ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 8.95€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 22,95 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18946
Κυριακαντωνάκη Δ.
Καραμπατζός Α., Μικρουλέα Α.
ΣΠΟΥΔΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Αθανασίου Λ., Μικρουλέα Α.
  • Έκδοση: 2024
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 136
  • ISBN: 978-618-08-0311-2
Σε μία εποχή όπου οι ψηφιακές πλατφόρμες κυριαρχούν στις οικονομικές συναλλαγές, εισέρχονται στον επιστημονικό διάλογο νέες οπτικές επί του Δικαίου του Ανταγωνισμού, με την αξιοποίηση των διδαγμάτων της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης.
 
Στο επίκεντρο του βιβλίου τίθεται η δέουσα ρυθμιστική παρέμβαση στο πεδίο των ψηφιακών πλατφορμών από πλευράς Δικαίου του Ανταγωνισμού. Προτείνεται μία νέα ανάγνωση του Δικαίου του Ανταγωνισμού, η οποία αποσκοπεί στην αποτελεσματική προστασία του καταναλωτή - homo digitalis, χωρίς, ωστόσο, να  προσδοκά τον εκ βάθρων κλονισμό του πυρήνα του εν λόγω κλάδου δικαίου.
 
Η πορεία της ανάλυσης έχει ως εξής:
• παρουσίαση βασικών εννοιών της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης
• ορισμός του Συμπεριφορικού Ανταγωνισμού και εξέταση αφενός της επίδρασής του στο «παραδοσιακό» Δίκαιο του Ανταγωνισμού, αφετέρου του ενδεδειγμένου βαθμού παρέμβασης του Νομοθέτη και των Αρχών Ανταγωνισμού
• ορισμός και κατηγοριοποίηση των ψηφιακών πλατφορμών, καθώς και ανάλυση των ιδιαίτερων οικονομικών χαρακτηριστικών τους
• εντοπισμός της επιρροής της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης στις νέες θεωρίες βλάβης - με έμφαση σε περιπτώσεις τυχόν καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης - και του ρόλου του Δικαίου του Ανταγωνισμού σε αυτό το πλαίσιο
 
Το παρόν βιβλίο απευθύνεται σε νομικούς και εν γένει ερευνητές, οι οποίοι ενδιαφέρονται για τις σύγχρονες εξελίξεις στο Δίκαιο του Ελεύθερου Ανταγωνισμού, ιδίως στο πεδίο των ψηφιακών πλατφορμών, αλλά και σε όσους αναζητούν διεπιστημονικές προσεγγίσεις σε επίκαιρα ζητήματα.
 
 

Περιεχόμενα

ΠΡΟΛΟΓΟΣ VII

Ευχαριστίες XI

1. (Αντί) Εισαγωγή(ς) 1

2. Εισαγωγή στη Συμπεριφορική Οικονομική 3

2.1. Βασικές έννοιες της Συμπεριφορικής Οικονομικής 3

2.2. Συμπεριφορικές προκαταλήψεις 7

2.3. Ασυμμετρία Πληροφόρησης και Λήψη Αποφάσεων 15

3. Συμπεριφορική Οικονομική και Ανταγωνισμός:
Νέα προσθήκη στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού
ή διαχρονικός σύμμαχός του; 19

3.1. Ορισμός του Συμπεριφορικού Ανταγωνισμού 19

3.2. Η επίδραση της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης
στο «παραδοσιακό» Δίκαιο του Ανταγωνισμού 21

3.3. Συμπεριφορικός Ανταγωνισμός, Εξουδετέρωση
των Προκαταλήψεων και Παρέμβαση των Αρχών
Ανταγωνισμού 30

4. Ψηφιακές Πλατφόρμες 37

4.1. Ο ορισμός και οι κατηγορίες των Ψηφιακών Πλατφορμών 37

4.2. Τα χαρακτηριστικά των Ψηφιακών Πλατφορμών 42

4.2.1. Εισαγωγικά 42

4.2.2. Αποτελέσματα Δικτύου 43

4.2.3. Οικονομίες Κλίμακας 48

4.2.4. Οικονομίες Φάσματος 50

XII

4.2.5. Πρακτικές Ολοκληρωτικής Επικράτησης 51

4.2.6. Κόστος Εναλλαγής και Μεταπήδησης 52

4.2.7. Πλατφόρμες Πολλαπλών Όψεων και Μοντέλο
Μηδενικής Τιμολόγησης 57

5. Περιπτώσεις επίδρασης της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης στις Νέες θεωρίες βλάβης 65

5.1. Αυτοπροτιμησιακή Συμπεριφορά 65

5.2. Χειραγώγηση 75

5.3. Εξατομικευμένη Τιμολόγηση 84

6. Καταληκτικές Παρατηρήσεις - Συμπεράσματα 91

Ευρετήριο αντιστοίχισης της αγγλικής με την ελληνική ορολογία 95

Βιβλιογραφία - Αρθρογραφία 101

Νομολογία 113

Λημματικό Ευρετήριο 115

Σελ. 1

1. (Αντί) Εισαγωγή(ς)

Σε μία εποχή όπου οι ψηφιακές πλατφόρμες κυριαρχούν στις οικονομικές συναλλαγές, φέρνοντας στο προσκήνιο νέες οπτικές επί του Δικαίου του Ανταγωνισμού, όπως το ολοένα και το συχνότερα αναφερόμενο “Hipster Antitrust”, ο Συμπεριφορικός Ανταγωνισμός και η αξιοποίηση των διδαγμάτων της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης τείνουν να απαξιώνονται από τους υπέρμαχους των πιο «παραδοσιακών» θεωριών και προσεγγίσεων.

Προς αποφυγήν, λοιπόν, συγχύσεως και παρερμηνείας των προθέσεων της γράφουσας, επιλέγεται αντί εισαγωγής να διευκρινιστούν ποιοι δεν είναι οι στόχοι της παρούσας μελέτης. Αρχικά, κατά την παρουσίαση των βασικών εννοιών της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης δεν προτείνεται η κατάργηση του παραδοσιακού μοντέλου οικονομικής ανάλυσης ούτε και επιχειρείται η πλήρης αποδόμηση του homo (o)economicus. Έτσι, η στροφή στην εξέταση της πραγματικής συμπεριφοράς του ανθρώπου στις συναλλαγές και η αποφυγή περιορισμού στην ανάλυση της υποθετικής συμπεριφοράς - με τις αβεβαιότητες που αυτή υποθάλπει - δεν συνεπάγεται μία αμιγώς θεωρητική «μη-οικονομική» θεώρηση ή την αποδοχή της ανασφάλειας του δικαίου ως κανονικότητας.

