ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 32€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 76,00 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18706
Αντωνόπουλος Κ., Μαγκλιβέρας Κ.
Αρώνη Χ., Γουργουρίνης Α., Δούση Ε., Ζάικος Ν., Κυριακόπουλος Γ., Κωνσταντινίδης Α., Λέκκας Σ.-Ι., Μαρούδα Ν.-Μ., Μερκούρης Π., Μπαντέκας Η., Οικονομοπούλου Α., Παπασταυρίδης Ε., Περγαντής Β., Πλακοκέφαλος Η., Σαλωνίδης Κ., Σαράντη Β., Σαρηγιαννίδης Μ., Σκουτέρης Θ., Συρίγος Α., Τζεβελέκος Β., Τζιβάρας Ι., Τσιλώνης Β.
  • Εκδοση: 4η 2022
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 976
  • ISBN: 978-960-654-814-7

Το Δίκαιο της Διεθνούς Κοινωνίας αποτελεί συλλογική προσπάθεια 24 Ελλήνων διεθνολόγων της ημεδαπής και της αλλοδαπής να παρουσιάσουν ένα σύγχρονο εγχειρίδιο για το διεθνές δίκαιο καλύπτοντας τις περισσότερες θεματικές ενότητές του. Μέσα σε μία διαρκώς μεταβαλλόμενη διεθνή κοινωνία, το διεθνές δίκαιο προσπαθεί να ανταποκριθεί και να επιλύσει τα προβλήματα και τις προκλήσεις που συνεχώς εμφανίζονται. Η παρούσα τέταρτη έκδοση φιλοδοξεί, εξετάζοντας τόσο την θεωρία όσο και την πράξη του διεθνούς δικαίου, να καταστεί ένα σύγχρονο εγχειρίδιο, το οποίο θα καλύψει τις ανάγκες τόσο των φοιτητών όσο και των ερευνητών αλλά και όσων ασχολούνται επαγγελματικά με το διεθνές δίκαιο.
Μέσα από την ανάλυση και τον σχολιασμό των Αποφάσεων του Διεθνούς Δικαστηρίου αλλά και άλλων διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων και με εξαντλητικές αναφορές στην Ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία, το Δίκαιο της Διεθνούς Κοινωνίας παρουσιάζει με εύληπτο και συστηματικό τρόπο όλες σχεδόν τις πτυχές του διεθνούς δικαίου. Παράλληλα, προβάλλει την πρακτική των κρατών αλλά και την δράση των μη κρατικών δρώντων, με έμφαση στους διεθνείς οργανισμούς.
Στόχος της έκδοσης παραμένει το Δίκαιο της Διεθνούς Κοινωνίας να αποτελέσει «εργαλείο» και για όλους εκείνους που ασχολούνται με τομείς του διεθνούς δικαίου σε υπουργεία, σε δημόσιους οργανισμούς, σε δικηγορικές εταιρείες, σε ΜΚΟ, κ.λπ., αλλά και για οποιονδήποτε θα ήθελε να πληροφορηθεί τι είναι αυτό το «διεθνές δίκαιο» για το οποίο γίνεται τόσο πολύ λόγος αλλά εξακολουθεί να παραμένει άγνωστο και απρόσιτο.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 4ης ΕΚΔΟΣΗΣ VII

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 3ης ΕΚΔΟΣΗΣ IX

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 2ης ΕΚΔΟΣΗΣ XI

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1ης ΕΚΔΟΣΗΣ XIII

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ XIX

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΗΝ ΔΙΕΘΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Κεφάλαιο 1 – Η φύση και η λειτουργία του διεθνούς δικαίου

(Θωμάς Σκουτέρης) 3

Κεφάλαιο 2 – Η ιστορία του διεθνούς δικαίου

(Βασίλειος Περγαντής) 27

Κεφάλαιο 3 – Οι πηγές του διεθνούς δικαίου

(Κωνσταντίνος Σαλωνίδης) 63

Κεφάλαιο 4 – Οι σχέσεις μεταξύ διεθνούς και εσωτερικού δικαίου

(Ιωάννης Π. Τζιβάρας) 89

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ

Κεφάλαιο 5 – Το κράτος

(Άγγελος Συρίγος) 111

Κεφάλαιο 6 – Αναγνώριση κρατών

(Χαρίκλεια Αρώνη) 157

Κεφάλαιο 7 – Οι διεθνείς οργανισμοί

(Κωνσταντίνος Δ. Μαγκλιβέρας) 173

Κεφάλαιο 8 – Το άτομο και άλλες οντότητες

(Σωτήριος-Ιωάννης Λέκκας και Πάνος Μερκούρης) 217

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

Η ΕΔΑΦΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ

Κεφάλαιο 9 – Έδαφος και κτήση εδαφικής κυριαρχίας

(Νικόλαος Ζάικος) 251

Κεφάλαιο 10 – Η αρμοδιότητα των κρατών

(Χαρίκλεια Αρώνη) 283

Κεφάλαιο 11 – Ετεροδικία/Ασυλίες

(Βασιλική Σαράντη) 297

Κεφάλαιο 12 – Δίκαιο της Θάλασσας

(Ευθύμιος Παπασταυρίδης) 329

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΔΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΕΣ

Κεφάλαιο 13 – Δίκαιο των διεθνών συνθηκών

(Αριστοτέλης Κωνσταντινίδης) 407

Κεφάλαιο 14 – Μονομερείς δικαιοπραξίες και μνημόνια συνεννόησης

(Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης) 453

ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ

Η ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΒΟΛΗ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ

Κεφάλαιο 15 – Η διεθνής ευθύνη των κρατών και των διεθνών
οργανισμών

(Εμμανουέλα Δούση) 481

Κεφάλαιο 16 – Διπλωματική προστασία

(Αριστοτέλης Κωνσταντινίδης/Βασίλειος Περγαντής) 523

ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ

Η ΕΙΡΗΝΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ

Κεφάλαιο 17 – Η επίλυση των διαφορών από το Διεθνές Δικαστήριο
των Ηνωμένων Εθνών

(Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος) 551

Κεφάλαιο 18 – Διεθνής διαιτησία επί διακρατικών διαφορών

(Νικόλαος Ζάικος) 589

Κεφάλαιο 19 – Οι διπλωματικές μέθοδοι επιλύσεως των διαφορών

(Κωνσταντίνος Δ. Μαγκλιβέρας) 609

ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ

Κεφάλαιο 20 – Η Διεθνής Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

(Αναστασία Οικονομοπούλου, Βασίλης Π. Τζεβελέκος) 637

Κεφάλαιο 21 – Διεθνές οικονομικό δίκαιο: Διεθνείς εμπορικές σχέσεις

(Αναστάσιος Γουργουρίνης) 685

Κεφάλαιο 22 – Η διεθνής προστασία του περιβάλλοντος

(Ηλίας Πλακοκέφαλος) 713

Κεφάλαιο 23 – Δίκαιο της χρήσης βίας

(Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος) 743

Κεφάλαιο 24 – Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο των ενόπλων συρράξεων

(Μαρία - Ντανιέλλα Μαρούδα) 783

Κεφάλαιο 25 – Διεθνές ποινικό δίκαιο

(Ηλίας Μπαντέκας) 831

Κεφάλαιο 26 – Διεθνής Ποινική Δικαιοσύνη

(Βίκτωρ Τσιλώνης ) 869

Κεφάλαιο 27 – Κυβερνοχώρος και Διεθνές Δίκαιο

(Γιώργος Κυριακόπουλος) 911

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 937

1

 

 

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΗΝ ΔΙΕΘΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

3

Κεφάλαιο 1

Η φύση και η λειτουργία του διεθνούς δικαίου

Θωμάς Σκουτέρης

Βιβλιογραφία: Ευσταθιάδης Κ., Διεθνές Δίκαιο, 1977. – Ιωάννου Κ./Οικονομίδη Κ./Ροζάκη Χ./Φατούρου Α., Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο. Σχέσεις Διεθνούς και Εσωτερικού Δικαίου, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1990. – Ιωάννου Κρ./Περράκης Στ., Εισαγωγή στη Διεθνή Δικαιοσύνη, Τόμος Α’, 3η έκδ., Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2009. – Μαριάς Ε., Η Δανειακή Σύμβαση Ελλάδας - Κρατών Ευρωζώνης υπό το πρίσμα των θεσμών και του δικαίου της ΕΕ, 58 ΝοΒ 2204-2222 (2010). – Οικονομίδης Κ., Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Παραδόσεις, Β ΄Εκδοση, Σάκκουλας, 1990. – Ραυτόπουλος Ε., Διαδρομή, Θεωρία και Γλώσσα του Διεθνούς Δικαίου: «Αντικειμενισμός» ή Διεθνές Κοινό Συμφέρον, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1997. – Ρούκουνας Εμμ., Διεθνές Δίκαιο, Τόμος Πρώτος, 3η έκδ., Σάκκουλας 2004. – Σεφεριάδης Στ., Μαθήματα Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου, Τόμος Ι, 1920; Τόμος ΙΙ, 1928-1929.
Τενεκίδης Γ.Κ., Δημόσιον Διεθνές Δίκαιον, Τρίτη Έκδοση, Παπαζήσης, 1977. – Álvarez Α., The New International Law, 15 Transactions of the Grotius Society 35-51 (1930). – Anghie A., Imperialism, Sovereignty, and the Making of International Law, Cambridge University Press, 2004. – Austin J., The Province of Jurisprudence Determined, Cambridge University Press, 1832/1995. – Badawi N., Islamic Jurisprudence on the Regulation of Armed Conflict, Brill, 2019 – Bergbohm C., Staatsverträge und Gesetze als Quellen des Völkerrechts, Εκδ. C. Mattiesen, 1877. Brierly J.L., The Law of Nations – An Introduction to the International Law of Peace, 2η έκδ., Clarendon Press, 1936. – Brownlie I., Principles of Public International Law, 4η έκδ., Oxford University Press, 1990. – Brownlie Ι., The Rule of Law in International Affairs: International Law at the 50th Anniversary of the United Nations, Kluwer Law International, 1998. – Carty A. (επιμ.), Post-Modern Law: Enlightenment, Revolution, and the Death of Man, Edinburgh University Press, 1990. – Cassese A., International Law, 2η έκδ., Oxford University Press, 2005. – Cavaglieri A., Il Diritto Internazionale E Il Rapporto Giuridico Tra Stato E Territorio, 1904. – Charlesworth H., Chinkin C. & Wright S., Feminist Approaches to International Law, 85 American Journal of International Law (1991): 613-645. – Foucault M., Η Αρχαιολογία της Γνώσης (μετάφραση Κωστής Παπαγιώργης), Εξάντας, 1987. – Goldsmith J./Posner E., The Limits of International Law, Oxford University Press, 2005. Grotius H., De jure belli ac pacis, Carnegie Endowment for International Peace - The Classics of International Law, Τόμοι Α΄-Γ΄, The Translation, Οξφόρδη-Λονδίνο, 1925. Hart H.L.A., The Concept of Law, Oxford University Press, 1961. Jellinek G., Die rechtliche Natur der Staatenverträge, Hoelder, 1880. – Jellinek G., Algemeine Staatslehre, Haering, 1900.
Kelsen H., Pure Theory of Law, translated from the second revised and enlarged German edition by Max Knight, University of California Press, 1967. – Kennedy D., International Legal Structures, Nomos Publishers, 1987. – Kennedy D., The Dark Side of Virtue: Reassessing International Humanitarianism, Princeton University Press, 2004. – Knop Κ., Diversity and Self-Determination in International Law, Cambridge University Press, 2002. Koskenniemi M., From Apology to Utopia: The Structure of International Legal Argument, The Finnish Lawyer’s Company, 1989. – Koskenniemi M., The Gentle Civilizer of Nations: The Rise and Fall of International Law 1870-1960, Cambridge University Press, 2002. Kunz J., The Swing of the Pendulum: From Over-Estimation to Under-Estimation of International Law, 44 American Journal of International Law

