ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΙ ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Ζητήματα αποζημιωτικής ευθύνης της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία στο πλαίσιο προγράμματος επιείκειας

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 18.75€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 46,75 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18750
Κινινή Ε.
ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
  • Εκδοση: 2η 2023
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 448
  • ISBN: 978-960-654-980-9

Το πρόγραμμα επιείκειας αποτελεί το πιο αποτελεσματικό όπλο στη φαρέτρα των αρχών ανταγωνισμού για την εξιχνίαση των καρτελικών συμπράξεων. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μείωση των αιτήσεων για επιεική μεταχείριση και αντίστροφη αύξηση των αγωγών αποζημίωσης για παραβάσεις του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού. Η αστική ευθύνη της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία εξ ορισμού υπονομεύει την ελκυστικότητα των προγραμμάτων επιείκειας.

Για το λόγο αυτό το άρθρο 10 του Ν 4529/2018, που ενσωμάτωσε την Οδηγία 2014/104,  θεσπίζει περιορισμούς της ευθύνης της εν λόγω επιχείρησης τόσο στην εξωτερική έναντι των ζημιωθέντων όσο και στην εσωτερική μεταξύ των συμπαραβατών σχέση.

Στόχος του ανά χείρας βιβλίου είναι :

  • η κριτική ανάλυση των σχετικών ρυθμίσεων
  • η ένταξη των ρυθμίσεων στο κοινό δίκαιο και
  • η αξιολόγηση του σκοπούμενου συντονισμού της δημόσιας προς την ιδιωτική επιβολή του δικαίου ανταγωνισμού.

Συγχρόνως εξετάζεται η αλληλεπίδραση της ρύθμισης με τις ειδικές διατάξεις για την αστική ευθύνη της μικρομεσαίας επιχείρησης και της επιχείρησης που συμβιβάσθηκε με το θύμα και οι επιπτώσεις των περιορισμών της ευθύνης στην επιλογή δικαιοδοσίας από τον ενάγοντα.

Το έργο απευθύνεται σε δικηγόρους, δικαστές και εν γένει νομικούς που ενδιαφέρονται για το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού και τις προεκτάσεις του.

XI

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ X ΧΙ


Εισαγωγή

Α. Το πρόβλημα 1

Β. Η παρατηρούμενη μείωση των αιτήσεων για επιείκεια ως διεθνές
φαινόμενο και η αντίστροφη αύξηση των αγωγών αποζημίωσης 2

Γ. Πορεία της έρευνας 7


ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Εις ολόκληρο και αναγωγική ευθύνη της επιχείρησης
που εξασφάλισε ασυλία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Βασικοί άξονες της ιδιωτικής επιβολής του δικαίου ανταγωνισμού

Α. Η εξέλιξη 9

Β. H Οδηγία 2014/104/ΕΕ 10

Ι. Το πεδίο εφαρμογής 12

ΙΙ. Ο σκοπός της αγωγής αποζημίωσης 17

ΙΙΙ. Το επίπεδο της εναρμόνισης 20

Γ. Η έκταση της ενεργητικής νομιμοποίησης 24

Ι. Άμεσος αγοραστής ή προμηθευτής 27

ΙΙ. Έμμεσος αγοραστής ή προμηθευτής 29

ΙΙΙ. Αγοραστής ή προμηθευτής επιχειρήσεων που δρουν εκτός
της καρτελικής σύμπραξης 32

Δ. Η έκταση της παθητικής νομιμοποίησης 35

Ι. Η παθητική νομιμοποίηση στον όμιλο 35

1. Η σημασία του ζητήματος 35

2. Η έννοια της οικονομικής ενότητας στη δημόσια επιβολή του δικαίου ανταγωνισμού 36

α) Η έννοια της επιχείρησης 36

β) Εις ολόκληρο ευθύνη και αναγωγή εντός ομίλου 40

XII

γ) Διαφοροποίηση από την εις ολόκληρο ευθύνη περισσότερων επιχειρήσεων
κατά το άρθρ. 11 § 1 της Οδηγίας 2014/104 (άρθρ. 10 § 1 ν. 4529/18) 43

3. Το ζήτημα της υιοθέτησης της ισχύουσας στη δημόσια επιβολή έννοιας
της επιχείρησης στην ιδιωτική επιβολή του δικαίου του ανταγωνισμού 44

α) Αντίφαση με την εταιρικού δικαίου αρχή του χωρισμού; 46

β) Παραβίαση των αρχών της προσωπικής ευθύνης, του τεκμηρίου αθωότητας
και της αρχής του ορισμένου των κυρώσεων; 47

γ) Νομολογιακή υιοθέτηση της έννοιας της επιχείρησης και στην αστική ευθύνη 48

4. Ο καταλογισμός της ευθύνης σε άλλες εταιρίες του ιδίου ομίλου 54

5. Αμιγώς εθνικές παραβάσεις 57

α) Ζήτημα εθνικού δικαίου 57

β) Εναλλακτικές προτάσεις για τη θεμελίωση της ευθύνης 57

6. Συμπέρασμα 59

I Ι. Η παθητική νομιμοποίηση των διοικούντων την επιχείρηση 61

I ΙΙ. Η παθητική νομιμοποίηση των συνεργών 63


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Οι λόγοι που υπαγόρευσαν τον περιορισμό της αστικής ευθύνης
της επιχείρησης
που εξασφάλισε ασυλία

Α. Η σημασία των προγραμμάτων επιείκειας στην αποκάλυψη
των καρτελικών συμπράξεων 66

Ι. Η σταθερότητα των καρτελικών συμπράξεων 66

ΙΙ. Η λειτουργία των προγραμμάτων επιείκειας 67

B. Η ελκυστικότητα των προγραμμάτων επιείκειας 70

I. Το πρόγραμμα επιείκειας της Ευρ. Επιτροπής 70

ΙΙ. Σύγκλιση των εθνικών προγραμμάτων επιείκειας με την Οδηγία ECN+ 74

ΙΙΙ. Το ελληνικό πρόγραμμα επιείκειας 76

Γ. Η επιχείρηση που εξασφάλισε ασυλία ως στόχος των αγωγών αποζημίωσης 79

Ι. Οι κίνδυνοι 79

ΙΙ. Πρόσβαση στα έγγραφα της αρχής ανταγωνισμού 81

ΙΙΙ. Πρόωρη δικονομική ωριμότητα της απόφασης της αρχής ανταγωνισμού 83

1. Η δεσμευτική ενέργεια των αποφάσεων των αρχών ανταγωνισμού 83

2. Οι αποφάσεις που εμπίπτουν στο άρθρ. 9 § 1 του ν. 4529/18 και
το άρθρ. 16 § 1 Καν 1/2003 85

3. Έκταση και όρια του δεσμευτικού αποτελέσματος 89

Δ. Συμπέρασμα 93


XIII


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Η αποζημιωτική ευθύνη των συμπαραβατών του δικαίου ανταγωνισμού

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 94

Β. Η ευθύνη στην εξωτερική σχέση (άρθρ. 10 § 1 ν. 4529/18, άρθρ. 11 § 1
Οδηγίας 2014/104) 97

Ι. Η κατανομή των κινδύνων 97

ΙΙ. Προϋποθέσεις 100

1. Παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού 100

α) Παραβάσεις μόνο του άρθρ. 101 ΣΛΕΕ; 100

β) Η εφαρμογή της θεωρίας της ενιαίας και διαρκούς παράβασης 101

γ) Καταχρηστική εκμετάλλευση συλλογικής δεσπόζουσας θέσης 102

2. Ειδική σχέση μεταξύ ζημιωθέντος και οφειλέτη; 105

3. Ζημία που προκλήθηκε από την παράβαση 106

4. Συμπέρασμα 107

Γ. Η ευθύνη στην εσωτερική σχέση 108

Ι. Αξίωση προς αναγωγή (άρθρ. 10 § 5 ν. 4529/18, άρθρ. 11 § 5 εδ. 1
και 2 Οδηγίας 2014/104) 108

