Back to Top
Κ Δ ΤΣΑΤΣΟΣ - Α Ι ΜΑΝΕΣΗΣ Διάλογος τον οποίο αξίζει και πρέπει να συνεχίσουμε
Η διαλεκτική σύνθεση των ιδεών του Καντ και του Μαρξ στον ελληνικό νομικό χώρο και η συνταγματική οργάνωση του Κράτους
Κωδικός Προϊόντος:
12489
- Έκδοση: 2010
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 560
- ISBN: 978-960-272-679-2
- Black friday εκδόσεις: 30%
Τι σχέση έχουν μεταξύ τους ο Κ. Δ. Τσάτσος και ο Α. Ι. Μάνεσης; Όσο κι αν είναι ευρέως γνωστό ότι και οι δύο σπούδασαν νομικά, υπήρξαν Καθηγητές της Νομικής Σχολής, ο πρώτος της Φιλοσοφίας του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ο δεύτερος του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και αργότερα της Αθήνας κι έγιναν και οι δύο τακτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών - ο πρώτος μάλιστα διατέλεσε όχι μόνο Πρόεδρός της αλλά και Πρόεδρος της Δημοκρατίας - δεν είναι, στις λεπτομέρειές τους, ευρέως γνωστές οι σχέσεις των δύο ανδρών. Πότε και πώς ο Κ. Δ. Τσάτσος και ο Α. Ι . Μάνεσης άνοιξαν μεταξύ τους διάλογο; Με ποια αφορμή; Πώς και για ποιο λόγο αυτό το διάλογο αξίζει και πρέπει να συνεχίσουμε; Πότε, πώς και από ποιους οι ιδέες του Καντ και του Μαρξ αναπτύχθηκαν στον ελληνικό νομικό χώρο και γιατί ζητείται η διαλεκτική σύνθεσή τους; Ποια είναι η πρόταση για μια συνταγματική οργάνωση του Κράτους με βάση τους κανόνες της διαλεκτικής σύνθεσης;
Με τη νέα αυτή μελέτη του ο συγγραφέας επιχειρεί να απαντήσει διεξοδικά στα πιο πάνω πέντε ερωτήματα. Πέντε είναι οι κεντρικές θέσεις των αναλύσεων του έργου:
Η πρώτη είναι ότι ο Κ. Τσάτσος και ο Α. Μάνεσης ανήκαν σε δύο εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους σχολές σκέψης και προσέγγισης του Δικαίου και της Πολιτείας. Ο Κ. Τσάτσος ήταν εκείνος που ξεκίνησε από τον Καντ για να καταλήξει στο νεοκαντιανισμό και σε μια ιδεαλιστική θεώρηση του Δικαίου, της οποίας οι καταβολές βρίσκονται στη θεωρία των Ιδεών του Πλάτωνος, όπως η τελευταία αναπτύχθηκε από διαπρεπείς Νεοκαντιανούς. Μια θεωρία που, μεταξύ άλλων, κολάκευε στο έπακρο, λόγω της ελληνικής προέλευσής της, τους νεαρούς Έλληνες αστούς οι οποίοι είχαν καταφύγει κατά το μεσοπόλεμο στη Χαϊδελβέργη για να διδαχθούν και να μεταδιδάξουν στον τόπο μας, τη φιλοσοφία γενικότερα (Ι. Θεοδωρακόπουλος) και τη φιλοσοφία του δικαίου ειδικότερα (Κ. Τσάτσος). Ο Α. Μάνεσης ήταν εκείνος που ξεκίνησε από τον Α. Σβώλο και διά μέσου κυρίως του Ν. Πουλαντζά γνώρισε τον Μαρξ και τη σύγχρονη μαρξιστική φιλολογία, από την οποία επηρεάστηκε για να καταλήξει σε μια «κοινωνιολογική διαλεκτική μέθοδο προσέγγισης».
