ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 52.5€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 127,50 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18747
Παπαδόπουλος Θ.
Χατζημιχαήλ Ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ
Χατζημιχαήλ Ν.
  • Έκδοση: 2023
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
  • Σελίδες: 1280
  • ISBN: 978-960-654-966-3
​Το έργο Κυπριακό Εταιρικό Δίκαιο στοχεύει να παρέχει μία εμπεριστατωμένη και εις βάθος ανάλυση του Κυπριακού Εταιρικού Δικαίου, καλύπτοντας ένα σημαντικό κενό στην υπάρχουσα βιβλιογραφία. Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο στα ελληνικά που παρέχει μία συνολική και εκτεταμένη ανάλυση του Κυπριακού Εταιρικού Δικαίου εξετάζοντας τον Κυπριακό περί Εταιρειών Νόμο (Κεφάλαιο 113) και τη σχετική νομολογία. Αν και οι εταιρείες στην Κύπρο αποτελούν τον κυριότερο πυλώνα της Κυπριακής Οικονομίας, δεν υπήρχε μέχρι σήμερα ένα ενδελεχές ελληνόφωνο σύγγραμμα που να πραγματεύεται λεπτομερειακά και εξαντλητικά την Κυπριακή Εταιρική Νομοθεσία και Νομολογία. Η πρωτοτυπία του βιβλίου αυτού έγκειται στην εις βάθος ανάλυση των καίριων ζητημάτων του Κυπριακού Εταιρικού Δικαίου με λεπτομερειακό τρόπο υπό το πρίσμα της θεωρίας και της νομολογίας.

 

Ειδικότερα, το έργο περιλαμβάνει τις κάτωθι ενότητες:

  • Εισαγωγή στο Κυπριακό Εταιρικό Δίκαιο
  • Η σύσταση της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, το ιδρυτικό έγγραφο και το καταστατικό
  • Το δόγμα της χωριστής νομικής προσωπικότητας και η άρση του εταιρικού πέπλου
  • Οι συμβάσεις της εταιρείας: η συμβατική ευθύνη της εταιρείας και η προστασία των αντισυμβαλλομένων
  • Οι μετοχές και το μετοχικό κεφάλαιο
  • Το Διοικητικό Συμβούλιο και οι Σύμβουλοι - Τα καθήκοντα των Συμβούλων
  • Γενική Συνέλευση
  • Προστασία της μειοψηφίας των μετόχων
  • Ο Γραμματέας της εταιρείας
  • Χρεωστικά ομόλογα
  • Η εξασφάλιση του δανεισμού της εταιρείας: οι επιβαρύνσεις και οι υποθήκες
  • Εταιρική αναδιοργάνωση
  • Εκκαθάριση εταιρείας και διάλυση εταιρείας

 

Το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε φοιτητές ως διδακτικό εγχειρίδιο, αλλά και σε ακαδημαϊκούς και ερευνητές του Κυπριακού Εταιρικού Δίκαιου, δικηγόρους-νομικούς συμβούλους, Δικαστές, λειτουργούς της δημόσιας διοίκησης (π.χ. λειτουργοί του Εφόρου Εταιρειών), επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών και διοικητικών υπηρεσιών, λειτουργούς συμμόρφωσης (compliance officers), ελεγκτές και οικονομολόγους, πρόσωπα που σκοπεύουν να συστήσουν ή να συμμετέχουν ως σύμβουλοι ή/και μέτοχοι σε μία εταιρεία στην Κύπρο.

Πρόλογος Διευθυντή σειράς «Κυπριακό Δίκαιο: Θεωρία και Πράξη» IX

Πρόλογος Συγγραφέα ΧIΙΙ

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Εισαγωγή στο Κυπριακό εταιρικό δίκαιο

1) Η έννοια της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης και η έννοια
του εταιρικού δικαίου 1

2) Πηγές του Κυπριακού εταιρικού δικαίου 5

3) Η ερμηνεία του περί Εταιρειών Νόμου 8

4) Οι εταιρικοί τύποι 9

4.1) Κατηγοριοποίηση των εταιρικών τύπων 9

4.2) Η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές 9

4.3) Χαρακτηριστικά ιδιωτικής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές 10

4.4) Χαρακτηριστικά δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές 11

4.5) Διαφορές ιδιωτικής και δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης
με μετοχές 14

4.6) Σχόλια για τις διαφορές ιδιωτικής και δημόσιας εταιρείας
περιορισμένης ευθύνης με μετοχές 19

4.7) Συνέπειες παράλειψης συμμόρφωσης με συγκεκριμένες διατάξεις
του περί Εταιρειών Νόμου 21

4.7.1) Συνέπειες παράλειψης συμμόρφωσης με το κατώτατο επιτρεπόμενο
μετοχικό κεφάλαιο 21

4.7.2) Συνέπειες της μείωσης του αριθμού των μελών δημόσιας εταιρείας
κάτω από το ελάχιστο νόμιμο όριο 21

4.8) Επανεγγραφή (μετατροπή) ιδιωτικής εταιρείας ως δημόσιας
και επανεγγραφή (μετατροπή) δημόσιας εταιρείας ως ιδιωτικής 21

4.9) Η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με εγγύηση 24

4.10) Οι έννοιες της μητρικής και της θυγατρικής εταιρείας 28

5) Υπερεθνικοί εταιρικοί τύποι 33

5.1) Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία (η Ευρωπαϊκή Δημόσια Εταιρεία
Περιορισμένης Ευθύνης στην Κύπρο) 33

5.2) Η Ευρωπαϊκή Συνεταιριστική Εταιρεία 37

5.3) Ο Ευρωπαϊκός Όμιλος Οικονομικού Σκοπού 38

6) Εταιρικό δίκαιο και δίκαιο κεφαλαιαγοράς 39

6.1) Η εισηγμένη εταιρεία 39

6.2) Εταιρική διακυβέρνηση 41

7) Οι εταιρείες του περί Εταιρειών Νόμου ανήκουν στο πεδίο
του ιδιωτικού δικαίου 43

8) Οι αλλοδαπές εταιρείες που εγκαθιδρύουν τόπο εργασίας εντός
της Κυπριακής Δημοκρατίας 46

9) Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας 48

10) Ευρωπαϊκό εταιρικό δίκαιο 49

2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η σύσταση της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης,
το ιδρυτικό έγγραφο και το καταστατικό

1) Η έναρξη διαδικασίας σύστασης της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης
και τα απαιτούμενα έγγραφα που πρέπει να υποβληθούν
στον Έφορο Εταιρειών 51

2) Ιδρυτικό έγγραφο 52

3) Το όνομα της εταιρείας 54

3.1) Ανεπιθύμητο όνομα εταιρείας 54

3.2) Η απόφαση του Εφόρου Εταιρειών για την έγκριση ονόματος εταιρείας
και η δικαστική προστασία έναντι αυτής 64

3.3) Αλλαγή ονόματος εταιρείας 67

4) Σκοποί της εταιρείας 73

5) Άλλα στοιχεία που πρέπει να αναφέρονται στο ιδρυτικό έγγραφο 78

6) Το καταστατικό 78

7) Η εγγραφή της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης 82

8) Πιστοποιητικό σύστασης 85

9) Η νομική φύση και η δέσμευση από το ιδρυτικό έγγραφο και
το καταστατικό 89

9.1) Νομική φύση: το ιδρυτικό έγγραφο και το καταστατικό ως σύμβαση 89

9.2) Τα μέλη δεσμεύονται έναντι της εταιρείας με βάση το καταστατικό 92

9.3) Η δέσμευση των μελών μεταξύ τους (inter se) με βάση το καταστατικό 93

9.4) Ποιος δικαιούται να ασκήσει αγωγή με την οποία να ζητά τήρηση όρων
του καταστατικού; 95

9.5) Η με βάση το καταστατικό δέσμευση της εταιρείας έναντι μελών με άλλη ιδιότητα και έναντι τρίτων 97

10) Συμβάσεις με όρους που απορρέουν από το καταστατικό της εταιρείας 101

11) Τροποποίηση (αλλαγή) του καταστατικού 103

12) Κυπριακή νομολογία σχετικά με τη νομική φύση του καταστατικού ως σύμβαση και σχετικά με την τροποποίηση (αλλαγή) του καταστατικού 112

3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Το δόγμα της χωριστής νομικής προσωπικότητας και η άρση
του εταιρικού πέπλου

Α΄ ΜΕΡΟΣ

Το δόγμα της χωριστής νομικής προσωπικότητας

1) Η νομική προσωπικότητα της εταιρείας 123

2) Το δόγμα της χωριστής νομικής προσωπικότητας
στην υπόθεση Salomon v A Salomon & Co Ltd 123

3) Το δόγμα της χωριστής νομικής προσωπικότητας στη νομολογία
των Κυπριακών Δικαστηρίων 127

4) Το δόγμα της χωριστής νομικής προσωπικότητας στην Κυπριακή
νομολογία, με την οποία οι εταιρείες του περί Εταιρειών Νόμου
τοποθετούνται στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου 134

5) Οι συνέπειες του δόγματος της χωριστής νομικής προσωπικότητας 136

5.1) Οι εργασίες της εταιρείας είναι μόνο δικές της εργασίες 136

5.2) Η εταιρεία μπορεί να έχει δική της ιδιοκτησία 138

5.3) Τα μέλη εταιρείας δεν μπορούν να ασκήσουν αγωγή για λογαριασμό
της εταιρείας 141

5.4) Η εταιρεία μπορεί να συνάπτει συμβάσεις με τα μέλη της 142

5.5) Η ύπαρξη της νομικής προσωπικότητας της εταιρείας δεν εξαρτάται από
τον θάνατο ή την αλλαγή στα πρόσωπα των μελών της: η διηνεκής διαδοχή 144

5.6) Λοιπές συνέπειες του δόγματος της χωριστής νομικής προσωπικότητας 145

5.7) Το δόγμα της χωριστής νομικής προσωπικότητας της εταιρείας
εφαρμόζεται από τα Δικαστήρια, ακόμα και όταν αποβαίνει
εις βάρος των μελών αυτής της εταιρείας 147

6) H περιορισμένη ευθύνη είναι μία έννοια διακριτή από αυτήν
της χωριστής νομικής προσωπικότητας 147

Β΄ ΜΕΡΟΣ

Η άρση του εταιρικού πέπλου

1) Η δυνατότητα και οι προϋποθέσεις άρσης του εταιρικού πέπλου
στο Κυπριακό δίκαιο 149

2) Άρση του εταιρικού πέπλου στους ομίλους εταιρειών με βάση
τη θεωρία της ενιαίας οικονομικής μονάδας 160

2.1) Εισαγωγή: μητρική και θυγατρική εταιρεία ως μέλη ενός ομίλου εταιρειών 160

2.2) Άρση του εταιρικού πέπλου στους ομίλους εταιρειών με βάση τη θεωρία
της ενιαίας οικονομικής μονάδας: η εξέλιξη της Αγγλικής νομολογίας 164

2.3) Άρση του εταιρικού πέπλου στους ομίλους εταιρειών με βάση τη θεωρία
της ενιαίας οικονομικής μονάδας: σχέση αντιπροσώπευσης 173

2.4) Άρση του εταιρικού πέπλου στους ομίλους εταιρειών με βάση τη θεωρία
της ενιαίας οικονομικής μονάδας: η Κυπριακή νομολογία 176

3) Η άρση του εταιρικού πέπλου στην Αγγλική νομολογία 180

3.1) Η άρση του εταιρικού πέπλου σε περιπτώσεις απάτης-η θεωρία
της πρόσοψης ή εικονικότητας (façade or sham) 180

3.2) Η άρση του εταιρικού πέπλου για λόγους δημόσιας ασφάλειας
και για διάφορους άλλους λόγους 189

3.3) Η άρση του εταιρικού πέπλου για το συμφέρον της δικαιοσύνης: Όταν
το απαιτεί η δικαιοσύνη σε μία υπόθεση, το εταιρικό πέπλο θα πρέπει
να αίρεται προς εξυπηρέτηση του συμφέροντος της δικαιοσύνης 190

3.4) Νέες κατευθύνσεις στο Αγγλικό δίκαιο σχετικά με την άρση
του εταιρικού πέπλου 197

4) Η άρση του εταιρικού πέπλου στην Κυπριακή νομολογία 203

4.1) Εισαγωγή 203

4.2) Περιπτώσεις όπου δεν έγινε δεκτή η άρση του εταιρικού πέπλου 204

4.3) Περιπτώσεις όπου έγινε δεκτή η άρση του εταιρικού πέπλου 213

4.4) Οι προϋποθέσεις άρσης του εταιρικού πέπλου σε περιουσιακές διαφορές οικογενειακού δικαίου: Άρση εταιρικού πέπλου εταιρείας συζύγου 221

5) Η άρση του εταιρικού πέπλου με βάση νομοθετικές διατάξεις 222

5.1) H δυνατότητα άρσης του εταιρικού πέπλου από τη νομοθεσία 222

5.2) Η άρση του εταιρικού πέπλου με βάση διατάξεις της Κυπριακής νομοθεσίας 228

4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Οι συμβάσεις της εταιρείας: η συμβατική ευθύνη της εταιρείας και
η προστασία των αντισυμβαλλομένων

1) Εισαγωγή στη συμβατική ευθύνη της εταιρείας 233

2) Ισχύς συμβάσεων που είχαν συναφθεί πριν από τη σύσταση της εταιρείας 234

2.1) Εισαγωγικά 234

2.2) Το προϊσχύον καθεστώς με βάση τους κοινοδικαιικούς κανόνες 234

2.3) Το ισχύον καθεστώς με βάση την εναρμόνιση της 1ης Εταιρικής Οδηγίας 240

3) Το δόγμα ultra vires 246

3.1) Η ανάλυση του δόγματος ultra vires με βάση το κοινοδίκαιο 246

3.2) Κυπριακή νομολογία για το δόγμα ultra vires 253

3.3) Η νομοθετική μεταρρύθμιση του δόγματος ultra vires με βάση
τη διάταξη του άρθρου 33Α(1) 258

3.3.1) Οι νομοθετικές διατάξεις 258

3.3.2) Η κατάργηση του δόγματος ultra vires από το άρθρο 33Α(1) 261

3.3.3) Η εμπορική εταιρεία γενικών σκοπών 265

4) Η εξουσία των συμβούλων και άλλων προσώπων να δεσμεύουν
την εταιρεία 267

4.1) Σχέση αντιπροσώπευσης 267

4.2) O σύμβουλος είναι αντιπρόσωπος της εταιρείας: Κυπριακή νομολογία 268

4.3) Η ανάλυση των εννοιών της πραγματικής και της φαινόμενης
πληρεξουσιότητας 275

4.3.1) Εισαγωγή 275

4.3.2) Πραγματική πληρεξουσιότητα 275

4.3.3) Φαινόμενη πληρεξουσιότητα 279

4.3.4) Κυπριακή νομολογία για την πραγματική και
τη φαινόμενη πληρεξουσιότητα 284

4.4) Ο κανόνας της εσωτερικής διοίκησης 292

4.5) Η νομοθετική ρύθμιση των περιορισμών στις εξουσίες
των αξιωματούχων της εταιρείας από το άρθρο 33Α(2) 299

4.5.1) Οι νομοθετικές διατάξεις 299

4.5.2) Το άρθρο 33Α(2) και η οριοθέτησή του από το άρθρο 33Α(1) 300

4.5.3) Η σχέση μεταξύ του άρθρου 33Α(2) και του κανόνα
της εσωτερικής διοίκησης 302

4.5.4) Κυπριακή νομολογία 306

5) Τύπος των συμβάσεων 320

5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Οι μετοχές και το μετοχικό κεφάλαιο

Α΄ ΜΕΡΟΣ

Οι μετοχές

1) Τα εννοιολογικά γνωρίσματα της μετοχής 325

2) Τα εννοιολογικά γνωρίσματα του μετόχου 327

3) Κυπριακή νομολογία για τη νομική φύση της μετοχής και
τα δικαιώματα που παρέχει 330

4) Κυπριακή νομολογία για την ιδιότητα του μέλους της εταιρείας και για
τα δικαιώματά του 332