Αντιστοίχως, η εισαγωγή της Συμπεριφορικής Οικονομικής στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού δεν προσδοκά τον εκ βάθρων κλονισμό του πυρήνα του Ανταγωνισμού, αντικαθιστώντας το θεωρητικό του υπόβαθρο και επαναπροσδιορίζοντας τους στόχους του. Στο πλαίσιο αυτό, ο Συμπεριφορικός Ανταγωνισμός δεν παρουσιάζεται ως ένας νέος τύπος Δικαίου του Ανταγωνισμού, που λειτουργεί πέραν αυτού και με διαφορετικές στοχεύσεις, αλλά ως ένα εύχρηστο μεθοδολογικό εργαλείο για την εφαρμογή του τελευταίου.

Σε επόμενο στάδιο εξετάζονται τα ιδιαίτερα οικονομικά χαρακτηριστικά των πλατφορμών, χωρίς κάποια πρόθεση κινδυνολογίας ή άνευ ετέρου καταδίκης τους. Αντιθέτως, μέσω της ανάδειξης των ιδιαιτεροτήτων τους, που διακρίνουν σαφώς τη ψηφιακή οικονομία έναντι της παραδοσιακής, επιχειρείται η επεξήγηση των επί μέρους πρακτικών τους, οι οποίες βρίσκουν έρεισμα σε μία σειρά συμπεριφορικών σφαλμάτων στα οποία ο homo digitalis υποπίπτει πολλαπλές φορές σε καθημερινό επίπεδο. Ωστόσο, ως λύση δεν εισάγεται ένα σύγχρονο «κυνήγι μαγισσών», με τις ψηφιακές πλατφόρμες σε θέση υπολόγου επί πα-

Σελ. 2

ντός κακώς κειμένου. Εξίσου καταδικάζονται συμπεριφορικές προκαταλήψεις που οδηγούν τις Αρχές σε άδικη μεταχείριση των μεγάλων παικτών της αγοράς, με μόνη δικαιολογητική βάση το μέγεθός τους.

Τέλος, ενδεχομένως τη σημαντικότερη διευκρίνιση αποτελεί πως η εφαρμογή της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης στο παράδειγμα των ψηφιακών πλατφορμών ουδόλως δέχεται τον ρόλο του Ανταγωνισμού ως επί παντός προστάτη. Η προστασία της δημοκρατίας, η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η αποφυγή δημιουργίας πόλωσης στις παρυφές της κοινωνίας, η προστασία της ισότητας και η προστασία της ελευθερίας του λόγου, αν και απαραίτητα, (πρέπει να) εξακολουθούν να είναι διάφορα προς το προστατευτικό πεδίο του Δικαίου του Ανταγωνισμού, κατά τη γνώμη της γράφουσας.

Έχοντας, λοιπόν, διασαφηνίσει τα παραπάνω, σε μια προσπάθεια «εξουδετέρωσης των προκαταλήψεων» που ενδεχομένως συνοδεύουν το παρόν θέμα, η πορεία της ανάλυσης θα έχει ως εξής: με αφετηρία βασικές έννοιες της Συμπεριφορικής Οικονομικής και τον ορισμό του Συμπεριφορικού Ανταγωνισμού, θα εξεταστεί, αφενός η επίδραση του τελευταίου στο «παραδοσιακό» Δίκαιο του Ανταγωνισμού, αφετέρου ο προτεινόμενος βαθμός παρέμβασης του Νομοθέτη και των Αρχών Ανταγωνισμού, ενώ εν συνεχεία το κέντρο βάρους της μελέτης θα μετατοπιστεί στις ψηφιακές πλατφόρμες και τα ιδιαίτερα οικονομικά χαρακτηριστικά τους, ώστε να αναλυθεί εν τέλει η επιρροή της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης στις νέες θεωρίες βλάβης - με έμφαση σε περιπτώσεις τυχόν καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης - και ο ρόλος του Δικαίου του Ανταγωνισμού σε αυτό το πλαίσιο.

Σελ. 3

2. Εισαγωγή στη Συμπεριφορική Οικονομική

2.1. Βασικές έννοιες της Συμπεριφορικής Οικονομικής

Προ της ανάπτυξης του παρόντος κεφαλαίου, διευκρινίζεται πως δεν αποτελεί μια εκτενής ανάλυση της Συμπεριφορικής Οικονομικής και του συνόλου των εννοιών που είναι δόκιμοι στο πλαίσιο αυτής. Το παρόν κεφαλαίο αποσκοπεί στην εισαγωγή σε βασικές έννοιες της Συμπεριφορικής Οικονομικής, προκειμένου στα κεφάλαια που ακολουθούν να παρατηρηθεί η πρακτική εφαρμογή τους αναφορικά με τις ψηφιακές πλατφόρμες. Επιθυμητή, λοιπόν, είναι κατ’ αυτόν τον τρόπο η εξοικείωση του αναγνώστη με ένα σημαντικό εύρος των προκαταλήψεων και των λοιπών παραγόντων που καθορίζουν τη λήψη αποφάσεων, κατ’ αρχήν σε θεωρητικό επίπεδο.

Εκκινώντας από τον προσδιορισμό της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης, η εν λόγω ανάλυση επιτρέπει την κατηγοριοποίηση και την πρόβλεψη συμπεριφορών που σχετίζονται με τον νόμο, μέσω εργαλείων της παραδοσιακής οικονομικής ανάλυσης, με τέτοιο τρόπο που να επιτυγχάνονται ακριβέστερες υποθέσεις για την ανθρώπινη συμπεριφορά και αντιστοίχως ακριβέστερες προβλέψεις και διατάξεις του νόμου. Ευστόχως, έχει διαπιστωθεί πως «η Συμπεριφορική Οικονομική αυξάνει την επεξηγηματική δύναμη των οικονομικών, παρέχοντάς τους πιο ρεαλιστικά ψυχολογικά θεμέλια» - φράση που υποδεικνύει τη συμπληρωματική σχέση μεταξύ των δύο κλάδων. Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνεται πως η εν λόγω προσέγγιση δεν αποσκοπεί στην πλήρη κατάργηση των μοντέλων της Ορθολογικής Επιλογής (Rational Choice) ή της Ισορροπίας (Equilibrium), αλλά στην επέκτασή τους. Μέσω της «χαλάρωσης» των βασικών και απόλυτων παραδοχών της κλασικής οικονομικής ανάλυσης, αναδεικνύεται η πληθώρα ανωμαλιών του μοντέλου αυτού, οι οποίες και θα αναφερθούν εν συνεχεία. Επακολούθως,

Σελ. 4

τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την Συμπεριφορική Οικονομική Ανάλυση μπορούν να αξιοποιηθούν σε τρεις λειτουργίες του δικαίου: τη θετική, τη ρυθμιστική και την κανονιστική.