Η δεύτερη είναι ότι, αντίθετα απʼ ότι συνήθως πιστεύεται, η διαλεκτική σύνθεση των θέσεων του Ι. Καντ και του Μαρξ δεν είναι αδύνατη. Και τούτο όχι μόνο διότι οι δύο άνδρες ήσαν δύο έξοχα τέκνα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού αλλά και διότι η θέση και η αντίθεση μεταξύ τους κρύβει μέσα της μια πλούσια διαλεκτική δυναμική την οποία εμείς οι επίγονοι πρέπει να αποκαλύψουμε και να συνεχίσουμε.
Η τρίτη είναι ότι, αντίθετα απʼ ό,τι επίσης πιστεύεται, η διαλεκτική σύνθεση της θέσης του Κ. Τσάτσου και της αντίθεσης του Α. Μάνεση δεν ήταν αδύνατη. Στάθηκε αδύνατη. Τούτο γιατί οι δύο άνδρες δεν ήταν σε θέση να υψωθούν σε ένα υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με εκείνο στο οποίο στάθηκαν για να διαλεχθούν, να συμφωνήσουν αλλά και να διαφωνήσουν. Αυτό το επίπεδο δεν ήταν άλλο από εκείνο στο οποίο βρίσκεται κανείς, ευθύς ως μετατρέψει τις κατʼ αρχήν ετερώνυμες θέσεις του σε ομώνυμες, πράγμα το οποίο θα ήταν δυνατό στους δύο άνδρες, μόνο αν ήσαν σε θέση να αναχθούν προηγουμένως στις πρωτογενείς θέσεις του Καντ και του Μαρξ, από τους οποίους άντλησαν την κοσμοθεωρία τους, ώστε στη συνέχεια να συνθέσουν διαλεκτικά πρώτα τις απόψεις των δύο τελευταίων κι ύστερα τις δικές τους.
Η τέταρτη είναι ότι βάρος της συνέχισης του διαλόγου του Κ. Τσάτσου και του Α. Μάνεση πέφτει σε όλους εκείνους που αντιλαμβάνονται την πλούσια δυναμική που κρύβει αυτός ο διάλογος που άρχισε αλλά, για τον πιο πάνω λόγο, δεν κατέστη δυνατό να συνεχιστεί από τους αρχικούς διαλεγόμενους.
Και η πέμπτη είναι ότι μπορούμε, από σήμερα κιόλας, να αρχίσουμε να οραματιζόμαστε τον τρόπο με τον οποίο οι επίγονοί μας θα οργανώσουν συνταγματικά το Κράτος, αν τους αναθέσουμε τα καθήκοντα μιας οιονεί συντακτικής εξουσίας που άλλο σκοπό δεν θα έχει παρά μόνο, πώς να ασκήσει τα καθήκοντά της με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές μιας ιδανικής διαλεκτικής σύνθεσης η οποία θα αναδείξει την, εν ελευθερία και δημοκρατία, ανάγκη ριζικού μετασχηματισμού του Κράτους και όχι την κατάργησή του.
Με τη νέα αυτή μελέτη του ο συγγραφέας επιχειρεί να απαντήσει διεξοδικά στα πιο πάνω πέντε ερωτήματα. Πέντε είναι οι κεντρικές θέσεις των αναλύσεων του έργου:
Η πρώτη είναι ότι ο Κ. Τσάτσος και ο Α. Μάνεσης ανήκαν σε δύο εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους σχολές σκέψης και προσέγγισης του Δικαίου και της Πολιτείας. Ο Κ. Τσάτσος ήταν εκείνος που ξεκίνησε από τον Καντ για να καταλήξει στο νεοκαντιανισμό και σε μια ιδεαλιστική θεώρηση του Δικαίου, της οποίας οι καταβολές βρίσκονται στη θεωρία των Ιδεών του Πλάτωνος, όπως η τελευταία αναπτύχθηκε από διαπρεπείς Νεοκαντιανούς. Μια θεωρία που, μεταξύ άλλων, κολάκευε στο έπακρο, λόγω της ελληνικής προέλευσής της, τους νεαρούς Έλληνες αστούς οι οποίοι είχαν καταφύγει κατά το μεσοπόλεμο στη Χαϊδελβέργη για να διδαχθούν και να μεταδιδάξουν στον τόπο μας, τη φιλοσοφία γενικότερα (Ι. Θεοδωρακόπουλος) και τη φιλοσοφία του δικαίου ειδικότερα (Κ. Τσάτσος). Ο Α. Μάνεσης ήταν εκείνος που ξεκίνησε από τον Α. Σβώλο και διά μέσου κυρίως του Ν. Πουλαντζά γνώρισε τον Μαρξ και τη σύγχρονη μαρξιστική φιλολογία, από την οποία επηρεάστηκε για να καταλήξει σε μια «κοινωνιολογική διαλεκτική μέθοδο προσέγγισης».
