ΕΠΙΚΑΙΡΑ ZΗΤΗΜΑΤΑ OΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 9.5€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 22,50 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18511
  • Έκδοση: 2021
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 176
  • ISBN: 978-960-654-560-3
  • ISBN: 978-960-654-560-3

Τα «Επίκαιρα Zητήματα Oικονομικού Ποινικού Δικαίου» περιλαμβάνουν σε αναλυτική και επεξεργασμένη μορφή τις εισηγήσεις των συμμετεχόντων στη διαδικτυακή επιστημονική εκδήλωσης που συνδιοργάνωσαν το Εργαστήριο Μελέτης για τη Διαφάνεια, τη Διαφθορά και το Οικονομικό Έγκλημα της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος (27.1.2021). Οι εισηγήσεις καλύπτουν όλο το φάσμα των πλέον επίκαιρων ζητημάτων του Οικονομικού Ποινικού Δικαίου που απασχολούν τη σύγχρονη δικαστηριακή πράξη. Συζητούν τις κομβικές αλλαγές που έχουν εισαγάγει οι νέοι Ποινικοί Κώδικες για τη δίωξη και τους αποκαταστατικούς θεσμούς των οικονομικών εγκλημάτων, την παράλληλη θέση σε ισχύ νέων νομοθετικών πλαισίων στο πεδίο των ειδικών ποινικών νόμων, όπως ιδίως των ρυθμίσεων για τη μεταφορά της Οδηγίας αναφορικά με την προστασία των Οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ στην ελληνική έννομη τάξη (Ν 4689/2020), αλλά και των παρεμβάσεων του ποινικού νομοθέτη στο πεδίο του φορολογικού δικαίου με τους Ν 4745 και 4764/2020. Ο τόμος συμπληρώνεται με τη θεματική της νέας προσέγγισης του ποινικού νομοθέτη για την αντιμετώπιση των χρεών στο δημόσιο που προέρχονται από αδικήματα φοροδιαφυγής, όπως αυτή εκφράστηκε στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 469 του νέου ΠΚ. Πρόκειται για ένα έργο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για την πράξη, στο οποίο οι συγγραφείς, εμβαθύνοντας στα σχετικά ζητήματα του ποινικού δόγματος, εισφέρουν λύσεις σε δυσεπίλυτα πολλές φορές προβλήματα που έχουν δημιουργήσει οι νέες ρυθμίσεις.

Περιεχόμενα
Πρόλογος Σελ. IX
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ
Μαρία Καϊάφα-Γκμπάντι Διευθύντρια ΕΜΔΔΟΕ, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής Α.Π.Θ. Σελ. 3
Άννα Ζαΐρη Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου, Πρόεδρος Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος Σελ. 5
ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ
Περιουσιακά εγκλήματα και τρόπος διώξεώς τους Σελ. 9
Λάμπρος Χ. Μαργαρίτης Καθηγητής Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
Εγκλήματα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Ζητήματα από την εφαρμογή των άρθρων 21-26 του Ν. 4689/2020 Σελ. 57
Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος Εισαγγελέας Πρωτοδικών Διευθύνων την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης
Επίκαιρα ζητήματα φορολογικού ποινικού δικαίου μετά και την ψήφιση των νόμων 4745 και 4764/2020 Σελ. 73
Θεόδωρος Παπακυριάκου Αν. Καθηγητής Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
Σκέψεις και προβληματισμοί από την εφαρμογή της διάταξης του άρθ. 469 των μεταβατικών διατάξεων του Νέου Ποινικού Κώδικα υπό το φως της πρόσφατης νομολογίας του Αρείου Πάγου Σελ. 145
Νικόλαος Αντωναράκος Εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών

Σελ. 1

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

Σελ. 3

Μαρία Καϊάφα-Γκμπάντι

Διευθύντρια ΕΜΔΔΟΕ, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.

