ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Επωφεληθείτε της Έκπτωσης 40% για τη συνδυαστική αγορά εντύπου & e-book και αποκτήστε όλα τα Υποδείγματα σε επεξεργάσιμα αρχεία

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 66€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 82,00 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 21006
Βαρσάνης Κ., Βούλγαρη Κ., Κιτσάκης Στ., Κόλιας Β., Πραγιάννη Ε., Ράμμου Μ., Ρεντούλης Π.
Καράκωστας Ι.
  • Εκδοση: 2η 2024
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
  • Σελίδες: 856
  • ISBN: 978-618-08-0346-4

Τα «Υποδείγματα Εμπραγμάτου Δικαίου» περιλαμβάνουν 85 δικόγραφα αγωγών, προτάσεων και αιτήσεων (εκουσίας δικαιοδοσίας, ασφαλιστικών μέτρων), που καλύπτουν όλη την ύλη του Εμπραγμάτου Δικαίου. Σχεδόν κάθε δικόγραφο συνοδεύεται από παρατηρήσεις με σχετική θεωρία, πρόσφατη νομολογία και εν γένει κατευθύνσεις για τον τρόπο επίλυσης επιμέρους ή ανάλογων ζητημάτων. Η ύλη του έργου διαιρείται σε 10 ενότητες - κεφάλαια, τα οποία ακολουθούν τη σειρά που καταστρώνονται οι αντίστοιχες διατάξεις του εμπραγμάτου δικαίου στον Αστικό Κώδικα.

Τα υποδείγματα αφορούν:

• προστασία νομής

• προστασία κυριότητας

• περιορισμούς κυριότητας

• πράγματα εκτός συναλλαγής

• δουλείες πραγματικές και προσωπικές (επικαρπία-οίκηση)

• εμπράγματη ασφάλεια (ενέχυρο-προσημείωση/υποθήκη)

• δικαίωμα επιφάνειας

• δημοσιότητα εμπράγματων δικαιωμάτων στα ακίνητα

• οριζόντια και κάθετη ιδιοκτησία.

Δικονομικά θέματα (όπως αρμοδιότητα, αοριστία δικογράφων, βάση αγωγής και βάρος απόδειξης, ενστάσεις και εν γένει άμυνα εναγομένου, δεδικασμένο, εκτέλεση κ.λπ.) αναλύονται διεξοδικά.

Η θεματολογία είναι πλήρως ενημερωμένη με τις νέες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αλλά και τις τροποποιήσεις σύγχρονων Ειδικών Αστικών Νόμων. Το έργο ολοκληρώνεται με ενιαίο αναλυτικό αλφαβητικό ευρετήριο, που διευκολύνει τον αναγνώστη στην αναζήτησή του. Τα «Υποδείγματα Εμπραγμάτου Δικαίου» έχουν όλα τα εχέγγυα, όπως και όλη η σειρά των Υποδειγμάτων Αστικού Δικαίου, να πετύχουν έναν ιδιαίτερο φιλόδοξο στόχο: να καταστούν πολύτιμο βοήθημα και σύμμαχος του νομικού της πράξης και να αποτελέσουν αναντικατάστατο έργο και κτήμα της βιβλιοθήκης του.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 2ης ΕΚΔΟΣΗΣ IX

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1ης ΕΚΔΟΣΗΣ XI

Α΄ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΝΟΜΗΣ

1. Αγωγή αποβολής από τη νομή ακινήτου 3

2. Αγωγή αποβολής από τη νομή κινητού 5

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 1-2 7

3. Αγωγή διατάραξης νομής ακινήτου/κινητού 33

Παρατηρήσεις 35

4. Ασφαλιστικά μέτρα επί αποβολής από τη νομή 42

5. Ασφαλιστικά μέτρα επί διατάραξης της νομής 45

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 4-5 47

6. Αγωγή αποζημίωσης λόγω προσβολής της νομής 54

Παρατηρήσεις 56

7. Αγωγή απαίτησης της νομής με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού 58

Παρατηρήσεις 60

8. Αναγνωριστική αγωγή της νομής 64

Παρατηρήσεις 66

9. Ανακοπή κατά πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής από δασική έκταση 68

Παρατηρήσεις 71

10. Ανακοπή κατά πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής από δημόσιο κτήμα 76

Παρατηρήσεις 78

11. Αγωγή νομέα περί αναζήτησης κινητού που περιήλθε σε ξένο ακίνητο (995 ΑΚ) 85

Παρατηρήσεις 87

Β΄ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

12. Διεκδικητική αγωγή ακινήτου με βάση παράγωγο τρόπο κτήσης της κυριότητας 93

13. Διεκδικητική αγωγή ακινήτου με βάση πρωτότυπο τρόπο κτήσης της κυριότητας 95

14. Διεκδικητική αγωγή κινητού πράγματος 97

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 12-14 99

15. Αξίωση κυρίου για τα ωφελήματα 142

Παρατηρήσεις 144

16. Αξίωση αποζημίωσης του κυρίου λόγω καταστροφής ή χειροτέρευσης
του πράγματος 156

Παρατηρήσεις 158

17. Η αξίωση του νομέα για τις δαπάνες 167

Παρατηρήσεις 170

18. Αρνητική αγωγή ακινήτου/κινητού 188

Παρατηρήσεις 190

19. Θετική αναγνωριστική της κυριότητας αγωγή 202

20. Αρνητική αναγνωριστική της κυριότητας αγωγή 204

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 19-20 206

21. Πουβλικιανή διεκδικητική αγωγή 212

22. Πουβλικιανή αρνητική αγωγή 214

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 21-22 216

23. Αγωγή αναζήτησης κινητού (παραστατική – άρθρο 1109 ΑΚ) 223

Παρατηρήσεις 225

24. Ασφαλιστικά μέτρα προστασίας κυριότητας 228

Παρατηρήσεις 230

25. Αγωγή κατά Ελληνικού Δημοσίου 236

Παρατηρήσεις 238

26. Αγωγή διεκδίκησης πράγματος μετά τον πλειστηριασμό (1020 ΚΠολΔ) 249

Παρατηρήσεις 252

Γ΄ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

27. Αγωγή διατάραξης από εκπομπές (1003 ΑΚ) 257

Παρατηρήσεις 259

28. Αγωγή από επιβλαβείς εγκαταστάσεις σε γειτονικό ακίνητο (1004-1005 ΑΚ) 273

Παρατηρήσεις 275

29. Αγωγή σε περίπτωση κινδύνου πτώσης οικοδομής (1006 ΑΚ) 282

Παρατηρήσεις 284

30. Αγωγή λόγω ανόρυξης κοντά στα θεμέλια του γείτονα (1007 ΑΚ) 289

Παρατηρήσεις 291

31. Αγωγή από ενοικοδόμηση σε γειτονικό ακίνητο (1010 ΑΚ) 297

Παρατηρήσεις 299

32. Αγωγή για ανοχή επισκευών (1018 ΑΚ) 307

Παρατηρήσεις 309

33. Αγωγή οροσήμανσης και κανονισμού ορίων ακινήτων (1019 και 1020 ΑΚ) 313

Παρατηρήσεις 316

34. Αγωγή για υποχρεώσεις που πηγάζουν από τη ροή του νερού (1024 ΑΚ) 325

Παρατηρήσεις 327

35. Αγωγή για την προστασία του νερού του χωριού (1027 ΑΚ) 332

Παρατηρήσεις 334

Δ΄ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΚΤΟΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΗΣ

36. Προστασία χρήσης πραγμάτων εκτός συναλλαγής 341

37. Αγωγή για την προστασία της χρήσης πραγμάτων εκτός συναλλαγής 344

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 36-37 352

Ε΄ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ

38. Αγωγή παροχής δουλείας διόδου 381

Παρατηρήσεις 384

39. Αγωγή σύστασης δουλείας άντλησης νερού (1028 ΑΚ) 401

Παρατηρήσεις 403

40. Αγωγή σύστασης δουλείας διοχέτευσης νερού (1029 ΑΚ) 407

Παρατηρήσεις 409

41. Αγωγή σύστασης δουλείας εναέριας ή υπόγειας διέλευσης σωλήνων ή καλωδίων
(1031 ΑΚ) 413

Παρατηρήσεις 416

42. Ασφαλιστικά μέτρα οιονεί νομής δουλείας διόδου (1012 ΑΚ) 422

Παρατηρήσεις 424

43. Αγωγή ομολογήσεως δουλείας 429

44. Αγωγή πουβλικιανή δουλείας 431

45. Αναγνωριστική αγωγή του δικαιώματος πραγματικής δουλείας 433

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 43-45 435

46. Αγωγή μεταβολής τρόπου άσκησης της δουλείας (1128 ΑΚ) 454

Παρατηρήσεις 456

47. Αγωγή απόσβεσης δουλείας 461

48. Αγωγή κατάργησης δουλείας 463

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 47-48 465

ΣΤ΄ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ

Ι. ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ

49. Ένδικη προστασία επικαρπωτή κατά ψιλού κυρίου και τρίτων
(αναλογική εφαρμογή διατάξεων προστασίας κυριότητας - νομής) 479

Παρατηρήσεις 483

50. Αγωγή βεβαίωσης κατάστασης πράγματος (1145 ΑΚ) 489

Παρατηρήσεις 492

51. Αγωγή αναζήτησης δαπανών (1157 ΑΚ) 494

Παρατηρήσεις 499

52. Ένδικη προστασία ψιλού κυρίου κατά επικαρπωτή και τρίτων
(αναλογική εφαρμογή διατάξεων προστασίας κυριότητας - νομής) 502

