ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ (ΤΣΕΠΗΣ)
- Εκδοση: 7η 2023
- Σχήμα: 10x13
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 352
- ISBN: 978-618-08-0032-6
H 7η έκδοση του έργου «Κώδικας Δικηγόρων» περιλαμβάνει τον Ν 4194/2013 με τα Παραρτήματά του, ενημερωμένο μέχρι και τους Ν 4963 4964/2022, τον Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Λειτουργήματος, τον Κανονισμό Λειτουργίας των Πρωτοβάθμιων Πειθαρχικών Συμβουλίων των Δικηγορικών Συλλόγων, όπως εγκρίθηκε από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, τον Καταστατικό Χάρτη των Θεμελιωδών Αρχών του Ευρωπαϊκού Νομικού Επαγγέλματος και τον Κώδικα Δεοντολογίας για Ευρωπαίους Δικηγόρους.
Πρόκειται για ένα εύχρηστο, με ευέλικτο σχήμα κώδικα τσέπης, βοήθημα για κάθε δικηγόρο, αλλά και για τους ασκούμενους δικηγόρους, που καλούνται να εξεταστούν, μεταξύ άλλων μαθημάτων, στον Κώδικα Δικηγόρων και στον Κώδικα Δεοντολογίας.
Πρόλογος VII
[1] Ν 4194/2013
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ [Άρθρα 1-9] 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ -
ΑΣΚΗΣΗ - ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄ - ΑΣΚΗΣΗ [Άρθρα 10-14] 8
ΤΜΗΜΑ Β΄ - ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ
ΤΙΤΛΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΤΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΚΑΙ ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΤΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ
[Άρθρα 15-17] 14
ΤΜΗΜΑ Γ΄ - ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ
ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ [Άρθρα 18-22] 20
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ, ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΠΑΥΣΗ
ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ [Άρθρα 23-33] 26
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ
[Άρθρα 34-41] 39
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄ - ΕΜΜΙΣΘΗ ΕΝΤΟΛΗ [Άρθρα 42-46] 46
ΤΜΗΜΑ Β΄ - ΑΛΛΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ
ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ [Άρθρα 47-48] 55
ΤΜΗΜΑ Γ΄ - ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ [Άρθρα 49-56] 58
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΜΕΤΑΞΥ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ [Άρθρα 57-86] 69
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΟΙ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΟΙ
ΤΜΗΜΑ Α΄ - ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ [Άρθρα 87-97] 91
ΤΜΗΜΑ Β΄ - ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ [Άρθρα 98-102] 100
ΤΜΗΜΑ Γ΄ - ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΕΣ [Άρθρα 103-127] 107
ΤΜΗΜΑ Δ΄ - ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΜΗΤΡΩΟΥ [Άρθρα 128-129] 121
ΤΜΗΜΑ Ε΄ - ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ [Άρθρα 130-132] 125
ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄ - ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΕΔΡΩΝ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ [Άρθρα 133-138] 127
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
ΤΜΗΜΑ Α΄ - ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ - ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ
[Άρθρα 139-141] 132
ΤΜΗΜΑ Β΄ - ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ [Άρθρα 142-145] 135
ΤΜΗΜΑ Γ΄ - ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ [Άρθρα 146-151] 138
ΤΜΗΜΑ Δ΄ - ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ [Άρθρα 152-159] 145
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄
ΑΓΩΓΗ ΚΑΚΟΔΙΚΙΑΣ [Άρθρα 160-164] 154
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ [Άρθρα 165-166] 155
Παραρτήματα
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Πίνακας αμοιβών δικηγόρων για παραστάσεις
σε δικαστήρια - Ποινικές 161
Πίνακας αμοιβών δικηγόρων για παραστάσεις
σε δικαστήρια - Πολιτικές 164