5) Οι τάξεις μετοχών 338

5.1) Η εταιρεία μπορεί να έχει διαφορετικές τάξεις μετοχών 338

5.2) Συνήθεις ή κοινές μετοχές 340

5.3) Προνομιούχες μετοχές 341

5.3.1) Τα εννοιολογικά γνωρίσματα των προνομιούχων μετοχών 341

5.3.2) Προτεραιότητα (προνόμια) ως προς το μέρισμα 343

5.3.3) Προτεραιότητα (προνόμια) ως προς το κεφάλαιο 344

6) Δωρεάν μετοχές 345

7) Πρόσκληση για εγγραφή 346

8) Παραχώρηση 349

9) Κλήσεις για μετοχές 352

10) Δικαίωμα ψήφου των μετόχων 354

11) Περιορισμοί στο δικαίωμα ψήφου των μετόχων 358

12) Μεταβολή δικαιωμάτων μιας τάξης μετοχών (variation of class rights) 359

12.1) Εισαγωγή 359

12.2) Η διαδικασία μεταβολής δικαιωμάτων μιας τάξης μετοχών 360

12.3) Η έννοια της «τάξης μετοχών» («class of shares») 361

12.4) Η έννοια της «μεταβολής δικαιωμάτων» («variation of rights») 363

12.5) Η δυνατότητα ακύρωσης από το Δικαστήριο της μεταβολής
δικαιωμάτων μιας τάξης μετοχών 368

13) Μεταβίβαση μετοχών 369

13.1) Απόκτηση ιδιότητας μέλους με μεταβίβαση μετοχών 369

13.2) Περιορισμοί στη μεταβίβαση μετοχών 371

13.3) Διαδικασία μεταβίβασης μετοχών 377

13.4) Πιστοποιητικά μετοχών 379

13.5) Κυπριακή νομολογία για τη μεταβίβαση μετοχών 380

14) Μητρώο Μελών και Μητρώο Εξωτερικού 388

14.1) Οι διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου 388

14.2) Κυπριακή νομολογία σχετικά με το μητρώο μελών 391

14.3) Κυπριακή νομολογία σχετικά με την εξουσία του Δικαστηρίου
για διόρθωση μητρώου μελών 393

15) Η θέση του μετόχου τράπεζας κατά τη λήψη μέτρων εξυγίανσης 402

Β΄ ΜΕΡΟΣ

Το μετοχικό κεφάλαιο

1) Βασικές έννοιες 406

2) Η αρχή της διατήρησης του μετοχικού κεφαλαίου 410

3) Δυνατότητα έκδοσης μετοχών υπό το άρτιο 414

4) Δυνατότητα έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο 416

5) Πληρωμή προμηθειών για την απόκτηση μετοχών της εταιρείας 417

6) Εισφορές σε είδος 418

7) Μερίσματα 421

8) Καλυμμένη επιστροφή κεφαλαίου 431

9) Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου 434

10) Αύξηση μετοχικού κεφαλαίου 442

10.1) Γενικά στοιχεία 442

10.2) Ειδικότερες διατάξεις για την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου δημοσίων εταιρειών 444

10.3) Κυπριακή νομολογία 446

11) Εξαγοράσιμες προνομιούχες μετοχές 449

12) Δικαίωμα παρακράτησης μετοχών 451

13) Κατάσχεση μετοχών 452

14) Δικαίωμα εταιρείας για εξαγορά ή απόκτηση δικών της μετοχών 454

15) Απαγόρευση παροχής οικονομικής βοήθειας από εταιρεία
για απόκτηση δικών της μετοχών 461

16) Λοιπές δυνατότητες μεταβολής του μετοχικού κεφαλαίου 470

17) Ανάγκη δράσεως σε περίπτωση σημαντικής απώλειας
μετοχικού κεφαλαίου 471

18) Κυπριακή νομολογία σχετικά με τη δυνατότητα επιστροφής της αξίας
των μετοχών στους μετόχους 471

6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Το Διοικητικό Συμβούλιο και οι Σύμβουλοι

1) Εισαγωγή 479

2) Το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας 480

2.1) H εξουσία διοίκησης της εταιρείας από το διοικητικό συμβούλιο 480

2.2) Η ανάθεση των εξουσιών του διοικητικού συμβουλίου 482

2.3) Η διαδικασία διεξαγωγής των συνεδριάσεων του διοικητικού
συμβουλίου και η λήψη αποφάσεων από αυτό 484

3) Η έννοια και ο ρόλος του συμβούλου 490

4) Διορισμός συμβούλων 491

4.1) Ο τρόπος διορισμού των συμβούλων 491

4.2) Η δυνατότητα να υποχρεωθεί ο σύμβουλος να κατέχει συγκεκριμένο
αριθμό μετοχών ως προαπαιτούμενο για τον διορισμό του
στο αξίωμα αυτό 495

4.3) Περιορισμοί κατά τον διορισμό κάποιου προσώπου ως συμβούλου 496

4.4) Εγκυρότητα των πράξεων του συμβούλου, παρά την ύπαρξη
παραλείψεων, παρατυπιών ή άλλων ελαττωμάτων στη διαδικασία
διορισμού του ή στα προσόντα που απαιτούνται για τον διορισμό του 497

4.5) Δημοσιότητα των στοιχείων των συμβούλων που διορίζονται 500

5) Κατηγορίες συμβούλων 501

5.1) De jure σύμβουλοι 501

5.2) De facto σύμβουλοι 501

5.3) Σκιώδεις σύμβουλοι 508

5.4) Εκτελεστικοί και μη εκτελεστικοί σύμβουλοι 513

5.5) Διευθύνων σύμβουλος 514

5.6) Αντικαταστάτες σύμβουλοι 520

5.7) Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου 521

5.8) Ισόβιοι σύμβουλοι 521

5.9) Σύμβουλοι με απεριόριστη ευθύνη 522

6) Δέσμευση της εταιρείας έναντι τρίτων και δημοσιότητα των στοιχείων
των συμβούλων 522

7) Αμοιβή συμβούλων 527

8) Παύση συμβούλου 528

9) Έκπτωση συμβούλου από το αξίωμά του 537

10) Άλλοι τρόποι απώλειας του αξιώματος του συμβούλου 542

11) Τα καθήκοντα των συμβούλων 543

11.1) Διαμόρφωση προτύπων συμπεριφοράς για τους συμβούλους μέσω
των καθηκόντων τους 543

11.2) Η νομική θέση των συμβούλων 544

11.3) Σε ποιον οφείλουν τα καθήκοντά τους οι σύμβουλοι; 547

11.3.1) Εταιρεία και μέτοχοι 547

11.3.2) Πιστωτές 552

11.3.3) Εργοδοτούμενοι 555

11.4) Τα καθήκοντα των συμβούλων που πηγάζουν από το κοινοδίκαιο και
το δίκαιο της επιείκειας 557

11.4.1) Εισαγωγή 557

11.4.2) Τα καθήκοντα πίστης 557

11.4.2.1) Το καθήκον καλής πίστης 557

11.4.2.2) Το καθήκον μη περιορισμού της διακριτικής ευχέρειας 561

11.4.2.3) Αξίωμα συμβούλου σε περισσότερες της μίας εταιρείες 564

11.4.2.4) Εντεταλμένοι σύμβουλοι 565

11.4.2.5) Το καθήκον χρήσης των εξουσιών για κατάλληλο σκοπό 565

11.4.2.6) Μη σύγκρουση του προσωπικού συμφέροντος του συμβούλου με
τα καθήκοντά του προς την εταιρεία 575

11.4.2.6.1) Εισαγωγή 575

11.4.2.6.2) Συναλλαγές στις οποίες ο σύμβουλος έχει συμφέρον 576

11.4.2.7) Μη αποκόμιση προσωπικού κέρδους ή οφέλους 585

11.4.3) Το καθήκον επιδεξιότητας, προσοχής και επιμέλειας 595

11.4.3.1) Εισαγωγή 595

11.4.3.2) Τα τρία χαρακτηριστικά του καθήκοντος επιδεξιότητας, προσοχής και επιμέλειας με βάση την υπόθεση Re City Equitable Fire Insurance Co Ltd 596

11.4.3.3) Το πρώτο χαρακτηριστικό 597

11.4.3.4) Το δεύτερο χαρακτηριστικό 601

11.4.3.5) Το τρίτο χαρακτηριστικό 602

11.5) Τα θέσμια (νομοθετικά) καθήκοντα των συμβούλων σύμφωνα
με τον Περί Εταιρειών Νόμο 603

12) Αντιμετώπιση των συνεπειών των παραβάσεων καθηκόντων
των συμβούλων 604

12.1) Εξουσιοδότηση ή επικύρωση της παράβασης καθήκοντος από τα μέλη 604

12.2) Διαθέσιμες θεραπείες κατά των συμβούλων που έχουν παραβεί
τα καθήκοντά τους 607

12.3) Δικαστική προστασία 610

12.4) Η απαλλαγή των συμβούλων από την ευθύνη 611

7ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Γενική Συνέλευση

1) Εισαγωγή 617

2) Τα είδη των γενικών συνελεύσεων 619

2.1) Θέσμια συνέλευση 619

2.2) Ετήσια γενική συνέλευση 621

2.3) Έκτακτη γενική συνέλευση 622

2.4) Συνέλευση τάξης μετοχών 625

3) Ειδοποίηση για σύγκληση γενικών συνελεύσεων 625

4) Εξουσία Δικαστηρίου να διατάσσει γενική συνέλευση 630

5) Η διαδικασία που ακολουθείται στις γενικές συνελεύσεις 646

5.1) Απαρτία 646

5.2) Πρόεδρος της γενικής συνέλευσης 650

5.3) Αναβολή συνέλευσης 651

5.4) Συμμετοχή στη γενική συνέλευση με ηλεκτρονικά μέσα 652

5.5) Αντιπρόσωποι 652

5.6) Το δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευση 658

5.7) Τήρηση βιβλίων πρακτικών και δικαίωμα επιθεώρησής τους 667

6) Ψηφίσματα 668

6.1) Εισαγωγή 668

6.2) Συνήθη ψηφίσματα 668

6.3) Έκτακτα ψηφίσματα 669

6.4) Ειδικά ψηφίσματα 669

6.5) Κοινές ρυθμίσεις για έκτακτα και ειδικά ψηφίσματα 670

6.6) Σύνηθες ψήφισμα για το οποίο απαιτείται ειδική ειδοποίηση 670

6.7) Ψήφισμα για το οποίο το καταστατικό της εταιρείας προνοεί συγκεκριμένη πλειοψηφία 670

6.8) Διαδικαστικά θέματα που άπτονται των ψηφισμάτων 671

6.8.1) Ειδοποίηση για προτεινόμενο ψήφισμα σε γενική συνέλευση 671

6.8.2) Εγγραφή αντιγράφου ψηφίσματος στον Έφορο Εταιρειών και αντίγραφα ορισμένων ψηφισμάτων 672

6.8.3) Ψηφίσματα που εγκρίνονται σε αναβληθείσα συνέλευση 673

7) Η αρχή της ομόφωνης άτυπης συμφωνίας 673

8) Ομόφωνα άτυπα γραπτά ψηφίσματα 685

9) Σχέση μεταξύ διοικητικού συμβουλίου και γενικής συνέλευσης:
ο καταμερισμός των εξουσιών μεταξύ του διοικητικού συμβουλίου και
της γενικής συνέλευσης 687

9.1) Εισαγωγικές παρατηρήσεις 687

9.2) Το προηγούμενο καθεστώς 687

9.3) Το σύγχρονο καθεστώς της κατανομής εξουσιών της εταιρείας μεταξύ
του διοικητικού συμβουλίου και της γενικής συνέλευσης με βάση
το καταστατικό 688

9.4) Εξουσίες που έχουν δοθεί ειδικά στη γενική συνέλευση 700

9.5) Η ικανότητα της γενικής συνέλευσης να επικυρώσει μια παράτυπη
πράξη των συμβούλων 702

9.6) Κυπριακή νομολογία για τη σχέση μεταξύ διοικητικού συμβουλίου
και γενικής συνέλευσης 706

8ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Προστασία της μειοψηφίας των μετόχων

1) Εισαγωγή 717

2) Η προστασία της μειοψηφίας των μετόχων με βάση την κοινοδικαιική νομολογία 720

2.1) Ο κανόνας της υπόθεσης Foss v Harbottle 720

2.2) Οι τύποι των αγωγών που είναι διαθέσιμοι στους μειοψηφούντες
μετόχους για την προστασία τους 726

2.2.1) Προσωπική αγωγή 726

2.2.1.1) Προσωπική αγωγή: γενικά στοιχεία 726

2.2.1.2) Προσωπική αγωγή για αντανακλαστική ζημία 728

2.2.1.3) Η αρχή της μη αντανακλαστικής ζημίας στην Κυπριακή νομολογία 737

2.2.2) Αντιπροσωπευτική αγωγή 742

2.2.3) Παράγωγη αγωγή 742

2.3) Οι εξαιρέσεις από τον κανόνα της υπόθεσης Foss v Harbottle 744

2.3.1) Οι κατηγορίες των εξαιρέσεων 744

2.3.2) Όταν πράξη της εταιρείας έγινε καθ' υπέρβαση εξουσίας (ultra vires)
ή είναι παράνομη 744

2.3.3) Όταν έχει παρατηρηθεί παρατυπία κατά τη ψήφιση ψηφίσματος,
το οποίο απαιτούσε ειδική πλειοψηφία που δεν τηρήθηκε, ή υπήρξε μη συμμόρφωση με ειδική διαδικασία 745

2.3.4) Όταν έχουμε πράξη η οποία παραβιάζει τα προσωπικά δικαιώματα συγκεκριμένου μετόχου ή μετόχων 747

2.3.5) Πράξη που συνιστά δόλο (fraud) εναντίον της μειοψηφίας και
οι αδικοπραγούντες διαθέτουν τον έλεγχο της εταιρείας 749

2.3.5.1) Εισαγωγικές παρατηρήσεις 749

2.3.5.2) Η έννοια του δόλου (fraud) 750

2.3.5.3) Η έννοια του ελέγχου από τον αδικοπραγούντα 754

3) Δικονομικά ζητήματα σχετικά με την άσκηση παράγωγης αγωγής 758

4) Κυπριακή νομολογία: η υπόθεση Foss v Harbottle, η αρχή του ορθού ενάγοντος, η αρχή της κυριαρχίας της πλειοψηφίας, η δυνατότητα άσκησης παράγωγης αγωγής ως εξαίρεση από τον κανόνα της υπόθεσης Foss v. Harbottle και τα διάφορα άλλα στοιχεία της παραγωγής αγωγής 761

5) Νομοθετική προστασία της μειοψηφίας των μετόχων:
άρθρα 202, 211(στ) και 158-169 του περί Εταιρειών Νόμου 808

5.1) Εισαγωγή 808

5.2) Η διαφορά της παράγωγης αγωγής από τις αιτήσεις των άρθρων
202 και 211(στ) του περί Εταιρειών Νόμου στην Κυπριακή νομολογία 808

5.3) Οι νομοθετικές διατάξεις: άρθρο 202 και άρθρο 211(στ)
του περί Εταιρειών Νόμου 809

5.4) Η Κυπριακή νομολογία για το άρθρο 202 του περί Εταιρειών Νόμου 810

5.4.1) Υπόθεση In re Pelmako Development Ltd 810

5.4.2) Υπόθεση Pelmako Development Ltd 816

5.4.3) Υπόθεση Αναφορικά με την εταιρεία Fever Boutique Ltd 821

5.4.4) Υπόθεση Αναφορικά με την SGO Sibgasoil Investments Ltd ν.
Antis Trade & Investments
Inc κ.α. 823

5.4.5) Υπόθεση Αναφορικά με την S.A.R.E. Public Company Limited 830

5.5) Ανάλυση της θεραπείας του άρθρου 211(στ) του περί Εταιρειών Νόμου
με βάση την κοινοδικαιική νομολογία 839

5.5.1) Εισαγωγή 839

5.5.2) Η Αγγλική υπόθεση Ebrahimi v Westbourne Galleries Ltd 839

5.5.3) Λόγοι για τους οποίους είναι δίκαιο και εύλογο να εκκαθαριστεί
η εταιρεία σύμφωνα με το άρθρο 211(στ) 841

