ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ

Πρακτικός οδηγός για HR, δικηγόρους και νομικούς συμβούλους

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 13.15€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 33,15 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 21150
Δόσχορης Α., Καραθανάση Ά., Ρηγάκη Μ., Τσάτση Α.
  • Έκδοση: 2025
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 304
  • ISBN: 978-618-08-0599-4
Αν είστε εργοδότης ή σύμβουλος εργασιακών σχέσεων, αντιμετωπίζετε καθημερινά προκλήσεις που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις:
 
- Γνωρίζετε πώς να χειριστείτε τη διαδικασία πρόσληψης ή την καταγγελία μιας σύμβασης;
 
- Ξέρετε πότε και πώς μπορούν να τροποποιηθούν οι όροι εργασίας;
 
- Έχετε τις γνώσεις για τη σύννομη απασχόληση αλλοδαπών και την προστασία από φαινόμενα βίας ή παρενόχλησης στον χώρο εργασίας;
 
Αυτό το βιβλίο προσφέρει σαφείς, πρακτικές οδηγίες για όλα αυτά τα ζητήματα και πολλά άλλα, βοηθώντας σας να αντιμετωπίσετε αποτελεσματικά τις εργασιακές προκλήσεις που μπορεί να προκύψουν. Με την αναλυτική παρουσίαση των νομικών διαδικασιών και παραδειγμάτων εφαρμογής, θα κατανοήσετε πώς να χειρίζεστε τις εργασιακές σας υποχρεώσεις και δικαιώματα.
 
Απευθύνεται σε εργοδότες, υπεύθυνους ανθρώπινου δυναμικού, νομικούς συμβούλους, αλλά και σε εργαζόμενους που επιθυμούν να κατανοήσουν καλύτερα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στο σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον. Ένα απαραίτητο εργαλείο για την ασφαλή και νόμιμη διαχείριση των εργασιακών σχέσεων στην Ελλάδα.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Μορφές απασχόλησης

1. Κύριες μορφές απασχόλησης 1

1.1. Σύμβαση (Ατομική) εξαρτημένης εργασίας 1

1.2. Σύμβαση δοκιμαστικής απασχόλησης 3

1.3. Σύμβαση έργου 4

1.4. Σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών 5

1.5. Σύμβαση εταιρείας 7

1.6. Σύμβαση εντολής 8

1.7. Σύμβαση με το κομμάτι 8

1.8. Σύμβαση μαθητείας (πρακτικής άσκησης) 9

1.8.1. Σύμβαση πρακτικής άσκησης 10

1.8.2. Πρακτική άσκηση ΑΕΙ 11

1.8.3. Πρακτική άσκηση ΙΕΚ 12

1.8.4. Σπουδαστές ή Καταρτιζόμενοι Σχολών του Υπουργείου Τουρισμού 12

1.8.5. Μαθητεία ΕΠΑΛ, ΕΠΑΣ Μαθητείας ΟΑΕΔ, ΙΕΚ, ΣΕΚ 13

1.9. Σύμβαση μεσιτείας 14

1.10. Σύμβαση αντιπροσωπείας 15

2. Ειδικές μορφές απασχόλησης 15

2.1. Σύμβαση προσωρινής απασχόλησης 15

2.2. Σύμβαση μερικής απασχόλησης 17

2.3. Σύμβαση εκ περιτροπής απασχόλησης 19

2.4. Εργασία υπό καθεστώς τηλεργασίας 20

2.5. Σύμβαση εργασίας κατά παραγγελία (σύμβαση μηδενικών
ωρών απασχόλησης) 25

2.6. Εθελοντισμός 28

2.7. Μικτή επαγγελματική απασχόληση 29

2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Διαμόρφωση όρων εργασιακής σχέσης

1. Η υποχρέωση ενημέρωσης των εργαζομένων για τους ουσιώδεις όρους εργασίας 31

2. Πηγές διαμόρφωσης των όρων της σύμβασης εργασίας 36

2.1. Οι όροι της σύμβασης εργασίας 37

2.2. Ο Κανονισμός Εργασίας 38

2.3. Εσωτερικές πολιτικές και πρακτικές της επιχείρησης 45

2.4. Συλλογικές διαπραγματεύσεις 56

3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η ρύθμιση του χρόνου εργασίας

1. Χρονικά όρια εργασίας 61

1.1. Έννοια του χρόνου εργασίας 61

1.2. Νόμιμο ωράριο 63

1.3. Συμβατικό ωράριο 63

1.3.1. Επιτρεπόμενες διαφοροποιήσεις 64

1.4. Ημερήσιος και εβδομαδιαίος νόμιμος χρόνος εργασίας 64

1.5. Υπερεργασία και υπερωριακή απασχόληση 64

1.5.1. Νομιμοποίηση υπερωριών 65

1.5.2. Παράνομη (κατ’ εξαίρεση) υπερωριακή απασχόληση 66

1.5.3. Υπολογισμός αμοιβής υπερεργασίας & υπερωρίας 66

1.6. Μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας
(παραδείγματα σε σχεδιαγραμματική αποτύπωση) 67

1.7. Ανάπαυση 68

1.7.1. Ημερήσια ανάπαυση 68

1.7.2. Εβδομαδιαία ανάπαυση 68

1.8. Διάλειμμα 69

1.9. Διακεκομμένο ωράριο 70

1.10. Διευθέτηση του χρόνου εργασίας 70

1.11. Απασχόληση κατά την έκτη ημέρα της εβδομάδας στο σύστημα
πενθήμερης εργασίας (έκτακτη απασχόληση το Σάββατο) 72

1.12. Νυχτερινή εργασία 73

1.13. Καταχώριση του χρόνου εργασίας και των υπερωριών στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ» 73

1.13.1. Δήλωση οργάνωσης χρόνου εργασίας – Ψηφιακή οργάνωση χρόνου εργασίας 73

1.13.2. Δήλωση μεταβολής στοιχείων εργασιακής σχέσης 75

1.13.3. Διοικητικές κυρώσεις 76

1.14. Εργασία σε διαδοχικές ομάδες (βάρδιες) 77

1.15. Πρόσθετες ομάδες εργασίας - 4η βάρδια 78

4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Διαδικασία σύναψης συμβάσεως εργασίας

1. Διαδικασία σύναψης συμβάσεως εργασίας 79

1.1. Σύναψη σύμβασης εργασίας 79

1.2. Στάδια σύναψης σύμβασης εργασίας 80

1.3. Δήλωση Βασικών Όρων Εργασίας 81

1.4. Πρότυπο Δήλωσης Βασικών Όρων Εργασίας (σύμφωνα με
τις διατάξεις του Ν 5053/2023) 82

5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Αποδοχές

1. Κατώτατος νομοθετημένος μισθός 91

2. Βασικός μισθός 91

3. Τακτικές αποδοχές 92

4. Επιδόματα 93

5. Οικειοθελείς παροχές 97

6. Χρόνος και τρόπος καταβολής μισθού και μηνιαίο εκκαθαριστικό
σημείωμα 98

7. Συμψηφισμός 99

8. Κατάσχεση 100

9. Εκχώρηση 100

10. Φιλοδωρήματα 100

11. Παροχές εξαρτώμενες από στόχους/Μπόνους 101

12. Συμμετοχή στα κέρδη της επιχείρησης 101

13. Συνέπειες μη καταβολής μισθού 103

6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Άδειες εργαζομένων

1. Άδεια αναψυχής/κανονική άδεια 107

2. Άδειες σχετικές με την προστασία της οικογένειας 112

3. Άδειες σχετικές με την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής
και ιδιωτικής ζωής για τους γονείς και τους φροντιστές 122

4. Άδειες για ιατρικούς λόγους 126

5. Συνδικαλιστικές Άδειες 130

6. Άδειες σπουδαστών 132

7. Άδεια άνευ αποδοχών 133

8. Λοιπές άδειες 134

9. Επίσημες αργίες 135

10. Πρακτικά ζητήματα 136

7ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Καταγγελία σύμβασης εργασίας

1. Λύση σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου 141

1.1. Καταγγελία σύμβασης εκ μέρους του εργοδότη 141

1.2. Καταγγελία σύμβασης εκ μέρους του εργαζόμενου
(οικειοθελής αποχώρηση) 144

1.3. Αδικαιολόγητη (αυθαίρετη) αποχή του εργαζομένου από την εργασία 146

1.4. Συνταξιοδότηση μισθωτού και λύση εργασιακής σχέσης 148

1.5. Αμοιβαία συμφωνία λύσης σύμβασης εργασίας 149

2. Λύση σύμβασης εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου 155

2.1. Καταγγελία σύμβασης εκ μέρους του εργοδότη με ή χωρίς σπουδαίο λόγο 155

2.2. Καταγγελία σύμβασης εκ μέρους του εργαζόμενου με
ή χωρίς σπουδαίο λόγο 155

2.3. Αμοιβαία συμφωνία λύσης σύμβασης εργασίας 156

3. Προστασία έναντι της καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας 156

3.1. Απαγόρευση καταγγελίας σύμβασης λόγω μητρότητας 157

3.2. Απαγόρευση καταγγελίας σύμβασης εργασίας λόγω πατρότητας 158

3.3. Περιορισμοί λόγω ύπαρξης καταγγελίας περιστατικού βίας
και παρενόχλησης στον χώρο εργασίας 159

3.4. Απαγόρευση καταγγελίας σύμβασης εργασίας λόγω ενάσκησης νομίμου δικαιώματος εκ μέρους του μισθωτού 159

3.5. Απαγόρευση καταγγελίας σύμβασης εργασίας κατά την περίοδο λήψης
της ετήσιας αδείας 160

