ΣΥΝΤΑΓΜΑ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΤ' ΑΡΘΡΟ
- Έκδοση: 2024
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
- Σελίδες: 1616
- ISBN: 978-618-08-0432-4
Το έργο αποτελεί την πρώτη κατ’ άρθρον ερμηνεία του Συντάγματος μετά από την αναθεώρηση του 2019. Ο ενιαίος τόμος με το σύνολο των συμβολών αποτελεί, κυριολεκτικά, το απτό και χειροπιαστό αποτέλεσμα μιας συλλογικής προσπάθειας, στην οποία συμμετέχουν έγκριτοι νομικοί της θεωρίας και της πράξης.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ ΚΑΤ’ ΑΡΘΡΟ
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ ΑΝΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
ΠΙΝΑΚΑΣ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΩΝ
Προοίμιο
Ι. Ιστορία Διάταξης 1
ΙΙ. Ερμηνεία της διάταξης. Θεωρία και νομολογιακή πρακτική 2
ΙΙΙ. Η συζήτηση για απάλειψη της θρησκευτικής επίκλησης 2
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Μορφή του Πολιτεύματος
Άρθρ. 1 5
I. Κείμενο 6
ΙΙ. Συστηματική ένταξη/Θεωρία 7
1. Η Μορφή του Πολιτεύματος 7
Α. Προεδρευομένη 7
Β. Κοινοβουλευτική 8
Γ. Δημοκρατία 9
2. Η Λαϊκή Κυριαρχία ως θεμέλιο του Πολιτεύματος 12
3. Ο Λαός και το Έθνος ως πηγή όλων των εξουσιών 13
ΙII. Η σχέση του άρθρου 1 με άλλες συνταγματικές διατάξεις 15
IV. Νομολογία 17
V. Καταληκτικές Παρατηρήσεις 18
Άρθρ. 2 19
Ι. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου 20
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 20
2. Οι λοιπές συνταγματικές διατάξεις για την ανθρώπινη αξία 21
3. Η εννοιολογική οριοθέτηση της αρχής της ανθρώπινης αξίας 21
4. Οι συγκεκριμένες εφαρμογές της αρχής της ανθρώπινης αξίας 22
ΙΙ. Ο διεθνής προσανατολισμός της Χώρας 26
ΤΜΗΜΑ Β΄
Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας
Άρθρ. 3 27
Ι. Ιστορία Διάταξης 28
ΙΙ. Ερμηνεία της διάταξης. Θεωρία και νομολογιακή πρακτική 29
1. Η έννοια της επικρατούσας θρησκείας 29
Α. Είναι το ορθόδοξο δόγμα επίσημη θρησκεία; 29
Β. Οι συνέπειες της πολιτειοκρατίας 30
2. Συνταγματική κατοχύρωση των ιερών κανόνων 32
Α. Η προσέγγιση περί αυτοτελούς συνταγματικής κατοχύρωσης των Ιερών Κανόνων 32
Β. Η προσέγγιση περί διασφάλισης της δογματικής ενότητας 33
Γ. Διάκριση μεταξύ δογματικών και διοικητικών κανόνων 33
3. Αυτοκέφαλο και αυτοδιοίκητο 34
Α. Αυτοκέφαλο 34
Β. Αυτοδιοίκητο 35
Γ. Η συνταγματική κατοχύρωση του Τόμου 1850 και της Πράξης 1928 35
Δ. Η Νομική φύση του Καταστατικού Χάρτη 36
Ε. Ιδιαίτερα εκκλησιαστικά καθεστώτα 36
ΣΤ. Κείμενο Αγίας Γραφής 37
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Άρθρ. 4 38
Τμήμα 1ο: Η γενική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Σ.) 41
Ι. Συστηματική ένταξη 41
1. Συνταγματική ρύθμιση 41
2. Σχετικές συνταγματικές διατάξεις 41
3. Υπερεθνικές νομικές βάσεις 41
Α. Δίκαιο ΕΕ 41
Β. ΕΣΔΑ 42
ΙΙ. Πεδίο προστασίας 43
1. Φορείς 43
Α. Ημεδαποί-αλλοδαποί 43
Β. Φυσικά-νομικά πρόσωπα 43
Γ. Δημόσιο και ΝΠΔΔ 43
2. Αποδέκτες 44
Α. Η κρατική εξουσία 44
Β. Δέσμευση ιδιωτών 45
3. Το περιεχόμενο της αρχής 45
Α. Νομική φύση της ισότητας 45
Β. Περιεχόμενο της συνταγματικής επιταγής 46
α. Αναλογική ισότητα 46
β. Η ιδιαιτερότητα της πολιτικής ισότητας 46
γ. Αποκλίσεις 47
Γ. Κριτήρια για τη διαφοροποιημένη μεταχείριση περιπτώσεων 47
α. Νόμιμα κριτήρια 47
i. Η συνταγματική προστασία 47
ii. Αξιολογικά κριτήρια 48
iii. Συναφή 49
iv. Οι ιδιαιτερότητες των συνθηκών εργασίας 49
v. Τοπικά κριτήρια 49
vi. Χρονικά κριτήρια 50
β. Μη νόμιμα κριτήρια: τυπικά ή συμπτωματικά ή μη συναφή 50
ΙΙΙ. Η εφαρμογή της αρχής της ισότητας από τον δικαστή 51
1. Χαρακτηριστικά και κανόνες του δικαστικού ελέγχου από τον εθνικό δικαστή 51
2. Ο έλεγχος της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων από το ΔΕΕ 51
3. Η επέκταση ευνοϊκής ρύθμισης: νομολογιακές αποκλίσεις 52
Α. Άρειος Πάγος 52
Β. Συμβούλιο της Επικρατείας 53
Γ. Ελεγκτικό Συνέδριο 53
Δ. Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης 53
Ε. ΕΔΔΑ 54
Τμήμα 2ο: Ειδικές μορφές της ισότητας (Άρθρο 4 παρ. 2-7 Σ.) 54
Ι. Ισότητα των δύο φύλων (άρθρο 4 παρ. 2 Σ.) 54
1. Περιεχόμενο 54
2. Φορείς και αποδέκτες 55
3. Η ισότητα των φύλων στο ενωσιακό δίκαιο 55
4. Αποκλίσεις από την ισότητα των φύλων 56
5. Έμμεσες δυσμενείς διακρίσεις 56
ΙΙ. Απονομή και αφαίρεση ελληνικής ιθαγένειας (Άρθρο 4 παρ. 3 Σ.) 57
1. Συστηματική ένταξη-διάρθρωση του άρθρου 57
2. Απονομή της ιθαγένειας 57
Α. Η ευρεία κανονιστική ευχέρεια του νομοθέτη 57
Β. Όρια στην ευχέρεια 58
Γ. Εκτελεστικός του άρθρου 4 παρ. 3 Σ. νόμος 58
3. Απώλεια της ιθαγένειας 59
Α. Έκπτωση 59
Β. Εκούσια απώλεια 59
III. Πρόσβαση στις δημόσιες λειτουργίες (Άρθρο 4 παρ. 4 Σ.) 59
1. To δικαίωμα των Ελλήνων πολιτών για αποκλειστική πρόσβαση στις δημόσιες λειτουργίες 60
Α. Η έννοια της δημόσιας λειτουργίας 60
Β. Εναρμόνιση με το ενωσιακό δίκαιο 60
2. Το δικαίωμα ίσης πρόσβασης στις δημόσιες λειτουργίες 61
Α. Τα συνταγματικά ερείσματα της αρχής της αξιοκρατίας 61
Β. Αποκλίσεις από την ισότητα πρόσβασης 62
α. Συστήματα πρόσβασης 62
β. Προνομιακή πρόσβαση κατηγοριών πολιτών 62
γ. Αποκλεισμός προσώπων 62
IV. Ισότητα στα δημόσια βάρη (Άρθρο 4 παρ. 5 Σ.) 63
1. Έννοια δημοσίων βαρών 63
2. Ευχέρεια του νομοθέτη κατά την επιβολή επιβαρύνσεων και όρια αυτής 63
V. Ισότητα στη στρατολογική υποχρέωση (Άρθρο 4 παρ. 6 Σ.) 64
1. Συστηματική ένταξη-περιεχόμενο της διάταξης 65
2. Αποκλίσεις 65
3. Εναλλακτική υπηρεσία των αντιρρησιών συνείδησης 66
VI. Απαγόρευση τίτλων ευγενείας (άρθρο 4 παρ. 7 Σ.) 66
Άρθρ. 5 παρ. 1 67
Ι. Εισαγωγή 69
II. Νομική φύση 71
III. Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής και προστασίας 72
1. Πεδίο εφαρμογής 72
A. Διαστάσεις προστασίας 72
B. Σχέση με ειδικά θεμελιώδη δικαιώματα 73
Γ. Δυναμική ερμηνεία 74
2. Περιορισμοί 74
IV. Υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής 75
1. Φορείς 75
2. Αποδέκτες 76
V. Επιμέρους εκφάνσεις 76
1. Ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας 76
Α. «Προσωπικότητα» 76
Β. Επιμέρους εκφάνσεις 77
α. Δικαίωμα αυτοδιάθεσης 77
i. Ιατρικές πράξεις 77
ii. Δικαίωμα βλάβης εαυτού 77
iii. Δικαίωμα στο θάνατο 78
iv. Δικαίωμα επιλογής ως προς τη συνέχιση κύησης «παθολογικού νεογνού» 79
β. Προσωπική εικόνα και ταυτότητα (δικαίωμα ίδιας εικόνας) 79
i. Εξωτερική εμφάνιση 79
ii. Αποτύπωση ιδίας εικόνας 80
iii. Ταυτότητα 81
iv. Αλλαγή φύλου 82
γ. Σεξουαλική ελευθερία 82
δ. Δικαίωμα στην αναπαραγωγή 83
ε. Δικαίωμα ελεύθερου χρόνου 83
στ. Δικαίωμα χρήσης κοινοχρήστων και περιβάλλοντος 83
ζ. Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης 84
2. Ελευθερία συμμετοχής στην οικονομική ζωή 85
3. Ελευθερία συμμετοχής στην κοινωνική και πολιτική ζωή 85
Άρθρ. 5 παρ. 2 85
I. Αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων 86
IΙ. Ιστορία της διάταξης και συγκριτικές παρατηρήσεις 86
ΙΙI. Περιεχόμενο της προστασίας 87
1. Απαγόρευση των διακρίσεων και γενική αρχή της ισότητας 87
2. Παραδείγματα 89
Άρθρ. 5 παρ. 3 91
Ι. Η προσωπική ελευθερία 92
ΙΙ. Η στέρηση της προσωπικής ελευθερίας 93
1. Οι εγγυήσεις 93
2. Παραδείγματα 93
Α. Προσωποκράτηση για χρέη 93
Β. Ακούσια νοσηλεία σε ψυχιατρική κλινική 94
Γ. Κράτηση αλλοδαπού μετά την είσοδο στη χώρα 95
III. Ο περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας 97
Άρθρ. 5 παρ. 4 98
I. Η προστασία της προσωπικής ελευθερίας από ατομικά διοικητικά μέτρα 99
II. Η ελευθερία εισόδου στη χώρα και η ελευθερία αποδημίας των Ελλήνων πολιτών 101
Άρθρ. 5 παρ. 5 103
Ι. Εισαγωγή 105
ΙΙ. Το δικαίωμα στην υγεία 105
1. Περιεχόμενο 105
2. Παραδείγματα 106
Α. Ο αντικαπνιστικός νόμος 106
Β. Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός και η υποχρεωτική χρήση μάσκας 107
ΙΙΙ. Το δικαίωμα στη γενετική ταυτότητα 109
Άρθρ. 5Α 111
Ι. Σύνταγμα 112
1. Κείμενο 112
2. Ιστορία 113
3. Συστηματική ένταξη 113
ΙΙ. Νομολογία ΕΔΔΑ 113
1. Καθήκον των ΜΜΕ να πληροφορούν 113
2. Πρόσβαση σε πληροφορίες τηρούμενες από δημόσιες Αρχές 114
3. Η αρχή της πλουραλιστικής πληροφόρησης στη ραδιοτηλεόραση 114
4. Πρόσβαση στο Διαδίκτυο 115
III. Εθνική Νομολογία 116
1. Δικαίωμα στην πληροφόρηση 116
2. Δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας – και το ζήτημα
της αντικειμενικής ευθύνης διαχειριστών ιστοσελίδων 117
IV. Θεωρία 118
1. Φορείς και αποδέκτες 118
2. Πεδίο προστασίας του δικαιώματος στην πληροφόρηση 118
Α. Μόνο γενικά προσιτές πηγές πληροφόρησης; 118
Β. Δικαίωμα στη μη παραπληροφόρηση 119
Γ. Πλουραλιστική πληροφόρηση 119
3. Λόγοι περιορισμού του δικαιώματος στην πληροφόρηση 120
Α. Η αναγκαία ασυμμετρία ανάμεσα στους λόγους περιορισμού του δικαιώματος του πληροφορείν
και τους λόγους περιορισμού του δικαιώματος στην πληροφόρηση 120
Β. Στενή ερμηνεία των λόγων περιορισμού 121
4. Πεδίο αναφοράς του δικαιώματος συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας 121
Άρθρ. 6 124
I. Ιστορικά στοιχεία 126
II. Εισαγωγή 126
III. Σχέση «στέρησης» και «περιορισμού» της ελευθερίας 127
IV. Φορείς του δικαιώματος – αποδέκτες των υποχρεώσεων 129
V. Οι συνταγματικές εγγυήσεις για τη σύλληψη και την προσωρινή κράτηση 129
1. Σύλληψη 130
Α. Ορισμός 130
Β. Τρόπος διενέργειας της σύλληψης 130
Γ. Σύλληψη δυνάμει δικαστικού εντάλματος 130
Δ. Έκδοση και περιεχόμενο εντάλματος σύλληψης (άρθρ. 276 ΚΠΔ) 130
Ε. Επίδοση εντάλματος σύλληψης 132
ΣΤ. Σύλληψη σε αυτόφωρο έγκλημα 132
α. Η έννοια του αυτόφωρου εγκλήματος 132
β. «Υποχρέωση» και «δικαίωμα» σύλληψης, κατ’ άρθρ. 275 ΚΠΔ 133
γ. Σχέση μεταξύ «επ’ αυτοφώρω σύλληψης» και «αυτόφωρης διαδικασίας» 133
Ζ. Διαδικασία μετά τη σύλληψη 134
Η. Σύλληψη στο πλαίσιο της έκδοσης ή επί τη βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης 135
Θ. Εξαιρέσεις από τη σύλληψη 135
2. Η προσωρινή κράτηση 136
Α. Φύση της προσωρινής κράτησης 136
Β. Προϋποθέσεις επιβολής προσωρινής κράτησης 137
Γ. Διάρκεια της προσωρινής κράτησης 138
VI. Κυρώσεις για παραβίαση της προσωπικής ελευθερίας 139
Άρθρ. 7 140
I. Εισαγωγή 141
II. Η αρχή της νομιμότητας (παρ. 1) 141
1. Γενικές παρατηρήσεις 141
A. Εισαγωγικά 141
Β. Διεθνής κατοχύρωση 142
Γ. Ενιαία δικαιολογητική βάση; 142
Δ. Δογματική φύση της αρχής της νομιμότητας 144
Ε. Πεδίο εφαρμογής 145
2. Οι ειδικότερες εκφάνσεις της αρχής της νομιμότητας 148
Α. Η προϋπόθεση υπάρξεως γραπτού νόμου (lex scripta) 148
α. Δικαιολογητική βάση 148
β. «Νόμος» 148
Β. Η αυστηρή ερμηνεία των ποινικών διατάξεων (lex stricta) 149
α. Απαγόρευση υπέρβασης του γλωσσικού νοήματος του νόμου 149
β. Απαγόρευση αναλογίας 149
γ. Απαγόρευση διορθωτικής ερμηνείας 149
δ. Το πρωτείο της ιστορικοβουλητικής ερμηνείας 149
Γ. Απαγόρευση αοριστίας 150
Δ. Απαγόρευση αναδρομικής θεμελίωσης ή επαύξησης του αξιοποίνου 150
α. Δικαιολογητική βάση 150
β. Περιεχόμενο 150
III. Απαγόρευση βασανιστηρίων (παρ. 2) 152
IV. Απαγόρευση γενικής δήμευσης (παρ. 3 εδ. α’) 152
V. Απαγόρευση επιβολής θανατικής ποινής (παρ. 3 εδ. β’) 153
VI. Αποζημίωση αδίκως ή παρανόμως κρατηθέντων (παρ. 4) 153
Άρθρ. 8 154
Ι. Συστηματική ένταξη 155
1. Συνταγματική ρύθμιση 155
2. Υπερεθνικές νομικές βάσεις 155
Α. Διεθνή κείμενα 155
Β. ΕΣΔΑ 156
Γ. Δίκαιο Ε.Ε. 157
ΙΙ. Περιεχόμενο της αρχής του νόμιμου δικαστή 158
1. Έννοια νόμιμου δικαστή 158
2. Ratio της αρχής 159
3. Φορείς - Αποδέκτης 159
4. Απόρροιες της αρχής 160
Α. Επιταγές 160
Β. Απαγορεύσεις 161
ΙΙΙ. Περιορισμοί της αρχής του νόμιμου δικαστή 162
1. Η εκούσια υπαγωγή διαφοράς σε διαιτησία 162
2. Η υποχρεωτική διαμεσολάβηση 162
ΙV. Η απαγόρευση των δικαστικών επιτροπών και των έκτακτων δικαστηρίων 163
1. Επιτροπές και έκτακτα δικαστήρια 163
2. Έκτακτα, εξαιρετικά και ειδικά δικαστήρια 163
Άρθρ. 9 164
Ι. Το άσυλο της κατοικίας 165
1. Ιστορική διαδρομή, διεθνής κατοχύρωση και συγκριτική επισκόπηση 165
2. Η έννοια 166
3. Φύση του δικαιώματος 168
4. Φορείς και αποδέκτες 168
5. Περιορισμοί 168
6. Κυρώσεις 169
ΙΙ. Προστασία ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής 169
1. Ιστορική διαδρομή, διεθνής κατοχύρωση και συγκριτική επισκόπηση 169
2. Η έννοια 170
3. Φύση του δικαιώματος 171
4. Φορείς και αποδέκτες του δικαιώματος 171
5. Νομολογιακή διάπλαση 172
Α. Εθνική νομολογία 172
Β. ΕΔΔΑ 173
6. Περιορισμοί 176
ΙΙΙ. Επίλογος 177
Άρθρ. 9Α 178
Ι. Συνταγματική διάπλαση του δικαιώματος προστασίας προσωπικών δεδομένων 179
ΙΙ. Διεθνής και εθνική νομοθεσία 179
1. Η Σύμβαση Εφαρμογής της Συνθήκης του Schengen 179
2. Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων 679/2016/ΕΕ (ΓΚΠΔ) 180
Α. Γενικά 180
Β. Οι βασικές καινοτομίες του ΓΚΠΔ 180
α. Η ενίσχυση των δικαιωμάτων των πολιτών 180
i. Δικαίωμα ενημερώσεως (αρχή της διαφάνειας) 180
ii. Δικαίωμα διαγραφής (δικαίωμα στη λήθη) 181
iii. Δικαίωμα στη φορητότητα 181
iv. Δικαίωμα στην ανθρώπινη παρέμβαση 181
v. Ενίσχυση της παιδικής προστασίας 181
β. Η ενίσχυση των υποχρεώσεων του υπευθύνου επεξεργασίας 181
i. Κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα 182
ii. Δημιουργία κατά τον σχεδιασμό (privacy by design) και εξ ορισμού
κατάλληλης δομής (privacy by default) 182
iii. Υποχρέωση ενημερώσεως εποπτικής αρχής και υποκειμένου δεδομένων 182
iv. Κατάρτιση μελέτης εκτιμήσεως επιπτώσεων 182
v. Κατάρτιση πολιτικής ασφαλείας και κωδίκων δεοντολογίας 182
vi. Τήρηση αρχείων δραστηριοτήτων 182
vii. Ορισμός Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων 182
γ. Αρχή της λογοδοσίας 183
δ. Εξωεδαφική εφαρμογή 183
3. Η Οδηγία 680/2016/ΕΕ 183
4. Περαιτέρω διεθνής κατοχύρωση 183
5. Ο Ν 4624/2019 183
6. Ο Ν 3471/2006 183
ΙΙΙ. Η έννοια των προσωπικών δεδομένων 184
IV. Η φύση του δικαιώματος 184
V. Φορείς και αποδέκτες του δικαιώματος 185
VI. Σύσταση και λειτουργία ανεξάρτητης αρχής για την προστασία του δικαιώματος 185
1. Η συνταγματική και νομοθετική κατοχύρωση της Αρχής 185
2. Οι αρμοδιότητες της Αρχής 186
3. Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος 186
4. Προβληματισμός ικανοποιήσεως δικαιωμάτων δύο ταχυτήτων 186
5. Το ζήτημα της συγχωνεύσεως της ΑΠΔΠΧ με την ΑΔΑΕ 187
VII. Νομολογιακή διάπλαση του δικαιώματος 187
1. ΕΔΔΑ 187
2. ΔΕΕ (πρώην ΔΕΚ) 189
3. Ελληνικά δικαστήρια 191
VIII. EΠΙΛΟΓΟΣ 191
Άρθρ. 10 192
Ι. Σύνταγμα 193
1. Ιστορία της διάταξης 193
2. Συστηματική ένταξη της διάταξης στο Σύνταγμα 195
ΙΙ. Κοινό Δίκαιο, υπερεθνικό και εφαρμοστικό 196
1. Εθνικές εφαρμοστικές διατάξεις κοινού δικαίου 196
Α. Νομοθετικό Δ 796/1971 (Α΄1/1.1.1971) 196
Β. Ν 1599/1986 (Α’75/11.6.1986) 196
Γ. Ν 2690/1999 (Α΄45/9.3.1999)-Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας 196
2. Ενωσιακό δίκαιο 196
3. Κριτική του εθνικού κοινού δικαίου με βάση το Σύνταγμα και το υπερεθνικό δίκαιο 197
ΙΙΙ. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 198
1. Ερμηνευτική προσέγγιση του δικαιώματος αναφοράς 198
Α. Φύση του δικαιώματος 198
Β. Προστατευτικό πεδίο 198
Γ. Τρόπος άσκησης της αναφοράς 198
Δ. Φορείς του δικαιώματος 200
Ε. Αποδέκτες του δικαιώματος αναφοράς 200
2. Ερμηνευτική προσέγγιση του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα 201
Α. Φύση του δικαιώματος 201
Β. Έννοια του εγγράφου 202
Γ. Φορείς του δικαιώματος 202
Δ. Αποδέκτες του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα 202
Ε. Περιορισμοί του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα 203
ΙV. Σχετική νομολογία 204
Άρθρ. 11 205
I. Νομικοπολιτική σημασία 207
II. Η ερμηνεία του άρθρου 11 Σ. 1975 208
1. Περιεχόμενο (Αντικειμενικό πεδίο προστασίας) του δικαιώματος του συνέρχεσθαι 208
A. Η έννοια της συνάθροισης κατά το άρθρο 11 παρ. 1 Σ. 208
B. Λοιπό περιεχόμενο του δικαιώματος του συνέρχεσθαι 211
Γ. Διακρίσεις των συναθροίσεων 211
2. Φορείς (υποκειμενικό πεδίο προστασίας) του δικαιώματος του συνέρχεσθαι 212
Α. Τα φυσικά πρόσωπα 212
α. Οι μη ημεδαποί 212
β. Οι ανήλικοι 213
Β. Τα νομικά πρόσωπα 213
3. Αποδέκτες 214
Α. Το Κράτος 214
Β. Οι ιδιώτες 215
4. Περιορισμοί 215
Α. Η απαγόρευση μίας συνάθροισης 216
Β. Η διάλυση μίας συνάθροισης 216
Γ. Η υποχρέωση γνωστοποίησης 216
Δ. Απλοί περιορισμοί 217
Ε. Περιορισμοί σε δημόσιες κλειστές συναθροίσεις 217
5. H επιφύλαξη του νόμου 217
Α. Η ειδική επιφύλαξη του νόμου της παρ. 2 του άρθρου 11 Σ. 217
Β. Επιφύλαξη του νόμου και για άλλους πέραν της παρ. 2 του άρθρου 11 Σ. περιορισμούς; 219
Γ. Υποχρέωση ειδικής αιτιολογίας της απαγόρευσης 220
Δ. Η αστυνομική αρχή ως αρμοδίως εκδούσα την απόφαση απαγόρευσης διοικητική αρχή 220
Άρθρ. 12 221
Ι. Σύνταγμα 223
1. Συνταγματική κατοχύρωση 223
A. Ιστορία της διάταξης 223
B. Οριοθέτηση 224
2. Κανονιστική εξειδίκευση στην εθνική και την ευρωπαϊκή/διεθνή έννομη τάξη 225
A. Η θετική ελευθερία της συνένωσης 226
α. Η ελευθερία σύστασης και διατήρησης της ένωσης 226
β. Η σωματειακή «αυτονομία» 230
Β. Η αρνητική ελευθερία της συνένωσης 231
Γ. Οι συνεταιρισμοί (12 παρ. 4–5 Σ.) 231
II. Συμπεράσματα 233
Άρθρ. 13 233
Ι. Ιστορικό Πλαίσιο 235
ΙΙ. Θεωρία και νομολογιακή πράξη 236
1. Ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης 236
Α. Γενική θεώρηση 236
Β. Θρησκευτική συνείδηση με τη στενή έννοια 236
Γ. Εκδήλωση των θρησκευτικών πεποιθήσεων 237
Δ. Μη εξαναγκασμός σε πράξεις αντίθετες με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις 238
Ε. Θρησκευτική ισότητα 238
ΣΤ. Το δικαίωμα συνεταιρίζεσθαι για θρησκευτικούς σκοπούς 239
Ζ. Το δικαίωμα στη θρησκευτική εκπαίδευση 239
2. Ελευθερία της λατρείας 241
Α. Γνωστή θρησκεία 241
Β. Λατρεία και ίδρυση τόπων λατρείας 241
3. Περιορισμοί 242
Α. Δημόσια τάξη και χρηστά ήθη 242
Β. Προσηλυτισμός 243
Γ. Εποπτεία της πολιτείας 245
Δ. Καθήκοντα έναντι του κράτους και συμμόρφωση με τους νόμους 245
Ε. Ορκοδοσία 246
Άρθρ. 14 248
I. Ιστορία 251
1. Οι συζητήσεις στην Ε΄ Αναθεωρητική Βουλή του 1975 για το άρθ. 14 Σ. 251
2. Αναθεώρηση του 2001 252
3. 19ος αιώνας 252
4. Η Β΄ Εθνική Συνέλευση του 1864 253
5. Περίοδος από το 1915–1974 253
II. Κανονιστικό περιεχόμενο και ratio της προστασίας της ελευθερίας της έκφρασης 254
III. Η θεσμική εγγύηση της ελευθερίας του Τύπου και η απαγόρευση
της λογοκρισίας και των προληπτικών μέτρων 256
IV. Φορείς του δικαιώματος 257
V. Αποδέκτες του δικαιώματος, κυβερνητικός λόγος, τεκμήριο αθωότητας 257
VI. Διεθνής προστασία 258
VII. Η βασική προστασία του άρθ. 14 Σ. κατά τη νομολογία 258
VIII. Εχθρικό ακροατήριο, καταναγκαστική έκθεση και εκούσια έκθεση 259
IX. Απαγόρευση Κατάσχεσης και εκ του Συντάγματος ειδικοί περιορισμοί του Τύπου 259
X. Το δικαίωμα απάντησης 259
XI. Απαγόρευση άσκησης του δημοσιογραφικού επαγγέλματος (άρθ. 14 παρ. 6 Σ.) 259
XII. Διαδικασία εκδίκασης ποινικών υποθέσεων του τύπου (άρθ. 14 παρ. 7 Σ.) 260
XIII. Προϋποθέσεις και προσόντα άσκησης του δημοσιογραφικού επαγγέλματος
(άρθ. 14 παρ. 8 Σ.) 260
XIV. Η διασφάλιση του πλουραλισμού και της πολυφωνίας στον Τύπο και τα ΜΜΕ 260
XV. Πεδία ελευθερίας της έκφρασης διαφοροποιημένης προστασίας: (1) άσεμνα 260
XVI. Η αυξημένη προστασία της επιστήμης και της τέχνης 261
XVII. Πεδία ελευθερίας της έκφρασης διαφοροποιημένης προστασίας. (2) Διαφήμιση 261
Κρατική διαφήμιση 262
XVIII. Αρνητική ελευθερία της έκφρασης. Ανωνυμία 262
XIX. Μορφές Συμβολικής Έκφρασης. Μποϋκοτάζ. Κινητοποιήσεις. «Like» 262
XX. Προστασία της ελευθερίας της έκφρασης από την ΕΣΔΑ 263
XXI. Η ελευθερία της έκφρασης μεταξύ ρύθμισης και περιορισμού της 263
XXII. Οι περιορισμοί του δικαιώματος και οι περιορισμοί των περιορισμών:
η αρχή της αναλογικότητας 264
XXIII. Ποινικοί περιορισμοί της ελευθερία της έκφρασης 265
XXIV. Ελευθερία της έκφρασης, του Τύπου και της πληροφόρησης έναντι προσβολών της τιμής 266
XXV. Οι εκφοβιστικές αγωγές (SLAPP) 268
XXVI. Ειδήσεις και σχόλια. Διασπορά ψευδών ειδήσεων. Fake news 268
XXVII. Ρατσιστικός και μισαλλόδοξος λόγος. Αμφισβήτηση της ιστορικής αλήθειας 268
XXVIII. Εσωτερική ελευθερία των δημοσιογράφων 270
XXIX. Ειδικές σχέσεις εξουσίας 270
XXX. Κινηματογράφηση ή αναμετάδοση δίκης 271
1. Προσωπικά δεδομένα, ιδιωτική ζωή και δικαιώματα δημοσιογραφικής έρευνας 271
2. Ειδικότερα, τα δικαιώματα των δημοσιογράφων στη διαδήλωση 272
3. Το δημοσιογραφικό απόρρητο 272
XXXI. Η σάτιρα: προστασία και σχέση με την πνευματική ιδιοκτησία 272
Σάτιρα και πνευματική ιδιοκτησία: παρωδία 272
XXXII. Η τριγωνική σχέση της ελευθερίας της έκφρασης στην ψηφιακή σφαίρα:
πρόσωπο, κλειδοκράτορες (Gatekeepers), Ευρωπαϊκή Ένωση 272
1. Η τριγωνική σχέση 273
2. Η οριοθέτηση της ευθύνης των ενδιάμεσων παρόχων υπηρεσιών στο διαδίκτυο 273
3. Η ρυθμιστική επέμβαση της ΕΕ και η κατανομή αρμοδιοτήτων 274
4. Η άσκηση παραδοσιακής κρατικής κυριαρχίας από την ΕΕ ιδίως έναντι των μεγάλων
παρόχων για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια με απειλή κυρώσεων 274
5. Η ρύθμιση των διαδικασιών δικαιοκρατικής αυτορρύθμισης 275
6. Το εθνικό κράτος σε μάχη οπισθοφυλακής; Δικαστική αμφισβήτηση
των τριγωνικών σχέσεων στο ΔΕΕ 275
XXXIII. Σύνοψη: κάθετη, οριζόντια, τριγωνική προστασία της ελευθερίας της έκφρασης 275
1. Kάθετη προστασία: Οι αρχές και οι λειτουργίες της ελευθερίας της έκφρασης
έναντι της δημόσιας κρατικής εξουσίας 275
2. Οριζόντια προστασία: Οι αρχές και οι λειτουργίες της ελευθερίας της έκφρασης
στις σχέσεις μεταξύ των προσώπων, ο ρόλος του νομοθέτη και του δικαστή 277
3. Τριγωνική προστασία: η ελευθερία της έκφρασης στον 21ο αιώνα 278
Άρθρ. 15 279
Ι. Σύνταγμα 281
1. Κείμενο 281
2. Ιστορία 281
3. Συστηματική ένταξη 282