ΙΙ. Μορφές αναγωγής 110

1. Αναγωγή εκ των προτέρων 111

2. Αναγωγή εκ των υστέρων 112

α) Κύρια αναγωγή (άρθρ. 10 § 5 εδ. 1 και 2 ν. 4529/18, άρθρ. 11 § 5 εδ. 1
και 2 Οδηγίας 2014/104) 112

β) Αναγωγή λόγω υποκατάστασης (άρθρ. 488 ΑΚ σε συνδυασμό με
το άρθρ. 10 § 1 ν. 4529/2018) 114

γ) Αναπληρωτική αναγωγή (άρθρ. 487 § 2 ΑΚ) 115

3. Συμπέρασμα 115

IΙΙ. Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση στη δίκη της αναγωγής 116

1. Δικαιούχος αναγωγής 116

2. Υπόχρεος αναγωγής 117

3. Παραβάτης ενταγμένος σε οικονομική ενότητα 121

α) Εις ολόκληρο ευθύνη 121

β) Αναγωγή εντός της οικονομικής ενότητας 12 3

γ) Συμπέρασμα 126

4. Αναγωγή κατά των διοικούντων την εταιρία 126

5. Δεσμευτικό αποτέλεσμα των αποφάσεων των αρχών ανταγωνισμού
στη δίκη της αναγωγής; 129

6. Συμπέρασμα στο ΙΙΙ 130

XIV

ΙV. Η έκταση της αναγωγικής ευθύνης 130

1. Η «σχετική ευθύνη» του παραβάτη 130

2. Η στάθμιση μεταξύ αιτιώδους συμβολής και πταίσματος 134

3. Αδυναμία ενιαίου επιμερισμού της συνολικής ζημίας από την ίδια παράβαση 137

4. Η λήψη υπ’ όψιν της κατανομής του προστίμου εντός της ίδιας οικονομικής ενότητας 139

5. Αδυναμίες της νομοθετικής ρύθμισης 141

α) Έλλειψη ασφάλειας δικαίου 141

β) Κίνδυνος αντιφατικών αποφάσεων σε διεθνείς συμπράξεις 144

αα) Εφαρμοστέο δίκαιο στην εσωτερική σχέση (άρθρ. 20 Κανονισμού Ρώμη ΙΙ) 144

ββ) Εφαρμοστέο δίκαιο στην εξωτερική σχέση (άρθρ. 6 § 3 Κανονισμού
Ρώμη ΙΙ) 145

(1) Άρθρ. 6 § 3 στοιχ. α’ Κανονισμού Ρώμη ΙΙ 146

(2) Άρθρο 6 § 3 στοιχ. β’ Κανονισμού Ρώμη ΙΙ 147

(3) Αγωγή εναντίον περισσότερων παραβατών 148

V. Τα επιμέρους κριτήρια 148

1. Πιθανά κριτήρια αιτιώδους συμβολής 149

α) Συνολικός κύκλος εργασιών 149

β) Ο κύκλος εργασιών από προϊόντα που αποτέλεσαν αντικείμενο
της παράβασης 150

γ) Μερίδια αγοράς 150

δ) Ο ρόλος στην καρτελική σύμπραξη 152

ε) Διάρκεια της παράβασης 156

στ) Το κέρδος από την παράβαση 156

ζ) Ύψος του προστίμου 157

η) Ευθύνη του προμηθευτή 159

2. Συμπέρασμα 160

3. Συμβατική κατανομή της ευθύνης (Sharing Agreements) 161

VI. Παραγραφή της αξίωσης προς αναγωγή 163

1. Αξίωση προς αναγωγή κατά το άρθρ. 10 § 5 ν. 4529/18 164

2. Αξίωση προς αναγωγή κατά το άρθρ. 488 ΑΚ σε συνδ. με το άρθρ.
10 § 1 ν. 4529/2018 165

Δ. Συμπεράσματα 166

XV


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Η ευθύνη της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία
στην εξωτερική και την εσωτερική σχέση

A. Πεδίο εφαρμογής: Η έννοια της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία 170

I. Πρόγραμμα επιείκειας 170

1. Ευρεία ερμηνεία 171

2. Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής 173

α) Υπαγωγή μόνο των καρτελικών συμπράξεων 173

β) Νομικό ή φυσικό πρόσωπο 177

3. Συνεργασία με την αρχή ανταγωνισμού 178

ΙΙ. Πλήρης απαλλαγή από το πρόστιμο 179

1. Ισχύς της αρχής «όλα ή τίποτα» 179

2. Ήδη δοθείσα απαλλαγή 181

ΙΙΙ. Παράλληλες διαδικασίες επιβολής προστίμου 184

1. Συντονισμός των διαφορετικών αρχών 184

α) Εθνικές συμπράξεις 185

β) Ευρωπαϊκές (ενωσιακές) καρτελικές συμπράξεις 186

γ) Αρχή ne bis in idem 187

αα) Πεδίο εφαρμογής 187

ββ) Κανένα One – Stop – Shop για τις επιχειρήσεις που καλύπτονται
από ασυλία 194

2. Σημασία του τόπου επέλευσης της ζημίας 197

3. Συμβατότητα με το άρθρ. 20 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων 198

B. Η ευθύνη στην εξωτερική σχέση 202

Ι. Ευθύνη έναντι των άμεσων και έμμεσων αγοραστών ή προμηθευτών 202

1. Ενδιάμεση λύση μεταξύ πλήρους ευθύνης και απαλλαγής από την ευθύνη 202

2. H σημασία των συμβατικών σχέσεων στο δίκαιο της αδικοπραξίας 205

3. Εναλλακτικές προτάσεις 207

4. Οριοθέτηση της αλυσίδας αγοραστών και προμηθευτών 209

α) Άμεσος αγοραστής και προμηθευτής 209

αα) Συμβατική σύνδεση με την επιχείρηση που εξασφάλισε ασυλία 209

ββ) Πλήρης ευθύνη 213

γγ) Τελολογική συστολή; 215

β) Έμμεσος αγοραστής ή προμηθευτής 215

αα) Η έννοια 215

ββ) Διαδοχή στη θέση του αγοραστή 217

(1) Καθολική διαδοχή 217

XVI

(2) Ειδική διαδοχή 217

(α) Μεταβίβαση σύμβασης 218

(β) Εκχώρηση της αξίωσης για μεταβίβαση 220

(γ) Εκχώρηση της απαίτησης για αποζημίωση 221

(δ) Μεταβίβαση επιχείρησης 221

5. Πλήρης εις ολόκληρο ευθύνη 222

ΙΙ. Ευθύνη έναντι αγοραστών και προμηθευτών των υπολοίπων παραβατών 223

1. Προϋποθέσεις της ευθύνης κατά το άρθρ. 10 § 4 περίπτ. β’ ν. 4529/18 224

α) Στενή ερμηνεία 224

β) Πιθανοί λόγοι αδυναμίας ικανοποίησης του θύματος 226

αα) Απλή άρνηση 226

ββ) Πτώχευση 227

γγ) Ανεπιτυχής αναγκαστική εκτέλεση 227

δδ) Εκτέλεση σε εξωευρωπαϊκό έδαφος 228

εε) Δυσμενής ή ελλιπής οικονομική κατάσταση 229

γ) Η ύπαρξη άλλων παραβατών που χαίρουν προνομιακής μεταχείρισης 229

δ) Απόρριψη αγωγής 230

αα) Λόγω παραγραφής 230

ββ) Ακύρωση της απόφασης της αρχής ανταγωνισμού 231

γγ) Για άλλους λόγους 232

ε) Ενδιάμεσο συμπέρασμα 232

2. Η έκταση της επικουρικής ευθύνης 232

3. Βάρος επίκλησης και απόδειξης 233

4. Ευθύνη για το φαινόμενο της διαμορφώσεως των τιμών στην αγορά υπό
την επιρροή συμπράξεως («umbrella pricing», Preisschirmeffektschäden) 235

IΙΙ. Παραγραφή της αξίωσης προς αποζημίωση κατά της επιχείρησης
που εξασφάλισε ασυλία 235

ΙV. Συμβατότητα με το άρθρ. 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων 237

