Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΤΡΙΤΩΝ ΣΤΗ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΑΕ

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 24.5€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 59,50 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18760
Βενιέρης Ι.
  • Έκδοση: 2023
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 552
  • ISBN: 978-618-08-0002-9

Tο έργο «Η Προστασία μετόχων και Τρίτων στη Συγχώνευση Μεταξύ ΑΕ» αναλύει τον θεσμό της συγχώνευσης δύο ή περισσότερων ΑΕ ως προς τη διαδικασία και τα επιμέρους στάδια αυτής. Αναλύει επίσης τις συνέπειες που προκαλεί η συγχώνευση για τις έννομες σχέσεις των μετόχων των ΑΕ, των ίδιων των εταιρειών και των εταιρικών περιουσιών αλλά και των τρίτων, των οποίων η νομική και οικονομική κατάσταση επηρεάζεται  εκ της συγχώνευσης. Σκοπός του έργου είναι να προσεγγίσει όλα τα νομικά ζητήματα της συγχώνευσης από πλευράς εταιρικού δικαίου, αναδεικνύοντας τις προϋποθέσεις που επιβάλλει ο νόμος για τη νομιμότητα της  διαδικασίας αλλά και των αποτελεσμάτων αυτής. Κοινός παρονομαστής στην ανάλυση είναι η προστασία των μετόχων και των τρίτων προσώπων. Ως βάση τίθεται όλη η σχετική βιβλιογραφία και νομολογία.

Ενδεικτικά, αναλύονται ζητήματα, όπως:

-             Ορισμός της συγχώνευσης - Νομική φύση και χαρακτηρισμός της συγχώνευσης

-             Είδη συγχώνευσης - Υποκειμενικά όρια - Εύρος εφαρμογής

-             Στάδια της διαδικασίας συγχώνευσης και σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης

-             Έκθεση διοικητικού συμβουλίου

-             Έκθεση Εμπειρογνωμόνων

-             Μέθοδοι αποτίμησης εταιρικής περιουσίας

-             Αποφάσεις εταιρικών οργάνων - Προστασία κατά ελαττωματικών αποφάσεων

-             Η Σύμβαση Συγχώνευσης - Έγκριση από Διοίκηση και Δημοσίευση ΓΕΜΗ

-             Συνέπειες συγχώνευσης για εταιρική περιουσία, μετόχους, τρίτους

-             Παράνομη συγχώνευση - Άδικη σχέση ανταλλαγής μετοχών

Το βιβλίο απευθύνεται κυρίως σε νομικούς της πράξης που επιθυμούν να εξοικειωθούν με στοιχειώδεις και απαραίτητες έννοιες που αφορούν στη συγχώνευση ανωνύμων εταιρειών. Επίσης, απευθύνεται και σε επαγγελματίες άλλων κλάδων, που επιθυμούν να αποκτήσουν βασικές οικονομικές γνώσεις, οι οποίες θα τους βοηθήσουν στον εργασιακό χώρο στον οποίο κινούνται.

Πρόλογος I X

Συντομογραφίες XX V

Κεφάλαιο Πρώτο

Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Α. Ορισμός της συγχώνευσης – εννοιολογικά χαρακτηριστικά 1

Β. Νομική φύση και χαρακτηρισμός της συγχώνευσης 5

Ι. Η συγχώνευση υπό το πρίσμα του αστικού δικαίου 5

ΙΙ. Η διαδικασία συγχώνευσης υπό το πρίσμα του εταιρικού δικαίου 9

ΙΙΙ. Η συγχώνευση ως σύνθετη νομική πράξη συγκεκριμένης εκ
του νόμου διαδικασίας 11

Γ. Διαφορές από άλλες επιχειρηματικές επιλογές και νομικές
διαδικασίες που αφορούν στις ΑΕ 13

Δ. Είδη συγχώνευσης 15

Ι. Γνήσια ή καταχρηστική συγχώνευση 15

ΙΙ. Συγχώνευση με απορρόφηση, με σύσταση νέας εταιρείας ή
με εξαγορά 20

ΙΙΙ. Εγχώρια ή διεθνής (διασυνοριακή) συγχώνευση 24

IV. Κάθετη (vertical), οριζόντια (horizontal), συμπληρωματική
(conglomerate), ανανεωτική (complement), διαγώνια (diagonal)
ή τριγωνική συγχώνευση (triangular merger) 25

V. Συγχώνευση θυγατρικής με μητρική εταιρεία
(upstream merger/downstream merger) ή συγχώνευση
θυγατρικών εταιρειών (sidestep merger) 28

Ε. Λόγοι συγχώνευσης 29

Ι. Καθαρά οικονομικοί λόγοι 29

ΙΙ. Επεκτατικοί λόγοι – λόγοι συγκέντρωσης 31

ΙΙΙ. Λόγοι επιχειρηματικής μεγέθυνσης 33

IV. Λόγοι επιχειρηματικής διευκόλυνσης 34

V. Ενδοεταιρικοί ή ενδοομιλικοί λόγοι 35

VI. Λόγοι δημοσίου ή συλλογικού συμφέροντος 38

ΣT. Νομοθετική πρόβλεψη περί της συγχώνευσης των ΑΕ 39

Κεφάλαιο Δεύτερο

Υποκειμενικά όρια και διαδικασία συγχώνευσης

Α. Η συγχώνευση διά απορρόφησης ως βασικό παράδειγμα 41

Β. Υποκειμενικά όρια - εύρος εφαρμογής 41

Ι. Εταιρεία με έδρα στην Ελλάδα 41

ΙΙ. Ιδρυθείσα ανώνυμη εταιρεία 42

ΙΙI. Εταιρεία υπό εκκαθάριση ή πτώχευση 44

Γ. Στάδια της διαδικασίας συγχώνευσης 48

Ι. Η δυνατότητα αποκλίσεων προς διευκόλυνση της διαδικασίας 49

ΙΙ. Η δυνατότητα θέσης περιορισμών ή αυξημένων προϋποθέσεων
στη διαδικασία της συγχώνευσης 52

ΙΙΙ. Τα επιμέρους στάδια της διαδικασίας συγχώνευσης 54

ΙV. Προπαρασκευαστικές πράξεις – προσύμφωνο, σύμβαση πλαίσιο
ή μνημόνιο κατανόησης 59

1) Νομικός χαρακτήρας μίας τέτοιας συμφωνίας 59

2) Περιεχόμενο προπαρασκευαστικών συμφωνιών 63

α) Πρόβλεψη διαδικασίας συγχώνευσης και επιμέρους
υποχρεώσεων ή συνεπειών 63

β) Υποχρέωση παροχής πληροφοριών και εμπιστευτικότητας-εχεμύθειας 65

γ) Απαγορευτικές ή περιοριστικές ρήτρες συμπεριφοράς 66

Κεφάλαιο Τρίτο

Σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης και έκθεση ΔΣ

Α. Νομική φύση του σχεδίου σύμβασης συγχώνευσης 71

Ι. Εσωτερική εταιρική πράξη χωρίς δικαιοπρακτικό χαρακτήρα 71

ΙΙ. Ευθύνη από διαπραγματεύσεις σε περίπτωση μη αποδοχής
του σχεδίου σύμβασης 73

ΙΙΙ. Διάκριση σχεδίου σύμβασης από προσύμφωνο ή προπαρασκευαστική
σύμβαση συγχώνευσης 76

Β. Αναγκαιότητα σχεδίου σύμβασης 77

Γ. Αρμοδιότητες ΔΣ στη διαδικασία – ειδικά ως προς
το σχέδιο σύμβασης και την έκθεση του ΔΣ 80

I. Γενικώς ισχύοντα ως προς τις αρμοδιότητες του ΔΣ στη διαδικασία συγχώνευσης 80

ΙΙ. Υποκατάσταση του ΔΣ από άλλα πρόσωπα 82

III. Κατάρτιση και σύνταξη σχεδίου και έκθεσης 83

IV. Αρμοδιότητα σε περίπτωση ΑΕ υπό εκκαθάριση ή πτώχευση 84

Δ. Περιεχόμενο σχεδίου σύμβασης 85

Ι. Ταύτιση σχεδίου σύμβασης και σύμβασης συγχώνευσης 85

ΙΙ. Οι όροι του σχεδίου σύμβασης 86

ΙΙΙ. Ειδικότερα η σχέση ανταλλαγής των μετοχών και η καταβολή
χρηματικού ποσού 89

Ε. Έκθεση διοικητικού συμβουλίου 93

Ι. Φύση και λειτουργία της έκθεσης του ΔΣ 93

ΙΙ. Περιεχόμενο έκθεσης ΔΣ 95

III. Η μη αναφορά στην έκθεση επιβλαβών για την ΑΕ πληροφοριών
και στοιχείων (άρθρο 9 παρ. 4) 99

IV. Η επικαιροποίηση των πληροφοριών από το ΔΣ (άρθρο 9 παρ. 3) 101

V. Ειδικά ο τρόπος υπολογισμού της αξίας των μετοχών
(μέθοδοι αποτίμησης) 103

1) Γενικώς ισχύοντα 103

2) Μέθοδοι αποτίμησης της εταιρικής αξίας 105

ΣΤ. Δημοσίευση του σχεδίου σύμβασης και της έκθεσης του ΔΣ
και περιπτώσεις απαλλαγής 111

Ι. Δημοσίευση στο ΓΕΜΗ 111

ΙΙ. Εναλλακτική δημοσίευση στην ιστοσελίδα των ΑΕ 113

III. Απαλλαγή από την υποχρέωση σύνταξης της έκθεσης ή της πρόσθετης ενημέρωσης από το ΔΣ 113

ΙV. Χρόνος κατάρτισης και δημοσίευσης σχεδίου σύμβασης
και έκθεσης ΔΣ 115

Ζ. Συνέπειες πλημμελούς εκπλήρωσης των υποχρεώσεων
του ΔΣ περί του σχεδίου και της έκθεσης 116

Ι. Καταρχήν ακυρότητα της διαδικασίας 116

ΙΙ. Αποκλίσεις από την ακυρότητα ως συνέπεια ελαττωματικότητας
στη δημοσίευση 119

Κεφάλαιο Τέταρτο

Ειδικά η προστασία πιστωτών και δικαιούχων τίτλων

Α. Προστασία πιστωτών 123

Β. Η δυνατότητα παράλληλης εφαρμογής γενικών διατάξεων
περί προστασίας των πιστωτών 125

Γ. Δημοσίευση του σχεδίου σύμβασης από τα ΔΣ
των συγχωνευόμενων εταιρειών 127

Δ. Η αξίωση προστασίας εντός των προθεσμιών
του άρθρου 13 παρ. 1 και 3 127

Ι. Οι προθεσμίες του άρθρου 13 παρ. 1 και του άρθρου 13 παρ. 3 127

ΙΙ. Συνέπειες μη ορθής τήρησης της δημοσίευσης του άρθρου 8
εκ μέρους των συγχωνευόμενων εταιρειών 129

