ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
- Έκδοση: 2025
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 256
- ISBN: 978-618-08-0791-2
- Ποια είναι η έννοια της δηµόσιας σύµβασης προµήθειας και υπηρεσίας και ποια της µεικτής σύµβασης;
- Ποια είναι η διαδικασία από την υποβολή της προσφοράς µέχρι και την κατάρτιση της δηµόσιας σύµβασης;
- Πώς και σε ποιο χρόνο εκτελούνται οι δηµόσιες συµβάσεις προµήθειας και υπηρεσίας;
- Πώς διενεργείται η παραλαβή του συµβατικού αντικειµένου;
- Ποιες είναι οι κυρώσεις που ενδέχεται να υποστεί ο ανάδοχος από την πληµµελή εκτέλεση των συµβατικών υποχρεώσεων;
- Ποια είναι τα µέσα άµυνας του αναδόχου από βλαπτικές πράξεις και παραλείψεις της αναθέτουσας αρχής κατά την ανάθεση και εκτέλεση µιας δηµόσιας σύµβασης;
- Πότε ασκείται το ένδικο βοήθηµα της προσφυγής και πότε της αγωγής; Ποιες είναι οι προϋποθέσεις έκδοσης διαταγής πληρωµής;
Το σύγγραµµα αυτό φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα χρήσιµο εργαλείο για όλους τους εφαρµο - στές του δικαίου των δηµοσίων συµβάσεων, τη ∆ιοίκηση, η οποία έχει τον ρόλο της αναθέ - τουσας αρχής, τους οικονοµικούς φορείς που διαγωνίζονται, τους φορείς που συγκροτούν το πλέγµα της έννοµης προστασίας στις δηµόσιες συµβάσεις, ∆ικαστές και µέλη της ΕΑ∆ΗΣΥ, και φυσικά τους συναδέλφους, µαχόµενους δικηγόρους.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΕΠΕΞΗΓΗΣΗ
Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ – ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΣΑΦΗΝΙΣΕΙΣ
Α. Νομοθετικό πλαίσιο 1
Β. Η έννοια των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών 2
Γ. Η έννοια των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών 3
Δ. Η προβληματική των μεικτών συμβάσεων 5
ΙΙ. ΑΝΑΘΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
A. Περιεχόμενο προσφοράς 7
1. Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (Ε.Ε.Ε.Σ.) 7
α. Το Ε.Ε.Ε.Σ. ως δικαιολογητικό συμμετοχής 7
β. Η υπογραφή του Ε.Ε.Ε.Σ. 11
2. Η τεχνική προσφορά 13
α. Περιεχόμενο τεχνικής προσφοράς 13
β. Η γλώσσα των εγγράφων της προσφοράς 13
γ. Το ζήτημα του προμηθευτή-παραγωγού των προσφερόμενων ειδών 15
δ. Οι επιταγές της αρχής της τυπικότητας 17
ε. Η διασταύρωση των στοιχείων της προσφοράς με πληροφορίες
διαθέσιμες στο διαδίκτυο 17
3. Η οικονομική προσφορά 18
α. Το περιεχόμενο της οικονομικής προσφοράς 18
β. Η οικονομική προσφορά κατά τη διαδικασία σύναψης δημόσιας
σύμβασης παροχής υπηρεσιών καθαρισμού και φύλαξης 20
γ. Η παροχή εξηγήσεων για το ύψος της οικονομικής προσφοράς 22
Β. Η διαδικασία αποσφράγισης των προσφορών 27
1. Η διαδικασία αποσφράγισης των προσφορών σε περίπτωση
που κριτήριο ανάθεσης ορίσθηκε αυτό της πλέον συμφέρουσας
από οικονομική άποψη προσφοράς μόνο βάσει τιμής 27
2. Η διαδικασία αποσφράγισης των προσφορών σε περίπτωση
που ως κριτήριο ανάθεσης δεν ορίσθηκε αυτό της πλέον συμφέρουσας
από οικονομική άποψη προσφοράς μόνο βάσει τιμής 31
3. Η διαδικασία αποσφράγισης των προσφορών σε κλειστή διαδικασία, ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση, ανταγωνιστικό
διάλογο και σύμπραξη καινοτομίας 33
Γ. Η κλήση για δικαιολογητικά κατακύρωσης 33
Δ. Ο προσυμβατικός έλεγχος της δημόσιας σύμβασης μεγάλης οικονομικής αξίας από το Ελεγκτικό Συνέδριο 39
1. Εισαγωγικά - Οριοθέτηση αντικειμένου 39
α. Φύση και αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου 40
β. Οριοθέτηση του προσυμβατικού ελέγχου ενώπιον του Ελεγκτικού
Συνεδρίου σε σχέση με την παρεχόμενη έννομη προστασία ενώπιον
της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ, του Συμβουλίου της Επικρατείας
και των Διοικητικών Δικαστηρίων 41
γ. Νομοθετική κατοχύρωση του ελέγχου 42
2. Το εύρος του ελέγχου 43
α. Υποκειμενική οριοθέτηση - συμβαλλόμενα μέρη 43
β. Αντικειμενική οριοθέτηση 45
i. Η έννοια της «σύμβασης» 45
ii. Η έννοια της «Μεγάλης Οικονομικής Αξίας» 46
iii. Συμπληρωματικές συμβάσεις 46
3. Ο διενεργούμενος έλεγχος 47
α. Φύση του ελέγχου 47
β. Γενικά χαρακτηριστικά του ελέγχου 48
γ. Περιεχόμενο του ελέγχου 49
δ. Η διαδικασία του ελέγχου 51
4. Αμφισβήτηση των πράξεων προσυμβατικού ελέγχου 52
α. Προσφυγή ανάκλησης 53
β. Προσφυγή αναθεώρησης 54
5. Έννομες συνέπειες μη υπαγωγής του σχεδίου σύμβασης
σε προσυμβατικό έλεγχο 55
Ε. Η κατάρτιση της δημόσιας σύμβασης 56
1. Η οριστικοποίηση της απόφασης κατακύρωσης 56
2. Η πρόσκληση για την υπογραφή της σύμβασης
και η κατάρτιση της δημόσιας σύμβασης 58
3. Η κατάρτιση της σύμβασης 60
ΣΤ. Έννομη προστασία κατά το στάδιο της ανάθεσης 61
1. Η προδικαστική προσφυγή ενώπιον της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων
Συμβάσεων για την κήρυξη ακυρότητας της σύμβασης 61
α. Ο σκοπός θέσπισης και η φύση της προδικαστικής προσφυγής 62
β. Έννομο συμφέρον προς άσκηση προδικαστικής προσφυγής 63
γ. Προθεσμία άσκησης 67
δ. Η έκταση και η ένταση του ελέγχου κατά την εξέταση
της προδικαστικής προσφυγής 68
ε. Το διατακτικό - Η έκταση της εξουσίας ακύρωσης και η υποχρέωση συμμόρφωσης με την απόφαση της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. 71
στ. Η δυνατότητα λήψης προσωρινών μέτρων 74
2. Η προδικαστική προσφυγή για την κήρυξη ακυρότητας
της σύμβασης 74
α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 74
β. Λόγοι ακυρότητας της σύμβασης 75
i. Παραβίαση της υποχρέωσης δημοσίευσης προκήρυξης
στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 76
ii. Παραβίαση της υποχρέωσης αναστολής 78
iii. Παραβίαση ειδικών διατάξεων σε περιπτώσεις σύναψης συμφωνίας -
πλαίσιο και εφαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών 80
γ. Εξαιρέσεις 80
δ. Αναστολή υπογραφής της σύμβασης 82
ε. Προθεσμία 82
στ. Δυνατότητα μη κήρυξης ακυρότητας της σύμβασης 85
i. Λόγοι που δικαιολογούν την μη ακύρωση της σύμβασης 85
ii. Εναλλακτικές κυρώσεις 86
ζ. Συνέπειες κήρυξης ακυρότητας της σύμβασης 87
η. Η έννομη προστασία του θιγόμενου οικονομικού φορέα 89
3. Η αίτηση ακύρωσης και αναστολής ενώπιον του Δικαστηρίου 89
α. Αρμοδιότητα 90
β. Αντικείμενο αμφισβήτησης 91
γ. Προθεσμία - Διαδικαστικές Ενέργειες 93
i. Προθεσμία άσκησης ενδίκου βοηθήματος 93
ii. Το ζήτημα της προθεσμίας των επιδόσεων 93
iii. Λοιπές παρακολουθηματικές προθεσμίες 94
δ. Παράβολο 95
ε. Προσωρινή προστασία ενώπιον των Δικαστηρίων 96
στ. Απόφαση 98
4. Η αίτηση ακύρωσης και η αίτηση αναστολής στις συμβάσεις
εκτιμώμενης αξία κατώτερης ή ίσης των ορίων της απευθείας
ανάθεσης (άρθρο 127 του ν. 4412/2016) 99
α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 99
β. Το πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 127
του ν. 4412/2016 99
γ. Η κατάργηση της υποχρέωσης άσκησης ένστασης 102
δ. Η προθεσμία για την άσκηση των αιτήσεων ακύρωσης
ή αναστολής και το τυχόν ανασταλτικό αποτέλεσμα
της προθεσμίας και της άσκησής τους 103
ε. Το παράβολο 104
στ. Οι προϋποθέσεις για την αναστολή της πράξης 105
5. Αξίωση αποζημίωσης του υποψηφίου αναδόχου
κατά το στάδιο της ανάθεσης 107
α. Εισαγωγικά 107
β. Αποζημίωση βάσει των διατάξεων των άρθρων 197-198 του Α.Κ. 108
i. Η ευθύνη από διαπραγματεύσεις στο δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων 108
ii. Οι προϋποθέσεις γέννησης της ευθύνης 108
iii. Η έκταση της αποζημιωτικής ευθύνης 110
γ. Αποζημίωση βάσει των διατάξεων των άρθρων 105-106
του Εισ.Ν.Α.Κ. 111
i. Οι προϋποθέσεις γέννησης της ευθύνης 111
ii. Η έκταση της αποζημιωτικής ευθύνης 113
