Η ΑΞΙΩΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ ΑΠΟ ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΣΥΜΠΡΑΞΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΚΑΡΤΕΛ) ΚΑΤΑ ΤΟ Ν 4529/2018

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 27.15€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 67,15 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18893
Κουτσούκη Δ.
Αθανασίου Λ., Τζουγανάτος Δ.
ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Αθανασίου Λ., Μικρουλέα Α., Τζουγανάτος Δ.
  • Έκδοση: 2024
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 688
  • ISBN: 978-618-08-0221-4

Με γνώμονα το πλαίσιο της αδικοπρακτικής  ευθύνης του κοινού δικαίου  δεν μπορούν να κατανοηθούν επαρκώς και να αντιμετωπιστούν επιτυχώς οι ιδιαιτερότητες των αποζημιωτικών αγωγών από καρτέλ και εν γένει από παραβάσεις των ενωσιακών και ελληνικών κανόνων ανταγωνισμού. Αρκεί να αναφερθούν ο μυστικός χαρακτήρας και οι βλαπτικές-καταστροφικές  συνέπειες των οριζόντιων συμπράξεων (καρτέλ) στη λειτουργία  του ελεύθερου ανταγωνισμού, στους  θιγόμενους και στη γενική οικονομία, η δεσμευτικότητα των απρόσβλητων αποφάσεων των αρχών ανταγωνισμού/δικαστηρίων,  ο απροσδιόριστος αριθμός (συνήθως σε χιλιάδες ή ακόμα και εκατομμύρια)    των  ζημιωθέντων,  η πολυπλοκότητα  των υποθέσεων αυτών,  ιδίως δε  ο αποτρεπτικός  χαρακτήρας των αγωγών αποζημίωσης. 

Οι διαφορές από το κοινό δίκαιο εντοπίζονται  σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα της αποζημιωτικής αγωγής και δίκης, ήτοι

  • ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση
  • παράνομο καιζημία,
  • υπαιτιότητα και αιτιώδη συνάφεια,
  • πρόσβαση  σε αποδεικτικά στοιχεία,  
  • παραγραφή και απόδοση της κτηθείσας ωφέλειας του παραβάτη με ζημία του ζημιωθέντος.
 

Το παρόν έργο στοχεύει στην αποτελεσματική άσκηση αγωγών αποζημίωσης από καρτέλ, αφενός για τη διασφάλιση της πλήρους αποτελεσματικότητας των κανόνων ανταγωνισμού μέσω της ανάπτυξης αποτροπής επ’ ωφελεία των καταναλωτών και αφετέρου για την αποκατάσταση της πλήρους ζημίας κάθε ζημιωθέντος. 

Το βιβλίο απευθύνεται σε νομικούς, δικηγόρους, δικαστές και σε όσους είναι  υπεύθυνοι για την κανονιστική συμμόρφωση ή συμμετέχουν  σε  competition compliance  programmes.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ IX

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ XΙII

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ XXΧI

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ι. Δημόσια και ιδιωτική επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού
και το πρόβλημα των οριζόντιων συμπράξεων (καρτέλ) 1

ΙΙ. Η φύση και τα κίνητρα σύστασης των καρτέλ 11

ΙΙΙ. Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των καρτέλ 14

ΙV. Δομικά χαρακτηριστικά της αγοράς και άλλες συνθήκες που ευνοούν
τη σύσταση καρτέλ 15

V. Οι βλαπτικές συνέπειες των καρτέλ 16

VI. Η λειτουργία των αγωγών αποζημίωσης στο σύστημα επιβολής
των κανόνων ανταγωνισμού 19

1. Ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των αγωγών αποζημίωσης 20

2. Ο αποκαταστατικός χαρακτήρας των αγωγών αποζημίωσης 23

VIΙ. Το ratione materiae και ratione temporis πεδίο εφαρμογής
του Ν. 4529/2018 (και της Οδηγίας) 26

1. Το ratione materiae πεδίο εφαρμογής του Ν. 4529/2018 26

2. Το ratione temporis πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας (και του Ν. 4529/2018) 30

α. Η διαχρονική ισχύς των δικονομικών διατάξεων της Οδηγίας
και του Ν. 4529/2018 30

β. Η διαχρονική ισχύς των ουσιαστικών διατάξεων της Οδηγίας
και του Ν. 4529/2018 31

γ. Η διαχρονική ισχύς των διατάξεων της Οδηγίας που κωδικοποιούν
το ενωσιακό κεκτημένο 33

VIII. Η εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου από τα εθνικά δικαστήρια
και η σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο ερμηνεία 34

ΙX. Αντικείμενο και στόχοι της έρευνας 41

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ

Ι. Γενικά 43

1. Βασικές αρχές 43

2. Η νομολογία του ΔΕΕ 45

ΙΙ. Η αιτιότητα θεμελίωσης ευθύνης ως το αποφασιστικό κριτήριο
καθορισμού των ενεργητικά νομιμοποιούμενων προσώπων 48

ΙΙΙ. Κατηγοριοποίηση νομιμοποιούμενων ενεργητικά προσώπων 59

1. Οι εκτός καρτέλ ανταγωνιστές 59

2. Καταναλωτής 61

3. Μέλη του καρτέλ 62

4. Οι άμεσοι αγοραστές ή προμηθευτές των καρτελικών επιχειρήσεων 66

5. Οι έμμεσοι αγοραστές ή προμηθευτές των καρτελικών επιχειρήσεων 69

6. Οι αγοραστές ή προμηθευτές εκτός καρτέλ ανταγωνιστών
(φαινόμενο umbrella pricing) 71

7. Πρόσωπα που δεν δραστηριοποιούνται στην καρτελική αγορά 75

8. Ειδικές περιπτώσεις 76

α. Η περίπτωση της νόμιμης διαδοχής ή υποκατάστασης 76

β. Οι περιπτώσεις της καθολικής, ειδικής και κληρονομικής διαδοχής 76

γ. Η περίπτωση της εκχώρησης της αξίωσης αποζημίωσης 77

δ. Περίπτωση ομίλων εταιρειών που συνιστούν οικονομική ενότητα 79

ε. Οι δανειστές που ασκούν πλαγιαστικώς το δικαίωμα αποζημίωσης 80

στ. Οι διαχειριστές,-διοικητές, εταίροι-μέτοχοι, υπάλληλοι, επενδυτές,
ζημιωθέντων νομικών προσώπων; 81

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ

Ι. Γενικά 85

ΙΙ. Το κριτήριο της παραβάτιδας επιχείρησης ή επιχειρήσεων
ως το αποφασιστικό κριτήριο για τον καθορισμό των υποχρέων
για αποζημίωση και νομιμοποιούμενων παθητικά προσώπων 87

1. Η έννοια της επιχείρησης στο ενωσιακό και ελληνικό δίκαιο ανταγωνισμού 88

α. Η έννοια της επιχείρησης ως αυτοτελής, λειτουργική έννοια
ενωσιακού δικαίου 88

β. Η οικονομική αντίληψη της επιχείρησης-θεωρία της οικονομικής ενότητας 89

γ. Έννοια επιχείρησης και όμιλος εταιριών 94

αα. Ο όμιλος εταιριών ως ενιαία οικονομική οντότητα (οικονομική ενότητα) 94

ββ. Το κριτήριο της αποφασιστικής επιρροής της μητρικής
επί της συμπεριφοράς της θυγατρικής εταιρίας 97

ααα. Επί του μαχητού τεκμηρίου πραγματικής άσκησης καθοριστικής
επιρροής μητρικής επί θυγατρικής εταιρίας 99

βββ. Η ανατροπή του μαχητού τεκμηρίου 101

γγ. Η σημασία της ταύτισης οικονομικής δραστηριότητας της θυγατρικής
με εκείνη που αφορά η παράβαση 102

δδ. Η αλληλέγγυη και εις ολόκληρον ευθύνη μητρικής και θυγατρικής/ών
και η αρχή της προσωπικής ευθύνης 105

2. Η έννοια της ένωσης επιχειρήσεων 108

3. Επί του ζητήματος της ταύτισης των υπόχρεων προς αποζημίωση
και των υπόχρεων προς καταβολή του επιβληθέντος προστίμου 108

α. Οι απόψεις της θεωρίας και ιδία θέση 108

β. Η νομολογία του ΔΕΕ 114

γ. Οι μορφές άμεσης εμπλοκής στην παράβαση της οικονομικής ενότητας
στην περίπτωση του καρτέλ και παθητική νομιμοποίηση 116

δ. Η ρύθμιση του άρθρου 25 Β παρ. 1 εδ. δ Ν. 3959/2011 και η επίδραση
στην παθητική νομιμοποίηση 117

ε. Η παθητική νομιμοποίηση υπό το φως του άρθρου 9 Ν. 4529/2018
και 16 παρ. 1 Κανονισμού 1/2003 119

4. Η τέλεση της παράβασης ιδίως στην περίπτωση των καρτέλ 120

ΙΙΙ. Η παθητική νομιμοποίηση σε περιπτώσεις αναδιάρθρωσης ομίλου
εταιριών και επιχειρήσεων 122

1. Γενικά 122

2. Οι περιπτώσεις εταιρικών μετασχηματισμών (αναδιαρθρώσεων)
με καθολική διαδοχή 125

3. Οι περιπτώσεις ειδικής διαδοχής 127

ΙV. Παθητική νομιμοποίηση και εις ολόκληρον ευθύνη των καρτελικών επιχειρήσεων (άρθρο 10 Ν. 4529/2018) 128

1. Γενικά - Ο κανόνας της εις ολόκληρον ευθύνης έναντι παντός ζημιωθέντος 128

2. Οι εξαιρέσεις-περιπτώσεις περιορισμένης εις ολόκληρον ευθύνης 133

α. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις 133

β. Η καλυπτόμενη επιχείρηση από πλήρη ασυλία 138

V. Συναινετική επίλυση των διαφορών αποζημίωσης και η επίδρασή
της στην παθητική νομιμοποίηση (άρθρο 15 Ν. 4529/2018) 143

1. Γενικά 143

2. Η επίδραση του συναινετικού διακανονισμού στη σχέση μεταξύ
ζημιωθέντος και καρτελικού παραβάτη που συμμετέχουν
σε διαδικασία διακανονισμού 149

3. Η επίδραση του συναινετικού διακανονισμού στη σχέση μεταξύ
ζημιωθέντος και των άλλων παραβατών που δεν συμμετέχουν
στη διαδικασία διακανονισμού 151

4. Η επίδραση του συναινετικού διακανονισμού στις αξιώσεις αποζημίωσης
άλλων ζημιωθέντων που δεν συμμετέχουν στη διαδικασία διακανονισμού 153

. Παθητική νομιμοποίηση φυσικών προσώπων 154

1. Γενικά 154

2. Ευθύνη φυσικού προσώπου ως φορέα ατομικής επιχείρησης
που συμμετέχει σε καρτέλ 157

3. Η ευθύνη φυσικών προσώπων που δρουν ως όργανα
διοίκησης/εκπρόσωποι του νομικού προσώπου-φορέα
της (καρτελικής) παραβάτιδας επιχείρησης 157

4. Η ευθύνη φυσικών προσώπων-προστηθέντων υπαλλήλων
της παραβάτιδας καρτελικής επιχείρησης 164

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

ΤΟ ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΚΑΙ Η ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Ι. Γενικά - Η παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού ως νόμιμος
λόγος ευθύνης 167

1. Υπό το δίκαιο πριν από το Ν. 4529/2018 167

2. Η ρύθμιση του άρθρου 3 Ν. 4529/2018 (άρθρο 3 Οδηγίας)
ως ειδική μορφή αδικοπρακτικής ευθύνης 168