5.5.3.1) Η εξαφάνιση του λόγου για τον οποίο συστάθηκε η εταιρεία 841

5.5.3.2) Eταιρεία που συστάθηκε για να προβεί σε δόλιες ενέργειες 842

5.5.3.3) Ύπαρξη πλήρους αδιεξόδου στις εργασίες της εταιρείας 843

5.5.3.4) Δικαιολογημένη απώλεια εμπιστοσύνης στη διοίκηση της εταιρείας 844

5.5.3.5) Αποκλεισμός από τη διοίκηση μιας μικρής ιδιωτικής εταιρείας,
όπου υπάρχει σχέση βασισμένη στην αμοιβαία εμπιστοσύνη 845

5.5.4) Η επέκταση των αρχών που διατυπώθηκαν στην υπόθεση Ebrahimi v. Westbourne Galleries Ltd πέρα από τα όρια του άρθρου 211(στ) 848

5.6) Η Κυπριακή νομολογία για το άρθρο 211(στ) του περί Εταιρειών Νόμου
και τη δυνατότητα εναλλακτικής θεραπείας με βάση το άρθρο 202
του περί Εταιρειών Νόμου 849

5.6.1) Υπόθεση Bedros Karaoglanian & Sons Ltd and Others v.
Hagop Karaoglanian and Another
849

5.6.2) Υπόθεση Αναφορικά με την Εταιρεία Linkcraft Ltd 857

5.6.3) Yπόθεση Αναφορικά με την εταιρεία Μαιευτήριον Μαρίνα Λίμιτεδ 860

5.6.4) Υπόθεση Aναφορικά με την εταιρεία Eftheo (Developers) Ltd ν.
Αναφορικά με αίτηση
του Ερωτοκρίτου 866

5.6.5) Υπόθεση Αναφορικά με την εταιρεία Facipero Investments Limited 874

5.6.6) Υπόθεση Γιάννακα κ.α. ν. Αναφορικά με
την Χρυσαφιλιώτισσα Δημόσια Λίμιτεδ
874

5.6.7) Υπόθεση Duo ν. AFX CAPITAL MARKETS LTD κ.α. 876

5.6.8) Υπόθεση Εταιρεία Μωσαικών ΜΑ.ΜΙ.ΠΑ. λτδ ν.
Peratikos Developers Limited
883

5.6.9) Υπόθεση Αναφορικά με την Sea Nemesis Security (SNS) Ltd και
Υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση του Νεόφυτου Χαρίτου ν.
Αναφορικά με την Fidentia Secretarial Limited πλειοψηφών
μέτοχος
της MPC International Paint Limited
885

5.6.10) Υπόθεση Αίτηση από Χαράλαμπο Αργυρίδη ν. Αναφορικά με
την
εταιρεία Emina Tourist Co Limited 900

5.6.11) Υπόθεση Χριστίνα Χριστοφίδου Γρηγορίου κ.α. ν. Αναφορικά με
την Εταιρεία Ν.Ν. Αλατοσπήλαια Ευεξίας Λτδ.
904

5.6.12) Υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας R.G.I.
Residential Holdings Limited ν. Αναφορικά με την εταιρεία
Lafar
Management Limited 907

5.6.13) Υπόθεση Αίτηση της εταιρείας Accordserve Limited 907

5.6.14) Υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση του Μάκη Αδάμου ν.
Αναφορικά με την εταιρεία Saccio Properties Limited
913

5.6.15) Λοιπές Κυπριακές υποθέσεις. 916

5.7) Επιθεώρηση της εταιρείας: άρθρα 158-169 του περί Εταιρειών Νόμου 916

5.7.1) Οι νομοθετικές διατάξεις των άρθρων 158-169 του περί Εταιρειών Νόμου 916

5.7.2) Η κοινοδικαιική νομολογία για την επιθεώρηση της εταιρείας 920

5.7.3) Κυπριακή νομολογία για τα άρθρα 158-169 του περί Εταιρειών Νόμου 921

5.7.3.1) Υπόθεση Chr. Petrides Tradelinks Ltd ν. Παντελίτσα Πετρίδου 921

5.7.3.2) Υπόθεση George John Peristiany ν. R.J. Archontides Limited 928

5.7.3.3) Υπόθεση York International Securities Ltd ν. Republic 930

9ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ο Γραμματέας της εταιρείας

1) Η νομική φύση του αξιώματος του γραμματέα 933

2) Διορισμός και παύση γραμματέα 937

3) Καθήκοντα γραμματέα 939

4) Κυπριακή νομολογία για τη νομική φύση του αξιώματος του γραμματέα 940

10ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ομόλογα και επιβαρύνσεις

A΄ ΜΕΡΟΣ

Χρεωστικά ομόλογα

1) Βασικά εννοιολογικά γνωρίσματα 943

2) Νομοθετικές διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου για
τα χρεωστικά ομόλογα 946

B΄ ΜΕΡΟΣ

Η εξασφάλιση του δανεισμού της εταιρείας:
οι επιβαρύνσεις και οι υποθήκες

1) Βασικά στοιχεία της εξασφάλισης του δανεισμού της εταιρείας 947

2) Σταθερές και κυμαινόμενες επιβαρύνσεις 948

3) Χρεωστικοί λογαριασμοί (book debts) 958

4) Αποκρυστάλλωση κυμαινόμενης επιβάρυνσης 964

5) Εγγραφή επιβαρύνσεων και καταχώρηση υποθηκών
στον Έφορο Εταιρειών 968

6) Κυπριακή νομολογία σχετικά με τις επιβαρύνσεις και τις υποθήκες
ως μέσα εξασφάλισης του δανεισμού της εταιρείας. 981

11ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Εταιρική αναδιοργάνωση

1) Εισαγωγή 1009

2) Συμβιβασμός ή διακανονισμός 1009

2.1) Οι διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου σχετικά με συμβιβασμό
ή διακανονισμό. 1009

2.2) Κυπριακή νομολογία σχετικά με συμβιβασμό ή διακανονισμό 1015

3) Συγχώνευση και διάσπαση δημοσίων εταιρειών 1030

4) Διασυνοριακές συγχωνεύσεις κεφαλαιουχικών εταιρειών 1033

5) Διορισμός εξεταστή 1035

6) Μεταφορά εγγεγραμμένου γραφείου εταιρειών στην Κύπρο
και εκτός Κύπρου. 1037

7) Λοιποί τρόποι εταιρικής αναδιοργάνωσης 1039

12ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Εκκαθάριση εταιρείας

1) Εισαγωγή 1041

2) Εκκαθάριση από το Δικαστήριο 1042

2.1) Λόγοι για τους οποίους η εταιρεία μπορεί να εισαχθεί σε εκκαθάριση από
το Δικαστήριο 1042

2.2) Δικαιοδοσία στην εκκαθάριση από το Δικαστήριο 1057

2.3) Τα πρόσωπα που δικαιούνται να υποβάλλουν αίτηση στο Δικαστήριο για
την εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο 1059

2.3.1) Η εταιρεία 1059

2.3.2) Ο πιστωτής 1059

2.3.3) Ο συνεισφορέας 1069

2.3.4) Ο μέτοχος 1075

2.3.5) Ο επίσημος παραλήπτης 1075

2.3.6) Ο Γενικός Εισαγγελέας 1077

2.3.7) Λοιπά πρόσωπα 1078

2.4) Εξουσίες Δικαστηρίου κατά την ακρόαση αίτησης 1078

2.5) Η έναρξη της εκκαθάρισης από το Δικαστήριο και οι συνέπειές της 1080

2.5.1) Η έναρξη της εκκαθάρισης 1080

2.5.2) Οι συνέπειες που επέρχονται με την έναρξη της εκκαθάρισης 1080

2.5.2.1) Ακύρωση διάθεσης ιδιοκτησίας μετά την έναρξη διαδικασίας εκκαθάρισης. 1080

2.5.2.2) Οι αγωγές αναστέλλονται με την έκδοση του διατάγματος εκκαθάρισης 1090

2.5.2.3) Λοιπές συνέπειες 1099

2.5.3) Ο εκκαθαριστής 1104

2.5.3.1) Ο διορισμός του εκκαθαριστή 1104

2.5.3.2) Η παραίτηση και η παύση του εκκαθαριστή, ο μισθός ή η αμοιβή
προσώπου άλλου από τον επίσημο παραλήπτη που διορίζεται
εκκαθαριστής, η κατανομή των καθηκόντων σε περίπτωση διορισμού περισσοτέρων του ενός εκκαθαριστών, η εγκυρότητα των πράξεων
του εκκαθαριστή στην περίπτωση ελαττωματικού διορισμού του και
ο αποκλεισμός νομικού προσώπου από τον διορισμό του ως εκκαθαριστή 1106

2.5.3.3) Έλεγχος και φύλαξη της περιουσίας της εταιρείας από τον εκκαθαριστή
και διάθεση της ιδιοκτησίας της εταιρείας στον εκκαθαριστή 1107

2.5.3.4) Οι εξουσίες του εκκαθαριστή 1107

2.5.4) Επιτροπές επιθεώρησης 1116

2.6) Γενικές εξουσίες του Δικαστηρίου σε περίπτωση εκκαθάρισης από
το Δικαστήριο. 1117

3) Εκούσια εκκαθάριση 1121

3.1) Περιστάσεις υπό τις οποίες εταιρεία δύναται να εκκαθαριστεί εκούσια 1121

3.2) Συνέπειες εκούσιας εκκαθάρισης 1122

3.3) Η εκούσια εκκαθάριση από μέλη 1123

3.4) Η εκούσια εκκαθάριση από πιστωτές 1127

3.5) Κοινές διατάξεις που εφαρμόζονται τόσο στην εκούσια εκκαθάριση
από μέλη όσο και στην εκούσια εκκαθάριση από πιστωτές 1132

4) Εκκαθάριση με την εποπτεία του Δικαστηρίου 1136

5) Διατάξεις που εφαρμόζονται σε οποιονδήποτε τρόπο εκκαθάρισης. 1138

5.1) Η επαλήθευση των χρεών 1138

5.2) Προνομιακές πληρωμές χρεών 1142

5.3) Οι υπόλοιπες πληρωμές χρεών - η αρχή pari passu 1145

6) Αποτελέσματα εκκαθάρισης σε προηγούμενες και άλλες δικαιοπραξίες 1147

6.1) Ακυρότητα συναλλαγής που συνιστά δόλια προτίμηση 1147

6.2) Τα αποτελέσματα της εκκαθάρισης επί της κυμαινόμενης επιβάρυνσης:
ζητήματα ακυρότητας. 1153

7) Η εξουσία αποποίησης φορτικής ιδιοκτησίας σε περίπτωση εταιρείας
που βρίσκεται υπό εκκαθάριση 1155

8) Περιορισμός δικαιωμάτων πιστωτή ως προς την εκτέλεση ή κατάσχεση
σε περίπτωση εταιρείας που εκκαθαρίζεται. 1158

9) Αδικήματα πριν ή κατά τη διάρκεια εκκαθάρισης 1159

9.1) Αδικήματα από αξιωματούχους εταιρειών κατά την εκκαθάριση 1159

9.2) Ευθύνη για δόλιο εμπόριο (fraudulent trading) 1161

9.3) Εξουσία Δικαστηρίου να επιδικάζει αποζημιώσεις εναντίον
αξιωματούχων της εταιρείας για παράβαση καθήκοντος (misfeasance) 1168

9.4) Λοιπά αδικήματα 1175

10) Λοιπές διατάξεις σε σχέση με την εκκαθάριση. 1175

11) Διάλυση της εταιρείας μετά την πλήρη ολοκλήρωση της εκκαθάρισης 1183

12) Διάλυση της εταιρείας μετά τη διαγραφή της εταιρείας από
το μητρώο του Εφόρου Εταιρειών 1188

Βιβλιογραφία 1205

Α. Ξενόγλωσση 1205

Β. Ελληνόγλωση 1221

Αλφαβητικό ευρετήριο 1225

Σελ. 1

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Εισαγωγή στο Κυπριακό εταιρικό δίκαιο

1) Η έννοια της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης και η έννοια του εταιρικού δικαίου

Η εταιρεία είναι μία μορφή οργάνωσης που παρέχεται από το δίκαιο και διαμέσου της οποίας οι εισφέροντες κάποια στοιχεία απαραίτητα για την επίτευξη ορισμένου σκοπού μπορούν να συνεργαστούν και να συντονίσουν τις δράσεις τους. Τα κίνητρα για την ίδρυση εταιρειών είναι η αλληλοσυμπλήρωση προσωπικών δυνάμεων μεμονωμένων προσώπων (τα οποία αδυνατούν από μόνα τους να πετύχουν συγκεκριμένο σκοπό και για αυτό προσπαθούν να συνενώσουν τις δυνάμεις τους στα πλαίσια μιας εταιρείας), η συγκέντρωση και συνένωση κεφαλαίων, η κατανομή του κινδύνου με τον περιορισμό της προσωπικής ευθύνης του κάθε μεμονωμένου προσώπου, η εξασφάλιση της συνέχειας των επιχειρήσεων ανεξαρτήτως συγκεκριμένων μεμονωμένων προσώπων και άλλους είδους κίνητρα, όπως ιδεολογικής φύσης, κτλ. Οι εταιρείες κυριαρχούν στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον εξαιτίας του ότι αποτελούν ένα πολύ ευέλικτο όχημα διεξαγωγής οικονομικών δραστηριοτήτων, είτε κερδοσκοπικών είτε μη κερδοσκοπικών. Οι εταιρείες χρησιμοποιούνται σε ένα μεγάλο φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων και για όλα τα μεγέθη, από μονοπρόσωπες μικρές επιχειρήσεις μέχρι πολυεθνικές επιχειρήσεις με διασυνοριακές δραστηριότητες. Στην Κύπρο, οι εταιρείες αποτελούν το κύριο μέσο διεξαγωγής επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Το σύνολο των εγγεγραμμένων εταιρειών στην Κύπρο ανέρχεται σε 204.000 περίπου εταιρείες.

Εταιρεία είναι η ένωση ενός αριθμού προσώπων για την επιδίωξη κοινού σκοπού ή σκοπών. Τις περισσότερες φορές, ο σκοπός αυτός θα είναι κερδοσκοπικός, για παράδειγμα η διεξαγωγή μιας επιχειρηματικής δραστηριότητας με στόχο το κέρδος. Αυτό σημαίνει ότι, συνήθως, ο σκοπός που επιδιώκει η εταιρεία είναι το κέρδος, δηλαδή η διεξαγωγή επιχειρηματικών δραστηριοτήτων διαμέσου της εταιρείας με σκοπό το κέρδος. Όμως, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, μπορεί μία εταιρεία να έχει σκοπό τη διεξαγωγή και μη κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων ή τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων για τις οποίες υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσο αποτελούν κερδοσκοπικές δραστηριότητες. Έτσι, οι εταιρείες δύνανται να χρησιμοποιηθούν και για την επιδίωξη μη κερδοσκοπικών σκοπών και σκοπών που δεν έχουν σχέση με την επιχειρηματική δραστηριότητα. Επίσης, θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι, εκτός από την εταιρεία, και ένας συνεταιρισμός μπορεί να έχει ως σκοπό το κέρδος.

