σε ασελγείς πράξεις είναι μόνο παθητικός. Περαιτέρω δεν περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου το άτομο προσφέρει το σώμα του παθητικά. Από τη Νομολογία προκύπτει επίσης πως ο αυνανισμός πελατών, για παράδειγμα εμπίπτει στον ορισμό της πορνείας και ο ορισμός καλύπτει και τα Ινστιτούτα Μασάζ όπου ασκούνται σεξουαλικές ανηθικότητες.
2. Εμπορία προσώπων, Εκμετάλλευση
Στο Λεξικό Κοινής Ελληνικής ορίζεται το «σωματεμπόριο» ως 1. εμπορία, με χρήματα και με ποικίλους παράνομους τρόπους, γυναικών ή παιδιών με σκοπό τη σεξουαλική τους εκμετάλλευση·
Σελ. 14
εμπόριο λευκής σαρκός, 2. Δουλεμπόριο. Ο ορισμός αυτός δείχνει την αντίληψη ότι η εμπορία προσώπων πραγματοποιείται εναντίον “γυναικών” ή “παιδιών”, παραλείποντας να αναφερθεί στους άντρες. Λόγω της σύνδεσης του όρου «πορνεία» με τον όρο «εμπορία προσώπων» και «μοντέρνα δουλεία» στη σχετική βιβλιογραφία, πέραν των απλών και ελλιπών λεξιλογικών ορισμών, είναι πολύ σημαντικό να επεξηγηθεί ο διεθνώς αποδεκτός ορισμός της εμπορίας προσώπων, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του 2000 του Παλέρμο της Σύμβασης του ΟΗΕ κατά του Διακρατικού Οργανωμένου Εγκλήματος, ο οποίος περιλαμβάνει και τον ορισμό της εκμετάλλευσης, στον ορισμό της εμπορίας προσώπων. Ο πιο κάτω ορισμός χρησιμοποιείται στις έρευνες έγκριτων ακαδημαϊκών, όπως των Gallagher και Surtees, Obokota, Seo-Young Cho, Zimmerman, καθώς και Διεθνών Οργανισμών που προωθούν δράσεις ενάντια στην εμπορία προσώπων.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πιο πάνω Πρωτοκόλλου, σε ελεύθερη απόδοση στα Ελληνικά:
Σελ. 15
(α) «Εμπορία προσώπων» σημαίνει η στρατολόγηση, η μεταφορά, η μετάθεση, η στέγαση ή η παραλαβή προσώπων, μέσω απειλής ή χρήσης βίας ή άλλων μορφών εξαναγκασμού, απαγωγής, απάτης, εξαπάτησης, κατάχρησης εξουσίας ή ευάλωτης θέσης ή τη χορήγηση ή τη λήψη πληρωμών ή ωφελημάτων για τη λήψη της συγκατάθεσης ενός προσώπου που έχει τον έλεγχο ενός άλλου προσώπου, για σκοπούς εκμετάλλευσης. Η εκμετάλλευση περιλαμβάνει τουλάχιστον την εκμετάλλευση της πορνείας άλλων ή άλλων μορφών σεξουαλικής εκμετάλλευσης, καταναγκαστικής εργασίας ή υπηρεσιών, δουλείας ή πρακτικών παρόμοιων με τη δουλεία, την υποτέλεια ή την αφαίρεση οργάνων.
β) η συγκατάθεση θύματος εμπορίας προσώπων για την προβλεπόμενη εκμετάλλευση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του παρόντος άρθρου είναι άσχετη όταν έχει χρησιμοποιηθεί κάποιο από τα μέσα που αναφέρονται στο στοιχείο α)·
γ) Η στρατολόγηση, η μεταφορά, η μετάθεση, η στέγαση ή η παραλαβή παιδιού με σκοπό την εκμετάλλευση θεωρείται «εμπορία ανθρώπων», ακόμη και αν δεν συνεπάγεται κανένα από τα μέσα που αναφέρονται στο στοιχείο α) του παρόντος άρθρου.
