ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (GDPR)

Νομική διάσταση και πρακτική εφαρμογή
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 63,00 €

Βιβλίο (έντυπο)   + 63,00 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18051
Γιαννόπουλος Γ., Ζωγραφόπουλος Δ., Μήτρου Λ., Τσόλιας Γ., Χριστοδούλου Κ., Βασιλοπούλου Ε., Καρβέλη Κ., Ζορκάδης Β., Μίτλεττον Φ., Λωσταράκου Κ., Βλαχόπουλος Σ., Παναγοπούλου - Κουτνατζή Φ.
Κοτσαλής Λ., Μενουδάκος K.
  • Εκδοση: 2η 2021
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 536
  • ISBN: 978-960-654-274-9
  • Black friday εκδόσεις: 10%
Αποκτήστε τη συνδυαστική προσφορά
  • Αγοράζονται συχνά μαζί

    Συνδυαστική Προσφορά

    X1
    ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (GDPR)
    +
    Βιβλίο (Έντυπο)
    Τιμή 42,00 €
    X1
    ΟΔΗΓΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ GDPR
    +
    Βιβλίο (Έντυπο)
    THE GDPR HANDBOOK
    Έκδοση 2020

    Για DPOs, Επιχειρήσεις & Οργανισμούς

    Κυκλοφορεί 10 Απριλίου

    Τιμή 85,00 €
    X1
    THE GDPR HANDBOOK
    =
    Σύνολο:

    από 190,00 €

    161,34 €

    έκπτωση 15.08%

Ο «Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων (GDPR)» εξετάζει μέσα και από τη νομολογία της ΑΠΔΠΧ βασικές προβληματικές που αφορούν στην προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων. Ειδικότερα, μέσω των επιμέρους εισηγήσεων παρουσιάζει τη νομική διάσταση και αναλύει την πρακτική εφαρμογή ζητημάτων που αφορούν σε: ελευθερία έκφρασης & έρευνας, δημόσια έγγραφα, εργασιακές σχέσεις, γενετικά δεδομένα & δεδομένα υγείας, καθήκοντα του υπεύθυνου επεξεργασίας, one stop shop κ.ά. Το έργο είναι απαραίτητο για νομικούς, DPOs, στελέχη επιχειρήσεων και οργανισμών.
Προλεγόμενα Β΄ έκδοσης Σελ. VII
Λεωνίδας Γ. Κοτσαλής
Προλεγόμενα Α΄ έκδοσης Σελ. IX
Λεωνίδας Γ. Κοτσαλής
Εισαγωγή Σελ. XV
Κωνσταντίνος Φ. Μενουδάκος
1 Το νέο πλαίσιο των ανανεωμένων δικαιωμάτων Σελ. 1
Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή
2 Πρόσβαση στα δημόσια έγγραφα Σελ. 35
Σπύρος Βλαχόπουλος
3 Η δικαιοπρακτική ικανότητα του υποκειμένου προς συγκατάθεση στην επεξεργασία των δεδομένων του Σελ. 55
Κωνσταντίνος Ν. Χριστοδούλου
4 Ελευθερία της έκφρασης Σελ. 63
Σπύρος Βλαχόπουλος
5 Ελευθερία της έρευνας και προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υπό τον νέο Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 Σελ. 75
Κάλλη Καρβέλη
6 Βιομετρικά και γενετικά δεδομένα Σελ. 93
Ευαγγελία Ν. Βασιλοπούλου
7 Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων και η επεξεργασία δεδομένων που αφορούν την υγεία Σελ. 143
Δημήτρης Γ. Ζωγραφόπουλος
8 Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων και οι εργασιακές σχέσεις Σελ. 205
Δημήτρης Γ. Ζωγραφόπουλος
9 Υποχρεώσεις του υπεύθυνου επεξεργασίας Σελ. 263
Γιώργος Ν. Γιαννόπουλος/Λίλιαν Μήτρου/Γρηγόρης Τσόλιας
10 H αρχή της διαφάνειας κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα Σελ. 325
Φερενίκη Παναγοπούλου - Κουτνατζή
11 Εκτίμηση Αντικτύπου στην Προστασία Δεδομένων Σελ. 337
Βασίλης Ζορκάδης
12 Διεθνείς Διαβιβάσεις Δεδομένων υπό τον Νέο Κανονισμό Σελ. 355
Κυριακή Λωσταράκου
13 Ο μηχανισμός συνεργασίας και συνεκτικότητας (one stop shop) Σελ. 369
Φίλιππος Μίτλεττον
Παράρτημα νομοθεσίας
Ι. Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 Σελ. 381
ΙΙ. Οδηγία (EE) 2016/680 Σελ. 441
ΙΙΙ. Ν 4624/2019 Σελ. 469
Αλφαβητικό ευρετήριο Σελ. 511

Σελ. 1

1 Το νέο πλαίσιο των ανανεωμένων δικαιωμάτων

Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή
Επίκ. Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου, ΔΝ, Δικηγόρος

Διάγραμμα

Ι. Εισαγωγή

ΙΙ. Προκαταρκτικό ζήτημα αναφορικά με τη μη απολυτότητα του δικαιώματος προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

ΙΙΙ. Προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών

ΙV. Δικαίωμα διαγραφής (στη λήθη)

V. Δικαίωμα στη φορητότητα των δεδομένων

α) Νομική βάση συγκαταθέσεως ή συμβάσεως

β) Αυτοματοποιημένη επεξεργασία

γ) Χορήγηση δεδομένων από το υποκείμενο των δεδομένων

δ) Μη επιρροή στα δικαιώματα τρίτων

ε) Χορήγηση δεδομένων σε δομημένο, κοινώς χρησιμοποιούμενο και αναγνώσιμο από μηχανήματα διαλειτουργικό μορφότυπο

στ) Ενημέρωση εκ μέρους του υπευθύνου επεξεργασίας

ζ) Εξακρίβωση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων

η) Προθεσμία ικανοποιήσεως του δικαιώματος

θ) Η ασφάλεια των δεδομένων

ι) Το όφελος και το κόστος ικανοποιήσεως του δικαιώματος

VI. Δικαίωμα ενημερώσεως για παραστατικά παραβιάσεως

VII. Δικαίωμα στην ανθρώπινη παρέμβαση

VIII. Δικαίωμα περιορισμού της επεξεργασίας

ΙΧ. Αντί επιλόγου

 

 

