ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ (ΤΣΕΠΗΣ)
- Έκδοση: 2025
- Σχήμα: 12x17
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 960
- ISBN: 978-618-08-0717-2
Η 1η έκδοση της ειδικής νομοθεσίας για το Ελεγκτικό Συνέδριο αποσκοπεί στη συστηματική παρουσίαση των κρίσιμων δημοσιονομικών νομοθετημάτων που διέπουν την ειδική αποστολή και λειτουργία του κατά την άσκηση των ελεγκτικών, γνωμοδοτικών και δικαιοδοτικών του αρμοδιοτήτων. Περιλαμβάνει, εκτός από τον νέο Οργανικό Νόμο για το Ελεγκτικό Συνέδριο (N 4820/2021) και τη νέα Δικονομία αυτού (N 4700/2020), όλα τα σημαντικά νομοθετήματα που το αφορούν καθώς και κρίσιμες κανονιστικές αποφάσεις της Ολομέλειάς του.
Το έργο αυτό, που ανήκει στην Σειρά Κωδίκων Τσέπης Lex Colorata της Νομικής Βιβλιοθήκης, φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο για τον υποψήφιο δικαστή, τον δικηγόρο της πράξης και εν γένει τον μελετητή του σύγχρονου δημοσιονομικού δικαίου.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ VII
Α. ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
Ι. Συνταγματικές ρυθμίσεις
[1] ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
[1975/1986/2001/2008/2019] 1
[Άρθρα 37 παρ. 3, 73 παρ. 2, 79 παρ. 7, 90, 91,
92 παρ. 1-3, 93 παρ. 2-4, 94 παρ. 1, 98, 99, 100, 118]
ΙI. Οργανικός Νόμος Ελεγκτικού
Συνεδρίου / Κανονιστικές Αποφάσεις
[2] Ν 4820/2021
Οργανικός Νόµος του Ελεγκτικού Συνεδρίου
και άλλες ρυθµίσεις 15
[Άρθρα 1-167, 178]
[3] Απόφ. ΕλΣυν Ολ ΦΓ8/55595/2020
Χάρτης Δεοντολογίας των Δικαστικών Λειτουργών
του Ελεγκτικού Συνεδρίου 113
[4] Απόφ. ΕλΣυν Ολ ΦΓ8/14823/2023
Καθορισμός συντελεστών βαρύτητας και ποσοστώσεων
για τη μείωση του καταλογιζόμενου ποσού κατά τις διατάξεις
του άρθρου 150 του Ν 4820/2021 «Οργανικός Νόμος
του Ελεγκτικού Συνεδρίου και άλλες ρυθμίσεις» (Α΄ 130) 132
[5] Απόφ. ΕλΣυν Ολ ΦΓ8/71316/2022
Χειρισμός από το Ελεγκτικό Συνέδριο των καταγγελιών,
αναφορών και αιτημάτων ελέγχου που υποβάλλονται
στις υπηρεσίες του 150
[6] Απόφ. ΕλΣυν Ολ ΦΓ8/12682/2023
Ειδικός τύπος απόδειξης των κοινοποιήσεων που
προβλέπονται στο άρθρο 178 παρ. 1 του Ν 4820/2021
«Οργανικός Νόμος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και άλλες
ρυθμίσεις» (Α΄ 130) και λοιπές λεπτομέρειες για την
εφαρμογή της ίδιας διάταξης 162
ΙΙΙ. Δικονομία / Δικονομικές Διατάξεις
για το Ελεγκτικό Συνέδριο
[7] Ν 4700/2020
Ενιαίο κείµενο Δικονοµίας για το Ελεγκτικό Συνέδριο, ολοκληρωµένο νοµοθετικό πλαίσιο για τον προσυµβατικό
έλεγχο, τροποποιήσεις στον Κώδικα Νόµων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, διατάξεις για την αποτελεσµατική απονοµή
της δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις 165
[Άρθρα 1-323, 340-357]
[8] Ν 4239/2014
Δίκαιη ικανοποίηση λόγω υπέρβασης της εύλογης
διάρκειας της δίκης, στα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια
και στο Ελεγκτικό Συνέδριο και άλλες διατάξεις 347
[Άρθρα 1-6, 13]
[9] ΠΔ 95/2014
Ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων, ηλεκτρονική
χορήγηση σχετικών πιστοποιητικών και λοιπών
εγγράφων στο Ελεγκτικό Συνέδριο 353
[10] ΠΔ 169/2007
Κωδικοποίηση σε ενιαίο κείµενο, µε τον τίτλο «Κώδικας
Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων» των διατάξεων
που ισχύουν για την απονοµή των πολιτικών και
στρατιωτικών συντάξεων 360
[Άρθρα 66, 67]
IV. Προσυµβατικός έλεγχος
[11] Ν 4700/2020
Ενιαίο κείµενο Δικονοµίας για το Ελεγκτικό Συνέδριο, ολοκληρωµένο νοµοθετικό πλαίσιο για τον προσυµβατικό
έλεγχο, τροποποιήσεις στον Κώδικα Νόµων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, διατάξεις για την αποτελεσµατική απονοµή της δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις 370
[Άρθρα 324-339]
[12] Ν 4914/2022
Διαχείριση, έλεγχος και εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων
για την Προγραμματική Περίοδο 2021-2027, σύσταση
Ανώνυμης Εταιρείας «Εθνικό Μητρώο Νεοφυών
Επιχειρήσεων Α.Ε.» και άλλες διατάξεις 387
[Άρθρα 35-47, 106]
[13] ΥΑ 114274/2022
Διαδικασίες ελέγχου νομιμότητας διαδικασιών ανάθεσης
και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων στο πλαίσιο
των Τομεακών και Περιφερειακών Προγραμμάτων
του ΕΣΠΑ 2021-2027 (έλεγχος δημοσίων συμβάσεων
του άρθρου 38 του Ν 4914/2022 - Α΄ 61) 426
[14] Ν 4412/2016
Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ) 435
[Άρθρο 105 παρ. 3 περ. γ]
[15] N 3986/2011
Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 436
[Άρθρο 9 παρ. 4]
[16] Ν 3852/2010
Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της
Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης 438
[Άρθρα 100, 286]
[17] Απόφ. ΕλΣυν Ολ ΦΓ8/38154/2023
Διενέργεια προσυμβατικού ελέγχου από το Ελεγκτικό
