ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΆΡΘΡΟ 187Α ΠΚ

Δογµατική και νοµολογιακή προσέγγιση

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 10.6€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 25,60 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18595
Ορφανός Σ.
  • Έκδοση: 2022
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 192
  • ISBN: 978-960-654-708-9
  • ISBN: 978-960-654-708-9

Το έργο «Τρομοκρατία – Άρθρο 187Α ΠΚ» αποτελεί μια συστηματική μελέτη του άρθρου 187Α ΠΚ καθώς και των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών νομοθετημάτων, και ειδικότερα της απόφασης-πλαίσιο του Συμβουλίου 2002/475/ΔΕΥ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Στο έργο εξετάζονται οι αξιόποινες πράξεις της συγκρότησης, ένταξης, διεύθυνσης τρομοκρατικής οργάνωσης και αναλύονται κρίσιμες θεματικές όπως :
• η εξεύρεση των κινήτρων της τρομοκρατικής εγκληματικής δραστηριότητας και η ιστορική αναδρομή στις τρομοκρατικές οργανώσεις στην Ελλάδα
• η έννοια της τρομοκρατίας στον ΠΚ και η διάκριση της από το φαινόμενο του οργανωμένου εγκλήματος
• η επισκόπηση της ελληνικής νομολογίας για το έγκλημα της τρομοκρατικής οργάνωσης
Το βιβλίο είναι απαραίτητο εφόδιο για δικαστές, εισαγγελείς, δικηγόρους και νομικούς που ενδιαφέρονται να εμβαθύνουν στην έννοια της τρομοκρατίας και στην ποινική της μεταχείριση.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ..............................................................................................................................................................VII

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ...................................................................................................................................IX

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ............................................................................................................................................XV

ΕΙΣΑΓΩΓΗ...................................................................................................................................................................1

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ H Εννοια της Τρομοκρατίας

Ι. Η Ερμηνευτική Προσέγγιση της Εννοιας της Τρομοκρατίας.......................................5

ΙΙ. Η Διάκριση της Τρομοκρατίας από το Οργανωμένο ' Εγκλημα................................12

ΙΙΙ. Η Ιστορική Αναδρομή στην Ελληνική Τρομοκρατία......................................................27

IV.    Η Ειδικότερη Ανάλυση του Ευρωπαϊκού Θεσμικού Πλαισίου

για την Καταπολέμηση της Τρομοκρατίας............................................................................32

Α. Η Απόφαση Πλαίσιο του Συμβουλίου 2002/475/ΔΕΥ, της 13ης Ιουνίου 2002, «Για την Καταπολέμηση της Τρομοκρατιας»..........32

Β. Oι Ποινικές Κυρώσεις για τα Τρομοκρατικά Εγκλήματα.....................................38

Γ. Η Απόφαση Πλαίσιο 2008/919/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2008, «Σχετικά με την Τροποποίηση της Απόφασης Πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ για την Καταπολέμηση της Τρομοκρατίας»...........40

V.    Η Αντιμετώπιση του Οργανωμένου Εγκλήματος και της

Τρομοκρατίας σε Εθνικό Επίπεδο Μέχρι και το Ν 2928/2001...............................43

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

Το Αρθρο 187Α ΠΚ για το Τρομοκρατικό Εγκλημα και την Τρομοκρατική Οργάνωση

Ι. Αρθρο 187Α παρ.1 ΠΚ: Το Τρομοκρατικό Εγκλημα..........................................................60

Α. Έννομο Αγαθό.........................................................................................................................................62

Β. Η Αντικειμενική Υπόσταση του Ισχύοντος Αρθρου 187Α παρ. 1 και 2 ΠΚ.......................................................................................................................................68

Γ H Υποκειμενική Υπόσταση του Αρθρου 187Α παρ. 2 ΠΚ......................................87

Δ. Απόπειρα.................................................................................................................................................92

Ε. Συμμετοχή................................................................................................................................................93

ΣΤ Συρροή......................................................................................................................................................95

II. Το Είδος της Συμμετοχής του Extraneus Προσώπου στο Άρθρο 187Β παρ.2 ΠΚ...................................................................................................................96

ΙΙΙ. Άρθρο 187Α παρ.3 ΠΚ: Το Εγκλημα της Διεύθυνσης

της Τρομοκρατικής Οργάνωσης...................................................................................................99

IV.    Το Εγκλημα της Στήριξης Τρομοκρατικής Οργάνωσης

με Απειλή ή Χρήση Βίας ή Δωροδοκία (Αρθρο 187Β παρ. 3 ΠΚ)......................106

V.    Επισκόπηση της Ελληνικής Νομολογίας για το Εγκλημα

της Τρομοκρατικής Οργάνωσης..................................................................................................116

VI.    Οι Επιβαρυντικές και Ελαφρυντικές Περιστάσεις

του Άρθρου 187Α παρ. 2 Εδ. Γ' και Δ' ΠΚ............................................................................124