4

135-140 (1950). – Lauterpacht H., The Function of Law in the International Community, Clarendon Press, 1933. – Lyotard J.-F., Η Μεταμοντέρνα Κατάσταση, μετ. Κ. Παπαγιώργης, Εκδόσεις Γνώση, 1993. – Marks S., The Riddle of All Constitutions: International Law, Democracy and the Critique of Ideology, Oxford University Press, 2000. – Midgley Ε.Β.F., The Natural Law Tradition and the Theory of International Relations, Barnes and Noble Books, 1975. – Morgenthau H., Politics Among Nations: The Struggle for Power and Peace, Knopf, 1948. – Oppenheim L., The Future of International Law, Clarendon Press, 1921. – Orford A., Reading Humanitarian Intervention: Human Rights and the Use of Force in International Law, Cambridge University Press, 2003.
Pagden A. & Lawrance J. (επιμ.), Vitoria: Political Writings, Cambridge University Press, 1991.
Pahuja S., Technologies of Empire: IMF Conditionality and the Reinscription of the North/South Divide, Leiden Journal of International Law 13 (2000): 749-812. – Pearce - Higgins A., ‘The Law of Peace’ 4 British Yearbook of International Law 153 (1923-1924). – Politis N., The New Aspects of International Law: A Series of Lectures Delivered at Columbia University, Carnegie Endowment for International Peace, 1928. – Ross A., On Law and Justice, Stevens & Sons, 1958. – Scelle G., Précis de droit des gens, Sirey, 1923. – Rajagopal B., International Law from Below: Development, Social Movement and Third World Resistance, Cambridge University Press, 2003. – Scharf M., International Law and the Torture Memos, 42 Case Western Reserve Journal of International Law 321-358 (2009-2010). – Schmitt C., Der Begriff des Politischen, Hanseatische Verlagsanstalt, 1933. Simpson G., Great Powers and Outlaw States: Unequal Sovereigns in the International Legal Order, Cambridge University Press, 2004. – Simma B. & Pulkowski D., Of Planets and the Universe: Self-Contained Regimes in International Law, 17 European Journal of International Law 483-529 (2006). – Skouteris T., The Notion of Progress in International Law Discourse, T.M.C. Asser Press, 2010. – Slaughter A.M., International Law in a World of Liberal States, 6 European Journal of International Law 1-39 (1995). – de Vattel E., The Law of Nations: or Principles of the Law of Nature, Applied to the Contact and Affairs of Nations and Sovereigns, Johnson and Co, 1866. – Wolff C., The Law of Nations Treated according to a Scientific Method, Clarendon Press, 1764/1934. – Ziccardi P., La costituzione dell’ ordinamento internazionale, Giuffrè Editore, 1943.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Τι είναι το δημόσιο διεθνές
δίκαιο; 1-3

2. Διεθνές δίκαιο και κοινωνία 4-8

3. Το διεθνές δίκαιο σε σύγκριση
με το εσωτερικό δίκαιο 9-12

4. Η δομή του διεθνούς δικαίου 13-16

5. Προσεγγίσεις για τη φύση και
τη λειτουργία του διεθνούς δικαίου 17-50

5.1 Νατουραλισμός 18-22

5.2 Θετικισμός 23-31

5.3 Η σύγχρονη κυρίαρχη
προσέγγιση: Πραγματισμός 32-50

5.3.1 Φορμαλισμός 37-41

5.3.2 Σκεπτικισμός 42-46

5.3.3 Νέες Προσεγγίσεις 47-50

6. Συμπεράσματα 51-55

 

5

1. Τι είναι το δημόσιο διεθνές δίκαιο;

