ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ (ΤΣΕΠΗΣ)
Ενημέρωση έως και τον Ν 5142/2024
- Εκδοση: 8η 2024
- Σχήμα: 12x17
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 360
- ISBN: 978-618-08-0454-6
H 8η έκδοση του έργου «Κώδικας Δικηγόρων» περιλαμβάνει τον Ν 4194/2013 με τα Παραρτήματά του, ενημερωμένο μέχρι και τον Ν 5142/2024, τον Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Λειτουργήματος, τον Κανονισμό Λειτουργίας των Πρωτοβάθμιων Πειθαρχικών Συμβουλίων των Δικηγορικών Συλλόγων, όπως εγκρίθηκε από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, τον Καταστατικό Χάρτη των Θεμελιωδών Αρχών του Ευρωπαϊκού Νομικού Επαγγέλματος και τον Κώδικα Δεοντολογίας για Ευρωπαίους Δικηγόρους.
Πρόκειται για ένα εύχρηστο, με ευέλικτο σχήμα κώδικα τσέπης, βοήθημα για κάθε δικηγόρο, αλλά και για τους ασκούμενους δικηγόρους, που καλούνται να εξεταστούν, μεταξύ άλλων μαθημάτων, στον Κώδικα Δικηγόρων και στον Κώδικα Δεοντολογίας.
Πρόλογος VII
[1] Ν 4194/2013
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ [Άρθρα 1-9] 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ - ΑΣΚΗΣΗ - ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ A΄- ΑΣΚΗΣΗ [Άρθρα 10-14] 8
ΤΜΗΜΑ Β΄- ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ
ΤΙΤΛΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΤΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΚΑΙ
ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΤΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ
[Άρθρα 15-17] 15
ΤΜΗΜΑ Γ΄- ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ
ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ [Άρθρα 18-22] 21
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ, ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΠΑΥΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ [Άρθρα 23-33] 27
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ
[Άρθρα 34-41] 40
XII
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄- ΕΜΜΙΣΘΗ ΕΝΤΟΛΗ [Άρθρα 42-46] 48
ΤΜΗΜΑ Β΄- ΑΛΛΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ
ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ [Άρθρα 47-48] 57
ΤΜΗΜΑ Γ΄- ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ [Άρθρα 49-56] 61
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΜΕΤΑΞΥ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ [Άρθρα 57-86] 72
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΟΙ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΟΙ
ΤΜΗΜΑ Α΄- ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ [Άρθρα 87-97] 96
ΤΜΗΜΑ Β΄- ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ [Άρθρα 98-102] 105
ΤΜΗΜΑ Γ΄- ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΕΣ [Άρθρα 103-127] 113
ΤΜΗΜΑ Δ΄- ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΜΗΤΡΩΟΥ [Άρθρα 128-129] 128
ΤΜΗΜΑ Ε΄- ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ [Άρθρα 130-132] 132
ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄- ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΕΔΡΩΝ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ
ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
[Άρθρα 133-138] 134
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
ΤΜΗΜΑ Α΄- ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ - ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ
[Άρθρα 139-141] 139
ΤΜΗΜΑ Β΄- ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ [Άρθρα 142-145] 143
ΤΜΗΜΑ Γ΄- ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ [Άρθρα 146-151] 145
ΤΜΗΜΑ Δ΄- ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ [Άρθρα 152-159] 153
XIII
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄
ΑΓΩΓΗ ΚΑΚΟΔΙΚΙΑΣ [Άρθρα 160-164] 162
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ [Άρθρα 165-166] 164
Παραρτήματα
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Πίνακας αμοιβών δικηγόρων για παραστάσεις
σε δικαστήρια - Ποινικές 170
Πίνακας αμοιβών δικηγόρων για παραστάσεις
σε δικαστήρια - Πολιτικές 173
Διοικητικά Δικαστήρια 184
Αθλητικά δικαστήρια - Αθλητικοί δικαστές 188
Εξωδικαστικές αμοιβές 189
Κτηματολόγιο 190
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
Πίνακας αμοιβών δικηγόρων για παράσταση σε συμβόλαια 191
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
Πίνακας πάγιων εισφορών άρθρου 61 παρ. 2 192
[2] Κώδικας Δεοντολογίας
του Δικηγορικού Λειτουργήματος
ΠΡΟΟΙΜΙΟ 213
Α. Το λειτούργημα του δικηγόρου [Άρθρα 1-3] 216
Β. Δικαιώματα του δικηγόρου [Άρθρο 4] 217
Γ. Γενικές υποχρεώσεις του δικηγόρου [Άρθρα 5-11] 219
Δ. Υποχρεώσεις προς το σύλλογο [Άρθρα 12-19] 223
XIV
Ε. Υποχρεώσεις προς τους συναδέλφους [Άρθρα 20-27] 225
ΣΤ. Υποχρεώσεις προς τα δικαστήρια [Άρθρα 28-32] 227
Ζ. Υποχρεώσεις προς συνεργάτες [Άρθρα 33-34] 230
Η. Σχέσεις δικηγόρου - ασκουμένου [Άρθρο 35] 230
Θ. Υποχρεώσεις προς τον εντολέα [Άρθρα 36-37] 231
Ι. Σχέσεις δικηγόρου και αντιδίκου [Άρθρο 38] 235
ΙΑ. Ιδιωτικός βίος των δικηγόρων [Άρθρο 39] 236
ΙΒ. Κυρώσεις [Άρθρα 40-41] 237
[3] Κανονισμός Λειτουργίας
των Πρωτοβάθμιων Πειθαρχικών Συμβουλίων
των Δικηγορικών Συλλόγων
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ [Άρθρα 1-6] 239
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ [Άρθρα 7-16] 246
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Η ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ [Άρθρα 17-18] 259
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΤΗΡΗΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ - ΑΡΧΕΙΟ [Άρθρα 19-20] 262
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΑΣΚΗΣΗ ΕΦΕΣΗΣ [Άρθρο 21] 264
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ [Άρθρα 22-23] 265
XV
[4] Καταστατικός Χάρτης των Θεμελιωδών
Αρχών του Ευρωπαϊκού Νομικού Επαγγέλματος
267
[5] Κώδικας Δεοντολογίας
για Ευρωπαίους Δικηγόρους
1. ΠΡΟΟΙΜΙΟ 281
2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ 286
3. ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΕΝΤΟΛΕΙΣ 290
4. ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ 295
5. ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ 296
Επεξηγηματικό Υπόμνημα 301
Αλφαβητικό Ευρετήριο 325
[1] Ν 4194/2013
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ
(ΦΕΚ Α΄ 208/27.9.2013)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Άρθ. 1 Η φύση της δικηγορίας. 1. Ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός. Το λειτούργημά του αποτελεί θεμέλιο του κράτους δικαίου.