Σελ. 2

Ενδεικτική βιβλιογραφία

Ελληνική: Ανθόπουλος Χ., Ελευθερία της πολιτικής συζήτησης και προστασία της τιμής των πολιτικών προσώπων. Οι αποφάσεις 467/10.10.2006 και 51/30.1.2007 του ΕΣΡ υπό το φως της νομολογίας του ΕΔΔΑ, ΕφημΔΔ 2009, σελ. 234 Ο ίδιος, Προσωπικά δεδομένα και δικαιώματα, Εφημερίδα Έθνος, 18.1.2017, διαθέσιμο σε: <http://www.ethnos.gr/xaralampos_anthopoulos/> Βαρβέρης Α., Τεχνικά και οργανωτικά θέματα - η «υποχρεωτική» τοποθέτηση Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων, ΕφημΔΔ 2017, σελ. 206 επ. Βλαχόπουλος Σπ., Πρόσβαση στα δημόσια έγγραφα, σε: Λεωνίδα Κοτσαλή (επιμ.), Προσωπικά Δεδομένα, Ανάλυση - Σχόλια - Εφαρμογή, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2016, σελ. 111 επ. Ο ίδιος, Διαφάνεια της κρατικής δράσης και προστασία προσωπικών δεδομένων. Τα όρια μεταξύ αποκάλυψης και απόκρυψης στην εκτελεστική εξουσία, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 2007, σελ. 74 επ. Γιαννόπουλος Γ., Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων: Οι νέες υποχρεώσεις και η ευθύνη του Υπευθύνου Επεξεργασίας, ΕφημΔΔ 2017, σελ. 199 επ. Δαγτόγλου Πρ., Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, τέταρτη ενημερωμένη έκδοση, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2012 Δελλής Γ., Για μία αποτελεσματική δημόσια προστασία των προσωπικών δεδομένων: ο «θαυμαστός καινούργιος κόσμος» του Κανονισμού (ΕΕ) 679/2016, ΕφημΔΔ 2017, σελ. 2 επ. Paul De Hert Serge Gutwirth, Η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη νομολογία του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου: συνταγματοποίηση σε δράση, Μετάφραση-Επιμέλεια Ευάγγελου Παπακωνσταντίνου, ΕφημΔΔ 2010, σελ. 57 επ. Ζωγραφόπουλος Δ., Το νομικό πλαίσιο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων –και ιδίως της ιδιωτικής ζωής– των προσώπων από την επεξεργασία δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα - Ανανεωμένες προκλήσεις, Εισήγηση σε Data Privacy and Protection Congress, Αθήνα, 23.6.2016, διαθέσιμο σε: <http://dataprivacy.boussiasconferences.gr/default.asp?pid=12&la=1&SpeakerID=5> Ιγγλεζάκης Ι., Το δικαίωμα στην ψηφιακή λήθη και οι περιορισμοί του, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014 Ο ίδιος, Η απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση Google Spain (c-131/12): Το δικαίωμα στην ψηφιακή λήθη και οι μηχανές αναζήτησης στο Διαδίκτυο, Pro Justitia 2015, διαθέσιμο σε: <http://epublications.web.auth.gr/sites/default/files/%CE%97%20%CE%B1%CF%80%CF%8C%CF%86%CE%B1%CF%83%CE%B7%20%CF%84%CE%BF%CF%85%20%CE%94%CE%95%CE%95%20%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD%20%CF%85%CF%80%CF%8C%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B7%20Google%20Spain.pdf> Ο ίδιος, Το δικαίωμα στη λήθη: Ένα νέο ψηφιακό δικαίωμα για τον κυβερνοχώρο, διαθέσιμο σε:<https://www.lawspot.gr/nomika-blogs/iglezakis12383/dikaioma-sti-lithi-ena-neo-psifiako-dikaioma-gia-ton-kyvernohoro> Καραβοκύρης Γ., Ερμηνεία άρθρου 5 παρ. 1 Σ (Προσωπική αυτονομία), σε: Φίλιππο Σπυρόπουλο/Ξενοφώντα Κοντιάδη/Χαράλαμπο Ανθόπουλο/Γιώργο Γεραπετρίτη (επιμ.), Σύνταγμα, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2017 Μήτρου Λ., Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1999, σελ. 13 επ. Η ίδια, Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων, νέο δίκαιο, νέες υποχρεώσεις, νέα δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2017 Παναγοπούλου-Κουτνατζή Φ., Περί της ελευθερίας των ιστολογίων (blogs), Οι νέες τεχνολογίες ως εθνική, ευρωπαϊκή και διεθνής πρόκληση στην ελευθερία διαδόσεως των ιδεών. Πρόλογος: Νίκος Δήμου, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2010 Η ίδια, Koινωνικά δίκτυα και προσωπικότητα, ΔiΜΕΕ 2012, σελ. 186 επ. Η ίδια, Το δικαίωμα στη λήθη στην εποχή της αβάσταχτης μνήμης: Σκέψεις αναφορικά με την Πρόταση Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων, ΕφημΔΔ 2012, σελ. 264 επ. Η ίδια, Η λίστα Λαγκάρντ και τα όρια της ελευθερίας του τύπου, ΕφημΔΔ 2012, σελ. 739 επ. Η ίδια, Ψηφιακά δακτυλικά αποτυπώματα και προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων, ΔiMEE 2013, σελ. 482 επ. Η ίδια, Πώς θα επιβάλλει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων τα πρόστιμα στις ασφαλιστικές από το 2018, συνέντευξη στη Βίκυ Γερασίμου, Ιnsurance Daily News, 17.3.2017, διαθέσιμη σε: https://www.insurancedaily.gr/pos-tha-epivalli-i-archi-prostasias-dedomenon-ta-prostima-stis-asfalistikes-apo-to-2018/ Η ίδια, Η συνταγματικώς κατοχυρωμένη προστασία επί των αδειοδοτικών αποφάσεων της Aρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) προς χορήγηση δεδομένων, ΔιΔικ 2017, σελ. 337 επ. Η ίδια, H εξέλιξη του δικαιώματος στη

Σελ. 3

λήθη (περί λήθης της λήθης;), ΕφημΔΔ 2016, σελ. 714 επ. Η ίδια, Tα νέα δικαιώματα για τους πολίτες βάσει του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων: μια πρώτη αποτίμηση και συνταγματική αξιολόγηση, ΕφημΔΔ 2017, σελ. 81 επ. Η ίδια, Ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, Εισαγωγή και Προστασία Δικαιωμάτων, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2017 Ράικος Αθ., Συνταγματικό Δίκαιο, Θεμελιώδη Δικαιώματα, 2ος τόμος, 3η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 2008 Τάσσης Σπ., Τεχνολογία και Ιδιωτικότητα, σε: Λεωνίδα Κοτσαλή (επιμ.), Προσωπικά Δεδομένα, Ανάλυση - Σχόλια - Εφαρμογή, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2016, σελ. 327 επ. Ο ίδιος, Ό,τι πεις θα χρησιμοποιηθεί εναντίον σου; Η χρήση ψηφιακών δικτύων κοινωνικής δικτύωσης και ιστολογίων, σε: facebook, blogs και δικαιώματα, δίκαιο και κοινωνία στον 21ο αιώνα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 71 επ. Ο ίδιος, ΔΕΕ - δύο θεμελιώδεις αποφάσεις για τα προσωπικά μας δεδομένα και τα ηλεκτρονικά δίκτυα: Απόφαση C-131/12 (Google) και συνεκδικαζόμενες C-293/12 και C-594/12 (νομιμότητα υποχρεωτικής διατήρησης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων), ΔiMEE 2014, σελ. 359 επ. Χρήστου Β., Το δικαίωμα στην προστασία από την επεξεργασία δεδομένων, Θεμελίωση - Ερμηνεία - Προοπτικές, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2017, σελ. 19 επ.

Αλλοδαπή: Boyd D., It’s Complicated: The Social Lives of Networked Teens, Yale University Press 2014, σελ. 29 Carr J., Desiderata, διαθέσιμο σε: <https://johnc1912.wordpress.com/2015/12/16/the-relevant-text-and-age-verification-puts-in-an-appearance/> Cohen J., Examined Lives: Informational Privacy and the Subject as Object, 52 Stanford Law Review 2000, σελ. 1373 επ. Dwork C./Hardt M./Pitassi T./Reingold O./Zemel R., Fairness Through Awareness (2011), διαθέσιμο σε: <https://arxiv.org/pdf/1104.3913.pdf> Gilbert Fr., European Data Protection 2.0: New Compliance requirements in sight-What the proposed EU Data Protection Regulation means for U.S. Companies, 28 Santa Clara Computer & High Technology Law Journal 2011 - 2012, σελ. 815 επ. Jernigan C./Mistree B., Gaydar: Facebook friendships expose sexual orientation, 14(10) First Monday (Oct. 2009), διαθέσιμο σε: <http://www.firstmonday.org/htbin/cgiwrap/bin/ojs/index.php/fm/article/view/2611/2302> O’ Hara K. and Shadbolt N., The Right to be Forgotten: Its Potential Role in a Coherent Privacy Regime, European Data Protection Law Review 2015, σελ. 178 επ. Hotties H., The Economist, 21.7. 2012, διαθέσιμο σε: <http://www.economist.com/node/21559357> και Don’t hate me because I’m beautiful, The Economist, 31.3.2012, διαθέσιμο σε: <http://www.economist.com/node/21551535> Fleischer P., Reflecting on the right to be forgotten, Google in Europe, 9.12.2016, διαθέσιμο σε: <https://blog.google/topics/google-europe/reflecting-right-be-forgotten/> Haber Ε., Privatization of the Judiciary, 40 Seattle University Law Review 2016, σελ. 115 επ. Heckmann D./Paschkee A., Art. 8, σε: Εugen Ehmann/Martin Selmayr (επιμ.), Datenschutz-Grundverordnung Kommentar, C.H. Beck Verlag, München 2017 Livingstone S., No more social networking for young teens?, LSE Media Policy Project, διαθέσιμο σε: <http://blogs.lse.ac.uk/mediapolicyproject/2015/12/18/no-more-social-networking-for-young-teens/> Montgomery K./Cheste J., Data Protection for Youth in the Digital Age. Developing a Rights-based Global Framework, Εuropean Data Protection Law Review 2015, σελ. 277 επ. Κamann M./Braun H.-G., Art. 17, σε: Εugen Ehmann/Martin Selmayr (επιμ.), Datenschutz-Grundverordnung Kommentar, C.H. Beck Verlag, München 2017 Κamann M./Braun H.-G., Art. 20, σε: Εugen Ehmann/Martin Selmayr (επιμ.), Datenschutz-Grundverordnung Kommentar, C.H. Beck Verlag, München 2017 Kranenborg Η., Google and the Right to be Forgotten, European Data Protection Law Review 2015, σελ. 70 επ. Kulk St./Borgesius Fr. Z., Freedom of Expression and „Right to Be Forgotten“ Cases in the Netherlands After Google Spain, European Data Protection Law Review 2015, σελ. 113 επ. Nolte Ν./Weltmeister Chr., Art. 17, σε: Peter Gola (επιμ.), Datenschutz-Grundverordnung Kommentar, C.H. Beck, München 2017 Ohm P., Βroken Promises of Privacy: Responding to the Surprising Failure of Anonymization, 57 University of California Law Review 2010, σελ. 1701 επ. Ohm P., Don’t Build a Database of Ruin, Ηarvard Business Review, 23.8.2012, διαθέσιμο σε: https://hbr.org/2012/08/dont-build-a-database-of-ruin Pfeifle S.,