ΙΙ. Νομολογία ΕΔΔΑ 282
1. Η επιρροή των οπτικοακουστικών Μέσων 282
2. Tο καθεστώς αδειών (άρθρο 10 παρ. 1 εδ. γ’ ΕΣΔΑ) 282
3. Πλουραλισμός, εσωτερικός και εξωτερικός 283
4. Ανεξαρτησία δημόσιας ραδιοτηλεόρασης 284
5. Περιορισμοί της πολιτικής διαφήμισης και των εκλογικών δαπανών 285
III. Εθνική Νομολογία 285
1. Για τις δημοκρατικές λειτουργίες και την επιρροή των ΜΜΕ 285
2. Άμεσος έλεγχος, καθεστώς προηγούμενης άδειας, συνταγματικοί σκοποί, ΕΣΡ 285
3. Το συνταγματικό status της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης 287
4. Αντικειμενικότητα και πολιτική πολυφωνία 288
5. Κατανομή χρόνου στα πολιτικά κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο 289
6. Αλήθεια, αξιοπιστία και πληρότητα μετάδοσης ειδήσεων, αίσθημα ευθύνης 289
7. Ποιοτική στάθμη, γλωσσική ευπρέπεια, σάτιρα 290
8. Προστασία παιδικής ηλικίας και νεότητας 292
IV. Θεωρία 292
1. Δικαίωμα λειτουργίας σταθμών, άμεσος έλεγχος, καθεστώς αδειών 292
Α. Μία ερμηνεία του άρθρου 15 παρ. 2 Σ. συμβατή με τη ΣτΕ Ολ 5040/1987 292
Β. Η φιλελεύθερη προσέγγιση 293
Γ. Η θεωρία των θεσμικών εγγυήσεων 295
Δ. Δύο διαφορετικές «δημοκρατικές» αναγνώσεις του άρθρου 15 παρ. 2 Σ. 296
2. Αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, πολιτική πολυφωνία 297
3. Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης 298
Α. Διοικητική και ρυθμιστική Αρχή 298
Β. Δημοκρατικά νομιμοποιημένη Αρχή 299
Γ. Ο (άμεσος) έλεγχος και οι αρμοδιότητες του ΕΣΡ στην αδειοδοτική διαδικασία 299
Άρθρ. 16 301
Ι. Ελευθερία της τέχνης 305
ΙΙ. Επιστημονική ελευθερία 310
ΙΙΙ. Ελευθερία της έρευνας 313
IV. Ελευθερία της διδασκαλίας 314
V. Ακαδημαϊκή ελευθερία 316
VI. Παιδεία 319
VII. Αθλητισμός 323
Άρθρ. 17 324
Ι. Οι διατάξεις 326
ΙΙ. Κανονιστικό περιεχόμενο των διατάξεων και νομοθετική εξειδίκευσή τους 328
1. Κανονιστικό περιεχόμενο των διατάξεων 328
2. Η ρύθμιση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης 331
3. Νομοθετική εξειδίκευση 340
4. Νομολογιακές εφαρμογές 341
Α. Ως προς το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 17 Σ. 341
Β. Ως προς τη σχέση ιδιοκτησίας-περιβάλλοντος 343
Γ. Ως προς την αναγκαστική απαλλοτρίωση 347
ΙΙΙ. Σύνοψη 349
Άρθρ. 18 349
Ι. Οι διατάξεις 351
ΙΙ. Κανονιστικό περιεχόμενο των διατάξεων 352
ΙΙΙ. Νομολογιακές εφαρμογές 356
ΙV. Σύνοψη 358
Άρθρ. 19 358
Ι. H ελευθερία της ανταποκρίσεως ή επικοινωνίας και το απόρρητο της επικοινωνίας 360
1. Ιστορική διαδρομή, διεθνής και ενωσιακή κατοχύρωση και συγκριτική επισκόπηση 361
2. Έννοια 362
A. Διασαφήσεις ορολογίας 362
B. Βούληση μυστικότητας 363
Γ. Τα εξωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας 363
3. Φύση του δικαιώματος 364
4. Φορείς και αποδέκτες 364
5. Περιορισμοί 365
Α. Συνταγματική ανάλυση 365
Β. Νομοθετική εξειδίκευση των περιορισμών 367
α. Η αρχική πρόβλεψη 367
β. Ο Ν 5002/2022 368
ΙΙ. Η Αρχή Διασφαλίσεως του Απορρήτου των Επικοινωνιών 370
ΙΙΙ. Χρήση παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων 370
IV. Eπίλογος 373
Άρθρ. 20 373
Ι. Συστηματική ένταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Σ. 375
1. Συνταγματική ρύθμιση 375
Α. Ιστορική κατοχύρωση 375
2. Υπερεθνικές νομικές βάσεις 375
Α. Διεθνή κείμενα 375
Β. ΕΣΔΑ 376
Γ. Δίκαιο ΕΕ 376
ΙΙ. Περιεχόμενο της διάταξης 377
1. Νομική φύση 377
2. Η έννοια του «δικαστηρίου» κατά το άρθρο 20 παρ. 1 Σ. 378
Α. Ουσιώδη στοιχεία της έννοιας 378
Β. Ειδικές κατηγορίες δικαστηρίων 379
Γ. Μη δικαστικά όργανα 380
3. Η επιφύλαξη νόμου στο άρθρο 20 παρ. 1 Σ. («όπως νόμος ορίζει») 381
Α. Η αναγκαιότητα νομοθετικού προσδιορισμού του δικαιώματος 381
Β. Προσδιορισμός των δικονομικών και όχι των ουσιαστικών προϋποθέσεων
για την πρόσβαση στη Δικαιοσύνη 381
4. Φορείς – Αποδέκτες 381
Α. Υποκείμενα του δικαιώματος 381
Β. Αποδέκτες 382
ΙΙΙ. Θεμελιώδη χαρακτηριστικά της δικαστικής προστασίας 383
1. Πληρότητα 383
2. Έγκαιρη απονομή 383
3. Αποτελεσματικότητα 384
IV. Οι περιορισμοί του δικαιώματος δικαστικής προστασίας 385
1. Η αναγκαιότητα των περιορισμών 385
2. Η θεμιτή συνάφεια των περιορισμών με λειτουργικούς για τη Δικαιοσύνη
σκοπούς (καταλληλότητα) 386
3. Σχέση αναλογίας ανάμεσα στους περιορισμούς και τον επιδιωκόμενο στόχο
(stricto sensu αναλογικότητα) 386
Άρθρ. 20 387
Ι. Συστηματική ένταξη του άρθρου 20 παρ. 2 του Σ. 389
1. Συνταγματική ρύθμιση και νομοθετική εφαρμογή 389
2. Υπερεθνικές νομικές βάσεις 390
Α. ΕΣΔΑ 390
Β. Δίκαιο ΕΕ 390
ΙΙ. Περιεχόμενο της διάταξης 392
1. Νομική φύση – σκοπός 392
2. Πρακτικές συνέπειες της συνταγματικής κατοχύρωσης της προηγούμενης ακρόασης 393
3. Φορείς – Αποδέκτες 394
Α. Υποκείμενα του δικαιώματος 394
Β. Αποδέκτες 395
4. Πεδίο εφαρμογής 395
Α. Ατομικές διοικητικές πράξεις 395
Β. Ευθέως βλαπτικές για τον ενδιαφερόμενο 396
Γ. Χρόνος διενέργειας της ακρόασης 396
ΙΙΙ. Περιορισμοί με βάση τη λυσιτέλεια του τύπου 396
1. Κατ’ αποτέλεσμα τήρηση του τύπου της προηγούμενης ακρόασης 397
2. Συνδρομή διακριτικής ευχέρειας για τη Διοίκηση 397
3. Η σχετικοποίηση του τύπου της προηγούμενης ακρόασης 398
Άρθρ. 21 παρ. 1 400
Το δικαίωμα στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα 400
I. Η προστιθέμενη αξία της νέας διάταξης 400
II. Μια καθολικότητα «ομοίων» 403
III. Ένα «αξιοπρεπές» ελάχιστο 405
IV. Η ένταση του δικαστικού ελέγχου 407
Άρθρ. 21 παρ. 2, 5 409
Η συνταγματική προστασία των πολύτεκνων οικογενειών 409
Ι. Το συνταγματικό υπόβαθρο της πολυτεκνίας 409
1. Η προστασία της πολυτεκνίας ως μέρος ενός ευρύτερου οπλοστασίου για την οικογένεια 409
2. Η αποσύνδεση της προστασίας της πολύτεκνης οικογένειας από την ιθαγένεια –
Αποδέκτης της προστασίας 410
3. Η σύνδεση της δημογραφικής πολιτικής ιδιαίτερα με την πολυτεκνία, αλλά όχι μόνο 411
ΙΙ. Ένας χαμηλής έντασης αλλά θεμελιακός (ο λεγόμενος οριακός) έλεγχος
της συνταγματικότητας 412
1. Όχι δέσμευση, αλλά «έντονη υπόδειξη» - Ο νομιμοποιητικός ρόλος του άρθρου 21, παρ. 2 412
2. Ο νομοθετικός προσδιορισμός του εύρους της συνταγματικής προστασίας
μέσω του ορισμού του πολυτέκνου 414
3. Νομοθετική ανάκληση της προστασίας 414
ΙΙΙ. Εισοδηματικά κριτήρια: η αδιάστικτη διατύπωση του άρθρου 21 παρ. 2 Σ.
και ο μη αποκλεισμός μιας ορθολογικής κλιμάκωσης 415
Άρθρ. 21 παρ. 3 418
Ι. Κανονιστικότητα και περιεχόμενο του δικαιώματος στην υγεία 418
1. Η αγωγιμότητα του δικαιώματος 420
2. Η υποχρέωση του νομοθέτη για παροχή δημόσιων υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου 422
3. Θεμιτοί περιορισμοί: εξορθολογισμός και βιωσιμότητα 425
4. Το άρθρο 21, παρ. 3 Σ. ως πηγή υποχρεώσεων σε βάρος των ατόμων και ασθενών
(δημόσια υγεία) 427
ΙΙ. Υγεία για όλους 429
1. Η καθολικότητα της προστασίας της υγείας 429
2. Η κύρια (κι όχι αποκλειστική) ευθύνη του κράτους και ο συμπληρωματικός ρόλος
του ιδιωτικού τομέα 431
3. Τα κοινωφελή ιδρύματα του άρθρου 109 Σ. ως μέρος του ΕΣΥ 431
Άρθρ. 21 παρ. 4 432
Το δικαίωμα στη στέγη 433
I. Εισαγωγή 433
IΙ. Νομική αξία 433
ΙΙI. Έννοια της στέγης 435
IV. Πρόσβαση στην κοινωνική στέγη 436
V. Το πολυδύναμο περιεχόμενο του δικαιώματος 437
Άρθρ. 21 παρ. 6 439
Το δικαίωμα προστασίας των ατόμων με αναπηρία 439
Ι. Η πολυεστιακή προστασία των ατόμων με αναπηρία 439
IΙ. Η σύγχρονη κοινωνική προσέγγιση της αναπηρίας 440
ΙII. Η θετική υποχρέωση του κράτους να προστατεύει τα άτομα με αναπηρία 442
Άρθρ. 22 παρ. 1-4 444
I. Το δικαίωμα εργασίας (άρθρο 22 παρ. 1 εδ. α΄) 446
1. Ο χαρακτήρας του δικαιώματος 446
2. Φορείς-Αποδέκτες 447
3. Πεδίο εφαρμογής 447
4. Περιεχόμενο προστασίας 447
Α. Το δικαίωμα «για» εργασία 447
Β. Άλλες εκδηλώσεις του δικαιώματος εργασίας 448
5. Διαμόρφωση του δικαιώματος από τον νόμο 449
II. Ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας (άρθρο 22 παρ. 1 εδ. β΄) 450
1. Εισαγωγικά 450
2. Φορείς-Αποδέκτες 451
3. Περιεχόμενο προστασίας 451
III. Η συλλογική αυτονομία (άρθρο 22 παρ. 2) 452
1. Σχετικές συνταγματικές διατάξεις 452
2. Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής και προστασίας 453
Α. Σκοπός και λειτουργίες του δικαιώματος 453
Β. Άσκηση νομοθετικής αρμοδιότητας κατά παραχώρηση; 453
Γ. Το περιεχόμενο των συλλογικών συμβάσεων 454
Δ. Η έκταση ισχύος και χαρακτήρας των ΣΣΕ 454
Ε. Η διαμόρφωση της συλλογικής αυτονομίας από τον νόμο 455
3. Περιορισμοί της συλλογικής αυτονομίας – Η ρύθμιση όρων εργασίας από τον νόμο 456
4. Η διαιτησία 458
IV. Η συλλογική αυτονομία των δημοσίων υπαλλήλων (άρθρο 22 παρ. 3) 460
V. Η απαγόρευση της αναγκαστικής εργασίας (άρθρο 22 παρ. 4) 460
1. Εισαγωγικά 460
2. Φορείς-αποδέκτες 461
3. Περιεχόμενο προστασίας 461
4. Η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών 462
Άρθρ. 22 παρ. 5 462
Η συνταγματική κατοχύρωση της κοινωνικής ασφάλισης 463
Ι. Φορείς του δικαιώματος και παροχές 463
1. Φορείς 463
2. Παροχές 465
ΙΙ. Νομική αξία του άρθρου 22 παρ. 5 Σ. 465
ΙΙΙ. Η εξουσία διάπλασης του νομοθέτη 469
1. Η προαγωγή του θεσμού 472
2. Η βιωσιμότητα του θεσμού 473
IV. Η υποχρέωση σύνταξης αναλογιστικών μελετών 474
V. Μελέτες επάρκειας συντάξεων 479
Άρθρ. 23 480
I. Η συνδικαλιστική ελευθερία (άρθρο 23 παρ. 1 Σ.) 481
1. Εισαγωγή 481
2. Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής και προστασίας 483
3. Υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής 483
A. Φορείς 483
B. Αποδέκτες 484
4. Περιεχόμενο και όρια δικαιώματος 484
Α. Η συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις 484
Β. Η αρνητική συνδικαλιστική ελευθερία 485
Γ. Η προστασία των συνδικαλιστικών οργανώσεων 486
Δ. Η προστασία της συνδικαλιστικής δράσης / ατυπικά αγωγιστικά μέσα 487
5. Η διαμόρφωση του δικαιώματος από τον νόμο 488
ΙΙ. Το δικαίωμα απεργίας (άρθρο 23 παρ. 2 Σ.) 489
1. Εισαγωγικά 489
2. Υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής 489
3. Περιεχόμενο και όρια του δικαιώματος 490
Α. Σκοπός του δικαιώματος – Σχέση με τη συλλογική αυτονομία 490
Β. Συλλογικές διαφορές 491
Γ. Νομικές διαφορές – Σύγκρουση με την επιχειρηματική ελευθερία του εργοδότη 491
Δ. Διαμόρφωση του δικαιώματος από τον νόμο 492
α. Οι ρυθμίσεις του Ν 1264/1982 492
β. Η νομολογία για την καταχρηστική απεργία 493
Άρθρ. 24 494
Ι. Η συνταγματική προστασία του περιβάλλοντος 496
1. Η εξέλιξη της συνταγματικής διάταξης 496
Α. Οι αρχικές ρυθμίσεις του Συντάγματος του 1975 496
Β. Η αναθεώρηση του 2001 497
2. Το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 24 499
Α. Η δεσμευτική ισχύς των διατάξεων του άρθρου 24 499
Β. Η προστασία του περιβάλλοντος ως υποχρέωση και δικαίωμα 499
Γ. Το ιδιαίτερο προστατευτικό καθεστώς των δασικών οικοσυστημάτων 501
Δ. Η υποχρέωση καταρτίσεως Δασολογίου 502
Ε. Η λειτουργική συσχέτιση Δασολογίου και Κτηματολογίου 504
ΣΤ. Η υποχρέωση του Κράτους για χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό 504
Ζ. Η αυξημένη προστασία των μνημείων και λοιπών στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς 505
3. Σχέση του άρθρου 24 με άλλες συνταγματικές διατάξεις 507
Α. Οι κανονιστικές συνέργειες μεταξύ του άρθρου 24 και άλλων συνταγματικών διατάξεων 507
Β. Η σύγκρουση της προστασίας του περιβάλλοντος με άλλα συνταγματικά δικαιώματα 508
α. Περιβάλλον και ιδιοκτησία 508
β. Περιβάλλον και οικονομική ελευθερία 509
ΙΙ. Η ευρωπαϊκή και διεθνής προστασία του περιβάλλοντος 510
1. Η προστασία του περιβάλλοντος στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης 510
Α. Η προστασία του περιβάλλοντος στις καταστατικές συνθήκες της ΕΕ 510
Β. Η προστασία του περιβάλλοντος στο παράγωγο ενωσιακό δίκαιο 512
2. Η διεθνής προστασία του περιβάλλοντος 513
Α. Το διεθνές συμβατικό δίκαιο 513
Β. Το διεθνές εθιμικό δίκαιο 514
3. Η επιρροή του ενωσιακού και του διεθνούς δικαίου περιβάλλοντος στο εσωτερικό δίκαιο 514
III. Η νομοθετική προστασία του περιβάλλοντος 515
1. Η νομοθεσία για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος 515
2. Η χωροταξική και πολεοδομική νομοθεσία 516
3. Η νομοθεσία για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος 517
IV. Η δικαστική προστασία του περιβάλλοντος 518
1. Το δικαίωμα δικαστικής προστασίας 518
2. Οι ακυρωτικές περιβαλλοντικές διαφορές 518
3. Το έννομο συμφέρον και η προθεσμία στην περιβαλλοντική ακυρωτική δίκη 518
V. Τελικές παρατηρήσεις 520
Άρθρ. 25 522
I. Το άρθρο 25 στο σύστημα των θεμελιωδών δικαιωμάτων 524
II. Η αρχή του κράτους δικαίου 525
1. Το κράτος δικαίου ως μορφή κράτους και ως θεμελιώδης συνταγματική αρχή 525
2. Κριτήρια ελέγχου του κράτους δικαίου 527
3. Ευρωπαϊκό κράτος δικαίου 528
III. Η αρχή του κοινωνικού κράτους 529
1. Η σημασία της ρητής κατοχύρωσης της κοινωνικής αρχής 529
2. Οι επιμέρους λειτουργίες της αρχής 531
IV. Κανόνες ερμηνείας 532
1. Το υποκείμενο των θεμελιωδών δικαιωμάτων 532
2. Η ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων 533
3. Η κατοχύρωση της οριζόντιας ενέργειας των θεμελιωδών δικαιωμάτων 534
4. Η πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη 536
5. Η απαγόρευση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος 537
6. Το καθήκον της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης 538
V. Η αρχή της αναλογικότητας 540
1. Η σκοπιμότητα της συνταγματικής κατοχύρωσης της αρχής της αναλογικότητας 540
2. Τα βήματα ελέγχου της αρχής της αναλογικότητας 541
3. Η αρχή της αναλογικότητας στη θεωρία 542
4. Η αναλογικότητα στη νομολογία των ανωτάτων δικαστηρίων 545
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Σύνταξη της Πολιτείας
Άρθρ. 26 548
Ι. Η διάκριση των λειτουργιών ως οργανωτική βάση του πολιτεύματος 551
IΙ. Πρότυπα Διακρίσεως και συγγενείς έννοιες 552
1. Διάκριση των Λειτουργιών και Χωρισμός των Εξουσιών 552
2. Ανεξαρτησία των οργάνων και Ανασχετικές Εξισορροπήσεις (Checks and Balances) 553
ΙII. Οι τρεις λειτουργίες 555
1. Η έννοια των λειτουργιών 555
Α. Λειτουργίες και πολιτική εξουσία 555
Β. Η νομοθετική λειτουργία 556
Γ. Η εκτελεστική λειτουργία 557
Δ. Η δικαστική λειτουργία 557
2. Γενικές επιταγές βάσει της λειτουργικής διάκρισης εντός της κρατικής εξουσίας 558
Α. Η επιταγή της διττής πληρότητας 558
Β. Η επιταγή της προτεραιότητας και (σχετικής) αυτοτέλειας 559
Γ. Η επιταγή της ακεραιότητας 559
Δ. Η επιταγή της μονομέρειας 561
Ε. Η επιταγή της αλληλένδεσης 561
IV. Οι τρεις εξουσίες 562
1. Τα όργανα εκάστης εξουσίας 562
2. Γενικές επιταγές βάσει της διάκρισης των εξουσιών 564
Α. Η επιταγή της περιεκτικής αντιστοίχισης των οργάνων 564
Β. Η επιταγή της λειτουργικής πλήρωσης 564
Γ. Η επιταγή της αποκλειστικής ένταξης 565
Δ. Η επιταγή του ασυγχύτου (και οι επιτρεπτές διασταυρώσεις) 565
Άρθρ. 27 566
I. Εισαγωγή 566
II. Η έννοια της «Επικράτειας» στο άρθρο 27 Σ. 567
IΙΙ. Συγκατάθεση της Βουλής για μεταβολές στα όρια της Επικράτειας (άρθρο 27 παρ. 1 Σ.) 569
ΙV. Συγκατάθεση της Βουλής για τη διέλευση ή παραμονή ξένης στρατιωτικής δύναμης
(άρθρο 27 παρ. 2 Σ.) 573
V. Αλληλεπίδραση με το άρθρο 28 παρ. 3 Σ. 575
Άρθρ. 28 576
I. Γενικές Παρατηρήσεις - Το άνοιγμα της ελληνικής προς την διεθνή
και την υπερεθνική έννομη τάξη 581
II. Η ερμηνεία του άρθρου 28 Σ. 581
1. Η θέση του Διεθνούς Δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη κατά το άρθρο 28 παρ. 1 Σ. 581
Α. Οι θεωρίες για τις σχέσεις Διεθνούς και εσωτερικού Δικαίου 582
α. Η θεωρία του δυισμού 582
β. Η θεωρία του μονισμού 582
Β. Η επιλογή του συνταγματικού νομοθέτη 583
2. Οι γενικά παραδεδεγμένοι κανόνες του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου κατά το άρθρο 28 παρ. 1 Σ. 583
Α. Νομική φύση του άρθρου 28 παρ. 1 Σ. ως προς τους γενικά παραδεδεγμένους κανόνες
του Διεθνούς Δικαίου 583
Β. Έννοια, περιεχόμενο και ορολογικές διακρίσεις των γενικά παραδεδεγμένων κανόνων
του Διεθνούς Δικαίου 584
Γ. Το διεθνές έθιμο και οι γενικές αρχές του Διεθνούς Δικαίου ως γενικά παραδεδεγμένοι κανόνες
του Διεθνούς Δικαίου 585
Δ. Οι αναγνωρισμένες από τα «πεπολιτισμένα» έθνη γενικές αρχές του δικαίου ως γενικά
παραδεδεγμένοι κανόνες του Διεθνούς Δικαίου 586
Ε. Δικαστική διαπίστωση των γενικά παραδεδεγμένων κανόνων του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου –
Ιδιαίτερα το άρθρο 100 παρ. 1 στοιχ. στ΄ Σ. και τα άρθρα 52επ. ΚΑΕΔ 586
3. Οι από την χώρα μας υπογραφείσες και κυρωθείσες διεθνείς συμβάσεις 587
Α. Νομική φύση και πεδίο εφαρμογής του άρθρου 28 παρ. 1 Σ. ως προς τις διεθνείς συμβάσεις 587
α. Η έννοια της διεθνούς σύμβασης 587
β. Η έννοια της «επικύρωσης» με νόμο 588
γ. Η έναρξη ισχύος σύμφωνα με τους όρους της καθεμιάς 589
δ. Οι έννομες συνέπειες 590
Β. Ο όρος της αμοιβαιότητας στο άρθρο 28 παρ. 1 Σ. 590
Γ. Το ζήτημα της υπεροχής κατά το άρθρο 28 παρ. 1 Σ. 591
α. Η υπεροχή έναντι του κοινού δικαίου 591
β. Υπεροχή έναντι του Συντάγματος; Η απάντηση: Η φιλική προς το Διεθνές Δίκαιο
ερμηνεία του Συντάγματος 592
4. Η αναγνώριση προβλεπομένων από το Σύνταγμα αρμοδιοτήτων σε όργανα διεθνών
οργανισμών κατά το άρθρο 28 παρ. 2 Σ. 593
Α. Η έννοια των διεθνών οργανισμών 593
Β. Οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 28 παρ. 2 Σ. 594
Γ. Η έννοια της συνθήκης ή συμφωνίας 594
Δ. Η αναγνώριση αρμοδιοτήτων που προβλέπονται από το Σύνταγμα 594
Ε. Η έννοια του νόμου και η αυξημένη πλειοψηφία για την ψήφισή του 596
5. Οι περιορισμοί στην άσκηση της εθνικής κυριαρχίας κατά το άρθρο 28 παρ. 3 Σ. 597
Α. Η έννοια της εθνικής κυριαρχίας κατά το άρθρο 28 παρ. 3 Σ. 598
Β. Οι περιορισμοί στην άσκηση της εθνικής κυριαρχίας κατά το άρθρο 28 παρ. 3 Σ. 599
Γ. Ο νόμος ως τυπική προϋπόθεση για την επιβολή των περιορισμών στην άσκηση
της εθνικής κυριαρχίας 600
Δ. Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την επιβολή περιορισμών στην άσκηση της εθνικής κυριαρχίας 601
Ε. Η ερμηνευτική δήλωση κάτω από το άρθρο 28 Σ. 603
6. Συμπεράσματα 603
Άρθρ. 29 604
I. Συνταγματική κατοχύρωση 607
1. Ιστορία της διάταξης 607
2. Η κανονιστική εμβέλεια του άρθρου 29 παρ. 1 Σ. 608
Α. Ορισμός του πολιτικού κόμματος 608
Β. Το δικαίωμα ίδρυσης και συμμετοχής σε πολιτικό κόμμα 610
Γ. Πολιτικά κόμματα και «δημοκρατική ρήτρα» του άρθρου 29 παρ. 1 Σ. 611
II. Η οικονομική ενίσχυση των πολιτικών κομμάτων (άρθρο 29 παρ. 2 Σ.) 616
1. Αναλογική ισότητα, φορείς και κριτήρια της οικονομικής ενίσχυσης 617
2. Η αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης 618
III. Η πολιτική-κομματική ουδετερότητα της δημόσιας υπηρεσίας (άρθρο 29 παρ. 3 Σ.) 619
IV. Συμπεράσματα 620
ΤΜΗΜΑ Β΄
Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Ανάδειξη του Προέδρου
Άρθρ. 30 622
I. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ως «ρυθμιστής του πολιτεύματος» 622
II. Εκλογή και θητεία 623
III. Ασυμβίβαστα 624
Άρθρ. 31 624
I. Ιστορική αναφορά 625
II. Θεωρητική ανάλυση 625
III. Συγκριτική προσέγγιση 625
Άρθρ. 32 625
I. Ο χρόνος διενέργειας της προεδρικής εκλογής 627
II. Υποψηφιότητες 628
III. Οι απαιτούμενες πλειοψηφίες 628
IV. Ασυμβατότητα της διαδικασίας εκλογής με το προεδρικό status; 630
V. Δεν ελέγχεται δικαστικά η προεδρική εκλογή 630
VI. Η ανορθολογικότητα της διαδικασίας προεδρικής εκλογής πριν
από την αναθεώρηση του 2019 631
Άρθρ. 33 632
Ι. Ιστορική επισκόπηση 632
ΙΙ. Ανάλυση 633
ΙΙΙ. Συγκριτική προσέγγιση 633
Άρθρ. 34 634
I. Ιστορική επισκόπηση 635
II. Ανάλυση 635
III. Συγκριτική προσέγγιση 637
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Εξουσίες και ευθύνη από τις πράξεις του Προέδρου
Άρθρ. 35 638
Ι. Ιστορική επισκόπηση 639
ΙΙ. Ανάλυση 639
III. Συγκριτική προσέγγιση 640
Άρθρ. 36 640
I. Γενικές παρατηρήσεις 642
II. Ερμηνεία του άρθρου 36 Σ. 642
1. Διεθνής εκπροσώπηση (παρ. 1) 642
2. Κήρυξη πολέμου, σύναψη συνθηκών ειρήνης, συμμαχίας και οικονομικής συνεργασίας
και γενικά συνομολόγηση διεθνών συνθηκών (παρ. 1) 644
A. Η κήρυξη πολέμου 644
B. Η σύναψη ορισμένων (;) συνθηκών 646
3. Η υποχρεωτική κύρωση ορισμένων διεθνών συνθηκών με νόμο (παρ. 2) 649
4. Οι μυστικές συνθήκες δεν μπορούν να ανατρέψουν φανερές (παρ. 3) 651
5. Η απαγόρευση κύρωσης διεθνούς συνθήκης κατόπιν νομοθετικής εξουσιοδότησης (παρ. 4) 651
Άρθρ. 37 653
I. Εκλογικευμένος κοινοβουλευτισμός και αρχή της δεδηλωμένης 654
1. Ιστορική διαμόρφωση 654
2. Σχηματισμός Κυβέρνησης και κομματικό σύστημα 655
II. Η εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης και ο διορισμός των μελών της 655
1. Οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας 655
2. Η ανακοίνωση του εκλογικού αποτελέσματος στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας 656
III. Οι διερευνητικές εντολές και οι προεδρικοί χειρισμοί 657
1. Η διαδικασία των διερευνητικών εντολών 657
2. Ο τύπος των διερευνητικών εντολών 657
3. Η επαλήθευση της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης 658
4. Εντολή σε εκπρόσωπο νεοσχηματισθείσας κοινοβουλευτικής ομάδας 658
5. Πρόωρη λήξη διερευνητικής εντολής 659
6. Ισοδυναμία κομμάτων 659
7. Οι προεδρικοί χειρισμοί μετά την αποτυχία των διερευνητικών εντολών 659
IV. Οι δυο μορφές εκλογικής Κυβέρνησης 660
1. Οικουμενική εκλογική Κυβέρνηση 660
2. Υπηρεσιακή Κυβέρνηση 660
3. Αρμοδιότητες των εκλογικών Κυβερνήσεων 660
4. Πρόεδροι ανωτάτων δικαστηρίων ή και ασκούντες προεδρικά καθήκοντα; 660
5. Παραίτηση υπηρεσιακού πρωθυπουργού 661
V. Η ιδιότητα του πρωθυπουργού 661
1. Εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός; 661
2. Διαρχία σε Κυβέρνηση και κόμμα; 663
Άρθρ. 38 664
