ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
- Εκδοση: 2η 2023
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 280
- ISBN: 978-618-08-0108-8
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας οργανισμός με υπερεθνικά στοιχεία που τελεί σε διαρκή εξέλιξη. Με την τελευταία συνθήκη της Λισαβόνας, ο τουρισμός αποτελεί επίσημο αντικείμενο ενδιαφέροντος της Ένωσης και εντάσσεται στις υποστηρικτικές της αρμοδιότητες. Έγινε αντιληπτό ότι ο τουρισμός ως οικονομική δραστηριότητα μπορεί να δημιουργήσει ανάπτυξη και απασχόληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συνεισφέροντας ταυτόχρονα στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
To έργο είναι ένα εργαλείο χρήσιμο για το φοιτητή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και για οποιονδήποτε ασχολείται επαγγελματικά στον χώρο του τουρισμού.
ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ V
ΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ VII
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ XXI
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΟΙ ΙΔΡΥΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ
1.1. Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα 4
1.1.1. Θεσμική δομή 4
1.1.2. Πολιτικές 5
1.2. Συνθήκες της Ρώμης 5
1.2.1. Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα 5
1.2.2. Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας 5
1.2.3. Η θεσμική δομή 6
1.3. Η Συνθήκη Συγχώνευσης 6
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΕΝΙΑΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΡΑΞΗ
2.1. Διακυβερνητική Διάσκεψη 7
2.2. Περιεχόμενο 7
2.2.1. Θεσμική δομή 7
2.2.2. Πολιτικές 7
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ
3.1. Διαπραγματευτική Διάσκεψη 8
3.2. Περιεχόμενο της Συνθήκης 8
3.2.1. Ευρωπαϊκή Ένωση 8
3.2.2. Θεσμική δομή 10
3.2.3. Οικονομική και Νομισματική Ένωση 11
3.2.4. Νέα πεδία δράσης 12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ
4.1. Διακυβερνητική Διάσκεψη 13
4.2. Περιεχόμενο 13
4.2.1. Θεσμική δομή 13
4.2.2. Σχέσεις Ένωσης – πολιτών 14
4.2.3. Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας 15
4.2.4. Συνεργασία στους τομείς δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων 16
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΝΙΚΑΙΑΣ
5.1. Διαπραγματευτική Διάσκεψη 17
5.2. Περιεχόμενο της Συνθήκης 17
5.2.1. Θεσμική δομή 18
5.2.2. Διαδικασία λήψης αποφάσεων 18
5.2.3. Άλλες μεταρρυθμίσεις 18
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΙΣΑΒΟΝΑΣ
6.1. Διακυβερνητική διάσκεψη 19
6.2. Περιεχόμενο 19
6.2.1. Θεσμική δομή 19
6.2.2. Πολιτικές 21
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ 22
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
1.1. Λειτουργία του Κοινοβουλίου 25
1.2. Πολιτικά όργανα 27
1.3. Αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 28
1.4. Δημοσιονομική αρμοδιότητα 28
1.5. Εξουσία Ελέγχου 28
1.6. Πολιτικός ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 29
1.7. Προϋπολογισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 30
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
2.1. Η λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου 31
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
3.1. Συνθέσεις του Συμβουλίου 32
3.2. Λειτουργία του Συμβουλίου 32
3.3. Αρμοδιότητες του Συμβουλίου 33
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
4.1. Αρμοδιότητες 34
4.2. Σύνθεση 35
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
5.1. Το Δικαστήριο 37
5.2. Το Γενικό Δικαστήριο 39
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ
6.1. Λειτουργία της Ε.Κ.Τ. 40
6.2. Αρμοδιότητες της Ε.Κ.Τ. 42
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
7.1. Λειτουργία του Ελεγκτικού Συνεδρίου 43
7.2. Αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου 44
7.3. Ελεγκτικές εργασίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου 45
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
8.1. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή 46
8.2. Η Επιτροπή των Περιφερειών 47
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ 49
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΟΡΓΑΝΑ
10.1. Ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής 52
10.2. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων 53
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 57
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
2.1. Οι αρχές της επικουρικότητας και αναλογικότητας 60
2.2. Κατηγορίες αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης 61
2.2.1. Αποκλειστική αρμοδιότητα 62
2.2.2. Συντρέχουσα αρμοδιότητα 62
2.2.3. Υποστηρικτικές αρμοδιότητες 63
2.3. Ενισχυμένη συνεργασία 63
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
3.1. Συνήθης νομοθετική διαδικασία 65
3.2. Ειδική νομοθετική διαδικασία 66
3.3. Νομικές πράξεις 66
3.4. Νομοθετικές πράξεις 68
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ
4.1. Η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων 70
4.2. Η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων 70
4.3. Η ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών 72
4.4. Η ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων 72
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 73
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΤΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ 77
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
2.1. Νομικό Πλαίσιο 79
2.2. Θεσμικά Όργανα 80
2.2.1. Η Επιτροπή 80
2.2.2. Το Συμβούλιο 81
2.2.3. Το Κοινοβούλιο 81
2.2.4. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης 82
2.3. Συμβουλευτικά όργανα 82
2.3.1. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή 82
2.3.2. Η Επιτροπή Περιφερειών 83
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ
3.1. Περίοδος 1980-1989 84
3.2. Περίοδος 1990-1999 85
3.3. Η περίοδος 2000-2009 87
3.4. Η περίοδος 2010-2019 89
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ 91
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ
5.1. Πρόγραμμα «Καλυψώ» 95
5.2. Δράση Ευρωπαϊκοί Προορισμοί Αριστείας 96
5.3. Η πρωτοβουλία «50.000 τουρίστες» 97
5.4. Το πρόγραμμα «DiscoverEU» 99
5.5. Η Ευρωπαϊκή Ατζέντα για τον Τουρισμό 2030 99
ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ
ΤΟ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΑ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 103
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΑ 106
2.1. Κριτήρια απονομής οικολογικού σήματος 108
2.2. Χρήση του οικολογικού σήματος 111
2.3. Προαγωγή του οικολογικού σήματος 111
2.4. Μορφή του οικολογικού σήματος 112
2.5. Ο ιστότοπος 114
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΗΜΑΝΣΗΣ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ / Σ.Ο.Σ.Ε.Ε. 115
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΑ ΓΙΑ ΤΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ 117
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ / Ε.Σ.Α.Ο.Σ.