VII.    Τα Ευνοϊκά Μετρα του Άρθρου 187 Γ ΠΚ

που αφορούν το Άρθρο 187Α ΠΚ.............................................................................................129

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

Κριτική και Προτάσεις Τροποποίησης του Άρθρου 187Α ΠΚ

I. Κριτική Του Άρθρου 187Α ΠΚ υπό το Πρίσμα του Εθνικού και Ευρωπαϊκού Δικαίου και Προτάσεις Τροποποίησης των Προβληματικών του Σημείων.............................................................................................141

ΕΠΙΛΟΓΟΣ..............................................................................................................................................................153

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.....................................................................................................................................................159

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ...........................................................................................................................173

XIV

1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι θεμελιώδους σημασίας έννοιες και αξίες, τόσο της ελευθερίας, όσο και της ασφάλειας, ιδιαίτερα μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες, βρίσκονται αναντίλεκτα σε μια συνεχή και πάρα πολύ έντονη «σύγκρουση».

Η επίμαχη «σύγκρουση» πάρα πολλές φορές παρουσιάζει ορισμένες πάρα πολύ σημαντικές, δυσμενέστατες, αλλά παράλληλα και ανυπολόγιστες συνέπειες για την εκάστοτε Πολιτεία και την κοινωνία, πρωτίστως στο πεδίο του δημοκρατικού κράτους δικαίου, αλλά και στο πεδίο των συνταγματικών ατομικών ελευθεριών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Στα πλαίσια δε μάλιστα του κομβικής σημασίας ποινικού αδικήματος, και αντίστοιχα του εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού «φαινομένου» της τρομοκρατίας, το οποίο σαφέστατα η μελέτη μας επικεντρώνει εξαρχής τη δογματική της προσέγγιση, η επίμαχη θεμελιώδους σημασίας «σύγκρουση» οξύνεται αναπόδραστα επί της ουσίας σε έναν τεράστιο βαθμό.

Αυτό συμβαίνει πρωτίστως γιατί ακριβώς οι πολίτες, στο «βωμό» της επίτευξης του εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας απώτερου σκοπού και «στόχου» της ασφάλειάς τους, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, βρίσκονται σε μια τέτοια θέση ώστε να δεχτούν επί της ουσίας «ακώλυτα» και χωρίς οποιαδήποτε διαμαρτυρία, έναν πάρα πολύ σημαντικό περιορισμό των ίδιων των συνταγματικών ατομικών ελευθεριών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους, αλλά και του ίδιου του δημοκρατικού κράτους δικαίου, με τις πάρα πολύ σημαντικές αξίες που τους περιβάλλει.

Το επίμαχο θεμελιώδους σημασίας γεγονός, το οποίο επ’ ουδενί δε θα έπρεπε να παραγνωριστεί ως μέγεθος στα πλαίσια της δογματικής ανάλυσής μας, κατέστη μάλιστα αναντίλεκτα ακόμα πιο εναργές και διαυγές ιδιαίτερα αμέσως μετά από τις πάρα πολύ σημαντικές τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου[1] του έτους 2001 στην πόλη της Νέας Υόρκης του κράτους των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

2

Σκοπός της παρόντος βιβλίου λοιπόν είναι σαφέστατα σε ένα πρώτο επίπεδο ασφαλώς να γίνει η ενδελεχής και εκτενής ερμηνευτική προσέγγιση των υψίστης σημασίας μεγεθών και αξιών της ελευθερίας και της ασφάλειας που πρέπει οπωσδήποτε πάντοτε να περιβάλλουν του πολίτες ενός δημοκρατικού κράτους δικαίου, μιας κοινωνίας και μιας Πολιτείας, και της αντίστοιχης ιδιαίτερα έντονης και συνεχούς «σύγκρουσης» μεταξύ τους στο πεδίο της εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας εγκληματικής δραστηριότητας της τρομοκρατίας.

Ο λόγος για τον οποίο αποτελεί επιτακτική ανάγκη να γίνει κάτι τέτοιο, στηρίζεται αναντίλεκτα στο ότι το επίμαχο εγκληματικό και κοινωνικό «φαινόμενο» έχει λάβει ανυπολόγιστες διαστάσεις, τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, γεγονός το οποίο επ’ ουδενί δε θα έπρεπε να παραβλεφθεί ως μέγεθος.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, αξίζει οπωσδήποτε σε κάθε περίπτωση να σημειωθεί ότι η ενδελεχής και εκτενής κριτική επισκόπηση, αλλά παράλληλα και η αντίστοιχη ερμηνευτική προσέγγιση τόσο του ευρωπαϊκού, όσο και του εθνικού νομικού πλαισίου, και πιο συγκεκριμένα του άρθρου 187Α του ισχύοντος σήμερα Ελληνικού Ποινικού Κώδικα για την εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας αξιόποινη πράξη της τρομοκρατίας, καταλαμβάνουν μια «εξέχουσα» θέση στο πόνημα αυτό.