2. Περιεχόμενο του λειτουργήματος είναι η εκπροσώπηση και υπεράσπιση του εντολέα του σε κάθε δικαστήριο, αρχή ή υπηρεσία ή εξωδικαστικό θεσμό, η παροχή νομικών συμβουλών και γνωμοδοτήσεων, όπως επίσης και η συμμετοχή του σε θεσμοθετημένα όργανα ελληνικά ή διεθνή.
Άρθ. 2 Η θέση του δικηγόρου στην απονομή της Δικαιοσύνης. Ο δικηγόρος είναι συλλειτουργός της δικαιοσύνης. Η θέση του είναι θεμελιώδης, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της.
Άρθ. 3 Το επάγγελμα του δικηγόρου. 1. Ο δικηγόρος ασκεί ελεύθερο επάγγελμα στο οποίο προέχει το στοιχείο της εμπιστοσύνης του εντολέα του προς αυτόν.
2. Για τις υπηρεσίες του αμείβεται από τον εντολέα του είτε ανά υπόθεση είτε με πάγια αμοιβή ή με μισθό.
3. Η άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος δεν συνιστά εμπορική δραστηριότητα.
Σελ. 2
Άρθ. 4 Απόκτηση της δικηγορικής ιδιότητας. Τη δικηγορική ιδιότητα αποκτά εκείνος:
α) ο οποίος έχει επαρκείς γνώσεις για να ασκεί το λειτούργημά του μετά από επιτυχή συμμετοχή του σε πανελλήνιες εξετάσεις,
β) για τον οποίο εκδίδεται απόφαση διορισμού από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (στο εξής Υπουργός Δικαιοσύνης), η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
γ) ο οποίος δίδει τον προβλεπόμενο στον παρόντα Κώδικα (στο εξής Κώδικας) νόμιμο όρκο ενώπιον του Εφετείου ή του Πρωτοδικείου στην περιφέρεια του οποίου ανήκει ο Δικηγορικός Σύλλογος όπου έχει εγγραφεί και
δ) ο οποίος έχει εγγραφεί στο μητρώο ενός από τους Δικηγορικούς Συλλόγους του Κράτους.
Άρθ. 5 Θεμελιώδεις αρχές και αξίες στην άσκηση της δικηγορίας. Ο δικηγόρος κατά την άσκηση των καθηκόντων του:
α) Υπερασπίζεται το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τα Πρόσθετα Πρωτόκολλα αυτής, το Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το σύνολο των διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
β) Ακολουθεί τις παραδόσεις του υπερασπιστικού λειτουργήματος και τους κανόνες δεοντολογίας, όπως έχουν διαμορφωθεί ιστορικά κατά την άσκηση της δικηγορίας και διατυπώνονται στον Κώδικα.
γ) Τηρεί εχεμύθεια, απαραβίαστη υπέρ του εντολέα του, για όσα αυτός του εμπιστεύθηκε ή περιήλθαν σε γνώση του κατά την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
Σελ. 3
δ) Δεσμεύεται από το περιεχόμενο της εντολής που αποδέχτηκε, εκτός εάν συγκεκριμένη πράξη, ενέργεια ή παράλειψη στο πλαίσιο της εντολής έρχεται σε αντίθεση με το καθήκον του.
ε) Διατηρεί την ελευθερία χειρισμού της υπόθεσης, δεν υπόκειται σε υποδείξεις και εντολές αντίθετες προς τον νόμο και μη συμβατές προς το συμφέρον του εντολέα του.
Άρθ. 6 Προϋποθέσεις δικηγορικής ιδιότητας - Κωλύματα. Ο δικηγόρος πρέπει:
1. Να είναι Έλληνας πολίτης ή πολίτης κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλου κράτους, που είναι συμβαλλόμενο στη Σύμβαση Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Έλληνας το γένος μπορεί να διορισθεί δικηγόρος μετά από άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης, που εκδίδεται ύστερα από τη διατύπωση γνώμης του οικείου δικηγορικού συλλόγου.
2. Να είναι κάτοχος πτυχίου Νομικού Τμήματος Νομικής Σχολής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος στην Ελλάδα ή ισότιμου και αντίστοιχου πτυχίου άλλης χώρας, εφόσον αυτό έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με τις νόμιμες διαδικασίες.
3. Κατ’ εξαίρεση της παρ. 1, πολίτης τρίτης χώρας, που διαμένει νομίμως στην ημεδαπή, μπορεί να διορισθεί δικηγόρος, εφόσον είναι απόφοιτος Τμήματος Νομικής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος στην Ελλάδα με ελάχιστο βαθμό (μέσο όρο) πτυχίου επτά κόμμα πέντε (7,5) και κατέχει Μεταπτυχιακό Τίτλο Σπουδών Τμήματος Νομικής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής.