3. Ο θεσμός της δέσμευσης των πολιτικών δικαστηρίων από τις αποφάσεις
αρχών ανταγωνισμού σε σχέση με τη διαπίστωση της παράβασης
του δικαίου ανταγωνισμού 168

ΙΙ. Η δέσμευση των εθνικών δικαστηρίων από αποφάσεις της Επιτροπής
(άρθρο 16 Κανονισμού 1/2003) 171

1. Γενικά-Σκοπός ρύθμισης 171

2. Οι αποδέκτες της υποχρέωσης του άρθρου 16 παρ. 1 εδάφιο 1 Καν 1/2003 174

3. Το ratione materiae και ratione temporis πεδίο εφαρμογής 176

4. Οι αποφάσεις της Επιτροπής που παράγουν ή μη τη δεσμευτικότητα 178

α. Αποφάσεις που παράγουν δεσμευτικότητα 178

β. Αποφάσεις που δεν παράγουν δεσμευτικότητα 181

5. Η δεσμευτικότητα παράγεται από απρόσβλητη απόφαση της Επιτροπής
ή αμετάκλητη απόφαση των ενωσιακών δικαστηρίων 187

6. Η έκταση της δεσμευτικότητας 190

α. Γενικά 190

β. Υποκειμενικά όρια 192

γ. Αντικειμενικά όρια 193

δ. Εδαφική ισχύς της δεσμευτικότητας 194

ΙΙΙ. Η δεσμευτικότητα του άρθρου 9 παρ. 1 Ν. 4529/2018 194

1. Σκοπός της ρύθμισης του άρθρου 9 της Οδηγίας και του άρθρου 9
Ν. 4529/2018 194

2. Αποδέκτες της δεσμευτικότητας 196

3. Η ratione materiae εφαρμογή του άρθρου 9 παρ. 1 του Ν. 4529/2018 197

4. Η ratione temporis εφαρμογή του άρθρου 9 του Ν. 4529/2018 199

5. Η δεσμευτικότητα από απρόσβλητες αποφάσεις της ΕΑ/ΕΕΤΤ και Επιτροπής 201

6. Η δεσμευτικότητα από «τελεσίδικη»/αμετάκλητη απόφαση εθνικού
ή ενωσιακού δικαστηρίου επί προσφυγής κατά απόφασης αρχής
ανταγωνισμού» 201

7. Τα είδη αποφάσεων που παράγουν ή μη τη δεσμευτικότητα 206

α. Αποφάσεις που παράγουν δεσμευτικότητα 206

β. Αποφάσεις που δεν παράγουν δεσμευτικότητα 207

8. Η φύση, η έκταση της δεσμευτικότητας του άρθρου 9 παρ. 1
Ν. 4529/2018 και η σχέση του με άλλες διατάξεις 208

α. Η φύση της δεσμευτικότητας και ο χαρακτήρας της διάταξης 208

β. Η έκταση της δεσμευτικότητας 213

αα. Γενικά 213

ββ. Υποκειμενικά όρια της δεσμευτικότητας 215

γγ. Αντικειμενικά όρια της δεσμευτικότητας 220

ααα. Οι παραδοχές που παράγουν δεσμευτικότητα 220

βββ. Οι παραδοχές που δεν παράγουν δεσμευτικότητα 221

δδ. Χωρική δεσμευτικότητα 224

γ. Η σχέση του άρθρου 9 παρ. 1 Ν. 4529/2018 με άλλες διατάξεις 225

αα. Σε σχέση με το άρθρο 16 παρ. 1 Κανονισμού 1/2003 225

ββ. Σε σχέση με τα άρθρα 35 του Ν. 3959/2011, 50 παρ. 5 ΠΔ 18/1989
και 197 ΚΔοικΔ 225

γγ. Σε σχέση με το ουσιαστικό δεδικασμένο (άρθρα 322 επ., 331 ΚΠολΔ) 226

ΙV. Η δεσμευτικότητα από απρόσβλητες αποφάσεις αρχών ανταγωνισμού
χωρών ΕΕ ή «τελεσίδικες αποφάσεις» των δικαστηρίων αυτών 227

V. Δεσμευτικότητα από απρόσβλητες αποφάσεις αρχών ανταγωνισμού
ή «τελεσίδικες»/αμετάκλητες αποφάσεις αναθεωρητικών δικαστηρίων
κρατών εκτός ΕΕ; 231

VI. Η παραπομπή προδικαστικών ερωτημάτων στο ΔΕΕ 232

VII. Ειδικά ζητήματα 234

1. Αυτεπάγγελτη εφαρμογή του άρθρου 9 Ν. 4529/2018 234

2. Αναλογική εφαρμογή του άρθρου 9 Ν. 4529/2018 σε άλλα είδη αγωγών; 235

3. Η δεσμευτικότητα ή μη από απρόσβλητες αποφάσεις της ΕΑ/ΕΕΤΤ
σε παρεπόμενες αγωγές αποζημίωσης που δεν εμπίπτουν
στο ratione temporis πεδίο εφαρμογής του Ν. 4529/2018 236

α. Γενικά 238

β. Ο παρεμπίπτων έλεγχος των αποφάσεων των αρχών ανταγωνισμού
από τα πολιτικά δικαστήρια και η αποδεικτική τους ισχύ 239

γ. Η σύμφωνη ερμηνεία με το ενωσιακό δίκαιο 240

4. Η δεσμευτικότητα ή μη από αποφάσεις του ΔΕφΑθ που δεν κατέστησαν αμετάκλητες κατά το χρόνο άσκησης παρεπόμενων αγωγών αποζημίωσης 241

α. Γενικά 241

β. Η ερμηνεία με βάση το εσωτερικό δίκαιο 242

γ. Η σύμφωνη με το (ενωσιακό) δίκαιο ανταγωνισμού ερμηνεία 243

δ. Η επίδραση σε εκκρεμή πολιτική δίκη επί παρεπόμενης αγωγής
αποζημίωσης του γεγονότος ότι η απόφαση του ΔΕφΑθ κατέστη
αμετάκλητη και οι επιλογές του πολιτικού δικαστηρίου 244

ε. Η νομολογία του ΣτΕ και του ΔΕφΑθ σε παρεπόμενες αγωγές
από το καρτέλ γάλακτος που ασκήθηκαν πριν τις 27-12-2016 245

στ. Η πρόσφατη νομολογία των πολιτικών δικαστηρίων σε σχέση
με παρεπόμενες αγωγές αποζημίωσης από το καρτέλ γάλακτος 247

VIII. Μη δέσμευση των πολιτικών δικαστηρίων από ποινικές αποφάσεις
που εφαρμόζουν τα άρθρα 101, 102 ΣΛΕΕ, 1, 2 Ν. 3959/2011-
Τεκμήριο αθωότητας 248

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

ΖΗΜΙΑ

Ι. Γενικά – Αρχές που διέπουν τη ζημία 251

1. Γενικά 251

2. Η ζημία ως έννοια του πρωτογενούς ενωσιακού δικαίου
και η σημασία της Οδηγίας 252

3. Πρόκληση χωριστής ζημίας και γέννηση αυτοτελούς αξίωσης αποζημίωσης
από κάθε παραβατική πράξη υλοποίησης της σύμπραξης-καρτέλ 254

4. Προσδιορισμός της ζημίας με βάση τη θεωρία της διαφοράς 256

ΙΙ. Τα είδη της ζημίας 257

1. Η θετική ζημία 257

α. Γενικά 257

β. Το καρτελικό υπερτίμημα με βάση συγκριτικές μετακαρτέλ έρευνες
και αναλύσεις 260

2. Το διαφυγόν κέρδος 262

3. Οι τόκοι 265

III. Η ζημία των άμεσων αγοραστών, προμηθευτών, ανταγωνιστών
και η ποσοτικοποίησή της 270

1. Γενικά 270

2. Οι μέθοδοι για την εξεύρεση της ανταγωνιστικής τιμής-διαμόρφωση
του σεναρίου μη παράβασης 271

α. Η διαχρονική σύγκριση της εξέλιξης της τιμής στην καρτελική αγορά 271

β. Σύγκριση με δεδομένα από άλλες ίδιες ή γειτονικές προϊοντικές,
αλλά διαφορετικές γεωγραφικές αγορές 272

γ. Συνδυασμός διαχρονικών συγκρίσεων και συγκρίσεων μεταξύ αγορών 273

δ. Μέθοδοι προσομοίωσης 274

ε. Μέθοδοι με βάση το κόστος και εύλογο περιθώριο κέρδους
και τη χρηματοοικονομική ανάλυση 275

στ. Άλλες μέθοδοι 277

ζ. Προσδιορισμός της ζημίας με βάση μεθόδους από το δίκαιο
της βιομηχανικής και διανοητικής-πνευματικής ιδιοκτησίας; 278

η. Η γερμανική ρύθμιση προσδιορισμού της ζημίας με λήψη υπόψη
του αναλογικού κέρδους του παραβάτη σε σχέση με το καρτελικό
προϊόν/υπηρεσία 281

θ. Η άποψη περί εκτίμησης ελάχιστης αύξησης της καρτελικής τιμής 283

3. Η επιρροή των ανωτέρω μεθόδων προσδιορισμού της ανταγωνιστικής
τιμής/ζημίας από καρτέλ στη νομολογία 285

α. Στη νομολογία των δικαστηρίων των κρατών μελών 285

β. Στην ελληνική νομολογία 286

4. Προσωπική θέση περί της ανάγκης θέσπισης νόμιμου μαχητού τεκμηρίου κατ’αποκοπή ποσοστού της καρτελικής επιβάρυνσης 287

5. Η εκτίμηση της ζημίας 296

α. Ιδίως ρήτρες κατ’αποκοπή καρτελικής ζημίας 306

IV. Η μετακύλιση του καρτελικού υπερτιμήματος και η επίδρασή της στον προσδιορισμό της ζημίας άμεσων ή έμμεσων αγοραστών – προμηθευτών 309

1. Γενικά 309

2. Μορφές αντίδρασης αγοραστή σε περίπτωση καρτελικής αύξησης της τιμής
και ευνοϊκές συνθήκες για την κατάφαση της μετακύλισης της ζημίας 314

3. Ενσταση μετακύλισης του (καρτελικού) υπερτιμήματος
ως μέσο άμυνας του παραβάτη 316

α. Γενικά 316

β. Αιτιώδης συνάφεια μεταξύ (μετακύλισης) καρτελικού υπερτιμήματος
και ωφέλειας 320

γ. Η μη εφαρμογή της ένστασης μετακύλισης βάσει αξιολογικών σταθμίσεων
στο αποζημιωτικό καρτελικό δίκαιο- κατηγοριοποίηση περιπτώσεων 322

αα. Περιπτώσεις στις οποίες ο αγοραστής/ζημιωθείς επεξεργάζεται
περαιτέρω σημαντικά το καρτελικό προϊόν ή το ενσωματώνει σε άλλο 325

ββ. Περιπτώσεις στις οποίες ο αγοραστής/ζημιωθείς κατέβαλε
διαπραγματευτική προσπάθεια ή και πρόσθετη δαπάνη
για να επιτύχει τη μετακύλιση 326

γγ. Περιπτώσεις διασποράς ζημίας (Streuschäden) 326

δδ. Περιπτώσεις κρατικών επιδοτήσεων 327

4. Ποσοτικοποίηση της ωφέλειας λόγω μετακύλισης και εκτίμησή της 328

V. Η ζημία των έμμεσων αγοραστών ή προμηθευτών 330

1. Γενικά 330

2. Ποσοτικοποίηση της μετακύλισης της επιπλέον επιβάρυνσης 333

3. Το τεκμήριο μετακύλισης του άρθρου 12 παρ. 4
(άρθρο 14 παρ. 2 Οδηγίας) 336

α. Γενικά 336

β. Οι προϋποθέσεις εφαρμογής του τεκμηρίου 338

αα. Η τέλεση από τον εναγόμενο παράβασης των άρθρων 101 ΣΛΕΕ
και ή 1 Ν. 3959/2011 338