Ε. Συνέπειες μη τήρησης της προθεσμίας του άρθρου 13 παρ. 1
και παρ. 3 εκ μέρους των πιστωτών 130

ΣΤ. Δικαίωμα των πιστωτών να ζητήσουν εγγυήσεις 132

Ι. Προστατευόμενοι πιστωτές και είδη απαιτήσεων αυτών 132

ΙΙ. Περιορισμοί και όρια στο εύρος εφαρμογής της διάταξης 133

ΙΙΙ. Προϋποθέσεις παροχής προστασίας στα παραπάνω πρόσωπα 135

1) Διακινδύνευση απαίτησης πιστωτή 135

2) Απουσία εγγυήσεων από συγχωνευόμενη εταιρεία 137

ΙV. Είδη και έκταση εγγυήσεων 139

V. Διαδικασία για την αξίωση προστασίας 141

1) Αίτημα πιστωτή προς την εταιρεία 141

2) Άσκηση αίτησης και εφαρμογή των άρθρων 682επ. ΚΠολΔ 143

3 ) Τασσόμενα μέτρα και απόφαση δικαστηρίου 146

4 ) Ειδικά η δυνατότητα προσβολής της απόφασης με ένδικα μέσα 149

5 ) Η μη προσβολή της απόφασης με αίτηση ανάκλησης
ή μεταρρύθμισης από διάδικο ή τρίτο πρόσωπο 150

Ζ. Δανειστές με ομολογίες 151

Ι. Φύση και σημασία δικαιώματος ομολογιούχων δανειστών κατά
το άρθρο 33 151

ΙΙ. Συνέλευση των ομολογιούχων δανειστών για παροχή έγκρισης 153

Η. Δικαιούχοι άλλων τίτλων 156

Κεφάλαιο Πέμπτο

Εκτίμηση αξίας συγχωνευόμενων ΑΕ
και Έκθεση Εμπειρογνωμόνων

Α. Σκοπός και σημασία έκθεσης εμπειρογνωμόνων άρθρου 10 159

Β. Επιλογή εμπειρογνωμόνων 161

Γ. Αντικείμενο ελέγχου και περιεχόμενο έκθεσης
των εμπειρογνωμόνων 162

Ι. Γενικώς ισχύοντα 162

ΙΙ. Εκτίμηση περιουσίας συγχωνευόμενων εταιρειών 165

ΙΙΙ. Αξιολόγηση της σχέσης ανταλλαγής μετοχών και
του καταβλητέου χρηματικού ποσού 167

ΙV. Έλεγχος των όρων του σχεδίου σύμβασης 170

V. Ζητήματα εκτός ελέγχου των εμπειρογνωμόνων 171

Δ. Ευθύνη των εμπειρογνωμόνων 172

Ε. Δεσμευτικότητα από το περιεχόμενο της έκθεσης 173

ΣΤ. Συνέπειες ελλείψεων έκθεσης των εμπειρογνωμόνων 175

Ζ. Έλλειψη έκθεσης εμπειρογνώμονα βάσει απόφασης
των μετόχων 179

Κεφάλαιο Έκτο

Ενημέρωση μετόχων πριν τη ΓΣ

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις για την ενημέρωση των μετόχων 181

Β. Είδη εγγράφων στη διάθεση του μετόχου και περιεχόμενο
ενημέρωσης 183

Γ. Δικαιούχος ενημέρωσης, τρόπος άσκησης και ικανοποίησης
του δικαιώματος 186

Δ. Συνέπειες παραβίασης πληροφόρησης 191

Κεφάλαιο Έβδομο

Σύγκληση και απόφαση ΓΣ συγχωνευόμενων ΑΕ

Α. Ανάγκη απόφασης ΓΣ των μετόχων 195

Β. Αποκλειστική αρμοδιότητα ΓΣ – μη δυνατότητα εξουσιοδότησης 196

Γ. Πρόσκληση ΓΣ και συμμετοχή μετόχων 199

Δ. Σύγκληση της ΓΣ και λήψης απόφασης 201

Ι. Ενημέρωση μετόχων 201

ΙΙ. Συμμετέχοντες μέτοχοι στη ΓΣ περί έγκρισης της συγχώνευσης 204

ΙΙΙ. Ποσοστά απαρτίας και πλειοψηφίας 205

Ε. Περιεχόμενο απόφασης 207

Ι. Έγκριση συγχώνευσης και σχεδίου σύμβασης 207

ΙΙ. Τροποποίηση όρων καταστατικού 210

ΙΙΙ. Απόφαση τροποποίησης μετοχικού κεφαλαίου απορροφώσας ΑΕ 211

ΙV. Λύση απορροφώμενης εταιρείας 215

V. Ειδικά οι όροι της σύμβασης συγχώνευσης 216

VΙ. Τροποποιήσεις σχεδίου σύμβασης 217

1) Δυνατότητα τροποποίησης του σχεδίου από τη ΓΣ 217

2) Οριοθέτηση της δυνατότητας τροποποίησης και οριστικοποίησης
από τη ΓΣ 218

3) Συνέπειες εκ της τροποποίησης για τους λοιπούς συμμετέχοντες
στη διαδικασία 219

ΣΤ. Δεσμευμένες μετοχές 223

Ζ. Έγκριση από ιδιαίτερες συνελεύσεις όλων των εταιρειών 224

Η. Συνέπειες λήψης απόφασης 228

Ι. Αρνητική απόφαση 228

ΙΙ. Θετική απόφαση και δεσμευτικότητα εξ αυτής 230

1) Εσωτερική δέσμευση 230

2) Εξωτερική δέσμευση – δεσμευτικότητα έναντι τρίτων 232

Θ. Προστασία έναντι ελαττωματικής απόφασης της ΓΣ 233

Ι. Κατάρτιση της σύμβασης συγχώνευσης 235

ΙΑ. Δυνατότητα ανάκλησης, τροποποίησης ή συμπλήρωσης
της απόφασης της ΓΣ 235

Κεφάλαιο Όγδοο

Σύμβαση συγχώνευσης

Α. Κατάρτιση σύμβασης συγχώνευσης 239

Ι. Ανεπάρκεια απόφασης ΓΣ – ανάγκη συμβολαιογραφικού τύπου 239

ΙΙ. Περιαφή συμβολαιογραφικού τύπου 240

ΙΙΙ. Αρμοδιότητα υπογραφής ενώπιον συμβολαιογράφου 242

1) Σε περίπτωση κανονικώς λειτουργούσας ΑΕ 242

2) Σε περίπτωση διαδικασίας εκκαθάρισης ή πτώχευσης 245

ΙV. Χρόνος υπογραφής – πριν ή μετά την έγκριση της ΓΣ 246

Β. Νομική φύση σύμβασης συγχώνευσης και ερμηνεία αυτής 247

Ι. Η σύμβαση συγχώνευσης ως οργανωτική και κανονιστική πράξη 247

ΙΙ. Η σύμβαση συγχώνευσης και ο χαρακτηρισμός της ως σύμβασης 248

Γ. Επιμέρους όροι σύμβασης συγχώνευσης 252

Ι. Περιεχόμενο σύμβασης συγχώνευσης 252

II. Ειδικά το οικονομικό αντάλλαγμα για την απορρόφηση
της απορροφώμενης ΑΕ 256

Δ. Δέσμευση συγχωνευόμενης ΑΕ από τη σύμβαση και
αξιώσεις τρίτων 261

Ι. Αξιώσεις των άλλων εμπλεκομένων εταιρειών και
των μετόχων τους 261

ΙΙ. Αξιώσεις των μετόχων και των πιστωτών της συγχωνευόμενης
έναντι αυτής 265

Ε. Δικαίωμα των μερών περί υπαναχώρησης ή καταγγελίας 266

ΣΤ. Τροποποίηση ή αναπροσαρμογή της σύμβασης συγχώνευσης 271

Ζ. Ακυρότητα ή ακυρωσία της σύμβασης 275

Ι. Λόγοι ακυρότητας ή ακυρωσίας 275

ΙΙ. Εφαρμογή των άρθρων 181 και 182 ΑΚ 278

ΙΙΙ. Προβολή της ακυρότητας μετά την καταχώρηση στο ΓΕΜΗ 279

Κεφάλαιο Ένατο

Έγκριση από τη Διοίκηση και καταχώρηση

Α. Αίτημα ελέγχου και έγκρισης 281

Ι. Αίτημα έγκρισης προς τη διοίκηση 281

ΙΙ. Αρμόδιο όργανο προς διενέργεια του ελέγχου και της έγκρισης 284

ΙΙΙ. Είδος και όρια ελέγχου εκ της Διοίκησης 286

ΙV. Νομική φύση και περιεχόμενο έγκρισης 294

Β. Προστασία κατά της διαδικασίας έγκρισης και καταχώρησης 295

Γ. Προστασία κατά της απόφασης της Διοίκησης 297

Ι. Εγκριτική πράξη 297

ΙΙ. Άρνηση καταχώρησης 297

Δ. Συνέπειες καταχώρησης 299

Κεφάλαιο Δέκατο

Έννομες συνέπειες συγχώνευσης

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις – βασικοί παράμετροι και συνέπειες συγχώνευσης 303

Β. Χρόνος επέλευσης έννομων αποτελεσμάτων συγχώνευσης 308

Γ. Συνέπειες της συγχώνευσης στις σχέσεις των εταιρειών
μεταξύ τους και έναντι μετόχων ή τρίτων 309

Ι. Συνέπειες ως προς τη νομική και περιουσιακή κατάσταση
των συγχωνευόμενων εταιρειών 309

1) Εισαγωγικά 309

2) Κινητά και ακίνητα πράγματα 311

3) Άυλα αγαθά επί πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας 315

4) Όργανα των συγχωνευόμενων εταιρειών 317

ΙΙ. Συνέπειες ως προς τις σχέσεις των εταιρειών με
τους μετόχους τους 319

1) Δικαιώματα επί και εκ των μετοχών της απορροφώμενης εταιρείας 319

2) Μετοχική ιδιότητα στο νέο εταιρικό σχήμα 323

3) Αξιώσεις των συγχωνευόμενων εταιρειών κατά των μετόχων
τους και των μελών ΔΣ 326