I. Η δέσμια αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας 665
II. Η απαλλαγή της Κυβέρνησης από τα καθήκοντά της 665
1. Έκδοση διατάγματος 665
2. Άρση της εμπιστοσύνης της Βουλής 665
3. Συλλογική παραίτηση της Κυβέρνησης 666
4. Οι δυο εκδοχές για τον σχηματισμό νέας Κυβέρνησης 666
III. Η αντικατάσταση του πρωθυπουργού 667
1. Ratio, προϋποθέσεις και αρμοδιότητες 667
Α. Ratio 667
Β. Η διαπίστωση της ανάγκης αντικατάστασης 668
Γ. Κατανομή αρμοδιοτήτων 668
Δ. Αναπλήρωση 669
2. Η διαδικασία στην κοινοβουλευτική ομάδα 669
Άρθρ. 39 Καταργήθηκε με το Ψήφισμα της 6.3.1986. 670
Άρθρ. 40 670
Ι. Σύνταγμα 670
ΙΙ. Νομολογία 671
ΙIΙ. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 671
1. Η σύγκληση της Βουλής σε τακτική σύνοδο 671
2. Η σύγκληση της Βουλής σε έκτακτη σύνοδο 672
3. Η κήρυξη της έναρξης και λήξης (των εργασιών) της βουλευτικής περιόδου 673
4. Η αναστολή των εργασιών της Βουλής 673
ΙV. Η συνταγματική διάταξη στην πράξη 673
V. Γενικά συμπεράσματα 674
Άρθρ. 41 675
I. Η διάταξη του Συντάγματος του 1975, όπως ισχύει μετά την αναθεώρησή του το 1986 676
II. Η ερμηνεία του άρθρου 41 Συντάγματος 677
1. Η παρ. 1 – Η «προεδρική διάλυση» 677
A. Νομική φύση – Προϋποθέσεις εφαρμογής 677
B. Η Κυβέρνηση που διενεργεί τις εκλογές μετά την διάλυση της Βουλής 679
Γ. Σχέση του άρθρου 41 παρ. 1 Σ. με τα άρθρα 38 παρ. 1 και 37 παρ. 2-4 Σ. 679
2. Η παρ. 2 – Η «κυβερνητική διάλυση» 680
Α. Η διαδικασία έκδοσης του διατάγματος διάλυσης της Βουλής – Το σύνθετο όργανο 680
Β. Ο αιτιώδης χαρακτήρας της διάλυσης της Βουλής 682
α. Το εξαιρετικής σημασίας εθνικό θέμα 682
3. Η παρ. 3 - Το διάταγμα διάλυσης της Βουλής 684
4. Η παρ. 4 - Οι περιορισμοί στη διάλυση της Βουλής και η υποχρεωτική διάλυση 684
III. Αποτίμηση 686
Άρθρ. 42 686
I. Σύνταγμα 687
1. Κείμενο 687
2. Ορισμοί 687
3. Πρακτική 688
4. Συστηματική ένταξη της διάταξης στο σύνταγμα 689
ΙΙ. Iστορία - Συγκριτικές διατάξεις 689
1. Συγκριτικές αναφορές 690
2. Eλληνική ιστορία 691
ΙΙΙ. H ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 42 συντάγματος από την θεωρία 692
1. Έκδοση και δημοσίευση 692
2. Aναπομπή 693
3. Πότε ακριβώς έχουμε ολοκληρωμένο νόμο; 693
IV. Η πολιτειολογική σημασία της έκδοσης και της δημοσίευσης 693
Άρθρ. 43 694
Ι. Εισαγωγή 696
ΙΙ. Τα εκτελεστικά διατάγματα (άρθρο 43 παρ. 1) 699
ΙΙΙ. Ειδική νομοθετική εξουσιοδότηση (άρθρο 43 παρ. 2) 700
1. Ειδική και ορισμένη εξουσιοδότηση για την έκδοση κανονιστικού διατάγματος 700
2. Έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης 704
3. Δικαστικός έλεγχος κανονιστικών διοικητικών πράξεων: Nemo iudex sine actore 706
IV. Γενική νομοθετική εξουσιοδότηση με νόμο πλαίσιο (παρ. 4 και 5) 707
Άρθρ. 44 708
Ι. Eισαγωγή 710
ΙΙ. Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου (άρθρο 44 παρ. 1) 711
1. Η έκδοση ΠΝΠ ως μορφή έκτακτης νομοθέτησης 711
2. Έκδοση, ισχύς και περιεχόμενο ΠΝΠ 713
Α. Ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις έκδοσης ΠΝΠ 713
α. Ερμηνεία των επιμέρους προϋποθέσεων 713
β. Το ζήτημα του προληπτικού ελέγχου των προϋποθέσεων από τον ΠτΔ 714
Β. Περιεχόμενο ΠΝΠ: Είδη και τυπική ισχύς θεσπιζόμενων ρυθμίσεων 715
3. Ο δικαστικός έλεγχος των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου 716
ΙΙΙ. Το δημοψήφισμα (άρθρο 44 παρ. 2) 717
1. Το δημοψήφισμα ως θεσμός άμεσης δημοκρατίας 717
2. Δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα (εδαφ. α΄) 719
3. Δημοψήφισμα για ψηφισμένα νομοσχέδια (εδαφ. β΄) 721
IV. Διαγγέλματα του Πρόεδρου της Δημοκρατίας (άρθρο 44 παρ. 3) 722
Άρθρ. 45 722
Ι. Σύνταγμα 723
ΙΙ. Κοινό δίκαιο και εφαρμοστικό 724
IΙΙ. Νομολογία 724
ΙV. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 725
V. Η συνταγματική διάταξη στην πράξη 726
VI. Γενικά συμπεράσματα 726
Άρθρ. 46 727
Ι. Σύνταγμα 727
ΙΙ. Κοινό δίκαιο και εφαρμοστικό 728
1. Διορισμός και παύση δημοσίων υπαλλήλων 728
2. Απονομή παρασήμων 728
ΙΙI. Νομολογία 730
ΙV. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 730
1. Διορισμός και παύση δημοσίων υπαλλήλων 730
2. Απονομή παρασήμων 730
V. Η συνταγματική διάταξη στην πράξη 731
VI. Γενικά συμπεράσματα, διαπιστώσεις και προτάσεις 731
Άρθρ. 47 732
Ι. Σύνταγμα 733
ΙΙ. Κοινό και εφαρμοστικό δίκαιο 735
IΙΙ. Νομολογία 735
1. Απονομή χάρης και άρση εννόμων συνεπειών των ποινών 735
2. Αμνηστία και «κρυπτοαμνηστευτικοί» νόμοι 736
ΙV. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 737
1. Απονομή χάρης και άρση των εννόμων συνεπειών των ποινών 737
2. Απονομή χάρης σε Υπουργό 739
3. Αμνηστία 740
V. Η συνταγματική διάταξη στην πράξη 742
1. Απονομή χάρης 742
2. Απονομή χάρης σε Υπουργό 742
3. Αμνηστία 743
Άρθρ. 48 744
Ι. Σύνταγμα 746
1. Ιστορία του θεσμού της κατάστασης πολιορκίας 746
2. Το Σύνταγμα του 1975 και η αναθεώρηση του άρθρου 48 το 1986 747
ΙΙ. Κοινό δίκαιο, υπερεθνικό και εφαρμοστικό 748
ΙΙΙ. Νομολογία 748
ΙV. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 749
1. Ουσιαστικές προϋποθέσεις κήρυξης κατάστασης πολιορκίας 749
2. Διαδικαστικές προϋποθέσεις κήρυξης κατάστασης πολιορκίας 750
3. Έννομες συνέπειες της κατάστασης πολιορκίας 751
Α. Αναστολή ισχύος άρθρων του Συντάγματος 751
Β. Σύσταση εξαιρετικών δικαστηρίων 752
Γ. Θέση σε εφαρμογή του νόμου για την κατάσταση πολιορκίας 752
Δ. Έκδοση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου 753
Ε. Ανεύθυνο και ακαταδίωκτο των βουλευτών 753
V. Η συνταγματική διάταξη στην πράξη 753
VI. Γενικά συμπεράσματα 754
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Ειδικές ευθύνες του Προέδρου της Δημοκρατίας
Άρθρ. 49 755
Ι. Σύνταγμα 755
ΙΙ. Εφαρμοστικό δίκαιο 756
ΙΙΙ. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 756
1. Πολιτική ευθύνη 757
2. Ποινική ευθύνη 757
3. Αστική ευθύνη 759
ΙV. Η συνταγματική διάταξη στην πράξη 760
V. Γενικά συμπεράσματα 760
Άρθρ. 50 761
Ι. Σύνταγμα 761
ΙΙ. Νομολογία 762
ΙΙΙ. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 762
ΙV. Η συνταγματική διάταξη στην πράξη 764
V. Γενικά συμπεράσματα 765
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Βουλή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Ανάδειξη και συγκρότηση της Βουλής
Άρθρ. 51 765
Ι. Ιστορική διαμόρφωση και εξέλιξη των συνταγματικών ορισμών 767
1. Τα προϊσχύσαντα Συντάγματα 767
2. Το Σύνταγμα του 1975 767
3. Οι αναθεωρήσεις του ισχύοντος Συντάγματος 768
ΙΙ. Εθνικό δίκαιο 769
1. Ο εκλογικός νόμος 769
2. Η νομοθεσία για τις Ευρωπαϊκές εκλογές 769
3. Το εκλογικό δικαίωμα των εκτός Επικρατείας πολιτών 769
ΙΙI. Ο δικαστικός έλεγχος και η νομολογία 770
1. Η ελεύθερη εντολή 770
2. Τα θετικά προσόντα ένταξης στο εκλογικό σώμα 770
3. Το «σύστημα των δεσμευμένων συνδυασμών» (λίστα) 771
4. Η ισότητα του εκλογικού δικαιώματος 772
5. Το απόρρητο της ψήφου και το κύρος των ψηφοδελτίων 773
6. Η υποχρεωτικότητα της ψηφοφορίας 774
ΙV. Η ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης 774
1. Ο αριθμός των βουλευτών (παρ. 1) 774
2. Η σχέση αντιπροσώπευσης (παρ. 2) 774
3. Οι εκλογικές αρχές και η ένταξη στο εκλογικό σώμα (παρ. 3) 775
4. Η αρχή της ταυτόχρονης διενέργειας των βουλευτικών εκλογών και το εκλογικό δικαίωμα
των εκτός Επικρατείας πολιτών (παρ. 4) 778
5. Η υποχρεωτική ψηφοφορία (παρ. 5) 779
V. Σκέψεις και προτάσεις συνταγματικής ή νομοθετικής πολιτικής 780
1. Η πολιτική ενηλικότητα 780
2. Η ιδιαίτερη εκλογική μεταχείριση του επικεφαλής πολιτικού κόμματος ή συνασπισμού
περισσότερων συνεργαζόμενων 780
3. Η ιδιαίτερη εκλογική μεταχείριση όσων διατέλεσαν Πρωθυπουργοί 781
4. Η ψήφος θα παραμείνει υποχρεωτική; 781
Άρθρ. 52 782
Ι. Ιστορική διαμόρφωση και εξέλιξη των συνταγματικών ορισμών 783
1. Τα προϊσχύσαντα Συντάγματα: Η ερμηνευτική θεμελίωση 783
2. Η Συντακτική Πράξη της 7ης Αυγούστου 1974 783
3. Το Σύνταγμα του 1975 783
4. Οι αναθεωρήσεις του ισχύοντος Συντάγματος 784
ΙΙ. Εθνικό δίκαιο 784
1. Ο εκλογικός νόμος 784
2. Η νομοθεσία για τις Ευρωπαϊκές εκλογές 784
3. Ο νόμος για το δημοψήφισμα 785
4. Οι εκλογές στην τοπική αυτοδιοίκηση 785
IΙΙ. Ο δικαστικός έλεγχος και η νομολογία 785
1. Η αντιμετώπιση 785
2. Η ελεύθερη διαμόρφωση 785
3. Η ανόθευτη-γνήσια έκφραση 786
4. Η μονογραφή των ψηφοδελτίων 788
5. Η μονογραφή των σταυρών προτίμησης 788
6. Το εκλογικό σύστημα 789
7. Τα λευκά ψηφοδέλτια 789
ΙV. Η ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης 790
1. Η αρχή και οι συνιστώσες της 790
2. Η ελεύθερη διαμόρφωση 791
3. Η ανόθευτη-γνήσια έκφραση 792
4. Η αρχή και η αντιπροσώπευση 792
5. Οι εγγυητές 793
V. Σκέψεις και προτάσεις συνταγματικής ή νομοθετικής πολιτικής 793
1. Η λευκή ψήφος 793
2. Η εξαγωγή του αποτελέσματος της ψηφοφορίας 794
Άρθρ. 53 794
Ι. Ιστορική διαμόρφωση και εξέλιξη των συνταγματικών ορισμών 795
1. Τα προϊσχύσαντα Συντάγματα 795
2. Το Σύνταγμα του 1975 796
3. Οι αναθεωρήσεις του ισχύοντος Συντάγματος 796
ΙΙ. Εθνικό δίκαιο 797
1. Ο εκλογικός νόμος 797
2. Η νομοθεσία για τις Ευρωπαϊκές εκλογές 797
IΙΙ. Ο δικαστικός έλεγχος και η νομολογία 798
1. Η προκήρυξη των εκλογών 798
2. Η αναπληρωματική εκλογή και η διάθεση τηλεοπτικού χρόνου 799
ΙV. Η ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης 799
1. Η βουλευτική περίοδος και η διάρκειά της (παρ. 1) 799
2. Η αναπληρωματική εκλογή (παρ. 2) 800
3. Η παράταση της βουλευτικής περιόδου, η αναστολή των εκλογών και η «αναβίωση»
της διαλυθείσας Βουλής (παρ. 3) 801
V. Σκέψεις και προτάσεις συνταγματικής ή νομοθετικής πολιτικής 801
1. Η συμπλήρωση και η παράταση της βουλευτικής περιόδου 801
2. Η Βουλή σε πλήρη σύνθεση 801
Άρθρ. 54 802
Ι. Ιστορική διαμόρφωση και εξέλιξη των συνταγματικών ορισμών 804
1. Τα προϊσχύσαντα Συντάγματα 804
2. Το Σύνταγμα του 1975 805
3. Οι αναθεωρήσεις του ισχύοντος Συντάγματος 805
ΙΙ. Εθνικό δίκαιο 807
1. Ο εκλογικός νόμος 807
3. Οι πολίτες εκτός Επικρατείας 807
4. Οι βουλευτές Επικρατείας 808
IΙΙ. Ο δικαστικός έλεγχος και η νομολογία 808
1. Το εκλογικό σύστημα: Οι συνταγματικοί καθορισμοί 808
2. Ο μηχανισμός εξομάλυνσης 808
3. Το κατώφλι 809
4. Η κατανομή των βουλευτικών εδρών 810
5. Η πριμοδότηση 810
6. Οι βασικές εκλογικές περιφέρειες και η εκλογή βουλευτών 811
7. Ο ορισμός των βουλευτικών εδρών 811
8. Η εκλογή των βουλευτών Επικρατείας 812
ΙV. Η ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης 812
1. Εκλογικό σύστημα και εκλογικές περιφέρειες (παρ. 1) 812
2. Ο αριθμός των βουλευτών κάθε βασικής εκλογικής περιφέρειας (παρ. 2) 813
3. Οι βουλευτές Επικρατείας (παρ. 3) 814
4. Ο νόμος για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των εκτός Επικρατείας πολιτών (παρ. 4) 815
V. Σκέψεις και προτάσεις συνταγματικής ή νομοθετικής πολιτικής 817
1. Το αναλογικό εκλογικό σύστημα 817
2. Οι εκλογικές περιφέρειες 817
3. Τα αποτελέσματα της απογραφής και ο νόμιμος πληθυσμός 818
4. Οι εκτός Επικρατείας πολίτες 818
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Κωλύματα και ασυμβίβαστα των βουλευτών
Άρθρ. 55 819
Ι. Ιστορική διαμόρφωση και εξέλιξη των συνταγματικών ορισμών 820
1. Τα προϊσχύσαντα Συντάγματα 820
2. Το Σύνταγμα του 1975 820
3. Οι αναθεωρήσεις του ισχύοντος Συντάγματος 821
ΙΙ. Εθνικό δίκαιο 821
1. Ο εκλογικός νόμος 821
2. Η νομοθεσία για τις Ευρωπαϊκές εκλογές 823
III. Ο δικαστικός έλεγχος και η νομολογία 824
1. Η κτήση και η απώλεια προσόντος εκλογιμότητας 824
2. Ο μεμονωμένος υποψήφιος 824
3. Η υποψηφιότητα του αρχηγού ή του προέδρου 825
IV. Η ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης 825
1. Τα θετικά προσόντα εκλογιμότητας (παρ. 1) 825
2. Η αυτοδίκαιη έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα (παρ. 2) 826
V. Ο αποκλεισμός από τις εκλογές 827
1. Η κατάρτιση συνδυασμών και το δικαίωμα πολιτικής συσσωμάτωσης 827
2. Οι εκλογικοί συνδυασμοί και οι υποψήφιοί τους 828
3. Οι προϋποθέσεις για την κατάρτιση συνδυασμού 828
4. Ο έλεγχος της συνδρομής τους 829
5. Η εφαρμογή της νέας διάταξης στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2023 830
VΙ. Σκέψεις και προτάσεις συνταγματικής ή νομοθετικής πολιτικής 830
1. Η ηλικία εκλογιμότητας 830
2. Η πρόταση υποψηφίων στις Ευρωπαϊκές εκλογές 831
3. Συνασπισμός συνεργαζόμενων πολιτικών κομμάτων και πολιτική κίνηση 831
Άρθρ. 56 832
I. Eισαγωγικά: εννοιολογικές οριοθετήσεις και ορολογικές αποσαφήνισεις 834
ΙΙ. Τα σχετικά κωλύματα εκλογιμότητας 836
1. Η κατάργηση της χρονικής προϋπόθεσης για την επάνοδο των υπαλλήλων στην υπηρεσία 836
2. Οι επί μέρους περιπτώσεις σχετικής μη εκλογιμότητας 836
Α. Οι «έμμισθοι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι», οι «υπάλληλοι των ΟΤΑ και των άλλων ΝΠΔΔ»
και οι «άλλοι υπάλληλοι του δημοσίου» 837
Β. Οι «υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας» 838
Γ. Τα «αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης» 839
Δ. Οι «υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι
νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή
δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο
με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος ή επιχειρήσεων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης» 840
3. Η εξαίρεση των καθηγητών των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων 841
III. Τα απόλυτα κωλύματα εκλογιμότητας 841
1. Η ριζική αναρρύθμιση των τοπικών και χρονικών ορίων της απόλυτης μη εκλογιμότητας 841
Α. Η «γενική ή ευρύτερη τοπική αρμοδιότητα» 842
Β. Η διπλή τροποποίηση των χρονικών προϋποθέσεων 842
2. Η προσεκτική νέα κατάστρωση των ουσιαστικών προϋποθέσεων της απόλυτης μη εκλογιμότητας 843
Α. Ο περιπτώσεις δραστικής συρρίκνωσης των περιορισμών του εκλέγεσθαι 843
α. Οι έμμισθοι υπάλληλοι του κράτους και των νομικών προσώπων και επιχειρήσεων
που συνδέονται με αυτό 843
β. Οι μετακλητοί υπάλληλοι 843
γ. Οι ανώτεροι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας 844
Β. Οι περιπτώσεις επιλεκτικής επέκτασης των περιορισμών του εκλέγεσθαι 844
α. Τα μονοπρόσωπα όργανα διοίκησης των νομικών προσώπων ή επιχειρήσεων που συνδέονται
άμεσα ή έμμεσα με το κράτος 845
β. Οι γενικοί ή ειδικοί γραμματείς υπουργείων, αυτοτελών γενικών γραμματειών
και περιφερειών και οι εξομοιούμενοι από τον νόμο με αυτούς 845
γ. Τα μέλη των ανεξάρτητων ή ρυθμιστικών αρχών 846
Άρθρ. 57 847
Ι. Η έννοια και η ratio των ασυμβίβαστων 849
II. Τα ασυμβίβαστα μετά τις συνταγματικές αναθεωρήσεις του 2001 και του 2008 849
1. Η αναδιάταξη των αρχικών ασυμβιβάστων 850
2. Οι νέες κατηγορίες ασυμβιβάστων 851
3. Η διεύρυνση του κύκλου των υπαγομένων σε ασυμβίβαστα 852
ΙΙΙ. Η έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα ως συνταγματική συνέπεια της διατήρησης
ή της αποδοχής ασυμβίβαστων έργων και ιδιοτήτων μετά την εκλογή 853
Άρθρ. 58 855
Ι. Από τον κοινοβουλευτικό στον δικαστικό έλεγχο των εκλογών 856
ΙΙ. Τα όρια του δικαστικού ελέγχου των εκλογών 857
III. Η οργάνωση του δικαστικού ελέγχου των εκλογών 859
IV. Η ιδιαιτερότητα του δικαστικού ελέγχου των ασυμβίβαστων και των εκλογικών
παραβάσεων των βουλευτών κατά την προεκλογική περίοδο 861
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Καθήκοντα και δικαιώματα των βουλευτών
Άρθρ. 59 862
I. Περιεχόμενο του όρκου 862
II. Έννομες συνέπειες 862
III. Διαδικασία 863
IV. Διαβεβαίωση αντί όρκου 863
V. Ιστορικά στοιχεία 864
Άρθρ. 60 864
Ι. Η έννοια της ελεύθερης εντολής 865
ΙΙ. Η απουσία δέσμευσης του βουλευτή έναντι των εκλογέων, του κόμματος
και της εκτελεστικής εξουσίας 866
IΙΙ. Η περιορισμένη ανεξαρτησία του βουλευτή έναντι της δικαστικής εξουσίας 868
ΙV. Η ελεύθερη εντολή και ο εκδημοκρατισμός του αντιπροσωπευτικού συστήματος 870
Άρθρ. 61 871
Ι. Το ανεύθυνο του βουλευτή 873
1. Έννοια και χαρακτηριστικά 873
2. Καταβολές 874
3. Η εξαίρεση της συκοφαντικής δυσφήμησης 874
4. Η άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων 875
5. Η νομολογία του ΕΔΑΔ και του ΔΕΕ 876
ΙΙ. Το δικαίωμα άρνησης μαρτυρίας 877
1. Η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ βουλευτή και εκλογέα και η ελεύθερη εντολή 877
2. Συγκριτικές παρατηρήσεις 878
3. Άλλες μορφές απόδειξης και η παρακολούθηση των επικοινωνιών του βουλευτή 879
4. Ο νόμος 5002/2022 880
Άρθρ. 62 880
Ι. Τι προβλέπει το άρθρο 62 Σ. 881
ΙΙ. Έννοια και χαρακτηριστικά του ακαταδίωκτου 882
ΙΙΙ. Ιστορική - συγκριτική θεώρηση του ακαταδίωκτου 883
IV. Ειδικότερα οι προανακριτικές πράξεις 885
V. H νομολογία του ΕΔΑΔ ως προάγγελος της συνταγματικής αναθεώρησης 887
Άρθρ. 63 888
Ι. Αποζημίωση και δαπάνες 888
1. Συνταγματική κατοχύρωση 888
2. Ύψος αποζημίωσης και δαπανών 889
3. Ισοτιμία των λειτουργιών και βουλευτική αποζημίωση 890
4. Φορολόγηση βουλευτικής αποζημίωσης 891
ΙΙ. Ατέλειες 892
ΙΙΙ. Περικοπή βουλευτικής αποζημίωσης 892
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Οργάνωση και λειτουργία της Βουλής
Άρθρ. 64 893
Ι. Η συνταγματική οργάνωση των τακτικών βουλευτικών συνόδων 893
1. Διάκριση βουλευτικής περιόδου και βουλευτικής συνόδου 893
2. Πρακτική σημασία 893
3. Αξιολόγηση της βασικής διαρρύθμισης 894
ΙΙ. Έναρξη και λήξη της τακτικής συνόδου 894
1. Έναρξη της τακτικής συνόδου 894
2. Πρέπει η τακτική σύνοδος να είναι ετήσια; 895
3. Τρόπος λήξης της τακτικής συνόδου 896
4. Διακοπή των εργασιών εντός συνόδου με απόφαση της Βουλής 896
ΙΙΙ. Ιστορικά και συγκριτικά στοιχεία 897
1. Γενικά 897
2. Η συνταγματική κρίση του 2019 στο Ηνωμένο Βασίλειο 897
IV. Επίλογος – Προτάσεις 898
1. Στο πλαίσιο αναθεώρησης του Συντάγματος 898
2. Υπό το ισχύον συνταγματικό πλαίσιο 898
Άρθρ. 65 898
Ι. Ο Κανονισμός της Βουλής ως εκδήλωση της αυτονομίας του Σώματος 899
1. Νομική φύση και πεδίο εφαρμογής 899
2. Ιστορικές ρίζες 900
3. Το αντικείμενο του Κανονισμού ειδικότερα (κοινοβουλευτικό έργο, οικονομική
και διοικητική αυτονομία, Επιστημονική Υπηρεσία) 901
4. Διαδικασία θέσπισης 901
ΙΙ. Οι αρχές που διέπουν την οργάνωση και λειτουργία της Βουλής 902
ΙΙΙ. Το ανέλεγκτο της κοινοβουλευτικής δράσης 903
1. Το ανέλεγκτο και η θεμελίωσή του 903
2. Αλλοδαπή εμπειρία και γενική αξιολόγηση 904
3. Πεδία δικαστικού ελέγχου 905
IV. Ο Πρόεδρος της Βουλής και το Προεδρείο 906
1. Γενικά 906
2. Η εκλογή του Προέδρου και των μελών του Προεδρείου 907
3. Η μομφή κατά του Προέδρου ή μέλους του Προεδρείου 907
4. Οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Βουλής 908
V. Πειθαρχικό δίκαιο βουλευτών 909
Άρθρ. 66 910
I. Η αρχή της δημοσιότητας των συνεδριάσεων 910
1. Θεμέλιο της αρχής 910
2. Εύρος εφαρμογής και περιεχόμενο της αρχής 911
3. Κάμψεις της αρχής 911
II. Η παρουσία των υπουργών στη Βουλή 912
1. Γενικά 912
2. Ως δικαίωμα 913
3. Ως υποχρέωση 913
4. Κλήτευση άλλων προσώπων 914
Άρθρ. 67 914
Ι. Ο βασικός κανόνας λήψης απόφασης – δικαιολογητική βάση 914
II. Ερμηνευτικά ζητήματα 915
III. Διαπίστωση και αμφισβήτηση συνδρομής της απαιτούμενης πλειοψηφίας - πρακτική 915
ΙV. Πεδίο εφαρμογής 916
V. Ισοψηφία 917
Άρθρ. 68 917
I. Διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές 918
1. Γενικά 918
2. Η οργάνωση κατά τον Κανονισμό της Βουλής 918
3. Ιστορικά στοιχεία 918
II. Η εξεταστική αρμοδιότητα της Βουλής 918
1. Φύση και αντικείμενο 918
2. Κανόνες συστάσεως 919
3. Αρμοδιότητες 921
III. Πόρισμα 923
IV. Ιστορικά και συγκριτικά στοιχεία 923
V. Κανόνες συγκρότησης επιτροπών της Βουλής 924
1. Ο κανόνας της αναλογίας και οι προσαρμογές 924
2. Διαδικασία κατανομής ανά κοινοβουλευτική ομάδα 925
Άρθρ. 69 925
Ι. Εισαγωγή 926
ΙΙ. Η κοινοβουλευτική αναφορά: κατοχύρωση, διαρρύθμιση, όρια 927
ΙΙΙ. Ειδικό ζήτημα: αναφορά ανεξάρτητων αρχών 929
Άρθρ. 70 930
I. Τεκμήριο νομοθετικής αρμοδιότητας της Ολομέλειας της Βουλής 931
II. Ανάθεση νομοθετικού έργου στις κοινοβουλευτικές επιτροπές 932
1. Ιστορικά στοιχεία 932
2. «Μεγάλη και μικρή» νομοθετική διαδικασία 933
3. Ειδικά ζητήματα 933
4. Εφαρμογή και αξιολόγηση 934
III. Κοινοβουλευτικός Έλεγχος 935
1. Ιστορική εξέλιξη και συνταγματική θεμελίωση 935
2. Φορέας άσκησης, αντικείμενο και όρια ελέγχου 936
3. Μέσα κοινοβουλευτικού ελέγχου 937
4. Αξιολόγηση 938
IV. Εξ αποστάσεως συμμετοχή σε ψηφοφορίες της Βουλής 939
V. Ενημέρωση της Βουλής επί κανονιστικών ρυθμίσεων στο πλαίσιο
της Ευρωπαϊκής Ένωσης 939
Άρθρ. 71 940
I. Εισαγωγή – Ιστορικά στοιχεία 941
II. Θεσμική υπόσταση 942
1. Νομική (θεσμική) φύση 942
2. Υποχρεωτική σύσταση 942
3. Διάρκεια 943
ΙΙΙ. Οργάνωση 943
1. Συγκρότηση/σύνθεση 943
2. Επιτροπές του Τμήματος 944
IV. Λειτουργία 945
1. Γενικές ρυθμίσεις 945
2. Ειδικές ρυθμίσεις σε σχέση με την Ολομέλεια 945
Α. Αυξημένη (ελάχιστη) πλειοψηφία 945
Β. Συμμετοχή και παράσταση στις συνεδριάσεις 945
Γ. Αρχή της λειτουργικής συνέχειας του νομοθετικού οργάνου 946
V. Αρμοδιότητες 946
1. Αποκλειστική αρμοδιότητα Ολομέλειας 946
2. Επίλυση αμφισβητήσεων ως προς την (αν)αρμοδιότητα 947
3. Κοινοβουλευτικός Έλεγχος 947
VI. Επίλογος 947
Άρθρ. 72 948
Ι. Γενικά 949
ΙΙ. Η αποκλειστική αρμοδιότητα της Ολομέλειας 949
ΙΙΙ. Δικαστικός έλεγχος 950
ΙV. Ζητήματα σχετικά με την άσκηση νομοθετικού έργου από επιτροπή 952
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Νομοθετική λειτουργία της Βουλής
Άρθρ. 73 952
Ι. Σύνταγμα 954
1. Άρθρο 73 παρ. 1-5 954
2. Άρθρο 73 παρ. 6 955
ΙΙ. Εφαρμοστικό δίκαιο 956
IΙΙ. Νομολογία 956
1. Άρθρο 73 παρ. 1 956
2. Άρθρο 73 παρ. 2 956
Α. Η αρχή της στενής ερμηνείας της έννοιας των συνταξιοδοτικών διατάξεων 956