ββ. Η ανωτέρω παράβαση είχε ως αποτέλεσμα την επιπλέον επιβάρυνση
του άμεσου αγοραστή 338

γγ. Ο ενάγων- έμμεσος αγοραστής αγόρασε τα καρτελικά προϊόντα
ή υπηρεσίες 339

γ. Το τεκμαιρόμενο γεγονός και η ανατροπή του τεκμηρίου
από τον εναγόμενο παραβάτη 340

4. Η εκτίμηση της ύπαρξης και της έκτασης μετακύλισης σε περιπτώσεις
που δεν ισχύει το τεκμήριο 343

5. Η μετακύλιση της επιπλέον επιβάρυνσης και η εκτίμηση της ζημίας
των έμμεσων προμηθευτών 346

6. Η προβληματική του κινδύνου καταβολής πολλαπλώς του ιδίου
καρτελικού υπερτιμήματος 346

α. Γενικά 346

β. Η καθιέρωση αποκλειστικής αρμοδιότητας του Πρωτοδικείου Αθηνών 348

γ. Άλλες προσφερόμενες επιλογές και δυνατότητες 349

VI. Το ζήτημα της συρροής αξιώσεων-νομικών βάσεων 351

VIΙ. Η διαχρονική ισχύς των διατάξεων περί ζημίας του Ν. 4529/2018 357

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε

ΥΠΑΙΤΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

Α. Υπαιτιότητα

Ι. Γενικά 359

ΙI. Ευθύνη λόγω υπαιτιότητας - Αντικειμενική ευθύνη 360

ΙΙΙ. Το ζήτημα της υπαιτιότητας ή μη σε αξιώσεις αποζημίωσης από αντιανταγωνιστικές συμπεριφορές που εμπίπτουν ratione temporis
στο Ν. 4529/2018 (και Οδηγία 2014/104/ΕΕ) 362

1. Η υπαιτιότητα στην Πράσινη και Λευκή Βίβλο για τις αγωγές αποζημίωσης 362

2. Η ρύθμιση της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ 363

3. Η ρύθμιση του άρθρου 3 Ν. 4529/2018 364

α. Το γράμμα του άρθρου 3 παρ. 1 364

β. Η αιτιολογική έκθεση του Ν. 4529/2018 365

γ. Οι υποστηριχθείσες απόψεις στη θεωρία 365

δ. Προσωπική άποψη περί αντικειμενικής ευθύνης 368

ΙV. Το ζήτημα της υπαιτιότητας στην αποζημιωτική αγωγή από καρτέλ
υπό το δίκαιο πριν από το Ν. 4529/2018 374

Β. Αιτιώδης Συνάφεια

Ι. Γενικά-Η αιτιότητα της έκτασης της ζημίας 377

ΙΙ. Η αιτιότητα έκτασης της ζημίας υπό το δίκαιο πριν από το Ν. 4529/2018 379

1. Θεωρία της πρόσφορης αιτίας 379

2. Η σύμφωνη ερμηνεία με το ενωσιακό δίκαιο 380

ΙΙΙ. Η αιτιότητα της έκτασης της ζημίας υπό την ισχύ του Ν. 4529/2018 382

1. Γενικά 382

2. Το τεκμήριο του άρθρου 14 παρ. 3 Ν. 4529/2018 383

α. Έκταση πεδίου εφαρμογής 383

β. Το τεκμαιρόμενο γεγονός – Μέτρο και βάρος απόδειξης
του ενάγοντος ζημιωθέντος 388

γ. Ανατροπή του τεκμηρίου από τον καρτελικό παραβάτη-Μέτρο
και βάρος απόδειξης 389

δ. Ο ουσιαστικός χαρακτήρας του άρθρου 14 παρ. 3 Ν. 4529/2018
και η ratione temporis εφαρμογή του 392

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Ι. Γενικά 393

1. Σκοπός της ρύθμισης της Οδηγίας και του Ν. 4529/2018 - Βασικές αρχές 393

2. Η θεμελίωση του δικαιώματος πληροφόρησης στο ενωσιακό
και ελληνικό δίκαιο 397

3. Οι πριν από την Οδηγία σχετικές ρυθμίσεις του ελληνικού δικαίου
και οι αδυναμίες τους 399

4. Το εναρμονισμένο δίκαιο του Ν. 4529/2018 399

α. Η άσκηση του δικαιώματος πληροφόρησης-κοινοποίησης εγγράφων
και με αυτοτελή σχετική αγωγή 399

β. Η ratione temporis εφαρμογή των άρθρων 4-7 Ν. 4529/2018 404

γ. Αρμόδιο δικαστήριο 405

ΙΙ. Η άσκηση της αξίωσης κοινοποίησης εγγράφων και παροχής
πληροφοριών εναντίον διαδίκου ή τρίτων 406

1. Γενικά 406

2. Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση 408

3. Η έννοια των «ευλόγως διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων» 410

4. Η πιθανολόγηση πειστικής αξίωσης αποζημίωσης 411

5. Η έννοια των «αιτούμενων αποδεικτικών εγγράφων» και του όρου
«βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου ή τρίτου» 414

6. Η εξειδίκευση των αιτούμενων αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων 415

7. Η αναγκαιότητα των αιτούμενων αποδεικτικών στοιχείων 417

8. Το μέτρο και το βάρος απόδειξης 419

9. Η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας από το δικαστήριο 420

α. Τα αντιτιθέμενα συμφέροντα και η αρχή της αναλογικότητας 420

β. Τα ζητήματα που επηρεάζει η αρχή της αναλογικότητας 422

γ. Ιδίως η προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών 424

αα. Χαρακτηριστικά στοιχεία των εμπιστευτικών πληροφοριών 425

ββ. Τα πρόσφορα μέτρα προστασίας εμπιστευτικών πληροφοριών 426

δ. Η προστασία του δικηγορικού απορρήτου 429

10. Η απόφαση του δικαστηρίου 432

11. Ένδικα μέσα 434

12. Συνέπειες στο διάδικο ή τρίτο από τη μη προσκόμιση ή καταστροφή
των διαταχθέντων εγγράφων και πληροφοριών και εν γένει από τη μη
συμμόρφωση προς τη δικαστική διαταγή 435

α. Η ομολογία των ισχυρισμών του αντιδίκου 435

β. Η κύρωση της χρηματικής ποινής 436

ΙΙΙ. Η πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία και πληροφορίες του φακέλου
των αρχών ανταγωνισμού 437

1. Γενικά-Σκοπός της ρύθμισης 437

2. Βασικές αρχές 440

α. Τα κριτήρια κατά την αξιολόγηση της αναλογικότητας
της αίτησης κοινοποίησης 440

αα. Η ειδική αιτιολόγηση των αιτούμενων αποδεικτικών στοιχείων 440

ββ. Η άσκηση της αίτησης κοινοποίησης πριν ή μετά την άσκηση
αγωγής αποζημίωσης 441

γγ. Η ανάγκη διασφάλισης της αποτελεσματικότητας της δημόσιας
επιβολής του δικαίου ανταγωνισμού 441

β. Η πρόσβαση σε διάφορα έγγραφα του φακέλου ανάλογα με την εξέλιξη
της διαδικασίας ενώπιον της αρχής ανταγωνισμού 442

αα. Η πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία της λευκής λίστας 442

ββ. Η πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία της γκρίζας λίστας 443

γ. Εξαιρέσεις από την κοινοποίηση-δηλώσεις επιείκειας και διευθέτησης
(μαύρη λίστα) 446

δ. Η αρχή της επικουρικότητας 450

ε. Η αρχή της προηγούμενης ακροάσεως της αρχής ανταγωνισμού 451

στ. Περιορισμοί στην αξιοποίηση των κοινοποιηθέντων αποδεικτικών
στοιχείων από το φάκελο της αρχής 452

αα. Γενικά 452

ββ. Αποδεικτικά στοιχεία ως παράνομα αποδεικτικά μέσα 453

γγ. Η κύρωση της χρηματικής ποινής 454

3. Ιδίως η πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία του φακέλου της Επιτροπής 454

4. Άλλες δυνατότητες πρόσβασης σε αποδεικτικά στοιχεία
μέσω των πολιτικών δικαστηρίων 457

α. Πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία του αντίδικου ή τρίτων
βάσει του άρθρου 232 ΚΠολΔ; 457

β. Πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία με βάση τα άρθρα 902, 903 ΑΚ
και 450 έως 452 ΚΠολΔ 458

αα. Η σχέση τους με τα άρθρα 4-7 Ν. 4529/2018 458

ββ. Οι διατάξεις των άρθρων 902, 903 ΑΚ 459

γγ. Οι διατάξεις των άρθρων 450 έως 452 ΚΠολΔ 461

γ. Πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία του φακέλου των αρχών
ανταγωνισμού των κρατών μελών 462

5. Άλλες δυνατότητες πρόσβασης σε αποδεικτικά στοιχεία του φακέλου
των αρχών ανταγωνισμού 463

α. Πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία του φακέλου της Επιτροπής
με βάση τον Κανονισμό 1049/2001 464

αα. Γενικά 464

ββ. Διαδικασία 465

γγ. Οι εξαιρέσεις από την πρόσβαση στα έγγραφα 466

ααα. Γενικά 466

βββ. Τα γενικά τεκμήρια εμπιστευτικότητας ή άρνησης πρόσβασης 467

γγγ. Η ανατροπή των γενικών τεκμηρίων 471

β. Πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία του φακέλου της ΕΑ 474

αα. Γενικά 474

ββ. Η ρύθμιση του Ν. 3959/2011 475

γγ. Η πρόσβαση σε έγγραφα του φακέλου της ΕΑ με βάση το άρθρο 1
του ΠΔ 28/2015 477

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ

Ι. Γενικά – Δικαιολογητικοί λόγοι της παραγραφής 483

ΙΙ. Η νομική κατάσταση πριν και μετά το Ν. 4529/2018 (και την Οδηγία) 487

1. Η νομική κατάσταση πριν από το Ν. 4529/2018 (και την Οδηγία) 487

α. Η νομική κατάσταση με βάση το ενωσιακό δίκαιο 487

β. Η νομική κατάσταση με εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο 491

2. Η νομική κατάσταση υπό την ισχύ του Ν. 4529/2018 (και της Οδηγίας) 492

α. Η ρύθμιση της Οδηγίας 492

β. Η ρύθμιση του άρθρου 8 Ν. 4529/2018 495

ΙΙΙ. Προθεσμίες παραγραφής της αξίωσης αποζημίωσης
και προσδιορισμός του χρόνου έναρξης σε καρτελικά αδικήματα 495

1. Η ρύθμιση πριν από την ισχύ του Ν. 4529/2018 - η ρύθμιση
του άρθρου 937 ΑΚ 495

α. Η πενταετής παραγραφή εξαρτώμενη από τη γνώση της ζημίας
και του υποχρέου προς αποζημίωση 495

αα. Η νομολογία περί παραγραφής στην περίπτωση του καρτέλ γάλακτος 501

ββ. Η ρύθμιση του άρθρου 937 παρ. 1 ΑΚ υπό το φως σύμφωνης ερμηνείας
με το ενωσιακό δίκαιο 503