δ. Μη εφαρμογή διατάξεων που αποκλείουν ή περιορίζουν την αξίωση 114
ε. Η προϋπόθεση της προηγούμενης ακύρωσης της παράνομης πράξης
ή παράλειψης 115
i. Η δικονομική προϋπόθεση για την άσκηση αγωγής αποζημίωσης 115
ii. Η κατ’ εξαίρεση άσκηση της αγωγής χωρίς την προηγούμενη
ακύρωση της παράνομης πράξης ή παράλειψης 116
στ. Αρμόδιο Δικαστήριο 118
ΙΙΙ. ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Α. Οι Δημόσιες Συμβάσεις Προμηθειών 119
1. Ζητήματα σχετικά με τον χρόνο εκτέλεσης 119
α. Δυνατότητα παράτασης του συμβατικού χρόνου παράδοσης 120
i. Προϋποθέσεις χορήγησης παράτασης 120
ii. Λόγοι και διαδικασία χορήγησης της παράτασης 123
β. Δυνατότητα μετάθεσης του συμβατικού χρόνου παράδοσης 124
γ. Διαφορές που προκύπτουν από τα ζητήματα αναφορικά με τον χρόνο 126
2. Ζητήματα σχετικά με τον τρόπο εκτέλεσης 127
α. Η δέσμευση του αναδόχου από τα συμβατικά τεύχη 127
β. Η κατ’ εξαίρεση δυνατότητα μεταβολής του τρόπου εκτέλεσης 128
3. Ζητήματα σχετικά με την αναπροσαρμογή της τιμής 133
α. Η έννοια της ρήτρας αναπροσαρμογής τιμής –
Νομοθετική κατοχύρωση 133
β. Οι ουσιαστικές και τυπικές προϋποθέσεις επιτρεπτής
αναπροσαρμογής τιμής 135
i. Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις 135
ii. Οι τυπικές προϋποθέσεις 140
γ. Η συμπληρωματική εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 200, 288
και 388 του Α.Κ. 141
δ. Μέθοδος υπολογισμού της αναπροσαρμογής τιμής 144
ε. Ενδεικτική περιπτωσιολογία 146
4. Η παραλαβή του αντικειμένου της προμήθειας 146
α. Οι Επιτροπές Παραλαβής 146
β. Η διαδικασία παραλαβής της προμήθειας 150
γ. Η περίπτωση της αντικατάστασης ποσότητας 154
δ. Η περίπτωση μη έκδοσης πρωτοκόλλου παραλαβής 155
ε. Η περίπτωση της αυτοδίκαιης παραλαβής 155
στ. Εγγυημένη λειτουργία προμήθειας 157
Β. Οι Δημόσιες Συμβάσεις Υπηρεσιών 158
1. Ζητήματα σχετικά με τον χρόνο εκτέλεσης 158
α. Εισαγωγικά 158
β. Προϋποθέσεις παράτασης της συμβατικής προθεσμίας 159
i. Διαδικασία 159
ii. Συνδρομή αντικειμενικά δικαιολογημένων περιπτώσεων –
Η έλλειψη υπαιτιότητας του αναδόχου 160
iii. Χρονικό όριο παράτασης 161
iv. Η επιβολή ποινικών ρητρών ως συνέπεια παράτασης της σύμβασης 163
v. Η έκπτωση του αναδόχου λόγω παραβίασης της συμβατικής προθεσμίας 163
2. Ζητήματα σχετικά με τον τρόπο εκτέλεσης 164
α. Δεσμευτικότητα συμβατικών προβλέψεων ως προς τον τρόπο
εκτέλεσης 164
β. Τροποποίηση των όρων εκτέλεσης 164
γ. Έλεγχος του τρόπου εκτέλεσης 165
i. Γενικές ρυθμίσεις 165
ii. Η προβληματική του ελέγχου των περιοδικών υπηρεσιών 165
3. Ζητήματα σχετικά με την αναπροσαρμογή της τιμής 166
α. Οι προϋποθέσεις αναπροσαρμογής τιμής 167
i. Οι προϋποθέσεις αναπροσαρμογής τιμής στις συμβάσεις
γενικών υπηρεσιών 167
ii. Οι προϋποθέσεις αναπροσαρμογής τιμής στις συμβάσεις
παροχής υπηρεσιών καθαριότητας και φύλαξης κτιρίων 168
β. Μέθοδος υπολογισμού της αναπροσαρμογής τιμής 170
4. Παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης παροχής
γενικών υπηρεσιών 171
α. Η έννοια και το όργανο παραλαβής 171
β. Η διαδικασία παραλαβής 172
i. Τα στάδια και το περιεχόμενο της διαδικασίας 172
ii. Η περίπτωση της παραλαβής με παρατηρήσεις 173
iii. Αποκλίσεις που επηρεάζουν την καταλληλότητα των υπηρεσιών -
Η περίπτωση της απόρριψης των παραδοτέων 174
iv. Η δυνατότητα αντικατάστασης 175
γ. Η περίπτωση μη έκδοσης πρωτοκόλλου παραλαβής 176
δ. Αυτοδίκαιη παραλαβή 177
i. Τελολογία της νομοθετικής ρύθμισης 177
ii. Προϊσχύουσες ρυθμίσεις 177
iii. Απλοποίηση διαδικασίας 178
iv. Διαδικασία μετά τη συντέλεση της αυτοδίκαιης παραλαβής 179
Γ. Πλημμελής εκτέλεση των συμβατικών υποχρεώσεων 180
1. Η αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων 180
2. Οι κυρώσεις του αναδόχου 182
α. Έκπτωση 183
β. Οι λοιπές κυρώσεις κατά του αναδόχου στις δημόσιες
συμβάσεις προμηθειών 188
γ. Οι λοιπές κυρώσεις κατά του αναδόχου στις δημόσιες
συμβάσεις παροχής υπηρεσιών 192
3. Η ανωτέρα βία ως λόγος απαλλαγής από την επιβολή κυρώσεων 195
4. Οι κυρώσεις ήσσονος σημασίας 197
Δ. Έννομη προστασία κατά το στάδιο της εκτέλεσης 199
1. Η ενδικοφανής προσφυγή 199
2. Η προσφυγή και η αίτηση αναστολής ενώπιον των τακτικών
διοικητικών δικαστηρίων 202
α. Η προσφυγή 202
β. Η αίτηση αναστολής 206
3. Η αγωγή και η διαδικασία ενδοδικαστικής συμβιβαστικής
επίλυσης της διαφοράς 208
α. Η αγωγή 208
β. Η ενδοδικαστική συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς 211
4. Η αίτηση αναίρεσης και η αίτηση αναστολής ενώπιον
του Συμβουλίου της Επικρατείας 212
α. Η αίτηση αναίρεσης 212
β. Η αίτηση αναστολής 214
5. Η αίτηση για έκδοση διαταγής πληρωμής 215
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ 219
ΑΛΛΕΣ ΠΗΓΕΣ 227
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 229
Σελ. 1
Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ – ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΣΑΦΗΝΙΣΕΙΣ
Α. Νομοθετικό πλαίσιο
Με το ν. 2286/1995 περί «Προμηθειών του Δημόσιου Τομέα και ρυθμίσεων συναφών θεμάτων» επιχειρήθηκε για πρώτη φορά μία συστηματική νομοθετική οργάνωση των δημόσιων συμβάσεων προμηθειών. Στην έννοια των προμηθειών ο νόμος συγκέντρωσε όλες τις συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση και τη μίσθωση αγαθών. Στο πεδίο εφαρμογής του νόμου υπήχθησαν οι κάθε είδους προμήθειες ειδών που ενεργούνται από α) το Δημόσιο, β) τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), γ) τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ν.π.δ.δ.) που αποτελούν οργανισμούς της καθ’ ύλην αυτοδιοίκησης, δ) τις δημόσιες και παραχωρηθείσες επιχειρήσεις, ε) τις τράπεζες που ανήκουν στο νομικό πρόσωπο του Δημοσίου στο σύνολό τους ή κατά πλειοψηφία, στ) τα κρατικά Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (ν.π.ι.δ.), ζ) τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις αυτών και η) τις ενώσεις που συγκροτούνται από έναν ή περισσότερους από τους ανωτέρω φορείς.
Ο ν. 2286/1995 προέβλεψε σε γενικές γραμμές τις κύριες διαδικασίες ανάθεσης των συμβάσεων προμηθειών σε μία προσπάθεια εναρμόνισης με την τότε ισχύουσα Οδηγία. Για την εξειδίκευση των εν λόγω ρυθμίσεων εκδόθηκε το π.δ. 370/1995, το οποίο θέσπισε αναλυτικούς κανόνες για την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 93/36/ΕΟΚ. Ο ν. 2286/1995 δεν προέβλεψε, όμως, ρυθμίσεις για τη διαδικασία εκτέλεσης των δημόσιων συμβάσεων προμηθειών.
Ωστόσο, με το άρθρο 5 του ως άνω ν. 2286/1995, προβλέφθηκε η θέσπιση, με προεδρικό διάταγμα, Κανονισμού Προμηθειών Δημοσίου (Κ.Π.Δ.), ο οποίος θα ρύθμιζε τη σύναψη και την εκτέλεση των συμβάσεων προμηθειών του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ. της καθ’ ύλην αυτοδιοίκησης. Για τις προμήθειες των Ο.Τ.Α. προβλέφθηκε ειδικότερα η έκδοση προεδρικού διατάγματος για την θέσπιση του Ενιαίου Κανονισμού Προμηθειών των Ο.Τ.Α. (ΕΚΠΟΤΑ). Έτσι, θεσπίσθηκε αρχικά το π.δ. 394/1996 Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου (Κ.Π.Δ.), ο οποίος, εκτός από ορισμένα ζητήματα οργάνωσης της διαδικασίας ανάθεσης, ρύθμισε και τις διαδικασίες εκτέλεσης της προμήθειας, όπως λ.χ. προθεσμίες παράδοσης, ποσοτικούς και ποιοτικούς ελέγχους, διαδικασίες παραλαβής, πληρωμές, κυρώσεις, έκπτωση προμηθευτή κ.λπ. Το π.δ. 394/1996 ίσχυσε μέχρι τη θέσπιση του νέου Κ.Π.Δ. με το π.δ. 118/2007. Ο εν λόγω Κανονισμός Προμηθειών ίσχυσε με τη σειρά του μέχρι την θέσπιση του ν. 4412/2016.