Σελ. 4

Will GDPR Move Age of Consent to 16?, Privacy Tracker, 11.12.2015, διαθέσιμο σε: https://iapp.org/news/a/will-gdpr -move-age-of-consent-to-i 6/ Picker R., Competition and Privacy in Web 2.0 and the Cloud, 414 John M. Olin Law & Economics Working Paper, 2008 Pilz C., Art. 20, σε: Peter Gola (επιμ.), Datenschutz-Grundverordnung Kommentar, C.H. Beck, München 2017 Panagopoulou-Koutnatzi F., Die Selbstbestimmung des Patienten: Eine Untersuchung aus verfassungsrechtlicher Sicht, Duncker und Humblot Verlag, Berlin 2009, σελ. 212 επ. Ponsoldt J./David Chr., A Comparison Between U.S. and E.U. Antitrust Treatment of Tying Claims Against Microsoft: When Should the Bundling of Computer Software Be Permitted?, 27 Northwestern Journal of International Law and Business 2007, σελ. 421 επ. Powels J., Right to be forgotten: Swiss cheese internet, or database of ruin? The Guardian, 1.8.2015, διαθέσιμο σε: <https://www.theguardian.com/technology/2015/aug/01/right-to-be-forgotten-google-swiss-cheese-internet-database-of-ruin> Ronay J., Adults post the dardndest things: Freedom of speech to our past, 46 The University of Toledo Law Review 2014, σελ. 74 επ. Savirimuthu J., EU General Data Protection Regulation Article 8: Has Anyone Consulted the Kids?, LSE Media Policy Project, διαθέσιμο σε: http://blogs.lse.ac.uk/mediapolicyproject/2016/03/01/eu-general-data-protection-regulation-article-8-has-anyone-consulted-the-kids/ Schulz S., Art. 8, σε: Peter Gola (επιμ.), Datenschutz-Grundverordnung Kommentar, C.H. Beck, München 2017 Shah R./Kesan J., Lost in Translation: Interoperability Issues for Open Standards, 8 I/S: J. L. & Pol’y 2012, σελ. 113 επ. Sluijs J./Larouche P./Sauter W., Cloud Computing in the EU Policy sphere, Interoperobility, Vertical Integration and the Internal Market, 3 JIPITEC 2012, σελ. 12 επ. Singer N., Just Give Me the Right to Be Forgotten, N.Y. Times, 21.8.2011, BU3, διαθέσιμο σε: <http://www.nytimes.com/2011/08/21/business/in-personal-data-a-fight-for-the-right-to-be-forgotten.html?_r=0> Singer N., Consumer Data, but Not for Consumers, N.Y. TIMES, 21.7. 2012, διαθέσιμο σε: <http://www.nytimes.com/2012/07/22/business/acxiom-consumer-data-often-unavailable-to-consumers.html> Steyer J., Oops! Button Lets Kids Remove Posts They Regret, CNN, 26.9.2013, διαθέσιμο σε: <http://www.cnn.com/2013/09/26/opinion/steyer-california-eraser-button-law/> Sweeney L., Discrimination in Online Ad Delivery 11, 11.1.2013, διαθέσιμο σε: <http://dataprivacylab.org/projects/onlineads/1071-1.pdf> Swire P./Lagos Y., Why the right to data portability likely reduces consumer welfare: Antitrust and Privacy Critique, 72 Maryland Law Review 2013, σελ. 335 επ. Tene O./Polonetsky J., Big Data for All: Privacy and User Control in the Age of Analytics 11 Northwestern Journal of Technology and Intellectual Property 2013, σελ. 213 επ. Tene O./Polonetsky J., The technology of privacy: Judged by the Tin Man: Individual rights in the age of big data, 11 Journal on Telecommunications & High Technology Law 2013, σελ. 351 επ. Thierer A., The perils of classifying social media platforms as public utilities, 21 CommLaw Conspectus 2013, σελ. 249 επ. Tung L., Ban Teens from Snapchat, Facebook, Google? That’s Europe’s New Ruling, ZDNet, 16.12.2015, διαθέσιμο σε: <http://www.zdnet.com/article/ban-teens-from-snapchat-facebook-google -thats-europes-new-ruling/> Zanfir G., The Right to Data Portability in the Context of the EU Data Protection Reform, 2 International Data Privacy Law 2012, σελ. 149 επ.

Σελ. 5

Ι. Εισαγωγή

Ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (εφεξής Κανονισμός) δημιουργήθηκε από την ανάγκη να ληφθούν υπ’ όψιν οι νέες τεχνολογικές εξελίξεις θέτοντας ως ζητούμενο να συμβαδίζει το δίκαιο με την τεχνολογία και να μην την ακολουθεί ασθμαίνοντας. Δεν είναι τυχαία μάλιστα η επιλογή το τελικό κείμενο να λάβει το «ένδυμα» ενός Κανονισμού, που θα χαίρει άμεσης και συνακόλουθα ομοιόμορφης και πιο συνεκτικής εφαρμογής από τα κράτη-μέλη, και όχι μιας Οδηγίας, που θα απαιτεί την ενσωμάτωσή της από τα κράτη μέλη με νόμο. Βασικός στόχος του είναι η ενδυνάμωση των δικαιωμάτων των πολιτών. Στο πλαίσιο αυτό, αναγνωρίζει νέα δικαιώματα, θετικοποιεί, αλλά και επικαιροποιεί-ανανεώνει υπάρχοντα δικαιώματα για τους πολίτες και ασπάζεται νέους μηχανισμούς, αναφορικά με την προστασία των σχετικών δικαιωμάτων, μέσω της ενισχύσεως των υποχρεώσεων των υπευθύνων επεξεργασίας, της θεσμοθετήσεως ενός νέου οργάνου, του υπευθύνου προστασίας δεδομένων, και της επιβολής αυστηρών κυρώσεων σε περιπτώσεις παραβιάσεων. Η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων εξειδικεύεται στον Ν 4624/2019, ο οποίος θεσμοθετήθηκε με σκοπό τη λήψη μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού εντός της ελληνικής επικρατείας, εφαρμόζεται δε επί επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται από δημόσιους φορείς του

Σελ. 6

ελληνικού κράτους ή από ιδιωτικούς φορείς που εμπίπτουν στο καθ’ ύλιν και εδαφικό πεδίο εφαρμογής του νόμου (άρθρα 2 και 3).

Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την προστιθέμενη αξία του Κανονισμού στον τομέα των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων, όπως αυτά ισχύουν μετά την εισαγωγή του ελληνικού νόμου για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και επιχειρεί τη συνταγματική αξιολόγησή τους.

ΙΙ. Προκαταρκτικό ζήτημα αναφορικά με τη μη απολυτότητα του δικαιώματος προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Ο Κανονισμός επισημαίνει εμφατικά στη σκέψη 4 του Προοιμίου ότι «το δικαίωμα προστασίας προσωπικών δεδομένων δεν είναι απόλυτο δικαίωμα· πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με τη λειτουργία του στην κοινωνία και να σταθμίζεται με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. Ο παρών κανονισμός σέβεται όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις ελευθερίες και αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη, όπως κατοχυρώνονται στις Συνθήκες, ιδίως τον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, της κατοικίας και των επικοινωνιών, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας, την ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης, την επιχειρηματική ελευθερία, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου και την πολιτιστική, θρησκευτική και γλωσσική πολυμορφία». Παράλληλα, στο άρθρο 85 κατοχυρώνει την ελευθερία εκφράσεως και πληροφορήσεως προβαίνοντας σε στάθμιση του δικαιώματος προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με το δικαίωμα στην ελευθερία εκφράσεως και πληροφορήσεως, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς. Ανάλογη διάταξη έχει περιληφθεί και στο άρθρο 28 του Ν 4624/2019, το οποίο εξειδικεύει ρητά τις περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι επιτρεπτή η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όταν τίθεται ζήτημα σταθμίσεως του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με το δικαίωμα στην ελευθερία της εκφράσεως και πληροφορήσεως, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς και για σκοπούς ακαδημαϊκής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής εκφράσεως. Υπό αυτήν την έννοια, τονίζεται ότι το δικαίωμα στην προστασία προσωπικών δεδομένων δεν είναι ένα απόλυτο - «τυραννικό» δικαίωμα.