Αναντίλεκτα, ασφαλώς η οποιαδήποτε δογματική και νομολογιακή προσέγγιση του θεμελιώδους σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού «φαινομένου» της τρομοκρατίας εν γένει δε θα καθίστατο σε καμία απολύτως περίπτωση νοητή και εφικτή χωρίς να προβούμε εν τέλει σε μια τέτοια πάρα πολύ σημαντικής φύσεως ανάλυση.

Τέλος, φρονούμε ότι σε κάθε περίπτωση στην πλέον «περίοπτη» θέση της δογματικής ανάλυσής μας αναφορικά με την επίμαχη θεμελιώδους σημασίας προβληματική, βρίσκεται ασφαλώς η αντίστοιχη κριτική επισκόπηση και η ερμηνευτική προσέγγιση του ελληνικού νομικού πλαισίου για την αξιόποινη πράξη της τρομοκρατίας.

Συγκεκριμένα, στα πλαίσια του παρόντος βιβλίου γίνεται μια ενδελεχής και εκτενής ερμηνευτική και κριτική προσέγγιση της κομβικής σημασίας νομοθετικής διάταξης του άρθρου 187Α του σύγχρονου Ελληνικού Ποινικού Κώδικα, όπως αυτή ασφαλώς ισχύει σήμερα μετά από αρκετές νομοθετικές τροποποιή­σεις

3

του θεμελιώδους σημασίας Ν2928/2001, με την τελευταία μάλιστα να λαμβάνει χώρα με τους Ν 4619/2019 και Ν 4637/2019.

Η επίμαχη ενδελεχής και ιδιαίτερα εκτεταμένη νομική και δογματική ανάλυση αναφορικά με τα πλέον κρίσιμα θεωρητικά και νομολογιακά ζητήματα που αναφύονται από την εν λόγω θεμελιώδους σημασίας νομοθετική διάταξη του άρθρου 187Α ΠΚ, θα μας οδηγήσει ασφαλώς σε συγκεκριμένα καίριας σημασίας δογματικά συμπεράσματα και σε αντίστοιχες πάρα πολύ σημαντικές προτάσεις νομοθετικής τροποποίησης του συγκεκριμένου άρθρου του ισχύοντος Ελληνικού Ποινικού Κώδικα.

Οι συγκεκριμένες πάρα πολύ σημαντικές προτάσεις νομοθετικής τροποποίησης του ισχύοντος σήμερα άρθρου 187Α ΠΚ λοιπόν, όπως αυτές αποτυπώνονται στην παρούσα μελέτη, θα έχουν ασφαλώς μια σαφή και πλήρη επικέντρωση στους πάρα πολύ σημαντικούς κινδύνους που ελλοχεύουν ανά πάσα χρονική στιγμή για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ατομικές συνταγματικές ελευθερίες του ανθρώπου.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή και με τη σειρά, για την επίτευξη της πληρότητας και της αποτελεσματικότητας της δογματικής μας ανάλυσης στο επίμαχο θεμελιώδους σημασίας και εξαιρετικά ενδιαφέρον πεδίο του Ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου, ξεκινώντας ασφαλώς από την ερμηνευτική προσέγγιση της κομβικής σημασίας έννοιας της τρομοκρατίας, σε ένα πρώτο επίπεδο μέσω της ιστορικής αναδρομής της.

 

5

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

H Έννοια της Τρομοκρατίας

Ι. Η Ερμηνευτική Προσέγγιση της Έννοιας της Τρομοκρατίας

Αναντίλεκτα, η τρομοκρατία[2], ως ένα θεμελιώδους σημασίας εγκληματικό και

6

κοινωνικό φαινόμενο που σε κάθε περίπτωση πλήττει βάναυσα τα ίδια τα «θεμέλια» του δημοκρατικού κράτους δικαίου αποτελεί, πάντοτε βέβαια υπό την ευρύτερη έννοια («lato sensu») του όρου, τη χρήση της οποιασδήποτε σκοπούμενης εγκληματικής βίας για την επίτευξη συγκεκριμένων πολιτικών σκοπών[3].

Αξίζει λοιπόν εν προκειμένω οπωσδήποτε σε κάθε περίπτωση να σημειωθεί ότι αξιολογείται υπό αυτό ακριβώς το συγκεκριμένο «ερμηνευτικό πρίσμα» η θεμελιώδους σημασίας έννοια της τρομοκρατίας, πρωτίστως σε σχέση με τη βία που ασκείται σε περίοδο ειρήνης, ή σε σχέση με τη βία που ασκείται σε περίοδο πολέμου κατά των αμάχων, ήτοι κυρίως των πολιτών και του ουδέτερου στρατιωτικού προσωπικού[4].