δ) ως «παιδί» νοείται κάθε πρόσωπο ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών.
Ο πιο πάνω ορισμός μπορεί να χωριστεί σε τρία βασικά μέρη που αφορούν τις πράξεις, τα μέσα και τον σκοπό: (1) οι πράξεις με τις οποίες κάποιο πρόσωπο διαπράττει εμπορία προσώπων, όπως η στρατολόγηση, η μεταφορά, η μετάθεση, η στέγαση ή η παραλαβή προσώπων, σε μια χώρα διαβίβασης ή προορισμού. Η πράξη της εμπορίας μπορεί φυσικά να διεξαχθεί και εντός ενός κράτους, το οποίο ενδεχομένως να είναι και το κράτος προέλευσης του θύματος. (2) Τα μέσα με τα οποία ενεργεί, ο σωματέμπορος, δηλαδή απειλές, βία, άλλες μορφές εξαναγκασμού, απαγωγή, απάτη, κατάχρηση εξουσίας ή ευάλωτης θέσης ή η χορήγηση ωφελημάτων, για να δελεάσει το θύμα. Οι σωματέμποροι, χρησιμοποιούν διάφορα μέσα για να ξεγελάσουν τα θύματα τους, περιλαμβανομένων φιλικών επαφών και συγγενών των θυμάτων, για να τα μεταφέρουν με τη συναίνεσή τους σε μια ξένη χώρα ή περιοχή. Μόλις καταφθάσουν στον προορισμό τους και παραληφθούν από τους «εργοδότες» τους, τότε τα θύματα ανακαλύπτουν ότι στην πραγματικότητα τα συμβόλαια εργασίας δεν υφίστανται και ότι οφείλουν ένα μεγάλο χρέος στους «εργοδότες», το οποίο καλούνται να αποπληρώσουν με εργασία άνευ αποδοχών, ενώ τα διαβατήρια τους «κατάσχονται»/παρακρατούνται παράνομα. Πέραν της σωματικής βίας που ασκείται, οι έμποροι συχνά εξασκούν ψυχολογική βία μέσω απειλών είτε εναντίον των ίδιων των θυμάτων είτε εναντίον των οικογενειών τους.
Σελ. 16
(3) Ο σκοπός για τον οποίο γίνονται τα πιο πάνω, δεν είναι άλλος από την εκμετάλλευση του θύματος. Η εκμετάλλευση είναι η κινητήρια δύναμη και κίνητρο των εγκληματιών που διαπράττουν το έγκλημα της εμπορίας προσώπων. Η εκμετάλλευση μπορεί να αφορά στην εκπόρνευση ή άλλου είδους σεξουαλική εκμετάλλευση, καταναγκαστική εργασία, δουλεία ή κάτι παρόμοιο, ή ακόμη και την αφαίρεση οργάνων. Με βάση τον πιο πάνω ορισμό, οι μορφές εκμετάλλευσης που αναφέρονται είναι οι ελάχιστες αναγνωρισμένες μορφές εκμετάλλευσης, με αποτέλεσμα ο κατάλογος να μην είναι εξαντλητικός και η κάθε χώρα που υπογράφει και κυρώνει την εν λόγω Σύμβαση και το Πρωτόκολλο της, δύναται να επεκτείνει τα πιθανά αδικήματα εμπορίας προσώπων. Όπως βλέπουμε στη συνέχεια, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει επεκτείνει τις μορφές εκμετάλλευσης, περιλαμβάνοντας την παιδική πορνογραφία και την πλανοδιοπώληση, μεταξύ άλλων.