Διοικητικά Δικαστήρια 176
Αθλητικά δικαστήρια - Αθλητικοί δικαστές 179
Εξωδικαστικές αμοιβές 181
Κτηματολόγιο 181
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
Πίνακας αμοιβών δικηγόρων για παράσταση σε συμβόλαια 182
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
Πίνακας πάγιων εισφορών άρθρου 61 παρ. 2 183
[2] Κώδικας Δεοντολογίας
του Δικηγορικού Λειτουργήματος
ΠΡΟΟΙΜΙΟ 205
Α. Το λειτούργημα του δικηγόρου [Άρθρα 1-3] 208
Β. Δικαιώματα του δικηγόρου [Άρθρο 4] 209
Γ. Γενικές υποχρεώσεις του δικηγόρου [Άρθρα 5-11] 211
Δ. Υποχρεώσεις προς το σύλλογο [Άρθρα 12-19] 215
Ε. Υποχρεώσεις προς τους συναδέλφους [Άρθρα 20-27] 216
ΣΤ. Υποχρεώσεις προς τα δικαστήρια [Άρθρα 28-32] 218
Ζ. Υποχρεώσεις προς συνεργάτες [Άρθρα 33-34] 221
Η. Σχέσεις δικηγόρου - ασκουμένου [Άρθρο 35] 222
Θ. Υποχρεώσεις προς τον εντολέα [Άρθρα 36-37] 222
Ι. Σχέσεις δικηγόρου και αντιδίκου [Άρθρο 38] 226
ΙΑ. Ιδιωτικός βίος των δικηγόρων [Άρθρο 39] 228
ΙΒ. Κυρώσεις [Άρθρα 40-41] 228
[3] Κανονισμός Λειτουργίας
των Πρωτοβάθμιων Πειθαρχικών Συμβουλίων των Δικηγορικών Συλλόγων
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ [Άρθρα 1-6] 231
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ [Άρθρα 7-16] 238
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Η ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ [Άρθρα 17-18] 251
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΤΗΡΗΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ - ΑΡΧΕΙΟ [Άρθρα 19-20] 254
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΑΣΚΗΣΗ ΕΦΕΣΗΣ [Άρθρο 21] 256
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ [Άρθρα 22-23] 257
[4] Καταστατικός Χάρτης
των Θεμελιωδών Αρχών του Ευρωπαϊκού Νομικού Επαγγέλματος
259
[5] Κώδικας Δεοντολογίας
για Ευρωπαίους Δικηγόρους
1. ΠΡΟΟΙΜΙΟ 271
2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ 276
3. ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΕΝΤΟΛΕΙΣ 279
4. ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ 284
5. ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ 285
Επεξηγηματικό Υπόμνημα 289
Αλφαβητικό ευρετήριο 313
[1] Ν 4194/2013
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ
(ΦΕΚ Α΄ 208/27.9.2013)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Άρθρο 1. — Η φύση της δικηγορίας. 1. Ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός. Το λειτούργημά του αποτελεί θεμέλιο του κράτους δικαίου.
2. Περιεχόμενο του λειτουργήματος είναι η εκπροσώπηση και υπεράσπιση του εντολέα του σε κάθε δικαστήριο, αρχή ή υπηρεσία ή εξωδικαστικό θεσμό, η παροχή νομικών συμβουλών και γνωμοδοτήσεων, όπως επίσης και η συμμετοχή του σε θεσμοθετημένα όργανα ελληνικά ή διεθνή.
Άρθρο 2. — Η θέση του δικηγόρου στην απονομή της Δικαιοσύνης. Ο δικηγόρος είναι συλλειτουργός της δικαιοσύνης. Η θέση του είναι θεμελιώδης, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της.
Άρθρο 3. — Το επάγγελμα του δικηγόρου. 1. Ο δικηγόρος ασκεί ελεύθερο επάγγελμα στο οποίο προέχει το στοιχείο της εμπιστοσύνης του εντολέα του προς αυτόν.
2. Για τις υπηρεσίες του αμείβεται από τον εντολέα του είτε ανά υπόθεση είτε με πάγια αμοιβή ή με μισθό.
3. Η άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος δεν συνιστά εμπορική δραστηριότητα.
Άρθρο 4. — Απόκτηση της δικηγορικής ιδιότητας. Τη δικηγορική ιδιότητα αποκτά εκείνος:
α) ο οποίος έχει επαρκείς γνώσεις για να ασκεί το λειτούργημά του μετά από επιτυχή συμμετοχή του σε πανελλήνιες εξετάσεις,
β) για τον οποίο εκδίδεται απόφαση διορισμού από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (στο εξής Υπουργός Δικαιοσύνης), η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
γ) ο οποίος δίδει τον προβλεπόμενο στον παρόντα Κώδικα (στο εξής Κώδικας) νόμιμο όρκο ενώπιον του Εφετείου ή του Πρωτοδικείου στην περιφέρεια του οποίου ανήκει ο Δικηγορικός Σύλλογος όπου έχει εγγραφεί και
δ) ο οποίος έχει εγγραφεί στο μητρώο ενός από τους Δικηγορικούς Συλλόγους του Κράτους.
