ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Πανεπιστημιακές Παραδόσεις
- Έκδοση: 2020
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
- Σελίδες: 288
- ISBN: 978-960-654-019-6
- Black friday εκδόσεις: 10%
Το έργο «Φιλοσοφία του Δικαίου - Πανεπιστημιακές Παραδόσεις» παρουσιάζει, μέσα από ευσύνοπτη ανάλυση και χαρακτηριστικά παραδείγματα, τις κύριες θεωρίες για τη φιλοσοφία του δικαίου. Επιπλέον, αναδεικνύει τη σημασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων ως αυτοτελών αξιών και ως φιλοσοφικών θεμελίων των κυρίων κλάδων του δικαίου και προτείνει την ολιστική ανάλυση του δικαίου, η οποία προσπαθεί να συνδυάζει αρμονικά τις θεωρίες δικαίου και άλλων επιστημών· Αποδέχεται τις γενικές αρχές ηθικής του φυσικού δικαίου, όταν αυτές είναι πανανθρώπινες (οι άνθρωποι και η αξιοπρέπειά τους ως ύψιστη αξία), στο πλαίσιο του νομικού θετικισμού διακρίνει μεταξύ de lege lata και de lege ferenda, και με πνεύμα νεορεαλιστικό συσχετίζει οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές προσεγγίσεις για να καταστεί εργαλείο που θα προτείνει τελικά στο μέλλον τις βέλτιστες δυνατές λύσεις με αποτελέσματα και οφέλη για όλους τους ανθρώπους και ιδίως για τα ανθρώπινα, ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματά τους σε καθεστώς φιλελεύθερου κράτους δικαίου αναφορικά με κάθε κλάδο δικαίου.
Το βιβλίο συμβάλλει στη σταδιακή προσέγγιση των εννοιών της φιλοσοφίας του δικαίου από τους φοιτητές, ώστε να τους διευκολύνει κατά τη μελέτη τους και την περαιτέρω έρευνά τους
Πρόλογος | Σελ. VII |
Εισαγωγή | |
Τι είναι δίκαιο; Τι είναι νόμος; Τι είναι δικαιοσύνη; | Σελ. 1 |
Πρώτο Μέρος Θεωρίες Φιλοσοφίας Δικαίου | Σελ. 13 |
Κεφάλαιο Α Φυσικό Δίκαιο | Σελ. 16 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 16 |
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 19 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 23 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 26 |
Κεφάλαιο Β Νομικός Θετικισμός | Σελ. 29 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 29 |
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 32 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 32 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 39 |
Κεφάλαιο Γ Νομικός Φορμαλισμός-Πραγματισμός | Σελ. 41 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 41 |
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 41 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 43 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 45 |
Κεφάλαιο Δ Νομικός Ρεαλισμός | Σελ. 49 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 49 |
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 55 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 59 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 64 |
Κεφάλαιο Ε Νομικός Φιλελευθερισμός | Σελ. 65 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 65 |
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 66 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 66 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 67 |
Κεφάλαιο ΣΤ Οικονομική Ανάλυση του Δικαίου και Ωφελιμισμός | Σελ. 68 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 68 |
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 71 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 72 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 80 |
Κεφάλαιο Ζ Κριτικές Νομικές Σπουδές, Μαρξισμός, Μαοϊσμός, Φεμινισμός, Δίκαιο και Λογοτεχνία, Ιστορική Σχολή, Ελεύθερο Δίκαιο, Κοινωνικές και Κοινωνιολογικές Νομικές Θεωρίες, Νομική Ανθρωπολογία, Κριτικός Ρασιοναλισμός (Ορθολογισμός), Νομικός Ερμηνευτισμός, Νομικός ή Κανονιστικός Πλουραλισμός (σύγχρονες θεωρίες και μετανεωτερικότητα) | Σελ. 84 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 84 |
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 91 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 93 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 105 |
Δεύτερο Μέρος Φιλοσοφία Δικαίου, Ανθρώπινα Δικαιώματα και Ατομικές Ελευθερίες | Σελ. 117 |
Κεφάλαιο Η Δημόσιο Δίκαιο και Ανθρώπινα Δικαιώματα | Σελ. 119 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 119 |
β. Κύριοι έμπρακτοι υποστηρικτές και θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 141 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 143 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 153 |
Κεφάλαιο Θ Ποινικό Δίκαιο, Ευθανασία, Ανθρωποκτονία και Θανατική Ποινή | Σελ. 168 |
α. Κύρια σημεία | Σελ. 168 |
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές | Σελ. 170 |
γ. Ανάλυση, κριτική | Σελ. 170 |
δ. Παραδείγματα | Σελ. 170 |
Κεφάλαιο Ι Ιδιωτικό Δίκαιο και Ελευθερία Συναλλαγών | Σελ. 186 |
Κεφάλαιο ΙΑ Δίκαιο Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ελευθερία Κίνησης | Σελ. 199 |
Κεφάλαιο ΙΒ Διεθνές Δίκαιο και Ελευθερία Σκέψης | Σελ. 214 |
Επίμετρο Η Φιλοσοφία του Δικαίου στην Κύπρο και η διεθνής Φιλοσοφία του Δικαίου στην Ψηφιακή Εποχή του 21ου αιώνα | Σελ. 221 |
Ερωτήματα | Σελ. 239 |
Νομολογία | Σελ. 242 |
Παράρτημα Ι Αγγλική Ορολογία | Σελ. 243 |
Παράρτημα ΙΙ Ζαν-Ζακ Ρουσσώ | Σελ. 245 |
Παράρτημα ΙΙΙ Εισηγητική Έκθεσις ΑΚ, Γ. Μπαλής | Σελ. 247 |
Βιβλιογραφία | Σελ. 249 |
Ευρετήριο ονομάτων | Σελ. 269 |
Ευρετήριο εννοιών | Σελ. 272 |
Σελ. 1
Εισαγωγή
«Εκατοντάδες μάτια είναι τώρα καρφωμένα με θαυμασμό πάνω στο πρόσωπο του Πολυζωίδη.
Τον καμαρώνουν και μέσα τους νιώθουν να γεμίζει τα στήθια τους η ομορφιά που χαρίζει το θάρρος και η δικαιοσύνη.»1
Τι είναι δίκαιο; Τι είναι νόμος; Τι είναι δικαιοσύνη;
Αυτά είναι ορισμένα μόνο από τα ερωτήματα της Φιλοσοφίας του Δικαίου, κυρίως της Αναλυτικής Φιλοσοφίας του Δικαίου και του Φυσικού Δικαίου. Πρόκειται για ερωτήματα σύμφυτα με την ανθρώπινη ιστορία, με τα ανθρώπινα συναισθήματα, με την ανθρώπινη κοινωνία, την ηθική, την οικονομία και την πολιτική.
Σελ. 2
Ποιός είναι ο σκοπός του δικαίου; Ποία είναι τα ηθικά ή πολιτικά θεμέλια του δικαίου; Αυτά είναι ακόμη ορισμένα ερωτήματα της Φιλοσοφίας του Δικαίου, κυρίως της Κανονιστικής Φιλοσοφίας του Δικαίου και του Φυσικού Δικαίου.