3.6. Περιορισμοί καταγγελίας σύμβασης εργασίας συνδικαλιστικού στελέχους 160

3.7. Περιορισμοί ομαδικών απολύσεων 160

8ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Μεταβολή των όρων εργασίας

1. Η έννοια της μονομερούς βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας 161

2. Πρακτικά παραδείγματα 163

3. Μετάθεση σε άλλο τόπο εργασίας 169

9ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Απασχόληση αλλοδαπών εργαζομένων

1. Εισαγωγή 173

2. Κοινοτικοί εργαζόμενοι 174

3. Εργαζόμενοι υπήκοοι τρίτων χωρών 176

3.1. Ισχύουσα νομοθεσία-Ο νέος νόμος 5038/2023 και οι αλλαγές που επέφερε 176

3.2. Πρόσληψη υπηκόων τρίτων χωρών 180

3.3. Κυρώσεις κατά εργοδοτών 182

3.4. Ειδικές περιπτώσεις εργασίας πολιτών τρίτων χωρών 183

10ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Απόσπαση

1. Πεδίο εφαρμογής των διατάξεων περί απόσπασης εργαζομένων 189

2. Υποχρεώσεις επιχειρήσεων που αποσπούν προσωπικό στην Ελλάδα 190

3. Διοικητικές Κυρώσεις μη τήρησης υποχρεώσεων πλαισίου απόσπασης
που επιβάλλονται από την Επιθεώρηση Εργασίας 194

4. Κοινωνική ασφάλιση αποσπασμένων εργαζομένων 195

11ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Δανεισμός εργαζομένων και Ε.Π.Α.

1. Γνήσιος Δανεισμός 201

1.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 201

1.2. Χαρακτηριστικά της σύμβασης δανεισμού εργασίας 202

1.3. Περιεχόμενο σύμβασης δανεισμού-Υποχρεώσεις και δικαιώματα άμεσου
και έμμεσου εργοδότη 203

2. Μη γνήσιος – Κατ’ επάγγελμα δανεισμός 205

2.1. Εισαγωγή – νομοθετικό καθεστώς 205

2.2. Δραστηριότητα και προϋποθέσεις λειτουργίας της Εταιρείας Προσωρινής Απασχόλησης Ε.Π.Α. 206

2.3. Απαγορεύσεις-Περιορισμοί προσφυγής στην προσωρινή απασχόληση 207

2.4. Η σύμβαση προσωρινής απασχόλησης μεταξύ Ε.Π.Α. και μισθωτού 208

2.5. Έννομη σχέση μεταξύ Ε.Π.Α. και εργαζόμενου 210

2.6. Έννομη σχέση μεταξύ Ε.Π.Α. και έμμεσου εργοδότη 211

12ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Περιστατικά βίας και παρενόχλησης στην εργασία

1. Απαγόρευση βίας και παρενόχλησης – Πεδίο εφαρμογής 215

2. Εσωτερικές διαδικασίες και πολιτικές 217

2.1. Υποχρέωση ενημέρωσης σχετικά με εσωτερικές διαδικασίες 217

2.2. Υποχρέωση υιοθέτησης πολιτικής 217

2.2.1. Υπολογισμός αριθμού απασχολούμενων 217

2.2.2. Διαδικασία υιοθέτησης πολιτικής 218

2.2.3. Περιεχόμενο πολιτικής για την καταπολέμηση περιστατικών βίας
και παρενόχλησης στην εργασία 221

3. Έλεγχος περιστατικού βίας και παρενόχλησης 225

4. Δυνατότητες και δικαιώματα θιγόμενων προσώπων 227

5. Απαγόρευση αντιποίνων 227

6. Βάρος απόδειξης 228

7. Αρμόδιοι φορείς για την επίλυση διαφορών βίας και παρενόχλησης 229

7.1. Επιθεώρηση Εργασίας 229

7.2. Συνήγορος του Πολίτη 229

8. Ειδικά ζητήματα επί της διαδικασίας ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας
για περιστατικά βίας και παρενόχλησης στην εργασία 230

9. Κυρώσεις 233

10. Προστασία απασχολούμενων που αναφέρουν παραβιάσεις ενωσιακού δικαίου 236

10.1. Γενικά 236

10.2. Προστατευόμενα πρόσωπα 236

10.3. Προστατευτικές ρυθμίσεις 237

13ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Προστασία της μητρότητας κατά την εργασία

1. Απαγόρευση διακρίσεων κατά το στάδιο της πρόσληψης 243

2. Προστασία και διευκολύνσεις κατά τη λειτουργία της εργασιακής σχέσης 243

2.1. Προστασία υγείας και ασφάλειας 243

2.2. Άδειες και συναφείς διευκολύνσεις 245

2.2.1. Δικαιούχοι αδειών 245

2.2.2. Άδεια μητρότητας (κύησης και λοχείας) 245

2.2.3. Άδεια φροντίδας τέκνου (μειωμένο ωράριο) 246

2.2.4. Ειδική παροχή προστασίας μητρότητας 9 μηνών 247

2.2.5. Γονική άδεια (ανατροφής) 249

2.2.6. Άδεια παρακολούθησης σχολικής επίδοσης τέκνου 251

2.2.7. Μειωμένο ωράριο γονέων παιδιών με αναπηρία 252

2.2.8. Άδεια λόγω ασθένειας παιδιού ή άλλου εξαρτώμενου μέλους 252

2.2.9. Άδεια λόγω σοβαρών νοσημάτων των παιδιών 253

2.2.10. Άδεια λόγω νοσηλείας των παιδιών 253

2.2.11. Άδεια για μονογονεϊκές οικογένειες 253

2.2.12. Απουσία λόγω ανωτέρας βίας 254

2.2.13. Άδεια για υποβολή σε μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής 254

2.2.14. Άδεια προγεννητικών εξετάσεων 254

2.3. Ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας 255

2.4. Προγραμματισμός ετήσιας άδειας 255

2.5. Προστασία από δυσμενή μέτρα 259

3. Προστασία από την απόλυση 260

3.1. Προστασία από την απόλυση εγκύων και τεκουσών γυναικών 260

3.2. Προστασία από την απόλυση λόγω αιτήματος ή λήψης άδειας ή ευέλικτης ρύθμισης (άρθρο 240 ΚΑΕΔ) 261

14ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Μεταβίβαση επιχείρησης

1. Εισαγωγή 263

2. Ορισμοί 263

3. Πεδίο εφαρμογής 264

3.1. Μεταβίβαση ή συγχώνευση 264

3.2. Προσωπικό πεδίο εφαρμογής 268

4. Επιπτώσεις μεταβίβασης επιχείρησης στις εργασιακές σχέσεις 270

4.1. Αυτοδίκαιη μεταβίβαση και διατήρηση όρων 270

4.2. Δικαίωμα εναντίωσης 271

4.3. Προστασία από την απόλυση 271

4.4. Εις ολόκληρον ευθύνη μεταβιβάζοντος και νέου εργοδότη
για απαιτήσεις πριν το χρονικό διάστημα 273

4.5. Συστήματα επαγγελματικής ή διεπαγγελματικής ασφάλισης 274

5. Υποχρέωση ενημέρωσης και διαβούλευσης 275

5.1. Υποχρέωση ενημέρωσης 275

5.2. Υποχρέωση διαβούλευσης 277

5.3. Γενική υποχρέωση ενημέρωσης και διαβούλευσης 277

5.4. Συνέπειες παράλειψης 278

15ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Εργασιακός έλεγχος

Εργασιακός έλεγχος 279

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Μορφές απασχόλησης

1. Κύριες μορφές απασχόλησης

1.1. Σύμβαση (Ατομική) εξαρτημένης εργασίας

Έννοια: Ως σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορίζεται η συμφωνία μεταξύ εργαζομένου και εργοδότη αντικείμενο της οποίας είναι η παροχή εργασίας από τον εργαζόμενο προς τον εργοδότη (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) για ορισμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα έναντι αμοιβής ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά της.

Σχέση εξαρτημένης εργασίας υπό το ελληνικό δίκαιο υφίσταται όταν ο εργαζόμενος υπόκειται σε νομική (νομική εξουσίαση που ασκεί ο εργοδότης με τον ετεροκαθορισμό των όρων παροχής εργασίας) και προσωπική (ο εργαζόμενος θέτει στη διάθεση του εργοδότη όχι μόνο την εργασία του αλλά και το πρόσωπό του) εξάρτηση από τον εργοδότη, που εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να δίνει δεσμευτικές για τον εργαζόμενο εντολές και οδηγίες ως προς τον τρόπο, τόπο, χρόνο και την έκταση της παροχής της εργασίας (διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη) και να ασκεί εποπτεία και έλεγχο για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης του εργαζομένου προς αυτές.

Εν ολίγοις, σύμβαση εξηρτημένης εργασίας χωρίς έλεγχο και εποπτεία του εργοδότη (διευθυντικό δικαίωμα) δεν νοείται. Ο έλεγχος βέβαια μπορεί να είναι χαλαρότερος στις περιπτώσεις που ο εργαζόμενος αναπτύσσει πρωτοβουλία κατά την εκτέλεση της εργασίας λόγω των επιστημονικών ή ειδικών γνώσεών του και του αντικειμένου της εργασίας, αλλά πρέπει να υπάρχει για να θεωρηθεί η εργασία ως εξαρτημένη (ΑΠ 677/2017, ΑΠ Ολ. 28/2005).