Σελ. 2
Όσον αφορά δε στις υπηρεσίες, το πρώτο ενοποιημένο νομοθετικό πλαίσιο προβλέφθηκε με το π.δ. 346/1998 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών προς τις διατάξεις της Οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Ιουλίου 1992», το οποίο καταργήθηκε με το π.δ. 60/2007, εξαιρουμένων των διατάξεων των άρθρων 35 παρ. 1 και 36.
Κατόπιν, με το νυν ισχύοντα ν. 4412/2016, με τον οποίο θεσπίσθηκαν και περαιτέρω εθνικές ρυθμίσεις σχετικά με τη διαδικασία σύναψης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, μεταφέρθηκαν στην εσωτερική έννομη τάξη οι Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ. Το Βιβλίο Ι του ν. 4412/2016 (άρθρα 3 έως 221) με τίτλο «Δημόσιες συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (προσαρμογή της οδηγίας 2014/24/ΕΕ)», σύμφωνα με το άρθρο 3 αυτού, θεσπίζει κανόνες για τις διαδικασίες προγραμματισμού και σύναψης συμβάσεων που πραγματοποιούνται από αναθέτουσες αρχές, ανεξαρτήτως της εκτιμώμενης αξίας αυτών. Περαιτέρω, το Βιβλίο II του εν λόγω ν. 4412/2016 (άρθρα 222 έως 338) με τίτλο «Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών πρώην Εξαιρουμένων Τομέων (οδηγία 2014/25/ΕΕ)», σύμφωνα με το άρθρο 222 αυτού, θεσπίζει κανόνες για τις διαδικασίες προγραμματισμού και σύναψης συμβάσεων που πραγματοποιούνται από αναθέτοντες φορείς για συμβάσεις, ανεξαρτήτως της εκτιμώμενης αξίας αυτών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά.
Πιο συγκεκριμένα, πέρα από τους γενικούς κανόνες του ν. 4412/2016 στο Τμήμα Ι του Τίτλου 3 θεσπίζονται κανόνες για την εκτέλεση συμβάσεων προμήθειας αγαθών και παροχής υπηρεσιών (άρθρα 200 έως 205Α) και στο Τμήμα ΙΙ διατάξεις για την εκτέλεση συμβάσεων προμήθειας αγαθών (άρθρα 206 έως 215). Στο Τμήμα ΙΙΙ του ανωτέρω Τίτλου περιέχονται οι διατάξεις για την εκτέλεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών (άρθρα 216 έως 220).
Β. Η έννοια των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών
Στο άρθρο 2 παρ. 1 περ. 8 του ν. 4412/2016 δίδεται ο ορισμός της δημόσιας σύμβασης προμηθειών. Πιο συγκεκριμένα, στο εν λόγω άρθρο προβλέπεται ότι: «[...] ως «δημόσιες συμβάσεις προμηθειών» και ως «συμβάσεις προμηθειών» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση-πώληση, με ή χωρίς δικαίωμα αγοράς, προϊόντων. Μια σύμβαση προμηθειών μπορεί να περιλαμβάνει, παρεμπιπτόντως, εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης [...]».
Σελ. 3
Ο χαρακτηρισμός μιας δημόσιας σύμβασης ως σύμβασης έργου, προμηθειών και υπηρεσιών ανάγεται στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν εξαρτάται από το χαρακτηρισμό αυτής με βάση την εθνική νομοθεσία. Πιο συγκεκριμένα, ως σύμβαση έργου ορίζεται η σύμβαση με αντικείμενο μία από τις δραστηριότητες του Παραρτήματος II του Προσαρτήματος Α΄ του ν. 4412/2016 ή μία σύμβαση με αντικείμενο την εκτέλεση έργου, το οποίο αποσκοπεί στην επίτευξη ενός συνολικού αποτελέσματος οικοδομικών εργασιών ή εργασιών μηχανικού, ήτοι εργασιών που προϋποθέτουν την ύπαρξη εξειδικευμένων γνώσεων, και το οποίο επαρκεί αυτό καθαυτό για την εκπλήρωση μίας οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας. Η εκτέλεση των σχετικών εργασιών προϋποθέτει ιδίως την εφαρμογή μελέτης, με τη χρήση τεχνικών γνώσεων και μεθόδων, αφορά δε σε νέες κατασκευές, επεκτάσεις, ανακαινίσεις, επισκευές - συντηρήσεις κατά τη λειτουργία και κατεδαφίσεις υποδομών, στις κατηγορίες, μεταξύ άλλων, πρασίνου.
Περαιτέρω, οι συμβάσεις προμηθειών έχουν ως αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την αγορά προϊόντων, ενώ περιλαμβάνουν και τις απλές εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης των προμηθευόμενων ειδών. Κύριο χαρακτηριστικό της σύμβασης προμήθειας είναι ότι ο σκοπός της συνίσταται στη συγκέντρωση από την αναθέτουσα αρχή αυτούσιων ή/και κατόπιν επεξεργασίας (κινητών), καθορισμένης ή μη ποσότητας, αγαθών, χωρίς η περαιτέρω χρήση αυτών να εντάσσεται στο αντικείμενο της σύμβασης, ενώ μπορεί η προμήθεια να περιλαμβάνει και τοποθέτησή τους. Εν αντιθέσει με τη σύμβαση έργου, η οποία αποσκοπεί στην επίτευξη ενός ολοκληρωμένου τεχνικού αποτελέσματος, το οποίο επιτελεί μία τεχνική ή οικονομική λειτουργία, το αντικείμενο της σύμβασης προμήθειας εξαντλείται στην παράδοση ή/και εγκατάσταση των υπό προμήθεια ειδών. Τούτου δοθέντος, όταν τα προς προμήθεια είδη δεν χρησιμεύουν αυτούσια στην αναθέτουσα αρχή, αλλά αποτελούν «υλικά», τα οποία θα χρησιμοποιηθούν ή/και θα ενσωματωθούν στην κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, συντήρηση υποδομών ή εγκαταστάσεων με τη χρήση ειδικών τεχνικών μεθόδων και γνώσεων και την εφαρμογή μελέτης, υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής, ήτοι για την επίτευξη ενός διαφορετικού τεχνικού και οικονομικού αποτελέσματος από αυτόν που επιτελούν ως διακριτά υλικά, τότε η προμήθεια αυτών συνιστά έργο. Άλλωστε, κάθε τεχνικό έργο προϋποθέτει την προμήθεια και τη χρήση (τοποθέτηση) υλικών για την εκτέλεσή του.
Γ. Η έννοια των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών
Στο άρθρο 2 παρ. 1 περ. 9 του ν. 4412/2016 προβλέπεται ότι δημόσια σύμβαση υπηρεσιών είναι η σύμβαση, που έχει ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, πλην των αναφερομένων στην περίπτωση 7α της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4412/2016, ήτοι των υπηρεσιών που δεν εμπίπτουν στην έννοια των συμβάσεων
Σελ. 4
μελετών και τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών. Πρόκειται για τις λεγόμενες συμβάσεις γενικών υπηρεσιών.
Ειδικότερα, όταν για την επίτευξη ενός αποτελέσματος απαιτούνται απλές εργασίες χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις, ενώ δεν είναι αναγκαία και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων και εγκαταστάσεων, καθώς και όταν το αποτέλεσμα των ενεργειών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, τότε πρόκειται για εκτέλεση εργασιών ή παροχή υπηρεσιών και όχι για εκτέλεση έργου. Σε περίπτωση, δηλαδή, που το αντικείμενο της σύμβασης δεν αφορά σύνολο οικοδομικών εργασιών ή εργασιών μηχανικού, το οποίο επαρκεί αυτό καθαυτό για την εκπλήρωση μίας οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας, ούτε εντάσσεται σε κάποια από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα II του Προσαρτήματος Α΄ του ν. 4412/2016, τότε δεν πρόκειται για σύμβαση έργου, αλλά για σύμβαση υπηρεσιών.
Επιπλέον, κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 περ. 9 εδ. β΄ του ν. 4412/2016, στις συμβάσεις υπηρεσιών περιλαμβάνονται και οι συμβάσεις παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών που έχουν ως αντικείμενο τον σχεδιασμό, προγραμματισμό, οργάνωση, διαχείριση, παρακολούθηση, έλεγχο και αξιολόγηση επιχειρησιακών και αναπτυξιακών προγραμμάτων και δράσεων σε όλους τους τομείς της οικονομίας, καθώς και σε οριζόντιου χαρακτήρα παρεμβάσεις, την υποστήριξη της υλοποίησής τους με τη μεταφορά της απαραίτητης τεχνογνωσίας, καθώς και την παροχή εξωγενών υπηρεσιών (outsourcing) υλοποίησης των ανωτέρω προγραμμάτων και δράσεων. Στις συμβουλευτικές υπηρεσίες υπάγονται ιδίως οι οικονομικές μελέτες, κοινωνικές μελέτες και μελέτες οργάνωσης και επιχειρησιακής έρευνας.
Επισημαίνεται ότι παρά το γεγονός ότι με τις προγενέστερες Οδηγίες είχε προβλεφθεί ένας κατάλογος υπηρεσιών, οι οποίες θα μπορούσαν να συνιστούν αντικείμενο δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών, με τις νέες Οδηγίες δεν προβλέφθηκε αντίστοιχος κατάλογος.
Τέλος, διαφορετική περίπτωση συνιστά η σύμβαση για την παραχώρηση χώρου στο μισθωτή προς άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και απόληψη προσόδων έναντι τιμήματος. Πιο συγκεκριμένα, έχει κριθεί ότι η εν λόγω σύμβαση δεν αποτελεί σύμβαση παροχής υπηρεσιών, αλλά σύμβαση εκμισθώσεως ακινήτου, κατά τους όρους του π.δ. 715/1979.
Σελ. 5
Δ. Η προβληματική των μεικτών συμβάσεων
Όταν το αντικείμενο μίας σύμβασης αποτελείται από περισσότερα είδη συμβάσεων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται τόσο σύμβαση έργου, όσο και σύμβαση προμήθειας αγαθών ή/και υπηρεσιών, ήτοι όταν πρόκειται για μεικτή σύμβαση, το κύριο αντικείμενο της (ενιαίας) σύμβασης είναι αυτό που καθορίζει τις εφαρμοστέες διατάξεις.