Στα ερωτήματα αυτά έχουν κληθεί να απαντήσουν επιστήμονες και φιλόσοφοι που προέρχονται από διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς. Από την Κίνα ως τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και από τα βάθη των αιώνων ως σήμερα ρήτορες, δικαστές και δικηγόροι, καθηγητές και φιλόσοφοι έχουν προτείνει θεωρίες και ιδέες, έχουν θέσει προβληματισμούς και έχουν απαντήσει με τον δικό τους τρόπο σε αυτά τα ερωτήματα. Ακόμη και καλλιτέχνες έχουν εκφραστεί για την αντίληψή τους περί δικαιοσύνης και δικαίου μέσω των καλλιτεχνικών τους δημιουργημάτων.
Ήδη προκύπτουν ορισμένοι περιορισμοί ως προς τα ανωτέρω ερωτήματα: ένας περιορισμός είναι η διάσταση του χώρου (θα περιοριστούμε σε Ελλάδα και Κύπρο με αναφορές και σε Αγγλία, ΗΠΑ και Κίνα), έτερος περιορισμός είναι η διάσταση του χρόνου (θα ανατρέξουμε στις θεωρίες από την αρχαία Ελλάδα ως σήμερα), ενώ ένας ακόμη περιορισμός είναι η ίδια η γλώσσα (θα περιοριστούμε σε βιβλιογραφία και αρθρογραφία Ελληνικής, Αγγλικής-Αμερικανικής, Γαλλικής, Γερμανικής, Ιταλικής και Ισπανικής γλώσσας). Ακόμα και σε άλλες επιστήμες ο γλωσσικός περιορισμός απασχολεί την φιλοσοφία αυτών των επιστημών.
Για παράδειγμα, η Μαθηματική επιστήμη θεωρείται ότι απέκτησε την δομή πραγματικής επιστήμης, από την στιγμή που ο Ευκλείδης εισήγαγε σε αυτήν (και ειδικότερα
Σελ. 3
στην Γεωμετρία) το πνεύμα της αυστηρής ακριβολογίας (αξιώματα άνευ απόδειξης και θεωρήματα με απόδειξη) και του παραγωγικού διαλογισμού στο έργο του «Στοιχεία». Περίπου την ίδια εποχή (330 π.Χ.) θεμελιώθηκε η «Λογική» από τον Αριστοτέλη. Συναφώς, η Μαθηματική επιστήμη θεμελιώθηκε στην Λογική (μαθηματική σκέψη, αξιώματα, θεωρήματα, απόδειξη και παραγωγικός συλλογισμός). Και, ένα από τα κυριότερα προβλήματα της Φιλοσοφίας της Μαθηματικής είναι η έλλειψη ακριβολογίας σε μαθηματικούς όρους ακόμη και σήμερα, η οποία οφείλεται στην χρήση λέξεων που προέρχονται από την καθημερινή γλώσσα.
Αν η Φιλοσοφία της Μαθηματικής αναζητεί απαντήσεις στο ζήτημα της ορολογίας και της ακριβολογίας, τότε πόσο μάλλον η Φιλοσοφία του Δικαίου: στην ελληνική ορολογία «δίκαιο» και «νόμος» διαφέρουν ορολογικά και εννοιολογικά. Αντίθετα, στην αγγλική νομική ορολογία “law” σημαίνει «δίκαιο», αλλά και «νόμος».
Στην πραγματικότητα, αγνοούμε την πλήρη έκταση και το πλήρες βάθος της ορολογίας κάθε έθνους, κάθε λαού, κάθε κράτους για τις έννοιες του δικαίου και του νόμου.
Υπάρχει, όμως, ενδεχομένως ένας ενοποιητικός παράγων για την εννοιολογική σύγκλιση νομικών όρων στο δίκαιο: οι διεθνείς συνθήκες, οι διεθνείς συμβάσεις. Τα έθνη, τα κράτη, συνομολογούν διεθνή κείμενα, στα οποία αποδέχονται νομικές έννοιες όπως το δίκαιο και ο νόμος, καθώς και νομικές έννοιες όπως ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Ανεξάρτητα από τις ορολογικές διαφοροποιήσεις, «το δικαίωμα στην ζωή» γίνεται κατανοητό ότι ταυτίζεται με την αξίωση κάθε προσώπου το Κράτος να προστατεύει την ζωή του. Είναι όμως αυτή η αξίωση απόλυτη; Για παράδειγμα, πώς δικαιολογείται η εκτέλεση θανατικής ποινής σε βάρος ενός προσώπου που έχει καταδικαστεί για κακούργημα; Αν δεχθούμε ότι η προστασία της ζωής είναι ένα απόλυτο δικαίωμα, τότε η θανατική ποινή πρέπει να απαγορευθεί απόλυτα (αυτή η συνεπής λογική έχει τηρηθεί απόλυτα από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου η θανατική ποινή έχει καταργηθεί απόλυτα και δεν εκτελείται). Αν δεχθούμε, αντίθετα, ότι η προστασία της ζωής είναι σχετικό δικαίωμα, τότε η θανατική ποινή μπορεί να επιτραπεί (αυτό συμβαίνει σε αρκετές χώρες του κόσμου, όπως π.χ. στην Κίνα, αλλά και σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ).
Σελ. 4
Η Φιλοσοφία του Δικαίου ερευνά, αναζητεί, διερωτάται ή και προτείνει λύσεις για όλα τα ζητήματα που άπτονται του δικαίου και του νόμου, όπως και της δικαιοσύνης.
Πλάτων, Αριστοτέλης, Σοφοκλής, Επίκουρος έθεσαν τις βάσεις για την σύγχρονη Φιλοσοφία του Δικαίου. Συνεπώς, το πρώτο κεφάλαιο του Πρώτου Μέρους του βιβλίου δικαιωματικά αφιερώνεται στην παρουσίαση των δικών τους θέσεων, σκέψεων και απόψεων. Είμαστε πολύ τυχεροί που έχουμε την δυνατότητα σήμερα να γνωρίζουμε μέσω αυθεντικών πηγών και χειρογράφων και βεβαίως νεωτέρων εκδόσεων τα περισσότερα από όσα διετύπωσαν οι πεφωτισμένοι εκείνοι Έλληνες.
Από την άλλη πλευρά, μεταφορικά και κυριολεκτικά, ένας σπουδαίος πολιτισμός είχε αναπτυχθεί στην Κίνα, εκεί όπου υπήρξε ο αντίστοιχος «Χρυσός Αιώνας» της αρχαίας Κίνας. Διέφεραν οι διδαχές των φιλοσόφων και των φιλοσοφικών ρευμάτων της Κίνας από εκείνες της Ελλάδας στην αρχαιότητα; Με έκπληξη διαπιστώνουμε ότι παρόμοιες απόψεις περί φυσικού δικαίου είχαν διατυπωθεί τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Ισραήλ, στην Ινδία και στην Κίνα εκατοντάδες χρόνια πριν την γέννηση του Χριστού. Εξ ίσου εντυπωσιακά είναι τα αποτελέσματα μίας σύγχρονης έρευνας για τις απόψεις των Αμερικανών και των Κινέζων φιλοσόφων του δικαίου τα τελευταία χρόνια. Συνεπώς, τα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου (μετά το πρώτο κεφάλαιο για το φυσικό δίκαιο από την αρχαιότητα ως σήμερα) αφιερώνονται σε σύγχρονες θεωρίες του δικαίου αναφορικά με την Φιλοσοφία του Δικαίου.