Αγαπητή κα Πρόεδρε της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος

Αγαπητές και αγαπητοί δικαστικοί λειτουργοί και νομικοί παραστάτες

αγαπητοί συνάδελφοι, αγαπητό διαδικτυακό μας κοινό,

 

η σημερινή εκδήλωση αποτελεί μια πρωτοβουλία στην οποία ένωσαν τις δυνάμεις τους το Εργαστήριο της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για τη Μελέτη της Διαφάνειας, της Διαφθοράς και του Οικονομικού Εγκλήματος και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, την πρόσκληση της οποίας για τούτη την κοινή διοργάνωση αποδεχτήκαμε με πολύ μεγάλη χαρά, γιατί εντάσσεται μέσα σ’ ένα σύνολο δραστηριοτήτων που αναπτύσσει το Εργαστήριό μας από το 2016, οπότε και ιδρύθηκε, οι οποίες αποβλέπουν μεταξύ άλλων να δημιουργήσουν μια γέφυρα γόνιμου διαλόγου μεταξύ θεωρίας και πράξης, να συμβάλλουν στην επίλυση προβλημάτων εφαρμογής του δικαίου και να τονώσουν με την όποια συνεισφορά τους τη δικαιοκρατική απονομή της ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα μας.

Μια και είναι η πρώτη φορά που συνδιοργανώνουμε μια εκδήλωση επιτρέψτε μου να πω δυο λόγια για το Εργαστήριό μας. Πρόκειται για συνέχιση μιας ερευνητικής προσπάθειας Αριστείας η οποία υλοποιήθηκε στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ κατά τα έτη 2012-2015 αναφορικά με το οικονομικό έγκλημα και τη διαφθορά στο δημόσιο τομέα, και ενόψει του ουσιαστικού έργου που παρήχθη, η Σύγκλητος του ΑΠΘ αποφάσισε να δώσει συνέχεια σ’ αυτήν την προσπάθεια ιδρύοντας μια ερευνητική δομή που ενέταξε στους κόλπους της Νομικής με τη μορφή Εργαστηρίου. Το Εργαστήριό μας με τη διαρκή αφοσίωση των μελών του, στα οποία ανήκουν ως πραγματικοί στηλοβάτες οι αγαπητοί συνάδελφοι που είναι σήμερα εισηγητές, πέρα από την υποστήριξη της έρευνας και της διδασκαλίας φιλοδοξεί να στηρίξει επίσης τη θεσμική ανασυγκρότηση της χώρας με την συμβολή στην διεύρυνση και εμβάθυνση της διαφάνειας, να στηρίξει την αποτελεσματική αντιμετώπιση φαινομένων διαφθοράς, αλλά και τη δικαιοκρατική ρύθμιση της οικονομίας προς όφελος όλων των πολιτών, και ιδίως όπως προανάφερα να αποτελέσει γέφυρα ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ θεωρίας και πράξης, συμβάλλοντας κατά το μέτρο των δυνατοτήτων του στην υποστήριξη και ενδυνάμωση του κράτους δικαίου.

Σ’ αυτό ακριβώς το πλαίσιο εντάσσεται και η σημερινή εκδήλωση, που με την εξαιρετική συμβολή της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος έχει καταφέρει πιστεύω