4) Αξιώσεις των μετόχων κατά των εταιρειών και
των οργάνων διοίκησής τους 327

5) Προστασία μειοψηφίας μετόχων συγχωνευόμενων ΑΕ 328

ΙΙΙ. Συνέπειες ως προς τις σχέσεις των συγχωνευόμενων εταιρειών
με τρίτους 330

1) Εισαγωγικά – ιδιαιτερότητες ως προς την απορροφώμενη εταιρεία 330

2) Χρέη της απορροφώμενης εταιρείας έναντι τρίτων 331

3) Δικαιώματα και αξιώσεις της απορροφώμενης 335

4) Συμβάσεις της απορροφώμενης εταιρείας με τρίτους 336

5) Εκκρεμείς δίκες και δικαστικές αποφάσεις με διάδικο
την απορροφώμενη εταιρεία 342

6) Διοικητικές άδειες και δημοσίου δικαίου δικαιώματα 348

7) Ειδικά οι εργασιακές σχέσεις 349

Κεφάλαιο Ενδέκατο

Ευθύνη μελών ΔΣ και Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις – εύρος εφαρμογής 351

Β. Προϋποθέσεις εφαρμογής 352

Γ. Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση 357

Δ. Είδος και έκταση ζημίας 359

Ε. Ευθύνη των εμπειρογνωμόνων άρθρου 10 363

ΣΤ . Διαδικασία άσκησης των σχετικών αξιώσεων 364

Ζ . Εφαρμογή των γενικών διατάξεων περί ευθύνης πέραν
του άρθρου 19 366

Κεφάλαιο Δωδέκατο

Ακυρωσία συγχώνευσης

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 369

Β. Λόγοι προσβολής της συγχώνευσης 371

Ι. Εισαγωγικά περί των λόγων 371

ΙΙ. Λόγοι ακυρωσίας εκ του άρθρου 14 Ν 4601/2019 επί μίας
ανύπαρκτης ή ανυπόστατης απόφασης ΓΣ 374

ΙΙΙ. Λόγοι εκ των άρθρων 137 και 138 Ν 4548/2018 σε συνδυασμό με
το άρθρο 20 παρ. 1 περ. β Ν 4601/2019 375

ΙV. Λόγοι ελαττωματικότητας συγχώνευσης εκ της διαδικασίας
συγχώνευσης (άρθρα 7-11 Ν 4601/2019) 379

V. Ειδικά οι λόγοι ανυπόστατης και αθεράπευτης συγχώνευσης 381

VI. Λόγοι ελαττωματικότητας εκ της διοικητικής διαδικασίας 382

Γ. Προσβολή των επιμέρους πράξεων-αποφάσεων πριν και μετά
την ολοκλήρωση της συγχώνευσης 384

Δ. Δικαστική διαδικασία για την προσβολή της συγχώνευσης 389

Ι. Γενικά ισχύοντα - προϋποθέσεις 389

ΙΙ. Διαδικασία δικαστικής προσβολής της συγχώνευσης 392

1) Η τήρηση της εκούσιας δικαιοδοσίας 392

2) Προβολή αιτήματος - ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση 395

3) Συμμετοχή τρίτων στη δικαστική διαδικασία 402

4) Ασφαλιστικά μέτρα μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ακυρότητας 403

ΙΙΙ. Άρση των λόγων προσβολής και αποφυγή ακυρότητας συγχώνευσης 406

1) Μέχρι την εκδίκαση της αίτησης 406

2) Μετά την εκδίκαση της αίτησης με εντολή του δικαστηρίου 408

Ε. Δικαστική απόφαση 411

Ι. Έκδοση δικαστικής διαπλαστικής απόφασης 411

II. Αποφυγή κήρυξης ακυρότητας επί δυσαναλογίας αποτελεσμάτων 412

ΙΙΙ. Προσβολή της απόφασης από διάδικο
(έφεση, αναίρεση, αίτηση ανάκλησης) 417

ΙV. Προσβολή της απόφασης από τρίτο πρόσωπο (αίτηση τριτανακοπής) 419

V. Ειδικά η αποζημίωση όσων δεν μπορούν να ακυρώσουν
τη συγχώνευση 422

VΙ. Συνέπειες εκ της απόφασης που δέχεται την ακυρωσία
της συγχώνευσης 423

1) Γενικές παρατηρήσεις 423

2) Συνέπειες ως προς τις εταιρείες που συγχωνεύθηκαν και
τους μετόχους τους 426

3) Συνέπειες ως προς την προϋφιστάμενη περιουσία των εταιρειών
που συγχωνεύθηκαν 429

4) Συνέπειες ως προς τα γεννηθέντα δικαιώματα και τις γεννηθείσες υποχρεώσεις έναντι τρίτων μετά τη συγχώνευση 432

5) Συνέπειες ως προς τις δίκες των συγχωνευόμενων εταιρειών 435

6) Συνέπειες ως προς τη σύμβαση συγχώνευσης και τις σχέσεις
των εταιρειών 437

VII. Δημοσιότητα της απόφασης ακυρότητας της συγχώνευσης 438

Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο

Αποζημίωση για μη δίκαιη σχέση ανταλλαγής μετοχών

Α. Εισαγωγή – νομοθετικός λόγος για την εισαγωγή του άρθρου 21 441

Β. Διαδικασία άσκησης δικαιώματος αποζημίωσης 444

Ι. Προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώματος αποζημίωσης 444

ΙΙ. Δικαστική διαδικασία άσκησης του δικαιώματος αποζημίωσης 448

Γ. Μη δίκαιη σχέση ανταλλαγής - υπολογισμός της αποζημίωσης 450

Ι. Άδικη σχέση ανταλλαγής – κριτήρια και κατευθυντήριες γραμμές 450

ΙΙ. Υπολογισμός αποζημίωσης 453

Κεφάλαιο Δέκατο Τέταρτο

Συγχώνευση με απορρόφηση ΑΕ ελεγχόμενη
κατά 100% ή 90% από την απορροφώσα ΑΕ

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις για την απορρόφηση ΑΕ
ελεγχόμενης κατά 100% 461

Β. Προϋποθέσεις εφαρμογής άρθρου 35 Ν 4601/2019 462

Γ. Απλοποιημένη διαδικασία άρθρου 35 465

Δ. Συγχώνευση χωρίς σύγκληση ή με σύγκληση της ΓΣ 466

Ε. Συνέπειες εκ της τήρησης της διαδικασίας απλοποιημένης συγχώνευσης εκ του άρθρου 35 Ν 4601/2019 470

ΣΤ. Εισαγωγικές παρατηρήσεις απορρόφησης ΑΕ
ελεγχόμενης κατά 90% 471

Ζ. Προϋποθέσεις εφαρμογής άρθρου 36 Ν 4601/2019 472

Η. Απλοποιημένη διαδικασία - συγχώνευση χωρίς σύγκληση ή
με σύγκληση της ΓΣ άρθρου 36 Ν 4601/2019 473

Κεφάλαιο Δέκατο Πέμπτο

Συγχώνευση διά εξαγοράς

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις – η εξαγορά ως είδος συγχώνευσης 475

Β. Εύρος εφαρμογής άρθρου 37 Ν 4601/2019 και περιπτώσεις
εξαγοράς 477

Γ. Διαδικασία της εξαγοράς 479

Δ. Μη ακυρότητα της διαδικασίας εξαγοράς - αποζημίωση
επί άδικου ύψους ποσού εξαγοράς 481

Κεφάλαιο Δέκατο Έκτο

Συγχώνευση διά σύστασης νέας ΑΕ

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 483

Β. Διαδικασία συγχώνευσης με σύσταση νέας εταιρείας 484

Ι. Προδικασία 484

ΙΙ. Έγκριση συγχώνευσης, σχεδίου σύμβασης και καταστατικού από ΓΣ συγχωνευόμενων εταιρειών 486

ΙΙΙ. Κατάρτιση και περιεχόμενο σύμβασης συγχώνευσης και
καταστατικού νέας ΑΕ 487

IV. Έγκριση από τη Διοίκηση, καταχώρηση στο ΓΕΜΗ και
συνέπειες συγχώνευσης 490

Γ. Ακυρότητα της συγχώνευσης και της ίδρυσης νέας εταιρείας 491

Βιβλιογραφία 495

Αλφαβητικό ευρετήριο 51 7

Σελ. 1

Κεφάλαιο Πρώτο

Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Α. Ορισμός της συγχώνευσης – εννοιολογικά χαρακτηριστικά

Στο υπάρχον ανταγωνιστικό περιβάλλον οι εταιρείες αναζητούν την οικονομική, οργανωτική και δομική τους βελτίωση είτε μέσω εσωτερικών είτε μέσω εξωτερικών αναδιαρθρώσεων. Στο δεύτερο είδος εμπίπτει ο μετασχηματισμός μίας εταιρείας. Αυτός μπορεί να επέλθει είτε μέσω του μετασχηματισμού συγκέντρωσης (συγχωνεύσεις, καρτέλ, κονσέρν) είτε μέσω του μετασχηματισμού αποκέντρωσης (διάσπαση, απόσχιση). Ο εταιρικός μετασχηματισμός μπορεί να επέλθει με μεταβίβαση εταιρικής περιουσίας (ενεργητικού και παθητικού) ή με μεταβολή της εταιρικής μορφής χωρίς μεταβίβαση περιουσίας.

Είδος μετασχηματισμού μίας ανώνυμης εταιρείας αποτελεί η συγχώνευση, κατά την οποία η περιουσία δύο ή περισσότερων εταιρειών συνενώνεται, μία εκ των οποίων είναι ανώνυμη εταιρεία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα κατά το νόμο τη διατήρηση μόνο μίας εξ αυτών ή την ίδρυση νέας εταιρείας από τη συνένωση των εταιρικών περιουσιών. Οι μέτοχοι των δύο εταιρειών ομαδοποιούνται και μετέχουν πλέον ως μέτοχοι μόνο στο τελικό εταιρικό σχήμα. Η διαδικασία της συγχώνευσης αποδεικνύεται ότι αποτελεί πράξη δυναμική, καθώς οδηγεί σε τέλεια ένωση δύο ή περισσότερων εταιρειών. Παράλληλα, είναι πράξη ιδιόρρυθμη, καθώς ως συναλλαγή επικεντρώνεται περισσότερο στην αντιπαροχή μετοχών και όχι στην καταβολή χρηματικού ανταλλάγματος. Τέλος, είναι πράξη σύνθετη, καθώς πρέπει να ακολουθηθούν διάφορα, αυστηρώς προσδιορισμένα κατά χρόνο και περιεχόμενο, στάδια.

