ΕΙΔΙΚΟΙ ΠΟΙΝΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 17.5€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 42,50 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 21015
Βασιλειάδης Ν., Δανιήλ Γ., Δημητράτος Ν., Κοπανίδης Α., Ναζίρης Γ., Νούσκαλης Γ., Περβίζος Τ., Σατλάνης Χρ., Τσάκος Σ., Τσόγκας Λ., Χατζηιωάννου Κ., Χιόνης Δ., Χιόνη - Χότουμαν Χ.
Σατλάνης Χρ., +Μαργαρίτης Λ., Ναζίρης Γ.
  • Εκδοση: 3η 2024
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 768
  • ISBN: 978-618-08-0362-4
Η 3η έκδοση του έργου «Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι» συνιστά μία πλήρη νομοθετική και νομολογιακή επικαιροποίηση των θεματικών των προηγούμενων εκδόσεων, ενώ έχει εμπλουτισθεί και με νέες συμβολές. 

Οι επιμέρους ενότητες είναι οι εξής :

 

  • Αλλοδαποί
  • Αρχαιότητες
  • Διαφάνεια περί την περιουσιακή κατάσταση ("Πόθεν έσχες")
  • Ενδοοικογενειακή βία
  • Επιταγή
  • Εγκλήματα κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ
  • ΚΟΚ
  • Λαθρεμπορία
  • Ναρκωτικά
  • Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες
  • Όπλα
  • Περιβάλλον
  • Πνευματική ιδιοκτησία
  • Προσωπικά δεδομένα
  • Πτώχευση
  • Τυχηρά παίγνια
  • Φοροδιαφυγή
  • Χρηματιστήριο

 

Το έργο συμπληρώνεται με χρήσιμο Εισαγωγικό Σημείωμα του Γιάννη Ναζίρη, όπου αναλύονται οι πολυσήμαντες επιδράσεις του Ν 5090/2024 στο πεδίο των ειδικών ποινικών νόμων. 

Στο τέλος παρατίθεται ενιαίο αλφαβητικό ευρετήριο που διευκολύνει τον αναγνώστη κατά την έρευνά του.

Η έκδοση προορίζεται για τους σπουδαστές της νομικής επιστήμης, διατηρώντας όμως την πρακτική χρησιμότητά της, γεγονός που την καθιστά αναγκαίο βοήθημα τόσο για τους δικαστές όσο και για τους δικηγόρους.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ VII

Εισαγωγή στο Δίκαιο
των Ειδικών Ποινικών Νόμων

μετά και τις τελευταίες νομοθετικές παρεμβάσεις
στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

(Γιάννης Ναζίρης)

I. Η θέση των ειδικών ποινικών νόμων στο σύστημα κανόνων
του ποινικού δικαίου 1

II. Εφαρμογή γενικών κανόνων στις διατάξεις
ειδικών ποινικών νόμων 5

III. Η αυστηροποίηση των στερητικών της ελευθερίας ποινών
που απειλούνται (και) στο πλαίσιο ειδικών ποινικών νόμων 8

IV. Η κατάργηση του συστήματος των ημερήσιων μονάδων
ως προς τη χρηματική ποινή 11

V. Οι νομοθετικές παρεμβάσεις σε σχέση με την αναστολή εκτέλεσης
και την έκτιση της ποινής 13

VI. Η αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης των ανήλικων δραστών 17

VII. Η κατάργηση του άρθρου 463 ΠΚ και η (αμφίβολη) επίπτωσή
της στις ποινές που απειλούνται στο πλαίσιο ειδικών ποινικών νόμων 19

VIII. Παρεπόμενες ποινές και μέτρα ασφαλείας 23

IX. Η προβληματική της υποτροπής στους ειδικούς ποινικούς νόμους 26

X. Η υλική αρμοδιότητα για την εκδίκαση αδικημάτων
ειδικών ποινικών νόμων 28

XI. Λοιπά δικονομικά ζητήματα που άπτονται της εφαρμογής
(και) των διατάξεων ειδικών ποινικών νόμων 33

XII. Καταληκτικές σκέψεις 42

1. ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ

Αλλοδαποί (N 5038/2023)

(Απόστολος Σ. Κοπανίδης)

Ι. Εισαγωγικά 43

ΙΙ. Το έγκλημα της παράνομης εισόδου - εξόδου κατά το άρθρο 83
Ν 3386/2005 46

ΙΙΙ. Οι ποινικές διατάξεις του Κώδικα Μετανάστευσης (Ν 5038/2023) 51

2. ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ

Κύρωση Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων
και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (Ν 4858/2021)

(Νικόλαος Γ. Δημητράτος)

Ι. Το διαχρονικό νομοθετικό πλαίσιο 73

ΙΙ. Το προστατευόμενο έννομο αγαθό του Ν 4858/2021 74

III. Οι ποινικές διατάξεις του Ν 4858/2021 για την προστασία
της πολιτιστικής κληρονομιάς 75

3. ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ
ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Εγκλήματα σχετικά με τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης
και την απάντηση στο ερώτημα «πόθεν έσχες;»

(Χρήστος Νικ. Σατλάνης)

Ι. Εισαγωγή 125

ΙΙ. Υπόχρεα προς υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης πρόσωπα 126

ΙΙΙ. Προπαρασκευή υποβολής, χρόνος, περιεχόμενο, τρόπος υποβολής
Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. 134

IV. Έλεγχος Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης
και Δηλώσεων Οικονομικών Συμφερόντων 140

V. Δημοσιοποίηση Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης 148

VI. Ποινικές κυρώσεις 149

VIΙ. Μεταβατικές, καταργούμενες και λοιπές διατάξεις 159

4. ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ

Ο Ν 3500/2006 για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας

(Χαρά Χιόνη-Χότουμαν)

Ι. Το υπερεθνικό νομοθετικό πλαίσιο 163

ΙΙ. Το πεδίο εφαρμογής του N 3500/2006 165

ΙΙΙ. Η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη 168

ΙV. Η ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή 173

V. Η ενδοοικογενειακή προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας 175

VI. Έναρξη της παραγραφής για τα εγκλήματα που στρέφονται
κατά ανηλίκων 176

VΙΙ. Δικονομικά ζητήματα 177

VΙΙI. Υποχρεώσεις των επαγγελματιών 183

5. ΕΠΙΤΑΓΗ

Επιταγή (Άρθρο 79 Ν 5960/1933)

(Γεώργιος Δανιήλ)

I. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 185

ΙΙ. Το προστατευόμενο έννομο αγαθό 185

ΙΙΙ. Η νομοτυπική μορφή του εγκλήματος 188

IV. Πλήρης αποζημίωση του κομιστή και εξάλειψη του αξιοποίνου 216

V. Η ποινική δίωξη του εγκλήματος 218

VI. Δικονομικά ζητήματα 220

6. ΕΡΓΑΣΙΑ

Το αδίκημα της μη εμπρόθεσμης καταβολής αποδοχών εργαζομένων

(Στέφανος Δ. Τσάκος)

I. Ιστορική εξέλιξη ποινικοποίησης της υποχρέωσης του εργοδότη 227

II. Νομική φύση αδικήματος 228

III. Προστατευόμενο έννομο αγαθό 230

IV. Αντικειμενική υπόσταση 230

V. Υποκειμενική υπόσταση 237

VI. Ποινική κύρωση 238

VII. Δικονομικά ζητήματα 243

7. ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ

Εγκλήματα κατά των οικονομικών συμφερόντων
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Χρήστος Νικ. Σατλάνης)

I. Εισαγωγή στο γνωστικό αντικείμενο 251

ΙΙ. Άρθρο 22 Ν 4689/2020 - Δωροληψία και δωροδοκία υπαλλήλου
σχετική με τα οικονομικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(άρθρο 4 παρ. 2 και 4 και άρθρο 11 παρ. 2 εδάφιο πρώτο της Οδηγίας) 254

ΙΙΙ. Άρθρο 23 Ν 4689/2020 - Διασυνοριακή απάτη σχετικά με τον Φ.Π.Α.
(άρθρο 3 παρ. 2 στοιχείο δ’ και άρθρο 7 της Οδηγίας) 258

IV. Άρθρο 24 Ν 4689/2020 - Επικουρικές διατάξεις για την ποινική προστασία
των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 3
παρ. 2 στοιχεία α’, β’ και γ’, άρθρο 4 παρ. 3 και άρθρο 7 της Οδηγίας) 263