Σελ. 4

να παρουσιάσει μια σύνθεση θεμάτων που βρίσκονται στην καρδιά των σύγχρονων προβληματικών του οικονομικού ποινικού δικαίου. Η εκδήλωση περιλαμβάνει ουσια­στικά δύο ευρύτερες θεματικές ενότητες: στην πρώτη ο κος Μαργαρίτης, αγαπητός συνάδελφος και Πρόεδρος της Επιτροπής για την παρακολούθηση της εφαρμογής των νέων ποινικών κωδίκων, θα παρουσιάσει μέσα από τη δίωξη και τους αποκαταστατικούς θεσμούς του οικονομικού ποινικού δικαίου, την ­πλέον κομβική αλλά και ριζική συνάμα στροφή που συντελέστηκε στην αντιμετώπιση των οικονομικών εγκλημάτων προς μια μορφή ιδιωτικοποίησης της σχετικής ποινικής αντίδρασης, θα αναδείξει τα προβλήματα της και ιδίως τα επίκαιρα σημεία αιχμής για την πράξη. Η δεύτερη ευρύτερη θεματική ενότητα εστιάζει το ενδιαφέρον της σε αξιόποινες συμπεριφορές που προσβάλλουν την περιουσία δημόσιων φορέων, της ΕΕ και του ελληνικού δημοσίου. Στην ενότητα αυτή είναι ενταγμένες τρεις εισηγήσεις διακεκριμένων εισηγητών, του αγαπητού κου Παναγιωτόπουλου, διευθύνοντος την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, ο οποίος θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε πόσο πετυχημένη ή μη υπήρξε η σχετικά πρόσφατη επιλογή του Έλληνα νομοθέτη να ρυθμίσει την αντιμετώπιση της λεγόμενης ευρωπάτης με ένα ειδικό νομοθέτημα εκτός ΠΚ, ενώ παράλληλα ο τελευταίος κράτησε στην ύλη του ένα κομμάτι αυτής (την απάτη περί τις επιχορηγήσεις), ο κος Παπακυριάκου, αγαπητός συνάδελφος του οποίου το έργο στο οικονομικό ποινικό δίκαιο και ιδίως το φορολογικό είναι ευρύτερα γνωστό, θα ασχοληθεί με τους νεωτερισμούς που επέφερε ο πρόσφατος ν. 4745/2020 στο αξιόποινο και γενικότερα στη μεταχείριση των φορολογικών αδικημάτων, και last but not least ο αγαπητός κος Αντωναράκος, Εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών, που μας κάνει την τιμή να είναι σήμερα για πρώτη φορά μαζί μας, θα ασχοληθεί με τους νεωτερισμούς που επέφερε και τα προβλήματα αντιμετωπίζει η πράξη κατά την εφαρμογή της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 469 ΠΚ, το οποίο επιχείρησε να λύσει ένα πρόβλημα δυσανάλογης τιμωρίας των οφειλετών του δημοσίου από χρηματικές ποινές ή από χρέη φοροδιαφυγής προς όφελος της διαφύλαξης μιας σημαντικής αρχής του κράτους δικαίου.

Με την πιο πάνω σφαιρική σύνθεση των πλέον επίκαιρων ζητημάτων οικονομικού ποινικού δικαίου, ευελπιστούμε ότι η εκδήλωσή μας θα μπορέσει να υπηρετήσει με ουσιαστικό τρόπο ανάγκες της σύγχρονης πράξης, απ’ όποια θέση και αν ασχολείσθε με αυτήν.

Κλείνοντας και πριν δώσω το λόγο στην κα Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και Πρόεδρο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος για το δικό της χαιρετισμό, επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω από καρδιάς, πρώτα απ’ όλα την κα Πρόεδρο και την Ένωση γενικότερα για την τιμή που έκαναν στο Εργαστήριό μας με την πρόταση αυτής της εκδήλωσης, όλους τους εισηγητές που με τόση προθυμία και μέσα στο δύσκολο πρόγραμμά τους αγκάλιασαν την προσπάθεια αυτή, και φυσικά όλους εσάς, που μας τιμάτε σήμερα με τη συμμετοχή σας.

Σελ. 5

Άννα Ζαΐρη

Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου, Πρόεδρος Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος

Το οικονομικό έγκλημα έχει χάσει στα μάτια των πολιτών την ηθική απαξία που του αναλογεί, επειδή θεωρείται, ότι προσβάλλει υλικά αγαθά. Επίσης, ο μέσος Έλληνας συχνά έχει συμβάλει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τουλάχιστον σε πράξεις φοροδιαφυγής, με αποτέλεσμα να απενοχοποιεί ανάλογες πράξεις.

Ασφαλώς και τα αγαθά, που συνδέονται άμεσα με τον άνθρωπο όπως είναι η ζωή, η υγεία, οι πάσης φύσεως ατομικές ελευθερίες κ.λ.π., πρέπει να θωρακίζονται ιδιαίτερα αλλά ας μην μας διαφεύγει, πως το αγαθό ιδίως της δημόσιας περιουσίας δεν είναι μικρότερης κοινωνικής αξίας, αφού χωρίς αυτό δεν εξασφαλίζεται η προστασία των πρωτευόντων αγαθών.