Ενδείξεις που θεμελιώνουν την εξάρτηση -δεν ιεραρχούνται, αλλά ελέγχονται συνδυαστικά

Αυτοπρόσωπη παρουσία εργαζομένου

Προσδιορισμένος από τον εργοδότη τόπος εργασίας

Προσδιορισμένη από τον εργοδότη μέθοδος εκτέλεσης της εργασίας

Σελ. 2

Δυνατότητα πειθαρχικού ελέγχου

Προσδιορισμός μισθού (ανεξάρτητα από το ύψος και τον τρόπο καταβολής)

Έλλειψη επιχειρηματικής πρωτοβουλίας (ο εργαζόμενος δεν ευθύνεται για το αποτέλεσμα της εργασίας)

Έλλειψη ανάληψης επιχειρηματικού κινδύνου

Σταθερό ωράριο (π.χ. ημερήσιο, εβδομαδιαίο)

Διάθεση των μέσων παραγωγής (π.χ. εξοπλισμός) από τον εργοδότη

Ένταξη του εργαζόμενου σε μια (ιεραρχικά) οργανωμένη εκμετάλλευση

Παροχή εργασίας αποκλειστικά σε έναν εργοδότη (όχι σε περισσότερους)

Στοιχεία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας

1

Αμφοτεροβαρής σύμβαση

Υφίστανται εκατέρωθεν υποχρεώσεις των μερών:

Ο εργαζόμενος οφείλει να παρέχει την εργασία του στον εργοδότη και

ο εργοδότης να καταβάλλει το μισθό στον εργαζόμενο.

2

Τύπος

Δεν απαιτείται να περιληφθεί τον έγγραφο τύπο.

Εντούτοις, υφίστανται εξαιρέσεις, όπως λ.χ. στις περιπτώσεις της μερικής απασχόλησης, της απασχόλησης ανηλίκου κάτω των 15 ετών κλπ.

3

Διάρκεια

Μπορεί η διάρκεια της σύμβασης εργασίας να συμφωνηθεί είτε αορίστου είτε ορισμένου χρόνου.

Αορίστου χρόνου: Η διάρκεια της σύμβασης εργασίας δεν καθορίζεται εκ των προτέρων ούτε συνάγεται από το είδος και το σκοπό της.

Ορισμένου χρόνου: Η διάρκεια της σύμβασης εργασίας είναι σαφώς καθορισμένη, οπότε ο τερματισμός της επέρχεται αυτοδικαίως όταν παρέλθει η ημερομηνία λήξης της. Ενδέχεται βέβαια η διάρκεια της σύμβασης ως ορισμένου χρόνου να συνάγεται από το είδος και τη φύση της εργασίας για την οποία έχει προσληφθεί ο εργαζόμενος ή/και από τις περιστάσεις.

4

Αντάλλαγμα

Η εργασία παρέχεται έναντι αμοιβής.

Εάν δεν συμφωνηθεί αμοιβή, τυγχάνει εφαρμογής η ΑΚ 649 «αν η εργασία κατά τις συνηθισμένες περιστάσεις παρέχεται μόνο με μισθό, λογίζεται ότι έχει σιωπηρά συμφωνηθεί μισθός», οπότε ο μισθός καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο ΑΚ 653 («συμφωνημένος ή συνηθισμένος μισθός»).

Σελ. 3

Τεκμήριο υπέρ της εξαρτημένης εργασίας (άρθρο 1 Ν 3846/2010)

Σύμφωνα με το άρθρο 1 Ν 3846/2010 «η συμφωνία μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου για παροχή υπηρεσιών ή έργου, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ιδίως στις περιπτώσεις αμοιβής κατά μονάδα εργασίας (φασόν), τηλεργασίας, κατ’ οίκον απασχόλησης, τεκμαίρεται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εφόσον η εργασία παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη για εννέα (9) συνεχείς μήνες».

Η διάταξη αυτή καθιερώνει νόμιμο τεκμήριο με περιεχόμενο το νομικό χαρακτηρισμό συμφωνίας μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου για παροχή υπηρεσιών ή έργου, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ιδίως στις περιπτώσεις αμοιβής κατά μονάδα εργασίας, τηλεργασίας, κατ’ οίκον απασχολήσεως. Η συμφωνία θεωρείται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Το γεγονός της παροχής εργασίας αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο, στον ίδιο εργοδότη για εννέα (9) συνεχείς μήνες αποτελεί τη βάση του τεκμηρίου. Αν πληρούται η προϋπόθεση αυτή, τότε τεκμαίρεται ότι ο απασχολούμενος συνδέεται με σχέση εξαρτημένης εργασίας με τον εργοδότη. Εν προκειμένω, εκλαμβάνεται ως δεδομένη η ύπαρξη εννόμου σχέσεως μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου, οπότε ο παρέχων την υπηρεσία, υπέρ του οποίου είναι το τεκμήριο, δεν χρειάζεται να επικαλεσθεί και να αποδείξει πρόσθετα γεγονότα από τα οποία συνάγεται η ύπαρξη εξαρτημένης εργασίας.

1.2. Σύμβαση δοκιμαστικής απασχόλησης

Πλέον με το Ν 5053/2023 (άρθρο 4) το ανώτατο όριο για τη δοκιμαστική περίοδο που μπορούν να συμφωνήσουν εργοδότης και εργαζόμενος είναι οι έξι (6) μήνες. Ειδικότερα:

Για τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου: Ο εργοδότης μπορεί να συμφωνήσει με τον εργαζόμενο δοκιμαστική περίοδο που δεν θα υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, κατά τη διάρκεια της οποίας η σύμβαση εργασίας τελεί υπό δοκιμή.

Εάν, κατά τη διάρκεια ή με το πέρας του χρονικού διαστήματος που έχουν συμφωνήσει τα μέρη ως δοκιμαστική περίοδο, ο εργοδότης θεωρήσει ότι η δοκιμαστική υπηρεσία του εργαζομένου είναι επιτυχής και διατηρήσει αυτόν στην επιχείρησή του, ως χρόνος έναρξης της σύμβασης λογίζεται η αρχική ημερομηνία πρόσληψης του εργαζομένου για όλα τα νόμιμα δικαιώματά του.

Από την άλλη πλευρά, εάν, κατά τη διάρκεια ή με το πέρας του χρονικού διαστήματος που έχουν συμφωνήσει τα μέρη ως δοκιμαστική περίοδο, ο εργοδότης θεωρή-

Σελ. 4

σει ότι η δοκιμαστική υπηρεσία του εργαζομένου δεν ήταν επιτυχής, η σύμβαση υπό δοκιμή λύεται αυτοδικαίως.

Για τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου: Ο εργοδότης μπορεί να συμφωνήσει με τον εργαζόμενο δοκιμαστική περίοδο ανάλογη του συνολικού χρόνου που προβλέπεται στη σύμβαση και η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα τέταρτο (1/4) της συνολικής περιόδου απασχόλησης, με ανώτατο όριο τους έξι (6) μήνες.

1.3. Σύμβαση έργου

Με τη σύμβαση έργου, η οποία ρυθμίζεται στα άρθρα 681 - 702 του Αστικού Κώδικα, ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει κάποιο έργο και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή για το παρεχόμενο έργο. Αντικείμενο της σύμβασης έργου δεν είναι η εργασία αυτή καθ’ εαυτή, αλλά το έργο, το αποτέλεσμα δηλαδή της εργασίας στην επίτευξη του οποίου αποβλέπουν τα μέρη. Έως την παράδοση του έργου τον κίνδυνο φέρει ο εργολάβος, ο οποίος και οργανώνει με δική του ευθύνη την εργασία, διαθέτει πρωτοβουλία κατά την εκτέλεση του έργου, δεν υπόκειται στον έλεγχο του εργοδότη, έχει δικό του προσωπικό και εξοπλισμό προκειμένου να εκτελέσει το έργο με τους όρους που προβλέπει η σύμβαση (ΑΠ 32/2022, ΑΠ 401/2015, ΑΠ542/2014, ΑΠ 1153/2012). Η σύμβαση έργου λύεται αυτοδικαίως με την παράδοση του έργου στον εργοδότη (λ.χ. ιατρός που εκτελεί στο ιδιωτικό εργαστήριό του τις εξετάσεις που του ανέθεσε διαγνωστικό κέντρο έναντι αμοιβής με το κομμάτι) με εξαίρεση τις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες το έργο επαναλαμβάνεται μέσα στο χρόνο (λ.χ. μεταφορά προϊόντων, τήρηση λογιστικών βιβλίων κλπ.).

Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με το εάν πρόκειται για σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή σύμβαση έργου εξετάζεται εάν ο εργαζόμενος:

υπόκειται στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη, ιδιαίτερα αν τηρεί κάποιο ωράριο,

είναι ενταγμένος στην επιχείρηση ή εκμετάλλευση του εργοδότη του,

δικαιούται να χρησιμοποιεί και τρίτα πρόσωπα ή δικό του τεχνικό εξοπλισμό κατά την παροχή της εργασίας,

διαθέτει πρωτοβουλία που προσιδιάζει σε επιχειρηματία,

φέρει τον κίνδυνο του έργου που εκτελεί.

Σελ. 5

Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας

Σύμβαση έργου

Οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας υπό τις οδηγίες του εργοδότη

Οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στο αποτέλεσμα της εργασίας

Ο εργαζόμενος υπόκειται στο διευθυντικό δικαίωμα

Ο εργολάβος διαθέτει πρωτοβουλία κατά την εκτέλεση

Ο εργαζόμενος οφείλει να παρέχει αυτοπροσώπως την εργασία

Ο εργολάβος μπορεί να χρησιμοποιεί τρίτα πρόσωπα, εξοπλισμό κλπ.

Ο εργοδότης φέρει τον κίνδυνο αξιοποίησης της εργασίας

Ο εργολάβος φέρει τον κίνδυνο της αξιοποίησης του έργου

Οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας υπό τις οδηγίες του εργοδότη

Οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στο αποτέλεσμα της εργασίας

1.4. Σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών

Η σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών παρουσιάζει ομοιότητες με τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, καθώς αντικείμενο και των δύο είναι η παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής. Η διάκρισή τους γίνεται κατά κύριο λόγο επί τη βάσει του στοιχείου της εξάρτησης που δεν είναι σύμφυτο με τη σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών.