V. Λοιπά θέματα 280

8. ΚΩΔΙΚΑΣ ΟΔΙΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Εισαγωγή στο πνεύμα των διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας με έμφαση στην πρακτική τους σημασία για τα τροχαία ατυχήματα

(Χρήστος Νικ. Σατλάνης)

Ι. Προλεγόμενα 283

ΙΙ. Οδήγηση με σύνεση και με διαρκώς τεταμένη την προσοχή
και συναφείς υποχρεώσεις 287

ΙΙΙ. Θέση επί της οδού και δεξιά κατεύθυνση κυκλοφορίας 294

IV. Προσπέρασμα και ελιγμοί 297

V. Ρύθμιση ταχύτητας και ανώτατα όρια αυτής 301

VΙ. Υποχρέωση παραχώρησης προτεραιότητας - Παραβίαση προτεραιότητας 305

VΙΙ. Οδήγηση χωρίς άδεια οδήγησης και άλλες παραβάσεις του ΚΟΚ 308

VIIΙ. Οδήγηση υπό την επίδραση οινοπνεύματος,
φαρμάκων ή τοξικών ουσιών 314

ΙX. Η θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού του αποτελέσματος
στα τροχαία ατυχήματα 334

9. ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑ

Εγκλήματα λαθρεμπορίας

(Χρήστος Νικ. Σατλάνης)

I. Εισαγωγή στο γνωστικό αντικείμενο 351

II. Οι νομοτυπικές υποστάσεις (μορφές) του εγκλήματος της λαθρεμπορίας 353

III. Οι ποινές που προβλέπονται για το έγκλημα της λαθρεμπορίας 366

IV. Συρροή λαθρεμπορίας με άλλα εγκλήματα 373

V. Δικονομικά ζητήματα 375

10. ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ

Νόμος περί εξαρτησιογόνων ουσιών και άλλες διατάξεις (Ν 4139/2013)

(Τριαντάφυλλος Φ. Περβίζος)

I. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 385

II. Νομοθετικός ορισμός των ναρκωτικών ουσιών 386

III. Το (βασικό) έγκλημα της διακίνησης ναρκωτικών 387

IV. Οι ιδιαίτερες-προνομιούχες περιπτώσεις διακίνησης 405

V. Οι απλώς-ηπίως διακεκριμένες περιπτώσεις διακίνησης 408

VI. Οι ιδιαιτέρως διακεκριμένες περιπτώσεις διακίνησης 416

VII. Πρόκληση και διαφήμιση 429

VIII. Οδήγηση μεταφορικών μέσων υπό την επίδραση ναρκωτικών 431

IX. Η χρήση και η προμήθεια και κατοχή προς ιδία αποκλειστική χρήση 434

X. Μεταχείριση εξαρτημένων χρηστών από ναρκωτικές ουσίες 440

XI. Ειδική μεταχείριση χρηστών ναρκωτικών ουσιών κατά την προδικασία 448

XII. Έννομες συνέπειες συμμετοχής σε θεραπευτικό πρόγραμμα
απεξάρτησης εκτός καταστημάτων κράτησης 451

XIII. Έννομες συνέπειες ολοκλήρωσης θεραπευτικού προγράμματος
απεξάρτησης εκτός σωφρονιστικών καταστημάτων 455

XIV. Εισαγωγή σε θεραπευτικό ή ειδικό κατάστημα κράτησης 459

XV. Ειδική υφ’ όρον απόλυση 460

XVI. Η δήμευση ως παρεπόμενη ποινή 464

XVII. Κατάσχεση και δήμευση ναρκωτικών ως μέτρο ασφαλείας 466

XVIII. Δικονομικές προβλέψεις 468

11. ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΕΣΟΔΩΝ
ΑΠΟ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων
από εγκληματικές δραστηριότητες (Ν 4557/2018)

(Κωνσταντίνος Ε. Χατζηιωάννου)

I. Ιστορική εξέλιξη της ποινικοποίησης της νομιμοποίησης
εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες 471

II. Νομική φύση του αδικήματος 471

III. Προστατευόμενο έννομο αγαθό 473

IV. Αντικειμενική υπόσταση 475

V. Υποκειμενική υπόσταση 490

VI. Οι προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις 491

VII. Υπόχρεα πρόσωπα και εγκαθίδρυση ποινικής ευθύνης
λόγω παράλειψης αναφοράς ύποπτων ή ασυνήθων συναλλαγών 493

VIII. Συρροή 494

IX. Παραγραφή και λοιποί λόγοι εξάλειψης του αξιοποίνου 495

X. Δήμευση (: άρθρο 40 Ν 4557/2018) 497

XI. Διεθνές ποινικό δίκαιο 501

XII. Ειδικότερα ζητήματα 504

XIII. Δικονομικά ζητήματα 506

12. ΟΠΛΑ

Όπλα (Ν 2168/1993)

(Νικόλαος Δ. Βασιλειάδης)

I. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 511

II. Το προστατευόμενο έννομο αγαθό 513

III. Έννοιες όρων - Άρθρο 1 Ν 2168/1993 514

IV. Εισαγωγή από το εξωτερικό 518

V. Εξαγωγή - Επανεξαγωγή 518

VI. Εξαγωγή - Επανεξαγωγή υλικού με στρατιωτικό προορισμό 520

VII. Διαμετακόμιση 520

VIII. Διαμεσολάβηση - Μεσιτεία 521

IX. Κατασκευή στο εσωτερικό 522

X. Κατοχή 523

XI. Οπλοφορία 525

XII. Απλή χρήση και οπλοχρησία 527

XIII. Διακεκριμένες περιπτώσεις 529

XIV. Κατάσχεση - Δήμευση 530

XV. Η φύση και ο χαρακτήρας της άδειας 531

XVI. Ζητήματα συρροής 531

XVII. Δικονομικό Δίκαιο 535

13. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Ποινική προστασία του περιβάλλοντος

(Νικόλαος Δ. Βασιλειάδης)

I. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 537

II. Άρθρο 28 Ν 1650/1986 539

III. Άρθρο 13 Ν 743/1977 557

IV. Άρθρο 6 Ν 4037/2012 562

V. Τελικές παρατηρήσεις 566

14. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ

Ποινικές διατάξεις της πνευματικής ιδιοκτησίας (Ν 2121/1993)

(Διονύσιος Ν. Χιόνης)

Ι. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 567

ΙΙ. Προστατευόμενο έννομο αγαθό 570

ΙΙΙ. Χαρακτηρολογικά γνωρίσματα του εγκλήματος 571

IV. Δομή και στοιχεία του εγκλήματος 571

V. Διακεκριμένες περιπτώσεις 580

VI. Ποινικές κυρώσεις 583

VII. Λοιπά ειδικότερα εγκλήματα 584

VΙII. Βάσεις δεδομένων 585

ΙX. Άρση αξιοποίνου 586

X. Συρροή 586

ΧΙ. Δικονομικά ζητήματα 587

15. ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Ποινική προστασία προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα
με τον Νέο Γενικό Κανονισμό 679/2016 και τον Ν 4624/2019

(Γεώργιος Νούσκαλης)

I. Εισαγωγή 589

ΙΙ. Η δομή του άρ. 38 Ν 4624/2019 - Σύγκριση με τον προϊσχύσαντα
Ν 2472/1997 - Αντικειμενική/υποκειμενική
υπόσταση/μορφολογικά στοιχεία 593

16. ΠΤΩΧΕΥΣΗ

Τα εγκλήματα περί την πτώχευση

(Χρήστος Νικ. Σατλάνης)

Ι. Εισαγωγή στο γνωστικό αντικείμενο 603

ΙΙ. Άρθρο 197 Ν 4738/2020 - Χρεοκοπία 606

ΙΙΙ. Άρθρο 198 Ν 4738/2020 - Ευνοϊκή μεταχείριση πιστωτή 611

IV. Άρθρο 199 Ν 4738/2020 - Ποινική ευθύνη τρίτων 612

V. Άρθρο 200 Ν 4738/2020 - Ποινική ευθύνη οφειλετών, συζύγων,
συμβίων και συγγενών 612

VI. Άρθρο 201 Ν 4738/2020 - Αδικήματα συνδίκων 614

VII. Άρθρο 202 Ν 4738/2020 - Ποινική ευθύνη των διαχειριστών
κ.λπ. των νομικών προσώπων 614

VIII. Απόπειρα, συμμετοχή και συρροή 615

IΧ. Δικονομικά ζητήματα και συναφή θέματα 618

Χ. Ενδεικτική Νομολογία 621

17. ΤΥΧΗΡΑ ΠΑΙΓΝΙΑ

Τυχηρά παίγνια (Ν 4002/2011)