Σελ. 2

Η συγχώνευση αποτελεί ένα είδος νομικής συγκέντρωσης και ενοποίησης υπαρχουσών εταιρειών με μεταβίβαση των περιουσιών τους σε νέα ή σε προϋπάρχουσα εταιρεία, με καθολική διαδοχή στο παθητικό και στο ενεργητικό των εταιρειών. Με τη συγχώνευση, δύο ή περισσότερες εταιρείες, ως αυτοτελή, νομικώς και οργανωτικώς, νομικά πρόσωπα, ενώνονται σε μία νομική, οργανωτική και οικονομική οντότητα, δημιουργώντας έναν ενιαίο φορέα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι περισσότερες του ενός εταιρείες (απορρόφηση, εξαγορά) ή όλες (σύσταση νέας εταιρείας) χάνουν την αυτοτέλειά τους. Μετατρέπονται έτσι τα συμμετοχικά δικαιώματα των εταίρων τους σε δικαιώματα συμμετοχής στο νέο φορέα ή/και σε δικαιώματα απόληψης οικονομικού ανταλλάγματος. Στη διαδικασία αυτή δεν απαιτούνται πράξεις μεταβίβασης των εταιρικών περιουσιών στον ενιαίο φορέα. Αντιθέτως, επέρχονται εκ του νόμου η μεταβίβαση της περιουσίας των εταιρειών στο νέο φορέα αλλά και η απόκτηση συμμετοχικών δικαιωμάτων των εταίρων στον ενιαίο φορέα. Μάλιστα, αυτό είναι το διαφοροποιό στοιχείο της διαδικασίας συγχώνευσης που την καθιστά προτιμητέα έναντι άλλων μορφών συγκέντρωσης ή εταιρικής αναδιάρθρωσης.

Ο Ν. 4601/2019 σαρωτικώς αντικατέστησε τις διατάξεις περί συγχώνευσης, ως προβλέπονταν για τους διάφορους εταιρικούς τύπους, μαζί και τις διατάξεις των άρθρων 68επ. Ν. 2190/1920. Όμως, εν απουσία νομολογίας εκ του Ν. 4601/2019 αξίζει να γίνει αναφορά στις διαπιστώσεις της νομολογίας εκ του Ν. 2190/1920. Η νομολογία, κωδικοποιώντας τις έννοιες εκ του άρθρου 68 του ΚΝ 2190/1920, αποδίδει ως ορισμό της συγχώνευσης τη διαδικασία εκεί-

Σελ. 3

νη, κατά την οποία οι συγχωνευόμενες εταιρείες λύονται χωρίς να ακολουθήσει εκκαθάριση, ενώ οι διαλυόμενες εταιρίες μεταβιβάζουν το σύνολο της περιουσίας τους (ενεργητικό και παθητικό) σε άλλη εταιρεία (προϋπάρχουσα ή νέα). Κατά τον ίδιο ορισμό, από την καταχώρηση της τελικής πράξης της συγχώνευσης ολοκληρώνεται η συγχώνευση και ταυτοχρόνως, χωρίς καμιά άλλη διατύπωση, το νέο εταιρικό (διευρυμένο) σχήμα υποκαθίσταται σε όλα εν γένει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των εταιρειών που συγχωνεύθηκαν και παύουν να υπάρχουν. Η μεταβίβαση αυτή εξομοιώνεται με καθολική διαδοχή, τόσο για τις συγχωνευόμενες εταιρείες και τους μετόχους τους όσο και έναντι τρίτων. Ως αντάλλαγμα για τη συμμετοχή τους στη συνένωση, οι μέτοχοι των συγχωνευόμενων ΑΕ λαμβάνουν μετοχές, οι οποίες τους παρέχουν περιουσιακά και διοικητικά δικαιώματα στην εταιρεία, η οποία προήλθε από τη συγχώνευση ή/και ρευστό. Ουσιαστικώς, τις παραπάνω έννοιες, ως αναδείχθηκαν από τη νομολογία, τις διαπιστώνουμε πλέον στον ορισμό εκ του άρθρου 6 Ν. 4601/2019.

Τα βασικότερα εννοιολογικά χαρακτηριστικά της συγχώνευσης δύο ή περισσότερων ΑΕ είναι:

α) η συμμετοχή περισσότερων από μία (1) εταιρειών στη διαδικασία ενοποίησης.

β) η συνένωση των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών σε έναν φορέα, είτε με απορρόφηση των εταιρειών σε μία υφιστάμενη εταιρεία είτε με σύσταση μίας νέας εταιρείας που περιλαμβάνει τις συγχωνευόμενες εταιρείες.

γ) η λύση των συγχωνευόμενων εταιρειών και εξαφάνισή τους από το νομικό κόσμο, χωρίς όμως έπειτα να ακολουθείται η διαδικασία της εκκαθάρισης.

Σελ. 4

δ) η εκ του νόμου μεταβίβαση (ως αποτέλεσμα αλλά και σκοπός της συνένωσης) του συνόλου της περιουσίας των συγχωνευόμενων εταιρειών στον ενιαίο φορέα με μία μόνο πράξη, που αφορά τόσο στο ενεργητικό όσο και στο παθητικό των εμπλεκομένων εταιρειών.

ε) η μετοχική συνέχεια των μετόχων (ή των διαδόχων τους) των εμπλεκομένων εταιρειών με εταιρική συμμετοχή στο αποτέλεσμα της συγχώνευσης και με απόδοση μετοχών του ενιαίου φορέα στους μετόχους των συγχωνευόμενων εταιρειών ή χρηματικού ποσού ως ανταλλάγματος. Το τελευταίο χαρακτηριστικό υφίσταται ως αντιστάθμισμα για την απώλεια της συμμετοχής τους στις συγχωνευθείσες εταιρείες και των περιουσιακών ή διοικητικών δικαιωμάτων, τα οποία δικαιώματα συνεπαγόταν η συμμετοχή τους σε αυτές τις εταιρείες.

Κατά τα παραπάνω, η οικονομική και νομική ουσία της συγχώνευσης εντοπίζεται στη συνένωση των επιχειρήσεων δύο ή περισσότερων εταιρειών με μία πράξη (uno actu) σε έναν ενιαίο φορέα, χωρίς η διαδικασία να απαιτεί την ειδική διαδοχή και τις πράξεις που αυτή προϋποθέτει. Δηλαδή αποφεύγεται τόσο η ειδική διαδοχή ως προϊόν συμφωνιών διάθεσης (πώληση, δωρεά), που ολοκληρώνεται με εκποιητικές/μεταβιβαστικές συμφωνίες, όσο και η ειδική διαδοχή ως προϊόν εκκαθάρισης, δηλαδή ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων μίας εταιρείας, στην οποία επίσης συμπεριλαμβάνονται συμφωνίες διάθεσης και εκποίησης. Αντικείμενο της συγχώνευσης αποτελεί κυρίως

Σελ. 5

η συνένωση των εταιρικών περιουσιών, ενώ δορυφορικώς στη διαδικασία εμπλέκονται όλα τα υπόλοιπα νομικά και πρακτικά ζητήματα.

Β. Νομική φύση και χαρακτηρισμός της συγχώνευσης

Ι. Η συγχώνευση υπό το πρίσμα του αστικού δικαίου

Η συγχώνευση ως συμφωνία βασίζεται, όπως διαφαίνεται εκ των άρθρων 6επ. Ν. 4601/2019, τόσο σε δηλώσεις βουλήσεως των μετόχων των συγχωνευόμενων ΑΕ στα συλλογικά όργανα των εταιρειών όσο και σε δηλώσεις βουλήσεως των οργάνων αυτών (ΔΣ και ΓΣ). Αποτελεί γνήσια σύμβαση. Ο χαρακτηρισμός και η νομική φύση της σύμβασης συγχώνευσης έχουν ιδιαίτερη σημασία τόσο για την περίπτωση ερμηνείας των όρων της όσο και για τις περιπτώσεις εφαρμογής των όρων, πλημμελούς εκπλήρωσης αυτών, καταγγελίας ή υπαναχώρησης από μέρους ή του συνόλου αυτής της συμφωνίας, σε χρόνο που αυτό είναι επιτρεπτό, ακόμα και τους λόγους προσβολής της συμφωνίας (ακυρότητας, ακυρωσίας) και ανατροπής της διαδικασίας συγχώνευσης.

Η συγχώνευση ως συμφωνία-σύμβαση είναι μία πολυμερής δικαιοπραξία, κατά την οποία «περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα δύνανται να συμβληθούν με περιεχόμενο την αμοιβαία υπόσχεση σύμπραξης και εν γένει συνεργασίας προς επιδίωξη κοινού σκοπού». Εκτός από πολυμερή δικαιοπραξία, αποτελεί και συνδικαιοπραξία, καθώς εμπεριέχει τις αυτοτελείς και παραλλήλως ισχύουσες δηλώσεις βουλήσεως δύο ή περισσότερων προσώπων (συγχωνευόμενων ΑΕ). Οι δηλώσεις βουλήσεως είναι όμοιες και λειτουργούν προς την επίτευξη του ίδιου αποτελέσματος, δηλαδή την ολοκλήρωση των βημάτων στη διαδικασία συγχώνευσης. Παράλληλα αποτελεί και συλλογική πράξη, με την οποία εκδηλώνεται υπό την μορφή της απόφασης η δικαιοπρακτική βούληση συλλογικών οργάνων (ΓΣ και ΔΣ των συγχωνευόμενων ΑΕ). Η συγχώνευση, ως τέτοια πράξη, τριτενεργεί και εκφράζει κατά το αστικό δίκαιο τη βούληση των προσώπων που αποφάσισαν, πρόσωπα τα οποία εκ του νόμου

Σελ. 6

δεσμεύουν και τα μέλη που με τη δική τους δικαιοπρακτική βούληση αντιτάχθηκαν ή δεν μετείχαν στη λήψη των σχετικών αποφάσεων.

Η συγχώνευση είναι νομική και συμβατική ένωση, καθώς εισάγεται με συγκεκριμένη διαδικασία του νόμου και προϋποθέτει τη σύμβαση/συμφωνία των εμπλεκομένων μερών. Υπό το πρίσμα του αστικού δικαίου, η συγχώνευση αποτελεί προϊόν της συμβατικής ελευθερίας των εταίρων των συγχωνευόμενων εταιρειών. Συμβάλλονται με κοινές δηλώσεις βουλήσεως προς την κατεύθυνση της συνύπαρξης υπό τη σκέπη ενός ευρύτερου εταιρικού σχήματος. Με αυτόν τον σκοπό, οι εταίροι συμφωνούν να μεταβιβασθούν τα περιουσιακά στοιχεία των εταιρειών, στις οποίες συμμετέχουν, στο ευρύτερο εταιρικό σχήμα. Ταυτόχρονα, στο πλαίσιο της συμβατικής αυτοδιάθεσης, συμφωνούν να λάβουν ως συμβατικό αντάλλαγμα τη συμμετοχή τους στο ευρύτερο εταιρικό σχήμα ή/και κάποιο χρηματικό ποσό.

