Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ & Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ
- Εκδοση: 2η 2020
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 504
- ISBN: 978-960-654-129-2
- Black friday εκδόσεις: 10%
EΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ | |
1. Η μετανάστευση ως σύγχρονο πρόβλημα και ο Ν 4251/2014 | Σελ. 1 |
2. Η θέση του αλλοδαπού στο εθνικό νομικό περιβάλλον | Σελ. 5 |
α) Η έννοια του αλλοδαπού | Σελ. 5 |
β) Η συνταγματική προστασία των αλλοδαπών | Σελ. 8 |
γ) Ειδικότερα η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 Σ. | Σελ. 14 |
3. Η αντιμετώπιση του αλλοδαπού από τον ενωσιακό νομοθέτη | Σελ. 17 |
4. Ο Κώδικας Μετανάστευσης - Δομή και καινοτομίες | Σελ. 24 |
α) Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες πριν από το Ν 4251/2014 | Σελ. 24 |
β) Ο N 4251/2014 και τα χαρακτηριστικά του | Σελ. 28 |
γ) Οι ειδικότερες διατάξεις του νόμου | Σελ. 34 |
δ) Κριτική προσέγγιση ορισμένων κρίσιμων διατάξεων του νόμου | Σελ. 38 |
5. Σχετικά με τις τροποποιήσεις στον Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας | Σελ. 43 |
6. Καταλήγοντας σε συμπέρασμα | Σελ. 48 |
[1] Ν 4251/2014 | |
Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης και λοιπές διατάξεις | |
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ | |
ΔΙΕΛΕΥΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΚΑΙ ΔΙΑΜΟΝΗ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ | |
Άρθρο 1 – Ορισμοί | Σελ. 51 |
Άρθρο 2 – Πεδίο εφαρμογής | Σελ. 63 |
Άρθρο 3 – Σημεία εισόδου - εξόδου - Άσκηση ελέγχου εισόδου - εξόδου | Σελ. 67 |
Άρθρο 4 – Άρνηση εισόδου | Σελ. 68 |
Άρθρο 5 – Θεώρηση εισόδου | Σελ. 71 |
Άρθρο 6 – Γενικές προϋποθέσεις δικαιώματος διαμονής | Σελ. 73 |
Άρθρο 7 – Κατηγορίες αδειών διαμονής | Σελ. 75 |
Άρθρο 8 – Χορήγηση Άδειας Διαμονής | Σελ. 78 |
Άρθρο 9 – Ανανέωση Άδειας Διαμονής | Σελ. 80 |
Άρθρο 10 – Διαδικασία Επιδόσεων | Σελ. 81 |
Άρθρο 11 – Διαδικασία καθορισμού όγκου εισδοχής για εργασία | Σελ. 83 |
Άρθρο 12 – Αίτηση μετάκλησης πολιτών τρίτης χώρας για εξαρτημένη εργασία | Σελ. 84 |
Άρθρο 13 – Εισδοχή πολιτών τρίτων χωρών με σκοπό την εποχική εργασία | Σελ. 86 |
Άρθρο 13α – Απασχόληση παράτυπα διαμενόντων πολιτών τρίτων χωρών στην αγροτική οικονομία | Σελ. 90 |
Άρθρο 14 – Αίτηση μετάκλησης πολιτών τρίτης χώρας για αλιεργάτες | Σελ. 92 |
Άρθρο 15 – Χορήγηση και ανανέωση άδειας διαμονής για εξαρτημένη εργασία | Σελ. 93 |
Άρθρο 16 – Χορήγηση και ανανέωση άδειας διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα | Σελ. 94 |
Άρθρο 17 – Χορήγηση και ανανέωση άδειας διαμονής ειδικού σκοπού | Σελ. 106 |
Άρθρο 18 – Προσωρινή Διαμονή - Απασχόληση με εθνική θεώρηση εισόδου | Σελ. 109 |
Άρθρο 19Α – Χορήγηση άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους | Σελ. 123 |
Άρθρο 20 – Λοιποί λόγοι χορήγησης άδειας διαμονής | Σελ. 128 |
Άρθρο 21 – Κοινά δικαιώματα πολιτών τρίτων χωρών | Σελ. 136 |
Άρθρο 21Α – Ίση μεταχείριση εργαζομένων, κατόχων ενιαίας άδειας | Σελ. 139 |
Άρθρο 21Β – Ίση μεταχείριση εποχικά εργαζομένων | Σελ. 141 |
Άρθρο 22 – Υποχρεώσεις πολιτών τρίτων χωρών | Σελ. 143 |
Άρθρο 23 – Κυρώσεις πολιτών τρίτων χωρών | Σελ. 144 |
Άρθρο 24 – Απόρριψη - Ανάκληση άδειας διαμονής | Σελ. 145 |
Άρθρο 25 – Διαδικαστικές εγγυήσεις | Σελ. 146 |
Άρθρο 26– Υποχρεώσεις υπηρεσιών και υπαλλήλων - Κυρώσεις | Σελ. 148 |
Άρθρο 27 – Υποχρεώσεις συμβολαιογράφων | Σελ. 150 |
Άρθρο 28 – Υποχρεώσεις εργοδοτών και εργαζόμενων πολιτών τρίτων χωρών - Κυρώσεις | Σελ. 151 |
Άρθρο 29 – Υποχρεώσεις ιδιωτών και υπαλλήλων - Κυρώσεις | Σελ. 154 |
Άρθρο 30 – Υποχρεώσεις μεταφορέων - Κυρώσεις | Σελ. 155 |
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ | |
ΑΔΕΙΕΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΕΦΑΡΜΟΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ | |
Άρθρο 31 – Πεδίο εφαρμογής | Σελ. 160 |
Άρθρο 31Α – Έγκριση ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και οργανισμών αρμόδιων για πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας | Σελ. 161 |
Άρθρο 32 – Γενικές προϋποθέσεις δικαιώματος διαμονής με σκοπό τις σπουδές ή την εθελοντική υπηρεσία | Σελ. 162 |
Άρθρο 33 – Χορήγηση άδειας διαμονής για λόγους σπουδών | Σελ. 163 |
Άρθρο 34 – Διάρκεια και ανανέωση της άδειας διαμονής για λόγους σπουδών | Σελ. 165 |
Άρθρο 35 – Κινητικότητα σπουδαστών | Σελ. 166 |
Άρθρο 36 – Επαγγελματική δραστηριότητα σπουδαστών | Σελ. 169 |
Άρθρο 37 – Ταχεία διαδικασία χορήγησης αδειών διαμονή σε φοιτητές α΄, β΄ και γ΄ κύκλου σπουδών των Α.Ε.Ι. | Σελ. 169 |
Άρθρο 38 – Χορήγηση άδειας διαμονής για εθελοντική υπηρεσία | Σελ. 171 |
Άρθρο 39 – Διάρκεια και ανανέωση της άδειας διαμονής για εθελοντική υπηρεσία | Σελ. 173 |
Άρθρο 40 – Απόρριψη, ανάκληση ή άρνηση ανανέωσης της άδειας διαμονής για σπουδές ή εθελοντική υπηρεσία | Σελ. 173 |
Άρθρο 41 – Παραμονή σπουδαστών με σκοπό την αναζήτηση εργασίας ή την επιχειρηματικότητα - Δικαιώματα και υποχρεώσεις σπουδαστών και εθελοντών - Στατιστικά | Σελ. 174 |
Άρθρο 44 – Επαγγελματική κατάρτιση | Σελ. 177 |
Άρθρο 45 – Συμμετοχή σε ειδικά προγράμματα | Σελ. 179 |
Άρθρο 46 – Σπουδές σε στρατιωτικές και παραγωγικές σχολές | Σελ. 179 |
Άρθρο 47 – Απόκτηση ιατρικής ειδικότητας | Σελ. 179 |
Άρθρο 48 – Χορήγηση και ανανέωση άδειας διαμονής για φοίτηση στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία του Αγίου Όρους | Σελ. 180 |
Άρθρο 49 – Προθεσμία περίσκεψης | Σελ. 181 |
Άρθρο 50 – Ενημέρωση θυμάτων και ειδική μέριμνα για ανήλικους | Σελ. 182 |
Άρθρο 51 – Περίθαλψη και παροχές κατά την περίοδο περίσκεψης | Σελ. 182 |
Άρθρο 52 – Χορήγηση και ανανέωση άδειας διαμονής | Σελ. 183 |
Άρθρο 53 – Προϋποθέσεις χορήγησης και ανανέωσης άδειας διαμονής | Σελ. 183 |
Άρθρο 54 – Δικαιώματα | Σελ. 184 |
Άρθρο 55 – Ειδικοί λόγοι μη ανανέωσης και ανάκλησης της άδειας διαμονής | Σελ. 184 |
Άρθρο 56 – Αλλαγή σκοπού διαμονής | Σελ. 184 |
Άρθρο 57 – Πεδίο Εφαρμογής | Σελ. 185 |
Άρθρο 58 – Ευνοϊκότερες διατάξεις | Σελ. 186 |
Άρθρο 59 – Έγκριση ερευνητικού οργανισμού | Σελ. 186 |
Άρθρο 60 – Σύμβαση υποδοχής | Σελ. 188 |
Άρθρο 61 – Προϋποθέσεις και χορήγηση άδειας διαμονής ερευνητή | Σελ. 190 |
Άρθρο 62 – Διάρκεια και ανανέωση της άδειας διαμονής ερευνητή | Σελ. 192 |
Άρθρο 63 – Άδεια διαμονής μελών οικογενείας ερευνητή | Σελ. 192 |