Άρθρο 5. — Θεμελιώδεις αρχές και αξίες στην άσκηση της δικηγορίας. Ο δικηγόρος κατά την άσκηση των καθηκόντων του:
α) Υπερασπίζεται το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τα Πρόσθετα Πρωτόκολλα αυτής, το Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το σύνολο των διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
β) Ακολουθεί τις παραδόσεις του υπερασπιστικού λειτουργήματος και τους κανόνες δεοντολογίας, όπως έχουν διαμορφωθεί ιστορικά κατά την άσκηση της δικηγορίας και διατυπώνονται στον Κώδικα.
γ) Τηρεί εχεμύθεια, απαραβίαστη υπέρ του εντολέα του, για όσα αυτός του εμπιστεύθηκε ή περιήλθαν σε γνώση του κατά την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
δ) Δεσμεύεται από το περιεχόμενο της εντολής που αποδέχτηκε, εκτός εάν συγκεκριμένη πράξη, ενέργεια ή παράλειψη στο πλαίσιο της εντολής έρχεται σε αντίθεση με το καθήκον του.
ε) Διατηρεί την ελευθερία χειρισμού της υπόθεσης, δεν υπόκειται σε υποδείξεις και εντολές αντίθετες προς τον νόμο και μη συμβατές προς το συμφέρον του εντολέα του.
Άρθρο 6. — Προϋποθέσεις δικηγορικής ιδιότητας - Κωλύματα. Ο δικηγόρος πρέπει:
1. Να είναι Έλληνας πολίτης ή πολίτης κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλου κράτους, που είναι συμβαλλόμενο στη Σύμβαση Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Έλληνας το γένος μπορεί να διορισθεί δικηγόρος μετά από άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης, που εκδίδεται ύστερα από τη διατύπωση γνώμης του οικείου δικηγορικού συλλόγου.
2. Να είναι κάτοχος πτυχίου Νομικού Τμήματος Νομικής Σχολής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος στην Ελλάδα ή ισότιμου και αντίστοιχου πτυχίου άλλης χώρας, εφόσον αυτό έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με τις νόμιμες διαδικασίες.
3. Κατ’ εξαίρεση της παρ. 1, πολίτης τρίτης χώρας, που διαμένει νομίμως στην ημεδαπή, μπορεί να διορισθεί δικηγόρος, εφόσον είναι απόφοιτος Τμήματος Νομικής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος στην Ελλάδα με ελάχιστο βαθμό (μέσο όρο) πτυχίου επτά κόμμα πέντε (7,5) και κατέχει Μεταπτυχιακό Τίτλο Σπουδών Τμήματος Νομικής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής.
4. Να μην έχει καταδικαστεί αμετάκλητα:
α) για κακούργημα,
β) για τα εγκλήματα της κλοπής, υπεξαίρεσης, εκβίασης, πλαστογραφίας, νόθευσης, δωροδοκίας, τοκογλυφίας, ψευδορκίας, απάτης και απιστίας.
5. Να μην έχει στερηθεί αμετάκλητα των πολιτικών δικαιωμάτων του. Αποκλείεται ο διορισμός του για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση αυτή.
6. Να μην έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση πλήρη ή μερική κατά τo άρθρο 1676 του Αστικού Κώδικα. Αποκλείεται ο διορισμός του για όσο χρόνο διαρκεί η συμπαράσταση αυτή.
7. Να μη φέρει την ιδιότητα του κληρικού ή μοναχού.
[Όπως νέα παρ. 3 προστέθηκε στο άρθρο 6 με το άρθρο 2 του Ν 4745/2020 και οι πρώην παρ. 3, 4, 5 και 6 αναριθμήθηκαν σε 4, 5, 6 και 7 αντίστοιχα, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, ήτοι από 6.11.2020.]
Άρθρο 7. — Αυτοδίκαιη απώλεια και αποβολή της ιδιότητας του δικηγόρου. 1. Αποβάλλει αυτοδίκαια την ιδιότητα του δικηγόρου και διαγράφεται από το μητρώο του συλλόγου του οποίου είναι μέλος:
α) Εκείνος που στο πρόσωπό του συντρέχει περίπτωση από αυτές που αποκλείουν τη δυνατότητα διορισμού του ως δικηγόρου κατά τις διατάξεις του Κώδικα.