Το πρώτο ζεύγμα εννοιών και θεωριών της φιλοσοφίας του δικαίου (φυσικό δίκαιο-νομικός θετικισμός) περιστρέφεται γύρω από τον άξονα-κριτήριο του υπέρτερου δικαίου (θεϊκό δίκαιο, Θεός, ηθική, θεμελιώδης νόμος), το δεύτερο ζεύγμα εννοιών και θεωριών της φιλοσοφίας του δικαίου (πραγματισμός-ρεαλισμός) περιστρέφεται γύρω από τον άξονα-κριτήριο της διαπίστωσης της αξίας της θεωρίας στην πράξη με απτά αποτελέσματα, το τρίτο ζεύγμα εννοιών και θεωριών της φιλοσοφίας του δικαίου (αριστερός νομικός φιλελευθερισμός και κριτικές νομικές σπουδές, δεξιός νομικός φιλελευθερισμός και οικονομική ανάλυση του δικαίου ως έκφανση του ωφελιμισμού) περιστρέφεται γύρω από τον άξονα-κριτήριο της πολιτικής ιδεολογίας και αφετηρίας στο δίπολο αριστεράς-δεξιάς.
Συναφώς, ηθική, πράξη και πολιτική αποτελούν τους τρεις άξονες-κριτήρια πέριξ των οποίων έχουν διαμορφωθεί μέχρι σήμερα οι θεωρίες της φιλοσοφίας του δικαίου.
Σελ. 5
Σε κάθε κεφάλαιο ακολουθείται μία λογική σειρά: πρώτα παρουσιάζονται οι κύριες θέσεις της προτεινόμενης θεωρίας, ακολουθούν τα ονόματα των κυρίων εκφραστών, εκπροσώπων αυτών των θεωριών, εν συνεχεία γίνεται ανάλυση και εμβάθυνση της εν λόγω θεωρίας με κριτικές παρατηρήσεις και ακολουθεί μία παράγραφος με παραδείγματα.
Όσο και αν μπορεί να ειπωθεί ότι η Φιλοσοφία γενικά και η Φιλοσοφία του Δικαίου ειδικότερα δεν πρέπει να «καλουπώνεται» και να ασφυκτιά σε προδιαγεγραμμένες διαδρομές π.χ. Φιλοσοφία του Δικαίου Ελλάδας και Κύπρου, είναι κατ’ αρχήν υποχρέωση κάθε σοβαρού μελετητή να γνωρίζει όσα ήδη έχουν διατυπωθεί ως θεωρίες και μπορούν να γίνουν δεκτές στις έννομες τάξεις της Ελλάδας και της Κύπρου.
Είτε κάποιος είναι φορμαλιστής, αγνωστικιστής, σχετικιστής είτε όχι, σε κάθε περίπτωση υπάρχει μία εκπαιδευτική ανάγκη οι φοιτητές των Νομικών Σχολών Ελλάδας και Κύπρου να προσεγγίσουν τα ζητήματα που απασχολούν την Φιλοσοφία του Δικαίου και τους φιλοσόφους του δικαίου σε βάθος χρόνου και σε διάφορες χώρες.
Επειδή ο χώρος του βιβλίου είναι περιορισμένος, έχει γίνει μία επιλογή που ανταποκρίνεται, κατά το δυνατόν, σε δύο ζητούμενα: την περιεκτική γνώση και την κατανοητή δομή.
Τα κράτη και τα νομικά συστήματα που αφορά το παρόν βιβλίο είναι η Ελλάδα και η Κύπρος, επομένως γίνονται αναφορές και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και στην Κίνα. Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί, Ιταλοί, Ισπανοί και Ολλανδοί φιλόσοφοι του δικαίου έχουν συμβάλλει στην διαμόρφωση των θεωριών, αλλά πρωτίστως οι σχετικές αναφορές γίνονται στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, οι οποίοι έθεσαν τις βάσεις για τους προβληματισμούς και τις θεωρίες του σήμερα, στους Άγγλους και τους Αμερικανούς, οι οποίοι έχουν κεντρικό ρόλο στην διαμόρφωση σύγχρονων ρευμάτων σκέψης για την Φιλοσοφία του Δικαίου, όπως και στους Κινέζους και τον κινεζικό τρόπο προσέγγισης της Φιλοσοφίας του Δικαίου από τους αρχαίους χρόνους ως σήμερα. Η επιλογή αυτών των προσώπων, αυτών των κρατών, αυτών των ρευμάτων δεν σημαίνει ότι η Φιλοσοφία του Δικαίου περιορίζεται σε αυτά, απλώς για λόγους οργάνωσης της ύλης τίθενται ορισμένα κριτήρια προς διευκόλυνση των φοιτητών της Νομικής σε Ελλάδα και Κύπρο.
Το Δεύτερο Μέρος είναι αφιερωμένο σε κλάδους του δικαίου σε συνδυασμό με ανάλυση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών. Αν μπορούμε να διακρίνουμε την σύγχρονη εποχή από παλαιότερες εποχές, τότε είναι βέβαιο ότι αυτό που έχει αλλάξει, ιδίως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι η ενίσχυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών. Συνεπώς, αξίζουν της προσοχής μας και της ανάλυσης σε ολόκληρο το Δεύτερο Μέρος οι κλάδοι δικαίου σε συναρμογή με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες.
Σελ. 6
Ένα πλήρες εγχειρίδιο Φιλοσοφίας του Δικαίου απέχει πολύ από το παρόν βιβλίο, το οποίο προορίζεται για τις Πανεπιστημιακές Παραδόσεις σε φοιτητές Νομικής σε Ελλάδα και Κύπρο.
Φιλοσοφία του Δικαίου και σειρά βιβλίων και εγχειριδίων είναι εκ των ων ουκ άνευ. Με την σκέψη ότι το παρόν βιβλίο θα καταστεί χρήσιμο στους φοιτητές, εύχομαι να ακολουθήσουν πολλά ακόμη βιβλία και εγχειρίδια για την Φιλοσοφία του Δικαίου.
Στο εξαιρετικό του εγχειρίδιο με τίτλο «Φιλοσοφία του Δικαίου, Θεωρία και Ερμηνευτικό Πλαίσιο» (Κριτική, 2007) ο Brian Bix αναφέρει σχετικά:
«Μία θεωρία για το δίκαιο, εφ’ όσον τα νομικά συστήματα είναι εξαιρετικά πολύπλοκα, μπορεί να συλλάβει μόνο ένα τμήμα των σχετικών δεδομένων.
Οι θεωρητικοί μπορεί να είχαν διαφορετικά κριτήρια επιλογής, τα οποία ανταποκρίνονταν στα διαφορετικά ζητήματα που τους απασχολούσαν ή στα διαφορετικά θέματα, για τα οποία ενδιαφέρονταν ειδικότερα. Καθένας είναι ελεύθερος να ισχυρίζεται ότι υπάρχει μόνο μία οπτική γωνία κατάλληλη για θεωρητικοποιήσεις ή ότι μία σειρά ζητημάτων ή αξιών είναι σαφώς πιο σπουδαία από οποιεσδήποτε άλλες εναλλακτικές προσεγγίσεις.