1. Επέμβαση στο δικαίωμα ιδιοκτησίας 237

2. Ακρόαση του ζημιωθέντος 240

3. Μετατροπή σε ένσταση προηγούμενης καταδίωξης των υπολοίπων
παραβατών 241

Γ. Η ευθύνη στην εσωτερική σχέση 242

Ι. Αναγκαία συμπλήρωση του περιορισμού της ευθύνης στην εξωτερική
σχέση 242

ΙΙ. Ευθύνη για τις ζημίες των αγοραστών και προμηθευτών της επιχείρησης
που εξασφάλισε ασυλία 243

1. Η ρύθμιση του άρθρ. 10 § 6 ν. 4529/18 243

2. Η έννοια της «πρόκλησης της ζημίας» 244

3. Εξαντλητική ρύθμιση 247

XVII

ΙΙΙ. Ευθύνη για τις ζημίες των αγοραστών και προμηθευτών των υπολοίπων παραβατών 248

1. Αποκλεισμός της ευθύνης 248

2. Το ζήτημα του αποκλεισμού της αναγωγής 250

ΙV. Ευθύνη για τις ζημίες από το φαινόμενο της διαμορφώσεως των τιμών
στην αγορά υπό την επιρροή συμπράξεως («umbrella pricing») 253

1. Απεριόριστη ευθύνη στην εσωτερική σχέση 253

2. Συμβατότητα με την Οδηγία 2014/104 254

V. Επιδράσεις στην ευθύνη των υπολοίπων παραβατών 255

1. Αναγωγικές απαιτήσεις της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία 255

α) Ζημίες των δικών της αγοραστών και προμηθευτών 256

β) Ζημίες ξένων αγοραστών και προμηθευτών 256

γ) Το ύψος της αξίωσης προς αναγωγή 257

2. Κατανομή της αναλογίας ευθύνης της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία 258

3. Κατανομή της αναλογίας ευθύνης άλλου παραβάτη 259

Δ. Συμπέρασμα 261


ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

Ειδικά ζητήματα της ευθύνης της επιχείρησης
που εξασφάλισε ασυλία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

Το κίνητρο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων
να υποβάλουν αίτηση για επιείκεια

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 263

Ι. Ιστορία της διάταξης 263

ΙΙ. Σκοπός του προνομίου 266

ΙΙΙ. Σχέση με το προνόμιο που θεσπίζεται υπέρ της επιχείρησης
που εξασφάλισε ασυλία 268

Β. Πεδίο εφαρμογής του προνομίου 269

Ι. Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής 269

ΙΙ. Υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής 269

1. H έννοια της μικρομεσαίας επιχείρησης 269

2. Κρίσιμος χρόνος για τη θέση της επιχείρησης ως μικρομεσαίας επιχείρησης 271

XVIII

Γ. Η ευθύνη στην εξωτερική σχέση 273

Ι. Θετικές προϋποθέσεις 273

1. Μερίδιο μικρότερο από 5% 273

α) Χρονική διάσταση 273

β) Σχετική αγορά 274

αα) Γενικά: Η αγορά της παράβασης 274

ββ) Το πρόβλημα της διαφοροποιημένης θέσης της επιχείρησης 274

γγ) Συμπέρασμα 276

2. Μη αναστρέψιμος κίνδυνος της οικονομικής βιωσιμότητας και απώλεια
όλης της αξίας των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης 276

α) Εξειδίκευση υπό το φως των κατευθυντήριων γραμμών για τον υπολογισμό
των προστίμων 276

β) Μη αναστρέψιμος κίνδυνος της οικονομικής βιωσιμότητας 278

γ) Απώλεια του ενεργητικού 279

δ) Ενδιάμεσο συμπέρασμα 280

3. Αιτιώδης συνάφεια 281

ΙΙ. Αρνητικές προϋποθέσεις – Αποκλεισμός της προνομιακής μεταχείρισης
(άρθρ. 10 § 3 ν. 4529/18) 281

1. Οργάνωση της παράβασης 282

2. Εξαναγκασμός άλλης επιχείρηση σε συμμετοχή στην παράβαση 283

3. Παλαιότερη παραβίαση του δικαίου του ανταγωνισμού 284

ΙΙΙ. Η έκταση της ευθύνης 288

1. Περιορισμένη εξωτερική ευθύνη της μικρομεσαίας επιχείρησης 288

2. Πλήρης εξωτερική ευθύνη της μικρομεσαίας επιχείρησης έναντι
των άμεσων ή έμμεσων αγοραστών 289

3. Ευθύνη έναντι των άμεσων ή έμμεσων προμηθευτών; 290

4. Επικουρική ευθύνη έναντι άλλων ζημιωθέντων (άρθρ. 10 § 2 εδ. 1
ν. 4529/2018); 291

5. Συμπέρασμα 293

Δ. Η ευθύνη στην εσωτερική σχέση 293

Ι. Πλήρης ευθύνη (άρθρ. 10 § 2 ν. 4529/18) 294

1. Γραμματική ερμηνεία 294

2. Τελολογική ερμηνεία 295

3. Δυνατότητα υπερακοντίζουσας μεταφοράς της Οδηγίας 2014/104; 297

ΙΙ. Συμπέρασμα 300

Ε. H επίδραση της προστασίας της μικρομεσαίας επιχείρησης
στα κίνητρα για την υποβολή αίτησης επιείκειας 300

XIX


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

Το κίνητρο της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία να συμβιβασθεί
με τον ζημιωθέντα

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 302

Ι. Ο συμβιβασμός σε περίπτωση εις ολόκληρο οφειλής 302

ΙΙ. Η ρύθμιση του 15 ν. 4529/18 (άρθρ. 19 της Οδηγίας 2014/104) 304

Β. Έννοια της συναινετικής επίλυσης διαφορών 307

I . Και οι μη θεσμικές διαδικασίες 307

II . Εξωδικαστικός 308

III . Απαιτήσεις από άποψη περιεχομένου 309

IV . Συμπέρασμα 311

Γ. Η ευθύνη του παραβάτη που συμβιβάζεται 311

Ι. Η ευθύνη στην εξωτερική σχέση 311

1. Ευθύνη του παραβάτη που συνομολόγησε τον συμβιβασμό 311

α) Ευθύνη για την ιδία αναλογία ευθύνης του παραβάτη που συμβιβάσθηκε 312

β) Απαλλαγή από την ευθύνη για τις αναγωγικές μερίδες των υπολοίπων
παραβατών 312

γ) Επικουρική ευθύνη του συμβληθέντος παραβάτη για τις αναλογίες ευθύνης
των υπολοίπων παραβατών 313

αα) Σκοπός 313

ββ) Προϋποθέσεις της επικουρικής ευθύνης 315

γγ) Επικουρική μερική ευθύνη 318

δδ) Ενδοτικός χαρακτήρας της επικουρικής ευθύνης 318

2. Ευθύνη των υπολοίπων παραβατών 319

α) Ευθύνη για τις ίδιες αναλογίες ευθύνης 319

β) Απαλλαγή από την ευθύνη για το μερίδιο του παραβάτη που συμβιβάσθηκε 320

γ) Η σημασία της αναλογίας ευθύνης στην εσωτερική σχέση 323

δ) Oυδεμία επικουρική ευθύνη 326

ε) Κρίσιμος χρόνος 327

στ) Βάρος επίκλησης και απόδειξης 328

ΙΙ. Η ευθύνη στην εσωτερική σχέση 328

1. Αποκλεισμός της ευθύνης του παραβάτη που συμβιβάσθηκε 328

2. Ευθύνη των υπόλοιπων παραβατών μεταξύ τους 330

3. Ευθύνη των υπόλοιπων παραβατών έναντι του οφειλέτη που συμβιβάσθηκε 330

Δ. Ενδοτικό δίκαιο 332

Ε. Τα κίνητρα της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία για συμβιβασμό 334

XX


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

Επιπτώσεις του περιορισμού της ευθύνης της επιχείρησης
που εξασφάλισε ασυλία στην επιλογή διεθνούς δικαιοδοσίας