β. Η εικοσαετής παραγραφή από την τέλεση της αδικοπραξίας 505

γ. Η παραγραφή από κολάσιμη ποινικά άδικη πράξη 507

2. Η ρύθμιση του άρθρου 8 Ν. 4529/2018 512

α. Η πενταετής παραγραφή εξαρτώμενη από τη γνώση της ζημίας,
του παραβάτη, και της αξιολόγησης ότι τελέστηκε αντιανταγωνιστική πράξη
και από την παύση της παράβασης 512

αα. Η γέννηση της αξίωσης αποζημίωσης 512

ββ. Γενικά περί γνώσης ή δυνατότητας ευλόγως αναμενόμενης γνώσης 517

ααα. Γνώση ή δυνατότητα ευλόγως αναμενόμενης γνώσης της ζημίας 524

βββ. Γνώση ή δυνατότητα ευλόγως αναμενόμενης γνώσης του παραβάτη 525

γγγ. Γνώση ή ευλόγως αναμενόμενη γνώση της αξιολόγησης ότι τελέστηκε αντιανταγωνιστική πράξη (καρτέλ) 526

γγ. Η παύση της παράβασης 528

δδ. Σύνοψη συμπερασμάτων σε σχέση με την εξαρτώμενη από τη γνώση
(και την παύση της παράβασης) παραγραφή και προσωπική άποψη 536

β. Η εικοσαετής απόλυτη παραγραφή εξαρτώμενη από την παύση
της παράβασης 539

ΙV. Η αναστολή και η διακοπή της προθεσμίας παραγραφής 541

1. Η νομική κατάσταση πριν από το Ν. 4529/2018 - Αναστολή και διακοπή
κατά τις διατάξεις του ΑΚ 541

2. Υπό την ισχύ του άρθρου 8 Ν. 4529/2018 544

α. Η αναστολή προθεσμίας σε περίπτωση διερεύνησης της παράβασης
ή έναρξης διαδικασίας ενώπιον αρχής ανταγωνισμού 544

β. Η αναστολή παραγραφής σε διαδικασίες συναινετικής επίλυσης
διαφορών πριν την άσκηση αγωγής 551

γ. Συμπληρωματική εφαρμογή των διατάξεων περί αναστολής και διακοπής
παραγραφής του ΑΚ 553

δ. Ειδικές περιπτώσεις που συνέχονται με την παραγραφή της αξίωσης
ή την εξέλιξη της δίκης επί αγωγής αποζημίωσης 555

αα. Η παραγραφή της αξίωσης αποζημίωσης κατά καρτελικής επιχείρησης
που εξασφάλισε πλήρη ασυλία 555

ββ. Η παραγραφή αναγωγικών αξιώσεων μεταξύ ευθυνόμενων
εις ολόκληρον παραβατών 558

γγ. Η αναστολή δίκης λόγω εξέλιξης διαδικασιών συναινετικής επίλυσης
διαφορών μετά την άσκηση αγωγής 559

V. Η παραγραφή της αξίωσης τόκων 561

1. Πριν από την ισχύ του Ν. 4529/2018 561

2. Υπό την ισχύ του Ν. 4529/2018 564

VI. Παραγραφή της αξίωσης για κοινοποίηση εγγράφων
και παροχή πληροφοριών 565

VIΙ. Η παραγραφή αξίωσης αποζημίωσης και τόκων από καρτελικό αδίκημα
και το ζήτημα της συρροής αξιώσεων/νομικών βάσεων 566

1. Γενικά 566

2. Οι υποστηριχθείσες απόψεις 566

α. Η άποψη της ελεύθερης συρροής των αξιώσεων 566

β. Η άποψη της επενεργούσας συρροής των αξιώσεων 567

γ. Η άποψη της ενιαίας αξίωσης πολλαπλώς θεμελιούμενης 568

3. Περί της μη εφαρμογής των θεωριών της επενεργούσας συρροής
και της ενιαίας αξίωσης 569

α. Στο ζήτημα της παραγραφής της αξίωσης αποζημίωσης 569

αα. Επί συρροής αξιώσεων αποζημίωσης από τα άρθρα 914, 937 ΑΚ
και 101, 102 ΣΛΕΕ (και 1, 2 Ν. 3959/2011) και αξιώσεων συμβατικών
ή άλλων αδικοπρακτικών βάσεων ή αδικαιολογήτου πλουτισμού 569

ββ. Επί συρροής αξιώσεων αποζημίωσης από τα άρθρα 3 και 8 Ν. 4529/2018
και αξιώσεων συμβατικών ή άλλων αδικοπρακτικών βάσεων
ή αδικαιολογήτου πλουτισμού 571

β. Στο ζήτημα της παραγραφής της αξίωσης τόκων 572

αα. Επί συρροής βάσεων από αξιώσεις αποζημίωσης από τα άρθρα
914, 937 ΑΚ και 101, 102 ΣΛΕΕ και από αξιώσεις συμβατικές ή άλλες
αδικοπρακτικές βάσεις ή αδικαιολογήτου πλουτισμού 572

ββ. Επί συρροής αξιώσεων αποζημίωσης από τα άρθρα 3 και 8 Ν. 4529/2018
και αξιώσεων συμβατικών ή άλλων αδικοπρακτικών βάσεων
ή αδικαιολογήτου πλουτισμού 573

4. Περί της εφαρμογής της θεωρίας της ελεύθερης συρροής σε αξιώσεις αποζημίωσης και τόκων από καρτέλ και από άλλες παραβάσεις
του δικαίου ανταγωνισμού 573

α. Γενικά 573

β. Η πρόσφατη νομολογία επί υποθέσεων του καρτέλ γάλακτος 574

VIΙΙ. Ζητήματα διαχρονικού δικαίου 576

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η

Η ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΚΤΗΘΕΙΣΑΣ ΩΦΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΒΑΤΗ

Ι. H εφαρμογή του άρθρου 938 AK στο πλαίσιο της ιδιωτικής επιβολής
των κανόνων ανταγωνισμού 579

1. Η δικαιολογητική βάση του άρθρου 938 ΑΚ και η ένταξή
του στο σύστημα της αδικοπρακτικής ευθύνης 579

2. Η εφαρμογή του άρθρου 938 ΑΚ σε παραβάσεις
των άρθρων 101, 102 ΣΛΕΕ, 1, 2 Ν. 3959/2011 580

α. Η νομική κατάσταση πριν από την ισχύ του Ν. 4529/2018 580

β. Η νομική κατάσταση υπό την ισχύ του Ν. 4529/2018 582

ΙΙ. Η αδικοπρακτική φύση της αξίωσης από το άρθρο 938 ΑΚ 586

III. Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση και η αρχή
της αποτελεσματικότητας 588

IV. Οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 938 ΑΚ σε καρτέλ 593

1. Η συνδρομή αδικοπραξίας (παράνομο, υπαιτιότητα) 594

α. Πριν από την ισχύ του Ν. 4529/2018 594

β. Υπό την ισχύ του Ν. 4529/2018 594

αα. Αναλογική εφαρμογή του άρθρου 9 παρ. 1 Ν. 4529/2018; 594

2. Παραγραφή της αδικοπρακτικής αξίωσης 595

α. Πριν από την ισχύ του Ν. 4529/2018 595

β. Υπό την ισχύ του Ν. 4529/2018 595

3. Ζημία και αιτιώδης συνάφεια - περιελθόν-έκταση αποδοτέας ωφέλειας
σε καρτελικά αδικήματα 596

α. Γενικά 596

β. Ο προσδιορισμός της ζημίας σε καρτελικά αδικήματα 596

γ. Ο προσδιορισμός και η έκταση της αποδοτέας ωφέλειας
σε καρτελικά αδικήματα 596

V. Η αυξημένη ευθύνη του παραβάτη ιδίως στο καρτελικό αδίκημα 598

VI. Παραγραφή της αξίωσης από το άρθρο 938 ΑΚ 599

VII. Αναστολή-διακοπή της παραγραφής της αξίωσης από το άρθρο 938 ΑΚ 601

VΙII. Το ζήτημα της επικουρικότητας ή μη της αξίωσης από το άρθρο 938 ΑΚ 601

IX. Η σχέση μεταξύ του άρθρου 938 ΑΚ και του άρθρου 281 ΑΚ 604

X. Ζητήματα διαχρονικού δικαίου 607

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ 609

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 627

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 645

Σελ. 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ι. Δημόσια και ιδιωτική επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού και το πρόβλημα των οριζόντιων συμπράξεων (καρτέλ)

Κανονιστικό πλαίσιο για την προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού έναντι των περιορισμών από συμπράξεις-οριζόντιες ή κάθετες- και άλλες αντιανταγωνιστικές συμπεριφορές θεσπίστηκε το πρώτον στις ΗΠΑ τo 1890 με την ισχύ της Sherman Act, η οποία συμπληρώθηκε με την Clayton Act (1914), ενώ η Federal Trade Commision Act (1914) ρυθμίζει και αντιμετωπίζει τις αθέμιτες πρακτικές, πέραν των ανωτέρω νομοθετημάτων.

Κατά την Sherman Act,Sec.1 (=15 U.S. Code § 1), είναι παράνομη κάθε σύμβαση, σύμπραξη υπό την μορφή trust, καθώς και κάθε συνωμοσία που (μπορεί να) επηρεάζει το μεταξύ των Πολιτειών των ΗΠΑ εμπόριο ή το εξωτερικό εμπόριο. Η διάταξη αυτή αφορά τις οριζόντιες και κάθετες συμπράξεις. Λόγω της ευρείας διατύπωσης, που είχε ως συνέπεια να καταλαμβάνονται από την απαγόρευση και συμπράξεις που είναι ευεργετικές και προωθούν τον ανταγωνισμό, περιορίστηκε η ρυθμιστική της εμβέλεια από το U.S. Supreme Court (Aνώτατο Δικαστήριο ΗΠΑ) μόνο σε όσες συμπράξεις περιορίζουν τον ανταγωνισμό «unreasonably”. Έτσι οι συμπράξεις ερευνώνται και ελέγχονται με βάση το κριτήριο του rule of reason ή με βάση το κριτήριο της per se απαγόρευσης ορισμένων συμπράξεων που ανέδει-

Σελ. 2

ξε η νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, που είναι ιδιαίτερης σοβαρότητας περιορισμοί του ανταγωνισμού, όπως είναι οι συμπράξεις: καθορισμού τιμών, περιορισμού της παραγωγής και διάθεσης, κατανομής πελατείας και αγορών, νόθευσης των διαγωνισμών και το μποϋκοτάζ κατά ανταγωνιστή/ών.

Η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης αντιμετωπίζεται από τη Section 2 του ιδίου νομοθετήματος (=15 U.S. Code § 2), που προβλέπει ότι κάθε πρόσωπο που μονοπωλεί ή προσπαθεί να μονοπωλήσει ή συμπράττει ή συνωμοτεί με άλλο ή άλλα πρόσωπα για να μονοπωλήσει το μεταξύ των Πολιτειών των ΗΠΑ εμπόριο ή το εξωτερικό εμπόριο τιμωρείται με ποινικές κυρώσεις (χρηματική ποινή και ποινή φυλάκισης), ενώ η διακριτική μεταχείριση συναλλασσόμενων (Discrimination of customers in price, services, or facilities) ρυθμίζεται από την Clayton Act § 2 [15 U.S. Code § 13).

Τη θεμελιώδη σημασία των ανωτέρω κανόνων κατά των περιορισμών του ανταγωνισμού για την προστασία της οικονομικής ελευθερίας κάθε επιχείρησης ανέδειξε το Supreme Court στην απόφαση United States v.Topco Associates Inc. με

Σελ. 3

την παραδοχή «Antitrust laws in general, and the Sherman Act in particular, are the Magna Carta of free enterprise. They are as important to the preservation of economic freedom and our free enterprise system as the Bill of Rights is to the protection of our fundamental personal freedoms”.