Σελ. 7

Στην ουσία επαναλαμβάνεται, υπογραμμίζεται, αλλά και επικαιροποιείται η βασική αρχή της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, η οποία θέτει επί ίσοις όροις ήδη στον τίτλο της την προστασία προσωπικών δεδομένων και την ελεύθερη διακίνηση αυτών. Εν τοις πράγμασι, η Οδηγία δεν αποσκοπούσε στην κατοχύρωση ενός απόλυτου δικαιώματος με απώτερο στόχο την προστασία της ιδιωτικής ζωής, αλλά στην απελευθέρωση της κυκλοφορίας δεδομένων εντός της Κοινότητας με τελικό στόχο τη μη παρεμπόδιση της ασκήσεως των τεσσάρων κοινοτικών ελευθεριών με όριο το θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή. Επισημαίνεται, επίσης, ότι στη σχετική συζήτηση για την κατάρτιση της Οδηγίας υπερίσχυαν τα επιχειρήματα σχετικά με το οικονομικό σκέλος και την εσωτερική αγορά.

Αυτό ήταν και ένα μήνυμα για τον νομοθέτη του Ν 4624/2019, ο οποίος απαλλαγμένος από τον δικαιολογημένο ενθουσιασμό και τον μαξιμαλισμό του νομοθέτη του Ν 2472/1997 κλήθηκε να εξισορροπήσει τα συγκρουόμενα συνταγματικά αγαθά, απεκδυόμενος του μαχητού τεκμηρίου «εν αμφιβολία υπέρ του υποκειμένου των δεδομένων» του Ν 2472/1997. Η επιλογή του προγενέστερου Έλληνα νομοθέτη του Ν 2472/1997 να εκφράσει την προτίμησή του στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αφενός οδήγησε σε ασφάλεια δικαίου, αναφορικά με το τι

Σελ. 8

έπρεπε να υπερισχύσει σε περίπτωση αμφιβολίας, αφετέρου, όμως, προκάλεσε ερωτηματικά για το εάν θυσιάζεται η δικαιοσύνη της ατομικής περιπτώσεως μπροστά στην ασφάλεια δικαίου.

Στο σημείο αυτό, διαπιστώνεται ότι ο Ν 2472/1997, ως απαύγασμα μίας ακτιβιστικής περιόδου για τα προσωπικά δεδομένα υπερέβη σε επίπεδο διακηρύξεως την Οδηγία 95/46/ΕΚ. Η αιτιολογική έκθεση του σχετικού νόμου υποδηλώνει ότι ο σκοπός του ξεπερνά αυτόν της Οδηγίας, ήτοι την άρση εμποδίων στην κυκλοφορία της πληροφορίας με όριο την ιδιωτική ζωή. Ο μαξιμαλισμός της προστασίας προσωπικών δεδομένων που επέλεξε ο Έλληνας νομοθέτης σε σχέση με την Οδηγία 95/46/ΕΚ, χωρίς να εκφεύγει του πλαισίου εναρμονίσεως των εθνικών δικαίων προς τις διατάξεις της Οδηγίας, στην οποία κατοχυρώνεται το ελάχιστο όριο προστασίας προσωπικών δεδομένων, υποδηλώνει τον ενθουσιασμό της περιόδου θεσπίσεως του Ν 2472/1997 για την προστασία προσωπικών δεδομένων. Του ενθουσιασμού, όμως, έπεται η ωρίμανση και μια ώριμη κοινωνία οφείλει να θέτει επί ίσοις όροις τόσο τα προσωπικά δεδομένα όσο και την υπό όρους ελεύθερη ροή τους. Ως απόρροια αυτής της ωριμάνσεως, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ήταν ευκαιρία να μεταλλαχθεί στον Ν 4624/2019 σε Αρχή Προστασίας Δεδομένων και Προσβάσεως στην Πληροφορία, καθώς η πρόσβαση στην πληροφορία και η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να δρουν προεχόντως συμπληρωματικά και δευτερευόντως μόνο αντιθετικά. H σύγχρονη τάση των ευρωπαϊκών νομοθεσιών είναι η θέσπιση ενιαίας διοικητικής αρχής τόσο για την προστασία των προσωπικών δεδομένων όσο και για την ελευθερία της πληροφορήσεως. Συνεπώς, δεν πρέπει να δίδεται προβάδισμα μόνο στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όταν επί τάπητος υπάρχουν άλλα αντικρουόμενα συνταγματικώς προστατευόμενα έννομα αγαθά, όπως η ελευθερία του τύπου. Ούτε, όμως, και η ελευθερία του τύπου δύναται να υπερέχει δίχως άλλο. Η αμερικανική θέση της υπεροχής της ελευθερίας του τύπου δεν μπορεί να μεταφερθεί

Σελ. 9

αναλλοίωτη στην ηπειρωτική έννομη τάξη, όπου δεν τίθεται θέμα εκ των προτέρων υπεροχής ενός αγαθού έναντι κάποιου άλλου. Βασική συνταγματική επιταγή είναι ότι κανένα δικαίωμα δεν υπερέχει εκ των προτέρων κάποιου άλλου, αλλά όλα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα ατομικά δικαιώματα έχουν την ίδια τυπική ισχύ, δεν υπάρχουν δηλαδή υπερέχοντα και υποδεέστερα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα.

Συμπερασματικά, ο Κανονισμός διευκρινίζει το συνταγματικά αυτονόητο της ελλείψεως ιεραρχίας στα ατομικά δικαιώματα υπογραμμίζοντας, ότι σε περίπτωση συγκρούσεως θα λαμβάνει χώρα στάθμιση επί τη βάσει της αρχής της αναλογικότητας. Ωστόσο, η πράξη έχει αποδείξει ότι δεν είναι πάντοτε εφικτή η ανεύρεση διανεμητικής δικαιοσύνης, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις το ένα αγαθό υποχωρεί εκ των πραγμάτων χάριν του άλλου, που υπό τις εκάστοτε συνθήκες κρίνεται προτιμότερο.

ΙΙΙ. Προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών

Ένα σημαντικό επίτευγμα του Κανονισμού στο πεδίο των δικαιωμάτων είναι η ενίσχυση της προστασίας των παιδιών, τα οποία κατατάσσονται σε μια ευάλωτη και στοχευμένη προς κέρδος ομάδα, στο νέο περιβάλλον τεχνολογικής διακινδυνεύσεως. Το πεδίο εφαρμογής της διατάξεως προσδιορίζεται μέσω των ηλικιακών ορίων προστασίας. Η παιδική προστασία στο διαδίκτυο δεν είναι κάτι το καινοφανές. Ακόμα και στις ΗΠΑ, όπου η ελευθερία του λόγου συνιστά ύψιστο συνταγματικό αγαθό στηριζόμενο στην Πρώτη Τροποποίηση του Αμερικανικού Συντάγματος, το Κογκρέσο έχει ψηφίσει από το 1998 νόμο για την διαδικτυακή προστασία των παιδιών (Child Online Protection Act of 1998 - «COPA») με στόχο τον περιορισμό της προσβάσεως ανηλίκων σε διαδικτυακή πορνογραφία. Η ψήφιση του σχετικού νόμου απηχεί την ανησυχία του νομοθέτη για την επεξεργασία δεδομένων των παιδιών. Η ανησυχία αυτή αποτυπώνεται στη σκέψη 38 του Προοιμίου, στην οποία δικαιολογείται ο λόγος ειδικής προστασίας στα παιδιά, καθώς αυτά μπορεί να έχουν μικρότερη επίγνωση των σχετικών κινδύνων, συνεπειών και εγγυήσεων και των δικαιωμάτων τους σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Αυτή η ειδική προστασία πρέπει να ισχύει ιδίως στη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την εμπορία ή τη δημιουργία προφίλ προσωπικότητας ή προφίλ χρήστη και τη συλλογή

Σελ. 10

δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά στα παιδιά κατά τη χρήση υπηρεσιών που προσφέρονται άμεσα σε ένα παιδί.

Η προστιθέμενη αξία του Κανονισμού στον τομέα της προστασίας της παιδικής ηλικίας συνίσταται στην απαίτηση στο άρθρο 8 της λήψεως ή εγκρίσεως της συγκαταθέσεως από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων παιδιών ηλικίας έως δεκαέξι ετών. Ο Κανονισμός αφήνει το περιθώριο στα κράτη μέλη να προβλέπουν δια νόμου μικρότερη ηλικία, όχι όμως κατώτερη των δεκατριών ετών. Στην ελληνική έννομη τάξη η ηλικία κατά την οποία ένας ανήλικος μπορεί να παρέχει αυτόνομα την συγκατάθεσή του στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τον αφορούν ορίσθηκε στο άρθρο 21 του
Ν 4624/2019 στα 15 έτη.

