ΔΙΚΑΙΟ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

Ενωσιακή ρύθμιση - Εθνική εφαρμογή

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + AI.chatbook® και κερδίστε 30€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 95,00 €

Το AI.chatbook®, επιτρέπει στον αναγνώστη να υποβάλει ερωτήσεις στο περιεχόμενο επιλεγμένων βιβλίων, για να λάβει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα τεκμηριωμένες απαντήσεις με πλήρη πρόσβαση και αναφορά στην πηγή.
Το AI.chatbook®, επιτρέπει στον αναγνώστη να υποβάλει ερωτήσεις στο περιεχόμενο επιλεγμένων βιβλίων, για να λάβει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα τεκμηριωμένες απαντήσεις με πλήρη πρόσβαση και αναφορά στην πηγή.

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 21243
Αθανασίου Λ., Καραγιάννης Β., Κυριαζής Δ., Κωνσταντάκου Ε.
Αθανασίου Λ.
  • Έκδοση: 2025
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
  • Σελίδες: 912
  • ISBN: 978-618-08-0763-9
  • Το AI.chatbook®, επιτρέπει στον αναγνώστη να υποβάλει ερωτήσεις στο περιεχόμενο επιλεγμένων βιβλίων, για να λάβει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα τεκμηριωμένες απαντήσεις με πλήρη πρόσβαση και αναφορά στην πηγή.

Το παρόν συλλογικό και συνθετικό έργο «Δίκαιο Κρατικών Ενισχύσεων» έχει ως στόχο να καταστήσει το τεχνικό και δυναμικώς εξελισσόμενο αντικείμενο των κρατικών ενισχύσεων εύληπτο και εύχρηστο για τον ερευνητή και εφαρμοστή του δικαίου.

Η ύλη οργανώνεται σε δύο μέρη :

  • το γενικό, με ανάλυση της δομής και λειτουργίας των ενωσιακών κανόνων, των διαδικασιών και της δικαστικής προστασίας (σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο) ·
  • το ειδικό, αφιερωμένο στα επιμέρους καθεστώτα ενισχύσεων (κοινωφελείς υπηρεσίες, ενισχύσεις περιφερειακές, περιβαλλοντικές, για την ενέργεια, την ΕΑΚ, τη διάσωση–αναδιάρθρωση, φορολογικές, για τη γεωργία, τις μεταφορές, τον ναυπηγικό τομέα, τα ΜΜΕ και τον χρηματοπιστωτικό τομέα).

Πρωτοτυπία του αποτελεί ο συνδυασμός ερμηνείας με ad hoc νομολογιακά παραδείγματα, κριτική ανάλυση και προτάσεις λύσεων. Απαραίτητο εργαλείο στη θεωρία και στην πράξη.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Α. Οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων ως τμήμα των πολιτικών ανταγωνισμού και ενιαίας εσωτερικής αγοράς 1

Α.1. Δίκαιο ανταγωνισμού lato sensu & stricto sensu 1

A.2. Ratio της καταρχήν απαγόρευσης των κρατικών ενισχύσεων – νομοπολιτική και οικονομική ανάλυση 3

Β. Η εξέλιξη στην ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων 6

Β.1. Ο ρυθμιστικός εκσυγχρονισμός 6

Β.2. Οι εξαιρετικές συνθήκες – ιδίως η επίδραση κρίσης και πανδημίας 9

Γ. Οργάνωση της ύλης 12

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ
ΠΕΡΙ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

I.

Εννοιολογική οριοθέτηση της κρατικής ενίσχυσης –
Συστατικά στοιχεία

A. Ως προς τον αποδέκτη της ενίσχυσης 18

Α.1. Η προϋπόθεση της επιχείρησης 18

Α.2. Οικονομική δραστηριότητα : κριτήρια 19

α. Τα άκρα όρια : άσκηση δημόσιας εξουσίας 23

α.1. Χάραξη 23

α.2. Παραδείγματα 27

(i) Υπόθεση Ελληνικών Ναυπηγείων 27

(ii) Ισπανική Καθολική Εκκλησία 28

β. Τα άκρα όρια : δραστηριότητα κοινωνικού χαρακτήρα 31

β.1. Χάραξη 31

β.2. Παραδείγματα 34

(i) Ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης υπό τον Ν 4387/2016 34

(ii) Σλοβακικοί φορείς ασφάλισης 36

Α.3. Αυτοτέλεια 38

Β. Ως προς τον πάροχο της ενίσχυσης 44

Β.1. Κρατικοί πόροι 44

α. Εισαγωγικά 44

β. Η παρέμβαση προϋποθέτει μεταβίβαση «κρατικών πόρων» 45

β.1. Συσταλτική θεώρηση 45

β.2. Η υπόθεση PreussenElektra 46

β.3. Εφαρμογές 47

γ. Μορφές επιβάρυνσης του δημόσιου ταμείου 48

δ. Κρατικοί πόροι και πρόσβαση σε στοιχεία της δημόσιας περιουσίας 52

ε. Πόροι κρατικών οντοτήτων και δημόσιων επιχειρήσεων 54

στ. Τα όρια της έννοιας των κρατικών πόρων 55

στ.1. Εξουσία του κράτους επί της διάθεσης των πόρων ιδιωτικού φορέα 56

στ.2. Υποχρεωτικές εισφορές ιδιωτών υπέρ διεπαγγελματικών οργανώσεων 58

στ.3. Οιονεί φορολογικές επιβαρύνσεις σε βάρος ιδιωτών 60

ζ. Πόροι από υπερεθνικούς οργανισμούς 67

Β.2. Καταλογισμός στο κράτος 70

α. Έννοια 70

β. Ενισχυτικά μέτρα που λαμβάνονται σε υλοποίηση ενωσιακών
δεσμεύσεων 71

γ. Μέτρα από οργανισμούς διαφορετικούς από το κράτος 72

γ.1. Μέτρα που λαμβάνονται από οργανισμούς εξομοιούμενους
με δημόσιες αρχές 73

γ.2. Μέτρα που λαμβάνονται από επιχειρήσεις 76

(i) Μέτρα που λαμβάνονται από δημόσιες επιχειρήσεις 77

1. Τα κριτήρια Stardust Marine 77

2. Νομολογιακά παραδείγματα 80

(ii) Μέτρα που λαμβάνονται από ιδιωτικές επιχειρήσεις 83

δ. Κρατικές ενισχύσεις και πράξεις της δικαιοδοτικής εξουσίας 86

δ.1. Κρατικές ενισχύσεις και δικαστικές αποφάσεις 86

(i) Το ζήτημα 86

(ii) Η υπόθεση Dobeles 87

(iii) Η υπόθεση ΔΕΗ κατά Επιτροπής 91

δ.2. Κρατικές ενισχύσεις και διαιτητικές αποφάσεις 92

(i) Το ζήτημα 92

(ii) Η υπόθεση European Food κατά Επιτροπής 93

(iii) Η υπόθεση Μυτιληναίος κατά ΔΕΗ και Επιτροπής 95

Γ. Ως προς το μέσο 97

Γ.1. Χορήγηση πλεονεκτήματος 97

α. Πότε υπάρχει «πλεονέκτημα»; 97

α.1. Ευρεία οριοθέτηση 97

α.2. Παραδείγματα κατανόησης 99

α. 3. Έμμεσο πλεονέκτημα 102

β. Το κριτήριο του «Φορέα Οικονομίας της Αγοράς (ΦΟΑ)» 103

β.1. Εννοιολογικές οριοθετήσεις 103

β.2. Η υπο – κατηγορία του «ιδιώτη επενδυτή» 106

(i) Άξονες σύγκρισης 106

(ii) Ιδίως, το ζήτημα της τεκμηρίωσης 112

β.3. Η υπο - κατηγορία του «ιδιώτη πωλητή» 117

β.4. Η υπο - κατηγορία του «ιδιώτη πιστωτή» 118

Γ.2. Επιλεκτικότητα 122

α. Ουσιαστική επιλεκτικότητα 123

α.1. Έννοια 123

α.2. Πρώτο στάδιο ανάλυσης – σύστημα αναφοράς 126

α.3. Δεύτερο στάδιο ανάλυσης – παρέκκλιση 127

α.4. Τρίτο στάδιο ανάλυσης – aιτιολόγηση (ιδίως στα φορολογικά μέτρα) 127

β. Περιφερειακή επιλεκτικότητα 132

γ. Χρονική επιλεκτικότητα 133

Δ. Ως προς τις συνέπειες του μέτρου 134

Δ.1. Νόθευση του ανταγωνισμού 135

Δ.2. Επίδραση στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών 137

ΙΙ.

Ουσιαστικοί κανόνες αξιολόγησης
των κρατικών ενισχύσεων

Α. Γενικός κανόνας : το ασυμβίβαστο με την εσωτερική αγορά
των κρατικών ενισχύσεων 139

Β. Ενισχύσεις συμβατές ex lege 141

Β.1. Ενισχύσεις σε μεμονωμένους καταναλωτές 142

Β.2. Ενισχύσεις για φυσικές καταστροφές 145

Γ. Ενισχύσεις δυνητικά συμβατές 146

Δ. Εξαιρέσεις με βάση κανόνες παράγωγου δικαίου 148

Δ.1. Κανόνες θετικού δικαίου 148

Δ.2. Κανόνες ήπιου δικαίου 150

Ε. Η δοκιμασία κανόνα – εξαιρέσεων σε περιόδους κρίσης 154

Ε.1. «Τα προσωρινά πλαίσια» της Επιτροπής 154

Ε.2. Νομιμοποιητική βάση – άρθρο 107 παρ. 3 περ. β΄ ΣΛΕΕ – και αντιπαραβολή με άρθρο 107 παρ. 2 περ. β΄ ΣΛΕΕ 156

Ε.3. Κοινά χαρακτηριστικά των μέτρων των προσωρινών πλαισίων 159

Ε.4. Το πλαίσιο για την καθαρή βιομηχανία : η οιονεί «μονιμοποίηση»
του προσωρινού πλαισίου κρίσης και μετάβασης. 161

Ε.5. Νομολογιακός έλεγχος 163

α. Περιορισμένη έκταση του ελέγχου 163

β. Επίκληση της αρχής της ίσης μεταχείρισης 164

γ. Το παράδειγμα του ισπανικού καθεστώτος ενίσχυσης λόγω
της πανδημίας 166

IΙΙ.