Άρθρο 64 – Κινητικότητα ερευνητών | Σελ. 193 |
Άρθρο 64Α – Κινητικότητα των μελών οικογενείας ερευνητών | Σελ. 197 |
Άρθρο 65 – Απόρριψη, ανάκληση ή μη ανανέωση της άδειας διαμονής | Σελ. 198 |
Άρθρο 66 – Παραμονή με σκοπό την αναζήτηση εργασίας ή την επιχειρηματικότητα – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Στατιστικά | Σελ. 199 |
Άρθρο 67 – Διδασκαλία - Ίση μεταχείριση | Σελ. 201 |
Άρθρο 69 – Πεδίο Εφαρμογής | Σελ. 202 |
Άρθρο 70 – Προϋποθέσεις για την οικογενειακή επανένωση | Σελ. 203 |
Άρθρο 71 – Υποβολή και εξέταση της αίτησης για έγκριση της οικογενειακής επανένωσης | Σελ. 204 |
Άρθρο 72 – Χορήγηση της άδειας διαμονής | Σελ. 205 |
Άρθρο 73 – Διάρκεια και ανανέωση άδειας διαμονής | Σελ. 206 |
Άρθρο 74 – Απόρριψη αίτησης, ανάκληση ή μη ανανέωση άδειας διαμονής | Σελ. 206 |
Άρθρο 75 – Δικαιώματα και υποχρεώσεις μελών οικογένειας πολίτη τρίτης χώρας | Σελ. 207 |
Άρθρο 76 – Αυτοτελής άδεια διαμονής μελών οικογένειας | Σελ. 208 |
Άρθρο 80 – Ρυθμίσεις οικογενειακής επανένωσης όταν η σύσταση της οικογένειας συντελείται στην Ελλάδα | Σελ. 210 |
Άρθρο 81 – Ρυθμίσεις μελών οικογένειας ομογενών | Σελ. 210 |
Άρθρο 82 – Είσοδος και διαμονή πολιτών τρίτων χωρών που είναι μέλη οικογένειας Έλληνα | Σελ. 211 |
Άρθρο 83 – Μόνιμη διαμονή | Σελ. 213 |
Άρθρο 84 – Προϋποθέσεις διατήρησης δικαιώματος διαμονής πολιτών τρίτων χωρών, μελών οικογένειας Έλληνα | Σελ. 214 |
Άρθρο 85 – Γενικές διατάξεις περί Δελτίων Διαμονής, Μόνιμης Διαμονής και Προσωποπαγών Αδειών Διαμονής πολιτών τρίτης χώρας | Σελ. 216 |
Άρθρο 86 – Μη αναγνώριση δικαιώματος - Απώλεια δικαιώματος διαμονής | Σελ. 217 |
Άρθρο 87 – Γονείς και ανήλικα αδέλφια ημεδαπών | Σελ. 218 |
Άρθρο 88 – Πεδίο Εφαρμογής | Σελ. 218 |
Άρθρο 89 – Προϋποθέσεις απόκτησης του καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος | Σελ. 219 |
Άρθρο 90 – Απόκτηση του καθεστώτος και χορήγηση άδειας διαμονής επί μακρόν διαμένοντος | Σελ. 221 |
Άρθρο 91 – Διάρκεια και ανανέωση άδειας διαμονής επί μακρόν διαμένοντος | Σελ. 223 |
Άρθρο 92 – Απόρριψη αίτησης για την χορήγηση άδειας διαμονής επί μακρόν διαμένοντος για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας | Σελ. 223 |
Άρθρο 93 – Ανάκληση ή απώλεια του καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος | Σελ. 223 |
Άρθρο 94 – Επανάκτηση του καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος | Σελ. 224 |
Άρθρο 95 – Επιστροφή - προστασία από την επιστροφή | Σελ. 225 |
Άρθρο 96 – Δικαίωμα προσφυγής | Σελ. 226 |
Άρθρο 97 – Δικαιώματα και υποχρεώσεις επί μακρόν διαμένοντος | Σελ. 226 |
Άρθρο 98 – Δικαίωμα διαμονής και χορήγηση άδειας διαμονής, στην Ελλάδα, σε πολίτη τρίτης χώρας με καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης | Σελ. 228 |
Άρθρο 99 – Μέλη οικογένειας πολίτη τρίτης χώρας που ασκεί το δικαίωμα διαμονής στην Ελλάδα ως επί μακρόν διαμένων σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης | Σελ. 230 |
Άρθρο 100 – Απόρριψη αίτησης για χορήγηση άδειας διαμονής σε πολίτη τρίτης χώρας με καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα μέλη της οικογένειάς του, για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας | Σελ. 231 |
Άρθρο 101 – Δικαιώματα και υποχρεώσεις πολιτών τρίτης χώρας με καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι κάτοχοι άδειας διαμονής στην Ελλάδα | Σελ. 232 |
Άρθρο 102 – Ανάκληση της άδειας διαμονής και υποχρέωση επανεισδοχής | Σελ. 232 |
Άρθρο 103 – Απόκτηση καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος στην Ελλάδα στο πλαίσιο της άσκησης του δικαιώματος διαμονής ως επί μακρόν διαμένων σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης | Σελ. 234 |
Άρθρο 104 – Σημείο επαφής | Σελ. 234 |
Άρθρο 105 – Ειδικές διατάξεις | Σελ. 235 |
Άρθρο 107 – Αποδεικτικό επαρκούς γνώσης της ελληνικής γλώσσας και στοιχείων ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού για την απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος | Σελ. 235 |
Άρθρο 109 – Πεδίο εφαρμογής | Σελ. 237 |
Άρθρο 110 – Ευνοϊκότερες διατάξεις | Σελ. 239 |
Άρθρο 111 – Προϋποθέσεις δικαιώματος διαμονής | Σελ. 240 |
Άρθρο 112 – Καθορισμός όγκου εισερχόμενων πολιτών τρίτων χωρών για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης | Σελ. 242 |
Άρθρο 113 – Υποβολή αίτησης για χορήγηση «Μπλε κάρτας της ΕΕ» | Σελ. 242 |
Άρθρο 114 – Χορήγηση και ανανέωση «Μπλε κάρτας της ΕΕ» | Σελ. 243 |
Άρθρο 115 – Απόρριψη αίτησης για χορήγηση «Μπλε κάρτας της ΕΕ» | Σελ. 244 |
Άρθρο 116 – Ανάκληση ή μη ανανέωση «Μπλε κάρτας της ΕΕ» | Σελ. 244 |
Άρθρο 117 – Πρόσβαση στην αγορά εργασίας | Σελ. 245 |
Άρθρο 118 – Προσωρινή ανεργία | Σελ. 246 |
Άρθρο 119 – Ίση μεταχείριση | Σελ. 246 |
Άρθρο 120 – Μέλη της οικογένειας | Σελ. 248 |
Άρθρο 121 – Καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος στην ΕΕ για τους κατόχους «Μπλε κάρτας της ΕΕ» | Σελ. 249 |
Άρθρο 122 – Δικαίωμα διαμονής στην Ελλάδα σε κάτοχο «Μπλε κάρτας της ΕΕ» από άλλο κράτος - μέλος της ΕΕ | Σελ. 250 |
Άρθρο 123 – Διαμονή των μελών της οικογένειας κατόχου «Μπλε κάρτας της ΕΕ» που ασκεί το δικαίωμα διαμονής στην Ελλάδα | Σελ. 252 |
Άρθρο 124 – Σημείο επαφής | Σελ. 253 |
Άρθρο 126 – Ρύθμιση θεμάτων διαδικασίας όγκου εισερχόμενων πολιτών τρίτων χωρών για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης | Σελ. 254 |
Άρθρο 127Α – Πεδίο εφαρμογής και διαδικασία εισδοχής πολιτών τρίτων χωρών στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης | Σελ. 256 |
Άρθρο 127Β – Κινητικότητα ενδοεταιρικά μετατιθέμενων πολιτών τρίτων χωρών εντός Ε.Ε. | Σελ. 261 |
Άρθρο 127Γ – Κοινές ρυθμίσεις | Σελ. 264 |
Άρθρο 127Δ – Δικαιώματα ενδοεταιρικώς μετατιθέμενων πολιτών τρίτων χωρών | Σελ. 267 |
Άρθρο 127Ε – Στατιστικές | Σελ. 268 |
Άρθρο 127ΣΤ – Πεδίο εφαρμογής | Σελ. 269 |
Άρθρο 127Ζ – Προσωρινή διαμονή - Πρακτική άσκηση πολιτών τρίτων χωρών που εισέρχονται με εθνική θεώρηση εισόδου | Σελ. 270 |
Άρθρο 127Η – Έγκριση φορέων υποδοχής ασκούμενων | Σελ. 273 |
Άρθρο 127Θ – Απόρριψη, ανάκληση εθνικής θεώρησης εισόδου για πρακτική άσκηση - Διαδικαστικές εγγυήσεις | Σελ. 274 |
Άρθρο 127Ι – Δικαιώματα ασκούμενων – Πρόσβαση σε πληροφορίες, στατιστικά | Σελ. 276 |
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ | |
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΝΤΑΞΗ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ | |
Άρθρο 128 – Πεδίο εφαρμογής | Σελ. 277 |
Άρθρο 129 – Βασικές αρχές κοινωνικής ένταξης - Ολοκληρωμένο Πρόγραμμα Δράσης | Σελ. 277 |
Άρθρο 130 – Επιτροπή Συντονισμού της Μεταναστευτικής Πολιτικής και της Κοινωνικής Ένταξης | Σελ. 278 |
Άρθρο 132 – Παράβολα - Αναπροσαρμογή προστίμων | Σελ. 279 |
Άρθρο 133 – Ενιαίο πληροφορικό σύστημα - Τήρηση μητρώου | Σελ. 281 |
Άρθρο 134 – Επιτροπές | Σελ. 281 |
Άρθρο 135 – Εποπτεία εφαρμογής | Σελ. 283 |
Άρθρο 136 – Εξουσιοδοτικές διατάξεις | Σελ. 284 |
Άρθρο 137 – Κωδικοποίηση | Σελ. 288 |
Άρθρο 139 – Καταργούμενες και διατηρούμενες διατάξεις | Σελ. 296 |
Άρθρο 148 – Έναρξη ισχύος | Σελ. 297 |
[2] Ν 3386/2005 | |
Είσοδος, διαμονή και κοινωνική ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών στην Ελληνική Επικράτεια | |
Άρθρο 76 – Προϋποθέσεις και διαδικασία διοικητικής απέλασης | Σελ. 299 |
Άρθρο 77 – Προσφυγή κατά της διοικητικής απέλασης | Σελ. 301 |
Άρθρο 78 – Αναστολή απέλασης | Σελ. 302 |
Άρθρο 78A – Προστασία από την απέλαση | Σελ. 302 |
Άρθρο 80 – Δαπάνες απέλασης | Σελ. 302 |
Άρθρο 81 – Ειδικοί χώροι παραμονής αλλοδαπών | Σελ. 303 |
Άρθρο 82 – Ανεπιθύμητοι αλλοδαποί | Σελ. 304 |
Άρθρο 83 – Παράνομη είσοδος και έξοδος από τη Χώρα | Σελ. 305 |
[...] | |
Άρθρο 89 – Λειτουργική αναδιάρθρωση και εποπτεία εφαρμογής | Σελ. 306 |
[3] Ν 3907/2011 | |
Ίδρυση Υπηρεσίας Ασύλου και Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ «σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη - μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» και λοιπές διατάξεις | |
Άρθρο 16 – Σκοπός | Σελ. 309 |
Άρθρο 17 – Πεδίο Εφαρμογής | Σελ. 310 |
Άρθρο 18 – Ορισμοί | Σελ. 310 |
Άρθρο 19 – Ευνοϊκότερες διατάξεις | Σελ. 312 |
Άρθρο 20 – Μη επαναπροώθηση, βέλτιστα συμφέροντα του παιδιού, οικογενειακή ζωή και κατάσταση της υγείας | Σελ. 312 |
Άρθρο 21 – Απόφαση Επιστροφής | Σελ. 313 |
Άρθρο 22 – Οικειοθελής αναχώρηση | Σελ. 314 |
Άρθρο 23 – Απομάκρυνση | Σελ. 315 |
Άρθρο 24 – Αναβολή της απομάκρυνσης | Σελ. 316 |
Άρθρο 25 – Επιστροφή και απομάκρυνση ασυνόδευτων ανηλίκων | Σελ. 317 |
Άρθρο 26 – Απαγόρευση εισόδου | Σελ. 317 |
Άρθρο 27 – Τύπος | Σελ. 318 |
Άρθρο 28 – Ένδικα βοηθήματα | Σελ. 319 |
Άρθρο 29 – Εγγυήσεις εν όψει της επιστροφής | Σελ. 320 |
Άρθρο 30 – Κράτηση | Σελ. 320 |
Άρθρο 31 – Όροι κράτησης | Σελ. 322 |
Άρθρο 32 – Κράτηση ανηλίκων και οικογενειών | Σελ. 323 |
Άρθρο 33 – Καταστάσεις έκτακτης ανάγκης | Σελ. 323 |
Άρθρο 34 – Επανεισδοχή | Σελ. 324 |
Άρθρο 35 – Ρύθμιση θεμάτων επιστροφών | Σελ. 324 |
Άρθρο 36 – Ρύθμιση θεμάτων οικειοθελούς αναχώρησης | Σελ. 325 |
Άρθρο 37 – Ρύθμιση θεμάτων απομάκρυνσης | Σελ. 326 |
Άρθρο 38 – Ρύθμιση θεμάτων απαγόρευσης εισόδου | Σελ. 328 |
Άρθρο 39 – Εξουσιοδοτική διάταξη | Σελ. 328 |
Άρθρο 40 – Επιστροφή υπηκόων κρατών - μελών της Ε.Ε. και μελών των οικογενειών τους, καθώς και μελών οικογένειας Έλληνα πολίτη | Σελ. 329 |
Άρθρο 41 – Προστασία από την επιστροφή | Σελ. 329 |
[4] Ν 3284/2004 | |
Περί κυρώσεως του Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας | |
Άρθρο πρώτο | Σελ. 331 |
ΚΩΔΙΚΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ | |
Ι. Αυτοδίκαια, με τη γέννηση | |
Άρθρο 1Α – Με δήλωση και αίτηση, λόγω γέννησης και φοίτησης σε σχολείο στην Ελλάδα | Σελ. 332 |
Άρθρο 1Β – Με δήλωση και αίτηση, λόγω φοίτησης σε σχολείο στην Ελλάδα | Σελ. 335 |
ΙΙ. Με αναγνώριση | |
ΙΙΙ. Με υιοθεσία | |
ΙV. Mε κατάταξη στις ένοπλες δυνάμεις | |
V. Με πολιτογράφηση | |
Άρθρο 5 – Τυπικές προϋποθέσεις πολιτογράφησης | Σελ. 339 |
Άρθρο 5Α – Ουσιαστικές προϋποθέσεις πολιτογράφησης | Σελ. 343 |
Άρθρο 5Β – Λόγοι ασφαλείας | Σελ. 346 |
Άρθρο 6 – Δικαιολογητικά πολιτογράφησης | Σελ. 347 |
Άρθρο 7 – Διαδικασία πολιτογράφησης | Σελ. 348 |
Άρθρο 7Β – Περιπτώσεις παραπομπής στον Υπουργό Εσωτερικών ή στο Συμβούλιο Ιθαγένειας | Σελ. 351 |
Άρθρο 8 – Απόφαση πολιτογράφησης - Αιτιολόγηση | Σελ. 351 |
Άρθρο 9 – Ορκωμοσία | Σελ. 352 |
Άρθρο 10 – Πολιτογράφηση ομογενών που διαμένουν στο εξωτερικό | Σελ. 353 |
Άρθρο 11 – Κτήση Ελληνικής Ιθαγένειας από τέκνα πολιτογραφημένου | Σελ. 354 |
Άρθρο 12 – Επιτροπή Πολιτογράφησης | Σελ. 354 |
Άρθρο 13 – Τιμητική πολιτογράφηση | Σελ. 356 |
Ι. Λόγω κτήσης αλλοδαπής ιθαγένειας | |
ΙΙ. Λόγω εκπτώσεως | |
ΙΙΙ. Λόγω δήλωσης αποποίησης | |
IV. Απώλεια της Ελληνικής Ιθαγένειας που αποκτήθηκε από τέκνα αλλοδαπών με δήλωση ή πολιτογράφηση των γονέων τους | |
V. Λόγω υιοθεσίας από αλλοδαπό | |
VI. Aπώλεια με δήλωση λόγω γάμου με Έλληνα | |
Άρθρο 25 – Αρμοδιότητα επί θεμάτων Ιθαγένειας | Σελ. 362 |
Άρθρο 26 – Διαδικασία επί αιτήσεων καθορισμού Ιθαγένειας | Σελ. 363 |
Άρθρο 26Α – Διαδικασία επί αμφισβητήσεων Ιθαγένειας | Σελ. 364 |
Άρθρο 27 – Πιστοποιητικά Ελληνικής Ιθαγένειας | Σελ. 365 |
Άρθρο 28 – Συμβούλιο Ιθαγένειας | Σελ. 365 |
Άρθρο 31 – Προθεσμίες | Σελ. 367 |
Άρθρο 34 – Καταργούμενες διατάξεις | Σελ. 368 |
Άρθρο 35 – Διατηρούμενες διατάξεις | Σελ. 369 |
Άρθρο δεύτερο | Σελ. 369 |
[5] ΚΥΑ 30825/2014 | |
Καθορισμός απαιτούμενων δικαιολογητικών για τη χορήγηση εθνικών θεωρήσεων εισόδου και για την χορήγηση και ανανέωση τίτλου διαμονής σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν 4251/2014 | |
Άρθρο 1 – ΚΟΙΝΑ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ ΑΔΕΙΩΝ ΔΙΑΜΟΝΗΣ | Σελ. 371 |
Άρθρο 3 – ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΝΟΜΙΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ | Σελ. 434 |
Άρθρο 4 – ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ | Σελ. 441 |
Άρθρο 5 – ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ | Σελ. 443 |
Άρθρο 6 – ΘΕΩΡΗΣΗ ΕΙΣΟΔΟΥ ΚΑΙ ΑΔΕΙΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΠΟ ΤΗΣ ΕΝΔΟΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΘΕΣΗΣ | Σελ. 444 |
[6] ΚΥΑ 51738/2014 | |
Καθορισμός του ελάχιστου αριθμού ημερομισθίων ή ελάχιστου χρονικού διαστήματος ασφάλισης ανά ασφαλιστικό φορέα, των αποδεικτικών στοιχείων για την ανανέωση άδειας διαμονής πολιτών τρίτων χωρών καθώς και ρύθμιση άλλων σχετικών θεμάτων | |
[7] KYA 53821/2014 | |
Καθορισμός του συνόλου των κινδύνων και των καλυπτόμενων παροχών για την κάλυψη πλήρους ασφάλισης ασθένειας των πολιτών τρίτων χωρών που αιτούνται χορήγηση ή ανανέωση άδειας διαμονής και ασφαλίζονται σε ιδιωτικούς ασφαλιστικούς φορείς | |