Η δεύτερη είναι ότι, αντίθετα απʼ ότι συνήθως πιστεύεται, η διαλεκτική σύνθεση των θέσεων του Ι. Καντ και του Μαρξ δεν είναι αδύνατη. Και τούτο όχι μόνο διότι οι δύο άνδρες ήσαν δύο έξοχα τέκνα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού αλλά και διότι η θέση και η αντίθεση μεταξύ τους κρύβει μέσα της μια πλούσια διαλεκτική δυναμική την οποία εμείς οι επίγονοι πρέπει να αποκαλύψουμε και να συνεχίσουμε.
Η τρίτη είναι ότι, αντίθετα απʼ ό,τι επίσης πιστεύεται, η διαλεκτική σύνθεση της θέσης του Κ. Τσάτσου και της αντίθεσης του Α. Μάνεση δεν ήταν αδύνατη. Στάθηκε αδύνατη. Τούτο γιατί οι δύο άνδρες δεν ήταν σε θέση να υψωθούν σε ένα υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με εκείνο στο οποίο στάθηκαν για να διαλεχθούν, να συμφωνήσουν αλλά και να διαφωνήσουν. Αυτό το επίπεδο δεν ήταν άλλο από εκείνο στο οποίο βρίσκεται κανείς, ευθύς ως μετατρέψει τις κατʼ αρχήν ετερώνυμες θέσεις του σε ομώνυμες, πράγμα το οποίο θα ήταν δυνατό στους δύο άνδρες, μόνο αν ήσαν σε θέση να αναχθούν προηγουμένως στις πρωτογενείς θέσεις του Καντ και του Μαρξ, από τους οποίους άντλησαν την κοσμοθεωρία τους, ώστε στη συνέχεια να συνθέσουν διαλεκτικά πρώτα τις απόψεις των δύο τελευταίων κι ύστερα τις δικές τους.
Η τέταρτη είναι ότι βάρος της συνέχισης του διαλόγου του Κ. Τσάτσου και του Α. Μάνεση πέφτει σε όλους εκείνους που αντιλαμβάνονται την πλούσια δυναμική που κρύβει αυτός ο διάλογος που άρχισε αλλά, για τον πιο πάνω λόγο, δεν κατέστη δυνατό να συνεχιστεί από τους αρχικούς διαλεγόμενους.
Και η πέμπτη είναι ότι μπορούμε, από σήμερα κιόλας, να αρχίσουμε να οραματιζόμαστε τον τρόπο με τον οποίο οι επίγονοί μας θα οργανώσουν συνταγματικά το Κράτος, αν τους αναθέσουμε τα καθήκοντα μιας οιονεί συντακτικής εξουσίας που άλλο σκοπό δεν θα έχει παρά μόνο, πώς να ασκήσει τα καθήκοντά της με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές μιας ιδανικής διαλεκτικής σύνθεσης η οποία θα αναδείξει την, εν ελευθερία και δημοκρατία, ανάγκη ριζικού μετασχηματισμού του Κράτους και όχι την κατάργησή του.