Αυτό που αξίζει προσοχής είναι η αναγνώριση της ευθύνης για τη λήψη της συγκαταθέσεως από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα στον υπεύθυνο επεξεργασίας, ο οποίος οφείλει να καταβάλλει εύλογες προσπάθειες για να επαληθεύσει ότι η συγκατάθεση παρέχεται ή εγκρίνεται από το πρόσωπο που έχει τη γονική μέριμνα του παιδιού λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη διαθέσιμη τεχνολογία. Κατάλληλοι μηχανισμοί ελέγχου θα μπορούσαν να είναι η καταχώριση αριθμού τηλεφώνου ενηλίκου, ταυτότητας, τραπεζικού λογαριασμού, η εγκατάσταση προγραμμάτων γονικού ελέγχου κ.ο.κ.. Εναπόκειται, επίσης, και στη διακριτική ευχέρεια του κοινού νομοθέτη να θεσπίσει παράλληλη ευθύνη σε γονείς, π.χ. για παραμέληση εποπτείας ανηλίκου σε περιπτώσεις που αφήνουν τα παιδιά να πλοηγούνται σε επικίνδυνες ιστοσελίδες. Βασικές κατευθυντήριες γραμμές ως προς τη λήψη συγκαταθέσεως μπορούν να δώσουν οι Κώδικες Δεοντολογίας, κατά το άρθρο 40 παρ. 2 στοιχ. ζ΄.

Με βασικό μέλημα την προστασία των παιδιών, ο Κανονισμός εξαιρεί δικαιολογημένα την απαίτηση συγκαταθέσεως από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα στη σκέψη 38 του Προοιμίου ορίζοντας ότι η συγκατάθεση του γονέα ή κηδεμόνα δεν πρέπει να είναι απαραίτητη σε συνάρτηση με υπηρεσίες προλήψεως ή παροχής συμβουλών που προσφέρονται άμεσα σε ένα παιδί. Εάν, π.χ., ένα παιδί θέλει να καταγγείλει μία πράξη κακοποιήσεως, δεν θα απαιτείται δικαιολογημένα η λήψη συγκαταθέσεως από τους γονείς ή κηδεμόνες.

Παράλληλα, στη σκέψη 58 του Προοιμίου του Κανονισμού και στο άρθρο 12 ορίζεται χάριν της προστασίας των παιδιών ότι κάθε ενημέρωση και ανακοίνωση, εάν η επεξεργασία απευθύνεται σε παιδί, πρέπει να διατυπώνεται σε σαφή και απλή γλώσσα την οποία το παιδί μπορεί να κατανοεί εύκολα. Υπό το φως αυτής της επαυξημένης προστασίας των παιδιών, κατοχυρώνεται επίσης ένα πιο ενισχυμένο δικαίωμα διαγραφής (λήθης) για τα παιδιά στη σκέψη 65 του Προοιμίου, το οποίο όμως δεν κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 του Κανονισμού, αναφορικά με το δικαίωμα στη λήθη.

Σελ. 11

Ερώτημα ανακύπτει εάν το δικαίωμα προστασίας δεδομένων είναι σκόπιμο να είναι δύο ταχυτήτων. Ένα «επαυξημένο» για τα παιδιά και ένα «κανονικό» για όλους τους άλλους. Παρά την ανάγκη προστασίας της παιδικής ηλικίας κρίνεται ότι η ενισχυμένη προστασία δεν πρέπει να ισχύει μόνο για τα παιδιά, αλλά για όλους. Δεν είναι λίγοι οι ενήλικες διαδικτυακώς «αναλφάβητοι» που με πλήρη άγνοια κινδύνου εισέρχονται στο διαδίκτυο. Χρήσιμη θα ήταν η καθιέρωση της αρχής εν αμφιβολία υπέρ της προστασίας όλων. Για παράδειγμα, αυτό είναι χρήσιμο στις υπηρεσίες κοινωνικής δικτυώσεως μέσω της προεπιλογής των ρυθμίσεων απορρήτου υπέρ της προστασίας των προσωπικών δεδομένων του χρήστη (privacy by default). Ευάλωτα στο διαδίκτυο είναι πολλά πρόσωπα και όχι μόνο τα παιδιά λόγω της ελλιπούς ενημερώσεως και της ανύπαρκτης ψηφιακής παιδείας. Ορθώς δε αναφέρεται στη σκέψη 75 του Προοιμίου και στο άρθρο 7 στοιχείο στ΄ η φράση «ιδίως παιδιά» για τα ευάλωτα πρόσωπα. Σε αυτή την κατεύθυνση επιβάλλεται ως καθήκον στις εποπτικές αρχές να αποδίδεται ειδική προσοχή σε δραστηριότητες που απευθύνονται ειδικά σε παιδιά (άρθρο 57 παρ. 1 στοιχ. β΄), χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει τη μη απόδοση ιδιαίτερης προσοχής σε άλλες ευαίσθητες ομάδες.

Πέραν των ανωτέρω προβληματισμών αναφορικά με τη διαφοροποίηση του επιπέδου προστασίας μεταξύ παιδιών και ενηλίκων, το φλέγον πρακτικό ζήτημα που ανακύπτει είναι κατά πόσον είναι εφικτό, επιθυμητό αλλά και δέον να αφαιρεθεί το δικαίωμα στα παιδιά να συμμετέχουν ελεύθερα στη νέα διαδικτυακή εποχή. Πολλές φωνές διαμαρτυρίας αμερικανικής κυρίως προελεύσεως έχουν ως αφετηρία την ελευθερία του λόγου. Δεν είναι τυχαίο ότι το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ ακύρωσε την Child Online Protection Act με την αιτιολογία ότι η κυβέρνηση απέτυχε να αποδείξει ότι ο σχετικός νόμος ήταν ο λιγότερο περιοριστικός, προκειμένου να αποτρέψει ανηλίκους από την πρόσβαση σε επιβλαβές υλικό στο διαδίκτυο.

Σελ. 12

Ο πρώτος φόβος έγκειται στο ότι το μόνο που θα επιτευχθεί είναι η ψευδής δήλωση ηλικίας. Επίσης, υποστηρίζεται από ειδικούς σε ζητήματα ασφάλειας διαδικτύου ότι η απαγόρευση πλοηγήσεως χωρίς τη συγκατάθεση των εχόντων γονική μέριμνα θα καταστήσει τα παιδιά πιο ευάλωτα και όχι ασφαλέστερα από τους κινδύνους που συνυφαίνονται με το διαδίκτυο, ενώ παράλληλα η ψευδής καταγραφή της ηλικίας των παιδιών θα ωθήσει τα παιδιά σε έλλειψη σεβασμού για τη συμμόρφωση σε κανόνες. Περαιτέρω, εκφράζεται ο ενδοιασμός ότι ο περιορισμός αυτός θα συρρικνώσει δραστικά το δικαίωμα των παιδιών να επικοινωνούν με φίλους, να συμμετέχουν σε εκπαιδευτικά και κοινωνικά δρώμενα. Yποστηρίζεται ότι τα παιδιά θα αναγκαστούν με τον τρόπο αυτό να εγκαταλείψουν πλατφόρμες επικοινωνίας που ήδη χρησιμοποιούν. Δεν είναι λίγες ακόμα οι φωνές που θεωρούν ότι οι περιορισμοί αυτοί αντιστρατεύονται το αληθές συμφέρον του τέκνου, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 3 της Διεθνούς Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Παιδιού και στο άρθρο 24 παρ. 2 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, καθώς δεν λαμβάνονται επαρκώς κατά το μέτρο της ηλικίας και της ωριμότητάς τους υπ’ όψιν οι θέσεις των παιδιών σε ζητήματα που τους αφορούν. Βασικό επιχείρημα των απόψεων αυτών είναι ότι τα παιδιά έχουν δικαιώματα ανεξαρτήτως των προτιμήσεων των γονέων τους. Tέλος, εκφράζεται η θέση ότι ορισμένες περιπτώσεις που δεν δικαιολογούν τη λήθη για λόγους διατηρήσεως της ιστορικής αλήθειας και ενημερώσεως του κοινού συναντώνται και στα παιδιά. Στο πλαίσιο αυτό, υποστηρίζεται ότι θα ήταν μεγάλη απώλεια για την ιστορική έρευνα η διαγραφή δεδομένων που αφορούν στη συμπεριφορά του Χίτλερ κατά την περίοδο της παιδικής του ηλικίας.