4. Να μην έχει καταδικαστεί αμετάκλητα:
α) για κακούργημα,
Σελ. 4
β) για τα εγκλήματα της κλοπής, υπεξαίρεσης, εκβίασης, πλαστογραφίας, νόθευσης, δωροδοκίας, τοκογλυφίας, ψευδορκίας, απάτης και απιστίας.
5. Να μην έχει στερηθεί αμετάκλητα των πολιτικών δικαιωμάτων του. Αποκλείεται ο διορισμός του για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση αυτή.
6. Να μην έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση πλήρη ή μερική κατά τo άρθρο 1676 του Αστικού Κώδικα. Αποκλείεται ο διορισμός του για όσο χρόνο διαρκεί η συμπαράσταση αυτή.
7. Να μη φέρει την ιδιότητα του κληρικού ή μοναχού.
[Όπως νέα παρ. 3 προστέθηκε στο άρθρο 6 με το άρθρο 2 του Ν 4745/2020 και οι πρώην παρ. 3, 4, 5 και 6 αναριθμήθηκαν σε 4, 5, 6 και 7 αντίστοιχα, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, ήτοι από 6.11.2020.]
Άρθ. 7 Αυτοδίκαιη απώλεια και αποβολή της ιδιότητας του δικηγόρου. 1. Αποβάλλει αυτοδίκαια την ιδιότητα του δικηγόρου και διαγράφεται από το μητρώο του συλλόγου του οποίου είναι μέλος:
α) Εκείνος που στο πρόσωπό του συντρέχει περίπτωση από αυτές που αποκλείουν τη δυνατότητα διορισμού του ως δικηγόρου κατά τις διατάξεις του Κώδικα.
β) Εκείνος που μετά το διορισμό του στερείται για οποιονδήποτε λόγο την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη ή του πολίτη κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση της παρ. 3 του άρθρου 6. [Όπως το δεύτερο εδάφιο της παρ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 7 προστέθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 του Ν 4745/2020, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ. ήτοι από 6.11.2020.]
Σελ. 5
γ) Εκείνος που διορίζεται ή κατέχει οποιαδήποτε έμμισθη θέση με σύμβαση εργασιακής ή υπαλληλικής σχέσης σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή υπηρεσία δημόσια (πολιτική ή στρατιωτική), δικαστική, δημοτική ή νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης επιφυλασσομένης της διάταξης του άρθρου 31 του Κώδικα.
δ) Εκείνος που αποκτά την εμπορική ιδιότητα με βάση τον εμπορικό νόμο ή ασκεί έργα ή καθήκοντα διευθύνοντος ή εντεταλμένου συμβούλου, διοικητή, διαχειριστή ή εκπροσώπου σε οποιαδήποτε κεφαλαιουχική ή προσωπική εμπορική επιχείρηση ή κοινοπραξία (εκτός αν στην τελευταία περίπτωση άλλος ειδικός νόμος ορίζει διαφορετικά).
ε) Εκείνος που ασκεί άλλο επάγγελμα, και ιδιαίτερα εμπόρου ή μεσίτη, καθώς και κάθε άλλη εργασία, υπηρεσία ή απασχόληση που δεν συνάδει με το δικηγορικό λειτούργημα.
2. Δικηγόρος, που στο πρόσωπό του συντρέχει μία από τις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, υποχρεούται να προβεί σε σχετική δήλωση, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στο σύλλογο που ανήκει και να υποβάλλει την παραίτησή του.
3. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση του οικείου δικηγορικού συλλόγου βεβαιώνει την απώλεια της ιδιότητας του δικηγόρου αφότου επήλθε το γεγονός που την προκάλεσε. Η απόφαση αυτή, ανακοινώνεται στον οικείο δικηγορικό σύλλογο και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Το κύρος των διαδικαστικών και δικονομικών πράξεων που διενήργησε ο δικηγόρος μέχρι την έκδοση της πιο πάνω απόφασης δεν θίγεται.
Σελ. 6
Άρθ. 8 Έργα που επιτρέπονται στον δικηγόρο. Επιτρέπεται στον δικηγόρο, ύστερα από έγγραφη γνωστοποίηση στο δικηγορικό σύλλογο στον οποίο ανήκει:
α) Να παρέχει σε εντολέα με ετήσια ή μηνιαία αμοιβή νομικές υπηρεσίες ως δικαστικός ή νομικός σύμβουλος ή ως δικηγόρος με έμμισθη εντολή, είτε αυτός ανήκει στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, καθώς και να αναλαμβάνει παράλληλα υποθέσεις από οποιονδήποτε άλλον εντολέα με αμοιβή για κάθε υπόθεση ξεχωριστά, είτε με ετήσια ή περιοδική αμοιβή.
Σημείωση: Βλ. και άρθρο 68 Ν 4590/2019 (ΦΕΚ Α΄ 17/7.2.2019).
β) Να διδάσκει μαθήματα νομικών, οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών ή άλλων επιστημών, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης, επιμόρφωσης ή κατάρτισης οποιουδήποτε φορέα.
γ) Να προσφέρει ερευνητικές υπηρεσίες με οποιαδήποτε σχέση σε ερευνητικούς φορείς και ερευνητικά προγράμματα ή υπηρεσίες.
δ) Να ενεργεί δημοσιογραφικές εργασίες ή να ασχολείται με τις τέχνες, τον πολιτισμό και τη συγγραφή και έκδοση βιβλίων, περιοδικών και εφημερίδων έντυπων και ηλεκτρονικών, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 1δ του άρθρου 7.
ε) Να είναι βουλευτής ή ευρωβουλευτής.