Όπως υποδηλώνεται και από τον τίτλο του εν λόγου μοντέλου, η Συμπεριφορική Οικονομική Ανάλυση εστιάζει στη μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η τελευταία, βάσει της θεμελιώδους θεωρίας του νομπελίστα Gary S. Becker διέπεται από τρεις αρχές: «περιλαμβάνει συμμετέχοντες οι οποίοι [1] μεγιστοποιούν την ωφέλειά/χρησιμότητά τους (maximize their utility) [2] επί τη βάση ενός σταθερού συνόλου προτιμήσεων (from a stable set of preferences) και [3] συγκεντρώνουν τη βέλτιστη ποσότητα πληροφοριών και άλλων εισροών σε ποικίλες αγορές (accumulate an optimal amount of information and other inputs in a variety of markets).». Η παραπάνω προσέγγιση εντάσσεται στο πλαίσιο της θεωρίας της ορθολογικής επιλογής. Ωστόσο, ο ορισμός της ωφέλειας (χρησιμότητας) στο πλαίσιο της Συμπεριφορικής Οικονομικής Ανάλυσης, διαφοροποιείται συγκριτικά με αυτόν της παραδοσιακής οικονομικής ανάλυσης, καθώς του προσδίδεται ευρύτερο περιεχόμενο. Διαφοροποιείται, επίσης, ο χρόνος στον οποίο θεωρείται δόκιμο να κρίνεται η ωφέλεια, καθώς βάσει των συμπεριφορικών οικονομικών παρατηρούνται αποκλίσεις μεταξύ της αναμενόμενης χρησιμότητας κατά τη στιγμή λήψης της απόφασης και της χρησιμότητας που πράγματι βιώνεται ως αποτέλεσμα αυτής της απόφασης, εν αντιθέσει με τα κλασικά οικονομικά που δέχονται πως η χρησιμότητα της εμπειρίας μετριέται καλύτερα με την αναμενόμενη χρησιμότητα που παρουσιάζει η απόφαση των ανθρώπων.

Συνάγεται, λοιπόν, πως το πρότυπο του homo (o)economicus αποτελεί την αφετηρία, αλλά όχι το κύριο αντικείμενο μελέτης της Συμπεριφορικής Οικονομικής, το οποίο μετατοπίζεται στην πραγματική συμπεριφορά του πραγματικού ανθρώπου. Αυτή ακριβώς η αποστασιοποίηση από την έννοια του homo (o)economicus και της υποθετικής συμπεριφοράς φανερώνει τον κύριο μηχανισμό της εν λόγω ανάλυσης, που στρέφεται γύρω από τις συμπεριφορές που επιδεικνύονται στην πράξη. Εν τοις πράγμασι, η ανθρώπινη συμπεριφορά διέπεται από ορισμένα όρια, τα οποία κλονίζουν έννοιες όπως αυτή της μεγιστοποίησης της ωφέλειας, των σταθερών προτιμήσεων, των ορθολογικών προσδοκιών και της βέλτιστης επεξεργασίας των πληροφοριών. Τα όρια αυτά συνοψίζονται στο τρίπτυχο Πε-

Σελ. 5

ριορισμένη Ορθολογικότητα (Bounded Rationality), Περιορισμένη Βούληση/Περιορισμένος Αυτοέλεγχος (Bounded Willpower/Self-control) και Περιορισμένη Ιδιοτέλεια (Bounded Self-interest).

Η θεωρία της Περιορισμένης Ορθολογικότητας πρωτοεισήχθη στον επιστημονικό διάλογο ήδη το 1945 από τον νομπελίστα Herbert A. Simon, ο οποίος έθιξε επί της ουσίας το γεγονός ότι οι ανθρώπινες γνωστικές ικανότητες είναι φυσικά περιορισμένες, ερχόμενος σε αντίθεση με την κρατούσα θεωρία περί καθολικής ορθολογικότητας της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Έκτοτε τόνοι μελάνης έχουν χυθεί γύρω από την ανάλυση της εν λόγω έννοιας, όπως επίσης και των αδυναμιών, των προκαταλήψεων και των σφαλμάτων που η θεμελίωση αυτής συνεπάγεται για την ανθρώπινη συμπεριφορά. Στο πλαίσιο αυτό, ο Cass R. Sunstein, η Christine Jolls και ο νομπελίστας Richard H. Thaler κάνουν λόγο για περιορισμένες υπολογιστικές ικανότητες (limited computational skills) και σοβαρά ελαττωματικές αναμνήσεις (seriously flawed memories), ενώ ο Richard A. Posner για γνωστικές ιδιορρυθμίες (cognitive quirks) που στέκονται εμπόδιο στην ορθολογική επεξεργασία των πληροφοριών. Τα αποτελέσματα που μπορεί να προκύψουν από τις διάφορες εκφάνσεις της Περιορισμένης Ορθολογικότητας, εντάσσονται σε δύο βασικές κατηγορίες: πρώτον, τα σφάλματα κρίσης και δεύτερον, τα σφάλματα κατά τη λήψη αποφάσεων, όπου παρατηρείται απόκλιση της ανθρώπινης συμπεριφοράς από τις επιταγές της Θεωρίας της Αναμενόμενης Ωφέλειας (Expected Utility Theory). Διεξοδικότερα θα αναλυθούν οι εν λόγω εκφάνσεις και οι απόρροιές τους στο αμέσως επόμενο υποκεφάλαιο.

Η Περιορισμένη Βούληση/Περιορισμένος Αυτοέλεγχος αναφέρεται στο γεγονός ότι συχνά οι άνθρωποι υποτιμούν τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους, προβαίνοντας σε ενέργειες που γνωρίζουν πως είναι αντίθετες με αυτά. O Richard A. Posner περιγράφει την εν λόγω κατάσταση ως μία σύγκρουση μεταξύ των δύο εαυτών του ανθρώπου, του «καλού» που γνωρίζει την μακροπρόθεσμη ευημερία του και του «κακού», κοντόφθαλμου εαυτού, με την επικράτηση του τελευταίου να είναι δεδομένη, εκτός αν καταβληθούν τεράστιες προσπάθειες παρεμπόδισής του. Η έννοια της Περιορισμένης Βούλησης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με αυ-

Σελ. 6

τές της Προσκόλλησης στο Σήμερα (Present Bias) και της Υπερβολοειδούς Προεξόφλησης Μελλοντικών Θετικών Εξελίξεων (Hyperbolic Discounting) - έννοιες που θα παρουσιαστούν στο υποκεφάλαιο που ακολουθεί.