Αξίζει δε οπωσδήποτε εν προκειμένω να τονιστεί ότι ο εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας για την επίμαχη προβληματική όρος «τρομοκράτης» («terrorist»), ή η αντίστοιχη έννοια της «τρομοκρατίας» («terrorism»), προέκυψε επί της ουσίας κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης («French Revolution») στα τέλη του 18ου αιώνα.

Ωστόσο, χρησιμοποιείται πλέον ευρέως διεθνώς, έχοντας μάλιστα αποκτήσει μια «παγκόσμια προσοχή» τη δεκαετία του 1970 κατά τη διάρκεια των πάρα πολύ σημαντικών συγκρούσεων στο κράτος της Βόρειας Ιρλανδίας, στην επονομαζόμενη ως «Χώρα των Βάσκων» και στην αντίστοιχη «Ισραηλινο-Παλαιστινιακή Σύγκρουση».

Σαφέστατα, η αυξημένη αξιοποίηση των επονομαζόμενων ως «επιθέσεων αυτοκτονίας» («suicide attacks»)[5] από τη δεκαετία του 1980 και εντεύθεν, κατέστη εν τέλει πολύ πιο τυποποιημένη από τις αντίστοιχες εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του έτους 2001 στην πόλη της Νέας Υόρκης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

7

Ασφαλώς, υπάρχει μια πληθώρα διαφορετικών και κομβικής σημασίας ορισμών της έννοιας της «τρομοκρατίας» («terrorism»), χωρίς όμως να υφίσταται εν τέλει επί της ουσίας οποιαδήποτε καθολική και ομόφωνη συμφωνία σε παγκόσμιο επίπεδο αναφορικά με αυτήν, κάτι που δε θα έπρεπε επ’ ουδενί να παραγνωριστεί ως μέγεθος από την ανάλυσή μας στα πλαίσια της παρούσας μελέτης.

Η επίμαχη θεμελιώδους σημασίας έννοια της «τρομοκρατίας» λοιπόν αποτελεί ασφαλώς έναν ιδιαίτερα πολυσύνθετο όρο. Συχνά μάλιστα χρησιμοποιείται σε έναν καθόλα άμεσο και «άρρηκτο» συσχετισμό με το ότι κάτι επί της ουσίας είναι εν τέλει «ηθικά λανθασμένο» («morally wrong»).

Μάλιστα, αξιοσημείωτο γεγονός αποτελεί σε κάθε περίπτωση πάντως το ότι κυβερνήσεις και μη κυβερνητικοί οργανισμοί χρησιμοποιούν πολλές φορές το συγκεκριμένο θεμελιώδους σημασίας όρο της τρομοκρατίας προκειμένου να περιορίσουν, αλλά και να αντιμετωπίσουν δυσμενώς και αποτελεσματικά τις αντίθετες με αυτούς ομάδες[6], χαρακτηρίζοντάς τις επί της ουσίας ως «τρομοκρατικές».

Αξίζει δε οπωσδήποτε εν προκειμένω να σημειωθεί ότι σε κάθε περίπτωση πληθώρα πολιτικών οργανώσεων έχουν κατηγορηθεί επί της ουσίας ότι χρησιμοποιούν την τρομοκρατία προκειμένου να επιτύχουν με τον πλέον αποτελεσματικό, αλλά και τον πλέον λειτουργικό τρόπο την επίτευξη των εκάστοτε επιδιωκόμενων απώτερων σκοπών τους.

Σε όλες αυτές ακριβώς τις τρομοκρατικές οργανώσεις λοιπόν αναπόδραστα και αναντίλεκτα περιλαμβάνονται αρκετές ακροδεξιές και ακροαριστερές πολιτικές οργανώσεις, εθνικιστικές, θρησκευτικές και επαναστατικές ομάδες κτλ.

Νομοθεσίες οι οποίες χαρακτηρίζουν εν τέλει επί της ουσίας την «τρομοκρατία» ως ένα θεμελιώδους σημασίας έγκλημα, ασφαλώς έχουν σε κάθε περίπτωση υιοθετηθεί από πάρα πολλά κράτη σε παγκόσμιο επίπεδο, μεταξύ των οποίων κρατών είναι αναντίλεκτα και η Ελλάδα[7], γεγονός το οποίο επ’ ουδενί δε θα έπρεπε να παραγνωριστεί ως μέγεθος από την ανάλυσή μας.

Όταν βέβαια η τρομοκρατία ως αξιόποινη πράξη διαπράττεται εν τέλει επί της ουσίας από τα επονομαζόμενα ως «έθνη-κράτη» («nation states»), το ίδιο το εκάστοτε κράτος από την πλευρά του δε χαρακτηρίζει επ’ ουδενί την επίμαχη αξιόποινη πράξη ως «τρομοκρατική», καθιστώντας ασφαλώς τη νομιμότητα ένα

8

τεράστιο ζήτημα «γκρίζας ζώνης»[8] που πρέπει οπωσδήποτε πάντοτε να λαμβάνεται πάρα πολύ σοβαρά υπόψη από τον εκάστοτε εφαρμοστή και ερμηνευτή του δικαίου.