Στην πατρίδα μας φαίνεται, πως το οικονομικό έγκλημα δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς και σ' αυτό συμβάλλει όχι μόνον η ποσοτική και ποιοτική έκταση της σχετικής παραβατικότητας αλλά και το συνεχώς μεταβαλλόμενο νομικό πλαίσιο που διέπει ιδίως την ποινική της καταστολή.

Έτσι, μαζί με τη νομοθεσία συνεχώς μεταβάλλονται και τα ερμηνευτικά ζητήματα και το οικονομικό έγκλημα δεν θα σταματήσει να μας απασχολεί τόσο στο ουσιαστικό όσο και στο δικονομικό πεδίο, εις το διηνεκές. Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε νέα σειρά αλλαγών, με νέες ερμηνευτικές και πρακτικές ανάγκες εφαρμογής.

Για την καλύτερη απονομή του δικαίου και την καταστολή της αξιόποινης οικονομικής παραβατικότητας, θα είμαστε σε συνεχή διάλογο με την θεωρία.

Ωστόσο πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα η ανάγκη σταθεροποίησης του σχετικού νομικού πλαισίου, όχι μόνο για την ασφάλεια του δικαίου αλλά και για την βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του.

Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος ευχαριστεί θερμά όλους τους συντελεστές της διαδικτυακής αυτής διοργάνωσης για τον κόπο και τον χρόνο που ανάλωσαν στον πολύ ουσιαστικό διάλογο μεταξύ θεωρίας και πράξης που θα ακολουθήσει.

Σελ. 7

ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ

Προεδρία: Μαρία Καϊάφα-ΓκμπάντιΔιευθύντρια ΕΜΔΔΟΕ, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.

Σελ. 9

Περιουσιακά εγκλήματα και τρόπος διώξεώς τους

Λάμπρος Χ. Μαργαρίτης

Καθηγητής Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.

Ι. Τρόπος διώξεως των περιουσιακών εγκλημάτων

1. Γενικότητες

Σύμφωνα με γενικά αναγνωρισμένο στο νεότερο ποινικό δικονομικό δίκαιο αξίωμα, το δικαίωμα της ποινικής διώξεως των εγκλημάτων ανήκει στην πολιτεία. Η δίωξη του εγκλήματος είναι, δηλαδή, έργο αποκλειστικά και μόνο του κράτους· το κράτος, και μόνο αυτό, είναι ο φορέας της «ποινικής αξίωσης». Το σύστημα τούτο επικρατεί σήμερα, με κάποιες περιορισμένης σημασίας εξαιρέσεις, όχι μόνο στην ιστορική πατρίδα του, την ηπειρωτική Ευρώπη, αλλά στην ουσία σ’ ολόκληρο τον κόσμο - παντού η κίνηση της ποινικής δίωξης ανατίθεται σε κρατικά όργανα, τα οποία είναι επιφορτισμένα και με τον έλεγχο της συνδρομής των προϋποθέσεων της. Είναι δε το σύστημα αυτό το μόνο που όντως ανταποκρίνεται στην σύγχρονη αντίληψη

Σελ. 10

περί του εγκλήματος και της ποινής και δη για τους παρακάτω (από τον Ανδρουλάκη επισημαινόμενους) λόγους:

«Η ποινή επιβάλλεται σήμερα ως αυτονόητη και αναγκαία αντίδραση στο έγκλημα - επιβάλλεται χάριν προστασίας της κοινωνίας με την πάταξη των αφόρητα αντικοινωνικών μορφών συμπεριφοράς, δηλαδή των εγκλημάτων. Η ποινή καταγιγνώσκεται ως κακό προκειμένου να γίνει αισθητή ως τέτοιο, σε εκδήλωση ιδιαίτερης αποδοκιμασίας του δράστη από μέρους της κοινωνικοηθικά στηριγμένης έννομης τάξης. Και από μόνες αυτές τις παραδοχές συνάγεται ότι η ποινική δίωξη δεν αρμόζει να ανατίθεται στα χέρια ιδιωτών. Εάν η ποινή είναι αναγκαία κάτω από ένα κοινωνικοπολιτειακό πρίσμα, πως θα μπορούσε να ανατίθεται η επιβολή της και γενικότερα η ποινική διαδικασία στην ιδιωτική βούληση; Και πώς θα ήταν νοητό η αποδοκιμασία εκ μέρους της έννομης τάξης να εξαρτάται όχι από την πολιτειακή εξουσία που την ενσαρκώνει, αλλά από την ιδιωτική βούληση; Αλλά και η ίδια η σοβαρότητα των συνεπειών της ποινικής δίωξης και κύρωσης καθιστά τελείως ανεπίτρεπτο τον ενδεχόμενο εκφυλισμό της σε ένα όργανο ιδιωτικής διαμάχης και αντεκδίκησης. Η βούληση του οποιουδήποτε ιδιώτη δεν αρκεί για να περιέλθει κάποιος στη θέση του κατηγορουμένου και να υποστεί τις βαρειές δυσμενείς συνέπειες που αυτή μπορεί να επισύρει».

Κατά κανόνα, η εισαγωγή του συστήματος της κρατικής διώξεως των εγκλημάτων συμβαδίζει με την αποδοχή της αυτεπάγγελτης διώξεώς τους. Έτσι η πρωτοβουλία για την κίνηση του μηχανισμού επιβολής της ποινής ανήκει κατά κανόνα στα

Σελ. 11

κρατικά όργανα, τα οποία διώκουν τις αξιόποινες πράξεις αυτεπάγγελτα, χωρίς δηλαδή καμία εξάρτηση από τη θέληση των ατόμων που έχουν υποστεί βλάβη. Δεν θα ήταν υπερβολή αν έλεγε κάποιος ότι στη γενίκευση της κρατικής διώξεως οδήγησε ακριβώς η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας για αφαίρεση της πρωτοβουλίας από τα χέρια των ιδιωτών. Η καταστολή του εγκλήματος αποτελεί ζήτημα που ενδιαφέρει ευθέως την κοινωνική ολότητα και επομένως αξιώνει την κρατική επέμβαση ακόμα και παρά την θέληση του παθόντος από το έγκλημα. Έτσι λοιπόν η γενικευμένη ανάθεση του έργου της πρόκλησης της δίωξης στην υποκείμενη σε εκφοβισμούς, εκβιασμούς ή και εξαγορά, ενδεχομένως ράθυμη ή, όμως, αντίθετα, υπέρμετρα εκδικητική ιδιωτική βούληση, δεν μπορεί κατ’ αρχήν σήμερα να γίνει αποδεκτή.

Ταυτόχρονα, όμως, οι σύγχρονες νομοθεσίες αναγνωρίζουν εξαίρεση στον παραπάνω κανόνα. Η ποινική δίωξη ορισμένων εγκλημάτων, που ορίζονται πάντοτε ρητά από τις οικείες ποινικές διατάξεις, μπορεί να γίνει (από το κράτος) μόνον αν υπάρχει έγκληση του παθόντος.

Σελ. 12

Οι εξαιρετικές τούτες περιπτώσεις διαχρονικά προεχόντως δικαιολογούνται είτε (i) από τη μικρή βαρύτητα της προσβολής ή από το γεγονός ότι αυτή έχει ως αντικείμενο ένα καθαρά ατομικό έννομο αγαθό για την προστασία του οποίου η πολιτεία δεν έχει ιδιαίτερο αυτοτελές ενδιαφέρον όταν δεν δηλώνεται αντίστοιχη βούληση του φορέα του είτε (ii) από τη στενή προσωπική σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο δράστη και τον παθόντα· είτε (iii) από το σοβαρό συμφέρον του παθόντος για

Σελ. 13

αποφυγή της δημοσιότητας της προσβολής που έγινε σε βάρος του. Και άλλες δικαιολογητικές προσεγγίσεις έχουν πάντως διατυπωθεί.