Τέλος, η Περιορισμένη Ιδιοτέλεια αναφέρεται στην τάση των ανθρώπων αφενός να νοιάζονται ή να ενεργούν σαν να νοιάζονται για τους άλλους (ακόμα και αγνώστους), αφετέρου στην επιθυμία τους για αμφίδρομη δίκαιη μεταχείριση. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή οικονομική θεώρηση, όπου ο homo (o)economicus είναι εξ ορισμού ιδιοτελής, καθώς κατευθύνεται με κινητήρια δύναμη και μείζονα στόχο του το προσωπικό του όφελος και τη δική του ευημερία, εν τοις πράγμασι οι άνθρωποι πολλές φορές ζυγίζουν ως σημαντικότερη την έννοια της Δικαιοσύνης (Fairness) και της Αμοιβαιότητας (Reciprocity). Επί τη βάσει ακριβώς αυτής τους της ανάγκης για δικαιοσύνη, συχνά θυσιάζουν τα προσωπικά υλικά συμφέροντά τους, τιμωρώντας όσους ενεργούν με άδικο τρόπο απέναντί τους. Σε αυτό το πλαίσιο, γίνεται λόγος για μετάβαση από το μοντέλο του homo (o)economicus σε αυτό του homo reciprocans. Διευκρινίζεται, πως οι παραπάνω ανιδιοτελείς πράξεις δεν εντάσσονται στην έννοια των αλτρουιστικών πράξεων, διότι οι τελευταίες μπορεί να ικανοποιούν ορθολογικά ιδιοτελείς σκοπούς, ιδίως στην περίπτωση των Αλληλεξαρτώμενων Ωφελειών (Interdependent Utilities). Για την καλύτερη εμπέδωση της έννοιας της Περιορισμένης Ιδιοτέλειας χρήσιμη είναι η αναφορά των δύο εκ των κυριότερων ευρημάτων του Παιγνίου του Τελεσιγράφου (Ultimatum Bargaining Game). Πρώτον, οι άνθρωποι παραβιάζουν

Σελ. 7

δύσκολα τους Κανόνες Κοινωνικής Συμπεριφοράς (Social Norms), ιδίως όταν η παραβίαση πραγματοποιείται δημοσίως, ακόμη και αν η πίστη τους σε αυτούς είναι αντίθετη με το προσωπικό τους συμφέρον. Δεύτερον, χαρακτηρίζονται από τη λεγόμενη Αποστροφή της Αδικίας (Inequity Aversion), καθώς είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν το προσωπικό τους συμφέρον, προκειμένου να παράγουν πιο δίκαια αποτελέσματα. Επομένως, με απώτερο στόχο την ικανοποίηση του αισθήματος της Δικαιοσύνης, είναι δυνατή η δημιουργία ενός αυτοεπιβαλλόμενου συστήματος αμοιβαιότητας, στις περιπτώσεις όπου υπάρχει η δυνατότητα επιβολής κυρώσεων στους «παραβάτες» αυτού του συστήματος.

Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, δοκίμως γίνεται χρήση του όρου Οιονεί Ορθολογικότητα (Quasi Rationality), για να περιγράψει ακριβώς αυτές τις παρεκκλίσεις στην ανθρώπινη συμπεριφορά από τις παραδοχές της κλασικής οικονομικής θεώρησης. Οι εν λόγω παρεκκλίσεις δεν είναι περιστασιακές, τυχαίες και απρόβλεπτες, αλλά μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συστηματικής μελέτης, τα πορίσματα της οποίας χρησιμεύουν ως βάση για την πρόβλεψη της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Στο πλαίσιο αυτό στο αμέσως ακόλουθο υποκεφάλαιο περιγράφεται ένα σημαντικό εύρος των συμπεριφορικών προκαταλήψεων/σφαλμάτων/αδυναμιών/στρεβλώσεων (biases, errors) που διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά και βρίσκουν έρεισμα κυρίως στην Περιορισμένη Ορθολογικότητα.

2.2. Συμπεριφορικές προκαταλήψεις

Όπως προαναφέρθηκε στην εισαγωγή του παρόντος κεφαλαίου, η διεξοδική ανάλυση των συμπεριφορικών σφαλμάτων που επιδρούν καθοριστικά στη λήψη αποφάσεων δεν θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς της παρούσας μελέτης. Ωστόσο, κρίνεται δόκιμη η παράθεση ενός πίνακα - γλωσσαρίου συμπεριφορικών προκαταλήψεων, που λειτουργεί εισαγωγικά σε κάποιες κρίσιμες έννοιες, οι εφαρμογές των οποίων θα εξεταστούν εν συνεχεία στο πλαίσιο των ψηφιακών πλατφορμών. Αυτή η σειρά συμπεριφορικών στρεβλώσεων στην οποία ο άνθρωπος υποπίπτει καθημερινά, συγκαθορίζει και συγκαθορίζεται ακριβώς από το ως άνω αναλυόμενο τρίπτυχο Περιορισμένη Ορθολογικότητα, Περιορισμένη Βούληση/Περιορισμένος Αυτοέλεγχος και Περιορισμένη Ιδιοτέλεια.

Σελ. 8

Όρος

Ορισμός

Προκατάληψη Επίδρασης (Affect Βias)

Συγκεκριμένα αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο τα άτομα τείνουν να βασίζονται στα συναισθήματα ή τα ένστικτά τους όταν λαμβάνουν αποφάσεις, γεγονός που επιτρέπει την εξαγωγή γρήγορων συμπερασμάτων χωρίς πολλή σκέψη.

Προκατάληψη Διανομής (Allocation Bias)

Συστηματική διαφοροποίηση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι συμμετέχοντες κατανέμονται στις ομάδες σύγκρισης σε μια κλινική δοκιμή.

Προσκόλληση σε Άγκιστρα και Προκατάληψη Προσαρμογής (Anchoring and Adjustment Bias)

Συμβαίνει όταν ένα άτομο χρησιμοποιεί μια συγκεκριμένη τιμή ή έναν αριθμό-στόχο ως σημείο εκκίνησης (άγκιστρο) και εν συνεχεία προσαρμόζει τις πληροφορίες αυτές έως ότου επιτευχθεί μια ικανοποιητική τιμή με την πάροδο του χρόνου.

Υποταγή στη (Νομοθετική) Εξουσία/Αυθεντία (Authority Bias)

Η τάση να αποδίδεται μεγαλύτερη ακρίβεια στη γνώμη μιας φιγούρας εξουσίας.

Υπερφόρτωση Επιλογών (Choice Overload)

Απεικονίζει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι τείνουν να συγκλονίζονται όταν τους παρουσιάζονται πολλές επιλογές για να επιλέξουν.

Γνωστική Ανεπάρκεια (Cognitive Scarcity)

Όρος που υποδηλώνει ότι το ανθρώπινο μυαλό έχει πεπερασμένη ικανότητα λήψης αποφάσεων για τη μεγιστοποίηση της ωφέλειας.