Για τη (δημόσια) επιβολή των antitrust laws (Sherman Act και Clayton Act) αρμόδια σε ομοσπονδιακό επίπεδο είναι η Antitrust Division (Διεύθυνση Προστασίας του Ανταγωνισμού του Υπουργείου Δικαιοσύνης) για την επιβολή των ποινικών κυρώσεων και της κύρωσης της παύσης της παράβασης, η Federal Trade Commission (Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου) είναι μεν αποκλειστικώς αρμόδια για την επιβολή των κυρώσεων σε σχέση με αθέμιτες πρακτικές, αλλά και αρμόδια για λήψη διαταγών για παύση παραβάσεων, οι Εισαγγελίες των Πολιτειών που εφαρμόζουν, πέρα από το δίκαιο της Πολιτείας τους, την Sherman Act και την Clayton Act είναι αρμόδιες να ασκούν στα ομοσπονδιακά δικαστήρια αγωγές για παύση και παράλειψη της παράβασης στο μέλλον.

Τη νομική βάση για την αποκατάσταση της ζημίας (antitrust injury) ζημιωθέντων από παράβαση των antitrust laws, που προστατεύουν, πέρα από τον ανταγωνισμό ως θεσμό, εξίσου και τα ιδιωτικά περιουσιακά συμφέροντα, παρέχει σε ομοσπονδιακό επίπεδο η Section 4 a Clayton Act (=15 US Code § 15). Το δικαίωμα αποζημίωσης ιδρύεται υπέρ οιουδήποτε προσώπου (νομικού ή φυσικού) που υπέστη ζημία, υπέρ των Πολιτειών των ΗΠΑ, οι οποίες ασκούν (δια του Γενικού Εισαγγελέα τους) αγωγές αποζημίωσης ως parens patriae ενώπιον των ομοσπονδιακών δικαστηρίων για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν πολίτες ή η οικονομία της Πολιτείας, αλλά και υπέρ της Antitrust Division και της Federal Trade Commission υπό τις τασσόμενες στο νόμο προϋποθέσεις. Η επιδικαστέα αποζημίωση μπορεί να ανέρχεται στο τριπλάσιο της ζημίας (treble damages) και με αυτό αναδεικνύεται με πάσα προφάνεια ο κυρωτικός-αποτρεπτικός χαρακτήρας των αγωγών αποζημίωσης. Παρόμοιες ρυθμίσεις υπάρχουν και στα κατ’ιδίαν δίκαια ανταγωνισμού σχεδόν όλων των Πολιτειών. Επίσης θεσμοθετήθηκε και η άσκηση συλλογικών αγωγών (class actions) και με τη μορφή της αντιπροσωπευτικής αγωγής.

Οι ανωτέρω ρυθμίσεις, σε συνδυασμό με τη δεσμευτικότητα των αποφάσεων των αρχών ανταγωνισμού και αρμοδίων δικαστηρίων όσον αφορά τη διαπίστωση της παράβασης (Section 5 a Clayton Act =15 U.S. Code § 16), με την συλλογή των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων πριν την άσκηση της αγωγής αποζημίωσης μέσω του θεσμού pre-trial discovery, με την αναγνώριση ως έγκυρων των συμφωνιών εργολαβίας δίκης (με ποσοστά αμοιβής μέχρι 50 % επί του προϊόντος της δίκης) μεταξύ ζημιωθέντων και δικηγόρων, με την επιδίκαση των δικαστικών εξόδων και εύλογης αμοιβής του πληρεξουσίου δικηγόρου στον νικώντα ζημιωθέντα (καθώς στις ΗΠΑ ισχύει ο κανόνας ότι κάθε διάδικος φέρει τα έξοδά του), έδωσαν τα αναγκαία κίνητρα, έτσι ώστε να αποδειχθεί αποτελεσματική η ιδιωτική επιβολή, καθώς το 90 % των υποθέσεων από παραβάσεις των antitrust laws κρίθηκαν από τα δικαστήρια στο πλαίσιο αγωγών αποζημίωσης από ιδιώτες.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο και στο πλαίσιο της ΣυνθΕΟΚ εισήχθησαν το άρθρο 85 (που απαγορεύει τις συμπράξεις επιχειρήσεων που περιορίζουν τον ανταγωνισμό) και το άρθρο 86 (που απαγορεύει την καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης), με σκοπό να διασφαλίσουν την λειτουργία του ανόθευτου και ελεύθερου ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά από στρεβλώσεις. Τον ίδιο στό-

Σελ. 4

χο της διασφάλισης της μη στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην ελληνική αγορά (επικράτεια) επιτελούν και οι ελληνικοί κανόνες ανταγωνισμού (άρθρα 1 και 2 Ν. 3959/2011 (πρώην 1 και 2 Ν. 703/1977) που εισάγουν αντίστοιχες των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού απαγορεύσεις.

Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται, με βάση τη βούληση του ενωσιακού νομοθέτη και του Έλληνα νομοθέτη, με δύο τρόπους: αφενός με την λεγόμενη δημόσια επιβολή (public enforcement) των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού που διενεργείται από δημόσιες αρχές (Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού) ή σε επίπεδο εθνικού δικαίου από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και αφετέρου με τη λεγόμενη ιδιωτική επιβολή (private enforcement), ήτοι με την αποτελεσματική άσκηση αγωγών αποζημίωσης των ζημιωθέντων ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων ή με εναλλακτικούς τρόπους επανόρθωσης της ζημίας τους, όπως είναι οι συναινετικοί τρόποι επίλυσης διαφορών.

Στο πλαίσιο της δημόσιας επιβολής οι εξουσίες που ανατέθηκαν στην (Ευρωπαϊκή) Επιτροπή και στις εθνικές αρχές ανταγωνισμού για την εφαρμογή των ανωτέρω αναγκαστικού δικαίου ενωσιακών κανόνων προβλέπονται στον Κανονισμό 1/2003 (και πριν στον Κανονισμό 17/62), ενώ των ελληνικών αρχών ανταγωνισμού για την εφαρμογή των άρθρων 1 και 2 Ν. 3959/2011 και των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού διαλαμβάνονται σε σχετικές διατάξεις του ιδίου νόμου.

Οι δύο αυτοί τύποι επιβολής συνιστούν εργαλεία που αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η μέγιστη αποτελεσματικότητα των κανόνων ανταγωνισμού. Αποτελούν αναπόσπαστα τμήματα ενός και του αυτού συστήματος εφαρμογής των κανόνων αυτών, που επιδιώκει την πάταξη των αντίθετων

Σελ. 5

προς τον ανταγωνισμό συμπεριφορών των επιχειρήσεων και την αποτροπή τους από την επίδειξη τέτοιων συμπεριφορών.

Τόσο σε ενωσιακό όσο και σε ελληνικό επίπεδο δόθηκε αρχικά το βάρος στη δημόσια επιβολή για την αποτελεσματική εφαρμογή των ανωτέρω κανόνων ανταγωνισμού, χωρίς, όμως, τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Παρότι από τη δεκαετία του 1960 αναδείχθηκε η προβληματική της θεμελίωσης δικαιώματος αποζημίωσης στους ζημιωθέντες από παραβάσεις των κανόνων ανταγωνισμού, το έναυσμα για συστηματική έρευνα και συζήτηση στο ζήτημα αυτό έδωσαν οι αποφάσεις του ΔΕΚ Courage και Crehan και Manfredi, οι οποίες αναγνώρισαν το δικαίωμα αποζημίωσης σε κάθε ζημιωθέντα από παραβάσεις των ανωτέρω ουσιαστικών κοινοτικών-ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού.

Η Επιτροπή, με στόχο την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών και την επεξεργασία ομοιόμορφων κανόνων για την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος αποζημίωσης από παραβάσεις των κανόνων ανταγωνισμού, εξέδωσε την Πράσινη και Λευκή Βίβλο. Ακολούθησε το έτος 2014 η έκδοση της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ. Σκοπός της τελευταίας είναι, μεταξύ άλλων, η διασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος αποκατάστασης της πλήρους ζημίας.

Η ενσωμάτωση της Οδηγίας στα δίκαια των κρατών μελών έδωσε, όπως αναμενόταν, ιδιαίτερη ώθηση στην εξέλιξη του δικαίου στον τομέα αυτό, αλλά και στην επιδίωξη της αποκατάστασης της ζημίας ζημιωθέντων. Σε όλα τα κράτη μέλη πα-

Σελ. 6

ρατηρείται με αυξανόμενη τάση η θεωρητική ενασχόληση με ζητήματα που αφορούν τις αγωγές αποζημίωσης από αντιανταγωνιστικές συμπεριφορές. Το ίδιο ισχύει και με την νομολογία. Το ΔΕΕ έχει, συναφώς, εκδώσει τα τελευταία χρόνια σημαντικές αποφάσεις και εκκρεμούν και άλλες, οι οποίες με βεβαιότητα θα αυξηθούν στο μέλλον. Σε ορισμένα κράτη μέλη η άσκηση αγωγών αποζημίωσης δοκιμάζει τις υπάρχουσες (υπο)δομές των δικαστηρίων. Οι ασκηθείσες και ασκούμενες αγωγές αποζημίωσης αφορούσαν και αφορούν παραβάσεις από κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης και ιδίως από οριζόντιες συμπράξεις (καρτέλ).

Η Οδηγία και ο Ν. 4529/2018 καταλαμβάνει τις αγωγές αποζημίωσης που θεμελιώνονται σε οιαδήποτε παράβαση του ενωσιακού και ελληνικού δικαίου ανταγωνισμού. Ωστόσο, ειδικώς ρυθμίζει τα καρτέλ που ορίζονται ως οριζόντιες συμπράξεις μεταξύ δύο ή περισσότερων ανταγωνιστικών επιχειρήσεων (πραγματικών ή δυνητικών) που έχουν ως αντικείμενο ιδιαίτερης σοβαρότητας εξ αντικειμένου-σκοπούμενους περιορισμούς του ανταγωνισμού (hard core restrictions) που επιδρούν στην τιμή

Σελ. 7

είτε άμεσα, όπως συμβαίνει με τα καρτέλ τιμών, είτε έμμεσα, όπως συμβαίνει με τις συμπράξεις ποσοστώσεων παραγωγής ή πωλήσεων, κατανομής των αγορών και πελατών, συμπεριλαμβανομένων της νόθευσης διαγωνισμών, του περιορισμού των εισαγωγών ή εξαγωγών και των αντιανταγωνιστικών ενεργειών σε βάρος άλλων ανταγωνιστών και άλλων οριζόντιων συμπράξεων με εξ αντικειμένου περιορισμούς του ανταγωνισμού. Πρέπει συναφώς να σημειωθεί ότι αρκεί για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων (πρόστιμο κλπ), η απόδειξη από τις αρχές ανταγωνισμού της σύστασης και συμμετοχής σε καρτέλ, όχι και η απόδειξη της επέλευσης των περιοριστικών του ανταγωνισμού αποτελεσμάτων (υλοποίησης του καρτέλ).

Με τις αγωγές αποζημίωσης ζητείται η αποκατάσταση ζημίας ζημιωθέντων που έχει ως αποτέλεσμα την αφαίρεση (εν όλω ή εν μέρει) του παράνομου οφέλους-κέρδους του παραβάτη. Αν με αυτό θίγεται το ζήτημα της ανάπτυξης αποτροπής μέσω των αγωγών αποζημίωσης, ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την αποτελεσματική άσκηση του αποζημιωτικού δικαιώματος που οδηγεί δηλ. στην πραγμάτωσή του και στην πραγματική αφαίρεση του παράνομου οφέλους.