Ωστόσο, αυτού του είδους τα επιχειρήματα δεν αφαιρούν από την νομική θεωρία την σπουδαιότητα ή το ενδιαφέρον.
Τα επιχειρήματα εντός μίας θεωρίας ή για μία θεωρία πρέπει να διατυπώνονται με μεγαλύτερη λεπτότητα και πιο προσεκτικά.
Πρέπει όμως να τονιστεί ότι τα επιχειρήματα που αφορούν στην θεωρία δικαίου δεν μπορούν να επιλυθούν όλα ούτε με απόλυτη σαφήνεια ούτε απολύτως συναινετικά. Υπάρχουν επίσης προβλήματα στην θεωρία δικαίου που προέρχονται από το γεγονός ότι πολλοί θεωρητικοί διατυπώνουν εννοιολογικούς ισχυρισμούς («δίκαιο», «δικαιώματα») για την φύση μίας έννοιας παρά την λειτουργία μίας κοινωνικής διαδικασίας ή ενός θεσμού.
Οι εννοιολογικές αντιπαραθέσεις στην θεωρία του δικαίου συχνά προκαλούν σύγχυση, διότι λανθάνει ένα κεντρικό σημείο της συζήτησης, οπότε πρέπει να προσδιορίζεται ο σκοπός, η σπουδαιότητα και τα κριτήρια για κάθε θέμα.
Ο Χαρτ που έθεσε στέρεες τις βάσεις του νομικού θετικισμού στο ερώτημα «τι είναι δίκαιο;» έκανε την εξής ανάλυση.
Θεώρησε ότι κατ’ ουσίαν αυτό το ερώτημα εμπεριέχει τρία ερωτήματα: σε τι διαφέρει το δίκαιο από προστάγματα που βασίζονται σε απειλές και πώς συνδέεται με αυτά, σε τι διαφέρει η νομική υποχρέωση από την ηθική υποχρέωση και πώς συνδέεται με αυτή, τι είναι οι κανόνες και κατά πόσον το δίκαιο αποτελεί κανονιστική επιστήμη.
Σελ. 7
Και τελικά, κατά πόσον υπάρχει ή πρέπει να υπάρχει νομική θεωρία ή θεωρία δικαίου; Πολλές συζητήσεις αφορούν στην ουσία την εφαρμογή μίας θεωρίας άλλης επιστήμης στην θεωρία δικαίου, π.χ. ηθική θεωρία, πολιτική θεωρία, κοινωνική θεωρία.
Για παράδειγμα, η παραδοσιακή θεωρία περί φυσικού δικαίου αποτελεί εφαρμογή μίας γενικής ηθικής θεωρίας στο δίκαιο, ο νομικός θετικισμός είναι η γενική εφαρμογή γενικών αρχών της κοινωνικής θεωρίας στον χώρο του δικαίου, η φεμινιστική νομική θεωρία, η κριτική φυλετική θεωρία και οι κριτικές νομικές σπουδές αποτελούν εφαρμογή επιμέρους κριτικών κοινωνικών θεωριών στο δίκαιο και τα ερωτήματα για την δικαιοσύνη, την ποινή και την ηθική υποχρέωση υπακοής στον νόμο αποτελούν εφαρμογή γενικών ηθικών θεωριών σε νομικά ζητήματα ή π.χ. η εσωτερική ηθικότητα του δικαίου είναι κάτι ιδιαίτερο σχετικά με το δίκαιο.»
Εξ άλλου, ο Engisch (Ένγκις) αναρωτιέται: «πώς πρέπει να φανταστούμε αυτό το δίκαιο που βρίσκεται πίσω από τον νόμο;»
Απαντώντας ο ίδιος στο ερώτημα αυτό, αναφέρει ότι «μία σχετικά εύκολα αντιληπτή εικόνα του δικαίου μας δίδει η λεγόμενη νομική επιστήμη των συμφερόντων, η οποία θα μας απασχολήσει τώρα στο σύνολό της, διότι έχει αναπτύξει μία σαφή και διαφωτιστική άποψη της σχέσης του νόμου με το δίκαιο που βρίσκεται πίσω από αυτόν. Επίσης, είναι πολύ σημαντική από μεθοδολογική άποψη, διότι δεσπόζει εξ ίσου και στην ερμηνεία και στην πλήρωση των κενών και στην διόρθωση των λαθών. Θα δούμε εδώ τις κυριότερες σκέψεις, όπως τις αναπτύσσει ο κυριότερος υπέρμαχος της θεωρίας αυτής, ο οποίος την διαμόρφωσε ειδικά ως μεθοδολογία, δηλαδή ο Φίλιπ Χεκ (Philipp Heck). Για πρώτη προσέγγιση προσφέρεται ιδιαίτερα μία διάλεξη για την νομική επιστήμη των συμφερόντων που έδωσε το 1933, η οποία παρέχει μία σύντομη περίληψη για το επίπεδο της ακαδημαϊκής διδασκαλίας. Σε αυτή την παρουσίαση θα στηριχθούμε κατ’ αρχήν. Ο Χεκ από την αρχή της διαλέξεώς του τονίζει ότι η νομική επιστήμη των συμφερόντων είναι μεθοδολογία για την νομική επιστήμη και όχι φιλοσοφία του δικαίου».
Αν και ο Engisch αναπτύσσει στο Κεφάλαιο Ζ’ του βιβλίου του (τελευταίο Κεφάλαιο) με τίτλο «Από τον νόμο στο δίκαιο και από την νομική επιστήμη στην φιλοσοφία του δικαίου» τα ανωτέρω θέματα σχετικά με την θεωρία των συμφερόντων, και ενώ αναφέρει ότι ο Χεκ διευκρινίζει ότι η νομική επιστήμη των συμφερόντων είναι μεθοδολογία για την νομική επιστήμη (διακριτός τομέας) και όχι φιλοσοφία του δικαίου,
Σελ. 8
ο ίδιος ο Engisch διαφωνεί με τον Χεκ. Ο Engisch αποφασίζει ότι αυτά που διδάσκει ο Χεκ για την «συμφεροντοκρατία» σημαίνουν ότι «ασχολείται με την προβληματική της φιλοσοφίας του δικαίου».
Από αυτό και μόνον μπορούμε να κατανοήσουμε την έκταση που έχει η Φιλοσοφία του Δικαίου. Αν ένας επιστήμονας της νομικής αναφέρει ότι θεωρεί ότι αυτό που αναλύει δεν ανήκει στην Φιλοσοφία του Δικαίου και ένας άλλος νομικός κρίνει ότι αυτό που λέει ο πρώτος επιστήμονας δεν είναι ορθό ερμηνεύοντάς τον διαφορετικά, τότε αντίστοιχα αυτά που θα αναφέρει ένας τρίτος επιστήμονας μπορεί να διαφοροποιούνται, το ίδιο και όσα αναφέρει ένας τέταρτος, ενώ, αν στις θεωρίες του δικαίου προσθέσουμε την μεθοδολογία του δικαίου, την ιστορία του δικαίου, την κοινωνιολογία του δικαίου, τότε η έκταση της Φιλοσοφίας του Δικαίου είναι χαώδης.