Προκατάληψη Δέσμευσης (Commitment Bias)

Περιγράφει την τάση ενός ατόμου να παραμένει προσηλωμένο σε παρελθούσες συμπεριφορές, ιδίως σε αυτές που επιδεικνύονται δημοσίως, ακόμη και αν δεν έχουν επιθυμητά αποτελέσματα.

Φαινόμενο Συμβιβασμού (Compromise Effect)

Η τάση αποφυγής μιας ακραίας επιλογής, που οδηγεί σε έναν συμβιβασμό, όπου προτιμάται η μέτρια επιλογή.

Φαινόμενο Προεπιλογής (Default Effect)

Εξηγεί την τάση ενός ατόμου να αποδέχεται γενικά την προεπιλεγμένη εναλλακτική σε μια στρατηγική αλληλεπίδραση.

Επίδραση Δολώματος (Decoy Effect)

Ερχόμενοι αντιμέτωποι με μια επιλογή μεταξύ δύο εναλλακτικών επιλογών, η προσθήκη μιας τρίτης, λιγότερο ελκυστικής επιλογής μπορεί να επηρεάσει την αντίληψη των αρχικών δύο επιλογών.

Επίδραση Ονομασίας (Denomination Effect)

Μια μορφή γνωστικής προκατάληψης σχετικά με το νόμισμα, η οποία υποδηλώνει ότι τα άτομα μπορεί να είναι λιγότερο πιθανό να ξοδέψουν μεγαλύτερες νομισματικές αξίες από την αντίστοιχη αξία τους σε μικρότερες ονομαστικές αξίες.

Προκατάληψη Διαφοροποίησης (Diversification Bias)

Η τάση των ατόμων να αναζητούν μεγαλύτερη ποικιλία όταν επιλέγουν ταυτόχρονα πολλαπλά είδη για μελλοντική κατανάλωση από ό,τι όταν επιλέγουν διαδοχικά.

Αίσθημα Προσνομής (Endowment Effect)

Περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα τείνουν να εκτιμούν περισσότερο ένα αντικείμενο που κατέχουν από ό,τι θα το εκτιμούσαν αν δεν το κατείχαν.

Επίδραση του Πλαισίου (Framing Effect)

Συμβαίνει όταν οι αποφάσεις επηρεάζονται από τον τρόπο παρουσίασης των πληροφοριών.

Θεωρία Ασαφούς Ίχνους (Fuzzy-trace Theory)

Θεωρία που υποδηλώνει ότι η πληροφορία προσδιορίζεται σε ένα συνεχές από ακριβή ίχνη σε ασαφή ίχνη.

Χάσμα Ενσυναίσθησης μεταξύ Ζεστού και Κρύου (Hot-cold State)

Το Χάσμα Ενσυναίσθησης μεταξύ Ζεστού και Κρύου συμβαίνει όταν οι άνθρωποι υποτιμούν την επιρροή των ενστικτωδών καταστάσεων (π.χ. θυμός, πόνος ή πείνα) στη συμπεριφορά ή τις προτιμήσεις τους.

Αδράνεια (Inertia)

Η αντοχή μιας σταθερής κατάστασης που συνδέεται με την Αδράνεια και την έννοια της Διατήρησης της Υφιστάμενης Κατάστασης Πραγμάτων (status quo bias).

Ασυμμετρία Πληροφόρησης (Information Asymmetry)

Μια κατάσταση στην οποία υπάρχει ατελής γνώση - συγκεκριμένα, όταν το ένα μέρος έχει διαφορετικές πληροφορίες από το άλλο.

Υπερφόρτωση Πληροφορίας (Information Overload)

Συμβαίνει όταν ένα άτομο λαμβάνει πάρα πολλές πληροφορίες που προκαλούν δυσκολία στην αποθήκευση και την κωδικοποίησή τους.

Περιορισμένη Προσοχή (Limited Attention)

Το συμπέρασμα ότι ο εγκέφαλος μπορεί να επεξεργαστεί πληροφορίες μόνο για ένα πεπερασμένο χρονικό διάστημα.

Απαρέσκεια προς τις Απώλειες (Loss Aversion)

Αναφέρεται στην τάση ενός ατόμου να προτιμά να αποφεύγει απώλειες, παρά να αποκτά ισοδύναμα κέρδη, δηλαδή οι απώλειες διαφαίνονται περισσότερο έναντι των κερδών.

Νοητική Λογιστική (Mental Accounting)

Εξηγεί πώς τα άτομα τείνουν να αποδίδουν υποκειμενική αξία στο χρήμα ως παραβίαση των βασικών οικονομικών αρχών.

Νοητική Ανεπάρκεια (Mental Scarcity)

Βλ. Γνωστική Ανεπάρκεια και Περιορισμένη Προσοχή.

Επίδραση του Αγγελιοφόρου (Messenger Effect)

Συμβαίνει όταν οι ίδιοι οι αγγελιοφόροι έχουν σημαντικές επιπτώσεις στον τρόπο με τον οποίο οι παραλήπτες επεξεργάζονται τις πληροφορίες και λαμβάνουν αποφάσεις.

Ηγέτες της Κοινής Γνώμης (Opinion Leaders)

Άτομα ή οργανισμοί που είναι ειδικοί σε έναν κλάδο ή έχουν απόψεις που είναι ευρέως γνωστές και αξιόπιστες.

Αναζήτηση Γνώμης (Opinion Seeking)

Βλ. Υποταγή στη (Νομοθετική) Εξουσία/Αυθεντία.

Υπερβολική Αυτοπεποίθηση (Overconfidence)

Μια προκατάληψη κατά την οποία η υποκειμενική εμπιστοσύνη ενός ατόμου στην κρίση του είναι σημαντικά μεγαλύτερη από την αντικειμενική ακρίβεια αυτών των κρίσεων.

Υπεραισιοδοξία (Overoptimism (Optimism Bias))

Αναφέρεται στην τάση ενός ατόμου να υπερεκτιμά την πιθανότητα να βιώσει θετικά γεγονότα και να υποτιμά την πιθανότητα να βιώσει αρνητικά γεγονότα.

Προσκόλληση στο Σήμερα (Present Bias)

Η τάση να συμβιβάζεται κανείς με την άμεση ικανοποίηση παρά να περιμένει μια μεγαλύτερη μελλοντική ανταμοιβή σε μια κατάσταση ανταλλαγής.

Προκατάληψη του Εναύσματος (Priming)

Συμβαίνει όταν η έκθεση ενός ατόμου σε ένα συγκεκριμένο ερέθισμα επηρεάζει την ανταπόκρισή του σε ένα επόμενο ερέθισμα, χωρίς να έχει επίγνωση της σύνδεσης.