στ) Να είναι διορισμένος σε θέση μετακλητή στη Βουλή, σε γραφεία υπουργών, υφυπουργών, γενικών γραμματέων, σε θέση μέλους της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής και Επιστημονικών Συνεργατών βουλευτών.
ζ) Να είναι εκκαθαριστής σε νομικά πρόσωπα ή περιουσίες.
η) Να εκτελεί έργα πραγματογνώμονα ή τεχνικού συμβούλου.
Σελ. 7
θ) Να είναι μέλος ή να ασκεί καθήκοντα διαχειριστή σε αστική μη κερδοσκοπική Εταιρεία.
ι) Κάθε άλλη δραστηριότητα που δεν υπάγεται στις διατάξεις για την αυτοδίκαιη απώλεια και αποβολή της δικηγορικής ιδιότητας και για την πλήρη ή μερική αναστολή της άσκησης του λειτουργήματος του δικηγόρου.
Άρθ. 9 Αντιποίηση της δικηγορίας. 1. Όποιος, χωρίς να έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, εμφανίζεται με αυτήν και διενεργεί πράξεις που ανήκουν αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του δικηγορικού λειτουργήματος ή υπόσχεται τη διενέργεια τέτοιων πράξεων, ακόμα και εάν διορίζει για αυτό δικηγόρο της εκλογής του, τιμωρείται κατά το άρθρο 175 του Ποινικού Κώδικα, όπως εκάστοτε ισχύει, εκτός εάν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη. Ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος δικαιούται να παρίσταται ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, ως πολιτικώς ενάγων για την υποστήριξη της κατηγορίας.
2. Σε περίπτωση που φυσικό ή νομικό πρόσωπο αντιποιείται την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος με τον οποιονδήποτε τρόπο, ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος μπορεί να ζητήσει, με αίτηση που υποβάλλεται στο Ειρηνοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, τη σφράγιση του γραφείου ή του καταστήματος, όπου ασκούνται οι παράνομες ενέργειες ή και οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέτρο, καθώς και την απαγόρευση της διαφήμισης ή της χρήσης (έντυπης, ηλεκτρονικής) κάθε διακριτικού γνωρίσματος που προσιδιάζει στην άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
Σελ. 8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ - ΑΣΚΗΣΗ - ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
ΑΣΚΗΣΗ
Άρθ. 10 Γενικές προϋποθέσεις για την έναρξη της άσκησης. 1. Εκείνος που ενδιαφέρεται να εγγραφεί ως ασκούμενος δικηγόρος πρέπει, μέσα σε εύλογο χρόνο από τη λήψη του πτυχίου του, να καταθέσει αίτηση για την εγγραφή του ως ασκούμενος δικηγόρος στον Πρόεδρο του δικηγορικού συλλόγου στην περιφέρεια του οποίου επιθυμεί να ασκηθεί, συνυποβάλλοντας και βεβαίωση έναρξης άσκησης από τον δικηγόρο στον οποίο ασκείται. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου, μπορεί να επιτραπεί στον ενδιαφερόμενο να προσκομίσει αντί του πτυχίου βεβαίωση αναλυτικής βαθμολογίας επιτυχίας σε όλα τα μαθήματα του κύκλου σπουδών. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου μπορεί να επιτραπεί στον ενδιαφερόμενο να προσκομίσει αντί του πτυχίου βεβαίωση ότι ολοκλήρωσε επιτυχώς τις σπουδές του. [Όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 10 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 παρ. 1 του Ν 4205/2013, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, ήτοι από 6.11.2013, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ιδίου νόμου].
2. Καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης εγγραφής συγχωρείται για σπουδαίο λόγο. Σπουδαίος λόγος είναι ιδίως:
α) η εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων,
β) η απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου, ή
γ) λόγοι υγείας του ενδιαφερόμενου.
Σελ. 9
3. Σε κάθε περίπτωση μετά την πάροδο πενταετίας από τη λήψη πτυχίου, η εγγραφή στο ειδικό βιβλίο ασκουμένων δικηγόρων επιτρέπεται, με απόφαση του Δ.Σ. του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, εφόσον ο πτυχιούχος επικαλεσθεί και αποδείξει με συγκεκριμένα στοιχεία ότι δεν αποξενώθηκε από τη νομική επιστήμη.
Ως συναφής, με τη νομική επιστήμη, δραστηριότητα ή εργασία νοείται μόνο η παροχή αμιγώς νομικών εργασιών, έργων ή δραστηριοτήτων, όπως αυτές ορίζονται στον Κώδικα.
4. Η άσκηση αρχίζει με την εγγραφή του ενδιαφερόμενου στο ειδικό μητρώο ασκουμένων του Δικηγορικού Συλλόγου του τόπου άσκησης. Η ιδιότητα του ασκουμένου διατηρείται για όσο χρόνο απαιτείται για την ολοκλήρωση της άσκησης και την επιτυχή συμμετοχή του στις σχετικές δοκιμασίες και μέχρι τον επακόλουθο διορισμό του ως δικηγόρου.
Άρθ. 11 Προϋποθέσεις απόκτησης της ιδιότητας του ασκούμενου δικηγόρου - Κωλύματα. 1. Ο ασκούμενος δικηγόρος πρέπει να πληροί όλες τις προϋποθέσεις της δικηγορικής ιδιότητας.
2. Τα κωλύματα και τα ασυμβίβαστα που ορίζονται για τον δικηγόρο, ισχύουν και για τον ασκούμενο δικηγόρο.