Πέραν του ορισμού αυτού, υπάρχει και ο ορισμός της Σύμβασης της Βαρσοβίας, του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο οποίος προνοεί τα ακόλουθα στο άρθρο 4 «Ορισμοί»:
Ως «διακίνηση και εμπορία ανθρώπων» ορίζεται η στρατολόγηση, μεταφορά, υπόθαλψη ή υποδοχή προσώπων, που γίνεται με απειλή ή άσκηση βίας ή άλλων μορφών εξαναγκασμού, απαγωγής, απάτης ή κατάχρησης εξουσίας ή εκμετάλλευσης ιδιαίτερα ευάλωτης θέσης, ή με προσφορά ή πρόσληψη χρημάτων ή προνομίων, με σκοπό την επίτευξη συναίνεσης αυτών των προσώπων στην εκμετάλλευσή τους από άλλο πρόσωπο για λόγους εκμετάλλευσης. Στον όρο εκμετάλλευση περιλαμβάνεται τουλάχιστον η εκμετάλλευση της πορνείας άλλων, ή άλλες μορφές σεξουαλικής εκμετάλλευσης, η αναγκαστική εργασία ή παροχή υπηρεσιών, η δουλεία και οι παρεμφερείς πρακτικές καθώς και η αφαίρεση οργάνων.
Ο πιο πάνω ορισμός είναι πανομοιότυπος με αυτόν του Πρωτοκόλλου του Παλέρμο.
Στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 2011/36/ΕΕ, παρόλο που δεν υπάρχει ορισμός της “εμπορίας προσώπων”, στο Άρθρο 2 γίνεται αναφορά σε “Αδικήματα σχετικά με την εμπορία ανθρώπων” και τα Κράτη Μέλη κατά την ενσωμάτωση της εν λόγω Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο πρέπει να φροντίσουν ώστε να τιμωρούνται οι ακόλουθες εκ προθέσεως πράξεις:
Η πρόσληψη, μεταφορά, διακίνηση, στέγαση ή υποδοχή προσώπων, συμπεριλαμβανομένης και της ανταλλαγής ή της μεταβίβασης εξουσίας επί των προσώπων αυτών, με την απειλή της χρήσης ή τη χρήση βίας ή άλλων μορφών εξαναγκασμού, με απαγωγή, απάτη, παραπλάνηση, κατάχρηση εξουσίας ή ευάλωτης θέσης ή με πληρωμή ή
Σελ. 17
αποδοχή χρημάτων ή άλλων απολαβών για την εξασφάλιση της συναίνεσης προσώπου κατέχοντος εξουσία επί ενός άλλου, με σκοπό εκμετάλλευσης… Η εκμετάλλευση περιλαμβάνει, τουλάχιστον, την εκμετάλλευση της εκπόρνευσης άλλων ή άλλες μορφές σεξουαλικής εκμετάλλευσης, την καταναγκαστική παροχή εργασίας ή υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της επαιτείας, τη δουλεία ή άλλες πρακτικές παρεμφερείς προς τη δουλεία, την οικιακή δουλεία, την εκμετάλλευση εγκληματικών δραστηριοτήτων ή την αφαίρεση οργάνων.
Ο πιο πάνω ορισμός (2011), προσθέτει στους ορισμούς του Παλέρμο (2000) και της Βαρσοβίας (2005) την έννοια της “ανταλλαγής ή της μεταβίβασης εξουσίας» επί των θυμάτων, με στόχο να περιλάβει άτομα τα οποία συμβάλλουν στην εμπορία με τον πιο πάνω τρόπο. Περιλαμβάνει επίσης στον ορισμό της εκμετάλλευσης ο οποίος αποτελεί μέρος της εμπορίας, την επαιτεία και την εκμετάλλευση εγκληματικών δραστηριοτήτων. Οι εν λόγω αλλαγές εξέλιξαν τον ορισμό της εμπορίας προσώπων, για να περιλαμβάνει ένα ευρύτερο φάσμα εγκληματικών δραστηριοτήτων για την καλύτερη αντιμετώπιση του προβλήματος.