Παρατηρήσεις 505

53. Αγωγή λόγω μεταβολής ή χειροτέρευσης του πράγματος (1158 ΑΚ) 508

Παρατηρήσεις 511

54. Αγωγή για την παροχή ασφάλειας (1159, 1160 ΑΚ) 514

Παρατηρήσεις 517

55. Αγωγή απόδοσης του πράγματος κατά τη λήξη της επικαρπίας (1161 ΑΚ) 524

Παρατηρήσεις 526


ΙΙ. ΟΙΚΗΣΗ

56. Ένδικη προστασία δικαιούχου οίκησης (αναλογική εφαρμογή διατάξεων
προστασίας κυριότητας - νομής) 535

Παρατηρήσεις 538

57. Αγωγή απόδοσης του πράγματος κατά τη λήξη της οίκησης (1161 ΑΚ) 541

Παρατηρήσεις 543

58. Ένδικη προστασία δικαιούχου περιορισμένης προσωπικής δουλείας
(αναλογική εφαρμογή διατάξεων περί προστασίας των πραγματικών δουλειών) 548

Παρατηρήσεις 551

Ζ΄ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ

Ι. ΕΝΕΧΥΡΟ

59. Αίτηση περί διορισμού μεσεγγυούχου και απόδοση του πράγματος σε αυτόν 559

60. Αγωγή για την παράδοση ενεχυρασμένου πράγματος σε μεσεγγυούχο 562

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 59-60 565

61. Αίτηση παραχώρησης άδειας για την πώληση του ενεχυρασμένου πράγματος 573

Παρατηρήσεις 576

62. Διεκδικητική αγωγή ενεχυρούχου δανειστή 585

Παρατηρήσεις 587

63. Αναγνωριστική αγωγή ενεχυρούχου δανειστή (άρθρο 70 ΚΠολΔ) 591

64. Αρνητική αγωγή ενεχυρούχου δανειστή 593

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 63-64 596

65. Αγωγή του ενεχυρούχου δανειστή για την ανάληψη του πράγματος λόγω
απόσβεσης ενεχύρου (1232 ΑΚ) 602

Παρατηρήσεις 604


ΙΙ. ΠΡΟΣΗΜΕΙΩΣΗ - ΥΠΟΘΗΚΗ

66. Αίτηση εγγραφής προσημείωσης υποθήκης 611

Παρατηρήσεις 613

67. Αίτηση εξάλειψης προσημείωσης 633

68. Αίτηση ανάκλησης απόφασης 635

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 67-68 637

69. Αγωγή μείωσης του ασφαλιζόμενου ποσού στο προσήκον μέτρο
επί υποθήκης (1269 ΑΚ) 641

Παρατηρήσεις 643

70. Αγωγή περιορισμού της εγγραφής επί υποθήκης 648

Παρατηρήσεις 649

71. Αγωγή αποτροπής χειροτέρευσης ενυπόθηκου 652

Παρατηρήσεις 654

72. Αγωγή εξάλειψης υποθήκης 658

Παρατηρήσεις 660

Η΄ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ

73. Αγωγή αποζημίωσης επιφανειούχου κατά του κυρίου λόγω
ανέγερσης εγκατάστασης στο κτήμα 667

Παρατηρήσεις 671

Θ΄ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΣΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ

74. Αίτηση κατά πράξης Υποθηκοφύλακα να αρνηθεί τη μεταγραφή 683

Παρατηρήσεις 688

Ι΄ ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ - ΚΑΘΕΤΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ

75. Αγωγή σύστασης οροφοκτησίας 703

Παρατηρήσεις 707

76. Πρόσκληση σε τακτική Γενική Συνέλευση συνιδιοκτητών 715

77. Πρακτικό Γενικής Συνέλευσης συνιδιοκτητών 716

78. Αγωγή ακύρωσης απόφασης Γενικής Συνέλευσης συνιδιοκτητών 718

Παρατηρήσεις επί των υποδειγμάτων 76-78 722

79. Αίτηση διορισμού προσωρινού διαχειριστή 726

Παρατηρήσεις 728

80. Ασφαλιστικά μέτρα χορήγησης εγγράφων/λογοδοσία 730

Παρατηρήσεις 732

81. Αγωγή διαχειριστή κατά ιδιοκτήτη διαμερίσματος για καταβολή κοινοχρήστων 735

Παρατηρήσεις 738

82. Αγωγή διαχειριστή κατά ιδιοκτήτη διαμερίσματος για άρση παρακώλυσης
της χρήσης των κοινόχρηστων χώρων 749

Παρατηρήσεις 752

83. Αγωγή διαχειριστή κατά ιδιοκτήτη διαμερίσματος λόγω μεταβολής χρήσης (Ι) 765

Παρατηρήσεις 767

84. Αγωγή διαχειριστή και συνιδιοκτήτη κατά ιδιοκτήτη διαμερίσματος λόγω
απαγορευμένης αλλαγής χρήσης (ΙΙ) 771

Παρατηρήσεις 775

85. Αγωγή μεταξύ συνιδιοκτητών λόγω παρακώλυσης του δικαιώματος ανέγερσης
νέου ορόφου 780

Παρατηρήσεις 782

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

I. N 5108/2024 - Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική
αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής
δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις (άρθρα 1-6, 14, 76) 791

ΙΙ. Ν 5095/2024 - Ενίσχυση δικηγορικής ύλης: Ρυθμίσεις για τα κληρονομητήρια,
τις αποδοχές και αποποιήσεις κληρονομιών, τις εγγραφές και τις εξαλείψεις
συναινετικών προσημειώσεων υποθηκών και τις ένορκες βεβαιώσεις και
για το Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων και την πληρωμή
των υποθέσεων νομικής βοήθειας και λοιπές επείγουσες ρυθμίσεις
(άρθρα 12, 13, 32) 811

III. Υπουργική Απόφαση 33305/2024 - Καθορισμός των προϋποθέσεων εγγραφής
των δικηγόρων στους ειδικούς καταλόγους του εβδόμου εδαφίου της παρ. 1
του άρθρου 208, της παρ. 1 του άρθρου 787 και της παρ. 2 του άρθρου 819
του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του ύψους της αποζημίωσης των δικηγόρων
στις ως άνω περιπτώσεις, του τρόπου, του χρόνου και των λοιπών
όρων καταβολής της, και κάθε άλλης λεπτομέρειας 813

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 819

Σελ. 1

Α΄ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΝΟΜΗΣ

Σελ. 2

Γενική Βιβλιογραφία

- Αθανασόπουλος Τ, Εμπράγματο Δίκαιο, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, τομ. Ι-ΙΙ, 2001. - Βαβούσκος Κ., Εμπράγματο Δίκαιο, 1986. - Βαθρακοκοίλης Β., Η Νομή, Νομή - Οιονεί νομή - Κατοχή, 2015. - Γεωργιάδης Απ., Εμπράγματο Δίκαιο, 2η έκδ., 2010. - Ίδιος, Εγχειρίδιο Εμπράγματου Δικαίου, 2016. - Ίδιος, σε Αστικό Κώδικα Γεωργιάδη-Σταθόπουλου. Κατ’ άρθρο ερμηνεία, 1985, άρθρα 974-980, 984, 987-988, 989-990, 992, 993. - Ίδιος, Σύντομη Ερμηνεία του Αστικού Κώδικα (ΣΕΑΚ), Τόμος ΙΙ/άρθρα 947-2035, 2013. - Γεωργιάδου Μ., Αγωγές Εμπραγμάτου Δικαίου, 2015. - Γιαννακόπουλος σε Ερμηνεία Αστικού Κώδικα Καράκωστα Ι., 2010, Τόμος 7Α, άρθρα 987, 989, 992, 995. - Καραμανλή-Μπαρουτάκη Α., Το δίκαιο της νομής, 1994. - Κιτσικόπουλος, Νομή και οιονεί νομή, 1958. - Κουμάνης Στ., σε Σύντομη Ερμηνεία του Αστικού Κώδικα (ΣΕΑΚ) του Γεωργιάδη Απ., 2013, άρθρα 979, 995. - Μπαλής Γ., Εμπράγματον Δίκαιον, 1951. - Μπρακατσούλας Β., Η νομή και η προστασία της, 2003. - Παπαδόπουλος Κ., Αγωγές Εμπραγμάτου Δικαίου, 1989. - Παπαστερίου Δ., Εμπράγματο Δίκαιο τ. Ι, 2007. - Ίδιος, Εμπράγματο δίκαιο, τόμ. 3, 2008. - Παπαχρήστου Αν., Εμπράγματο Δίκαιο. Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 2η έκδ., 1985. - Πουρνάρας Ε., σε Ερμηνεία Αστικού Κώδικα Καράκωστα Ι., 2010, Τόμος 7Α, άρθρα 976, 977, 979, 980, 982, 993. - Σπυριδάκης Ι., Εμπράγματο Δίκαιο, τ. Α΄, 2001. - Τούσης Α., Εμπράγματον Δίκαιον, 1988. - Τριάντος Ν. (επιμ.), Αστικός Κώδικας. Ερμηνεία κατ’ άρθρο. Τόμος δεύτερος (άρθρα 947-2035), 4η έκδ., 2018. - Φίλιος Π., Εμπράγματο δίκαιο, 4η έκδ., 2011. - Φιοράκης Ι. (επιμ.), Η προστασία των δικαιωμάτων στο Εμπράγματο Δίκαιο, 2022.