Συνέδριο με τη χρήση των δυνατοτήτων που παρέχει
το Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων
Συμβάσεων (ΕΣΗΔΗΣ) 447
Β. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Ι. Δημοσιονομική διαχείριση - Δημόσιο λογιστικό
- Πληρωμή δημόσιων δαπανών
[18] Ν 4270/2014
Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας
(ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) - δημόσιο
λογιστικό και άλλες διατάξεις 453
[Άρθρα 1-62, 183]
[19] ΝΔ 496/1974
Περί Λογιστικού των Νοµικών Προσώπων
Δηµοσίου Δικαίου 578
[20] ΠΔ 80/2016
Ανάληψη υποχρεώσεων από τους διατάκτες 624
[21] N 4446/2016
Πτωχευτικός Κώδικας, Διοικητική Δικαιοσύνη,
Τέλη-Παράβολα, Οικειοθελής αποκάλυψη φορολογητέας
ύλης παρελθόντων ετών, Ηλεκτρονικές συναλλαγές,
Τροποποιήσεις του Ν 4270/2014 και λοιπές διατάξεις 645
[Άρθρα 75-91, 96]
[22] ΠΔ 142/2017
Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών 668
[Άρθρα 51-66, 68, 69, 74-76]
[23] ΝΔ 1264 της 16/25.4.1942
Περί τροποποιήσεως και συµπληρώσεως των διατάξεων
περί Οικονοµικής Επιθεωρήσεως 739
[Άρθρο 12]
[24] Απόφ. ΕλΣυν Ολ ΦΓ8/35797/2025
Διαδικασία ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο
της οικονομικής διαχείρισης του Ειδικού Λογαριασμού
Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων 743
ΙΙ. Εσωτερικός έλεγχος
[25] Ν 4270/2014
Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας
(ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) - δημόσιο
λογιστικό και άλλες διατάξεις 751
[Άρθρα 168]
[26] N 3492/2006
Οργάνωση συστήματος ελέγχου για τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης του Κρατικού Προϋπολογισμού
και των εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού φορέων
και άλλες διατάξεις 752
[Άρθρα 1-4, 12-21, 37]
[27] N 4622/2019
Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια
της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της
κεντρικής δημόσιας διοίκησης 775
[Άρθρα 39, 82-103, 118, 120]
[28] Ν 4795/2021
Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου του Δημόσιου Τομέα,
Σύμβουλος Ακεραιότητας στη δημόσια διοίκηση και
άλλες διατάξεις για τη δημόσια διοίκηση και την τοπική αυτοδιοίκηση 867
[Άρθρα 1-22Ζ, 79, 81, 84]
[29] Κανονιστική Απόφ. ΕλΣυν Ολ ΦΓ8/28662/2020
Ορισμός Συστήματος Εσωτερικού Ελέγχου
εντός του Ελεγκτικού Συνεδρίου 898
[30] Κανονιστική Απόφ. ΕλΣυν Ολ ΦΓ8/55081
Διαδικασία Ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο της ύπαρξης,
της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας Συστήματος Εσωτερικού Ελέγχου στους φορείς που υπάγονται
στην ελεγκτική του δικαιοδοσία 903
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 913
Σελ. 1
Α. ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
Ι. Συνταγματικές ρυθμίσεις
[1] ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ* [1975/1986/2001/2008/2019]
[Άρθρα 37 παρ. 3, 73 παρ. 2, 79 παρ. 7, 90, 91, 92 παρ. 1-3, 93 παρ. 2-4, 94 παρ. 1, 98, 99, 100, 118]
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
Πρόεδρος της Δηµοκρατίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Εξουσίες και ευθύνη από τις πράξεις του Προέδρου
Άρθ. 37 [...] 3. Αν δεν διαπιστωθεί αυτή η δυνατότητα, ο Πρόεδρος της Δηµοκρατίας παρέχει διερευνητική εντολή στον αρχηγό
Σελ. 2
του δεύτερου σε κοινοβουλευτική δύναµη κόµµατος και εάν δεν τελεσφορήσει και αυτή, ο Πρόεδρος της Δηµοκρατίας δίνει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του τρίτου σε κοινοβουλευτική δύναµη κόµµατος. Κάθε διερευνητική εντολή ισχύει για τρεις ηµέρες. Αν οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν, ο Πρόεδρος της Δηµοκρατίας καλεί τους αρχηγούς των κοµµάτων και, αν επιβεβαιωθεί η αδυναµία σχηµατισµού Κυβέρνησης που να έχει την εµπιστοσύνη της Βουλής, επιδιώκει το σχηµατισµό Κυβέρνησης από όλα τα κόµµατα της Βουλής για τη διενέργεια εκλογών και σε περίπτωση αποτυχίας αναθέτει στον Πρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου το σχηµατισµό Κυβέρνησης, όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές, και διαλύει τη Βουλή. [Όπως η παρ. 3 τροποποιήθηκε και αναριθµήθηκε µε το Ψήφισµα της 6.3.1986.]
Ερµηνευτική δήλωση: Στις διερευνητικές εντολές, αν κόµµατα είναι ισοδύναµα σε βουλευτικές έδρες, προηγείται εκείνο που έλαβε περισσότερες ψήφους στις εκλογές· νεοσχηµατισµένο κόµµα µε κοινοβουλευτική οµάδα, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στον Κανονισµό της Βουλής, έπεται του παλαιότερου µε ίσο αριθµό εδρών. Στις δύο αυτές περιπτώσεις δεν παρέχονται διευρευνητικές εντολές σε περισσότερα από τέσσερα κόµµατα. [Όπως η ερµηνευτική δήλωση προστέθηκε µε το Ψήφισµα της 6.3.1986.]