Πράγματι, και ιστορική σχολή του δικαίου στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του δικαίου προέκυψε, και κοινωνικές νομικές θεωρίες. Και τούτο, διότι η φιλοσοφία δεν έχει όρια. Αυτό που σήμερα φαντάζει υπερβατικό ή ξεπερασμένο, αύριο μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας και μελέτης της φιλοσοφίας (γενικά) και της φιλοσοφίας του δικαίου (ειδικά).
«Όμως η θεωρητική διασάφηση και νομιμοποίηση αυτών των προσπαθειών {αξιολόγηση, τοπική, γενικές αρχές του δικαίου, νομικές αλήθειες, ηθική, ακόμη και
Σελ. 9
ανάλυση του κοινοδικαίου και των μεθόδων των δικαστικών προηγουμένων σε Αγγλία, ΗΠΑ, Κύπρο} οδηγεί σίγουρα από την καθαυτό νομική ερμηνευτική και μεθοδολογία στον τομέα της φιλοσοφικής σκέψης και των ειδικών της τρόπων διαγνώσεως. Βέβαια, αυτόν τον τομέα ο νομικός πρέπει να τον παρατηρεί και να τον έχει πάντα μπροστά στα μάτια του ως βάση των σκέψεών του. Αλλά δεν μπορεί να έχει την αξίωση να τον διασαφήσει και να τον εμπεδώσει με τα δικά του νοητικά μέσα. Γι’ αυτό η παρούσα εισαγωγή στην νομική σκέψη σταματά στα σύνορα αυτού του τομέα, όχι γιατί πιστεύει ότι η φιλοσοφία του δικαίου δεν αφορά τον νομικό, αλλά γιατί κατέχεται από την πεποίθηση ότι ανάμεσα στην νομική και στην φιλοσοφική μεθοδολογία υπάρχει μία κατανομή αρμοδιοτήτων που ο ευσυνείδητος θεωρητικός νομικός πρέπει να την σέβεται.»
Συνεπώς, στο παρόν βιβλίο εστιάζουμε σε ορισμένα μόνο θέματα, τα οποία ενδεχομένως για ορισμένους να είναι σημαντικά θέματα για την φιλοσοφία του δικαίου (π.χ. ευνομία, συμφεροντοκρατία, επανάσταση, επιείκεια).
Σελ. 10
Ωστόσο, οι φοιτητές της Νομικής Σχολής πρέπει να σχηματίσουν μία πρώτη εικόνα για τα κύρια, κατά την γνώμη των περισσοτέρων, ζητήματα που θέτει η Φιλοσοφία του Δικαίου.
Ας μην ξεχνάμε όμως ότι «δίκαιο είναι το σύνολο των γενικών και αφηρημένων κανόνων, οι οποίοι ρυθμίζουν κατά τρόπο υποχρεωτικό και ετερόνομο την εξωτερική συμπεριφορά του ανθρώπου ρυθμίζοντας τις μεταξύ των προσώπων σχέσεις στην οργανωμένη κοινωνία (πολιτεία). Ο κανόνας δικαίου είναι απόφανση νομικής ρυθμίσεως, σύμφωνα με την οποία, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις, επέρχονται τα ορισθέντα έννομα αποτελέσματα. Οι κανόνες της ηθικής ως αυτόνομη ρύθμιση διέπουν την συνείδηση, τα κίνητρα και τις πράξεις των ανθρώπων και αποσκοπούν στην ηθική τελειότητα του ανθρώπου. Το τεθειμένο δίκαιο παραπέμπει στην ηθική, στα χρηστά ήθη και στο έθιμο ως πηγές του δικαίου. Η εθιμοτυπία, όταν αναγορεύεται σε δευτερογενή πηγή του δικαίου από το ίδιο το δίκαιο (καλή πίστη, συναλλακτικά ήθη) αποτελεί και εκείνη πηγή του δικαίου. Πρωτογενή πηγή του δικαίου αποτελεί και το έθιμο (μακρόχρονη, ομοιόμορφη και αδιάκοπη συμπεριφορά των κοινωνών με πεποίθηση δικαίου και αυτοδέσμευση)». Το άρθρο 1 του Αστικού Κώδικα προβλέπει ότι «οι κανόνες δικαίου περιλαμβάνονται στους νόμους και στα έθιμα».
Στο Επίμετρο δίνουμε βεβαίως έμφαση στην Φιλοσοφία του Δικαίου ως προς την Κύπρο.
Η Κύπρος είναι για πολλούς λόγους μία ενδιαφέρουσα περίπτωση ως προς την Φιλοσοφία του Δικαίου.
Ο πρώτος λόγος είναι ότι η Κύπρος έχει μακραίωνη ιστορία, η οποία ξεκινά με τα Αρχαία Κυπριακά Βασίλεια ή και ακόμη παλαιότερα, από την εποχή που ήταν γνωστή ως το ενιαίο Βασίλειο της Αλασίας.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Κύπρος υπήρξε σταυροδρόμι πολιτισμών, θεσμών και νομικών παραδόσεων. Από την ελληνιστική στην ρωμαϊκή εποχή και από την βυζαντινή εποχή στην Φραγκοκρατία, την Ενετοκρατία, την Τουρκοκρατία και την
Σελ. 11
Αγγλοκρατία η Κύπρος πέτυχε να συνδυάσει τις τοπικές ιδιαιτερότητές της ως ένας κόμβος εμπορίου και πολιτισμού με τους εισαγόμενους θεσμούς που αφομοίωσε δημιουργικά.
Ο τρίτος λόγος είναι ότι ακόμη και σήμερα η Κύπρος βιώνει μία ανείπωτη αδικία. Αποτελεί πρόκληση για κάθε ρεύμα Φιλοσοφίας του Δικαίου, για κάθε φιλόσοφο του δικαίου, για κάθε ερευνητή, μελετητή ή φοιτητή και για κάθε νομικό, όπως και για κάθε πολίτη αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Κύπρο. Μία παράνομη εγκατάσταση ενός ψευδοκράτους που από το 1974 έχει καταστεί de facto κράτος (θεωρία του νομικού πραγματισμού), όταν το de jure κράτος είναι η Κυπριακή Δημοκρατία και μόνον. Η επίλυση του Κυπριακού Προβλήματος ίσως έρθει τα επόμενα χρόνια και αποτελεί μία ευκαιρία για όλους όσους υπηρετούν το δίκαιο και την δικαιοσύνη να προτείνουν μία βιώσιμη και δίκαιη λύση.