Σελ. 3

01 Αγωγή αποβολής από τη νομή ακινήτου

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ................. (τακτική διαδικασία)

ΑΓΩΓΗ

Της .......... του ..............., κατοίκου ..........., με ΑΦΜ ..........

Της .......... του ..............., κατοίκου ..........., με ΑΦΜ ..........

ΚΑΤΑ

Της ............., του................ κατοίκου ............

Δυνάμει του υπ’ αριθμόν ........ συμβολαίου ........., νομίμως μεταγεγραμμένου στα οικεία βιβλία του αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου, περιήλθε στην αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή μας και κατά ποσοστό 1/2 εξ’ αδιαιρέτου σε εκάστη εξ’ ημών ένα αγροτεμάχιο κείμενο στη θέση ...............της κτηματικής περιφέρειας ................, συνολικής εκτάσεως ..........τ.μ., εμφαινόμενο με .............. στο από ......... τοπογραφικό διάγραμμα του .........., το οποίο επισυνάπτεται στην παρούσα και συνορεύει γύρωθεν ..................

Από τη στιγμή που το ως άνω ακίνητο περιήλθε στη κυριότητα και νομή μας και μας παραδόθηκε και μέχρι και την παράνομη αποβολή μας από τη νομή του, νεμόμασταν και κατείχαμε το παραπάνω ακίνητο συνεχώς, αδιαλείπτως και αδιαταράκτως με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, ασκώντας σε αυτό πράξεις νομής και κατοχής που προσιδιάζουν σε αληθινούς κυρίους και κατόχους και ειδικότερα ..................... και γενικά ασκούσαμε όλες τις πράξεις που αρμόζουν σε νομείς και κυρίους, χωρίς οποιαδήποτε αμφισβήτηση από κανένα.

Ωστόσο την ........... η αντίδικος εντελώς παράνομα, αυθαίρετα και χωρίς κανένα δικαίωμα προέβη στις ακόλουθες ενέργειες ................., αποβάλλοντάς μας με τον τρόπο αυτό από τη νομή του ακινήτου μας, εφόσον δεν μπορούμε πλέον να εισέλθουμε σε αυτό και προσβάλλοντας το δικαίωμα της νομής μας με αποβολή.

Επειδή μέχρι την ως άνω αποβολή μας νεμόμασταν το ακίνητο νομίμως και χωρίς ουδέποτε να αμφισβητηθεί το δικαίωμά μας.

Επειδή η αντίδικος παρανόμως και χωρίς τη θέλησή μας μάς απέβαλε από τη νομή του ακινήτου μας προσβάλλοντας τη νομή μας με αποβολή.

Επειδή η αγωγή μας είναι παραδεκτή, νόμω και ουσία βάσιμη, ασκείται δε εμπροθέσμως.

Επειδή η αξία της νομής του παραπάνω ακινήτου ανέρχεται στα ..........ευρώ και συνακόλουθα το δικαίωμα εκάστης εξ’ ημών στο ποσό των (... : 2=) .......... ευρώ.

Σελ. 4

Επειδή από την καθυστέρηση εκτέλεσης της απόφασης και απόδοσης της νομής του ακινήτου μας υφιστάμεθα βλάβη.

Επειδή το Δικαστήριό Σας είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο, καθώς το ως άνω ακίνητο βρίσκεται στην περιφέρεια του Δικαστηρίου Σας.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Και τα στο μέλλον προστεθησόμενα

ΑΙΤΟΥΜΕΘΑ

Να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η παρούσα.

Να αναγνωρισθούμε αποκλειστικοί νομείς και κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου εκάστη εξ ημών του στο ιστορικό αναφερόμενου ακινήτου, ήτοι: .....................

Να διαταχθεί η αποβολή της αντιδίκου από το ως άνω ακίνητο και η απόδοσή του σε εμάς.

Να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή.

Να καταδικασθεί η αντίδικος στη δικαστική μας δαπάνη και την αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου μας.

(Τόπος), (ημερομηνία)

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος

(υπογραφή & σφραγίδα με διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου)

Παρατηρήσεις

Βλ. σχετικές παρατηρήσεις σελ. 7.

Σελ. 5

02 Αγωγή αποβολής από τη νομή κινητού

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ................. (τακτική διαδικασία)

ΑΓΩΓΗ

Του .......... του ..............., κατοίκου ..........., με ΑΦΜ ..........

ΚΑΤΑ

Της .......... του ..............., κατοίκου ...........

Δυνάμει προφορικώς καταρτισθείσης συμβάσεως πωλήσεως που συνήφθη την ........ απέκτησα την κυριότητα, νομή και κατοχή ενός αυτοκινήτου και δη του υπ’ αριθμόν κυκλοφορίας ........ ΙΧΕ αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής........... τύπου............... και κυλινδρισμού..............

Από τη στιγμή που το ως άνω αυτοκίνητο περιήλθε στη κυριότητα και νομή μου και μου παραδόθηκε και μέχρι και την παράνομη αποβολή μου από τη νομή του, νεμόμουν και κατείχα το παραπάνω αυτοκίνητο συνεχώς, αδιαλείπτως και αδιαταράκτως με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, ασκώντας σε αυτό πράξεις νομής και κατοχής που προσιδιάζουν σε αληθινό κύριο, νομέα και κάτοχο και ειδικότερα το χρησιμοποιούσα ανελλιπώς για τις μετακινήσεις μου, επιμελούμουν των επισκευών και συντήρησης αυτού και γενικά ασκούσα όλες τις πράξεις που αρμόζουν σε νομέα και κύριο, χωρίς οποιαδήποτε αμφισβήτηση από κανένα.

Ωστόσο την ........... η αντίδικος, στην οποία κατά καιρούς χρησιδάνειζα το ως άνω αυτοκίνητό μου, λόγω της στενής σχέσης που μας συνδέει, εντελώς παράνομα, αυθαίρετα και χωρίς κανένα δικαίωμα μου το αφαίρεσε, αρνούμενη να μου το αποδώσει και με απέβαλε με τον τρόπο αυτό από τη νομή του αυτοκινήτου μου, εφόσον δεν μπορώ πλέον να το κατέχω και χρησιμοποιώ και προσβάλλοντας ως εκ τούτου το δικαίωμα της νομής μου με αποβολή.

Επειδή μέχρι την ως άνω αποβολή μου νεμόμουν το ως άνω αυτοκίνητο νομίμως και χωρίς ουδέποτε να αμφισβητηθεί το δικαίωμά μου.

Επειδή η αντίδικος παρανόμως και χωρίς τη θέλησή μου με απέβαλε από τη νομή του αυτοκινήτου μου προσβάλλοντας τη νομή μου με αποβολή.

Επειδή η αγωγή μου είναι παραδεκτή, νόμω και ουσία βάσιμη, ασκείται δε εμπροθέσμως.

Επειδή η αξία της νομής του παραπάνω αυτοκινήτου ανέρχεται στα .............ευρώ.

Σελ. 6

Επειδή από την καθυστέρηση εκτέλεσης της απόφασης και απόδοσης της νομής του ακινήτου μου υφίσταμαι βλάβη.

Επειδή το Δικαστήριό Σας είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Και τα στο μέλλον προστεθησόμενα

ΑΙΤΟΥΜΑΙ

Να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η παρούσα.

Να αναγνωρισθώ αποκλειστικός νομέας του στο ιστορικό αναφερόμενου αυτοκινήτου, ήτοι: .....................

Να διαταχθεί η αφαίρεση του ως άνω κινητού από την αντίδικο και η απόδοσή του σε εμένα.

Να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή.

Να καταδικασθεί η αντίδικος στη δικαστική μου δαπάνη και την αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου μου.

(Τόπος), (ημερομηνία)

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος

(υπογραφή & σφραγίδα με διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου)

Σελ. 7

Παρατηρήσεις

1. Εισαγωγικά

Ι. Έννοια της νομής - Υποκείμενο και αντικείμενο νομής

Η νομή ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα (άρθρα 974 - 998 ΑΚ). Ο ΑΚ διακρίνει τη φυσική εξουσίαση του πράγματος (νομή σε ευρεία έννοια) σε κατοχή και νομή (σε στενή έννοια). Κατοχή είναι η φυσική εξουσίαση του πράγματος με θέληση κατοχής, ενώ νομή είναι η φυσική εξουσίαση που ασκείται με διάνοια κυρίου, δηλαδή με πρόθεση κυριότητας. Έτσι η νομή συγκροτείται από δύο στοιχεία, το σωματικό (corpus), που είναι ο φυσικός εξουσιασμός του πράγματος και το πνευματικό (animus), δηλαδή τη βούληση του νομέα να εξουσιάζει το πράγμα, όπως ο κύριός του, κάνοντας χρήση του με τον τρόπο που θα το μεταχειριζόταν ο ιδιοκτήτης. Στα ακίνητα άσκηση νομής αποτελούν οι υλικές επενέργειες όπως η οριοθέτηση, η καλλιέργεια κ.λπ., με τις οποίες ο νομέας εκδηλώνει τη βούλησή του για την εξουσίασή τους. Η δε διάνοια κυρίου συνίσταται στην πρόθεση του έχοντος αυτήν προσώπου για διαρκή, απεριόριστη και αποκλειστική εξουσίαση του πράγματος, όμοια ή ανάλογη με εκείνη που απορρέει από το δικαίωμα της πλήρους κυριότητας και που αναγνωρίζεται στο δικαιούχο αυτής. Η διάνοια κυρίου εκδηλώνεται με τη μεταχείριση του πράγματος με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να το μεταχειριστεί ο ιδιοκτήτης, χωρίς να απαιτείται απαραίτητα και να κατευθύνεται η πρόθεση του νομέα σε έννομη κτήση της κυριότητας, ούτε και να έχει αυτός την πεποίθηση ότι έχει κυριότητα (opinio domini). Στην περίπτωση που ελλείπει το πνευματικό στοιχείο υπάρχει μόνο κατοχή, η οποία συνίσταται στη σωματική εξουσία απλώς του προσώπου στο πράγμα είτε για λογαριασμό του, είτε και στο όνομα άλλου, δυνάμει εννόμου σχέσης.