Ειδικότερα, η σύμβαση έχει προεχόντως χαρακτήρα δημοσίας σύμβασης προμηθειών όταν οι προμήθειες αποτελούν σε σχέση με τις λοιπές υποχρεώσεις του αναδόχου το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, ενώ η σύμβαση έχει, προεχόντως, χαρακτήρα σύμβασης δημόσιων έργων μόνον εφόσον η μελέτη και εκτέλεση του έργου αποτελούν, σε σχέση με τα λοιπά καθήκοντα του αναδόχου, το κύριο αντικείμενο της σύμβασης.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να χωρήσει αντικειμενική θεώρηση της μεικτής σύμβασης, στο σύνολό της, προκειμένου να κριθεί κατά πόσον η εκτέλεση του έργου αποτελεί όχι μόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά το κύριο αντικείμενο της σύμβασης. Η δε οικονομική αξία κάθε επιμέρους σύμβασης συνεκτιμάται κατά τον προσδιορισμό του κρίσιμου νομοθετικού πλαισίου. Ο προσδιορισμός γίνεται, δηλαδή, σύμφωνα με τις ουσιώδεις υποχρεώσεις που υπερισχύουν και οι οποίες ακριβώς χαρακτηρίζουν τη σύμβαση, σε αντίθεση με αυτές που έχουν απλώς παρεπόμενο ή συμπληρωματικό χαρακτήρα, ενώ η οικονομική αξία αυτών δεν μπορεί να αποτελέσει το αποκλειστικό κριτήριο για τον προσδιορισμό, αλλά συνιστά ένα κριτήριο, το οποίο συνεκτιμάται με τα λοιπά. Άλλο ένα σχετικό κριτήριο, είναι αν οι εργασίες που συνέχονται με την προμήθεια και εγκατάσταση των προσφερόμενων ειδών εξυπηρετούν ή όχι αυτοτελώς την επίτευξη του επιδιωκόμενου από την αναθέτουσα αρχή σκοπού.
Αντιθέτως, στις μεικτές συμβάσεις με αντικείμενο προμήθειες και υπηρεσίες, το εφαρμοζόμενο νομοθετικό καθεστώς καθορίζεται από τη σύμβαση με τη μεγαλύτερη αξία. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται το κριτήριο της υψηλότερης
Σελ. 6
εκτιμώμενης αξίας. Συνεπώς, σε περίπτωση που η αξία της προμήθειας υπερτερεί αυτής των υπηρεσιών, η σύμβαση χαρακτηρίζεται ως σύμβαση προμηθειών.
Όταν δεν έχει οριστεί χωριστή τιμή για τα μέρη της σύμβασης ή όταν η αναθέτουσα αρχή εντάσσει στη σύμβαση υπηρεσιών ενδεχόμενη προμήθεια αγαθών, κατ’ επίκληση εξυπηρέτησης του σκοπού στον οποίο αποβλέπουν οι υπό ανάθεση υπηρεσίες, πρέπει να χωρήσει θεώρηση της σύμβασης στο σύνολό της. Τούτο διότι μόνο με τον τρόπο αυτό μπορεί να κριθεί κατά πόσον η παροχή υπηρεσιών ή η προμήθεια αγαθών αποτελούν, όχι μόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά η καθεμία το κύριο αντικείμενο γύρω από το οποίο διαρθρώνεται η όλη σύμβαση και να καθοριστούν βάσει του προέχοντος χαρακτήρα μιας εξ αυτών, ποιες είναι οι εφαρμοστέες διατάξεις του ν. 4412/2016, ο οποίος διέπει και τους δύο αυτούς τύπους δημοσίων συμβάσεων. Ο προσδιορισμός του κυρίου αντικειμένου της σύμβασης γίνεται προεχόντως με βάση το σκοπό στην υλοποίηση του οποίου απέβλεψε η αναθέτουσα αρχή, τη φύση και τις απαιτήσεις της λειτουργικότητας της σκοπούμενης παροχής, τη μέθοδο αποτίμησης της απαιτούμενης δαπάνης, τους όρους συμμετοχής στη δημοπράτηση, τα κριτήρια επιλογής του αναδόχου και τη διάκριση των ουσιωδών από τις παρεπόμενες υποχρεώσεις που τον βαρύνουν.
Εξ όλων των ανωτέρω συνάγεται ότι ο χαρακτηρισμός μίας σύμβασης ως έργου, προμηθειών ή υπηρεσιών δεν αποτελεί εύκολο εγχείρημα. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι συχνά οι συμβάσεις έχουν ως αντικείμενο περισσότερα είδη, καθίσταται ακόμη δυσκολότερος ο χαρακτηρισμός του κυρίου αντικειμένου αυτής. Πλην, όμως, ο ορθός χαρακτηρισμός του αντικειμένου μίας σύμβασης είναι εξαιρετικά σημαντικός, δεδομένου ότι με βάση το συγκεκριμένο χαρακτηρισμό θα προκηρυχθεί η διαδικασία, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του ν. 4412/2016 και θα τεθούν τα ανάλογα κριτήρια για τη συμμετοχή οικονομικών φορέων στη διαγωνιστική διαδικασία.
Σελ. 7
ΙΙ. ΑΝΑΘΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
A. Περιεχόμενο προσφοράς
1. Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (Ε.Ε.Ε.Σ.)
α. Το Ε.Ε.Ε.Σ. ως δικαιολογητικό συμμετοχής
Στο άρθρο 79 του ν. 4412/2016, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4782/2021, περιέχονται οι προβλέψεις για το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (Ε.Ε.Ε.Σ.). Πρόκειται για τη μεταφορά του άρθρου 59 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες.
Πιο συγκεκριμένα, το Ε.Ε.Ε.Σ. συνιστά ένα έντυπο με τη μορφή του τυποποιημένου εντύπου του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/7 της Επιτροπής, το οποίο κατατίθεται με την αρχικώς υποβληθείσα προσφορά και αποτελεί περιεχόμενο του φακέλου των δικαιολογητικών συμμετοχής των διαγωνιζομένων. Αποτελεί ουσιώδες δικαιολογητικό συμμετοχής, που επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης και λειτουργεί ως προκαταρκτική απόδειξη περί του ότι ο οικονομικός φορέας, που το υποβάλλει, πληροί τις προϋποθέσεις συμμετοχής που καθορίζονται από τη διακήρυξη και ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του οι, κατά περίπτωση, προβλεπόμενοι λόγοι αποκλεισμού.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από το άρθρο 59 παρ. 1 περ. α΄ και παρ. 2 της Οδηγίας ΕΕ 2014/24, το Ε.Ε.Ε.Σ. υποβάλλεται ταυτόχρονα με την αίτηση συμμετοχής ή την προσφορά του διαγωνιζομένου και έχει ειδικά τυποποιημένο περιεχόμενο, καθοριζόμενο από τον ανωτέρω Κανονισμό της Επιτροπής. Ο σκοπός που επιτελεί το εν λόγω έντυπο προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 57 παρ. 1, 4 και 6 της ως άνω Οδηγίας και έγκειται στο ότι η αναθέτουσα αρχή (ή φορέας) μέσω του εν λόγω εντύπου λαμβάνει πλήρη γνώση όλων των αναγκαίων στοιχείων για την εκφορά της κρίσης της περί της συνδρομής ή μη του λόγου αποκλεισμού του διαγωνιζομένου στο κατάλληλο στάδιο του διαγωνισμού. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η αρχή της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, ενώ ταυτόχρονα παρέχεται σε όλους τους υποψηφίους, επί ίσοις όροις, η δυνατότητα να θέσουν υπόψη της αναθέτουσας αρχής ή φορέα όλα τα
Σελ. 8
στοιχεία (λήψη επανορθωτικών μέτρων, λήξη περιόδου αποκλεισμού κ.λπ.), τα οποία, κατά την άποψή τους, αίρουν τον λόγο αποκλεισμού.
Στόχος της εν λόγω πρόβλεψης είναι η μείωση του διοικητικού φόρτου που απορρέει από την απαίτηση προσκόμισης σημαντικού αριθμού πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων που σχετίζονται με τα κριτήρια επιλογής των υποβαλλόντων προσφορά οικονομικών φορέων, προς διευκόλυνση της συμμετοχής τους και της διεξαγωγής του διαγωνισμού. Με την υποβολή της εν λόγω υπεύθυνης δήλωσης αποφεύγεται η υποχρέωση των οικονομικών φορέων να υποβάλουν τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη μη συνδρομή σε βάρος τους λόγων αποκλεισμού και την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής κατά το αρχικό στάδιο διεξαγωγής της διαγωνιστικής διαδικασίας.
Ο μηχανισμός υποβολής και ελέγχου των δικαιολογητικών συμμετοχής διέπεται από την αρχή της τυπικότητας, ήτοι της διαφανούς και αυστηρής διαδικασίας του διαγωνισμού, κατά την οποία η νομιμότητα συμμετοχής προϋποθέτει την εκπλήρωση τυπικών προϋποθέσεων. Μεταξύ δε των τυπικών προϋποθέσεων είναι και η ορθή συμπλήρωση και υποβολή του Ε.Ε.Ε.Σ., με σκοπό την υποβολή υποψηφιοτήτων με συγκεκριμένη εξαρχής προσφορά, την ύπαρξη διαφάνειας και την ευχερή εξέταση, σύγκριση και αξιολόγηση των προσφορών. Η ορθή, δηλαδή, συμπλήρωση όλων των πεδίων του Ε.Ε.Ε.Σ. αποτελεί αυτοτελή υποχρέωση των διαγωνιζόμενων, η παράλειψη σεβασμού της οποίας οδηγεί, άνευ ετέρου, σε αποκλεισμό της αίτησης συμμετοχής ή της προσφοράς τους.