Ο τέταρτος λόγος είναι ότι, αν και αποφεύγουν οι θεωρητικοί του δικαίου να αναφερθούν χωριστά σε κάθε κράτος ως προς την Φιλοσοφία του Δικαίου, διότι θεωρείται κατ’ αρχήν ότι οι αρχές και οι αξίες που προτείνονται έχουν παγκόσμια ή διεθνή βάση ή ενδεχόμενη απήχηση, ειδικά στην Κύπρο η παρουσία των δυνάμεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών θέτει στην πράξη το ζήτημα της εφαρμογής του διεθνούς δικαίου στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εσωτερικό δίκαιο, «μικτό σύστημα δικαίου», δίκαιο της ΕΕ και διεθνές δίκαιο διαπλέκονται με ειδικό και συγκεκριμένο τρόπο στην Κύπρο. Μία μονογραφία για το παράδειγμα της Κύπρου και τις φιλοσοφικές σκέψεις για το δίκαιο θα είχε πράγματι ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Ο πέμπτος λόγος είναι η ιδέα αυτή να δώσει αφορμή σε φοιτητές Νομικής και σε νομικούς να ασχοληθούν έτι περαιτέρω με την Φιλοσοφία του Δικαίου στην Κύπρο και για την Κύπρο, διότι ορισμένες φορές από μία τέτοια αφορμή μπορεί να παρακινηθεί ένας μελετητής, ένας ερευνητής, ένας αναγνώστης, ένας νομικός να εκπονήσει ένα δικό του έργο για την Φιλοσοφία του Δικαίου στην Κύπρο. Συνεπώς, οι τελευταίες σελίδες αυτού του βιβλίου μπορούν να γίνουν αφορμή και μακάρι να γίνουν αφορμή για να γραφούν άλλα και περισσότερα βιβλία για την Φιλοσοφία του Δικαίου και την Κύπρο ή στο πλαίσιο της έννομης τάξης της Κυπριακής Δημοκρατίας με αναφορές τόσο στο εσωτερικό δίκαιο όσο και στο διεθνές και παγκόσμιο δίκαιο.
Αντίστοιχα, στο Επίμετρο γίνεται σύντομη αναφορά και για τα ζητήματα που εγείρονται για την Φιλοσοφία του Δικαίου στην ψηφιακή εποχή του 21ου αιώνα.
Ας μου επιτραπεί μία ακόμη παρατήρηση: ο τίτλος «Φιλοσοφία του Δικαίου Ελλάδας και Κύπρου» μπορεί να ξενίσει ορισμένους, υπό την έννοια ότι συνήθως γίνεται αναφορά σε «Φιλοσοφία του Δικαίου».
Σελ. 12
Έχοντας μελετήσει αρκετά εγχειρίδια και βιβλία διαπιστώνω την έμφυτη αγωνία των συγγραφέων να θέσουν ερωτήματα που μπορεί να μην έχουν μία απάντηση ή που μπορεί να μην έχουν κάποια απάντηση.
Ζουν στις αμφιβολίες και στις απορίες και θέτουν διαρκώς τους προβληματισμούς με έναν συζητητικό, σχετικιστικό ή και αγνωστικιστικό τρόπο.
Η δική μου αμφιβολία είναι αυτή: πώς μπορεί κάποιος να τιτλοφορήσει ένα βιβλίο «Φιλοσοφία του Δικαίου», όταν υπάρχουν τόσες πολλές άγνωστες Σχολές και Θεωρίες περί Φιλοσοφίας του Δικαίου σε κράτη διαφορετικά από αυτά, από εκείνα που προήλθε η γνωστή σε εμάς Φιλοσοφία του Δικαίου;
Ίσως έχει ωριμάσει η παγκόσμια κοινότητα των νομικών για μία νέα εποχή, κατά την οποία η διεθνής φιλοσοφία του δικαίου ή η φιλοσοφία του διεθνούς δικαίου θα θέσει τα παγκόσμια προβλήματα με σαφήνεια και θα παρουσιάσει προτάσεις και λύσεις τόσο για τα επείγοντα θέματα, όπως είναι η κλιματική αλλαγή, όσο και για τα σοβαρά θέματα της ανθρωπότητας, όπως είναι η βέλτιστη προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών.
Σελ. 13
Πρώτο Μέρος
Θεωρίες Φιλοσοφίας Δικαίου
Η φιλοσοφία του δικαίου ασχολείται με την διατύπωση εννοιών και θεωριών για την αποσαφήνιση και την κατανόηση της φύσης του δικαίου, των πηγών της ισχύος του και του ρόλου του στην κοινωνία. Στις αγγλοσαξονικές χώρες ο όρος ‘jurisprudence’ αναφέρεται στην φιλοσοφία του δικαίου και σε ορισμένες περιπτώσεις στην νομολογία των δικαστηρίων (λόγω του ότι πηγή του κοινοδικαίου είναι κατ’ αρχήν μόνο οι δικαστικές αποφάσεις).
Στην φιλοσοφία του δικαίου μπορούν να συνεισφέρουν όλοι οι κλάδοι της φιλοσοφίας (ηθική, πολιτική, λογική, γνωσιολογία, υπαρξισμός, λογικός θετικισμός) χωρίς την ανάγκη μία συγκεκριμένη φιλοσοφική προοπτική να γίνει δεκτή στην ολότητά της.
Σελ. 14
Ιδέες που μπορούν να φωτίσουν νομικοφιλοσοφικά προβλήματα πρέπει να αναζητώνται τόσο σε όλους τους τομείς της συστηματικής σκέψης όσο και στην φιλοσοφία.
Εξ άλλου, γενικότερα ως φιλοσοφία μπορεί να οριστεί (αν και ευρύτερα αποδεκτός ορισμός της φιλοσοφίας είναι δυσχερής νοητική διαδικασία λόγω ακριβώς του ότι οι φιλόσοφοι εστιάζουν συχνά σε διαφορετικούς τομείς της ανθρώπινης δράσης και εμπειρίας) η κριτική εξέταση και θεώρηση των ελλόγων βάσεων των θεμελιακών πεποιθήσεών μας και η έλλογη ανάλυση βασικών εννοιών που εργαλειοποιούνται κατά την γλωσσική διατύπωση και έκφραση αυτών ακριβώς των πεποιθήσεων.
Ως φιλοσοφία μπορεί να οριστεί (με την ανωτέρω επιφύλαξη της δυσχέρειας ευρύτερα αποδεκτού ορισμού) και ο στοχασμός για την πολυμορφία της ανθρώπινης δράσης και εμπειρίας ή ως η έλλογη, μεθοδική και συστηματική διερεύνηση, αναζήτηση, επισκόπηση και εξέταση τομέων, ζητημάτων και θεμάτων που είναι μείζονος σημασίας για τον άνθρωπο.
Στην αρχαία Ελλάδα, γράφει ο Ουμπέρτο Έκο στην Ιστορία της Φιλοσοφίας, πίστευαν ότι ο άνθρωπος ξεκίνησε να φιλοσοφεί (όπως έλεγε ο Αριστοτέλης) ως αντίδραση στα παράδοξα φαινόμενα.
«Υπάρχει ένας πολιτιστικός λόγος για τον οποίο η ιστορία της φιλοσοφίας ξεκινά από τους Έλληνες. Η ελληνική σκέψη ήταν εκείνη που διαμόρφωσε τον τρόπο σκέψης του δυτικού κόσμου, και μόνο αν καταλάβουμε τι σκέφτονταν οι Έλληνες, μπορούμε να κατανοήσουμε πώς συνεχίζουμε να σκεφτόμαστε τα τελευταία τρεις χιλιάδες χρόνια.»24 |
Σελ. 15
Η φιλοσοφία της επιστήμης αναγνωρίστηκε ως ιδιαίτερος κλάδος μόνο κατά τον 19ο αιώνα και κυρίως τον 20ο αιώνα ακολουθώντας τον διαχωρισμό και την ανεξαρτητοποίηση των φυσικών επιστημών, διότι τους προηγούμενους αιώνες το διανοητικό εγχείρημα της επιστήμης αποτελούσε τμήμα της φιλοσοφίας: φυσική φιλοσοφία, ηθική φιλοσοφία, μεταφυσική φιλοσοφία.