β) Εκείνος που μετά το διορισμό του στερείται για οποιονδήποτε λόγο την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη ή του πολίτη κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση της παρ. 3 του άρθρου 6. [Όπως το δεύτερο εδάφιο της παρ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 7 προστέθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 του Ν 4745/2020, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ. ήτοι από 6.11.2020.]
γ) Εκείνος που διορίζεται ή κατέχει οποιαδήποτε έμμισθη θέση με σύμβαση εργασιακής ή υπαλληλικής σχέσης σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή υπηρεσία δημόσια (πολιτική ή στρατιωτική), δικαστική, δημοτική ή νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης επιφυλασσομένης της διάταξης του άρθρου 31 του Κώδικα.
δ) Εκείνος που αποκτά την εμπορική ιδιότητα με βάση τον εμπορικό νόμο ή ασκεί έργα ή καθήκοντα διευθύνοντος ή εντεταλμένου συμβούλου, διοικητή, διαχειριστή ή εκπροσώπου σε οποιαδήποτε κεφαλαιουχική ή προσωπική εμπορική επιχείρηση ή κοινοπραξία (εκτός αν στην τελευταία περίπτωση άλλος ειδικός νόμος ορίζει διαφορετικά).
ε) Εκείνος που ασκεί άλλο επάγγελμα, και ιδιαίτερα εμπόρου ή μεσίτη, καθώς και κάθε άλλη εργασία, υπηρεσία ή απασχόληση που δεν συνάδει με το δικηγορικό λειτούργημα.
2. Δικηγόρος, που στο πρόσωπό του συντρέχει μία από τις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, υποχρεούται να προβεί σε σχετική δήλωση, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στο σύλλογο που ανήκει και να υποβάλλει την παραίτησή του.
3. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση του οικείου δικηγορικού συλλόγου βεβαιώνει την απώλεια της ιδιότητας του δικηγόρου αφότου επήλθε το γεγονός που την προκάλεσε. Η απόφαση αυτή, ανακοινώνεται στον οικείο δικηγορικό σύλλογο και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Το κύρος των διαδικαστικών και δικονομικών πράξεων που διενήργησε ο δικηγόρος μέχρι την έκδοση της πιο πάνω απόφασης δεν θίγεται.
Άρθρο 8. — Έργα που επιτρέπονται στον δικηγόρο. Επιτρέπεται στον δικηγόρο, ύστερα από έγγραφη γνωστοποίηση στο δικηγορικό σύλλογο στον οποίο ανήκει:
α) Να παρέχει σε εντολέα με ετήσια ή μηνιαία αμοιβή νομικές υπηρεσίες ως δικαστικός ή νομικός σύμβουλος ή ως δικηγόρος με έμμισθη εντολή, είτε αυτός ανήκει στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, καθώς και να αναλαμβάνει παράλληλα υποθέσεις από οποιονδήποτε άλλον εντολέα με αμοιβή για κάθε υπόθεση ξεχωριστά, είτε με ετήσια ή περιοδική αμοιβή.
Σημείωση: Βλ. και άρθρο 68 Ν 4590/2019 (ΦΕΚ Α΄ 17/7.2.2019).
β) Να διδάσκει μαθήματα νομικών, οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών ή άλλων επιστημών, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης, επιμόρφωσης ή κατάρτισης οποιουδήποτε φορέα.
γ) Να προσφέρει ερευνητικές υπηρεσίες με οποιαδήποτε σχέση σε ερευνητικούς φορείς και ερευνητικά προγράμματα ή υπηρεσίες.
δ) Να ενεργεί δημοσιογραφικές εργασίες ή να ασχολείται με τις τέχνες, τον πολιτισμό και τη συγγραφή και έκδοση βιβλίων, περιοδικών και εφημερίδων έντυπων και ηλεκτρονικών, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 1δ του άρθρου 7.
ε) Να είναι βουλευτής ή ευρωβουλευτής.
στ) Να είναι διορισμένος σε θέση μετακλητή στη Βουλή, σε γραφεία υπουργών, υφυπουργών, γενικών γραμματέων, σε θέση μέλους της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής και Επιστημονικών Συνεργατών βουλευτών.