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Βουλή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Νοµοθετική λειτουργία της Βουλής
Άρθ. 73 [...] 2. Νοµοσχέδια που αναφέρονται οπωσδήποτε στην απονοµή σύνταξης και στις προϋποθέσεις της υποβάλλονται µόνο από τον Υπουργό Οικονοµικών ύστερα από γνωµοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου· αν πρόκειται για συντάξεις που επιβαρύ-
Σελ. 3
νουν τον προϋπολογισµό οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου, υποβάλλονται από τον αρµόδιο Υπουργό και τον Υπουργό Οικονοµικών. Τα νοµοσχέδια για συντάξεις πρέπει να είναι ειδικά· δεν επιτρέπεται, µε ποινή την ακυρότητα, να αναγράφονται διατάξεις για συντάξεις σε νόµους που αποσκοπούν στη ρύθµιση άλλων θεµάτων. [...]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
Φορολογία και δηµοσιονοµική διαχείριση
Άρθ. 79 [...] 7. Το αργότερο µέσα σε ένα έτος από τη λήξη του οικονοµικού έτους κατατίθεται στη Βουλή ο απολογισµός, καθώς και ο γενικός ισολογισµός του Κράτους, που συνοδεύονται υποχρεωτικά από την κατά το άρθρο 98 παράγραφος 1 περίπτωση ε΄ έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εξετάζονται από ειδική επιτροπή βουλευτών και κυρώνονται από την Ολοµέλεια της Βουλής, σύµφωνα µε όσα ορίζει ο Κανονισµός. [Όπως η παρ. 7 του άρθρου 79 αντικαταστάθηκε από το Ψήφισµα της 6.4.2001.]
[...]
ΤMHMA E΄
Δικαστική Εξουσία
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Δικαστικοί λειτουργοί και υπάλληλοι
Άρθ. 90 1. Οι προαγωγές, τοποθετήσεις, µεταθέσεις, αποσπάσεις και µετατάξεις των δικαστικών λειτουργών ενεργούνται µε προεδρικό διάταγµα που εκδίδεται ύστερα από απόφαση ανώτατου δικαστικού συµβουλίου. Αυτό συγκροτείται από τον πρόεδρο του οικείου ανώτατου δικαστηρίου και από µέλη του ίδιου δικαστηρίου που ορίζονται µε κλήρωση µεταξύ εκείνων που έχουν τουλάχιστον δύο ετών υπηρεσία στο δικαστήριο αυτό, όπως
Σελ. 4
νόµος ορίζει. Στο ανώτατο δικαστικό συµβούλιο της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης µετέχει και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, καθώς και δύο Αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου που ορίζονται µε κλήρωση µεταξύ εκείνων που έχουν τουλάχιστον δύο ετών υπηρεσία στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, όπως νόµος ορίζει. Στο ανώτατο δικαστικό συµβούλιο του Συµβουλίου της Επικρατείας και της διοικητικής δικαιοσύνης µετέχει και ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας που υπηρετεί σε αυτά για τα θέµατα που αφορούν τους δικαστικούς λειτουργούς των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και της Γενικής Επιτροπείας. Στο ανώτατο δικαστικό συµβούλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου µετέχει και ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας που υπηρετεί σε αυτό.
Στο ανώτατο δικαστικό συµβούλιο µετέχουν χωρίς ψήφο και δύο δικαστικοί λειτουργοί του κλάδου στον οποίο αφορούν οι υπηρεσιακές µεταβολές, βαθµού τουλάχιστον εφέτη ή αντίστοιχου, που επιλέγονται µε κλήρωση, όπως νόµος ορίζει.
2. Το συµβούλιο της παραγράφου 1 συγκροτείται µε αυξηµένη σύνθεση, όπως νόµος ορίζει, όταν κρίνει για προαγωγές στις θέσεις των συµβούλων της Επικρατείας, αρεοπαγιτών, αντεισαγγελέων του Αρείου Πάγου, συµβούλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Προέδρων Εφετών και Εισαγγελέων Εφετών, καθώς και για την επιλογή των µελών των Γενικών Επιτροπειών των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Κατά τα λοιπά ισχύουν και στην περίπτωση αυτή οι διατάξεις της παραγράφου 1.
3. Αν ο Υπουργός Δικαιοσύνης διαφωνεί µε την κρίση ανώτατου δικαστικού συµβουλίου, µπορεί να παραπέµπει το ζήτηµα στην ολοµέλεια του οικείου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόµος ορίζει. Δικαίωµα προσφυγής έχει και ο δικαστικός λειτουργός στον οποίο αφορά η κρίση, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόµος.
Σελ. 5
Κατά τη συνεδρίαση της ολοµέλειας του οικείου ανώτατου δικαστηρίου ως δευτεροβάθµιου ανώτατου δικαστικού συµβουλίου ισχύουν οι διατάξεις των εδαφίων τρία έως έξι της παραγράφου 1. Στην ολοµέλεια του Αρείου Πάγου στις περιπτώσεις του προηγούµενου εδαφίου µετέχουν µετά ψήφου και τα µέλη της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου.
4. Οι αποφάσεις της ολοµέλειας ως δευτεροβάθµιου ανώτατου δικαστικού συµβουλίου για το ζήτηµα που έχει παραπεµφθεί σε αυτήν, καθώς και οι αποφάσεις του ανώτατου δικαστικού συµβουλίου, µε τις οποίες δεν διαφώνησε ο Υπουργός είναι γι’ αυτόν υποχρεωτικές.