Στα επιχειρήματα αυτά αντιτάσσεται ότι το αληθές συμφέρον του τέκνου είναι να ανατρέφεται και να επιβλέπεται από τους κηδεμόνες του, οι οποίοι θέτουν τα όρια στην πρόσβαση του παιδιού σε διαδικτυακές υπηρεσίες. Δεδομένου ότι ο γονικός έλεγχος του παιδιού στον υπολογιστή δεν είναι εφικτός από όλους και ότι δεν είναι πάντοτε ρεαλιστικό το παιδί να πλοηγείται στο διαδίκτυο σε έναν κοινό οικογενειακό χώρο, όπου οι γονείς ιδίοις όμασι θα ελέγχουν ανά πάσα στιγμή τις ιστοσελίδες που επισκέπτεται το παιδί, καθώς ο υπολογιστής είναι πλέον εργαλείο μαθήσεως, καθίσταται η ανάγκη ελέγχου εκ μέρους των γονέων των υπηρεσιών, στις οποίες εγγράφονται τα παιδιά. Ωστόσο, η εξακρίβωση των στοιχείων έχει ένα τίμημα: Εάν για την εγγραφή σε μία

Σελ. 13

υπηρεσία απαιτείται η καταγραφή του τηλεφώνου ή ακόμα και ενός τραπεζικού λογαριασμού, προκειμένου να αποδειχθεί η απαιτούμενη ηλικία του ενηλίκου κηδεμόνα που συγκατατίθεται στην εγγραφή του παιδιού σε μια υπηρεσία, παραγκωνίζεται η βασική αρχή του Κανονισμού σχετικά με την ελαχιστοποίηση των δεδομένων (άρθρο 5 παρ. 1 Κ). Και εδώ είναι που πρέπει να λάβει χώρα στάθμιση ανάμεσα στα συνταγματικώς κατοχυρωμένα αγαθά αφενός της παιδικής ηλικίας (άρθρο 21 παρ. 1 Σ) και ειδικότερα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των παιδιών (άρθρο 9Α Σ σε συνδυασμό με το άρθρο 21 παρ. 1 Σ) και αφετέρου της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των κηδεμόνων (άρθρο 9Α Σ) που θα αναγκασθούν να καταχωρίσουν πληθώρα προσωπικών δεδομένων, προκειμένου να αποδείξουν την ενηλικότητά τους. Κρίνεται ότι η αρχή της αναλογικότητας θα μπορούσε να επιτευχθεί με ηπιότερα μέσα, μέσω π.χ. της ψηφιακής υπογραφής. Εν προκειμένω, αυτό που έχει σημασία είναι να μην έχουν πρόσβαση οι διαδικτυακές υπηρεσίες σε όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την έκδοση ψηφιακής υπογραφής. Η ανάγκη καταγραφής των στοιχείων όλων όσοι εγγράφονται σε ιστοσελίδες έχει επίσης ως παρεπόμενη συνέπεια ότι καταργείται εν τοις πράγμασι η ανώνυμη πλοήγηση με όλες τις συνέπειες που αυτή επιφέρει τόσο θετικές (προάσπιση της ελευθερίας εκφράσεως) όσο και αρνητικές (κλοπή ταυτότητας, ηλεκτρονικό έγκλημα κ.ο.κ.).

Οι ανωτέρω εκτεθείσες σκέψεις οδηγούν στο επόμενο ερώτημα εάν πρέπει να επιτρέπεται η συμμετοχή των παιδιών με συγκατάθεση των γονέων τους σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτυώσεως, όταν αυτή είναι επικίνδυνη για το παιδί. Κρίνεται ότι η προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών δεν πρέπει να τίθεται υπό την αίρεση της συμφωνίας των γονέων. Αν, για παράδειγμα, έρευνες έχουν καταδείξει ότι η καταγραφή του στίγματος των παιδιών, η συμπεριφορική διαφήμιση, η κατάρτιση προφίλ εμποδίζουν την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών, οι πρακτικές αυτές δεν θα πρέπει να επιτρέπονται μετά από έγκριση των γονέων, οι οποίοι πολλές φορές δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν τον αντίκτυπο της τεχνολογικής διακινδυνεύσεως στα παιδιά. Για όλους αυτούς τους λόγους, ασφαλέστερη θα ήταν μια σφαιρική προστασία στο διαδίκτυο ανεξαρτήτως ηλικίας.

Σελ. 14

ΙV. Δικαίωμα διαγραφής (στη λήθη)[44]

Ο Κανονισμός θετικοποιεί στο άρθρο 17 ένα προϋπάρχον δικαίωμα διαγραφής, το λεγόμενο δικαίωμα στη λήθη, ταυτίζοντας εσφαλμένα την έννοια της λήθης με αυτή της διαγραφής. To δικαίωμα στη λήθη αποτέλεσε ένα από τα βασικά σύμβολα του κανονιστικού νομοθέτη, προκειμένου να επιδείξει με εύσχημο τρόπο την μεταρρυθμιστική του πρόθεση. Το δικαίωμα αυτό συνιστά απόρροια της γενικότερης ελευθερίας αναπτύξεως της προσωπικότητας του ατόμου. Βάσει του δικαιώματος αυτού, ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται σε διαγραφή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και χωρίς να απαιτείται η επίκληση κάποιας ζημίας εκ μέρους του υποκειμένου των δεδομένων, κατ’ ορθότερη άποψη κατόπιν αιτήσεως του υποκείμενου των δεδομένων, εφόσον φυσικά πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 17 του Κανονισμού. Ειδικότερα, το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να ζητήσει διαγραφή των προσωπικών του δεδομένων από σύστημα αρχειοθετήσεως όταν: α) τα δεδομένα δεν είναι πλέον απαραίτητα σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν ή υποβλήθηκαν σε επεξεργασία, β) το υποκείμενο ανακαλεί τη συγκατάθεσή του και δεν υπάρχει άλλη νομική βάση για την επεξεργασία, γ) το υποκείμενο των δεδομένων αντιτίθεται στην επεξεργασία και δεν υπάρχουν επιτακτικοί και νόμιμοι λόγοι για την επεξεργασία, δ) τα δεδομένα υποβλήθηκαν σε επεξεργασία παράνομα, ε) τα δεδομένα πρέπει να διαγραφούν, ώστε να τηρηθεί νομική υποχρέωση στην οποία υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας και στ) τα δεδομένα έχουν συλλεχθεί σε σχέση με την προσφορά υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών. Μάλιστα, σε περίπτωση που τα δεδομένα έχουν κοινοποιηθεί σε τρίτους ή δημοσιοποιηθεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, αυτός οφείλει να λαμβάνει εύλογα μέτρα, ώστε να ενημερωθούν οι λοιποί υπεύθυνοι επεξεργασίας που επεξεργάζονται τα εν λόγω δεδομένα ότι το υποκείμενο ζήτησε τη διαγραφή τυχόν συνδέσμων με τα δεδομένα αυτά ή αντιγράφων αυτών.

Το δικαίωμα στη διαγραφή υπόκειται και σε περαιτέρω περιορισμούς, τόσο από την παρ. 3 του Κανονισμού όσο και από το άρθρο 34 του Ν 4624/2019. Ειδικότερα, ο Κανονισμός θέτει την ικανοποίηση του δικαιώματος στη διαγραφή υπό την ρητή επιφύλαξη της διασφαλίσεως και της προωθήσεως του δικαιώματος στην ελευθερία της εκφράσεως και την ενημέρωση. Παράλληλα,

Σελ. 15

τα δεδομένα δεν διαγράφονται όταν είναι απαραίτητα α) για την τήρηση νομικής υποχρεώσεως που επιβάλλει την επεξεργασία ή για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας, β) για λόγους δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας, γ) για σκοπούς αρχειοθετήσεως προς το δημόσιο συμφέρον, για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς και δ) για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων. Το άρθρο 34 του Ν 4624/2019 προσθέτει και περαιτέρω περιορισμούς στην υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας να διαγράφει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα κατόπιν αιτήσεως του υποκειμένου. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση νόμιμης και μη αυτοματοποιημένης επεξεργασίας, όταν η διαγραφή δεν είναι δυνατή ή απαιτεί δυσανάλογα μεγάλη προσπάθεια και το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων για τη διαγραφή δεν θεωρείται σημαντικό ή σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας εύλογα θεωρεί ότι τυχόν διαγραφή θα ήταν επιζήμια για τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων, η αιτηθείσα διαγραφή αντικαθίσταται από τον περιορισμό της επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 18 του Κανονισμού. Παρατηρείται, επομένως, ότι το δικαίωμα διαγραφής, όπως θεσμοθετήθηκε από τον Κανονισμό έχει, εκ των πραγμάτων, εξαιρετικά περιορισμένο πεδίο εφαρμογής.