Β. Το άρθρο 73 παρ. 2 Σ. ως θεμέλιο της αρχής της δημοσιονομικής βιωσιμότητας 957
Γ. Ο δικαστικός έλεγχος της ύπαρξης γνωμοδότησης του ΕλΣυν επί συνταξιοδοτικών διατάξεων 957
Δ. Η αρχή της ειδικότητας των συνταξιοδοτικών διατάξεων 957
3. Άρθρο 73 παρ. 3 958
4. Άρθρο 73 παρ. 4 958
ΙV. Η ερμηνεία της διάταξης από τη θεωρία 958
1. Το δικαίωμα νομοθετικής πρωτοβουλίας (άρθρο 73 παρ. 1) 958
2. Η γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί συνταξιοδοτικών διατάξεων και η αρχή
της ειδικότητας αυτών (άρθρο 73 παρ. 2) 959
3. Οι περιορισμοί του δικαιώματος νομοθετικής πρωτοβουλίας της Βουλής
και οι εξαιρέσεις αυτών (άρθρα 73 παρ. 3-5) 961
4. Η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία (άρθρο 73 παρ. 6) 961
V. Η συνταγματική διάταξη στην πράξη 964
VI. Γενικά συμπεράσματα 964
1. Νομοθετική πρωτοβουλία και περιορισμοί της (άρθρο 73 παρ. 1-5) 964
2. Λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία (άρθρο 73 παρ. 6) 965
Άρθρ. 74 966
Τροπολογίες επί νομοσχεδίων και προτάσεων νόμου 967
I. Έννοια 967
II. Υποβολή τροπολογίας και συνοδευτικά κείμενα 967
III. Προθεσμία υποβολής τροπολογιών 968
IV. Ειδικότερα, η προθεσμία υποβολής βουλευτικών τροπολογιών 968
V. Η διαδικασία συζήτησης και ψήφισης βουλευτικών τροπολογιών 969
VI. Το ζήτημα των άσχετων τροπολογιών 969
VII. Εγγυήσεις τήρησης και γενική αποτίμηση 969
VIII. Ιστορικά-συγκριτικά στοιχεία 970
Διαδικασία εισαγωγής για συζήτηση νομοσχεδίων και προτάσεων νόμων 971
I. Άρθρο 74 του Συντάγματος και καλή νομοθέτηση 971
II. Αιτιολογική έκθεση 972
III. Επεξεργασία νομοσχεδίων στην Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής 973
IV. Εισαγωγή και συζήτηση νομοσχεδίων και προτάσεων νόμων 975
V. Απαγόρευση άσχετων διατάξεων 976
VI. H απαίτηση για αναδιατύπωση των τροποποιητικών διατάξεων 978
VII. Συμπεράσματα 978
Άρθρ. 75 979
I. Εισαγωγή 979
II. Περιεχόμενο του άρθρου 75: Η υποχρέωση καθορισμού της δαπάνης νομοθετικών
πρωτοβουλιών με επίπτωση στον προϋπολογισμό 980
III. Ζητήματα ερμηνείας του άρθρου 75 980
IV. Οι εκθέσεις του άρθρου 75 στην πράξη 982
V. Νομολογιακή πράξη 983
VI. Συμπέρασμα 983
Άρθρ. 76 984
Ι. Η συνήθης διαδικασία 985
1. Ο κανόνας 985
2. Δικαιολογητική βάση 985
3. Εφαρμογή και αξιολόγηση 985
4. Διαδικασία μετά από αναπομπή 986
ΙΙ. Συνοπτικές διαδικασίες 986
1. Ψήφιση χωρίς ή με περιορισμένη συζήτηση 986
2. Κατεπείγουσα διαδικασία 987
3. Επείγουσα διαδικασία 988
ΙΙΙ. Ειδικές Διαδικασίες 988
1. Κύρωση κωδίκων και κωδικοποίηση διατάξεων 988
2. Λοιπές ειδικές διαδικασίες επί νομοσχεδίων και προτάσεων νόμου 989
ΙV. Ειδικά ζητήματα 989
1. Το ζήτημα του Κανονισμού της Βουλής 989
2. Τροπολογίες 989
3. Δικαστικός έλεγχος 990
Άρθρ. 77 990
Ι. Εισαγωγή 991
ΙΙ. Η αυθεντική ερμηνεία των νόμων (άρθρο 77 παρ. 1 Σ.) 992
1. Αρμοδιότητα ερμηνείας των νόμων 992
2. Η αρμοδιότητα αυθεντικής ερμηνείας των νόμων 993
Α. H συνταγματική απονομή της αρμοδιότητας και τα όριά της 993
Β. Προϋποθέσεις άσκησης της αρμοδιότητας αυθεντικής ερμηνείας 994
ΙΙΙ. Μη αναδρομικότητα ψευδοερμηνευτικών νόμων (άρθρο 77 παρ. 2 Σ.) 996
1. Η δικαιολογητική βάση του συνταγματικού κανόνα 996
2. Νομολογιακή αντιμετώπιση 996
IV. Καταληκτικές παρατηρήσεις 997
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
Φορολογία και δημοσιονομική διαχείριση
Άρθρ. 78 998
Ι. Συστηματική ένταξη 999
ΙΙ. Η αρχή της νομιμότητας του φόρου 1000
1. Η θεμελίωση της αρχής της νομιμότητας του φόρου 1000
2. Ιστορική αναδρομή 1001
3. Το περιεχόμενο της αρχής της νομιμότητας του φόρου κατά το άρθρο 78 Σ. 1002
Α. Απαίτηση τυπικού νόμου 1002
Β. Ρύθμιση των ουσιωδών στοιχείων του φόρου 1002
α. Το υποκείμενο της φορολογίας 1002
β. Αντικείμενο της φορολογίας 1003
γ. Φορολογικός συντελεστής 1004
δ. Φορολογικές απαλλαγές ή εξαιρέσεις 1004
Γ. Απαγόρευση επιβολής φόρου με κανονιστική πράξη 1005
Δ. Καθορισμός με νόμο της συμμετοχής του Κράτους στην αυτόματη υπερτίμηση από
την εκτέλεση δημοσίων έργων (άρθρο 78 παρ. 4 εδ. β’ Σ.) 1006
4. Η στενή ερμηνεία των φορολογικών διατάξεων 1007
5. Εξαιρέσεις από την αρχή της νομιμότητας του φόρου 1008
Α. Η επιβολή φόρου µε την κατάθεση του νομοσχεδίου στη Βουλή (άρθρο 78 παρ. 3 Σ.) 1008
Β. Η επιβολή φόρου µε πράξη νομοθετικού περιεχομένου 1008
Γ. Η κανονιστική αρμοδιότητα µε εξουσιοδότηση νόμου πλαισίου (άρθρο 78 παρ. 5 Σ.) 1009
ΙΙΙ. Η αρχή της περιορισμένης αναδρομικότητας του φόρου 1010
1. Γενικά για την αναδρομικότητα 1010
Α. Έννοια της αναδρομικότητας 1010
Β. Σημασία της αναδρομικότητας στη φορολογία 1011
Γ. Συγκριτική θεώρηση 1011
2. Ιστορική αναδρομή 1011
3. Η ρύθμιση της περιορισμένης αναδρομικότητας στο άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος 1012
Α. Περιεχόμενο 1012
Β. Πεδίο εφαρμογής 1013
Γ. Εξαιρέσεις της αρχής της περιορισμένης αναδρομικότητας 1014
α. Αναδρομική εφαρμογή ευμενέστερης διάταξης 1014
β. Αναδρομική εφαρμογή ευμενέστερης κύρωσης 1014
γ. Ανάκτηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων 1015
Άρθρ. 79 1015
I. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1017
1. Η θέση του άρθρου 79 στο σύστημα του οικονομικού συνταγματικού δικαίου 1017
2. Το θεμελιώδες έλλειμμα του άρθρου 79 και η βαρύνουσα σημασία του ενωσιακού δικαίου 1017
Α. Ο προβληματισμός 1017
Β. Συνοπτική επισκόπηση της εξέλιξης του συναφούς ενωσιακού δικαίου 1018
ΙΙ. Οι επιμέρους διατάξεις του άρθρου 79 Σ. 1020
1. Ο προϋπολογισμός του Κράτους και η διαδικασία παρακολούθησης από τη Βουλή
της εκτέλεσής του (άρθρο 79 παρ. 1 Σ.) 1020
Α. Βασικά στοιχεία του προϋπολογισμού και ορισμένες ειδικές διατάξεις 1020
α. Τα βασικά στοιχεία 1020
β. Οι ειδικές διατάξεις 1021
Β. Ειδικά: Οι διατάξεις του άρθρου 120 του ΚτΒ αναφορικά με τον προϋπολογισμό εξόδων
της Βουλής 1022
2. Οι αρχές που διέπουν τον προϋπολογισμό (άρθρο 79 παρ. 2 Σ.) 1023
3. Η διαδικασία ψήφισης του προϋπολογισμού (άρθρο 79 παρ. 3 Σ.) 1023
Α. Οι διατάξεις του άρθρου 79 παρ. 3 1023
Β. Οι διατάξεις του ΚτΒ 1023
α. Το άρθρο 121 αναφορικά με την «κατάθεση, συζήτηση και εξέταση τoυ πρoϋπoλoγισμoύ
τoυ Kράτoυς από την αρμόδια διαρκή επιτρoπή» 1023
β. Το άρθρο 123 ΚτΒ αναφορικά με τη «συζήτηση και ψήφιση του προϋπολογισμού (…)» 1024
4. Ο απολογισμός και ο γενικός ισολογισμός του Κράτους (άρθρο 79 παρ. 7 Σ.) 1025
Α. Συνολική θεώρηση 1025
Β. Οι διατάξεις των άρθρων 122-123 του ΚτΒ 1025
Γ. Ειδικά: το άρθρο 120 του ΚτΒ για τον απολογισμό και ισολογισμό της Βουλής 1026
5. Λοιπές ειδικές διατάξεις (άρθρο 79 παρ. 4-5 και 8 Σ.) 1026
Άρθρ. 80 1026
I. Άρθρο 80 παρ. 1: Ύπαρξη εκτελεστικού του Συντάγματος ειδικού νόμου για την εγγραφή
στον κρατικό προϋπολογισμό μισθών, συντάξεων, χορηγιών ή αμοιβών και
για την καταβολή τους 1027
ΙΙ. Άρθρο 80 παρ. 2: Ο εκτελεστικός του Συντάγματος νόμος για το νόμισμα
και η συναφής ερμηνευτική δήλωση 1029
1. Συνολική θεώρηση 1029
Α. Η διατύπωση της διάταξης 1029
Β. Η (καταλυτική) επίδραση της ένταξης της Ελλάδος στην ΟΝΕ σε ό,τι αφορά το καθεστώς
του νομίσματος 1030
2. Το καθεστώς που διέπει την έκδοση τραπεζογραμματίων και κερμάτων σε ευρώ 1032
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Κυβέρνηση
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Συγκρότηση και αποστολή της Κυβέρνησης
Άρθρ. 81 1033
Ι. Παρ. 1, 5 1034
1. Ιστορική εξέλιξη 1034
2. Η Κυβέρνηση ως κρατικό όργανο 1035
3. Είδη Κυβέρνησης 1035
4. Τα μέλη της Κυβέρνησης κατά το Σύνταγμα 1035
5. Η συμμετοχή των Υφυπουργών στην Κυβέρνηση κατά το Σύνταγμα 1036
6. Ο αριθμός των μελών της Κυβέρνησης 1036
7. Τα Υπουργεία κατά το Σύνταγμα 1037
8. Τα Υπουργεία κατά την κοινή νομοθεσία 1037
9. Η διακριτική ευχέρεια διορισμού άλλων μελών της Κυβέρνησης και Υφυπουργών 1038
10. Η υπουργική ιδιότητα του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης 1039
11. Οι αρμοδιότητες του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης 1040
12. Η διακριτική ευχέρεια διορισμού Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης 1040
13. Η αναπλήρωση του Πρωθυπουργού 1041
14. Η σχέση μεταξύ του άρθρου 81 παρ. 5 και του άρθρου 38 παρ. 2 Σ. 1041
15. Οι αρμοδιότητες του αναπληρωτή του Πρωθυπουργού 1042
16. Η αναπλήρωση των λοιπών μελών της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών 1042
17. Η νομική φύση των κατ’ αναπλήρωση αρμοδιοτήτων 1042
18. Το Υπουργικό Συμβούλιο στην κοινή νομοθεσία 1043
19. Η συγκρότηση του Υπουργικού Συμβουλίου 1043
20. Η νομική θέση των Υφυπουργών σύμφωνα με τον Ν 4622/2019 1043
21. Οι μόνιμοι υπηρεσιακοί Υφυπουργοί 1044
22. Σειρά τάξης και προβαδίσματος 1044
23. Η συμμετοχή στο Υπουργικό Συμβούλιο ως υποχρέωση των μελών της Κυβέρνησης 1045
24. Ο Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου 1045
25. Άλλοι παριστάμενοι στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου 1045
26. Η λειτουργία του Υπουργικού Συμβουλίου 1046
27. Πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου, προεδρικά διατάγματα και Πράξεις Νομοθετικού
Περιεχομένου κατόπιν πρότασης του Υπουργικού Συμβουλίου 1047
28. Η πρακτική εφαρμογή 1048
ΙΙ. Παρ. 2, 3, 4 1049
1. Τα προσόντα 1049
2. Τα κωλύματα 1049
3. Αναστολή επαγγελματικής δραστηριότητας 1050
4. Νομοθετικά ασυμβίβαστα 1050
5. Κυρώσεις 1052
Άρθρ. 82 1052
I. Παρ. 1 1054
1. Ιστορική εξέλιξη 1054
2. Η Κυβέρνηση υπό οργανική και λειτουργική έννοια 1054
3. Η θέση της Κυβέρνησης εντός της εκτελεστικής λειτουργίας 1054
4. Τα όρια των αρμοδιοτήτων της Κυβέρνησης 1055
5. Οι «κυβερνητικές πράξεις» 1057
6. Η νομοθετική εξειδίκευση των αρμοδιοτήτων της Κυβέρνησης 1057
7. Άλλα συλλογικά κυβερνητικά όργανα 1058
8. Κυβερνητικά Συμβούλια και Κυβερνητικές Επιτροπές στην κοινή νομοθεσία 1058
II. Παρ. 2 1059
1. Ιστορική εξέλιξη 1059
2. Η θέση του Πρωθυπουργού υπό το ισχύον Σύνταγμα 1060
4. Η οργάνωση της Κυβέρνησης 1061
5. Η δεσπόζουσα θέση του Πρωθυπουργού κατά τη νομολογία 1062
6. Η υποστήριξη του Πρωθυπουργού κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του 1063
7. Η Προεδρία της Κυβέρνησης κατ’ εφαρμογή του Ν 4622/2019 1063
III. Παρ. 3 1065
1. Ιστορική εξέλιξη 1065
2. Η νομοθετική πρόβλεψη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 1065
3. Η συνταγματική κατοχύρωση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 1066
4. Αρμοδιότητες και νομική φύση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 1066
IV. Παρ. 4 1066
1. Η συνταγματική κατοχύρωση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής 1066
2. Η συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής 1066
3. Οι αρμοδιότητες και η λειτουργία του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής 1067
Άρθρ. 83 1067
I. Γενικές παρατηρήσεις 1068
II. Οι αρμοδιότητες των Υπουργών 1068
III. Υπουργοί χωρίς χαρτοφυλάκιο και Υπουργοί Επικρατείας 1069
IV. Οι αρμοδιότητες των Υπουργών Επικρατείας 1070
V. Οι αρμοδιότητες των Υφυπουργών 1071
VI. Οι αποφάσεις ανάθεσης αρμοδιοτήτων. Η συνήθης διάρθρωση
και τα συνταγματικά όρια 1073
VII. Οι αρμοδιότητες των Αναπληρωτών Υπουργών 1074
VIII. Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων ή εξουσίας υπογραφής 1075
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Σχέσεις Βουλής και Κυβέρνησης
Άρθρ. 84 1076
I. Χαρακτηριστικά του κοινοβουλευτικού συστήματος 1077
1. Η σχέση εξάρτησης της Κυβέρνησης από τη Βουλή 1077
2. Επιβεβαίωση της δεδηλωμένης ή εικαζόμενη εμπιστοσύνη; 1078
II. Ιστορική εξέλιξη και συνταγματική τυποποίηση 1078
1. Ιστορική εξέλιξη 1078
2. Συνταγματική κατοχύρωση 1079
3. Εκλογίκευση 1079
III. Η παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την Κυβέρνηση 1080
1. Προθεσμία της υποχρεωτικής πρότασης εμπιστοσύνης 1080
2. Συζήτηση της πρότασης 1081
3. Προγραμματικές δηλώσεις 1081
4. Απαιτούμενη πλειοψηφία 1081
5. Status της Κυβέρνησης πριν από την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης 1082
6. Δυνητική πρόταση εμπιστοσύνης 1082
7. Πρόταση εμπιστοσύνης κατά την αναπλήρωση του πρωθυπουργού 1083
IV. Η άρση της εμπιστοσύνης της Βουλής 1083
1. Προϋποθέσεις και διαδικασία υποβολής πρότασης δυσπιστίας 1084
2. Η παρέλευση εξαμήνου για την υποβολή νέας πρότασης δυσπιστίας 1085
3. Συνέπειες της άρσης της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης 1087
Άρθρ. 85 1088
I. Είδη ευθύνης 1088
II. Η πολιτική ευθύνη ως ευθύνη συλλογική και ατομική 1089
III. Η πολιτική ευθύνη ως ιδιότυπη αντικειμενική ευθύνη 1089
IV. Ευθύνη για πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας 1090
V. Οι συνέπειες της πολιτικής ευθύνης 1091
VI. Ποινική και αστική ευθύνη ως ατομική ευθύνη 1091
VII. Οι ρυθμίσεις του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα 1091
VIII. Οι ειδικές νομοθετικές διατάξεις για την αστική ευθύνη των Υπουργών 1091
Άρθρ. 86 1092
I. Χαρακτηριστικά 1094
ΙΙ. Λειτουργία 1096
IIΙ. Συνταγματική και νομοθετική εξέλιξη 1098
IV. Από τη θεωρία στην πράξη 1101
ΤMHMA E΄
Δικαστική Εξουσία
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Δικαστικοί λειτουργοί και υπάλληλοι
Άρθρ. 87 1103
I. Εισαγωγή 1104
II. Οι επιμέρους εγγυήσεις του άρθρου 87 παρ. 1 1105
1. Απονομή δικαιοσύνης μόνον από δικαστήρια και θεσμική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης 1105
2. Συγκρότηση των δικαστηρίων από δικαστικούς λειτουργούς 1107
3. Οι εγγυήσεις ανεξαρτησίας του δικαστικού λειτουργού 1108
Α. Λειτουργική ανεξαρτησία 1108
Β. Η προσωπική ανεξαρτησία 1111
III. Δέσμευση του δικαστή μόνον στο Σύνταγμα και τον νόμο 1111
1. Το δίκαιο ως αποκλειστικό θεμέλιο της δικαστικής κρίσης 1111
2. Ο δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων 1112
IV. Η επιθεώρηση των δικαστών ως εγγύηση εύρυθμης λειτουργίας της Δικαιοσύνης 1112
Άρθρ. 88 1114
I. Εισαγωγή 1115
II. Ισοβιότητα και σταδιοδρομία 1116
III. Επιλογή και διορισμός των δικαστικών λειτουργών 1116
IV. Εκπαίδευση και περίοδος δοκιμασίας 1118
V. Οι αποδοχές και συντάξεις των δικαστικών λειτουργών: Συνταγματικές εγγυήσεις
προσωπικής ανεξαρτησίας 1119
1. Ειδικό καθεστώς αποδοχών ανάλογων προς τη σπουδαιότητα του δικαστικού λειτουργήματος 1119
2. Ιδιαίτερο συνταξιοδοτικό καθεστώς 1121
3. Η εξουσιοδοτική διάταξη της δεύτερης παραγράφου 1122
4. Η αρμοδιότητα του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 Σ. 1122
VI. Η απαγόρευση μετατάξεων 1124
VII. Η προαγωγή τακτικών διοικητικών δικαστών στο Συμβούλιο της Επικρατείας 1125
VIII. Η παύση των δικαστικών λειτουργών 1125
IX. Υποχρεωτική αποχώρηση με τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας 1128
X. Προεδρία δικαστηρίων και συμβουλίων στα οποία μετέχουν μέλη του ΣτΕ και του ΑΠ 1129
XI. Η ερμηνευτική δήλωση υπό το άρθρο 88: Δυνατότητα ενοποίησης του πρώτου
βαθμού της πολιτικής δικαιοσύνης 1129
Άρθρ. 89 1129
I. Εισαγωγή 1130
II. Η γενική απαγόρευση παράλληλης απασχόλησης 1131
III. Η συμμετοχή δικαστικών λειτουργών σε διαιτησίες 1132
IV. Η δυνατότητα εκλογής σε θέσεις μέλους ΔΕΠ στα ΑΕΙ και μέλους της Ακαδημίας Αθηνών 1132
V. Η απαγόρευση ανάθεσης διοικητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούς
και οι εξαιρέσεις της 1133
VI. Ειδικότερα: Η κατ’ εξαίρεση επιτρεπτή συμμετοχή δικαστικών λειτουργών
σε συλλογικά όργανα της Διοίκησης 1136
VII. Η απαγόρευση συμμετοχής δικαστικών λειτουργών στην κυβέρνηση 1140
VIII. Το συνδικαλιστικό δικαίωμα των δικαστικών λειτουργών 1141
Άρθρ. 90 1141
I. Εισαγωγή 1143
II. Οι υπηρεσιακές μεταβολές που διέπονται από το άρθρο 90 παρ. 1 Σ. 1144
III. Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ως κυρίαρχο όργανο αυτοδιοίκησης της Δικαιοσύνης 1145
IV. Διαδικασία υπηρεσιακών μεταβολών 1147
V. Δευτεροβάθμια κρίση της Ολομέλειας του οικείου Ανώτατου Δικαστηρίου 1148
VI. Η ανάδειξη της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από το Υπουργικό Συμβούλιο 1149
VII. Ο περιορισμός της θητείας στην κορυφή της Δικαιοσύνης 1151
VIII. Το απαράδεκτο αιτήσεων ακυρώσεως κατά πράξεων που εκδόθηκαν βάσει
του άρθρου 90 παρ. 1 έως 5 Σ. 1152
Άρθρ. 91 1153
Ι. Εισαγωγή 1154
ΙΙ. Το πειθαρχικό δίκαιο των δικαστικών λειτουργών 1155
ΙΙΙ. Τα πειθαρχικά όργανα της Δικαιοσύνης 1156
IV. Δικαίωμα έφεσης 1157
V. Η αρμοδιότητα του Υπουργού Δικαιοσύνης προς κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας 1158
VI. Ο αποκλεισμός της αιτήσεως ακυρώσεως και το άρθρο 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ 1158
Άρθρ. 92 1159
Ι. Εισαγωγικά: Η ιδιαίτερη μέριμνα του άρθρου 92 Σ. για τους δικαστικούς υπαλλήλους,
τους συμβολαιογράφους και τους υποθηκοφύλακες 1160
ΙΙ. Δικαστικοί υπάλληλοι 1161
1. Διακριτή κατηγορία υπαλλήλων του Δημοσίου 1161
2. Η εγγύηση μονιμότητας 1162
3. Νομοθετική ρύθμιση των ζητημάτων υπηρεσιακής κατάστασης των δικαστικών υπαλλήλων 1163
4. Η αρμοδιότητα του υπηρεσιακού συμβουλίου ως εγγύηση υπέρ των δικαστικών υπαλλήλων 1163
5. Αρμοδιότητες σε ζητήματα υπηρεσιακών μεταβολών και πειθαρχικού ελέγχου 1164
6. Έννομη προστασία: το δικαίωμα σε δευτεροβάθμια κρίση 1164
III. Συμβολαιογράφοι και υποθηκοφύλακες 1165
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Οργάνωση και δικαιοδοσία των δικαστηρίων
Άρθρ. 93 1166
Ι. Η διάκριση και η οργάνωση των δικαστηρίων (άρθρο 93 παρ. 1 Σ.) 1169
1. Η διάκριση των δικαστηρίων και η διάκριση των δικαιοδοσιών 1170
2. Η οργάνωση των δικαστηρίων 1171
Α. Η οργάνωση των δικαιοδοσιών στο Σύνταγμα 1171
α. Λειτουργικές και οργανικές πτυχές της διάκρισης δικαστηρίων στο άρθρο 93 παρ. 1 Σ. 1172
β. Η διάκριση των δικαστηρίων και η λειτουργική διάκριση των δικαιοδοσιών 1173
B. Η οργάνωση των δικαστηρίων από τον νομοθέτη 1174
ΙΙ. Οι εγγυήσεις που αποτελούν διακριτικά γνωρίσματα των δικαστηρίων
(άρθρο 93 παρ. 2 και 3 Σ.) 1175
1. Οι εγγυήσεις διαφάνειας ως αντικειμενικά κριτήρια διάκρισης των δικαστηρίων 1176
2. Οι συνταγματικές εγγυήσεις διαφάνειας στη λειτουργία των δικαστηρίων 1177
Α. Η δημοσιότητα των συνεδριάσεων των δικαστηρίων και η δημόσια απαγγελία
των δικαστικών αποφάσεων 1177
α. Ο σκοπός και η ειδικότερη έννοια της δημοσιότητας των συνεδριάσεων 1177
β. Πεδίο εφαρμογής και εξαιρέσεις της αρχής της δημοσιότητας των συνεδριάσεων 1178
γ. Η δημόσια απαγγελία των δικαστικών αποφάσεων 1179
Β. Η αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων και η δημοσίευση και καταχώριση
της μειοψηφίας στις δικαστικές αποφάσεις 1180
α. Η έννοια της υποχρέωσης αιτιολόγησης των δικαστικών αποφάσεων 1180
β. Το πεδίο εφαρμογής της υποχρέωσης αιτιολόγησης των δικαστικών αποφάσεων 1181
γ. Η δημοσίευση και καταχώριση της μειοψηφίας στις δικαστικές αποφάσεις 1182
ΙΙΙ. Η κατοχύρωση του δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων
(άρθρο 93 παρ. 4 Σ.) 1184
1. Ο δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων ως ρητή συνταγματική υποχρέωση 1184
2. Η διπλή θεμελίωση του δικαστικού ελέγχου συνταγματικότητας των νόμων στην ελληνική
έννομη τάξη 1187
3. Τα χαρακτηριστικά του δικαστικού ελέγχου συνταγματικότητας των νόμων 1189
Α. Ο διάχυτος δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων 1189
Β. Ο παρεμπίπτων δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων 1190
Γ. Ο κατασταλτικός και συγκεκριμένος δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων 1191
Δ. Ο αυτεπάγγελτος δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων 1192
Άρθρ. 94 1193
Ι. Εισαγωγή 1194
1. Αντικείμενο 1194
2. Συγκριτικά δεδομένα 1195
3. Συστηματική θέση 1195
ΙΙ. Ιστορική εξέλιξη 1196
ΙII. Κανονιστικό περιεχόμενο 1196
1. Σύστημα χωριστών δικαιοδοσιών 1197
Α. Έννοια δικαιοδοσίας 1197
Β. Ratio 1197
Γ. Περιγραφή 1198
Δ. Σημασία 1199
Ε. Προβλήματα 1199
2. Κατανομή δικαιοδοσιών 1200
Α. Διοικητική δικαιοσύνη 1200
α. Διοικητικές διαφορές 1201
β. Κατηγορίες διοικητικών διαφορών 1202
Β. Πολιτικά δικαστήρια 1204
α. Ιδιωτικές διαφορές 1206
β. Υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας 1207
3. Διασταύρωση δικαιοδοσιών 1208
4. Μη δικαιοδοτικής φύσεως αρμοδιότητες των δικαστηρίων 1209
Α. Ανάθεση αρμοδιοτήτων διοικητικής φύσεως στα δικαστήρια 1209
α. Γενικά 1209
β. Διοικητικής φύσεως μέτρα συμμόρφωσης προς δικαστικές αποφάσεις 1209
Β. Αναγκαστική εκτέλεση κατά του Δημοσίου 1210
Άρθρ. 95 1211
Ι. Τμήμα πρώτο: ερμηνεία της παρ. 1 του άρθρου 95 1214
1. Η ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 95 παρ. 1 περ. α) -
Γενική εισαγωγή 1214
Α. Περιεχόμενο και συνέπειες της συνταγματικής κατοχύρωσης της αίτησης ακυρώσεως 1214
α. Περιεχόμενο 1214
β. Συνέπειες 1215
Β. Τύποις παραδεκτό της αίτησης ακυρώσεως: Εκτελεστές πράξεις διοικητικών αρχών 1215
α. Στερούμενες εκτελεστού χαρακτήρα διοικητικές πράξεις 1216
i. Πράξεις διφυών νομικών προσώπων 1216
ii. Στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα αμιγώς πνευματικού χαρακτήρα μέτρα
επιβαλλόμενα σε κληρικούς 1216
iii. Δεν στερούνται εκτελεστότητας πράξεις με κατ’ουσίαν ρυθμιστικό περιεχόμενο 1217
iv. Αντιθέτως, στερούνται εκτελεστότητας 1217
β. Στερούμενες χαρακτήρα πράξεων διοικητικών αρχών 1217
i. Οι πράξεις των νομοθετικών οργάνων 1217
ii. Δεν προσβάλλονται παραδεκτώς με αίτηση ακυρώσεως ως στερούμενες χαρακτήρα μονομερών
διοικητικών πράξεων οι συμβάσεις που συνάπτονται από τη Διοίκηση
(ΣτΕ Ολ 973/1998, Ολ 1923/2002). 1219
iii. Οι πράξεις των δικαστικών αρχών 1219
iv. Οι κυβερνητικές πράξεις 1220