Σελ. 2

Το άρθρο 2 του περί Εταιρειών Νόμου (οποιαδήποτε αναφορά σε άρθρο στο βιβλίο αυτό θα αφορά τον περί Εταιρειών Νόμο (Κεφάλαιο 113), εκτός και αν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά σε άλλο νομοθέτημα, όπως για παράδειγμα στον Αγγλικό Companies Act 1948), το οποίο είναι ερμηνευτική διάταξη με διάφορους ορισμούς βασικών όρων του περί Εταιρειών Νόμου, δίνει τον εξής ορισμό για την εταιρεία περιορισμένης ευθύνης: «“εταιρεία” σημαίνει εταιρεία που συστάθηκε και γράφτηκε βάσει του παρόντος Νόμου ή υφιστάμενη Εταιρεία». Από τον νομοθετικό αυτό ορισμό συνάγεται ότι η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης είναι νομικό πρόσωπο το οποίο δημιουργήθηκε με βάση τις διαδικασίες σύστασης και εγγραφής του περί Εταιρειών Νόμου. Το χρονικό σημείο δημιουργίας της εταιρείας, της κτήσης νομικής προσωπικότητας της όπως θα δούμε αργότερα, είναι το χρονικό σημείο έκδοσης του πιστοποιητικού σύστασης της εταιρείας από τον Έφορο Εταιρειών. Στο άρθρο 15(1), ορίζεται το αποτέλεσμα εγγραφής: «Με την εγγραφή του ιδρυτικού εγγράφου εταιρείας, το οποίο επισυνάπτεται στον καθορισμένο τύπο για τη σύσταση της εταιρείας, ο έφορος πιστοποιεί ότι η εταιρεία συστάθηκε ως εταιρεία περιορισμένης ευθύνης.» Συνεπώς με βάση τα ανωτέρω, θα μπορούσε να δοθεί ο εξής ορισμός της εταιρείας: εταιρεία είναι το νομικό πρόσωπο που ιδρύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου (Κεφάλαιο 113). Η ίδρυση της εταιρείας αποδεικνύεται με την έκδοση του πιστοποιητικού σύστασης από τον Έφορο Εταιρειών. Η εταιρεία περιλαμβάνει ένα πλέγμα σχέσεων που καλύπτει διάφορα πρόσωπα, τα οποία αναλαμβάνουν συγκεκριμένους ρόλους στα πλαίσια λειτουργίας μιας εταιρείας. Ουσιαστικά, το εταιρικό δίκαιο ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ της εταιρείας (ως αυτοτελούς νομικού προσώπου), των μελών της εταιρείας (δηλαδή των μετόχων, αφού η πλειοψηφία των εταιρειών είναι

Σελ. 3

εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με μετοχές), των συμβούλων και των πιστωτών (και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και των εργαζομένων).

Θα μπορούσαμε να ορίσουμε το εταιρικό δίκαιο με τον εξής τρόπο. Το εταιρικό δίκαιο, ή αλλιώς δίκαιο εταιρειών, είναι το δίκαιο που ρυθμίζει την ίδρυση και λειτουργία των εγγεγραμμένων εταιρειών. Οι οικονομικές δραστηριότητες και οι ρόλοι που αναλαμβάνει μία εταιρεία στο εμπορικό περιβάλλον και το οικονομικό γίγνεσθαι δημιουργούν σύνθετες νομικές καταστάσεις, τις οποίες προσπαθεί να ρυθμίσει το εταιρικό δίκαιο. Ο τρόπος με τον οποίο θα δημιουργηθεί μία εταιρεία, αλλά και η ρύθμιση του τρόπου λειτουργίας της αποτελούν το αντικείμενο του εταιρικού δικαίου.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του εταιρικού δικαίου μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως εξής:

1) η αναγνώριση της εταιρείας ως οντότητας χωριστής από τους μετόχους της. Το χαρακτηριστικό αυτό ότι η εταιρεία είναι ένα νομικό πρόσωπο χωριστό από τους μετόχους, συμβούλους, δανειστές, εργαζομένους και από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εμπλέκεται στη λειτουργία της είναι θεμελιώδες εννοιολογικό γνώρισμα της εταιρείας. Επίσης, είναι πάρα πολύ σημαντικό για τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του εταιρικού δικαίου και ιδιαίτερα για την περιορισμένη ευθύνη και για τη μεταβιβασιμότητα των μετοχών.

2) η περιορισμένη ευθύνη των μετόχων. Η ευθύνη των μετόχων είναι περιορισμένη μέχρι το ποσό της υποχρέωσης εισφοράς τους στο μετοχικό κεφάλαιο. Οι δανειστές της εταιρείας μπορούν να αξιώσουν την ικανοποίηση του συνόλου των απαιτήσεων τους από την εταιρεία, οπότε η ευθύνη της εταιρείας είναι απεριόριστη. Η χωριστή νομική προσωπικότητα αποτελεί το θεμέλιο της περιορισμένης ευθύνης, γιατί διευκολύνει τη διάκριση μεταξύ της εταιρικής περιουσίας από την προσωπική περιουσία του μετόχου. Συνεπώς, η χωριστή νομική προσωπικότητα εγγυάται την περιορισμένη ευθύνη. Αν υπάρχει μία σύμβαση μεταξύ ενός τρίτου και της εταιρείας ως χωριστού νομικού προσώπου, η ευθύνη από τη σύμβαση περιορίζεται στην εταιρεία και την περιουσία της και δεν θα επεκταθεί στους μετόχους και την περιουσία τους, σύμφωνα με το αγγλικό κοινοδίκαιο.

3) η εξειδικευμένη και κεντρική διοίκηση, χωριστή από τους μετόχους. Η διοίκηση της εταιρείας ασκείται όχι από τους μετόχους, αλλά από τους συμβούλους. Ο λόγος που έχει επιλεγεί αυτό το σύστημα διοίκησης είναι η ταχύτητα και το κόστος. Ένας μεγάλος αριθμός μετόχων δεν μπορεί να συναντάται εύκολα συχνά κατόπιν συντόμων προθεσμιών και να λαμβάνει αποφάσεις. Επίσης, οι μέτοχοι μπορεί να μην έχουν την αναγκαία εξειδίκευση και τις ικανότητες για την καθημερινή διοίκηση των εταιρικών υποθέσεων. Ακόμη, μπορεί να απουσιάζει το κίνητρο από έναν μέτοχο, ο οποίος έχει έναν μικρό αριθμό μετοχών σε μια εταιρεία με εκατοντάδες ή και χιλιάδες μετόχους,

Σελ. 4

να επενδύσει χρόνο και να ασχοληθεί με τη διοίκηση της εταιρείας. Η δυναμική μιας μικρής ομάδας συμβούλων, που θα ασχολείται με την καθημερινή διοίκηση των εταιρικών υποθέσεων, είναι πολύ μεγαλύτερη και δεν χαρακτηρίζεται από τα μειονεκτήματα που αναφέρθηκαν ανωτέρω. Το Αγγλικό εταιρικό δίκαιο, στο οποίο βασίζεται το Κυπριακό εταιρικό δίκαιο, δίνει μεγάλη ελευθερία ως προς το πώς θα οργανωθεί η εσωτερική διοικητική δομή της εταιρείας και το πώς θα διαχωριστούν οι εξουσίες των μετόχων και του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας. Η αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων μπορεί να προσαρμόσει τα συστήματα διοίκησης των εταιρειών στις ανάγκες τους. Στα πλαίσια αυτής της προσαρμογής της διοίκησης στις ανάγκες της κάθε εταιρείας, εταιρείες μικρού οικονομικού μεγέθους μπορούν να αποφασίσουν ότι δεν χρειάζονται εξειδικευμένη και κεντρική διοίκηση και η μικρή ομάδα μετόχων της μπορεί να είναι ταυτόχρονα και οι σύμβουλοι της, οι οποίοι απαρτίζουν το διοικητικό συμβούλιο της.

4) η δυνατότητα μεταβίβασης των μετοχών (η μεταβιβασιμότητα των μετοχών), δηλαδή η ευκολία μεταβίβασης του εταιρικού συμφέροντος (shareholder’s interest). Η δυνατότητα μεταβίβασης των μετοχών οδηγεί σε μία ρευστότητα (liquidity). Αυτή η δυνατότητα μεταβίβασης των μετοχών διευκολύνει τη χάραξη επενδυτικής στρατηγικής των μετόχων, οι οποίοι μπορούν να προσαρμόσουν το επενδυτικό τους χαρτοφυλάκιο, προσαρμοζόμενοι στις ανάγκες της αγοράς, πωλώντας τις μετοχές τους σε μια εταιρεία και αγοράζοντας μετοχές σε άλλη εταιρεία. H μεταβιβασιμότητα των μετοχών βοηθά την εταιρεία να λειτουργήσει ομαλότερα, καθώς κάποιος δυσαρεστημένος μέτοχος ή κάποιος μέτοχος που έχει ανάγκη ρευστότητας μπορεί πωλήσει τις μετοχές του και να απεμπλακεί από την εταιρεία αυτή, παρά να παραμείνει στην εταιρεία ως μία ενοχλητική μειοψηφία. Πάντως, το εταιρικό δίκαιο δεν εγγυάται με απόλυτο τρόπο τη δυνατότητα μεταβίβασης των μετοχών. Ενδέχεται να τεθούν περιορισμοί στη δυνατότητα των μετόχων να μεταβιβάζουν τις μετοχές τους. Ακόμη, θα πρέπει να αναφέρουμε στο σημείο αυτό ότι η δυνατότητα μεταβίβασης των μετοχών ενισχύεται από το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των σύγχρονων κεφαλαιαγορών, το οποίο αφορά τις εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε αυτές (εισηγμένες εταιρείες).

5) κατανομή δικαιωμάτων ελέγχου επί της εταιρείας στα μέλη της εταιρείας. Οι μέτοχοι είναι τα μέλη της εταιρείας. Τρείς είναι οι τομείς επί των οποίων ασκούν έλεγχο οι μέτοχοι: έλεγχος επί του ιδρυτικού εγγράφου και του καταστατικού της εταιρείας, έλεγχος επί της διοίκησης της εταιρείας και έλεγχος επί του οικονομικού πλεονάσματος της εταιρείας.

Στην καθημερινή μας ζωή, συναντούμε τις εταιρείες σχεδόν παντού. Οι εταιρείες παρέχουν τα περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες που χρησιμοποιούμε καθημερινά. Όταν σκεφτόμαστε τον όρο εταιρεία, πολλές φορές μας έρχονται κατά νου οι «μεγάλες» εταιρείες, αλλά ο όρος εταιρεία περιλαμβάνει τόσο «μεγάλες», όσο και «μικρές», μονοπρόσωπες εταιρείες. Το ιδιαίτερο γνώρισμα των εταιρειών είναι ότι πρόκειται για αυτοτελή νομικά πρόσωπα, και όχι απλά για ομάδες προσώπων που εργάζονται στα πλαίσια μιας κοινής επιχείρησης.

Σελ. 5

2) Πηγές του Κυπριακού εταιρικού δικαίου

Το βασικό νομοθέτημα του Κυπριακού εταιρικού δικαίου είναι ο περί Εταιρειών Νόμος, το Κεφάλαιο 113. Ο Νόμος αυτός τέθηκε σε ισχύ, στη διάρκεια της αποικιοκρατίας, την 1η Ιουλίου του 1951. Ο περί Εταιρειών Νόμος βασίστηκε στον Αγγλικό Νόμο περί Εταιρειών του 1948 (Companies Act 1948). Έκτοτε, η Αγγλική εταιρική νομοθεσία έχει τροποποιηθεί με νεότερα νομοθετήματα και, επί του παρόντος, το βασικό Αγγλικό νομοθέτημα εταιρικού δικαίου είναι ο Αγγλικός Νόμος περί Εταιρειών του 2006 (Companies Act 2006). Ο περί Εταιρειών Νόμος δεν ακολουθήσε γενικά όλες τις μετέπειτα τροποποιήσεις και εξελίξεις που επήλθαν στο Αγγλικό εταιρικό δίκαιο, ιδιαίτερα με την υιοθέτηση του Companies Act του 1985 και αργότερα με την υιοθέτηση του σημερινού Companies Act του 2006. Οι κυριότερες αλλαγές του περί Εταιρειών Νόμου επήλθαν με την υιοθέτηση ορισμένων μόνο αλλαγών που υπήρξαν στα μεταγενέστερά νομοθετήματα του Αγγλικού εταιρικού δικαίου, με την ενσωμάτωση των διαφόρων Οδηγιών του Ευρωπαϊκού Εταιρικού Δικαίου και με μεμονωμένες ειδικές νομοθετικές παρεμβάσεις του Κύπριου νομοθέτη. Στον τομέα της αφερεγγυότητας των εταιρειών, ήταν πολύ σημαντική η επίδραση του Ιρλανδικού δικαίου αναφορικά με την εισαγωγή του θεσμού του διορισμού εξεταστή στον περί Εταιρειών Νόμο.

Ο γενικός κανόνας είναι ότι το Κυπριακό εταιρικό δίκαιο ερμηνεύεται κυρίως με βάση το Αγγλικό εταιρικό δίκαιο. Σε υποθέσεις εταιρικού δικαίου ενώπιον τους, τα Κυπριακά Δικαστήρια παραπέμπουν στην κοινοδικαιική νομολογία και σε αυθεντίες (authorities) του Αγγλικού εταιρικού δικαίου. Λόγω της προέλευσης του περί Εταιρειών Νόμου της Κύπρου από τον Companies Act 1948, το Αγγλικό εταιρικό δίκαιο με την πλουσιότατη νομολογία του παίζει καθοριστικό ρόλο στην ερμηνεία και εφαρμογή του Κυπριακού εταιρικού δικαίου, λαμβανομένης υπόψη και της εφαρμογής του κοινοδικαίου (common law) και του δικαίου της επιεικείας (equity) στην Κύπρο με βάση το άρθρο 29(1)(γ) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Νόμος 14/1960). Όμως, υπάρχουν και ορισμένες εξαιρέσεις του κανόνα σχετικά με την ερμηνεία του Κυπριακού εταιρικού δικαίου κυρίως με βάση το Αγγλικό εταιρικό δίκαιο. Η ερμηνεία κυρίως με βάση το Αγγλικό εταιρικό δίκαιο δεν θα ακολουθείται σε περιπτώσεις όπου, είτε από επιλογή είτε λόγω παράλειψης, ο περί Εταιρειών Νόμος αποκλίνει και διαφοροποιείται από την Αγγλική εταιρική νομοθεσία. Για παράδειγμα, ο περί Εταιρειών Νόμος δεν περιέχει αντίστοιχη διάταξη με αυτή του άρθρου 172 του Companies Act 2006 με τίτλο «Duty to promote the success of the company». Ένα άλλο τέ-

Σελ. 6

τοιο παράδειγμα όπου ο περί Εταιρειών Νόμος αποκλίνει και διαφοροποιείται από την Αγγλική εταιρική νομοθεσία είναι η εισαγωγή του όρου «έδρα» σε διάφορα άρθρα του περί Εταιρειών Νόμου. Ο όρος «έδρα», ο οποίος είναι όρος του ηπειρωτικού δικαίου, έχει εισαχθεί στον περί Εταιρειών Νόμο εξαιτίας του ότι το Κυπριακό δίκαιο είναι πλέον ένα μικτό δικαιικό σύστημα και εξαιτίας της εναρμόνισης του Κυπριακού εταιρικού δικαίου σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό εταιρικό δίκαιο. Μολονότι το Κυπριακό εταιρικό δίκαιο προέρχεται από και ερμηνεύεται κυρίως με βάση το Αγγλικό εταιρικό δίκαιο, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το Κυπριακό εταιρικό δίκαιο εφαρμόζεται και λειτουργεί εντός του μικτού δικαιικού συστήματος της Κύπρου, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα ο περί Εταιρειών Νόμος να λαμβάνει, ως εξαίρεση, επιδράσεις από το ηπειρωτικό δίκαιο, όπως η εισαγωγή του όρου «έδρα».

Θα πρέπει να γίνει αναφορά και σε ορισμένα ζητήματα διαχρονικού δικαίου. Ο περί Εταιρειών Νόμος του 1951 (το Κεφάλαιο 113) αντικατέστησε τον περί Εταιρειών (Περιορισμένης Ευθύνης) Νόμο του 1922 μέχρι το 1944 και τον περί Εταιρειών (Περιορισμένης Ευθύνης με Εγγύηση) Νόμο του 1949, που ίσχυαν στην περίοδο της αποικιοκρατίας. Η ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Εταιρειών Νόμου του 1951, σύμφωνα με το άρθρο 392, είναι η 1η Ιουλίου του 1951. Στο άρθρο 2 ορίζεται ότι «“εταιρεία” σημαίνει εταιρεία που συστάθηκε και γράφτηκε βάσει του παρόντος Νόμου ή υφιστάμενη Εταιρεία». Άρα, ο περί Εταιρειών Νόμος του 1951 εφαρμόζεται και στις «υφιστάμενες» εταιρείες, που συστήθηκαν υπό το καθεστώς των προηγούμενων εταιρικών νόμων. Το άρθρο 388 (Ερμηνεία αναφορών σε άλλους Νόμους σε εταιρείες που γράφτηκαν με βάση τους προηγούμενους περί Εταιρειών Νόμους), το άρθρο 389 (Επιφυλάξεις) και το άρθρο 390 (Διατάξεις ως προς διαδικασίες εκκαθάρισης που άρχισαν πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Νόμου) περιέχουν ειδικότερες διατάξεις διαχρονικού δικαίου αναφορικά με τις υφιστάμενες εταιρείες που ιδρύθηκαν με το προγενέστερο καθεστώς πριν την έναρξη ισχύος του περί Εταιρειών Νόμου του 1951. Στο βιβλίο αυτό, όπου γίνεται αναφορά στον περί Εταιρειών Νόμο, εννοείται ο περί Εταιρειών Νόμος του 1951(το Κεφάλαιο 113).