Ενόψει, συνεπώς, της αρχής της προαπόδειξης, οι υποψήφιοι οικονομικοί φορείς υποχρεούνται να συμπληρώνουν με επαρκή και ακριβή στοιχεία τα οικεία πεδία του Ε.Ε.Ε.Σ., παρέχοντας τις κατάλληλες πληροφορίες, ώστε να είναι δυνατόν να ελεγχθεί η πλήρωση των προϋποθέσεων για τη συμμετοχή των οικονομικών φορέων στη διαγωνιστική διαδικασία. Οι οικονομικοί φορείς, κατά την παροχή των απαιτούμενων πληροφοριών με τη συμπλήρωση του Ε.Ε.Ε.Σ., πρέ-
Σελ. 9
πει να τηρούν απαρέγκλιτα και το καθήκον αληθείας. Το καθήκον αληθείας, μάλιστα, δεν περιορίζεται μόνο στο χρονικό σημείο της υποβολής της προσφοράς, αλλά είναι διαρκές, με την έννοια ότι ο οικονομικός φορέας υποχρεούται να δηλώσει αμελλητί προς την αναθέτουσα αρχή, ανά πάσα στιγμή της διαγωνιστικής διαδικασίας, κάθε μεταβολή που δύναται να επηρεάσει τη συνδρομή των λόγων αποκλεισμού και των προϋποθέσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό, υποβάλλοντας τη σχετική δήλωση οψιγενών μεταβολών.
Από τις διατάξεις του άρθρου 79 του ν. 4412/2016, καθώς και τις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, καθώς και του υγιούς και αποτελεσματικού ανταγωνισμού, οι οποίες διέπουν τις διαδικασίες σύναψης των δημοσίων συμβάσεων προκύπτει, επίσης, ότι το Ε.Ε.Ε.Σ. δεν δύναται να υποκατασταθεί από άλλα στοιχεία της προσφοράς του διαγωνιζόμενου οικονομικού φορέα, μη έχοντα τον αυτό δεσμευτικό χαρακτήρα. Οι δε διαγωνιζόμενοι υποχρεούνται να υποβάλλουν το Ε.Ε.Ε.Σ., επί ποινή απόρριψης της προσφοράς τους, νομίμως συμπληρωμένο. Ως εκ τούτου, το εν λόγω έγγραφο δεν μπορεί να υποκατασταθεί ούτε από τα αυτοβούλως υποβαλλόμενα δικαιολογητικά και έγγραφα που, κατά το κανονιστικό πλαίσιο, απαιτείται να προσκομιστούν από τους διαγωνιζόμενους σε μεταγενέστερο στάδιο του διαγωνισμού, ήτοι του σταδίου της κατακύρωσης, προς απόδειξη των δηλωθέντων με το Ε.Ε.Ε.Σ., καθώς με τον τρόπο αυτό παρακάμπτεται ο ως άνω κανόνας της προαπόδειξης και προκαλείται πρόσθετο διοικητικό βάρος στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων.
Τούτο, όμως, ουδόλως σημαίνει ότι η αναθέτουσα αρχή δεν έχει τη δυνατότητα να ζητήσει εξαρχής, ήτοι από το στάδιο υποβολής των δικαιολογητικών συμ-
Σελ. 10
μετοχής την υποβολή ορισμένων δικαιολογητικών, όπως προβλέπεται στις διατάξεις της παραγράφου 5 του ως άνω άρθρου (άρθρο 79 του ν. 4412/2016).
Ένα από τα ζητήματα που έχει απασχολήσει τη νομολογία αναφορικά με τη συμπλήρωση του Ε.Ε.Ε.Σ. είναι το κατά πόσο ο οικονομικός φορέας οφείλει να διαμορφώσει το Ε.Ε.Ε.Σ. σύμφωνα με τους όρους του διαγωνισμού ή εάν υποχρεούται να συμπληρώσει αυτό, όπως έχει διαμορφωθεί από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, ανεξαρτήτως του εάν αυτό περιέχει όλα τα ερωτήματα για την απόδειξη της πλήρωσης των προϋποθέσεων της διακήρυξης. Ειδικότερα, έχει υποστηριχθεί ότι ο οικονομικός φορέας ως ευλόγως ενημερωμένος και επιμελής υποψήφιος οφείλει εξαρχής να διαμορφώσει το έντυπο του Ε.Ε.Ε.Σ., σύμφωνα με τους όρους του επίδικου διαγωνισμού. Από την άλλη πλευρά, έχει υποστηριχθεί ότι η υποχρέωση της επιμέλειας του ευλόγως ενημερωμένου οικονομικού φορέα δεν δύναται να θεωρηθεί ότι φθάνει μέχρι του σημείου να αναλαμβάνει ο ίδιος την ευθύνη για τον εντοπισμό των σφαλμάτων και αστοχιών το κανονιστικού πλαισίου του διαγωνισμού και τη διόρθωση αυτών μέσω διευκρινίσεων ή αυτόβουλης επαναδιαμόρφωσης υποδειγμάτων της σύμβασης. Σε περίπτωση, δηλαδή, που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αναρτήσει στο διαδικτυακό τόπο του διαγωνισμού ελλιπές υπόδειγμα Ε.Ε.Ε.Σ., που δεν αντιστοιχεί στις προβλέψεις της διακήρυξης, η συμπλήρωσή του εκ μέρους του συμμετέχοντος στον διαγωνισμό οικονομικού φορέα δεν μπορεί να αποβεί σε βάρος του.
Πιο πειστική και συνεπής φαίνεται η άποψη σύμφωνα με την οποία ο οικονομικός φορέας θα πρέπει να διαμορφώνει το Ε.Ε.Ε.Σ. με βάση τις απαιτήσεις της διακήρυξης. Και αυτό γιατί πέρα από τη λογική του ότι οι προσφέροντες θα πρέπει να είναι ευλόγως ενημερωμένοι και να επιδεικνύουν τη συνήθη επιμέλεια, αφ’ ης στιγμής οι όροι και οι κανόνες διεξαγωγής του διαγωνισμού είναι διατυπωμένοι με σαφήνεια, ακρίβεια και χωρίς αμφισημία από την αναθέτουσα αρχή, τότε ο οικονομικός φορέας οφείλει να επιδείξει την επιμέλεια και να διαμορφώσει αντίστοιχα το Ε.Ε.Ε.Σ., εφόσον του δίδεται αυτή η δυνατότητα, ώστε σε αυτό να περιέχονται όλες οι κρίσιμες πληροφορίες. Σημειωτέον ότι από το σύστημα, και συγκεκριμένα από την πλατφόρμα «Προμηθεύς», παρέχεται δωρεάν η δυνατότητα ευχερούς διαμόρφωσης του Ε.Ε.Ε.Σ., ώστε ο μέσος συνετός διαγωνιζόμενος οφείλει να συμμορφωθεί με σαφή και ξεκάθαρο όρο της κρίσιμης διακήρυξης και να δηλώσει τις απαιτούμενες πληροφορίες. Ζήτημα θα μπορούσε να τεθεί μόνο εάν πρόκειται για αόριστο ή ασαφή όρο της διακήρυξης, οπότε και θα
Σελ. 11
πρέπει στις περιπτώσεις αυτές μόνο να προκρίνεται η αρχή της χρηστής διοίκησης και να συγχωρείται το σφάλμα του οικονομικού φορέα.
Άλλωστε, κατά το προσυμβατικό στάδιο οι υποψήφιοι οικονομικοί φορείς οφείλουν να είναι ενημερωμένοι ακόμη και για τον τρόπο και την προθεσμία προσβολής των πράξεων της διαδικασίας χωρίς να απαιτείται ειδική ενημέρωσή τους από τα όργανα του διαγωνισμού για την υποχρέωση άσκησης προδικαστικής προσφυγής και τις προϋποθέσεις άσκησης αυτής. Τούτο σημαίνει ότι όλο το πνεύμα των διατάξεων του ν. 4412/2016 για το προσυμβατικό στάδιο σε συνδυασμό και με την αρχή της τυπικότητας που διέπει το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων επιβάλλει στους οικονομικούς φορείς να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια. Την επιμέλεια αυτή πρέπει να επιδεικνύουν και αναφορικά με τη συμπλήρωση του Ε.Ε.Ε.Σ., το οποίο συνιστά δικαιολογητικό που υποβάλλεται σε κάθε διαγωνιστική διαδικασία.
Μία ρύθμιση που θεωρήθηκε απαραίτητη και εισήχθη με τις διατάξεις του ν. 4782/2021 είναι αυτή της δυνατότητας των διαγωνιζομένων να διευκρινίζουν τις δηλώσεις τους στο Ε.Ε.Ε.Σ. με υπεύθυνη δήλωση, η οποία το συνοδεύει. Τούτο δε, προκειμένου να αίρονται οποιεσδήποτε αμφιβολίες σχετικά με την ακρίβεια και την αλήθεια των σχετικών δηλώσεων. Ωστόσο, έχει κριθεί ότι η συνοδευτική υπεύθυνη δήλωση δεν δύναται να υποκαταστήσει, ούτε και να αναπληρώσει το περιεχόμενο του Ε.Ε.Ε.Σ.. Μόνο σε περίπτωση που στο Ε.Ε.Ε.Σ. δεν υπάρχει σχετικό πεδίο αναφορικά με κάποιον λόγο αποκλεισμού, η μη συνδρομή του δύναται να προαποδειχθεί με συνοδευτική του Ε.Ε.Ε.Σ. υπεύθυνη δήλωση.
β. Η υπογραφή του Ε.Ε.Ε.Σ.
Από τη φύση του Ε.Ε.Ε.Σ. ως κατά νόμο υπεύθυνης δήλωσης με τις συνέπειες του ν. 1599/1985, προκύπτει ότι θα πρέπει να φέρει υπογραφή για την οποία να μην καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι το πρόσωπο που φέρεται να υπογράφει είναι πράγματι εκείνο που υπογράφει.
Όπως έχει κριθεί, προκειμένου περί διαγωνισμών που διενεργούνται ηλεκτρονικώς μέσω του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ., όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται από τους συμμετέχοντες οικονομικούς φορείς μέσω του Συστήματος, απαιτείται να φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή. Εφόσον, συνεπώς, η υποχρέωση τήρησης της εν λόγω διατύπωσης προβλέπεται ρητώς στο κανονιστικό πλαίσιο του διαγωνισμού και συνάγεται σαφώς από τις οικείες διατάξεις, απαιτείται, επί ποινή απα-
Σελ. 12
ραδέκτου της προσφοράς, η ψηφιακή υπογραφή του προσφέροντος οικονομικού φορέα στο υποβαλλόμενο Ε.Ε.Ε.Σ. χωρίς να υπάρχει δυνατότητα αναπλήρωσης αυτής με διαφορετικού είδους υπογραφή, ακόμα και με επικυρωμένο το γνήσιο αυτής. Έχει, επίσης, κριθεί ότι δεν είναι επιτρεπτή η υποβολή του Ε.Ε.Ε.Σ. ως δικαιολογητικού συμμετοχής, το οποίο φέρει ψηφιακή σήμανση μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης gov.gr, διότι κάτι τέτοιο θα παραβίαζε τα οριζόμενα στο νόμο και στην εκάστοτε διακήρυξη, εκτός εάν υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη.