Γ. Περιεχόμενο του ακυρωτικού ελέγχου 1221
α. Έλεγχος της εξωτερικής νομιμότητας 1221
ι. Αναρμοδιότητα της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την πράξη 1221
ii. Παράβαση ουσιώδους τύπου που έχει ταχθεί για την ενέργεια της πράξης 1222
β. Έλεγχος της εσωτερικής νομιμότητας 1224
i. Παράβαση κατ’ ουσίαν διάταξης νόμου 1224
ii. Κατάχρηση εξουσίας ως λόγος ακυρώσεως 1226
Δ. Η προοπτική του ακυρωτικού ελέγχου 1226
2. Η αναιρετική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 95 παρ. 1 περ. β) 1228
Α. Τύποις παραδεκτό της αίτησης αναιρέσεως: Τελεσίδικες αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων 1228
Β. Έκταση αναιρετικού ελέγχου από το ΣτΕ 1229
3. Νομοθετική υπαγωγή διοικητικών διαφορών ουσίας στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου
της Επικρατείας (άρθρο 95 παρ. 1 περ. γ) 1231
Α. Περιεχόμενο της συνταγματικής ρύθμισης 1231
4. Επεξεργασία σχεδίων κανονιστικών διαταγμάτων (άρθρο 95 παρ. 1 περ. δ) 1233
ΙΙ. Τμήμα δεύτερο: ερμηνεία των παρ. 3 και 4 του άρθρου 95 1235
1. Μεταβίβαση υποθέσεων ακυρωτικής αρμοδιότητας του Συμβουλίου της Επικρατείας
στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια (άρθρο 95 παρ. 3) 1235
2. Νομοθετική ρύθμιση των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 95 παρ. 4) 1238
ΙΙΙ. Τμήμα τρίτο: ερμηνεία της παρ. 5 του άρθρου 95 1238
1. Η υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις αποφάσεις των διοικητικών
δικαστηρίων υπό το ισχύον συνταγματικό καθεστώς 1239
Α. Ενεργητικά νομιμοποιούμενος σε υποβολή αίτησης συμμόρφωσης 1239
Β. Παθητικά νομιμοποιούμενος-Υποκείμενο της υποχρέωσης συμμόρφωσης 1239
Γ. Αποφάσεις που δημιουργούν υποχρέωση συμμόρφωσης 1240
Δ. Περιεχόμενο της υποχρέωσης συμμόρφωσης 1241
Ε. Ο κυρωτικός ρόλος του Τριμελούς Συμβουλίου Συμμόρφωσης του άρθρου 2 του Ν 3068/2002 1242
2. Σύγχρονες όψεις της υποχρέωσης συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις 1243
Α. Προσδιορισμός μεταγενέστερου χρόνου επέλευσης των συνεπειών της ακυρωτικής απόφασης 1243
Β. Έκδοση προδικαστικής απόφασης για την άρση τυπικής πλημμέλειας από τη Διοίκηση 1244
IV. Συμπερασματικές παρατηρήσεις 1244
Άρθρ. 96 1244
Ι. Ιστορικό πλαίσιο της θέσπισης του άρθρου 96 και αναδρομή στα προηγούμενα
συνταγματικά κείμενα 1246
ΙΙ. Η συστηματική ένταξη του άρθρου 96 στο ισχύον Σύνταγμα 1248
IΙΙ. Το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 96 1249
1. Η τακτική ποινική δικαιοδοσία (παρ. 1) 1249
2. Η απόκλιση από την αρχή της άσκησης δικαστικής λειτουργίας από όργανα
της δικαστικής εξουσίας (παρ. 2) 1258
3. Η ειδική ποινική δικαιοδοσία των δικαστηρίων ανηλίκων (παρ. 3) 1258
4. Η ειδική ποινική δικαιοδοσία των στρατιωτικών δικαστηρίων (παρ. 4 περ. α΄ και 5) 1260
5. Η ειδική διοικητική δικαιοδοσία επί λειών (παρ. 4 περ. β΄) 1262
Άρθρ. 97 1263
I. Εισαγωγική παρατήρηση 1264
ΙΙ. Αναδρομή στα παρελθόντα συνταγματικά κείμενα 1264
ΙΙΙ. Συστηματική ένταξη του άρθρου 97 στο ισχύον Σύνταγμα 1268
IV. Το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 97 1269
1. Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ως «φυσικός δικαστής» των κακουργημάτων
και των πολιτικών εγκλημάτων (παρ. 1) 1269
2. Η εξαίρεση της εκδίκασης κακουργημάτων από τα Εφετεία (παρ. 2) 1275
3. Η κατάργηση της ειδικής δικονομικής μεταχείρισης των δια του τύπου διαπραττόμενων
εγκλημάτων (παρ. 3) 1278
Άρθρ. 98 1279
Ι. Γενική Εισαγωγή 1280
II. Η αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προβλέπεται
στην περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 98 1282
III. Η αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προβλέπεται
στην περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 98 1285
IV. Η αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προβλέπεται
στην περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 98 1287
V. Οι αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προβλέπονται
στην περ. δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 98 1290
VI. Η αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προβλέπεται
στην περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 98 1293
VII. Οι αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προβλέπονται
στην περ. στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 98 1295
VIII. Η αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου που προβλέπεται
στο άρθρο 98 παρ. 1 εδ. ζ΄ 1298
IX. Ερμηνεία της πρώτης περιόδου της παρ. 2 του άρθρου 98 1299
X. Ερμηνεία της δεύτερης περιόδου της παρ. 2 του άρθρου 98 1300
XI. Ερμηνεία της παρ. 3 του άρθρου 98 1301
Άρθρ. 99 1303
I. Σύνταγμα 1304
II. Κοινό δίκαιο 1305
ΙΙΙ. Νομολογία 1306
IV. Προσέγγιση του θεσμού από τη θεωρία 1307
V. Γενικά συμπεράσματα 1310
Άρθρ. 100 1312
Ι. Εισαγωγή 1315
1. Ιστορικά προλεγόμενα 1315
2. Νομική φύση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου 1316
Α. Η (μη) υπαγωγή του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου σε κάποια από τις επιμέρους
δικαιοδοσίες της ελληνικής δικαιοσύνης 1316
Β. Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο ως συνταγματικό δικαστήριο (;) 1317
Γ. Η θέση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου στη δικονομική ιεραρχία 1317
Δ. Αποτελεί το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο επιπλέον βαθμό δικαιοδοσίας; 1318
Ε. Τακτικό ή ειδικό, διαρκές ή ad hoc δικαστήριο; 1318
ΙΙ. Οι αρμοδιότητες του ανώτατου ειδικού δικαστηρίου 1318
1. Η εκδίκαση ενστάσεων κατά το άρθρο 58 του Συντάγματος 1319
Α. Καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της διάταξης 1320
Β. Δικονομικές ρυθμίσεις σχετικά με την άσκηση των ενστάσεων 1323
Γ. Οι συνέπειες της απόφασης του ΑΕΔ επί εκλογικών ενστάσεων 1325
2. Ο έλεγχος του κύρους και των αποτελεσμάτων δημοψηφίσματος που ενεργείται
κατά το άρθρο 44 παρ. 2 του Συντάγματος 1325
3. Η κρίση για τα ασυμβίβαστα ή την έκπτωση βουλευτή κατά τα άρθρα 55 παρ. 2 και 57 Σ. 1326
4. Η άρση των συγκρούσεων μεταξύ των δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών ή μεταξύ
δικαστηρίων 1327
Α. Σύγκρουση καθηκόντων μεταξύ διοίκησης και δικαστηρίων 1327
α. Καταφατική-θετική σύγκρουση καθηκόντων 1327
β. Αποφατική-αρνητική σύγκρουση καθηκόντων 1328
Β. Σύγκρουση δικαιοδοσιών μεταξύ δικαστηρίων 1328
α. Καταφατική-θετική σύγκρουση δικαιοδοσιών 1328
β. Αποφατική-αρνητική σύγκρουση δικαιοδοσιών 1329
5. Η άρση της αμφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα ή την έννοια διατάξεων
τυπικού νόμου 1329
Α. Προκαταρκτικές επισημάνσεις 1329
Β. Προϋποθέσεις εφαρμογής 1330
α. Ύπαρξη αμφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγματικότητα ή την έννοια διάταξης
τυπικού νόμου 1330
i. Διάταξη τυπικού νόμου 1330
ii. Ουσιαστική αντισυνταγματικότητα 1333
iii. Έννοια διάταξης τυπικού νόμου 1334
β. Η ταυτότητα της κρινόμενης διάταξης τυπικού νόμου 1334
γ. Έκδοση αντίθετων αποφάσεων των δύο από τα τρία Ανώτατα Δικαστήρια 1335
Γ. Η εξουσία του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου κατά την άρση της αμφισβήτησης 1336
6. Η άρση της αμφισβήτησης για τον χαρακτηρισμό κανόνων του διεθνούς δικαίου ως γενικά
παραδεδεγμένων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος 1337
Α. Προλεγόμενα 1337
Β. Προϋποθέσεις εφαρμογής 1337
Γ. Η εξουσία του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου κατά την άρση της αμφισβήτησης 1338
ΙΙΙ. Οργάνωση και λειτουργία του ανώτατου ειδικού δικαστηρίου 1338
1. Συγκρότηση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου 1338
2. Σύνθεση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου 1339
3. Λειτουργία του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου 1339
IV. Οι αποφάσεις του ανώτατου ειδικού δικαστηρίου 1340
1. Το αμετάκλητο των αποφάσεων 1341
2. Η δεσμευτικότητα των αποφάσεων 1342
3. Η διαχρονική ισχύς των αποφάσεων 1343
4. Οι συνέπειες των αποφάσεων 1344
5. Η σχέση των αποφάσεων του ΑΕΔ με το ενωσιακό δίκαιο και την ΕΣΔΑ 1344
V. H αρμοδιότητα της ολομέλειας των τριών ανώτατων δικαστηρίων 1346
VI. Επίλογος 1347
Άρθρ. 100Α 1349
Ι. Εισαγωγή 1350
ΙΙ. Αρμοδιότητες και οργάνωση 1350
III. Ιστορική εξέλιξη 1351
IV. Συνταγματική κατοχύρωση 1352
V. Ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 88 παρ. 2 και 5 και
90 παρ. 5 του Συντάγματος 1352
VI. Αιτιολογία στις προαγωγές των μελών του ΝΣΚ 1353
VII. Μονιμότητα 1355
VIII. Ζητήματα συνταγματικού ενδιαφέροντος στις λοιπές υπηρεσιακές σχέσεις
των μελών του ΝΣΚ 1355
1. Προηγούμενη ακρόαση και προαγωγή των μελών του ΝΣΚ 1355
2. Συμμετοχή μελών του Υπηρεσιακού Συμβουλίου που εξέτασε το ζήτημα στην κατόπιν
προσφυγής διαδικασία στην Ολομέλεια του ΝΣΚ 1356
3. Συνταγματικότητα της προϋπόθεσης διετούς υπηρεσίας στην επαρχία για προαγωγή 1356
4. Ασυμβίβαστο μελών του ΝΣΚ με άλλη μισθωτή υπηρεσία ή εργασία και εύρος εξαίρεσης 1356
5. Εύρος του ακυρωτικού ελέγχου σε μετάθεση μέλους του ΝΣΚ χωρίς αίτηση 1357
ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄
Διοίκηση
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Οργάνωση της διοίκησης
Άρθρ. 101 1357
Ι. Σύνταγμα 1359
1. Σύνταγμα 1975/1986/2001/2008/2019 1359
2. Ιστορική εξέλιξη των διατάξεων περί αποκεντρώσεως 1359
3. Σύνοψη των βασικών σημείων κατά την ψήφιση του άρθρου 101 στην Ε’ Αναθεωρητική
Βουλή και κατά την αναθεώρησή του στην Ζ’ Αναθεωρητική Βουλή 1360
4. Συστηματική ένταξη του άρθρου 101 στο Σύνταγμα 1361
ΙΙ. Νομοθετικό πλαίσιο 1362
1. Σύντομη ιστορική αναδρομή στους θεσμούς κρατικής αποκεντρωμένης διοίκησης 1362
2. Το ισχύον οργανωτικό σχήμα της αποκεντρωμένης κρατικής διοίκησης 1363
Α. Σύσταση Αποκεντρωμένων Διοικήσεων 1363
Β. Όργανα και στελέχωση των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων 1363
Γ. Αρμοδιότητες Αποκεντρωμένων Διοικήσεων 1364
ΙΙΙ. Η νομολογία για το άρθρο 101 Σ., η δικαστική προστασία και τα ένδικα βοηθήματα
κατά πράξεων της κρατικής αποκεντρωμένης διοίκησης 1364
1. Η νομολογία για το άρθρο 101 Σ. 1364
Α. Η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ κεντρικής διοίκησης, περιφερειακής κρατικής διοίκησης
και τοπικής αυτοδιοίκησης 1364
Β. Αρμοδιότητες επιτελικού, εκτελεστικού επιπέδου, ειδικές αρμοδιότητες 1365
Γ. Η ορθολογική οργάνωση της διοίκησης 1366
2. Η δικαστική προστασία και τα ένδικα βοηθήματα κατά πράξεων της κρατικής
αποκεντρωμένης διοίκησης 1366
IV. Η ερμηνεία του άρθρου 101 Σ. 1367
1. Βασικές ερμηνευτικές προσεγγίσεις της θεωρίας 1367
2. Κριτική της νομοθεσίας για την κρατική αποκέντρωση 1370
3. Κριτική της νομολογίας για την κρατική αποκέντρωση 1371
V. Το διοικητικό σύστημα κατά το σύνταγμα και η κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα:
διαπιστώσεις από την ιστορία των θεσμών και σκέψεις για τη συνταγματική αναθεώρηση 1371
Άρθρ. 101Α 1373
Ι. Η εμφάνιση των ανεξαρτήτων αρχών στην ελληνική έννομη τάξη 1375
1. Ειδικές ρυθμίσεις 1376
2. Το ίδιον των ανεξαρτήτων αρχών 1376
3. Η συνταγματικότητα της νομοθετικής εισαγωγής ανεξαρτήτων αρχών 1378
ΙΙ. Η συνταγματική κατοχύρωση πέντε ανεξαρτήτων αρχών 1378
1. Η αναθεώρηση του 2001 1378
2. Η αναθεώρηση του 2019 1379
ΙΙΙ. Η γενική ρύθμιση των συνταγματικά κατοχυρωμένων ανεξαρτήτων αρχών 1379
1. Το πεδίο εφαρμογής της συνταγματικής ρύθμισης 1379
2. Η ανεξαρτησία έναντι της πολιτικής εξουσίας 1379
3. Οι εγγυήσεις της ανεξαρτησίας 1382
Α. Συγκρότηση και λειτουργία κατά νόμον 1382
Β. Προσωπική ανεξαρτησία 1382
Γ. Λειτουργική ανεξαρτησία 1383
Δ. Ορισμένη θητεία 1383
IV. Τα όρια της ανεξαρτησίας (;) 1384
1. Ανεξάρτητες αρχές και Βουλή 1384
2. Ανεξάρτητες αρχές και δικαστική εξουσία 1385
Άρθρ. 102 1385
Ι. Σύνταγμα – Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας – Ενωσιακό δίκαιο 1389
1. Το Σύνταγμα 1975/1986/2001/2008/2019 1389
Α. Το άρθρο 102 όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση του 2001 1389
Β. Το άρθρο 102 στο Σύνταγμα του 1975 πριν από την αναθεώρηση του 2001 1390
2. Ιστορική εξέλιξη των διατάξεων περί τοπικής αυτοδιοικήσεως 1390
3. Σύνοψη των βασικών σημείων κατά την ψήφιση του άρθρου 102 στην Ε΄ Αναθεωρητική
Βουλή και κατά την αναθεώρησή του στην Ζ΄ Αναθεωρητική Βουλή 1391
4. Συστηματική ένταξη του άρθρου 102 στο Σύνταγμα 1392
5. Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας 1392
6. Το ενωσιακό δίκαιο 1393
ΙΙ. Νομοθετικό πλαίσιο 1393
1. Σύντομη ιστορική αναδρομή στους θεσμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης 1393
2. Το ισχύον οργανωτικό σχήμα της τοπικής αυτοδιοίκησης 1394
Α. Οι Δήμοι ως πρώτος βαθμός αυτοδιοίκησης 1394
α. Σύσταση Δήμων 1394
β. Όργανα και στελέχωση των Δήμων 1394
γ. Εκλογή δημοτικών αρχών 1394
δ. Αρμοδιότητες Δήμων 1395
Β. Οι Περιφέρειες ως δεύτερος βαθμός αυτοδιοίκησης 1395
α. Σύσταση Περιφερειών 1395
β. Οργάνωση και στελέχωση Περιφερειών 1395
γ. Εκλογή των περιφερειακών αρχών 1395
δ. Αρμοδιότητες Περιφερειών 1395
ε. Μητροπολιτική Περιφέρεια 1395
Γ. Οικονομικά Δήμων και Περιφερειών 1395
Δ. Κρατική εποπτεία στους Δήμους και τις Περιφέρειες 1396
Ε. Πειθαρχική και αστική ευθύνη των αιρετών στους Δήμους και τις Περιφέρειες 1396
ΙΙΙ. Η Νομολογία για το άρθρο 102 Σ., ο διοικητικός έλεγχος, η δικαστική προστασία
και τα ένδικα βοηθήματα κατά πράξεων των ΟΤΑ 1397
1. Η νομολογία για το άρθρο 102 Σ. 1397
Α. Μεταβολή του οργανωτικού σχήματος της τοπικής αυτοδιοίκησης 1397
Β. Κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ κεντρικής διοίκησης και ΟΤΑ στον πολεοδομικό σχεδιασμό 1397
Γ. Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και πόρων στους ΟΤΑ 1398
Δ. Δημοσιονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ 1398
ΣΤ. Μεταβολή νομοθετικού καθεστώτος ανάδειξης αντιδημάρχων μετά τις εκλογές 1398
Ζ. Ποσόστωση φύλου στους συνδυασμούς για τις εκλογές των ΟΤΑ 1398
2. Ο διοικητικός έλεγχος των πράξεων των ΟΤΑ 1399
IV. Η ερμηνεία του άρθρου 102 Σ. 1399
1. Βασικές ερμηνευτικές προσεγγίσεις της θεωρίας 1399
2. Κριτική της νομοθεσίας για την τοπική αυτοδιοίκηση 1401
3. Κριτική της νομολογίας για την τοπική αυτοδιοίκηση 1402
V. Τοπική αυτοδιοίκηση, κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα και σκέψεις για
το μέλλον του θεσμού 1402
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Υπηρεσιακή κατάσταση των οργάνων της διοίκησης
Άρθρ. 103 1403
Ι. Η διάταξη 1406
ΙΙ. Περιεχόμενο των διατάξεων και νομοθετική εξειδίκευσή τους 1407
1. Κανονιστικό περιεχόμενο 1407
2. Nομοθετική εξειδίκευση 1414
3. Η ειδική κατηγορία του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου
(άρθρα 36-42 Ν 4765/2021) και η πρόσφατη νομολογιακή αντιμετώπισή του 1415
ΙII. Σύνοψη 1421
Άρθρ. 104 1421
I. Η απαγόρευση της διπλοθεσίας στον δημόσιο τομέα 1422
ΙΙ. Οι δίκες των δημοσίων υπαλλήλων 1424
ΙΙΙ. Σύνοψη 1425
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Καθεστώς του Αγίου Όρους
Άρθρ. 105 1425
Ι. Ιστορικό Πλαίσιο 1426
ΙΙ. Θεωρία και νομολογιακή πράξη 1427
1. Διοίκηση και Εποπτεία 1427
Α. Αυτοδιοίκητο 1427
Β. Διοικητική οργάνωση 1428
Γ. Πνευματική εποπτεία 1429
Δ. Διοικητική εποπτεία 1429
2. Η προστασία των αγιορειτικών καθεστώτων 1429
Α. Αρχαίο προνομιακό καθεστώς 1429
Β. Εξουσιοδότηση υπέρ του Νόμου 1430
Γ. Ένταξη στην ΕΕ 1430
3. Ειδικότερα προνόμια 1431
Α. Κτήση της ελληνικής ιθαγένειας 1431
Β. Απαγόρευση εγκαταβίωσης ετεροδόξων ή σχισματικών 1431
Γ. Άβατο 1432
Δ. Αναπαλλοτρίωτο 1432
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΕΙΔΙΚΕΣ ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Ειδικές διατάξεις
Άρθρ. 106 1433
I. Εισαγωγή 1435
ΙΙ. Γενική περιγραφή και οικονομολογική ανάγνωση του άρθρου 106 Σ. 1435
ΙΙΙ. Το άρθρο 106 Σ. στο οικονομικό σύνταγμα της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης 1438
IV. H εφαρμογή του άρθρου 106 στην πράξη 1440
1. Μορφές, ένταση, όρια και προϋποθέσεις του κρατικού οικονομικού παρεμβατισμού 1440
2. Κρατικοποιήσεις 1442
3. Αποκρατικοποιήσεις και απελευθέρωση κοινωφελών υπηρεσιών 1442
4. Βιώσιμη ανάπτυξη 1445
5. Περιφερειακή ανάπτυξη – προαγωγή της οικονομίας των ορεινών, νησιωτικών
και παραμεθόριων περιοχών 1446
Άρθρ. 107 1446
Ι. Κρίσιμες συνταγματικές και νομοθετικές διατάξεις προ του ισχύοντος Συντάγματος 1447
ΙΙ. Διασφαλιστική και αναιρετική λειτουργία του άρθρου 107 Σ.: Η πρόσδοση τυπικών
ιδιαιτεροτήτων σε ειδικούς νόμους 1449
1. Η αυξημένη τυπική ισχύς της προ του Συντάγματος προστατευτικής νομοθεσίας 1449
2. Η εφάπαξ έκδοση νόμου για την αναθεώρηση ή τη λύση δικτατορικών ρυθμίσεων 1451
ΙΙΙ. Η προστασία των κεφαλαίων εξωτερικού κατά τη συνταγματικώς παγιωθείσα
προστατευτική νομοθεσία 1451
1. Το πεδίο εφαρμογής των συνταγματικών διατάξεων 1451
2. Οι βασικές συνταγματικώς προστατευόμενες ρυθμίσεις 1452
Άρθρ. 108 1453
Ι. Ιστορική διαμόρφωση και εξέλιξη των συνταγματικών ορισμών 1454
1. Το Σύνταγμα του 1975 1454
2. Οι αναθεωρήσεις του ισχύοντος Συντάγματος 1454
ΙΙ. Εθνικό δίκαιο 1455
1. Το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού 1455
2. Ο Κανονισμός της Βουλής 1456
3. Άλλα νομοθετήματα 1456
IΙΙ. Ο δικαστικός έλεγχος και η νομολογία 1457
ΙV. Εννοιολογικές οριοθετήσεις 1457
V. Η ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης 1458
1. Η κρατική μέριμνα (παρ. 1) 1458
2. Το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού (παρ. 2) 1459
VΙ. Σκέψεις και προτάσεις συνταγματικής ή νομοθετικής πολιτικής 1460
Άρθρ. 109 1461
Ι. Η διαμόρφωση της ρύθμισης 1462
1. Η ιστορική εξέλιξη 1462
2. Δικαιολογητική βάση της διάταξης 1462
ΙΙ. Το κοινό δίκαιο 1463
1. Ν 4182/2013 1463
2. Αστικός Κώδικας - Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας 1463
3. Δικαιοδοσία και αρμοδιότητα 1464
ΙΙΙ. Ο απαγορευτικός κανόνας της παρ. 1 1465
1. Αντικείμενο προστασίας 1465
Α. Διαθήκη ή δωρεά 1465
Β. Υπέρ του Δημοσίου ή κοινωφελούς σκοπού 1466
2. Απαγόρευση μεταβολής 1466
ΙV. Η εξαίρεση της παρ. 2 Σ. 1467
1. Οι προϋποθέσεις 1467
Α. Αδυναμία πραγματοποίησης της βούλησης του διαθέτη ή δωρητή 1467
Β. Δυνατότητα «πληρέστερης ικανοποίησης» 1468
2. Η συνέπεια 1469
V. Μητρώο Κοινωφελών Περιουσιών (Μητρώο Εθνικών Κληροδοτημάτων) 1469
ΤΜΗΜΑ Β΄
Αναθεώρηση του Συντάγματος
Άρθρ. 110 1470
I. Τα ουσιαστικά όρια της αναθεώρησης 1471
1. Απαγόρευση ολικής αναθεώρησης 1471
2. Απαγόρευση αναθεώρησης διατάξεων που καθορίζουν τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος 1472
3. Απαγόρευση μετατροπής του συστήματος διακυβέρνησης σε ημιπροεδρικό 1472
4. Απαγόρευση ουσιώδους συρρίκνωσης δικαιωμάτων 1472
5. Επιτρεπτή η διεύρυνση των περιορισμών της κυριαρχίας 1473
II. Η διαδικαστική οριοθέτηση της αναθεωρητικής λειτουργίας 1473
1. Η μηχανική της αναθεωρητικής διαδικασίας 1473
2. Δεσμευτικότητα των κατευθύνσεων της προτείνουσας Βουλής; 1474
3. Η αναθεώρηση διατάξεων θεματικά αλληλένδετων προς τις αναθεωρητέες 1475
III. Ο δικαστικός έλεγχος της αναθεώρησης 1477
1. Θεμελιώδης χαρακτήρας του Συντάγματος και δικαστικός έλεγχος 1477
2. Έλεγχος ουσιαστικών ή και διαδικαστικών ορίων; 1477
3. Η παραβίαση των ορίων αναθεώρησης ως κατάλυση του Συντάγματος; 1478
4. Νομολογία 1479
IV. Η αναθεώρηση των ορίων της αναθεωρητικής λειτουργίας 1479
1. Ταξινόμηση των θέσεων της θεωρίας 1479
2. Κριτήρια για την οριοθέτηση των μη αναθεωρήσιμων στοιχείων 1480
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρ. 111 1481
Ι. Παρ. 1 1482
ΙΙ. Παρ. 2 1483
ΙΙΙ. Παρ. 4 1483
ΙV. Παρ. 6 1484
Άρθρ. 112 1484
Άρθρ. 113 (Το άρθρο 113 καταργήθηκε με το Ψήφισμα της 25.11.2019.) 1485
Άρθρ. 114 (Το άρθρο 114 καταργήθηκε με το Ψήφισμα της 25.11.2019.) 1485
Άρθρ. 115 (Το άρθρο 115 καταργήθηκε με το Ψήφισμα της 25.11.2019.) 1485
Άρθρ. 116 1486
Ι. Εισαγωγή – ιστορική αναφορά 1486
ΙΙ. Θεωρητική ανάλυση 1487
ΙΙΙ. Νομοθετική εφαρμογή 1488
ΙV. Νομολογία του ΣτΕ 1489
V. Δίκαιο ΕΕ 1493
Άρθρ. 117 1497
Ι. Οι διατάξεις 1498
ΙΙ. Κανονιστικό περιεχόμενο των διατάξεων 1499
III. Νομολογιακές εφαρμογές 1502
1. Όσον αφορά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 1502
2. Όσον αφορά την εφαρμογή των παραγράφων 3 και 4 1502
3. Όσον αφορά την εφαρμογή της παραγράφου 7 1504
Άρθρ. 118 1504
Ι. Οι διατάξεις 1506
ΙI. Κανονιστικό περιεχόμενο των διατάξεων 1506
ΙII. Νομολογιακές εφαρμογές 1508
1. Όσον αφορά την εφαρμογή της παραγράφου 1 1508
2. Όσον αφορά την εφαρμογή της παραγράφου 2 1508
3. Όσον αφορά την εφαρμογή της παραγράφου 3 1509
4. Όσον αφορά την εφαρμογή των παραγράφων 6 και 7 1509
Άρθρ. 119 1510
Ι. Η διάταξη 1510
ΙΙ. Κανονιστικό περιεχόμενο της διάταξης 1511
ΙΙΙ. Νομολογιακές εφαρμογές 1511
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Ακροτελεύτια διάταξη
Άρθρ. 120 1511
I. Ιστορία 1513
II. Συστηματική ένταξη 1514
1. Η νομική φύση του δικαιώματος αντίστασης και η διάκρισή του από συναφείς έννοιες 1514
2. Το δικαίωμα αντίστασης σε σχέση με άλλες συνταγματικές διατάξεις 1516
III. Η Διεθνής Διάσταση: Συγκριτική επισκόπηση 1517
IV. Θεωρία 1518
1. Η έννοια της κατάλυσης του Συντάγματος 1518
2. Καθήκον ή Δικαίωμα 1520
V. Νομολογία 1520
VI. Καταληκτικές παρατηρήσεις 1521
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 1523
Σελ. 1
ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
[1975/1986/2001/2008/2019]
Προοίμιο
Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος.
ΕΙΔΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αλιβιζάτος Α., Επιβαλλόμεναι τροποποιήσεις των δύο πρώτων άρθρων του Συντάγματος, σε: Εράνιον Προς Γεώργιον Σ. Μαριδάκην, τ. Γ΄, 1964· Ηλιάδου Α., Το προοίμιο των Συνταγμάτων, ΔτΑ 16/2002· Κασιμάτης Γ., Το προοίμιο του Συντάγματος, σε: Ερμηνεία του Συντάγματος, 1999· Κονιδάρης Ι.Μ./Ανδρουτσόπουλος Γ.Ι., Προοίμιο, σε: Φ. Σπυρόπουλος/Ξ. Κοντιάδης/Χ. Ανθόπουλος/Γ. Γεραπετρίτης, Σύνταγμα κατ’ Άρθρο Ερμηνεία, 2017· Μουρατίδης Κ., Η συνταγματική κατοχύρωσις των ιερών κανόνων, Εκκλησία 51/1974· Παπαστάθης Χ., Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας κατά το Σύνταγμα του 1975, ΔκΠ 15/1988· Σταθόπουλος Μ., Θρησκευτική ελευθερία. Σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας, σε: Μελέτες Ι, 2007· Τσάτσος Θ., Εισήγησις επί των άρθρων 1 και 2 του συντάγματος, σε: Μελέται Συνταγματικού Δικαίου, 1958.
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ
Ι. Ιστορία Διάταξης
ΙΙ. Ερμηνεία της διάταξης. Θεωρία και νομολογιακή πρακτική
ΙΙΙ. Η συζήτηση για απάλειψη της θρησκευτικής επίκλησης
Ι. Ιστορία Διάταξης
Η συντριπτική πλειονότητα των σύγχρονων Συνταγμάτων περιλαμβάνουν προοίμιο, το οποίο κατά κανόνα θεσπίζεται κατά τον χρόνο που το ίδιο το Σύνταγμα τίθεται σε ισχύ. Ένα προοίμιο θέτει δηλαδή τον πρωταρχικό σκοπό του Συντάγματος, τον λόγο ύπαρξής του και τον τρόπο με τον οποίο καλείται να εξυπηρετήσει τους πολίτες. Εκτός από τη νομική δηλαδή υπόσταση, το προοίμιο έχει πολιτική, νομιμοποιητική, εκπαιδευτική και συμβολική λειτουργία.
Το ισχύον Σύνταγμα, όπως και τα προϊσχύσαντα ελληνικά Συντάγματα, δεν περιλαμβάνει προοίμιο με την έννοια που περιγράφεται πιο πάνω. Ήδη από τα επαναστατικά Συντάγματα είχε όμως καθιερωθεί η επίκληση της Αγίας Τριάδος, η οποία επαναλαμβάνεται, με μικρές λεκτικές διαφοροποιήσεις, στα μεταγενέστερα, με εξαίρεση τα Συντάγματα 1925-1927. Το κυβερνητικό σχέδιο Συντάγματος που αποτέλεσε τη βάση των συντακτικών εργασιών της Ε΄ Αναθεωρητικής Βουλής δεν περιλάμβανε επίκληση στην Αγία Τριάδα, ενόψει της ευρύτερης προσέγγισης πως οι συνταγματικές διατάξεις θεσπίζονται πρωτίστως υπέρ των ατομικών δικαιωμάτων. Εντούτοις η επίκληση προ-
Σελ. 2
στέθηκε στο τελικό κείμενο του Συντάγματος, ενόψει της επικράτησης της άποψης που δεν ευνοούσε πλήρη αντικατάσταση του πλαισίου ρύθμισης των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας προς την κατεύθυνση του χωρισμού. Έκτοτε, παραμένει αμετάβλητη κατά τη διατύπωση χωρίς να μεταφραστεί στη δημοτική.
ΙΙ. Ερμηνεία της διάταξης. Θεωρία και νομολογιακή πρακτική
Η επίκληση στην Αγία Τριάδα είχε ήδη τεθεί στο Προσωρινό Πολίτευμα της Επιδαύρου του 1822 ως έκφραση σύγχρονης ιστορικότητας και εξέφραζε τη σύνδεση ελληνικού έθνους-Ορθοδοξίας ως γινόταν αντιληπτή κατά τον χρόνο γένεσης του ελληνικού κράτους. Το νέο κράτος, βγαλμένο από αιώνες Τουρκοκρατίας στους οποίους η θρησκευτική συνείδηση ήταν καθοριστικό διακριτικό στοιχείο «ελληνικότητας», επικαλείτο την Αγία Τριάδα, όχι για σκοπούς συνταγματικής ερμηνευτικής λειτουργίας, αλλά για ιστορική καθοδήγηση και διατήρηση της ιστορικής μνήμης. Μια παρόμοια ιστορική νομιμοποιητική λειτουργία χρήσης του παρελθόντος με τη ματιά προς το μέλλον είναι συνήθης ρητορική τεχνική στη διαμόρφωση συνταγματικών προοιμίων.
Η κρατούσα στη θεωρία αντίληψη είναι πως η επίκληση της Αγίας Τριάδος στο Σύνταγμα έχει συμβολικό και όχι νομικό χαρακτήρα και ότι κατά συνέπεια αυτή στερείται κανονιστικών συνεπειών. Η πιο πάνω προσέγγιση συνάδει με την αντίληψη σύμφωνα με την οποία η έννοια της επικρατούσας θρησκείας είναι περιγραφικού χαρακτήρα και δεν ενέχει κανονιστικές συνέπειες. Η πρόσφατη κρίση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας για το μάθημα των θρησκευτικών κινήθηκε πάντως προς την αντίθετη κατεύθυνση. Από το συνολικό σκεπτικό της απόφασης της πλειοψηφίας του ΣτΕ φαίνεται να προκύπτει η αναγνώριση, περιορισμένων έστω, κανονιστικών συνεπειών στην επίκληση της Αγίας Τριάδος, αντίστοιχα προς όσα αποφασίστηκαν σε σχέση με την αναφορά στο άρθρο 3 παρ. 1 του Συντάγματος σε επικρατούσα θρησκεία. Την «περιορισμένη κανονιστική επιρροή» της προμετωπίδας του Συντάγματος αποδέχθηκε άλλωστε και η μειοψηφία της απόφασης του ΣτΕ, με αναφορά και στην αντίστοιχη προμετωπίδα του ελβετικού Συντάγματος.
ΙΙΙ. Η συζήτηση για απάλειψη της θρησκευτικής επίκλησης
Έχει υποστηριχθεί από μερίδα της θεωρίας πως η διατήρηση της θρησκευτικής επίκλησης στα συνταγματικά κείμενα συνηγορεί υπέρ της άποψης ότι αυτή πλέον ανήκει στη συνταγματική παράδο-
Σελ. 3
ση του ελληνικού κράτους, με συνεκτική και συμβολική σημασία. Έχει επίσης προβληθεί πως ενδεχόμενη απάλειψή της θα ισοδυναμούσε με άρνηση της ιστορικής και πολιτιστικής σύνδεσης της Ορθοδοξίας με την ταυτότητα του ελληνικού λαού. Από την άλλη, μερίδα της θεωρίας εισηγείται την απάλειψη της επίκλησης της Αγίας Τριάδος, είτε γιατί τη θεωρεί περιττή και ξένη προς το συνταγματικό κείμενο, είτε διότι θεωρεί πως αυτή αντίκειται ευθέως προς τη θρησκευτική ουδετερότητα του Κράτους.
Η προμετωπίδα του Συντάγματος δεν θα μπορούσε πάντως να θέσει υπό αμφισβήτηση τη θρησκευτική ουδετερότητα της πολιτείας. Παρόμοιες εκφράσεις οφείλονται κατά κανόνα σε ιστορικά αίτια και πολιτικούς συμβολισμούς, και η απλή επίκληση στην Αγία Τριάδα δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δικαιολογία για μεταβολή του καθεστώτος σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας που άλλως καθιερώνει το Σύνταγμα. Το ζήτημα της ενδεχόμενης απάλειψης της θρησκευτικής επίκλησης θα μπορούσε να συνδεθεί με μια ευρύτερη συζήτηση για εισαγωγή ενός σύγχρονου και ολοκληρωμένου προοιμίου στο ελληνικό Σύνταγμα.
Σελ. 5
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Μορφή του Πολιτεύματος
1 1. Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
2. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία.
3. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα.
ΕΙΔΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Amar A., Popular Sovereignty and Constitutional Amendment, σε: S. Levinson, Responding to Imperfection: The Theory and Practice of Constitutional Amendment, 1995· Βενιζέλος Ευ., Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου, 2021· Ο ίδιος, Το Κοινοβουλευτικό Πολίτευμα, 1987· Carbone G., Political Parties in a ‘No-Party Democracy’ Hegemony and Opposition Under ‘Movement Democracy’ in Uganda, Political Parties, 9/4, 2003· Γεραπετρίτης Γ., Η Οικονομική κρίση ως στοιχείο απορρύθμισης της ιεραρχίας των πηγών του Δικαίου, ΝοΒ, 2, 2012· Canovan M., The People, 2005· Derrida J., Declarations of Independence, New Political Science, 7, 1986· Δρόσος Γ., Συνταγματικά Ζητήματα του Μηχανισμού Δημοσιονομικής Προσαρμογής Προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης, ΕφΔιοικ. Δικ 2016· Ο ίδιος, Το «Μνημόνιο» ως σημείο στροφής του πολιτεύματος, διαθέσιμο σε: www.constitutionalism.gr· Ο ίδιος, Δοκίμιο Ελληνικής Συνταγματικής Θεωρίας, 1996· Elster J., Introduction, σε: J. Elster/R. Slagstad, Constitutionalism and Democracy, 1993· Ζώης Κ./Λασθιωτάκης Γ./Γιαννόπουλος Π., Η Ιστορική εξέλιξη των διατάξεων του Συντάγματος (1822-1986), 1998· Καϊδατζής Α., Το Σύνταγμα του 1844, διαθέσιμο σε: www.academia.edu· Kaltwasser C.-R., Militant Democracy versus Populism, σε: A. Malkopoulou/A. Kirshner, 2019· Καμτσίδου Ι., Οικονομική Κρίση, Σύνταγμα και Δημοκρατία, διαθέσιμο σε: www.constitutionalism.gr· Κασιμάτης Γ., Οι Βάσεις του Πολιτεύματος και οι Θεμελιώδεις Αρχές του Συντάγματος, 2002· Κατρούγκαλος Γ., Σχόλιο στην ΣτΕ Ολ 460/2013, σε: Θεωρία και Πράξη του Διοικητικού Δικαίου 1/2013· Καραβοκύρης Γ., Η Ιθαγένεια, το Έθνος και το Κράτος Δικαίου, σχόλιο στην ΣτΕ 350/2011, Εφημ. Διοικ. Δικ 2011· Kelsen H., On the Essence and Value of Democracy, σε: A. J. Jacobson/B. Schlink (eds), Weimar: A Jurisprudence of Crisis, University of California Press, 2000· Κοντιάδης Ξ., Οικονομική Κρίση, Κυριαρχία και Συνταγματική Μεταβολή, Εφ. Διοικ. Δικ 2012· Κουμάρος Ν./Μαντζούφας Γ., Αι Θεμελιώδεις συνταγματικαί αρχαί του Νέου Κράτους, Το Νέον Κράτος, 1938· Lefort C., The Question of Democracy, σε: Ο ίδιος, Democracy and Political Theory, 2003· Levinson S., Our Undemocratic Constitution: Where the Constitution goes Wrong (and How we People can Correct it), 2006· Loewenstein Κ., Militant Democracy and Fundamental Rights II, American Political Science Review, 31(4), 1937· Lyotard F., The Different: Phrases in Dispute· McCormick N., Constitutionalism and Democracy, σε: R. Bellamy (ed), Theories and Concepts of Politics, 1993· Malkopoulou A./Kirshner A., Militant Democracy and its Critics: Populism, Parties, Extremism, 2019· Μάνεσης Α., Η Συνταγματική Αναθεώρηση του 1986: Μια Κριτική Αποτίμηση της Νομικοπολιτικής Σημασίας της, 1989· Ο ίδιος, Η μυστική Ψήφος κατά το Σύνταγμα και την εκλογική νομοθεσία, 1980 α σε: Ο ίδιος, Συνταγματική Θεωρία και Πράξη τ. Α, 1980· Ο ίδιος, Ατομικές Ελευθερίες, 4η έκδ.· Μανιτάκης Α., Τι είναι Πολίτευμα, 2009· Ο ίδιος, Ελληνικό Συνταγματικό Δίκαιο Ι, 2004· Μαυριάς Κ., Συνταγματικό Δίκαιο, 6η έκδ., 2022· Ο ίδιος, Το Δικαίωμα Συλλογικής Εκφράσεως Πολιτικών Ιδεών και το Απαραβίαστο της Μορφής του Πολιτεύματος, ΤοΣ, (2) 1976, σελ. 631επ.· Michelman F., Constitutional Authorship by the People, Notre Dame Law Review, (74), 1999· Müller W., The People must be Extracted from within the People: Reflections on Populism, Constellations, (21), 2014· Ξηρός Θ., Κηδεμονευόμενος και Προκρούστειος Κοινοβουλευτισμός, 2008· Pitkin H., The Concept of
Σελ. 6
Representation, 1972· Roznai Y., We the Limited People? On the People as a Constitutional Organ in Constitutional Amendments, Supreme Court Law Review 2020· Ο ίδιος, The Straw that Broke the Constitution Back? Qualitive Quantity in Judicial Review of Constitutional Amendments, σε: A. Linares Cantillo (ed.), Constitutionalism: Old Dillemas, New Insights, 2021· Sajò A., Limiting Government: An Introduction to Constitutionalism, 1999· Σαρίπολος Ν., Πραγματεία του Συνταγματικού Δικαίου, (ανατύπωση, 1993)· Σούρλας Π., Η Διαπλοκή Δικαίου και Πολιτικής, 1989· Σπυρόπουλος Φ., Το δικαίωμα αντίστασης κατά το άρθρο 120 παρ. 4 Σ, (ebook) epoliteia.gr, Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, 2022· Ο ίδιος, Συνταγματικό Δίκαιο, 2η εκδ., 2020· Ο ίδιος, Άρθρο 1, σε: Χ. Ανθόπουλος/Γ. Γεραπετρίτης/Ξ. Κοντιάδης/Φ. Σπυρόπουλος, Σύνταγμα: Κατ’ άρθρο Ερμηνεία, 2017· Ο ίδιος, Η Λαϊκή Κυριαρχία ιδίως κατά την περίοδο της Οικονομικής Κρίσεως, ΔΣΑ, Μελέτες επί του μνημονίου 2013· Ο ίδιος, Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ως Ρυθμιστής του Πολιτεύματος, 1990· Holmes S./Sunstein G., The Politics of Constitutional Revision in Eastern Europe, σε: S. Levinson, Responding to Imperfection, 1995· Σωτηρέλης Γ., Σύνταγμα και Παγκοσμιοποίηση, 2022· Ο ίδιος, Σύνταγμα και Εκλογές στην Ελλάδα 1864-1909, 1991· Tierney S., Constitutional Referendums: The Theory and Practice of Republican Deliberation, 2012· Τσάτσος Δ., Συνταγματικό Δίκαιο τ. Α, 4η έκδ. 1994· Τασόπουλος Γ., Η Λαϊκή Κυριαρχία και η Πρόκληση της Αμεροληψίας, 2014· Τσάτσος Δ., Γενική Εισήγηση μειοψηφίας επί του κυβερνητικού Σχεδίου Συντάγματος, ΤοΣ, (1) 1975· Χαρχαλάκη Ι., Οι Πολιτειακές Επιπτώσεις της Οικονομικής Κρίσης στην Ελλάδα, 2019· Χριστόπουλος Δ., Η Ετερότητα ως σχέση Εξουσίας, 2002· Χρυσόγονος Κ., Συνταγματικό Δίκαιο, 3η έκδ., 2022α· Ο ίδιος, Εισηγήσεις Συνταγματικού Δικαίου, 2022β· Ο ίδιος, Η Αναθεώρηση του Συντάγματος και το Κοινοβουλευτικό Σύστημα, Δίκαιο και Πολιτική, (11) 1987.
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ
I. Κείμενο
II. Συστηματική ένταξη/Θεωρία
1. Η Μορφή του Πολιτεύματος
Α. Προεδρευομένη
Β. Κοινοβουλευτική
Γ. Δημοκρατία
2. Η Λαϊκή Κυριαρχία ως θεμέλιο του Πολιτεύματος
3. Ο Λαός και το Έθνος ως πηγή όλων των εξουσιών
ΙΙΙ. Το άρθρο 1 Σ. σε σχέση με άλλες συνταγματικές διατάξεις
ΙV. Νομολογία
V. Καταληκτικές παρατηρήσεις
I. Κείμενο
Άρθρο 1 Σχεδίου Συντάγματος 1975
«Η Ελλάς είναι προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Άπασαι αι εξουσίαι πηγάζουν εκ του έθνους υπάρχουν υπέρ αυτού και ασκούνται καθ’ ον τρόπον ορίζει το Σύνταγμα».
Άρθρο 1
«1. To πoλίτευμα της Eλλάδας είναι Πρoεδρευόμενη Koινoβoυλευτική Δημoκρατία.
2. Θεμέλιo τoυ πoλιτεύματoς είναι η λαϊκή κυριαρχία.
3. Όλες oι εξoυσίες πηγάζoυν από τo Λαό, υπάρχoυν υπέρ αυτoύ και τoυ Έθνoυς και ασκoύνται όπως oρίζει τo Σύνταγμα».
Σελ. 7
ΙΙ. Συστηματική ένταξη/Θεωρία
1. Η Μορφή του Πολιτεύματος
Το Σύνταγμα στον τίτλο του άρθρου 1 Σ. αναφέρεται στη μορφή του πολιτεύματος, ενώ ο ίδιος όρος (μορφή του Πολιτεύματος) αναφέρεται επίσης και στο άρθρο 110 Σ. το οποίο συμπεριλαμβάνει στις διατάξεις που δεν μπορούν να αναθεωρηθούν και αυτές που αφορούν τη μορφή και τη βάση του Πολιτεύματος. Η μορφή του Πολιτεύματος αφορά τον τρόπο ανάδειξης του αρχηγού του κράτους (αιρετός ή μη) ενώ οι βάσεις του Πολιτεύματος επεκτείνονται σε όλες τις διατάξεις που αφορούν τον αντιπροσωπευτικό, κοινοβουλευτικό και δικαιοκρατικό χαρακτήρα του Πολιτεύματος. Συνεπώς οι δύο αυτές έννοιες δεν ταυτίζονται. Ούτε επίσης η μορφή του Πολιτεύματος προσδιορίζεται αποκλειστικά στο άρθρο1 Σ., καθώς στο Σύνταγμα υπάρχουν μια σειρά από διατάξεις που αφορούν τη διαδικασία ανάδειξης των πολιτειακών οργάνων τα οποία εξειδικεύουν τη μορφή του Πολιτεύματος. Στο άρθρο 1 Σ., ωστόσο, καθορίζεται σε αδρές γραμμές η βάση του Πολιτεύματος, καθώς το άρθρο 1 Σ. στις παραγράφους 2 και 3 κάνει αναφορά στο θεμέλιο του Πολιτεύματος και στην πηγή των εξουσιών. H εξαγγελία της λαϊκής κυριαρχίας ως θεμελίου του Πολιτεύματος και του λαού ως πηγή όλων των εξουσιών παράλληλα με το έθνος εμπλουτίζουν πλέον την έννοια του πολιτεύματος με ουσιαστικούς πολιτειολογικούς σκοπούς. Ωστόσο, στις διατάξεις που προσδιορίζουν τη βάση του Πολιτεύματος δεν περιλαμβάνονται μόνο οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 1 Σ. Συμπεριλαμβάνονται και όλες οι διατάξεις που εξειδικεύουν τον δημοκρατικό, κοινοβουλευτικό και φιλελεύθερο χαρακτήρα του.