Σύμφωνα με το άρθρο 974 ΑΚ «όποιος απέκτησε τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα (κατοχή) είναι νομέας του, αν ασκεί την εξουσία αυτή με διάνοια κυρίου». Υποκείμενο νομής, δηλαδή νομέας, μπορεί να είναι κάθε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό. Νομέας μπορεί να είναι και ο ανίκανος για δικαιοπραξία.

Αντικείμενο της νομής είναι μόνο πράγματα (κινητά και ακίνητα) με εξαίρεση α) των κοινών τοις πάσι (άρθρο 966 ΑΚ), β) των κοινοχρήστων (967 ΑΚ) και γ) εκείνων που

Σελ. 8

από την φύση, το νόμο ή την ιδιωτική βούληση εξαιρούνται των συναλλαγών (άρθρο 966 ΑΚ). Το δικαίωμα της νομής διαφέρει από το δικαίωμα χρήσης κοινόχρηστου πράγματος, διότι το τελευταίο είναι συνυφασμένο με την προσωπικότητα του πολίτη και προστατεύεται όπως το δικαίωμα της προσωπικότητας.

Επίσης, αντικείμενο της νομής μπορεί να αποτελέσει και μέρος του πράγματος εφόσον, όμως, είναι εξωτερικά διακριτό και χωριστό (π.χ. δωμάτιο οικίας, δέντρο κ.λπ.).

Η ομάδα πραγμάτων, η ομάδα δικαίου, η περιουσία και η επιχείρηση δεν υπόκεινται ως σύνολα σε νομή. Αντικείμενο νομής μπορούν να είναι μόνο τα κατ’ ιδίαν πράγματα που τυχόν περιλαμβάνονται σε αυτές.

II. Κτήση και απώλεια της νομής

Για την κτήση της νομής απαιτείται η συνδρομή δύο στοιχείων, ήτοι της φυσικής εξουσίασης και της βούλησης εξουσίασης του πράγματος με διάνοια κυρίου ή άσκησης περιορισμένου εμπραγμάτου δικαιώματος.

Η κτήση της νομής μπορεί να είναι είτε πρωτότυπη είτε παράγωγη. Η πρωτότυπη συντελείται όταν συνυπάρξουν τα προαναφερόμενα στοιχεία και συνίσταται στην απόκτηση νέας νομής, ανεξάρτητης απ’ αυτήν που προυπήρξε. Πρωτότυπη είναι η κτήση της νομής σε πράγματα που είτε δεν βρίσκονται στη νομή κανενός (αδέσποτα, απολωλότα), είτε που βρίσκονται μεν στη νομή άλλου, η κτήση όμως της νομής επέρχεται χωρίς τη συγκατάθεση ή τη σύμπραξή του.

Παράγωγη είναι η κτήση της νομής, όταν στηρίζεται στην προϋπάρχουσα νομή άλλου προσώπου και επέρχεται με τη (ρητή ή εικαζόμενη) βούλησή του. Παράγωγη κτήση της νομής έχουμε τόσο στην περίπτωση της καθολικής διαδοχής, όσο και στην περίπτωση της ειδικής διαδοχής. Με δεδομένο, όμως, ότι η καθολική διαδοχή στη νομή ρυθμίζεται ρητά από τη διάταξη του άρθρου 983 ΑΚ, συνήθως όταν γίνεται λόγος για παράγωγη κτήση της νομής νοείται η κτήση που επέρχεται με ειδική διαδοχή.

Η παράγωγη κτήση της νομής επέρχεται καταρχάς με υλική παράδοσή της νομής, με τη βούληση του προηγούμενου νομέα να την παραδώσει στον νέο και την θέληση του τελευταίου να την αποκτήσει. Υπάρχουν, όμως, και περιπτώσεις στις οποίες ο νομοθέτης για τη μεταβίβαση της νομής αρκείται σε μια απλή συμφωνία μεταξύ του μέχρι τώρα νομέα και αυτού που αποκτά τη νομή.

Το άρθρο 976 εδ. α΄ ΑΚ ορίζει ότι «σε πράγμα που βρίσκεται στη νομή άλλου η νομή αποκτάται με παράδοση που γίνεται με τη βούληση του νομέα». Το παραπάνω άρθρο

Σελ. 9

αναφέρεται στην υλική παράδοση του πράγματος, καθώς οι περιπτώσεις της παράδοσης της νομής με απλή συμφωνία ρυθμίζονται από τα επόμενα άρθρα. Από τη διάταξη αυτή, η οποία καθιερώνει παράγωγο τρόπο κτήσης της νομής, με ειδική διαδοχή, η οποία συντελείται με απλή παράδοση της νομής, σύμφωνα με τη βούληση του μέχρι της μεταβιβάσεως νομέα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις για την κτήση της νομής με παράδοση είναι: α) Η ύπαρξη της ιδιότητας του νομέα κατά το χρόνο παράδοσης της νομής, σ’ αυτόν που μεταβιβάζει τη νομή β) η κτήση της φυσικής εξουσίας του πράγματος από τον αποκτώντα και γ) η μετάθεση της φυσικής εξουσίας από τον μέχρι τώρα νομέα στον αποκτώντα να γίνεται με τη θέληση και των δύο, δηλαδή και αυτού που μεταβιβάζει τη νομή. Το στοιχείο αυτό της θελήσεως του μεταβιβάζοντος νομέα υπάρχει, όχι μόνο όταν αυτός παραδίδει στον αποκτώντα το πράγμα, αλλά και όταν επιτρέπει ή εγκρίνει την κατάληψη του πράγματος από αυτόν .

Η σύμβαση για τη μεταβίβαση της νομής είναι άτυπη και αν αφορά ακίνητο, μη υποκείμενη στον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου του άρθρου 369 ΑΚ ούτε και σε μεταγραφή κατά τα άρθρα 1033 και 1198 ΑΚ και αναιτιώδης, γι’ αυτό επιφέρει το μεταβιβαστικό της νομής αποτέλεσμα ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι υποκείμενη αιτία και αν αυτή είναι ή όχι έγκυρη. Επομένως, με τη σωματική παράδοση του πράγματος ο αποκτών γίνεται νομέας, έστω και αν υποκείμενη σύμβαση είναι άκυρη ή ακυρώσιμη, εκτός εάν, κατά τη βούληση των μερών, το κύρος της συμφωνίας περί μεταβίβασης της νομής εξαρτήθηκε από την αιτία που την υπαγόρευσε, το τελευταίο δε διατυπώθηκε απ’ αυτά ως αίρεση της δικαιοπραξίας.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, σε ορισμένες περιπτώσεις ο νόμος υποκαθιστά την υλική ή σωματική παράδοση του πράγματος με μια απλή συμφωνία μεταξύ του μέχρι τώρα νομέα και αυτού που αποκτά. Πρόκειται για τις περιπτώσεις της «μακρά χειρί» παράδοσης, «βραχεία χειρί» παράδοσης, αντιφώνησης και έκταξης της νομής.

Σύμφωνα με το άρθρο 976 εδ. β΄ ΑΚ, το οποίο προβλέπει τη «μακρά χειρί» παράδοση, όταν ο αποκτών είναι σε θέση να ασκεί την εξουσία πάνω στο πράγμα, αρκεί για τη μεταβίβαση της νομής η απλή συμφωνία μεταξύ του μέχρι τώρα νομέα και του αποκτώντος. Προϋπόθεση της «μακρά χειρί» παράδοσης της νομής είναι καταρχάς ο μεταβιβάζων να είναι νομέας του πράγματος. Σε άλλη περίπτωση ο αποκτών δεν αποκτά παράγωγα τη νομή, αλλά από τη στιγμή που εξουσιάσει φυσικά το πράγμα αποκτά πρωτότυπη νομή.

Σελ. 10

Άλλη, επίσης, μορφή παράδοσης της νομής είναι η «βραχεία χειρί» παράδοση, η οποία προβλέπεται κατ’ ερμηνεία του άρθρου 976 εδ. β΄ ΑΚ. Πρόκειται για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ του μεταβιβάζοντος και του αποκτώντος, στο διάστημα που ο τελευταίος βρίσκεται στην κατοχή του πράγματος ότι μεταβιβάζεται σε αυτόν η νομή. Η βραχεία χειρί παράδοση της νομής δεν προβλέπεται ρητώς από τον ΑΚ, αλλά εξάγεται ερμηνευτικά από τη διάταξη του άρθρου 976 εδ. β΄ ΑΚ, το οποίο προβλέπει τη μακρά χειρί παράδοση, υπό την έννοια ότι εφόσον αρκεί η απλή συμφωνία για τη μεταβίβαση της νομής στην περίπτωση που το πράγμα βρίσκεται ή τίθεται στη διάθεση του αποκτώντος, το παραπάνω πρέπει να ισχύει πολύ περισσότερο, στην περίπτωση που ο αποκτών είναι ήδη κάτοχος του πράγματος.