Η διοικητική διαδικασία

A. Έλεγχος των υφιστάμενων ενισχύσεων 173

Α.1. Εννοιολογική οριοθέτηση 173

Α.2. Η αρχή του συνεχούς ελέγχου 175

Α.3. Διαδικασία 176

α. Αρχική απόφαση – πρόταση κατάλληλων μέτρων 176

β. Συμμετοχή τρίτων 177

γ. Τελική απόφαση 178

B. Έλεγχος των νέων ενισχύσεων από την Επιτροπή 180

Β.1. Εννοιολογική οριοθέτηση των νέων ενισχύσεων 180

Β.2. Το τρίπτυχο κοινοποίησης, αναστολής (standstill), ελέγχου 184

α. Ο κανόνας και οι επιμέρους εξαιρέσεις 184

β. Προκαταρκτική διαδικασία ελέγχου 188

γ. Επίσημη διαδικασία έρευνας 190

B.3. Εξαίρεση : Κανονισμός απαλλαγής 651/2014
(Γενικός Κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία) 194

α. Εισαγωγή 194

β. Η νομική βάση του Απαλλακτικού Κανονισμού 194

γ. H δομή του Απαλλακτικού Κανονισμού 195

δ. Οι μεταβατικές διατάξεις του Απαλλακτικού Κανονισμού 196

ε. Η απαλλαγή από την υποχρέωση κοινοποίησης 197

στ. Η εσφαλμένη εφαρμογή των διατάξεων του Απαλλακτικού
Κανονισμού 198

στ.1. Γενικά 198

στ.2. Η υποβολή καταγγελίας από ανταγωνιστή λόγω εσφαλμένης
εφαρμογής των διατάξεων του Απαλλακτικού Κανονισμού 200

ζ. Οι κατηγορίες ενίσχυσης, οι προϋποθέσεις συμβατότητας
και η αυστηρή ερμηνεία τους 201

ζ.1. Γενικά 201

ζ.2. Ειδικότερα ζητήματα από τις γενικές και ειδικές προϋποθέσεις
συμβατότητας του Απαλλακτικού Κανονισμού 203

(i) Η έννοια του κινήτρου 204

(ii) Τα όρια κοινοποίησης 205

(iii) Η ένταση της ενίσχυσης και οι επιλέξιμες δαπάνες 206

(iv) Η σώρευση των ενισχύσεων 207

1. Συνύπαρξη κρατικής ενίσχυσης με ενωσιακή χρηματοδότηση 207

2. Σώρευση ενισχύσεων με προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες 208

3. Σώρευση ενισχύσεων χωρίς προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες 209

4. Η σώρευση με τις de minimis ενισχύσεις 209

η. Οι γενικές και οι τομεακές εξαιρέσεις από τον Απαλλακτικό
Κανονισμό 209

θ. Επιμέρους ρυθμίσεις που ενισχύουν την αξιολόγηση, τη διαφάνεια
και τη συνεχή παρακολούθηση 211

θ.1. Η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των καθεστώτων ενίσχυσης
υψηλού προϋπολογισμού 211

θ.2. Η δημοσίευση των χορηγούμενων ενισχύσεων 212

θ.3. H παρακολούθηση των ενισχύσεων από την Επιτροπή 213

Γ. Έννομες συνέπειες των παράνομων κρατικών ενισχύσεων –
Ανάκτηση 214

Γ.1. Πληροφόρηση της Επιτροπής – οι καταγγελίες 214

Γ.2. Διαδικαστικές διαφοροποιήσεις 215

Γ.3. Μέτρα προσωρινής προστασίας 217

α. Διαταγή προσωρινής αναστολής 217

β. Διαταγή προσωρινής ανάκτησης 218

Γ.4. Απόφαση ανάκτησης 218

α. Υποχρέωση ανάκτησης 219

β. Σκοπός ανάκτησης 220

γ. Προσδιορισμός του ποσού της ανάκτησης 223

δ. Προσδιορισμός του υπόχρεου σε ανάκτηση 225

δ.1. Μετασχηματισμός του υπόχρεου φορέα 225

δ.2. Το ζήτημα της οικονομικής συνέχειας και της ενιαίας οικονομικής
οντότητας 226

δ.3. Αφερεγγυότητα του αποδέκτη 228

IV.

Δικαστική Προστασία

Α. Δικαστική προστασία ενώπιον των ενωσιακών δικαστηρίων 231

Α.1. Εισαγωγή 231

Α.2. Προσφυγή ακύρωσης κατά απόφασης της Επιτροπής 231

α. Παραδεκτό 232

α.1. Προσβλητή Πράξη 232

α.2. Ενεργητική νομιμοποίηση 237

(i) Η διάκριση από την έννοια του εννόμου συμφέροντος 237

(ii) Προνομιούχοι – μη προνομιούχοι προσφεύγοντες 239

(iii) H έννοια του «άμεσου» και του «ατομικού» επηρεασμού 240

(iv) Προσφυγές κατά αποφάσεων της Επιτροπής επί της ουσίας
της υπόθεσης 242

(v) Προσφυγές από επαγγελματικές ενώσεις 247

α.3. Προθεσμία προσφυγής 249

Α.3. Συνέπειες ακύρωσης 251

Α.4. Προσφυγή κατά κράτους μέλους 252

α. Επιτροπή κατά κρατών μελών 252

α.1. Άρθρο 108 ΣΛΕΕ 252

α.2. Άρθρα 258 και 260 ΣΛΕΕ 256

β. Προσφυγή κράτους μέλους κατά έτερου κράτους μέλους 257

Α.5. Προσφυγή κατά παράλειψης 257

Α.6. Αγωγή αποζημίωσης κατά της ΕΕ για εξωσυμβατική ευθύνη 260

Α.7. Προσωρινή δικαστική προστασία 262

α. To ανασταλτικό αποτέλεσμα ως εξαίρεση 262

β. Προϋποθέσεις 264

β.1. Prima facie βασιμότητα 264

β.2. Επείγουσα ανάγκη δικαστικής προστασίας 265

A.8. Παρέμβαση ενώπιον του ΔΕΕ 267

B. Δικαστική προστασία ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων 272

Β.1. Ο εθνικός δικαστής κατά την υλοποίηση της απαγόρευσης
του άρθρου 108 παρ. 3 ΣΛΕΕ 272

α. Εισαγωγικά 272

β. Κατανομή των ρόλων μεταξύ Επιτροπής και εθνικών δικαστηρίων 274

γ. Πτυχές αποκεντρωμένου ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων 275

γ.1. Ο ρόλος των εθνικών διοικητικών αρχών 275

γ.2. Παραδείγματα 277

δ. Οι εξουσίες του εθνικού δικαστή 281

δ.1. Χωρίς απόφαση της Επιτροπής 281

δ.2. Με απόφαση για κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας 285

δ.3. Με έκδοση τελικής απόφασης της Επιτροπής 286

ε. Ένδικα βοηθήματα ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων
και ζητήματα δικαιοδοσίας 292

ε.1. Προσωρινή δικαστική προστασία 293

ε.2. Ακύρωση της πράξης χορήγησης της παράνομης ενίσχυσης 294

ε.3. Η ανάκτηση του ποσού της παράνομης ενίσχυσης και η ανάκτηση
των τόκων 297

ε.4. Αγωγή αποζημίωσης των ανταγωνιστών του δικαιούχου
της παράνομης ενίσχυσης 298

(i) Βάσει του ενωσιακού δικαίου 299

(ii) Βάσει του εθνικού δικαίου 303

ε.5. Ζητήματα ενεργητικής νομιμοποίησης 304

Β.2. Ο εθνικός δικαστής κατά την υλοποίηση της απόφασης
ανάκτησης της Επιτροπής 305

α. Η απόφαση ανάκτησης και η υλοποίησή της 305

α.1. Εισαγωγικά 305

α.2. Ο ρόλος των εθνικών διοικητικών αρχών στην υλοποίηση
της απόφασης ανάκτησης 309

β. Έκταση ελέγχου από τον εθνικό δικαστή και ένδικα βοηθήματα
ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων 311

γ. Οι γενικές αρχές του δικαίου ως άμυνες του κράτους μέλους και
των επιχειρήσεων έναντι της ανάκτησης της ενίσχυσης 315

γ.1. Άμυνα κατά της απόφασης ανάκτησης της Επιτροπής και των εθνικών
πράξεων εφαρμογής της 316

(i) Η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης 316

(ii) Η αρχή της ασφάλειας δικαίου 320

1. Σχετικά με τις εθνικές διατάξεις περί αποσβεστικών προθεσμιών 320

2. Σχετικά με τις ενωσιακές διατάξεις περί παραγραφής 321

3. Σχετικά με τις εθνικές διατάξεις περί παραγραφής 322

(iii) Η αρχή του δεδικασμένου 326

γ.2. Άμυνα στο πλαίσιο προσφυγής λόγω παραβάσεως : η απόλυτη
αδυναμία ανάκτησης 329

δ. Ανακοπή κατά πράξεων διοικητικής εκτέλεσης 332

ε. Αίτηση αναστολής εκτέλεσης των πράξεων που προσβάλλονται
με προσφυγή ή ανακοπή 333

στ. Αγωγή αποζημίωσης του δικαιούχου της ενίσχυσης
κατά κράτους μέλους 336

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

I.

Κρατικές ενισχύσεις & κοινωφελείς υπηρεσίες :
Οδηγίες συντονισμού

Α. Εισαγωγή 345

Α.1. Ορολογικές διευκρινίσεις : «υπηρεσία κοινής ωφέλειας» και ΥΓΟΣ 346

Α.2. Ο ειδικότερος όρος της «καθολικής υπηρεσίας» 347

Α.3. Η αγορά κοινωφελών υπηρεσιών και το ενωσιακό δίκαιο 349

Β. Χρηματοδότηση και οργάνωση των κοινωφελών υπηρεσιών
υπό το πρίσμα των κριτηρίων Altmark (άρθρο 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ) 351

Β.1. Η υπόθεση Altmark 353

Β.2. Ανάλυση των κριτηρίων Altmark 357

α. Το πρώτο κριτήριο Altmark 357

α.1. Το περιεχόμενο της πράξης ανάθεσης 357

α.2. Η νομική φύση της πράξης ανάθεσης 357

α.3. Ανάθεση γνήσιας δημόσιας υπηρεσίας 359

α.4. Η υπόθεση BUPA : τομείς που δεν ρυθμίζονται από το παράγωγο δίκαιο 361

α.5. Τομείς που ρυθμίζονται από το παράγωγο δίκαιο 363

(i) Το παράδειγμα του φυσικού αερίου 363

(ii) Tο παράδειγμα της ηλεκτρικής ενέργειας 365

β. Το δεύτερο κριτήριο Altmark 366

β.1. Ο εκ των προτέρων προσδιορισμός των παραμέτρων υπολογισμού 366

β.2. Οι απαιτήσεις αντικειμενικότητας και διαφάνειας 367

γ. Το τρίτο κριτήριο Altmark 367

γ.1. Η απαγόρευση της υπεραντιστάθμισης 367

γ.2. Το εύλογο κέρδος 370

γ.3. Η απαγόρευση των σταυροειδών επιδοτήσεων υπό το πρίσμα
της Οδηγίας 2006/111 της Επιτροπής για τη διαφάνεια
των χρηματοοικονομικών σχέσεων 371

δ. Το τέταρτο κριτήριο Altmark 373

δ.1. Το νομολογιακό τεκμήριο επιλογής του αποδοτικού φορέα
με διαγωνισμό 374

(i) Το είδος της διαγωνιστικής διαδικασίας 376

(ii) Τα κριτήρια ανάθεσης 382

(iii) Οι συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας 384

δ.2. Η μη εφαρμογή του τεκμηρίου : η προσφυγή στην έννοια
της «μέσης επιχείρησης με χρηστή διαχείριση» 388

Γ. Το άρθρο 106 παρ. 2 ΣΛΕΕ ως ειδική «ομπρέλα» συμβατότητας
στο πεδίο των ΥΓΟΣ 390

Γ.1. Τα κριτήρια Altmark, το άρθρο 106 παρ. 2 ΣΛΕΕ και το, μεταξύ
τους, «κενό αποδοτικότητας» (efficiency gap) 392

Γ.2. Η Δέσμη για τις ΥΓΟΣ 394

α. Ο Κανονισμός 2023/2832 της Επιτροπής για τις ενισχύσεις
ήσσονος σημασίας 394

β. Η απόφαση 2012/21 της Επιτροπής για την εφαρμογή
του άρθρου 106 παρ. 2 ΣΛΕΕ και την απαλλαγή από
την υποχρέωση κοινοποίησης 395

γ. Το Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις
υπό μορφή αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας 396

γ.1. Η αρχή της αποδοτικότητας και η σύγκλιση με την Altmark 397

γ.2. H προσφυγή στη δημόσια σύμβαση και η υπέρβαση της Altmark 398

II.