Στη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ο εργοδότης, ασκώντας το διευθυντικό του δικαίωμα, δίδει δεσμευτικές οδηγίες στον εργαζόμενο ως προς τον τρόπο, χρόνο και τόπο παροχής εργασίας και ασκεί σχετικό έλεγχο για τη συμμόρφωση του τελευταίου. Από την άλλη πλευρά, στη σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών το φυσικό πρόσωπο παρέχει τις υπηρεσίες του υπό συνθήκες ανεξαρτησίας, δηλαδή χωρίς να δεσμεύεται από εντολές ή οδηγίες του λήπτη της εργασίας ως τον τρόπο, χρόνο και τόπο παροχής της εργασίας.

Στη σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών εφαρμόζονται οι διατάξεις του ΑΚ 648 επ. (μίσθωση εργασίας), εκτός από εκείνες που προσιδιάζουν στη σύμβαση εξηρτημένης εργασίας, όπως οι ΑΚ 657, 658 (καταβολή μισθού και όταν ο εργαζόμενος κωλύεται να εργαστεί ένεκα σπουδαίου λόγου), 666, 667 (άδεια αναψυχής), 677 (παραχώρηση ελεύθερου χρόνου προς ανεύρεση άλλης εργασίας), 678 (πιστοποιητικό εργασίας), 680 (σύναψη ΣΣΕ).

Οι διατάξεις του εργατικού δικαίου για τα χρονικά όρια εργασίας, το ημερήσιο και το εβδομαδιαίο ωράριο, τις υπερωρίες, την υπερεργασία, τις ημέρες αργίας, την καταγγελία σύμβασης αορίστου χρόνου, την προστασία του μισθού δεν έχουν εφαρμογή επί συμβάσεων ανεξαρτήτων υπηρεσιών.

Σελ. 6

Παραδείγματα

Λογιστής που διατηρεί δικό του λογιστικό γραφείο και αναλαμβάνει την διεκπεραίωση των λογιστικών υποθέσεων επιχειρήσεως με μηνιαία αμοιβή, μεταβαίνοντας προς τούτο στην έδρα της επιχείρησης 1 ή 2 φορές την εβδομάδα, απασχολούμενος σε αυτήν επί 1 ή 2 ώρες κάθε φορά ή, σε κάθε περίπτωση, όσο χρόνο απαιτείται για να εκτελέσει την ανωτέρω εργασία του και ο οποίος με αποκλειστική ευθύνη και πρωτοβουλία του καθορίζει τις ημέρες και τις ώρες της απασχολήσεώς του, χωρίς την παραμικρή παρέμβαση της επιχειρήσεως.

Εμπορικός αντιπρόσωπος που πωλεί τα προϊόντα μιας μόνο επιχείρησης ηλεκτρικών συσκευών σε τιμή που ορίζει αυτή, έχει όμως πλήρη ελευθερία δράσεως, καθορίζει ο ίδιος το πρόγραμμα μεταβάσεώς του στις διάφορες πόλεις και αμείβεται με προμήθεια εκδίδοντας δελτία παροχής υπηρεσιών.

Παραγωγοί ραδιοφωνικών εκπομπών που παρέδιδαν τα προγράμματα στην επιχείρηση χωρίς να δεσμεύονται ως προς το χρόνο που θα διέθεταν για την προετοιμασία των εκπομπών, τον τρόπο της παρουσίασης, την επιλογή των θεμάτων και της μουσικής.

Τεκμήριο ανεξάρτητης απασχόλησης

Το άρθρο 69 παρ. 2 Ν 4808/2021 εισήγαγε ένα τεκμήριο υπέρ του χαρακτηρισμού της σύμβασης μεταξύ ψηφιακής πλατφόρμας και παρόχου υπηρεσιών ως σύμβασης ανεξαρτήτων υπηρεσιών (ακριβής διατύπωση στο νόμο: «τεκμαίρεται ότι δεν είναι εξαρτημένης εργασίας»), εφόσον ο πάροχος υπηρεσιών δικαιούται, βάσει της σύμβασης που τον συνδέει με την πλατφόρμα, σωρευτικά:

(1) Να χρησιμοποιεί υπεργολάβους ή υποκατάστατους για να παρέχουν τις υπηρεσίες που έχει αναλάβει να προσφέρει. Η προϋπόθεση αυτή πληρούται, ακόμη και αν η ψηφιακή πλατφόρμα αξιώνει οι υπεργολάβοι και υποκατάστατοι του παρόχου υπηρεσιών να έχουν υποβληθεί σε εκπαίδευση ή να φέρουν στολή ή να τηρούν τους όρους υγιεινής και ασφάλειας ή να έχουν τύχει των κατάλληλων εξετάσεων υγείας και γενικότερα να συμμορφώνονται προς τους γενικούς όρους παροχής υπηρεσιών, υγιεινής και ασφάλειας που ισχύουν για τους παρόχους υπηρεσιών, που συνδέονται συμβατικώς με τη συγκεκριμένη πλατφόρμα.

(2) Να επιλέγει τα διάφορα έργα που η ψηφιακή πλατφόρμα τού προτείνει να αναλάβει ή να θέτει μονομερώς ο ίδιος τον μέγιστο αριθμό τέτοιων έργων που εκά-

Σελ. 7

στοτε θα αναλαμβάνει, ο οποίος μπορεί και να μεταβάλλεται, υπό την προϋπόθεση ότι πάντοτε καθορίζεται μονομερώς από τον ίδιο.

(3) Να παρέχει τις ανεξάρτητες υπηρεσίες του προς οποιονδήποτε τρίτο ή να εκτελεί έργα για οποιονδήποτε τρίτο, συμπεριλαμβανομένων ανταγωνιστών της ψηφιακής πλατφόρμας.

(4) Να καθορίζει ο ίδιος τον χρόνο παροχής των υπηρεσιών του, εντός δεδομένων χρονικών πλαισίων, προσαρμόζοντάς τον στις προσωπικές του ανάγκες και όχι με βάση τα συμφέροντα της ψηφιακής πλατφόρμας.

Το ζήτημα που ανακύπτει εδώ είναι ότι το τεκμήριο αυτό αφορά αποκλειστικά τους όρους της σύμβασης, οι οποίοι μάλιστα είναι προδιατυπωμένοι από την ψηφιακή πλατφόρμα, και όχι τις πραγματικές συνθήκες της απασχόλησης των παρόχων υπηρεσιών, οι οποίες είναι κρίσιμες για τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό της σχέσης.

1.5. Σύμβαση εταιρείας

Σύμφωνα με το άρθρο 741 ΑΚ, με σύμβαση εταιρείας συνδέονται δύο ή περισσότερα πρόσωπα που αναλαμβάνουν αμοιβαία την υποχρέωση να επιδιώκουν έναν κοινό σκοπό, ιδίως οικονομικό, μέσω κοινών εισφορών.

Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι στη σύμβαση εταιρείας επιδιώκεται κοινό όφελος και κοινός εταιρικός σκοπός, υπάρχει δηλαδή πρόθεση εταιρικής συνεργασίας και κοινή ανάληψη κινδύνων, ενώ σε μια σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ο εργοδότης φέρει αποκλειστικά τον επιχειρηματικό κίνδυνο και αυτός είναι άλλωστε που δίνει εντολές και οδηγίες στον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της εργασίας του προς επίτευξη των επιχειρηματικών σκοπών του. Εντούτοις, συχνά είναι δυσχερής η διαφοροποίηση μεταξύ των δύο συμβάσεων, κατά κύριο λόγο όταν η εισφορά ενός εταίρου συνίσταται αποκλειστικά στην προσωπική του εργασία (άρθρο 764, εδάφιο β’ ΑΚ).

Η διάκριση αυτή περιπλέκεται περαιτέρω από το γεγονός ότι, στο πλαίσιο σύμβασης εταιρείας, όταν η εισφορά ενός εταίρου περιορίζεται στην προσωπική του εργασία, είναι δυνατό να συμφωνηθεί εγκύρως η μη συμμετοχή του στις ζημίες (άρθρο 764 παρ. 2 ΑΚ). Περαιτέρω, είναι δυνατόν οι εταίροι προσωπικών εταιριών να παρέχουν προσωπική εργασία στην εταιρεία, πέραν και ανεξαρτήτως της εταιρικής τους εισφοράς, η οποία μπορεί να αφορά διαφορετική παροχή (ΑΠ 1059/2013). Στην περίπτωση αυτή, υφίστανται δύο διακριτές συμβάσεις: η σύμβαση εταιρείας

Σελ. 8

και η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, καθεμία εκ των οποίων διέπεται από το αντίστοιχο νομικό πλαίσιο.

Για τη διαπίστωση του αν η εργασία παρέχεται ως εταιρική εισφορά ή στο πλαίσιο σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, απαιτείται εξέταση των συνθηκών υπό τις οποίες αυτή προσφέρεται. Ειδικότερα, ερευνάται αν υφίσταται πρόθεση εταιρικής συνεργασίας, η οποία εκδηλώνεται μέσω ισότιμης μεταχείρισης των εταίρων και κοινής προσπάθειας για την επίτευξη του εταιρικού σκοπού, με αντίστοιχη ανάληψη κινδύνων. Αντιθέτως, αν η εργασία παρέχεται υπό την επίβλεψη, τις οδηγίες και τον έλεγχο των λοιπών εταίρων αναφορικά με τον χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο εκτέλεσής της, τότε υφίσταται εξάρτηση, η οποία αποκλείει τη σύσταση εταιρικής σχέσης.