3. Ο ασκούμενος δικηγόρος υπάγεται στο πειθαρχικό δίκαιο του Κώδικα και στη δικαιοδοσία των Πειθαρχικών Συμβουλίων που προβλέπονται σε αυτόν. Σε βάρος του προβλέπονται οι ίδιες πειθαρχικές ποινές, όπως στον δικηγόρο, πλην της οριστικής ή πρόσκαιρης παύσης. Αντί των τελευταίων ποινών μπορεί να του επιβληθούν οι ποινές της διαγραφής από το μητρώο ασκουμένων ή η παράταση του χρόνου της άσκησης μέχρι δύο (2) έτη.
Σελ. 10
4. Σε περίπτωση διαγραφής του ασκούμενου δικηγόρου ισχύουν αναλογικά οι διατάξεις του Κώδικα σχετικά με τον επαναδιορισμό του δικηγόρου που έχει παυθεί οριστικά.
Άρθ. 12 Δικαίωμα παράστασης του ασκούμενου δικηγόρου. 1. Ο ασκούμενος δικηγόρος έχει τη δυνατότητα να παρίσταται στα Πταισματοδικεία, στις προανακριτικές αρχές, στα Ειρηνοδικεία κατά τη συζήτηση υποθέσεων μικροδιαφορών, στη λήψη ένορκων βεβαιώσεων, καθώς και ενώπιον οποιασδήποτε διοικητικής αρχής.
2. Ο ασκούμενος δικηγόρος μπορεί να συμπαρίσταται και να συνυπογράφει τις προτάσεις, σημειώματα και υπομνήματα με τον δικηγόρο, στον οποίο ασκείται, σε όλα τα δικαστήρια του πρώτου και δεύτερου βαθμού.
Άρθ. 13 Διάρκεια της άσκησης και περιεχόμενο. 1. Η άσκηση διαρκεί δεκαοκτώ (18) μήνες.
2. Η άσκηση γίνεται σε δικηγόρο με δικαίωμα παράστασης στον Άρειο Πάγο ή στο Εφετείο, καθώς και σε δικηγορικές εταιρείες, στις οποίες συμμετέχουν δικηγόροι με την προηγούμενη ικανότητα παράστασης. Κατ’ εξαίρεση, σε Δικηγορικούς Συλλόγους που δεν εδρεύουν στην έδρα Εφετείων, η άσκηση μπορεί να γίνει και σε δικηγόρο με δικαίωμα παράστασης στο Πρωτοδικείο, ο οποίος έχει υπηρεσία τουλάχιστον πέντε (5) ετών. Κάθε δικηγόρος δεν μπορεί να απασχολεί περισσότερους από τρεις (3) ασκούμενους δικηγόρους. Στις δικηγορικές εταιρείες επιτρέπεται η απασχόληση τριών (3) ασκουμένων δικηγόρων από κάθε δικηγόρο-εταίρο.
3. α) Η άσκηση επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί και στην Κεντρική Υπηρεσία ή σε γραφείο νομικού συμβούλου ή σε δικαστικό γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Σελ. 11
β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζονται ο αριθμός και η αμοιβή των ασκούμενων δικηγόρων που πραγματοποιούν άσκηση σε υπηρεσία ή γραφείο της περ. α’.
γ) Με απόφαση του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους τοποθετούνται οι ασκούμενοι δικηγόροι, προκειμένου να πραγματοποιήσουν άσκηση σε υπηρεσία ή σε γραφείο της περ. α’ και ανατίθενται καθήκοντα σε αυτούς.
4. α) Άσκηση επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί και σε νομική υπηρεσία δημόσιας υπηρεσίας, ανεξάρτητης αρχής και οργανισμού, καθώς και σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης.
β) Η άσκηση σε υπηρεσία, αρχή, οργανισμό και νομικό πρόσωπο της περ. α’ διαρκεί μέχρι δώδεκα (12) μήνες και τη βεβαίωση άσκησης χορηγεί ο προϊστάμενος της νομικής υπηρεσίας ή του νομικού γραφείου ή ο νομικός σύμβουλος.
γ) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζονται ο αριθμός και η αμοιβή των ασκούμενων δικηγόρων που πραγματοποιούν άσκηση σε υπηρεσία, αρχή, οργανισμό και νομικά πρόσωπα της περ. α’.
5. α) Η άσκηση επιτρέπεται να γίνει, ολικά ή μερικά, στις υπηρεσίες των Δικηγορικών Συλλόγων και στην ειδική νομική υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, η σχετική δε αμοιβή των ασκουμένων βαρύνει τους οικείους φορείς. Τη βεβαίωση άσκησης χορηγεί ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου ή ο Υπουργός Δικαιοσύνης, αντίστοιχα.
β) Ο αριθμός των ασκουμένων, η επιλογή τους, ο χρόνος, ο τόπος, η αμοιβή, καθώς και οι λοιπές συνθήκες άσκησης των ασκουμένων δικηγόρων της περ. α’ καθορίζονται, αντίστοιχα,
Σελ. 12
από το Διοικητικό Συμβούλιο του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου ή με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.
6. α) Μέρος της άσκησης, διάρκειας έως δώδεκα (12) μηνών, μπορεί να πραγματοποιηθεί στη γραμματεία του πολιτικού και διοικητικού εφετείου ή πρωτοδικείου ή της αντίστοιχης εισαγγελίας ή του ειρηνοδικείου, ή σε άμισθο ή έμμισθο υποθηκοφυλακείο ή στα Κτηματολογικά Γραφεία Κω, Λέρου και Ρόδου ή σε Κτηματολογικά Γραφεία και Υποκαταστήματα του Φορέα «Ελληνικό Κτηματολόγιο» (του Ν 4512/2018) της έδρας του Δικηγορικού Συλλόγου στον οποίο έχει εγγραφεί ο ασκούμενος.