Α. Η προβληματική 336

Β. Εφαρμογή του Κανονισμού Βρυξέλλες Ια 336

Γ. Αγωγές για την άσκηση του δικαιώματος αποζημίωσης 338

Ι. Η γενική δικαιοδοσία της έδρας του εναγομένου παραβάτη 338

ΙΙ. Ειδικές δωσιδικίες 339

1. Δωσιδικία της αδικοπραξίας 339

α) Τόπος όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός 341

β) Τόπος επέλευσης της ζημίας 343

2. Δωσιδικία της ομοδικίας 348

ΙΙΙ. Επιδράσεις της προνομιακής μεταχείρισης της επιχείρησης
που εξασφάλισε ασυλία στις δικονομικές δυνατότητες του ζημιωθέντος 353

Δ. Αγωγές για την άσκηση του δικαιώματος αναγωγής 353

Ε. Διεθνείς καρτελικές συμπράξεις 354

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 357

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 363

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 409

Σελ. 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Α. Το πρόβλημα

Η πάταξη των καρτελικών συμπράξεων μέχρι πρόσφατα αντιμετωπιζόταν από τις ευρωπαϊκές και εθνικές αρχές ανταγωνισμού με την επιβολή προστίμων. Στο πλαίσιο αυτό τα προγράμματα επιείκειας αποτελούσαν το πιο αποτελεσματικό μέσο των αρχών για την αποκάλυψη καρτελικών συμπράξεων.

Ο ενωσιακός νομοθέτης εγκαίρως αναγνώρισε τη διπλή – αποκαταστατική της ζημίας και αποτρεπτική από την παράβαση - ωφέλεια της ιδιωτικής επιβολής του δικαίου ανταγωνισμού και κατέβαλε προσπάθειες για ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των αγωγών αποζημίωσης. Προς την κατεύθυνση αυτή σημαντικό βήμα προόδου συντελέστηκε με την Οδηγία 2014/104/ΕΕ. Οι επιχειρήσεις, όταν αποφασίζουν να ενταχθούν σε καρτελική σύμπραξη, πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν όχι μόνο τον κίνδυνο επιβολής σε αυτές διοικητικών κυρώσεων από τις αρχές ανταγωνισμού, αλλά και τις αξιώσεις προς αποζημίωση των ζημιωθέντων, αγοραστών και προμηθευτών. Δεν αποκλείεται οι αξιώσεις προς αποζημίωση να υπερβαίνουν σε ύψος τα πρόστιμα. Δίπλα στα υπόλοιπα μέτρα, που θεσπίζει η Οδηγία, η επιβολή από το ενωσιακό δίκαιο της εις ολόκληρο ευθύνης περισσότερων παραβατών συμβάλλει και αυτή στην επίτευξη των δύο παραπάνω στόχων, δηλαδή της αποκατάστασης της ζημίας του ζημιωθέντος αλλά και της αποτροπής.

Όμως η ενίσχυση της ιδιωτικής επιβολής του δικαίου ανταγωνισμού έχει ως όριο το σημείο που συνεπάγεται την αποδυνάμωση της δημόσιας επιβολής. Επιχειρήσεις, που δυνητικά τουλάχιστον μπορούν να εξασφαλίσουν ασυλία, δεν πρέπει να αποθαρρυνθούν από την υποβολή αίτησης για υπαγωγή σε πρόγραμμα επιείκειας. Καθώς όμως στο πλαίσιο της συνεργασίας τους με τις αρχές ανταγωνισμού δεν συνομολογούν μόνο τη διάπραξη της παράβασης αλλά αποκαλύπτουν πλήθος πληροφοριών και αποδείξεων, επωμίζονται υψηλότερο κίνδυνο έκθεσης σε αποζημιωτικές απαιτήσεις σε σχέση με τους υπόλοιπους παραβάτες. Αυτή η ανησυχία για μείωση του αριθμού των αιτήσεων υπαγωγής σε καθεστώς επιείκειας κινητοποίησε την Ευρ. Ένωση σε ανάληψη δράσης και αποτελεί τη ratio της θέ-

Σελ. 2

σπισης των ειδικών διατάξεων του άρθρ. 11 §§ 4, 5, 6 της Οδηγίας 2014/104. Στις τελευταίες προβλέπεται ο περιορισμός της αποζημιωτικής ευθύνης της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία τόσο έναντι του ζημιωθέντος (εξωτερική σχέση) όσο και σε σχέση με τους υπόλοιπους παραβάτες συνοφειλέτες (εσωτερική σχέση). Σκοπός των νέων ρυθμίσεων αποτελεί εν πολλοίς η άμβλυνση της έντασης που υπάρχει μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας επιβολής των κανόνων ανταγωνισμού (Spannungsverhältnis). Οι ειδικές ρυθμίσεις μεριμνούν αφενός μεν για την εύλογη εξισορρόπηση των αντιμαχόμενων στόχων και συμφερόντων και αφετέρου για την προστασία των συμφερόντων τόσο της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία όσο και του ζημιωθέντος.

Β. Η παρατηρούμενη μείωση των αιτήσεων για επιείκεια ως διεθνές φαινόμενο και η αντίστροφη αύξηση των αγωγών αποζημίωσης

Η παραπάνω σχέση έντασης μεταξύ της δημόσιας και ιδιωτικής επιβολής του δικαίου ανταγωνισμού στο παράδειγμα των προγραμμάτων επιείκειας έχει βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής ανταγωνισμού με αφορμή πρόσφατες μελέτες από τις οποίες προκύπτει ότι ο αριθμός των αιτήσεων για επιεική μεταχείριση διεθνώς μειώνεται σταθερά. Από το 2016, όταν και υποβλήθηκαν 76 αιτήσεις για επιεική μεταχείριση και μετά την 9 τροποποίηση του γερμανικού νόμου, που μετέφερε την Οδηγία 2014/104 στις 9.6.2017, ο αριθμός των αιτήσεων μειώνεται σταθερά.

Σελ. 3

Το έτος 2020 υποβλήθηκαν μόλις 10 αιτήσεις στην Γερμανική Αρχή Ανταγωνισμού, στοιχείο που μεταφράζεται σε υποχώρηση της τάξεως του 87%. Παράλληλα και η Ευρ. Επιτροπή επισημαίνει τη σημαντική υστέρηση στον αριθμό των αιτήσεων για επιεική μεταχείριση το έτος 2020, όταν και υποβλήθηκαν μόλις 4 αιτήσεις, σε σχέση με το έτος 2014, όταν και υποβλήθηκαν 46 αιτήσεις για επιεική μεταχείριση. Αλλά και ο ΟΟΣΑ, μετά από επεξεργασία στοιχείων από 73 χώρες, διαβλέπει μία παγκόσμια – ανεξάρτητα από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2014/104 - τάση μείωσης των αιτήσεων (υποχώρηση από συνολικά 577 το έτος 2015 σε 210 αιτήσεις το 2020).

Από την άλλη πλευρά και σύμφωνα με τη μελέτη Laborde παρατηρείται θεαματική αύξηση στις αγωγές αποζημίωσης για παραβάσεις του δικαίου ανταγωνισμού από 18 το έτος 2009 σε 299 το έτος 2021.

Οι αιτίες, στις οποίες μπορεί να αποδοθεί η παραπάνω μείωση των αιτήσεων για επιεική μεταχείριση, είναι περισσότερες. Το σχετικό φάσμα κυμαίνεται από τη μη αποκάλυψη των καρτελικών συμπράξεων από τους παραβάτες λόγω αυξημένης έκθεσης σε αγωγές αποζημίωσης ή ελλείψεων στα προγράμματα επιείκειας μέχρι την πραγματική μείωση του αριθμού των καρτελικών συμπράξεων λόγω της αποτελεσματικής επιβολής των κανόνων ή της πιο αποτελεσματικής λειτουργίας εσωτερικών μηχανισμών συμμόρφωσης (compliance).