5. Οι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου και του αντιπροέδρου του Συµβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται µε προεδρικό διάταγµα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συµβουλίου, µε επιλογή µεταξύ των µελών του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόµος ορίζει. Η προαγωγή στη θέση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ενεργείται µε όµοιο διάταγµα, µε επιλογή µεταξύ των µελών του Αρείου Πάγου και των αντεισαγγελέων του, όπως νόµος ορίζει. Η προαγωγή στη θέση του γενικού επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργείται µε όµοιο διάταγµα µε επιλογή µεταξύ των µελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας, όπως νόµος ορίζει. Η προαγωγή στις θέσεις του γενικού επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων ενεργείται µε όµοιο επίσης διάταγµα µε επιλογή µεταξύ των µελών της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας και των προέδρων εφετών των διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόµος ορίζει.
Η θητεία του Προέδρου του Συµβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και του Ει-
Σελ. 6
σαγγελέα του Αρείου Πάγου και των Γενικών Επιτρόπων των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν µπορεί να είναι µεγαλύτερη των τεσσάρων ετών ακόµη και αν ο δικαστικός λειτουργός που κατέχει τη θέση δεν καταλαµβάνεται από το όριο ηλικίας. Ο τυχόν υπολειπόµενος µέχρι τη συµπλήρωση του ορίου ηλικίας χρόνος λογίζεται ως πραγµατική συντάξιµη υπηρεσία, όπως νόµος ορίζει.
[Όπως οι παρ. 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 90 αντικαταστάθηκαν από το Ψήφισµα της 6.4.2001.]
6. Οι αποφάσεις ή πράξεις κατά τις διατάξεις αυτού του άρθρου δεν προσβάλλονται στο Συµβούλιο της Επικρατείας.
Άρθ. 91 1. Η πειθαρχική εξουσία στους δικαστικούς λειτουργούς, από το βαθµό του αρεοπαγίτη ή αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και πάνω, ή στους αντίστοιχους µε αυτούς, ασκείται από ανώτατο πειθαρχικό συµβούλιο, όπως νόµος ορίζει.
Την πειθαρχική αγωγή εγείρει ο Υπουργός Δικαιοσύνης.
2. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συµβούλιο συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας, ως Πρόεδρό του, από δύο αντιπροέδρους ή συµβούλους της Επικρατείας, δύο αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου ή αρεοπαγίτες, δύο αντιπροέδρους ή συµβούλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και δύο τακτικούς καθηγητές νοµικών µαθηµάτων των νοµικών σχολών των πανεπιστηµίων της Χώρας, ως µέλη. Τα µέλη του Συµβουλίου ορίζονται µε κλήρωση µεταξύ εκείνων που έχουν υπηρεσία τριών τουλάχιστον ετών στο οικείο ανώτατο δικαστήριο ή σε νοµική σχολή και κάθε φορά που το Συµβούλιο καλείται να αποφασίσει για ενέργεια µέλους ανώτατου δικαστηρίου, εισαγγελέα ή επιτρόπου, αποκλείονται από τη σύνθεσή του τα µέλη που ανήκουν στο οικείο δικαστήριο. Εφόσον πρόκειται για πειθαρχική δίωξη κατά
Σελ. 7
µελών του Συµβουλίου της Επικρατείας, στο Ανώτατο Πειθαρχικό Συµβούλιο προεδρεύει ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
3. Η πειθαρχική εξουσία στους λοιπούς δικαστικούς λειτουργούς ασκείται σε πρώτο και δεύτερο βαθµό από συµβούλια που συγκροτούνται µε κλήρωση από τακτικούς δικαστές, κατά τους ορισµούς του νόµου. Την πειθαρχική αγωγή εγείρει και ο Υπουργός της Δικαιοσύνης.
4. Οι κατά τις διατάξεις αυτού του άρθρου πειθαρχικές αποφάσεις δεν προσβάλλονται στο Συµβούλιο της Επικρατείας.
Άρθ. 92 1. Οι υπάλληλοι της γραµµατείας όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών είναι µόνιµοι. Μπορεί να παυθούν µόνο µε δικαστική απόφαση εξαιτίας ποινικής καταδίκης, ή µε απόφαση δικαστικού συµβουλίου για βαρύ πειθαρχικό παράπτωµα, ασθένεια ή αναπηρία ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια που βεβαιώνονται, όπως νόµος ορίζει.
2. Νόµος ορίζει τα προσόντα των υπαλλήλων της γραµµατείας όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών, καθώς και τα σχετικά µε την κατάστασή τους γενικά.
3. Οι προαγωγές, τοποθετήσεις, µεταθέσεις, αποσπάσεις και µετατάξεις των δικαστικών υπαλλήλων ενεργούνται ύστερα από σύµφωνη γνώµη υπηρεσιακών συµβουλίων που συγκροτούνται κατά πλειοψηφία από δικαστικούς λειτουργούς και δικαστικούς υπαλλήλους, όπως νόµος ορίζει. Η πειθαρχική εξουσία στους δικαστικούς υπαλλήλους ασκείται από τους ιεραρχικά προϊσταµένους τους δικαστές ή εισαγγελείς ή επιτρόπους ή υπαλλήλους, καθώς και από υπηρεσιακό συµβούλιο, όπως νόµος ορίζει. Κατά των αποφάσεων που αφορούν µεταβολές της υπηρεσιακής κατάστασης των δικαστικών υπαλλήλων, καθώς και κατά των πειθαρχικών αποφάσεων των υπηρεσιακών συµβουλίων επιτρέπε-
Σελ. 8
ται προσφυγή, όπως νόµος ορίζει. [Όπως η παρ. 3 του άρθρου 92 αντικαταστάθηκε από το Ψήφισµα της 6.4.2001.] [...]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Οργάνωση και δικαιοδοσία των δικαστηρίων
Άρθ. 93 [...] 2. Οι συνεδριάσεις κάθε δικαστηρίου είναι δηµόσιες, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει µε απόφασή του ότι η δηµοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων.
3. Κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικά και εµπεριστατωµένα αιτιολογηµένη και απαγγέλλεται σε δηµόσια συνεδρίαση.