Οι αποδεικτικές διευκολύνσεις που παρέχει η Οδηγία φαίνεται ότι δεν αρκούν για την αντιμετώπιση των καρτέλ και των άλλων (οριζόντιων) συμπράξεων. Γι’ αυτό τα τελευταία χρόνια παρατηρείται κινητικότητα και σε νομοθετικό επίπεδο των κρατών μελών με την εισαγωγή νόμιμου μαχητού τεκμηρίου για αύξηση της καρτελικής τιμής 20 %, όπως συνέβη το 2020 στη Ρουμανία και προηγουμένως σε άλλα κράτη μέλη (με μικρότερα ποσοστά), και τούτο γιατί μετακαρτέλ εμπειρικές έρευνες διαπίστωσαν αυξήσεις τιμών σε διεθνή καρτέλ μέχρι και 49 %, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο πάνω από 27 % και κατά μέσο περί το 20 % επί της καρτελικής τιμής. Στη Γερμανία έλαβε χώρα το 2021 η 10η τροποποίηση (Novelle) του νόμου κατά των περιορισμών του ανταγωνισμού (GWB), με σκοπό την αποτελεσματικότερη άσκηση αγωγών αποζημίωσης. Ομοίως στη Γερμανία, αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο άνοιξε και η συζήτηση της ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων επιείκειας με την πλήρη απαλλαγή της πρώτης καρτελικής επιχείρησης, η οποία με στοιχεία της θα συμβάλει στην αποκάλυψη του καρτέλ, τόσο από τα πρόστιμα όσο και από τις αστικές αποζημιώσεις. Και τούτο γιατί τα προγράμματα επιείκειας συμβάλλουν ουσιαστικά στην αποτελεσματικότητα των λεγόμενων παρεπόμενων (follow on) αγω-

Σελ. 8

γών που ασκούνται μετά την έκδοση αποφάσεων από τις αρχές ανταγωνισμού. Η ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού (ΕΑ) χρησιμοποιεί και το εργαλείο της ψηφιακής υποβολής ανώνυμων πληροφοριών (whistleblowing) που εφαρμόζουν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και άλλες αρχές ανταγωνισμού (π.χ. π.χ. Γερμανία, Σουηδία, Δανία) για την αποκάλυψη καρτέλ και άλλων συμπεριφορών που περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Στην ψηφιακή οικονομία ιδιαίτερη αποτελεσματική είναι και η χρήση αλγορίθμων. Οι αρχές ανταγωνισμού ενθαρρύνουν την άσκηση αγωγών αποζημίωσης με σχετική υπόμνηση στα δελτία τύπου που αφορούν την έκδοση αποφάσεών τους.

Ανεξαρτήτως των διαφόρων θεωριών που αναπτύχθηκαν σε σχέση με το αντικείμενο προστασίας του ανταγωνισμού και τη φύση του ανταγωνισμού ιδίως δε από περιορισμούς που επιδιώκονται με τα καρτέλ, είναι κοινώς αποδεκτές οι ευεργετικές συνέπειες λειτουργίας του ανταγωνισμού, οι οποίες επιγραμματικά είναι: ο ανταγωνισμός οδηγεί μέσω της βέλτιστης κατανομής των οικονομικών πόρων στην ανάπτυξη και προσφορά καινοτόμων, ποιοτικότερων και στην χαμηλότερη δυνατή τιμή προϊόντων/υπηρεσιών, αυξάνει τις επιλογές των καταναλωτών για την κάλυψη των αναγκών τους και άρα προστατεύει τα συμφέροντα των καταναλωτών, συμβάλλει με τη διατήρηση των τιμών σε χαμηλά επίπεδα αποτελεσματικά στην καταπολέμηση του πληθωρισμού, δημιουργεί δομές ανταγωνισμού και καινοτόμες, αποτελεσματικές με υψηλή παραγωγικότητα εξωστρεφείς επιχειρήσεις που μπορούν να ανταπεξέλθουν στον διεθνή ανταγωνισμό με προφανή τα οφέλη για την εθνική οικονομία. Με τους κείμενους (ενωσιακούς και εθνικούς) κανόνες ανταγωνισμού σκοπείται να προστατευτεί ο ανταγωνισμός στην όποια μορφή-παράμετρο (π.χ. τιμή, ποσότητα, ποιότητα, επενδύσεις) υφίσταται και λειτουργεί στην αγορά, στην εξάλειψη του οποίου κατατείνουν οι περιοριστικές του ανταγωνισμού συμπεριφορές.

Η συνοπτική απάντηση στο ερώτημα σχετικά με τη φύση και τα κίνητρα σύστασης των καρτέλ και εν γένει των οριζόντιων συμπράξεων καθώς και με τον βλαπτικό τρόπο που επηρεάζουν τη λειτουργικότητα του ανταγωνισμού και τα συμφέροντα των ιδιωτών-θυμάτων τους, θα αναδείξει τους λόγους της ιδιαίτερης μεταχείρισης που αυτά έχουν από το νομοθέτη, από την πρακτική των αρχών ανταγωνισμού και από τη νομολογία.

Σελ. 9

ΙΙ. Η φύση και τα κίνητρα σύστασης των καρτέλ

Οι οριζόντιες συμπράξεις (καρτέλ) είναι μορφές συμπαιγνίας μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων. Οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις συντονίζουν στρατηγικές αποφάσεις που επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα την τιμή ή άλλες παραμέτρους λειτουργίας του ανταγωνισμού, ανάλογα με το είδος (και το αντικείμενο) του καρτέλ.

Η συντονισμένη μέσω καρτέλ συμπεριφορά επιχειρήσεων στην αγορά διακρίνεται από την ανταγωνιστική συμπεριφορά που διαμορφώνεται αυτόνομα από κάθε επιχείρηση.

Η σύσταση ενός καρτέλ επιτυγχάνεται με ρητή (explicity) έγγραφη ή άτυπη-προφορική συμφωνία και αρκεί οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις να έχουν εκφράσει την κοινή βούλησή τους να συμπεριφερθούν στην αγορά κατά καθορισμένο τρόπο. Επίσης ενδιαφέρουσα σε σχέση με καρτέλ είναι και η εναρμονισμένη πρακτική, η οποία καλύπτει εκείνη τη μορφή συντονισμού μεταξύ επιχειρήσεων η οποία, χωρίς να έχει φτάσει μέχρι τη σύναψη κατά κυριολεξία σύμβασης, αντικαθιστά εσκεμμένα βουλητικό στοιχείο συντονισμού της συμπεριφοράς τουλάχιστον δύο ανεξάρτητων επιχειρήσεων. Από οικονομική

Σελ. 10

άποψη το κριτήριο διάκρισης είναι η επαφή-επικοινωνία-ανταλλαγή (στρατηγικών) πληροφοριών που σχετίζονται είτε άμεσα με την τιμή ή είτε με άλλους παράγοντες που επηρεάζουν έμμεσα την τιμή, στην οποία εξωτερικεύεται το βουλητικό στοιχείο συντονισμού και οδηγεί αιτιωδώς σε παράλληλη συμπεριφορά που περιορίζει τον ανταγωνισμό. Η επικοινωνία-επαφή-ανταλλαγή πληροφοριών αποτελεί το απτό στοιχείο του συντονισμού στην απαγορευόμενη εναρμονισμένη πρακτική, το οποίο λείπει στην επιτρεπτή επιτήδεια προσαρμογή-παράλληλη συμπεριφορά των ανταγωνιστών.

Με τη σύσταση του καρτέλ οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις επιδιώκουν να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους. Και τούτο, γιατί με την υλοποίηση-λειτουργία του καρ-

Σελ. 11

τέλ δημιουργείται ένα τεχνητό επίπεδο τιμών που αποκλίνει από το ανταγωνιστικό επίπεδο (δηλαδή από εκείνο που θα διαμορφωνόταν, χωρίς το καρτέλ, υπό συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού). Το καρτέλ οδηγεί σε τεχνητή αύξηση των τιμών πώλησης των καρτελικών προϊόντων, όταν δρα στην προσφορά αγαθών και υπηρεσιών και επιφέρει τεχνητή μείωση της τιμής αγοράς των καρτελικών προϊόντων και εξοικονόμηση δαπάνης κτήσης τους όταν λειτουργεί στην πλευρά της ζήτησης.

Η απόφαση μίας επιχείρησης να συμμετάσχει σε καρτέλ προϋποθέτει την εκτίμηση κέρδους και κόστους με τη συμμετοχή και χωρίς τη συμμετοχή στο καρτέλ. Σε σχέση με το κόστος λαμβάνεται υπόψη ιδίως το κόστος αποκάλυψης του καρτέλ, ήτοι το κόστος που θα δημιουργηθεί από την επιβολή προστίμου από τις αρχές ανταγωνισμού και από τις αποζημιώσεις των θυμάτων-ζημιωθέντων. Η συμμετοχή σε καρτέλ θα αποφασιστεί μόνο όταν το αποτέλεσμα της υπολογιστικής αυτής διαδικασίας δημιουργεί την πεποίθηση επίτευξης υψηλότερων κερδών για την επιχείρηση από το παραπάνω κόστος. Λόγω του υψηλού κινδύνου που αναλαμβάνουν οι συμμετέχουσες σε καρτέλ επιχειρήσεις εξαντλούν, με βάση τη κοινή λογική και την οικονομική πείρα, όλα τα πλεονεκτήματα και τα περιθώρια κέρδους που τους παρέχει η συμμετοχή στο καρτέλ.

Στα καρτέλ τιμών ο συντονισμός διαμόρφωσης της τιμής μπορεί να λάβει διάφορες μορφές: οι καρτελικές επιχειρήσεις μπορούν να καθορίσουν ενιαία τιμή για όλη την καρτελική αγορά, να εφαρμόσουν δύο τιμές, μία μικρή-κανονική και μία μεγάλη-ειδική για μεγάλους πελάτες ή να συμφωνήσουν να αυξάνουν από κοινού την τιμή, όταν μεταβάλλεται ένα σημαντικό στοιχείο του κόστους (π.χ. πρώτη ύλη) ή να συμφωνήσουν την τιμή για ένα στοιχείο που διαμορφώνει την τελική τιμή ή ακόμη και να συνδυάσουν την τιμή με συμφωνίες (καρτέλ) κατανομής αγορών και πελατών, στο πλαίσιο των οποίων κάθε καρτελική επιχείρηση στην αγορά που της ανατίθεται να λειτουργεί με μονοπωλιακή λογική και να διαμορφώνει την τιμή κατά την κρίση

Σελ. 12

της στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Επίσης ποικίλες μορφές μπορούν να λάβουν τα καρτέλ που έχουν ως αντικείμενο την κατανομή αγορών, πελατείας, ποσόστωσης.

ΙΙΙ. Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των καρτέλ

Τα καρτέλ διακρίνονται από κάποια αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά και από συνθήκες που επικρατούν στην αγορά πριν ή κατά τη σύστασή τους.