Οι σχετικές εμπειρικές μελέτες, που έχουν εκπονηθεί για το ζήτημα της επίδρασης των αγωγών αποζημίωσης στο παραπάνω φαινόμενο της μείωσης του αριθμού των αιτήσεων για υπαγωγή σε πρόγραμμα επιείκειας, εμφανίζονται αντιφατικές. Η ανάλυση DICE (DICE Discussion Paper) καταλήγει ότι οι αυξημένοι κίνδυνοι έκθεσης σε αγωγές αποζημίωσης μπορούν να επιδράσουν σταθεροποιητικά σε υφι-

Σελ. 4

στάμενες καρτελικές συμπράξεις. Αντίθετα, οι Knight/Ste. Claire δεν δέχονται το σταθεροποιητικό αποτέλεσμα. Όταν ο κίνδυνος της έκθεσης σε αγωγές αποζημίωσης είναι επαρκώς υψηλός, η καρτελική σύμπραξη θα τερματισθεί, καθώς οι συμμετέχοντες ευλόγως επιδιώκουν να αποφύγουν τον κίνδυνο για το μέλλον. Αντίθετα, αν ο κίνδυνος αποζημίωσης αξιολογείται περιορισμένος, κατά τη στάθμιση δεν θα ληφθεί υπ’ όψιν και θα αποτρέψει έναν παραβάτη, παρά το μειωμένο κίνδυνο, να αποφασίσει να υποβάλει αίτηση για επιεική μεταχείριση. Στην πραγματικότητα ο κίνδυνος της έκθεσης σε αγωγές αποζημίωσης αποτελεί μία μόνο από περισσότερες παραμέτρους, τις οποίες ένας παραβάτης λαμβάνει υπ’ όψιν, όταν αποφασίζει να υποβάλει αίτηση για επιείκεια. Στη στάθμιση υπεισέρχονται και άλλες παράμετροι, όπως το πλαίσιο του προστίμου, η διάρκεια της διαδικασίας, η πιθανότητα αποκάλυψης, ο κίνδυνος αποκάλυψης και άλλων παραβάσεων σε γειτονικές αγορές, η στέρηση από τις δυνατότητες υπεράσπισης και αμφισβήτησης της συμμετοχής στην καρτελική σύμπραξη, ο αρνητικός αντίκτυπος στη φήμη της επιχείρησης, οι αντιδράσεις επενδυτών, η προστασία των εργαζομένων και της διοίκησης. Επομένως, ο συνυφασμένος με τις αγωγές αποζημίωσης κίνδυνος δεν αποτελεί την αποκλειστική αιτία της μείωσης των αιτήσεων επιείκειας. Ούτε μπορεί να διαγνωσθεί με ασφάλεια ότι η μείωση του αριθμού των αιτήσεων για επιεική μεταχείριση οφείλεται στο γεγονός ότι υπάρχουν πράγματι λιγότερες καρτελικές συμπράξεις ή μόνο αποκαλύπτονται λιγότερα καρτέλ. Επιβεβαιωτική είναι και η παρατηρούμενη στις ΗΠΑ μείωση των αιτήσεων για επιεική μεταχείριση, μολονότι δεν έχει μεταβληθεί το πλαίσιο της ιδιωτικής επιβολής. Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από την CMA η οποία παρατηρεί ότι „Government recognises that there is mixed evidence on the extent to which leniency programmes are frustrated by the private damages regime, and that more time may be needed to observe any effects of the changes introduced in 2017“ .

Σελ. 5

Ενόψει πάντως της αδιαμφισβήτητης μείωσης των αιτήσεων για υπαγωγή σε πρόγραμμα επιείκειας, η γερμανική Αρχή Ανταγωνισμού (BKartA) καλεί επιτακτικά σε ανάληψη δράσης για τη βελτίωση της προστασίας των επιχειρήσεων που υποβάλλουν αίτηση για επιεική μεταχείριση. Ο Πρόεδρος της γερμανικής Αρχής Ανταγωνισμού Mundt αποδίδει τη μείωση των αιτήσεων για επιεική μεταχείριση στην αύξηση των αγωγών αποζημίωσης και αναφέρεται στην ανάγκη για περαιτέρω ενίσχυση της ήδη περιορισμένης αστικής ευθύνης των επιχειρήσεων που εξασφάλισαν ασυλία. Αλλά και στην προσφάτως δημοσιευθείσα ατζέντα του γερμανικού Υπουργείου για την οικονομία και την προστασία του κλίματος (Bundesministerium für Wirtschaft und Klimaschutz) σχετικά με την πολιτική ανταγωνισμού το 2025 ένα από τα μέτρα, που εξετάζονται, συνίσταται στην ενίσχυση της προστασίας των επιχειρήσεων που εξασφάλισαν ασυλία από απαιτήσεις αποζημίωσης. Η Γερμανική Επιτροπή Μονοπωλίων (Monopolkommission) προτείνει την ολοσχερή απαλλαγή της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία όχι μόνο από το πρόστιμο αλλά και τις αποζημιωτικές απαιτήσεις, εκτός αν ο ζημιωθείς δεν μπορεί να αποζημιωθεί από τους υπόλοιπους συμπαραβάτες. Σε περίπτωση επικουρικής ευθύνης της επιχείρησης, που εξασφάλισε ασυλία, το ποσό που κατέβαλε η επιχείρηση προτείνεται να επιμερίζεται αναλογικά στην εσωτερική σχέση μεταξύ των υπολοίπων παραβατών. Η απαλλαγή από την ευθύνη προτείνεται να αποκλείεται μόνο όταν η επιχείρηση που εξασφάλισε ασυλία κατέχει δεσπόζουσα θέση ή έδωσε αναληθή στοιχεία στην αρχή ανταγωνισμού.

Αντίστοιχα στη θεωρία διατυπώνονται προτάσεις για διεύρυνση της προνομιακής μεταχείρισης της επιχείρησης, που εξασφάλισε ασυλία, με σκοπό την ενίσχυση της

Σελ. 6

ελκυστικότητας των προγραμμάτων επιείκειας και απώτερο στόχο την πιο αποτελεσματική καταστολή των καρτελικών συμπράξεων. Τούτο εμμέσως θα αποβεί και προς όφελος των ζημιωθέντων, αγοραστών και προμηθευτών. Στο πλαίσιο αυτό προτείνεται ακόμη και η πλήρης απαλλαγή από την ευθύνη στην εσωτερική μόνο σχέση της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία ή έστω η μερική απαλλαγή, όταν η επιχείρηση που εξασφάλισε ασυλία εμφανίζει υψηλό κύκλο εργασιών ή υψηλά μερίδια αγοράς, ή ακόμη και η επέκταση της προνομιακής μεταχείρισης από άποψη αστικής ευθύνης και σε επιχειρήσεις που επέτυχαν μόνο μείωση του προστίμου και όχι πλήρη απαλλαγή. Στο ίδιο πλαίσιο έχει διατυπωθεί και η πρόταση για υιοθέτηση ενός εναλλακτικού εργαλείου εμπνευσμένου από το θεσμό των “Fair Funds” που ισχύει στις ΗΠΑ για την αποζημίωση των θυμάτων από παραβάσεις του δικαίου της κεφαλαιαγοράς. Σύμφωνα με την εν λόγω πρόταση τα θύματα θα μπορούσαν να αποζημιώνονται από τα πρόστιμα που εισπράττονται από τις αρχές ανταγωνισμού, οι οποίες στη συνέχεια θα τα αναδιανέμουν στους ζημιωθέντες. Οι παραπάνω προτάσεις για ενίσχυση της προνομιακής μεταχείρισης της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία θα συμβάλουν στην τόνωση της ελκυστικότητας των προγραμμάτων επιείκειας, εφόσον η μείωση του αριθμού των αιτήσεων για επιεική μεταχείριση ανάγεται στους κινδύνους που ενέχει η ιδιωτική επιβολή. Πράγματι όλες οι παραπάνω προτάσεις σε επίπεδο δικαιοπολιτικό εκκινούν από τη μη επιβεβαιωμένη εμπειρικά παραδοχή ότι η ενίσχυση της ιδιωτικής επιβολής του δικαίου ανταγωνισμού με τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ αποτελεί και την αιτία για την παρατηρούμενη μείωση του αριθμού των αιτήσεων για υπαγωγή σε πρόγραμμα επιείκειας.