Οι θεωρίες της Φιλοσοφίας του Δικαίου διακρίνονται σε:
θεωρίες του Φυσικού Δικαίου (τί είναι το δίκαιο και ποιός είναι ο σκοπός του δικαίου),
αναλυτικές θεωρίες Φιλοσοφίας του Δικαίου για το τί είναι το δίκαιο (Φυσικό Δίκαιο, Νομικός Θετικισμός, Ρεαλισμός, Κριτικές Νομικές Σπουδές, Κοινωνικές και Κοινωνιολογικές Νομικές Θεωρίες, Ιστορική Σχολή του Δικαίου, Κριτικός Ρασιοναλισμός (Ορθολογισμός), Νομικός Ερμηνευτισμός) και σε
κανονιστικές θεωρίες Φιλοσοφίας του Δικαίου για τον σκοπό του νόμου (Φυσικό Δίκαιο, Δεοντολογία του Καντ, Ωφελιμισμός και Οικονομική Ανάλυση του Δικαίου, Νομικός Φιλελευθερισμός).
Άλλη διάκριση που θα μπορούσε να γίνει για τις θεωρίες της φιλοσοφίας του δικαίου είναι οι μονιστικές θεωρίες (‘ένα είναι το σωστό’, ‘μία είναι η πιο δίκαιη λύση κάθε φορά’) και ο νομικός πλουραλισμός και άλλη διάκριση μπορεί να γίνει σε ζεύγματα ανά άξονα-κριτήριο.
Το πρώτο ζεύγμα εννοιών και θεωριών της φιλοσοφίας του δικαίου (φυσικό δίκαιο-νομικός θετικισμός) περιστρέφεται γύρω από τον άξονα-κριτήριο του υπέρτερου δικαίου (θεϊκό δίκαιο, Θεός, ηθική, θεμελιώδης νόμος), το δεύτερο ζεύγμα εννοιών και θεωριών της φιλοσοφίας του δικαίου (πραγματισμός-ρεαλισμός) περιστρέφεται γύρω από τον άξονα-κριτήριο της διαπίστωσης της αξίας της θεωρίας στην πράξη με απτά αποτελέσματα, το τρίτο ζεύγμα εννοιών και θεωριών της φιλοσοφίας του δικαίου (αριστερός/κοινωνικός νομικός φιλελευθερισμός και κριτικές νομικές σπουδές, δεξιός/ οικονομικός νομικός φιλελευθερισμός και οικονομική ανάλυση του δικαίου ως έκφανση του ωφελιμισμού) περιστρέφεται γύρω από τον άξονα-κριτήριο της πολιτικής ιδεολογίας και αφετηρίας στο δίπολο αριστεράς-δεξιάς.
Συναφώς, ηθική, πράξη και πολιτική αποτελούν τους τρεις άξονες-κριτήρια πέριξ των οποίων έχουν διαμορφωθεί μέχρι σήμερα οι θεωρίες της φιλοσοφίας του δικαίου.
Σελ. 16
Κεφάλαιο Α
Φυσικό Δίκαιο
α. Κύρια σημεία
Φυσικό δίκαιο, κατά την θεωρία του φυσικού δικαίου, είναι το υπέρτερο δίκαιο του τεθειμένου δικαίου που αποτελείται από αιώνιες, αναλλοίωτες αρχές και ηθικές αξίες. Σε περίπτωση σύγκρουσης φυσικού και τεθειμένου δικαίου, το φυσικό δίκαιο υπερισχύει. Κατ’ άλλη διατύπωση, φυσικό δίκαιο με ευρεία έννοια είναι οι βασικές αρχές μιας τάξης, δηλαδή σύνθεσης, που ισχύουν για όλους του ανθρώπους και σε όλες τις εποχές, χωρίς να εξαρτώνται από το θετό δίκαιο. Αυτό μπορεί να έχει και μεταβλητό περιεχόμενο. Η ύπαρξή του συνδέεται με την κοσμική τάξη, δηλαδή την σύνθεση του κόσμου.
Το φυσικό δίκαιο θεμελιώθηκε στην αρχαία Ελλάδα και στο Ισραήλ, παράλληλα με την Αίγυπτο, την Κίνα και την Ινδία, βρήκε υποστηρικτές και εκπροσώπους στην αρχαία Ρώμη, στην Κωνσταντινούπολη κατά την διάρκεια της Βυζαντινής (ή Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας), στην Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό και μέχρι σήμερα θεμελιώνεται ως μία θεωρία της φιλοσοφίας του δικαίου.
Σελ. 17
Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης (κύριος εκπρόσωπος της σχολής του φυσικού δικαίου στην αρχαία Ελλάδα) και οι Στωικοί φιλόσοφοι ονομάζουν το φυσικό δίκαιο κοινό νόμο, δηλαδή τον κατά φύσιν ταυτίζοντας το άγραφο δίκαιο με το φυσικό δίκαιο.
Η φύση του ανθρώπου και η φύση του πράγματος περιέχει κατευθυντήριο μέτρο για το ορθό δίκαιο της κάθε περίπτωσης (στην σφαίρα του «είναι»).
Ο Αριστοτέλης εξισώνει τους άγραφους νόμους με τους οικουμενικούς νόμους αποκαλώντας τους οικουμενικούς νόμους φύσει νόμους. Αντίστοιχα, στην Κίνα ο Λάο Τσε το 400 π.Χ. είχε αναφερθεί στην «σωστή διακυβέρνηση του κόσμου».
Επίσης, ο Αριστοτέλης διέκρινε τα πολιτεύματα σε ορθά και ατελή (αν υπηρετείται το κοινό καλό η βασιλεία δεν παρεκτρέπεται σε τυραννία, η αριστοκρατία δεν παρεκτρέπεται σε ολιγαρχία και η πολιτεία (εννοώντας την δημοκρατία) δεν παρεκτρέπεται σε δημοκρατία, εννοώντας την οχλοκρατία), διέκρινε την δικαιοσύνη σε διανεμητική (αρχική κατανομή αξιωμάτων) και διορθωτική (διορθωτικές παρεμβάσεις του νομοθέτη και της πολιτείας υπέρ των ασθενέστερων) και προέβη στην διάκριση
Σελ. 18
των τριών εξουσιών: νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική. Σε αυτή την διάκριση είχαν προβεί οι Εβραίοι ήδη από τον 12ο αιώνα π.Χ., όπως προκύπτει από την Βίβλο, ενώ την ίδια περίπου εποχή από τα ομηρικά έπη προκύπτει ότι στον Τρωικό Πόλεμο οι Έλληνες είχαν ξεχωριστή δικαστική εξουσία.