Επίσης, αξίζει οπωσδήποτε εν προκειμένω να αναφερθεί ότι σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει επί της ουσίας μια οποιαδήποτε ομόφωνη και καθολική συμφωνία σε παγκόσμιο επίπεδο, η οποία να καθιστά εν τέλει απόλυτα σαφές και διαυγές το αν η τρομοκρατία θα πρέπει να χαρακτηρίζεται πάντοτε ως ένα έγκλημα πολέμου («war crime»)[9], κατά τα όσα ρητά και χαρακτηριστικά ορίζει το θεμελιώδους σημασίας Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου («Statute of the International Criminal Court»).

Αξίζει δε οπωσδήποτε να τονιστεί εν προκειμένω ότι η επονομαζόμενη ως «Παγκόσμια Βάση Δεδομένων για την Τρομοκρατία» («Global Terrorism Database»), η οποία διατηρείται από το Πανεπιστήμιο του Maryland («University of Maryland, College Park»), έχει καταγράψει περισσότερα από εξήντα ένα χιλιάδες περιστατικά τρομοκρατίας που δε σχετίζεται με κάποιο κράτος («non-state terrorism»), η οποία μάλιστα ως ένα θεμελιώδους σημασίας εγκληματικό και κοινωνικό φαινόμενο έχει σε κάθε περίπτωση οδηγήσει σε περισσότερους από εκατό σαράντα χιλιάδες θανάτους, σε ένα χρονικό διάστημα δεκατεσσάρων ετών, ήτοι μεταξύ των ετών 2000 και 2014[10].

Περαιτέρω, σε ένα «καθαρά» ιστορικό πλαίσιο, αξίζει οπωσδήποτε εν προκειμένω να επισημανθεί ότι ο θεμελιώδους σημασίας όρος «terroriste», ο οποίος στην ελληνική γλώσσα σημαίνει «τρομοκράτης», χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το κομβικής σημασίας έτος 1794 από το Γάλλο φιλόσοφο Φρανσουά Νοέλ Μπαμπέφ, ο οποίος χαρακτήρισε το καθεστώς του Μαξιμιλιάνου Ροβεσπιέρου σαν «δικτατορία» («dictatorship»).

Στα επόμενα χρόνια δε που οδήγησαν στην ευρύτερα γνωστή ως «Βασιλεία του Τρόμου» («Reign of Terror»), το επονομαζόμενο ως «Μανιφέστο του Brunswick» απείλησε το Παρίσι με μια «υποδειγματική εκδίκηση», η οποία ποτέ δε θα μπορούσε να ξεχαστεί, ήτοι ότι η συγκεκριμένη πόλη θα ήταν υποκείμενη σε «στρατιωτική τιμωρία» και σε «ολική καταστροφή», αν η βασιλική οικογένεια υφίστατο οποιαδήποτε ζημιά. Αυτό το γεγονός όμως αύξησε σε έναν

9

πάρα πολύ σημαντικό βαθμό τη «βούληση» της Γαλλικής Επανάστασης («French Revolution») να καταργήσει τη μοναρχία.

Παράλληλα, και πριν από το «ξέσπασμα» της Γαλλικής Επανάστασης, αρκετοί αρχαίοι φιλόσοφοι είχαν γράψει για την «τυρρανία», καθώς η τελευταία θεωρείτο η μεγαλύτερη πολιτική απειλή του Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, γεγονός το οποίο επ’ ουδενί δε θα έπρεπε να παραβλεφθεί ως μέγεθος από την ανάλυσή μας.

Φιλόσοφοι του μεσαίωνα είχαν παρομοίως ασχοληθεί με τη θεμελιώδους σημασίας έννοια της «τυρρανίας», μέσω της ανάλυσης ορισμένων θεολόγων όπως ήταν ο Thomas Aquinas, ο οποίος είχε προβεί σε μια θεμελιώδους σημασίας διάκριση ανάμεσα στους επονομαζόμενους ως «σφετεριστές», οι οποίοι θα μπορούσαν να φονευθούν από οποιοδήποτε πρόσωπο, και στους επονομαζόμενους ως «νόμιμους ηγεμόνες», οι οποίοι καταχρώνται επί της ουσίας την εξουσία τους.