Θεωρία Προοπτικής (Prospect theory)

Περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι λαμβάνουν αποφάσεις όταν τους παρουσιάζονται εναλλακτικές λύσεις που περιλαμβάνουν κίνδυνο, πιθανότητα και αβεβαιότητα. Υποδηλώνει ότι οι αποφάσεις τους βασίζονται σε αντιληπτές ζημίες ή κέρδη σε σχέση με ένα υπάρχον σημείο αναφοράς.

Ψυχολογική Μυωπία (Psychological Myopia)

Η τάση των ατόμων να εστιάζουν σε πληροφορίες που σχετίζονται άμεσα με την κρίση τους και να αγνοούν άλλες, λιγότερο εμφανείς πληροφορίες.

Επίδραση Κατάταξης (Ranking Effect)

Διαφορές στη συμπεριφορά ενός ατόμου από τη βίωση διαφορετικών συνθηκών με συγκεκριμένη σειρά.

Εξάρτηση Αναφοράς (Reference Dependence)

Κεντρική αρχή της Θεωρίας Προοπτικής, που υποστηρίζει ότι τα άτομα αξιολογούν τα αποτελέσματα και εκφράζουν προτιμήσεις σε σχέση με ένα υπάρχον σημείο αναφοράς ή την υφιστάμενη κατάσταση (status quo).

Επίδραση της Προβολής (Saliency Bias)

Περιγράφει την τάση να εστιάζει κανείς σε πιο αξιοσημείωτα στοιχεία ή πληροφορίες, ενώ αγνοεί άλλα.

Προκατάληψη της Ανεπάρκειας (Scarcity Bias)

Η τάση των ατόμων να αντιλαμβάνονται τα σπάνια αντικείμενα ως πιο πολύτιμα από τα αντικείμενα σε αφθονία.

Αυτοεξυπηρετική Μεροληψία (Self-serving Bias)

Η τάση να αποδίδονται τα θετικά γεγονότα και οι επιτυχίες στον χαρακτήρα ή τις πράξεις του ίδιου του ατόμου, αλλά να αποδίδονται τα αρνητικά αποτελέσματα σε εξωτερικούς παράγοντες που δεν σχετίζονται με τον προσωπικό χαρακτήρα.

Κοινωνική Επιρροή (Social Influence)

Αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο τα άτομα αλλάζουν τη συμπεριφορά τους, για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μιας κοινωνικής ομάδας.

Κανόνες Κοινωνικής Συμπεριφοράς (Social Norms)

Συλλογικά κρατούσες πεποιθήσεις σχετικά με το τι είδους συμπεριφορά είναι κατάλληλη σε μια δεδομένη κατάσταση.

Κοινωνική Απόδειξη (Social Proof)

Ένα ψυχολογικό φαινόμενο κατά το οποίο οι άνθρωποι υποθέτουν ότι οι πράξεις των άλλων αντικατοπτρίζουν τη σωστή συμπεριφορά σε μια δεδομένη κατάσταση.

Διατήρηση της Υφιστάμενης Κατάστασης Πραγμάτων (Status Quo Bias)

Περιγράφει την προτίμηση ενός ατόμου για την τρέχουσα κατάσταση με αποτέλεσμα την αντίσταση στην αλλαγή.

Σελ. 14

Πίνακας 1: «Γλωσσάρι συμπεριφορικών προκαταλήψεων», πηγή: CMA, ‘Evidence Review of Online Choice Architecture and Consumer and Competition Harm’

Ο παραπάνω πίνακας μπορεί να αποτελέσει ένα ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια οποιουδήποτε επιθυμεί να ασχοληθεί με τη Συμπεριφορική Οικονομική και γιατί όχι, ένα έναυσμα για αυτοκριτική. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, δεν είναι εξαντλητικός, καθώς σε θεωρητικό επίπεδο έχουν μελετηθεί και άλλες αντίστοιχες προκαταλήψεις ή ειδικότερες εκφάνσεις των ως άνω προκαταλήψεων. Μία εξ αυτών, που αξίζει να αναφερθεί, αποτελεί η εσφαλμένη εκτίμηση της σημασίας προηγούμενων γεγονότων. Την πρώτη πτυχή της συνιστά η αποκαλούμενη Πλάνη του Παίκτη/Τζογαδόρου (Gambler’s Fallacy), όπου αποκλείεται η επανάληψη ενός γεγονότος, παρότι η εκπλήρωσή του είναι ανεξάρτητη από το γεγονός που προηγήθηκε. Για την αντίθετη πτυχή της, την Πλάνη του Καυτού Χεριού (Hot-hand Fallacy), μέσα σε λιγότερο από 4 λεπτά στην ταινία «Το Μεγάλο

Σελ. 15

Σορτάρισμα» (“The Big Short”) του Adam McKay (2015), o νομπελίστας Richard H. Thaler και η - ομολογουμένως πρωτοφανώς αναφερθείσα ως «αυθεντία» σε μελέτη νομικού ενδιαφέροντος- τραγουδίστρια Selena Gomez, επιτυγχάνουν να δώσουν μια περιεκτική εξήγηση, στο πλαίσιο μίας προσπάθειας αφήγησης των γεγονότων και επεξήγησης των αιτίων που οδήγησαν σε μία από τις μεγαλύτερες «φούσκες» που γνώρισε η παγκόσμια οικονομία, αυτή των ακινήτων στην Αμερική το 2008. Οι πλάνες αυτές εξηγούνται ως ένα βαθμό από τη δυσκολία αντίληψης των μαθηματικών πιθανοτήτων ή τουλάχιστον από την αδυναμία πρακτικής εφαρμογής τους κατά τη λήψη αποφάσεων. Μία ακόμη πτυχή της εσφαλμένης εκτίμησης της σημασίας προηγούμενων γεγονότων αποτελεί και το Φαινόμενο Εγκλωβισμού στην Πρώτη Διαθέσιμη Πληροφορία (Availability Bias), σύμφωνα με το οποίο οι άνθρωποι συγκρατούν τις πιο πρόσφατες, τις εντυπωμένες από προσωπική πείρα είτε των ιδίων είτε στενών τους προσώπων και τις πιο αξιοσημείωτες πληροφορίες (βλ. Επίδραση της Προβολής) και θεωρούν ότι είναι πιθανότερο να επαναληφθούν στο μέλλον. Αυτή τους η τάση επιδρά καθοριστικά στη λήψη προφυλάξεων απέναντι σε δυνητικά μελλοντικούς κινδύνους, οι οποίοι έχουν επέλθει ή γνωστοποιηθεί σε αυτούς στο πρόσφατο παρελθόν.