ζ) Να είναι εκκαθαριστής σε νομικά πρόσωπα ή περιουσίες.
η) Να εκτελεί έργα πραγματογνώμονα ή τεχνικού συμβούλου.
θ) Να είναι μέλος ή να ασκεί καθήκοντα διαχειριστή σε αστική μη κερδοσκοπική Εταιρεία.
ι) Κάθε άλλη δραστηριότητα που δεν υπάγεται στις διατάξεις για την αυτοδίκαιη απώλεια και αποβολή της δικηγορικής ιδιότητας και για την πλήρη ή μερική αναστολή της άσκησης του λειτουργήματος του δικηγόρου.
Άρθρο 9. — Αντιποίηση της δικηγορίας. 1. Όποιος, χωρίς να έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, εμφανίζεται με αυτήν και διενεργεί πράξεις που ανήκουν αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του δικηγορικού λειτουργήματος ή υπόσχεται τη διενέργεια τέτοιων πράξεων, ακόμα και εάν διορίζει για αυτό δικηγόρο της εκλογής του, τιμωρείται κατά το άρθρο 175 του Ποινικού Κώδικα, όπως εκάστοτε ισχύει, εκτός εάν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη. Ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος δικαιούται να παρίσταται ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, ως πολιτικώς ενάγων για την υποστήριξη της κατηγορίας.
2. Σε περίπτωση που φυσικό ή νομικό πρόσωπο αντιποιείται την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος με τον οποιονδήποτε τρόπο, ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος μπορεί να ζητήσει, με αίτηση που υποβάλλεται στο Ειρηνοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, τη σφράγιση του γραφείου ή του καταστήματος, όπου ασκούνται οι παράνομες ενέργειες ή και οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέτρο, καθώς και την απαγόρευση της διαφήμισης ή της χρήσης (έντυπης, ηλεκτρονικής) κάθε διακριτικού γνωρίσματος που προσιδιάζει στην άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ -
ΑΣΚΗΣΗ - ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
ΑΣΚΗΣΗ
Άρθρο 10. — Γενικές προϋποθέσεις για την έναρξη της άσκησης. 1. Εκείνος που ενδιαφέρεται να εγγραφεί ως ασκούμενος δικηγόρος πρέπει, μέσα σε εύλογο χρόνο από τη λήψη του πτυχίου του, να καταθέσει αίτηση για την εγγραφή του ως ασκούμενος δικηγόρος στον Πρόεδρο του δικηγορικού συλλόγου στην περιφέρεια του οποίου επιθυμεί να ασκηθεί, συνυποβάλλοντας και βεβαίωση έναρξης άσκησης από τον δικηγόρο στον οποίο ασκείται. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου, μπορεί να επιτραπεί στον ενδιαφερόμενο να προσκομίσει αντί του πτυχίου βεβαίωση αναλυτικής βαθμολογίας επιτυχίας σε όλα τα μαθήματα του κύκλου σπουδών. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου μπορεί να επιτραπεί στον ενδιαφερόμενο να προσκομίσει αντί του πτυχίου βεβαίωση ότι ολοκλήρωσε επιτυχώς τις σπουδές του. [Όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 10 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 παρ. 1 του Ν 4205/2013, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, ήτοι από 6.11.2013, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ιδίου νόμου].
2. Καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης εγγραφής συγχωρείται για σπουδαίο λόγο. Σπουδαίος λόγος είναι ιδίως:
α) η εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων,
β) η απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου, ή
γ) λόγοι υγείας του ενδιαφερόμενου.
3. Σε κάθε περίπτωση μετά την πάροδο πενταετίας από τη λήψη πτυχίου, η εγγραφή στο ειδικό βιβλίο ασκουμένων δικηγόρων επιτρέπεται, με απόφαση του Δ.Σ. του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, εφόσον ο πτυχιούχος επικαλεσθεί και αποδείξει με συγκεκριμένα στοιχεία ότι δεν αποξενώθηκε από τη νομική επιστήμη.
Ως συναφής, με τη νομική επιστήμη, δραστηριότητα ή εργασία νοείται μόνο η παροχή αμιγώς νομικών εργασιών, έργων ή δραστηριοτήτων, όπως αυτές ορίζονται στον Κώδικα.