Πάντως, αξίζει οπωσδήποτε να σημειωθεί ότι ιστορικά, σε κάθε περίπτωση τρομοκρατικές πράξεις αποδόθηκαν για πρώτη φορά στους επονομαζόμενους ως «Ασασίνους» (ισμαηλιτική αίρεση «Νιζάρι»), που ήταν μια πολιτικο-θρησκευτική ισλαμική αίρεση στην περιοχή της Μέσης Ανατολής του 11ου μέχρι και 13ου αιώνα μ.Χ., δηλαδή στην αντίστοιχη εποχή της δράσης των επονομαζόμενων ως «Ναϊτών ιπποτών».

Στις τρομοκρατικές πράξεις λοιπόν σε κάθε περίπτωση οπωσδήποτε περιλαμβάνονται αναντίλεκτα οι ανατινάξεις, οι πειρατείες, οι ομηρίες, οι ανθρωποκτονίες, οι δολιοφθορές, οι εμπρησμοί κτλ, ορισμένων πάρα πολύ σημαντικών «στόχων», καθώς και πολλές άλλες παράλληλες και παρεμφερείς υψίστης σημασίας αξιόποινες πράξεις, όπως είναι ασφαλώς, μεταξύ άλλων, οι απαγωγές ή οι ληστείες, οι οποίες εκτελούνται από τις ίδιες ακριβώς εγκληματικές τρομοκρατικές ομάδες.

Ωστόσο, πρέπει οπωσδήποτε εν προκειμένω να διασαφηνιστεί ότι η διενέργεια οποιασδήποτε κατάληψης εδάφους δεν μπορεί επ’ ουδενί εν τέλει να θεωρηθεί ως μια τρομοκρατική αξιόποινη πράξη στα πλαίσια του επίμαχου θεμελιώδους σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού φαινομένου.

Η τρομοκρατία έχει ασφαλώς πολλάκις αξιοποιηθεί ως μια πάρα πολύ σημαντική εγκληματική μέθοδος ακόμη και από κυβερνήσεις κρατών, από τις μυστικές υπηρεσίες, καλούμενες γενικά στη περίπτωση αυτή ως «κρατική τρομοκρατία» («state terrorism»), η οποία έχει παρατηρηθεί ήδη από τα χρόνια της αρχαιότητας, και η οποία μάλιστα διαιωνίζεται σε έναν πάρα πολύ σημαντικό βαθμό μέχρι και σήμερα.

Βασικότατα χαρακτηριστικά στοιχεία της σύγχρονης εκδηλωμένης τρομοκρατίας, εκτός βέβαια της επονομαζόμενης ως «κρατικής τρομοκρατίας»(«state

10

terrorism»), είναι σε κάθε περίπτωση τόσο η ανωνυμία, όσο και η μυστικότητα των εκάστοτε ενταχθέντων μελών της, όχι όμως και των ίδιων των τρομοκρατικών οργανώσεων, οι οποίες αντίθετα μάλιστα «σπεύδουν» πάντοτε και δημοσιοποιούν τις εκάστοτε διαπραττόμενες αξιόποινες πράξεις τους, προκειμένου να βρίσκονται σε μια πάρα πολύ σημαντική θέση για να διατηρούν το εγκληματικό «γόητρό» τους.

Όπως είναι ευρύτερα γνωστό λοιπόν, τα εκάστοτε διαπραττόμενα τρομοκρατικά «πλήγματα» στον κάθε καίριας σημασίας «τρομοκρατικό στόχο», γενικότερα προκαλούν πάντοτε πανικό και αποδιοργάνωση στο κράτος, στην Πολιτεία, αλλά και στην κοινωνία και στους πολίτες που την αποτελούν[11].

Οι τρομοκρατικές αξιόποινες πράξεις αποτελούν σαφέστατα ορισμένα μεμονωμένα απρόβλεπτα «πλήγματα εκφοβισμού», όπως είναι ασφαλώς οι ανθρωποκτονίες, οι βομβιστικές ενέργειες, οι αεροπειρατείες, οι απαγωγές κτλ.

Δεν είναι σπάνιες βέβαια οι φορές που τέτοιας φύσεως αξιόποινες τρομοκρατικές πράξεις πλήττουν βάναυσα ακόμη και αθώους και ανυποψίαστους πολίτες, όντας δυστυχώς «παράπλευρες απώλειες» ενός «βάρβαρου πολέμου».

Ιστορικά, αξίζει οπωσδήποτε να σημειωθεί ότι η τρομοκρατία ως ένα πάρα πολύ σημαντικό εγκληματικό και κοινωνικό φαινόμενο ποτέ δεν μπόρεσε επί της ουσίας να ανατρέψει ένα οποιοδήποτε καθεστώς. Αποτελεί σαφέστατα έναν πολύ μικρότερο κίνδυνο για την εκάστοτε κατεστημένη εξουσία από τον επονομαζόμενο ως «ανταρτοπόλεμο».