  1. 1

Το δημόσιο διεθνές δίκαιο μπορεί να περιγραφεί ως «χωριστός κλάδος δικαίου, που περιλαμβάνει σύστημα κανόνων, οι οποίοι διέπουν τις σχέσεις ανάμεσα στα υποκείμενα της διεθνούς κοινωνίας, δηλαδή πρωτίστως τα κράτη, αλλά και άλλες οντότητες προικισμένες με διεθνή προσωπικότητα, όπως είναι κυρίως οι διεθνείς διακρατικοί οργανισμοί»[1]. Ο ορισμός αυτός παραμένει δόκιμος στις μέρες μας για τουλάχιστον τρεις λόγους. Πρώτον, εστιάζει ορθά στο ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος ως την πρωταρχική έκφραση της ατομικότητας στις διεθνείς σχέσεις. Δεύτερον, αναγνωρίζει ότι άλλες οντότητες, όπως οι διεθνείς διακρατικοί οργανισμοί, οι πολυεθνικές εταιρείες, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, τα κυβερνητικά και μη κυβερνητικά δίκτυα, αλλά και τα φυσικά πρόσωπα, συνιστούν δυναμικούς παράγοντες δράσης στη διεθνή σκηνή. Τρίτον, αποφεύγει να πάρει θέση στο ακανθώδες ερώτημα του σκοπού που το διεθνές δίκαιο (οφείλει να) υπηρετεί. Ως σκοπός του δημόσιου διεθνούς δικαίου θα μπορούσε, ενδεχομένως αναντίρρητα, να οριστεί η διαφύλαξη της διεθνούς ειρήνης, ασφάλειας και δικαιοσύνης. H εξάλειψη της φτώχειας, η δημοκρατική διακυβέρνηση, η προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας, ή των δικαιωμάτων των γυναικών συνιστούν, άραγε, μέρος του σκοπού του διεθνούς δικαίου; Πώς προτεραιοποιούνται οι διαφορετικοί σκοποί του; Όσοι επικαλούνται ή εφαρμόζουν το διεθνές δίκαιο ενδέχεται να αντιλαμβάνονται διαφορετικά τους σκοπούς του, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αυτοί πρέπει να ιεραρχούνται στις «δύσκολες περιπτώσεις» της καθημερινής πρακτικής. Πώς, για παράδειγμα, ιεραρχείται η προστασία της κυριαρχίας ενός κράτους σε σχέση με την ανάγκη επέμβασης στο εσωτερικό του για την προστασία πληθυσμών από συστηματικές και σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Εντέλει, στη θεωρία αλλά και από την πρακτική των κρατών προκύπτει αμφισβήτηση όχι ως προς το εάν το διεθνές δίκαιο οφείλει να έχει σκοπό την ειρήνη, τη δικαιοσύνη και την ασφάλεια, αλλά και ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα παραπάνω ερμηνεύονται και συνιστούν τη νομική βάση για την λήψη των αποφάσεων.

  1. 2

Ένας άλλος χρήσιμος τρόπος περιγραφής της λειτουργίας του διεθνούς δικαίου, αν και δίχως νομικό χαρακτήρα, προσφέρεται εξετάζοντάς το όχι μόνο ως σύνολο κανόνων ή σκοπών αλλά ως «λόγο» (discourse). Η έννοια του «λόγου», δόκιμη στις σύγχρονες κοινωνικές επιστήμες, μπορεί να κατανοηθεί με απλούς όρους ως ένας ιδιαίτερος τρόπος ομιλίας για τον κόσμο και κατανόησής του[2]. Με αυτή την έννοια μιλούμε για ιατρικό, πολιτικό, οικονομικό ή νομικό «λόγο» προκειμένου να αναφερθούμε στους διαφορετικούς τρόπους (στα διαφορετικά λεξιλόγια ή σύνολα εκφάνσεων του λόγου) που θα χρησιμοποιούσε ένας γιατρός, ένας πολιτικός επιστήμονας, ένας οικονομολόγος ή ένας νομικός μιλώντας στην επιστημονική τους γλώσσα για το ίδιο θέμα. Το δημόσιο διεθνές δίκαιο διαθέτει λοιπόν ύπαρξη στον πραγματικό κόσμο και ως «λόγος», αλλά όχι με τρόπο που του επιτρέπει να οριστεί αυστηρά (αντικειμενικά) ως αντικείμενο του φυσικού κόσμου. Σύμφωνα με αυτή την περιγραφή της λειτουργίας του, το

6

διεθνές δίκαιο, όπως και οι υπόλοιποι «λόγοι», δημιουργήθηκε και δημιουργείται σε διαφορετικές ιστορικές στιγμές ως γλώσσα διαμεσολάβησης ανάμεσα στον λεγόμενο «πραγματικό κόσμο» και στην επιθυμία να υιοθετηθούν ρυθμιστικές λύσεις προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματά του.

  1. 3

Ο τρόπος με τον οποίο ορίζουμε το διεθνές δίκαιο συνεπώς εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο ορίζουμε τον «πραγματικό κόσμο» που επιχειρούμε να ρυθμίσουμε. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αδύνατον να οριστεί το διεθνές δίκαιο. Σημαίνει μόνον ότι κάθε ορισμός εμπεριέχει μια υποκειμενική (και άρα μερική) περιγραφή της διεθνούς κοινωνίας, εστιάζοντας σε συγκεκριμένα επιλεγμένα χαρακτηριστικά της, και εξαιρώντας άλλα.