β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζονται ο συνολικός αριθμός, η κατανομή των ασκούμενων δικηγόρων στα δικαστήρια, τις εισαγγελίες, τα υποθηκοφυλακεία, τα Κτηματολογικά Γραφεία Κω, Λέρου και Ρόδου και τα Κτηματολογικά Γραφεία και Υποκαταστήματα του Φορέα «Ελληνικό Κτηματολόγιο» (του Ν 4512/2018), η διαδικασία, ο τρόπος επιλογής, ο καθορισμός της έναρξης, ο ακριβής χρόνος άσκησης, η εξειδίκευση των καθηκόντων που επιτελούν οι ασκούμενοι, η αμοιβή και ο τρόπος καταβολής της, καθώς και κάθε ειδικότερο ζήτημα σχετικά με την πραγματοποίηση της άσκησης.
γ) Με απόφαση των οργάνων διοίκησης του πρωτοδικείου, του εφετείου, της εισαγγελίας του ειρηνοδικείου, του υποθηκοφυλακείου, των Κτηματολογικών Γραφείων Κω, Λέρου και Ρόδου και του Φορέα «Ελληνικό Κτηματολόγιο» (του Ν 4512/2018), έπειτα από γνώμη του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, καθορίζεται η ειδικότερη τοποθέτηση των ασκούμενων δικηγόρων ανά πολιτικό ή διοικητικό εφετείο, πρωτοδικείο, εισαγγελία, ει-
Σελ. 13
ρηνοδικείο, υποθηκοφυλακείο, Κτηματολογικά Γραφεία Κω, Λέρου και Ρόδου ή Κτηματολογικά Γραφεία και Υποκαταστήματα του Φορέα ”Ελληνικό Κτηματολόγιο“ (του Ν 4512/2018). [Όπως η παρ. 6 τροποποιήθηκε από το άρθρο 88 Ν 4842/2021 (ΦΕΚ Α’ 190/13.10.2021).]
7. α) Μέρος της άσκησης, διάρκειας έως δώδεκα (12) μηνών, μπορεί να πραγματοποιηθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στον Άρειο Πάγο, στο Ελεγκτικό Συνέδριο ή στη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζονται ο αριθμός των ασκούμενων δικηγόρων, η διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής τους, ο καθορισμός έναρξης και λήξης της περιόδου άσκησης, η αμοιβή και ο τρόπος καταβολής της, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα σχετικά με την άσκηση στα δικαστήρια της περ. α’.
γ) Με απόφαση του Προέδρου ή του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά περίπτωση, επιλέγονται και κατανέμονται οι ασκούμενοι δικηγόροι στα δικαστήρια της περ. α’.
8. Κατόπιν πράξης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Προέδρου του Αρείου Πάγου, του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή των οργάνων διοίκησης του εφετείου, του πρωτοδικείου, της εισαγγελίας ή του ειρηνοδικείου, δύναται ασκούμενοι δικηγόροι οι οποίοι ήδη ασκούνται στα ως άνω δικαστήρια ή εισαγγελίες, αντιστοίχως, να διατίθενται σε δικαστή, κτηματολογικό δικαστή, εισαγγελέα ή ειρηνοδίκη, προκειμένου να τους επικουρούν στα καθήκοντα τους, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην ίδια ανωτέρω πράξη.
Σελ. 14
9. Σε περίπτωση αδυναμίας του ενδιαφερόμενου να βρει θέση για την άσκησή του, μεριμνά σχετικά ο Πρόεδρος του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου.
10. Επιτρέπεται, με αίτηση του ενδιαφερόμενου, η μετεγγραφή του ασκούμενου από το μητρώο ασκουμένων ενός Δικηγορικού Συλλόγου στο μητρώο ασκουμένων άλλου Δικηγορικού Συλλόγου.
11. Η αμοιβή των ασκουμένων δικηγόρων καθορίζεται με διάταξη τυπικού νόμου, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με τις πιο πάνω διατάξεις.
[Όπως το άρθρο αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 Ν 4745/2020 (ΦΕΚ Α’ 214/6.11.2020).]
Άρθ. 14 Ειδική επιτροπή εποπτείας κατά την άσκηση. 1. Σε κάθε δικηγορικό σύλλογο συνίσταται πενταμελής επιτροπή εποπτείας ασκουμένων.
2. Η ως άνω Επιτροπή συγκροτείται: α) από τον Πρόεδρο του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου ή τον νόμιμο αναπληρωτή του, β) από δύο μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου, μετά από κλήρωση και γ) από δύο δικηγόρους, οι οποίοι ασκούν το δικηγορικό λειτούργημα τουλάχιστον πέντε (5) έτη, ύστερα από κλήρωση. Όπου υπάρχει Ένωση Ασκούμενων ή Νέων Δικηγόρων, εκπρόσωπος αυτής καταλαμβάνει μία εκ των δύο ανωτέρω θέσεων.
3. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (στο εξής Υπουργού Δικαιοσύνης) που εκδίδεται μετά από πρόταση της Συντονιστικής Επιτροπής των Δικηγορικών Συλλόγων, καθορίζονται τα σχετικά με την διεξαγωγή της πρακτικής άσκησης, ο τρόπος ελέγχου της άσκησης από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις
Σελ. 15
τόσο των ασκουμένων όσο και των δικηγόρων στους οποίους αυτοί ασκούνται. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στην ιστοσελίδα του οικείου δικηγορικού συλλόγου.
ΤΜΗΜΑ Β΄
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ ΤΙΤΛΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΤΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΚΑΙ ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΤΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ
Άρθ. 15 Ειδικές προϋποθέσεις. 1. Πτυχιούχοι ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της αλλοδαπής μπορούν να πραγματοποιούν άσκηση στην Ελλάδα, εφόσον:
α) είναι πολίτες κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλου συμβαλλόμενου κράτους της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο,
β) είναι κάτοχοι πτυχίου Νομικής Σχολής των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων των κρατών της περ. α΄, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 6.