[8] ΚΥΑ 18951/2018 | |
Καθορισμός εγγράφων βέβαιης χρονολογίας που αποδεικνύουν την επταετή συνεχή διαμονή στη Χώρα πολίτη τρίτης χώρας που αιτείται τη χορήγηση άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους, καθώς και των στοιχείων που τεκμηριώνουν τη γονική σχέση πολίτη τρίτης χώρας με τον ανήλικο ημεδαπό, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Ν 4251/2014, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 31 του Ν 4540/2018 (91 Α) | |
[9] ΕγκΥπΕσωτΔιοικΑνασυγκρ 42/ΑΠ οικ. 78729/15/7.12.2015 | |
Παροχή οδηγιών για την ορθή εφαρµογή των διατάξεων χορήγησης αδειών διαµονής σύµφωνα µε τις διατάξεις του Ν 4251/2014, όπως τροποποιήθηκε µε το Ν 4332/2015 | |
[10] ΕγκΥΜΕΠΟ 26/ΑΠ οικ. 52865/16/23.12.2016 | |
Εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου 13A του Ν 4251/2014 | |
EΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1. Η μετανάστευση ως σύγχρονο πρόβλημα και ο Ν 4251/2014
Το ζήτημα της μετανάστευσης, της μετακίνησης δηλ. ανθρώπων μαζικά ή ατομικά, από τη χώρα καταγωγής τους ή συνήθους διαμονής τους σε άλλη χώρα, με σκοπό την αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής και εργασίας, δεν αποτελεί φαινόμενο των τελευταίων ετών ούτε τοπικό ζήτημα· εμφανίζεται από την αρχαιότητα και απασχολεί όλα σχεδόν τα κράτη του κόσμου. Έχει δε παρατηρηθεί παγκοσμίως, αλλά και στην Ευρώπη ειδικότερα, ότι το ρεύμα της μετανάστευσης ολοένα και αυξάνεται, με αποτέλεσμα να αποκτά διαρκώς και μεγαλύτερη σημασία η θέση κανόνων (εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου) για τη συνολική και ρεαλιστική ρύθμιση του φαινομένου, ενόψει και των πολιτικών διαστάσεων που αυτό λαμβάνει και της συχνής αντιμε-
Σελ. 2
τώπισής του στον δημόσιο διάλογο ως προβλήματος που χρήζει επίλυσης και όχι ως αντικειμενικής κατάστασης που χρήζει ρυθμιστικής παρέμβασης προς τον σκοπό της βέλτιστης (για όλους τους εμπλεκόμενους) διευθέτησής της. Ειδικότερα, η Ελλάδα, παραδοσιακά χώρα καταγωγής μεταναστών προς τρίτες χώρες, έγινε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 χώρα προορισμού μεταναστών τόσο από γειτονικές όσο και από πιο μακρινές χώρες, με αποτέλεσμα να υπάρχει σήμερα στη χώρα σημαντικός μεταναστευτικός πληθυσμός, με έντονη βέβαια εσωτερική ποικιλία όσον αφορά τόσο τη μονιμότητα ή τον εποχικό ή πρόσκαιρο χαρακτήρα της διαμονής όσο και το καθεστώς υπό το οποίο τελεί.
Ως συνέπεια των ανωτέρω, στη χώρα μας, όπως και σε διάφορες χώρες της Ε.Ε., ελήφθησαν τα τελευταία χρόνια νομοθετικές πρωτοβουλίες, ώστε άμεσα και με τρόπο επίκαιρο να αντιμετωπιστεί η σύγχρονη πραγματικότητα των αυξημένων μεταναστευτικών ρευμάτων. Οι σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες οφείλουν να κινούνται γύρω από τρεις άξονες: πρώτον, σεβασμός του κυριαρχικού δικαιώματος κάθε κράτους να ελέγχει την είσοδο και διαμονή αλλοδαπών στο έδαφός του, δεύτερον, ρεαλιστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των διοικητικών, οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων (και ευκαιριών) που θέτει η μετανάστευση και, τρίτον, σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μετακινούμενων προσώπων. Η όποια νομοθετική πρωτοβουλία, που αναφέρεται στο ζήτημα των αλλοδαπών και της μετανάστευσης, θα πρέπει να βρίσκεται σε απόλυτη συνάρτηση με τις συνταγματικές διατάξεις περί ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, καθώς και με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα δικαιώματα που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις που έχουν κυρωθεί με νόμο, όπως η ΕΣΔΑ και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ).
Σελ. 3
Η γενική επισκόπηση των σύγχρονων νομοθετικών προσπαθειών του εθνικού νομοθέτη, από το 1991 και έπειτα, δείχνει τη δύσκολη εξελικτική πορεία που χρειάστηκε να ακολουθήσει η ελληνική πολιτεία απέναντι στο φαινόμενο της μετανάστευσης: από την έκδηλη στις πρώτες νομοθετικές πρωτοβουλίες προσπάθεια αντιστροφής του μεταναστευτικού ρεύματος και της διασφάλισης της απασχόλησης των ημεδαπών μέσα από τη θέσπιση μέτρων αφενός για την καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης και αφετέρου για τον ασφυκτικό έλεγχο των αλλοδαπών, που νόμιμα διαμένουν στο εσωτερικό της χώρας, στη σταδιακή αποδοχή της μετανάστευσης ως πραγματικότητας με τα διάφορα προγράμματα νομιμοποίησης του μεγάλου όγκου των έως τότε παράτυπων μεταναστών και από εκεί στη συνειδητοποίηση της μονιμότητας του μεταναστευτικού πληθυσμού στην ελληνική κοινωνία με τη θεσμοθέτηση μέτρων για την κοινωνική ένταξη των μεταναστών, την προστασία της δεύτερης γενιάς και την απονομή ιθαγένειας.
Ο Ν 4251/2014 «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης και λοιπές διατάξεις», ο οποίος κωδικοποίησε τις ήδη υπάρχουσες διατάξεις και εισήγαγε νέες ρυθμίσεις, δείχνει να κινείται σε μια κατεύθυνση γενικότερου εξορθολογισμού της μεταναστευτικής πολιτικής της χώρας. Ο νομοθέτης πλέον δείχνει να αντιλαμβάνεται, μέσα από τις ειδικότερες ρυθμίσεις του νόμου, τη μετανάστευση ως μόνιμη κατάσταση και τον μεταναστευτικό πληθυσμό ως αναπόσπαστο στοιχείο της ελληνικής κοινωνίας, σε αντίθεση με την παλαιότερη αντίληψη του μεταναστευτικού φαινομένου ως πρόσκαιρης και ευκαιριακής μετακίνησης για λόγους βιοπορισμού. Οι ρυθμίσεις του νόμου αυτού κινούνται σε τέσσερις άξονες: α) απλοποίηση των διαδικασιών, ώστε να μειωθεί το γραφειοκρατικό κόστος (υπηρεσίες μίας στάσης, αύξηση
Σελ. 4
του χρόνου διάρκειας της τακτικής άδειας διαμονής για εργασία κ.λπ.), β) επανεξέταση των όρων πρόσβασης στην αγορά εργασίας και προσέλκυση επενδύσεων από πολίτες τρίτων χωρών (πιο ευέλικτο σύστημα μετακλήσεων εργαζομένων, fast track διαδικασίες άδειας διαμονής για επενδύσεις κ.λπ.), γ) προώθηση της «κοινοτικής» άδειας διαμονής του «επί μακρόν διαμένοντος», έναντι της άδειας διαμονής δεκαετούς διάρκειας, που ήταν άδεια του εθνικού δικαίου, και δ) διασφάλιση της νομιμότητας της διαμονής της δεύτερης γενιάς μεταναστών, δηλαδή των νέων ενηλίκων που γεννήθηκαν ή/και έζησαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στη χώρα. Αξιοσημείωτη και στο πνεύμα των όσων ήδη αναφέρθηκαν είναι η επιλογή στον Ν 4251/2014 του όρου «πολίτης τρίτης χώρας» και όχι «υπήκοος τρίτης χώρας».