Ενδείξεις ύπαρξης εταιρικής σχέσης μπορεί να αποτελούν η συμμετοχή όχι μόνο στα κέρδη αλλά και στις ζημίες, η αναλογικά υψηλή συμμετοχή στα κέρδη και το συνολικό ποσό που αυτή αποδίδει. Αντιθέτως, η συμμετοχή αποκλειστικά στα κέρδη, χωρίς αντίστοιχη συμμετοχή στις ζημίες, αποτελεί ένδειξη ύπαρξης σύμβασης εξαρτημένης εργασίας.

Ενδείξεις για σύμβαση εταιρείας

Η συμμετοχή του παρέχοντος εργασία στον επιχειρηματικό κίνδυνο (συμμετοχή στα κέρδη αλλά και στις ζημίες).

Η συμφωνία για παροχή εργασίας αντί ορισμένου ποσοστού επί των κερδών, εάν το ποσοστό συμμετοχής στα κέρδη είναι υψηλό και αποδίδει αμοιβές κατά πολύ υψηλότερες από τις συνήθεις αποδοχές της συγκεκριμένης προσφερόμενης εργασίας.

1.6. Σύμβαση εντολής

Η σύμβαση εντολής αφορά μια συμφωνία στην οποία ο εντολοδόχος αναλαμβάνει να εκτελέσει συγκεκριμένο έργο που του έχει ανατεθεί από τον εντολέα (ΑΚ 713). Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο εντολοδόχος δρα εκπροσωπώντας τον εντολέα και ενεργεί για λογαριασμό του. Η βασική διαφορά της από τη σύμβαση εργασίας είναι ότι, κατά κανόνα, είναι άμισθη, ενώ στη σύμβαση εργασίας, ακόμη και εάν δεν έχει συμφωνηθεί αμοιβή, θα οφείλεται ο ειθισμένος μισθός.

1.7. Σύμβαση με το κομμάτι

Η σύμβαση «με το κομμάτι» είναι ένα σύστημα αμοιβής, όπου οι αποδοχές του εργαζομένου καθορίζονται βάσει του αποτελέσματος της ατομικής του εργασίας. Αντί

Σελ. 9

να αμείβεται με σταθερό μισθό ή βάσει των ωρών της πραγματικής του απασχόλησης, ο εργαζόμενος πληρώνεται ανάλογα με την ποσότητα ή τον αριθμό των παραδοθέντων προϊόντων ή υπηρεσιών που έχει ολοκληρώσει. Η αμοιβή καθορίζεται βάσει συγκεκριμένης μονάδας μέτρησης, η οποία πρέπει να είναι ίδια για όλους τους εργαζομένους που εκτελούν εργασία ίσης αξίας, ώστε να διασφαλίζεται η αρχή της ισότητας των αμοιβών.

1.8. Σύμβαση μαθητείας (πρακτικής άσκησης)

Ήδη από το 2010 υπάρχει ειδική νομοθετική ρύθμιση για τη μαθητεία, η οποία μάλιστα κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 129 του ΚΑΕΔ, που προβλέπει ότι «Μεταξύ εργοδοτών και ατόμων που έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος έως και το 18ο έτος της ηλικίας τους δύνανται να καταρτίζονται ειδικές συμβάσεις μαθητείας, μέχρι ενός (1) έτους, με σκοπό την απόκτηση δεξιοτήτων. Οι εν λόγω μαθητευόμενοι λαμβάνουν το εβδομήντα τοις εκατό (70%) του εκάστοτε οριζόμενου κατώτατου ημερομισθίου ή μισθού και ασφαλίζονται στον κλάδο ασφάλισης ασθενείας σε είδος και ένα τοις εκατό (1%) κατά του κινδύνου ατυχήματος. Για τους έχοντες συμπληρώσει το 16ο έτος ηλικίας η μαθητεία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις οκτώ (8) ώρες την ημέρα και τις σαράντα (40) ώρες την εβδομάδα. Όσοι δεν έχουν συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας τους, καθώς και όσοι φοιτούν σε γυμνάσια, λύκεια κάθε τύπου ή τεχνικές επαγγελματικές σχολές δημόσιες ή ιδιωτικές αναγνωρισμένες από το κράτος, δεν μπορούν να μαθητεύουν περισσότερο από έξι (6) ώρες την ημέρα και τριάντα (30) ώρες την εβδομάδα. Απαγορεύεται η μαθητεία να πραγματοποιείται από την 22α ώρα έως και την 6η της επόμενης ημέρας. Τα άτομα αυτά, με εξαίρεση τις διατάξεις για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, δεν υπόκεινται στις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας».

Για να χαρακτηρίσουμε μια σύμβαση ως γνήσια μαθητεία ο κύριος σκοπός της θα πρέπει να είναι η εκπαίδευση και η μετάδοση εμπειρικών γνώσεων στο μαθητευόμενο για την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος ή τέχνης. Εν προκειμένω, η παροχή εργασίας λαμβάνει χώρα αποκλειστικά στο πλαίσιο της εκπαίδευσης του μαθητευόμενου και της εξοικείωσής του με το αντικείμενο του επαγγέλματος ή της τέχνης του, χωρίς σκοπό εκτέλεσης παραγωγικού έργου. Στην περίπτωση αυτή, εκτός από τους όρους που συμφωνούνται μεταξύ των μερών, εφαρμόζονται τυχόν ειδικές διατάξεις, ενώ συμπληρωματικά ισχύουν οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα περί σύμβασης εργασίας. Παράλληλα, δύνανται να εφαρμόζονται και διατάξεις της ερ-

Σελ. 10

γατικής νομοθεσίας, εφόσον δεν αντίκεινται στη φύση και τον σκοπό της σύμβασης μαθητείας.

Γνήσια Μαθητεία

Εφαρμόζονται

Δεν εφαρμόζονται

Υγιεινή και Ασφάλεια

Χρονικά όρια εργασίας

Εργατικό Ατύχημα

Νόμιμες αποδοχές

 

Καταγγελία σύμβασης εργασίας

 

Αποζημίωση απόλυσης

Από την άλλη πλευρά, στο πλαίσιο της σύμβασης εργασίας, ο εργαζόμενος πολλές φορές θεωρείται ότι παράλληλα με την παροχή εργασίας έναντι αμοιβής, εκπαιδεύεται ή μαθητεύει στο επάγγελμα ή στην τέχνη στην οποία απασχολείται. Εφόσον ο πρωταρχικός σκοπός της σύμβασης παραμένει η παροχή εργασίας, και η εκμάθηση της τέχνης ή του επαγγέλματος προκύπτει αυτομάτως κατά τη διάρκεια της εργασίας, χωρίς ο εργοδότης να αναλαμβάνει συγκεκριμένη υποχρέωση εκπαίδευσης, πρόκειται για κανονική σύμβαση εργασίας (σύμβαση εργασίας μαθητευόμενου). Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζονται οι γενικές και ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.

Ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης αποτελεί αρμοδιότητα των δικαστηρίων, τα οποία αξιολογούν συνολικά τις συνθήκες κάθε περίπτωσης, χωρίς να δεσμεύονται από τον χαρακτηρισμό που έχουν αποδώσει τα μέρη στη σύμβαση. Συνεπώς, ακόμα και αν μια σύμβαση έχει χαρακτηριστεί από τα μέρη ως γνήσια σύμβαση μαθητείας, δεν αποκλείεται να πρόκειται στην πραγματικότητα για σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εφόσον ο πραγματικός σκοπός της είναι η παροχή εργασίας. Αυτό ισχύει ιδίως σε περιπτώσεις όπου η εργασία που παρέχεται δεν απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις, ιδιαίτερη εκπαίδευση ή απόκτηση ειδικών δεξιοτήτων.

1.8.1. Σύμβαση πρακτικής άσκησης

Η πρακτική άσκηση έχει ως κύριο στόχο την εκπαίδευση και την απόκτηση πρακτικών εμπειριών από τον εκπαιδευόμενο, καθώς και την τεχνική και επαγγελματική του κατάρτιση στον εργασιακό χώρο, σύμφωνα με το αντικείμενο των σπουδών

Σελ. 11

του. Συχνά, η πρακτική άσκηση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ολοκλήρωση των σπουδών του μαθητή, σπουδαστή ή φοιτητή, χωρίς όμως να συνιστά παροχή εργασίας έναντι αμοιβής. Ο ασκούμενος δεν καταλαμβάνει θέση εργασίας, αλλά εκτελεί την πρακτική του υπό την επίβλεψη εργαζομένου που έχει ειδικότητα αντίστοιχη με το αντικείμενο της κατάρτισής του.

1.8.2. Πρακτική άσκηση ΑΕΙ

Σύμφωνα με το άρθρο 69 Ν 4957/2022, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 44 Ν 5128/2024, στα προγράμματα σπουδών πρώτου (προπτυχιακοί φοιτητές) και δεύτερου κύκλου (μεταπτυχιακοί φοιτητές) των ΑΕΙ δύναται να προβλέπεται η διενέργεια πρακτικής άσκησης φοιτητών, ως υποχρεωτική ή προαιρετική εκπαιδευτική δραστηριότητα του προγράμματος σπουδών που στοχεύει στην πρακτική εφαρμογή των θεωρητικών επιστημονικών γνώσεων που αποκτήθηκαν από την επιτυχή παρακολούθηση του προγράμματος σπουδών και την εξοικείωση των φοιτητών με πιθανούς χώρους εργασίας. Η πρακτική άσκηση δεν μπορεί να υπολείπεται των είκοσι (20) ωρών και να υπερβαίνει τις σαράντα (40) ώρες σε εβδομαδιαία βάση.