Ο περί Εταιρειών Νόμος υποδιαιρείται σε ένδεκα μέρη. Τα μέρη αυτά αφορούν τη σύσταση των εταιρειών και άλλα συναφή θέματα (Μέρος Ι), το μετοχικό κεφάλαιο και τα χρεωστικά ομόλογα (Μέρος ΙΙ), τις επιβαρύνσεις και τις υποθήκες (Μέρος ΙΙΙ), τη διοίκηση και τη διαχείριση (Μέρος ΙV), την εκκαθάριση (Μέρος V), τους παραλήπτες και τους διαχειριστές (Μέρος VI), την εφαρμογή του νόμου σε εταιρείες που συστάθηκαν ή εγγράφηκαν με βάση προηγούμενους νόμους (Μέρος VIΙ), εταιρείες που συστάθηκαν εκτός Κυπριακής Δημοκρατίας (Μέρος VIΙI), γενικές διατάξεις αναφορικά με την εγγραφή των εταιρειών (Μέρος IX), ποικίλες διατάξεις σχετικά με τραπεζικές εταιρείες και ορισμένους οργανισμούς (Μέρος Χ), εταιρείες επενδύσεων μεταβλητού κεφαλαίου (Μέρος XA) και άλλες γενικές διατάξεις σχετικές με αδικήματα και νομικές διαδικασίες (Μέρος XI).

Σελ. 7

Στο τέλος του περί Εταιρειών Νόμου υπάρχουν 13 Παραρτήματα, που συμπληρώνουν το νομοθέτημα αυτό. Το Πρώτο Παράρτημα περιλαμβάνει πρότυπα (υποδείγματα) καταστατικού και ιδρυτικού εγγράφου σε πέντε τμήματα («Πίνακες»). Ο Πίνακας Α, ο οποίος υποδιαιρείται σε τρία Μέρη, περιλαμβάνει κανονισμούς διεύθυνσης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές που δεν είναι ιδιωτική εταιρεία (Μέρος Ι)(δηλαδή περιλαμβάνει τους κανονισμούς για τη διοίκηση δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές), κανονισμούς για τη διοίκηση ιδιωτικής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές (Μέρος ΙΙ) και κανονισμούς για τη διοίκηση ιδιωτικής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με ένα και μοναδικό μέλος (Μέρος ΙΙI). Ο Πίνακας Β περιλαμβάνει τον τύπο ιδρυτικού εγγράφου εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές. Ο Πίνακας Γ περιλαμβάνει τον τύπο ιδρυτικού εγγράφου και καταστατικού εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με εγγύηση, χωρίς μετοχικό κεφάλαιο. Ο Πίνακας Δ περιλαμβάνει υπόδειγμα ιδρυτικού και καταστατικού εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με εγγύηση, που έχει μετοχικό κεφάλαιο. Ο Πίνακας Ε περιλαμβάνει τον τύπο ιδρυτικού εγγράφου και καταστατικού εγγράφου εταιρείας επενδύσεων μεταβλητού κεφαλαίου. Το Δεύτερο Παράρτημα ρυθμίζει το τύπο της άδειας για την κατοχή ακίνητης ιδιοκτησίας. Το Τρίτο Παράρτημα ορίζει τον τύπο της έκθεσης αντί πρόσκλησης για εγγραφή για αγορά μετοχών που πρέπει να παραδοθεί στον Έφορο Εταιρειών από ιδιωτική εταιρεία κατά τη μετατροπή της σε δημόσια εταιρεία, καθώς και τις εκθέσεις που πρέπει να εκτίθενται σε αυτήν. Το Τέταρτο Παράρτημα αναφέρεται στα θέματα που πρέπει να ορίζονται στην πρόσκληση για εγγραφή και στις εκθέσεις που πρέπει να αναφέρονται σε αυτήν. Το Πέμπτο Παράρτημα περιέχει τον τύπο της έκθεσης αντί πρόσκλησης για εγγραφή που πρέπει να παραδοθεί στο Έφορο Εταιρειών από εταιρεία που δεν εκδίδει πρόσκληση για εγγραφή ή που δεν προχωρεί σε παραχώρηση με βάση πρόσκληση για εγγραφή που εκδόθηκε, καθώς και τις εκθέσεις που πρέπει να περιέχονται σε αυτή. Το Έκτο Παράρτημα αναφέρεται στο περιεχόμενο και τον τύπο ετήσιας έκθεσης εταιρείας που έχει μετοχικό κεφάλαιο. Το Έβδομο Παράρτημα αναφέρεται στους όρους για τα συμφέροντα σε μετοχές και χρεωστικά ομόλογα εξαιρούμενης ιδιωτικής εταιρείας, το οποίο όμως καταργήθηκε με το άρθρο 6 του Νόμου 131(Ι) του 2007. Το Όγδοο Παράρτημα είναι αφιερωμένο στους λογαριασμούς αλλά καταργήθηκε με άρθρο 20 του Νόμου 167(Ι) του 2003. Το Ένατο Παράρτημα αφορά τα θέματα που πρέπει να αναφέρονται ρητά στην Έκθεση των Ελεγκτών, αλλά καταργήθηκε με το άρθρο 8 του Νόμου 41(Ι) του 2009. Το Δέκατο Παράρτημα αναφέρεται στις πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου που δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση εκκαθάρισης με εποπτεία του Δικαστηρίου. Το Ενδέκατο Παράρτημα ορίζει τον τύπο της δήλωσης που πρέπει να δημοσιευθεί από τραπεζικές και ασφαλιστικές εταιρείες και εταιρείες καταθέσεων, πρόνοιας και φιλανθρωπικές οργανώσεις. Το Δωδέκατο Παράρτημα αναφέρεται σε πρόνοιες που αναφέρονται στο άρθρο 373 (ποινές για ψεύτικες δηλώσεις). Το Δέκατο Τρίτο Παράρτημα αφορά κανονισμούς για εκθέσεις για πληρωμές προς κυβερνήσεις.

Το Ευρωπαϊκό εταιρικό δίκαιο ανήκει στις πηγές του Κυπριακού εταιρικού δικαίου. Στις πηγές του Κυπριακού εταιρικού δικαίου θα πρέπει να ενταχθούν και εταιρικά νομοθετήματα του δευτερογενούς Ενωσιακού δικαίου. Ειδικότερα, η σημασία του Ευρωπαϊκού εταιρικού δικαίου ως πηγή του Κυπριακού εταιρικού δικαίου είναι τεράστια. Οι Οδηγίες και οι Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού εταιρικού δικαίου άσκησαν μεγάλη επιρροή και επέφεραν σημαντικές αλλαγές στο Κυπριακό εταιρικό δίκαιο. Ως Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Κύπρος έχει ενσωματώσει στο εσωτερικό της δίκαιο τις διάφορες εταιρικές Οδηγίες. Επίσης, με διάφορους Κανονισμούς υιοθετήθηκαν και στην Κύπρο συγκεκριμένοι υπερεθνικοί εταιρικοί τύποι. Στα παρακάτω υποκεφάλαια που αφορούν το Ευρωπαϊκό εταιρικό δίκαιο και τους υπερεθνικούς εταιρικούς τύπους,

Σελ. 8

θα γίνει εκτενέστερη αναφορά σε αυτές τις Ενωσιακής φύσεως πηγές του Κυπριακού εταιρικού δικαίου και θα γίνει κατανοητή η επίδραση των νομοθετημάτων του Ευρωπαϊκού εταιρικού δικαίου στο Κυπριακό εταιρικό δίκαιο.

3) Η ερμηνεία του περί Εταιρειών Νόμου

Η υπόθεση Wilson Χρυσούλλα και Άλλη ν Κυπριακής Δημοκρατίας Μέσω Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων προσέφερε ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ερμηνεία του περί Εταιρειών Νόμου. Στην υπόθεση αυτή, το Δικαστήριο όρισε ότι: «[σ]κοπός της ερμηνείας του Νόμου είναι η ανεύρεση της πρόθεσης του νομοθέτη. Στην υπόθεση Γεώργιος Καρκώτης και Αλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 648/88, (Απόφαση δόθηκε στις 14 Φεβρουαρίου, 1990, δε δημοσιεύτηκε ακόμα), το Δικαστήριο είπε, αναφορικά με την ερμηνεία 10 των Νόμων, στις σελ. 3,4 και 5: «Στην υπόθεση Sussex Peerage (1844), 11 CI. & Fin. 85, (8 E.R. 1034), ο Tindal, C.J., εκδίδοντας την Απόφαση των Δικαστών της Βουλής των Λόρδων, είπε στη σελ. 144: ‘My Lords, the only rule for the construction of Acts of Parliament is, that they should be construed according to the intent of the Parliament which passed the Act. If the words of the statute are in themselves precise and unambiguous, then no more can be necessary than to expound those words in their natural and ordinary sense. The words themselves alone do, in such case, best declare the intention of the lawgiver. But if any doubt arises from the terms employed by the Legislature, it has always been held a safe mean of collecting the intention, to call in aid the ground and cause of making the statute, and to have recourse to the preamble, which, according to Chief Justice Dyer (Stowel v. LordZouch, Plowden, 369), is ‘a key to open the minds of the makers of the Act, and the mischiefs which they intended to redress’. Στην υπόθεση Salomon v. Salomon & Co. [189η A.C. 22, ο Lord Watson στη σελ. 38 είπε: “Intention of the Legislature’ is a common but very slippery phrase, which, popularly understood, may signify anything from intention embodied in positive enactment to speculative opinion as to what the Legislature probably would have meant, although there has been an omission to enact it. In a Court of Law or Equity, what the Legislature intended to be done or not to be done can only be legitimately ascertained from that which it has chosen to enact, either in express words or by reasonable and necessary implication.’ Όπου το λεκτικό είναι σαφές, το Δικαστήριο ερμηνεύει το νόμο με βάση τη φυσική και συνήθη έννοια των λέξεων. Όπου υπάρχει ασάφεια, ολόκληρο το σχετικό μέρος του νόμου ή ολόκληρος ο νόμος εξετάζονται. Λαμβάνονται υπόψη η κατάσταση της νομοθεσίας το χρόνο θέσπισης του νόμου και η ανάγκη ή το κακό που σκόπευε να ικανοποιήσει ή θεραπεύσει. Η χρήση λεξικών δεν είναι επιτρεπτή στις περιπτώσεις που το Δικαστήριο ερμηνεύει νομοθετική διάταξη με αναφορά στο κακό ή την ανάγκη που ο νομοθέτης επιδίωξε να ικανοποιήσει ή θεραπεύσει. Παρόλο ότι οι λέξεις σε ένα νομοθέτημα γενικά ερμηνεύονται με τη συνήθη σημασία τους, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη το αντικείμενο και ο σκοπός του νόμου, οπότε και οι λέξεις ερμηνεύονται με βάση τα συμφραζόμενα, παρά με την αυστηρή ετυμολογική ή συνήθη σημασία τους. (Βλ. Halsbury's Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 44, παράγραφοι 863-873.)»».

Σελ. 9

4) Οι εταιρικοί τύποι

4.1) Κατηγοριοποίηση των εταιρικών τύπων

Υπάρχουν δύο κατηγορίες εταιρειών περιορισμένης ευθύνης. Η πρώτη βασική διάκριση των εταιρικών τύπων είναι σε εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με μετοχές και σε εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με εγγύηση. Η περαιτέρω υποδιαίρεση των εταιρειών γίνεται σε δημόσιες και σε ιδιωτικές εταιρείες. Ειδικότερα, οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με μετοχές υποδιαιρούνται σε ιδιωτικές εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με μετοχές και σε δημόσιες εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με μετοχές.

4.2) Η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές

Ο πρώτος εταιρικός τύπος είναι η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές (company limited by shares). Στο άρθρο 2, όπου δίδονται διάφοροι ορισμοί βασικών όρων του περί Εταιρειών Νόμου, η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές έχει την έννοια που της αποδίδεται στο άρθρο 3(2). Το άρθρο 3(2)(α) ορίζει την εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές ως «εταιρεία που η ευθύνη των μελών της περιορίζεται από το ιδρυτικό έγγραφο στο ποσό, αν υπάρχει που δεν πληρώθηκε για τις μετοχές που κατέχουν αντίστοιχα (στο Νόμο αυτό ονομάζεται “εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές”)». Βασικό χαρακτηριστικό της εταιρείας αυτής είναι η περιορισμένη ευθύνη των μετόχων μέχρι του ποσού της συνεισφοράς τους στο κεφάλαιο της εταιρείας. Η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές διαθέτει κεφάλαιο το οποίο διαιρείται σε τμήματα, τις μετοχές. Το άρθρο 4(4) ορίζει: «Σε περίπτωση εταιρείας με μετοχικό κεφάλαιο-

(α) το ιδρυτικό έγγραφο πρέπει επίσης να δηλώνει το ποσό του μετοχικού κεφαλαίου με το οποίο η εταιρεία προτίθεται να εγγραφεί και τη διαίρεση του σε μετοχές καθορισμένου ποσού

) κανένα πρόσωπο από αυτά που υπέγραψαν το ιδρυτικό έγγραφο δεν δύναται να πάρει λιγότερο από μια μετοχή

(γ) κάθε πρόσωπο που υπέγραψε το ιδρυτικό έγγραφο πρέπει να γράψει απέναντι από το όνομα του τον αριθμό των μετοχών που λαμβάνει.»

Η συνεισφορά στο μετοχικό κεφάλαιο και η συνακόλουθη λήψη μετοχών αντιστοιχεί σε μία εταιρική ιδιότητα. Η ευθύνη των μετόχων περιορίζεται στην αξία των μετοχών τους, δηλαδή στο τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου στο οποίο συνεισέφεραν. Συνεπώς, στα πλαίσια μιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές, η εταιρική αυτή ιδιότητα δεν συνεπάγεται προσωπική ευθύνη του φορέα της για τις υποχρεώσεις της εταιρείας. Επίσης, η δυνατότητα μεταβίβασης των μετοχών συνεπάγεται δυνατότητα μεταβίβασης εταιρικής ιδιότητας.

Θα πρέπει να διευκρινιστεί στο σημείο αυτό ο όρος περιορισμένη ευθύνη στα πλαίσια του εταιρικού τύπου της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές. Η εταιρεία ως χωριστό νομικό πρόσωπο έχει απεριόριστη ευθύνη έναντι τρίτων για τις οφειλές της. Η περιορισμένη ευθύνη αφορά την ευθύνη των μετόχων και όχι την ευθύνη της εταιρείας, η οποία είναι απεριόριστη. Το άρθρο

Σελ. 10

4(2) ορίζει ότι «το ιδρυτικό έγγραφο εταιρείας […] περιορισμένης ευθύνης με μετοχές […] πρέπει να δηλώνει ότι η ευθύνη των μελών της είναι περιορισμένη.» Οι μέτοχοι της εταιρείας έχουν ευθύνη έναντι της εταιρείας για την καταβολή του ποσού της εισφοράς τους για τη λήψη μετοχών. Η ευθύνη αυτή των μετόχων έναντι της εταιρείας για την καταβολή του ποσού της εισφοράς τους είναι περιορισμένη μέχρι το ύψος του ποσού αυτού. Ο όρος περιορισμένη ευθύνη αντιστοιχεί στην ευθύνη των μετόχων έναντι της εταιρείας που περιορίζεται στο ύψος του ποσού της εισφοράς τους και όχι στην ευθύνη της εταιρείας έναντι τρίτων η οποία είναι απεριόριστη. Σε περίπτωση που ένας μέτοχος δεν έχει πληρώσει (ολόκληρό ή εν μέρει) το ποσό της εισφοράς για τη λήψη των μετοχών που κατέχει, τότε η προσωπική ευθύνη του έναντι της εταιρείας περιορίζεται στο συγκεκριμένο οφειλόμενο ποσό. Αν κατά την ίδρυση της εταιρείας ένας μέτοχος αναλάβει μετοχές μιας συγκεκριμένης αξίας, αλλά δεν καταβάλει ολόκληρο ή τμήμα από το ποσό της αξίας τους στην εταιρεία, τότε έχει περιορισμένη ευθύνη για ολόκληρο το ποσό ή για το τμήμα του ποσού που δεν καταβλήθηκε. Αν κατά την ίδρυση της εταιρείας ένας μέτοχος καταβάλει ολόκληρο το ποσό της εισφοράς του για τις μετοχές που έλαβε, τότε δεν φέρει οποιαδήποτε περαιτέρω ευθύνη προς την εταιρεία, γιατί η ευθύνη του είναι περιορισμένη και εξαντλείται στο ποσό που ήδη κατέβαλε για τη λήψη των μετοχών. Όταν η εταιρεία εισέλθει σε καθεστώς εκκαθάρισης, η έννοια της περιορισμένης ευθύνης σημαίνει ότι η ευθύνη του μετόχου περιορίζεται στο υπόλοιπο του ποσού της ονομαστικής αξίας των μετοχών του, το οποίο δεν έχει καταβάλλει ακόμη.