Σελ. 14

2. Προϊσχύσας Ποινικός Κώδικας

Το προηγούμενο καθεστώς φαίνεται πως σε γενικές γραμμές ευθυγραμμιζόταν με τις παραπάνω κατ’ εξαίρεση αναγνωριζόμενες περιπτώσεις κατ’ έγκληση δίωξης.

Μια συνολική επισκόπηση του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα οδηγεί στη διαπίστωση ότι εγκλήματα, για τα οποία ο νόμος απαιτούσε έγκληση, ήταν: η απλή σωματική βλάβη (308 ΠΚ) και η σωματική βλάβη από αμέλεια (άρθρο 314 ΠΚ) με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 315 ΠΚ- η ακούσια (άρθρο 327 ΠΚ) και η εκούσια απαγωγή (άρθρο 328 ΠΚ) - η αυτοδικία (άρθρο 331 ΠΚ) - η απειλή

Σελ. 15

(άρθρο 333 ΠΚ) - η διατάραξη οικιακής ειρήνης (άρθρα 334 § 1 και 4 ΠΚ) - η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας (άρθρα 337 και 344 ΠΚ) η απατηλή επίτευξη συνουσίας (άρθρα 341 και 344 ΠΚ) -η βάναυση προσβολή της αιδούς άλλου (άρθρο 353 § 2 ΠΚ) - η απάτη σχετικά με το γάμο (άρθρο 355 ΠΚ) - η εγκατάλειψη εγκύου (άρθρο 359 ΠΚ) - η εξύβριση (άρθρο 361 ΠΚ), η δυσφήμηση (άρθρο 362

Σελ. 16

ΠΚ), η συκοφαντική δυσφήμηση (άρθρο 363 ΠΚ), η δυσφήμηση ανώνυμης εταιρίας (άρθρο 364 ΠΚ) και η προσβολή της μνήμης νεκρού (άρθρο 365 ΠΚ) κατά το άρθρο 368 ΠΚ – η παραβίαση του απορρήτου των επιστολών (άρθρο 370 ΠΚ) - τα εγκλήματα των άρθρων 370Α, 370Β § 1 και 2, 370Γ § 1-4 και 371 ΠΚ28 - η κλοπή

Σελ. 17

χρήσεως μεταφορικού μέσου (άρθρο 374Α ΠΚ)- οι κλοπές και υπεξαιρέσεις ευτελούς αξίας (άρθρο 377 ΠΚ) – οι κλοπές και υπεξαιρέσεις μεταξύ συγγενών- υφαιρέσεις (άρθρο 378 ΠΚ)- η φθορά ξένης ιδιοκτησίας (άρθρα 381, 382 § 2 στοιχ. β’

Σελ. 18

και 383 ΠΚ) – η απάτη ευτελούς αξίας και η απάτη μεταξύ συγγενών (άρθρα 387 και 393 § 1 ΠΚ)- η απατηλή πρόκληση βλάβης (άρθρο 389 ΠΚ)- η δόλια αποδοχή παροχών (άρθρο 392 ΠΚ) – η αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος ευτελούς αξίας (άρθρο 394 § 2 ΠΚ) – η καταδολίευση δανειστών (άρθρο 397 ΠΚ) – η απλή χρεοκοπία (άρθρο 398 εδ. τελευταίο ΠΚ) – η (καταργηθείσα) παρακώλυση της ασκήσεως δικαιώματος (άρθρο 399 ΠΚ) και η παράνομη αλιεία (άρθρο 400 ΠΚ) – η παραπλάνηση ανηλίκων σε χρέη (άρθρο 403 ΠΚ).