Νόµος ορίζει τις έννοµες συνέπειες που επέρχονται και τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης του προηγούµενου εδαφίου. Η γνώµη της µειοψηφίας δηµοσιεύεται υποχρεωτικά. Νόµος ορίζει τα σχετικά µε την καταχώριση στα πρακτικά ενδεχόµενης µειοψηφίας, καθώς και τους όρους και τις προϋποθέσεις της δηµοσιότητάς της. [Όπως η παρ. 3 του άρθρου 93 αντικαταστάθηκε από το Ψήφισµα της 6.4.2001.]
4. Τα δικαστήρια υποχρεούνται να µην εφαρµόζουν νόµο που το περιεχόµενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγµα.
Άρθ. 94 1. Στο Συµβούλιο της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές, όπως νόµος ορίζει, µε την επιφύλαξη των αρµοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου. [...]
[Το άρθρο 94 αντικαταστάθηκε από το Ψήφισµα της 6.4.2001.]
Άρθ. 98 1. Στην αρµοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκουν ιδίως:
Σελ. 9
α. Ο έλεγχος των δαπανών του Κράτους, καθώς και των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νοµικών προσώπων, που υπάγονται µε ειδική διάταξη νόµου στο καθεστώς αυτό.
β. Ο έλεγχος συµβάσεων µεγάλης οικονοµικής αξίας στις οποίες αντισυµβαλλόµενος είναι το Δηµόσιο ή άλλο νοµικό πρόσωπο που εξοµοιώνεται µε το Δηµόσιο από την άποψη αυτή, όπως νόµος ορίζει.
γ. Ο έλεγχος των λογαριασµών των δηµόσιων υπολόγων και των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νοµικών προσώπων, που υπάγονται στον προβλεπόµενο από το εδάφιο α΄ έλεγχο.
δ. Η γνωµοδότηση για τα νοµοσχέδια που αφορούν συντάξεις ή αναγνώριση υπηρεσίας για την παροχή δικαιώµατος σύνταξης σύµφωνα µε την παράγραφο 2 του άρθρου 73, καθώς και για κάθε άλλο θέµα που ορίζει ο νόµος.
ε. Η σύνταξη και η υποβολή έκθεσης προς τη Βουλή για τον απολογισµό και ισολογισµό του Κράτους κατά το άρθρο 79 παράγραφος 7.
στ. Η εκδίκαση διαφορών σχετικά µε την απονοµή συντάξεων, καθώς και µε τον έλεγχο των λογαριασµών του εδαφίου γ΄.
ζ. Η εκδίκαση υποθέσεων που αναφέρονται στην ευθύνη των πολιτικών ή στρατιωτικών δηµόσιων υπαλλήλων, καθώς και των υπαλλήλων των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης και των άλλων νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου για κάθε ζηµία που από δόλο ή αµέλεια προκλήθηκε στο Κράτος, τους οργανισµούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε άλλα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου. [Όπως η παρ. 1 του άρθρου 98 αντικαταστάθηκε από το Ψήφισµα της 6.4.2001.]
Σελ. 10
2. Οι αρµοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου ρυθµίζονται και ασκούνται, όπως νόµος ορίζει.
Στις περιπτώσεις των στοιχείων α΄ έως δ΄ της προηγούµενης παραγράφου δεν εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 93 παράγραφοι 2 και 3.
3. Οι αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου για υποθέσεις της παραγράφου 1 δεν υπόκεινται στον έλεγχο του Συµβουλίου της Επικρατείας.
Άρθ. 99 1. Αγωγές κακοδικίας κατά δικαστικών λειτουργών δικάζονται, όπως νόµος ορίζει, από ειδικό δικαστήριο που συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας, ως Πρόεδρό του, και από ένα σύµβουλο της Επικρατείας, έναν αρεοπαγίτη, ένα σύµβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δύο τακτικούς καθηγητές νοµικών µαθηµάτων των νοµικών σχολών των πανεπιστηµίων της Χώρας και δύο δικηγόρους, µέλη του Ανώτατου Πειθαρχικού Συµβουλίου των δικηγόρων, ως µέλη, που ορίζονται µε κλήρωση.
2. Από τα µέλη του ειδικού δικαστηρίου εξαιρείται κάθε φορά εκείνο που ανήκει στο σώµα ή τον κλάδο της δικαιοσύνης που για ενέργεια ή παράλειψη λειτουργών του καλείται να αποφανθεί το δικαστήριο. Εφόσον πρόκειται για αγωγή κακοδικίας κατά µέλους του Συµβουλίου της Επικρατείας ή λειτουργών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, στο ειδικό αυτό δικαστήριο προεδρεύει ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
3. Δεν απαιτείται άδεια για να εγερθεί αγωγή κακοδικίας.
Άρθ. 100 1. Συνιστάται Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο στο οποίο υπάγονται:
α) Η εκδίκαση ενστάσεων κατά το άρθρο 58.
Σελ. 11
β) Ο έλεγχος του κύρους και των αποτελεσµάτων δηµοψηφίσµατος που ενεργείται κατά το άρθρο 44 παράγραφος 2.
γ) Η κρίση για τα ασυµβίβαστα ή την έκπτωση βουλευτή, κατά τα άρθρα 55 παράγραφος 2 και 57.
δ) Η άρση των συγκρούσεων µεταξύ των δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών ή µεταξύ του Συµβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αφενός και των αστικών και ποινικών δικαστηρίων αφετέρου ή, τέλος, µεταξύ του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των λοιπών δικαστηρίων.
ε) Η άρση της αµφισβήτησης για την ουσιαστική αντισυνταγµατικότητα ή την έννοια διατάξεων τυπικού νόµου, αν εκδόθηκαν γι’ αυτές αντίθετες αποφάσεις του Συµβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
στ) Η άρση της αµφισβήτησης για το χαρακτηρισµό κανόνων του διεθνούς δικαίου ως γενικά παραδεγµένων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 28.