Πάντως, σε κάθε περίπτωση αξίζει οπωσδήποτε να επισημανθεί ότι τα εκάστοτε διαπραττόμενα «τρομοκρατικά πλήγματα» βασίζονται κυρίως στον «αιφνιδιασμό» και στον αντίστοιχο ιδεολογικό ή και θρησκευτικό φανατισμό, ενώ για την πραγμάτωσή τους απαιτείται σαφέστατα η πρόσβαση σε κάποιους συγκεκριμένους οικονομικούς πόρους, με τους οποίους βέβαια πολλοί «δίοδοι» του διεθνούς εμπορίου παραμένουν εν τέλει επί της ουσίας «ανοιχτοί».

Πολλοί ασφαλώς πιστεύουν, ότι ο πάρα πολύ σημαντικός «πόλεμος» εναντίον του θεμελιώδους σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού φαινομένου της τρομοκρατίας δεν είναι εν τοις πράγμασι «πόλεμος», και ότι η τρομοκρατία θα πρέπει πάντοτε να αντιμετωπίζεται λειτουργικά και να καταπολεμάται αποτελεσματικά πρωτίστως με διακρατική συνεργασία, με μια πάρα πολύ σημαντική ανταλλαγή πληροφοριών («intelligence»), καθώς και με πάσης φύσεως αστυνομικά και διπλωματικά μέσα.

11

Όμως, άξιο λόγου ζήτημα είναι σε κάθε περίπτωση το ότι μετά από το θεμελιώδους σημασίας τρομοκρατικό «χτύπημα» της 11ης Σεπτεμβρίου του έτους 2001, υποστηρίζεται κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, ότι τα συγκεκριμένα προαναφερθέντα μέσα δεν αρκούν αποκλειστικά από μόνα τους, και μάλλον απαιτείται εν τέλει η λήψη επιπρόσθετων προληπτικών μέτρων («pre-emptive measures») σε ένα «καθαρά» ουσιαστικό επίπεδο.

Τα συγκεκριμένα μέτρα παρουσιάζουν πρωτίστως έναν άμεσο επιθετικό χαρακτήρα, όπως είναι π.χ. οι ενέργειες της Δύσης στο κράτη του Αφγανιστάν και του Ιράκ, θέσεις και απόψεις που έγιναν βέβαια αμέσως αποδεκτές από όλες τις χώρες, δηλαδή ακόμα και από τις μη προσκείμενες φιλικά προς τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, π.χ. την Κούβα, τη Λιβύη κτλ.

Η τρομοκρατία λοιπόν, η οποία στα αγγλικά ονομάζεται «terrorism», εκ του «τρόμος» και «κράτος», δηλαδή «υπό το κράτος του τρόμου», αν και δεν υπάρχει εν τέλει ένας διεθνώς συμφωνημένος ορισμός για αυτήν, γενικά ως ένα θεμελιώδους σημασίας εγκληματικό και κοινωνικό φαινόμενο αποτελεί σε κάθε περίπτωση τη «συστηματική» χρήση, ή την απειλή χρήσης, βίας που συμβαίνει πάντοτε ως αντίδραση, ή άσκηση πίεσης, από οργανωμένες ομάδες με πολιτικά, θρησκευτικά ή άλλα ιδεολογικά κίνητρα ως υπόβαθρο, αλλά ακόμη και από ολόκληρους κρατικούς μηχανισμούς, εναντίον ατόμων, ομάδων ή περιουσιών, με απώτερο στόχο τις κυβερνήσεις από τις οποίες προσδοκούν κάποια αντίστοιχα των κινήτρων τους οφέλη.

Μάλιστα, αξίζει οπωσδήποτε να σημειωθεί ότι η εκάστοτε αξιόποινη πράξη επ΄ αυτού χαρακτηρίζεται εν τέλει επί της ουσίας ως «τρομοκρατική πράξη» («terrorist act»), και αντίστοιχα οι επιχειρούντες αυτήν την αξιόποινη τρομοκρατική πράξη χαρακτηρίζονται ως «τρομοκράτες» («terrorists»).

Σήμερα, αξίζει οπωσδήποτε να αναφερθεί ότι υπάρχουν τρεις ορισμοί του θεμελιώδους σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού φαινομένου της τρομοκρατίας, που θεωρούνται αποδεκτοί από πάρα πολλές πλευρές.

Ο πρώτος ορισμός του επίμαχου θεμελιώδους σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού φαινομένου λοιπόν δόθηκε το έτος 1983 από το «State Department» των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής στο «Title 22 of the United States Code, Section 2656(d)», ως εξής: «μια προσχεδιασμένη βίαιη ενέργεια, στρεφόμενη ενάντια σε άμαχους στόχους, που πραγματοποιείται από υποεθνικές ή μυστικές ομάδες με πολιτικά κίνητρα, οι οποίες συχνά επιθυμούν να ασκήσουν επιρροή σε ένα ακροατήριο».