Πρώτα-πρώτα, λόγω του ότι το μοναδικό κίνητρο συμμετοχής σε καρτέλ είναι η μεγιστοποίηση των κερδών, οι υποψήφιες επιχειρήσεις, προτού αποφασίσουν, πρέπει να πεισθούν ότι δεν μπορούν χωρίς το καρτέλ να επιτύχουν μόνιμα ή σε διαρκή βάση τα επιθυμητά υψηλότερα δυνατά κέρδη, γιατί σε τυχόν αύξηση της τιμής από μία επιχείρηση θα ακολουθήσουν αμέσως, ως θεμιτή ανταγωνιστική αντίδραση, και οι άλλοι ανταγωνιστές, οπότε τα κέρδη θα είναι μικρά και παροδικά. Για να δημιουργηθεί η πεποίθηση αυτή πρέπει να έχουν λάβει χώρα στην πράξη τέτοιες εκδηλούμενες στην αγορά δράσεις αύξησης της τιμής από μία επιχείρηση και αντιδράσεις από τους λοιπούς ανταγωνιστές. Κατά κανόνα, πριν από τη σύσταση του καρτέλ παρατηρείται για μεγάλο διάστημα σταθερή πτώση των κερδών των υποψηφίων επιχειρήσεων, ως αποτέλεσμα της λειτουργίας έντονου ανταγωνισμού, ενώ ξαφνικό «σπάσιμο τιμών» και πτώση κερδών μπορεί να οφείλεται σε άλλους λόγoυς, είτε στο λεγόμενο σοκ της ζήτησης (ξαφνική μεταβολή της δομής της ζήτησης και της αγοραστικής δύναμης των πελατών) είτε στην είσοδο στην αγορά νέου δυναμικού ανταγωνιστή ή και στην επέκταση της δυναμικότητας παραγωγής ανταγωνιστών.

Δεύτερο, πρέπει να υπάρχει ομοιογένεια προϊόντος ως προς τις ιδιότητες και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά καθώς και ως προς τα πρότυπα τυποποίησης, γιατί αλλιώς μπορεί να διακυβευθεί η σταθερότητα του καρτέλ.

Τρίτο χαρακτηριστικό γνώρισμα των καρτέλ είναι η επικοινωνία-ανταλλαγή στρατηγικών πληροφοριών που είναι απαραίτητες για το συντονισμό της συμπεριφοράς των καρτελικών επιχειρήσεων, αλλά και η συνεχής ροή πληροφοριών ή κατά τους συμφωνηθέντες χρόνους (π.χ. για τις τιμές ή άλλη παράμετρο) που είναι απαραίτητες για την παρακολούθηση και τον έλεγχο πειθαρχίας. Η επικοινωνία μπορεί να επιτευχθεί με διάφορους «ευφυείς» τρόπους, όπως π.χ. με συναντήσεις στελεχών υπό διάφορες «κεκαλυμμένες» αιτιολογίες και μορφές και σε διάφορους τόπους και στην εποχή μας με τη χρήση και της ψηφιακής τεχνολογίας με τη διαμόρφωση ειδικών πλατφορμών, στις οποίες καταχωρούνται όλα τα αναγκαία δε-

Σελ. 13

δομένα για το συντονισμό και τον έλεγχο της πειθαρχίας και με πρόσβαση σε περιορισμένο αριθμό έμπιστων προσώπων, αλλά και με τη χρήση αλγορίθμων.

Τέταρτο χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι η πρόβλεψη «τιμωρητικού» μηχανισμού σε περίπτωση παρέκκλισης από τα συμφωνηθέντα, προκειμένου να καταστεί δυνατή η τήρηση πειθαρχίας, που είναι αναγκαία για την διασφάλιση της σταθερότητας του καρτέλ, ο οποίος μηχανισμός μπορεί να προβλέπει π.χ. την καταβολή εξισωτικών ποσών, την λήψη άλλων μέτρων που μπορούν να εξισορροπήσουν τα συμφέροντα των καρτελικών επιχειρήσεων.

Το τελευταίο και σημαντικό γνώρισμα είναι η οργάνωση για τη λήψη και διαχείριση των πληροφοριών, προκειμένου να επιτευχθεί ο συντονισμός της συμπεριφοράς, η παρακολούθηση λειτουργίας του καρτέλ, η επιβολή της πειθαρχίας και η «τιμωρία» όσων αποκλίνουν από τα συμφωνηθέντα. Είναι αναγκαία σε κάθε μορφή οριζόντιας σύμπραξης πολύ δε περισσότερο σε πολυμερή καρτέλ. Συνήθως το έργο αυτό αναλαμβάνουν τρίτοι προς τις καρτελικές επιχειρήσεις που είναι εμπορικές οργανώσεις, σύνδεσμοι των καρτελικών επιχειρήσεων, οικονομικοί ελεγκτές κ.α. υποστηρικτικά πρόσωπα σε συνδυασμό με μηχανισμούς τεχνολογίας.

ΙV. Δομικά χαρακτηριστικά της αγοράς και άλλες συνθήκες που ευνοούν τη σύσταση καρτέλ

Εμπειρικές μελέτες κατέδειξαν ότι υπάρχουν συνθήκες και δομικά χαρακτηριστικά της αγοράς που ευνοούν τη σύσταση καρτέλ. Παρακάτω αναφέρονται επιγραμματικά και ενδεικτικά τα σημαντικότερα στοιχεία-συνθήκες που είναι:

- Η ομοιογένεια και η συμμετρία των επιχειρήσεων με την έννοια ότι έχουν κοινούς στόχους-συμφέροντα, όμοια κόστη παραγωγής, όμοια ποιότητα, συμμετρικά μερίδια αγοράς, ανταγωνιστική δραστηριότητα σε πολλές διαφορετικές αγορές από γεωγραφική άποψη.

Σελ. 14

- Η συμμετοχή των υποψηφίων στο μετοχικό/εταιρικό κεφάλαιο των άλλων (across-ownership, συνιδιοκτησία-σταυροειδείς συμμετοχές), χωρίς να φθάνει μέχρι εκείνο το ποσοστό που επιτρέπει τον έλεγχο της επιχείρησης (μειοψηφικές συμμετοχές και κάτω του 25 %).

- Ο μικρός αριθμός των ανταγωνιστών που δραστηριοποιούνται στην αγορά, ο οποίος επιτρέπει εύκολα την οργάνωση και τον έλεγχο πειθαρχίας, αλλά και μειώνει τα κίνητρα απόκλισης από τα συμφωνηθέντα.

- Τα εμπόδια εισόδου στην αγορά, καθώς όσο χαμηλότερα είναι τόσο δυσκολότερη είναι η εφαρμογή του καρτέλ, γιατί οι υψηλές καρτελικές τιμές μπορεί να αποτελέσουν ισχυρό κίνητρο για είσοδο στην αγορά δυνητικών ανταγωνιστών.

- Η διάρθρωση της ζήτησης και η αγοραστική δύναμη των πελατών, καθώς όσο κατακερματισμένη είναι η ζήτηση τόσο ευκολότερα μπορεί να επιβληθεί η εφαρμογή των υψηλών καρτελικών τιμών, σε αντίθεση με την ύπαρξη μεγάλων πελατών με αγοραστική δύναμη.

- Η συμμετοχή των μεγαλύτερων επιχειρήσεων (με μεγάλη δυναμικότητα παραγωγής) στη σχετική αγορά και το ποσοστό κάλυψης της αγοράς, καθώς οι επιχειρήσεις συνήθως συμμετέχουν σε καρτέλ που καλύπτει μεγάλο ποσοστό της αγοράς και εξασφαλίζει σταθερότητα και υψηλά κέρδη. Αντίθετα όταν το ποσοστό κάλυψης της αγοράς είναι μικρό και οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις δεν έχουν μεγάλη δυναμικότητα παραγωγής, μπορούν να επιβάλουν μικρές αυξήσεις της τιμής και να επιτύχουν μικρά κέρδη, αφού την αυξανόμενη ζήτηση μπορούν να καλύψουν οι μεγαλύτεροι εκτός καρτέλ ανταγωνιστές οι οποίοι μπορούν να καθορίσουν τη τιμή τους λίγο κάτω από την καρτελική (βλ. φαινόμενο umbrella pricing), χωρίς να φοβούνται να ξεσπάσει πόλεμος τιμών από τις καρτελικές επιχειρήσεις και χωρίς να έχουν τον κίνδυνο επιβολής προστίμων και άλλων κυρώσεων από τις αρχές ανταγωνισμού, όπως θα συμβαίνει με τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις σε καρτέλ.

V. Οι βλαπτικές συνέπειες των καρτέλ

Οι βλαπτικές συνέπειες των καρτέλ μπορούν να διακριθούν σε εκείνες που αφορούν τα θύματά τους/ ζημιωθέντες, που είναι άμεσοι ή έμμεσοι αγοραστές-καταναλωτές των καρτελικών προϊόντων και άλλοι τρίτοι ζημιωθέντες, σε εκείνες που αφορούν τη δομή της αγοράς και σε εκείνες που αφορούν την εθνική οικονομία.

Τα καρτέλ με την αύξηση των τιμών αυξάνουν το κόστος κτήσης των καρτελικών προϊόντων, προκαλούν ζημίες στους αγοραστές και προκαλούν περιορισμό της προ-

Σελ. 15

σφοράς των προϊόντων. Και τούτο γιατί, με την αυξημένη τιμή ο αγοραστής θα αγοράσει μικρότερη ποσότητα, αλλά θα αποτραπούν και δυνητικοί αγοραστές να αγοράσουν το προϊόν με την αυξημένη τιμή, ενώ θα ήταν διατεθειμένοι να το αγοράσουν χωρίς την αύξηση. Αν ο άμεσος αγοραστής μετακυλήσει τη ζημία στην επόμενη βαθμίδα και αυξήσει αναλόγως την τιμή μεταπώλησης, τούτο θα επιφέρει περαιτέρω μείωση στην ποσότητα των πωλούμενων από αυτόν προϊόντων, γιατί οι αγοραστές του λόγω της αύξησης της τιμής θα αγοράσουν μικρότερες ποσότητες. Έτσι η αύξηση επιφέρει μείωση της ποσότητας των αγοραζόμενων/πωλούμενων στην πρώτη βαθμίδα του άμεσου αγοραστή και απώλεια κερδών. Αν ο αγοραστής δεν μετακυλήσει την καρτελική αύξηση, αλλά επεξεργαστεί περαιτέρω το καρτελικό προϊόν και το ενσωματώσει σε άλλο, τούτο έχει ως συνέπεια να αυξηθεί το κόστος παραγωγής και έτσι να είναι σε μειονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών του και ιδίως να μην έχει κέρδος για παραγόμενα προϊόντα που δεν θα μπορεί να πωλήσει, λόγω μείωσης της ζήτησης. Τα ίδια ισχύουν και για κάθε βαθμίδα έμμεσου αγοραστή. Για δε τον τελικό καταναλωτή η ζημία είναι μεγάλη τόσο από άποψη κόστους κτήσης του προϊόντος όσο και άποψη ποσότητας, αυξάνεται δε ανάλογα με τον αριθμό των βαθμίδων που μεσολαβούν στην εφοδιαστική αλυσίδα. Έτσι λ.χ. στην περίπτωση που το καρτέλ αφορά το τσιμέντο, η καρτελική αύξηση θα επιδράσει αυξητικά στο κόστος των κατασκευών και εν τέλει στο κόστος κτήσης αυτών από τους ενδιαφερόμενους να τις αγοράσουν. Εξάλλου τα καρτέλ ανάλογα με το αντικείμενό τους μπορούν να μειώσουν τα επενδυτικά κονδύλια για την έρευνα και ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων, να μειώσουν ή να μην αυξήσουν την ποιότητα, αλλά και το φάσμα των προσφερόμενων προϊόντων, επηρεάζοντας αρνητικά την ανάπτυξη του ανταγωνισμού ποιότητας ή της διαφοροποίησης-φάσματος προϊόντων και περιορίζοντας έτσι τις δυνατότητες επιλογών των καταναλωτών. Όταν τα καρτέλ λειτουργούν στην πλευρά της ζήτησης μπορούν να οδηγήσουν σε υπερκέρδη των καρτελικών επιχειρήσεων όταν συνδυάζουν την καρτελική μείωση της τιμής αγοράς με σημαντική αύξηση της τιμής (μετα)πώλησης των (παραγόμενων τελικών) προϊόντων.