2. Διεθνές δίκαιο και κοινωνία

  1. 4

Στην εποχή μας το δημόσιο διεθνές δίκαιο συνυφαίνεται με την καθημερινή κοινωνική και πολιτική ζωή με πρωτοφανή ένταση για τα ιστορικά χρονικά. Η πρώτη μας επαφή με το διεθνές δίκαιο έχει συνήθως τη μορφή ειδήσεων που απασχολούν τους τίτλους των MME. Άλλοτε αφορά τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας και την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, άλλοτε τις προσφυγικές ροές ή τη δράση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας αναφορικά με την πανδημία που προκλήθηκε από τον κορονοϊό SARS-CoV-2 το 2019. Άλλες φορές πάλι μια απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που αφορά τη χρήση βίας, ή τον πιο πρόσφατο γύρο διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο ενός διακρατικού οργανισμού. Όλα αυτά αποτελούν εκφάνσεις του δημόσιου διεθνούς δικαίου που επηρεάζουν, άμεσα ή έμμεσα, τη ζωή όλων μας. Τούτη η αίσθηση ότι το δημόσιο διεθνές δίκαιο «μας αφορά όλους» πηγάζει από την ολοένα πιο ισχυρή αντίληψη ότι σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο πιο «παγκοσμιοποιημένο» από ποτέ άλλοτε. Πολλά φλέγοντα ζητήματα της εποχής μας, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η οικονομία, η φτώχεια, η μετανάστευση, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η δημόσια υγεία, κατανοούνται πλέον ως προβλήματα τα οποία μπορούν να επιλυθούν μόνον εφόσον υιοθετηθούν λύσεις τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.

  1. 5

Το διεθνές δίκαιο συνιστά ουσιαστική παράμετρο για τη διαμόρφωση των βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων της εθνικής πολιτικής. Οι διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τα όρια της συμπεριφοράς τους. Οι διακρατικοί οργανισμοί, όπως ο ΟΗΕ, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), ή ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ)[3] επιτελούν καίριο στρατηγικό ρόλο στην προαγωγή ή τη νομιμοποίηση των στόχων εξωτερικής πολιτικής. Τα διεθνή δικαστήρια (όπως το Διεθνές Δικαστήριο ή το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου)[4] μπορούν να διαδραματίσουν κομβικό ρόλο στην οριστική επίλυση διαφορών, οι οποίες επηρεάζουν τη ζωή πολλών ανθρώπων.

7

  1. 6

Όπως δε αναφέρθηκε παραπάνω, το διεθνές δίκαιο κατέχει κεντρική θέση στο δημόσιο λόγο ως γλωσσικό ιδίωμα, ως τρόπος έκφρασης και επικοινωνίας πολιτικών και κοινωνικών διεκδικήσεων που υπερβαίνει τον αυστηρά νομικό διάλογο. Όροι δανεισμένοι από το διεθνές δίκαιο (π.χ. από το δίκαιο των ανθρώπινων δικαιωμάτων) συνιστούν αναπόσπαστο στοιχείο πολιτικής αντιπαράθεσης. Οι θέσεις των πολιτικών κομμάτων σε ζητήματα διεθνούς δικαίου ή διεθνούς πολιτικής μπορούν εν μέρει να καθορίσουν τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων. Επομένως, το διεθνές δίκαιο, εκτός από σύνολο νομικών κανόνων, συνιστά τρόπο οριοθέτησης καθημερινών προβλημάτων αλλά και γλωσσικό ιδίωμα πολιτικής αντιπαράθεσης.

  1. 7

Η γοητεία του διεθνούς δικαίου έγκειται σε μεγάλο βαθμό στην κοινή πεποίθηση ότι συμβάλλει αποφασιστικά στην κοινωνική πρόοδο[5] και αποτελεί την μοναδική ίσως εγγύηση για τη διαφύλαξη της παγκόσμιας ειρήνης και ευημερίας. Για παράδειγμα, το Προοίμιο του Χάρτη του ΟΗΕ διακηρύττει ότι στους σκοπούς του οργανισμού συγκαταλέγονται «η κοινωνική πρόοδος και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου μέσα σε μεγαλύτερη ελευθερία». Συνδέουμε, λοιπόν, το διεθνές δίκαιο με σύμβολα της κοινωνικής προόδου, όπως τα δικαιώματα του ανθρώπου, την ανθρωπιστική βοήθεια, τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, ή και με καθημερινά ζητήματα, όπως τις τηλεπικοινωνίες, τις μεταφορές, και το εμπόριο.

  1. 8

Σπάνια θεωρούμε ότι το διεθνές δίκαιο ευθύνεται για τις πιο σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ιστορίας, όπως τις ένοπλες συρράξεις, τις γενοκτονίες, την αποικιοκρατία, τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, ή τη φτώχεια. Αυτό οφείλεται στο ότι προτιμούμε να αντιμετωπίζουμε τα παραπάνω όχι ως υποπροϊόντα του διεθνούς δικαίου αλλά ως αποτελέσματα της απουσίας του, της παραβίασης ή της ελλιπούς εφαρμογής του. Ωστόσο, το διεθνές δίκαιο, παρά τη σπουδαία συμβολή του στην ανθρώπινη πρόοδο, έχει εμπλακεί (και συνεχίζει να εμπλέκεται) σε λιγότερο ένδοξες στιγμές της ιστορίας[6]. Το Άρθρο 22 του Συμφώνου της Κοινωνίας των Εθνών, για παράδειγμα, συνέβαλε στη διαιώνιση του αποικιοκρατικού καθεστώτος κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου μέσω του συστήματος των εντολών. Με τον τρόπο αυτό, η Κοινωνία των Εθνών ανέθεσε την «κηδεμονία» των λαών που «δεν ήταν ακόμη ικανοί να ανταπεξέλθουν από μόνοι τους στις δυσχερείς συνθήκες του σύγχρονου κόσμου» στα λεγόμενα «προηγμένα έθνη», εννοώντας με τον όρο αυτό ελάχιστα δυτικοευρωπαϊκά κράτη[7]. Το ΔΝΤ, ένας οικονομικός διεθνής οργανισμός της μεταπολεμικής περιόδου, προσφέρει στα κράτη μέλη την υποστήριξή του (π.χ. τα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής) με βάση συγκεκριμένες «προϋποθέσεις» («conditionalities»). Ένα παράδειγμα που αφορά άμεσα τη διαμόρφωση εθνικής οικονομικής πολιτικής της χώρας μας ήταν