Σε κάθε περίπτωση οποιαδήποτε τροποποίηση των εθνικών νομοθεσιών προς την παραπάνω κατεύθυνση προϋποθέτει τροποποίηση της Οδηγίας 2014/104 η οποία στο άρθρ. 11 § 4 περίπτ. α’ προβλέπει την εις ολόκληρο ευθύνη της επιχείρησης

Σελ. 7

που εξασφάλισε ασυλία έναντι των άμεσων ή έμμεσων αγοραστών ή προμηθευτών. Σύμφωνα με το άρθρ. 20 § 1 της Οδηγίας 2014/104 η Επιτροπή επανεξετάζει την οδηγία και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρ. Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως τις 27 Δεκεμβρίου 2020, η δε έκθεση μπορεί να συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση (άρθρ. 20 § 3). Στην ήδη υποβληθείσα έκθεση της Επιτροπής δεν προτείνονται τροποποιήσεις∙ διαπιστώνεται ότι ελλείψει επαρκούς εμπειρίας από την εφαρμογή των νέων κανόνων αναγκαία καθίσταται περαιτέρω αξιολόγηση στο μέλλον.

Το αν ο ενωσιακός και ο έλληνας νομοθέτης που μετέφερε τις παραπάνω διατάξεις των άρθρ. 11 και 19 της Οδηγίας 2014/104 στα άρθρ. 10 και 15 του ν. 4529/2018 επέτυχαν τους παραπάνω σκοπούς αποτελεί αντικείμενο της ανά χείρας μελέτης. Επιχειρείται η ένταξη από δογματική και πρακτική άποψη των νέων ρυθμίσεων στο σύστημα του δικαίου των αδικοπραξιών και ιδίως της εις ολόκληρο οφειλής και διατυπώνονται προτάσεις βελτίωσης.

Γ. Πορεία της έρευνας

Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι βασικοί άξονες της ιδιωτικής επιβολής των κανόνων ανταγωνισμού με βάση την Οδηγία 2014/104, το πεδίο εφαρμογής, ο σκοπός που υπηρετεί η ιδιωτική επιβολή και το επίπεδο εναρμόνισης. Εξετάζονται, επίσης, η έκταση της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης στην αγωγή αποζημίωσης.

Αντικείμενο του δεύτερου κεφαλαίου είναι οι λόγοι που υπαγορεύουν τον περιορισμό της αστικής ευθύνης της επιχείρησης δικαιούχου ασυλίας. Εξετάζονται οι κίνδυνοι που διατρέχουν οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε πρόγραμμα επιείκειας και δικαιολογούν τον περιορισμό της ευθύνης.

Το τρίτο κεφάλαιο πραγματεύεται την εις ολόκληρο ευθύνη και τις αναγωγικές αξιώσεις των παραβατών για αποζημίωση των ζημιωθέντων. Αναλύονται οι τροποποιήσεις, που επέφερε η ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/104 στις διατάξεις του κοινού δικαίου, ιδίως τα άρθρ. 926 και 927 ΑΚ.

Τον πυρήνα του βιβλίου αποτελεί το τέταρτο κεφάλαιο το οποίο εξετάζει την εις ολόκληρο ευθύνη της επιχείρησης, που εξασφάλισε ασυλία, και τους περιορισμούς της ευθύνης, που θεσπίζονται τόσο στην εξωτερική σχέση έναντι των θυμάτων όσο και στην εσωτερική σχέση μεταξύ των συνυπόχρεων παραβατών.

Σελ. 8

Στο δεύτερο μέρος εξετάζονται ειδικότερες πτυχές της ευθύνης. Δεδομένου ότι ο ν. 4529/18 δεν περιόρισε μόνο την ευθύνη της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία αλλά θέσπισε και ειδικές, με διαφορετική στόχευση, διατάξεις για την ευθύνη της μικρομεσαίας επιχείρησης και της επιχείρησης που συμβιβάζεται με τους ζημιωθέντες, επιχειρείται η εξέταση της αλληλεπίδρασης των ειδικών αυτών ρυθμίσεων με το προνομιακό καθεστώς του δικαιούχου ασυλίας. Σκοπός της έρευνας είναι να διαπιστωθεί αν η μικρομεσαία επιχείρηση έχει κίνητρο να υπαχθεί σε πρόγραμμα επιείκειας. Επίσης, αναλύεται η επίδραση των περιορισμών της ευθύνης λόγω υπαγωγής σε πρόγραμμα επιείκειας στα κίνητρα της επιχείρησης, δικαιούχου ασυλίας, να συνομολογήσει συμβιβασμό με τα θύματα της παράβασης.

Η μελέτη ολοκληρώνεται με την εξέταση των επιπτώσεων των περιορισμών της ευθύνης της επιχείρησης, που εξασφάλισε ασυλία, στην επιλογή δικαιοδοσίας από τα θύματα των καρτελικών συμπράξεων. Διερευνάται ποια δικαστήρια έχουν διεθνή δικαιοδοσία για αγωγές αποζημίωσης και αναγωγικές αξιώσεις μεταξύ των παραβατών και πώς ο περιορισμός της αστικής ευθύνης επηρεάζει τις δικαιοδοτικές βάσεις που τίθενται στη διάθεση των ζημιωθέντων.

Σελ. 9

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Εις ολόκληρο και αναγωγική ευθύνη της επιχείρησης που εξασφάλισε ασυλία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Βασικοί άξονες της ιδιωτικής επιβολής του δικαίου ανταγωνισμού

Α. Η εξέλιξη

Το δίκαιο ανταγωνισμού επιβάλλεται κατ’ εξοχήν με μέσα του δημοσίου δικαίου (public enforcement) και ιδίως πρόστιμα. Τα πρόστιμα δεν αποτελούν μόνο κύρωση για τη διαπραχθείσα παράβαση, αλλά αποτρέπουν τόσο τα ίδια τα μέλη της καρτελικής σύμπραξης από την επανάληψη της παραβατικής συμπεριφοράς στο μέλλον (ειδική αποτροπή) όσο και ευρύτερα άλλους δυνητικούς παραβάτες (γενική αποτροπή) .

Δίπλα στη δημόσια επιβολή η επιβολή με μέσα του ιδιωτικού δικαίου (private enforcement) φιλοδοξεί να ενισχύσει εν πολλοίς την εφαρμογή του δικαίου ανταγωνισμού. Στα μέσα της ιδιωτικής επιβολής εμπίπτει, εκτός από την «αμυντική» ή «παθητική» ακυρότητα της καρτελικής συμφωνίας (άρθρ. 1 § 2 ν. 3959/2011, άρθρ.

Σελ. 10

101 § 2 ΣΛΕΕ), η «επιθετική» ή «ενεργητική» άσκηση αγωγών για παύση, παράλειψη και αποζημίωση. Σε αντίθεση με τη δημόσια επιβολή και παρά το αρχέτυπο της ιδιωτικής επιβολής στις ΗΠΑ, αν και παγίως γινόταν δεκτό ότι η παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού αποτελεί αδικοπραξία κατά το κοινό δίκαιο, στο ενωσιακό δίκαιο ανταγωνισμού η ιδιωτική επιβολή απέκτησε σημασία πολύ μεταγενέστερα. Το πρώτον το έτος 2001 στην απόφαση Courage νομολογήθηκε ότι κάθε ζημιωθείς από παραβάσεις του δικαίου ανταγωνισμού πρέπει να έχει δικαίωμα να απαιτήσει αποζημίωση. Τούτο επιβεβαιώθηκε και εξειδικεύτηκε περαιτέρω το έτος 2006 στην υπόθεση Manfredi. Εφεξής παρατηρείται η σταθερά προϊούσα ενίσχυση της ιδιωτικής επιβολής των κανόνων ανταγωνισμού.