Η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές διακρίνεται περαιτέρω σε ιδιωτική (private company limited by shares) και δημόσια (public company limited by shares). Στο άρθρο 3(1) γίνεται διαχωρισμός σε ιδιωτικές και δημόσιες εταιρείες. Το άρθρο 3(1) ορίζει ότι οποιαδήποτε επτά ή περισσότερα πρόσωπα για τη σύσταση δημόσιας εταιρείας ή ένα ή περισσότερα πρόσωπα για τη σύσταση ιδιωτικής εταιρείας, τα οποία συνεργάζονται για οποιοδήποτε νόμιμο σκοπό μπορούν, με την υπογραφή των ονομάτων τους στο ιδρυτικό έγγραφο και αφού συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις του περί Εταιρειών Νόμου για την εγγραφή εταιρειών, να συστήσουν εταιρεία περιορισμένης ευθύνης.

4.3) Χαρακτηριστικά ιδιωτικής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές

Η έννοια της «ιδιωτικής εταιρείας» δίνεται στο άρθρο 29. Στο άρθρο 2, όπου δίδονται διάφοροι ορισμοί βασικών όρων του περί Εταιρειών Νόμου, η ««ιδιωτική εταιρεία» έχει την έννοια που της αποδίδεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 29». Σύμφωνα με το άρθρο 29, ιδιωτική είναι η εταιρεία που με το καταστατικό της περιορίζει το δικαίωμα μεταβίβασης των μετοχών της, περιορίζει τον αριθμό των μελών της σε πενήντα, χωρίς να περιλαμβάνονται πρόσωπα που βρίσκονται στην υπηρεσία της εταιρείας (και πρόσωπα τα οποία ήταν προηγουμένως στην υπηρεσία της εταιρείας και ενώ ήταν στην υπηρεσία της εξακολούθησαν μετά τον τερματισμό της υπηρεσίας εκείνης να είναι μέλη της εταιρείας) και απαγορεύει πρόσκληση προς το κοινό για εγγραφή για οποιεσδήποτε μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της εταιρείας. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 29, οι μετοχές

Σελ. 11

σε ιδιωτική εταιρεία είναι δυνατό να κατέχονται από ένα και μοναδικό πρόσωπο, είτε από τη σύσταση της εταιρείας, είτε με τη μετέπειτα απόκτηση τους από ένα και μοναδικό πρόσωπο. Περαιτέρω, διευκρινίζεται ότι όταν δύο ή περισσότερα πρόσωπα κατέχουν μια ή περισσότερες μετοχές σε εταιρεία από κοινού, θεωρούνται ως ένα και μόνο μέλος. Σε αυτή την τελευταία περίπτωση, η μετοχική ιδιότητα θα είναι μία και κοινή για τα δύο ή περισσότερα πρόσωπα που κατέχουν μια ή περισσότερες μετοχές σε εταιρεία από κοινού. Επίσης, το άρθρο 4(1)(α)(i) απαιτεί το ιδρυτικό έγγραφο κάθε εταιρείας να πρέπει να αναφέρει «το όνομα της εταιρείας μαζί με τη λέξη ‘λίμιτεδ’ ή ‘λτδ’ ή στην περίπτωση που το όνομα της εταιρείας αναγράφεται με λατινικούς χαρακτήρες, με τη λέξη ‘limited’ ή ‘ltd’, ως την τελευταία λέξη του ονόματος».

Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθούμε στο Μέρος ΙΙ του Πίνακα Α του Πρώτου Παραρτήματος, που περιλαμβάνει τους κανονισμούς για τη διοίκηση ιδιωτικής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές. Ο κανονισμός 2 αυτού του Μέρους ορίζει:

«2. Η εταιρεία είναι ιδιωτική εταιρεία και ακολούθως:

(α) το δικαίωμα μεταβίβασης μετοχών περιορίζεται με τον πιο κάτω καθοριζόμενο τρόπο·

(β) ο αριθμός μελών της εταιρείας (εξαιρουμένων προσώπων που είναι στην υπηρεσία της εταιρείας και προσώπων που διετέλεσαν προηγουμένως στην υπηρεσία της εταιρείας και συνέχισαν μετά τον τερματισμό της απασχόλησης τους να είναι μέλη της εταιρείας), περιορίζεται σε πενήντα:

Νοείται ότι όταν δύο ή περισσότερα πρόσωπα κατέχουν από κοινού μια ή περισσότερες μετοχές στην εταιρεία για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού θα θεωρούνται ως ένα μέλος.

(γ) οποιαδήποτε πρόσκληση προς το κοινό προς εγγραφή για μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της εταιρείας απαγορεύεται·

(δ) η εταιρεία δεν έχει εξουσία να εκδίδει εντάλματα μετοχών στον κομιστή

Με τον κανονισμό αυτό επαναλαμβάνονται σε μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά της ιδιωτικής εταιρείας που απαιτούνται από το άρθρο 29 του περί Εταιρειών Νόμου. Αναφορικά με την υποχρέωση του περιορισμού του δικαιώματος μεταβίβασης των μετοχών της ιδιωτικής εταιρείας από το καταστατικό της, ο κανονισμός 3 αυτού του Μέρους ορίζει περαιτέρω ότι «οι σύμβουλοι δύνανται, κατά την απόλυτη κρίση τους και χωρίς να δώσουν οποιοδήποτε λόγο, να αρνηθούν να εγγράψουν οποιαδήποτε μεταβίβαση μετοχής ανεξάρτητα αν είναι ή όχι εξολοκλήρου εξοφλημένη».

4.4) Χαρακτηριστικά δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές

Στον περί Εταιρειών Νόμο, δεν δίνεται ο ορισμός της δημόσιας εταιρείας. Στο άρθρο 2, όπου δίδονται διάφοροι ορισμοί βασικών όρων του περί Εταιρειών Νόμου, αναφέρεται ότι ««δημόσια εταιρεία» σημαίνει την εταιρεία που δεν είναι ιδιωτική». Άρα, σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, τα χαρακτηριστικά της δημόσιας εταιρείας μπορούν να συναχθούν εξ’ αντιδιαστολής από τα χαρακτηριστικά της ιδιωτικής εταιρείας. Δημόσια είναι η εταιρεία που μπορεί να απευθύνει πρόσκλη-

Σελ. 12

ση προς το κοινό για εγγραφή για οποιεσδήποτε μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της εταιρείας εν αντιθέσει με την ιδιωτική εταιρεία για την οποία κάτι τέτοιο απαγορεύεται. Σύμφωνα με το άρθρο 2, «“πρόσκληση για εγγραφή” σημαίνει οποιαδήποτε πρόσκληση για εγγραφή, ειδοποίηση, εγκύκλιο, διαφήμιση ή άλλη πρόσκληση που προσφέρει στο κοινό μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα για εγγραφή ή αγορά·». Με απλά λόγια, πρόσκληση για εγγραφή σημαίνει ότι η δημόσια εταιρεία μπορεί να συγκεντρώσει τα απαραίτητα για τη λειτουργία της κεφάλαια απευθυνόμενη στο επενδυτικό κοινό, με τρόπο ώστε διάφοροι ενδιαφερόμενοι επενδυτές που έχουν στη διάθεση τους τα απαραίτητα ποσά να τα συνεισφέρουν στην εταιρεία και να λάβουν μετοχές της ή να τα δανείσουν στην εταιρεία και να λάβουν χρεόγραφα της (χρεωστικά ομόλογα). Εν αντιθέσει με τη δημόσια εταιρεία, η ιδιωτική εταιρεία απαγορεύει την πρόσκληση προς το κοινό για εγγραφή για οποιεσδήποτε μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της, σύμφωνα με το άρθρο 29(1)(γ).

Ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 29(1)(α), το καταστατικό μιας ιδιωτικής εταιρείας θα πρέπει να περιορίζει το δικαίωμα μεταβίβασης των μετοχών της, η δημόσια εταιρεία έχει την ευχέρεια να περιορίζει το δικαίωμα μεταβίβασης των μετοχών της, εφόσον αυτό προβλέπεται από το καταστατικό της (όμως η εισηγμένη δημόσια εταιρεία, η οποία είναι η δημόσια εταιρεία που έχει τις μετοχές της εισηγμένες σε μία οργανωμένη αγορά, όπως το Χρηματιστήριο, δεν μπορεί να περιορίσει το δικαίωμα μεταβίβασής των μετοχών της).

Αναφορικά με τη μεταβίβαση μετοχών, οι κανονισμοί 23 και 24 του Μέρους Ι του Πίνακα Α του Πρώτου Παραρτήματος, που περιλαμβάνει τους κανονισμούς για τη διεύθυνση δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές («κανονισμοί για διεύθυνση εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές που δεν είναι ιδιωτική εταιρεία»), ορίζουν:

«23. Τηρουμένων τέτοιων περιορισμών των κανονισμών αυτών που είναι δυνατό να έχουν εφαρμογή, το κάθε μέλος δύναται να μεταβιβάζει όλες ή οποιεσδήποτε από τις μετοχές του με έγγραφο γραπτώς σε οποιοδήποτε συνήθη ή κοινό τύπο ή με άλλο τύπο τον οποίο οι σύμβουλοι δυνατό να εγκρίνουν.

24. Οι σύμβουλοι δύνανται να αρνηθούν την εγγραφή μεταβίβασης μετοχής (που δεν είναι εξολοκλήρου πληρωμένη) σε πρόσωπο που δεν εγκρίνουν και δικαιούνται επίσης να αρνηθούν την εγγραφή μεταβίβασης μετοχής πάνω στην οποία η εταιρεία έχει δικαίωμα παρακράτησης.»

Ορισμένα εννοιολογικά στοιχεία της δημόσιας εταιρείας μπορούν να συναχθούν από τις συνέπειες παράλειψης συμμόρφωσης με καταστατικούς όρους που καθιστούν ιδιωτική μία εταιρεία, οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο 30. Στο άρθρο 30, ορίζεται ότι εάν μία εταιρεία δεν συμμορφώνεται με τις καταστατικές προϋποθέσεις της ιδιωτικής εταιρείας, που δίδονται στο άρθρο 29, τότε αυτή θα θεωρείται εν μέρει ότι είναι δημόσια εταιρεία και άρα θα πρέπει να έχει τουλάχιστον 7 μέλη. Σύμφωνα με το άρθρο 30, όταν το καταστατικό ιδιωτικής εταιρείας θα πρέπει περιλαμβάνει τις διατάξεις που απαιτούνται βάσει του άρθρου 29 να περιληφθούν στο καταστατικό εταιρείας για να θεωρείται ιδιωτική εταιρεία, αλλά δεν έγινε συμμόρφωση με οποιεσδήποτε από τις διατάξεις αυτές, η εταιρεία παύει να δικαιούται τα προνόμια και τις εξαιρέσεις που παραχωρούνται στις ιδιωτικές εταιρείες, όπως το να μπορεί να έχει λιγότερα από 7 μέλη. Η μη συμμορφούμενη με το άρθρο 29 ιδιωτική εταιρεία παραμένει ιδιωτική, αλλά, λόγω της μη συμμόρφωσης της, στερείται ορισμένων πλεονεκτημάτων της ιδιωτικής εταιρείας και εξομοιώνεται εν μέρει με δημόσια εται-

Σελ. 13

ρεία, με συνέπεια να επέρχονται σε αυτήν ορισμένες δυσμενείς συνέπειες της δημόσιας εταιρείας. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 30, η μη συμμορφούμενη με το άρθρο 29 ιδιωτική εταιρεία παύει να δικαιούται να έχει κάτω από 7 μετόχους, ωσάν η εταιρεία να μην ήταν ιδιωτική, με συνέπεια να επέλθουν όλα τα αποτελέσματα που η έλλειψη αυτή επιφέρει με βάση τα άρθρα 32, 211(δ) και 213(1)(α)(i). Τα άρθρα 32, 211(δ) και 213(1)(α)(i) αναφέρονται σε ορισμένα αποτελέσματα που επέρχονται όταν ο αριθμός μελών μιας δημόσιας εταιρείας μειωθεί κάτω από 7. Σύμφωνα με το άρθρο 30, τα αποτελέσματα αυτά επέρχονται και στην περίπτωση μη συμμορφούμενης με το άρθρο 29 ιδιωτικής εταιρείας, η οποία εξομοιώνεται με δημόσια εταιρεία με κάτω από 7 μέλη. Το ιδιαίτερο καθεστώς της ιδιωτικής εταιρείας, που είναι απλούστερο και πιο ευέλικτο σε σχέση με τις δημόσιες εταιρείες, αποτελεί το θεμέλιο του νόμιμου τεκμηρίου υπέρ του χαρακτηρισμού μιας εταιρείας ως δημόσιας, αν δεν υπάρχουν τα απαραίτητα στοιχεία μιας ιδιωτικής εταιρείας. Πάντως, θα μπορούσε να ασκηθεί κριτική στην εφαρμογή, με βάση το άρθρο 30, και στην μη συμμορφούμενη με το άρθρο 29 ιδιωτική εταιρεία με κάτω από 7 μέλη των δυσμενών αυτών συνεπειών που αφορούν τις δημόσιες εταιρείες με κάτω από 7 μέλη. Ο λόγος είναι ότι η μη συμμορφούμενη με το άρθρο 29 ιδιωτική εταιρεία με πάνω από 7 μέλη δεν θα υφίσταται αυτές τις δυσμενείς συνέπειες, που αφορούν τις δημόσιες εταιρείες με κάτω από 7 μέλη. Η κριτική, λοιπόν, έγκειται στο ότι η εφαρμογή των δυσμενών συνεπειών, που αφορούν τις δημόσιες εταιρείες με κάτω από 7 μέλη, στις μη συμμορφούμενες ιδιωτικές εταιρείες θα εξαρτάται από το τυχαίο γεγονός του αν η μη συμμορφούμενη ιδιωτική εταιρεία έχει περισσότερα ή λιγότερα από 7 μέλη. Η διάταξη του άρθρου 30 θα πλήξει κυρίως τις μικρότερου μεγέθους μη συμμορφούμενες ιδιωτικές εταιρείες με κάτω από 7 μέλη.

Όμως, για λόγους επιείκειας, το άρθρο 30 δίνει τη δυνατότητα υπό συγκεκριμένους όρους σε μία μη συμμορφούμενη με το άρθρο 29 ιδιωτική εταιρεία να αποφύγει τα αποτελέσματα εξομοίωσης με δημόσια εταιρεία: «Νοείται ότι το Δικαστήριο, αφού ικανοποιηθεί ότι η παράλειψη συμμόρφωσης με τους όρους ήταν τυχαία ή οφειλόταν σε παραδρομή ή οποιαδήποτε άλλη ικανοποιητική αιτία ή ότι για άλλους λόγους είναι δίκαιο και σύμφωνο με το δίκαιο της επιείκειας να χορηγηθεί θεραπεία, δύναται με αίτηση της εταιρείας ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου που έχει συμφέρον και με τέτοιους όρους και προϋποθέσεις που στο Δικαστήριο θα φανούν δίκαιοι και σκόπιμοι να διατάξει όπως η εταιρεία απαλλαγεί από τις συνέπειες που αναφέρονται πιο πάνω». Η δυνατότητα αυτή απαλλαγής από τις ανωτέρω συνέπειες βασίζεται στο ότι η εταιρεία παραμένει ιδιωτική παρά τη μη συμμόρφωση της. Η μη συμμορφούμενη με το άρθρο 29 ιδιωτική εταιρεία παραμένει «ιδιωτική» εταιρεία, αλλά λόγω του ότι έχει υιοθετήσει κάποια από τα χαρακτηριστικά της δημόσιας εταιρείας, μέσω της μη συμμόρφωσης της, επέρχονται σε αυτήν μόνο ορισμένες δυσμενείς συνέπειες της δημόσιας εταιρείας, από τις οποίες δύναται να απαλλαγεί υπό τις συγκεκριμένες προυποθέσεις του άρθρου 30.