Ουσιαστικώς, κατά τα παραπάνω, η νομική φύση της σύμβασης συγχώνευσης θα μπορούσε να αναζητηθεί στους συγκεκριμένους συμβατικούς τύπους του ΑΚ, οι οποίοι θα τύγχαναν εφαρμογής, αν δεν υπήρχε η συγκεκριμένη διαδικασία των άρθρων 6επ. Ν. 4601/2019. Η διαδικασία της συγχώνευσης απαιτεί συμφωνία, στην οποία αποδίδονται αρκετοί νομικοί χαρακτηρισμοί. Η συμφωνία που καταρτίζεται μεταξύ των συγχωνευόμενων εταιρειών είναι ενοχική και υποσχετική συμφωνία, καθώς οι εταιρείες αναλαμβάνουν την υποχρέωση συγκεκριμένων ενεργειών και συγκεκριμένα μεταβίβασης των εταιρικών περιουσιών(εκποιητική συμφωνία) στο νέο εταιρικό μόρφωμα. Ενοχική σύμβαση είναι η πώληση, η εκχώρηση, η αναδοχή και η άφεση χρέους, καθώς με αυτές συνίσταται ή καταργείται ενοχικό δικαίωμα. Υποσχετική είναι η σύμβαση με την οποία ιδρύεται ενοχική υποχρέωση και ενοχικό δικαίωμα, όπως η πώληση και η ανταλλαγή. Τέλος, εκποιητική είναι η σύμβαση που οδηγεί σε μεταβίβαση, αλλοίωση, επιβάρυνση ή κατάργηση δικαιώματος, όπως η εκχώρηση, η άφεση χρέους, η μεταβίβαση πράγματος κλπ..

Οι παραπάνω τύποι συμβάσεων του ΑΚ εμφανίζονται και στη σύμβαση συγχώνευσης, προσδίδοντάς της τον χαρακτηρισμό της μικτής σύμβασης, καθώς το περιεχόμενό της αποτελείται από στοιχεία περισσότερων του ενός εκ των

Σελ. 7

παραπάνω τύπων συμβάσεων του ΑΚ. Η σύμβαση συγχώνευσης αποτελεί, μεταξύ άλλων, είδος πώλησης και ανταλλαγής περιουσιακών στοιχείων (μετοχών) με αντάλλαγμα νέες μετοχές στο νέο φορέα ή/και οικονομικό αντάλλαγμα. Παράλληλα, είναι συμφωνία πώλησης και μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων της συγχωνευόμενης εταιρείας στην εταιρεία που τα αποκτά. Αν η συγχώνευση γίνεται υπό τη μορφή νέας εταιρείας στην οποία συγχωνεύονται οι προϋπάρχουσες εταιρείες εισφέροντας τα περιουσιακά τους στοιχεία, τότε πρόκειται για σύμβαση εταιρείας.

Επίσης, η συγχώνευση ως συμφωνία αποτελεί είδος (αναγκαστικής) αναδοχής χρέους, καθώς ο νέος φορέας αναλαμβάνει τα χρέη των συγχωνευόμενων εταιρειών. Εν γένει η σύμβαση συγχώνευσης εμπεριέχει όρους ανάληψης δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συγχωνευόμενων εταιρειών από τον φορέα που σχηματίζεται και ο οποίος αναλαμβάνει όλες τις συμβατικές σχέσεις των συγχωνευόμενων εταιρειών έναντι τρίτων. Μπορεί να αποτελέσει και άφεση χρέους, αν η συγχωνευόμενη εταιρεία είχε χρέη έναντι άλλης συγχωνευόμενης με αυτή εταιρείας, καθώς αυτά εξαφανίζονται μετά τη συγχώνευση λόγω σύγχυσης στο πρόσωπο του δανειστή και του οφειλέτη. Άφεση χρέους μπορεί επίσης να αποτελέσει, αν εμπεριέχει και σχετική απόσβεση οφειλών των συγχωνευόμενων εταιρειών έναντι τρίτων ή οφειλών των τρίτων έναντι των συγχωνευόμενων εταιρειών.

Ενοχική αλλά και εκποιητική σύμβαση είναι η συμφωνία συγχώνευσης, καθώς εμπεριέχει όρους περί μεταβίβασης δικαιωμάτων, είτε αυτά τα δικαιώματα αφορούν σε χρηματικές αξιώσεις, είτε σε αξιόγραφα και άλλα δικαιώματα ενσωματωμένα σε τίτλους, είτε και σε άυλα αγαθά (σήματα, ευρεσιτεχνία, know how κλπ.). Αν δεν προβλεπόταν η διαδικασία των άρθρων 6επ. Ν. 4601/2019, τα μέρη θα αναγκάζονταν να προβούν σε τόσες επιμέρους εκποιητικές δικαιοπραξίες όσες και τα περιουσιακά στοιχεία των συγχωνευόμενων εταιρειών. Ωστόσο, η διαδικασία της συγχώνευσης, όπως προβλέπεται στα παραπάνω άρθρα, απαλλάσσει από αυτή την ανάγκη, με αποτέλεσμα να μην χρειάζονται όροι στη συμφωνία που θα την χαρακτήριζαν ως εμπράγματη και εκποιητική. Πάντως, η εμπραγμάτωση των συνεπειών της συγχώνευσης επέρχεται μετά την ολοκλήρωση της δημοσίευσης της σύμβασης συγχώνευσης κατά άρ-

Σελ. 8

θρο 18 Ν 4601/2019. Υπογραμμίζεται σε αυτό το σημείο ότι ο νομικός χαρακτηρισμός των συνεπειών της συγχώνευσης ως καθολικής ή οιονεί καθολικής διαδοχής, με όποια νομική αξία και αν έχει αυτός, γίνεται παρακάτω στο κεφάλαιο για την ανάλυση του άρθρου 18 Ν. 4601/2019.

Όπως παραπάνω αναφέρθηκε, αν η συμφωνία συγχώνευσης προβλέπει την ίδρυση νέας εταιρείας, τότε γίνεται λόγος και για εταιρική σύμβαση, ενώ για την περίπτωση της αύξησης κεφαλαίου, γίνεται λόγος και για σύμβαση ανάληψης των μετοχών. Επίσης, σημειώνεται ως προς τη νομική φύση της συμφωνίας συγχώνευσης ότι είναι επαχθής, αιτιώδης, τυπική και αμφοτεροβαρής σύμβαση, ενώ είναι συναινετική και όχι παραδοτική σύμβαση, καθώς η συμφωνία των μερών αρκεί χωρίς να επιβάλεται παράδοση των περιουσιακών στοιχείων των συγχωνευόμενων εταιρειών.

Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι η συγχώνευση βασίζεται σε μία σύμβαση μεταξύ των συγχωνευόμενων ΑΕ, η οποία όμως έχει και οιονεί κανονιστικό χαρακτήρα (κανονιστική σύμβαση). Με αυτόν τον όρο εννοείται ότι η σύμβαση αυτή παράγει έννομες συνέπειες και για πρόσωπα που δεν είναι συμβαλλόμενα, παρά το γεγονός ότι δεν συμμετείχαν στην κατάρτισή της ή δεν την αποδέχθηκαν με σύμπτωση των δικών τους δηλώσεων βούλησης. Το ίδιο ισχύει ακόμα και για πρόσωπα που αντιτάχθηκαν στην ολοκλήρωση της διαδικασίας και στην κατάρτιση και υπογραφή της σύμβασης συγχώνευσης. Ουσιαστικώς, η συγχώνευση γεννά έννομες καταστάσεις, οι οποίες τριτενεργούν έναντι άλλων προσώπων, με αποτέλεσμα να παρέχεται σε αυτά το δικαίωμα να προστατευθούν προσβάλλοντας την όλη διαδικασία συγχώνευσης ή εγείροντας οικονομικές αξιώσεις (βλ. άρθρα 20-21 Ν. 4601/2019 ή ακόμα και 12-13 Ν 4601/2019).

Στην προκειμένη περίπτωση της συγχώνευσης τα τρίτα πρόσωπα είναι κυρίως οι πιστωτές, οι οποίοι υφίστανται τις αντανακλαστικές συνέπειες της σύμβασης συγχώνευσης. Υφίστανται, χωρίς τη συναίνεσή τους, μία μετάλλαξη του οφειλέτη τους και την αναδοχή χρεών των συγχωνευόμενων ΑΕ από την εταιρεία-νέο εταιρικό σχήμα, που αποτελεί το προϊόν της συγχώνευσης. Επίσης, τέτοια πρόσωπα είναι και οι μέτοχοι της μειοψηφίας, οι οποίοι δεσμεύονται από τη σύμβαση συγχώνευσης, ακόμα και αν εκδήλωσαν την άρνησή τους στα

Σελ. 9

αρμόδια συλλογικά όργανα. Και αυτοί βιώνουν τη μετάλλαξη της μετοχικής τους ιδιότητας σε συμμετοχή στο νέο εταιρικό σχήμα ή και σε καταβολή οικονομικού ανταλλάγματος. Το ίδιο, βεβαίως, ισχύει και για τα μέλη του ΔΣ που πρέπει να σεβαστούν τις αποφάσεις των συλλογικών οργάνων της εταιρείας, ακόμα και αν δεν συμφωνούν με αυτές.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η διαδικασία των άρθρων 6επ. Ν. 4601/2019 προβλέπει συγκεκριμένους τρόπους και μέσα προστασίας των προσώπων αυτών, ακριβώς επειδή η συγχώνευση επιφέρει άμεσα νομικά και οικονομικά αποτελέσματα και σε πρόσωπα που δεν εμπλέκονται στις σχετικές αποφάσεις ή δεν χρειάζεται ως συστατική προϋπόθεση η δήλωση βούλησής τους ή ακόμα και επειδή η δικαιοπρακτική βούλησή τους κάμπτεται έναντι της πλειοψηφικής δικαιοπρακτικής βούλησης. Η σχετική προστασία των πιστωτών και των μετόχων μειοψηφίας αναλύεται σε αρκετά κεφάλαια του παρόντος.

ΙΙ. Η διαδικασία συγχώνευσης υπό το πρίσμα του εταιρικού δικαίου

Η διαδικασία συγχώνευσης αποτελεί «πράξη οργανωτική οικονομικής σκοπιμότητας» και είναι αναπόσπαστο τμήμα του εταιρικού δικαίου, ίσως «απόδειξη του βαθμού ωριμότητας του εταιρικού δικαίου». Συνιστά μέθοδο συγκέντρωσης επιχειρήσεων «με σκοπό την δημιουργία μεγάλων οικονομικών μονάδων για την επίτευξη των οποίων ενδιαφέρεται η Πολιτεία». Η συγχώνευση ως «φαινόμενον ουχί του περιουσιακού αλλά του εταιρικού δικαίου» αποτελεί συγκέντρωση οικονομικών και επιχειρηματικών φορέων και δυνάμεων, στην ίδια κατεύθυνση με αυτή στην οποία λειτουργεί στο εταιρικό δίκαιο η ίδρυση μίας ανώνυμης εταιρείας. Στην ίδρυση της ΑΕ ενώνουν πολλά πρόσωπα τις οικονομικές εισφορές τους σε κοινό σκοπό, ενώ και στη συγχώνευση υπάρχει ένωση περιουσιών σε κοινό σκοπό, δηλαδή τη δημιουργία του ενιαίου εταιρικού φορέα. Ουσιαστικώς, η συγχώνευση αποτελεί «ιδιόρρυθμη καταστατική τροποποίηση των συμβαλλομένων εταιρειών με στόχο την αμοιβαία διείσδυση των εταιρικών οργανισμών».