(Κωνσταντίνος Ε. Χατζηιωάννου)

I. Ιστορική εξέλιξη της ποινικοποίησης της νομοθεσίας περί παιγνίων 629

ΙΙ. Κατηγορίες παιγνίων 630

ΙΙI. Νομική φύση του αδικήματος 633

IV. Προστατευόμενο έννομο αγαθό 634

V. Στοιχεία της νομοτυπικής υποστάσεως των εγκλημάτων 636

VΙ. Υποκειμενική υπόσταση 646

VII. Λοιπά ζητήματα ουσιαστικού ποινικού δικαίου 647

VIII. Δικονομικά ζητήματα 649

18. ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ

Εγκλήματα φοροδιαφυγής (N 5104/2024)

(Λάμπρος Σ. Τσόγκας)

I. Ανάλυση των εγκλημάτων μη υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος,
μη απόδοσης ΕΝΦΙΑ - ΕΦΑ (άρθ. 79 παρ. 1α΄, 2, 3 Ν 5104/2024) 655

II. Ανάλυση της μη απόδοσης ΦΠΑ (άρθρ. 79 παρ. 1β΄, 2, 3 Ν 5104/2024) 656

ΙΙΙ. Παραδείγματα μέσα από την Πολ. 1108/2014 657

ΙV. Ανάλυση των εγκλημάτων της παραγράφου 4 άρθρου 79 Ν 5104/2024 658

V. Παρουσίαση ζητημάτων μέσα από τον Ν 4308/2014 με πρακτική
εφαρμογή στα εγκλήματα της παραγράφου 4 του άρθρου 79 Ν 5104/2024 659

VI. Η εμβέλεια του φορολογικού απορρήτου 660

VΙI. Ζητήματα από τη Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολόγησης 660

VIII. Η ποινική δίωξη των εγκλημάτων φοροδιαφυγής 661

IX. Η παραγραφή των εγκλημάτων φοροδιαφυγής 662

X. Η διοικητική παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου
στους φορολογικούς ελέγχους 663

XI. Αναστολή ποινής 665

XII. Επιλεγμένη Νομολογία 665

19. ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ

Εγκλήματα στα πλαίσια της λειτουργίας του Χρηματιστηρίου

(Χρήστος Νικ. Σατλάνης)

Ι. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις και παραδείγματα 675

II. Ο Ν 3340/2005 ως το θεμελιώδες νομοθέτημα για τα εγκλήματα
πέριξ του χώρου του Χρηματιστηρίου 685

ΙΙΙ. Η πρακτική εφαρμογή του άρθρου 30 του Ν 3340/2005 με παραδείγματα 702

IV. Ο Ν 4443/2016 ως συνεχιστής και αναμορφωτής
των ποινικών διατάξεων του Ν 3340/2005 711

V. Ερμηνευτικά σχόλια στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις του Ν 4443/2016 716

VΙ. Έτερα εγκλήματα πέριξ του χώρου του Χρηματιστηρίου 718

VΙΙ. Το PSI ως ιδιαζόντως ειδεχθές έγκλημα σε βάρος μικρομετόχων
τραπεζών που κατέστη μη αξιόποινο με νόμο !!! 732

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 739

Σελ. 1

Εισαγωγή στο Δίκαιο των Ειδικών Ποινικών Νόμων
μετά και τις τελευταίες νομοθετικές παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

Γιάννης Ναζίρης, Επίκ. Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Δικηγόρος

I. Η θέση των ειδικών ποινικών νόμων στο σύστημα κανόνων του ποινικού δικαίου

Οι κυρωτικοί κανόνες του ποινικού δικαίου, οι οποίοι συγκροτούν το ειδικό του μέρος, κατανέμονται στον Ποινικό Κώδικα και τους ειδικούς ποινικούς νόμους. Η κατανομή αυτή φαντάζει σήμερα αυτονόητη, και πάντως είναι παγιωμένη εδώ και πολλές δεκαετίες. Η βασική ιδέα είναι ότι ο Ποινικός Κώδικας τυποποιεί πράξεις που θίγουν τις βάσεις της κοινωνικής ζωής, εμφανίζοντας έναν μόνιμο χαρακτήρα. Στους ειδικούς ποινικούς νόμους, από την άλλη, περιλαμβάνονται διατάξεις περιφερειακού χαρακτήρα, είτε λόγω της φύσης του προσβαλλόμενου εννόμου αγαθού είτε ενόψει της (περιορισμένης) σημασίας τους. Η κατανομή, ωστόσο, των επιμέρους κυρωτικών κανόνων στο «επίκεντρο» και την «περιφέρεια», αντίστοιχα, ανατρέχει σε κανονιστικές επιλογές των δύο προηγούμενων αιώνων, οι οποίες απηχούν σύγχρονές τους αντιλήψεις. Οι επιλογές αυτές δεν αναθεωρήθηκαν κατά τη θέσπιση νέου Ποινικού Κώδικα το 2019 (κάτι που θα προϋπέθετε, βέβαια, ανάληψη ενός σημαντικά ευρύτερου εγχειρήματος) ούτε φυσικά κατά τις αλλεπάλληλες τροποποιήσεις του έκτοτε, με αποτέλεσμα να εμ-

Σελ. 2

φανίζεται σήμερα κάποια αναντιστοιχία ανάμεσα στη διάρθρωση του ειδικού μέρους του ποινικού μας δικαίου και την κοινωνική πραγματικότητα.

Ουδείς, βέβαια, αμφισβητεί την αναγκαιότητα ρύθμισης, εντός του πλαισίου του Ποινικού Κώδικα, εγκλημάτων που στρέφονται κατά του πολιτεύματος, της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της γενετήσιας ελευθερίας ή περιουσιακών αγαθών. Από την άλλη, δεν είναι αυτονόητη η επιλογή της ρύθμισης συμπεριφορών που θίγουν την ιδιωτικότητα (συμπεριλαμβανομένου του απορρήτου της επικοινωνίας) εν μέρει στον Ποινικό Κώδικα και εν μέρει σε ειδικά νομοθετήματα. Σε κάθε περίπτωση, ειδικοί ποινικοί νόμοι περιλαμβάνουν, σήμερα, πολλά αδικήματα που κάθε άλλο παρά «περιφερειακού» χαρακτήρα μπορούν να θεωρηθούν: σε αυτά συγκαταλέγονται αδικήματα στρεφόμενα κατά εννόμων αγαθών που προστατεύονται κατά κύριο λόγο στο πλαίσιο του Ποινικού Κώδικα, όπως για παράδειγμα τα αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας, αλλά και σοβαρά αδικήματα που η τέλεσή τους είναι δυστυχώς συχνότατη: σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα κακουργήματα του νόμου περί εξαρτησιογόνων ουσιών, στα οποία αποδίδεται σημαντικό τμήμα του πληθυσμού των φυλακών. Περαιτέρω, σε ειδικούς ποινικούς νόμους ρυθμίζονται συμπεριφορές που, μολονότι δεν βρίσκονταν στο επίκεντρο της προσοχής κατά την κατάρτιση του Ποινικού Κώδικα του 1950, συνδέονται άρρηκτα με τις προκλήσεις της σημερινής εποχής, όπως για παράδειγμα οι προσβολές του περιβάλλοντος. Εξάλλου, το οικονομικό ποινικό δίκαιο, πεδίο μείζονος σημασίας, ιδίως δεδομένης της πολυπλοκότητας των οικονομικών σχέσεων, ρυθμίζεται εν πολλοίς σε σειρά διάσπαρτων ειδικών ποινικών νόμων, οι οποίοι μάλιστα τροποποιούνται συνεχώς.