Η πρακτική άσκηση των φοιτητών των ΑΕΙ πραγματοποιείται σε δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχειρήσεις («φορείς υποδοχής» κατά τη διατύπωση του νόμου). Για την πρακτική άσκηση των φοιτητών συνάπτεται σύμβαση πρακτικής άσκησης μεταξύ του ΑΕΙ, του φοιτητή και του φορέα υποδοχής. Κατά το διάστημα της πρακτικής άσκησής τους οι φοιτητές υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του e-ΕΦΚΑ μόνο για τον κίνδυνο του ατυχήματος, με καταβολή του συνόλου της εισφοράς ύψους ένα τοις εκατό (1%) από τον υπόχρεο υποβολής της Α.Π.Δ. που ταυτίζεται με τον υπόχρεο καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών.

Σύμφωνα με την Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) υπ’ αριθ. 7543/2024 (ΦΕΚ 5473/Β/02.10.2024), οι πρακτικά ασκούμενοι φοιτητές των ΑΕΙ των οποίων η εβδομαδιαία διάρκεια άσκησης είναι μεγαλύτερη από είκοσι (20) ώρες λαμβάνουν μηνιαία αποζημίωση ύψους τριακοσίων πενήντα ευρώ (350,00 €), συμπεριλαμβανομένης της ως άνω εισφοράς για τον κίνδυνο ατυχήματος, ενώ στις περιπτώσεις που η εβδομαδιαία διάρκεια της πρακτικής άσκησης δεν υπερβαίνει τις είκοσι (20) ώρες το ποσό της μηνιαίας αποζημίωσης ανέρχεται στα εκατόν εβδομήντα πέντε ευρώ (175,00 €).

Σελ. 12

Ως προς το διαδικαστικό σκέλος, κάθε επιχείρηση που δέχεται φοιτητή για πρακτική άσκηση υποχρεούται να υποβάλει ηλεκτρονικά, πριν από την έναρξη της πρακτικής άσκησης, στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ το έντυπο Ε3.5 («Αναγγελία έναρξης/μεταβολών σύμβασης πρακτικής άσκησης σπουδαστών/φοιτητών»), συνοδευόμενο από τη σχετική σύμβαση μεταξύ του σπουδαστή, του εκπαιδευτικού ιδρύματος και της επιχείρησης ή την εγκριτική απόφαση πρακτικής άσκησης. Σε περίπτωση διακοπής ή λήξης της πρακτικής άσκησης, η επιχείρηση υποβάλλει στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ το ως άνω έντυπο Ε3.5 εντός τεσσάρων (4) εργάσιμων ημερών από τη διακοπή ή τη λήξη. Τέλος, εφόσον προκύψει οιαδήποτε αλλαγή στο ωράριο ή στην οργάνωση του χρόνου άσκησης, η επιχείρηση πρέπει να ενημερώσει το πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ αυθημερόν και σε κάθε περίπτωση πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τον σπουδαστή/φοιτητή.

1.8.3. Πρακτική άσκηση ΙΕΚ

Σύμφωνα με το άρθρο 27 Ν 4763/2020 η πρακτική άσκηση των σπουδαστών ΙΕΚ μπορεί να πραγματοποιηθεί σε φυσικά πρόσωπα, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ και δημόσιες υπηρεσίες, Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού και επιχειρήσεις με ευθύνη του ΙΕΚ μετά το πέρας της θεωρητικής και εργαστηριακής κατάρτισης του τετάρτου εξαμήνου είτε συνεχόμενα είτε τμηματικά και σε κάθε περίπτωση, εντός είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από τη λήξη του τελευταίου εξαμήνου θεωρητικής και εργαστηριακής κατάρτισης.

Οι καταρτιζόμενοι των Ι.Ε.Κ., που έχουν συμπληρώσει εκατόν είκοσι (120) τουλάχιστον ημερομίσθια ή εκατόν είκοσι (120) τουλάχιστον ημέρες ασφάλισης στην ειδικότητα που εγγράφονται, απαλλάσσονται από την υποχρέωση φοίτησης της περιόδου πρακτικής άσκησης ή μαθητείας, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης και υπεύθυνης δήλωσης στο Ι.Ε.Κ. φοίτησης και σχετικής απόφασης έγκρισης του Διευθυντή του οικείου Ι.Ε.Κ., οπότε τους απονέμεται Βεβαίωση Επαγγελματικής Κατάρτισης με την ολοκλήρωση των εξαμήνων της θεωρητικής και εργαστηριακής κατάρτισης.

1.8.4. Σπουδαστές ή Καταρτιζόμενοι Σχολών του Υπουργείου Τουρισμού

Η πρακτική άσκηση σπουδαστών των Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης ρυθμίζεται από το άρθρο 130 του ΚΑΕΔ, το οποίο προβλέπει την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης για τον καθορισμό των όρων και προϋποθέσεων της άσκησης.

Ο συνολικός αριθμός των μαθητευόμενων, σπουδαστών και φοιτητών που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία σε τουριστικές επιχειρήσεις δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει ποσοστό δεκαεπτά τοις εκατό (17%) του συνολικού προσωπικού

Σελ. 13

κάθε επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και σε κάθε περίπτωση τα σαράντα (40) άτομα. Αρμόδια για τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι η Επιθεώρηση Εργασίας, η οποία επιβάλλει κυρώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Ν 3996/2011 και τις κείμενες διατάξεις περί αδήλωτης εργασίας.

Οι λεπτομέρειες υλοποίησης καθορίζονται από την ΚΥΑ υπ’ αριθ. 16802/667/2010, όπως τροποποιήθηκε από την ΚΥΑ υπ’ αριθ. 9319/2021, η οποία ισχύει αποκλειστικά για σπουδαστές και καταρτιζόμενους των Σχολών του Υπουργείου Τουρισμού.

Η πρακτική άσκηση μπορεί να πραγματοποιηθεί σε συγκεκριμένες τουριστικές επιχειρήσεις, όπως ξενοδοχειακές μονάδες, τουριστικά γραφεία, εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία, ναυλομεσιτικά γραφεία, αεροπορικές εταιρείες, γραφεία ενοικιάσεως αυτοκινήτων και εταιρείες διαχείρισης ξενοδοχείων, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις.

Η διάρκεια της πρακτικής άσκησης καθορίζεται βάσει του κανονισμού σπουδών κάθε σχολής, ενώ η ελάχιστη αποζημίωση των ασκούμενων αντιστοιχεί στο 60% του κατώτατου νομοθετημένου μισθού, με δυνατότητα αύξησης στο 80% σε περίπτωση συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων ΕΣΠΑ. Οι επιχειρήσεις που δεν παρέχουν στέγη στους ασκούμενους που προέρχονται από διαφορετική περιφερειακή ενότητα καταβάλλουν πρόσθετη αποζημίωση στέγης ίση με το 20% του κατώτατου νομοθετημένου μισθού.

Οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να τηρούν συμβάσεις πρακτικής άσκησης με τις σχολές, να υποβάλουν ηλεκτρονικά στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ το ειδικό έντυπο Ε3.5 («Αναγγελία έναρξης/μεταβολών σύμβασης πρακτικής άσκησης σπουδαστών/φοιτητών»), να εγγράφουν τους ασκούμενους μαθητές - σπουδαστές - φοιτητές στον πίνακα προσωπικού και να διασφαλίζουν την ασφάλισή τους στον e-ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) αποκλειστικά για τον κλάδο του ατυχήματος με την καταβολή των προβλεπόμενων ασφαλιστικών εισφορών του καταρτιζόμενου.

1.8.5. Μαθητεία ΕΠΑΛ, ΕΠΑΣ Μαθητείας ΟΑΕΔ, ΙΕΚ, ΣΕΚ

Το Πλαίσιο Ποιότητας Μαθητείας αφορά τα προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, τα οποία συνδυάζουν μάθηση σε Ιδρύματα Εκπαίδευσης ή Κατάρτισης με ουσιαστική μάθηση βασισμένη στην εργασία σε χώρους εργασίας του ιδιωτικού ή του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα. Στους μαθητευόμενους που ολοκληρώνουν εκπαιδευτικό πρόγραμμα μαθητείας παρέχεται πιστοποίηση επαγγελματικών προσόντων («Βεβαίωση Επαγγελματικής Κατάρτισης»).

Στο πρόγραμμα Μαθητείας μπορούν να συμμετέχουν φορείς του δημόσιου τομέα, φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, καθώς και ιδιωτικές επιχειρή-

Σελ. 14

σεις, με εξαίρεση τις επιχειρήσεις προσωρινής απασχόλησης, τα νυχτερινά κέντρα, τις εταιρείες παροχής καθαριότητας και φύλαξης, τα πρακτορεία τυχερών παιχνιδιών. Ο εργοδότης και ο μαθητευόμενος συνάπτουν σύμβαση μαθητείας, η οποία συνυπογράφεται από τον διευθυντή της οικείας εκπαιδευτικής δομής και καθορίζει τους όρους υλοποίησης του προγράμματος μάθησης στο χώρο εργασίας.

Οι μαθητευόμενοι υπάγονται ασφαλιστικά στον e-Ε.Φ.Κ.Α. για το διάστημα της μαθητείας στον κλάδο παροχών ασθένειας σε είδος και στον κλάδο παροχών ασθένειας σε χρήμα, ο δε χρόνος ασφάλισής τους είναι συντάξιμος.