2. Το δικαστήριο της προηγούµενης παραγράφου συγκροτείται από τους Προέδρους του Συµβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, από τέσσερις συµβούλους της Επικρατείας και από τέσσερις αρεοπαγίτες, που ορίζονται ως µέλη µε κλήρωση κάθε δύο χρόνια. Στο δικαστήριο αυτό προεδρεύει ο αρχαιότερος από τους Προέδρους του Συµβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου.
Στις περιπτώσεις δ΄ και ε΄ της προηγούµενης παραγράφου µετέχουν στη σύνθεση του δικαστηρίου και δύο τακτικοί καθηγητές νοµικών µαθηµάτων των νοµικών σχολών των πανεπιστηµίων της Χώρας, οι οποίοι ορίζονται µε κλήρωση.
Σελ. 12
3. Η οργάνωση και λειτουργία του δικαστηρίου, τα σχετικά µε τον ορισµό, την αναπλήρωση και την επικουρία των µελών του, καθώς και τα σχετικά µε τη διαδικασία σ’ αυτό ορίζονται µε ειδικό νόµο.
4. Οι αποφάσεις του δικαστηρίου είναι αµετάκλητες.
Διάταξη νόµου, που κηρύσσεται αντισυνταγµατική, είναι ανίσχυρη από τη δηµοσίευση της σχετικής απόφασης ή από το χρόνο που ορίζεται µε την απόφαση.
5. Όταν τµήµα του Συµβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου κρίνει διάταξη τυπικού νόµου αντισυνταγµατική παραπέµπει υποχρεωτικά το ζήτηµα στην οικεία ολοµέλεια, εκτός αν αυτό έχει κριθεί µε προηγούµενη απόφαση της ολοµέλειας ή του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου αυτού. Η ολοµέλεια συγκροτείται σε δικαστικό σχηµατισµό και αποφαίνεται οριστικά, όπως νόµος ορίζει. Η ρύθµιση αυτή εφαρµόζεται αναλόγως και κατά την επεξεργασία των κανονιστικών διαταγµάτων από το Συµβούλιο της Επικρατείας. [Όπως η παρ. 5 του άρθρου 100 προστέθηκε µε το Ψήφισµα της 6.4.2001.]
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΕΙΔΙΚΕΣ ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Μεταβατικές διατάξεις
Άρθ. 118 1. Αφότου αρχίσει να ισχύει το Σύνταγµα οι δικαστικοί λειτουργοί, από το βαθµό του προέδρου ή εισαγγελέα εφετών και άνω, ή τον αντίστοιχο µε αυτούς, αποχωρούν από την υπηρεσία, όπως έως τώρα, µόλις συµπληρώσουν το εβδοµηκοστό έτος της ηλικίας τους· το όριο αυτό µειώνεται από το έτος 1977 κατά ένα έτος ετησίως έως το εξηκοστό έβδοµο έτος.
Σελ. 13
2. Ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, που δεν υπηρετούσαν κατά την έναρξη της ισχύος της συντακτικής πράξης της 4/5 Σεπτεµβρίου 1974 «περί αποκαταστάσεως της τάξεως και ευρυθµίας εν τη Δικαιοσύνη», και υποβιβάστηκαν σύµφωνα µε την πράξη αυτή λόγω του χρόνου που πραγµατοποιήθηκε η προαγωγή τους, και κατά των οποίων δεν ασκήθηκε η κατά το άρθρο 6 της ίδιας συντακτικής πράξης πειθαρχική δίωξη, παραπέµπονται υποχρεωτικά από τον αρµόδιο Υπουργό στο Ανώτατο Πειθαρχικό Συµβούλιο µέσα σε τρείς µήνες από την ισχύ του Συντάγµατος.
Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συµβούλιο αποφαίνεται αν οι συνθήκες της προαγωγής µείωσαν το κύρος και την ιδιάζουσα υπηρεσιακή θέση εκείνου που είχε προαχθεί και αποφαίνεται οριστικά αν θα αποκτήσει πάλι ή όχι το βαθµό που έχασε αυτοµάτως, καθώς και τα δικαιώµατα που συνδέονται µε αυτόν· αποκλείεται η είσπραξη αναδροµικά διαφοράς αποδοχών ή σύνταξης.
Η απόφαση εκδίδεται υποχρεωτικά µέσα σε τρεις µήνες από την παραποµπή.
Οι στενότεροι κατά βαθµό συγγενείς του δικαστικού που υποβιβάστηκε και πέθανε, οι οποίοι βρίσκονται στη ζωή, µπορούν να ασκήσουν στο Ανώτατο Πειθαρχικό Συµβούλιο όλα τα δικαιώµατα που αναγνωρίζονται στους δικαζοµένους.
3. Ώσπου να εκδοθεί ο κατά το άρθρο 101 παράγραφος 3 νόµος εξακολουθούν να εφαρµόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για την κατανοµή αρµοδιοτήτων µεταξύ κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών. Οι διατάξεις αυτές µπορεί να τροποποιούνται µε τη µεταφορά ειδικών αρµοδιοτήτων από τις κεντρικές στις περιφερειακές υπηρεσίες.
Σελ. 14
4. Η ισχύς των αναθεωρηµένων διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 89 αρχίζει µε τη θέση σε ισχύ του σχετικού εκτελεστικού νόµου και πάντως από 1.1.2002.
5. Οι πρόεδροι ανώτατων δικαστηρίων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, οι γενικοί επίτροποι των διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και ο Πρόεδρος του Νοµικού Συµβουλίου του Κράτους που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος της αναθεωρηµένης διάταξης της παραγράφου 5 του άρθρου 90, αποχωρούν από την υπηρεσία, όπως προβλέπει η παράγραφος 5 του άρθρου 88.
6. Προβλεπόµενες ή διατηρούµενες στο νόµο 2190/1994, όπως αυτός ισχύει, εξαιρέσεις από την αρµοδιότητα του Ανώτατου Συµβουλίου Επιλογής Προσωπικού εξακολουθούν να ισχύουν.