3. Ο ισχύων Ποινικός Κώδικας

Με εξαίρεση τα εγκλήματα του εικοστού τρίτου κεφαλαίου (: εγκλήματα κατά περιουσιακών αγαθών- άρθρα 372 έως 405), στα υπόλοιπα διατηρήθηκαν κατά βάση και υπό το νέο καθεστώς οι επιλογές του παλαιού καθεστώτος για τον τρόπο δίωξης. Έτσι, στα πλαίσια του ισχύοντος (νέου) ΠΚ, εγκλήματα, για τα οποία απαιτείται έγκληση είναι: η (απλή και εντελώς ελαφρά) σωματική βλάβη (308 § 2 ΠΚ) και η σωματική βλάβη από αμέλεια (314 § 2 ΠΚ) - η αυτοδικία (331 ΠΚ)- η απειλή (333 §

Σελ. 19

3 ΠΚ)- η διατάραξη οικιακής ειρήνης (334 § 1 και 4 ΠΚ)- η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας (337 § 1 και 4 ΠΚ) – η κατάχρηση σε γενετήσια πράξη (343 στοιχεία α’ και β’ και 344 ΠΚ) η προσβολή γενετήσιας ευπρέπειας (353 ΠΚ) - η παραβίαση της

Σελ. 20

υποχρέωσης διατροφής (358 ΠΚ)- η εγκατάλειψη εγκύου (359 ΠΚ) – η εξύβριση δυσφήμηση, συκοφαντική δυσφήμηση και προσβολή μνήμης νεκρού (361-365 και 368 ΠΚ) – η παραβίαση απορρήτου εγγράφων, η παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφοριών ή σε δεδομένα, η αθέμιτη αντιγραφή στοιχείων ή προγραμμάτων υπολογιστών και η παραβίαση επαγγελματικής εχεμύθειας (370, 370Β, 370Γ και 371 ΠΚ).

Σε αντίθεση με τα παραπάνω, στα δύο τμήματα των εγκλημάτων κατά περιουσιακών αγαθών (: εγκλήματα και της ιδιοκτησίας- εγκλήματα κατά της περιουσίας) ο νέος ΠΚ μετέβαλε, αναστρέφοντας ουσιαστικά το σχήμα του προϊσχύσαντος ΠΚ, τον τρόπο διώξεως των αντίστοιχων αξιόποινων πράξεων: κανόνα αποτελεί η κατ’ έγκληση και όχι η αυτεπάγγελτη δίωξη και εξαίρεση η αυτεπάγγελτη και όχι η κατ’ έγκληση δίωξη. Τούτο σημαίνει ότι άλλαξε τη γενικότερη αντίληψη για το αξιόποινο των προσβολών κατά της ιδιοκτησίας και περιουσίας, αναβαθμίζοντας σημαντικά τη θέση του ζημιωθέντος στην όλη λειτουργία του αξιοποίνου. Η βούληση του τελευταίου αποκτά ιδιαίτερη σημασία για την άσκηση της ποινικής διώξεως των αδικημάτων αυτών, μέσω της διευρυμένης εφαρμογής του θεσμού της εγκλήσεως.

Για την κατ’ έγκληση δίωξη των εγκλημάτων του εικοστού τρίτου κεφαλαίου (: άρθρα 372- 405 § 1 ΠΚ) στην Αιτιολογική Έκθεση του νέου Ποινικού Κώδικα σημειώνεται: «Διευρύνεται η κατ’ έγκληση δίωξη ορισμένων εκ των εγκλημάτων του κεφαλαίου ενόψει του ατομικού χαρακτήρα των πληττομένων εννόμων αγαθών. Εκ παραλλήλου προβλέπεται ότι σε ορισμένα εκ των αυτεπαγγέλτως διωκόμενων εγκλημάτων η ενάντια δήλωση του παθόντος συνιστά λόγο οριστικής παύσης της ποινικής δίωξης. Με τη ρύθμιση αυτή εξυπηρετούνται πρακτικές ανάγκες (π.χ. επ’ αυτοφώρω καταλαμβανόμενες κλοπές ή φθορές) αλλά λαμβάνεται υπόψη και ο ατομικός χαρακτήρας των προσβαλλομένων αγαθών».

Αναφορικά με τον τρόπο ασκήσεως της ποινικής δίωξης, τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας θα μπορούσαν να διακριθούν σε τρεις κατηγορίες: (i) Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνα τα αδικήματα, τα οποία διώκονται κατ’ έγκληση.

Back to Top