Ως προς το διαδικαστικό σκέλος, ο εργοδότης υποχρεούται να υποβάλει ηλεκτρονικά, πριν από την έναρξη της μαθητείας, στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ το έντυπο Ε3.4 («Αναγγελία έναρξης/μεταβολών σύμβασης μαθητείας»), συνοδευόμενο από τη σχετική σύμβαση μαθητείας μεταξύ του μαθητευόμενου, της σχολής μαθητείας (ΕΠΑΣ, ΟΑΕΔ, ΙΕΚ) και του νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης στην οποία πραγματοποιείται η μαθητεία. Σε περίπτωση διακοπής ή λήξης της πρακτικής άσκησης, η επιχείρηση υποβάλλει στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ το ως άνω έντυπο Ε3.4 εντός τεσσάρων (4) εργάσιμων ημερών από τη διακοπή ή τη λήξη. Τέλος, εφόσον προκύψει οιαδήποτε αλλαγή στο ωράριο ή στην οργάνωση του χρόνου άσκησης, η επιχείρηση πρέπει να ενημερώσει το πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ αυθημερόν και σε κάθε περίπτωση πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τον μαθητευόμενο.

1.9. Σύμβαση μεσιτείας

Στη σύμβαση μεσιτείας το ένα συμβαλλόμενο μέρος (κύριος της υπόθεσης) αναθέτει προς τον αντισυμβαλλόμενό του (μεσίτη) την έναντι ορισμένης αμοιβής διεκπεραίωση της ανατιθέμενης σ’ αυτόν παροχής. Η παροχή αυτή συνίσταται στη μεσολάβηση ή υπόδειξη ευκαιρίας προς σύναψη σύμβασης και υπό την αίρεση σύναψης αυτής, χωρίς συμμετοχή του μεσίτη. Ο κύριος της υπόθεσης υποχρεούται να καταβάλει την αμοιβή στο μεσίτη μόνο εφόσον καταρτισθεί τελικά σύμβαση από τη μεσολάβηση ή την υπόδειξη του μεσίτη (ΑΚ 703-706). Διακρίνεται από τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, διότι στη σύμβαση μεσιτείας ο μεσίτης δικαιούται να λάβει αμοιβή μόνο μετά την κατάρτιση της κύριας συμβάσεως, ενώ στη σύμβαση εργασίας ο εργαζόμενος λαμβάνει την αμοιβή του ανεξάρτητα από το εάν επήλθε το επιθυμητό αποτέλεσμα κατά την εργασία του, από μόνο δηλαδή το γεγονός της παροχής εργασίας.

Σελ. 15

1.10. Σύμβαση αντιπροσωπείας

Στη σύμβαση αντιπροσωπείας, ο αντιπρόσωπος λειτουργεί ανεξάρτητα από τον εργοδότη ενεργώντας ελεύθερα εντός πάντα του εύρους των εξουσιών που του έχουν χορηγηθεί. Ο αντιπρόσωπος δύναται να συνεργάζεται με πολλούς εργοδότες ταυτόχρονα και να τους αντιπροσωπεύει, ενεργώντας για λογαριασμό τους.

2. Ειδικές μορφές απασχόλησης

2.1. Σύμβαση προσωρινής απασχόλησης

Η σύμβαση προσωρινής απασχόλησης είναι μια ιδιότυπη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας κατά την οποία ο εργαζόμενος δεν παρέχει την εργασία του στον εργοδότη που τον προσλαμβάνει, αλλά σε τρίτο εργοδότη στον οποίο «παραχωρείται» από τον αρχικό του εργοδότη για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

Έννοια: Ως σύμβαση προσωρινής απασχόλησης ορίζεται η σύμβαση εργασίας, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, η οποία συνάπτεται μεταξύ της Εταιρείας Προσωρινής Απασχόλησης (ΕΠΑ) («άμεσος εργοδότης») και ενός μισθωτού που πρόκειται να διατεθεί για περιορισμένη χρονική διάρκεια σε κάποιον τρίτο («έμμεσος εργοδότης»).

Σχέση ΕΠΑ - έμμεσου εργοδότη

Με την έγγραφη σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ της ΕΠΑ και του έμμεσου εργοδότη η πρώτη αναλαμβάνει να διαθέσει στο δεύτερο, έναντι οικονομικού ανταλλάγματος, για ορισμένο χρονικό διάστημα έναν ή περισσότερους εργαζόμενους που διαθέτουν τις αναγκαίες επαγγελματικές γνώσεις για την κάλυψη συγκεκριμένων θέσεων εργασίας. Στη σύμβαση αυτή θα πρέπει να καθορίζεται ο τρόπος αμοιβής και ασφάλισης του εργαζομένου που διατίθεται στον έμμεσο εργοδότη (άρθρο 124 παρ. 3 Ν 4052/2012).

Σχέση ΕΠΑ - εργαζόμενου

Ο εργαζόμενος συνάπτει σύμβαση εργασίας μόνο με την ΕΠΑ, η οποία έχει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του εργοδότη (άρθρο 122 παρ. 2 Ν 4052/2012). Στη σύμβαση αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνονται οι όροι εργασίας και η διάρκειά της, οι όροι παροχής της εργασίας στον έμμεσο εργοδότη, οι όροι αμοιβής και ασφάλι-

Σελ. 16

σης του μισθωτού, ενώ δεν απαιτείται να προσδιορίζεται ο συγκεκριμένος έμμεσος εργοδότης στον οποίο θα απασχοληθεί ο εργαζόμενος.

Για την προστασία του εργαζόμενου ο νόμος ρητά προβλέπει ότι οι αποδοχές του κατά το διάστημα που δεν παρέχει εργασία σε έμμεσο εργοδότη δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τον εκάστοτε νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα (άρθρο 124 παρ. 1 Ν 4052/2012).

Σχέση έμμεσου εργοδότη - εργαζόμενου

Ο μισθωτός που διατίθεται από την ΕΠΑ δεν συνδέεται με αυτοτελή συμβατική σχέση με τον έμμεσο εργοδότη. Εντούτοις, ο μισθωτός καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της απασχόλησής του στον έμμεσο εργοδότη υπόκειται στο διευθυντικό δικαίωμα του τελευταίου, εκτελώντας την εργασία υπό την εποπτεία και τις εντολές του.

Οι όροι εργασίας του προσωρινώς απασχολούμενου κατά τη διάρκεια της τοποθέτησης στον έμμεσο εργοδότη πρέπει να είναι τουλάχιστον ισοδύναμοι με αυτούς που θα ίσχυαν εάν ο εργαζόμενος είχε προσληφθεί απευθείας από τον έμμεσο εργοδότη για την ίδια θέση.

Σύμφωνα με την παρ. 4α του άρθρου 124 Ν 4052/2012 ο έμμεσος εργοδότης είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνος με την ΕΠΑ έναντι του προσωρινώς απασχολούμενου για την καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών του και των ασφαλιστικών του εισφορών. Εντούτοις, ο νόμος προβλέπει πως η ευθύνη αυτή του έμμεσου εργοδότη είναι επικουρική, καθώς εάν συμφωνηθεί ότι υπόχρεος για την καταβολή των αποδοχών και των ασφαλιστικών εισφορών είναι ο άμεσος εργοδότης, ο παραχωρούμενος εργαζόμενος μπορεί να ικανοποιηθεί από την κατάπτωση των εγγυητικών επιστολών που έχει καταθέσει η ΕΠΑ κατά την ίδρυσή της.

Διάρκεια παραχώρησης προσωρινώς απασχολούμενου στον έμμεσο εργοδότη

Σύμφωνα με το άρθρο 117 Ν 4052/2012 η διάρκεια της παραχώρησης του προσωρινώς απασχολούμενου στον έμμεσο εργοδότη, περιλαμβανόμενων και των ενδεχόμενων ανανεώσεων που γίνονται εγγράφως, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους τριάντα έξι (36) μήνες. Σε αντίθετη περίπτωση, η κύρωση που επέρχεται είναι η αυτοδίκαιη μετατροπή της σύμβασης προσωρινής απασχόλησης σε σύμβαση αορίστου χρόνου με τον έμμεσο εργοδότη.

Επιπλέον, ο νόμος προβλέπει ότι τυχόν απασχόληση του μισθωτού από τον έμμεσο εργοδότη μετά τη λήξη της διάρκειας της αρχικής τοποθέτησης και των τυχόν νόμι-

Σελ. 17

μων ανανεώσεών της ακόμα και με νέα τοποθέτηση, χωρίς να μεσολαβεί διάστημα είκοσι τριών (23) ημερολογιακών ημερών, θεωρείται ότι πρόκειται για σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου μεταξύ του μισθωτού και του έμμεσου εργοδότη.

Η διάρκεια της παραχώρησης του εργαζόμενου στον έμμεσο εργοδότη μπορεί είτε να συμφωνηθεί εξαρχής είτε να υπάρξουν αλλεπάλληλες ανανεώσεις, αρκεί μεταξύ της προηγούμενης και της νέας τοποθέτησης να έχει μεσολαβήσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι τριών (23) ημερών που απαιτεί ο νόμος.

2.2. Σύμβαση μερικής απασχόλησης

Έννοια: Ως μερική απασχόληση ορίζεται η ημερήσια ή εβδομαδιαία ή δεκαπενθήμερη ή μηνιαία εργασία, η οποία θα είναι μικρότερης διάρκειας από την κανονική, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, με αντίστοιχες μειωμένες αποδοχές. Η μερική απασχόληση συμφωνείται μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου, κατά την πρόσληψη ή κατά τη διάρκεια της απασχόλησης με τροποποίηση της σύμβασης πλήρους απασχόλησης. Ο νόμος δεν θέτει όρους για ελάχιστο ή μέγιστο χρόνο μερικής απασχόλησης.

Διαδικαστικές προϋποθέσεις κύρους της σύμβασης μερικής απασχόλησης

Σύμφωνα με το άρθρο 38 Ν 1892/1990, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 106 του Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου, η συμφωνία περί μερικής απασχόλησης πρέπει:

(1) να καταρτιστεί εγγράφως και

(2) να γνωστοποιηθεί εντός οκτώ (8) ημερών από την κατάρτισή της στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας.