Η παράδοση της νομής μπορεί να γίνει και με αντιφώνηση, η οποία αποτελεί τη συμφωνία με την οποία ο μέχρι τώρα νομέας μεταβιβάζει μεν τη νομή στον αποκτώντα, παραμένει όμως στην κατοχή του πράγματος δυνάμει μια συγχρόνως συνομολογούμενης έννομης σχέσης. Προϋπόθεση και της μεταβίβασης της νομής με αντιφώνηση είναι ο μεταβιβάζων να είναι νομέας του πράγματος. Η συμφωνία, όμως, μπορεί να συνομολογηθεί και πριν καταστεί ο μεταβιβάζων νομέας. Τότε γίνεται λόγος για προαντιφώνηση της νομής. Για την μεταβίβαση της νομής με αντιφώνηση δεν αρκεί η απλή συμφωνία ότι ο μεταβιβάζων θα παραμείνει κάτοχος στο όνομα του αποκτώντος, αλλά χρειάζεται να συνομολογείται, έστω και σιωπηρά, συγκεκριμένη έννομη σχέση που αποτελεί την αιτία της κατοχής.

Όταν ο νομέας δεν είναι συγχρόνως και κάτοχος, γιατί το πράγμα βρίσκεται δυνάμει ορισμένης έννομης σχέσης στην κατοχή τρίτου, η μεταβίβαση της νομής γίνεται με απλή συμφωνία του μέχρι τώρα νομέα και του αποκτώντα ότι το πράγμα θα παραμείνει στην κατοχή του τρίτου δυνάμει της ίδιας έννομης σχέσης (έκταξη). Στην παραπάνω περίπτωση, όμως, προκειμένου να ισχύει η μεταβίβαση της νομής έναντι του τρίτου θα πρέπει να γνωστοποιηθεί σε αυτόν από το μεταβιβάζοντα νομέα. Η γνωστοποίηση δεν αποτελεί προϋπόθεση της μεταβίβασης της νομής στον αποκτώντα, αλλά προϋπόθεση της ενέργειας αυτής έναντι του τρίτου. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει και από τον αποκτώντα, αν αυτός λειτουργεί ως πληρεξούσιος του μεταβιβάζοντος.

Τέλος, όταν εμπορεύματα ή εν γένει κινητά πράγματα έχουν τοποθετηθεί σε αποθήκη και έχει εκδοθεί αποθετήριο έγγραφο ή έχουν παραδοθεί σε μεταφορέα έναντι έκ-

Σελ. 11

δοσης φορτωτικής, η παράδοση της νομής τους γίνεται με τη μεταβίβαση του αποθετηρίου εγγράφου (ΑΚ 978). Η διάταξη αναφέρεται σε τίτλους παραστατικούς του δικαιώματος κυριότητας και νομής πάνω στα εμπορεύματα και συνακόλουθα, για την μεταβίβαση της νομής κατ’ εφαρμογή της ως άνω διάταξης, δεν αρκούν έγγραφα αποδεικτικά απλώς της αποθήκευσης ή της φόρτωσης.

Η μεταβίβαση της νομής αποτελεί δικαιοπραξία άτυπη και αναιτιώδη, ακόμη και στην περίπτωση που αφορά ακίνητα, και της οποίας το κύρος δεν επηρεάζεται από την ακυρότητα ή την ανυπαρξία της αιτίας, εκτός αν το κύρος της αιτίας μεταβίβασης και παράδοσης της νομής έχει εξαρτηθεί κατά τη βούληση των μερών, από το κύρος της αιτίας και έχει διατυπωθεί υπό μορφήν αίρεσης στην εν λόγω σύμβαση. Συνεπώς, για το κύρος της δικαιοπραξίας με την οποία μεταβιβάζεται η νομή απαιτείται μόνον η ύπαρξη της δικαιοπρακτικής ικανότητας των συμβαλλομένων, έστω και περιορισμένης από την πλευρά του αποκτώντος. Η παραπάνω σύμβαση δεν υπόκειται στον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου (άρθρο 369 ΑΚ), ούτε σε μεταγραφή (άρθρα 1033 και 1198 ΑΚ), διότι η νομή δεν είναι εμπράγματο δικαίωμα. Ακόμη και σε περίπτωση που η συμφωνία για τη μεταβίβαση της νομής είναι άκυρη, μπορεί ο αποκτών να έγινε νομέας, εφόσον συντρέχουν στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις της πρωτότυπης κτήσης.

Στο άρθρο 979 ΑΚ προβλέπεται η κτήση της νομής με αντιπρόσωπο. Το παραπάνω άρθρο ορίζει ότι «η νομή αποκτάται με αντιπρόσωπο, όταν αυτός αποκτήσει τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα με σκοπό να καταστήσει νομέα του τον αντιπροσωπευόμενο». Από το γράμμα της σχετικής διάταξης προκύπτει, ωστόσο, ότι προβλεπόμενη δυνατότητα δεν αφορά εν γένει την κτήση της νομής, αλλά μόνο την πρωτότυπη κτήση και την παράγωγη κτήση της νομής με υλική παράδοση, αφού μόνο στις περιπτώσεις αυτές η κτήση της νομής συναρτάται με την κτήση φυσικής εξουσίας επί του πράγματος/αντικειμένου της νομής. Οι λοιπές περιπτώσεις κτήσης της νομής με συμφωνία που συνιστούν δικαιοπραξία εφαρμόζονται ευθέως οι διατάξεις των άρθρων 211 επ. ΑΚ περί αντιπροσώπευσης. Όπως γίνεται δεκτό, όταν στη διάταξη του άρθρου 979 ΑΚ γίνεται λόγος για αντιπρόσωπο πρόκειται μόνο για άμεση αντιπροσώπευση, η διάταξη, όμως, αυτή αναφέρεται όχι μόνο στην εκούσια, αλλά και τη νόμιμη αντιπροσώπευση. Επομένως, εκτός από τις γενικές προϋποθέσεις της πληρεξουσιότητας, για την κτήση νομής

Σελ. 12

μέσω αντιπροσώπου απαιτείται αφενός να αποκτήσει ο αντιπρόσωπος τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα και αφετέρου να την αποκτήσει με την πρόθεση να καταστήσει νομέα τον αντιπροσωπευόμενο. Παρά το γεγονός ότι η διάταξη της ΑΚ 979 αναφέρεται μόνο στην κτήση της νομής με αντιπρόσωπο, γίνεται δεκτό ότι η αντιπροσώπευση είναι δυνατή και από την πλευρά του μεταβιβάζοντος. Στην περίπτωση αυτή νομοθετικό θεμέλιο της αντιπροσώπευσης αποτελεί η ΑΚ 979 (αναλογικά εφαρμοζόμενη) ή η ΑΚ 211, ανάλογα με το αν η μεταβίβαση της νομής γίνεται με υλική παράδοση ή με συμφωνία.

Σύμφωνα με το άρθρο 983 ΑΚ «η νομή μεταβιβάζεται στους κληρονόμους του νομέα». Κατά την ανωτέρω διάταξη η νομή στα κληρονομιαία αντικείμενα μεταβιβάζεται αυτοδίκαια στους κληρονόμους του αποβιώσαντος, χωρίς να απαιτείται να αποκτήσουν επ’ αυτών φυσική εξουσία ή να γνωρίζουν την επαγωγή της κληρονομίας, εφόσον, όμως, ο κληρονομούμενος είχε τη νομή, κατά το χρόνο του θανάτου του. Στην περίπτωση που ο τελευταίος είχε αποβληθεί από τη νομή ο κληρονόμος του τον διαδέχεται μόνον στις αξιώσεις που είχε κατά του αποβάλλοντος, εφόσον δεν έχουν παραγραφεί κατά το άρθρο 992 ΑΚ (ετήσια παραγραφή από την αποβολή ή τη διατάραξη). Περαιτέρω, αν η νομή του κληρονομούμενου ήταν ελαττωματική (π.χ. επιλήψιμος νομέας), το ίδιο ελάττωμα βαρύνει και τη νομή του κληρονόμου. Ο κληρονόμος διαδέχεται τον κληρονομούμενο στη νομή ή κατοχή και στις συναρτώμενες με αυτή στο νόμο υποχρεώσεις. Για τη μεταβίβαση της νομής στους κληρονόμους του νομέα δεν απαιτείται δήλωση αποδοχής κληρονομίας και μεταγραφή της. Το άρθρο 983 ΑΚ εφαρμόζεται αναλογικά και στην περίπτωση της εμπράγματης κληροδοσίας ακινήτου κατ’ άρθρο 1996 ΑΚ.

Η κτήση της νομής ακινήτου από το Δημόσιο επέρχεται αυτοδικαίως με την κτήση της κυριότητας επ’ αυτού, χωρίς να απαιτήσει να αποκτήσει το Δημόσιο τη φυσική εξουσία επ’ αυτού (άρθρα 2 § 1 και 3 § 1 ΑΝ 1539/1938). Σε περίπτωση, όμως, που το Δημόσιο δεν έχει αποκτήσει την κυριότητα, η κτήση της νομής από αυτό πραγματοποιείται κατά τις κοινές διατάξεις. Οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται και στην περίπτωση των δήμων και κοινοτήτων (άρθρο 1 ΝΔ 31/2.12.1968).