Στην κυπριακή νομοθεσία, ήτοι στο άρθρο 2 του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Εμπορίας και Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου του 2014, Ν.60(I)/2014, η εμπορία προσώπων βασίζεται στον ορισμό της Οδηγίας 2011/36/ΕΕ:
«εμπορία προσώπων» σημαίνει τη στρατολόγηση, πρόσληψη, μεταφορά, διακίνηση, υπόθαλψη ή παραλαβή ή στέγαση ή υποδοχή προσώπων, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής ή μεταβίβασης του ελέγχου ή/και της εξουσίας επί των προσώπων αυτών, μέσω απειλών ή χρήσης βίας ή άλλων μορφών εξαναγκασμού, απαγωγής, δόλου, εξαπάτησης, παραπλάνησης, κατάχρησης εξουσίας ή ευάλωτης θέσης ή προσφοράς ή παροχής ή λήψης πληρωμών ή ωφελημάτων ή απολαβών για εξασφάλιση της συγκατάθεσης προσώπου κατέχοντος εξουσίας επί ενός άλλου, με σκοπό την εκμετάλλευση αυτού∙ ο όρος «εμπορεύομαι πρόσωπο» τυγχάνει αντίστοιχης ερμηνείας·
Ο ορισμός της εκμετάλλευσης, η οποία είναι βασικό συστατικό του ορισμού της “εμπορίας προσώπων”, είναι ακόμα πιο ευρύς, ώστε να περιλαμβάνει ειδικά την εκμετάλλευση παιδιών, την πορνογραφία, την πλανοδιοπώληση, την εκμετάλλευση προσώπου για πραγματοποίηση υιοθεσίας και την αφαίρεση ιστών και άλλων ανθρώπινων ουσιών, πέραν των οργάνων:
«εκμετάλλευση» περιλαμβάνει, την εκμετάλλευση της εκπόρνευσης άλλων ή άλλες μορφές σεξουαλικής εκμετάλλευσης περιλαμβανομένης της πορνογραφίας, την εκμετάλλευση της εργασίας ή των υπηρεσιών άλλων συμπεριλαμβανομένης της καταναγκαστικής εργασίας ή υπηρεσιών, της επαιτείας, της καταναγκαστικής πλανοδιοπώλησης και σε περίπτωση παιδιών, περιλαμβάνει επίσης τις χειρότερες μορφές εργασίας
Σελ. 18
των παιδιών κατά την έννοια του περί της Σύμβασης για την Απαγόρευση των Χειρότερων Μορφών Εργασίας των Παιδιών και την Άμεση Δράση με Σκοπό την Εξάλειψή τους (Κυρωτικού) Νόμου του 2000, τη δουλεία ή άλλες πρακτικές παρεμφερείς προς τη δουλεία, την οικιακή δουλεία, την εκμετάλλευση εγκληματικών δραστηριοτήτων, την εκμετάλλευση προσώπου για πραγματοποίηση υιοθεσίας και την εκμετάλλευση προσώπου για αφαίρεση, αγοραπωλησία και διακίνηση ανθρωπίνων οργάνων ή άλλων βιολογικών ουσιών, ιστών ή εμβρύων∙
Οι πιο πάνω έννοιες επεξηγήθηκαν στις βασικότερες αποφάσεις του του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Siliadin εναντίον Γαλλίας, Rantsev εναντίον Κύπρου και Ρωσίας, M. και άλλοι εναντίον Ιταλίας και Βουλγαρίας, C.N. and V. εναντίον Γαλλίας, C.N. εναντίον Ηνωμένου Βασιλείου, L.E. εναντίον Ελλάδας και G.J. εναντίον Ισπανίας, οι οποίες επεξηγούνται στο υποκεφάλαιο 2.4 Νομική Ανάλυση.