7. Νοµοθετικές ρυθµίσεις που αφορούν την τακτοποίηση της υπηρεσιακής κατάστασης προσωπικού που υπάγεται στην παράγραφο 8 του άρθρου 103 εξακολουθούν να ισχύουν µέχρι την ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών. [Όπως οι παρ. 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 118 προστέθηκαν µε το Ψήφισµα της 6.4.2001.]
Σελ. 15
ΙI. Οργανικός Νόμος Ελεγκτικού Συνεδρίου / Κανονιστικές Αποφάσεις
[2] Ν 4820/2021
Οργανικός Νόµος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και άλλες ρυθµίσεις*
(ΦΕΚ Α΄ 130/23.7.2021)
[Άρθρα 1-167, 178]
Σηµ.: Ο Ν 4129/2013 «Κύρωση του Κώδικα Νόµων για το Ελεγκτικό Συνέδριο» καταργήθηκε από το άρθρο 166 του Ν 4820/2021.
Σελ. 16
ΠΡΩΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
ΟΡΓΑΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Ο θεσµός
Άρθ. 1 Φύση. Το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι το ανώτατο δηµοσιονοµικό Δικαστήριο και συγχρόνως ο ανώτατος θεσµός δηµοσιονοµικού ελέγχου στη Χώρα. Αποτελεί πλήρη και αυτοτελή δικαιοδοτικό κλάδο. Η αµιγώς δικαστική του φύση διατηρείται ανεξάρτητα από τις ειδικότερες αρµοδιότητες που ασκεί.
Άρθ. 2 Αποστολή. 1. Το Ελεγκτικό Συνέδριο ασκεί δικαιοδοτικές, ελεγκτικές και γνωµοδοτικές αρµοδιότητες. Κατά την άσκηση των αρµοδιοτήτων του εγγυάται την τήρηση των αρχών του κράτους δικαίου, της δηµοσιονοµικής βιωσιµότητας και της δίκαιης δίκης.
2. Το Ελεγκτικό Συνέδριο παρακολουθεί επίσης την τήρηση της νοµιµότητας, της κανονικότητας και των αρχών της καλής διακυβέρνησης στο σύνολο των δηµόσιων φορέων, και επιτηρεί τους δηµόσιους υπολόγους. Ασκεί κάθε συµβατή µε τη φύση του αρµοδιότητα που του ανατίθεται µε νόµο.
Άρθ. 3 Ανεξαρτησία. 1. Το Ελεγκτικό Συνέδριο προγραµµατίζει και εκτελεί τους ελέγχους του µε πλήρη ανεξαρτησία από τη νοµοθετική, την εκτελεστική και τη λοιπή δικαστική λειτουργία.
2. Το Ελεγκτικό Συνέδριο συνεργάζεται µε τη Βουλή για τον έλεγχο της δηµόσιας διαχείρισης.
Σελ. 17
Άρθ. 4 Εναρµόνιση µε διεθνείς αρχές και κανόνες. 1. Για τον προγραµµατισµό και τη διεξαγωγή των ελέγχων του, το Ελεγκτικό Συνέδριο εναρµονίζεται µε τις διεθνώς αναγνωρισµένες καλές πρακτικές ποιότητας.
2. Κατά την άσκηση της δικαιοδοτικής του λειτουργίας, το Ελεγκτικό Συνέδριο φροντίζει, µε σεβασµό προς το Σύνταγµα, να τηρούνται οι διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, ιδίως σχετικώς µε την προστασία των θεµελιωδών δικαιωµάτων του ανθρώπου και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
3. Αναφορικά µε τα φυσικά και νοµικά πρόσωπα ή τους δηµόσιους φορείς που ελέγχει, καθώς και µε τους διαδίκους που υπάγονται στη δικαιοδοσία του, το Ελεγκτικό Συνέδριο ερµηνεύει και εφαρµόζει τον νόµο µε πνεύµα δίκαιης ισορροπίας, τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας.
Άρθ. 5 Χάρτες Δεοντολογίας. Η Ολοµέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου εκδίδει Χάρτες Δεοντολογίας, στους οποίους περιλαµβάνονται κατευθύνσεις για την άρση διληµµάτων δεοντολογικής φύσης που µπορεί να αντιµετωπίζουν οι δικαστικοί λειτουργοί και οι δικαστικοί υπάλληλοι του Συνεδρίου, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Άρθ. 6 Σεβασµός της ελευθερίας της πληροφόρησης και προστασία των προσωπικών δεδοµένων. Κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών, ελεγκτικών και γνωµοδοτικών του αρµοδιοτήτων το Ελεγκτικό Συνέδριο µεριµνά, ώστε ο σεβασµός του δικαιώµατος στην προστασία των προσωπικών δεδοµένων να εναρµονίζεται µε την ελευθερία της πληροφόρησης. Κατά την άσκηση της διοικητικής του λειτουργίας τηρεί τους κανόνες που ισχύουν για κάθε δηµόσια υπηρεσία.