Οι βλαπτικές επενέργειες του καρτέλ δεν περιορίζονται στην καρτελική αγορά, αλλά εκτείνονται και στις προηγούμενες ή επόμενες βαθμίδες (κάθετες επενέργειες), στις αγορές που λειτουργούν υπό την επήρεια-σκιά του καρτέλ (φαινόμενο umbrella pricing) καθώς και σε τρίτες αγορές που συνέχονται αιτιωδώς με την καρτελική αγο-

Σελ. 16

ρά και βεβαίως στις αγορές συμπληρωματικών προϊόντων, οι αγοραστές των οποίων θα κληθούν να καταβάλουν υψηλότερες τιμές από τις ανταγωνιστικές.

Με την παρεμπόδιση λειτουργίας του ανταγωνιστικού μηχανισμού τιμών τα καρτέλ δεν αφήνουν να δημιουργηθούν δομές ανταγωνισμού και αποτελεσματικές επιχειρήσεις. Οι δομές ανταγωνισμού μπορούν να επηρεαστούν και να χειροτερεύσουν με στοχευμένες ενέργειες των καρτελικών επιχειρήσεων εναντίον ενός ανταγωνιστή με συνέπεια την εκτόπισή του από την αγορά ή την αποτροπή εισόδου στην αγορά ενός δυνητικού ανταγωνιστή. Τα καρτέλ κατανομής αγορών και ποσοστώσεων ή πελατείας επηρεάζουν τη δομή της αγοράς, γιατί παράγουν τα αντιανταγωνιστικά αποτελέσματα και για μεγάλο ακόμη χρονικό διάστημα μετά την τυπική παύση του καρτέλ (καρτελικές μετενέργειες). Π.χ. η κατανομή της αγοράς ή τα μερίδια αγοράς των καρτελικών επιχειρήσεων δεν μεταβάλλονται αμέσως μετά την τυπική παύση του καρτέλ, αλλά διατηρούνται. Γι’ αυτό και το ΔΕΕ σχετικά με την παύση του καρτέλ προσβλέπει όχι στην τυπική παύση του καρτέλ, αλλά στην παύση των αρνητικών οικονομικών αποτελεσμάτων στον ανταγωνισμό. Οι δομές ανταγωνισμού μπορούν να επηρεαστούν αρνητικά και στη βαθμίδα του άμεσου αγοραστή, αλλά και σε κάθε μία από τις επόμενες των έμμεσων αγοραστών. Τούτο μπορεί να συμβεί, όταν η αύξηση του κόστους κτήσης των καρτελικών προϊόντων μπορεί, ανάλογα με τις συνθήκες στην αγορά, να προκαλέσει τελικώς ζημία στον αγοραστή, αν δεν μπορεί να το μετακυλίσει στην επόμενη βαθμίδα και έτσι να τον οδηγήσει και εκτός αγοράς. Το ίδιο ισχύει και όταν το καρτέλ λειτουργεί στην πλευρά της ζήτησης.

Σελ. 17

Τα καρτέλ, λόγω έλλειψης ανταγωνισμού μεταξύ των καρτελικών επιχειρήσεων, οδηγούν τις τελευταίες να «παράγουν αναποτελεσματικότητες», ήτοι την αναποτελεσματικότητα της κατανομής των πόρων (allokative in-Effizienz) καθώς δεν προβαίνουν στην βέλτιστη κατανομή των πόρων, την αναποτελεσματικότητα της παραγωγικότητας (produktive in-Effizienz), καθώς λόγω έλλειψης πίεσης ανταγωνισμού δεν αξιοποιούν και δεν χρησιμοποιούν τους πόρους κατά τον πλέον παραγωγικό τρόπο και την αναποτελεσματικότητα δυναμικότητας (dynamische in-Effizienz) καθώς λόγω της συνολικής δύναμης αγοράς που κατέχουν δεν έχουν κίνητρα για έρευνα και ανάπτυξη και για νέες επενδύσεις.

Οι βλαπτικές συνέπειες των καρτέλ στην εθνική οικονομία συνίστανται στο ότι δημιουργούν ή ενισχύουν πληθωριστικές τάσεις με την αλυσιδωτή αύξηση των τιμών, παρεμποδίζουν την ανάπτυξη ανταγωνιστικών δομών που αποτελεί την προϋπόθεση για την δημιουργία αποτελεσματικών και καινοτόμων επιχειρήσεων και έτσι παρακωλύουν την οικονομική ανάπτυξη. Η επικινδυνότητα και η βλάβη των καρτέλ αυξάνεται αναλόγως με τη διάρκεια λειτουργίας τους και με το ποσοστό κάλυψης της αγοράς.

VI. Η λειτουργία των αγωγών αποζημίωσης στο σύστημα επιβολής των κανόνων ανταγωνισμού

Είναι κοινή αντίληψη στο ενωσιακό και ελληνικό δίκαιο ότι η δημόσια επιβολή με την αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού αποσκοπεί στην ανάπτυξη αποτροπής και στην αποθάρρυνση των επίδοξων παραβατών, που επιτυγχάνεται με την επιβολή ανάλογων της σοβαρότητας της παράβασης αποτρεπτικών διοικητικών προστίμων. Αυτή η κοινή αντίληψη δεν ισχύει στην ιδιωτική επιβολή

Σελ. 18

για τις αγωγές αποζημίωσης λόγω παράβασης των κανόνων ανταγωνισμού. Στον ελληνικό Αστικό Κώδικα και εν γένει στο ιδιωτικό δίκαιο οι αγωγές αποζημίωσης έχουν μόνο αποκαταστατικό χαρακτήρα. Αντίθετα, οι αγωγές αποζημίωσης με την αποκατάσταση της πλήρους ζημίας ζημιωθέντων συμβάλλουν, με βάση την παγία νομολογία του ΔΕΕ, στην πρακτική και πλήρη αποτελεσματικότητα των κανόνων ανταγωνισμού και έτσι αναπτύσσουν και αποτρεπτική λειτουργία, όπως θα αναλυθεί αμέσως παρακάτω.

1. Ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των αγωγών αποζημίωσης

Το ΔΕΚ ήδη από την απόφαση Courage και Crehan εξήρε τη συμβολή των αγωγών αποζημίωσης αφενός στην διασφάλιση της πλήρους αποτελεσματικότητας του κοινοτικού-ενωσιακού δικαίου ανταγωνισμού (στην υπόθεση αυτή του άρθρου 85 ΣυνθΕΟΚ (τώρα 101 ΣΛΕΕ), αφού η πρακτική αποτελεσματικότητα των απαγορεύσεων (των άρθρων 85 και 86 ΣυνθΕΟΚ) θα διακυβευόταν εάν δεν μπορούσε κάθε υποκείμενο δικαίου να ζητήσει αποκατάσταση της ζημίας που του προξένησε σύμβαση ή συμπεριφορά που μπορεί να περιορίσει ή να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, και αφετέρου στην ενίσχυση της αποτελεσματικής λειτουργίας των κοινοτικών κανόνων του ανταγωνισμού με την αποθάρρυνση των συχνά κεκαλυμμένων συμφωνιών ή πρακτικών που μπορούν να περιορίσουν ή να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό. Τη θέση αυτή επανέλαβε παγίως στις αποφάσεις Manfredi, Pfleiderer και Kone. Στην απόφαση Donau Chemie AG εξαίρει, εκτός από την ανωτέρω λειτουργία των αγωγών αποζημίωσης και την αποτελεσματική προστασία των θιγόμενων ιδιωτών από τις επιζήμιες συνέπειες των καρτέλ και εν γένει αντιανταγωνιστικών πράξεων. Στις αποφάσεις Skanska, Sumal

Σελ. 19

και Stichting Cartel Compensation, το ΔΕΕ προχωρεί ακόμη πιο πέρα και αναδεικνύει τη συστημική λειτουργία των αγωγών αποζημίωσης στην επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού επισημαίνοντας ότι αυτές (αγωγές αποζημίωσης) «αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του συστήματος εφαρμογής των κανόνων αυτών, που επιδιώκει την πάταξη των αντίθετων προς τον ανταγωνισμό συμπεριφορών των επιχειρήσεων και την αποτροπή τους από την επίδειξη τέτοιων συμπεριφορών». Η αποτρεπτική λειτουργία των αγωγών αποζημίωσης, είναι, κατά τον Γ. Εισαγγελέα Wahl, πρωτεύουσα έναντι της (δευτερεύουσας) αποκαταστατικής λειτουργίας. Δικαιολογείται από το ότι η ζημία που αποτυπώνεται στις αγωγές αποζημιώσεως ενδεικνύει την οικονομική αναποτελεσματικότητα, που συνεπάγεται η παραβίαση, και την συνακόλουθη βλάβη που υφίσταται συνολικώς η κοινωνία από την άποψη της μειώσεως της ευημερίας των καταναλωτών. Την τελευταία θέση υιοθέτησε το ΔΕΕ στις αποφάσεις Sumal, Paccar και Tráficos Manuel Ferrer SL με την παραδοχή ότι «...η παροχή ενός τέτοιου δικαιώματος [αποζημίωσης] καθιστά δυνατή την αποκατάσταση όχι μόνον της άμεσης ζημίας, την οποία υποστη-

Σελ. 20

ρίζει ότι υπέστη το εν λόγω πρόσωπο, αλλά και των έμμεσων ζημιών στη δομή και τη λειτουργία της αγοράς, η οποία δεν μπόρεσε να αναπτύξει την πλήρη οικονομική της αποτελεσματικότητα, ιδίως προς όφελος των οικείων καταναλωτών». Αναγνωρίζεται δηλαδή ότι οι αγωγές αποζημίωσης έχουν λειτουργία, πέραν από εκείνη της αποκατάστασης της ζημίας.

Στην Οδηγία δεν γίνεται ρητή και άμεση επισήμανση στην αποτρεπτική λειτουργία των αγωγών αποζημίωσης, ωστόσο ρητά ορίζεται στο άρθρο 4 αυτής ότι κατά την ερμηνεία των διατάξεών της (Οδηγίας) και των διατάξεων μεταφοράς τους των εθνικών δικαίων πρέπει να τηρείται ιδίως η αρχή της αποτελεσματικότητας και ακόμη ότι οι αγωγές αποζημίωσης αναγνωρίζονται ως σημαντικό μέσο, το οποίο μαζί με τη δράση των αρχών ανταγωνισμού και την μεταξύ τους αλληλεπίδραση διασφαλίζει τη μέγιστη αποτελεσματικότητα των κανόνων ανταγωνισμού. Στο Ν. 4529/2018 αναγνωρίζεται «η χρήση της αποζημιωτικής αγωγής ως εργαλείου για την επιβολή του δικαίου κατά των περιορισμών του α­νταγωνισμού» και η συμβολή της στην αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού, αφού η δημόσια επιβολή του μέσω εξειδικευμένων αρχών ανταγωνισμού δεν είναι πλέον επαρκής.

Η πρόσδοση από το πρωτογενές δίκαιο ιδιαίτερης αποτρεπτικής λειτουργίας στις αγωγές αποζημίωσης πρέπει να ληφθεί υπόψη αυτοτελώς ή υπό τον μανδύα της αρχής της αποτελεσματικότητας κατά την ερμηνεία και εφαρμογή σειράς διατάξεων σε ζητήματα τόσο του ισχύσαντος δικαίου όσο της Οδηγίας και του Ν. 4529/2018 που άπτονται της ζημίας, όπως είναι οι απαιτήσεις της δικονομικής επάρκειας των αγωγών, ο προσδιορισμός του χρόνου γέννησης της αξίωσης αποζημίωσης, το ύψος της ζημίας, το μέτρο και βάρος απόδειξης της ζημίας, η έναρξη και η διάρκεια της προθεσμίας παραγραφής. 

Back to Top