Α. Προεδρευομένη
Ο όρος Προεδρευομένη αναφέρεται στον αιρετό τρόπο επιλογής του αρχηγού του κράτους. Κατά τις συζητήσεις στην επιτροπή για τη σύνταξη του Συντάγματος, η μειοψηφία προσπάθησε να απαλειφθεί ο σχετικός όρος επειδή δημιουργούσε ασάφεια ως προς τον χαρακτηρισμό του Πολιτεύματος, ωστόσο η πλειοψηφία επέμενε στη διατήρησή του για να τονιστεί η διάκριση της μορφής του Πολιτεύματος που κατοχυρώνει το Σύνταγμα του 1975 από την Προεδρική και τη Βασιλευομένη Δημοκρατία. Δεν μπορεί όμως να παραγνωριστεί ότι, σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1975 πριν από την αναθεώρηση του 1986, ο ΠτΔ είχε αρμοδιότητες σχετικά με τον διορισμό και παύση της Κυβέρνησης, οι οποίες καίτοι δεν τον καθιστούσαν όργανο του κράτους με αρμοδιότητες αντίστοιχες με αυτές που έχει ο Πρόεδρος στα Προεδρικά συστήματα Κυβέρνησης, συγκροτούσαν μηχανι-
Σελ. 8
σμούς που προσομοίαζαν με το ορλεανικό σύστημα, στο οποίο η Κυβέρνηση πρέπει να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης τόσο της Βουλής όσο και του αρχηγού του κράτους. Μάλιστα, εφόσον οι διατάξεις περί της μορφής του Πολιτεύματος δεν μπορούν να αναθεωρηθούν, η αποσαφήνιση του όρου Προεδρευομένη και των αρμοδιοτήτων που συνεπάγεται κρίνεται απαραίτητη, καθώς σε περίπτωση που ο όρος Προεδρευομένη σημαίνει ότι συγκεκριμένες αρμοδιότητες (πέρα από τον αιρετό ή μη χαρακτήρα του αξιώματος) προσδιορίζουν και το περιεχόμενό του, τότε αυτές δεν μπορεί να αναθεωρηθούν. Η άποψη αυτή, ότι δηλαδή ο όρος Προεδρευομένη επεκτείνεται πέρα από την αντιδιαστολή με τη Βασιλευομένη Δημοκρατία και σε ένα σύνολο αρμοδιοτήτων που αντιστοιχούν σε ένα «ορλεανικού» τύπου πολίτευμα, δεν υποστηρίχθηκε ωστόσο ούτε από τον εισηγητή της πλειοψηφίας στη σχετική συζήτηση, καθηγητή Κ. Τσάτσο. Ούτε επίσης η θεωρία αμφισβήτησε ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος του 1986, η οποία τροποποίησε τις σχετικές διατάξεις περί διορισμού και παύσης της Κυβέρνησης και διάλυσης της Βουλής βρισκόταν εντός των ορίων αναθεώρησης που προβλέπει το άρθρο 110 Σ.. Συνεπώς, η αναθεώρηση του 1986 μπορούμε να ισχυριστούμε ότι επιβεβαίωσε την άποψη περί περιορισμού του νοηματικού εύρους του όρου Προεδρευομένη μόνο στον αιρετό τρόπο επιλογής του αρχηγού του κράτους σε αντιδιαστολή με τη Βασιλευομένη Δημοκρατία.
Β. Κοινοβουλευτική
Το Σύνταγμα εξαγγέλλει, όπως έχει αναφερθεί, όχι μόνο τον δημοκρατικό και προεδρευόμενο αλλά και τον κοινοβουλευτικό χαρακτήρα του Πολιτεύματος. Η κοινοβουλευτική αρχή σημαίνει ότι η Κυβέρνηση πρέπει να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής κατά τη διάρκεια της θητείας της, ενώ ειδικότερη έκφραση της αποτελεί η αρχή της δεδηλωμένης, σύμφωνα με την οποία και ο διορισμός της Κυβέρνησης εξαρτάται άμεσα από την τεκμαιρόμενη εμπιστοσύνη της Βουλής ως προς το πρόσωπο που διορίζεται Πρωθυπουργός. Τo Σύνταγμα του 1975 περιέχει την πληρέστερη σε σχέση με τα προηγούμενα Συντάγματα τυποποίηση της κοινοβουλευτικής Αρχής καθώς η εξαγγελία του άρθρου 1 Σ. συνοδεύεται από μια σειρά άλλων διατάξεων που την εξειδικεύουν συστηματικά. Η δε πρόταξή της στο άρθρο 1 Σ. τη συνδέει άμεσα με τη λαϊκή κυριαρχία, η οποία σύμφωνα με τη διατύπωση του άρθρου 1 παρ. 2 Σ. αποτελεί το θεμέλιο του Πολιτεύματος.
Σελ. 9
H κατοχύρωση της κοινοβουλευτικής αρχής με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (άμεση εκλογή των μελών του με καθολική ψηφοφορία) αποτελεί το χαρακτηριστικό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Ωστόσο, το κοινοβουλευτικό Πολίτευμα δεν είναι το μόνο πολίτευμα που ανήκει στην τυπολογία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Το Προεδρικό Πολίτευμα και το Πολίτευμα της Κυβερνώσας Βουλής εντάσσονται επίσης στο μοντέλο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Τo κοινό χαρακτηριστικό του Κοινοβουλευτικού Πολιτεύματος με τα άλλα Πολιτεύματα που εντάσσονται στο μοντέλο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας είναι ότι η νομοθετική λειτουργία εκτελείται από ένα αντιπροσωπευτικό σώμα. Διαφοροποιείται όμως ως προς την πολιτική ευθύνη της Κυβέρνησης έναντι της Βουλής και κατ’ επέκταση έναντι του λαού μέσω των διαδικασιών διορισμού και παύσης τη Κυβέρνησης και διάλυσης της Βουλής, στις οποίες η συναίνεση της Βουλής είναι απαραίτητη. Στο Κοινοβουλευτικό Πολίτευμα η Κυβέρνηση προέρχεται από τη Βουλή και η διατήρησή της στην εξουσία εξαρτάται από τη Βουλή. Αυτά τα χαρακτηριστικά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας αποτέλεσαν στη συζήτηση για τη σύνταξη του Συντάγματος, το βασικό επιχείρημα της μειοψηφίας υπέρ της απάλειψης του όρου Προεδρευομένη από τον χαρακτηρισμό του Πολιτεύματος αλλά και των διατάξεων που αναγνώριζαν ενισχυμένο ρόλο στον ΠτΔ όσον αφορά τον διορισμό και παύση της Κυβέρνησης και τη διάλυση της Βουλής.
Γ. Δημοκρατία
Δημοκρατία είναι το Πολίτευμα στο οποίο πηγή των εξουσιών είναι ο Λαός, οι οποίες (εξουσίες) ασκούνται δια εκλεγμένων αντιπροσώπων. Στη δημοκρατία ο Λαός δεν ετεροπροσδιορίζεται από άλλες δυνάμεις. Είναι ο ανώτατος φορέας της πολιτειακής εξουσίας. Στο άρθρο 1 Σ. η δημοκρατία τυποποιείται και ως βάση του Πολιτεύματος (λαϊκή κυριαρχία ως θεμέλιο του Πολιτεύματος και Λαός ως πηγή των εξουσιών) αλλά και ως στοιχείο της μορφής του Πολιτεύματος, δηλαδή της διάρθρωσης των σχέσεων μεταξύ των άμεσων οργάνων του κράτους (Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία).
Θεμελιώδης διαδικαστικός κανόνας της σύγχρονης δημοκρατίας είναι η αρχή της πλειοψηφίας. Ωστόσο, χαρακτηριστικό του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι ο αυτοκαθορισμός των ατόμων με τη συμμετοχή τους στην άσκηση κρατικής εξουσίας. Η κατοχύρωση των ατομικών ελευθεριών προστατεύει το σύνολο των πολιτών, ανεξάρτητα από το εάν ανήκει στην πλειοψηφία ή μειοψηφία διότι ο κάθε πολίτης μπορεί να έχει κάποτε διαφορετική από την κρατούσα γνώμη. Η ελευθερία πρέπει
Σελ. 10
να είναι αδιαίρετη –να ανήκει σε όλους τους πολίτες στον ίδιο βαθμό– έτσι ώστε να έχει ουσιαστικό νόημα η πολιτική ισότητα. Στον βαθμό που οι ατομικές ελευθερίες εγγυώνται την ανεμπόδιστη και ανόθευτη άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων, προστατεύουν δηλαδή την αυθεντικότητα της πολιτικής βούλησης του λαού, θα πρέπει να διασφαλίζουν έναν ίσο βαθμό ελευθερίας για τον καθένα / καθεμία. Η διαδικαστική πτυχή της ελευθερίας έχει ως συμμετρικό της κάτοπτρο την ίση πολιτική ελευθερία. Αναγνωρίζει τη διαφωνία ως συστατικό στοιχείο των διαδικασιών λήψης απόφασης που εγγυάται ένα δημοκρατικό καθεστώς. Οι διαδικασίες πρέπει να «υπηρετούν» τη διαφωνία και την ετεροδοξία και όχι να τις καταπνίγουν.
Σύμφωνα με τον Hans Kelsen, η αρχή της πλειοψηφίας είναι αλληλένδετη με την ελευθερία. Το γεγονός της γέννησής μας συνιστά τη γενέθλια πράξη της ένταξής μας σε μια ήδη υφιστάμενη έννομη τάξη, στη θεμελίωση και δημιουργία της οποίας δεν έχουμε συμμετέχει. Η αλλαγή της μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μόνο μιας δράσης που σέβεται την αρχή της πλειοψηφίας, καθώς σε διαφορετική περίπτωση η αλλαγή θα είχε τον χαρακτήρα επιβολής. Η δε αρχή της πλειοψηφίας δεν μεταβάλλεται σε επιβολή στον βαθμό που διασφαλίζεται θεσμικά η δυνατότητα η μειοψηφία να γίνει πλειοψηφία. Η δυνατότητα αυτή διασφαλίζεται ουσιαστικά μόνο όταν τα δικαιώματα των μελών της μειοψηφίας διασφαλίζουν έναν βαθμό ελευθερίας ίδιο με αυτόν των μελών της πλειοψηφίας. Οι ατομικές ελευθερίες λειτουργούν λοιπόν ως εγγύηση των πολιτικών δικαιωμάτων που επιτρέπουν την εναλλαγή των πλειοψηφιών.
Στις σύγχρονες δημοκρατίες η πολιτική εξουσία ασκείται στο «όνομα» ενός συλλογικού υποκειμένου, το οποίο έχει μεν συγκεκριμένη σύνθεση (η οποία εξελίσσεται δυναμικά) όχι όμως συγκεκριμένη έκφραση, καθώς οι τρόποι έκφρασης (εκλογές, δημοψηφίσματα, δικαιώματα συλλογικής δράσης, συμμετοχή στη δημόσια σφαίρα) επιτρέπουν τη λήψη αποφάσεων χωρίς οι αποφάσεις αυτές και οι πλειοψηφίες που τις στηρίζουν να θεωρούνται οριστικές και αμετάβλητες. Το στοιχείο αυτό είναι κρίσιμο για να κατανοήσουμε τον ρόλο της αρχής της πλειοψηφίας στις σύγχρονες δημοκρατίες αλλά και την εργαλειακή χρήση του από πολιτικές συσσωματώσεις οι οποίες εκφράζονται εν ονόματι της πλειοψηφίας ως αυθεντικοί εκφραστές της. Σε αυτή την περίπτωση η δυναμική φύση του λαού, η οποία καθιστά κάθε επιμέρους έκφρασή του μια ατελή (μη οριστική) απόπειρα εκπροσώπησής του, αντικαθίσταται από μια έννοια στατική που βασίζεται σε μια κτητική πρόσ-
Σελ. 11
ληψη της αρχής της πλειοψηφίας. Ωστόσο, η οικειοποίηση του Συντάγματος από ένα υποσύνολο του λαού αλλάζει τη νοηματοδότηση του Συντάγματος.
Εφόσον λοιπόν η σύγχρονη μορφή δημοκρατίας συνδέεται καταστατικά με την κατοχύρωση των ατομικών δικαιωμάτων, είναι δηλαδή μια φιλελεύθερη δημοκρατία, δημιουργείται το ερώτημα το οποίο απασχολεί έντονα τη σύγχρονη συνταγματική θεωρία, εάν είναι δυνατή μια μορφή αντι-φιλελεύθερης δημοκρατίας. Εάν δηλαδή μπορεί να θεωρείται δημοκρατική μια μορφή διακυβέρνησης, η οποία σέβεται μεν την αναγκαιότητα προσφυγής στον λαό ως μέθοδο για τη νομιμοποίηση των αποφάσεων που λαμβάνουν τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας, αλλά θεωρεί ότι υπό την αρχή της πλειοψηφίας πρέπει να «υποτάσσονται» και τα φιλελεύθερα στοιχεία του Πολιτεύματος. Πρόκειται δηλαδή για Πολιτεύματα τα οποία διατηρούν το διαδικαστικό στοιχείο της δημοκρατικής νομιμοποίησης, χωρίς όμως τα αντίβαρα και τους περιορισμούς που καθιστούν την αρχή της πλειοψηφίας «οριοθετημένη».
Ωστόσο, τα καθεστώτα αυτά ακόμη και όταν σέβονται τη δημοκρατία ως διαδικασία παραμερίζουν εντελώς το κανονιστικό πρόταγμα που υπηρετεί η διαδικασία, δηλαδή τον πλουραλισμό και τη διαφωνία. Γι' αυτό άλλωστε, παρά την τήρηση των δημοκρατικών διαδικασιών στη λήψη των αποφάσεων, το πολιτικό και συνταγματικό τους πρόταγμα βασίζεται σε μια έννοια της αντιπροσώπευσης στην οποία ο Λαός έχει κάποιες προδεδομένες ιδιότητες που προσδιορίζουν επακριβώς όχι μόνο το υποκείμενο της αντιπροσώπευσης αλλά και το αντικείμενό της, δηλαδή τις συγκεκριμένες ιδιότητες και μόνο αυτές. Ο Λαός εκλαμβάνεται ως ένα κλειστό αυτό-αναφορικό σύνολο και όχι ως μια αναστοχαστική οντότητα.
Η αλληλεξάρτηση μεταξύ διαδικασίας και κανονιστικού προτάγματος στο σύγχρονο παράδειγμα της δημοκρατίας καθιστά επίκαιρο τον προβληματισμό σχετικά με τα πιθανά μέσα άμυνας της δημοκρατίας στις αποκαλούμενες σύγχρονες απειλές. Όταν δηλαδή το κανονιστικό της πρόταγμα απειλείται από πολιτικές δυνάμεις οι οποίες έχουν κερδίσει την κοινοβουλευτική και πιθανόν και την απαιτούμενη για την αναθεώρηση του Συντάγματος πλειοψηφία μέσω δημοκρατικών εκλογών. Ο προβληματισμός αυτός αφορά πιο συγκεκριμένα το ζήτημα της «μαχόμενης» δημοκρατίας. Πρόκειται για εκείνη τη μορφή της δημοκρατίας η οποία επιλέγει να καταπολεμήσει τη «φωτιά με φωτιά». Επιλέγει δηλαδή να απαγορεύσει την πολιτική δράση των εχθρών της προληπτικά ακόμη και εάν δεν έχουν διαπράξει αξιόποινες πράξεις, επειδή η δράση τους συνιστά κίνδυνο για την ύπαρξη της. H μαχόμενη εκδοχή της δημοκρατίας βρίσκεται αντιμέτωπη με το εξής δίλημμα: Ή θα επιτρέ-
Σελ. 12
ψει στους εχθρούς της να χρησιμοποιήσουν την ανοχή στη διαφορετική άποψη και τις ελεύθερες εκλογές για να καταλάβουν την εξουσία ή θα προσπαθήσει να τους εμποδίσει με τίμημα την απίσχναση θεμελιωδών αρχών της δημοκρατίας όπως είναι η τιμωρία μόνο των πράξεων και όχι του φρονήματος και η ελεύθερη συμμετοχή στις εκλογές. Το δίλημμα αυτό γίνεται εμφανές στην περίπτωση απαγόρευσης πολιτικών κομμάτων ιδίως αν αυτά εκφράζουν τη σχετική έστω πλειοψηφία του εκλογικού σώματος. Η ανάγκη απαγόρευσης ενός κόμματος που εκφράζει την πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα είναι μια έμπρακτη απόδειξη ότι στη συγκεκριμένη πολιτεία η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν αποτελεί μια βιώσιμη πρακτική. Είτε γιατί η πλειοψηφία δεν ενστερνίζεται τις ουσιαστικές προϋποθέσεις για την ύπαρξή της, είτε γιατί για να επιβιώσει η φιλελεύθερη δημοκρατία πρέπει να απαρνηθεί τη διαδικαστική της διάσταση όπως αυτή εκφράζεται από την αρχή της πλειοψηφίας.
2. Η Λαϊκή Κυριαρχία ως θεμέλιο του Πολιτεύματος
Η Λαϊκή Κυριαρχία συνδέεται άμεσα με τον Λαό ως θεμέλιο όλων των εξουσιών. Συνδέεται άμεσα επίσης με την καθολικότητα και ισότητα της ψήφου. Η διάταξη περί Λαϊκής Κυριαρχίας δεν έχει απλώς διακηρυκτικό χαρακτήρα. Αποτελεί άμεσα ισχύον δίκαιο. Το κανονιστικό περιεχόμενο της εν λόγω διάταξης είναι ότι η διαμόρφωση της πολιτικής βούλησης του Λαού πρέπει να γίνεται σε καθεστώς πολιτικής ελευθερίας και ισότητας.
Ωστόσο, η έννοια της λαϊκής κυριαρχίας παρουσιάζει ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία επηρεάζουν βασικά στοιχεία του φιλελεύθερου δημοκρατικού υποδείγματος. Ο λαός μπορεί να είναι κυρίαρχος μόνο εφόσον έχει μια υπερ-ιστορική διάσταση, μια διάσταση η οποία συμπεριλαμβάνει και τις μελλοντικές γενιές. Επιπλέον, για να δρα ως κυρίαρχος απαιτείται μια μορφή αντιπροσώπευσης η οποία επιτρέπει να λαμβάνονται αποφάσεις στο όνομά του. Τα άτομα μόνο ως μέρη ενός συνόλου και όχι ως άτομα καθαυτά μπορούν να είναι κυρίαρχος λαός. Όπως πολύ ορθά επισημαίνει ο Γιάννης Τασόπουλος «υπάρχει προφανής ένταση ανάμεσα στον ελληνικό λαό ως κυρίαρχο και στο σύνολο των Ελλήνων πολιτών, καθένας από τους οποίους είναι κατ’ ίσον ποσοστό φορεύς της λαϊκής κυριαρχίας». Η πολλαπλότητα των βουλήσεων του συλλογικού υποκειμένου που αποκαλείται λαός αντιμετωπίζεται ως μονοπρόσωπη βούληση. Υπό αυτή την έννοια η ισοπολιτεία και ισονομία αποτελούν τις βάσεις του διαδικαστικού στοιχείου της λαϊκής κυριαρχίας, η οποία στον σύγχρονο κόσμο είναι αλληλένδετη με τη δημοκρατική μορφή διακυβέρνησης, καθώς επιτρέπουν την εναλλαγή μεταξύ πλειοψηφίας και μειοψηφίας. Ταυτόχρονα όμως αποτελούν πεδίο έντασης μεταξύ πλειοψηφίας και μειοψηφίας επειδή αποτελούν τη βάση για τον παραμερισμό της αρχής της πλειοψηφίας ως μεθόδου λήψης αποφάσεων σε κάποιες περιπτώσεις όπως είναι η προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Η λαϊκή κυριαρχία υπό τη μορφή της δημοκρατικού Πολιτεύματος δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την αναγνώριση της ετερότητας και του πλουραλισμού. Άλλωστε, η αρχή της πλειοψηφίας προϋποθέτει την ισότητα των εκπεφρασμένων γνωμών, καθώς εξαρτώντας τη λήψη της απόφασης αποκλειστικά από την αριθμητική υπεροχή αποκλείει οποιοδή-
Σελ. 13
ποτε άλλο κριτήριο στάθμισης που βασίζεται σε ιδιότητες ξένες ως προς την αρχή της ίσης δυνατότητας του καθένα να συμβάλει στο αποτέλεσμα της απόφασης.
3. Ο Λαός και το Έθνος ως πηγή όλων των εξουσιών
“Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα”.
Με την παράγραφο 3 του άρθρου 1 Σ. ορίζεται ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα. Η αναφορά σε εξουσίες συμπεριλαμβάνει όλες τις εξουσίες που προβλέπει το Σύνταγμα, δηλαδή εκτός των τριών που προβλέπονται στο άρθρο 26 Σ. και της αναθεωρητικής, καθώς και της εξουσίας παραχώρησης αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στο Σύνταγμα σε διεθνείς οργανισμούς όπως προβλέπει το άρθρο 28 παρ. 2.
Ο λαός ως πηγή των εξουσιών σημαίνει ότι ύπατο θεμέλιο της εξουσίας των αντιπροσώπων είναι η ανάδειξή τους από τον λαό. Το απώτατο σημείο δημοκρατικής νομιμοποίησης της δράσης των οργάνων της πολιτείας είναι ο ίδιος ο λαός και δεν νοείται δράση αυτών των οργάνων χωρίς έστω έμμεση αναγωγή στον λαό. Στο Σύνταγμα του 1975 επανέρχεται (με μια σημαντική προσθήκη) επίσης η διατύπωση που υπήρχε στο Σύνταγμα της Τροιζήνας και στο Σύνταγμα του 1927 σχετικά με τον λόγο ύπαρξης των εξουσιών. Στο Σύνταγμα του 1975 εμφανίζεται ο λαός είναι η πηγή όλων των εξουσιών οι οποίες υπάρχουν όμως υπέρ του λαού και του έθνους.
Με αυτό τον τρόπο όμως το έθνος μετατρέπεται από πηγή σε σκοπό της άσκησης των εξουσιών. Παρά την αντίθετη άποψη της νομολογίας (ΣτΕ Ολ 460/2013), η ρήτρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δεσμεύει λειτουργικά άλλες συνταγματικές διατάξεις ωθώντας σε μια εθνοκεντρική ερμηνεία τους. Ωστόσο δεν στερείται εντελώς κανονιστικού περιεχομένου. Η ρήτρα υπέρ του έθνους έχει ως πεδίο εφαρμογής τον καθορισμό των σχέσεων μεταξύ του ελληνικού κράτους και του εκτός συνόρων ελληνισμού, εξειδικεύεται δε στην υποχρέωση μέριμνας για τους απόδημους που εμπεριέχεται στο άρθρο 108 παρ. 1 εδ. α΄ και β΄ Σ..
Η τρίτη ρήτρα που εμπεριέχεται στο άρθρο 1 παρ. 3 Σ. αφορά τον τρόπο άσκησης των εξουσιών. Σύμφωνα με τη διατύπωση της διάταξης όλες οι εξουσίες ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα. H σημασία αυτής της ρήτρας είναι ότι θέτει μια αρχή που προσδιορίζει ένα βασικό χαρακτηριστικό
Σελ. 14
της συνταγματικής δημοκρατίας, στοιχείο της οποίας είναι η οριοθέτηση της εξουσίας με δεσμευτικούς κανόνες δικαίου. Η οριοθέτηση της εξουσίας σύμφωνα με δεσμευτικούς κανόνες, οι οποίοι οριοθετούν τα όρια άσκησης των εξουσιών από τα όργανα της Πολιτείας, συνδέεται καταστατικά με την έννοια του Συνταγματισμού. Η οριοθέτηση της πολιτικής εξουσίας είναι σύστοιχη με την αντι-πλειοψηφική εκδοχή της δημοκρατίας, η οποία αναγνωρίζει ως όριο της αρχής της πλειοψηφίας την προστασία της ετερότητας και του πλουραλισμού. Η ρήτρα της οριοθετημένης εξουσίας εξειδικεύεται στο Σύνταγμα με τις διατάξεις που αφορούν τον αυστηρό χαρακτήρα του ελληνικού Συντάγματος (άρθρο 110) και τον δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων.
Ωστόσο, η αναφορά στην ίδια διάταξη του λαού ως πηγή όλων των εξουσιών και του Συντάγματος ως ορίου άσκησης των εξουσιών θέτει το ζήτημα της θέσης του λαού στη συνταγματική δημοκρατία, καθώς ο λαός έχει τη διττή ιδιότητα να αποτελεί φορέα της συντάσσουσας (έστω και πλασματικά) εξουσίας και φορέα συντεταγμένων εξουσιών όταν λειτουργεί ως όργανο της Πολιτείας. Το κρίσιμο λοιπόν ζήτημα είναι εάν ο λαός ως συντεταγμένη εξουσία (όταν δηλαδή λειτουργεί ως όργανο της Πολιτείας) μπορεί να ενεργήσει και ως συντάσσουσα εξουσία, επειδή αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα ως η πηγή όλων των εξουσιών. Το ζήτημα αυτό ανακύπτει κυρίως στις συνταγματικές τάξεις στις οποίες η αναθεώρηση του Συντάγματος προϋποθέτει τη συμμετοχή του λαού μέσω δημοψηφίσματος. Όταν ο λαός ενεργεί ως φορέας της αναθεωρητικής λειτουργίας, ακόμη και μέσω δημοψηφίσματος, δεν παύει πάντως να λειτουργεί ως φορέας μιας συντεταγμένης εξουσίας, δηλαδή ως όργανο της Πολιτείας. Ωστόσο, σε κάποιες δικαιοταξίες η άμεση εμπλοκή του λαού στην αναθεωρητική διαδικασία εκλαμβάνεται ως ultimum κριτήριο για την αποδοχή της από τα υπόλοιπα όργανα της Πολιτείας. Μια αποδοχή που μπορεί να έχει είτε τη μορφή της συμμόρφωσης στη ρύθμιση που εμπεριέχει η αναθεωρημένη διάταξη μέσω της εφαρμογής της, είτε στην αποφυγή δικαστικού ελέγχου της επειδή τα δικαστήρια θεωρούν ότι δεν έχουν την αρμοδιότητα να ελέγξουν μια συνταγματική αλλαγή που απορρέει άμεσα από τον λαό.
Στην Ελλάδα, πάντως, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 3, 44 παρ. 2 και 100 παρ. 2-5 Σ., προκύπτει ότι η διαδικασία του δημοψηφίσματος δεν μπορεί να υποκαταστήσει την αναθεωρητική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 110 Σ., σύμφωνα με την οποία η συμμετοχή του λαού εξαντλείται στις εκλογές που μεσολαβούν μεταξύ των δύο Βουλών που επιλαμβάνονται της αναθεώρησης. Διαφορετικό ζήτημα είναι εάν είναι δυνατή η εισαγωγή του δημοψηφίσματος στην αναθεωρητική διαδικασία (αντί της παρεμβολής εκλογών και απόφασης δύο διαδοχικών Βουλών) μέσω αναθεώρησης των διατάξεων του άρθρου 110 παρ. 2-5 Σ. Κατά την ορθότερη άποψη, μια τέτοια δυνατότητα είναι εφικτή εφόσον δε θίγεται ο αυστηρός χαρακτήρας του Συντάγματος,
Σελ. 15
όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 110 παρ1 Σ., δηλαδή δεν επιχειρείται μέσω της άμεσης συμμετοχής του λαού η αναθεώρηση του άρθρου 110 παρ. 1 Σ..
ΙII. Η σχέση του άρθρου 1 με άλλες συνταγματικές διατάξεις
Η ανάλυση ως προς τη συστηματική ένταξη του άρθρου 1 στο Σύνταγμα επιβάλλει και την ανάλυση της σχέσης του με άλλες συνταγματικές διατάξεις, οι οποίες επηρεάζουν την εξέταση και αποτίμηση του κανονιστικού του περιεχομένου. Οι διατάξεις αυτές μπορούν να διακριθούν σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι διατάξεις που εξειδικεύουν βασικές έννοιες οι οποίες εμπεριέχονται ρητά ή υπόρρητα από τη διάταξη του άρθρου 1, όπως είναι η μορφή του Πολιτεύματος (μέρος τρίτο του Συντάγματος, κεφάλαια Β, Γ, Δ) ή η δημοκρατική αρχή. Συνεπώς, όλες οι διατάξεις οι οποίες εξειδικεύουν τις αρμοδιότητες και τους κανόνες λειτουργίας των άμεσων οργάνων του κράτους που σχετίζονται με τη μορφή του Πολιτεύματος ως Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία. Μια δεύτερη κατηγορία διατάξεων αφορούν τις διατάξεις οι οποίες αναφέρονται άμεσα σε έννοιες που εμπεριέχονται στο κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 1 Σ., όπως είναι το άρθρο 110 παρ. 1 Σ. Κατά το άρθρο 110 παρ. 1 Σ., δεν επιτρέπεται η αναθεώρηση των διατάξεων που αφορούν τη μορφή και τη βάση του Πολιτεύματος.