Οριζόντιες ενισχύσεις

Α. Περιφερειακές Ενισχύσεις 403

Α.1. Εισαγωγή 403

Α.2. Χαρακτηρισμός των περιοχών βάσει των Κατευθυντήριων
Γραμμών 2014 – 2020 406

Α.3. Γενικός Κανονισμός Απαλλαγής κατά Κατηγορία
και Περιφερειακές Ενισχύσεις 408

α. Περιφερειακές επενδυτικές ενισχύσεις 409

β. Περιφερειακές ενισχύσεις λειτουργίας 411

γ. Περιφερειακές ενισχύσεις για την αστική ανάπτυξη 412

Α.4. Κατευθυντήριες Γραμμές για τις Ενισχύσεις Περιφερειακού
Χαρακτήρα 2022 – 2027 413

α. Χαρακτήρας κινήτρου 415

β. Ανάγκη για κρατική παρέμβαση 416

γ. Καταλληλότητα των περιφερειακών ενισχύσεων 416

δ. Αναλογικότητα ενίσχυσης 417

ε. Αποφυγή αδικαιολόγητων αρνητικών επιπτώσεων
στον ανταγωνισμό και στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών 419

στ. Διαφάνεια 420

Β. Περιβαλλοντικές και Ενεργειακές Ενισχύσεις 421

Β.1. Εισαγωγή 421

α. Ο ενωσιακός στόχος της περιβαλλοντικής προστασίας 421

β. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) ως επιμέρους πτυχή
της περιβαλλοντικής προστασίας 424

γ. Μέτρα τα οποία δεν αποτελούν κρατική ενίσχυση 426

Β.2. Αξιολόγηση υπό το πρίσμα του Απαλλακτικού Κανονισμού 428

α. Πεδίο εφαρμογής 428

β. Προϋποθέσεις απαλλαγής περιβαλλοντικών ενισχύσεων 430

β.1. Επενδυτικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές 430

β.2. Επενδυτικές ενισχύσεις για υποδομές επαναφόρτισης ή ανεφοδιασμού 432

β.3. Επενδυτικές ενισχύσεις για την αγορά καθαρών οχημάτων ή οχημάτων
μηδενικών εκπομπών και για τη μετασκευή οχημάτων 433

β.4. Ενισχύσεις υπό μορφή μειώσεων φόρων δυνάμει της Οδηγίας
2003/96/ΕΚ 434

β.5. Ενισχύσεις υπό μορφή μειώσεων περιβαλλοντικών φόρων
ή εξομοιουμένων προς φόρους περιβαλλοντικών εισφορών 434

β.6. Επενδυτικές ενισχύσεις για την αποκατάσταση περιβαλλοντικών
ζημιών και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή 435

β.7. Επενδυτικές ενισχύσεις για την αποδοτική χρήση των πόρων και για
τη στήριξη της μετάβασης προς μια κυκλική οικονομία 437

β.8. Eνισχύσεις για μελέτες και συμβουλευτικές υπηρεσίες σε θέματα
προστασίας του περιβάλλοντος και ενέργειας 438

γ. Προϋποθέσεις απαλλαγής ενεργειακών ενισχύσεων 439

γ.1. Επενδυτικές ενισχύσεις για μέτρα ενεργειακής απόδοσης εκτός
από μέτρα ενεργειακής απόδοσης σε κτίρια 439

γ.2. Επενδυτικές ενισχύσεις για μέτρα ενεργειακής απόδοσης σε κτίρια 440

γ.3. Ενισχύσεις για τη διευκόλυνση της σύναψης συμβάσεων ενεργειακής
απόδοσης 441

γ.4. Επενδυτικές ενισχύσεις για ενεργειακές υποδομές 442

γ.5. Λοιπές επενδυτικές ενισχύσεις και ενισχύσεις λειτουργίας με κριτήριο
το είδος της προωθούμενης ενέργειας 443

Β.3. Ανακοίνωση της Επιτροπής – Κατευθυντήριες Γραμμές για
τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και
της ενέργειας (2022 – 2027) 444

α. Θετική προϋπόθεση : προώθηση της ανάπτυξης 449

α.1. Προσδιορισμός της προωθούμενης οικονομικής δραστηριότητας και
του θετικού αντικτύπου του ενισχυτικού μέτρου 449

α.2. Χαρακτήρας κινήτρου 449

α.3. Απουσία παραβίασης οποιασδήποτε σχετικής διάταξης
του ενωσιακού δικαίου 453

β. Αρνητική προϋπόθεση : μη στρέβλωση του ανταγωνισμού 453

β.1. Αναγκαιότητα της ενίσχυσης 453

β.2. Καταλληλότητα της ενίσχυσης 454

β.3. Αναλογικότητα της ενίσχυσης 454

β.4. Διαφάνεια 455

β.5. Αποφυγή αδικαιολόγητων αρνητικών επιπτώσεων της ενίσχυσης
στον ανταγωνισμό και στις συναλλαγές 455

β.6. Στάθμιση των θετικών και των αρνητικών επιπτώσεων της ενίσχυσης 456

Β.4. Περιβαλλοντικοί φόροι και λοιπά ζητήματα 458

α. Ειδικότερα ζητήματα σχετικά με περιβαλλοντικούς φόρους 459

β. Αξιολόγηση περιβαλλοντικών ενισχύσεων απευθείας βάσει της ΣΛΕΕ 465

Β.5. Ενισχύσεις στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας 466

Γ. Ενισχύσεις για την προώθηση της έρευνας, της ανάπτυξης
και της καινοτομίας (ΕΑΚ) 471

Γ.1. Εισαγωγή 471

Γ.2. Οι ενισχύσεις ΕΑΚ στον Απαλλακτικό Κανονισμό 472

α. Επενδυτικές σχέσεις για ερευνητικές υποδομές 473

β. Ενισχύσεις για συνεργατικούς σχηματισμούς καινοτομίας 474

γ. Ενισχύσεις καινοτομίας για μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) 475

δ. Ενισχύσεις για διαδικαστική και οργανωτική καινοτομία 475

ε. Ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα της αλιείας και υδατοκαλλιέργειας 476

Γ.3. Πλαίσιο της Επιτροπής σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις
για την έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία 477

α. Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί 477

β. Κοινές Αρχές Αξιολόγησης 482

β.1. Ταυτοποίηση οικονομικής δραστηριότητας 483

β.2. Δημιουργία κινήτρων 484

β.3. Η ενίσχυση δεν αντιβαίνει στο ενωσιακό δίκαιο 484

β.4. Ανάγκη κρατικής παρέμβασης 485

β.5. Καταλληλότητα του μέτρου ενίσχυσης 486

β.6. Αναλογικότητα ενίσχυσης 487

β.7. Διαφάνεια 487

β.8. Αποφυγή αδικαιολόγητων αρνητικών επιπτώσεων στον ανταγωνισμό
και τις συναλλαγές 488

β.9. Αντιπαραβολή των θετικών αποτελεσμάτων και των αρνητικών
επιπτώσεων της ενίσχυσης 489

Δ. Ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση
μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων 491

Δ.1. Εισαγωγή – δικαιοπολιτική σκοπιμότητα 491

Δ.2. Γενικοί κανόνες 492

α. Τομεακό πεδίο εφαρμογής 496

β. Ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής –
Έννοια της «προβληματικής επιχείρησης» 497

γ. Αρχή της άπαξ ενισχύσεως (one time, last time) 500

δ. Καλυπτόμενες μορφές ενισχύσεων 503

Δ.3. Συμβατότητα με την εσωτερική αγορά 504

α. Στάθμιση αρνητικών επιπτώσεων στον ανταγωνισμό (balancing test) 505

β. Σχέδιο αναδιάρθρωσης 506

Δ.4. Ειδική περιπτωσιολογία 508

Δ.5. Διαδικαστικοί κανόνες 510

α. Ταχεία περαίωση ορισμένων ενισχύσεων διάσωσης 510

β. Εφαρμογή, παρακολούθηση και τροποποίηση του σχεδίου
αναδιάρθρωσης 511

γ. Κοινοποίηση κάθε άλλης ενίσχυσης που λαμβάνει ο δικαιούχος 512

Δ.6. Πρόσθετες υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και διορισμός
εντολοδόχου 513

III.

Τομεακές ενισχύσεις

A. Φορολογικές Ενισχύσεις 515

A.1. Έννοια φορολογικής ενίσχυσης και φορολογική κυριαρχία
των κρατών μελών 515

A.2. Δογματικά ζητήματα φορολογικών ενισχύσεων 517

α. Άμεση χορήγηση πλεονεκτήματος μέσω του φορολογικού
συστήματος 517

β. Έμμεση χορήγηση φορολογικής ενίσχυσης 519

γ. Φορολογικά πλεονεκτήματα και η αρχή του Φορέα
της Οικονομίας της Αγοράς (ΦΟΑ) 519

δ. Γενικά φορολογικά μέτρα 521

ε. Διακριτική ευχέρεια φορολογικών αρχών 522

A.3. Ειδικές περιπτώσεις φορολογικών ενισχύσεων 523

α. Φορολογικές αμνηστίες 523

β. Φορολογικές αποφάσεις 524

β.1. Εννοιολογικές οριοθετήσεις 524

β.2. Αξιολόγηση υπό το πρίσμα των κρατικών ενισχύσεων – Ενστάσεις 526

β.3. Η θέση του ΔΕΕ 530

γ. Φορολογικοί διακανονισμοί 533

δ. Λοιπά ζητήματα φορολογικών ενισχύσεων 534

B. Ενισχύσεις σε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης 539

B.1. Εισαγωγή 539

B.2. Πρωτόκολλο Άμστερνταμ και άλλες διατάξεις
του πρωτογενούς δικαίου 540

B.3. Ανακοίνωση Επιτροπής 542

α. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις 542

β. Ύπαρξη ενίσχυσης 543

γ. Αξιολόγηση του συμβιβάσιμου των κρατικών ενισχύσεων βάσει
του άρθρου 107 παρ. 3 ΣΛΕΕ 548

δ. Αξιολόγηση του συμβιβάσιμου των κρατικών ενισχύσεων βάσει
του άρθρου 106 παρ. 2 ΣΛΕΕ 549