Από την άλλη, παρατηρείται το φαινόμενο της αθρόας ποινικοποίησης συμπεριφορών που σε άλλες έννομες τάξεις αντιμετωπίζονται με κυρώσεις διοικητικού χαρακτήρα. Η πρακτική αυτή αποδίδεται εν μέρει στις ανεπάρκειες της δημόσιας διοίκησης και εν μέ-

Σελ. 3

ρει στην πεποίθηση του νομοθέτη ότι η ποινική κύρωση αποτελεί μέσο ενισχυμένης αποτρεπτικότητας παραβατικών συμπεριφορών. Αντί όμως να αποτραπούν έτσι οι εγκληματικές συμπεριφορές (που θυμίζουν όλο και λιγότερο γνήσια εγκλήματα), απονομιμοποιείται το ποινικό δίκαιο στα μάτια των κοινωνών, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη ότι ο δικαστής εμφανίζεται εξαιρετικά απρόθυμος να επιβάλει ποινικές κυρώσεις (και ιδιαίτερα στερητικές της ελευθερίας) για παραβάσεις που δεν αφήνουν σοβαρό αποτύπωμα. Σε κάθε περίπτωση, η πλειοδοσία στην παραγωγή ειδικών ποινικών νόμων προξενεί μια σειρά από προβλήματα, τα οποία ταλανίζουν τόσο τη θεωρία όσο και την πράξη, με αυξανόμενη μάλιστα συχνότητα τα τελευταία έτη:

– Σε κανονιστικό επίπεδο, γεννώνται ζητήματα σε σχέση με το εύρος εφαρμογής διατάξεων – είτε ουσιαστικού είτε δικονομικού ποινικού δικαίου – που διέπουν (κατ’ αρχήν) τα αδικήματα που τυποποιούνται στον Ποινικό Κώδικα. Δεδομένης της ύπαρξης πλειάδας ειδικών ποινικών νόμων, οι οποίοι ρυθμίζουν (υποτίθεται) ειδικά πεδία, δεν είναι αυτονόητο ότι κάθε κεντρική κανονιστική επιλογή μπορεί (ή πρέπει) να επεκτείνεται στο σύνολο του ειδικού μέρους. Ανάστροφα, οι νομοθετικές επιλογές σε συγκεκριμένο ειδικό ποινικό νόμο δεν καταλαμβάνουν (εξ ορισμού σε αυτή την περίπτωση) στο πεδίο εφαρμογής τους διατάξεις του Ποινικού Κώδικα ή άλλων ειδικών ποινικών νόμων.

– Όταν έχει επέλθει ορισμένη μεταβολή στον Ποινικό Κώδικα ή στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, γεννώνται ενίοτε προβλήματα, ιδίως όταν μία προγενέστερη (πλην ειδικότερη) διάταξη φαίνεται να αντιφάσκει προς την «κεντρική» επιλογή που εκφράζεται μέσω της νεότερης διάταξης. Τούτο συμβαίνει σε σχέση με ζητήματα όχι μόνο δι-

Σελ. 4

κονομικού αλλά και ουσιαστικού ποινικού δικαίου, δεδομένων των κανονιστικών ορίων του άρθρου 12 ΠΚ.

– Λαμβάνοντας υπόψη την εγγύτητα πολλών συμπεριφορών που τυποποιούνται σε ειδικούς ποινικούς νόμους με αντίστοιχες συμπεριφορές που τυποποιούνται σε διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, γεννώνται συχνά ζητήματα συρροής, τα οποία μάλιστα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο σε συνδυασμό με προβλήματα διαχρονικού δικαίου που εγείρονται εξαιτίας των αλλεπάλληλων τροποποιήσεων άλλοτε του Ποινικού Κώδικα και άλλοτε του εκάστοτε ειδικού νόμου.

Όλα αυτά συνθέτουν την εικόνα μιας πολυδιασπασμένης ποινικής νομοθεσίας, που – μοιραία – δεν χαρακτηρίζεται από συνοχή. Ιδίως το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, παρατηρείται το παράδοξο φαινόμενο να αντιμετωπίζονται οι ειδικοί ποινικοί νόμοι σαν να συγκροτούν ενιαίο σύνολο και, ως εκ τούτου, ενιαίο ρυθμιστικό πεδίο. Έτσι, το σύνολο των πλημμελημάτων που τυποποιούνται σε ειδικούς ποινικούς νόμους υπάγονται στην υλική αρμοδιότητα του μονομελούς πλημμελειοδικείου ανεξαρτήτως απειλούμενης ποινής, ενώ το σύνολο (σχεδόν) των κακουργημάτων που τυποποιούνται (ή πρόκειται να τυποποιηθούν στο μέλλον) σε ειδικούς ποινικούς νόμους παραπέμπονται απευθείας στο ακροατήριο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν υφίσταται κάποιο συνεκτικό κριτήριο για την όμοια αντιμετώπιση της πλειάδας των ως άνω αδικημάτων, πέρα από την ίδια την ένταξή τους σε ειδικούς ποινικούς νόμους. Η στάση αυτή του νομοθέτη συνοδεύεται και από την εμμονή σε ευκαιριακή νομοθέτηση, συχνά υπό τη σκιά της επικαιρότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εκ νέου τροποποίηση του Ν 3500/2006 περί ενδοοικογενειακής βίας σε διάστημα μικρότερο των δύο μηνών από τις τελευταίες – επίσης εκτεταμένες – παρεμβάσεις στον ίδιο νόμο. Σε ένα τέτοιο τοπίο, η ερμηνεία και εφαρμογή των οικείων διατάξεων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή.

Σελ. 5

II. Εφαρμογή γενικών κανόνων στις διατάξεις ειδικών ποινικών νόμων

Σύμφωνα με το άρθρο 12 ΠΚ, «οι διατάξεις του γενικού μέρους του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και σε αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται σε ειδικούς νόμους, αν οι νόμοι αυτοί δεν ορίζουν διαφορετικά με ρητή διάταξή τους». Αντίστοιχη διάταξη δεν υπήρχε στον Ποινικό Νόμο του 1834, αλλά εισήχθη το πρώτον στον Ποινικό Κώδικα του 1950, κατά το πρότυπο παρόμοιων διατάξεων αλλοδαπών κωδίκων. Παρόμοια ρήτρα περιλαμβάνεται – ως εκ του περισσού πλέον – σε ορισμένους ειδικούς νόμους, όπως για παράδειγμα στο άρθρο 203 παρ. 1 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου. Ειδική περίπτωση αποτελεί ο Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας, το άρθρο 3 του οποίου ορίζει ότι «οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα (Π.Κ.), όπως ισχύουν κάθε φορά, εφαρμόζονται και στα στρατιωτικά εγκλήματα, εφόσον δεν περιέχονται διαφορετικές ρυθμίσεις στον παρόντα Κώδικα», καταλαμβάνοντας ακόμη και την εφαρμογή διατάξεων του ειδικού μέρους του Ποινικού Κώδικα.

Η πρόβλεψη του άρθρου 12 ΠΚ δεν διακρίνει ανάμεσα σε επιμέρους διατάξεις του γενικού μέρους του Ποινικού Κώδικα, και επομένως οποιαδήποτε από τις προβλέψεις που περιέχονται στα άρθρα 1-133 ΠΚ διεκδικούν κατ’ αρχήν εφαρμογή και στο πεδίο των ειδικών ποινικών νόμων. Για παράδειγμα:

– Οι όροι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 13 ΠΚ έχουν τη σημασία που αναγράφεται στην εν λόγω διάταξη όχι μόνο όταν αναγράφονται στον ίδιο τον Ποινικό Κώδικα αλλά και όταν ανευρίσκονται σε κάποιον ειδικό ποινικό νόμο. Ζήτημα έχει εγερθεί, μετά τη θέση σε ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα το 2019, με την απαλοιφή του όρου «κατά συνήθεια», δεδομένης της κατάργησης της εν λόγω επιβαρυντικής πε-

Σελ. 6

ρίστασης. Σε αντίθεση με τον Ποινικό Κώδικα, ο όρος εξακολουθεί να ανευρίσκεται σε διάφορες διατάξεις ειδικών ποινικών νόμων. Κατ’ ορθότερη εκδοχή, οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να θεωρούνται καταργημένες (στο μέτρο που εισάγουν την κατά συνήθεια τέλεση ορισμένης πράξης ως επιβαρυντική περίσταση), καθώς στερούνται πλέον κανονιστικού περιεχομένου.

– Οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα σχετικά με την απόπειρα τυγχάνουν εφαρμογής και για πράξεις που τυποποιούνται σε ειδικούς ποινικούς νόμους.

– Η συνέργεια σε πράξεις που τυποποιούνται σε ειδικούς ποινικούς νόμους ρυθμίζεται με βάση τη γενική διάταξη του άρθρου 47 ΠΚ (υπό την εκάστοτε μορφή της).

– Οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα σχετικά με την αναγνώριση ελαφρυντικών περιστάσεων (όπως κάθε φορά ισχύουν) εφαρμόζονται και ως προς τις πράξεις που τυποποιούνται σε ειδικούς ποινικούς νόμους.

– Οι προβλέψεις του Ποινικού Κώδικα σχετικά με την παραγραφή του αξιοποίνου εφαρμόζονται και για τα αδικήματα που τυποποιούνται σε ειδικούς ποινικούς νόμους.