1.α. Για το αίτημα εγγραφής στο Μητρώο ασκουμένων αποφαίνεται Επιτροπή Αξιολόγησης, η οποία συγκροτείται με απόφαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας. Η Επιτροπή αποτελείται από τους Προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων ως εξής:
α) Αθηνών, ως Πρόεδρο,
β) Θεσσαλονίκης,
γ) Πειραιώς ή τους αναπληρωτές τους και
δ) έναν Πρόεδρο άλλου δικηγορικού συλλόγου ή τον αναπληρωτή του.
Σελ. 16
1.β. Η Επιτροπή της παρ. 1α συγκροτείται στην πρώτη συνεδρίαση της Ολομέλειας των Προέδρων των δικηγορικών συλλόγων, που συγκαλείται μετά τις αρχαιρεσίες για ανάδειξη των προεδρείων των συλλόγων και η θητεία της διαρκεί μέχρι τη λήξη της θητείας των μελών της. Ως πέμπτο μέλος μετέχει στην Επιτροπή ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου, στον οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, ή το οριζόμενο από αυτόν μέλος του Συλλόγου, ως πέμπτο μέλος.
1.γ. Αν ο αιτών επιθυμεί να εγγραφεί σε σύλλογο, ο Πρόεδρος του οποίου μετέχει στην προαναφερόμενη Επιτροπή, τότε ως πέμπτο μέλος ορίζεται με απόφαση του Προέδρου του συλλόγου αυτού, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, με τον αναπληρωτή του. Η Επιτροπή συνεδριάζει τέσσερις (4) τουλάχιστον φορές ετησίως.
1.δ. Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των περ. α΄ και β΄ της παρ. 1, η Επιτροπή διερευνά αν τα εν γένει προσόντα του ενδιαφερομένου είναι αντίστοιχα προς εκείνα που απαιτούνται για την εγγραφή πτυχιούχου νομικού τμήματος ή νομικής σχολής ως ασκούμενου. Κατά την κρίση της αυτή λαμβάνονται υπόψη οι τίτλοι σπουδών του υποψηφίου, τα γνωστικά αντικείμενα τα οποία έχει διδαχθεί, τα δικαιολογητικά που προσκομίζει και η εν γένει εμπειρία του σε εργασίες νομικής φύσεως. Λαμβάνονται επίσης, υπόψη οι διαφορές των ευρωπαϊκών εννόμων τάξεων. Σε περίπτωση διαπίστωσης μη αντιστοιχίας των επαγγελματικών προσόντων, η Επιτροπή Αξιολόγησης προσδιορίζει σε ποιά γνωστικά αντικείμενα του ελληνικού δικαίου διαπιστώνεται αυτή, καθορίζει τα προς εξέταση μαθήματα και παραπέμπει τον φάκελο του αιτούντος στην Επιτροπή του άρθρου 16.
2. Τις ίδιες προϋποθέσεις με αυτές της παρ. 1 πρέπει να πληρούν και όσοι επιθυμούν να ασκηθούν στην Ελλάδα και έχουν ήδη εγ-
Σελ. 17
γραφεί ως ασκούμενοι δικηγόροι στα Μητρώα Δικηγορικού Συλλόγου κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Το σχετικό αίτημα εξετάζεται από την Επιτροπή Αξιολόγησης, κατά τα ανωτέρω προβλεπόμενα.
3. Πτυχιούχοι Νομικών Σχολών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κρατών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, των οποίων το πτυχίο έχει αναγνωριστεί από τον Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π. ως ισότιμο και αντίστοιχο με το απονεμόμενο από τις Νομικές Σχολές των ημεδαπών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 6, συμμετέχουν σε δοκιμασία επάρκειας, που πιστοποιεί ο τι οι γνώσεις και τα προσόντα τους αντιστοιχούν στις γνώσεις και τα προσόντα που απαιτούνται από τον παρόντα για την απόκτηση της ιδιότητας του ασκούμενου δικηγόρου. Με τη δοκιμασία επάρκειας πιστοποιείται η γνώση του ημεδαπού δικαίου, όπως αυτή πιστοποιείται με το πτυχίο Νομικού Τμήματος ή Νομικής Σχολής ημεδαπού ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος.
[Όπως το άρθρο 15 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 του Ν 4745/2020, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, ήτοι από 6.11.2020. Προηγουμένως, η περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 15 η οποία είχε αντικατασταθεί αρχικά από το άρθρο 7 παρ. 3 περ. α΄ του Ν 4205/2013 αντικαταστάθηκε εκ νέου από το άρθρο πρώτο παρ. ΙΕ υποπαρ. ΙΕ.1 στοιχ. β του Ν 4254/2014, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, ήτοι από 7.4.2014 σύμφωνα με το άρθρο τέταρτο του ιδίου νόμου. Μετά τις περ. α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρου 15 είχε προστεθεί παρ. 1Α με το άρθρο 6 παρ. 4 περ. α΄ του Ν 4285/2014 (ΦΕΚ Α΄ 191/10.9.2014). Η παρ. 2 του άρθρου 15 είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 6 παρ. 4 περ. β΄ του Ν 4285/2014. Τέλος, το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 το άρθρο 15 είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 7 παρ. 3 περ. β΄ του Ν 4205/2013, ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, ήτοι από 6.11.2013 σύμφωνα με το άρθρο 10 του ιδίου νόμου].
Σελ. 18
Άρθ. 16 Μόνιμη Επιτροπή Δοκιμασίας Επάρκειας. 1. Στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών συνιστάται πενταμελής Μόνιμη Επιτροπή Δοκιμασίας Επάρκειας, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.