5.1. Εισαγωγή 120
5.2. Σύνθεση του Εθνικού Συμβουλίου Απονομής Οικολογικού Σήματος 121
5.3. Αρμοδιότητες του Eθνικού Συμβουλίου Απονομής Οικολογικού Σήματος 122
5.4. Υπηρεσία εφαρμογής του Συστήματος Απονομής Οικολογικού Σήματος 123
ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ
ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 125
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Η ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2015/2302 126
2.1. Συμβαλλόμενα μέρη 127
2.2. Βασικές έννοιες 128
2.2.1. Ταξιδιωτική υπηρεσία 128
2.2.2. Πακέτο 128
2.2.3. Σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού 128
2.2.4. Συνδεδεμένος ταξιδιωτικός διακανονισμός 128
2.2.5. Σημείο πώλησης 129
2.2.6. Ασφαλιστήριο συμβόλαιο 129
2.3. Υποχρέωση πληροφόρησης 130
2.4. Εκχώρηση κράτησης 131
2.5. Καταγγελία της σύμβασης 131
2.5.1. Καταγγελία από το διοργανωτή 131
2.5.2. Καταγγελία από τον ταξιδιώτη 132
2.6. Υποχρέωση παροχής βοήθειας 132
2.7. Ενσωμάτωση της Οδηγίας στο ελληνικό δίκαιο 133
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ 134
3.1. Αεροπορικές μεταφορές 135
3.2. Ασφάλεια αεροσκαφών και επιβατών 138
3.3. Προστασία δικαιωμάτων επιβατών 139
ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ
ΟΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ
1.1. Εισαγωγή 141
1.2. Ιστορική εξέλιξη 141
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Η ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ [ΕΠΙΤΡΟΠΗ (EUROSTAT)] 144
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΚΩΔΙΚΑΣ ΟΡΘΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ 145
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
4.1. Το στατιστικό απόρρητο 148
4.2. Πρότυπο της ονοματολογίας εδαφικών στατιστικών μονάδων 149
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΟΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
5.1. Ιστορική εξέλιξη 150
5.2. Η Οδηγία 95/57/ΕΚ σχετικά με τη συλλογή στατιστικών στοιχείων
στον τομέα του τουρισμού 152
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
6.1. Τουρισμός, ταξίδι, επίσκεψη 154
6.2. Τουριστικά καταλύματα 157
6.3. Όγκος Τουρισμού 160
6.4. Χαρακτηριστικά των ταξιδιών 161
6.5. Χαρακτηριστικά των τουριστών 161
6.6. Στοιχεία για τις τουριστικές δαπάνες 161
ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ
ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΙΩΣΗ
ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΚΑΥΣΑΕΡΙΩΝ 163
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΥΔΑΤΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΣΗΣ
2.1. Εισαγωγή 169
2.2. Παρακολούθηση υδάτων κολύμβησης 169
2.3. Προσδιορισμός της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης 170
2.4. Ενημέρωση του κοινού 170
2.5. Εσωτερικό δίκαιο 170
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΑΓΡΙΩΝ ΖΩΩΝ ΣΕ ΖΩΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΚΗΠΟΥΣ
3.1. Εισαγωγή 172
3.2. H Οδηγία 1999/22/ΕΚ 172
3.3. Η συμμόρφωση της Ελλάδας 173
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ COVID-19 176
ΜΕΡΟΣ ΕΝΑΤΟ
Η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΞΕΝΑΓΗΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΞΕΝΑΓΗΣΗΣ
1.1. Το επάγγελμα του ξεναγού 179
1.2. Το κοινοτικό πλαίσιο 179
1.2.1. Οδηγία 2005/36/ΕΚ 180
1.2.2. Οδηγία 2006/123/ΕΚ 180
1.3. Η προσφυγή της Επιτροπής κατά κρατών – μελών
της Ευρωπαϊκής Ένωσης 181
1.3.1. Υπόθεση C-198/89 Επιτροπή κατά Ελλάδας 182
1.3.2. Υπόθεση C-154/89 Επιτροπή κατά Γαλλίας 184
1.3.3. Υπόθεση C-180/89 Επιτροπή κατά Ιταλίας 184
1.3.4. Υπόθεση C-375/92 Επιτροπή κατά Ισπανίας 185
1.3.5. Υπόθεση C-398/95 ΣΕΤΕ κατά Υπουργού Εργασίας 188
1.4. Κοινοβουλευτικές Ερωτήσεις για την άσκηση του επαγγέλματος
του ξεναγού 193
1.4.1. Γραπτή ερώτηση της 18ης Μαρτίου 1998 193
1.4.2. Γραπτή ερώτηση της 21ης Μαρτίου 2000 194
1.4.3. Γραπτή ερώτηση της 31ης Μαρτίου 2002 194
1.4.4. Γραπτή ερώτηση της 26ης Σεπτεμβρίου 2000 195
1.4.5. Γραπτή ερώτηση της 13ης Δεκεμβρίου 2000 196
1.4.6. Γραπτή ερώτηση της 8ης Φεβρουαρίου 2001 197
1.4.7. Γραπτή ερώτηση της 3ης Ιουλίου 2001 198
1.4.8. Γραπτή ερώτηση της 23ης Νοεμβρίου 2004 199
1.4.9. Γραπτή ερώτηση της 24ης Μαΐου 2005 199
1.4.10. Γραπτή ερώτηση της 9ης Μαΐου 2006 200
1.4.11. Προφορική ερώτηση της 17ης Δεκεμβρίου 2007 200
1.4.12. Γραπτή ερώτηση της 4ης Αυγούστου 2008 202
1.4.13. Αναφορά ξεναγού υπηκόου κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής
Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 202
1.5. Κριτική προσέγγιση 204
ΜΕΡΟΣ ΔΕΚΑΤΟ
Η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
1.1. Το ακτοπλοϊκό ζήτημα 209
1.2. Ιστορική εξέλιξη του θεσμικού πλαισίου της ακτοπλοΐας 210
1.3. Η πρώτη περίοδος εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου 213
1.4. Νομολογία Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης 214
1.4.1. Η υπόθεση C-288/02 214
1.4.2. Η απόφαση C-435/00 του ΔΕΚ 215
1.4.3. Η υπόθεση C-122/09 217
1.4.4. Οι υποθέσεις C-128/10 και C-129/10 219
1.5. Κοινοβουλευτικές ερωτήσεις 226
1.5.1. Κοινοβουλευτική ερώτηση για άγονες γραμμές
στις θαλάσσιες μεταφορές 227
1.5.2. Κοινοβουλευτική ερώτηση για την ανταγωνιστικότητα
των ελληνικών λιμανιών 228
1.6. Κριτική προσέγγιση 229
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 231
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ 235
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΡΩΝ 247
Σελ. 1
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Η ευρωπαϊκή ιδέα, προτού καταστεί πολιτικό εγχείρημα υπήρξε όραμα στον κύκλο των ανθρώπων του πνεύματος. Η προοπτική των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, κατά τη διατύπωση του Βίκτωρα Ουγκώ, αντιστοιχούσε σε ένα ανθρωπιστικό και ειρηνιστικό ιδανικό, το οποίο διέψευσαν βίαια οι τραγικές συγκρούσεις που συνέτριψαν τη γηραιά ήπειρο στη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Χρειάστηκαν οι προβληματισμοί που ανέπτυξαν τα κινήματα αντίστασης ενάντια στον ολοκληρωτισμό, κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, για να αναδυθεί η έννοια μιας οργάνωσης της ηπείρου ικανής να ξεπεράσει τους εθνικούς ανταγωνισμούς.
Την 9η Μαΐου 1950, ο Γάλλος υπουργός εξωτερικών Robert Schuman, βασιζόμενος στο σχέδιο του Jean Monnet, πρότεινε την οικονομική συνεργασία των ευρωπαϊκών κρατών για την εκμετάλλευση του άνθρακα και χάλυβα. Στην πρόταση αυτή ανταποκρίθηκαν έξι ευρωπαϊκά κράτη, το Βέλγιο, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, και υπέγραψαν την 18/4/1951 τη Συνθήκη των Παρισίων για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (Ε.Κ.Α.Χ.). Η προσκόλληση στο στόχο της ευρωπαϊκής ενότητας, μέσω της οικονομικής ολοκλήρωσης ενισχύθηκε όταν οι προαναφερόμενες έξι χώρες υπέγραψαν το Μάρτιο του 1957 στη Ρώμη τις συνθήκες για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (Ε.Κ.Α.Ε.) και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (Ε.Ο.Κ.). Από το 1957, τα έξι ιδρυτικά κράτη αποφάσισαν να οικοδομήσουν μια Οικονομική Κοινότητα πάνω στη βάση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, των υπηρεσιών και των εργαζομένων. Οι δασμοί στα βιομηχανικά προϊόντα καταργήθηκαν τον Ιούλιο του 1968 και τέθηκαν σε ισχύ κοινές πολιτικές, όπως η αγροτική και η εμπορική.
Η πρώτη διεύρυνση της Ε.Ο.Κ. πραγματοποιήθηκε την 01/01/1973, με την προσχώρηση της Δανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας. Η «Ευρώπη των έξι», γίνεται η «Ευρώπη των εννέα». Το έργο της Ε.Ο.Κ. εμβαθύνεται με την εφαρμογή νέων πολιτικών και κυρίως της κοινωνικής, περιφερειακής και περιβαλλοντικής πολιτικής.
Η θέσπιση, το 1979, του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος συνέβαλε στη σταθεροποίηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών και στη χάραξη εκ μέρους των κρατών με-
Σελ. 2
λών αυστηρών πολιτικών που τους επέτρεψαν να διατηρήσουν μεταξύ τους τις σχέσεις αλληλεγγύης και την πειθαρχία ενός ανοικτού οικονομικού χώρου.
Την 01/01/1981 ακολούθησε η δεύτερη διεύρυνση της Ε.Ο.Κ. με την προσχώρηση της Ελλάδας και την 01/01/1986 η τρίτη με την προσχώρηση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, οπότε δημιουργείται η «Ευρώπη των Δώδεκα». Με την προσχώρηση των ανωτέρω κρατών ενδυναμώθηκε η νότια πτέρυγα της Κοινότητας και κατέστη περισσότερο επιτακτική η εφαρμογή διαρθρωτικών προγραμμάτων με σκοπό τη μείωση των ανισοτήτων στην οικονομική ανάπτυξη μεταξύ των δώδεκα κρατών.
Το Φεβρουάριο του 1986 υπογράφεται στο Λουξεμβούργο, η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη που αποτελεί τη σημαντικότερη μεταρρύθμιση της Συνθήκης της Ρώμης. Με τη συνθήκη αυτή βελτιώνεται η λειτουργία της Κοινότητας (επέκταση της αρχής της πλειοψηφίας) διευρύνεται το πεδίο δραστηριότητάς της (νέες πολιτικές, Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία) και ενισχύονται οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Την 07/02/1992 υπογράφεται η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, γνωστή ως Συνθήκη του Μάαστριχτ, στην οποία προβλέπεται η δημιουργία της πολιτικής και της οικονομικής – νομισματικής ένωσης. Επίσης με τη συνθήκη αυτή ενισχύονται σημαντικά οι εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο νομοθετικό τομέα, στον τομέα του πολιτικού ελέγχου και του προϋπολογισμού.
Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που άρχισε να ισχύει την 1/11/1993, ανέθεσε στα κράτη μέλη την υλοποίηση ενός φιλόδοξου προγράμματος που περιλάμβανε τη νομισματική ένωση μέχρι το 1999, νέες κοινές πολιτικές, ευρωπαϊκή ιθαγένεια, κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας, και εσωτερική ασφάλεια.
Την 01/01/1995 με την προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας δημιουργείται η «Ευρώπη των Δεκαπέντε».
Μια ρήτρα αναθεώρησης που είχε συμπεριληφθεί στη Συνθήκη του Μάαστριχτ οδήγησε τα κράτη μέλη να διαπραγματευθούν μια νέα Συνθήκη που υπογράφηκε στο Άμστερνταμ την 02/10/1997, η οποία αναπροσάρμοσε και ενίσχυσε τις πολιτικές και τα μέσα της Ένωσης, κυρίως στους τομείς της συνεργασίας των δικαστικών αρχών, της ελεύθερης διακίνησης των προσώπων, της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής της δημόσιας υγείας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως άμεση δημοκρατική έκφραση της Ένωσης, ανέλαβε νέες αρμοδιότητες που θεμελιώνουν το ρόλο του ως συν-νομοθετικό όργανο.
Η Συνθήκη της Νίκαιας, που υπογράφηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2001, και τέθηκε σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2003, τροποποίησε τις συνθήκες επιφέροντας αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιβάλλοντας τον κανόνα της ψηφοφορίας με ενισχυμένη πλειοψηφία (σε αντικατάσταση της ομοφωνίας) σε πολλούς τομείς λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σελ. 3
Την 1η Μαΐου 2004 προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση η Κύπρος, η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Σλοβακία και η Σλοβενία.
Την 1η Ιανουαρίου 2007 προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση δύο κράτη η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Με τη νέα διεύρυνση ο αριθμός των κρατών-μελών ανήλθε σε 27.
Την 13η Δεκεμβρίου 2007 τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέγραψαν τη Συνθήκη της Λισαβόνας, η ισχύς της οποίας άρχισε την 1η Δεκεμβρίου 2009. Η Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύει την ικανότητα δράσης της Ένωσης εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη συνοχή των εξωτερικών παρεμβάσεων, μεγαλύτερο φάσμα εσωτερικών πολιτικών, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των διαφόρων πολιτικών της υπέρ των πολιτών και διαμορφώνει πιο σύγχρονους θεσμούς.
Σημαντική ημερομηνία για την Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί η 10η Δεκεμβρίου 2012, όταν της απονέμεται το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Με το βραβείο αυτό αναγνωρίζεται η συμβολή της Ένωσης στην προώθηση της διεθνούς ειρήνης, της συμφιλίωσης, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Την 1η Ιουλίου 2013 προσχωρεί η Κροατία στην Ευρωπαϊκή Ένωση με αποτέλεσμα τα κράτη μέλη να ανέλθουν στα 28.
Το 2016, μετά από δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο αποφασίσθηκε η αποχώρησή του από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αποχώρηση πραγματοποιήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2020. Μετά την αποχώρηση τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι 27.
Σελ. 4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΟΙ ΙΔΡΥΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ
Ως ιδρυτικές συνθήκες της ευρωπαϊκής ενοποίησης θεωρούνται η Συνθήκη των Παρισίων (1951) για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα/Ε.Κ.Α.Χ. και οι συνθήκες της Ρώμης (1957) για την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα/Ε.Ο.Κ. και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας/Ε.Κ.Α.Ε. Οι συνθήκες αυτές αποτέλεσαν τη βάση για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα καθώς εμπεριείχαν στοιχεία υπερεθνικότητας στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Απ’ αυτές, η συνθήκη των Παρισίων κατέχει ιδιαίτερη θέση στην ιστορική διαδρομή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και η συνθήκη Ε.Ο.Κ. υπήρξε η σημαντικότερη διότι σ’ αυτή οικοδομήθηκε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
1.1. Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα
Η συνθήκη για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (Ε.Κ.Α.Χ.), που είχε διάρκεια 50 ετών, υπογράφηκε στο Παρίσι την 18η Απριλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ την 23η Ιουλίου 1952.
Η συνθήκη Ε.Κ.Α.Χ. έθετε εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους καθώς απέβλεπε στη δημιουργία ζώνης ελευθέρων συναλλαγών και έθετε τα θεμέλια για μια κοινή αγορά για τις βασικές πρώτες ύλες μιας βιομηχανοποιημένης κοινωνίας, όπως του άνθρακα και χάλυβα και τα θραύσματα μετάλλων. Για τη διακίνηση αυτών των πρώτων υλών, η Ε.Κ.Α.Χ. απέκτησε υπερεθνικά χαρακτηριστικά καθώς τα κεντρικά της όργανα είχαν την αρμοδιότητα να καταργούν δασμολογικούς φραγμούς, να εναρμονίζουν εμπορικές πολιτικές κ.λπ.
1.1.1. Θεσμική δομή. Η Ε.Κ.Α.Χ. στηρίχθηκε σε τέσσερα βασικά όργανα, την Ανώτατη Αρχή, το Συμβούλιο Υπουργών, την Κοινή Συνέλευση και το Δικαστήριο.
Η Ανώτατη Αρχή εξοπλίσθηκε με διευρυμένες αρμοδιότητες που προσέδιδαν υπερεθνικό χαρακτήρα. Εξέδιδε αποφάσεις, συστάσεις και γνώμες. Είχε τη δυνατότητα της επιβολής προστίμου σε κράτος-μέλος που δεν εφάρμοζε τις αποφάσεις της.
Το Συμβούλιο Υπουργών αποτελείτο από τους Υπουργούς των εθνικών κυβερνήσεων με αναλογία ένας αντιπρόσωπος για κάθε κράτος-μέλος. Είχε ως σκοπό την εναρμόνιση της δράσης της Ανώτατης Αρχής και των Κυβερνήσεων όσον αφορά τη γενική οικονομική πολιτική του κάθε κράτους.
Σελ. 5
Η Κοινή Συνέλευση αποσκοπούσε στη δημοκρατικοποίηση της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων στην Ε.Κ.Α.Χ., αν και ο διορισμός των μελών της από τα εθνικά κοινοβούλια δεν συνηγορούσε στην επίτευξη αυτού του στόχου.
Το Δικαστήριο είχε ως έργο την επίλυση των διαφορών που προέκυπταν μεταξύ των κρατών-μελών, των οργάνων της Κοινότητας και μεταξύ των κρατών και των οργάνων.
1.1.2. Πολιτικές. Με τη συνθήκη της Ε.Κ.Α.Χ. επιδιώχθηκε και επιτεύχθηκε η κατάργηση των τελωνειακών δασμών και ποσοστώσεων, η άρση των μη δασμολογικών εμποδίων στις συναλλαγές, η αναδιάρθρωση των βιομηχανικών τομέων κ.λπ. Όμως η αδυναμία της Ανώτατης Αρχής στην εφαρμογή των πολιτικών της υπήρξε η αιτία να μην αναπτυχθούν ενιαίες δυτικο-ευρωπαϊκές βιομηχανίες στους κλάδους του άνθρακα και του χάλυβα παράλληλα με τη σταδιακή μείωση της σημασίας αυτών των κλάδων ως πηγών ενέργειας.
1.2. Συνθήκες της Ρώμης
Οι συνθήκες της Ρώμης υπογράφηκαν την 25η Μαρτίου 1957 και τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1958. Οι διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν της σύναψης των συνθηκών της Ρώμης, βασίσθηκαν στην έκθεση Spaak (υπουργού εξωτερικών του Βελγίου).
1.2.1. Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (Ε.Ο.Κ.) αποσκοπούσε στην αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων στο σύνολο της κοινότητας, στη συνεχή και ισόρροπη επέκταση της οικονομίας, στην αυξημένη σταθερότητα και στην ανύψωση του βιοτικού επιπέδου. Οι στόχοι αυτοί θα επιτυγχάνονταν μέσω της κοινής αγοράς και της προοδευτικής προσέγγισης των οικονομικών πολιτικών των κρατών-μελών. Έτσι η Ε.Ο.Κ. επεδίωξε να γίνει μια ζώνη ελευθέρων συναλλαγών, να θεσπίσει κοινό εξωτερικό δασμολόγιο με προοπτική μιας κοινής εμπορικής πολιτικής και να προωθήσει την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων μεταξύ των κρατών-μελών.