Ο δεύτερος ορισμός του επίμαχου θεμελιώδους σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού φαινομένου δόθηκε το έτος 1988 και προέρχεται από τους επιστήμονες Άλεξ Σμιντ (Alex P. Schmid) και Άλμπερτ Γιόνγκμαν (Albert J. Jongman), και είναι σε κάθε περίπτωση ο παρακάτω: «Η τρομοκρατία είναι μια μέθοδος

12

επαναλαμβανόμενων πράξεων βίας, στην οποία εμπλέκονται σχετικά κρυφά άτομα, ομάδες ή κρατικοί δρώντες, λόγω ιδιοσυγκρασίας, εγκληματικών ή πολιτικών λόγων, και όπου, σε αντίθεση με τη δολοφονία, οι άμεσοι στόχοι της βίας δεν αποτελούν και τον απώτερο σκοπό αυτής. Tα δε άμεσα θύματα επιλέγονται τυχαία ή μέσω συμβολικής στοχοποίησης, ως μέρος ενός ευρύτερου πληθυσμού-στόχου στον οποίο αποσκοπεί η πράξη, λειτουργώντας ως μήνυμα προς αυτόν. Έτσι, διαμέσου του θύματος, αποκαθίσταται μια επικοινωνία μεταξύ των δρώντων και του -τελούντος σε κίνδυνο- ακροατηρίου, μέσω της επιδίωξης τρομοκράτησης, της προβολής απαιτήσεων ή της έλκυσης προσοχής, ανάλογα με την τελική στόχευση, που μπορεί να είναι ο εκφοβισμός, ο πειθαναγκασμός ή η προπαγάνδα».

Ο τρίτος ορισμός του επίμαχου θεμελιώδους σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού φαινομένου υιοθετήθηκε το έτος 1997 από τη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Resolution 51/210) και ορίζει ρητά και χαρακτηριστικά ως τρομοκρατία: «...τις εγκληματικές ενέργειες που αποσκοπούν στην πρόκληση φόβου, είτε στο σύνολο της κοινωνίας είτε σε μια ομάδα ατόμων είτε σε μεμονωμένα άτομα, έχοντας ως κίνητρο πολιτικές στοχεύσεις. Οι πράξεις αυτές είναι σε κάθε περίπτωση μη δικαιολογημένες, άσχετα από τη φύση των -εθνικών, θρησκευτικών, φιλοσοφικών, ιδεολογικών, πολιτικών, φυλετικών- κινήτρων που επικαλούνται οι δράστες».

Τέλος, μετά και από αυτήν την πάρα πολύ σημαντική εννοιολογική οριοθέτηση του εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας εγκληματικού και κοινωνικού φαινομένου της τρομοκρατίας, η οποία έγινε στα πλαίσια της συγκεκριμένης υποενότητας της μελέτης μας, θα ήταν κατά την άποψή μας σε κάθε περίπτωση καθόλα θεμιτό, εύλογο και ευκταίο, να προβούμε σε μια πάρα πολύ σημαντική εννοιολογική διάκριση της αξιόποινης πραξης της τρομοκρατίας με το εξίσου θεμελιώδους σημασίας και «συγγενικό» εγκληματικό και κοινωνικό φαινόμενο του οργανωμένου εγκλήματος.

ΙΙ. Η Διάκριση της Τρομοκρατίας από το Οργανωμένο Έγκλημα

Καταρχάς, αξίζει οπωσδήποτε εν προκειμένω να σημειωθεί ότι το οργανωμένο έγκλημα[12], ως ένα θεμελιώδους σημασίας εγκληματικό και κοινωνικό φαινόμενο,

13

καθώς και η τρομοκρατία, ως ένα παρεμφερές, αλλά παράλληλα και «συγγενικό» εγκληματικό και κοινωνικό φαινόμενο που δραστηριοποιείται επί της ουσίας στους κόλπους μιας κοινωνίας και μιας Πολιτείας, όπως είναι ευρύτερα

14

γνωστό στο νομικό και όχι μόνο κόσμο σήμερα, είναι εν τέλει και σε κάθε περίπτωση ουσιαστικά δύο εντελώς διαφορετικές μορφές εγκληματικών και κοινωνικών φαινομένων, παρόλο που μπορεί να παρουσιάζουν και συγκεκριμένες πάρα πολύ σημαντικής φύσεως ομοιότητες μεταξύ τους.

Αξίζει οπωσδήποτε στο συγκεκριμένο σημείο της μελέτης μας να τονιστεί λοιπόν ότι σε κάθε περίπτωση η προφανής ομοιότητα των δύο αυτών θεμελιώδους σημασίας εγκληματικών και κοινωνικών φαινομένων έγκειται σε έναν πάρα πολύ σημαντικό βαθμό στο ότι και οι τρομοκρατικές οργανώσεις και οι εγκληματικές οργανώσεις[13] αποτελούν ουσιαστικά, με βάση και τη δογματική

15

Back to Top