Το δικαίωμα στη διαγραφή, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 του Κανονισμού συνδέεται άμεσα με το νομολογιακώς κατοχυρωμένο δικαίωμα του ατόμου στη διαγραφή από το διαδίκτυο πληροφοριών που το αφορούν και αφενός δεν επιθυμεί να είναι ελευθέρως και ευκόλως προσβάσιμες και αφετέρου δεν είναι χρήσιμες για την πληροφόρηση του κοινού. Στην ουσία είναι ένα δικαίωμα διαμορφώσεως της ψηφιακής παρουσιάσεως, που δημιουργείται από την αναδίφηση σε σχετικές μηχανές αναζητήσεως. Συνάγεται κατά κύριο λόγο από τη γενικότερη προστασία της ελεύθερης αναπτύξεως της προσωπικότητας (άρθρο 5 παρ. 1 Σ) σε συνδυασμό με την κατοχύρωση της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 Σ), αλλά και από το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 9 Σ), της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και πληροφοριακού αυτοκαθορισμού του ατόμου (άρθρο 9Α Σ), νοούμενο ως δικαίωμα κάθε προσώπου να μη γίνεται εκ νέου αντικείμενο δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος για οδυνηρές ή δυσάρεστες υποθέσεις ενός κομματιού του πρότερου βίου του. Το δικαίωμα στη λήθη συνιστά με τον τρόπο αυτό μια εκλεπτυσμένη μορφή του δικαιώματος στη δημόσια παρουσίαση του εαυτού μου (Recht auf Selbstdarstellung), όπως επιθυμώ, κατά τρόπο που συνδέεται με την ειλικρινή κατανόηση του εαυτού μου αναστοχαζομένου και κατά τρόπο που αρμόζει

Σελ. 16

στο ακροατήριό μου. Το δικαίωμα αυτό διασφαλίζει μια σημαντική παράμετρο αυτονομίας, η οποία έγκειται ουσιαστικά στην έλλογη προστασία του ατόμου από την ακούσια έκθεσή του σε έναν χώρο χωρίς τοπικά και χρονικά όρια. Περαιτέρω, εξασφαλίζεται η μη εργαλειοποίηση του ατόμου, τουτ’ έστιν η προσβολή της ανθρώπινης αξίας, καθώς η απεριόριστη υποβολή των πληροφοριών του ατόμου σε διαδικασία έρευνας από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς ενέχει τον κίνδυνο της μετατροπής του ατόμου από υποκείμενο των δεδομένων σε αντικείμενο ή εργαλείο για την εξυπηρέτηση άλλων σκοπών. Υπό αυτή την έννοια, έντονη είναι η ανησυχία ότι η απεριόριστη χρήση μηχανισμών αναζητήσεως δύναται να εντοπίσει μοτίβα συμπεριφοράς για εγκληματοπροληπτικούς ή εμπορικούς σκοπούς. Τα δεδομένα χρηστών κοινωνικής δικτυώσεως πωλούνται σε εταιρείες διαχειρίσεως δεδομένων, οι οποίες τα αξιοποιούν παντοιοτρόπως. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, στις οποίες τα προσωπικά δεδομένα λειτουργούν ως συναλλακτικό αγαθό, υπό την έννοια ότι ανταλλάσσουμε τα δεδομένα μας, προκειμένου να έχουμε κάποιο όφελος, όπως καλύτερη τιμή σε ένα προϊόν. Η διατήρηση μεγάλου αριθμού δεδομένων στο διαδίκτυο είτε γίνεται εκουσίως είτε ακουσίως και η αναδίφησή τους μέσα από μηχανές αναζητήσεως προκαλεί έντονο προβληματισμό. Μόνη η συγκατάθεση του χρήστη του διαδικτύου δεν είναι πάντοτε επαρκής, καθώς οι χρήστες δεν γνωρίζουν πάντοτε τις προεκτάσεις της επεξεργασίας των δεδομένων τους.

Ενώ το δικαίωμα του ατόμου να μπορεί να διαγράφει ορισμένες πτυχές του εαυτού του καλωσορίστηκε αρχικά με πανηγυρικό τρόπο ως ένα δικαίωμα στη λήθη, παρατηρείται ότι ο νομοθέτης κατανοώντας το ανέφικτο της ψηφιακής λήθης κατέληξε στον όρο «δικαίωμα στη διαγραφή», ο οποίος παραπέμπει σε κάτι πιο ρεαλιστικό και τεχνικά πιο εφικτό. Ως εκ τούτου, διαφαίνεται η τάση λήθης του όρου λήθη. Περαιτέρω, η νομολογία των δικαστηρίων και η διοικητική πρακτική ανεξαρτήτων αρχών οριοθέτησαν το δικαίωμα διαγραφής σε ένα δικαίωμα αφαιρέσεως από τη λίστα αναζητήσεως (delisting) ή μεμονωμένα αφαιρέσεως από τα τηρούμενα αρχεία

Σελ. 17

(de-indexing), χωρίς, ωστόσο, να αναγνωρίζουν ένα απόλυτο δικαίωμα διαγραφής. Το όριο του δικαιώματος αυτού αναζητείται στην ελευθερία του πληροφορείν και πληροφορείσθαι και εν γένει στην ελευθερία εκφράσεως (άρθρο 14 Σ), υπό την έννοια ότι η διαγραφή δεν πρέπει να λαμβάνει χώρα για γεγονότα που προκαλούν το εύλογο ενδιαφέρον ενημερώσεως του κοινού και συμβάλλουν στη διατήρηση της ιστορικής αλήθειας.

Το μέχρι τούδε διαμορφωμένο δικαίωμα συνίσταται στην απαλοιφή αποτελεσμάτων από τους μηχανισμούς αναζητήσεως. Μεμονωμένα επίσης έχει αναγνωρισθεί δικαίωμα διαγραφής για διαδικτυακά αρχεία εφημερίδων. Καθοριστικής σημασίας είναι ο ρόλος των φορέων εκμεταλλεύσεως μηχανών αναζητήσεως, που με την ιδιότητα πλέον του υπευθύνου επεξεργασίας θα αξιολογούν το πρώτον τα αιτήματα διαγραφής υποκειμένων δεδομένων. Προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι η σχετική αρχική αξιολόγηση λαμβάνει χώρα από πρόσωπα στερούμενα της κατάλληλης εξειδικεύσεως. Παράπονα εκφράζονται επίσης για έλλειψη διαφάνειας κατά τη διαδικασία λήψεως αποφάσεων. Ο μεγαλύτερος ενδοιασμός έγκειται σε μια τάση «ιδιωτικοποιήσεως της απονομής δικαιοσύνης», υπό την έννοια ότι οι φορείς εκμεταλλεύσεων μηχανισμών αναζητήσεως καθίστανται δικαστές που αποφαίνονται σχετικά με ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες. Η σχετική ανησυχία υπερκεράζεται πάντως από το γεγονός ότι η τελική κρίση των φορέων εκμεταλλεύσεως υπόκειται σε έλεγχο από την εποπτική αρχή. Τέλος, ερώτημα προκαλεί

Σελ. 18

το γεγονός ότι η ενημέρωση των τρίτων πρέπει να λάβει χώρα μέσω του υπευθύνου προστασίας δεδομένων, καθώς δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει λάβει όλα τα μέτρα για την ενημέρωση τρίτων, αλλά δεν γνωρίζει όλα τα διαθέσιμα αντίγραφα ή τις αναπαραγωγές αυτών. Σε αυτήν την περίπτωση, κρίνεται ότι κατ’ εφαρμογήν της κοινής στο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, η ενημέρωση δύναται να παραλείπεται, εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδεδειγμένα η ενημέρωση που οφείλει ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες προσπάθειες.

Επισημαίνεται ότι, βάσει της μέχρι τούδε νομολογίας των δικαστηρίων και διοικητικής πρακτικής ανεξαρτήτων αρχών, δεν επιβάλλονται περιορισμοί στους σχετικούς ιστοτόπους που εμπεριείχαν τη σχετική πληροφόρηση, αλλά μόνον στις εταιρείες μηχανών αναζητήσεως, οι οποίες επέτρεπαν τη διασύνδεση και τον εντοπισμό της σχετικής πληροφορίας. Υπό αυτήν την έννοια, γίνεται λόγος για «μια περιορισμένη αναγνώριση του δικαιώματος στην ψηφιακή λήθη», καθώς εάν λάβει χώρα αναζήτηση με διαφορετική λέξη-κλειδί, π.χ. την ημερομηνία εκδόσεως μιας εφημερίδας, το υποκείμενο των δεδομένων θα εξακολουθεί να εμφανίζεται. Αυτή η μεγάλη ανασυνθετική δύναμη μηχανισμών αναζητήσεως γέρνει την πλάστιγγα υπέρ του δικαιώματος στην παράλειψη ενημερώσεως για πληροφορίες που σχετίζονται με το απώτερο παρελθόν και το υποκείμενό τους δεν επιθυμεί να διαδίδονται με ασυναγώνιστη ευκολία. Σημειώνεται πάντως ότι το κείμενο του Κανονισμού, αλλά και το συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα στη λήθη δεν περιορίζεται μόνο στην υποχρέωση των παρόχων μηχανισμών αναζητήσεως να αφαιρούν συνδέσμους που αφορούν σε προσωπικά δεδομένα τρίτων προσώπων που δεν επιθυμούν τη δημοσιοποίησή τους, αλλά επεκτείνεται και στο δικαίωμα των ατόμων να μπορούν να αφαιρούν προσωπικά τους δεδομένα ιδίως εκείνων που έχουν δημοσιευθεί σε μέσα κοινωνικής δικτυώσεως, εκτός εάν υπάρχει επιτακτικός λόγος για τη διατήρησή τους. Πρόκειται για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των συνεπειών του διαδικτύου που «δεν ξεχνά ποτέ», εξασφαλίζοντας την προσωπική αυτονομία του ατόμου και την προστασία της ιδιωτικής ζωής. Ως εκ τούτου, η διαγραφή αποτελεσμάτων από τους μηχανισμούς αναζητήσεων συνιστά συνέπεια

Σελ. 19

σταθμίσεως μεταξύ του δικαιώματος στη λήθη και της ελευθερίας της πληροφορήσεως, δεν σημαίνει όμως ότι, σε κάθε περίπτωση, η ορθή στάθμιση πρέπει να περιορίζεται μόνο στις μηχανές αναζητήσεως.