1.2.2. Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (Ε.Κ.Α.Ε.) είχε ως σκοπό τη δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για την ίδρυση και ανάπτυξη βιομηχανιών παραγωγής ατομικής ενέργειας. Έτσι, στο πλαίσιο αυτό, προβλέφθηκε η ανάπτυξη της έρευνας, η θέσπιση κανόνων ασφάλειας και προστασίας της υγείας των εργαζομένων στις βιομηχανίες παραγωγής ατομικής ενέργειας καθώς και του πληθυσμού, η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων που επενδύονται στην παραγωγή ατομικής ενέργειας και επιστημονικού προσωπικού μεταξύ των κρατών-μελών και η καλλιέργεια πνεύματος συνεργασίας στον τομέα της ατομικής ενέργειας με στόχο τη χρήση της μόνο για ειρηνικούς σκοπούς.
Σελ. 6
1.2.3. Η θεσμική δομή. Όπως η Ε.Κ.Α.Χ., έτσι και η Ε.Ο.Κ. και η Ε.Κ.Α.Ε. διέθεταν τέσσερα κύρια όργανα, την Επιτροπή, το Συμβούλιο Υπουργών, τη Συνέλευση και το Δικαστήριο.
Η Επιτροπή, που αντικατέστησε την Ανώτατη Αρχή της Ε.Κ.Α.Χ., είχε την κύρια νομοθετική πρωτοβουλία και ορισμένες αρμοδιότητες σχετικά με την εφαρμογή των πολιτικών. Όμως στερήθηκε τη δυνατότητα να επιβάλλει τις αποφάσεις της στα κράτη-μέλη.
Το Συμβούλιο Υπουργών κατέστη το κύριο όργανο λήψης αποφάσεων καθώς ενισχύθηκε με περισσότερες εξουσίες. Οι αποφάσεις του λαμβάνονταν με ομοφωνία, με απόλυτη πλειοψηφία ή με ειδική πλειοψηφία, ανάλογα με τις περιπτώσεις ποτ προβλέπονταν στις συνθήκες.
Το Δικαστήριο είχε ως αρμοδιότητα την τήρηση του δικαίου κατά την εφαρμογή της συνθήκης.
1.3. Η Συνθήκη Συγχώνευσης
Η συνθήκη αυτή υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 8 Απριλίου 1965 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου του 1967. Με τη συνθήκη θεσπίσθηκε και για τις τρεις Κοινότητες, ένα ενιαίο Συμβούλιο Υπουργών και ενοποιήθηκαν σε μια Επιτροπή, η Ανώτατη Αρχή της Ε.Κ.Α.Χ., η Επιτροπή της Ε.Κ.Α.Ε. και η Επιτροπή της Ε.Ο.Κ.
Η συγχώνευση αφορούσε μόνο τα όργανα και όχι τις Κοινότητες, ούτε τις συνθήκες, βάσει των οποίων λειτουργούσαν τα συγχωνευμένα όργανα. Η συνθήκη αυτή καταργήθηκε με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ του 1997. Η συνθήκη είναι γνωστή και ως συνθήκη σύστασης κοινού Συμβούλιου και κοινής Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Σελ. 7
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΕΝΙΑΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΡΑΞΗ
2.1. Διακυβερνητική Διάσκεψη
Η Διακυβερνητική Διάσκεψη που κατέληξε στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1985 άρχισε τις εργασίες της στο δεύτερο εξάμηνο του 1985. Επίσημα υπογράφηκε το Φεβρουάριο του 1986 και τέθηκε σε ισχύ στα μέσα του 1987.
2.2. Περιεχόμενο
Η Ε.Ε.Π. αποτελεί σταθμό στην εξέλιξη της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Με τη συνθήκη αυτή δόθηκε σημαντική ώθηση στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
2.2.1. Θεσμική δομή. Με στόχο την αποτελεσματικότητα στη λήψη αποφάσεων στο Συμβούλιο Υπουργών, θεσπίσθηκε η διαδικασία συνεργασίας ως νέα νομοθετική διαδικασία. Έτσι, επεκτάθηκε η ειδική πλειοψηφία στη λήψη αποφάσεων και καθιερώθηκε η δεύτερη ανάγνωση των νομοθετικών προτάσεων. Η διαδικασία της συνεργασίας εναρμονίστηκε σε πολλούς νομοθετικούς τομείς. Ενισχύθηκε ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τη θέσπιση της διαδικασίας σύμφωνης γνώμης, που κατέστησε απαραίτητη τη σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την αποδοχή νέων μελών στην Κοινότητα και για τη σύναψη συμφωνίας σύνδεσης της Κοινότητας και τρίτων χωρών. Επίσης επήλθε νομική αναγνώριση στις συναντήσεις των αρχηγών των κρατών-μελών που είχαν αρχίσει να πραγματοποιούνται από το 1975. Προβλέφθηκε επίσης η ίδρυση του Πρωτοδικείου.
2.2.2. Πολιτικές. Στη Συνθήκη της Ε.Ο.Κ. ενσωματώθηκαν πολλοί νέοι τομείς πολιτικής όπως το περιβάλλον, η έρευνα και η τεχνολογική ανάπτυξη. Επίσης, η αρχή της συνοχής εισήχθηκε για πρώτη φορά στο κοινοτικό δίκαιο και με την Ε.Ε.Π. προστέθηκε ο τίτλος V για την οικονομική και κοινωνική συνοχή. Στη Συνθήκη Ε.Ο.Κ. ενσωματώθηκε ως συγκεκριμένος στόχος η δημιουργία της εσωτερικής αγοράς μέχρι το 1992.
Σελ. 8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ
3.1. Διαπραγματευτική Διάσκεψη
Η Συνθήκη υπογράφηκε την 7η Φεβρουαρίου 1992 στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας και τέθηκε σε ισχύ την 1/1/1993. Η σύγκληση των διακυβερνητικών διασκέψεων είχε αποφασισθεί για την οικονομική και νομισματική ένωση τον Δεκέμβριο 1989 στο Στρασβούργο και για την πολιτική ένωση, τον Ιούνιο 1990 στο Δουβλίνο. Οι δύο αυτές διακυβερνητικές διασκέψεις έλαβαν χώρα παράλληλα. Άρχισαν την 15η Δεκεμβρίου 1990 στη Ρώμη και περατώθηκαν την 11η Δεκεμβρίου 1991 στο Μάαστριχτ.
H συνθήκη αποτελεί τη σπουδαιότερη μέχρι τότε τροποποίηση των ευρωπαϊκών συνθηκών, σπουδαιότερη και από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1986.
3.2. Περιεχόμενο της Συνθήκης
Τα κυριότερα σημεία της συνθήκης αφορούν την ουσιώδη διεύρυνση του πεδίου δραστηριοτήτων της ευρωπαϊκής κοινότητας, την εξέλιξη σε οικονομική και νομισματική ένωση και στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τη συνθήκη του Μάαστριχτ ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση που θεμελιώνεται στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και συμπληρώνεται με νέες κοινοτικές πολιτικές και νέες μορφές συνεργασίας. Έτσι με τη συνθήκη αυτή, οι ιδρυτικές συνθήκες, όχι μόνο τροποποιούνται, αντικαθίστανται και συμπληρώνονται αλλά πλήρως αναδιαρθρώνονται με αποτέλεσμα να μετονομασθούν σε Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
3.2.1. Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο σκοπός της συνθήκης του Μάαστριχτ ήταν η προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η νέα συνθήκη ίδρυσε την Ευρωπαϊκή Ένωση όχι όμως ως διάδοχη οργάνωση των ευρωπαϊκών κοινοτήτων, στις οποίες βασίζεται. Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας έγιναν και κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία οφείλει να σέβεται την εθνική τους ταυτότητα. Η εθνική ταυτότητα των κρατών-μελών αποτελεί όριο που θεσπίζει η νέα συνθήκη και το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί η
Σελ. 9
δράση της Κοινότητας. Επίσης αναγνωρίσθηκε η ευρωπαϊκή ταυτότητα και η σημασία της ευρωπαϊκής συνείδησης χωρίς όμως η εθνική ταυτότητα να εμποδίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Ένωση να εξαλείφει την εθνική συνείδηση.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέστη η ενιαία στέγη και των τριών κοινοτήτων που διατηρούν τις χωριστές νομικές τους προσωπικότητες αλλά με μειωμένη πρακτική σημασία καθώς είναι νομικά αδύνατη η χωριστή προσχώρηση σε μία από αυτές. Η προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντικατέστησε την προσχώρηση στις τρεις κοινότητες. Επισημαίνεται ότι στη Συνθήκη του Μάαστριχτ δεν προβλέφθηκε ρητά η νομική προσωπικότητα της Ένωσης.