ΜΙΑ ΕΞΗΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ, ΤΟΝ ΥΠΟΤΙΤΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ | Σελ. 7 |
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ | |
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ | |
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ | |
Κ. Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ (1899-1987) | |
1. Βιογραφικά | Σελ. 21 |
2. Η πνευματική συγκρότηση και η ιδεολογία του | Σελ. 25 |
Α. Σπουδές στη Γερμανία. Επαφή με το γερμανικό ιδεαλισμό, τον νεοκαντιανισμό και τον πλατωνισμό | Σελ. 25 |
Β. Επιστροφή στην Ελλάδα | Σελ. 27 |
(i) Διάλογος με τους αριστερούς φοιτητές και τον Δ. Γληνό | Σελ. 27 |
(ii) O διάλογός του με τον Γ. Σεφέρη για την Ποίηση | Σελ. 28 |
(iii) Η διαμάχη του Κ. Τσάτσου με τους κεντρώους Γ. Θεοτοκά, Ε. Παπανούτσο και Φ. Βεγλερή | Σελ. 28 |
(iv) Η στάση του Κ. Τσάτσου στο ανέβασμα των «Ορνίθων» του Αριστοφάνη από τον Κ. Κουν | Σελ. 28 |
(v) «Το κλασικό και ρομαντικό πνεύμα στη σκέψη του Κ. Τσάτσου» | Σελ. 28 |
(vi) Ο αντικομμουνισμός του | Σελ. 28 |
(vii) Κριτική στη φιλοσοφία του Κ. Τσάτσου | Σελ. 29 |
(viii) Τι ο Κ. Τριανταφυλλόπουλος είπε στον Κ. Τσάτσο και τι δεν του είπε | Σελ. 40 |
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ | |
Α. Ι. ΜΑΝΕΣΗΣ (1921-2000) | |
1. Βιογραφικά | Σελ. 45 |
2. Η πνευματική συγκρότηση και η ιδεολογία του | Σελ. 73 |
A. Η επαφή του με το Δημόσιο Δίκαιο | Σελ. 73 |
Β. Οι Έλληνες συνταγματολόγοι | Σελ. 76 |
(i) Ν. Ι. Σαρίπολος (πατήρ) (1817-1887) | Σελ. 76 |
(ii) Θ. Φλογαΐτης (1840-1905) | Σελ. 79 |
(iii) Ι. Αραβαντινός (1850-1907) | Σελ. 79 |
(iv) Ν. Ν. Σαρίπολος (υιός) (1876-1944) | Σελ. 80 |
(v) Α. Σβώλος (1892-1956) | Σελ. 83 |
Γ. Ηλίας Κυριακόπουλος (1903-1974) | Σελ. 93 |
Δ. Νίκος Πουλαντζάς (1936-1979) | Σελ. 95 |
Ε. Οι ξένοι συνταγματολόγοι | Σελ. 102 |
(i) L?on Duguit (1859-1922) | Σελ. 102 |
(ii) C. Schmitt (1888-1985) | Σελ. 104 |
(iii) Hans Kelsen (1881-1973) | Σελ. 108 |
ΣΤ. Η ιδεολογία του Α. Μάνεση | Σελ. 111 |
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ | |
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΔΙΑΛΟΓΟΙ | |
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ | |
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ: ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ «ΒΑΣΙΛΙΚΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ» | |
1. Ο διάλογος | Σελ. 117 |
Α. Η θέση του Κ. Τσάτσου | Σελ. 117 |
Β. Η απάντηση του Α. Μάνεση | Σελ. 118 |
Γ. Η παρέμβαση του Ρ. Δήμου και Στ. Δρομάζου | Σελ. 119 |
Δ. Η βιβλιογραφία | Σελ. 119 |
Ε. Πηγές | Σελ. 121 |
2. Περιεχόμενο του διαλόγου | Σελ. 122 |
Α. Η αφορμή του διαλόγου | Σελ. 122 |
Β. Μια αναγκαία παρέκβαση | Σελ. 123 |
3. Η απάντηση του Κ. Τσάτσου | Σελ. 127 |
4. Η ανταπάντηση του Α. Μάνεση | Σελ. 132 |