Σελ. 10

Υπό το πρίσμα οικονομικής και συναλλακτικής αξιολόγησης, η διαδικασία συγχώνευσης αποτελεί μορφή συγκέντρωσης επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις αυτές δεν διακόπτουν την παραγωγική και εμπορική τους δραστηριότητα, αλλά συνεχίζουν αυτή υπό ενιαίο νομικό και οικονομικό φορέα. Δεν παύουν να υπάρχουν, αλλά συνεχίζουν να υφίστανται ως επιχειρήσεις και οικονομικές οντότητες στους κόλπους του νέου εταιρικού σχήματος που προήλθε από αυτές. Αυτό όμως συμβαίνει, αφότου αποβάλλουν τη διοικητική και τη νομική τους αυτοτέλεια. Συνεπώς, με κριτήριο τη συναλλακτική δραστηριότητα των επιχειρήσεων που εμπλέκονται, η συγχώνευση οδηγεί σε οικονομική ενσωμάτωση δύο ή περισσότερων εταιρειών σε μία εταιρεία υπό ενιαία βούληση.

Υπό το πρίσμα του εταιρικού δικαίου, η συγχώνευση δεν είναι τόσο πράξη περιουσιακού δικαίου, δηλαδή πράξη συναλλαγής, η οποία συνεπάγεται μεταβίβαση περιουσίας από ένα νομικό πρόσωπο σε άλλο νομικό πρόσωπο. Είναι περισσότερο εσωτερική αλλά και εξωτερική οργανωτική πράξη του εταιρικού δικαίου, δια της οποίας δύο ή περισσότερες εταιρείες υπεισέρχονται σε μία νέα εταιρική δομή οργάνωσης. Πράγματι, ο σκοπός αλλά και η διαδικασία της συγχώνευσης δεν αναδεικνύουν κατά το εταιρικό δίκαιο ως κύρια εννοιολογικά στοιχεία την ενοχική συμφωνία μεταβίβασης ούτε και κάποια εκποιητική συμφωνία μεταβίβασης. Εμπεριέχουν συμφωνίες των εμπλεκομένων μερών, αλλά διαμέσω οργανωτικών διαδικασιών του εταιρικού δικαίου, που αποσκοπούν στη δομική και οργανωτική μετάλλαξη δύο ή περισσότερων προσώπων σε έναν ενιαίο εταιρικό φορέα, σε ένα νέο οργανωτικό σχήμα. Λόγω των απαραίτητων οργανωτικών εταιρικών διαδικασιών που πρέπει να ακολουθηθούν, η συγχώνευση είναι μία σύνθετη εταιρική οργανωτική πράξη. Ως τέτοια συναποτελείται από τις επιμέρους πολλαπλές πράξεις των εταιρικών συλλογικών οργάνων των συγχωνευόμενων εταιρειών, οι οποίες καταλήγουν στη συγχώνευση ως ενιαίο οργανωτικό αποτέλεσμα, κατόπιν προηγούμενου ελέγχου της Διοίκησης αυτών των επιμέρους οργανωτικών συλλογικών πράξεων.

Σελ. 11

Τέλος, ειδικά για τη σύμβαση συγχώνευσης, πέραν όσων αναφέρονται παραπάνω βάσει του ΑΚ περί εταιρικής σύμβασης αλλά και σύμβασης ανάληψης μετοχών, πρέπει να σημειωθεί κάτι που θα αναφερθεί και στο σχετικό κεφάλαιο περί της σύμβασης συγχώνευσης. Δηλαδή πρέπει να αναφερθεί ότι η σύμβαση συγχώνευσης είναι κατά περίπτωση και είδος εξωεταιρικής συμφωνίας των μετόχων των συγχωνευόμενων εταιρειών. Αποτελεί συμφωνία των μετόχων που ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ τους αλλά και έναντι της εταιρείας ως ομόκεντρος (ευρύτερος ή στενότερος) κύκλος του καταστατικού της εταιρείας, στην οποία λόγω της συγχώνευσης συμμετέχουν τα πρόσωπα αυτά. Το τελευταίο χαρακτηριστικό εξαρτάται ιδιαιτέρως από το περιεχόμενο της σύμβασης συγχώνευσης και των επιμέρους όρων που την απαρτίζουν.

ΙΙΙ. Η συγχώνευση ως σύνθετη νομική πράξη συγκεκριμένης εκ του νόμου διαδικασίας

Τα άρθρα 6επ. Ν. 4601/2019 περιγράφουν τη διαδικασία της συγχώνευσης, χωρίς όμως να αποκαλύπτουν τη νομική φύση των δικαιοπραξιών και των πράξεων, οι οποίες γεννώνται ή διενεργούνται για να επέλθει η συγχώνευση δύο ΑΕ και τα εξ αυτής αποτελέσματα.

Η διαδικασία και τα στάδια της συγχώνευσης παραπέμπουν στην έννοια της σύνθετης ενέργειας, η οποία έχει αναπτυχθεί ως έννοια και έχει αναδειχθεί κυρίως στο διοικητικό δίκαιο, ωστόσο κάποια χαρακτηριστικά της παρατηρούνται και στην περίπτωση της συγχώνευσης των ΑΕ. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του ΣτΕ δύο ή περισσότερες εκτελεστές διοικητικές πράξεις μπορούν να θεωρηθούν ότι συγκροτούν σύνθετη διοικητική ενέργεια, όταν εκδίδονται στο πλαίσιο της ίδιας νομοθεσίας, η οποία περαιτέρω προβλέπει τη διαδοχική έκδοση αυτών για την επίτευξη συγκεκριμένης ενέργειας, που συντελείται με την έκδοση της τελικής πράξης. Στην ίδια κατεύθυνση με τον ορισμό αυτόν, η διαδικασία της συγχώνευσης βασίζεται σε δύο ή περισσότερες πράξεις των οργάνων των συγχωνευόμενων ΑΕ, οι οποίες εκδίδονται στο πλαίσιο της ίδιας νομοθεσίας. Η νομοθεσία αυτή προβλέπει τη διαδοχική έκδοση αυτών (6επ. Ν. 4601/2019) για την επίτευξη της συγχώνευσης ως συγκεκριμένης ενέργειας, ενώ η τελευταία συντελείται με την έκδοση της τελικής πράξης, η οποία είναι η καταχώρηση της σύμβασης συγχώνευσης κατά το άρθρο 18. Και ως αποτέλεσμα της σύνθετης διαδικασίας αυτή η τελική πράξη απορροφά τις επιμέρους προηγούμενες πράξεις και τις ενσωματώνει, τόσο ως

Σελ. 12

προς τη νομιμότητά τους όσο και ως προς την τυχόν ελαττωματικότητα που μπορεί μία εξ αυτών να ενσωματώνει.

Μία σύνθετη διοικητική ενέργεια απαιτεί, όπως και η συγχώνευση, τη σύμπραξη περισσότερων φορέων. Μάλιστα, η τελική πράξη που επιφέρει τη συγχώνευση δημιουργεί-διαπλάθει συγκεκριμένη νομική πραγματικότητα λόγω της συνδρομής και μόνο της προηγούμενης υποχρεωτικής διαδικασίας, ενώ οι ενδιάμεσες πράξεις από μόνες τους δεν επαρκούν ούτε για μερική επίτευξη έννομων αποτελεσμάτων συγχώνευσης. Αυτές δεν μπορούν να παραγάγουν όχι μόνο το σύνολο των σκοπούμενων εννόμων συνεπειών της συγχώνευσης, αλλά ούτε ακόμα και μέρος αυτών. Το ίδιο παρατηρείται και στη σύνθετη διοικητική ενέργεια, κατά την οποία απαιτείται ακολουθία χωριστών πράξεων, οι οποίες βρίσκονται σε εσωτερικό μεταξύ τους συνεκτικό δεσμό. Βρίσκονται σε τέτοια συσχέτιση μεταξύ τους και κατά τέτοιον τρόπο, ώστε η ύπαρξη και η νομιμότητα της προηγούμενης πράξης να αποτελεί προϋπόθεση εγκυρότητας της επόμενης, όλες δε μαζί αποτελούν προϋπόθεση του έγκυρου τελικού αποτελέσματος, ενώ ελλείψει ή επί ελαττωματικότητας μίας μόνο πράξεως το αποτέλεσμα δεν επέρχεται ή ακόμα και αν διαπλάθεται, ακόμα και τότε νοσεί.

Στη διαδικασία της σύνθετης διοικητικής ενέργειας οι προηγούμενες πράξεις αποβάλλουν την αυτοτέλειά τους και ενσωματώνονται στην τελική πράξη που τις απορροφά. Η δικαστική προσφυγή και η προσπάθεια ακύρωσης στρέφονται υποχρεωτικώς κατά της τελικής πράξης, επιτρέπεται όμως προηγουμένως στη διαδικασία αυτή, ως ενδιάμεση προστασία, να προβληθούν πλημμέλειες των προηγούμενων πράξεων, καθώς η τελική πράξη ενσωματώνει και τα όποια ελαττώματα των προηγούμενων πράξεων.

Κατά αναλογία αυτών περί της σύνθετης διοικητικής πράξης, στην περίπτωση της συγχώνευσης προβλέπεται κατά το άρθρο 20 Ν. 4601/2019 η δικαστική διαδικασία ακυρότητας της τελικής πράξης συγχώνευσης, η οποία ενσωματώνει και τις προηγούμενες πράξεις, ενώ κατά την εξέταση αυτής ουσιαστικώς αξιολογούνται οι πλημμέλειες των προηγούμενων πράξεων. Μπορεί όμως, ενδιαμέσως, στη σύνθετη διοικητική ενέργεια να προσβληθεί η ενδιάμεση πρά-

Σελ. 13

ξη αυτοτελώς, υπό την προϋπόθεση μάλιστα ότι δεν έχει εκλείψει το έννομο συμφέρον του αιτούντος την ακύρωση αυτής. Ομοίως, και στη διαδικασία της συγχώνευσης επιτρέπεται προσβολή των ενδιάμεσων πράξεων αυτοτελώς, πριν την καταχώρηση της τελικής πράξης που τις ενσωματώνει, εφόσον δεν έχουν θεραπευθεί οι ακυρότητες αυτών (άρθρο 20 παρ. 2) και δεν έχει εμφιλοχωρήσει η καταχώρηση της συγχώνευσης στο ΓΕΜΗ κατά τα άρθρα 16-18 Ν 4601/2019.