Έκτοτε επήλθαν αλλεπάλληλες μεταβολές στον Κώδικα Μετανάστευσης. Τις πιο εκτεταμένες επέφεραν ο Ν 4332/2015 (ΦΕΚ Α΄ 76/9.7.2015) και ο πρόσφατος Ν 4666/2020 (ΦΕΚ Α΄ 35/19.2.2020). Ο πρώτος εξ αυτών, εκτός των άλλων, ενσωμάτωσε δύο Οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, προκειμένου ο Κώδικας να αποτελέσει ένα σύγχρονο εργαλείο στην άσκηση ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής στη χώρα μας. Ειδικότερα, ενσωματώθηκαν η Οδηγία 2011/98/ΕΕ σχετικά με την ενιαία διαδικασία υποβολής αίτησης για τη χορήγηση στους πολίτες τρίτων χωρών ενιαίας άδειας διαμονής και εργασίας στην επικράτεια κράτους μέλους και σχετικά με κοινό σύνολο δικαιωμάτων για τους εργαζομένους από τρίτες χώρες που διαμένουν νομίμως σε κράτος μέλος και η Οδηγία 2014/36/EE σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής πολιτών τρίτων χωρών με σκοπό την εποχιακή εργασία. Ο δεύτερος νόμος (Ν 4666/2020) τροποποίησε τον Κώδικα Μετανάστευσης (κυρίως τα Τμήματα Α΄ και Γ΄ του Δεύτερου Μέρους αυτού, ενώ πρόσθεσε και Τμήμα Η΄ στο Δεύτερο Μέρος), προκειμένου να ενσωματώσει στο εσωτερικό δίκαιο την Οδηγία 2016/801/ΕΕ «σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την πρακτική άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία, τις ανταλλαγές μαθητών ή τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την απασχόληση των εσωτερικών άμισθων βοηθών (au pair)».
Σελ. 5
Οι υπόλοιπες τροποποιήσεις επέφεραν επιμέρους αλλαγές σε διατάξεις του Ν 4251/2014 ή πρόσθεσαν νέες διατάξεις σε αυτόν, χωρίς να αλλοιώνεται η κεντρική δομή και ο βασικός προσανατολισμός του Κώδικα. Ταυτόχρονα, διατηρήθηκαν σε ισχύ, δυνάμει του άρθρου 139 παρ. 2 Ν 4251/2014, οι διατάξεις των άρθρων 76, 77, 78, 80, 81, 82, 83 και 89 (παράγραφοι 1-3) του Ν 3386/2005 (ΦΕΚ Α΄ 212/23.8.2005) που ρυθμίζουν τη διαδικασία της απέλασης μη νομίμως διαμένοντος αλλοδαπού, τη δικαστική προσφυγή κατά αυτής, την τήρηση καταλόγου ανεπιθύμητων αλλοδαπών (γνωστού ως Ε.Κ.ΑΝ.Α., Εθνικός Κατάλογος Ανεπιθύμητων Αλλοδαπών) και τις κυρώσεις για παράνομη είσοδο και έξοδο από τη χώρα. Εξάλλου, παρότι δεν αναφέρεται ρητώς, διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις των άρθρων 16 επ. του Ν 3907/2011 «Υπηρεσίες Ασύλου – Πρώτης Υποδοχής, επιστροφή παρανόμως διαμενόντων, άδεια διαμονής κλπ» (Α΄ 7), που μετέφεραν στην εσωτερική έννομη τάξη την Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008 «σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη - μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» (ΕΕ L 348/24.12.2008).
2. Η θέση του αλλοδαπού στο εθνικό νομικό περιβάλλον
α) Η έννοια του αλλοδαπού
Ως αλλοδαπός νοείται το φυσικό πρόσωπο που έχει άλλη (εκτός της ελληνικής) ιθαγένεια ή που δεν έχει την ιθαγένεια κάποιου κράτους, δηλαδή ο ανιθαγενής. Στην έννοια υπάγονται και όσοι έχουν πολλαπλές ιθαγένειες αρκεί καμία εξ αυτών να μην είναι η ελληνική. Η κατηγορία «αλλοδαποί» δεν είναι βέβαια ενιαία και είναι σημαντικό να γίνει εδώ μία οριοθέτηση του
Σελ. 6
πεδίου εφαρμογής του Κώδικα Μετανάστευσης έναντι δύο σημαντικών κατηγοριών αλλοδαπών: πρώτον, οι πολίτες της Ε.Ε., δηλαδή τα πρόσωπα που έχουν την ιθαγένεια άλλου κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 20 παρ. 1 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν υπάγονται στον Κώδικα Μετανάστευσης, αλλά στις διατάξεις του ΠΔ 106/2007 (ΦΕΚ Α΄ 135), όπως ισχύει, που μεταφέρει τις διατάξεις της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 (ΕΕ L 158 της 30-04-2004). Συνεπώς, ο Ν 4251/2014 αφορά τους λεγόμενους πολίτες τρίτων χωρών. Δεύτερον, τα ζητήματα διαμονής και εργασίας των αιτούντων άσυλο και των δικαιούχων διεθνούς προστασίας (πρόσφυγες ή δικαιούχοι επικουρικής προστασίας) σύμφωνα με τους ορισμούς της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων, ομοίως δεν ρυθμίζονται από τον Ν 4251/2014, αλλά από ειδικά νομοθετήματα.
Ιδιαίτερη κατηγορία αλλοδαπών συνιστούν και οι ομογενείς, οι οποίοι, χωρίς να εξαιρούνται από τις διατάξεις περί πολιτών τρίτων χωρών, απολαμβάνουν
Σελ. 7
διαφόρων προνομίων και εξαιρέσεων ως προς την εξασφάλιση άδειας διαμονής, την πρόσβαση σε θέσεις εργασίας και την πολιτογράφηση. Ελλείψει ρητού νομοθετικού ορισμού ως ομογενής νοείται το πρόσωπο που, χωρίς να έχει ελληνική ιθαγένεια, έχει ελληνική καταγωγή και γεννήθηκε ή ζει από μακρό χρόνο σε τρίτη χώρα. Η ιδιαίτερη προστασία των ομογενών,
Σελ. 8
οι οποίοι θεωρείται ότι ανήκουν στο ελληνικό έθνος, βρίσκει συνταγματική κάλυψη στη διάταξη του άρθρου 108 παρ. 1 Σ., μολονότι το τελευταίο αναφέρεται σε «απόδημο ελληνισμό» και όχι γενικότερα σε «ελληνισμό της διασποράς». Οι σχετικές νομοθετικές διατάξεις είναι βέβαια εξαιρετικές, με συνέπεια αφενός να επιτρέπεται να περιλαμβάνουν μόνο συγκεκριμένες ομάδες ομογενών κατ’ αποκλεισμό των υπολοιπών, αφετέρου να μη δύνανται να επεκταθούν στους λοιπούς αλλοδαπούς με βάση την αρχή της ισότητας.
β) Η συνταγματική προστασία των αλλοδαπών
Μέσα από τις διατάξεις του Συντάγματος προκύπτει ότι η προστασία των δικαιωμάτων του αλλοδαπού αποτελούσε πάντα μέριμνα του συνταγματικού νομοθέτη. Στο πλαίσιο αυτό και το ισχύον Σύνταγμα, στα άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1, ορίζει κατά γενικό τρόπο ότι καταρχήν κάθε πρόσωπο, άρα και οι αλλοδαποί, αναγνωρίζεται ως υποκείμενο δικαίου και φορέας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ελληνική επικράτεια. Ωστόσο, από το γράμμα του συνταγματικού κειμένου συνάγεται ότι η κατοχύρωση ορισμένων δικαιωμάτων συνδέεται με την ιδιότητα του φορέα τους ως έλληνα πολίτη. Έτσι, ορισμένες διατάξεις αναφέρονται ρητώς σε Έλληνες ως φορείς των αντίστοιχων δικαιωμάτων (π.χ. άρθρο 4, άρθρο 11, άρθρο 12). Σε κάθε άλλη περίπτωση, κυρίως δηλαδή όταν χρησιμοποιούνται λέξεις όπως «καθένας» ή «κανένας», η εμβέλεια της παρεχόμενης προστασίας περιλαμβάνει και τους αλλοδαπούς. Εξάλλου, η παράλειψη της συνταγματικής κατοχύρωσης ενός δικαιώματος για τους αλλοδαπούς δεν σημαίνει άνευ άλλου τινός άρνηση του δικαιώματος αυτού στους αλλοδαπούς, αλλά έλλειψη συνταγματικών εγγυήσεων για το εν λόγω δικαίωμα, το οποίο πάντως μπορεί να επεκτείνει και στους αλλοδαπούς ο κοινός νομοθέτης.