5. Κριτικές παρατηρήσεις | Σελ. 140 |
Α. Ο τίτλος του διαλόγου | Σελ. 140 |
Β. Παρασιώπηση ορισμένων απόψεων του Πλάτωνος | Σελ. 143 |
Γ. Επανεισαγωγή του στοιχείου του «μύθου» | Σελ. 146 |
Δ. Παρεισαγωγή στοιχείων «Φυσικού Δικαίου» | Σελ. 148 |
Ε. 'Αραγε για ποιο λόγο ο Κ. Τσάτσος επέλεξε να πραγματευθεί κεφάλαιο της «Πολιτείας» και όχι των «Νόμων» του Πλάτωνος; Ορισμένες υποθέσεις εργασίας | Σελ. 149 |
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ | |
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ: ΓΙΑ ΤΟΝ «ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ» | |
1. Ο διάλογος | Σελ. 161 |
2. Το περιεχόμενο του διαλόγου | Σελ. 161 |
Α. Η θέση του Α. Μάνεση | Σελ. 161 |
Β. Η απάντηση του Κ. Τσάτσου | Σελ. 166 |
Γ. Η ανταπάντηση του Α. Μάνεση | Σελ. 169 |
Δ. «Προσθήκη και αντίκρουση» των απόψεων του Κ. Τσάτσου εκ μέρους του Α. Μάνεση | Σελ. 174 |
3. Κριτικές παρατηρήσεις στο διάλογο | Σελ. 181 |
4. Η διαρρύθμιση της «κατάστασης πολιορκίας» κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986 και οι νέες απόψεις του Α. Μάνεση | Σελ. 188 |
Α. Η Βουλή και η Κυβέρνηση αντί για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας | Σελ. 190 |
Β. Παραλλαγές των ουσιαστικών προϋποθέσεων για την κήρυξη της κατάστασης πολιορκίας | Σελ. 193 |
5. Παρατηρήσεις στις πιο πάνω νέες απόψεις του Α. Μάνεση | Σελ. 195 |
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ | |
Ο ΤΡΙΤΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ: ΓΙΑ ΤΟ «ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ» | |
1. Τα κείμενα του διαλόγου | Σελ. 198 |
Α. Το δημοσίευμα του Α. Μάνεση | Σελ. 198 |
Β. Η απάντηση του Κ. Τσάτσου | Σελ. 198 |
2. Το περιεχόμενο του διαλόγου | Σελ. 198 |
Α. Οι επτά θέσεις του Α. Μάνεση | Σελ. 198 |
Β. Δύο επιπλέον θέσεις του Α. Μάνεση οι οποίες όμως δεν απετέλεσαν, τουλάχιστον αμέσως, αντικείμενο του διαλόγου | Σελ. 210 |
α. «Νομική Παιδεία και Πολιτική» | Σελ. 210 |
β. «Νεοφιλελευθερισμός και Δίκαιο» | Σελ. 218 |
Γ. Οι είκοσι πέντε θέσεις του Κ. Τσάτσου | Σελ. 221 |
3. Μήπως ο διάλογος είχε αρχίσει δύο έτη νωρίτερα; Και εκείνος που τον προκάλεσε δεν ήταν ο Α. Μάνεσης αλλά ήταν ο Κ. Τσάτσος; | Σελ. 250 |
4. Κριτικές παρατηρήσεις στο διάλογο | Σελ. 256 |
Α. Η «έκπληξη» από τις θέσεις Α. Μάνεση | Σελ. 256 |
Β. Ερωτηματικά και απορίες για τις θέσεις που ο Κ. Τσάτσος θα υποστήριζε στο διάλογο | Σελ. 264 |
Γ. Το επίπεδο του διαλόγου | Σελ. 265 |
Δ. Κρίσεις ως προς τη φιλοσοφικο-πολιτική υποδομή των θέσεων του Α. Μάνεση | Σελ. 268 |
(i) Κοσμάς Ψυχοπαίδης και Κωνσταντίνος Τσουκαλάς | Σελ. 268 |
(ii) Νομικός Θετικισμός | Σελ. 274 |
Ε. Κρίσεις ως προς την φιλοσοφικο-πολιτική υποδομή των θέσεων του Κ. Τσάτσου | Σελ. 289 |
ΣΤ. Γιατί άραγε ο Α. Μάνεσης δεν απάντησε στον Κ. Τσάτσο; | Σελ. 290 |