3. Πόρνη, Εκδιδόμενη/Εκδιδόμενος
Σύμφωνα με το Λεξικό της Κοινής Ελληνικής, πόρνη σημαίνει γυναίκα που κατ’ επάγγελμα και με αμοιβή εκτελεί τη σεξουαλική πράξη, που προσφέρει το σώμα της για τη σεξουαλική ικανοποίηση άλλων. Με τον ορισμό αυτό συμφωνεί και ο Μπαμπινιώτης εφόσον ορίζει την πόρνη ως τη γυναίκα που προσφέρει έναντι αμοιβής το σώμα της, ικανοποιώντας σεξουαλικές επιθυμίες άλλων. Παράλληλα, κατά την ετυμολογική ερμηνεία, η λέξη πόρνη προέρχεται από το ρήμα πέρνημι, δηλαδή πουλώ, προωθώντας έτσι τη σύνδεση του όρου πόρνη με την εμπορική συναλλαγή, είτε αυτή περιλαμβάνει πληρωμή σε χρήμα, είτε σε είδος.
Σελ. 19
Με βάση το σύγγραμμα του Χρύσανθου Χρυσάνθου, «Ενθύμιον: Ιερόδουλες, πόρνες, αρτίστες», κοινωνιολογικά, ο όρος «πόρνη» μπορεί να αποδοθεί με διάφορους άλλους όρους όπως πουτάνα, ιερόδουλη, ιέρεια του έρωτα, εταίρα, κοινή, δημόσια, ελευθεριάζουσα, ελευθέρων ηθών, καλλιτέχνιδα, αρτίστα, καθώς και η κυπριακή παλαιά ορολογία «πολιτική ή πολιτιτζή». Αυτές οι λέξεις, σύμφωνα με τον συγγραφέα, με τον οποίο φαίνεται να συμφωνεί το 35% των 1084 ερωτηθέντων στην εμπειρική έρευνα της έρευνας προς το κοινό, είναι φορτισμένες με προκαταλήψεις και στερεότυπα, εφόσον προκαλούν την κοινωνική απόρριψη και χαρακτηρίζουν την πορνεία ως «ανήθικη». Ο όρος πόρνη, συνδέεται επίσης με την έννοια της ιδιοκτησίας της γυναίκας, η οποία ανήκε με βάση την πατριαρχική κοινωνία, αρχικά στον πατέρα και στη συνέχεια στον σύζυγο. Όσες πόρνες ασκούσαν την πορνεία σε οίκους ανοχής ή σπίτια μόνιμα, ονομάζονταν ή κοινές δημόσιες, ενώ όσες επιδίδονταν στην πορνεία περιστασιακά σε ξενοδοχεία, κατοικίες και άλλους χώρους αναφέρονταν ως ελευθέριες.
Ενδιαφέρον επίσης, παρουσιάζει και ο χαρακτηρισμός της πόρνης ως ιερόδουλη, ο οποίος πηγάζει από την παλαιότερη πρακτική αφιέρωσης νεαρών κοριτσιών σε ναούς της Αφροδίτης οι οποίες υπηρετούσαν το θεό έρωτα προσφέροντας τις υπηρεσίες τους επί πληρωμή. Ιερόδουλη, με βάση το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, σημαίνει η πόρνη, η γυναίκα που εκδίδεται κατ΄ επάγγελμα, η γυναίκα που εργάζεται ως εταίρα σε ναό.
Στην παρούσα έρευνα, χρησιμοποιείται κυρίως ο πιο εξευγενισμένος όρος “εκδιδόμενη”, που παράγεται από το ρήμα “εκδίδω” - “εκδίδομαι”. Σύμφωνα με τη λεξιλογική του ερμηνεία, “εκδίδω”, πέραν της σημασίας που αφορά στην έκδοση κειμένων και εγγράφων, σημαίνει ωθώ ιδίως γυναίκα, στην πορνεία για ίδιο όφελος. Για τους σκοπούς της έρευνας, ο όρος εκδιδόμενη ή εκδιδόμενος περιλαμβάνει το αρσενικό και το ουδέτερο φύλο, καθώς και άτομα με διαφορετικές σεξουαλικές προτιμήσεις, όπως ομοφυλόφιλα άτομα, φυλομεταβατικά και ερμαφρόδιτα. Λόγω του μεγάλου αριθμού εκδιδόμενων γυναικών, συχνά στο κείμενο της έρευνας γίνεται αναφορά στο θηλυκό γένος του όρου (εκδιδόμενη) και η πορνεία, λόγω των πραγματικών μεγεθών της γυναικείας και ανδρικής πορνείας,
Σελ. 20
αναφέρεται, εκτός όπου ορίζεται συγκεκριμένα, στη γυναικεία πορνεία. Δεν παραλείπουμε όμως να αναγνωρίσουμε την ύπαρξη της ανδρικής πορνείας, η οποία επίσης ανθεί.