8

και ο διακανονισμός χρηματοδότησης άμεσης ετοιμότητας μεταξύ Ελλάδος και ΔΝΤ το 2010[8]. Οι «προϋποθέσεις» όμως της οικονομικής υποστήριξης συχνά παρεμποδίζουν την κοινωνική σταθερότητα οδηγώντας σε αύξηση της φτώχειας στα κράτη που δέχονται τη βοήθεια, διαιωνίζοντας έτσι το είδος της ανισότητας που εγκαθίδρυσε σε παλαιότερες εποχές η αποικιοκρατία με άλλα μέσα[9]. Το διεθνές δίκαιο βρέθηκε στον πυρήνα των επιχειρημάτων που προβλήθηκαν υπέρ της νομιμότητας του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» («War Against Terror») ύστερα από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου (World Trade Center) στη Νέα Υόρκη ή κατά τις στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ, της Ρωσικής Ομοσπονδίας και άλλων κρατών κατά του «Ισλαμικού κράτους» στη Συρία και το Ιράκ[10] το 2015-2016. Το διεθνές δίκαιο έχει προταχθεί για την νομιμοποίηση καταφανώς παρανόμων διεκδικήσεων, όπως η εισβολή της Τουρκίας (Επιχείρηση Αττίλας) στην Κύπρο το 1974, η επέμβαση της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ουκρανία το 2014 και η επίθεση (aggression) εναντίον της το 2022, η συνεχιζόμενη κατοχή Παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ, κ.λπ. Δεδομένου ότι το διεθνές δίκαιο μπορεί να εργαλειοποιηθεί για τη προώθηση πολιτικών, ιδεολογιών και συναφών στρατηγικών, καθίσταται επείγουσα η ενεργή συμμετοχή του καθενός μας στη διαμόρφωση, την ερμηνεία και την εφαρμογή του, όπως και στη συνειδητοποίηση του θεμελιώδους ρόλου του ως προϋπόθεση για την παγκόσμια κοινωνική πρόοδο και ευημερία.

3. Το διεθνές δίκαιο σε σύγκριση με το εσωτερικό δίκαιο

  1. 9

Συχνά η μελέτη του διεθνούς δικαίου ξεκινά με σημείο αναφοράς την εσωτερική έννομη τάξη, η οποία παραδοσιακά προϋποθέτει τη συνύπαρξη τριών απαραίτητων θεσμών: ενός αναγνωρισμένου νομοθετικού σώματος, οργάνων εκτελεστικής εξουσίας, και ενός δικαστικού συστήματος με υποχρεωτική δικαιοδοσία. Χωρίς νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία δεν νοείται η ύπαρξη δημοκρατικής έννομης τάξης. Το διεθνές δίκαιο διαφέρει ριζικά από αυτό το πρότυπο[11]: χαρακτηριστική είναι η απουσία ενός κεντρικού νομοθετικού σώματος εξουσιοδοτημένου να θεσπίζει κανόνες δεσμευτικούς για όλα τα κράτη. Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ έχει κατά βάση την αρμοδιότητα υιοθέτησης μη δεσμευτικών αποφάσεων καθώς οι δεσμευτικές αποφάσεις αφορούν θέματα εσωτερικής λειτουργίας του Οργανισμού. Το Συμβούλιο Ασφαλείας, με βάση το Άρθρο 25 του Χάρτη, μπορεί να λάβει αποφάσεις δεσμευτικές

9

για όλα τα μέλη αλλά μόνο σε καταστάσεις που απειλούν τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Όμως τα όρια της δράσης του Συμβουλίου Ασφαλείας περιορίζονται από το δικαίωμα αρνησικυρίας («veto») των πέντε μονίμων μελών (Κίνα, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ρωσική Ομοσπονδία και ΗΠΑ). Συνεπώς, ο ΟΗΕ δεν αποτελεί διεθνή νομοθετική εξουσία. Όπως θα εξηγηθεί στο Κεφάλαιο 3, οι κανόνες του διεθνούς δικαίου ανευρίσκονται πρωτίστως σε διεθνείς συνθήκες και στο εθιμικό δίκαιο. Οι κανόνες αυτοί δεν επιβάλλονται άνωθεν από κάποια κεντρική εξουσία που νομοθετεί αλλά η νομική τους δέσμευση απαιτεί τη συναίνεση των κρατών. Ενώ η λειτουργία του εσωτερικού δικαίου διαθέτει «κάθετη» οργάνωση, το διεθνές δίκαιο είναι «οριζόντιο» σύστημα στο οποίο ο νομοθέτης και τα υποκείμενα του δικαίου ταυτίζονται. Η ταύτιση αυτή απαιτεί ιδιαίτερη νομοπαραγωγική διαδικασία, η οποία διαφέρει ριζικά από αυτές του εσωτερικού δικαίου.