4. Η άσκηση αρχίζει με την εγγραφή του ενδιαφερόμενου στο ειδικό μητρώο ασκουμένων του Δικηγορικού Συλλόγου του τόπου άσκησης. Η ιδιότητα του ασκουμένου διατηρείται για όσο χρόνο απαιτείται για την ολοκλήρωση της άσκησης και την επιτυχή συμμετοχή του στις σχετικές δοκιμασίες και μέχρι τον επακόλουθο διορισμό του ως δικηγόρου.
Άρθρο 11. — Προϋποθέσεις απόκτησης της ιδιότητας του ασκούμενου δικηγόρου - Κωλύματα. 1. Ο ασκούμενος δικηγόρος πρέπει να πληροί όλες τις προϋποθέσεις της δικηγορικής ιδιότητας.
2. Τα κωλύματα και τα ασυμβίβαστα που ορίζονται για τον δικηγόρο, ισχύουν και για τον ασκούμενο δικηγόρο.
3. Ο ασκούμενος δικηγόρος υπάγεται στο πειθαρχικό δίκαιο του Κώδικα και στη δικαιοδοσία των Πειθαρχικών Συμβουλίων που προβλέπονται σε αυτόν. Σε βάρος του προβλέπονται οι ίδιες πειθαρχικές ποινές, όπως στον δικηγόρο, πλην της οριστικής ή πρόσκαιρης παύσης. Αντί των τελευταίων ποινών μπορεί να του επιβληθούν οι ποινές της διαγραφής από το μητρώο ασκουμένων ή η παράταση του χρόνου της άσκησης μέχρι δύο (2) έτη.
4. Σε περίπτωση διαγραφής του ασκούμενου δικηγόρου ισχύουν αναλογικά οι διατάξεις του Κώδικα σχετικά με τον επαναδιορισμό του δικηγόρου που έχει παυθεί οριστικά.
Άρθρο 12. — Δικαίωμα παράστασης του ασκούμενου δικηγόρου. 1. Ο ασκούμενος δικηγόρος έχει τη δυνατότητα να παρίσταται στα Πταισματοδικεία, στις προανακριτικές αρχές, στα Ειρηνοδικεία κατά τη συζήτηση υποθέσεων μικροδιαφορών, στη λήψη ένορκων βεβαιώσεων, καθώς και ενώπιον οποιασδήποτε διοικητικής αρχής.
2. Ο ασκούμενος δικηγόρος μπορεί να συμπαρίσταται και να συνυπογράφει τις προτάσεις, σημειώματα και υπομνήματα με τον δικηγόρο, στον οποίο ασκείται, σε όλα τα δικαστήρια του πρώτου και δεύτερου βαθμού.
Άρθρο 13. — Διάρκεια της άσκησης και περιεχόμενο. 1. Η άσκηση διαρκεί δεκαοκτώ (18) μήνες.
2. Η άσκηση γίνεται σε δικηγόρο με δικαίωμα παράστασης στον Άρειο Πάγο ή στο Εφετείο, καθώς και σε δικηγορικές εταιρείες, στις οποίες συμμετέχουν δικηγόροι με την προηγούμενη ικανότητα παράστασης. Κατ’ εξαίρεση, σε Δικηγορικούς Συλλόγους που δεν εδρεύουν στην έδρα Εφετείων, η άσκηση μπορεί να γίνει και σε δικηγόρο με δικαίωμα παράστασης στο Πρωτοδικείο, ο οποίος έχει υπηρεσία τουλάχιστον πέντε (5) ετών. Κάθε δικηγόρος δεν μπορεί να απασχολεί περισσότερους από τρεις (3) ασκούμενους δικηγόρους. Στις δικηγορικές εταιρείες επιτρέπεται η απασχόληση τριών (3) ασκουμένων δικηγόρων από κάθε δικηγόρο-εταίρο.
3. α) Η άσκηση επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί και στην Κεντρική Υπηρεσία ή σε γραφείο νομικού συμβούλου ή σε δικαστικό γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζονται ο αριθμός και η αμοιβή των ασκούμενων δικηγόρων που πραγματοποιούν άσκηση σε υπηρεσία ή γραφείο της περ. α’.
γ) Με απόφαση του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους τοποθετούνται οι ασκούμενοι δικηγόροι, προκειμένου να πραγματοποιήσουν άσκηση σε υπηρεσία ή σε γραφείο της περ. α’ και ανατίθενται καθήκοντα σε αυτούς.