2.α) Η Επιτροπή της παρ. 1 ορίζεται για τρία (3) έτη, εδρεύει στην Αθήνα και λειτουργεί στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και αποτελείται από:
αα) τον Κοσμήτορα ή τον Πρόεδρο του Νομικού Τμήματος Νομικών Σχολών της Χώρας ή τον αναπληρωτή του, ως Πρόεδρο,
αβ) έναν (1) καθηγητή Νομικού Τμήματος ή Νομικής Σχολής Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ή τον αναπληρωτή του, ως μέλος και
αγ) τους Προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιώς ή τους αναπληρωτές τους ως μέλη.
β) Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται υπάλληλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, πτυχιούχος νομικής ή έμμισθος δικηγόρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Στην Επιτροπή παρέχεται υποστήριξη και υλικοτεχνική υποδομή από τις υπηρεσίες του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. [Όπως η παρ. 2 τροποποιήθηκε από το άρθρο 17 Ν 4816/2021 (ΦΕΚ Α’ 118/9.7.2021).]
3. Η Επιτροπή είναι αποκλειστικά αρμόδια και για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων, σύμφωνα με το π. δ. 122/2010 (Α’ 200), και αφορά στον πολίτη κράτους-μέλους της Ε.Ε., ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου στην Ελλάδα, έχοντας αποκτήσει τα επαγγελματικά του προσόντα σε άλλο κράτος - μέλος.
3.Α. Σε περίπτωση διαπίστωσης μη αντιστοιχίας των επαγγελματικών προσόντων των αιτούντων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 15,
Σελ. 19
η Επιτροπή είναι αρμόδια για τη διενέργεια της δοκιμασίας, με την οποία οι αιτούντες αποδεικνύουν τη γνώση τους. Προς τούτο παρέχεται σε αυτούς το δικαίωμα συμμετοχής στη δοκιμασία επάρκειας του άρθρου 17 μόνον ως προς εκείνα τα γνωστικά αντικείμενα, για τα οποία έχει διαπιστωθεί έλλειψη αντιστοιχίας από την Επιτροπή Αξιολόγησης του άρθρου 15.
[Όπως το άρθρο τροποποιήθηκε από το άρθρο 5 Ν 4745/2020 (ΦΕΚ Α’ 214/6.11.2020).]
Άρθ. 17 Δοκιμασία Επάρκειας και περιεχόμενό της. 1. Η δοκιμασία επάρκειας διενεργείται από τη Μόνιμη Επιτροπή Δοκιμασίας Επάρκειας δύο φορές κάθε χρόνο, κατά τους μήνες Οκτώβριο και Απρίλιο, και περιλαμβάνει γραπτές εξετάσεις στην ελληνική γλώσσα που αφορούν στις αναγκαίες γνώσεις του ελληνικού δικαίου.
2. Η δοκιμασία περιλαμβάνει την εξέταση στο ελληνικό Σύνταγμα, στο αστικό, ποινικό και διοικητικό δίκαιο, καθώς και στα αντίστοιχα δικονομικά δίκαια.
3. Επιτυχών θεωρείται αυτός που συγκέντρωσε βαθμολογία τουλάχιστον 5 με άριστα το 10 σε κάθε μάθημα.
4. Ο ενδιαφερόμενος δύναται να επιλέγει σε ποιο ή ποια από τα εξεταζόμενα μαθήματα επιθυμεί να εξεταστεί σε κάθε εξεταστική περίοδο και δικαιούται να κατοχυρώσει τη βαθμολογία του σε περίπτωση επιτυχίας του.
5. Ο ενδιαφερόμενος δύναται να συμμετάσχει μόνο τρεις φορές στην εξέταση κάθε μαθήματος.
6. Οι λεπτομέρειες της εξέτασης, όπως η εξεταστέα ύλη, ο τόπος και ο τρόπος διενέργειας των εξετάσεων και το ύψος των εξέταστρων που καταβάλλονται στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.
Σελ. 20
Σημείωση: Βλ. ΥΑ 21803/21.3.2016 (ΦΕΚ Β΄ 793/23.3.2016), όπως τροποποιήθηκε με τις ΥΑ 21809/1.4.2016 (ΦΕΚ Β΄ 961/8.4.2016) και ΥΑ 12699οικ./5.3.2021 (ΦΕΚ B΄ 899/08.03.202).
7. Για τη συμμετοχή του στη δοκιμασία επάρκειας ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου ή μέχρι το τέλος Μαρτίου αίτηση που συνοδεύεται από τα ακόλουθα δικαιολογητικά, νόμιμα μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα:
α) Έγγραφο δημόσιας ή δημοτικής αρχής από το οποίο να αποδεικνύεται η ιδιότητά του ως πολίτη κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
β) Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου από τις αρμόδιες αρχές του τόπου γέννησής του.
γ) Αντίγραφο τίτλου εκπαίδευσης, πρόγραμμα σπουδών, βεβαίωση αναλυτικής βαθμολογίας και εφόσον διαθέτει, μεταπτυχιακή ή διδακτορική εργασία.
δ) Πιστοποιητικά που αφορούν την απόκτηση προσόντων και τη συναφή επαγγελματική εμπειρία, η οποία έχει αποκτηθεί στο μεταξύ.
Τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στα εδάφια α΄ και β΄ δεν λαμβάνονται υπόψη αν έχει παρέλθει διάστημα τριών μηνών από την έκδοσή τους.
8. Αυτός που επιτυγχάνει στη δοκιμασία επάρκειας εγγράφεται, μετά από αίτησή του, στο μητρώο ασκουμένων δικηγόρων του Δικηγορικού Συλλόγου, όπου επιθυμεί να ασκηθεί, και συνυποβάλλει υπεύθυνη δήλωση ότι δεν ασκεί ασυμβίβαστη δραστηριότητα.