  1. 10

Παρόμοιο πρόβλημα αντιμετωπίζει το διεθνές δίκαιο όσον αφορά την εκτελεστική εξουσία. Δεν υπάρχει διεθνής κεντρική εκτελεστική εξουσία επιβολής των κανόνων. Το Συμβούλιο Ασφαλείας θα πλησίαζε ίσως στην έννοια του εκτελεστικού οργάνου, όμως υπολείπεται από αρκετές απόψεις: δεν διαθέτει την εξουσία να ελέγχει την συμμόρφωση των κρατών με το διεθνές δίκαιο. Όταν η συμπεριφορά ενός κράτους απειλεί τη διεθνή ειρήνη, το Συμβούλιο Ασφαλείας ενδέχεται να του συστήσει να τηρήσει τις υποχρεώσεις του. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε στην περίοδο του λεγόμενου Ψυχρού Πολέμου (1945-1989) αλλά και στο πιο πρόσφατο παρελθόν, αυτό μπορεί να συμβεί επιλεκτικά, καθώς η άσκηση του δικαιώματος αρνησικυρίας αποκλείει τη λήψη αποφάσεων, π.χ. η αδυναμία του Συμβουλίου Ασφαλείας να δράσει κατά την Ουκρανική κρίση το 2022 ή στη Συριακή κρίση μετά το 2011.

  1. 11

Αξιοσημείωτη είναι επίσης η απουσία ενός ενιαίου συστήματος διεθνούς δικαιοσύνης. Στην εποχή μας, βεβαίως, λειτουργούν με επιτυχία αρκετά διεθνή δικαιοδοτικά όργανα[12]. Το Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ βρίσκεται σε λειτουργία από το 1946, όμως μπορεί να εκδικάσει μόνον υποθέσεις στις οποίες και οι δύο πλευρές έχουν αποδεχθεί τη δικαιοδοσία του. Ωστόσο, δεν μπορεί να διασφαλίσει αποτελεσματικά την εφαρμογή των αποφάσεών του. Άλλα διεθνή δικαστήρια, όπως το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας δεν διαθέτουν θεσμική σχέση με το Διεθνές Δικαστήριο και λειτουργούν ανεξάρτητα από αυτό. Η ύπαρξη πολλών δικαστηρίων με κοινό δικαιοδοτικό πεδίο μπορεί να οδηγήσει σε δικαστικό ανταγωνισμό, δικαστική πολυφωνία, αλληλοαναιρούμενες αποφάσεις ή ερμηνείες, ακόμη και κίνδυνο κατακερματισμού («fragmentation») του συστήματος[13]. Η έλλειψη υποχρεωτικής δικαιοδοσίας των διεθνώς δικαστηρίων συνιστά σημαντική διαφορά σε σύγκριση με το εσωτερικό δίκαιο.

  1. 12

Μπορεί λοιπόν το διεθνές δίκαιο να θεωρηθεί «κανονικό δίκαιο» δεδομένων των ουσιαστικών ελλείψεων στη δομή του; Στην καμπή του 19ου αιώνα, ο Άγγλος φιλόσοφος John Austin ισχυρίστηκε ότι η έννοια του δικαίου ταυτίζεται με την ύπαρξη μιας αρχής που εκδίδει εντολές οι οποίες υποστηρίζονται με κυρώσεις. Ο Austin υποστήριξε ότι το διεθνές δίκαιο, εφόσον

10

δεν διαθέτει αποτελεσματικό μηχανισμό κυρώσεων, δεν συνιστά «καθαυτό δίκαιο» αλλά «θετική ηθική»[14]. Ενώ η κριτική του Austin υπερβάλλει ως προς τη σημασία της κύρωσης για την ύπαρξη ενός συστήματος δικαίου[15], επισημαίνει εύστοχα την ανάγκη να διατυπωθεί μια θεωρία για τη φύση και τη λειτουργία του διεθνούς δικαίου, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις δομικές του ιδιαιτερότητες. Έκτοτε η πρόκληση του Austin αποτέλεσε κεντρικό μέλημα της θεωρίας και στις επόμενες σελίδες θα συγκεντρώσει την προσοχή μας.

4. Η δομή του διεθνούς δικαίου

  1. 13

Μία πρώτη απάντηση στην κριτική του Austin θα αναζητηθεί στην ιδιότυπη δομή του διεθνούς δικαίου. Ενώ σε όλα τα σύγχρονα κράτη η εσωτερική έννομη τάξη είναι ιεραρχική και «κάθετη», το διεθνές σύστημα κατά παράδοση συγκροτείται σε μη ιεραρχική «οριζόντια» μορφή, αποτελούμενο από ανεξάρτητα κράτη, που θεωρητικά είναι ισότιμα μεταξύ τους (ως προς το ότι όλα διαθέτουν τα χαρακτηριστικά της κρατικής κυριαρχίας) και δεν αναγνωρίζουν καμία αρχή ως υπέρτερή τους. Το κάθε κυρίαρχο κράτος είναι ταυτόχρονα νομοθέτης και υποκείμενο του διεθνούς δικαίου. Όπως ορίζει το Άρθρο 1(2) του Χάρτη του ΟΗΕ, οι σχέσεις των κρατών διέπονται από την αρχή των ίσων δικαιωμάτων, η οποία συμπεριλαμβάνει το δικαίωμα δέσμευσης από το διεθνές δίκαιο μόνο με τη συναίνεσή τους. Στην εσωτερική έννομη τάξη το δίκαιο υπερτερεί έναντι της βούλησης των φυσικών ή νομικών προσώπων. Τα υποκείμενα του δικαίου μπορούν μόνον να επιλέξουν αν θα υπακούσουν ή όχι στο νόμο. Δεν δημιουργούν τα ίδια το δίκαιο. Οι θεσμοί που ορίζονται από το Σύνταγμα επιτελούν τη νομοθετική λειτουργία. Από την άλλη πλευρά, το διεθνές δίκαιο υφίσταται αποκλειστικά μεταξύ κρατών: τα ίδια τα κράτη δημιουργούν το δίκαιο και υπακούν στους κανόνες του, ή τους παραβαίνουν.