Είναι σημαντικό τέλος, να αναφερθούμε στο άρθρο 164 του Ποινικού Κώδικα υπό τον τίτλο “Εκμετάλλευση πορνών και επίμονη άγρα πελατών για ανήθικους σκοπούς”, το οποίο προνοεί ότι όποιος ή όποια εν γνώσει του ζει εξολοκλήρου ή μερικώς από κέρδη πορνείας, που ασκείται μεταξύ προσώπων είτε του ιδίου ή διαφορετικού φύλου, επιδίδεται σε άγρα πελατών είτε του ιδίου είτε άλλου φύλου σε δημόσιο χώρο επίμονα ή παρενοχλεί φορτικά για ανήθικους σκοπούς, οποιοδήποτε πρόσωπο, είτε του ίδιου είτε του άλλου φύλου, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη. Ο όρος αυτός, προσπαθεί να εισαγάγει μια ουδετερότητα το φύλο του εκδιδόμενου προσώπου. Τι συμβαίνει όμως με τον όρο «πελάτης» ή «χρήστης υπηρεσιών»;
4. Πελάτης, Χρήστης υπηρεσιών
Σύμφωνα με το Λεξικό των Τεγόπουλος, Φυτράκης, «πελάτης/πελάτισσα» είναι ο αγοραστής ειδών ενός καταστήματος ή θαμώνας κέντρου, πρόσωπο που χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες οποιουδήποτε ελεύθερου επαγγελματία. Ο ορισμός αυτός, υποδηλοί την ελεύθερη προσφορά και αγορά υπηρεσιών, δηλαδή την προσφορά με τη συναίνεση του ατόμου που εκτελεί τις υπηρεσίες, είτε αυτές είναι σεξουαλικής φύσεως, είτε χρηματοοικονομικής, νομικής ή άλλης φύσεως υπηρεσίες.
Σε σχέση με τα θύματα εμπορίας προσώπων, ο κοινώς αποδεκτός όρος είναι χρήστης υπηρεσιών του θύματος, διότι η χρήση του όρου «πελάτης» θα προσέδιδε μια εμπορικότητα στο ποινικό αδίκημα της χρήσης υπηρεσιών θύματος εμπορίας προσώπων, η οποία αποτελεί μέρος της εκμετάλλευσης, εφόσον είναι ουσιαστικά η εκμετάλλευση της εκπόρνευσης άλλων ή η σεξουαλική εκμετάλλευση. Για σκοπούς ευκολίας και κατανόησης κατά την απάντηση των ερωτηματολογίων του κοινού κυρίως, λόγω της αναγκαίας απλοποίησης της ορολογίας, οι δύο όροι, “πελάτης” και “χρήστης υπηρεσιών” χρησιμοποιούνται εναλλακτικά. Με την ορολογία «πελάτης» και ποινικοποίηση της «αγοράς υπηρεσιών», διαφωνεί κάθετα η Niemi, η οποία υποστηρίζει ότι ο τρόπος που συζητούμε και αναλύουμε ένα φαινόμενο καθορίζει και τον τρόπο που το οριοθετούμε στην αντίληψή μας, ως έγκλημα ή ως εμπορική συναλλαγή.