Στη δε περίπτωση που ο προσφέρων φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, οι οποίοι οφείλουν να υποβάλουν και οι ίδιοι το Ε.Ε.Ε.Σ., πρέπει το τελευταίο, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, να φέρει ψηφιακή υπογραφή. Και τούτο δεδομένου ότι οι συμμετέχοντες φορείς που «δανείζουν» τις ικανότητές τους βρίσκονται ουσιαστικώς, όσον αφορά στην πραγμάτωση του σκοπού του προκηρυσσόμενου διαγωνισμού, στην ίδια θέση με αυτή του προσφέροντος οικονομικού φορέα, καθώς χωρίς τις δικές τους ικανότητες δεν θα ήταν δυνατή η συμμετοχή του προσφέροντος φορέα στο δημόσιο διαγωνισμό.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79Α του ν. 4412/2016 το Ε.Ε.Ε.Σ. δύναται να υπογράφεται μόνο από τους νομίμους εκπροσώπους της υποψήφιας ή διαγωνιζόμενης εταιρείας. Ως δε εκπρόσωπος του οικονομικού φορέα θεωρείται: α) είτε ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτού, όπως προκύπτει από το ισχύον καταστατικό ή το πρακτικό εκπροσώπησής του κατά τον χρόνο υποβολής της προσφοράς ή αίτησης συμμετοχής, είτε β) το αρμοδίως εξουσιοδοτημένο φυσικό πρόσωπο που εκπροσωπεί τον οικονομικό φορέα για διαδικασίες σύναψης συμβάσεων ή για συγκεκριμένη διαδικασία σύναψης σύμβασης.
Επιπρόσθετα, το Ε.Ε.Ε.Σ. πρέπει να φέρει υπογραφή με ημερομηνία εντός του χρονικού διαστήματος κατά το οποίο μπορούν να υποβάλλονται προσφορές ή αιτήσεις συμμετοχής. Έχει τέλος, κριθεί ότι, ακόμη, και εάν στη διακήρυξη προβλέπεται ότι το Ε.Ε.Ε.Σ. μπορεί να υπογράφεται έως δέκα (10) ημέρες πριν την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών, ήτοι εάν υφίσταται η προηγούμενη ρύθμιση του άρθρου 79Α του ν. 4412/2016, τότε η αναθέτουσα αρχή δεν θα ηδύνατο να απορρίψει την προσφορά για τον λόγο ότι το Ε.Ε.Ε.Σ. υπεγράφη σε χρόνο απώτερο των δέκα ημερών από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών.
Σελ. 13
2. Η τεχνική προσφορά
α. Περιεχόμενο τεχνικής προσφοράς
Στο άρθρο 94 παρ. 4 του ν. 4412/2016 προβλέπεται ότι στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων προμηθειών και γενικών υπηρεσιών ο φάκελος της τεχνικής προσφοράς περιλαμβάνει κυρίως τα έγγραφα και τα δικαιολογητικά που τεκμηριώνουν την τεχνική επάρκεια, χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση των προσφορών και περιγράφονται στα έγγραφα της σύμβασης.
Από το περιεχόμενο της τεχνικής προσφοράς θα πρέπει να προκύπτει με σαφήνεια η πλήρωση των τεχνικών προδιαγραφών, που θέτει το κανονιστικό πλαίσιο για το εκάστοτε συμβατικό αντικείμενο. Έτσι ανάλογα με το είδος της υπό ανάθεση σύμβασης, από τα έγγραφα της τεχνικής προσφοράς θα πρέπει να καθίστανται σαφείς λ.χ. οι τεχνικές προδιαγραφές των υπό προμήθεια ειδών και η συμμόρφωσή τους με τις απαιτούμενες από τα τεύχη του διαγωνισμού προδιαγραφές, οι όροι υπό τους οποίους θα παρέχονται οι ζητούμενες συμβατικές υπηρεσίες, όπως λ.χ. το ωράριο, η συγκεκριμένη συχνότητα και το περιεχόμενο των παρεχόμενων υπηρεσιών φύλαξης ή καθαρισμού, κ.α.
Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, είναι πρόδηλο ότι για την εκπλήρωση της ανωτέρω υποχρέωσης, η τεχνική προσφορά θα πρέπει να εξατομικεύεται από τον κάθε υποψήφιο, να περιλαμβάνει, δηλαδή, πλήρη και συγκεκριμένη ανάλυση των τεχνικών χαρακτηριστικών του συμβατικού αντικειμένου, με ειδική περιγραφή των ιδιοτήτων και μεγεθών τους, χωρίς να αρκεί η απλή «αντιγραφή» και αναπαραγωγή των απαιτήσεων της διακήρυξης. Τούτο δε ακόμη και στην περίπτωση, που παρέχεται από το κανονιστικό πλαίσιο ένα εύρος αποδεκτών μεγεθών και μετρήσεων των υπό προμήθεια ειδών, ώστε ο διαγωνιζόμενος, προκειμένου να θεωρηθεί επαρκώς ορισμένη η προσφορά του, οφείλει να προσδιορίσει συγκεκριμένα το ακριβές διαστασιολόγιο των προσφερόμενων εκ μέρους του ειδών.
β. Η γλώσσα των εγγράφων της προσφοράς
Σύμφωνα με το άρθρο 92 του ν. 4412/2016, οι ρυθμίσεις του οποίου παγίως ενσωματώνονται αυτούσιες και στο περιεχόμενο των διακηρύξεων, σύμφωνα και με τα πρότυπα τεύχη της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., εισάγονται συγκεκριμένες απαιτήσεις αναφορικά με τη γλώσσα των εγγράφων, που περιλαμβάνονται στην τεχνική προσφορά των διαγωνιζομένων. Ειδικότερα, όλα τα έγγραφα των προσφορών είναι απαραίτητο να υποβληθούν σε ελληνική γλώσσα ή εφόσον είναι συντεταγμένα σε άλλη γλώσσα, πρέπει να συνοδευτούν από επίσημη και επικυρωμένη μετάφρασή τους στα ελληνικά.
Σελ. 14
Για την ακρίβεια του λόγου, οι ανωτέρω κανόνες παραδεκτής υποβολής εγγράφων της προσφοράς εφαρμόζονται προφανώς και στα δικαιολογητικά κατακύρωσης, που υποβάλλονται από τον προσωρινό ανάδοχο σε επόμενο στάδιο, καθώς και σε οποιαδήποτε πρόσθετα στοιχεία/δικαιολογητικά υποβληθούν εκ μέρους του διαγωνιζομένου μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των προσφορών λ.χ. στοιχεία αιτιολόγησης οικονομικής προσφοράς, πρόσθετα έγγραφα κατόπιν κλήσης προς παροχή διευκρινίσεων κ.α. Τούτο με δεδομένο ότι οι πρόσθετες πληροφορίες που δίνονται επί της αρχικής προσφοράς, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των προσφορών των διαγωνιζομένων, ώστε είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να υπακούν στους ίδιους κανόνες, ως προς τον τρόπο σύνταξης και υποβολής τους.
Με δεδομένο, λοιπόν, ότι, κάθε αποδεικτικό στοιχείο της προσφοράς υποβάλλεται υποχρεωτικά και επί ποινή απαραδέκτου με μετάφραση στην ελληνική, τυχόν μη ανταπόκριση στην ανωτέρω τυπική απαίτηση, καθιστά το έγγραφο μη συμμορφούμενο στους γενικούς όρους υποβολής των προσφορών και έχει ως αποτέλεσμα να μην λαμβάνεται υπόψη προς πλήρωση των όρων της διακήρυξης. Επομένως, η έλλειψη επίσημης μετάφρασης εγγράφου απαραίτητου για την αποδοχή της εκάστοτε προσφοράς, εξομοιώνεται με πλήρη παράλειψη υποβολής του και θεμελιώνει λόγο νόμιμης απόρριψης της προσφοράς διαγωνιζομένου.
Μάλιστα, κατά πάγια νομολογία, η παράλειψη μετάφρασης των ξενόγλωσσων εγγράφων, δεν δύναται να καταστεί αντικείμενο εκ των υστέρων συμπλήρωσης, μέσω ενεργοποίησης της διαδικασίας του άρθρου 102 του ν. 4412/2016, διότι, η μετάφραση στην ελληνική γλώσσα ξενόγλωσσων εγγράφων, συνιστά απαράβατο όρο που αφορά στη σύνταξη και υποβολή αυτών, η δε υποβολή των εγγράφων αυτών χωρίς την απαιτούμενη μετάφραση, τα καθιστά μη νόμιμα, χωρίς δυνατότητα εκ των υστέρων διόρθωσής τους.
Ωστόσο, ανάλογα με το συμβατικό αντικείμενο, και πάντως ιδιαίτερα στις συμβάσεις προμηθειών και παροχής υπηρεσιών, η τεχνική προσφορά των υποψηφίων περιλαμβάνει πλήθος τεχνικών φυλλαδίων είτε των ίδιων των υπό προμήθεια ειδών, είτε των προϊόντων των οποίων θα κάνει χρήση ο ανάδοχος κατά την παροχή των συμβατικών υπηρεσιών. Με δεδομένο, λοιπόν, αφενός ότι η μετάφραση του συνόλου των τεχνικών αυτών εγγράφων, δημιουργεί υπέρογκο φόρτο στους διαγωνιζομένους και αφετέρου ότι στις περιπτώσεις που φέρουν αμιγώς τεχνικό περιεχόμενο, τα στοιχεία των εγγράφων αυτών γίνονται αντιληπτά και χωρίς να συνοδεύονται από σχετική μετάφραση, εισάγεται στο νόμο ρητή δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής να εξαιρέσει από την υποχρέωση μετάφρασης ορισμένη κατηγορία εγγράφων, ήτοι αυτών με τεχνικό περιεχόμενο.