Β. H Οδηγία 2014/104/ΕΕ

Μετά από μακρά συζήτηση σχεδόν 18 μήνες μετά την πρόταση της Ευρ. Επιτρο-

Σελ. 11

πής της 11.6.2013 δημοσιεύτηκε στις 5.12.2014 η Οδηγία 2014/104/ΕΕ στην επίσημη εφημερίδα της Ευρ. Ένωσης και έκλεισε ένας κύκλος διαβουλεύσεων με σκοπό την εναρμόνιση των αγωγών αποζημίωσης για παραβάσεις του δικαίου ανταγωνισμού που διήρκεσε περισσότερο από δέκα χρόνια. Η Οδηγία 2014/104, η οποία έχει διττή νομική βάση, τόσο το άρθρ. 103 ΣΛΕΕ όσο και το άρθρ. 114 ΣΛΕΕ, και έπρεπε να μεταφερθεί μέχρι τις 27.12.2016, ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με καθυστέρηση με το ν. 4529/2018. Με σκοπό τη διευκόλυνση της εφαρμογής των νέων κανόνων εκδόθηκαν κατευθυντήριες γραμμές για την εκτίμηση από τα εθνικά δικαστήρια του ποσοστού της επιπλέον επιβάρυνσης που με-

Σελ. 12

τακυλίεται στους έμμεσους αγοραστές και την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών από τα εθνικά δικαστήρια στο πλαίσιο διαδικασιών ιδιωτικής επιβολής του δικαίου ανταγωνισμού της ΕΕ.

Ι. Το πεδίο εφαρμογής

Το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2014/104 περιορίζεται στην εναρμόνιση ορισμένων μόνο πτυχών του ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου των αγωγών αποζημίωσης λόγω παραβάσεων του δικαίου ανταγωνισμού. Ο ενωσιακός νομοθέτης επιδιώκει - εκ πρώτης όψεως αντιμαχόμενους – σκοπούς αφενός να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα και ισοδυναμία των αγωγών αποζημίωσης για παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου (άρθρ. 1 § 1 εδ. 1, 2 της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ) και αφετέρου να επιτύχει τον αποτελεσματικό συντονισμό της ιδιωτικής με τη δημόσια επιβολή του δικαίου ανταγωνισμού (άρθρ. 1 § 2 της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ). Κεντρική θέση κατά την οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας 2014/104 έχουν δύο ορισμοί, αφενός μεν της «αγωγής αποζημίωσης» και της «αξίωσης αποζημίωσης» (άρθρ. 2 αριθ. 4, 5 της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ) και

Σελ. 13

αφετέρου της «παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού» (άρθρ. 2 αριθ. 1 της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ). Με την έννοια «παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού» νοείται η παράβαση των άρθρων 101 ή 102 ΣΛΕΕ ή του εθνικού δικαίου ανταγωνισμού, στο μέτρο που οι εθνικές διατάξεις επιδιώκουν «κατά κύριο λόγο τον ίδιο στόχο», όπως τα άρθρ. 101, 102 ΣΛΕΕ, και, κατά το άρθρ. 3 § 1 του Κανονισμού 1/2003, εφαρμόζονται στην ίδια παράβαση παράλληλα με το ενωσιακό δίκαιο ανταγωνισμού (άρθρ. 2 αριθ. 3 της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ). Στην Οδηγία 2014/104/ΕΕ, συνεπώς, εμπίπτουν μόνο παραβάσεις του δικαίου ανταγωνισμού που επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών με την έννοια των άρθρ. 101, 102 ΣΛΕΕ, χωρίς πάντως να αποκλείεται η υπερακοντίζουσα μεταφορά (überschießende Umsetzung) των διατάξεων και επί αμιγώς εθνικών παραβάσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρ. 2 § 3 ν. 4529/18.

Από άποψη αστικής ευθύνης σημασία έχει η δεύτερη οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας 2014/104, η οποία συνέχεται με τον ορισμό της «αξίωσης αποζημίωσης». Η τελευταία – σχεδόν ταυτολογικά – ορίζεται ως «αξίωση αποζημίωσης για ζημία που προκλήθηκε λόγω παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού» (άρθρ. 2 αριθ. 5 της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ). Η αξίωση προς αποζημίωση, συνεπώς, σε αντι-

Σελ. 14

διαστολή ιδίως με την απαίτηση από αδικαιολόγητο πλουτισμό, η οποία σκοπεί στην αφαίρεση ενός αδικαιολόγητου πλεονεκτήματος από τον εναγόμενο, στοχεύει προεχόντως στην αποκατάσταση της ζημίας που προξενήθηκε από την παράβαση. Αμφισβητείται αν η αξίωση απορρέει άμεσα από το πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο, κατ’ αναλογία με τα νομολογηθέντα στην απόφαση Francovich για την ευθύνη του κράτους, και συμπληρώνεται από το εθνικό δίκαιο, ή αν πρόκειται για μία υποχρέωση που απευθύνεται στα κράτη μέλη τα οποία καλούνται να ρυθμίσουν την αγωγή αποζημίωσης. Η νομολογία ήδη πριν από την έκδοση της Οδηγίας 2014/104 επέβαλε στα κράτη μέλη να προστατεύσουν τα δικαιώματα κάθε ζημιωθέντος που απορρέουν από τα άρθρ. 101 και 102 ΣΛΕΕ και να αναγνωρίσουν στο εθνικό δίκαιο την αξίωση αποζημίωσης, η οποία πρέπει να πληροί ορισμένες ελάχιστες προϋποθέσεις. Ορθότερη, επομένως, είναι η θέση ότι το ενωσιακό δίκαιο ναι μεν επιβάλλει την υποχρέωση για αναγνώριση της αξίωσης, αλλά καταλείπει, με την επιφύλαξη διαφορετικών διατάξεων του δευτερογενούς δικαίου, τη ρύθμιση της αξίωσης στον εθνικό νομοθέτη.

Σελ. 15

Η κεντρική έννοια της ζημίας δεν ορίζεται στην Οδηγία 2014/104. Το άρθρ. 3 § 1 της Οδηγίας 2014/104 αναφέρεται σε «πλήρη αποζημίωση για την … ζημία … λόγω παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού». Με την καταβολή πλήρους αποζημίωσης ο ζημιωθείς «αποκαθίσταται στην κατάσταση στην οποία θα βρισκόταν αν δεν είχε τελεσθεί η παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού» (άρθρ. 3 § 2 εδ. 1 της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ). Η Οδηγία 2014/104 εξειδικεύει την έννοια της ζημίας στη βάση της θεωρίας της διαφοράς, όπου η θετική ζημία αναφέρεται μόνο ενδεικτικά (άρθρ. 3 § 2 εδ. 2 της Οδηγίας 2014/104). Γίνεται λόγος για μία ανοιχτή έννοια ζημίας, στην οποία εμπίπτει, εκτός από τη θετική ζημία, το διαφυγόν κέρδος και οι τόκοι. Διαφυγόν κέρδος υφίσταται ο ζημιωθείς όταν δεν μετακυλίει στα επόμενα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού την επιπλέον επιβάρυνση αλλά τήν απορροφά με τη μείωση του περιθωρίου κέρδους του ή όταν λόγω της επιπλέον επιβάρυνσης από την αύξηση της τιμής μειώνεται η ζήτηση του προϊόντος που είναι αντικείμενο της παράβασης και ο ζημιωθείς υφίσταται απώλεια πωλήσεων. Διαφυγόν κέρδος υφίσταται και ο ανταγωνιστής σε περίπτωση παρεμποδιστικής κατάχρησης που επιφέρει περιορισμό ή αποκλεισμό από την αγορά. Εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2014/104 αξιώσεις άρσης, παράλειψης ή αδικαιολόγητου πλουτισμού, οι οποίες διέπονται από το εθνικό δίκαιο. Δεν έχει ακόμη ρητώς νομολογηθεί αν τα άρθρ. 101 και 102 ΣΛΕΕ και η αρχή της αποτελεσματικότητας επιβάλλουν στα κράτη μέλη την παροχή στον ζημιωθέντα και «οιονεί αρνητικής προστασίας» με την έννοια της αξίωσης για άρση ή παράλειψη της παράβαση. Η αξίωση για άρση της προσβολής μπορεί να επικαλύπτεται με την αξίωση αποζημίωσης και, δεδομένου

Σελ. 16

ότι δεν προϋποθέτει υπαιτιότητα, να συμβάλει στην αποτελεσματική επιβολή του ενωσιακού δικαίου ανταγωνισμού.