Ζ. 'Αραγε εμείς, ως τρίτοι, τι άλλα επιχειρήματα θα μπορούσαμε να προσθέσουμε (στον) ή να αφαιρέσουμε (από τον) διάλογο; Όρια της κριτικής παρέμβασής μας | Σελ. 292 |
5. Ποιο είναι το νόημα της πρόσκλησης την οποία ο Α. Μάνεσης απηύθυνε στον Κ. Τσάτσο. Τι του είπε και τι δεν του είπε. Τι δεν μπορούσε να του πει; | Σελ. 328 |
6. Αντί για άλλη απάντηση, ο Κ. Τσάτσος προκαλεί την είσοδο του Α. Μάνεση στην Ακαδημία Αθηνών | Σελ. 333 |
7. Η εκλογή του Α. Μάνεση ως τακτικού μέλους της Ακαδημίας Αθηνών | Σελ. 335 |
8. Η εκτίμηση και η συμπάθεια που και οι δύο συνομιλητές έτρεφαν ο ένας για τον άλλο, δεν αρκούσε για να οδηγηθούν οι απόψεις τους σε μια διαλεκτική σύνθεση | Σελ. 357 |
9. Οι αντίθετες απόψεις του Κ. Τσάτσου και του Α. Μάνεση εν όψει της δυνατότητας μιας διαλεκτικής σύνθεσής τους | Σελ. 359 |
Α. Η «ιδεολογική» διάσταση | Σελ. 359 |
Β. Η «εγωκεντρική» διάσταση | Σελ. 363 |
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ | |
ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΤΩΝ ΔΙΑΛΟΓΩΝ Κ. ΤΣΑΤΣΟΥ - Α. ΜΑΝΕΣΗ | |
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ | |
ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΙ | |
'Αραγε ποιοι άλλοι, πλην των Κ. Τσάτσου και Α. Μάνεση, θα μπορούσαν ή δεν θα μπορούσαν να εισφέρουν στον τόπο μας, στη διαλεκτική σύνθεση των δύο πιο πάνω απόψεων; | Σελ. 369 |
1. Θ. Δ. Τσάτσος | Σελ. 369 |
2. Π. Ζήσης | Σελ. 382 |
3. Ι. Κορδάτος | Σελ. 382 |
4. Α. Σβώλος | Σελ. 383 |
5. Γ.Κ. Βλάχος | Σελ. 385 |
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ | |
Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΨΕΩΝ ΤΟΥ ΚΑΝΤ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΑΡΞ | |
1. Αντικειμενικές και υποκειμενικές δυσχέρειες ως προς τη «διαλεκτική σύνθεση» | Σελ. 386 |
2. Ο «καντιανισμός» και ο «μαρξισμός» και οι κανόνες της «διαλεκτικής σύνθεσης» | Σελ. 391 |
Α. Ο Καντιανισμός | Σελ. 391 |
Β. Ο μαρξισμός | Σελ. 394 |
Γ. Διαλεκτική Σύνθεση | Σελ. 405 |
Δ. Η αναδιάρθρωση της νομικής παιδείας στο σύνολό της και ο αναστοχασμός των διδαγμάτων της | Σελ. 409 |
Ε. Πρακτικό αποτέλεσμα από την αναδιάρθρωση και τον ανασχεδιασμό της νομικής παιδείας | Σελ. 411 |
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ | |
ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΜΙΑΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ | |
Α. Το κίνημα του διαφωτισμού | Σελ. 413 |
Β. Η αποστολή ενός σύγχρονου «Συντάγματος» και ενός σύγχρονου «Κράτους» | Σελ. 414 |
α. Σύνταγμα εξουσιών και Σύνταγμα δικαιωμάτων | Σελ. 415 |
β. Η έκταση της συνταγματικής ύλης | Σελ. 419 |
γ. Οι σημασίες του Συντάγματος | Σελ. 420 |
(i) Η πολιτική σημασία του Συντάγματος | Σελ. 420 |
(ii) Η νομιμοποιητική λειτουργία του Συντάγματος | Σελ. 420 |
(iii) Η συμβολική λειτουργία του Συντάγματος | Σελ. 420 |