Σελ. 15
Όπως έχει κριθεί, η εξαίρεση αυτή, εφόσον προβλεφθεί στο κανονιστικό πλαίσιο του διαγωνισμού, αφορά σε ενημερωτικά και τεχνικά φυλλάδια και άλλα έντυπα, εταιρικά ή μη, με ειδικό τεχνικό περιεχόμενο, δηλαδή έντυπα με αμιγώς τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως αριθμούς, αποδόσεις σε διεθνείς μονάδες, μαθηματικούς τύπους και σχέδια, που είναι δυνατόν να διαβαστούν σε κάθε γλώσσα και δεν είναι απαραίτητη η μετάφρασή τους, μπορούν δε να υποβάλλονται σε άλλη γλώσσα, χωρίς να συνοδεύονται από μετάφραση στην ελληνική. Η εξαίρεση, όμως, αυτή δεν εκτείνεται σε κάθε είδους τεχνικό έγγραφο της προσφοράς των διαγωνιζομένων. Σημειωτέον ότι στην ανωτέρω κατηγορία αμιγώς τεχνικών εγγράφων, όπως αυτή ερμηνεύεται από τη νομολογία, δεν εντάσσονται τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης με πρότυπα διασφάλισης ποιότητας/περιβαλλοντικής διαχείρισης, ήτοι τα πιστοποιητικά ISO.
γ. Το ζήτημα του προμηθευτή-παραγωγού των προσφερόμενων ειδών
Ειδικά, όσον αφορά στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης προμηθειών, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 94 του ν. 4412/2016, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ζητεί από τους προσφέροντες οικονομικούς φορείς να δηλώνουν στην τεχνική τους προσφορά τη χώρα παραγωγής του προσφερόμενου προϊόντος και την επιχειρηματική μονάδα στην οποία παράγεται το προσφερόμενο προϊόν, καθώς και τον τόπο εγκατάστασής της. Έχει, μάλιστα, κριθεί ότι η αναφορά λανθασμένου παραγωγού, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αμφιβολία ως προς την προέλευση και την παραγωγή του προσφερόμενου προϊόντος, αποτελεί πλημμέλεια της προσφοράς καθώς συνιστά απόκλιση από ουσιώδη όρο του κανονιστικού πλαισίου του διαγωνισμού.
Πλέον, έχει καταργηθεί η διάκριση μεταξύ προμηθευτών που παράγουν οι ίδιοι το προσφερόμενο προϊόν και των προμηθευτών που το εμπορεύονται, ως προς τη δυνητική απαίτηση της αναθέτουσας αρχής για την υποβολή δήλωσης της χώρας παραγωγής του προσφερόμενου προϊόντος, της επιχειρηματικής μονάδας στην οποία αυτό παράγεται και του τόπου εγκατάστασής της. Επιπρόσθετα, καταργήθηκε η υποχρέωση υποβολής υπεύθυνης δήλωσης προς την αναθέτουσα αρχή του εκάστοτε προμηθευτή, που δεν παράγει το προσφερόμενο προϊόν, σχετικά με το γεγονός ότι η κατασκευή του τελικού προϊόντος θα γίνει
Σελ. 16
από την επιχείρηση στην οποία ανήκει ή η οποία εκμεταλλεύεται ολικά ή μερικά τη μονάδα κατασκευής του τελικού προϊόντος και ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος της επιχείρησης αυτής ή ο επίσημος αντιπρόσωπός της έχει αποδεχθεί έναντί τους την εκτέλεση της συγκεκριμένης προμήθειας, σε περίπτωση κατακύρωσης στον προμηθευτή υπέρ του οποίου έγινε η αποδοχή.
Με την κατάργηση της ως άνω υπεύθυνης δήλωσης επιχειρήθηκε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της τεχνητής μείωσης του ανταγωνισμού στις περιπτώσεις προμηθειών, κυρίως ιατροτεχνολογικού χαρακτήρα, στις περιπτώσεις που συγκεκριμένα αγαθά διατίθενται στην εγχώρια αγορά μέσω αποκλειστικού αντιπροσώπου εταιρειών παραγωγής που εδρεύουν στο εξωτερικό. Ωστόσο, λόγω της κατάργησης της ανωτέρω υπεύθυνης δήλωσης, η οποία βέβαια ζητείτο δυνητικά και όχι υποχρεωτικά από την αναθέτουσα αρχή, δεν εξασφαλίζεται ότι οι προμηθευτές θα είναι σε θέση να παραδώσουν τα υπό προμήθεια είδη. Τούτο, όμως, μπορεί μόνο με ένα τρόπο να εξασφαλισθεί, ήτοι με τη δήλωση της χώρας παραγωγής και του τόπου εγκατάστασης της οικείας επιχειρηματικής μονάδας.
Σημειωτέον, όμως, ότι η ισχύουσα διάταξη του άρθρου 94 παρ. 5 του ν. 4412/2016 δεν αποκλείει τη δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής να θεσπίσει ως απαίτηση ότι ο προμηθευτής θα πρέπει να είναι εξουσιοδοτημένος από τον κατασκευαστή για τη διακίνηση των προϊόντων του. Και τούτο, μάλιστα, ακόμη και εάν αυτό δεν προβλέπεται σε κάποια νομοθετική διάταξη, καθότι η αναθέτουσα αρχή δεν εμποδίζεται από την ως άνω διάταξη να απαιτεί πρόσθετες εξασφαλίσεις και πέραν των ελαχίστων προϋποθέσεων που θέτει το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο.
Με τις ανωτέρω διατάξεις παρέχεται, συνεπώς, ευρεία διακριτική ευχέρεια στην αναθέτουσα αρχή να ζητά από τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό οικονομικούς φορείς δικαιολογητικά για τα προσφερόμενα είδη και τις υπό ανάθεση υπηρεσίες. Ωστόσο, σύμφωνα και με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4412/2016, τα εν λόγω δικαιολογητικά θα πρέπει να προσδιορίζονται με σαφήνεια στο κανονιστικό πλαίσιο του διαγωνισμού, προκειμένου να υποβάλλονται άρτιες και συγκρίσιμες μεταξύ τους προσφορές.
Σελ. 17
δ. Οι επιταγές της αρχής της τυπικότητας
Ο τρόπος σύνταξης των προσφορών διέπεται από την αρχή της τυπικότητας, η οποία αποσκοπεί στην εξασφάλιση αφενός της τήρησης των αρχών του ανταγωνισμού, της διαφάνειας και του ίσου μέτρου κρίσης, αφετέρου της ανάγκης ευχερούς σύγκρισης των προσφορών μεταξύ τους, καθώς και στην αποφυγή του κινδύνου αλλοίωσης αυτών.
Άλλωστε, όπως γίνεται δεκτό, ενόψει των αρχών της ισότητας, της τυπικότητας και της διαφάνειας των όρων συμμετοχής που διέπουν τη διαδικασία σύναψης των δημοσίων συμβάσεων, ο υποψήφιος οικονομικός φορέας θα πρέπει να υποβάλει στην τεχνική προσφορά του τα αξιούμενα από τη διακήρυξη δικαιολογητικά και στοιχεία, για την απόδειξη ιδιότητας κρίσιμης για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό. Επομένως, δεν είναι νόμιμος ο αποκλεισμός ενός οικονομικού φορέα για τον λόγο ότι δεν προσκόμισε δικαιολογητικά διαφορετικά ή πρόσθετα από τα ρητώς αξιούμενα από τη διακήρυξη ή από διατάξεις, στις οποίες αυτή δεν παραπέμπει ειδικώς ως εφαρμοστέο στο διαγωνισμό δίκαιο.
ε. Η διασταύρωση των στοιχείων της προσφοράς με πληροφορίες διαθέσιμες στο διαδίκτυο
Ένα ενδιαφέρον ζήτημα που απασχόλησε τη νομολογία σχετικά με τα στοιχεία των τεχνικών προσφορών είναι εάν η αναθέτουσα αρχή δύναται να λάβει πληροφορίες από το διαδίκτυο για την αξιολόγησή τους. Κατ’ αρχάς δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη στις διατάξεις του ν. 4412/2016. Ωστόσο, έχει ήδη κριθεί ότι η αναθέτουσα αρχή δύναται να προβεί σε διασταύρωση του περιεχομένου των προσφορών με δημόσιες διαθέσιμες πληροφορίες. Μπορεί, δηλαδή, η αναθέτουσα αρχή να ανατρέξει στο διαδίκτυο για διευκόλυνση της αξιολόγησης των προσφορών ή για διασταύρωση του περιεχομένου αυτών.
Πλην, όμως, η εν λόγω ευχέρεια δεν εξικνείται έως του σημείου να συμπληρώσει ελλιπή τεχνική προσφορά διαγωνιζομένου μέσω προσκόμισης στοιχείων που απαιτούνται επί ποινή απαραδέκτου. Δεν μπορεί, δηλαδή, να αναζητήσει στοιχείο της προσφοράς που δεν δηλώθηκε, παρά μόνο να επιβεβαιώσει ότι τα δηλούμενα στην τεχνική προσφορά στοιχεία ισχύουν και είναι ακριβή. Είναι, όμως, αυτονόητο ότι η αναθέτουσα αρχή θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική κατά την αναζήτηση τέτοιων στοιχείων στο διαδίκτυο, προκειμένου οι πληροφορίες που θα αντλήσει να είναι αληθείς.
Σελ. 18
3. Η οικονομική προσφορά
α. Το περιεχόμενο της οικονομικής προσφοράς
Στο άρθρο 95 παρ. 5 του ν. 4412/2016 ορίζεται ότι στις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιας σύμβασης προμήθειας αγαθών και παροχής γενικών υπηρεσιών, η τιμή του προς προμήθεια αγαθού ή της παρεχόμενης υπηρεσίας δηλώνεται ανά μονάδα, όπως καθορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης. Ωστόσο, στις περιπτώσεις των παραγράφων 9 και 10 του άρθρου 53 του ν. 4412/2016, όταν από τα έγγραφα της σύμβασης προβλέπεται αναπροσαρμογή τιμών, τότε η οικονομική προσφορά υποβάλλεται υποχρεωτικά με ποσοστό έκπτωσης επί της τιμής της εκτιμώμενης αξίας του υλικού ή της παροχής υπηρεσίας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στα έγγραφα της σύμβασης.