δ.1. Ορισμός της αποστολής δημόσιας υπηρεσίας 551

δ.2. Ανάθεση καθηκόντων και εποπτεία 552

δ.3. Επιλογή τρόπου χρηματοδότησης 553

δ.4. Διαφάνεια 554

δ.5. Υπεραντιστάθμιση 555

δ.6. Μηχανισμοί δημοσιονομικού ελέγχου 556

δ.7. Αναλογικότητα και εμπορική συμπεριφορά 556

Γ. Ενισχύσεις στον γεωργικό τομέα 558

Γ.1. Εισαγωγή 558

Γ.2. Σχέση των ειδικών διατάξεων της ΣΛΕΕ για την κοινή γεωργική
πολιτική (άρθρα 38-44) με τις γενικές διατάξεις της ΣΛΕΕ για
τις κρατικές ενισχύσεις (άρθρα 107-109) 558

Γ.3. Ο Απαλλακτικός Κανονισμός 2022/2472 565

α. Γενικά 566

α.1. Οι κατηγορίες ενίσχυσης 566

α.2. Οι εξαιρέσεις 566

α.3. Οι προϋποθέσεις συμβατότητας 568

β. Ειδικότερα ζητήματα από τις γενικές προϋποθέσεις συμβατότητας
του Απαλλακτικού Κανονισμού 2022/2472 569

β.1. Τα όρια κοινοποίησης 569

β.2. Η διαφάνεια της ενίσχυσης 570

β.3. Ο χαρακτήρας κινήτρου 570

β.4. Η ένταση της ενίσχυσης και οι επιλέξιμες δαπάνες 571

β.5. Η σώρευση των ενισχύσεων 572

(i) Συνύπαρξη κρατικής ενίσχυσης με ενωσιακή χρηματοδότηση 573

(ii) Σώρευση ενισχύσεων με προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες 573

(iii) Σώρευση ενισχύσεων χωρίς προσδιορίσιμες επιλέξιμες δαπάνες 573

(iv) Σώρευση με τις de minimis ενισχύσεις 574

(v) Σώρευση με ενισχύσεις του Κανονισμού 2021/2115 και άλλες ειδικές περιπτώσεις σώρευσης 574

β.6. Οι απαιτήσεις δημοσίευσης και ενημέρωσης 575

Γ.4. Ο Κανονισμός de minimis 1408/2013 575

α. Πεδίο εφαρμογής – ανώτατα όρια 575

β. Διαφανείς ενισχύσεις και κανόνες σώρευσης 576

γ. Μεταβατικές διατάξεις 577

Γ.5. Οι Κατευθυντήριες Γραμμές για τον γεωργικό τομέα 577

Γ.6. Η απευθείας εφαρμογή των διατάξεων της ΣΛΕΕ περί
συμβατότητας : η ελληνικού ενδιαφέροντος υπόθεση T-850/19 580

Δ. Ενισχύσεις στον τομέα των μεταφορών και της ναυπηγικής 582

Δ.1. Μεταφορές 582

α. Ενισχύσεις στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών 582

α.1. Η εξέλιξη των στόχων – το πρόβλημα του ανταγωνισμού
των ανοικτών νηολογίων 582

(i) Κατευθυντήριες Γραμμές 1989 και 1997 : έμφαση στη σημαία 583

(ii) Κατευθυντήριες Γραμμές 2004 : ρεαλιστική και ολιστική προσέγγιση 585

α.2. Ειδικά θέματα 586

(i) To παράδειγμα του φόρου χωρητικότητας (tonnage tax) 586

1. Πώς λειτουργεί; 586

2. Κριτήρια επιλεξιμότητας 587

3. Έλεγχος εφαρμογής – η ελληνική υπόθεση 590

4. Υπόθεση Τ-17/23 Feport κατά Επιτροπής (ΓΔΕΕ διάταξη 28.04.2025) 596

(ii) Μέτρα ελάφρυνσης εργασιακού κόστους – νηολόγια bis 599

(iii) Υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας 601

β. Ενισχύσεις στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών 602

β.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 602

β.2. O Κανονισμός 1008/2008 σχετικά με τους κοινούς κανόνες
εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα 603

β.3. Οι Κατευθυντήριες Γραμμές του 2014 605

β.4. Ο τομέας των αεροπορικών μεταφορών και ο Απαλλακτικός
Κανονισμός : η ειδική περίπτωση της συντήρησης αεροσκαφών
και της εκπαίδευσης πληρωμάτων 609

γ. Ενισχύσεις στον τομέα των χερσαίων μεταφορών 611

γ.1. Εισαγωγικά 611

γ.2. Οι ενισχύσεις στις δημόσιες επιβατικές, οδικές και σιδηροδρομικές
μεταφορές 613

(i) Ρύθμιση με άξονα αναφοράς τον Κανονισμό 1370/2007 613

(ii) Νομολογία σχετική με τον Κανονισμό 1370/2007 617

1. Οι υποθέσεις Buonotourist και Azienda 617

2. Η υπόθεση Andersen 619

γ.3. Οι ενισχύσεις στις σιδηροδρομικές μεταφορές 620

(i) Ο Εξουσιοδοτικός Κανονισμός 2022/2586 621

(ii) Οι Κατευθυντήριες Γραμμές του 2008 σχετικά με τις κρατικές
ενισχύσεις στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις 622

Δ.2. Ενισχύσεις στον ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα 623

α. Εισαγωγικά 623

β. Εξέλιξη του νομοθετικού πλαισίου για τις ενισχύσεις
στον ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα 624

γ. Μορφές ενισχύσεων στον ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα 627

Ε. Ενισχύσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα 628

Ε.1. Εισαγωγή 628

Ε.2. Η εφαρμογή της αρχής του ιδιώτη επενδυτή στον τραπεζικό τομέα
υπό το πρίσμα του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ 629

α. Η υπόθεση ING κατά Επιτροπής 630

β. Οι υποθέσεις Land Burgerland κατά Επιτροπής και Επιτροπή
κατά FIH Holding
632

Ε.3. Η συμβατότητα των ενισχύσεων στον τραπεζικό τομέα υπό
το πρίσμα του άρθρου 107 παρ. 3 περ. β΄ ΣΛΕΕ 633

α. Γενικές αρχές 634

β. Η πρώτη Τραπεζική Ανακοίνωση (2008) 635

β.1. Διάκριση υγιών – μη υγιών χρηματοπιστωτικών οργανισμών 636

β.2. Καθεστώτα εγγυήσεων 636

(i) Επιλεξιμότητα 636

(ii) Είδος καλυπτόμενων εγγυήσεων 637

(iii) Χρονική διάρκεια του καθεστώτος εγγυήσεων 637

(iv) Συμβολή του ιδιωτικού τομέα 638

(v) Περιορισμός των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού 638

β.3. Μεμονωμένες (ad hoc) περιπτώσεις 639

γ. Η Ανακοίνωση περί ανακεφαλαιοποίησης 639

γ.1. Η σημασία της ανακεφαλαιοποίησης 639

γ.2. Διάκριση υγιών – μη υγιών τραπεζών 640

γ.3. Ανακεφαλαιοποιήσεις κατά βάση υγιών τραπεζών 641

γ.4. Ανακεφαλαιοποιήσεις μη υγιών τραπεζών 641

δ. Η Ανακοίνωση περί απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων 642

δ.1. Απαιτήσεις διαφάνειας 643

δ.2. Καταμερισμός του κόστους που συνδέεται με απομειωμένα
περιουσιακά στοιχεία μεταξύ κράτους και μετόχων 643

δ.3. Περίοδος εγγραφής και υποχρεώσεις συμπεριφοράς 644

δ.4. Μέτρα αναδιάρθρωσης 644

ε. Η Ανακοίνωση περί αναδιάρθρωσης 645

ε.1. Αποκατάσταση μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας 646

ε.2. Η εξασφάλιση της βιωσιμότητας μέσω της πώλησης τραπεζών 646

ε.3. Ίδια συνεισφορά από τον δικαιούχο (καταμερισμός επιβαρύνσεων) 647

ε.4. Περιορισμός των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και εξασφάλιση
ενός ανταγωνιστικού τραπεζικού τομέα 647

(i) Εφαρμογή αποτελεσματικών και πρόσφορων μέτρων για
τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού 647

(ii) Καθορισμός του κατάλληλου τιμήματος για την κρατική ενίσχυση 648

(iii) Διαρθρωτικά μέσα – εκποίηση και περιορισμός επιχειρηματικών δραστηριοτήτων 648

(iv) Αποφυγή της χρήσης κρατικών ενισχύσεων για τη χρηματοδότηση αντιανταγωνιστικών συμπεριφορών 648

στ. Οι Ανακοινώσεις περί παράτασης του 2010 και του 2011 649

ζ. Η Τραπεζική Ανακοίνωση του 2013 –
η «δεύτερη Τραπεζική Ανακοίνωση» 649

ζ.1. Μέτρα ανακεφαλαιοποίησης και απομειωμένων περιουσιακών
στοιχείων 650

(i) Υποβολή σχεδίου αναδιάρθρωσης 650

(ii) Υποβολή σχεδίου άντλησης κεφαλαίων 650

(iii) Τα μέτρα άντλησης κεφαλαίων 651

(iv) Καταμερισμός των επιβαρύνσεων μεταξύ μετόχων και πιστωτών
μειωμένης εξασφάλισης 651

(v) Πρόληψη της εκροής κεφαλαίων πριν την απόφαση αναδιάρθρωσης 652

ζ.2. Ενίσχυση διάσωσης υπό τη μορφή μέτρων ανακεφαλαιοποίησης και απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων 653

ζ.3. Ειδικές παρατηρήσεις σχετικά με ενισχύσεις εκκαθάρισης 653

ζ.4. Η υπόθεση Tadej Kotnik κ.λπ. 654

ζ.5. Η υπόθεση Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Anthony Braesch 655

η. Η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων υπό το πρίσμα του νέου
νομοθετικού πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση
των πιστωτικών ιδρυμάτων 657

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 661

Σελ. 1

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Α. Οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων ως τμήμα των πολιτικών ανταγωνισμού και ενιαίας εσωτερικής αγοράς

Α.1. Δίκαιο ανταγωνισμού lato sensu & stricto sensu

Για να κατανοήσει καλύτερα τη δομή και λειτουργία των Κανόνων περί Κρατικών Ενισχύσεων, ο αναγνώστης πρέπει να αντιληφθεί τους κανόνες αυτούς ως συστημικό μέρος ενός ευρύτερου πλέγματος ρυθμίσεων που συνθέτουν την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ανταγωνισμού. Υπενθυμίζεται ότι η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα για τη θέσπιση των κανόνων ανταγωνισμού που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς · το δίκαιο ανταγωνισμού συνιστά

Σελ. 2

λοιπόν το εργαλείο συντονισμένης δράσης για την εξάλειψη των υφιστάμενων εμποδίων και την εξασφάλιση «σταθερότητας στην επέκταση της οικονομίας, ισορροπίας στις συναλλαγές και ευθύτητας στον ανταγωνισμό».