Με τη συνθήκη ενισχύθηκε η αρχή της επικουρικότητας. Σύμφωνα με τη σχετική διάταξη, η αρχή της επικουρικότητας δεν εφαρμόζεται στους τομείς που υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Η Κοινότητα δρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας μόνο σε περιπτώσεις που τα κράτη-μέλη αδυνατούν να ενεργήσουν αποτελεσματικά και οι επιδιωκόμενοι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο. Είναι χαρακτηριστικό το προοίμιο της ΣυνθΕΕ που αναφέρει ότι οι αποφάσεις θα λαμβάνονται όσο το δυνατό πιο κοντά στους πολίτες, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας.
Ενισχύθηκε η αρχή της συνοχής (οικονομικής και κοινωνικής) καθώς διατυπώθηκε ρητά ότι στις αποστολές της Κοινότητας εντάσσεται η προαγωγή ενός υψηλού βαθμού σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων και η οικονομική και κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών. Με τις νέες διατάξεις της συνθήκης, τέθηκε η νομική βάση για τη σχετική δραστηριότητα της Κοινότητας και κυρίως των διαρθρωτικών της ταμείων, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και άλλων δημοσιονομικών οργάνων της. Επίσης προβλέφθηκαν τα διευρωπαϊκά δίκτυα δηλαδή τα δίκτυα που αναφέρονται στην υποδομή των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας, με έμφαση στην ανάγκη σύνδεσης των νησιωτικών, μεσογειακών και περιφερειακών περιοχών της Κοινότητας με τις κεντρικές περιοχές. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέφθηκε η ίδρυση του Ταμείου Συνοχής, μέχρι τα τέλη του 1993, με σκοπό τη χρηματοδότηση αντίστοιχων προγραμμάτων.
Με τη ΣυνθΕΕ θεσπίσθηκε η ιθαγένεια της Ένωσης και ως πολίτης της Ένωσης χαρακτηρίσθηκε κάθε πρόσωπο που έχει την υπηκοότητα κράτους-μέλους. Η ιθαγένεια της Ένωσης επιφέρει τέσσερις έννομες συνέπειες, α) ελευθερία κυκλοφορίας και διαμονής, β) δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις δημοτικές εκλογές και στις εκλογές ευρωβουλευτών του τόπου της παραμονής, γ) δικαίωμα διπλωματικής και προξενικής προστασίας στην επικράτεια τρίτης χώρας από τις διπλωματικές ή προξενικές αρχές οποιουδήποτε άλλου κράτους-μέλους, σε περίπτωση που δεν αντιπροσωπεύεται η χώρα των ενδιαφερόμενων, και δ) δικαίωμα αναφοράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και καταγγελίας στο Διαμεσολαβητή που ως θεσμός εισήχθη για πρώτη φορά. Η κτήση και η απώλεια της ιθαγένειας της Ένω-
Σελ. 10
σης ταυτίζεται με την κτήση και απώλεια της ιθαγένειας οποιουδήποτε κράτους-μέλους, που κρίνεται αποκλειστικά με βάση το εθνικό δίκαιο του κάθε κράτους.
3.2.2. Θεσμική δομή. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ ενίσχυσε το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, προήγαγε το Ελεγκτικό Συνέδριο σε πλήρες όργανο, ανασχημάτισε την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, δημιούργησε νέα όργανα και οργανισμούς στο πλαίσιο της σταδιακής δημιουργίας μιας οικονομικής και νομισματικής ένωσης.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απέκτησε δικαίωμα έμμεσης νομοθετικής πρωτοβουλίας καθώς με τη νέα συνθήκη ορίσθηκε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί με πλειοψηφία των μελών του να ζητά από την Επιτροπή να υποβάλλει κατάλληλες προτάσεις για θέματα, για τα οποία απαιτείται κατά τη γνώμη του, να εκπονηθούν κοινοτικές πράξεις προκειμένου να πραγματοποιηθεί η συνθήκη αυτή. Η ΣυνθΕΕ διεύρυνε τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη νομοθετική διαδικασία καθώς, πέρα από τη διατηρούμενη διαδικασία της συνεργασίας, προέβλεψε τη διαδικασία της συναπόφασης. Σύμφωνα με αυτή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απέκτησε την εξουσία να παρεμποδίζει οριστικά την ψήφιση μιας πρότασης της Επιτροπής που ενέκρινε το Συμβούλιο. Πρόκειται για πολύπλοκη διαδικασία. Επίσης προβλέφθηκε η Επιτροπή Συνδιαλλαγών μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, προκειμένου να βρίσκεται αποδεκτή λύση, όταν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει αντιρρήσεις.
Επίσης, προβλέφθηκε η συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία διορισμού του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής καθώς και η εξάρτηση αυτής από την εμπιστοσύνη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που μπορεί να αρθεί με πλειοψηφία των 2/3 και να την εξαναγκάσει σε συλλογική παραίτηση. Η νέα συνθήκη διεύρυνε τις ελεγκτικές εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο δημοσιονομικό τομέα και αναγνώρισε σ’ αυτό το δικαίωμα να συστήνει προσωρινή εξεταστική επιτροπή για διερεύνηση κάθε καταγγελίας για παράβαση ή κακή διοίκηση κατά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου. Επιπρόσθετα, εισήχθη νέο δημοσιονομικό καθεστώς για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο έχει το δικαίωμα άσκησης προσφυγής για τη διατήρηση των προνομίων του. Για πρώτη φορά αναγνωρίσθηκε η σημασία των πολιτικών κομμάτων, καθώς διατυπώθηκε ρητά ότι τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο συνιστούν σημαντικό παράγοντα για την ολοκλήρωση της ένωσης και συμβάλλουν στη διαμόρφωση ευρωπαϊκής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ένωσης.
Το Συμβούλιο παρέμεινε το κύριο νομοθετικό όργανο της Κοινότητας και την προετοιμασία του έργου του αναλαμβάνει ρητά η Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων των κρατών-μελών.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς διατυπώθηκε ρητά ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δίνει στην Ένωση την αναγκαία ώθηση για την ανάπτυξή της και καθορίζει τους γενικούς πολιτικούς προσανατολισμούς της.
Σελ. 11
Με τη νέα συνθήκη ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ορίζεται από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών με κοινή συμφωνία, μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η θητεία των μελών της Επιτροπής επεκτάθηκε από τα 4 έτη στα 5 έτη. Η νέα συνθήκη διεύρυνε τον κύκλο αρμοδιοτήτων της Επιτροπής ακόμη και στους εξωκοινοτικούς τομείς της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, της δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων, προβλέποντας ότι η Επιτροπή συμπράττει πλήρως στις σχετικές εργασίες. Παράλληλα ενισχύθηκε η θέση της Επιτροπής με διάφορα δικαιώματα συμμετοχής σε άλλα όργανα.
Το Δικαστήριο, σύμφωνα με τη νέα συνθήκη, απέκτησε νέες εξουσίες ελέγχου. Ο δικαστικός έλεγχος επεκτάθηκε στις πράξεις άλλων κοινοτικών οργάνων και οργανισμών.
Επίσης, το Ελεγκτικό Συνέδριο προήχθη σε κύριο όργανο, χωρίς όμως να συμβούν μεταβολές στη σύνθεσή του ή στις αρμοδιότητές του.
Τέλος, ιδρύθηκε η Επιτροπή των Περιφερειών, ως ένα συλλογικό όργανο με συμβουλευτικό χαρακτήρα.
3.2.3. Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Βασική καινοτομία της Συνθήκης είναι η οικονομική και νομισματική ένωση. Η νέα συνθήκη δεν αρκέστηκε στη θεώρηση της οικονομικής πολιτικής ως θέματος κοινού ενδιαφέροντος για τα κράτη-μέλη αλλά περιέλαβε κανόνες για την εναρμόνιση της οικονομικής πολιτικής των κρατών-μελών και την ενσωμάτωσή τους στην οικονομική πολιτική της Κοινότητας. Επέβαλε το συντονισμό στο πλαίσιο του Συμβουλίου μέσω της έκδοσης «γενικών προσανατολισμών» και της άσκησης «πολυμερούς επιτήρησης». Οι γενικοί προσανατολισμοί που εκδίδονται από το Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία, αφορούν την οικονομική πολιτική όχι μόνο των κρατών-μελών αλλά και της Κοινότητας. Η πολυμερής εποπτεία, που ασκείται από το Συμβούλιο, αποσκοπεί στην εξασφάλιση του συντονισμού της οικονομικής πολιτικής των κρατών-μελών και της Κοινότητας και στη σύγκλιση διαρκείας των οικονομικών επιδόσεων των κρατών-μελών. Η νομισματική πολιτική αποσκοπεί στη σύσταση Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (Ε.Σ.Κ.Τ.) και ανεξάρτητης Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Ε.Κ.Τ.), στην εισαγωγή ενιαίου νομίσματος και στον καθορισμό ενιαίας νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής. Κύριος στόχος του Ε.Σ.Κ.Τ. είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών.