– Οι προβλέψεις του Ποινικού Κώδικα σχετικά με την έγκληση εφαρμόζονται και στο πεδίο των ειδικών ποινικών νόμων, εφόσον, εννοείται, πρόκειται για κατ’ έγκληση διωκόμενο αδίκημα. Σε αυτό τον χώρο, πρέπει να σημειωθεί ότι γενική εφαρμογή (και ως προς αδικήματα ειδικών ποινικών νόμων) έχει η νέα διάταξη του άρθρου 114 παρ. 3 ΠΚ, σύμφωνα με την οποία «τα εγκλήματα σε βάρος του νομικού προ-

Σελ. 7

σώπου του ελληνικού δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης διώκονται πάντοτε αυτεπαγγέλτως».

Η εφαρμογή των διατάξεων του γενικού μέρους του Ποινικού Κώδικα διατηρεί επικουρικό χαρακτήρα, ενεργοποιούμενη μόνο σε περίπτωση που ορισμένος ειδικός νόμος δεν ορίζει διαφορετικά με ρητή διάταξή του. Ενώ, λοιπόν, οι διατάξεις του γενικού μέρους του Ποινικού Κώδικα σχετικά με τις παρεπόμενες ποινές και τα μέτρα ασφαλείας τυγχάνουν γενικά εφαρμογής και επί καταδίκης για αδίκημα ειδικού ποινικού νόμου, προτεραιότητα έχουν ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν, π.χ., τη δήμευση είτε ως παρεπόμενη ποινή είτε ως μέτρο ασφαλείας. Άλλο το ζήτημα ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, απαιτείται σαφέστερη διάρθρωση των σχετικών διατάξεων προκειμένου να αποφεύγονται αλληλοεπικαλύψεις.

Κατά την άποψη που έχει επικρατήσει στη νομολογία, η παράλειψη αναγραφής του άρθρου 12 ΠΚ στο κλητήριο θέσπισμα δεν επάγεται ακυρότητα του τελευταίου, καθώς η συγκεκριμένη διάταξη δεν τυποποιεί κάποια αξιόποινη πράξη ούτε και καθορίζει την ποινή που προβλέπεται γι’ αυτή υπό την έννοια του άρθρου 321 παρ. 1 περ. δ΄ ΚΠΔ.

Τέλος, είναι σκόπιμο να επισημανθεί σε αυτή τη θέση ότι και οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας τυγχάνουν εφαρμογής ως προς τη διαδικασία που εφαρμόζεται για πράξεις που προβλέπονται σε ειδικούς ποινικούς νόμους, σύμφωνα με τη σχετική πρόβλεψη του άρθρου 589 παρ. 1 ΚΠΔ. Παρά την απουσία ρητής επιφύλαξης, εί-

Σελ. 8

ναι προφανές ότι, και εδώ, ο νομοθέτης διατηρεί τη δυνατότητα να ρυθμίσει ορισμένο (δικονομικής φύσης) ζήτημα κατά τρόπο αποκλίνοντα, αρκεί να το ορίσει ρητά στο πλαίσιο ειδικής διάταξης.

III. Η αυστηροποίηση των στερητικών της ελευθερίας ποινών που απειλούνται (και) στο πλαίσιο ειδικών ποινικών νόμων

Η πρόσφατη αυστηροποίηση των πλαισίων των στερητικών της ελευθερίας ποινών αφορά όχι μόνο τα αδικήματα του Ποινικού Κώδικα αλλά και εκείνα που τυποποιούνται σε ειδικούς ποινικούς νόμους. Πιο συγκεκριμένα:

– Με το άρθρο 6 Ν 5090/2024 τροποποιήθηκε το άρθρο 52 παρ. 2 ΠΚ κατά τρόπο ώστε το ανώτατο όριο της πρόσκαιρης κάθειρξης (για ένα κακούργημα) να διαμορφώνεται σε είκοσι έτη, όπως ακριβώς και υπό τον προϊσχύσαντα Ποινικό Κώδικα. Τούτο έχει επίπτωση σε σειρά κακουργημάτων που απειλούνται με πρόσκαιρη κάθειρξη χωρίς προσδιορισμό του ανώτατου ορίου, τα οποία περιλαμβάνονται σε αρκετούς ειδικούς ποινικούς νόμους, ενώ επιδρά – έμμεσα – και στην εφαρμο-

Σελ. 9

γή διατάξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ως προς τα συγκεκριμένα κακουργήματα. Εξάλλου, με το άρθρο 18 Ν 5090/2024 τροποποιείται το άρθρο 94 παρ. 1 ΠΚ κατά τρόπο ώστε το ανώτατο όριο της συνολικής ποινής επί αληθούς πραγματικής συρροής να διαμορφώνεται σε είκοσι πέντε έτη, όταν η ποινή-βάση είναι πρόσκαιρη κάθειρξη, και σε δέκα έτη, όταν η ποινή-βάση είναι φυλάκιση. Και σε αυτή την περίπτωση, τα εν λόγω ανώτατα όρια συμπίπτουν με εκείνα που τάσσονταν στο πλαίσιο του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα. Περαιτέρω, ναι μεν δεν τροποποιείται το άρθρο 94 παρ. 2 ΠΚ, που προβλέπει το ανώτατο όριο συνολικής ποινής επί αληθούς κατ’ ιδέαν συρροής, εντούτοις η τροποποίηση του άρθρου 52 παρ. 2 ΠΚ συμπαρασύρει και αυτό στα είκοσι έτη, όταν τουλάχιστον η ποινή-βάση είναι κάθειρξη. Σε επίπεδο διαχρονικού ποινικού δικαίου, είναι προφανές ότι οι νέες διατάξεις, ούσες δυσμενέστερες, δεν τυγχάνουν αναδρομικής εφαρμογής, αλλά καταλαμβάνουν πράξεις με χρόνο τέλεσης από 1.5.2024 και εφεξής.

– Σημαντικές είναι οι παρεμβάσεις στις διατάξεις που αφορούν τη μείωση της απειλούμενης ποινής. Αυξάνεται το πλαίσιο ποινής μετά τη μείωση σε όλες πρακτικά τις περιπτώσεις του άρθρου 83 ΠΚ πλην της περ. ε΄. Πιο συγκεκριμένα: α. για κακουργήματα που απειλούνται με ισόβια κάθειρξη, η ποινή μετά τη μείωση αναδιαμορφώνεται σε κάθειρξη από πέντε έως είκοσι (αντί δεκαπέντε) έτη, παρόλο που η

Σελ. 10

περ. α΄ του άρθρου 83 ΠΚ παραμένει τυπικά αμετάβλητη· β. για κακουργήματα που απειλούνται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών, η ποινή μετά τη μείωση αναδιαμορφώνεται σε φυλάκιση τουλάχιστον τριών (αντί δύο) ετών ή κάθειρξη έως δεκατέσσερα (αντί οκτώ) έτη· γ. για κακουργήματα που απειλούνται με κάθειρξη [πλην όσων περιλαμβάνονται στην περ. β΄], η ποινή μετά τη μείωση αναδιαμορφώνεται σε φυλάκιση τουλάχιστον δύο (αντί ενός) ετών ή κάθειρξη έως δώδεκα (αντί οκτώ) έτη· δ. για κακουργήματα που απειλούνται με κάθειρξη έως δέκα έτη, η ποινή μετά τη μείωση αναδιαμορφώνεται σε φυλάκιση τουλάχιστον δύο (αντί ενός) ετών ή κάθειρξη έως έξι έτη. Εξάλλου, καταργείται η δυνατότητα περαιτέρω μείωσης (του ελάχιστου ορίου) της απειλούμενης ποινής, η οποία είχε παρασχεθεί με τον Ν 4619/2019 για την περίπτωση συρροής λόγων μείωσης, και επανέρχεται, στο πλαίσιο του άρθρου 85 ΠΚ, η διάταξη του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα, σύμφωνα με την οποία η μείωση της ποινής θα λαμβάνει χώρα άπαξ, σύμφωνα με το άρθρο 83 ΠΚ, η δε επιμέτρηση της ποινής θα λαμβάνει υπόψη όλους τους συρρέοντες λόγους μείωσης. Λαμβάνοντας υπόψη τις νέες διατάξεις σχετικά με την (εν όλω) αναστολή εκτέλεσης της ποινής (που περιορίζεται, από 1.5.2024, σε ποινές φυλάκισης έως ένα έτος) και τη μετατροπή της ποινής σε κοινωφελή εργασία ή σε χρήμα (που θα αφορούν, επίσης από 1.5.2024, ποινές φυλάκισης έως δύο έτη), καθίσταται σαφές ότι, επί κακουργήματος, η έκτιση (μέρους έστω) της ποινής θα αποτελεί πρακτικά βεβαιότητα, ακόμη κι αν συρρέουν πλείονες λόγοι μείωσης σε ορισμένη περίπτωση. ‘Όλα τα παραπάνω, βέβαια, αφορούν πράξεις με χρόνο τέλεσης από 1.5.2024 και εφεξής, ενόψει του δυσμενέστερου χαρακτήρα των νέων διατάξεων.