Σύμφωνα με το άρθρο 981 ΑΚ «η νομή χάνεται μόλις πάψει η φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα ή εκδηλωθεί αντίθετη διάνοια του νομέα. Παροδικό από τη φύση του κώλυμα για την άσκηση της εξουσίας δεν επιφέρει απώλεια της νομής». Η απώλεια της νομής επέρχεται όταν παύσει η φυσική εξουσίαση του πράγματος ή εκλείψει η «διάνοια κυρίου» ή αν εκλείψουν και τα δύο στοιχεία. Κατά τα άρθρα 981 και 982 ΑΚ ως απώ-

Σελ. 13

λεια της νομής νοείται όχι η επερχόμενη λόγω μεταβιβάσεως αυτής σε άλλον, αλλά η οφειλόμενη στην έκλειψη των ανωτέρω εννοιολογικών στοιχείων της νομής.

Απώλεια της φυσικής εξουσίας, η οποία οδηγεί σε απώλεια της νομής υφίσταται όταν εκλείψει η δυνατότητα του νομέα να ενεργεί ακώλυτα και κατ’ αρέσκεια πάνω στο πράγμα και μπορεί να οφείλεται σε φυσικά αίτια, σε ανθρώπινη ενέργεια, σε τυχηρό γεγονός ή σε πταίσμα τρίτου. Όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 981 εδ. 2 ΑΚ η διακοπή της φυσικής εξουσίασης πρέπει να είναι διαρκής και οριστική, προκειμένου να επέλθει απώλεια της νομής. Ιδιαίτερης αναφοράς αξίζει η περίπτωση όπου η απώλεια της φυσικής εξουσίασης του πράγματος επέρχεται λόγω αυθαίρετης κατάληψης ή αφαίρεσης του πράγματος από τρίτο εν αγνοία του νομέα. Στην περίπτωση αυτή έχει πρακτική σημασία το ζήτημα αν η απώλεια της νομής επέρχεται με την κατάληψη του ακινήτου ή από τη στιγμή που ο νομέας λαμβάνει γνώση αυτής, τόσο για τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής όσο και για την κτήση κυριότητας δυνάμει χρησικτησίας. Υποστηρίζεται η άποψη ότι κρίσιμο είναι το χρονικό σημείο της κατάληψης του ακινήτου, καθώς κατά τη διάταξη του άρθρου 982 ΑΚ η γνώση του νομέα απαιτείται μόνο στην περίπτωση της αντιποίησης της νομής ακινήτου από τον κάτοχο. Κατά την αντίθετη - και μάλλον κρατούσα άποψη - η ρύθμιση της ΑΚ 982, η οποία απαιτεί τη γνώση του νομέα για την απώλεια της νομής, εφαρμόζεται - παρά τη στενή της διατύπωση - και στην περίπτωση της λαθραίας κατάληψης ακινήτου.

Απώλεια της νομής, λόγω έκλειψης του πνευματικού στοιχείου, δηλαδή της διάνοιας κυρίου, επέρχεται όταν ο νομέας, ο οποίος έχει την απαιτούμενη προς τούτο πνευματική ωριμότητα, αποφασίσει να μην νέμεται το πράγμα και εξωτερικεύσει είτε ρητώς, είτε σιωπηρώς τη σχετική του βούληση (εγκατάλειψη της νομής).

Όταν η νομή δεν ασκείται αυτοπροσώπως, αλλά μέσω άλλου προσώπου (κατόχου), απώλειά της επέρχεται είτε αν ο κάτοχος χάσει τη φυσική εξουσία επί του πράγματος, είτε εκδηλώσει τη θέλησή του να μην κατέχει πλέον το πράγμα για λογαριασμό του νομέα, οπότε πρόκειται για αντιποίηση της νομής.

Σε σχέση με την απώλεια της φυσικής εξουσίας επί του πράγματος από τον κάτοχο ισχύουν όσα αναφέρθηκαν παραπάνω για το νομέα. Αντιποίηση της νομής από τον κάτοχο υφίσταται όταν ο τελευταίος εξωτερικεύσει τη θέλησή του να έχει εφεξής το πράγμα όχι για το νομέα, αλλά για τον εαυτό του ή κάποιον τρίτο. Στην περίπτωση των ακι-

Σελ. 14

νήτων η απώλεια της νομής επέρχεται από τη στιγμή που ο νομέας πληροφορηθεί με οποιονδήποτε τρόπο την αντιποίηση (ΑΚ 982). Η γνώση του νομέα μπορεί να επέλθει με κάθε τρόπο (π.χ. με δήλωση του κατόχου προς τον νομέα, με πληροφόρηση από τρίτο, με διαπίστωση από τον ίδιο τον νομέα κ.λπ.) η μπορεί να συνάγεται από την όλη συμπεριφορά του. Στην περίπτωση συννομής, αν ο συννομέας αρχίσει να αντιποιείται τη νομή ολόκληρου του πράγματος ή ποσοστού μεγαλύτερου από την μερίδα του, καθίσταται νομέας όλου του πράγματος ή του μεγαλύτερου ποσοστού από τη στιγμή που οι λοιποί συννομείς πληροφορηθούν την αντιποίηση και εφησυχάσουν. Σύμφωνα με τη νομολογία δεν απαιτείται γνωστοποίηση της ίδιας νομής σε πράγμα ή μέρος πράγματος στους υπόλοιπους συγκληρονόμους, όταν συμφωνήθηκε άτυπη διανομή των κληρονομιαίων ή όταν πριν τον θάνατό του ο κληρονομούμενος μεταβίβασε ατύπως το πράγμα σε έναν κληρονόμο. Τέτοια γνωστοποίηση δεν απαιτείται και όταν οι λοιποί μη ευρισκόμενοι στην κατοχή του κοινού συννομείς, εξεδήλωσαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο τη βούληση να μην είναι νομείς (συννομείς) πράγμα το οποίο συμβαίνει και επί εκούσιας αποξενώσεώς τους από το κοινό.

Στην περίπτωση της αντιποίησης της νομής προκειμένου να διευκολυνθεί η απόδειξη από το νομέα της νομής του η ΑΚ 980 § 2 καθιερώνει μαχητό τεκμήριο, σύμφωνα με το οποίο όποιος άρχισε να κατέχει στο όνομα άλλου τεκμαίρεται, όσο διατηρεί την κατοχή, ότι κατέχει στο όνομα του άλλου.

III. Ιδιαίτερες μορφές νομής

A. Οιονεί νομή

Το άρθρο 975 ΑΚ ορίζει ότι «στα δικαιώματα του ενεχύρου και των δουλειών η νομή συνίσταται στην άσκηση αυτών των δικαιωμάτων με διάνοια δικαιούχου». Η οιονεί νομή ή νομή δικαιώματος συνίσταται στην φυσική εξουσία στο πράγμα με διάνοια περιορισμένου εμπραγμάτου δικαιούχου (ενεχύρου ή δουλείας) . Έτσι, τα βασικά στοιχεία της οιονεί νομής είναι α) η ύπαρξη μερικής φυσικής εξουσιάσεως στο πράγμα, β) η θέληση ασκήσεως αυτής της εξουσίας «διανοία δικαιούχου», χωρίς να απαιτείται νομίμως συσταθείσα δουλεία ή ενέχυρο και γ) η βούληση εξουσίασης να απευθύνεται σε ξένο πράγμα.

Η οιονεί νομή διαφέρει από την νομή α) ως προς το πλάτος του φυσικού εξουσιασμού στο πράγμα, β) διότι η οιονεί νομή ασκείται «διανοία περιορισμένου εμπραγμάτου δικαιώματος» (εν αντιθέσει με την νομή που ασκείται «διανοία κυρίου»).

Σελ. 15

Για τη μεταβίβαση της οιονεί νομής δεν επιβάλλεται ο συμβολαιογραφικός τύπος, αφού αυτή δεν αποτελεί εμπράγματο δικαίωμα και δεν υπόκειται ως προς τη σύσταση, μετάθεση ή αλλοίωσή της στους κανόνες των άρθρων 369 και 1033 ΑΚ.

Σύμφωνα με το άρθρο 996 ΑΚ «ο νομέας δικαιώματος ενεχύρου ή δουλείας έχει σε περίπτωση παράνομης διατάραξης ή αποβολής τις αγωγές της νομής». Συνεπώς, αυτός που ασκεί την οιονεί νομή στο πράγμα απολαμβάνει της ίδιας προστασίας με τον νομέα, αναφορικά με την προστασία της οιονεί νομής του.

B. Πλασματική νομή

Σε ορισμένες περιπτώσεις ο νομοθέτης προκειμένου να διασφαλίσει τα συμφέροντα ορισμένων προσώπων προβλέπει ότι θεωρούνται κατά πλάσμα δικαίου νομείς, ασχέτως δηλαδή του αν πράγματι συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις της νομής (φυσική εξουσίαση και διάνοια κυρίου).