Η Οδηγία 2014/104 περιλαμβάνει ειδικές διατάξεις διαχρονικού δικαίου στο άρθρ. 22. Γίνεται διάκριση μεταξύ των «ουσιαστικών διατάξεων», οι οποίες δεν εφαρμόζονται αναδρομικά, και των «διατάξεων εκτός από αυτ[ές] που αναφέρονται στην παράγραφο 1 [του εν λόγω άρθρου 22]», δηλαδή των δικονομικών διατάξεων, οι οποίες εφαρμόζονται σε αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας (26 Δεκεμβρίου 2014). Σε συμμόρφωση με την Οδηγία 2014/104 οι ουσιαστικές διατάξεις του ν. 4529/2018, μεταξύ των οποίων και το άρθρ. 10 για την εις ολόκληρο ευθύνη περισσότερων παραβατών, δεν εφαρμόζονται αναδρομικά, δηλαδή σε αξιώσεις προς αποζημίωση που γεννήθηκαν πριν τις 26.12.2016 (άρθρ. 16 § 1 σε συνδυασμό με το άρθρ. 24 ν. 4529/18). Κρίσιμο στοιχείο για τον προσδιορισμό του ratione temporis πεδίου εφαρμογής των εθνικών διατάξεων, οι οποίες έχουν θεσπισθεί σε συμμόρφωση προς τις ουσιαστικές διατάξεις της Οδηγίας 2014/104, είναι η επέλευση των γενεσιουργών της ευθύνης πραγματικών περιστατικών. Ποιες εκ των διατάξεων της Οδηγίας 2014/104 είναι ουσιαστικές και ποιες δικονομικές κρίνεται αυτόνομα υπό το πρίσμα του ενωσιακού δικαίου και όχι του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Στο ουσιαστικό δίκαιο κατά την έννοια του άρθρ. 22 § 1 της Οδηγίας 2014/104 εμπίπτουν οι διατάξεις της Οδηγίας σχετικά με την παραγραφή «διότι θίγει την άσκηση δικαιώματος το οποίο ο ενδιαφερόμενος δεν μπορεί

Σελ. 17

πλέον να επικαλεστεί λυσιτελώς ενώπιον δικαστηρίου» , τον επιμερισμό της ευθύνης στη εσωτερική σχέση κατά το άρθρ. 11 § 5 εδ. 1, τα αποτελέσματα του συμβιβασμού κατά το άρθρ. 19 της Οδηγίας 2014/104 και το τεκμήριο πρόκλησης της ζημίας από καρτελικές συμπράξεις κατά το άρθρ. 17 § 2. Αντίθετα, οι διατάξεις σχετικές με την κοινοποίηση αποδεικτικών στοιχείων και η εξουσία δικαστικής εκτίμησης και ποσοτικοποίησης της ζημίας κατά το άρθρ. 17 § 1 της Οδηγίας 2014/104 αποτελούν δικονομικούς κανόνες.

ΙΙ. Ο σκοπός της αγωγής αποζημίωσης

Ήδη από την απόφαση Courage το Δικαστήριο αναγνώρισε στις αγωγές αποζημίωσης τόσο αποκαταστατική της ζημίας όσο και προληπτική

Σελ. 18

λειτουργία. Στην Οδηγία 2014/104 διακηρύσσεται ο στόχος της αποκατάστασης της ζημίας (άρθρ. 1 § 1, άρθρ. 3 § 1 της Οδηγίας 2014/104) και, συγχρόνως, η προηγουμένως μόνο προαιρετική απαγόρευση του πλουτισμού αναγορεύεται σε υποχρεωτικό ανώτατο όριο της αποζημίωσης με το ρητό αποκλεισμό της «υπερβολικής» αποζημίωσης (άρθρ. 3 § 3 της Οδηγίας 2014/104).

Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη ο σκοπός πρόληψης (αποτροπής), που υπηρετεί η αγωγή αποζημίωσης, δεν έχει αυτοτέλεια, καθώς δεν έχει επίδραση στο ύψος της ζημίας∙ αποτελεί μόνο αντανακλαστική και έμμεση συνέπεια της αγωγής αποζημίωσης. Το αποτρεπτικό αποτέλεσμα περιορίζεται στην αφαίρεση από τους παραβάτες των κερδών που αποκόμισαν από την παράβαση ως αντανακλαστική συνέπεια της καταβολής αποζημίωσης στο θύμα. Στη θέση αυτή αντιπαρατηρείται ότι εδράζεται σε μία στενή σύλληψη του αποτρεπτικού αποτελέσματος. Και τούτο διότι η «πλήρης αποτελεσματικότητα του άρθρ. 101 ΣΛΕΕ» και η νομολογία Courage, ήδη πριν από την έκδοση της Οδηγίας 2014/104, αντανακλούν στην ερμηνεία επιμέρους προϋποθέσεων της ευθύνης. Έτσι στην απόφαση Kone νο-

Σελ. 19

μολογήθηκε με αναφορά στο αποτρεπτικό αποτέλεσμα της αγωγής αποζημίωσης ότι συνδέονται αιτιωδώς με την παράβαση και ζημίες που προκλήθηκαν από τρίτες, μη συμμετέχουσες στη σύμπραξη, επιχειρήσεις λόγω της διαμόρφωσης των τιμών στην αγορά υπό την επιρροή συμπράξεως («umbrella pricing»). Όμως δεδομένου ότι τόσο η Οδηγία 2014/104 ρητώς όσο και η νομολογία αποκλείουν την υπερβολική, τιμωρητικού χαρακτήρα, αποζημίωση, η αποτροπή δεν μπορεί να είναι παρά μόνο «νομική αντανάκλαση» (Rechtsreflex) και όχι αυτοσκοπός της αγωγής αποζημίωσης. Τούτο επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι ο ενωσιακός νομοθέτης αφενός μεν συνειδητά αποστασιοποιήθηκε από την ισχύουσα στις ΗΠΑ τιμωρητικού χαρακτήρα αποζημίωση (punitive damages) και αφετέρου δεν επέβαλε αντικειμενική, ανεξάρτητη από πταίσμα, ευθύνη από διακινδύνευση στους παραβάτες. Η τελευταία θα μπορούσε, πράγματι, αυτοτελώς να επιτελέσει αποτρεπτική λειτουργία, αναγκάζοντας τις επιχειρήσεις να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να αποτραπεί το ζημιογόνο γεγονός. Η παραπάνω προληπτική λειτουργία,

Σελ. 20

αν και δεν αποτελεί τον πρωτεύοντα στόχο της αγωγής αποζημίωσης, αντανακλά στην ερμηνεία των διατάξεων για την εις ολόκληρο ευθύνη και την αναγωγή στην εσωτερική σχέση μεταξύ των παραβατών.

ΙΙΙ. Το επίπεδο της εναρμόνισης

Η παραπάνω συσταλτική από άποψη στόχευσης προσέγγιση δημιουργεί αμφιβολίες ως προς το επίπεδο εναρμόνισης του εθνικού δικαίου που επιφέρει η Οδηγία 2014/104. Στην πραγματικότητα η εναρμόνιση δεν είναι πλήρης ούτε το επίπεδο εναρμόνισης ενιαίο. Κατ’ αρχάς η Οδηγία 2014/104 εξαιρεί από την εμβέλεια της εναρμόνισης την αιτιώδη συνάφεια ως προϋπόθεση της αποζημιωτικής ευθύνης και επιτρέπει στα κράτη μέλη να προβλέψουν στο εθνικό δίκαιο πρόσθετες προϋποθέσεις για την γένεση της αποζημιωτικής ευθύνης, όπως «ο καταλογισμός, η καταλληλότητα ή η ενοχή» και να διατηρήσουν αυτές «στον βαθμό που είναι σύμφωνες με τη νομολογία του Δικαστηρίου, τις αρχές της αποτελεσματικότητας και της ισοδυναμίας και την παρούσα οδηγία».

Back to Top