Σελ. 11

IV. Η κατάργηση του συστήματος των ημερήσιων μονάδων ως προς τη χρηματική ποινή

Με τη θέση σε ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα την 1.7.2019, είχε εισαχθεί στην ημεδαπή έννομη τάξη το σύστημα απειλής και επιβολής χρηματικής ποινής σε ημερήσιες μονάδες, οι οποίες τρέπονται σε ευρώ. Είχε προβλεφθεί, πιο συγκεκριμένα, ότι, με την επιφύλαξη ειδικών προβλέψεων, η χρηματική ποινή ανερχόταν: α) σε ενενήντα ημερήσιες μονάδες κατ’ ανώτατο όριο όταν απειλείτο ως μόνη κύρια ποινή ή διαζευκτικά με ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, β) σε εκατόν ογδόντα ημερήσιες μονάδες κατ’ ανώτατο όριο όταν απειλείτο διαζευκτικά με ποινή στερητική της ελευθερίας (κατά βάση με την ποινή της φυλάκισης) και γ) σε τριακόσιες εξήντα ημερήσιες μονάδες κατ’ ανώτατο όριο όταν απειλείτο αθροιστικά με ποινή στερητική της ελευθερίας (κάθειρξη ή φυλάκιση). Σύμφωνα με το άρθρο 57 παρ. 3 ΠΚ, το ύψος κάθε ημερήσιας μονάδας ανερχόταν σε 1-100 €. Στο ειδικό μέρος του Ποινικού Κώδικα, ορισμένες διατάξεις απειλούσαν χρηματική ποινή έως χίλιες ημερήσιες μονάδες, με αποτέλεσμα η ανώτατη χρηματική ποινή που απειλείτο για αδίκημα του Ποινικού Κώδικα να ανέρχεται σε 100.000 €.

Ωστόσο η μετάβαση στο νέο σύστημα κάθε άλλο παρά χαρακτηρίστηκε από ομοιομορφία, αν λάμβανε κανείς υπόψη του το τοπίο που διαμορφώθηκε στους ειδικούς ποινικούς νόμους. Αρκετές διατάξεις ειδικών νόμων απειλούσαν χρηματική ποινή χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό, και ως προς αυτές θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι εφαρμοζόταν η διάταξη του άρθρου 57 ΠΚ. Σε πολλές άλλες περιπτώσεις, όμως, η χρηματική ποινή απειλείτο σε ευρώ (ή σε δραχμές), με αποτέλεσμα το νέο σύστημα χρηματικής ποινής να μη βρίσκει εφαρμογή. Υπήρξαν, μάλιστα, και διατάξεις ειδικών νόμων οι οποίες, αν και θεσπίστηκαν (ή τροποποιήθηκαν) μετά τη θέση σε ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα, απειλούσαν χρηματική ποινή σε ευρώ. Σε άλλες περιπτώσεις, όμως, προβλέφθηκε η απειλή χρηματικής ποινής σε ημερήσιες μονάδες, ενίοτε όμως με τρόπο αποκλίνοντα από τους γενικούς ορισμούς του άρθρου 57 ΠΚ είτε ως προς το ανώτατο (ή και το ελάχιστο) όριο ημερήσιων μονάδων είτε ως προς το ύψος τους.

Με το άρθρο 8 Ν 5090/2024, καταργείται το σύστημα χρηματικής ποινής σε ημερήσιες μονάδες και επανέρχεται η απειλή της ποινής (απευθείας) σε ευρώ. Η (τροποποιημένη) παράγραφος 2 του άρθρου 57 ΠΚ προβλέπει δύο πλαίσια χρηματικής ποινής (με την επιφύλαξη ειδικών προβλέψεων), ήτοι: α) από τριακόσια ευρώ έως σαράντα χιλιάδες ευρώ για πλημμελήματα, και β) από πέντε χιλιάδες ευρώ έως εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ για κακουργήματα. Η νέα διάταξη είναι δυσμενέστερη ως προς το σύνολο των αδικημάτων του Ποινικού Κώδικα, αφού το ανώτατο όριο για πλημμελήμα-

Σελ. 12

τα υπερβαίνει το ανώτατο όριο που προβλεπόταν για οποιοδήποτε πλημμέλημα μέχρι πρότινος (το οποίο ανερχόταν σε τριάντα έξι χιλιάδες ευρώ), ενώ το ανώτατο όριο για κακουργήματα υπερβαίνει το ανώτατο όριο ακόμη και των κακουργημάτων για τα οποία κατ’ εξαίρεση απειλείτο χρηματική ποινή έως χίλιες ημερήσιες μονάδες (άρα έως εκατό χιλιάδες ευρώ), ενώ σε αμφότερες τις περιπτώσεις τάσσεται ελάχιστο όριο χρηματικής ποινής. Έτσι, οι νέες προβλέψεις δεν θα μπορούν να τύχουν αναδρομικής εφαρμογής για πράξεις με χρόνο τέλεσης που προηγείται της 1.5.2024.

Ο νομοθέτης δεν λησμόνησε, πάντως, την ύπαρξη διατάξεων ειδικών ποινικών νόμων, οι οποίες απειλούσαν χρηματική ποινή που υπερέβαινε τα ανώτατα όρια που έτασσε ο Ποινικός Κώδικας. Το ζήτημα αντιμετωπίστηκε με την προσθήκη δύο προβλέψεων στο άρθρο 137 παρ. 2 Ν 5090/2024. Σύμφωνα με την πρώτη από αυτές, «όπου σε ειδικούς νόμους λογίζεται χρηματική ποινή έως χίλιες (1.000) ημερήσιες μονάδες, ο προσδιορισμός του ύψους της χρηματικής ποινής γίνεται σύμφωνα με το ελάχιστο και μέγιστο ύψος χρηματικής ποινής της παρ. 2 του άρθρου 57 του Ποινικού Κώδικα ανεξαρτήτως του είδους του εγκλήματος», ενώ, σύμφωνα με τη δεύτερη, «όπου σε ειδικούς νόμους λογίζεται χρηματική ποινή άνω των χιλίων (1.000) ημερησίων μονάδων, η επιβαλλόμενη χρηματική ποινή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ και ανώτερη από ένα εκατομμύριο ευρώ (1.000.000) ευρώ». Έτσι, τα νεότερα πλαίσια απειλούμενης χρηματικής ποινής δεν υπολείπονται (τουλάχιστον ως προς το ανώτατο όριο της απειλούμενης χρηματικής ποινής) ούτε από τα πλέον αυστηρά πλαίσια που καθορίζονταν υπό το προϊσχύσαν καθεστώς: στην περίπτωση, λ.χ., του άρθρου 39 παρ. 1 περ. γ΄ Ν 4557/2018, που απειλούσε χρηματική ποινή από 2.000 έως 10.000 ημερήσιες μονάδες, το πλαίσιο σε ευρώ ανερχόταν σε 200.000-1.000.000 €· με βάση τη νέα πρόβλεψη, το πλαίσιο θα ανέρχεται σε 20.000-1.000.000 €. Είναι προφανές ότι, στην προκειμένη περίπτωση, θα μπορεί να επιβληθεί (και για πράξεις με χρόνο τέλεσης που προηγείται της 1.5.2024) χρηματική ποινή που υπολείπεται του ελάχιστου ορίου της προϊσχύσασας ρύθμισης, καθώς η νέα διάταξη είναι ευμενέστερη ως προς αυτό το σημείο.

Σε ό,τι αφορά τον σχηματισμό συνολικής (χρηματικής) ποινής, θα εφαρμόζεται το άρθρο 96 ΠΚ. Εφόσον, πάντως, μετέχει συντρέχουσα ποινή σε ημερήσιες μονάδες (που

Σελ. 13

ετράπησαν σε ευρώ) για πράξη που είχε τελεστεί πριν την 1.5.2024, θα εξακολουθεί να ισχύει η πρόβλεψη του άρθρου 465 παρ. 1 εδ. β΄ ΠΚ.