Γ. Διαφορές από άλλες επιχειρηματικές επιλογές και νομικές διαδικασίες που αφορούν στις ΑΕ

Η συγχώνευση διαφοροποιείται από άλλες επιλογές εταιρικού μετασχηματισμού και αναδιάρθρωσης, τόσο ως προς την διαδικασία που ακολουθείται όσο και ως προς τις έννομες συνέπειες αυτών.

Η εξαγορά ποσοστού μετοχών σε μία ανώνυμη εταιρεία από μία άλλη ανώνυμη εταιρεία δεν συγχέεται με τη συγχώνευση αλλά με τη δημιουργία σχέσης συνδεδεμένων επιχειρήσεων κατά το 32 Ν. 4308/2014. Μπορεί η εξαγορά αυτή να αποτελέσει το προστάδιο ή την αφορμή για τη συγχώνευση σε μεταγενέστερο χρόνο, ωστόσο είναι διαφορετική επιλογή με διαφορετικές έννομες συνέπειες. Η εξαγορά των μετοχών μίας ανώνυμης εταιρείας από μέτοχο άλλης ανώνυμης εταιρείας ή και από την άλλη ανώνυμη εταιρεία, ακόμα και αν αποτελεί εξαγορά του 100% των μετοχών της πρώτης, δεν αποτελεί συγχώνευση. Η συγχώνευση επιβάλλει τη μεταβίβαση της εταιρικής περιουσίας στην δεύτερη εταιρεία και όχι των μετοχών που αποτελούν το μετοχικό κεφάλαιο της πρώτης εταιρείας.

Το βασικότερο διαφοροποιό στοιχείο είναι ότι στη συγχώνευση η συγχωνευόμενη εταιρεία χάνει τη νομική της προσωπικότητα και εξαφανίζεται από το νομικό και οικονομικό κόσμο. Αντιθέτως, στην εξαγορά η εξαγοραζόμενη εταιρεία χάνει ενδεχομένως την επιχειρηματική και διοικητική της ανεξαρτησία, χάνει την πολυμετοχική της σύνθεση, αλλά διατηρεί πλήρως τη νομική της προσωπικότητα, τα εταιρικά της όργανα και τις έννομες σχέσεις της με τους μετόχους της και τρίτα πρόσωπα.

Τέλος, η εξαγορά μπορεί να μην αποτελέσει πράξη συναινετική αλλά επιθετική ενέργεια μίας εταιρείας, απευθυνόμενη στους μετόχους, χωρίς να μεσο-

Σελ. 14

λαβούν ή χωρίς να ερωτώνται τα ΔΣ των εταιρειών. Αντιθέτως, η συγχώνευση προϋποθέτει την πλειοψηφική συναίνεση όλων των οργάνων (ΔΣ, ΓΣ) όλων των εμπλεκομένων εταιρειών και την αγαστή συνεργασία τους με τα όργανα των άλλων εταιρειών που συμμετέχουν στη συγχώνευση. Στην εξαγορά η πρόταση απευθύνεται στους μετόχους, παρακάμπτοντας τη διοίκηση της εταιρείας, ενώ η συγχώνευση, ως πρόταση, απευθύνεται πρώτα στη διοίκηση, προετοιμάζεται και διενεργείται ως διαδικασία από τη διοίκηση με σκοπό την τελική λήψη απόφασης από τους μετόχους.

Για τους ίδιους λόγους δεν σχετίζονται με τη συγχώνευση οι καταστάσεις που οδηγούν σε εξαγορά των ποσοστών της μειοψηφίας από τον βασικό μέτοχο (άρθρα 46-47 Ν. 4548/2018). Ακόμα και η συγκέντρωση όλων των μετοχών μίας ανώνυμης εταιρείας σε έναν μέτοχο δεν επιφέρει τη μεταβίβαση της εταιρικής περιουσίας ή την απώλεια της νομικής της προσωπικότητας της ΑΕ αυτής. Μπορεί η συγχώνευση να οδηγήσει σε εταιρικό σχήμα, στο οποίο η μετοχική σύνθεση να ευνοεί την εφαρμογή των διατάξεων περί εξαγοράς των μετοχών της μειοψηφίας, ωστόσο δεν ταυτίζεται ως διαδικασία και έννομη συνέπεια.

Επίσης, η πώληση της εταιρικής περιουσίας (asset deal) και η μεταβίβασή της σε άλλο νομικό πρόσωπο (πρβλ. άρθρο 479 ΑΚ) εξίσου διαφοροποιείται σημαντικά από τη διαδικασία συγχώνευσης. Ο λόγος είναι ότι η πώληση και η μεταβίβαση της εταιρικής περιουσίας κατά το αστικό δίκαιο δεν οδηγούν στη συγχώνευση των δύο νομικών προσώπων. Η πρώτη εταιρεία που μεταβιβάζει την εταιρική της περιουσία στη δεύτερη εταιρεία διατηρείται ως νομικό πρόσωπο με αυθύπαρκτη νομική προσωπικότητα, ενώ διατηρεί τους μετόχους της. Μπορεί ως περιουσιακό στοιχείο να αποτελεί μόνο ένα εταιρικό «κέλυφος», αλλά δεν χάνει την εταιρική της μορφή και τις έννομες σχέσεις της με τους τρίτους αλλά και με τους εταίρους της. Σημειώνεται μάλιστα ότι η πώληση και η μεταβίβαση της εταιρικής περιουσίας παρουσιάζουν τα νομικά κωλύματα και το κόστος της διακριτής εκποιητικής πράξης για κάθε περιουσιακό στοιχείο, κάτι που αποφεύγεται στην περίπτωση της διαδικασίας συγχώνευσης.

Από τη διαδικασία συγχώνευσης απέχουν και οι εταιρικές συμφωνίες μεταξύ εταιρειών ή μεταξύ μετόχων εταιρειών περί του διοικητικού ελέγχου της μίας εταιρείας από την άλλη. Και σε αυτή την περίπτωση διατηρείται η νομική προσωπικότητα της δεύτερης εταιρείας και όλες οι έννομες σχέσεις της με τρίτους και με τους εταίρους της.

Σελ. 15

Δ. Είδη συγχώνευσης

Οι συγχωνεύσεις διακρίνονται αναλόγως των συμμετεχόντων εταιρειών και των χαρακτηριστικών αυτών αλλά και αναλόγως του τρόπου συμμετοχής των εταιρειών στη συγχώνευση. Σε κάθε περίπτωση συγχώνευσης το αποτέλεσμα εμπίπτει στο πεδίο του ορισμού: συνένωση εταιρικής περιουσίας δύο ή περισσότερων εταιρειών σε ένα ενιαίο σχήμα με λήξη της υπάρξεως όσων εταιρειών συγχωνεύονται.

Παρακάτω παρατίθενται τα βασικότερα είδη συγχώνευσης. Σε κάποιες από τις παρακάτω κατηγοριοποιήσεις οι διακρίσεις βασίζονται στη νομική διαδικασία που ακολουθείται, και από την οποία προκύπτει το αποτέλεσμα της συγχώνευσης. Σε άλλες κατηγοριοποιήσεις βασικά στοιχεία διάκρισης και ταξινόμησης αποτελούν τα χαρακτηριστικά των εταιρειών που συμμετέχουν.

Ι. Γνήσια ή καταχρηστική συγχώνευση

Προ του Ν 4601/2019, στο ελληνικό νομικό σύστημα δεν υπήρχε ένα γενικότερο νομοθετικό πλαίσιο, εντός του οποίου θα ρυθμιζόταν η συγχώνευση εν γένει εμπορικών εταιρειών ανεξαρτήτως εμπορικού τύπου (π.χ. βλ. αντιθέτως τον γερμανικό Umwandlungsgesetz ή τον ελβετικό Fusionsgesetz). Ωστόσο προβλεπόταν η διαδικασία συγχώνευσης σε συγκεκριμένο νομοθέτημα, με επιτρεπτό της συγχώνευσης για τους ρυθμιζόμενους στο εκάστοτε νομοθέτημα εταιρικούς τύπους και με συγκεκριμένη διαδικασία. Για κάθε τύπο εταιρείας το αντίστοιχο νομοθέτημα εισήγαγε σχετικές διατάξεις περί συγχώνευσης. Προ της καθολικής ρύθμισης των μετασχηματισμών εκ του Ν 4601/2019 και της εξ αυτού οριζόντιας ρύθμισης των συγχωνεύσεων, η διάκριση μεταξύ καταχρηστικής και γνήσιας συγχώνευσης είχε ιδιαίτερη νομική σημασία.

Η γνήσια (ή κυριολεκτικήή άμεση) συγχώνευση είναι αυτή, για την οποία ακολουθείται η συγκεκριμένη διαδικασία, όπως την ορίζει ο νόμος για έναν συγκεκριμένο τύπο νομικού προσώπου. Επίσης, γνήσια είναι η συγχώνευση,

Σελ. 16

η οποία γίνεται με τα στάδια διαδικασίας και με τη σειρά προϋποθέσεων που ο νόμος επιβάλλει. Τα είδη των συγχωνεύσεων απαριθμούνται περιοριστικώς στο νόμο, με αποτέλεσμα η συγχώνευση, η οποία δεν προβλέπεται από το νόμο ως προς το υποκειμενικό πεδίο (εταιρικοί τύποι) αλλά και ως προς τη διαδικασία, να αξιολογείται ως καταχρηστική. Κατ’ ακολουθία, μία τέτοια συγχώνευση δε εμπίπτει στην έννοια της γνήσιας συγχώνευσης και για αυτή δεν επιτρέπεται η αναλογική εφαρμογή των σχετικών διατάξεων περί γνήσιας συγχώνευσης, κάτι που συνάδει και με τον κλειστό αριθμό (numerus clausus) των προβλεπόμενων γνήσιων συγχωνεύσεων.