Έτσι, το ενωσιακό Δίκαιο Ανταγωνισμού lato sensu (άρθ. 101-109 ΣΛΕΕ) περιλαμβάνει το σύνολο των πρωτογενών και δευτερογενών κανόνων, οι οποίοι στόχο έχουν τον έλεγχο των συμπεριφορών, μέτρων και πρακτικών που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ενδοενωσιακό ανταγωνισμό, όποια και αν είναι η προέλευσή τους · αν η νόθευση (ή η απειλή νόθευσης) προέρχεται από επιχειρηματικές πρακτικές, καλούνται σε εφαρμογή οι διατάξεις των άρθ. 101, 102 ΣΛΕΕ, γνωστές και ως κανόνες ανταγωνισμού stricto sensu · όταν προέρχεται από κρατική παρέμβαση με τη μορφή κρατικών ενισχύσεων, καλούνται αντιστοίχως σε εφαρμογή οι διατάξεις των άρθ. 107-109 ΣΛΕΕ.

Η ενιαία συστηματική θεώρηση των κανόνων ανταγωνισμού lato sensu είναι πολλαπλώς χρήσιμη : πρώτον, καθιστά προφανή την συμπληρωματικότητα των νομοθετικών στόχων (πράγματι δεν θα είχε νόημα να απαγορεύονται οι αντι-ανταγωνιστικές επιχειρηματικές πρακτικές, αν τα ίδια εμπόδια, όπως λόγου χάρη η κατανομή των αγορών ή η παρεμπόδιση εισόδου νέων ανταγωνιστών, μπορούσαν να επανέλθουν με κρατική δράση) · δεύτερον, επιτρέπει τη θεώρηση της πολιτικής ανταγωνισμού στο σύνολό της, επιτρέποντας την αμοιβαία επιρροή και ωρίμανση, κυρίως από την πλευρά των κανόνων stricto sensu προς αυτή των κρατικών ενισχύσεων · τρίτον, επιτρέπει την κατανόηση κοινών εννοιών, όπως χαρακτηριστικά αυτών της «επιχείρησης», μέσω της επεξεργασίας που έχει ήδη λάβει χώρα σε νομολογιακό και θεωρητικό επίπεδο (ευκταίο άλλωστε θα ήταν η αξιοποίηση να επεκταθεί στην οριοθέτηση της σχετικής αγοράς και την ανάλυση των επιπτώσεων στον ανταγωνισμό) · τέλος, διευκολύνει την αξιοποίηση – και στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων – δικονομικών και ουσιαστικών εργαλείων που έχουν τύχει εκτενούς επεξεργασίας στο πλαίσιο των κανόνων stricto sensu, όπως η ενίσχυση των αστικών αξιώσεων και η ενθάρρυνση της αποκεντρωμένης εφαρμογής.

Η ρύθμιση των κρατικών ενισχύσεων δομείται, όπως άλλωστε και αυτή των απαγορευμένων αντι-ανταγωνιστικών συμπεριφορών, σε δύο ενότητες :

• η πρώτη ενότητα του άρθ. 107 ΣΛΕΕ περιλαμβάνει την ουσιαστική ρύθμιση : αρχικώς τον κανόνα της απαγόρευσης για τις ενισχύσεις που (α) χορηγούνται από κρατικούς πόρους και καταλογίζονται στο κράτος, (β) ευνοούν επιλεκτι-

Σελ. 3

κά ορισμένες επιχειρήσεις ή κλάδους και (γ) νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν το ενδοενωσιακό εμπόριο · ακολούθως τις εξαιρέσεις από τον κανόνα, είτε αυτοδίκαιες (ex lege συμβατές με την εσωτερική αγορά κρατικές ενισχύσεις – άρθ. 107 παρ. 2), είτε δυνητικές (συμβιβάσιμες με την εσωτερική αγορά – άρθ. 107 παρ. 3).

• η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει τη δικονομική ρύθμιση, δηλ. το πλαίσιο και τα στάδια της διαδικασίας αξιολόγησης των κρατικών μέτρων, τις συνέπειες μη συμμόρφωσης, τα ένδικα μέσα κατά των αποφάσεων της Επιτροπής και τους κανόνες περί ανάκτησης των παρανόμως χορηγηθεισών ενισχύσεων. Σε επίπεδο πρωτογενούς δικαίου, κρίσιμη αλλά ανεπαρκής είναι η διάταξη του άρθ. 108 ΣΛΕΕ.

• Οι πρωτογενείς ουσιαστικές και δικονομικές ρυθμίσεις εξειδικεύθηκαν σταδιακά (ιδίως το διαδικαστικό πλαίσιο) από κανόνες του δευτερογενούς ενωσιακού δικαίου · κεντρικής σημασίας (όπως θα αποδειχθεί και στις επιμέρους αναλύσεις που θα ακολουθήσουν) είναι αφενός ο Κανονισμός 651/2014 για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την εσωτερική αγορά, γνωστός ως Γενικός Κανονισμός ΑπαλλαγήςΑπαλλακτικός Κανονισμός, αφετέρου ο Κανονισμός 2015/1589 περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθ. 108 ΣΛΕΕ. Οι κανόνες αυτοί συμπληρώνονται ή/και αποσαφηνίζονται από μεγάλο αριθμό κειμένων ήπιου δικαίου, κατευθυντήριες γραμμές τομεακού χαρακτήρα ή οριζόντιες επεξηγηματικές ανακοινώσεις.

A.2. Ratio της καταρχήν απαγόρευσης των κρατικών ενισχύσεων – νομοπολιτική και οικονομική ανάλυση

Η νομοθετική στόχευση των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων είναι δεκτική πολυπρισματικής ανάγνωσης · αυτό σημαίνει ότι, ανάλογα με την οπτική γωνία υπό την οποία φωτίζεται η διαδικασία ελέγχου, τα αποτελέσματα και οι αξιολογήσεις μπορεί να διαφέρουν. Είναι σημαντικό να γίνει εξαρχής κατανοητό το στοιχείο αυτό από τον αναγνώστη/μελετητή.

Καταρχάς, από την μεριά του κράτους μέλους, η χορήγηση ενισχύσεων σε επιχειρήσεις ή κλάδους, αποτελεί ισχυρό εργαλείο οικονομικής πολιτικής, με το

Σελ. 4

οποίο υπηρετούνται εμμέσως αλλά εξίσου αποτελεσματικώς (σε σύγκριση με αναγκαστικού ή προστατευτικού χαρακτήρα ρυθμίσεις) οι εκάστοτε επιδιωκόμενοι κρατικοί στόχοι, ιδίως σε τέως μονοπωλιακές και νυν απελευθερωμένες αγορές (π.χ. ενέργεια, μεταφορές). Το εργαλείο αυτό μπορεί να ενεργοποιηθεί για ποικίλους λόγους, εντασσόμενους σε ένα ευρύ φάσμα δράσεων και προθέσεων που μπορεί να εκτείνεται από την – ταπεινή – εξυπηρέτηση ψηφοθηρικών στόχων μέχρι τον – φιλόδοξο – σχεδιασμό του αναπτυξιακού εκσυγχρονισμού μίας χώρας (ή μίας περιφέρειας). Στο ενδιάμεσο μπορούν να ενταχθούν : η διάσωση ή υποστήριξη επιχειρήσεων εθνικού ενδιαφέροντος, με δημόσια ή μη μετοχική συμμετοχή, η διάσωση θέσεων εργασίας, η αντιμετώπιση οικονομικών αναποτελεσματικοτήτων και στρεβλώσεων, η διόρθωση ασυμμετρίας πληροφόρησης, η επαρκής παροχή αγαθών και υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, ο συντονισμός οικονομικών δραστηριοτήτων, η δημιουργία κινήτρων για την ανάπτυξη νέων μορφών ανάπτυξης ή αλλαγής εκμετάλλευσης (π.χ. πράσινη οικονομία, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας), η ενίσχυση της ισοκατανομής πόρων και εισοδημάτων σύμφωνα με τις κοινωνικές προσδοκίες κ.ά. · στην πλειονότητα των παραδειγμάτων αυτών, η οικονομική διάσταση δεν διακρίνεται ευχερώς από το ιδεολογικό υπόβαθρο του μέτρου.

Η πρώτη προσέγγιση, λογικά και χρονικά, ήταν να αναδειχθεί ο έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων ως πυλώνας που συμβάλλει στη δημιουργία και διατήρηση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς, ομού με τις βασικές ενωσιακές ελευθερίες και τους κανόνες ανταγωνισμού · τώρα πλέον που η εσωτερική αγορά έχει όχι μόνο ολοκληρωθεί αλλά και ωριμάσει, η νομική και πολιτική σημασία της προσέγγισης αυτής έχει συρρικνωθεί. Αν διατηρεί σε ένα βαθμό την αξία της, είναι γιατί προσφέρει ένα ευρύτερο πλαίσιο στο οποίο ευνοείται η συνεκτίμηση και άλλων ενωσιακών πολιτικών, όπως της προστασίας της εργασίας, του περιβάλλοντος, των κοινωφελών υπηρεσιών κλπ..

Η κρατούσα οπτική γωνία είναι σήμερα αυτή της προστασίας του ανταγωνισμού : ο έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων δεν στοχεύει μόνο στην αποτροπή δημιουργίας «εσωτερικών συνόρων» δια κρατικών παρεμβάσεων, αλλά πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα : στοχεύει (και συμβάλλει) στην εξασφάλιση ίσων

Σελ. 5

ανταγωνιστικών όρων (level playing field), αναχαιτίζοντας την πλειοδοσία ενισχύσεων από μέρους των εθνικών αρχών και την εξωτερίκευση των αρνητικών στρεβλώσεων και της αναποτελεσματικότητας που αυτές συνεπάγονται, από την μία επικράτεια στην άλλη. Η ευρεία χρήση του κριτηρίου του «ιδιώτη επενδυτή» για τον χαρακτηρισμό ενός μέτρου ως κρατικής ενίσχυσης ή όχι, αποτελεί ένδειξη της προσέγγισης αυτής. Αν και το σημείο εκκίνησης είναι σαφές και γενικώς αποδεκτό, η οπτική αυτή γωνία αφήνει ακόμη αρκετά ζητήματα ανοικτά. Σε θεωρητικό επίπεδο, εύλογα αναζητείται το μέτρο σύγκρισης της «ανταγωνιστικής αγοράς» που νοθεύεται από την κρατική ενίσχυση, λαμβανομένου υπόψη ότι, σε οποιαδήποτε αγορά, άλλα κρατικά μέτρα διαφορετικού περιεχομένου (π.χ. περιβαλλοντικά, ρύθμισης εμπορίου) επηρεάζουν ούτως ή άλλως το πλαίσιο οικονομικής δράσης, ευνοώντας εκ του αποτελέσματος ορισμένους μετέχοντες σε βάρος άλλων. Σε πρακτικό επίπεδο, η οπτική του ανταγωνισμού επιβάλλει την «οικονομική ανάλυση» του μέτρου, ιδίως των επιπτώσεων αυτού, καθόσον η διαπίστωση «της επιλεκτικότητας» δεν αρκεί από μόνη της να θεμελιώσει την στρέβλωση · αν και η σύγχρονη ερμηνεία των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων κινείται προς την κατεύθυνση αυτή, η ex ante και ex post ανάλυση των επιπτώσεων απέχει πολύ από αυτήν που πραγματοποιείται στο πλαίσιο των άρθ. 101, 102 ΣΛΕΕ. Αλλ' ακόμη και αν η αξιολόγηση των οικονομικών επιπτώσεων (effects – based approach) κρινόταν επαρκής, πάντα θα τίθεται το ζήτημα της στάθμισης μεταξύ ενός τέτοιου τεχνοκρατικού πορίσματος και των κοινοβουλευτικώς νομιμοποιούμενων προτεραιοτήτων των εθνικών αρχών · με την έννοια αυτή, ο τομέας των κρατικών ενισχύσεων εμφανίζει σταθερά μία πολύ πιο έντονη πολιτική χροιά από ό,τι οι κανόνες ανταγωνισμού stricto sensu, στοιχείο που ενίοτε αποκαλύπτεται στον τρόπο αντιμετώπισης παρόμοιων υποθέσεων.