Παρά τις ως άνω περιγραφόμενες στρεβλώσεις, οι άνθρωποι συχνά αξιοποιούν μεθόδους προκειμένου να μειώσουν τα ανεπιθύμητα αποτελέσματά τους, καταφεύγοντας σε ήδη διαθέσιμους Κανόνες Λήψης Αποφάσεων (Rules of Thumb). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αντιδρούν λογικά στις μη λογικές αδυναμίες τους. Ωστόσο, ακόμη και η χρήση των Κανόνων Λήψης Αποφάσεων μπορεί να επιφέρει προβλέψιμα συμπεριφορικά σφάλματα, απότοκα της Περιορισμένης Ορθολογικότητας που εξακολουθητικά τους διέπει.

2.3. Ασυμμετρία Πληροφόρησης και Λήψη Αποφάσεων

Στο κλασικό θεατρικό του έργο «Ο Έμπορος της Βενετίας», ο William Shakespeare αφηγείται την ιστορία του νεαρού εμπόρου Αντόνιο, ο οποίος θέλοντας να βοηθήσει τον φίλο του Μπασάνιο να ταξιδέψει στο Μπελμόντε, ώστε να κατακτήσει την καρδιά της Πόρσια, εγγυάται ένα δάνειο 3.000 δουκάτων, το οποίο θα χορηγούσε ο Εβραίος τοκογλύφος Σάιλοκ. Ο μοναδικός όρος του δανείου ήταν πως εφόσον δεν αποπληρωθεί εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος, ο Σάιλοκ θα δικαι-

Σελ. 16

ούταν μια λίβρα σάρκας του Αντόνιο. Ο τελευταίος με ιδιαίτερη έκπληξη και χαρά αποδέχθηκε αυτόν τον «γενναιόδωρο» όρο, καθώς δεν υπήρχε κάποιο πρόσθετο χρηματικό αντάλλαγμα. Αγνοούσε, ωστόσο, πως ο Σάιλοκ υπερτερούσε σε πληροφόρηση συγκριτικά με τον Αντόνιο, ενώ κατευθυνόταν από εκδικητικά κίνητρα, τα οποία θα εκπληρώνονταν με τη, βέβαιη γι’ αυτόν, πραγμάτωση του όρου. Το παραπάνω έργο του 16ου αιώνα καταδεικνύει με ιδιαίτερα παραστατικό και δραματικό τρόπο την επίδραση της Ασυμμετρίας Πληροφόρησης κατά τη σύναψη συμβάσεων. Η επίδραση αυτή, όπως φανερώνεται και από το θεατρικό έργο του Μολιέρου «Ταρτούφος» δεν περιορίζεται μόνο σε οικονομικές συναλλαγές, αλλά και σε άλλες σχέσεις ιδιωτικού δικαίου, όπως εν προκειμένου ο γάμος.

Η Ασυμμετρία Πληροφόρησης (αλλιώς, Πληροφοριακή Ασυμμετρία), παρατηρείται σε περιπτώσεις όπου το ένα συμβαλλόμενο μέρος σε μια συναλλαγή διαθέτει περισσότερες, ανώτερες ποιοτικά ή κρυφές πληροφορίες σε σύγκριση με το άλλο, δημιουργώντας ανισορροπίες που μπορούν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα της συναλλαγής και τη συμπεριφορά των μερών και εν γένει των παιχτών της αγοράς. Πρώτος μελέτησε το φαινόμενο αυτό ο νομπελίστας George Akerlof, με τη χαρακτηριστική μελέτη του για την «αγορά των λεμονιών», ενώ ακολούθησαν ο Michael Spence και ο Joseph Stiglitz. Το παράδειγμα της «αγοράς των λεμονιών», αναφέρεται σε μια αγορά μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, όπου υπάρχουν αυτοκίνητα υψηλής ποιότητας και χαμηλής ποιότητας (γνωστά ως «λεμόνια»). Οι πωλητές γνωρίζουν την πραγματική κατάσταση των αυτοκινήτων που προσφέρουν προς πώληση, εντούτοις, οι καταναλωτές δεν μπορούν να διακρίνουν τα δύο είδη. Εξαιτίας αυτής της Ασυμμετρίας Πληροφόρησης, οι καταναλωτές είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν μόνο μία τιμή όπου να συνυπολογίζεται ο κίνδυνος το αγορασθέν αυτοκίνητο να αποδειχθεί «λεμόνι». Κατά συνέπεια, οι πωλητές αυτοκινήτων υψηλής ποιότητας αποσύρουν από την αγορά τα αυτοκίνητά τους, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα υποχρεούνταν να τα πουλήσουν σε χαμηλότερη της αξίας τους τιμή. Αντιθέτως, οι πωλητές αυτοκινήτων χαμηλής ποιότητας είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν τα «λεμόνια» τους σε αυτήν την τιμή, η οποία, άλλωστε, υπερτερεί ή, στη χειρότερη γι’ αυτούς περίπτωση, ισούται με την αντικειμενική τους αξία. Κατά συνέπεια, η ποιότητα της προσφερόμενης προς πώληση ποσότητας αυτοκινήτων υποβαθμίζεται, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν αυτοκίνητα υψηλής ποιότητας που υπό συνθήκες τέλειας πληροφόρησης θα ετίθεντο προς πώληση - το λεγόμενο Φαινόμενο των Δυσμενών Επιλογών (Adverse Selection).

Σελ. 17

Πέραν των δυσμενών επιλογών, η Ασυμμετρία Πληροφόρησης μπορεί να οδηγήσει σε κατάρρευση της αγοράς (market failure), ενώ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την καθοδική σπείρα (downward spiral) και τον διαγωνισμό προς τον πάτο - φαινόμενα που εξίσου έχουν ως απότοκο την κατάρρευση της αγοράς. Καθώς η πληροφορία καθορίζει όλο και περισσότερο τις σύγχρονες οικονομίες, η κατανόηση του φαινομένου της ασυμμετρίας πληροφόρησης παραμένει κρίσιμη για τη βελτίωση της λήψης αποφάσεων και την προαγωγή πιο δίκαιων συναλλαγών, ενώ απέναντι σε αυτό το φαινόμενο έχουν προταθεί μηχανισμοί προστασίας και αντισταθμιστικοί θεσμοί.

Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψιν την ασυμμετρία πληροφόρησης που διαχρονικά διέπει τις οικονομικές σχέσεις μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, αλλά και εν γένει τις σχέσεις ιδιωτικού δικαίου, σε συνδυασμό με τις άνωθι αναλυόμενες προκαταλήψεις, η λογική, η ευθυκρισία και η «νηφαλιότητα» κατά τη λήψη αποφάσεων μπορούν να αμφισβητηθούν. Το πρότυπο του homo (o)economicus, παρότι αναγκαίο στο πλαίσιο της κλασικής οικονομικής ανάλυσης, φαίνεται ολοένα και περισσότερο να απομακρύνεται από τη ρεαλιστική πραγμάτωσή του, πολλώ δε μάλλον σε μία εποχή όπου ο χρόνος είναι περιορισμένος και τα ερεθίσματα που «θολώνουν» την κρίση του μέσου περιορισμένα προσεκτικού ανθρώπου πληθαίνουν και λαμβάνουν νέες μορφές. Οι νέες αυτές μορφές ερεθισμάτων επιδιώκουν και συνήθως επιτυγχάνουν να «ίπτανται κάτω του ραντάρ» της προσοχής του καταναλωτή, ο οποίος στην παρούσα «αερομαχία» καθυστερεί σημαντικά να προβεί στους απαραίτητους ελιγμούς που θα του επέτρεπαν να προσαρμοστεί και να λάβει μία λογική απόφαση. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαία η φράση του Cass R. Sunstein: «οι δυνάμεις της αγοράς είναι πράγματι επαρκώς ισχυρές ώστε να καταστήσουν τη Συμπεριφορική Οικονομική μη σχετική προς τους σκοπούς της πρόβλεψης».

Σελ. 19

3. Συμπεριφορική Οικονομική και Ανταγωνισμός: Νέα προσθήκη στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού ή διαχρονικός σύμμαχός του;

3.1. Ορισμός του Συμπεριφορικού Ανταγωνισμού

Η σχολή του Σικάγο, η οποία, όπως έχει υποστηριχθεί, έχει μάλλον επηρεάσει όλες τις δικαιοδοσίες σε παγκόσμιο επίπεδο, κλόνισε σημαντικά τις μέχρι τότε κρατούσες θέσεις περί Δικαίου του Ανταγωνισμού, υπερτονίζοντας πως στον πυρήνα του τελευταίου εντοπίζεται η αποτελεσματικότητα, η οποία και πρέπει να αποτελεί και τη μοναδική του στόχευση. Στο πλαίσιο αυτό, γίνεται η παραδοχή πως οι παίκτες της αγοράς δρουν ορθολογικά, με δική τους βούληση, με τέτοιον τρόπο ώστε να μεγιστοποιούν το κέρδος και το προσωπικό τους συμφέρον εν γένει. Υπό αυτήν την παραδοχή, οι υποστηριχτές της εν λόγω σχολής μπορούν να προβλέψουν τον τρόπο με τον οποίο ένας παίκτης που μεγιστοποιεί το κέρδος του πρέπει να συμπεριφέρεται. Με αυτή τη στροφή προς την οικονομική αποτελεσματικότητα (effects-based approach) - και αντίστοιχα την πιο οικονομική προσέγγιση (more economic approach) στην Ευρώπη - εγκαινιάστηκε μια σελίδα πιο επιεικούς Πολιτικής Ανταγωνισμού. Άλλωστε, η Σχολή του Σικάγο τίθεται υπέρ της αυτορρύθμισης της αγοράς, η οποία θα επιτευχθεί ακριβώς από τις δυνάμεις της τελευταίας, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια για παρεμβατισμό.

Ωστόσο, αυτή η παραδοχή της ορθολογικότητας απέχει τις περισσότερες φορές από τις συμπεριφορές που επιδεικνύουν εν τοις πράγμασι οι παίκτες της αγοράς - οι οποίοι όπως αναλύθηκε διεξοδικά παραπάνω υποπίπτουν σε μία σειρά συμπεριφορικών σφαλμάτων, διακρινόμενοι από Περιορισμένη Ορθολογικότητα - καθιστώντας αυτήν την παραδοχή το μελανό σημείο της σχολής του Σικάγο, που αποδεικνύεται πως εστιάζει σε περισσότερο θεωρητικά παρά ρεαλιστικά μοντέλα. Στον αντίποδα αυτής, βρίσκεται μία πιο «δυναμική» θεωρία περί Ανταγωνισμού. Σύμφωνα με τις προτάσεις της Συμπεριφορικής Οικονομικής, αυτές οι

Σελ. 20

υποθετικές παραδοχές αντικαθίστανται από περιγραφές της πραγματικής συμπεριφοράς, δρώντας με έναν διορθωτικό τρόπο απέναντι στις υπερβολές των οικονομικών μοντέλων μέσω της εισαγωγής μίας πιο ρεαλιστικής οπτικής απέναντι στις επιδεικνυόμενες συμπεριφορές. Άλλωστε, η Συμπεριφορική Οικονομική έχει ως αντικείμενο την επεξήγηση των παρεκκλίσεων (deviations) από τις θεωρητικές παραδοχές. Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, ένας εύστοχος ορισμός που έχει δοθεί στον Συμπεριφορικό Ανταγωνισμό είναι «η εφαρμογή εμπειρικών συμπεριφορικών ευρημάτων στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού».

Αξίζει να αναφερθεί ότι έχει υποστηριχθεί πως «Η Συμπεριφορική Οικονομική έχει επηρεάσει ένα νέο σώμα αντιμονοπωλιακών μελετών που επιβάλλει μεγαλύτερο σκεπτικισμό απέναντι στους ισχυρισμούς ότι η είσοδος στην αγορά είναι συνήθως ένα αποτελεσματικό μέσο για τη διόρθωση των αντιανταγωνιστικών αγορών, ότι τα καρτέλ είναι εγγενώς ασταθή, ότι οι ομαδικές πωλήσεις τυπικά αποφέρουν καθαρή αποτελεσματικότητα και ότι οι περιορισμοί στον ενδοσηματικό ανταγωνισμό τιμών προωθούν τον διασηματικό ανταγωνισμό σε μη τιμολογιακές διαστάσεις».

Η εισαγωγή της Συμπεριφορικής Οικονομικής στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού δεν συνεπάγεται τον εκ βάθρων κλονισμό του πυρήνα του, αντικαθιστώντας το θεωρητικό του υπόβαθρο. Αντίθετα, ο πολλά υποσχόμενος μεν, σε πρώιμο ακόμα στάδιο δε Συμπεριφορικός Ανταγωνισμός, μπορεί να αποτελέσει μία αξιόπιστη βάση - ένα μεθοδολογικό εργαλείο για την εφαρμογή του Δικαίου του Ανταγωνισμού, με τέτοιον τρόπο ώστε οι αγορές να αναλύονται όπως πραγματικά είναι και όχι υπό μία θεωρητική και δεοντολογική σκοπιά. Απομακρυνόμενος από τη λογική της ορθολογικής επιλογής, η οποία κρίνεται ανεπαρκής για να εξηγήσει τη συμπεριφορά των παικτών της αγοράς, ο Συμπεριφορικός Ανταγωνισμός εστιάζει στην εμπειρικά τεκμηριωμένη περιγραφή της συμπεριφοράς του συνόλου των παικτών της αγοράς, ήτοι από τους καταναλωτές έως και τους επιχειρηματίες ή διευθυντές, καθώς επίσης και τους δικαστές και τις Αρχές.

Back to Top