Συνεπώς, κατά την κρατούσα άποψη, μέχρι το ν. 4601/2019, δεν μπορούσε να γίνει λόγος κατά το εταιρικό δίκαιο για γνήσια συγχώνευση, όταν επρόκειτο για συγχώνευση διαφορετικών εταιρικών τύπων (π.χ. συγχώνευση ΑΕ με ΕΠΕ) ή όταν επρόκειτο για συγχώνευση ομοίων εταιρικών τύπων, για τις οποίες δεν προέβλεπε ο νόμος διαδικασία συγχώνευσης (π.χ. συγχώνευση δύο ΟΕ). Σε μία τέτοια περίπτωση γινόταν λόγος για καταχρηστική (ή ανώμαλη, ή έμμεση, ή μη κυριολεκτική) συγχώνευση. Στην περίπτωση των

Σελ. 17

ανωνύμων εταιρειών γνήσια ήταν η συγχώνευση, η οποία γινόταν μόνο μεταξύ εταιρειών με αυτόν τον εταιρικό τύπο και όχι με άλλον (π.χ. ΑΕ με ΟΕ).

Πλέον, η ευρεία ενσωμάτωση όλων των εταιρικών τύπων στη δυνατότητα συγχώνευσης εκ του Ν. 4601/2019 έχει αφήσει εκτός της ρύθμισης, και άρα εντός της έννοιας καταχρηστικής συγχώνευσης, μόνο τη συγχώνευση με τη συμμετοχή αφανούς εταιρείας, αστικής εταιρείας χωρίς νομική προσωπικότητα, συμπλοιοκτησίας (άρθρο 10 ΚΙΝΔ), ναυτικής εταιρείας (ν. 959/1979), ναυτιλιακής εταιρείας πλοίων αναψυχής, σωματείου, μη αστικών συνεταιρισμών. Και έτσι περιορίζεται η απαγόρευση της μη αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων περί γνήσιας συγχώνευσης μόνο στις παραπάνω περιπτώσεις. Τέλος, σημειώνεται ότι η γνήσια συγχώνευση μπορεί να είναι μόνο η ολική συγχώνευση με καθολική διαδοχή· η μερική συγχώνευση δεν νοείται και αντιμετωπίζεται είτε ως καταχρηστική συγχώνευση είτε, μάλλον ορθότερα, ως απόσχιση.

Προ της εισαγωγής του Ν. 4601/2019, στη νομολογία υποστηριζόταν και η άποψη ότι επιτρέπεται η συγχώνευση ανόμοιων εταιρικών τύπων, ακόμα και αν δεν ακολουθηθεί πρώτα η μετατροπή της συγχωνευόμενης εταιρείας σε ΑΕ και έπειτα ακολουθήσει αυτή η συγχώνευση. Αυτή την άποψη είχε υποστηρίξει παλαιότερα και τμήμα της θεωρίας· ωστόσο δεν έχει εκείνα τα ερείσματα που επιτρέπουν την αποδοχή της, ενώ η εφαρμογή αυτής της άποψης προκαλεί δυσεπίλυτα νομικά προβλήματα τόσο στο εταιρικό όσο και στο αστικό δίκαιο.

Η (καταχρηστική) συγχώνευση που δεν ρυθμίζεται ειδικώς στο εταιρικό δίκαιο δε σημαίνει ότι απαγορεύεται από το δίκαιο, απλώς δεν διευκολύνεται από αυτό. Σε μία τέτοια περίπτωση δεν απαγορεύει το δίκαιο το ίδιο αποτέλεσμα (συγχώνευση), αλλά παραπέμπει στις διατάξεις του κοινού δικαίου και απαγορεύει την τήρηση της νομοθετημένης για τη γνήσια συγχώνευση διαδικασίας. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι η καταχρηστική συγχώνευση επιτυγ-

Σελ. 18

χάνεται με τα μέσα του κοινού αστικού και εταιρικού δικαίου και όχι με τις ειδικές διαδικασίες και συνέπειες που προβλέπονται στη γνήσια συγχώνευση. Δηλαδή τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν τη συγχώνευσή τους μεταβιβάζουν τα περιουσιακά τους στοιχεία ως μεταβίβαση επιχείρησης στο νέο εταιρικό σχήμα και έπειτα προβαίνουν σε λύση και εκκαθάριση. Εναλλακτικώς, μετασχηματίζονται σε εταιρείες με εταιρικό τύπο που προβλέπει ο Ν. 4601/2019 και έπειτα συγχωνεύονται με τη διαδικασία των αντίστοιχων άρθρων. Σε αυτό το είδος της συγχώνευσης που δεν ακολουθούνται οι διατάξεις του Ν. 4601/2019, τα αρμόδια εταιρικά όργανα αποφασίζουν λύση και εκκαθάριση των συγχωνευόμενων εταιρειών και μεταβίβαση των εταιρικών περιουσιών ως εισφορά στο νέο εταιρικό σχήμα που διαμορφώνεται από τη συγχώνευση. Σημειώνεται ακόμα ότι δύο ανώνυμες εταιρείες μπορούν θεωρητικώς να συγχωνευθούν (καταχρηστικώς) και εκτός των διαδικασιών του Ν. 4601/2019 με λύση και εκκαθάριση, ωστόσο η πρακτική αποτελεσματικότητα μίας τέτοιας επιλογής είναι ανύπαρκτη.

Σημειώνεται επίσης ότι, αν και η καταχρηστική συγχώνευση δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του εμπορικού δικαίου, προβλέφθηκε από αναπτυξιακούς νόμους και νόμους φορολογικών διευκολύνσεων, δηλαδή το ΝΔ 1297/1972, το ν. 2166/1993 αλλά και το άρθρο 18 Ν. 3296/2004. Η καταχρηστική συγ-

Σελ. 19

χώνευση στερείται των διαδικαστικών διευκολύνσεων που παρέχει η γνήσια συγχώνευση. Οι επιχειρήσεις που συγχωνεύονται πρέπει να μετατραπούν σε εταιρείες, για τις οποίες ο Ν. 4601/2019 επιτρέπει τη συγχώνευση. Εναλλακτικώς πρέπει ως νομικά πρόσωπα οι επιχειρήσεις να λυθούν, να εκκαθαριστούν και να μεταβιβασθούν με ειδική διαδοχή τα περιουσιακά στοιχεία στο ενιαίο εταιρικό σχήμα που δημιουργείται από την καταχρηστική συγχώνευση. Η ειδική διαδοχή προκαλεί για τους συναλλασσόμενους σημαντικούς κινδύνους, «καθώς εάν κάποιο στοιχείο παραληφθεί, τότε δεν θεωρείται ότι έχει μεταβιβασθεί».

Μπορεί τα συγχωνευόμενα μέρη για τη δική τους διευκόλυνση να συμφωνήσουν μεταξύ τους στην καταχρηστική συγχώνευση την αυστηρή τήρηση των διαδικασιών που προβλέπει ο νόμος για τη γνήσια συγχώνευση. Η συμβατική όμως ελευθερία τους και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης δεν φτάνει μέχρι το σημείο εκείνο, στο οποίο θα παρακάμψουν με συμβατική ρύθμιση τις διατάξεις αναγκαστικού δικαίου. Τέτοιες διατάξεις είναι η υποχρέωση τήρησης της διαδικασίας εκκαθάρισης, όταν λύεται μία εταιρεία, η υποχρέωση διενέργειας εκποιητικών δικαιοπραξιών και διατυπώσεων δημοσιότητας για κάθε μεταβίβαση περιουσιακού στοιχείου, η συμφωνία με τον δανειστή στην περίπτωση αναδοχής χρέους κλπ. Παράλληλα, δεν μπορεί η συμβατική τους πρόβλεψη να εισάγει έννομες συνέπειες, που μπορεί να επιβληθούν μόνο από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου. Τέτοιες έννομες συνέπειες που δεν επιβάλλονται με συμβατική ρύθμιση είναι π.χ. η δέσμευση των τρίτων για τις συνέπειες της συγχώνευσης, η αυτοδίκαιη καθολική μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων κατά την έννοια της καθολικής διαδοχής κλπ.

Πρέπει πάντως να σημειωθεί, ότι και προ του Ν 4601/2019 τμήμα της νομολογίας δέχεται ότι η καταχρηστική συγχώνευση δεν αποκλειόταν από το ρυθμιστικό πλαίσιο των σχετικών διατάξεων του ΚΝ 2190/1920 (για τις ΑΕ) προ της καταργήσεώς του, καθώς κατά την άποψη αυτή «οι διατάξεις αυτές είναι

Σελ. 20

δεκτικές ανάλογης εφαρμογής και στην περίπτωση συγχώνευσης άλλων μορφών εταιριών». Ωστόσο, ακόμα και αν μπορεί να υποστηριχθεί η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων περί συγχώνευσης (πλέον εκ του Ν. 4601/2019), ενδεχομένως αυτό να αφορά σε τμήματα της διαδικασίας και τις συνέπειες της συγχώνευσης (καθολική διαδοχή), χωρίς όμως να μπορεί να αποφευχθεί η διαδικασία της εκκαθάρισης για τις εταιρείες που συγχωνεύονται σε αυτή την καταχρηστική συγχώνευση. Πάντως διαφαίνεται και το νομικώς εσφαλμένο της άποψης αυτής, καθώς δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι η αναλογική εφαρμογή δεν είναι δυνατή στις περιπτώσεις ηθελημένης σιωπής του νομοθέτη.

ΙΙ. Συγχώνευση με απορρόφηση, με σύσταση νέας εταιρείας ή με εξαγορά

Το άρθρο 6 Ν. 4601/2019 κάνει λόγο για συγχώνευση με απορρόφηση και για συγχώνευση με σύσταση νέας εταιρείας. Στη συγχώνευση με απορρόφηση, η μία εταιρεία (απορροφώσα) ενσωματώνει την άλλη ή τις άλλες (απορροφώμενες) που ήδη υφίστανται. Σε αυτή την περίπτωση συγχώνευσης ισχύει το αποτέλεσμα Α + Β = Α+, ενώ οι εμπλεκόμενες εταιρείες μπορεί να έχουν ήδη κάποιο είδος μετοχικής σχέσης, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί υποχρεωτική συνθήκη. Κατά συνέπεια, η μία εκ των συγχωνευόμενων εταιρειών (απορροφώσα) διευρύνεται εγκολπώνοντας την εταιρική περιουσία των εξαφανιζόμενων εταιρειών (απορροφώμενες) και αντιστοίχως αυξάνει το κεφάλαιό της. Παράλληλα δίνει ως αντάλλαγμα μετοχές στα πρόσωπα που συμμετείχαν ως μέτοχοι στις εταιρείες, τις οποίες η απορροφώσα ενσωματώνει. Οι μετοχές αυτές μπορεί να υφίστανται ήδη ή εκδίδονται για αυτόν τον σκοπό. Σε αυτό το είδος συγχώνευσης το σύνολο των εταιρειών που συμμετέχουν στη διαδικασία της συγχώνευσης, προϋπάρχουν της διαδικασίας, ενώ τουλάχιστον μία εκ των εταιρειών εξακολουθεί να υφίσταται και μετά το τέλος της διαδικασίας.

Back to Top