Η Ε.Κ.Τ. απέκτησε αυτοτελείς αρμοδιότητες για τη λειτουργία της νομισματικής πολιτικής της Κοινότητας. Οι αρμοδιότητες αυτές είναι κανονιστικές, αποφασιστικές, εκτελεστικές και συμβουλευτικές. Επίσης είχε την αρμοδιότητα έκδοσης τραπεζογραμματίων και επιβολής προστίμων. Στη Συνθήκη προβλέφθηκε ότι η οικονομική και νομισματική ένωση θα πραγματοποιηθεί σε τρία στάδια. Στο πρώτο στάδιο, το κάθε κράτος-μέλος ανέλαβε την υποχρέωση να άρει όλους τους περιορισμούς στην ελευθερία κίνησης κεφαλαίων και πληρωμών, να καταργήσει τις ιδιαίτερες πιστωτικές διευκολύνσεις που απολάμβαναν η τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οι δημόσιες επιχειρήσεις στην εθνική κεντρική τράπεζα, να υιοθετήσει
Σελ. 12
πολυετή προγράμματα που διασφαλίζουν τη διαρκή σύγκλιση, που είναι αναγκαία για την επίτευξη της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Το Συμβούλιο αξιολογεί, βάσει εκθέσεων της Επιτροπής την πρόοδο σχετικά με την οικονομική και νομισματική σύγκλιση, ιδίως σχετικά με τη σταθερότητα των τιμών και την εξυγίανση των οικονομικών και την πρόοδο σχετικά με την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου για την εσωτερική αγορά.
Στο δεύτερο στάδιο, που άρχιζε την 1/1/1994, προβλέφθηκε η ίδρυση του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ιδρύματος που είχε συντονιστικές, εποπτικές και συμβουλευτικές αρμοδιότητες. Τα κράτη-μέλη ανέλαβαν την υποχρέωση να προσαρμόσουν τη νομοθεσία τους στη νέα συνθήκη και στο καταστατικό του Ε.Σ.Κ.Τ. Επίσης τέθηκαν τέσσερα κριτήρια σύγκλισης δηλαδή το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του Α.Ε.Π., το κρατικό χρέος δεν πρέπει να υπερβαίνει το 60% του Α.Ε.Π., ο πληθωρισμός δεν πρέπει να απέχει περισσότερο από 1,5 μονάδα από τον πληθωρισμό των τριών κρατών-μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας τιμών και το μακροπρόθεσμο επιτόκιο του τελευταίου έτους δεν πρέπει να υπερβαίνει περισσότερο από 2% το επιτόκιο των τριών κρατών-μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας τιμών.
Στο τρίτο στάδιο, που θα άρχιζε την 1/1/1997 ή το αργότερο την 1/1/1999, προβλέφθηκε να ορισθούν αμετάκλητα οι συναλλαγματικές ισοτιμίες για τα νομίσματα των κρατών-μελών. Επίσης ορίσθηκε ότι την πρώτη ημέρα του τρίτου σταδίου το Ε.Σ.Κ.Τ. και η Ε.Κ.Τ. ασκούν πλήρως τις εξουσίες τους και η Ε.Κ.Τ. αναλαμβάνει τις αρμοδιότητες του Ε.Ν.Ι.
3.2.4. Νέα πεδία δράσης. Με τη Συνθήκη Μάαστριχτ εισήχθη νέο κεφάλαιο που αναφέρεται στην παιδεία, στην επαγγελματική εκπαίδευση και στη νεολαία, διατηρώντας παράλληλα το σεβασμό στην αρμοδιότητα των κρατών-μελών για το περιεχόμενο της διδασκαλίας, την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος, την πολιτισμική και γλωσσική πολυμορφία. Επίσης, για πρώτη φορά εισήχθησαν διατάξεις για τον πολιτισμό. Διατυπώθηκε ότι η Κοινότητα συμβάλλει στην ανάπτυξη των πολιτισμών των κρατών-μελών και σέβεται την εθνική και περιφερειακή πολυμορφία και παράλληλα προβάλλει την κοινή πολιτισμική κληρονομιά. Επιπρόσθετα, εισήχθησαν διατάξεις για τη δημόσια υγεία και υγιεινή της εργασίας καθώς και για την προστασία των καταναλωτών. Η νέα συνθήκη πρόβλεψε τη συστηματική συνεργασία των κρατών-μελών για την άσκηση κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας καθώς και για τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και τη διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας.
Σελ. 13
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ
4.1. Διακυβερνητική Διάσκεψη
Η διακυβερνητική διάσκεψη για την αναθεώρηση των Συνθηκών διήρκεσε 15 μήνες. Επίσημα άρχισε τις εργασίες της την 29 Μαρτίου 1996, στο Τορίνο, και ολοκληρώθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Άμστερνταμ την 16η και 17η Ιουνίου 1997. Η σύγκλησή της προβλεπόταν στις Συνθήκες και έγινε κατ’ εφαρμογή της σχετικής πρόβλεψης για αναθεώρηση αλλά οφειλόταν και σε πληθώρα λόγων όπως ήταν η ενδυνάμωση του δημοκρατικού χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να προσεγγίζει τον ευρωπαίο πολίτη, η προσαρμογή του θεσμικού οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη μεγάλη διεύρυνση που θα ακολουθούσε και η διαμόρφωση μιας εμφανούς και αποτελεσματικής κοινής εξωτερικής πολιτικής.
Η Ελλάδα συμμετείχε στη διακυβερνητική διάσκεψη με σκεπτικό και ολοκληρωμένη πρόταση που διατυπώθηκε στο κείμενο «Για μια δημοκρατική Ευρώπη με πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο». Στόχος της ελληνικής συμμετοχής ήταν η απασχόληση, η ενίσχυση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, η ενδυνάμωση των αρχών της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης, η ανάπτυξη της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας και ο σεβασμός της ακεραιότητας και των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης, η ανάπτυξη των νησιών, κ.λπ.
4.2. Περιεχόμενο
Η Συνθήκη του Άμστερνταμ υπογράφηκε την 17η Ιουνίου 1997, τέθηκε σε ισχύ την 1 Μαΐου 1999 και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης EE C 340 της 10/11/1997. Με τη συνθήκη σημειώνεται πρόοδος σε βασικά θέματα και συγκεκριμένα στη θεσμική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις σχέσεις Ένωσης-πολιτών, στην κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και στη συνεργασία στους τομείς της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.
4.2.1. Θεσμική δομή. Η συνθήκη κατέστησε τη θεσμική δομή της Ένωσης πιο αποτελεσματική, ιδίως με την επέκταση της διαδικασίας συναπόφασης Κοινοβουλίου και Συμβουλίου και τη λήψη αποφάσεων με πλειοψηφία.
Σελ. 14
Στην προσπάθεια περιορισμού του «δημοκρατικού ελλείμματος»,
α) Ενισχύθηκε ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με πληθώρα αναθεωρημένων διατάξεων και με τη θετική παρέμβασή του στα κοινοτικοποιημένα θέματα του Γ’ πυλώνα (άσυλο, μετανάστευση) και στη διακυβερνητική συνεργασία στο χώρο της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.
β) Αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα στα εθνικά κοινοβούλια να συμμετέχουν στο νομοθετικό έργο της Ένωσης, καθώς αφενός παρασχέθηκε στη Διάσκεψη των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και Εθνικών Κοινοβουλίων η δυνατότητα να υποβάλλουν εισηγήσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή και αφετέρου εισήχθη σύστημα ενημέρωσης των εθνικών κοινοβουλίων μέσω της αποστολής σ’ αυτά εγγράφων διαβουλεύσεων της Επιτροπής και των νομοθετικών προτάσεων. Ενισχύθηκε ο ρόλος του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος ασκεί την πολιτική καθοδήγησής της. Ο ορισμός του Προέδρου εγκρίνεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Με τη Συνθήκη διατηρείται ο κεντρικός ρόλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο θεσμικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα ενισχύθηκαν οι καθοδηγητικές εξουσίες του, ιδίως σε θέματα Κ.Ε.Π.Π.Α. όπως για παράδειγμα η δυνατότητα να χαράσσει κατευθύνσεις σε θέματα για τα οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση προσφεύγει στη Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση.
Οι αρμοδιότητες του ΔΕΚ διευρύνθηκαν και αποσαφηνίσθηκαν σχετικά με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Απέκτησε την αρμοδιότητα να αποφαίνεται με προδικαστικές αποφάσεις για το κύρος και την ερμηνεία των αποφάσεων – πλαίσιο, την ερμηνεία των συμβάσεων και την ερμηνεία των εκτελεστικών μέτρων.
Η Επιτροπή Περιφερειών αναβαθμίσθηκε και απέκτησε δική της ταυτότητα, καθώς καταρτίζει αυτόνομα τον εσωτερικό της κανονισμό (χωρίς να τον υποβάλλει στο Συμβούλιο Υπουργών για τελική έγκριση) και παύει να διαθέτει κοινή γραμματειακή υποστήριξη με την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.