(iv) Η νομική σημασία του Συντάγματος | Σελ. 421 |
(v) Το Σύνταγμα ως γνώμονας ή μέτρο δικαιϊκής αξιολόγησης | Σελ. 421 |
(vi) Το Σύνταγμα στο κατώφλι του 21ου αιώνα | Σελ. 421 |
δ. Κατευθυντήριες γραμμές με βάση τις οποίες πρέπει να απορριφθούν προτάσεις για ορισμένες μορφές κράτους | Σελ. 426 |
(i) Το «απολυταρχικό» κράτος | Σελ. 427 |
(ii) Το «ολοκληρωτικό» κράτος | Σελ. 427 |
(iii) Το «αυταρχικό» κράτος | Σελ. 428 |
(iv) Το «δικτατορικό» καθεστώς | Σελ. 428 |
ε. Κατευθυντήριες γραμμές με βάση τις οποίες πρέπει να γίνουν αποδεκτές προτάσεις για ορισμένες μορφές κράτους | Σελ. 429 |
(i) Το «κράτος δικαίου» | Σελ. 430 |
(ii) Το «κοινωνικό κράτος» | Σελ. 434 |
στ. Κατευθυντήριες γραμμές με βάση τις οποίες πρέπει να γίνουν αποδεκτές προτάσεις για μια διαλεκτική σύνθεση στα ακόλουθα κεφάλαια: | Σελ. 446 |
(i) των δικαιωμάτων | Σελ. 446 |
(ii) της «άμεσης» και της «έμμεσης» δημοκρατίας και των πολιτικών κομμάτων | Σελ. 447 |
(iii) του «Οικονομικού Συντάγματος» | Σελ. 450 |
(iv) Των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών | Σελ. 453 |
(v) της μεταναστευτικής πολιτικής | Σελ. 456 |
(vi) Της ποινικής ευθύνης των Υπουργών | Σελ. 457 |
(vii) της «συντακτικής εξουσίας» | Σελ. 458 |
(viii) του «δικαιώματος αντίστασης» | Σελ. 461 |
(ix) του ριζικού μετασχηματισμού και όχι της κατάργησης του κράτους | Σελ. 462 |
(x) της «μετάβασης στο σοσιαλισμό» | Σελ. 467 |
(xi) του «σεβασμού της νομιμότητας», της «επανάστασης» και της «δικτατορίας του προλεταριάτου» | Σελ. 468 |
(xii) της βιώσιμης ανάπτυξης και της οικολογικής διάστασης του πολίτη | Σελ. 470 |
(xiii) της τηλεόρασης | Σελ. 475 |
(xiv) της πρόβλεψης νόμων αυξημένης τυπικής δύναμης εφάπαξ εκδιδόμενων | Σελ. 477 |
(xv) της «κοινωνίας των πολιτών» | Σελ. 478 |
(xvi) της αυτοδιοίκησης | Σελ. 479 |
(xvii) της ευρωπαϊκής ενοποίησης και του εθνικού συντάγματος | Σελ. 481 |
(xviii) της παγκοσμιοποίησης και του εθνικού κράτους | Σελ. 488 |
ζ. «Μορφή του πολιτεύματος» με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές μιας διαλεκτικής σύνθεσης | Σελ. 490 |
η. Η υπό συνταγματική αναθεώρηση «κοινωνία» με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές μιας διαλεκτικής σύνθεσης | Σελ. 491 |
θ. Η (στο εσωτερικό επίπεδο) πρόσληψη και αφομοίωση και η (στο διεθνές επίπεδο) αποδοχή και διάχυση της αναθεώρησης του πολιτεύματος που θα συνταχθεί με βάση τους κανόνες της διαλεκτικής σύνθεσης ως πρότυπο εσωτερικής κανονιστικής ρύθμισης, επιδεκτικό διεθνοποίησης | Σελ. 499 |
ΕΠΙΛΟΓΟΣ | Σελ. 505 |
1. Η 11η θέση στον Φόυερμπαχ, η διαλεκτική σύνθεση, οι Ι. Καντ και Κ. Μαρξ και ο αναγνώστης | Σελ. 505 |
2. Το έργο των Κ. Τσάτσου και Α. Μάνεση και το κοινό | Σελ. 506 |
Εργογραφία 1957-2009 | Σελ. 509 |
Ευρετήριο όρων | Σελ. 537 |
Ευρετήριο ονομάτων | Σελ. 541 |