Τέλος, με το άρθρο 61 Ν 5090/2024 τροποποιήθηκε το άρθρο 25 παρ. 1 Ν 1882/1990, κατά τρόπο ώστε να επανεντάσσονται στον πίνακα χρεών (ενόψει του αδικήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο) τα χρέη που προέρχονται από τη μη εκτέλεση χρηματικών ποινών που επιβλήθηκαν από ποινικό δικαστήριο και οι σχετικές με αυτά προσαυξήσεις, τόκοι και λοιπές επιβαρύνσεις. Δεν ανατράπηκε, πάντως, η νομοθετική επιλογή να μην περιλαμβάνονται στον ως άνω πίνακα τα χρέη που προέρχονται από τα αδικήματα που τυποποιούνται στο άρθρο 66 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας μαζί με τις σχετικές με αυτά προσαυξήσεις, τόκους και λοιπές επιβαρύνσεις.

V. Οι νομοθετικές παρεμβάσεις σε σχέση με την αναστολή εκτέλεσης και την έκτιση της ποινής

Με τον Ν 5090/2024 έχει επέλθει αναμόρφωση των διατάξεων σε σχέση με την αναστολή εκτέλεσης της ποινής και την έκτιση της ποινής. Οι παρεμβάσεις αυτές αφορούν και τις ποινές που επιβάλλονται για αδικήματα ειδικών ποινικών νόμων. Πιο συγκεκριμένα:

– Η αναστολή εκτέλεσης (εν όλω) της ποινής περιορίζεται σε ποινές φυλάκισης έως ένα έτος, αντί έως τρία έτη που ίσχυε μέχρι πρότινος. Εξάλλου, αναστολή δεν χο-

Σελ. 14

ρηγείται επί παλαιότερης αμετάκλητης καταδίκης σε ποινή φυλάκισης άνω του ενός έτους για οποιοδήποτε έγκλημα (δόλου ή αμέλειας). Έτσι, καταργείται η δυνατότητα αναστολής όχι απλώς σε περίπτωση παλαιότερης καταδίκης σε ποινή φυλάκισης έως πέντε έτη, αλλά ακόμη και αν κάποιος έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης άνω του ενός έτους. Μάλιστα, η χορήγηση αναστολής προϋποθέτει να κριθεί αιτιολογημένα ότι «η εκτέλεση της ποινής δεν είναι αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων». Περαιτέρω, η αναστολή εκτέλεσης μέρους της ποινής μεταφέρεται από το (καταργούμενο) άρθρο 100 ΠΚ στην παρ. 5 του άρθρου 99 ΠΚ, η οποία προβλέπει πλέον ότι το εκτιτέο τμήμα της ποινής θα κυμαίνεται από τριάντα ημέρες έως έξι μήνες (αντί για δέκα ημέρες έως τρεις μήνες, που ίσχυε μέχρι πρότινος). Προβλέπεται, επιπλέον, για πρώτη φορά η δυνατότητα του δικαστηρίου να διατάξει τη μερική έκτιση ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί για πλημμέλημα και υπερβαίνει τα τρία έτη. Όλα τα παραπάνω αφορούν, ασφαλώς, και ποινές που επιβάλλονται για αδικήματα ειδικών ποινικών νόμων, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά θα έχουν τελεστεί από 1.5.2024, δεδομένου του δυσμενέστερου χαρακτήρα των νεότερων διατάξεων. Σημειώνεται, πάντως, ότι εξακολουθούν να ισχύουν διατάξεις περί απαγόρευσης αναστολής εκτέλεσης της ποινής στο πλαίσιο ειδικών νόμων, αλλά και ειδικές διατάξεις περί χορήγησης αναστολής υπό προϋποθέσεις για ορισμένα αδικήματα ειδικών ποινικών νόμων.

– Με τον Ν 5090/2024, επανενεργοποιήθηκαν οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα σχετικά με την παροχή κοινωφελούς εργασίας, όχι μόνο ως κύρια ποινή αλλά και ως μορφή μετατροπής της ποινής φυλάκισης, με τροποποίηση μάλιστα των δια-

Σελ. 15

τάξεων που διέπουν την τελευταία. Είναι, πάντως, ενδιαφέρον, ότι το μεν άρθρο 136γ΄ Ν 5090/2024, με το οποίο καταργήθηκε το άρθρο 98 Ν 4623/2019 (επανενεργοποιώντας τις διατάξεις σχετικά με την κοινωφελή εργασία) τέθηκε σε ισχύ στις 23.2.2024, ενώ οι τροποποιήσεις των σχετικών διατάξεων τέθηκαν σε ισχύ την 1.5.2024. Έτσι, πρόλαβαν να ισχύσουν για ένα διάστημα οι διατάξεις των άρθρων 104Α και 105Α ΠΚ, όπως είχαν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Ν 4619/2019, ενώ από 1.5.2024 η μεν διάταξη του άρθρου 104Α ΠΚ εξακολουθεί να ισχύει τροποποιημένη, η δε διάταξη του άρθρου 105Α ΠΚ καταργείται, έχοντας παραγάγει, πάντως, έννομες συνέπειες για πράξεις με χρόνο τέλεσης μέχρι και τις 30.4.2024. Εξάλλου, συνεχίζουν να ισχύουν διατάξεις περί απαγόρευσης μετατροπής της ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας στο πλαίσιο ειδικών νόμων.

– Με το άρθρο 12 Ν 5090/2024, επανέρχεται – από 1.5.2024 – ο θεσμός της μετατροπής της ποινής φυλάκισης σε χρήμα, με την προσθήκη – νέου – άρθρου 80Α στον Ποινικό Κώδικα. Η διάταξη αυτή, ούσα ευμενέστερη, εφαρμόζεται και για πράξεις με χρόνο τέλεσης πριν την 1.5.2024, εφόσον επιβληθεί γι’ αυτές ποινή που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη φυλάκιση και δεν χορηγηθεί αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή μετατροπή της σε παροχή κοινωφελούς εργασίας. Επισημαίνεται, πάντως, ότι δεν επανήλθε η ρύθμιση του άρθρου 82 παρ. 10 προϊσχΠΚ σε σχέση με απαγόρευση μετατροπής για κακούργημα εμπορίας ναρκωτικών. Σύμφωνα, πάντως, με το άρ-

Σελ. 16

θρο 137 παρ. 6 Ν 5090/2024, «όπου σε διατάξεις ειδικών νόμων γίνεται αναφορά σε απαγόρευση μετατροπής της ποινής σε κοινωφελή εργασία νοείται απαγόρευση μετατροπής και σε χρηματική ποινή». Η εν λόγω διάταξη τυγχάνει εφαρμογής, π.χ., στο πλαίσιο του Ν 2725/1999, χωρίς πάντως να επιδρά σε ειδικούς νόμους που δεν προβλέπουν απαγόρευση μετατροπής της ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, έστω κι αν προβλέπουν απαγόρευση αναστολής εκτέλεσης της ποινής ή αποκλεισμό του ανασταλτικού αποτελέσματος της έφεσης.

– Με το άρθρο 23 Ν 5090/2024, προστίθεται νέα – πέμπτη – παράγραφος στο άρθρο 105 ΠΚ, παρέχοντας τη δυνατότητα έκτισης ποινής φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη κατ’ οίκον με ηλεκτρονική επιτήρηση. Η νέα αυτή πρόβλεψη τυγχάνει εφαρμογής και για ποινές που θα επιβάλλονται για αδικήματα ειδικών ποινικών νόμων, ακόμη κι αν ο χρόνος τέλεσης προηγείται της 1.7.2024, αρκεί να μην έχει χορηγηθεί αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή μετατροπή της σε παροχή κοινωφελούς εργασίας ή σε χρήμα.