Η τελευταία δεκαετία ανέδειξε μία νέα οπτική γωνία, φωτίζοντας τον ρόλο του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων ως μέσου δημοσιονομικής πειθαρχίας των κρατών μελών. Έτσι, από τον στόχο του αρνητικού συντονισμού των όρων ανταγωνισμού (δια της παράλειψης στρεβλώσεων), φαίνεται ότι η ερμηνεία των κανόνων 107 επ. ΣΛΕΕ κινείται προς την κατεύθυνση του θετικού πλέον συντονισμού της δημοσιονομικής και φορολογικής δράσης των κρατών · το αν πρόκειται για εξέλιξη ή για παρεκτροπή ερίζεται ακόμη, στον απόηχο των πολύ-

Σελ. 6

κροτων υποθέσεων Apple, Google, Facebook. Πάντως, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, η Επιτροπή, στα πρόσφατα κείμενα στρατηγικής, επιφυλάσσει στον εαυτό της έναν ρόλο «δημοσιονομικού συντονιστή», με πρώτο στόχο τη στοχευμένη ανακατεύθυνση των επίμαχων δημοσίων δαπανών και την εναρμόνιση των εθνικών οικονομικών πολιτικών, ίσως δε απώτερο την εγκαθίδρυση ενιαίας (ενωσιακής) οικονομικής πολιτικής.

Β. Η εξέλιξη στην ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων

Β.1. Ο ρυθμιστικός εκσυγχρονισμός

H εξέλιξη του δικαίου και της πολιτικής των κρατικών ενισχύσεων μπορεί να διακριθεί σε τρία στάδια.

Το πρώτο εξ αυτών, χρονικά και αναπτυξιακά, φέρει έντονα τα χαρακτηριστικά της νομολογιακής διάπλασης. Η διάπλαση αυτή ήταν αναγκαία εξαιτίας της ελλειπτικής φύσης του πρωτογενούς ρυθμιστικού πλαισίου, που παραμένει σχεδόν αμετάβλητο από τη Συνθήκη της Ρώμης μέχρι σήμερα · αυτό ισχύει τόσο για την ουσιαστική ρύθμιση του άρθ. 107 ΣΛΕΕ όσο και για τη δικονομική του άρθ. 108 ΣΛΕΕ. Το Δικαστήριο (τότε ΔΕΚ) διαδραμάτισε κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση ενιαίας αυτόνομης ερμηνείας των κανόνων και στη σταδιακή θεμελίωση των βασικών πυλώνων του δικαίου των κρατικών ενισχύσεων, όπως το γνωρίζουμε σήμερα. Λόγου χάρη, η θέσπιση (χωρίς νομοθετικό έρεισμα) της αρχής περί ανάκτησης της παρανόμως χορηγηθείσας κρατικής ενίσχυσης, η αναγνώριση άμεσου αποτελέσματος στην προβλεπόμενη στο άρθ. 108 παρ. 3 ΣΛΕΕ υποχρέωση μη εφαρμογής του μέτρου μέχρι την απόφαση της Επιτροπής, καθώς και η διάκριση κρατικής ενίσχυσης από την αποζημίωση κοινω-

Σελ. 7

φελούς υπηρεσίας, αποτελούν νομολογιακά σημεία αναφοράς, γύρω από τα οποία υφάνθηκε προοδευτικά το ισχύον δίκαιο των κρατικών ενισχύσεων. Αυτός ο πρωτοποριακά διαπλαστικός ρόλος ασκείται και σήμερα από τα ενωσιακά δικαιοδοτικά όργανα.

Στο δεύτερο στάδιο, που εκκινεί στο τέλος της δεκαετίας του 70, η πρωτοκαθεδρία ανήκει στην Επιτροπή · η τελευταία ενηλικιώνεται, επενδύει στην εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων (αποδεχόμενη τον πιθανό πολιτικό κίνδυνο) και, σταδιακά, αναδεικνύεται σε ρυθμιστή και διαμορφωτή της σχετικής ενωσιακής πολιτικής. Τα πρώτα εργαλεία που αξιοποιεί έχουν τη μορφή κανόνων ήπιου δικαίου, για περισσότερους του ενός λόγους : αποφεύγει την απρόβλεπτη νομοθετική εμπλοκή του Συμβουλίου, σωρεύει εμπειρία, ενώ παράλληλα κωδικοποιεί την υφιστάμενη νομολογία και τη δική της πρακτική, εξασφαλίζοντας διαφάνεια, συναίνεση και ασφάλεια δικαίου, κυρίως δια της αυτοδέσμευσής της. Μεγάλος αριθμός ανακοινώσεων, τόσο τομεακού (π.χ. για την αυτοκινητοβιομηχανία ή τη βιομηχανία χάλυβα) όσο και οριζόντιου χαρακτήρα (π.χ. προστασία του περιβάλλοντος, απασχόληση και κατάρτιση, ΜΜΕ), εκπονούνται την περίοδο αυτή.

Στροφή προς την υιοθέτηση δεσμευτικών κανόνων δευτερογενούς δικαίου σημειώνεται στη δεκαετία του 90, με δύο σημαντικά νομοθετήματα : Το πρώτο ήταν ο Κανονισμός 994/98 του Συμβουλίου με τον οποίο εξουσιοδοτήθηκε η Επιτροπή να εκδίδει ομαδικές απαλλαγές για οριζόντιες κατηγορίες κρατικών

Σελ. 8

ενισχύσεων καθώς και ειδική απαλλαγή για τις ενισχύσεις de minimis. Το δεύτερο ήταν ο διαδικαστικός Κανονισμός 659/1999, ο οποίος, στη νεότερή του εκδοχή (2015/1589), θα μας απασχολήσει εκτενώς στις επιμέρους αναλύσεις · με το κείμενο αυτό, που αποτέλεσε το δικονομικό βραχίονα του δικαίου των κρατικών ενισχύσεων, όχι μόνο κωδικοποιήθηκαν οι υφιστάμενες νομολογιακές αρχές παρέχοντας αυξημένη ασφάλεια δικαίου, αλλά και ενισχύθηκαν περαιτέρω οι εξουσίες της Επιτροπής, που είχε άλλωστε εν προκειμένω τη νομοθετική πρωτοβουλία και την εμπειρία. Έκτοτε, οι κανόνες θετικού και ήπιου δικαίου συνυπάρχουν, με τους δεύτερους να αναλαμβάνουν – παρά τον όγκο τους – κυρίως έναν ρόλο συμπληρωματικό και αποσαφηνιστικό.

Το τρίτο στάδιο είναι το λεγόμενο «εκσυγχρονιστικό». Εκκινεί με το Σχέδιο Δράσης για τις κρατικές ενισχύσεις του 2005, ως μία μορφή οδικού χάρτη μεταρρυθμίσεων για την περίοδο 2005-2009, με στόχο την επίτευξη λιγότερων και καλύτερα στοχευμένων ενισχύσεων · ενισχύεται με το Σχέδιο εκσυγχρονισμού των κρατικών ενισχύσεων του 2012 (EU State Aid Modernization – SAM), το οποίο εστίαζε στην ανάπτυξη, τη συγκέντρωση της επιβολής σε υποθέσεις με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά και την απλοποίηση των κανόνων για την ταχύτερη λήψη αποφάσεων. Συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με το νέο Σχέδιο Δράσης για τις κρατικές ενισχύσεις 2023 – 2027, που εκπονήθηκε από κοινού από τη ΓΔ Διεύθυνση Περιφερειακής και Αστικής Πολιτικής και τη ΓΔ Ανταγωνισμού, με σκοπό την ενίσχυση των γνώσεων και της εξειδίκευσης των αρχών που εμπλέκονται στη διαχείριση των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων, ιδίως στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, καθώς και στη διάδοση σχετικών καλών πρακτικών. Αν και στο στάδιο αυτό έλαβαν χώρα σημαντικές ανατροπές λόγω των διαφόρων μορφών κρίσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο (για τις οποίες θα γίνει λόγος αμέσως παρακάτω), μπορεί με ασφάλεια να συνοψίσει κανείς την πρόοδο σε τρία σημεία : κανονιστικός εξορθολογισμός,

Σελ. 9

στόχευση εφαρμογής και διαφάνεια στη χορήγηση των κρατικών ενισχύσεων. Ενδεικτικά αναφέρονται : α) ο εκτενής εκσυγχρονισμός του δευτερογενούς δικαίου, σε επίπεδο ουσίας και διαδικασίας · β) ο εμπλουτισμός των κανόνων ήπιου δικαίου και η συνακόλουθη ενδυνάμωση της ασφάλειας δικαίου · γ) η εισαγωγή της δυνατότητας τομεακών ερευνών, όπως ισχύει για τον έλεγχο εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού stricto sensu · δ) η εγκατάσταση βάσης δεδομένων δημόσιας αναζήτησης «Διαφάνεια των κρατικών ενισχύσεων», ώστε να προωθείται η λογοδοσία των χορηγουσών αρχών και να διευκολύνεται η πρόσβαση των ενδιαφερομένων στις σχετικές πληροφορίες, με αντίστοιχη βάση σε εθνικό επίπεδο το «Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Κρατικών Ενισχύσεων» (ΟΠΣΚΕ).