  1. 14

Αυτή η ιδιαιτερότητα έχει βαθύτατο αντίκτυπο στη δομή του διεθνούς δικαίου. Η αποδοχή της συναίνεσης των κρατών ως αποκλειστικής βάσης για τη δημιουργία κανόνων δημιουργεί δυσκολίες στη συνεπή θεωρητική συγκρότησή του. Τι συμβαίνει, λόγου χάρη, όταν ένα κράτος αρνείται να αναλάβει οποιαδήποτε συμβατική υποχρέωση ή δεν επιθυμεί πια να δεσμεύεται από το διεθνές δίκαιο; Για να κατανοήσουμε τη φύση του προβλήματος αρκεί να αναλογιστούμε ότι η αρχή της δεσμευτικότητας των διεθνών συνθηκών (pacta sunt servanda)[16], πάνω στην οποία βασίζεται το δίκαιο των συνθηκών, είναι αδύνατον να βασιστεί και η ίδια στην έννοια της συναίνεσης· ειδάλλως, τα κράτη θα μπορούσαν να επιλέξουν εν ριπή οφθαλμού πότε είναι δεσμευτικές οι συμβατικές τους υποχρεώσεις και πότε όχι. Επομένως, απαιτείται εναλλακτική θεμελίωση της ύπαρξης του διεθνούς δικαίου, που θα στηρίζεται όχι μόνο στην κρατική συναίνεση,

11

αλλά και στην ανάγκη της υπέρβασής της για χάρη της διαρκούς εγκυρότητάς του. Η λογική επιτάσσει λοιπόν ότι το διεθνές δίκαιο διατηρεί την ισχύ του μόνον εφόσον παραμένει δεσμευτικό ανεξάρτητα από τη μεταγενέστερη βούληση των κρατών που το δημιούργησαν. Πως θεμελιώνεται όμως αυτή η ανεξάρτητη μεταγενέστερη δεσμευτικότητα όταν η κρατική βούληση είναι η μοναδική αποδεκτή πηγή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων;

  1. 15

Θεωρείται μεν ότι το διεθνές δίκαιο αναδύεται από την υποκειμενική κρατική βούληση που αρχικά έχει πολιτικά κίνητρα, και, κατά συνέπεια, η δημιουργία δικαίου αποτελεί ζήτημα υποκειμενικής επιλογής εκ μέρους των κρατών. Ενώ το δίκαιο αναδύεται από την πολιτική βούληση των κρατών, θεωρείται εντούτοις ότι μπορεί, και πρέπει, να διαχωριστεί από αυτήν. Είναι δεσμευτικό ανεξάρτητα από τα συμφέροντα ή τις απόψεις του κράτους εναντίον του οποίου το επικαλούνται άλλα κράτη ή διεθνείς οργανισμοί. Αν δεν υποστηριζόταν ο διαχωρισμός αυτός, τότε το διεθνές δίκαιο θα έτεινε να συνταυτιστεί με την πολιτική. Από την άλλη πλευρά, το διεθνές δίκαιο δεν μπορεί να είναι απολύτως ανεξάρτητο από τη βούληση των κρατών. Αν ήταν, θα οδηγούμασταν σε αδιέξοδο όσον αφορά την πηγή ή τη δικαιολόγησή του. Εάν απέρρεε μόνον από πηγές εκτός της κρατικής βούλησης (π.χ. από τη φύση, τη φιλοσοφία, τη θρησκεία, την ιδεολογία), θα αποτελούσε μία αμφιλεγόμενη μορφή φυσικής ηθικής. Τούτο το παράδοξο στη δομή του διεθνούς δικαίου εντοπίστηκε από τον Φινλανδό μελετητή Martti Koskenniemi σε μία από τις σημαντικότερες μονογραφίες των τελευταίων δεκαετιών για το διεθνές δίκαιο:

«Το δίκαιο που δεν θα απομακρυνόταν καθόλου από την κρατική συμπεριφορά, βούληση ή συμφέρον θα ισοδυναμούσε με μια μη κανονιστική απολογία, με μια απλή κοινωνιολογική περιγραφή. Το δίκαιο που θα βασιζόταν σε αρχές παντελώς άσχετες από την κρατική συμπεριφορά, βούληση ή συμφέρον θα παρέμενε ουτοπικό, ανίκανο να καταδείξει την ίδια του τη συναίνεση με τον όποιο αξιόπιστο τρόπο. Προκειμένου να δείξει ότι υφίσταται διεθνές δίκαιο με κάποιο βαθμό πραγματικότητας, ο σύγχρονος νομικός χρειάζεται να δείξει ότι ο νόμος είναι ταυτόχρονα κανονιστικός και συγκεκριμένος –ότι δεσμεύει ένα κράτος ανεξάρτητα από τη συμπεριφορά, τη βούληση ή το συμφέρον του κράτους αυτού αλλά το περιεχόμενο του νόμου μπορεί να επαληθευτεί αναφορικά με την πραγματική κρατική συμπεριφορά, βούληση ή συμφέρον»[17].

Back to Top