Σελ. 9
Τελείως σχηματικά μπορούμε να πούμε ότι ορισμένα δικαιώματα αυτονόητα απονέμονται και στους αλλοδαπούς, ενώ οι τελευταίοι εξ ορισμού αποκλείονται από την απόλαυση ορισμένων άλλων. Στον ενδιάμεσο χώρο βρίσκονται δικαιώματα που δεν κατοχυρώνονται μεν συνταγματικά στους αλλοδαπούς, μπορεί ωστόσο να τους τα απονείμει ο κοινός νομοθέτης ή να τους τα εγγυάται κάποια διεθνής σύμβαση που έχει κυρώσει η χώρα.
Στη μία, λοιπόν, άκρη του φάσματος βρίσκονται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα όπως το δικαίωμα στη ζωή, η απαγόρευση βασανιστηρίων, η ελευθερία έκφρασης, το δικαίωμα στον γάμο και την οικογενειακή ζωή, το δικαίωμα των ανηλίκων στην εκπαίδευση, το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη κλπ, που απονέμονται σε όλα τα πρόσωπα εντός της ελληνικής επικράτειας, ανεξαρτήτως ιθαγένειας και νομιμότητας της διαμονής τους. Αυτό είναι αυτονόητο λόγω της (σχετικής και λειτουργικής, έστω) οικουμενικότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία κατοχυρώνονται για οποιονδήποτε είναι μέλος του ανθρώπινου είδους.
Στην άλλη άκρη του φάσματος βρίσκονται τα υπό στενή έννοια πολιτικά δικαιώματα και συγκεκριμένα τα δικαιώματα συμμετοχής (εκλέγειν, εκλέγεσθαι και ίδρυσης πολιτικού κόμματος) στην κεντρική πολιτική σκηνή, τα
Σελ. 10
οποία δεν μπορεί παρά να απονέμονται αποκλειστικά και μόνο στους πολίτες μιας χώρας. Αυτό είναι άμεση απόρροια της δημοκρατικής αρχής: τα πολιτικά δικαιώματα απονέμονται σε όσους ανήκουν στον λαό, από τον οποίο απορρέει η κυριαρχία στη δημοκρατικά οργανωμένη πολιτεία. Αν δεν υπάρχουν κανόνες για το ποιος ανήκει στον λαό και ποιος όχι, δηλαδή για το ποιος συναποτελεί την πολιτική κοινότητα, χάνεται η έννοια του συνδέσμου του ατόμου με αυτή και τελικώς εξανεμίζεται ή αλλοιώνεται η δημοκρατική φύση του πολιτεύματος. Χαρακτηριστικό είναι ότι η απονομή πολιτικών δικαιωμάτων υπό στενή έννοια σε αλλοδαπούς (πολίτες της Ε.Ε.) δεν προβλέπεται ούτε καν στο πλαίσιο της ιθαγένειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αντιθέτως, δεν είναι εξίσου σαφή τα πράγματα όσον αφορά τη συμμετοχή των αλλοδαπών στη δημόσια ζωή σε τοπικό επίπεδο. Το άρθρο 102 παρ. 2 του Συντάγματος προβλέπει απλώς ότι οι αρχές των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης εκλέγονται με καθολική και μυστική ψηφοφορία, όπως νόμος ορίζει. Όσον αφορά τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει ήδη κριθεί, με την ΣτΕ 122/2008 σε επταμελή σύνθεση, ότι οι σχετικές διατάξεις του πρωτογενούς ενωσιακού δικαίου που απονέμουν δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις τοπικές εκλογές στους πολίτες της Ένωσης «είναι εφαρμοστέες, μολονότι συνεπάγονται περιορισμό ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας, εν όψει των οριζομένων στις διατάξεις του άρθρου 28 του Συντάγματος και, ιδίως, στην διάταξη της παραγράφου 3 του εν λόγω άρθρου». Αντιθέτως, για τους πολίτες τρίτων χωρών οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 14 επ. του Ν 3838/2010 (ΦΕΚ Α΄ 49/24.3.2010) κρίθηκαν αντισυνταγματικές
Σελ. 11
με την ΣτΕ Ολ. 460/2013, με την αιτιολογία ότι «και το εκλογικό σώμα των Ο.Τ.Α. συντίθεται, κατ’ αρχήν, αποκλειστικώς από έλληνες πολίτες και ότι ο απλός νομοθέτης κωλύεται να διευρύνει αυτό προσθέτοντας και πρόσωπα που δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια…». Η απόφαση αυτή φαίνεται να θέτει προς το παρόν εκτός δημόσιας συζήτησης το ζήτημα της ουσιαστικής εφαρμογής της πρόβλεψης του άρθρου 5 παρ. 1 Σ. για συμμετοχή καθενός στην πολιτική, μεταξύ άλλων, ζωή της χώρας.
Ως προς τα λοιπά δικαιώματα η απόλαυσή τους από τους αλλοδαπούς εξαρτάται από τη νομοθετική ή υπερνομοθετική τους κατοχύρωση. Έτσι, π.χ., η αρχή της ίσης μεταχείρισης κατοχυρώνεται μεν συνταγματικά μόνο για τους Έλληνες, αλλά οι αλλοδαποί αντλούν το δικαίωμα αυτό από τις διατάξεις των άρθρων 2, 3 και 26 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα που κυρώθηκε με τον Ν 2462/1997 (ΦΕΚ Α΄ 25/26.2.1997). Τα κοινωνικά δικαιώματα φαίνεται να κατοχυρώνονται καταρχήν υπέρ των Ελλήνων πολιτών (η οικογένεια προστατεύεται στο άρθρο 21 παρ. 1 «ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους», το Κράτος οφείλει, κατά το άρθρο 21 παρ. 3, να μεριμνά για την προστασία της υγείας των «πολιτών» κ.ο.κ.), ωστόσο, κοινωνικά δικαιώματα κατοχυρώνονται και από τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, ενώ τυχόν διαφοροποιήσεις στις κοινωνικές παροχές μεταξύ Ελλήνων και αλλοδαπών δεν φαίνεται να γίνονται αποδεκτές
Σελ. 12
από το ΕΔΔΑ. Αντίστοιχα, τα δικαιώματα συνάθροισης και συνένωσης ναι μεν κατοχυρώνονται στα άρθρα 11 και 12 του Συντάγματος μόνο υπέρ των Ελλήνων, πλην η απόλαυση των αντίστοιχων δικαιωμάτων διασφαλίζεται για όλα τα πρόσωπα με το άρθρο 11 της ΕΣΔΑ και τα άρθρα 21 και 22 του ΔΣΑΠΔ.
Ειδικότερα, πάντως ως προς τα κρίσιμα για τους σκοπούς του Κώδικα Μετανάστευσης δικαιώματα διαμονής και εργασίας στην Ελληνική επικράτεια, γίνεται δεκτό ότι ο έλεγχος της εισόδου και διαμονής των αλλοδαπών καταρχήν εμπίπτει στην κυριαρχική εξουσία του κάθε κράτους, το οποίο μπορεί να αποφασίζει για τη χορήγηση ή μη σχετικής άδειας σε πολίτες τρίτων χωρών και για την απομάκρυνση εκείνων που έχουν εισέλθει ή διαμένουν παράνομα στο έδαφός του. Ενόψει αυτού, το άρθρο 8 ΕΣΔΑ (δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή) μόνο σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να εμποδίσει την απομάκρυνση μη νομίμως διαμένοντος αλλοδαπού και σε κάθε περίπτωση δεν συνεπάγεται την άνευ ετέρου χορήγηση άδειας διαμονής συγκεκριμένου τύπου. Το δικαίωμα επιλογής επαγγέλματος και πρόσβασης σε θέσεις εργασίας από την άλλη πλευρά μπορεί, κατά την κρατούσα στην ελληνική νομολογία θέση, να περιοριστεί διότι «δεν προστατεύεται [για τους αλλοδαπούς] από το Σύνταγμα απολύτως και κάθε οικονομική ή επαγγελματική δραστηριότητά τους, ως απόρροια της κατοχυρούμενης με την παρ. 1 [του άρθρου 5] γενικής ελευθερίας αναπτύξεως της προσωπικότητας και συμμετοχής στην οικονομική ζωή της χώρας, η οποία, άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε, μπορεί να υποβάλλεται από τον κοινό νομοθέτη σε περιορισμούς ακόμη και για τους έλληνες πολίτες». Ομοίως, έχει κριθεί ότι ο αποκλεισμός των
Σελ. 13
(αλλογενών) αλλοδαπών από τις άδειες πωλητών λαϊκών αγορών είναι συνταγματικά ανεκτός, διότι το άρθρο 21 του Συντάγματος ορίζει ότι το Κράτος μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών, συνεπώς οι προϋποθέσεις χορήγησης σχετικής άδειας πωλητή σε ανέργους μπορεί να αναφέρονται και στην ιθαγένεια των ενισχυόμενων προσώπων.