Επίσης, το άρθρο 4(1) (α) (ii) απαιτεί το ιδρυτικό έγγραφο κάθε εταιρείας να πρέπει να αναφέρει: «το όνομα της εταιρείας μαζί με τις λέξεις ‘δημόσια λίμιτεδ’ ή ‘δημόσια λτδ’ ή ‘δημόσια εταιρεία λίμιτεδ’ ή ‘δημόσια εταιρεία λτδ’ ή ‘δ.ε. λίμιτεδ’ ή ‘δ.ε. λτδ’ ή, στην περίπτωση που το όνομα της εταιρείας αναγράφεται με λατινικούς χαρακτήρες, με τις λέξεις ‘Public Company Limited’ ή ‘Public

Σελ. 14

Company Ltd’ ή ‘Public Co. Limited’ ή ‘Public Co. Ltd’ ή ‘Plc’ ή ‘Public Limited’ ή ‘Public Ltd’, ως τις τελευταίες λέξεις του ονόματος, όταν πρόκειται για δημόσια εταιρεία».

4.5) Διαφορές ιδιωτικής και δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές

Θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε ορισμένα χαρακτηριστικά της δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές και της ιδιωτικής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές μέσα από την ανάλυση των διαφορών τους. Σε αρκετά σημεία, ο περί Εταιρειών Νόμος υιοθετεί διαφορετικές ρυθμίσεις για τις δημόσιες και τις ιδιωτικές εταιρείες. Αυτή η σύγκριση ιδιωτικής και δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές θα καταδείξει τα περαιτέρω ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε εταιρικού τύπου.

Αναφορικά με τον αριθμό των μελών, σύμφωνα με το άρθρο 3(1), ο ελάχιστος αριθμός μελών μιας δημόσιας εταιρείας είναι επτά, ενώ, σύμφωνα με τα άρθρα 3(1) και 29, ο ελάχιστος αριθμός μελών μιας ιδιωτικής εταιρείας είναι ένα. Ο μέγιστος αριθμός μελών σε μια ιδιωτική εταιρεία μπορεί να είναι 50 σύμφωνα με το άρθρο 29(1)(β) «χωρίς να περιλαμβάνονται πρόσωπα που βρίσκονται στην υπηρεσία της εταιρείας, και πρόσωπα τα οποία ήταν προηγουμένως στην υπηρεσία της εταιρείας και ενώ ήταν στην υπηρεσία της εξακολούθησαν μετά τον τερματισμό της υπηρεσίας εκείνης να είναι μέλη της εταιρείας». Για τις δημόσιες εταιρείες, δεν υπάρχει ανώτατος αριθμός μελών.

Οι κύριες διαφορές μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών εταιρειών περιορισμένης ευθύνης με μετοχές είναι οι εξής:

- Το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο δημόσιας εταιρείας είναι 25.629 Ευρώ (15.000 Λίρες Κύπρου), σύμφωνα με το άρθρο 4Α που ορίζει τα σχετικά με το ελάχιστο εγγεγραμμένο μετοχικό κεφάλαιο των δημοσίων εταιρειών. Δεν απαιτείται ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο για τις ιδιωτικές εταιρείες.

- Η δημόσια εταιρεία έχει δικαίωμα έκδοσης ενταλμάτων μετοχών στον κομιστή, σύμφωνα με το άρθρο 81, ενώ οι ιδιωτικές εταιρείες δεν έχουν τέτοιο δικαίωμα , σύμφωνα με τα άρθρα 81 και 29(1)(α). Επίσης, ο κανονισμός 2(δ) του Μέρους II του Πίνακα Α του Πρώτου Παραρτήματος ορίζει ότι η ιδιωτική εταιρεία δεν έχει εξουσία να εκδίδει εντάλματα μετοχών στον κομιστή.

Σελ. 15

- Σύμφωνα με το άρθρο 56(1), δημόσια εταιρεία δεν επιτρέπεται να εκδίδει μετοχές υπό το άρτιον (κάτω από την ονομαστική αξία), ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 56(2) και (3), η ιδιωτική εταιρεία επιτρέπεται υπό όρους και περιορισμούς να εκδίδει μετοχές υπό το άρτιον.

- Δεν υπάρχει υποχρέωση επιβολής περιορισμών στο δικαίωμα μεταβίβασης μετοχών για τις δημόσιες εταιρείες. Σύμφωνα με το άρθρο 29(1)(α), η ιδιωτική εταιρεία πρέπει περιορίζει με το καταστατικό της το δικαίωμα μεταβίβασης των μετοχών της. Ο περί Εταιρειών Νόμος δεν περιέχει διατάξεις που να καθορίζουν τους περιορισμούς που θα πρέπει να εφαρμόζονται από το καταστατικό στο δικαίωμα μεταβίβασης μετοχών για ιδιωτικές εταιρείες. Οι πιο συνηθισμένοι περιορισμοί που εισάγονται στο καταστατικό είναι τα δικαιώματα προτίμησης στην απόκτηση μετοχών και το απόλυτο ή υπό περιορισμούς δικαίωμα του διοικητικού συμβουλίου της ιδιωτικής εταιρείας να μην εγκρίνει μεταβιβάσεις.

- Η δημόσια εταιρεία επιτρέπεται να απευθύνει πρόσκληση προς το κοινό για εγγραφή για μετοχές και χρεωστικά ομόλογα της, ενώ η ιδιωτική εταιρεία δεν επιτρέπεται να απευθύνει τέτοια πρόσκληση προς το κοινό. Σύμφωνα με το άρθρο 29(1)(γ), η ιδιωτική εταιρεία θα πρέπει με το καταστατικό της να απαγορεύει πρόσκληση προς το κοινό για εγγραφή για οποιεσδήποτε μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της εταιρείας.

- Αναφορικά με τους κανόνες παραχώρησης μετοχών κατόπιν όχι εισφοράς μετρητών, αλλά εισφοράς σε είδος, το άρθρο 47A(1) ορίζει ότι μετοχές δημόσιας εταιρείας παραχωρούνται μόνο έναντι εισφοράς στοιχείων ενεργητικού δεκτικών οικονομικής αποτιμήσεως, τα οποία έχουν προηγουμένως εκτιμηθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 47Β, το όποιο άρθρο ορίζει τον τρόπο εκτιμήσεως και τις περιπτώσεις ελλείψεως υποχρεώσεως εκτιμήσεως αναφορικά με τις εισφορές σε είδος. Επίσης, το άρθρο 47A(1) διευκρινίζει για την παραχώρηση μετοχών δημόσιας εταιρείας ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι οποίες αφορούν την εκτέλεση εργασιών ή την παροχή υπηρεσιών, δεν νοούνται ως στοιχεία ενεργητικού δεκτικά αποτιμήσεως. Δεν υπάρχουν ρητές πρόνοιες στη νομοθεσία αναφορικά με την παραχώρηση μετοχών ιδιωτικών εταιρειών κατόπιν εισφοράς σε είδος και όχι σε μετρητά.

- Αναφορικά με τους κανόνες ψηφοφορίας σε περίπτωση αποφάσεων της γενικής συνελεύσεως περί αλλαγής στο ποσό ή στις τάξεις του μετοχικού κεφαλαίου ή στα δικαιώματα που είναι συνδεδεμένα με οποιαδήποτε τάξη μετοχών, το άρθρο 59Α(1) ορίζει τους σχετικούς κανόνες για τις δημόσιες εταιρείες. Οι κανόνες αυτοί δεν έχουν εφαρμογή σε ιδιωτικές εταιρείες σύμφωνα με το άρθρο 59Α(2)(β).

- Οι δημόσιες εταιρείες θα πρέπει συμμορφωθούν με συγκεκριμένες πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου, που αφορούν την εξόφληση μετοχών που εκδόθηκαν από αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Το άρθρο 60Α(1) ορίζει ότι: «Οι μετοχές που εκδόθηκαν από αύξηση μετοχικού κεφαλαίου δημόσιας εταιρίας πρέπει να εξοφληθούν :

(α) Σε περίπτωση αναλήψεως έναντι μετρητών, τουλάχιστον κατά ποσοστό 25% της ονομαστικής τους αξίας. Όταν προβλέπεται η καταβολή ποσού υπέρ το άρτιον, το ποσόν αυτό πρέπει να καταβάλλεται ολόκληρο.

) Σε περίπτωση αναλήψεως έναντι εισφοράς σε είδος, πρέπει να έχουν εξοφληθεί πλήρως σε προθεσμία πέντε ετών μετά την απόφαση για την αύξηση.» Για τις ιδιωτικές εταιρείες, δεν υφίστανται στον περί Εταιρειών Νόμο τέτοιες ρητές πρόνοιες για την εξόφληση μετοχών που εκδόθηκαν από αύξηση μετοχικού κεφαλαίου.

Σελ. 16

- Υπάρχουν ειδικές πρόνοιες στον περί Εταιρειών Νόμο για τις δημόσιες εταιρείες αναφορικά με την εφαρμογή σε αυτές της αρχής της προτιμήσεως των παλαιών μετόχων κατά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου σε μετρητά, ενώ για τις ιδιωτικές εταιρείες δεν υπάρχουν. Το άρθρο 60Β(1) ορίζει ότι «Κατά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου δημόσιας εταιρείας με εισφορές σε μετρητά, οι μετοχές πρέπει να προσφερθούν κατά προτίμηση στους ήδη μετόχους, ανάλογα με το ποσοστό του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν οι μετοχές τους». Η αρχή της προτιμήσεως των παλαιών μετόχων κατά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου σημαίνει ότι οι νέες μετοχές που θα προκύψουν από την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου θα προσφερθούν πρώτα στους παλιούς μετόχους κατ’ αναλογία του ποσοστού των μετοχών που είχαν στο παλαιό κεφάλαιο της εταιρείας πριν την αύξηση του. Δεν υπάρχει κάποια τέτοια πρόβλεψη για εφαρμογή της αρχής της προτιμήσεως στις ιδιωτικές εταιρείες.

- Ισχύει η ίση μεταχείριση των μετοχών της αυτής(ίδιας) τάξεως για τις δημόσιες εταιρείες, ενώ για τις ιδιωτικές εταιρείες δεν ισχύει τέτοια διάταξη. Το άρθρο 69Α ορίζει ότι «Οι μέτοχοι δημόσιας εταιρείας, οι οποίοι κατέχουν μετοχές της αυτής [ίδιας] τάξεως, τυγχάνουν ίσης μεταχειρίσεως από την εταιρεία. Αντίθετες διατάξεις στο ιδρυτικό έγγραφο ή το καταστατικό ή αποφάσεις γενικής συνελεύσεως είναι άκυρες

- Για τις δημόσιες εταιρείες υπάρχουν ρητοί περιορισμοί για τη διανομή μερισμάτων, κερδών και στοιχείων ενεργητικού στα άρθρα 169Α-169Ε, ενώ για τις ιδιωτικές εταιρείες δεν υπάρχουν τέτοιες ρυθμίσεις.

- Με το άρθρο 169ΣΤ εισάγεται, ως μία από τις υποχρεώσεις των συμβούλων αναφορικά με την διοίκηση και διαχείριση δημόσιας εταιρείας, η ανάγκη δράσεως σε περίπτωση σημαντικής απώλειας μετοχικού κεφαλαίου. Ενώ για τις δημόσιες εταιρείες υπάρχει τέτοια υποχρέωση δράσεως των συμβούλων σε περίπτωση σημαντικής απώλειας μετοχικού κεφαλαίου, δεν υφίσταται παρόμοια πρόνοια στον περί Εταιρειών Νόμο για τις ιδιωτικές εταιρείες. Η απουσία τέτοια πρόνοιας για τις ιδιωτικές εταιρείες εξηγείται από το ότι δεν απαιτείται ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο για τις ιδιωτικές εταιρείες.

- Οι διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου για συγχώνευση και διάσπαση εταιρειών εφαρμόζονται μόνο στις δημόσιες εταιρείες και όχι στις ιδιωτικές εταιρείες (άρθρα 201Α-201Η).

- Σύμφωνα με το άρθρο 170 που ορίζει τον ελάχιστο αριθμό διοικητικών συμβούλων, η δημόσια εταιρεία πρέπει να έχει τουλάχιστον δύο συμβούλους, ενώ η ιδιωτική εταιρεία πρέπει να έχει τουλάχιστον ένα σύμβουλο.

- Σύμφωνα με το άρθρο 4(5), «Στο καταστατικό δημόσιας εταιρείας:

) πρέπει να περιέχονται οι κανόνες, οι οποίοι καθορίζουν τον αριθμό και τον τρόπο διορισμού των συμβούλων, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την διοίκηση της εταιρείας και την εκπροσώπησή της έναντι τρίτων,

(β) δύνανται να περιέχονται οι κανόνες, οι οποίοι καθορίζουν την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των συμβούλων.» Δεν προβλέπεται τέτοια παρόμοια απαίτηση για το καταστατικό της ιδι-

Σελ. 17

ωτικής εταιρείας αναφορικά με τον αριθμό, τον τρόπο διορισμού και την κατανομή των αρμοδιοτήτων των συμβούλων των ιδιωτικών εταιρειών.

- Σύμφωνα με το άρθρο 4(1)(β), το ιδρυτικό έγγραφο τόσο της δημόσιας όσο και της ιδιωτικής εταιρείας πρέπει να αναφέρει τους σκοπούς της εταιρείας. Το άρθρο 4(1Α) δίνει μόνο στην ιδιωτική εταιρεία την ευελιξία να μην δηλώνει της επιδίωξη κάποιου συγκεκριμένου εταιρικού σκοπού στο ιδρυτικό της έγγραφο, αλλά να μπορεί να επιδιώκει οποιονδήποτε εταιρικό σκοπό μη προκαθορισμένο εξ αρχής στο ιδρυτικό της έγγραφο. To άρθρο 4(1Α) ορίζει: «[…]ιδρυτικό έγγραφο ιδιωτικής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές δύναται αντί να αναφέρει οποιουσδήποτε συγκεκριμένους σκοπούς εργασιών, να αναφέρει ότι ο σκοπός της εταιρείας είναι η διεξαγωγή εργασιών ως εμπορικής εταιρείας γενικών σκοπών και στην περίπτωση αυτή, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος εδαφίου, η εταιρεία δύναται-

) Να διεξάγει οποιαδήποτε εργασία, επιχείρηση ή επάγγελμα· και

(β) να συνάπτει οποιαδήποτε σύμβαση, να αναλαμβάνει οποιαδήποτε υποχρέωση και να προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια και πράξη την οποία μπορεί να συνάπτει, να αναλαμβάνει ή να προβαίνει, αντίστοιχα, οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο, το οποίο σύμφωνα με τους νόμους της Δημοκρατίας έχει το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι:[…]»). Συνεπώς, μία ιδιωτική εταιρεία μπορεί να αποκλίνει από την απαίτηση του άρθρου 4(1)(β) και να αποφύγει τη δήλωση συγκεκριμένου εταιρικού σκοπού (ή σκοπών), ενώ η δημόσια εταιρεία δεν έχει αυτή τη δυνατότητα και πρέπει να δηλώσει συγκεκριμένο εταιρικό σκοπό (ή σκοπούς) στο ιδρυτικό της έγγραφο, ο οποίος τη δεσμεύει κατά τις επιχειρηματικές δραστηριότητές της. Βλέπουμε ότι τα περιθώρια ευελιξίας για τις ιδιωτικές εταιρείες ως προς τη δήλωση του εταιρικού τους σκοπού στο ιδρυτικό έγγραφο είναι μεγαλύτερα, εν συγκρίσει με τις δημόσιες εταιρείες.