Ήδη με τη διάταξη του άρθρου 16 του ν. 5218/2025, η οποία θα ξεκινήσει να ισχύει από 1.10.2025, καταργείται η περ. β΄ της παρ. 5 του άρθρου 95 του ν. 4412/2016 περί υποχρεωτικής υποβολής της οικονομικής προσφοράς σε ποσοστό έκπτωσης και ταυτόχρονα με την περ. α’ της ανωτέρω παραγράφου προβλέπεται ότι η τιμή του προς προμήθεια αγαθού ή της παρεχόμενης υπηρεσίας δίνεται, είτε ως τιμή μονάδας, είτε ως ποσοστό έκπτωσης επί της εκτιμώμενης τιμής μονάδας ή της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης. Μέσω της κατάργησης της ανωτέρω διάταξης επιχειρείται η απλοποίηση του τρόπου διαμόρφωσης των οικονομικών προσφορών στις διαγωνιστικές διαδικασίες των προμηθειών και των υπηρεσιών, ώστε να επιτρέπεται σε κάθε περίπτωση η διατύπωση οικονομικής προσφοράς είτε ως τιμής μονάδας είτε ως ποσοστού έκπτωσης επί της εκτιμώμενης τιμής μονάδας ή της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης.
Σύμφωνα με την παράγραφο 6 του ιδίου ως άνω άρθρου στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης προμηθειών ή γενικών υπηρεσιών με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά μόνο βάσει της τιμής, η τελευταία μπορεί να προκύπτει κατά την προσφερόμενη έκπτωση επί τοις εκατό (%) στην τιμή του είδους ή της υπηρεσίας, βάσει τιμών αναφοράς, ιδίως, όπως αυτές προσδιορίζονται από την κείμενη νομοθεσία ή βάσει τιμών που έχουν εγκριθεί από ρυθμιστική αρχή στην περίπτωση ρυθμιζόμενων αγορών. Στις εν λόγω περιπτώσεις η τιμή δύναται να αναπροσαρμόζεται κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης με βάση την εκάστοτε ισχύουσα τιμή αναφοράς, εφαρμοζόμενου του ποσοστού έκπτωσης. Η αναπροσαρμογή της τιμής, προκειμένου να εφαρμοστεί, πρέπει να προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης. Στην περίπτωση αυτή κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης η τιμή αναπροσαρμόζεται με βάση την εκάστοτε ισχύουσα τιμή αναφοράς, εφαρμοζόμενου του ποσοστού έκπτωσης. Έχει παρα-
Σελ. 19
τηρηθεί ότι η συγκεκριμένη δυνατότητα εφαρμόζεται συχνά σε διαγωνιστικές διαδικασίες για την προμήθεια υγρών καυσίμων.
Στην τιμή που προσφέρει ο διαγωνιζόμενος θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται οι υπέρ τρίτων κρατήσεις, καθώς και κάθε άλλη επιβάρυνση, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, μη συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., για παράδοση του υλικού ή της παρεχόμενης υπηρεσίας στον τόπο και με τον τρόπο που προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης.
Ένα από τα ζητήματα που έχουν απασχολήσει τη νομολογία όσον αφορά στις οικονομικές προσφορές είναι το εάν στην προσφερόμενη τιμή περιλαμβάνεται η κατ’ άρθρο 64 παρ. 2 του ν. 4172/2013 παρακράτηση φόρου εισοδήματος. Ειδικότερα, από τη μία πλευρά έχει κριθεί ότι η παρακράτηση φόρου εισοδήματος θα πρέπει να υπολογίζεται στην οικονομική προσφορά των διαγωνιζομένων. Και τούτο, διότι κατά τη γραμματική διατύπωση του άρθρου 95 παρ. 5 του ν. 4412/2016 στην προσφερόμενη τιμή περιλαμβάνονται, εκτός από τις υπέρ του Δημοσίου και τρίτων κρατήσεις, και κάθε άλλη, κατά την κείμενη νομοθεσία, επιβάρυνση, εκτός του Φ.Π.Α., για την παροχή των υπηρεσιών στον τόπο και με τον τρόπο που προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης. Στην ανωτέρω διάταξη του ν. 4412/2016 δεν γίνεται οποιαδήποτε διάκριση σχετικά με τον χαρακτήρα ή τη φύση της επιβάρυνσης για την οποία υφίσταται υποχρέωση συμπερίληψης εκ μέρους των διαγωνιζομένων στην προσφερόμενη τιμή, ενώ η εν λόγω παρακράτηση, διενεργούμενη κατά την καταβολή στον ανάδοχο της αξίας των κάθε είδους υπηρεσιών που παρέχει στην αναθέτουσα αρχή και υπολογιζόμενη επί της αξίας αυτών, έχει ως συνέπεια τη μείωση, κατά το αντίστοιχο ποσοστό, του παρεχόμενου για την εκτέλεση των υπηρεσιών εργολαβικού ανταλλάγματος. Η δε φύση της ως άνω φορολογικής υποχρέωσης του αναδόχου δεν αναιρεί την υποχρέωση του συμμετέχοντος στον διαγωνισμό να συμπεριλάβει τη συγκεκριμένη επιβάρυνση στην οικονομική προσφορά του, η οποία – υποχρέωση – στοχεύει στο να διασφαλισθεί με αδιαμφισβήτητο και αδιάβλητο τρόπο η αντικειμενικότητα στην ανάθεση των υπηρεσιών, υπαγορεύεται δε προφανώς από την ανάγκη εξάλειψης οποιασδήποτε ασάφειας κατά τη σύνταξη των οικονομικών προσφορών.
Από την άλλη μεριά, έχει κριθεί ότι εφόσον δεν υπάρχει ρητή και σαφής πρόβλεψη στη διακήρυξη του διαγωνισμού, ότι οι οικονομικές προσφορές των συμμετεχόντων οφείλουν, επί ποινή απαραδέκτου, να εμπεριέχουν το ποσοστό του φόρου εισοδήματος που παρακρατείται κατά την πληρωμή του αναδόχου, τότε δεν συντρέχει λόγος αποκλεισμού του διαγωνιζομένου, που δεν συμπεριέλαβε την παρακράτηση αυτή στην τιμή της οικονομικής προσφοράς του.
Σελ. 20
Έχει, επίσης, κριθεί ότι η παρακράτηση φόρου αποτελεί μέρος της φορολογικής υποχρέωσης του αναδόχου, από τον οποίο προεισπράττεται το σχετικό ποσό, ενώ στη συνέχεια, κατά την εκκαθάριση της φορολογικής του δήλωσης, επιστρέφεται ή συμψηφίζεται στον φόρο εισοδήματος που επιβάλλεται σε βάρος του επί των κερδών ή του καθαρού εισοδήματος, ανάλογα με το εάν πρόκειται για νομικό ή φυσικό πρόσωπο. Υπό την έννοια αυτή, η παρακράτηση φόρου δεν αποτελεί κράτηση υπέρ του Δημοσίου, ούτε εμπίπτει στην έννοια της επιβάρυνσης της αξίας της υπηρεσίας που παρέχεται από τον ανάδοχο δημόσιας σύμβασης. Και αυτό γιατί η προείσπραξη του φόρου εισοδήματος, που αφαιρείται από την αξία της πληρωμής του αναδόχου, έχει προσωρινό χαρακτήρα, καθώς η τελική απόδοση ή μη του παρακρατηθέντος ποσού στο Δημόσιο εξαρτάται τελικά από το ύψος της φορολογικής υποχρέωσης του αναδόχου, ανάλογα με τα ετήσια κέρδη ή το καθαρό εισόδημα που αυτός δηλώνει, σε σχέση με τα ποσά φόρου που έχουν παρακρατηθεί. Η δε ενεργούμενη παρακράτηση για τον προκαταβαλλόμενο φόρο εισοδήματος, μολονότι αποδίδεται στο Δημόσιο, αποτελεί στοιχείο του ενεργητικού της περιουσίας του φορολογουμένου, ο οποίος και δικαιούται, ακολουθώντας τη νόμιμη διαδικασία, να τον αναζητήσει στις περιπτώσεις που δεν οφείλεται. Επομένως, υποστηρίζεται ότι ο φόρος εισοδήματος που παρακρατείται κατά την έκδοση της εντολής πληρωμής του αναδόχου δεν οδηγεί στη μείωση του συμβατικού ανταλλάγματος, ώστε να συνιστά στοιχείο που επιβαρύνει το κόστος εκτέλεσης της δημόσιας σύμβασης. Δογματικά συνεπέστερη με τη λειτουργία και την έννοια της παρακράτησης φόρου φαίνεται η τελευταία προσέγγιση, ενώ και η ασάφεια των διακηρύξεων θα πρέπει να ερμηνεύεται υπέρ των διαγωνιζομένων. Πάντως, η πραγματικότητα πλέον ξεπερνά το ζήτημα αυτό, δεδομένου ότι στις πρόσφατες διακηρύξεις συμπεριλαμβάνεται ρητός σχετικός όρος από τις αναθέτουσες αρχές.
β. Η οικονομική προσφορά κατά τη διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών καθαρισμού και φύλαξης
Ειδικά δε κατά τη διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών καθαρισμού ή/και φύλαξης ανεξαρτήτως του είδους της διαδικασίας που επιλέγεται από την αναθέτουσα αρχή, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 92 του ν. 4412/2016 η τελευταία ζητά από τους οικονομικούς φορείς να αναφέρουν υποχρεωτικά στα έγγραφα της σύμβασης, στην προσφορά τους, εκτός των άλλων, τις πληροφορίες/στοιχεία των σημείων α΄ έως στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010, ενώ οι υποψήφιοι οικονομικοί φορείς υποχρεούνται, επί ποινή αποκλεισμού, στην προσφορά τους να περιλαμβάνουν τις πληροφορίες/στοιχεία της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010. Πρόκειται, δηλαδή, για επιπρόσθετα στοιχεία, τα οποία πρέπει, επί ποινή αποκλεισμού, να περιλαμβάνονται στην προσφορά των οικονομικών φορέων.