Ωστόσο, πρέπει να γίνει δεκτό καταρχάς ότι το άρθρο 5 παρ. 1 κατοχυρώνει την επαγγελματική ελευθερία υπέρ όλων όσοι βρίσκονται εντός της Ελληνικής επικράτειας (άρα και των αλλοδαπών), τυχόν δε νομοθετικά επιβαλλόμενοι περιορισμοί θα πρέπει να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας και να μην προσβάλλουν τον πυρήνα του δικαιώματος. Διαφορετικά, και στην περίπτωση που οι περιορισμοί στην απόλαυση των δημοσίων αγαθών για τους αλλοδαπούς είναι δυσανάλογα περισσότεροι από τους αντίστοιχους, που αναφέρονται στους ημεδαπούς, κινδυνεύει η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 5 να καταστεί κενό γράμμα. Περαιτέρω, το άρθρο 18 του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη εγγυάται (ως κοινωνικό δικαίωμα) την πρόσβαση των πολιτών όλων των συμβαλλομένων κρατών στην εργασία στο έδαφος κάθε άλλου συμβαλλόμενου κράτους με όρους ισότητας προς τους πολίτες του κράτους υποδοχής, ενώ εν γένει το δικαίωμα στην εργασία προστατεύεται στο άρθρο 1 του εν λόγω Χάρτη. Έτσι, η Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων έχει αρκετές φορές διαπιστώσει στα Συμπεράσματά της ότι η Ελλάδα παραβιάζει τις διατάξεις περί δικαιώματος στην εργασία λόγω των υπερβολικών περιορισμών στην πρόσβαση αλλοδαπών σε πολλές, δημόσιες μάλιστα, θέσεις, που δεν συνδέονται με την άσκηση δημόσιας εξουσίας.
Σελ. 14
γ) Ειδικότερα η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 Σ.
Με το άρθρο 5 Σ καθιερώνεται η γενικότερη προστασία της ελευθερίας του ατόμου σε όλες τις μορφές της και ειδικότερα, στην παρ. 2 προβλέπεται ότι όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας χωρίς η παρεχόμενη προστασία να επηρεάζεται από διακρίσεις σχετικές με τη φυλή, τη γλώσσα, τη θρησκεία ή τις πολιτικές πεποιθήσεις. Κατά την μάλλον κρατούσα στη θεωρία γνώμη, ratio της διάταξης της παρ. 2 είναι κυρίως η ενίσχυση της νομικής θέσης των αλλοδαπών, δεδομένου ότι τα τρία προστατευόμενα αγαθά καλύπτονται επαρκώς και από άλλες συνταγματικές διατάξεις. Εξάλλου, έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι η απαγόρευση της διακριτικής μεταχείρισης με βάση τα αναφερόμενα στο άρ. 5 παρ. 2 κριτήρια «ισχύει ανεξάρτητα από την τριάδα των εννόμων αγαθών που αναφέρθηκαν» και ότι «δεδομένου ότι η αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου επιφυλάσσεται στο άρθρο 4 § 1 μόνο για τους Έλληνες πολίτες, η συνδυασμένη εφαρμογή της αρχής της ισότητας με την απαγόρευση διακρίσεων του άρθρου 5 § 2 εμπλουτίζει το περιεχόμενο της πρώτης προς την κατεύθυνση της ίσης απολαύσεως μιας σειράς ατομικών δικαιωμάτων από ημεδαπούς και αλλοδαπούς».
Ωστόσο, η θέση αυτή παραβλέπει αφενός τις ιστορικές περιστάσεις θέσπισης της διάταξης αυτής, αφετέρου το ρητώς διατυπωμένο περιεχόμενό της. Καταρχάς, η διάταξη αυτή δεν αποτελεί πρωτοτυπία του Συντάγματος του 1975 (εκτός από το δεύτερο εδάφιό της που απαγορεύει την έκδοση αλλοδαπού που διώκεται για τους αγώνες του για ελευθερία): τέθηκε πρώτη φορά στο Σύνταγμα του 1927 (άρθρο 7) με την πιο περιορισμένη εκδοχή της απαγόρευσης διακρίσεων λόγω εθνικότητας, θρησκείας και γλώσσας. Οι λόγοι της θέσπισης της συγκεκριμένης διάταξης στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο δεν είναι δύσκολο να διαγνωστούν – το Σύνταγμα του 1927 αφορά μια Ελλάδα που είχε υπερδιπλασιαστεί μετά τις πολεμικές περιπέτεις της δεκαετίας του 1910 και είχε ενσωματώσει στον πληθυσμό της αφενός μεγάλες θρησκευτικές μειονότητες (την ακμάζουσα εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης κυρίως και τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης), αφετέρου
Σελ. 15
το μεγάλο κύμα των προσφύγων της ανταλλαγής πληθυσμών με τη συνθήκη της Λωζάννης, οι οποίοι μοιράζονταν μεν κοινή θρησκεία με τον κυρίως κορμό του πληθυσμού του εθνικού κράτους, αλλά μιλούσαν σε πολλές περιπτώσεις άλλη γλώσσα (τούρκικα ή διαλέκτους, όπως η ποντιακή) και ενίοτε είχαν και διαφορετική εθνική καταγωγή (η ανταλλαγή πληθυσμών αφορούσε όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς ανεξαρτήτως εθνικότητας, έτσι περιελήφθησαν π.χ. και Αρμένιοι). Η συνταγματική κατοχύρωση της προστασίας όλων όσοι βρίσκονται στην Ελληνική επικράτεια έναντι αυτών ακριβώς των διακρίσεων ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα της εποχής που αξίωνε την προστασία των Ελλήνων (κυρίως) πολιτών, αλλά και όσων δεν είχαν ιθαγένεια ή είχαν αλλοδαπή ιθαγένεια, από τις εις βάρος τους συστηματικές διακρίσεις και αποτελεί συνέχεια του από 23.4.1924 νομοθετικού διατάγματος «Περί κατοχυρώσεως του Δημοκρατικού πολιτεύματος», του πρώτου πιθανώς αντιρατσιστικού νόμου στην Ελλάδα, το οποίο στο άρθρο 2 παρ. 1 περ. β΄ απειλούσε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών σε όποιον «διακρίνει κατά σύστημα δια του τύπου προς πολιτικούς σκοπούς περιφρονητικώς τους κατοίκους της Χώρας εις αυτόχθονας και επήλυδας, εις ομόθρησκους και αλλόθρησκους, εις ομόγλωσσους και ετερόγλωσσους και τα παρόμοια ή αποδίδει εις αυτούς ιδιότητας ή συνηθείας περιφρονητικάς».
Πέρα, όμως, από την ιστορικοβουλητική ερμηνεία, είναι αρκετά σαφές από το γράμμα της διάταξης ότι αυτή εισάγει έναν κανόνα απαγόρευσης διακρίσεων με περιορισμένο πεδίο εφαρμογής και για συγκεκριμένους, περιοριστικά αναφερόμενους, λόγους, που δεν περιλαμβάνουν την ιθαγένεια. Η διάταξη, συνεπώς, δεν λειτουργεί κατά κυριολεξία ως έρεισμα του «κοσμοπολιτισμού»
Σελ. 16
των θεμελιωδών δικαιωμάτων του Συντάγματος, αλλά επιβεβαιώνει πανηγυρικά ότι κατά την απόλαυση των τριών αναφερόμενων εννόμων αγαθών (τα οποία ούτως ή άλλως, ως θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, προστατεύονται για όλους όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια, ήδη από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντάγματος και από το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στην ΕΣΔΑ) δεν χωρεί καμία διάκριση λόγω εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Εξάλλου, ενόψει του γεγονότος ότι το Σύνταγμα εγγυάται την απόλυτη προστασία των τριών εννόμων αγαθών, αυτά πρέπει να ερμηνεύονται στενά: η «ζωή» αναφέρεται σε προστασία από κινδύνους θανάτου είτε προέρχονται από ιδιώτες είτε από κρατικά όργανα, η «τιμή» στην προστασία της συγκεκριμένης έκφανσης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και όχι συνολικά στην ανθρώπινη προσωπικότητα και η «ελευθερία» στη φυσική ελευθερία και ασφάλεια και όχι την οικονομική, την επιχειρηματική ή άλλη εκδοχή της. Ενόψει αυτών, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η διάταξη δεν έχει τύχει συστηματικής εφαρμογής για την προστασία των δικαιωμάτων είτε των ημεδαπών είτε των αλλοδαπών.