- Το άρθρο 175 απαιτεί την εκπλήρωση ορισμένων προϋποθέσεων από πρόσωπο που επιθυμεί να διοριστεί από το καταστατικό σύμβουλος δημόσιας εταιρείας. Χωρίς την εκπλήρωση των προϋποθέσεων αυτών, δεν δύναται κάποιος να διοριστεί από το καταστατικό σύμβουλος δημόσιας εταιρείας. Οι προϋποθέσεις αυτές, που πρέπει να τηρηθούν από το πρόσωπο αυτό, περιλαμβάνουν την εγγραφή γραπτής συγκατάθεσης του να αποδεχτεί το αξίωμα του συμβούλου και, άρα, να ενεργεί ως σύμβουλος, καθώς και την αποδοχή λήψης και πληρωμής συγκεκριμένου αριθμού μετοχών της δημόσιας εταιρείας, που απαιτούνται για τον διορισμό του ως συμβούλου της δημόσιας αυτής εταιρείας. Η λήψη και πληρωμή συγκεκριμένου αριθμού μετοχών της δημόσιας εταιρείας αποτελούν προσόν διορισμού του προσώπου αυτού ως συμβούλου της δημόσιας αυτής εταιρείας. Σύμφωνα με το άρθρο 175(5)(β), το άρθρο αυτό δεν εφαρμόζεται στις ιδιωτικές εταιρείες. Συνεπώς, δεν απαιτείται η εκπλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 175(1)-(4) από πρόσωπο που επιθυμεί να διοριστεί από το καταστατικό σύμβουλος ιδιωτικής εταιρείας.

- Το άρθρο 104 θέτει κάποιους περιορισμούς στην έναρξη των εργασιών της δημόσιας εταιρείας, εν αντιθέσει με την ιδιωτική εταιρεία για την οποία δεν υπάρχουν τέτοιοι περιορισμοί. Ειδικότερα, χρειάζεται η έκδοση πιστοποιητικού από τον Έφορο Εταιρειών πριν η δημόσια εταιρεία προχωρήσει σε έναρξη των εργασιών της (πιστοποιητικό έναρξης εργασιών). Σύμφωνα με το άρθρο 104(3)(α) δημόσια «εταιρεία δεν δικαιούται να προβεί σε έναρξη εργασιών, ούτε να αναλάβει δάνεια ή συναφείς υποχρεώσεις, αν δεν εφοδιασθεί προηγουμένως από τον Έφορο με πιστοποιητικό, το οποίο να βεβαιώνει ότι η ονομαστική αξία του παραχωρηθέντος μετοχικού της κεφαλαίου είναι ίση τουλάχιστον με το ελάχιστο ποσό που προβλέπεται στο άρθρο », το οποίο είναι το

Σελ. 18

ελάχιστο απαιτούμενο κεφάλαιο δημόσιας εταιρείας (15.000 Λίρες Κύπρου-25.629 Ευρώ). Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 104(4), όταν η δημόσια εταιρεία υποβάλλει στον Έφορο Εταιρειών «θέσμια δήλωση κατά τον καθορισμένο τύπο η οποία συμμορφώνεται με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3) ανάλογα με το εάν η εταιρεία έχει εκδώσει πρόσκληση για εγγραφή ή όχι, ο έφορος πιστοποιεί ότι η εταιρεία δικαιούται να προχωρήσει στην έναρξη των εργασιών της και το πιστοποιητικό αυτό αποτελεί τεκμήριο ως προς τούτο.» Μόλις μία δημόσια εταιρεία εξασφαλίσει το ανωτέρω πιστοποιητικό μπορεί να προχωρήσει στην έναρξη των εργασιών της. Το άρθρο 104(7) εξαιρεί ρητώς τις ιδιωτικές εταιρείες από τις προϋποθέσεις αυτές του άρθρου 104 για την έναρξη των εργασιών τους. Η ιδιωτική εταιρεία μπορεί να προχωρήσει στην έναρξη των εργασιών της αμέσως μετά τη χορήγηση του πιστοποιητικού σύστασης της σύμφωνα με το άρθρο 17, χωρίς να χρειάζεται να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις του άρθρου 104.

- Η δημόσια εταιρεία πρέπει να συμμορφώνεται με τις διάφορες απαιτήσεις του άρθρου 124 σχετικά με τη θέσμια συνέλευση και τη θέσμια έκθεση μετά την έναρξη των εργασιών της. Σύμφωνα με το άρθρο 124(10), η ιδιωτική εταιρεία εξαιρείται από την υποχρέωση εκπλήρωσης των προϋποθέσεων του άρθρου 124 σχετικά με τη θέσμια συνέλευση και τη θέσμια έκθεση.

- Δεν παραχωρείται μετοχικό κεφάλαιο δημόσιας εταιρείας, που προσφέρθηκε για εγγραφή στο κοινό, εκτός αν το ελάχιστο στην πρόσκληση για εγγραφή αναφερόμενο ποσό (ελάχιστο όριο εγγραφής) έχει εγγραφεί, πληρωθεί και ληφθεί από τη δημόσια εταιρεία, σύμφωνα με το άρθρο 47. Το μετοχικό κεφάλαιο μιας ιδιωτικής εταιρείας μπορεί να παραχωρηθεί μόλις εκδοθεί το πιστοποιητικό σύστασης από τον Έφορο Εταιρειών.

- Η δημόσια εταιρεία έχει τη δυνατότητα, αλλά δεν είναι υποχρεωμένη, να απευθύνει πρόσκληση προς το κοινό για εγγραφή για οποιεσδήποτε μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της. Μια δημόσια εταιρεία μπορεί να επιλέξει να μην εκδώσει πρόσκληση προς το κοινό για εγγραφή για οποιεσδήποτε μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της. Σύμφωνα με το άρθρο 48, δημόσια εταιρεία, που δεν εκδίδει πρόσκληση για εγγραφή προς το κοινό, δεν παραχωρεί οποιεσδήποτε μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της, εκτός αν τρεις τουλάχιστον ημέρες νωρίτερα από την πρώτη παραχώρηση των μετοχών ή χρεωστικών ομολόγων, παραδόθηκε στον Έφορο Εταιρειών για καταχώρηση στον καθορισμένο τύπο δήλωση αντί πρόσκλησης για εγγραφή. Συνεπώς, μία δημόσια εταιρεία που δεν εκδίδει πρόσκληση για εγγραφή προς το κοινό, θα πρέπει να υποβάλλει στον Έφορο Εταιρειών δήλωση αντί πρόσκλησης για εγγραφή, προτού παραχωρήσει μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της. Η ιδιωτική εταιρεία δεν υποχρεούται σε τέτοια υποβολή δήλωσης αντί πρόσκλησης για εγγραφή, αφού δεν μπορεί να εκδώσει πρόσκληση για εγγραφή προς το κοινό.

- Αντιπρόσωπος μέλους δημόσιας εταιρείας σε γενική συνέλευση δεν έχει δικαίωμα να μιλήσει στη γενική συνέλευση, όπως έχει το ίδιο το μέλος που αντιπροσωπεύεται. Όμως, αντιπρόσωπος

Σελ. 19

μέλους ιδιωτικής εταιρείας σε γενική συνέλευση έχει δικαίωμα να μιλήσει στη γενική συνέλευση, όπως έχει το ίδιο το μέλος που αντιπροσωπεύεται (άρθρο 130).

- Σύμφωνα με το άρθρο 177, σε γενική συνέλευση δημόσιας εταιρείας («εταιρείας άλλης από ιδιωτική εταιρεία»), δεν μπορεί υποβληθεί πρόταση για τον διορισμό δύο ή περισσότερων προσώπων ως συμβούλων της εταιρείας με ένα και μόνο ψήφισμα (εκτός αν το ψήφισμα που θα προταθεί έχει πρώτα συμφωνηθεί από τη συνέλευση χωρίς να δοθεί οποιαδήποτε ψήφος εναντίον του). Από το άρθρο αυτό, συνάγεται ότι αυτού του είδους η απαγόρευση δεν ισχύει για τις ιδιωτικές εταιρείες. Άρα, ιδιωτική εταιρεία μπορεί με ένα και μόνο ψήφισμα να υποβάλλει πρόταση σε γενική συνέλευση της για τον διορισμό δύο ή περισσότερων προσώπων ως συμβούλων της.

- Το άρθρο 57A καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες δημόσια εταιρεία μπορεί να αποκτά δικές της μετοχές. Η ιδιωτική εταιρεία δεν μπορεί να αποκτά δικές της μετοχές.

- Ισχύει απαγόρευση δανείων, εγγύησης ή ασφάλειας από δημόσια εταιρεία σε συμβούλους της, ενώ για τις ιδιωτικές εταιρείες δεν υπάρχει τέτοια απαγόρευση. Πιο συγκεκριμένα το άρθρο 182(1) ορίζει: «δεν είναι νόμιμο για εταιρεία να χορηγεί δάνειο σε πρόσωπο που είναι σύμβουλος της ή σύμβουλος της μητρικής της εταιρείας, ή να προβαίνει σε εγγύηση ή να παρέχει οποιαδήποτε ασφάλεια αναφορικά με δάνειο που χορηγήθηκε σε τέτοιο πρόσωπο όπως προαναφέρθηκε, από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο.

Νοείται ότι καμιά διάταξη στο άρθρο αυτό δεν εφαρμόζεται είτε-

) πάνω σε οποιαδήποτε πράξη που γίνεται από εταιρεία η οποία κατά το χρόνο εκείνο είναι ιδιωτική εταιρεία (…)»

- Για τις δημόσιες εταιρείες ισχύει απαγόρευση παροχής οικονομικής βοήθειας από εταιρεία για αγορά ή εγγραφή για μετοχές αυτής της ίδιας ή της μητρικής της εταιρείας, σύμφωνα με το άρθρο 53(1). Το ίδιο άρθρο ορίζει και τις ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες κάμπτεται η απαγόρευση αυτή για δημόσιες εταιρείες. Το άρθρο 53(3) καθορίζει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ανωτέρω απαγόρευση δεν ισχύει για τις ιδιωτικές εταιρείες. Παρατηρούμε ότι, με βάση το άρθρο 53, υπάρχουν για τις δημόσιες και ιδιωτικές εταιρείες διαφορετικές εξαιρέσεις από την απαγόρευση παροχής οικονομικής βοήθειας από εταιρεία για αγορά ή εγγραφή για μετοχές αυτής της ίδιας ή της μητρικής της εταιρείας.

4.6) Σχόλια για τις διαφορές ιδιωτικής και δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με μετοχές

Ο μεγαλύτερος αριθμός εταιρειών στην Κύπρο είναι ιδιωτικές εταιρείες. Οι δημόσιες εταιρείες είναι λιγότερες. Η βασική διαφορά μεταξύ ιδιωτικών και δημοσίων εταιρειών, που αφορά τη δυνατότητα αποστολής πρόσκλησης προς το κοινό για εγγραφή για οποιεσδήποτε μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα της εταιρείας, μας οδηγεί στο συμπέρασμά ότι η επένδυση στις ιδιωτικές εταιρείες παρέχεται σε μεγάλο βαθμό από τα ιδρυτικά μέλη είτε μέσω των προσωπικών αποταμιεύσεων τους είτε από τραπεζικά δάνεια, ενώ στις δημόσιες εταιρείες υπάρχει πρόθεση να συγκεντρωθούν μεγάλα χρηματικά ποσά από το ευρύ κοινό. Οι δημόσιες εταιρείες είναι επομένως καταλληλότερες για την προσέλκυση επενδύσεων από μεγάλο αριθμό προσώπων, ενώ μια ιδιωτική εταιρεία

Σελ. 20

είναι καταλληλότερη για τη λειτουργία μιας επιχείρησης, στην οποία εμπλέκεται μικρός αριθμός προσώπων.

Ο περί Εταιρειών Νόμος προϋποθέτει μια στενότερη σχέση μεταξύ των μελών σε ιδιωτική εταιρεία παρά σε δημόσια εταιρεία. Έτσι, οι ιδιωτικές εταιρείες περιορίζουν συνήθως τη συμμετοχή σε αυτές σε εκείνα τα πρόσωπα που έχουν εγκριθεί από τους συμβούλους της, σύμφωνα με το καταστατικό. Στην ουσία εάν ένα μέλος ιδιωτικής εταιρείας επιθυμεί να εγκαταλείψει την εταιρεία με την πώληση των μετοχών του ή ένα μέλος πεθάνει, οι σύμβουλοι έχουν λόγο για το ποιος τους αντικαθιστά, αλλά ακόμη και για το εάν θα αντικατασταθούν. Οι δημόσιες εταιρείες έχουν ως στόχο την εξασφάλιση κεφαλαίων από το ευρύ επενδυτικό κοινό και μπορούν να διαφημίσουν το γεγονός ότι προσφέρουν μετοχές στο κοινό. Με αυτόν τον τρόπο, η εταιρεία πρέπει να εκδώσει ενημερωτικό δελτίο παρέχοντας μια λεπτομερή και ακριβή περιγραφή των στοιχείων και των σχεδίων της εταιρείας. Επειδή το ευρύ επενδυτικό κοινό μπορεί να εμπλακεί σε μία δημόσια εταιρεία και, συνεπώς, θα πρέπει να προστατευθεί, οι αρχικές κεφαλαιακές απαιτήσεις για μια δημόσια εταιρεία είναι πιο επαχθείς από ότι για μια ιδιωτική. Αυτό εκφράζεται στο ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο που απαιτείται για τις δημόσιες εταιρείες εν αντιθέσει με τις ιδιωτικές για τις οποίες δεν απαιτείται. Αν και δεν απαγορεύονται στις δημόσιες εταιρείες οι περιορισμοί στη μεταβίβαση μετοχών, παρόμοιοι με αυτούς που ισχύουν στις ιδιωτικές εταιρείες, τέτοιοι περιορισμοί στις δημόσιες εταιρείες είναι σχετικά ασυνήθιστοι, δεδομένου ότι ένας από τους λόγους για τη σύσταση μιας δημόσιας εταιρείας είναι η συγκέντρωση χρημάτων από το ευρύ επενδυτικό κοινό και ένας τέτοιος περιορισμός θα το αποθάρρυνε. Πάντως, εάν η δημόσια εταιρεία είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο, απαγορεύονται τυχόν περιορισμοί στη μεταβίβαση μετοχών.

Από τις ανωτέρω διαφορές μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών εταιρειών, γίνεται φανερό ότι ο περί Εταιρειών Νόμος επιβάλλει διαφορετικές απαιτήσεις στις δημόσιες και ιδιωτικές εταιρείες, με τη γενικότερη τάση να είναι ότι οι απαιτήσεις του περί Εταιρειών Νόμου για τις δημόσιες εταιρείες είναι επαχθέστερες εν συγκρίσει με τις απαιτήσεις για τις ιδιωτικές εταιρείες. Αυτή η τάση για αυστηρότερη ρύθμιση των δημόσιων εταιρειών σε σχέση με τις ιδιωτικές εταιρείες δικαιολογείται από το γεγονός ότι η δημόσια εταιρεία μπορεί να προσφέρει τις μετοχές της στο κοινό. Συνεπώς, οι βασικοί λόγοι που δικαιολογούν αυτούς τους περισσότερους σε αριθμό και αυστηρότερους σε περιεχόμενο κανόνες για τις δημόσιες εταιρείες, εν συγκρίσει με τις ιδιωτικές, είναι η δυνατότητα των δημόσιων εταιρειών να προσφέρουν τις μετοχές τους στο ευρύ επενδυτικό κοινό και η προστασία που χρειάζεται αυτό το κοινό. Στο σημείο αυτό, η προστασία του δημόσιου συμφέροντος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από το εταιρικό δίκαιο. Η προστασία των επενδυτών από το ευρύ επενδυτικό κοινό, που θα επιλέξουν να ανταποκριθούν θετικά στην πρόσκληση της δημόσιας εταιρείας και να αποκτήσουν τις μετοχές τους εισφέροντας στο μετοχικό της κεφάλαιο τα χρήματα τους, απαιτεί την αυστηρότερη ρύθμιση των δημόσιων εταιρειών, που διαφάνηκε από την ανάλυση των ανωτέρω διαφορών μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών εταιρειών.

Back to Top