Η μορφή του πολιτεύματος ταυτίζεται με τον συνταγματικά προβλεπόμενο τρόπο ανάδειξης του αρχηγού του κράτους. Συνεπώς, δεν μπορεί να αναθεωρηθεί ο αιρετός χαρακτήρας της επιλογής του αρχηγού του κράτους. Δεν μπορεί επίσης να αναθεωρηθούν τα χαρακτηριστικά της εκλογής του αρχηγού του κράτους τα οποία καθιστούν το Πολίτευμα Προεδρευομένη και όχι Προεδρική ή ημι-προεδρική Δημοκρατία. Επίσης, δεν μπορούν να αναθεωρηθούν τα χαρακτηριστικά του πολιτεύματος που παραπέμπουν στον κοινοβουλευτικό χαρακτήρα του αντιπροσωπευτικού συστήματος διακυβέρνησης που κατοχυρώνει το ελληνικό Σύνταγμα. Δεν επιτρέπεται δηλαδή να αντικατασταθεί η κοινοβουλευτική δημοκρατία με το Πολίτευμα της κυβερνώσας Βουλής ακόμη και εάν το τελευταίο εμπίπτει στα αντιπροσωπευτικά συστήματα διακυβέρνησης. Ούτε θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν οι διατάξεις που προσδιορίζουν τα ειδικότερα στοιχεία της κοινοβουλευτικής αρχής, όπως είναι η εξάρτηση της Κυβέρνησης από την εμπιστοσύνη της Βουλής ή η δυνατότητα κοινοβουλευτικού ελέγχου της Κυβέρνησης.
Όσον αφορά τη βάση του Πολιτεύματος, παγίως η συνταγματική θεωρία δέχεται ότι εντοπίζεται στη δημοκρατική μορφή του Πολιτεύματος. Συνεπώς, δεν μπορούν να αναθεωρηθούν οι διατάξεις που προσδιορίζουν τον λαό ως ύπατο θεμέλιο του Πολιτεύματος όπως είναι η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 Σ. και η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 εδ. α΄. Στον βαθμό δε που η δημοκρατική μορφή του πολιτεύματος υλοποιείται πρωταρχικά μέσω της αντιπροσωπευτικής αρχής, δεν θα μπορούσε να αντικατασταθεί το υπάρχον σύστημα νομοθέτησης από ένα άλλο ακόμη και εάν ήταν ένα σύστημα που έχει δημοκρατική νομιμοποίηση (π.χ. υποκατάσταση της Βουλής με ένα σύστημα νομοθέτησης
Σελ. 16
μέσω λαϊκής πρωτοβουλίας και δημοψηφισμάτων). Ούτε θα μπορούσε να καταργηθεί η διαμεσολάβηση των κομμάτων στην εκλογή των αντιπροσώπων και να αντικατασταθεί από ένα σύστημα εκλογής ανεξάρτητων υποψηφίων χωρίς κομματική ένταξη, καθώς η αντιπροσωπευτική δημοκρατία λειτουργεί δια του θεσμού των κομμάτων. Ο πρωταρχικός χαρακτήρας της Βουλής στο αντιπροσωπευτικό σύστημα επιβάλλει επίσης τη μη αναθεώρηση των διατάξεων που επιβεβαιώνουν αυτό τον χαρακτήρα, όπως είναι η διάταξη περί οργανωτικής αυτονομίας της Βουλής (άρθρο 65 Σ.).
Τέλος, θα μπορούσαν να αναφερθούν και άλλες δύο διατάξεις του ελληνικού Συντάγματος, οι οποίες αν και δε συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το άρθρο 1 Σ. αναδεικνύουν τη σημασία του για τη συνταγματική οργάνωση της Ελληνικής Πολιτείας. Πρόκειται για διατάξεις οι οποίες μαζί με το άρθρο 110 Σ. και το άρθρο 1 παρ. 3 Σ. συνιστούν ένα πλέγμα γενικών εγγυήσεων τηρήσεως του Συντάγματος.
Πρόκειται για το πλέγμα των διατάξεων του άρθρου 120 Σ. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το δικαίωμα αντίστασης ανεξάρτητα από το εάν το εκλάβουμε ως ατομικό δικαίωμα, συλλογικό δικαίωμα του ελληνικού λαού ή εξουσία του λαού δεν παύει να ασκείται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 εδ. γ του Συντάγματος, η οποία ορίζει ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό, ασκούνται όμως όπως ορίζει το Σύνταγμα. Συνεπώς, είτε ως δικαίωμα είτε ως εξουσία μπορεί να ασκηθεί μόνο υπό τις προϋποθέσεις που θέτει το ίδιο το άρθρο 120 παρ. 4 Σ. Αποσκοπεί δε στη διατήρηση της υφιστάμενης συνταγματικής τάξης ως συντεταγμένης δηλαδή οριοθετημένης εξουσίας και όχι στην ανατροπή της. Πρόκειται για ένα «συντηρητικό» δικαίωμα. Στον βαθμό επίσης που ο λαός αναγορεύεται σε ύπατο εγγυητή της συνταγματικής νομιμότητας, δηλαδή σε εγγυητή της δυνατότητάς του να είναι πολιτικά αυτεξούσιος, μπορούμε να εντοπίσουμε μια σύνδεση μεταξύ του άρθρου 1 παρ. 2 Σ., η οποία ορίζει ότι θεμέλιο του Πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία και του άρθρου 120 παρ. 4. Τέλος, το άρθρο 1 παρ. 3 εδ. α΄ Σ., το οποίο ορίζει ότι η πηγή όλων των εξουσιών είναι ο λαός συνδέεται με το άρθρο 120 παρ. 4 Σ. υπό την εξής έννοια. Η αναφορά στον λαό ως πηγή όλων των εξουσιών είναι μια επιτελεστική εκφορά που αποσκοπεί να συγκροτήσει αναδρομικά το συντακτικό υποκείμενο, δηλαδή τον φορέα της συντακτικής εξουσίας. Η εξουσία σύνταξης ενός Συντάγματος μεταπίπτει από πραγματικό γεγονός σε πράξη σύνταξης της πολιτείας μέσω μιας διακήρυξης με την οποία τα υποκείμενα σύνταξης του Συντάγματος αποκτούν την ιδιότητα του φορέα της συντακτικής εξουσίας. Στο ελληνικό Σύνταγμα η αναγνώριση του λαού ως πηγή όλων των εξουσιών επιτελεί αυτό τον ρόλο. Η αναφορά δε στον λαό ως θεματοφύλακα του Συντάγματος στο άρθρο 120 παρ. 4, σε συνδυασμό με το άρθρο 1 παρ. 3 εδ. α΄ του Συντάγματος, σημαίνει ότι το δικαίωμα αντίστασης μπορεί να ιδωθεί και υπό το πρίσμα μιας μορφής «αποτρεπτικής» συντακτικής εξουσίας, υπό την έννοια της «αμυντικής» υπεράσπισης της συντακτικής εξουσίας που δημιούργησε το υφιστάμενο Σύνταγμα.
Σελ. 17
IV. Νομολογία
Η νομολογία η οποία αφορά άμεσα το άρθρο 1 Σ. ως θεμέλιο της δικανικής κρίσης δεν είναι εκτεταμένη. Η πρώτη κατηγορία υποθέσεων αφορά τη σύσταση των φιλοβασιλικών σωματείων. Τα ελληνικά δικαστήρια με μια σειρά από αποφάσεις έκριναν ότι η σύσταση φιλοβασιλικών σωματείων αντίκειται στο Σύνταγμα επικαλούμενα, εκτός των διατάξεων των άρθρων 1 και 110 Σ., και τις διατάξεις του άρθρου 120 παρ. 2, 3 και 4 Σ. Σύμφωνα με το σκεπτικό των αποφάσεων από το πλέγμα των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι το ελληνικό Σύνταγμα κατοχυρώνει το Πολίτευμα της Προεδρευομένης Κοινοβουλευτική Δημοκρατίας και άρα δεν είναι δυνατή η σύσταση σωματείων που έχουν ως σκοπό την αλλαγή του Πολιτεύματος. Αντιμετωπίζουν δηλαδή το άρθρο 1 Σ. ως μια πηγή περιορισμών του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 12 Σ., αγνοώντας τη νομική φύση του σχετικού δικαιώματος ως ατομικού δικαιώματος συλλογικής δράσης, δηλαδή ενός δικαιώματος το οποίο κατοχυρώνει για τους φορείς του μια σφαίρα ελεύθερης από κρατικές παρεμβάσεις δράσης, στον βαθμό που δεν προβαίνουν σε πράξεις κατάλυσης του Συντάγματος, όπως απαιτεί το άρθρο 120 παρ. 3 και 4 Σ..
Μια άλλη σημαντική υπόθεση είναι η ΣτΕ Ολ 460/2013. Σύμφωνα με την πλειοψηφούσα γνώμη σε αυτή την απόφαση, από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 Σ., προκύπτει ότι το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε ως εθνικό κράτος με ορισμένο πολιτιστικό υπόβαθρο. Συνεπώς, εάν ο νομοθέτης δεν λαμβάνει υπόψη του αυτά τα στοιχεία κατά τον καθορισμό των στοιχείων απονομής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς, επεμβαίνει αυθαίρετα στη σύνθεση του λαού, δηλαδή στη σύνθεση του ανώτατου οργάνου της πολιτείας (σκ. 6). Συνεπώς, η συγκεκριμένη ερμηνεία του άρθρου 1 παρ. 3 επιβάλλει και μια συγκεκριμένη ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης του άρθρου 4 παρ. 3 εδ. α΄ Σ., η οποία ορίζει ότι ο προσδιορισμός των κριτηρίων της ιθαγένειας εμπίπτει στην αρμοδιότητα του νομοθέτη χωρίς να ορίζει η ίδια η διάταξη τα κριτήρια. Συνεπώς, κατά την πλειοψηφία, εάν ο νόμος χρησιμοποιεί απλώς τυπικά κριτήρια για την απονομή της ιθαγένειας τα οποία δεν παραπέμπουν στα ουσιαστικά κριτήρια συμμετοχής σε μια πολιτική κοινότητα με συγκεκριμένη εθνική ιδιοπροσωπία δεν είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα (σκ. 10). Αντίθετα, η μειοψηφούσα γνώμη εκκινεί από τη διαπίστωση ότι ο νομικός δεσμός της ιθαγένειας αφορά τη σχέση ενός ατόμου με το κράτος και όχι το έθνος. Με αναγωγή επίσης στη συνταγματική ιστορία των σχετικών με την ιθαγένεια διατάξεων των ελληνικών Συνταγμάτων κρίνει ότι οι έννοιες του έθνους και του λαού είναι διακριτές. Για τον λόγο αυτό ο έλεγχος συνταγματικότητας των επιλογών του νομοθέτη πρέπει να είναι οριακός, να περιορίζεται δηλαδή στην εξακρίβωση μόνο πρόδηλων σφαλμάτων, διότι αλλιώς ο δικαστής θα υποκαθιστούσε τον νομοθέτη (σκ. 6). Με βάση αυτό το σκεπτικό η μειοψηφία έκρινε ότι ένας νόμος ο οποίος θέτει τυπικά κριτήρια απονομής της ελληνικής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς δεν είναι αντίθετος στο Σύνταγμα εφόσον δεν πάσχει από πρόδηλα σφάλματα (σκ. 10).
Όσον αφορά δε, το ζήτημα της ευχέρειας ή μη του νομοθέτη να επιτρέψει στους αλλοδαπούς τρίτων χωρών να ψηφίζουν στις εκλογές για τους ΟΤΑ, η πλειοψηφούσα γνώμη έκρινε ότι ο λαός ως ανώτατο όργανο του κράτους συντίθεται μόνο από Έλληνες πολίτες και, συνεπώς, ένας νόμος που χορηγεί σχετικό δικαίωμα σε αλλοδαπούς τρίτων χωρών είναι αντισυνταγματικός (σκ. 12, 13, 14). Αντίθετα, η μειοψηφούσα γνώμη έκρινε ότι από τη συνδυαστική ερμηνεία των άρθρων 51 παρ. 3 Σ. και
Σελ. 18
102 παρ. 2 εδ. β΄, προκύπτει ότι η κτήση της ελληνικής ιθαγένειας ως προϋπόθεση για την αναγνώριση εκλογικών δικαιωμάτων υφίσταται μόνο για τις βουλευτικές εκλογές (σκέψεις 12, 13, 14).
V. Καταληκτικές Παρατηρήσεις
Το άρθρο 1 Σ. ορίζει τη μορφή του Πολιτεύματος, τις οργανωτικές βάσεις του Πολιτεύματος και τις θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος. Όπως έχει ήδη αναλυθεί, όλες οι διατάξεις του άρθρου 1 έχουν κανονιστική αυτοτέλεια και αναπτύσσουν αυτόνομα το κανονιστικό τους περιεχόμενο, λειτουργούν δε επικουρικά και ως ερμηνευτικές αρχές για τις επιμέρους συνταγματικές διατάξεις που εξειδικεύουν το περιεχόμενό τους.
Όσον αφορά το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 1 Σ., ένα ζήτημα το οποίο απασχόλησε έντονα τη συνταγματική θεωρία τα τελευταία χρόνια είναι εάν οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στο σύστημα διακυβέρνησης οδήγησαν σε αλλοιώσεις του Πολιτεύματος. Μια πρώτη αποτίμηση είναι ότι ειδικά όσον αφορά τη δικαιοπαραγωγική διαδικασία, αυτή επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από εξωγενείς παρεμβάσεις καθώς τα Μνημόνια προσδιόριζαν τη ρυθμιστέα ύλη των νομοσχεδίων. Επηρέασαν δηλαδή την ελευθερία της Βουλής να νομοθετεί εντός των ορίων που θέτει το Σύνταγμα, η οποία αποτελεί καταστατική συνθήκη της πρωταρχικής θέσης που έχει η Βουλή στο Πολίτευμα. Βέβαια, όπως ορθά επισημαίνεται, η προσαρμογή αυτή της νομοπαραγωγικής διαδικασίας έγινε σύμφωνα με τους κανόνες του ελληνικού Συντάγματος. Ο νομοθέτης χρησιμοποίησε πρακτικές που προβλέπονται ως δυνατότητα στο Ελληνικό Σύνταγμα, όπως είναι οι ΠΝΠ και η κοινοβουλευτική διαδικασία του κατεπείγοντος. Οι πρακτικές αυτές όμως δεν χρησιμοποιήθηκαν ως εξαιρέσεις στην κανονική διαδικασία, όπως προβλέπεται, αλλά έγιναν ο κανόνας για κάποια χρόνια. Το ζήτημα καταρχάς φαίνεται να είναι ποσοτικό και όχι ποιοτικής μεταβολής. Ωστόσο, αν αναλογιστούμε το παράδοξο του Ευβουλίδη, γνωστού ως το σόφισμα του σωρείτη, η ποσότητα επηρεάζει την ποιότητα. Όπως προκύπτει από τις σύγχρονες εξελίξεις σε αρκετές χώρες, η διολίσθηση προς μια ανελεύθερη μορφή δημοκρατίας είναι το αποτέλεσμα σταδιακών συνταγματικών αλλαγών που δρουν σωρευτικά. Απαιτείται λοιπόν περαιτέρω εμπειρική έρευνα για να αποκτήσουμε μια εικόνα των αλλαγών αυτών και του αποτυπώματος που έχουν αφήσει στη λειτουργία του Πολιτεύματος.
1 . Ακόμη και εάν ο αρχηγός του κράτους δεν είναι αιρετός ένα πολίτευμα μπορεί να είναι δημοκρατικό. Τα ελληνικά Συντάγματα από το 1864 και μετά κατοχυρώνουν το δημοκρατικό πολίτευμα υπό την έννοια ότι πηγή των εξουσιών είναι ο λαός ακόμη και εάν το σύστημα διακυβέρνησης δεν προέβλεπε την άμεση εξάρτηση της Κυβέρνησης από ένα αντιπροσωπευτικό σώμα. Είναι ενδεικτικό ότι το Σύνταγμα του 1864 το οποίο δεν κατοχυρώνει την αρχή της δεδηλωμένης (κατοχυρώθηκε ως συνθήκη του πολιτεύματος το 1875), περιέχει διατάξεις οι οποίες καθιστούν σαφές ότι ο Μονάρχης δεν αποτελεί το θεμέλιο των εξουσιών που κατοχυρώνει το Σύνταγμα, καθώς ο Μονάρχης δε συμμετέχει στην αναθεωρητική διαδικασία, το τεκμήριο αρμοδιότητας ισχύει υπέρ του λαού και όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το έθνος (άρθρα 107, 44, 21). Σύμφωνα με τον Δημήτρη Τσάτσο, η μορφή του δημοκρατικού πολιτεύματος έως το Σύνταγμα του 1975 εμφανίστηκε με τρεις διαφορετικές εκδοχές α) Βασιλευομένη αντιπροσωπευτική δημοκρατία (Σύνταγμα 1864), β) Προεδρευομένη αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία (Σύνταγμα 1927), γ) Βασιλευομένη αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία (Σύνταγμα 1952, καθώς με ρητή διάταξη, το άρθρο 78, κατοχύρωνε την κοινοβουλευτική αρχή). Δ. Τσάτσος, Συνταγματικό Δίκαιο τ. Α, 1994, σελ. 153-154.
Σελ. 19
2 1. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.
2. Η Ελλάδα, ακολουθώντας τους γενικά αναγνωρισμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, επιδιώκει την εμπέδωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης, καθώς και την ανάπτυξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των λαών και των κρατών.
ΕΙΔΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ανθόπουλος Χ., Πόλεμος και Ειρήνη στο ελληνικό Σύνταγμα, διαθέσιμο σε: www.constitutionalism.gr· Αντωνίου Θ., Ο σεβασμός της αξίας του ανθρώπου ως αρχή και δικαίωμα στο Σύνταγμα του 1975, 2010· Βιδάλης Τ., Κανονιστικές συνέπειες της αρχής της αξίας του ανθρώπου, με αφορμή τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σε: Τιμητικός Τόμος για τα 75 χρόνια του Συμβουλίου της Επικρατείας, 2004· Δαγτόγλου Π., Ατομικά δικαιώματα, 4η έκδ., 2012· Δαρέλλη Δ., Η αξία του ανθρώπου, σε: Σ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Θεμελιώδη δικαιώματα, 2017· Ζιάμου Θ., Άρθρο 2, σε: Φ. Σπυρόπουλος/Ξ. Κοντιάδης/Χ. Ανθόπουλος/Γ. Γεραπετρίτης (επιμ.), Σύνταγμα. Κατ’ άρθρο ερμηνεία, 2017· Ζώρας Κ., Η συνταγματική αρχή του σεβασμού και της προστασίας της ανθρωπίνης αξιοπρεπείας κατά το γερμανικόν ομοσπονδιακόν Σύνταγμα, ΤοΣ 1978· Κασιμάτης Γ., Η απόφαση 40/1998 της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ΝοΒ 1999· Κρουσταλάκης Ε., Η προσωπική κράτηση με το πρίσμα της συνταγματικής αρχής του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου, Δ 1987· Ο ίδιος, Η αξία του ανθρώπου: Το ζητούμενο στην εφαρμογή του ποινικού δικαίου, σε: Τιμητικός Τόμος Ιωάννη Μανωλεδάκη, Τόμος Ι, 2005· Μαργαρίτης Λ., Ανθρώπινη αξιοπρέπεια, Υπεράσπιση 1996· Κωνσταντινίδης Κ., Ποινικό δίκαιο και ανθρώπινη αξιοπρέπεια, 1987· Μανωλεδάκης Ι./Prittwitz C., Η ποινική προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (Ελληνογερμανικό συμπόσιο, 1995), 1997· Παναγοπούλου - Κουτνατζή Φ., Περί της αξίας της ανθρώπινης αξίας, ΕφημΔΔ 2010· Παραράς Π., Σύνταγμα Ι (άρθρα 1-4), 2010· Παυλόπουλος Π., Η αξία του ανθρώπου ως θεμέλιο του ανθρωποκεντρικού χαρακτήρα του συντάγματος. Οι θεσμικές επιπτώσεις στο πεδίο της βιοηθικής, 2019· Ο ίδιος, Η αξία του Ανθρώπου και ο Ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας του Συντάγματος, ΔτΑ 2021· Σπυρόπουλος Φ., Συνταγματικό δίκαιο, 2η έκδ., 2020· Τσεβρένης Β., Ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η λειτουργική αξιοποίηση της ρυθμιστικής εμβέλειας στο νομικό συλλογισμό, 2012· Χριστοφορίδου Σ., Η συνταγματική προστασία της αξιοπρεπούς διαβίωσης. Ως εγγύηση ελευθερίας και ως υποχρέωση του Κράτους πέρα από τη φιλανθρωπία, 2021· Η ίδια, Οι διαστάσεις της αξιοπρεπούς διαβίωσης, ΤοΣ 1/2021· Χρυσόγονος Κ., Συνταγματικό δίκαιο, 2η έκδ. (με τη συνδρομή Σ.-Ι. Κουτνατζή), 2014· Χρυσόγονος Κ./Βλαχόπουλος Σ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, 4η έκδ., 2017· Häberle P., Έννοια και περιεχόμενο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κατά το γερμανικό και το ελληνικό Σύνταγμα, ΤοΣ 1982· Drossos Υ., To Die for and in Constitutional Elegance or Terror, Dignity and Instrumentalization of Human Death. A comment on the decision 1 BvR 357/05 (15th February 2006) of the German Federal Constitutional Court, σε: Human rights in times of illiberal democracies / Ανθρώπινα δικαιώματα σε καιρούς ανελεύθερων δημοκρατιών, Liber Amicorum in Memoriam of Stavros Tsakyrakis, Τιμητικός Τόμος Σταύρου Τσακυράκη, 2020.
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ
Ι. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
2. Οι λοιπές συνταγματικές διατάξεις για την ανθρώπινη αξία
3. Η εννοιολογική οριοθέτηση της αρχής της ανθρώπινης αξίας
4. Οι συγκεκριμένες εφαρμογές της αρχής της ανθρώπινης αξίας
ΙΙ. Ο διεθνής προσανατολισμός της Χώρας
Σελ. 20
Ι. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου που κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 παρ. 1 Σ. δεν αποτελεί απλώς μια συνταγματική αρχή που συνδέεται με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Αποτελεί την «πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας», συνιστά την καταστατική αρχή του Πολιτεύματός μας και διατρέχει την άσκηση όλων των κρατικών λειτουργιών, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα και τον αξιακό προσανατολισμό της έννομης τάξης μας. Γι’ αυτόν τον λόγο, η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 Σ. κατέλαβε ιδιαίτερη θέση στην «αρχιτεκτονική» του συνταγματικού κειμένου και τοποθετήθηκε από τον συντακτικό νομοθέτη στο Μέρος Πρώτο («Βασικές διατάξεις») και, μάλιστα, στο Τμήμα Α’ που προσδιορίζει τη μορφή του Πολιτεύματος αμέσως μετά την Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.
Σε αντίθεση με ό,τι θα μπορούσε να υποθέσει κανείς δεδομένου και του φιλοσοφικού υποβάθρου της, ο σεβασμός και προστασία της ανθρώπινης αξίας εμφανίστηκε σχετικά πρόσφατα στον χώρο των συνταγματικών κειμένων και ιδεών. Αποτελεί ουσιαστικά την «απάντηση» του παγκόσμιου νομικού πολιτισμού στις οδυνηρές εμπειρίες του ναζιστικού καθεστώτος και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αποσκοπώντας στην αποφυγή της εργαλειοποίησης του ανθρώπου και στην απόλυτη και ανεξαίρετη προστασία του πυρήνα της ανθρώπινης προσωπικότητας. Αυτό που έχει πάντως ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι η αρχή της ανθρώπινης αξίας αποκτά διαφορετικό περιεχόμενο και προσανατολισμό, ανάλογα με το βασικό διακύβευμα της κάθε εποχής. Έτσι, η αρχή της ανθρώπινης αξίας αρχικά ήταν περισσότερο προσανατολισμένη στην απαγόρευση των βασανιστηρίων και στην απαγόρευση χρησιμοποίησης του ανθρώπου ως μέσου για την επίτευξη κάποιου σκοπού υπό την καντιανή έννοια του όρου. Στη συνέχεια, τη δεκαετία του 1990 η ανθρώπινη αξία αποτέλεσε το ανάχωμα στους κινδύνους από τις ραγδαίες βιοϊατρικές εξελίξεις (π.χ. επέμβαση στο ανθρώπινο γονιδίωμα, αναπαραγωγική ανθρώπινη κλωνοποίηση). Από το 2010 και μετά, η ανθρώπινη αξία χρησιμοποιήθηκε ερμηνευτικά για την κατοχύρωση ενός minimum αξιοπρεπούς διαβίωσης απέναντι στα περιοριστικά μέτρα (κυρίως περικοπή μισθών και συντάξεων) που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της οξείας δημοσιονομικής κρίσης. Η πορεία αυτή της συνταγματικής αρχής της ανθρώπινης αξίας επιβεβαιώνει την ιστορικότητα του συνταγματικού δικαίου, υπό την έννοια της μεταβλητότητάς του στο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο της κάθε εποχής.
Σε επίπεδο ενωσιακού δικαίου, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια κατοχυρώνεται ήδη στο άρθρο 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΔΕΕ), όπου ορίζεται εμφατικά
Σελ. 21
ότι «είναι απαραβίαστη. Πρέπει να είναι σεβαστή και να προστατεύεται». Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) απαγορεύει απολύτως τα βασανιστήρια και κάθε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση (άρθρο 3). Αν και στην ΕΣΔΑ δεν υφίσταται γενικότερη ρητή διάταξη για την προστασία της ανθρώπινης αξίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) δέχεται ότι η ουσία της Σύμβασης έγκειται στον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ελευθερίας.
2. Οι λοιπές συνταγματικές διατάξεις για την ανθρώπινη αξία
Όπως προαναφέρθηκε, η υποχρέωση σεβασμού και προστασίας της ανθρώπινης αξίας κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 Σ. διαπνέουν το σύνολο της συνταγματικής και γενικότερα της έννομης τάξης μας. Παρόλα ταύτα, ο συντακτικός και ο αναθεωρητικός νομοθέτης θεώρησαν σκόπιμο να τονίσουν ρητώς την ανθρώπινη αξία και σε ειδικότερες συνταγματικές διατάξεις. Έτσι, η «αρχετυπική» έκφανση της ανθρώπινης αξίας ως απαγόρευση των βασανιστηρίων αποτυπώνεται στο άρθρο 7 παρ. 2 Σ., όπου ορίζεται ότι τα «βασανιστήρια, οποιαδήποτε σωματική κάκωση, βλάβη υγείας, ή άσκηση ψυχολογικής βίας, καθώς και κάθε άλλη προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας απαγορεύονται και τιμωρούνται, όπως νόμος ορίζει». Σε σχέση δε με την οικονομική ελευθερία, το άρθρο 106 παρ. 2 Σ. ορίζει ότι η «ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας …».
Στη συνέχεια, η ανάπτυξη της ραδιοτηλεόρασης οδήγησε τον αναθεωρητικό νομοθέτη του 2001 στη ρητή μνεία της υποχρέωσης σεβασμού της ανθρώπινης αξίας από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα με αντίστοιχη υποχρέωση ελέγχου από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης: «Ο άμεσος έλεγχος του Κράτους … έχει ως σκοπό … το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου» (άρθρο 15 παρ. 2 Σ). Τέλος, η οικονομική κρίση μετά το 2010 και τα περιοριστικά μέτρα που έπληξαν μεγάλες κατηγορίες πληθυσμού, οδήγησαν τον αναθεωρητικό νομοθέτη του 2019 στη ρητή κατοχύρωση της αξιοπρεπούς διαβίωσης: «Το Κράτος μεριμνά για τη διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης όλων των πολιτών μέσω ενός συστήματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, όπως νόμος ορίζει» (άρθρο 21 παρ. 1 εδ. β΄ Σ.).
3. Η εννοιολογική οριοθέτηση της αρχής της ανθρώπινης αξίας
Η έννοια της ανθρώπινης αξίας πολύ δύσκολα μπορεί να οριοθετηθεί με πληρότητα. Κάθε προσπάθεια ορισμού της είναι «καταδικασμένη» να περιλαμβάνει ορισμένες μόνον εκφάνσεις της ανθρώπινης αξίας. Αυτό ισχύει τόσο για την καντιανή προσέγγιση που συνεπάγεται την απαγόρευση χρησιμοποίησης του ανθρώπου ως μέσου για την επίτευξη ορισμένων σκοπών, όσο και για την αντίληψη της αξίας του ανθρώπου ως του απαραβίαστου πυρήνα της ανθρώπινης προσωπικότητας. Άλλωστε, και όπως επισημάνθηκε ήδη ανωτέρω, η ανθρώπινη αξία αποκτά νέους εννοιολογικούς χρωματισμούς και μεταβάλλει προσανατολισμούς ανάλογα με την εκάστοτε ιστορική συγκυρία.