Ο ρόλος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής αναβαθμίσθηκε πλήρως καθώς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να ζητά τη γνώμη της και διευρύνθηκε το πεδίο γνωμοδότησης π.χ. κοινωνικά θέματα, ίση μεταχείριση, ίσες ευκαιρίες κ.λπ..
Οι αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενισχύθηκαν. Ο έλεγχος της νομιμότητας και κανονικότητας των εσόδων και εξόδων επεκτάθηκε πέρα των κοινοτικών οργανισμών, στις εγκαταστάσεις κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου που λαμβάνει πληρωμές από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.
4.2.2. Σχέσεις Ένωσης – πολιτών. Η Συνθήκη του Άμστερνταμ προσέδωσε κοινωνική διάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την έφερε πιο κοντά στον πολίτη. Στους γενικούς στόχους της Ένωσης, συμπεριλαμβάνεται με ρητή διάταξη η επιδίωξη ενός υψηλού επιπέδου απασχόλησης και η ανάπτυξη συντονισμένης στρατηγικής για την απασχόληση.
Σελ. 15
Η προαγωγή της απασχόλησης κατέστη θέμα κοινού ενδιαφέροντος που λαμβάνεται υπόψη κατά τη χάραξη και εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών και δραστηριοτήτων. Πρέπει να επισημανθεί ότι προστέθηκε στη Συνθήκη νέος τίτλος για την Απασχόληση που περιλαμβάνει έξι άρθρα. Σ’ αυτά, χωρίς να εγκαταλείπεται η εθνική αρμοδιότητα για τα θέματα απασχόλησης, προβλέφθηκε η στενότερη συνεργασία και ο συντονισμός της δράσης των εθνικών πολιτικών στο πλαίσιο του Συμβουλίου. Επίσης ενισχύθηκε θεσμικά και ουσιαστικά η μέριμνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα κοινωνικά δικαιώματα. Για πρώτη φορά στη Συνθήκη γίνεται αναφορά στο Κοινοτικό Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων των Εργαζομένων του 1989 και στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του Τορίνο, του 1961. Τονίζεται ότι εισήχθη διάταξη, σύμφωνα με την οποία, κάθε χώρα που υποβάλλει αίτηση ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να σέβεται τις θεμελιώδεις αρχές, στις οποίες βασίζεται η Ένωση. Επίσης, για πρώτη φορά στην ιστορία της ευρωπαϊκής οικοδόμησης προβλέφθηκαν κυρώσεις σε βάρος κράτους-μέλους που παραβιάζει τις θεμελιώδεις ελευθερίες.
Σύμφωνα με νέα διάταξη, το Συμβούλιο απέκτησε τη δυνατότητα να μπορεί να αναλαμβάνει την κατάλληλη δράση προκειμένου να καταπολεμά τις διακρίσεις βάσει φύλου, φυλής, θρησκείας, αναπηρίας, ηλικίας, εθνικής καταγωγής, σεξουαλικής προτίμησης. Με τη συνθήκη ενισχύθηκε η διαφάνεια στη λειτουργία των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς ρητή διάταξη προέβλεψε ότι κάθε πολίτης της Ένωσης και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατοικεί ή έχει την καταστατική του έδρα σε κράτος-μέλος, έχει δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα του Ε.Κ. και της Επιτροπής.
4.2.3. Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας. Με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, βελτιώθηκε ο θεσμικός μηχανισμός της Κ.Ε.Π.Π.Α. για να ανταποκρίνεται στις κρίσεις και αποσαφηνίστηκαν οι στόχοι και οι αρχές της πολιτικής αυτής. Επίσης φάνηκε να τίθεται ο πυρήνας της κοινής άμυνας. Οι στόχοι της Κ.Ε.Π.Π.Α. διευρύνθηκαν καθώς συμπεριλήφθηκε σ’ αυτούς η διαφύλαξη της ακεραιότητας της Ένωσης και της διατήρησης της ειρήνης και της διεθνούς ασφάλειας σύμφωνα με τις αρχές του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι και του στόχους του Χάρτη των Παρισίων. Επίσης αναγνωρίσθηκε ρητά ο στόχος της σταδιακής διαμόρφωσης κοινής αμυντικής πολιτικής με το ενδεχόμενο της κοινής άμυνας με σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Στο πλαίσιο αυτό αποφασίσθηκε η ενίσχυση των θεσμικών σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ΔΕΕ και προβλέφθηκε ρητά η δυνατότητα μελλοντικής συγχώνευσής τους με απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Στη Συνθήκη του Άμστερνταμ ενσωματώθηκαν οι αποστολές Peterseberg ως πρώτη έκφραση της κοινής άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στις αποστολές Petersberg περιλαμβάνεται κάθε αποστολή που αναφέρεται σε ανθρωπιστική βοήθεια, σε αποκατάσταση της ειρήνης, σε διατήρηση της ειρήνης, σε διάσωση, σε διαχείριση κρίσεων. Επίσης, με ρητή διάταξη, ανατέθηκε στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου ο ρόλος του ύπατου αντιπροσώπου της Κ.Ε.Π.Π.Α..
Σελ. 16
4.2.4. Συνεργασία στους τομείς δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων. Με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ σημειώθηκε η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση στα λεγόμενα θέματα του Γ’ πυλώνα και βελτιώθηκε η δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων. Στη συνθήκη προστέθηκε ένα νέο τμήμα με την ονομασία «Ελευθερία, Ασφάλεια και Δικαιοσύνη» που αναφέρεται στις θεμελιώδεις ελευθερίες, στην απαγόρευση των διακρίσεων και στην προοδευτική εδραίωση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Σ’ αυτό εντάσσεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, το άσυλο, η μετανάστευση, η αστυνομική και δικαστική συνεργασία για την καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος π.χ. τρομοκρατία, απάτη, ναρκωτικά κ.λπ. και γενικά σε ποινικά θέματα. Επίσης, μέσω της συνθήκης, ενσωματώθηκε στο σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης το κεκτημένο «Schengen» ενώ προβλέφθηκαν ειδικές ρυθμίσεις για τη σχετική εφαρμογή του από τρεις χώρες (Βρετανία, Δανία και Ιρλανδία).
Σελ. 17
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΝΙΚΑΙΑΣ
5.1. Διαπραγματευτική Διάσκεψη
Η Συνθήκη της Νίκαιας υπογράφηκε την 26η Φεβρουαρίου 2001 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2003. Υπήρξε αποτέλεσμα Διακυβερνητικής Διάσκεψης, η σύγκληση της οποίας είχε προβλεφθεί σε πρωτόκολλο σχετικά με τα όργανα ενόψει της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης της Συνθήκης του Άμστερνταμ. Η Διακυβερνητική Διάσκεψη άρχισε τις εργασίες της τον Φεβρουάριο του 2000 και κατέληξε στη Συνθήκη της Νίκαιας, η οποία οριστικοποιήθηκε σε πολιτικό επίπεδο κατά τη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Νίκαιας στις 11 Δεκεμβρίου 2000. Η Διάσκεψη αυτή είχε λάβει σαφή εντολή να προετοιμάσει την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη διεύρυνση, αναθεωρώντας τέσσερις βασικούς τομείς των Συνθηκών α) το μέγεθος και τη σύνθεση της Επιτροπής, β) τη στάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο, γ) την επέκταση του συστήματος λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία και δ) τις ενισχυμένες συνεργασίες.
5.2. Περιεχόμενο της Συνθήκης
Η Συνθήκη της Νίκαιας τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Συνθήκες για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ορισμένες συναφείς Πράξεις. Σκοπός της Συνθήκης της Νίκαιας ήταν η μεταρρύθμιση της θεσμικής δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις της νέας διεύρυνσης. Με τη Συνθήκη της Νίκαιας, αυξήθηκαν οι νομοθετικές και ελεγκτικές αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου και επεκτάθηκε σε περισσότερους τομείς το σύστημα ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία στους κόλπους του Συμβουλίου. Στη Συνθήκη της Νίκαιας δεν συμπεριλήφθηκε ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είχε υπογραφεί με πανηγυρική διακήρυξη στη Νίκαια την 8η Δεκεμβρίου 2000, από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Συμβουλίου).
Η θεσμική μεταρρύθμιση που πραγματοποιήθηκε στη Νίκαια χαρακτηρίστηκε ως «τεχνική» και «περιορισμένη». Ουσιαστικά, η Συνθήκη δεν διαταράσσει καθόλου τη θεσμική ισορροπία. Επιφέρει περισσότερο προσαρμογές γύρω από δύο βασικούς άξονες δηλαδή τη λειτουργία και τη σύνθεση των θεσμικών οργάνων και τις ενισχυμένες συνεργασίες. Στο περιθώριο των συζητήσεων για τη μεταρρύθμιση των θεσμικών οργάνων εξετάστηκαν και ορισμένα θέματα μη θεσμικού χαρακτήρα.