Σελ. 18
Άρθ. 7 Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι ανεξάρτητη δικαστική αρχή, η οποία δρα ενιαία και αδιαίρετα υπέρ του δηµοσίου συµφέροντος. Συµµετέχει στην άσκηση της δικαιοδοτικής και γνωµοδοτικής λειτουργίας του Δικαστηρίου, συµβάλλοντας στην τήρηση των αρχών της δίκαιης δίκης, καθώς και στη διασφάλιση της ενότητας της νοµολογίας του και στον σεβασµό του εύρους της δικαιοδοσίας του. Μεριµνά ιδίως, για τη δίκαιη απόδοση ευθυνών στις περιπτώσεις που κινεί τη δικαστική διαδικασία καταλογισµού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Αρµοδιότητες
Άρθ. 8 Δικαιοδοτικές αρµοδιότητες. 1. Το Ελεγκτικό Συνέδριο δικάζει, σύµφωνα µε την περ. στ’ της παρ. 1 του άρθρου 98 του Συντάγµατος, τα ένδικα βοηθήµατα και µέσα κατά καταλογιστικών πράξεων ή αποφάσεων που εκδίδονται κατά τον έλεγχο των δηµόσιων λογαριασµών και τη λογοδοσία των δηµόσιων υπολόγων ή όσων εξοµοιώνονται από τον νόµο µε αυτούς. Στις αρµοδιότητες αυτές περιλαµβάνονται:
(α) Η εκδίκαση ενδίκων βοηθηµάτων και µέσων κατά καταλογιστικών πράξεων ή αποφάσεων των οργάνων της διοίκησης, οι οποίες αφορούν στη διαχείριση υλικού ή χρηµάτων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και αυτές που αφορούν στη διαχείριση των επιχορηγήσεων και κάθε είδους χρηµατοδοτήσεων από τους ανωτέρω φορείς προς νοµικά πρόσωπα ή ιδιώτες.
(β) Η εκδίκαση ενδίκων βοηθηµάτων και µέσων κατά πράξεων Κλιµακίου ή Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που εκδίδονται κατά τον έλεγχο των λογαριασµών των δηµόσιων υπολόγων, των απολογισµών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης
Σελ. 19
και των επιχορηγήσεων ή χρηµατοδοτήσεων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης προς νοµικά πρόσωπα και ιδιώτες.
(γ) Η εκδίκαση ενδίκων βοηθηµάτων και µέσων κατά πράξεων ή αποφάσεων καταλογισµού που εκδίδονται από Κλιµάκια ή από Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τον έλεγχο του Ειδικού Λογαριασµού Γεωργικών Εγγυήσεων ή που αφορούν σε υπολόγους για παράνοµη ή αχρεώστητη πληρωµή σε βάρος του Λογαριασµού αυτού.
(δ) Η εκδίκαση ενδίκων βοηθηµάτων και µέσων κατά πράξεων καταλογισµού που εκδίδονται κατ’ εφαρµογή της νοµοθεσίας περί απαγόρευσης της πολυθεσίας και της υπέρβασης του ανώτατου ορίου απολαβών.
(ε) Η εκδίκαση ενδίκων βοηθηµάτων και µέσων κατά αποφάσεων καταλογισµού που εκδίδονται σε βάρος υπευθύνων για παρανόµως απασχολούµενο προσωπικό σε δηµόσιους φορείς.
(στ) Η εκδίκαση ενδίκων βοηθηµάτων και µέσων κατά αποφάσεων καταλογισµού που εκδίδονται σε βάρος των δηµοσιονοµικώς υπευθύνων και των λαβόντων για µη νόµιµες δαπάνες που πληρώθηκαν µε οποιονδήποτε τίτλο πληρωµής.
(ζ) Οι διαφορές από τη λογοδοσία µεταξύ δηµόσιων φορέων, στους οποίους περιλαµβάνεται και το Δηµόσιο, που γεννώνται λόγω της µη προσήκουσας ή για αλλότριο σκοπό διάθεσης από τον έναν του ποσού µε το οποίο είχε χρηµατοδοτηθεί από τον άλλον.
2. Το Ελεγκτικό Συνέδριο δικάζει επίσης:
(α) Ένδικα βοηθήµατα και µέσα που έχουν ασκηθεί από όποιον έχει έννοµο συµφέρον κατά καταλογιστικών πράξεων ή αποφάσεων, οι οποίες αφορούν στη διαχείριση υλικού, αξιών ή χρηµά
Σελ. 20
των του δηµοσίου, οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης, άλλων νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου, και νοµικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που χρηµατοδοτούνται από εθνικούς ή ενωσιακούς πόρους, καθώς και αυτών που αφορούν στη διαχείριση επιχορηγήσεων και χρηµατοδοτήσεων προς νοµικά πρόσωπα ή ιδιώτες, οι οποίες προέρχονται από τους πιο πάνω πόρους (παρ. 1 του άρθρου 68 του Ν 4055/2012, Α΄ 51).
(β) Τις υποθέσεις που ανακύπτουν από τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης των δηµόσιων εν γένει λειτουργών και υπαλλήλων, καθώς και των προσώπων που υπόκεινται σε υποχρέωση υποβολής δήλωσης περί την περιουσιακή τους κατάσταση (άρθρο 1 του Ν 3213/2003, Α’ 309 και παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν 4065/2012, Α΄ 77).
(γ) Ένδικα βοηθήµατα και µέσα κατά πράξεων καταλογισµού που εκδίδονται από τον Υπουργό Οικονοµικών σε βάρος εκκαθαριστών περιουσίας ή εκτελεστών διαθήκης για έλλειµµα ή ζηµία σε περιουσία που καταλείπεται υπέρ φορέα της Γενικής Κυβέρνησης, ή κοινωφελούς ιδρύµατος ή σωµατείου µε κοινωφελή σκοπό (άρθρο 31 του Ν 4182/2013, Α΄ 185).
(δ) Ένδικα βοηθήµατα και µέσα κατά αποφάσεων του Υπουργού Οικονοµικών περί επιβολής προστίµου σε βάρος των υπεύθυνων φορέων της Γενικής Κυβέρνησης για καθυστερηµένη υποβολή οικονοµικών στοιχείων στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (παρ. 22 του άρθρου 27 του Ν 2166/1993, Α΄ 137 και παρ. 1 του άρθρου 173 του Ν 4270/2014, Α΄ 143).
(ε) Ένδικα βοηθήµατα και µέσα κατά των αποφάσεων καταλογισµού που εκδίδονται από τη Γενική Γραµµατεία Αθλητισµού για µη νόµιµη διάθεση της ληφθείσας επιχορήγησης (παρ. 5 του άρθρου 50 του Ν 2725/1999, Α΄ 121).