– Τροποποιήσεις έχουν επέλθει και στον θεσμό της υφ’ όρον απόλυσης. Στον κατάλογο των κακουργημάτων του άρθρου 105Β παρ. 6 ΠΚ, για τα οποία δεν μπορεί να χορηγηθεί υφ’ όρον απόλυση πριν την πραγματική έκτιση τριών πέμπτων (ή τη μικτή έκτιση τεσσάρων πέμπτων) της ποινής, προστίθενται και τα κακουργήματα με-

Σελ. 17

ταφοράς παράτυπα εισερχόμενων αλλοδαπών του Κώδικα Μετανάστευσης. Για τα συγκεκριμένα, μάλιστα, κακουργήματα, προβλέπεται ότι, σε περίπτωση σχηματισμού συνολικής ποινής πρόσκαιρης κάθειρξης που όπως επιβλήθηκε υπερβαίνει κατά τουλάχιστον δέκα έτη το ανώτατο όριο της συνολικής ποινής κάθειρξης, η υφ’ όρον απόλυση δύναται να χορηγείται, εφόσον ο κατάδικος έχει εκτίσει πραγματικά δεκαεπτά έτη. Για πρώτη φορά, λοιπόν, λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ελάχιστου διαστήματος μετά το οποίο χωρεί υφ’ όρον απόλυση, η «ονομαστική» και όχι η εκτιτέα ποινή. Ας σημειωθεί, πάντως, ότι δεν τροποποιήθηκε – προφανώς λόγω νομοθετικής αβλεψίας – ο κατάλογος του άρθρου 110Α παρ. 11 ΠΚ, που περιλαμβάνει τα κακουργήματα για τα οποία δεν χωρεί απόλυση υπό τον όρο της ηλεκτρονικής επιτήρησης. Κατά συνέπεια, όσοι καταδικάζονται για κακουργήματα μεταφοράς παράτυπα εισερχόμενων αλλοδαπών θα εξακολουθούν να δικαιούνται να αιτηθούν τη χορήγηση του εν λόγω ευεργετήματος.

– Σύμφωνα, εξάλλου, με το άρθρο 106 παρ. 1 ΠΚ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 25 Ν 5090/2024, «η απόλυση υπό όρο μπορεί να μην χορηγηθεί αν κριθεί ότι η διαγωγή του καταδικασθέντος, κατά την έκτιση της ποινής του, σε συνδυασμό με τη διάγνωση της πιθανότητας επανάληψης του εγκλήματος κατά τον χρόνο δοκιμασίας, όπως προκύπτει από τα χαρακτηριστικά του εγκλήματος, σε σχέση με την εκτίμηση των ατομικών και κοινωνικών περιστάσεων του καταδικασθέντος, καθιστά αναγκαία τη συνέχιση της κράτησής του για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων αξιόποινων πράξεων». Έτσι, τίθεται ένα ουσιαστικό (προγνωστικό) κριτήριο με βάση το οποίο είναι δυνατόν να μη χορηγηθεί η απόλυση παρά τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου (ελάχιστου) ορίου. Πρόκειται για δυσμενέστερη διάταξη ουσιαστικού ποινικού δικαίου, η οποία δεν μπορεί να τύχει αναδρομικής εφαρμογής.

VI. Η αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης των ανήλικων δραστών

Όσον αφορά τους ανηλίκους, αυστηροποίηση έχει επέλθει όχι μόνο ως προς τις διατάξεις που προβλέπουν το ανώτατο όριο του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων, αλλά και ως προς τις προϋποθέσεις με τις οποίες επιβάλλεται η εν λόγω ποινή σε περίπτωση τέλεσης πράξης από ανήλικο δράστη. Ειδικότερα:

α) Με το άρθρο 7 Ν 5090/2024 τροποποιείται το άρθρο 54 εδ. β΄ ΠΚ, κατά τρόπο ώστε να αυξάνεται το ανώτατο όριο του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων σε

Σελ. 18

δέκα (αντί οκτώ) έτη, όταν πρόκειται για πράξη που απειλείται (όταν τελείται από ενήλικο) με ισόβια κάθειρξη ή πρόσκαιρη κάθειρξη που υπερβαίνει τα δέκα έτη. Και ως προς αυτό το σημείο, επανέρχεται η ρύθμιση του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα.

β) Σημαντικότερη είναι η επίπτωση της τροποποίησης του άρθρου 127 παρ. 1 ΠΚ με το άρθρο 29 Ν 5090/2024. Με βάση τη νέα (τροποποιημένη) διάταξη, για την επιβολή περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων θα αρκεί να έχει τελεστεί (από ανήλικο που έχει συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του) πράξη που, αν την τελούσε ενήλικος, θα συνιστούσε κακούργημα. Έτσι, διευρύνεται δραστικά ο κατάλογος των αδικημάτων που, αν τελεστούν από δράστη αυτής της ηλικιακής κατηγορίας, είναι δυνατό να οδηγήσουν στην επιβολή στερητικής της ελευθερίας ποινής, αφού απαλείφεται η επιπλέον προϋπόθεση η πράξη να εμπεριέχει στοιχεία βίας ή να στρέφεται κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας. Με βάση τη νέα πρόβλεψη, θα είναι πλέον δυνατή η επιβολή περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων όχι μόνο για αδικήματα όπως η ανθρωποκτονία με δόλο, η βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, ο βιασμός, η ληστεία, κ.ά.ό., αλλά και για αδικήματα όπως η δια-

Σελ. 19

κίνηση ναρκωτικών, η μεταφορά παράτυπα εισερχόμενων αλλοδαπών, η διακεκριμένη επέμβαση σε σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για οποιοδήποτε άλλο in abstracto κακούργημα του Ποινικού Κώδικα ή ειδικού ποινικού νόμου. Είναι προφανές ότι η νέα διάταξη του άρθρου 127 παρ. 1 ΠΚ, όπως και εκείνη του άρθρου 54 εδ. β΄ ΠΚ, δεν μπορούν να τύχουν αναδρομικής εφαρμογής, παρά καταλαμβάνουν πράξεις που τελούνται από 1.5.2024 και εφεξής.

VII. Η κατάργηση του άρθρου 463 ΠΚ και η (αμφίβολη) επίπτωσή της στις ποινές που απειλούνται στο πλαίσιο ειδικών ποινικών νόμων

Με το άρθρο 136α΄ Ν 5090/2024 καταργήθηκε, από 1.5.2024, το άρθρο 463 ΠΚ. Υπενθυμίζεται ότι, με την εν λόγω διάταξη, είχε επέλθει «οριζόντια» μείωση των ποινών που απειλούνταν στο πλαίσιο ειδικών ποινικών νόμων, ως εξής:

– Για κακουργήματα ειδικών νόμων που απειλούνταν με ισόβια κάθειρξη ως μόνη στερητική της ελευθερίας ποινή, είχε προστεθεί – διαζευκτικά με την ισόβια κάθειρξη – η απειλή πρόσκαιρης κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών.

– Για κακουργήματα ειδικών νόμων που απειλούνταν με (πρόσκαιρη) κάθειρξη τουλάχιστον δεκαπέντε ετών, η ποινή είχε αναδιαμορφωθεί σε κάθειρξη τουλάχιστον

Σελ. 20

δέκα ετών (εννοείται έως δεκαπέντε έτη, που από 1.7.2019 αποτελούσε το ανώτατο όριο πρόσκαιρης κάθειρξης).

– Για κακουργήματα ειδικών νόμων που απειλούνταν με (πρόσκαιρη) κάθειρξη έως δέκα έτη, η ποινή είχε αναδιαμορφωθεί σε φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους ή κάθειρξη έως έξι έτη, σε συνδυασμό, αρχικά, με την περ. γ΄ και, στη συνέχεια, την περ. δ΄ του άρθρου 83 ΠΚ, με την (αυτονόητη) επισήμανση ότι οι οικείες πράξεις διατηρούν τον κακουργηματικό τους χαρακτήρα.

– Για πλημμελήματα ειδικών νόμων που απειλούνταν με ποινή φυλάκισης ως μόνη κύρια ποινή, είχε προστεθεί – διαζευκτικά με τη φυλάκιση – η απειλή χρηματικής ποινής, όπως αυτή προβλεπόταν στο άρθρο 57 ΠΚ από 1.7.2019.

– Τέλος, είχε προβλεφθεί ότι, από την έναρξη ισχύος του νέου Ποινικού Κώδικα, καταργούνται όλες οι διατάξεις που περιέχονται σε ειδικούς νόμους με τις οποίες καθορίζονται παρεπόμενες ποινές ή άλλες συνέπειες που καταργούνται με αυτόν.

Η κατάργηση του άρθρου 463 ΠΚ αποβλέπει στην επαναφορά των απειλούμενων ποινών στα προ του 2019 επίπεδα. Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση, «το άρθρο 463 του Ποινικού Κώδικα (μεταβατική διάταξη) καταργείται καθώς αντιβαίνει στη δογματική και δικαιοκρατική συνέπεια των διατάξεων του νομοσχεδίου σχετικά με τα νέα πλαίσια ποινών».

Back to Top