Σελ. 18
5.2.1. Θεσμική δομή. Η Διακυβερνητική Διάσκεψη έλαβε αποφάσεις σχετικά με τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτοντας τη βάση για τη σχεδιαζόμενη μεγάλη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης προέβη σε κάποια εμβάθυνση προωθώντας περαιτέρω τη διαδικασία ολοκλήρωσης μέσω της αναγνώρισης αυξημένων εξουσιών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και της επέκτασης της νομικής βάσης για τη λήψη αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία στο Συμβούλιο.
Οι εξουσίες του προέδρου της Επιτροπής ενισχύθηκαν. Ο πρόεδρος απέκτησε την αρμοδιότητα να αποφασίζει για την εσωτερική οργάνωση της Επιτροπής και να κατανέμει τις αρμοδιότητες στα μέλη της, έχοντας παράλληλα το δικαίωμα να ζητεί την παραίτηση μέλους μετά από έγκριση του Σώματος. Επίσης απέκτησε το δικαίωμα να ορίζει τους αντιπροέδρους μετά από έγκριση του Σώματος.
Ο αριθμός των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αυξήθηκε σε 732. Αναφορικά με την κατανομή των εδρών μεταξύ των κρατών-μελών έλαβαν χώρα έντονες διαπραγματεύσεις λόγω και της μελλοντικής διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι αρμοδιότητες των δύο δικαστηρίων τροποποιήθηκαν και λόγω της μελλοντικής διεύρυνσης. Διευρύνθηκε ο κύκλος των υποθέσεων που εκδίκαζε το Πρωτοδικείο με σκοπό να μειωθεί ο φόρτος εργασίας του ΔΕΚ. Οι κανονισμοί των δύο δικαστηρίων έγιναν πιο λειτουργικοί και ο αριθμός των δικαστών του ΔΕΚ έμεινε αμετάβλητος, ενώ καθορίσθηκε για πρώτη φορά στη σύνθεση του Πρωτοδικείου η αναλογία ένας τουλάχιστον δικαστής ανά κράτος-μέλος.
5.2.2. Διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η Συνθήκη της Νίκαιας κατέστησε πιο ευέλικτο το σύστημα των ενισχυμένων συνεργασιών καθώς εισήγαγε ελαστικότερους όρους, κατάργησε το δικαίωμα αρνησικυρίας και επέκτεινε συναφείς τομείς. Επίσης, επέκτεινε το σύστημα λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία σε τριάντα περίπου νέους τίτλους.
5.2.3. Άλλες μεταρρυθμίσεις. Με τη συνθήκη προσδιορίσθηκαν νέες μορφές συνεργασίας στον τομέα της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος με παράλληλη υποστήριξη της ευρωπαϊκής μονάδας δικαστικής συνεργασίας (Eurojust). Επίσης τέθηκαν δύο νέοι στόχοι κοινωνικής πολιτικής δηλαδή η καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και ο εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Σε δηλώσεις και πρωτόκολλα που προσαρτήθηκαν στη Συνθήκη εμπεριέχονται μεταρρυθμίσεις που αφορούν τα θεμελιώδη δικαιώματα, την ασφάλεια και την άμυνα, τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και το καθεστώς των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Σελ. 19
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΙΣΑΒΟΝΑΣ
6.1. Διακυβερνητική διάσκεψη
Οι διαδοχικές διευρύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού των κρατών-μελών της σε 27, κατέστησαν αναγκαία την ανάλογη προσαρμογή της λειτουργίας των θεσμικών οργάνων και της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων. Με σκοπό να βρεθεί εναλλακτική λύση στη συνταγματική συνθήκη και να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις, συγκλήθηκε στη Λισαβόνα, στις 23 Ιουλίου 2007, νέα διακυβερνητική διάσκεψη. Την 13η Δεκεμβρίου 2007, οι 27 αρχηγοί κρατών ή κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέγραψαν στη Λισαβόνα τη νέα μεταρρυθμιστική συνθήκη. Η Συνθήκη της Λισαβόνας τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2009, αφού επικυρώθηκε από όλα τα κράτη-μέλη, σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς τους κανόνες.
6.2. Περιεχόμενο
Στη συνθήκη της Λισαβόνας εμπεριέχονται οι περισσότερες θεσμικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις που προβλέπονταν στο Σύνταγμα με διαφορετική όμως μορφή. Η συνθήκη της Λισαβόνας μεταρρύθμισε πολλές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επαναπροσδιόρισε και ενίσχυσε τις δράσεις που πραγματοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η συνθήκη αυτή δεν αντικαθιστά τις ιδρυτικές συνθήκες, απλώς τις τροποποιεί, και με αυτό τον τρόπο παρουσιάζεται ως μία σειρά τροποποιήσεων στις ιδρυτικές συνθήκες. Αυτή η αλλαγή μορφής δεν έχει επιπτώσεις σε νομικό επίπεδο, αλλά έχει μεγάλο αντίκτυπο σε συμβολικό και πολιτικό επίπεδο. Έτσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση βασίζεται σε δύο ιδρυτικές συνθήκες δηλαδή στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που είναι γνωστή ως «Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
6.2.1. Θεσμική δομή. Η συνθήκη της Λισαβόνας μεταρρυθμίζει τα θεσμικά όργανα και βελτιώνει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενισχύει τη δη-
Σελ. 20
μοκρατική διάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταρρυθμίζει τις εσωτερικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενισχύει την εξωτερική πολιτική της.
Λόγω της αύξησης του αριθμού των κρατών μελών, ήταν αναγκαία η μεταρρύθμιση των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συνθήκη της Λισαβόνας αλλάζει τους κανόνες σχετικά με τη σύνθεση της Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής των Περιφερειών και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής. Επίσης, αλλάζει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο Συμβούλιο, καταργεί το παλαιό σύστημα στάθμισης των ψήφων και προβαίνει σε νέο ορισμό της ειδικής πλειοψηφίας για την ψήφιση των αποφάσεων. Η ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία στο Συμβούλιο επεκτείνεται σε νέους τομείς πολιτικής ώστε η διαδικασία λήψης αποφάσεων να είναι ταχύτερη και αποτελεσματικότερη. Από το 2014 και μετά, η ειδική πλειοψηφία θα βασίζεται στη διττή πλειοψηφία των κρατών μελών και των πληθυσμών, εκπροσωπώντας έτσι τη διττή νομιμότητα της Ένωσης. Διττή πλειοψηφία επιτυγχάνεται όταν μία απόφαση λαμβάνεται από το 55% των κρατών μελών που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 65% του πληθυσμού της Ένωσης.
Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενισχύεται. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αποκτά νέες σημαντικές εξουσίες όσον αφορά τη νομοθεσία και τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και τις διεθνείς συμφωνίες. Ειδικότερα, η αυξημένη χρήση της διαδικασίας συναπόφασης κατά την άσκηση της πολιτικής διασφαλίζει την ισότιμη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με το Συμβούλιο, το οποίο εκπροσωπεί τα κράτη μέλη για το μεγαλύτερο μέρος της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα εθνικά κοινοβούλια έχουν περισσότερες ευκαιρίες να συμμετέχουν στις εργασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως χάρη σε έναν νέο μηχανισμό που διασφαλίζει ότι η Ένωση ενεργεί μόνον στις περιπτώσεις που μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα αποτελέσματα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (επικουρικότητα). Σε συνδυασμό με τον ενισχυμένο ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το γεγονός αυτό θα προωθήσει τη δημοκρατία και τη νομιμότητα κατά τη λειτουργία της Ένωσης.
Επιπρόσθετα, η συνθήκη της Λισαβόνας δημιουργεί δύο νέα αξιώματα στο πλαίσιο της θεσμικής αρχιτεκτονικής της Ευρωπαϊκή Ένωσης, δηλαδή τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τον ύπατο εκπρόσωπο για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας επιδιώκει να αποσαφηνίσει και να βελτιώσει τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γι’ αυτό καταργεί την παλαιά δομή σε πυλώνες και προβαίνει σε νέα κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών-μελών. Επίσης, η συνθήκη της Λισαβόνας απλουστεύει τις νομοθετικές διαδικασίες και την τυπολογία των νομικών πράξεων που εγκρίνονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η συνθήκη της Λισαβόνας προσδίδει μεγαλύτερη ευελιξία στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καθιερώνει πολλές θεσμικές ρήτρες με στόχο τη διευκόλυνση της ευρωπαϊκής οικοδόμησης σε ορισμένους πολιτικούς τομείς.