Xαίροµαι να υπερασπίζοµαι ακόµα και τη µισητή γραφειοκρατία της Ευρώπης για ό,τι έχει αποµείνει από αυτό το κοινωνικό δίκτυ ασφαλείας που αγωνιά να κρατήσει η τελευταία µε νύχια και µε δόντια

 

Από τις πιο δύσκολες στιγμές ενός εργοδότη είναι η ώρα που πρέπει να ανακοινώσει την αποχώρηση συνεργάτη του, ιδίως στενού και μετά από μακρόχρονη συνεργασία. Ακόμα δυσκολότερο είναι όταν συμβαίνει στην ευαίσθητη ηλικία των -ήντα, αυτή που όταν χάνεις τη δουλειά σου, το πιο πιθανό είναι ότι χάνεις και τη ζωή, αυτή τουλάχιστον που ήξερες, μέχρι τότε.

Όσο και αν θεωρείται αναμενόμενο -ιδιαίτερα μετά τον covid 19- το γεγονός ότι προστέθηκαν εκούσια ή ακούσια μερικά εκατομμύρια gig workers στην παγκόσμια αγορά εργασίας, όσο μοντέρνες και αν έχουν γίνει οι ευέλικτες μορφές εργασίας -και εμείς αναγκαστικά μαζί τους-, όταν έρχεται εκείνη η μέρα -οι ειδικοί συνιστούν να είναι Παρασκευή- που πρέπει να πεις στον συνεργάτη σου τα κακά νέα, θα ήθελες πολύ να πετάξεις σε κάποιον άλλον -αν όχι να φας- το καπέλο του εργοδότη και το job description που το συνοδεύει. Εις μάτην. Τη δουλειά αυτή πρέπει να την κάνεις εσύ.

Με πολλές δόσεις σκεπτικισμού έναντι της πορείας που έχουν χαράξει για το μέλλον και τη σταθερότητα εργασίας οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, χαίρομαι να υπερασπίζομαι ακόμα και τη μισητή γραφειοκρατία της Ευρώπης για ό,τι έχει απομείνει από αυτό το κοινωνικό δίκτυ ασφαλείας που αγωνιά να κρατήσει η τελευταία με νύχια και με δόντια.

Σε ένα συγκλονιστικό άρθρο του στην Washington Post (30-4-2020) με τίτλο Sinking Feeling, ο 60χρονος Ray Suarez, senior correspondent και editor πολλών αμερικανικών media στο παρελθόν, εξηγεί με πολλή γλαφυρότητα πώς η έλλειψη αυτής της κοινωνικής προστασίας με αφορμή την τελευταία πανδημία λειτούργησε ως σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της εργασιακής ανασφάλειας που νιώθει ο ίδιος και η οικογένεια του, η οποία έως πολύ πρόσφατα ανήκε στους προνομιούχους και ήρωες της αμερικανικής μέσης τάξης.

Έγγαμος με 3 παιδιά, με άριστες εκπαιδευτικές περγαμηνές και εργασιακή εμπειρία, κατάφερε να διαβιεί μια πολύ άνετη ζωή έχοντας σπουδάσει τα παιδιά του χωρίς να χρειαστεί να καταφύγουν σε φοιτητικά δάνεια (student loans), να εξοφλήσει πρόωρα την υποθήκη του σπιτιού του, να κάνει κάθε χρόνο διακοπές με την οικογένειά του, να βρίσκεται στη λίστα τακτικών δωρητών διάφορων μη κυβερνητικών οργανώσεων και last but not least, όπως λένε στα μέρη του, να πληρώνει χωρίς πρόβλημα, το μηνιαίο check των 2800$ της ασφάλισης υγείας και περίθαλψης του ιδίου και της οικογένειας του. Όχι πια.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι υποστηρίξιμα μέσα σε διάστημα λίγων μόνο βδομάδων. Μετά την απώλεια της κύριας δουλειάς του στο Al Jazeera America, τις συνεχείς ακυρώσεις εμφανίσεων λόγω covid 19, και την πραγματιστική πλευρά των πραγμάτων που αντιμετωπίζουν όλοι οι εργαζόμενοι της ηλικίας του, το μέλλον του ιδίου και της οικογένειας του κινείται σε έναν εξαιρετικά βραχυπρόθεσμο εργασιακό ορίζοντα με πολλές εκπλήξεις, κατά βάση όχι ευχάριστες.

Με την ανεργία στις ΗΠΑ να σκαρφαλώνει από το 4,4% (Μάρτιος 2020) στο 14,7% του εργατικού δυναμικού, μέσα σε 2 μήνες προστέθηκαν 40 εκ. νέοι άνεργοι εκ των οποίων τα 6,1 εκ. gig workers. Ο Ray Suarez ακούσια έχει καταστεί πλέον ένας σύγχρονος gig worker μεγαλώνοντας κατά 1 ακόμα μέλος μια κοινότητα 55 εκ. εργαζομένων που σήμερα αντιστοιχεί στο 36% του αμερικανικού εργατικού δυναμικού.

Με κύριο χαρακτηριστικό την απασχόληση με βραχυχρόνιες συμβάσεις εργασίας, οι μετά covid εποχή gig workers (από couriers, γραφίστες, δικηγόρους και αρχιτέκτονες μέχρι εξειδικευμένους consultants και υπεργολάβους) θεωρείται σύμφωνα με σχετική μελέτη της McKinsey ότι εργάζονται full time εάν απασχολούνται πάνω από 15 ώρες την εβδομάδα σε έναν ή περισσότερους εργοδότες και part time εάν απασχολούνται λιγότερες από 15 ώρες την εβδομάδα σε έναν ή περισσότερους εργοδότες.

Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος ιδίως των πιο μορφωμένων εξ αυτών; Η σταδιακή τους φτωχοποίηση μέσα από το απότομο τράνταγμα που ακολουθεί τη μετατόπιση από τη μεσαία τάξη στη ζώνη του λυκόφωτος, τον χώρο αυτόν που σε πολλές χώρες στη Δύση και ιδίως στις ΗΠΑ βρίσκεται ανάμεσα στο φως και τη σκιά, την ύπαρξη και την ανυπαρξία. Εκεί κάπου μέσα στο πηγάδι της σκέψης και των βαθύτερων φόβων παραγωγικών ανθρώπων και μάχιμων εργαζόμενων, όπως ο Ray Suarez, όπου μέχρι τώρα τα έκανε όλα όπως έπρεπε, και τώρα αναρωτιέται «γιατί εγώ;». Τελικά το ερώτημα είναι μάλλον «γιατί όχι εγώ;».

 

Αντώνης Καρατζάς, LLB, MBA
                        adonik@nb.org

Αναρτήθηκε: Ιουλίου 29, 2020