Οι κυριότερες περιπτώσεις πλασματικής νομής είναι οι ακόλουθες: α) Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 § 1 ΑΝ 1539/1938 επί των αδεσπότων και των δημοσίων κτημάτων εν γένει, νομέας θεωρείται το Δημόσιο, ακόμη και αν δεν έχει ασκήσει καμία πράξη νομής επ’ αυτών. β) Σύμφωνα με τις διατάξεις του Αγροτικού Κώδικα, οι κληρούχοι από την παραχώρηση σε αυτούς του κλήρου με τη σχετική διοικητική πράξη θεωρούνταν καλής πίστεως νομείς αυτού και συνακόλουθα προστατεύοταν ακόμη και αν δεν άσκησαν φυσική εξουσία πάνω στον παραχωρηθέντα κλήρο. Την ίδια προστασία απολάμβαναν και οι κληρονόμοι τους, όχι, όμως, και οι ειδικοί διάδοχοι. Η σχετική διάταξη καταργήθηκε με τον ΑΝ 431/1968, οπότε από την ισχύ αυτού, ήτοι την 23.5.1968, ο κληρούχος έπαψε να θεωρείται κατά πλάσμα νομέας του κλήρου. γ) Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 983 ΑΚ με το θάνατο του νομέα η νομή μεταβιβάζεται στους κληρονόμους του, ανεξάρτητα αν αυτοί απέκτησαν τη φυσική εξουσία πάνω στα κληρονομιαία πράγματα ή αν γνωρίζουν την επελθούσα κληρονομική διαδοχή. δ) Στην περίπτωση έκτέλεσης τίτλου εκτελεστού, που έχει ως περιεχόμενο την παράδοση ή απόδοση της νομής ή κατοχής ακινήτου (943 ΚΠολΔ), υποστηρίζεται ότι με μόνη τη σύνταξη της έκθεσης από το δικαστικό επιμελητή (931 § 1 ΚΠολΔ) για αποβολή του καθ’ ου και εγκατάσταση του υπερ’ ου η εκτέλεση, ο τελευταίος αποκτά τη νομή του ακινήτου, χωρίς να απαιτείται να προβεί σε οποιαδήποτε πράξη νομής.

Σελ. 16

Γ. Συννομή

Η νομή μπορεί να ανήκει από κοινού σε περισσότερους, υπό την έννοια ότι η φυσική εξουσία του καθενός δεν περιορίζεται σ’ ένα διακριτό μέρος του πράγματος, αλλά ολόκληρο το πράγμα υπόκειται στον καθένα από αυτούς κατά ένα ιδανικό μερίδιο (ΑΚ 994). Οι σχέσεις των συννομέων μεταξύ τους διέπονται από τις διατάξεις για την κοινωνία δικαιώματος και επομένως καθένας από τους συννομείς δικαιούται να κάνει χρήση όλου του πράγματος, εφόσον η χρήση αυτή δεν εμποδίζει τη σύγχρηση των λοιπών. Οι συννομείς έναντι αλλήλων δεν έχουν την προστασία από τις διατάξεις περί νομής, όταν πρόκειται για τα όρια της χρήσης του πράγματος που αρμόζει στον καθένα (ΑΚ 994 εδ. 2), αλλά σε περίπτωση που η έριδα στρέφεται περί την ύπαρξη της σύννομης του συννομέα, αυτός έχει πλήρη την προστασία της νομής όπως όταν η νομή προσβάλλεται από τρίτο.

Δ. Νομή μέρους πράγματος

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω αντικείμενο της νομής μπορεί να αποτελέσει και μέρος του πράγματος εφόσον, όμως, είναι εξωτερικά διακριτό και χωριστό (π.χ. δωμάτιο οικίας, δέντρο κ.λπ.). Μέρος πράγματος, το οποίο μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο νομής μπορεί να είναι και ουσιώδες συστατικό. Θα πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι ο νόμος αναγνωρίζει τη νομή μέρους πράγματος μόνο από την άποψη της προστασίας (ΑΚ 993), επομένως δεν είναι δυνατόν η νομή αυτή να οδηγήσει σε κτήση κυριότητας ή δουλείας με χρησικτησία.

IV. Άσκηση της νομής

Η άσκηση της νομής συνίσταται στην ενέργεια διαφόρων πράξεων από το νομέα πάνω στο πράγμα που προσιδιάζουν στην φύση και τον προορισμό του και εκδηλώνουν τον φυσικό εξουσιασμό του. Πράξεις ασκήσεως της νομής θεωρούνται η καλλιέργεια, η οριοθέτηση, η συλλογή καρπών, η μίσθωση, οι πωλήσεις προς τρίτους τμημάτων του ακινήτου, οι σχεδιαγραφήσεις, οι επισκέψεις και θεωρήσεις προς διαπίστωση του αμετάβλητου της πραγματικής κατάστασης του ακινήτου, ενώ δεν απαιτείται ο νομέας να βρίσκεται σε «διαρκή σωματική επαφή με το ακίνητο και σε συνεχή εγρήγορση». Γίνεται δεκτό ότι μόνη η σύνταξη συμβολαιογραφικής πράξης ή άλλων νομικών πράξε-

Σελ. 17

ων ή η σύνταξη τοπογραφικών διαγραμμάτων δεν αποτελεί πράξη νομής, εάν δεν συνδυάζεται και με άλλες εμφανείς πράξεις νομής στο επίδικο .

Το άρθρο 980 παρ. 1 ΑΚ ορίζει ότι «η νομή ασκείται αυτοπροσώπως ή μέσω άλλου». Η νομή ασκείται αυτοπροσώπως από τον νομέα, όταν είναι συγχρόνως και κάτοχος του πράγματος που νέμεται, δηλαδή «δεν έχει παραχωρήσει την κατοχή σε κάποιον άλλο». Αυτοπρόσωπη είναι και η άσκηση της νομής μέσω κάποιου ενδιαμέσου προσώπου, του αποκαλούμενου βοηθού νομής, ο οποίος ασκεί τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα για λογαριασμό του νομέα, τελώντας σε οικιακή ή επαγγελματική εξάρτηση από αυτόν και ακολουθώντας τις οδηγίες του (π.χ. ο υπάλληλος ως προς τα εμπορεύματα του καταστήματος).

Ο νομέας μπορεί να παραχωρήσει σε κάποιον άλλον την άσκηση της φυσικής εξουσίας (κατοχής) για να το εξουσιάζει εκείνος για λογαριασμό του, δυνάμει κάποιας έννομης σχέσης π.χ. μίσθωση, χρησιδάνειο κ.λπ. Άσκηση της νομής μέσω άλλου υφίσταται και στην περίπτωση κατά την οποία ο νομέας συνέστησε επικαρπία επί του πράγματος, καθώς ο επικαρπωτής ασκεί ίδια μεν νομή έναντι μόνον των τρίτων με διάνοια δικαιούχου (οιονεί νομή), η οποία ως περιεχόμενο έχει ειδικές και κατ’ ιδίαν χρησιμότητες του πράγματος, έναντι δε του ψιλού κυρίου και για το σύνολο των εξουσιών πάνω στο πράγμα ασκεί νομή μόνο στο όνομα του τελευταίου.

Το άρθρο 980 παρ. 2 ΑΚ ορίζοντας ότι «όποιος άρχισε να κατέχει στο όνομα άλλου, τεκμαίρεται, όσο διατηρεί την κατοχή, ότι κατέχει στο όνομα του άλλου» καθιερώνει ένα μαχητό τεκμήριο, το οποίο διευκολύνει το νομέα να αποδείξει, στο πλαίσιο δίκης με αντικείμενο την αντιποίηση της νομής, ότι εξακολουθεί να νέμεται το πράγμα. Το τεκμήριο της νομής του άρθρου 980 παρ.2 ΑΚ έχει εφαρμογή όχι μόνο κατά τη διάρκεια της έννομης σχέσης (π.χ. χρησιδανείου), που συνδέει τον κάτοχο με το νομέα, αλλά και μετά τη λήξη αυτής, εφόσον ο κάτοχος εξακολουθεί να κατέχει το πράγμα.

V. Προσβολή της νομής και προστασία της

Το άρθρο 984 παρ. 1 ΑΚ προβλέπει ότι «η νομή προσβάλλεται είτε με διατάραξη είτε με αποβολή του νομέα, εφόσον αυτές γίνονται παράνομα και χωρίς τη θέλησή του». Προσβολή της νομής αποτελεί κάθε παράνομη και παρά τη θέληση του νομέα πράξη ή παράλειψη που συνεπάγεται είτε διατάραξη στην άσκησή της, είτε αποβολή από αυτήν. Ο νόμος δεν θέτει άλλες προϋποθέσεις, προκειμένου να κάνει δεκτή την προσβολή της νομής, π.χ. διάρκεια της προσβολής, περιουσιακή ζημία του νομέα, υπαιτιότητα ή κακή

Σελ. 18

πίστη. Η ζημία και η υπαιτιότητα έχουν σημασία για τυχόν αξίωση του νομέα προς αποζημίωση (914 ΑΚ), όχι όμως για την προστασία της νομής.

Αποβολή είναι η αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος που συνεπάγεται για το νομέα μερική ή ολική απώλεια της νομής του, αποτελώντας έτσι καθολική προσβολή της νομής.