Eρώτημα ανακύπτει εάν η αίτηση κάποιου από έναν μηχανισμό αναζητήσεως για διαγραφή συνδέσμου μπορεί να οδηγήσει στη διαγραφή όλων των συνδέσμων παγκοσμίως και όχι μόνο εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου. Ο βασικός αντίλογος σε ένα αίτημα καθολικής διαγραφής είναι ότι δεν μπορεί το δίκαιο ενός κράτους να επηρεάσει το δίκαιο κάποιου άλλου. Εάν, για παράδειγμα, η Γαλλία έχει υιοθετήσει ένα καθολικό δικαίωμα διαγραφής, αυτό δεν μπορεί να επεκταθεί πέραν των γεωγραφικών ορίων της Γαλλίας, καθώς κάτι τέτοιο θα παραβίαζε την ελευθερία εκφράσεως. Τον περιορισμό της διαγραφής υποστηρίζει μεταξύ άλλων η Διεθνής Ομοσπονδία Ενώσεων Βιβλιοθηκών με την αιτιολογία ότι η καθολική διαγραφή περιορίζει τη δυνατότητα προσβάσεως στην πληροφορία. Επιπρόσθετα, η Επιτροπή Ρεπόρτερς για την ελευθερία του τύπου έκρινε ότι οι γαλλικές αρχές δεν έχουν το δικαίωμα να επιβάλουν τα συμφέροντά τους σε χρήστες του διαδικτύου άλλων χωρών. Η σχετική Επιτροπή παρενέβη υπέρ της Google ενώπιον του Ανωτάτου Γαλλικού Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Στην ίδια κατεύθυνση, κινήθηκε και το Ίδρυμα Wikimedia, το οποίο επίσης παρενέβη ενώπιον του Ακυρωτικού Δικαστηρίου κατά της γαλλικής αρχής υποστηρίζοντας την ελεύθερη πρόσβαση στη γνώση. Tέλος, η Επιτροπή του Άρθρου 19 (της Διεθνούς Διακηρύξεως για τα Δικαιώματα του Ατόμου) που υπερασπίζεται το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου παρενέβη υπέρ της Google στο Δικαστήριο. Για το θέμα αυτό είχε αποσταλεί προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ αναφορικά με την εξωεδαφική εφαρμογή του δικαιώματος στη λήξη βάσει της Οδηγίας 95/46/ΕΚ. Τονίζεται, πάντως, ότι η όποια επίλυση του θέματος αφορά στην Οδηγία και όχι στον Κανονισμό. Το ΔΕΕ εν τέλει περιόρισε σημαντικά την εξωεδαφική εφαρμογή του Κανομισμού, αναφορικά με την άσκηση του δικαιώματος στη λήθη, θέτοντας φραγμούς σε προσπάθειες επεκτάσεως της ισχύος του σε παγκόσμια κλίμακα. Στην απόφαση C507/17 Google LLC κατά Commission nationale de l’informatique et des libertés (CNIL), το Δικαστήριο έκρινε ότι το δικαίωμα στη λήθη εφαρμόζεται και μπορεί να έχει αποτελέσματα μόνον εντός της επικράτειας των κρατών-μελών της Ενώσεως. Δεν έχει, δηλαδή, παγκόσμια ισχύ. Σημειώνεται, πάντως, ότι ο περιορισμός αυτός αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στο δικαίωμα στη λήθη και όχι εν γένει στις υποχρεώσεις υπευθύνου ή εκτελούντος την επεξεργασία εκτός ΕΕ. Ειδικότερα, το ΔΕΕ έκρινε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κανονισμού, τα υποκείμενα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να διεκδικήσουν και να πετύχουν την αφαίρεση σελίδων που περιέχουν προσωπικά δεδομένα από τα αποτελέσματα αναζητήσεως στο διαδίκτυο, όταν αυτή πραγματοποιείται διαμέσου παρόχου υπηρεσιών αναζητήσεως,

Σελ. 20

όπως η Google, όταν αυτή διαθέτει εγκατάσταση εντός ΕΕ, ανεξαρτήτως του αν η επεξεργασία πραγματοποιείται εντός της Ενώσεως. Μολαταύτα, η υποχρέωση των μηχανισμών αναζητήσεως να απαγορεύουν την πρόσβαση τρίτων στις εν λόγω ιστοσελίδες αφορά μόνο στις περιπτώσεις που η αναζήτηση πραγματοποιείται από διεύθυνση ΙΡ που βρίσκεται εντός ΕΕ. Η άσκηση του δικαιώματος στη λήθη δεν παράγει αποτελέσματα, όταν η πρόσβαση σε σελίδες που περιέχουν προσωπικά δεδομένα υποκειμένων που βρίσκονται εντός της Ενώσεως επιχειρείται από εξυπηρετητή (server) ή χρησιμοποιείται διεύθυνση ΙΡ εκτός της επικρατείας της ΕΕ. Συνεπώς, οι χρήστες μπορούν να παρακάμψουν την απαγόρευση προσβάσεως, χρησιμοποιώντας κάποιο εικονικό ιδιωτικό δίκτυο (VPN) ή άλλο εργαλείο, για να αποκρύψουν την τοποθεσία τους. Κατά συνέπεια, κατά το ΔΕΕ, κρίνεται επαρκής η αφαίρεση των αποτελεσμάτων αναζητήσεως από τις εντός ΕΕ εκδόσεις του μηχανισμού αναζητήσεως (π.χ. google.gr, google.fr, google.co.uk) χρησιμοποιώντας την τεχνική του «γεω-μπλοκαρίσματος» (geo-blocking), εφόσον οι χρήστες «αποθαρρύνονται σοβαρά» από το να μεταβούν σε εκδόσεις των σελίδων τους εκτός της ΕΕ για να βρουν αυτές τις πληροφορίες.

Yπό το φως της επεμβάσεως στην ελεύθερη διάδοση της πληροφορίας και εν γένει της δημιουργίας ενός καθεστώτος ανελευθερίας στο διαδίκτυο, εκφράζεται ο φόβος ότι το νέο δικαίωμα στη λήθη θα καταστήσει το διαδίκτυο σαν ένα «ελβετικό τυρί με τρύπες». Η ανησυχία έγκειται στο γεγονός ότι το διαδίκτυο θα πάψει να αποτελεί χώρο ελευθερίας, αλλά κάποιος θα ελέγχει το περιεχόμενό του. Ο αντίλογος στην ανωτέρω ανησυχία συνοψίζεται στο γεγονός ότι δεν σβήνεται το περιεχόμενο της ιστοσελίδας, αλλά το αποτέλεσμα της αναζητήσεως. Άρα, δεν υπάρχει ένα είδος λογοκρισίας, αλλά αποφυγή διασυνδέσεως πληροφοριών με ένα συγκεκριμένο άτομο. Αποφεύγεται ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μία βάση δεδομένων από τα συντρίμμια του κάθε ατόμου που θα οδηγούν και στην καταστροφή της ζωής του. Είναι γεγονός ότι η απόκρυψη του αποτελέσματος από έναν μόνο συγκεκριμένο τόπο δεν παρέχει επαρκή προστασία. Εξάλλου, το επιχείρημα ότι το δίκαιο ενός κράτους δεν μπορεί να επιβληθεί σε ένα άλλο δεν είναι πειστικό. Για ποιον λόγο πρέπει να απαιτείται βάσει του δικαίου πνευματικής ιδιοκτησίας η απομάκρυνση υλικού από το παγκόσμιο αρχείο της Google και να μην είναι εφικτή η απομάκρυνση πληροφοριών που δεν είναι χρήσιμες για την ενημέρωση του κοινού; Υπάρχει κάποιος λόγος που η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας υπερέχει της προστασίας της ιδιωτικής σφαίρας;

Back to Top