«Καθώς μεταβαίνουμε από τους κλασικούς συγγραφείς του φυσικού δικαίου στους πρώτους εκκλησιαστικούς συγγραφείς του Χριστιανισμού, πτυχές της θεωρίας αναγκαστικά αλλάζουν και έτσι εγείρονται διάφορα ζητήματα εντός της συγκεκριμένης προσέγγισης για την ηθική και το δίκαιο. Για παράδειγμα, στους κλασικούς συγγραφείς, η πηγή των υπέρτερων αρχών λέγεται ότι είναι ή εξυπακούεται ότι είναι εγγενής στην φύση των πραγμάτων. Με τους πρώτους εκκλησιαστικούς συγγραφείς του Χριστιανισμού εμφανίζεται ένα θεϊκό ον που επεμβαίνει ενεργά στα ανθρώπινα και θέτει ρητές επιταγές για όλη την ανθρωπότητα. Στον βαθμό που οι θεωρητικοί εκφραστές της θεωρίας του φυσικού δικαίου στην πρώιμη Εκκλησία συνέχιζαν να μιλούν για ανώτερες αρχές εγγενείς στην ανθρώπινη φύση ή την φύση των πραγμάτων, έπρεπε επίσης να αντιμετωπίσουν το ερώτημα της σύνδεσης των αρχών αυτών με τις θεϊκές επιταγές, π.χ. μπορεί ο Θεός να αλλάξει το δίκαιο;»
Έτσι, ο Θωμάς Ακινάτης (ένας από τους κυρίους εκπροσώπους της θεωρίας του φυσικού δικαίου στον Μεσαίωνα) διέκρινε τέσσερα είδη δικαίου: το αιώνιο δίκαιο, το φυσικό δίκαιο, το θεϊκό δίκαιο και το ανθρώπινο δίκαιο ή το τεθειμένο δίκαιο ή το θετό δίκαιο που προέρχεται από το φυσικό δίκαιο.
Σελ. 19
Ο Φίνις αναπτύσσει σήμερα την θεωρία του φυσικού δικαίου στο πλαίσιο της σύγχρονης εποχής.
β. Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές
Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές της θεωρίας του φυσικού δικαίου στην αρχαία Ελλάδα και τους ελληνιστικούς χρόνους ήταν ο Πλάτων (Νόμοι, Πολιτεία, Πολιτικός, Πρωταγόρας), ο προαναφερθείς Αριστοτέλης (Ρητορική, Ηθικά Νικομάχεια, αρεταϊκή ηθική και όχι ωφελιμιστική ηθική, π.χ. Τζον Στούαρτ Μιλ ή δεοντολογική ηθική, π.χ. Καντ), ο Σοφοκλής (Αντιγόνη), ο Επίκουρος, ο Ζήνων (ιδρυτής της στωικής φιλοσοφίας).
Ο Επίκουρος γεννήθηκε στην Σάμο στις 4 Φεβρουαρίου 341 π.Χ. από Αθηναίους γονείς (Νεοκλής και Χαιρεστράτη), το 323 π.Χ. κατετάγη στον στρατό της Αθήνας (το έτος που απεβίωσε ο Μέγας Αλέξανδρος), ενώ το 322 π.Χ. οι γονείς του μετακινήθηκαν στην παραλιακή πόλη Κολοφώνα.
Ο Επίκουρος διδάχθηκε την φιλοσοφία του Πλάτωνα από τον Πάμφιλο στην Αθήνα και την φιλοσοφία του Αριστοτέλη από τον Πραξιφάνη στην Ρόδο. Μελέτησε την ατομική θεωρία του Δημόκριτου και από το 311 π.Χ. δίδαξε στο Γυμνάσιο της Λέσβου, ενώ στην συνέχεια δίδαξε στην Λάμψακο, στα στενά του Ελλήσποντου. Αργότερα, δίδαξε στην Αθήνα, όπου και πέθανε το 270 π.Χ. Ο Επίκουρος επηρέασε μεταγενέστερους φιλοσόφους της ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου.
Το 1435 ο Ιταλός Λορέντσο Βάλα, Καθηγητής Ρητορικής στην Παβία, δημοσίευσε έργο του, όπου υπερασπιζόταν με θέρμη τον Επίκουρο.
Εξ άλλου, το 1819 ο Τόμας Τζέφερσον (1743-1826) σε επιστολή του προς τον Σορτ αναφέρει: «είμαι κι εγώ Επικούρειος. Θεωρώ ότι οι γνήσιες θέσεις του Επίκουρου περιέχουν
Σελ. 20
ό,τι πιο ορθολογικό μας έχουν κληροδοτήσει η Ελλάδα και η Ρώμη στον χώρο της ηθικής φιλοσοφίας.»
Ορισμένες από τις θέσεις του Επίκουρου για το δίκαιο συνοψίζονται ως ακολούθως.
«Το φυσικό δίκαιο δεν είναι παρά σύμβαση συμφέροντος που αποβλέπει στο να μην βλάπτουν και να μην βλάπτονται μεταξύ τους οι άνθρωποι.»
«Κανένας από αυτούς που κρυφά καταπατούν τα όσα συμφώνησαν μεταξύ τους οι άνθρωποι ώστε να μην βλάπτουν και να μην βλάπτονται, δεν είναι δυνατόν να πιστεύει ότι θα μείνει απαρατήρητος, έστω και αν μέχρι τώρα έχει ξεφύγει χιλιάδες φορές, διότι δεν είναι βέβαιο ότι θα ξεφεύγει μέχρι τέλους.»
«Από τα όσα θεωρούνται δίκαια σύμφωνα με τον νόμο, θέση στον χώρο της δικαιοσύνης έχει εκείνο που αποδεδειγμένα ωφελεί όσον αφορά στις ανάγκες των κοινωνικών σχέσεων, είτε αποβαίνει το ίδιο για όλους είτε όχι.»
«Αν όμως κάποιος θεσπίσει ένα νόμο που δεν αποβαίνει προς όφελος της κοινωνικής ζωής, ο νόμος τούτος δεν έχει τον φυσικό χαρακτήρα του δικαίου.»
Ο Κικέρων στο έργο του «Περί των τελικών σκοπών, καλών και κακών» αναφέρεται στα πιο κάτω λόγια του Τορκουάτου, ενός νεαρού επικούρειου.
Ο Τορκουάτος υπερασπιζόταν τις θέσεις του Επίκουρου, ενός από τους πιο γνωστούς στωικούς φιλοσόφους. «Όχι μόνο δεν βλάπτει κανέναν η Δικαιοσύνη αλλά, αντίθετα, πάντα προσφέρει κάποιο όφελος, εν μέρει διότι χάρη σε αυτήν γαληνεύουν τα πνεύματα και εν μέρει διότι στηρίζει την ελπίδα της απρόσκοπτης παροχής όλων όσων πραγματικά έχει ανάγκη μια αδιάφθορη φύση.» «Όσοι άνθρωποι έχουν ισχυρή φύση, οδηγούνται από την φωνή της λογικής στην δικαιοσύνη και την τιμιότητα.»
«Η Ανομία πρέπει να αποφεύγεται όχι μόνο λόγω των μειονεκτημάτων της άδικης ζωής αλλά πολύ περισσότερο διότι, όταν κατοικεί μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, δεν του επιτρέπει να γνωρίσει μία στιγμή ησυχίας και να ανασάνει ελεύθερα.»
Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές του φυσικού δικαίου στην Ρώμη ήταν ο Κικέρων, στην Κωνσταντινούπολη ο προρρηθείς Ιταλός Θωμάς Ακινάτης (1225-1274) έγινε γνωστός από τις μεταφράσεις στα ελληνικά των έργων του τόσο από τον Γεννάδιο Σχολάριο (πριν να καταστεί Πατριάρχης) όσο και από τον Δημήτριο Κυδώνη.