Εάν δεν ακολουθηθούν σωρευτικά οι ανωτέρω προϋποθέσεις, τεκμαίρεται η ύπαρξη σύμβασης πλήρους απασχόλησης (τεκμήριο πλήρους απασχόλησης), οπότε ο εργοδότης θα πρέπει να ανταποδείξει ότι πρόκειται για σύμβαση μερικής απασχόλησης.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη νομολογία, σε περίπτωση μη τήρησης του έγγραφου τύπου για τη μερική απασχόληση, θα πρέπει να γίνει η ακόλουθη διάκριση:

Τροποποιητική σύμβαση εργασίας από πλήρη σε μερική: Εάν η συμφωνία των μερών αφορά την τροποποίηση υφιστάμενης σύμβασης πλήρους απασχόλησης σε μερική και έγινε εγγράφως, τότε η αρχική σύμβαση πλήρους απασχόλησης μετατρέπεται εγκύρως σε μερικής απασχόλησης, ενώ αν η τροποποιητική συμφωνία είναι

Σελ. 18

άκυρη λόγω της μη τήρησης του έγγραφου τύπου, η απασχόληση δεν μετατρέπεται σε μερική. Η ακυρότητα αυτή δεν θεραπεύεται και ο εργοδότης θεωρείται υπερήμερος ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών του εργαζόμενου υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, οπότε και του οφείλει αμοιβή για πλήρη απασχόληση.

Σύναψη σύμβασης εργασίας μερικής απασχόλησης χωρίς να προϋπάρχει σύμβαση πλήρους απασχόλησης μεταξύ των μερών: Εφόσον δεν τηρήθηκε ο έγγραφος τύπος για τη σύμβαση μερικής απασχόλησης, αυτή είναι άκυρη, οπότε θεωρείται ότι υπάρχει απλή σχέση εργασίας. Σε αυτήν την περίπτωση ο εργαζόμενος δικαιούται να αξιώσει μόνον με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρ. 904 ΑΚ), τις αποδοχές του από μερική απασχόληση, ήτοι την ωφέλεια που ο εργοδότης αποκόμισε από την αποφυγή πληρωμής της αμοιβής σε άλλον εργαζόμενο που θα προσέφερε την ίδια εργασία με έγκυρη σύμβαση μερικής απασχόλησης.

Η συμφωνία εργοδότη και εργαζόμενου για τη μερική απασχόληση περιλαμβάνει και την κατανομή των ωρών εργασίας στις ημέρες εργασίας.

Περαιτέρω, ο νομοθέτης προέβλεψε ότι αν η μερική απασχόληση έχει καθοριστεί με ημερήσιο ωράριο μικρότερης διάρκειας από το κανονικό, η παροχή της συμφωνημένης εργασίας των μερικώς απασχολούμενων πρέπει να είναι συνεχόμενη χωρίς διακοπή. Εξαιρούνται ρητά από την εν λόγω διάταξη οι οδηγοί αυτοκινήτων μεταφοράς μαθητών, νηπίων και βρεφών και οι συνοδοί αυτών που εργάζονται στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, στους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς και στα νηπιαγωγεία, καθώς και οι καθηγητές που εργάζονται στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών και μέσης εκπαίδευσης.

Πρόσθετη απασχόληση

Εάν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέραν του συμφωνημένου ωραρίου απασχόλησης, ο μερικώς απασχολούμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του δεν είναι αντίθετη με την καλή πίστη. Για κάθε επιπλέον ώρα εργασίας που θα παράσχει ο μερικώς απασχολούμενος δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής με προσαύξηση δώδεκα τοις εκατό (12%) επί της συμφωνηθείσας αμοιβής. Σε κάθε περίπτωση, είναι δυνατόν, ο μερικώς απασχολούμενος -εφόσον συμφωνεί- και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί ημερήσιας ανάπαυσης, να παράσχει πρόσθετη εργασία με διακεκομμένο ωράριο με ανώτατο

Σελ. 19

όριο τη συμπλήρωση του πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζομένου πλήρους απασχόλησης.

2.3. Σύμβαση εκ περιτροπής απασχόλησης

Η εκ περιτροπής απασχόληση αποτελεί ειδική μορφή μερικής απασχόλησης, η οποία είτε συμφωνείται με τον εργοδότη είτε επιβάλλεται μονομερώς από τον εργοδότη υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

Έννοια: Ως εκ περιτροπής απασχόληση ορίζεται η απασχόληση κατά λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή κατά λιγότερες εβδομάδες το μήνα ή κατά λιγότερους μήνες το έτος ή και συνδυασμός αυτών κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας.

Συμβατική εκ περιτροπής εργασία

Η εκ περιτροπής εργασία μπορεί να συμφωνηθεί μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου είτε αρχικά κατά την πρόσληψη του εργαζόμενου είτε σε μεταγενέστερο χρόνο με τροποποίηση της αρχικής σύμβασης εργασίας. Απαιτείται και εδώ, όπως και στη μερική απασχόληση, έγγραφη συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, η οποία θα πρέπει να κοινοποιείται εντός οκτώ (8) ημερών από την κατάρτισή της στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, άλλως τεκμαίρεται η πλήρης απασχόληση του μισθωτού. Τα μέρη είναι ελεύθερα να συμφωνήσουν εκ περιτροπής απασχόληση είτε για ορισμένο είτε για αόριστο χρονικό διάστημα χωρίς να τίθεται οιοσδήποτε χρονικός περιορισμός.

Οι εργαζόμενοι που απασχολούνται με συμβατική εκ περιτροπής εργασία απολαμβάνουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπονται για τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης αναφορικά με τον υπολογισμό των αποδοχών, την αμοιβή για εργασία κατά Κυριακή ή αργία, τη νυχτερινή εργασία, την ετήσια άδεια με αποδοχές και τα επιδόματα εορτών.

Μονομερής επιβολή εκ περιτροπής εργασίας

Ο εργοδότης έχει δικαίωμα να επιβάλει μονομερώς σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης σε περίπτωση σοβαρού περιορισμού της δραστηριότητας της επιχείρησής του.

Οι προϋποθέσεις για τη μονομερή επιβολή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας είναι οι ακόλουθες:

Σελ. 20

(1) Περιορισμός των δραστηριοτήτων του εργοδότη: Πρέπει να συντρέχει όταν ο εργοδότης εκδηλώνει την πρόθεσή του να εφαρμόσει σύστημα εκ περιτροπής εργασίας και δεν ενδιαφέρει εάν μεταγενέστερα οι δραστηριότητες του εργοδότη σημείωσαν βελτίωση. Ο περιορισμός των δραστηριοτήτων του εργοδότη θα πρέπει να δημιουργεί άμεσο και επικείμενο κίνδυνο καταγγελίας συμβάσεων εργασίας του πλεονάζοντος προσωπικού για οικονομοτεχνικούς λόγους, οπότε και ο εργοδότης αποφασίζει νομίμως να προσφύγει σε ένα «ηπιότερο» μέτρο (θέση ορισμένων εργαζόμενων σε εκ περιτροπής απασχόληση) αντί της απόλυσης.

(2) Ενημέρωση και διαβούλευση με τους εργαζομένους ή τους εκπροσώπους τους: Πρέπει να πραγματοποιηθεί ενημέρωση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων σύμφωνα με τις διατάξεις του ΠΔ 260/2006 και του Ν 1767/1988 προκειμένου ο εργοδότης να τους ενημερώσει σχετικά με την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης χωρίς να είναι αναγκαίο τα μέρη να συμφωνήσουν. Αρκεί απλά το γεγονός της ενημέρωσής τους από τον εργοδότη ούτως ώστε ο τελευταίος να υλοποιήσει την απόφασή του περί επιβολής συστήματος εκ περιτροπής εργασίας.

(3) Χρονική διάρκεια έως εννέα (9) μήνες ανά ημερολογιακό έτος: Είναι δυνατόν η εκ περιτροπής εργασία να παρέχεται τμηματικά εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους, αρκεί η συνολική διάρκεια των χρονικών αυτών περιόδων να μην υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες.

(4) Γνωστοποίηση της απόφασης του εργοδότη στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας: Ο εργοδότης πρέπει να γνωστοποιήσει την απόφασή του για την επιβολή συστήματος εκ περιτροπής στην Επιθεώρηση Εργασίας, μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από τη λήψη της, διαφορετικά τεκμαίρεται ότι καλύπτει σχέση εργασίας με πλήρη απασχόληση.

Εάν ο εργοδότης δεν τηρήσει τις ανωτέρω προϋποθέσεις, η μονομερής επιβολή στο προσωπικό συστήματος εκ περιτροπής εργασίας θα είναι παράνομη και θα συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας τους (άρθρο 7 Ν 2112/1920).

2.4. Εργασία υπό καθεστώς τηλεργασίας

Πριν από τη θέσπιση του Ν 4808/2021, η τηλεργασία ρυθμιζόταν στην ελληνική έννομη τάξη με το άρθρο 5 του Ν 3846/2010, στο οποίο εμπεριέχονταν το σύνολο των ρυθμίσεων για την παροχή εξ αποστάσεως εργασίας, όπως μεταξύ άλλων για τη γνωστοποίηση των όρων εργασίας στον τηλεργαζόμενο, την περίοδο προσαρμογής εντός της οποίας μπορούσε ο εργαζόμενος να επιστρέψει στον τόπο εργασίας του ως είχε πρότινος, το κόστος χρήσης των τηλεπικοινωνιών που καλυπτόταν από τον εργοδότη.

Back to Top