Β.2. Οι εξαιρετικές συνθήκες – ιδίως η επίδραση κρίσης και πανδημίας

Οι περίοδοι των αλλεπάλληλων κρίσεων που έπληξαν την ευρωπαϊκή οικονομία έθεσαν σε δοκιμασία το δίκαιο των κρατικών ενισχύσεων, λόγω των αντίρροπων συνθηκών : αφενός της επιτακτικής ανάγκης για χορήγηση πολλαπλών επιδοτήσεων και άλλων ενισχύσεων σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, αφετέρου της προσπάθειας διατήρησης μίας ελάχιστης ρυθμιστικής συνοχής (στο όνομα της μη διάκρισης και μη νόθευσης των ανταγωνιστικών όρων) και, πάντως, αποφυγής της ρυθμιστικής κατακερματοποίησης. Ο συνδυασμός ήταν δυσχερής, από τη στιγμή που τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα επέλεξαν την προσφυγή στην κρατική στήριξη ως την προσφορότερη λύση για την υποβοήθηση των επιχειρήσεων των κρατών μελών. Παράλληλα, οι εθνικές διοικητικές αρχές και οι επιχειρήσεις που κλήθηκαν να εφαρμόσουν τους νεοπαγείς κανόνες, κυρίως ήπιου

Σελ. 10

δικαίου, ήρθαν αντιμέτωπες με ένα πολύπλοκο νομικό πλαίσιο (μεταβαλλόμενο ανά τακτά χρονικά διαστήματα), ενώ τα πιο εύπορα κράτη που μπορούσαν να αποδεσμεύσουν μεγάλα ποσά από τους προϋπολογισμούς τους αξιοποίησαν προς όφελός τους την ευέλικτη εφαρμογή αυτών των κανόνων για να στηρίξουν τις εθνικές τους επιχειρήσεις, οι οποίες απέκτησαν αναμφισβήτητο πλεονέκτημα έναντι των – δραστηριοποιούμενων σε οικονομικά ασθενέστερα κράτη μέλη – ανταγωνιστών. Κατακρίθηκε επίσης το γεγονός ότι, για την κήρυξη της συμβατότητας ενισχυτικών μέτρων με τα οποία αποδεσμεύονταν μεγάλα ποσά και κατευθύνονταν σε μεμονωμένες επιχειρήσεις, δεν τέθηκαν συγκεκριμένοι όροι που θα ήταν ικανοί να λειάνουν τα τυχόν στρεβλωτικά αποτελέσματα στον ανταγωνισμό και ταυτόχρονα θα εξυπηρετούσαν άλλους διακηρυγμένους στόχους της κοινής ενωσιακής πολιτικής. Η θέση αυτή δεν βρήκε ευήκοα ώτα : εφόσον οι προϋποθέσεις συμβατότητας πληρούνταν, η Επιτροπή δεν θεώρησε ότι μπορούσε να προσθέσει επιπλέον όρους για να εγκρίνει κάθε φορά το επίμαχο μέτρο. Πάντως, ακόμη και με αυτές τις αδυναμίες, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν υπό το κράτος των προσωρινών πλαισίων (με χαρακτήρα ήπιου δικαίου) ή με απευθείας εφαρμογή των διατάξεων της ΣΛΕΕ ήταν απολύτως απαραίτητες για να αντιμετωπιστούν οι επείγουσες και έκτακτες καταστάσεις που προέκυψαν. Παρότι η στρέβλωση των συνθηκών του ανταγωνισμού ήταν

Σελ. 11

αναπόφευκτη, από τα δεδομένα της Επιτροπής προκύπτει το συμπέρασμα ότι το συνολικό ισοζύγιο ήταν θετικό καθώς η εσωτερική αγορά κατάφερε, έστω και με αυτές τις στρεβλώσεις, να λειτουργήσει ικανοποιητικά.

Επιπλέον, η Επιτροπή δεν αγνόησε την προαναφερθείσα δημοσιονομική ανισότητα μεταξύ ισχυρών και ασθενέστερων κρατών μελών που αναδείχθηκε ιδίως κατά το ξέσπασμα της πανδημίας και επιχείρησε εν μέρει να την λειάνει με τη θέση σε εφαρμογή ενός φιλόδοξου σχεδίου ανάκαμψης συνολικού ύψους 1,8 τρις ευρώ. Το σχέδιο αυτό εδράζεται σε δύο πυλώνες με τον πρώτο να προβλέπει τη σύσταση, δυνάμει του άρθ. 122 ΣΛΕΕ, ενός έκτακτου ευρωπαϊκού μηχανισμού ανάκαμψης με τον τίτλο «Next Generation EU» στον οποίο διατίθενται περίπου 750 δις ευρώ. Από το ποσό αυτό, 390 δις ευρώ διατίθενται στα κράτη μέλη υπό μορφή επιχορηγήσεων και τα υπόλοιπα 360 δις υπό μορφή δανείων. Ορισμένα από αυτά τα κονδύλια κατευθύνονται σε ήδη υφιστάμενα ενωσιακά προγράμματα και ταμεία, μεταξύ των οποίων και ορισμένα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία (ΕΔΕΤ), το μεγαλύτερο όμως μέρος τους (672 δις ευρώ) διατίθεται σε ένα νεοσύστατο χρηματοδοτικό εργαλείο με επωνυμία «Recovery & Resilience Facility – Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας», το πλαίσιο λειτουργίας του οποίου διέπεται από τον Κανονισμό 2021/241. Ο δεύτερος πυλώνας προβλέπει την κατάρτιση ενός ανανεωμένου μακροπρόθεσμου

Σελ. 12

προϋπολογισμού της ΕΕ από το 2021 έως το 2027, ποσού 1,074 τρις ευρώ, που είναι προσαρμοσμένος στους στόχους της ανασύνταξης και αποκατάστασης των ζημιών από την πανδημική κρίση και, όπως και ο πρώτος πυλώνας, προβλέπει, μεταξύ άλλων, την παροχή επιπλέον χρηματοδότησης σε ΕΔΕΤ.

Ενδιαφέρον, σε παρόμοιο πλαίσιο, είναι το άκρως επίκαιρο σχέδιο (εν διαμορφώσει) για τη θωράκιση της ευρωπαϊκής άμυνας και, άρα την ενθάρρυνση των επενδύσεων των κρατών μελών σε κοινές αμυντικές προμήθειες και, εν γένει, στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, μέσω ενός μηχανισμού παροχής δανείων ύψους 150 δις ευρώ (πρόγραμμα SAFESecurity Action for Europe). Τα εν λόγω δάνεια θα χρηματοδοτούνται μέσω έκδοσης ομολόγων από την ΕΕ και θα διατίθενται βάσει εθνικών σχεδίων επενδύσεων. Θα δούμε λοιπόν στο άμεσο μέλλον πώς τέτοιοι μηχανισμοί θα συνυπάρξουν και θα συντονιστούν με το παραδοσιακό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων.

Γ. Οργάνωση της ύλης

Στόχος του παρόντος είναι να καταστήσει ένα αντικείμενο τεχνικό και, ενίοτε, περίπλοκο όσο το δυνατόν πιο εύληπτο και κατανοητό στον εφαρμοστή του δικαίου, στον ερευνητή, στα στελέχη των εθνικών αρχών. Έχοντας αυτόν κατά νου, η ύλη οργανώθηκε σε δύο κύρια Μέρη : ένα γενικό, στο οποίο αναλύονται διεξοδικά η δομή και λειτουργία των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, από άποψη εννοιολογικής οριοθέτησης, κριτηρίων αξιολόγησης, διαδικαστικής μεταχείρισης των επίμαχων εθνικών μέτρων και δικαστικής προστασίας · το δεύτερο – ειδικό μέρος – αφιερώνεται στα επιμέρους καθεστώτα κρατικών ενισχύσεων (με τη φιλοδοξία, αν όχι της πληρότητας, πάντως της επαρκούς πλοήγησης στις ιδιαιτερότητες εκάστου εξ αυτών) : εξετάζονται έτσι καταρχάς οι κοινωφελείς υπηρεσίες . κατόπιν, με κριτήριο διάκρισης τον οριζόντιο χαρακτήρα

Σελ. 13

τους, δηλαδή τη χορήγησή τους σε ένα ευρύτερο φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας, εξετάζονται οι περιφερειακές ενισχύσεις, οι περιβαλλοντικές, οι ενισχύσεις στην ενέργεια, την έρευνα – ανάπτυξη – καινοτομία και οι ενισχύσεις για διάσωση και αναδιάρθρωση · τέλος, κατ’ αντιδιαστολή προς τις οριζόντιες και με κριτήριο τη χορήγησή τους σε μία συγκεκριμένη και επαρκώς ταυτοποιημένη κατηγορία επιχειρήσεων, εξετάζονται οι φορολογικές ενισχύσεις, οι ενισχύσεις στον γεωργικό τομέα, στον τομέα των μεταφορών και της ναυπηγικής βιομηχανίας, στα ΜΜΕ και στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Ειδικώς οι φορολογικές, παρότι εκ πρώτης όψεως οριζόντιες, χρήζουν αξιολόγησης όταν, άμεσα ή έμμεσα, ευνοούν συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρήσεων και εξ αυτού του λόγου κατατάσσονται συστηματικά στις τομεακές.

Για την καλύτερη κατανόηση και εμπέδωση των επιμέρους αναπτύξεων, παρατίθενται (με σύντομο αλλά περιεκτικό σχολιασμό) τα πιο χαρακτηριστικά νομολογιακά παραδείγματα, κυρίως από τα ενωσιακά δικαστήρια. Με αυτόν τον πρακτικό τρόπο, συνδυάζοντας την ερμηνεία της μείζονος του κανόνα δικαίου με τη νομολογιακή εφαρμογή του, αποσαφηνίζονται τυχόν αμφισβητούμενα σημεία και τροφοδοτείται ο επιστημονικός διάλογος.

Τέλος, παρατίθενται οι κύριες ερευνητικές βάσεις για την άντληση δεδομένων – νομοθετικών, νομολογιακών και βιβλιογραφικών – στο πεδίο του δικαίου των κρατικών ενισχύσεων :

• Η βάση του ΔΕΕ (https://curia.europa.eu/juris/recherche.jsf?language=el#) για τον εντοπισμό της σχετικής με τις κρατικές ενισχύσεις νομολογίας, μεταφρασμένη στην πλειοψηφία των περιπτώσεων από τη γαλλική (γλώσσα εργασίας του ΔΕΕ) στην ελληνική. Πέραν των ποικίλων εναλλακτικών νομολογιακής αλλά και βιβλιογραφικής έρευνας που προσφέρει η ιστοσελίδα, άξιο μνείας είναι το ευρετήριο (répertoire) διότι προσφέρει μία συνολική επισκόπηση της πλέον επίκαιρης νομολογίας στα πεδία της εννοιολογικής οριοθέτησης της κρατικής ενίσχυσης, των επιμέρους περιπτώσεων συμβατότητας και της διοικητικής διαδικασίας (https://curia.europa.eu/common/recdoc/repertoire_jurisp/bull_4/tab_index_4_09.htm).

Σελ. 14

• Η ιστοσελίδα της Επιτροπής, αφιερωμένη στην πολιτική της στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων (https://competition-policy.ec.europa.eu/state-aid_en).

• Η βάση της Επιτροπής με τις αποφάσεις που αυτή εκδίδει επί υποθέσεων κρατικών ενισχύσεων (https://competition-cases.ec.europa.eu/search?caseInstrument=SA). Επισημαίνεται ότι για την ταυτοποίηση κάθε υπόθεσης, κρίσιμη είναι η ένδειξη SA.XXXXΧΧ, π.χ. SA.113357.

Σελ. 15

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΠΕΡΙ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

Σελ. 17

I.

ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚH ΟΡΙΟΘEΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚHΣ ΕΝIΣΧΥΣΗΣ – ΣΥΣΤΑΤΙΚA ΣΤΟΙΧΕIΑ

Το άρθ. 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ ορίζει ότι : «1. Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός αν οι Συνθήκες ορίζουν άλλως».