Διατάραξη είναι κάθε παρεμπόδιση ή παρακώλυση της φυσικής εξουσίας του νομέα πάνω στο ακίνητο που δεν φτάνει μέχρι την αποβολή του, αποτελώντας έτσι μερική προσβολή της νομής, αφού ο νομέας στερείται κάποιες από τις χρησιμότητες του πράγματος. Διατάραξη αποτελεί κάθε πράξη ή παράλειψη τρίτου, με την οποία παρενοχλείται ο νομέας στην άσκηση της νομής του. Έτσι διατάραξη της νομής αποτελούν ενδεικτικά η βλαπτική ή ασυνήθης εκπομπή καπνού, αιθάλης, αναθυμιάσεων, οσμών, θερμότητας, θορύβου κ.λπ. (άρθρο 1003 ΑΚ), η παράλειψη του μισθωτή να εμποδίσει τρίτον από επέμβαση στο μίσθιο. Δεν συνιστά πράξη αποβολής αλλά διατάραξη, η αφαίρεση, κοπή και καταστροφή εξωτερικών αντικείμενων (π.χ. περίφραξης, πλεγμάτων, πόρτας, λουκέτων, δένδρων, φυτών κ.λπ.) από ιδιοκτησία τρίτου, το ίδιο και η δυσχέρεια του τρίτου να εισέλθει στην ιδιοκτησία του λόγω τοποθέτησης αντικειμένων που φράζουν ή παρεμποδίζουν ή παρακωλύουν την είσοδο και έξοδο απ’ αυτήν, καθ’ όσον μ’ αυτό τον τρόπο δεν στερείται από τον νομέα η εποπτεία του ακινήτου και η δυνατότητα εισόδου και εξόδου σε αυτή από την κύρια είσοδο ή άλλο μέρος, έστω και με καθαίρεση ή υπερπήδηση των εμποδίων που ο τρίτος έχει τοποθετήσει. Η απλή αμφισβήτηση της νομής δεν αποτελεί διατάραξη, αν όμως ο νομέας απειλείται να μην προβεί σε πράξεις επί του πράγματος τότε η νομή του διαταράσσεται.

Στην περίπτωση απλής αμφισβήτησης της νομής ο νομέας μπορεί να ασκήσει την αναγνωριστική αγωγή (70 ΚΠολΔ).

Η διάκριση μεταξύ αποβολής από τη νομή και διατάραξης μερικές φορές δεν είναι απόλυτα σαφής. Ως κριτήριο για τη διάκριση σε διφορούμενες περιπτώσεις θα μπορούσε να χρησιμεύσει το αν ο προσβολέας θεμελίωσε για τον εαυτό του οποιαδήποτε μορφή νομής, οπότε θα πρόκειται για αποβολή από τη νομή και όχι διατάραξη ή αν στη συ-

Σελ. 19

γκεκριμένη περίπτωση η άρση της προσβολής γίνεται με την απόδοση του πράγματος ή κατά άλλο τρόπο, οπότε στην πρώτη περίπτωση θα πρόκειται περί αποβολής από τη νομή και στη δεύτερη περί διατάραξης.

Η αποβολή ή η διατάραξη συνεπάγονται προσβολή της νομής όταν είναι παράνομες, δηλαδή όταν πραγματοποιούνται χωρίς δικαίωμα (εμπράγματο ή ενοχικό) ή με δικαίωμα, το οποίο, όμως, ασκείται καθ’ υπέρβαση του περιεχομένου του. Το παράνομο της αποβολής ή της διατάραξης κρίνεται αντικειμενικά, δηλαδή χωρίς να ερευνάται η ύπαρξη πταίσματος ή κακής πίστης.

Το άρθρο 984 § 2 ΑΚ ορίζει ότι «η νομή που αποκτήθηκε με τέτοια αποβολή είναι επιλήψιμη. Το ελάττωμα αυτό της νομής αντιτάσσεται και κατά των κληρονόμων του νομέα. Το ελάττωμα της νομής του προκατόχου αντιτάσσεται κατά του ειδικού διαδόχου μόνο αν αυτός το γνώριζε κατά την κτήση». Από το ως άνω άρθρο προκύπτει σαφώς ότι για τη θεμελίωση επιλήψιμης νομής του προσβολέα δεν αρκεί η απλή διατάραξη, αλλά απαιτείται αποβολή από τη νομή. Η σημασία του χαρακτηρισμού της νομής ως επιλήψιμης έγκειται αφενός στο γεγονός ότι στην περίπτωση αυτή είναι δυνατή κατά του επιλήψιμου νομέα η έγερση της αγωγής αποβολής από τη νομή, αφετέρου στο γεγονός ότι ο επιλήψιμος νομέας σε περίπτωση αποβολής του από τη νομή ή διατάραξης αυτής, που πραγματοποιείται από τον αποβληθέντα νομέα ή τους διαδόχους του, αν ασκήσει κατ’ αυτών την αγωγή αποβολής ή διατάραξης της νομής, μπορεί να αποκρουσθεί με την προβολή της ένστασης της επιλήψιμης νομής (ΑΚ 988, 990). Η ενέργεια της επιλήψιμης νομής είναι σχετική, δηλαδή η νομή είναι επιλήψιμη μόνο έναντι αυτού που αποβλήθηκε και των διαδόχων του και όχι έναντι τρίτων.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 984 § 2 ΑΚ επιλήψιμη είναι η νομή όχι μόνο του προσβολέα, αλλά και των κληρονόμων αυτού, αδιαφόρως αν γνώριζαν το ελάττωμα της νομής του κληρονομούμενου, καθώς και του ειδικού διαδόχου, εφόσον, όμως, αυτός γνώριζε κατά το χρονικό σημείο κτήσης της νομής ότι η νομή είναι επιλήψιμη.

VI. Αυτοδύναμη προστασία του νομέα

Η αυτοδύναμη προστασία της νομής προβλέπεται στο άρθρο 985 ΑΚ και αποτελεί έναν από τους τρόπους με τον οποίο ο νομέας μπορεί να αποκρούσει την διατάραξη ή την απειλούμενη αποβολή από τη νομή του. Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου «ο νομέας έχει δικαίωμα να αποκρούσει με τη βία κάθε διατάραξη ή απειλούμενη

Σελ. 20

αποβολή από τη νομή. Ο νομέας κινητού από τον οποίο αφαιρέθηκε αυτό παράνομα έχει δικαίωμα να το ξαναπάρει με τη βία από τον δράστη που συλλαμβάνεται ή καταδιώκεται επ’ αυτοφώρω. Ο νομέας ακινήτου από τον οποίο αφαιρέθηκε αυτό παράνομα έχει δικαίωμα να το ξαναπάρει με τη βία αμέσως μετά την αποβολή. Τα ίδια δικαιώματα έχει ο νομέας που προσβλήθηκε και κατά των διαδόχων κατά των οποίων αντιτάσσεται το επιλήψιμο της νομής». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται: α) Ότι το πρόσωπο, του οποίου η νομή επί πράγματος προσβάλλεται με αποβολή από αυτήν, έχει δικαίωμα (αποκαλούμενο δικαίωμα αποκατάστασης ή αυτοδικίας), περιεχόμενο του οποίου είναι η δυνατότητα του νομέα να ανακτήσει αυτοδυνάμως την απολεσθείσα νομή (τηρώντας πάντως το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο βίας) και β) ότι παρόλο που, κατ’ αρχήν, κάθε μορφής βία στις μεταξύ των προσώπων σχέσεις είναι πράξη αντικειμενικώς άδικη, στην περίπτωση της αυτοδύναμης ανάληψης της νομής, η χρησιμοποιούμενη βία δεν είναι τελικώς παράνομη, διότι αίρεται ο άδικος αυτής χαρακτήρας, δεν αποτελεί αξιόποινη πράξη, ούτε γεννά υποχρέωση αποζημίωσης. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η αυτοδύναμη προστασία της νομής περιλαμβάνει τα στοιχεία της άμυνας και της αυτοδικίας, χωρίς όμως να απαιτείται και η συνδρομή των τασσομένων στα άρθρα 282 και 284 ΑΚ προϋποθέσεων (άδικη και παράνομη επίθεση, αδυναμία έγκαιρης βοήθειας από την Αρχή με αποτέλεσμα να δημιουργείται κίνδυνος από την αναβολή ματαίωσης ή αδυναμίας ικανοποίησης της αξίωσης).

Το δικαίωμα υπεράσπισης και αποκατάστασης της νομής έχει ο νομέας όχι μόνο κατά του ίδιου του προσβολέα, αλλά και κατά των διαδόχων του, εφόσον μπορεί να αντιταχθεί και κατ’ αυτών το επιλήψιμο της νομής και εφόσον, βέβαια, το δικαίωμα ασκείται μέσα στα στενά χρονικά περιθώρια που προβλέπει το άρθρο 985 §§ 2 και 3 ΑΚ.

Την αυτοδύναμη προστασία απολαμβάνει κάθε νομέας, ακόμη και ο επιλήψιμος. Ειδικά, όμως, έναντι του τέως νομέα, αν ο τελευταίος επιχειρεί την ανάκτηση του πράγματος κατά τις διατάξεις των άρθρων 985 §§ 2,3 και 282 ΑΚ δεν αφαιρεί το πράγμα παράνομα και συνεπώς ο επιλήψιμος νομέας δεν έχει εναντίον του το δικαίωμα αποκατάστασης.

Το άρθρο 986 ΑΚ ορίζει ότι τα παραπάνω δικαιώματα υπεράσπισης, άμυνας και αποκατάστασης του νομέως στη νομή «έχει αντί για το νομέα και εκείνος που ασκεί γι’ αυτόν την εξουσία πάνω στο πράγμα, βρίσκεται σε σχέση οικιακής ή υπηρεσιακής εξάρτησης από το νομέα και οφείλει να ακολουθεί τις οδηγίες ως προς το πράγμα».

2. Αγωγή αποβολής

Σύμφωνα με το άρθρο 987 ΑΚ «ο νομέας που αποβλήθηκε παράνομα από τη νομή έχει δικαίωμα να αξιώσει την απόδοσή της απ’ αυτόν που νέμεται επιλήψιμα απέναντί του. Αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται».

Back to Top