Σελ. 17
Εξάλλου, από το γεγονός ότι η προστατευτική λειτουργία της παρ. 2 του άρθρου 5 του Σ και η ελευθερία που περιλαμβάνεται σε αυτήν αφορά την προσωπική ασφάλεια του αλλοδαπού και δεν επεκτείνεται στην ελευθερία κίνησης και εγκατάστασης του συνάγεται ότι πρόβλεψη από τον κοινό νομοθέτη σχετικά με τη στέρηση της ελευθερίας του αλλοδαπού στο πλαίσιο έκδοσης πράξης απέλασης ή μη χορήγησης άδειας διαμονής δεν θεωρείται ότι παραβιάζει τους συνταγματικούς κανόνες των παρ. 2 και 3 του άρθρου 5 Σ. Στον τομέα αυτό, λοιπόν, δίδεται επίσης η δυνατότητα από το Σύνταγμα της θέσπισης νομοθετικών διατάξεων, αλλά και επιβολής μέτρων σε βάρος των αλλοδαπών με αποκλειστικό σκοπό την προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και γενικότερα την προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Έτσι, προβλέπονται η απέλαση, η απόφαση επιστροφής, η οικειοθελής αναχώρηση, η απομάκρυνση και η έκδοση, ως μέτρα τα οποία, ανεξάρτητα από τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες αποφασίζονται και εκτελούνται, έχουν στόχο την υποχρεωτική εγκατάλειψη της χώρας από τον αλλοδαπό. Ο κοινός νομοθέτης με τον Ν 3907/2011, όπως και στο παρελθόν με άλλες διατάξεις, έδωσε στη διοίκηση τη δυνατότητα να επιβάλλει σε βάρος του αλλοδαπού διοικητικά μέτρα, ωστόσο τα προστατευόμενα ατομικά του δικαιώματα και οι διεθνείς κανόνες επιβάλλουν όλες αυτές οι αποφάσεις να λαμβάνονται μόνο όταν πληρούνται οι αυστηρά προβλεπόμενες προϋποθέσεις.
3. Η αντιμετώπιση του αλλοδαπού από τον ενωσιακό νομοθέτη
Στα άρθρα 49 ΣυνθΛΕΕ και 56 ΣυνθΛΕΕ, προβλέπεται ότι οι περιορισμοί της ελευθερίας εγκατάστασης των πολιτών ενός κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους απαγορεύονται, καθώς επίσης ότι οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Ένωσης απαγορεύονται, όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του αποδέκτη της παροχής. Με βασικό και πρωταρχικό μέλημα του ενωσιακού νομοθέτη την καθιέρωση του καθεστώτος της ελεύθερης κυκλοφορίας αγαθών, υπηρεσιών και προσώπων
Σελ. 18
εντός της Κοινότητας, ώστε να τα απολαμβάνουν οι πολίτες μέλη των κρατών μελών και μόνο, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το ζήτημα των αλλοδαπών, δηλαδή των πολιτών των τρίτων χωρών, δεν αποτελούσε αντικείμενο των Συνθηκών. Ωστόσο, οι διαρκώς αυξανόμενες, όπως είδαμε, μεταναστευτικές ροές προς τις χώρες της Ένωσης δεν μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστο το ενωσιακό δίκαιο. Ήδη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε (15 και 16 Οκτωβρίου 1999) για τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση είχε εξαγγελθεί ως βασικός στόχος της Ένωσης η δημιουργία κοινών πολιτικών της Ένωσης για τη χορήγηση ασύλου και τη μετανάστευση με κύριο πλαίσιο τον έλεγχο της παράνομης μετανάστευσης, το ενιαίο σύστημα χορήγησης ασύλου και την κοινωνική ένταξη των πολιτών τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στα κράτη μέλη, στην οποία περιλαμβάνονται και δράσεις κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Έτσι ακολούθησε, σε επίπεδο παράγωγου δικαίου η έκδοση πλήθους νομοθετικών κειμένων για τη μετανάστευση.
Σελ. 19
Πλέον, μετά τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, στους στόχους της Ε.Ε. προστέθηκε ρητώς και αυτός της επίτευξης κοινής μεταναστευτικής πολιτικής για όλη την Ένωση, ώστε το ζήτημα των πολιτών τρίτων χωρών να αντιμετωπίζεται ενιαία μέσω της εναρμόνισης των νομοθεσιών των κρατών μελών. Το άρθρο 3 παρ. 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ενοποιημένη απόδοση) περιλαμβάνει στους θεμελιώδεις σκοπούς της Ένωσης τη διασφάλιση για τους πολίτες της χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στο πλαίσιο της οποίας εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων σε συνδυασμό με κατάλληλα μέτρα όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το άσυλο και τη μετανάστευση. Οι σκοποί αυτοί εξειδικεύονται στη Συνθήκη Λειτουργίας της Ε.Ε., η οποία περιλαμβάνει πιο αναλυτικούς κανόνες για την κοινή πολιτική μετανάστευσης. Σύμφωνα με το άρθρο 79 παρ. 1 ΣΛΕΕ η κοινή μεταναστευτική πολιτική έχει τρεις στόχους: την αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, τη δίκαιη μεταχείριση των πολιτών τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στα κράτη μέλη και την πρόληψη της παράνομης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων. Εξάλλου, το άρθρο 67 προβλέπει ότι η Ε.Ε. οφείλει, εκτός από την απουσία ελέγχων των προσώπων στα εσωτερικά σύνορα, να αναπτύσσει κοινή πολιτική στους τομείς του ασύλου, της μετανάστευσης και του ελέγχου των εξωτερικών συνόρων, η οποία πρέπει να βασίζεται στην αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών και να είναι δίκαιη έναντι των υπηκόων τρίτων χωρών. Η Ένωση αναπτύσσει πολιτική με στόχο να εξασφαλίζεται ο έλεγχος των προσώπων και η αποτελεσματική εποπτεία της διέλευσης των εξωτερικών συνόρων και να δημιουργηθεί προοδευτικά ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων.
Σελ. 20
Για τους σκοπούς αυτούς δίδεται η δυνατότητα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να αποφασίζουν και να λαμβάνουν μέτρα, που αφορούν την κοινή πολιτική θεωρήσεων και άλλων τίτλων διαμονής βραχείας διάρκειας, τους ελέγχους στους οποίους υποβάλλονται τα πρόσωπα που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι υπήκοοι τρίτων χωρών μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα για σύντομο χρονικό διάστημα στην Ένωση και γενικά οποιοδήποτε μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων αυτών. Με την προσέγγιση αυτή και σύμφωνα με την Συνθήκη Λειτουργίας, αναπτύσσεται κοινή πολιτική στους τομείς του ασύλου, της μετανάστευσης, της προστασίας και της προσωρινής προστασίας με στόχο να παρέχεται το κατάλληλο καθεστώς σε οποιοδήποτε υπήκοο τρίτης χώρας, που χρήζει διεθνούς προστασίας. Βέβαια, ο βασικός στόχος της δημιουργίας ενός ενιαίου κοινοτικού (και πλέον ενωσιακού) πλαισίου για τη μετανάστευση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τις ιδιαιτερότητες, που εμφανίζονται στα διάφορα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή της κοινής πολιτικής. Οι βασικές προϋποθέσεις για την παγίωση του νομικού πλαισίου για τους αλλοδαπούς στα κράτη μέλη της Ε.Ε. είναι κατά πρώτο λόγο η διαφάνεια και ο εξορθολογισμός των προϋποθέσεων σχετικά με την είσοδο, διαμονή και εργασία των πολιτών τρίτων χωρών και η διαφοροποίηση των δικαιωμάτων των αλλοδαπών ανάλογα με τη διάρκεια της παραμονής τους, ώστε να επιτευχθεί η ζητούμενη αρχή της δίκαιης μεταχείρισης. Τέλος, αναζητείται η αναγνώριση ενός ασφαλούς νομικού πλαισίου, που αφενός θα διευκολύνει την είσοδο και εγκατάσταση των νέων μεταναστών και αφετέρου θα παρέχει σε κάθε μία ξεχωριστή κατηγορία αλλοδαπών δικαιώματα, τα οποία θα είναι απόλυτα σεβαστά από τα κράτη μέλη.
Στο πλαίσιο αυτό ο Μεταναστευτικός Κώδικας, εκτός των άλλων αλλαγών που προωθεί ενσωματώνει διατάξεις βάσει των οποίων εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία με τις σχετικές ευρωπαϊκές οδηγίες. Η εναρμόνιση προς το παράγωγο ενωσιακό δίκαιο γίνεται με προσθήκες ή τροποποιήσεις του Κώδικα με αποτέλεσμα να διατηρείται, στον βαθμό του εφικτού, η ενότητα του νομοθετικού κειμένου.