Για να χαρακτηρισθεί λοιπόν ένα μέτρο ως κρατική ενίσχυση, με την έννοια της προαναφερθείσας διάταξης, πρέπει να πληροί σωρευτικώς τις ακόλουθες προϋποθέσεις :

α) να χορηγείται, και άρα να ωφελεί, συγκεκριμένη ή συγκεκριμένες επιχειρήσεις – υπό Α,

β) η προέλευση του μέτρου και των πόρων που το χρηματοδοτούν να είναι κρατική (μεταφορά κρατικών πόρων ή/και καταλογισμός στο κράτος) – υπό Β,

γ) η φύση του μέτρου να συνίσταται στην παροχή οικονομικού πλεονεκτήματος με χαρακτήρα επιλεκτικότητας – υπό Γ και

δ) τα αποτελέσματά του να είναι επιλήψιμα από έποψη ανταγωνισμού (αφενός νόθευση ή απειλή νόθευσης του ανταγωνισμού, αφετέρου επηρεασμός ενδοενωσιακών συναλλαγών) – υπό Δ.

Η ακριβής οριοθέτηση των συστατικών στοιχείων της έννοιας της κρατικής ενίσχυσης έχει διαπλασθεί νομολογιακά, «κωδικοποιηθεί» στην Ανακοίνωση της Επιτροπής του 2016 και αποτελεί αντικείμενο ανάλυσης των κεφαλαίων που ακολουθούν.

Σελ. 18

A. Ως προς τον αποδέκτη της ενίσχυσης

Α.1. Η προϋπόθεση της επιχείρησης

Σύμφωνα με το γράμμα του άρθ. 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ, αποδέκτες της κρατικής ενίσχυσης (πρέπει να) είναι μία ή περισσότερες επιχειρήσεις. Αν αυτή η αρχική προϋπόθεση δεν πληρούται, καθίσταται περιττή η διερεύνηση πλήρωσης των υπολοίπων. Συνεπώς, η έννοια της «επιχείρησης» είναι κεντρική για το δίκαιο των κρατικών ενισχύσεων, όπως είναι και για το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού stricto sensu. Ελλείψει νομοθετικού ορισμού, τόσο σε ενωσιακό όσο και σε εθνικό επίπεδο, διαπλάσσεται νομολογιακά κατά τρόπο ενιαίο, για όλο το φάσμα του δικαίου του ανταγωνισμού με ευρεία έννοια. Συνεπώς, αναλύσεις και μελέτες της «επιχείρησης» στο πλαίσιο των άρθ. 101, 102 ΣΛΕΕ είναι εξίσου χρήσιμες και στο πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων.

Η ενωσιακή νομολογία αντιλαμβάνεται την έννοια της επιχείρησης κατά τρόπο ευρύ, λειτουργικό και πραγματιστικό, ώστε να ανταποκρίνεται πληρέστερα στους σκοπούς των κανόνων του ελεύθερου ανταγωνισμού. Για τον ίδιο λόγο και σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στους λοιπούς κλάδους δικαίου, αποσυνδέεται δογματικά από τον θεσμό της νομικής προσωπικότητας και ερμηνεύεται κατεξοχήν σε συνάρτηση με τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα που τη χαρακτηρίζουν. Κατά πάγια νομολογιακή διατύπωση, «[...] η έννοια της επιχείρησης καλύπτει κάθε φορέα ο οποίος ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς που τον διέπει και τον τρόπο χρηματοδοτήσεώς του [...]». Δύο είναι συνεπώς οι βασικές συνιστώσες της εννοιολογικής αυτής ορι-

Σελ. 19

οθέτησης : αφενός η οικονομική δραστηριότητα, αφετέρου η αυτοτέλεια του φορέα αυτής.

Α.2. Οικονομική δραστηριότητα : κριτήρια

Οικονομική θεωρείται κάθε δραστηριότητα, η οποία περιλαμβάνει οικονομικές συναλλαγές · ασκείται δηλ. έναντι ανταλλάγματος, το οποίο και αντιστοιχεί στην «αγοραία» αξία της. Καταλαμβάνεται συνεπώς κάθε δραστηριότητα προσφοράς αγαθών ή υπηρεσιών που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αγοράς, στοιχείο άλλωστε που δικαιολογεί την «επαγρύπνηση» των κανόνων ανταγωνισμού.

Σελ. 20

Η επιδίωξη ή μη κέρδους δεν είναι κρίσιμη. Η διαπίστωση αυτή έχει την εξής έννοια : Όλες οι κερδοσκοπικές δραστηριότητες είναι από τη φύση τους οικονομικές. Αλλά και οι μη κερδοσκοπικές μπορούν επίσης να χαρακτηρισθούν ως οικονομικές, εφόσον και στο βαθμό που περιλαμβάνουν οικονομικές συναλλαγές. Ομοίως δεν είναι κρίσιμο το κατά πόσον ένα συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία προσφέρεται πράγματι σε αγορά, κατά το χρόνο εξέτασης της υπόθεσης (π.χ. παροχή υπηρεσιών ανεύρεσης εργασίας από δημόσιο φορέα που προστατεύεται με νομικό μονοπώλιο). Εκείνο που ενδιαφέρει είναι αν από τη φύση του μπορεί να προσφερθεί έναντι ανταλλάγματος. Αρκεί λοιπόν η κρινόμενη δραστηριότητα να μπορεί να αναληφθεί από τον ιδιωτικό τομέα ή να βρίσκεται τουλάχιστον σε ανταγωνιστική σχέση με παρόμοια δραστηριότητα που ασκείται από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Καταλαμβάνεται επίσης η ανάπτυξη περιοδικού ανταγωνισμού για την κατάληψη μίας δεδομένης αγοράς (π.χ. για την απονομή αποκλειστικού δικαιώματος εκμετάλλευσης αγαθού ή υπηρεσίας, ή σύναψης και εκτέλεσης ορισμένου χρόνου σύμβασης).

Με βάση τα παραπάνω χαρακτηριστικά, η ευρέως οριοθετούμενη οικονομική δραστηριότητα αντιδιαστέλλεται προς την άσκηση αφενός κυριαρχικής διοίκησης, αφετέρου δράσης με αμιγώς κοινωνική λειτουργία. Στις δύο τελευταίες για τις οποίες θα γίνει εκτενέστερα λόγος στη συνέχεια, βρίσκει η «οικονομική δραστηριότητα» τα άκρα όριά της · όσες μορφές δράσεις βρίσκονταν σε μία «γκρίζα ζώνη» γειτνιάζουσα με τα ως άνω άκρα όρια, κατελήφθησαν σταδιακά από την έννοια της επιχείρησης. Με άλλα λόγια, ο χαρακτηρισμός μίας δραστηριότητας ως οικονομικής είναι ο κανόνας, ενώ η άρνηση υπαγωγής είναι εξαίρεση, όπως καταδεικνύουν και τα παρακάτω παραδείγματα.

Κρίθηκαν έτσι ότι ασκούν – κατά κανόνα – οικονομική δραστηριότητα :

(i) Οι αγοραστές προϊόντων – υπηρεσιών : Ο οικονομικός ή μη χαρακτήρας της μεταγενέστερης χρήσης του αγορασθέντος προϊόντος προσδιορίζει κατ’ ανάγκη τον χαρακτήρα της δραστηριότητας αγοράς. Έτσι, αν ο αγοραστής αποκτά το προϊόν με σκοπό την περαιτέρω οικονομική αξιοποίησή

Σελ. 21

του στο πλαίσιο της εμπορικής ή επαγγελματικής του δράσης, ασκεί οικονομική δραστηριότητα. Αντίθετα, αν ο αγοραστής του προϊόντος ή της υπηρεσίας, προορίζει αυτό για ιδιωτική (μη οικονομική χρήση) δεν ενεργεί ως επιχείρηση αλλά ως τελικός καταναλωτής, ακόμη και αν διαθέτει μεγάλη ισχύ ή αποτελεί μονοπώλιο στη σχετική αγορά.

(ii) τα ελευθέρια επαγγέλματα (με τα οποία παρέχονται προσωπικές υπηρεσίες, πνευματικού ή τεχνικού χαρακτήρα, που βασίζονται σε υψηλού επιπέδου προπαρασκευαστική εκπαίδευση και τα οποία ασκούνται κατά κανόνα κατόπιν άδειας) · χαρακτηριστικές περιπτώσεις συνιστούν οι εκτελωνιστές, οι λογιστές, οι οδοντίατροι, οι μηχανικοί και προφανώς οι δικηγόροι, όπως κατέστη σαφές στην υπόθεση αναφοράς Wouters · στην υπόθεση αυτή κρίθηκε ότι οι δικηγόροι ασκούν οικονομική δραστηριότητα και επομένως αποτελούν επιχειρήσεις, ακόμη και αν υπόκεινται σε έντονη ρυθμιστική παρέμβαση, διότι παρέχουν, έναντι αμοιβής υπηρεσίες νομικής αρωγής (προετοιμασία γνωμοδοτήσεων, συμβάσεων ή άλλων πράξεων και εκπροσώπηση ενώπιον δικαστηρίων), αναλαμβάνουν τους απορρέοντες από την εν λόγω δραστηριότητα χρηματοοικονομονικούς κινδύνους και υφίστανται τα διαχειριστικά ελλείμματα. Με την ίδια αιτιολογία (παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής, ανάληψη οικονομικού κινδύνου) θεωρήθηκαν «επιχειρήσεις» οι ανεξάρτητοι ειδικευμένοι ιατροί που παρέχουν υπηρεσίες στην αγορά των εξειδικευμένων ιατρικών υπηρεσιών, χωρίς το συμπέρασμα αυτό να επηρεάζεται από τον περίπλοκο και τεχνικό χαρακτήρα των υπηρεσιών τους και την ρύθμιση στην οποία υπόκειται η άσκηση του επαγγέλματός τους.

Το AI.chatbook® είναι η πρώτη εφαρμογή AI στην Ελλάδα που συνδυάζει το περιεχόμενο έντυπων εκδόσεων με την τεχνητή νοημοσύνη. Το AI.chatbook®, μέσα από οποιαδήποτε συσκευή που έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο, επιτρέπει στον αναγνώστη να υποβάλει ερωτήσεις στο περιεχόμενο επιλεγμένων βιβλίων, για να λάβει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα τεκμηριωμένες απαντήσεις με πλήρη πρόσβαση και αναφορά στην πηγή.

Η εφαρμογή βασίζεται σε μια καινοτόμα πλατφόρμα τεχνητής νοημοσύνης, η οποία αναπτύχθηκε από τα LexLabs για την επίλυση απλών ή σύνθετων θεμάτων που απασχολούν τον νομικό. Η επίλυση αυτή επιτυγχάνεται μέσα από την αλληλεπίδραση του με αξιόπιστο περιεχόμενο επιλεγμένων εκδόσεων και σταδιακά επί του συνόλου της Βιβλιογραφίας της ΝΟΜΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ.

Με την αγορά κάθε AI.chatbook®, έχετε δικαίωμα να υποβάλετε έως και 200 ερωτήσεις σχετικά με το περιεχόμενο της επιλεγμένης έκδοσης και αποκτάτε πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενο της με τη μορφή e-book.

Back to Top