Η ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ
- Εκδοση: 2η 2020
- Σχήμα: 14Χ21
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 88
- ISBN: 978-960-654-194-0
- Black friday εκδόσεις: 10%
Προλογικό σημείωμα | Σελ. VII |
Κυριότερες συντομογραφίες | Σελ. XI |
Ι. Εισαγωγή | |
Α. Το ερευνώμενο ζήτημα | Σελ. 1 |
Β. Η αφετηρία: Το νομολογιακό ερέθισμα | Σελ. 4 |
ΙΙ. Κύριο Μέρος: Απαντώντας σε ορισμένα βασικά ερωτήματα | |
Α. Τι σημαίνει ευθύνη; [Η έννοια της ευθύνης] | Σελ. 6 |
Β. Τι σημαίνει αστική ευθύνη; [Η έννοια της αστικής ευθύνης] | Σελ. 7 |
Γ. Τι σημαίνει αστική ευθύνη του Δημοσίου; [Η αστική ευθύνη του Κράτους και των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου] | Σελ. 8 |
Δ. Υπέχει αστική ευθύνη το δημόσιο νοσοκομείο; [Η αστική ευθύνη του δημόσιου νοσοκομείου] | Σελ. 14 |
Ε. Ποιες είναι οι νομικές προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου; [Οι προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της ευθύνης] | Σελ. 15 |
1. Το είδος της συμπεριφοράς | Σελ. 16 |
2. Προέλευση | Σελ. 16 |
3. Καταλογισμός | Σελ. 17 |
4-5. Παράνομο - Προσβολή δικαιώματος | Σελ. 18 |
6. Ζημία | Σελ. 29 |
7. Πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος | Σελ. 30 |
8. Ο δικαστικός έλεγχος των προϋποθέσεων | Σελ. 31 |
ΣΤ. Τι αποζημιώνεται; [Η έκταση της αποζημίωσης] | Σελ. 34 |
Z. Ποιος είναι αρμόδιος να την επιδικάσει; [Αρμοδιότητα επιδίκασης αποζημίωσης] | Σελ. 38 |
Η. Υπέχει ο υπεύθυνος προσωπική ευθύνη; [Προσωπική ευθύνη του οργάνου] | Σελ. 39 |
Θ. Ποια παραγραφή ισχύει; [Παραγραφή] | Σελ. 53 |
ΙΙΙ. Καταληκτικές σκέψεις | Σελ. 54 |
Παράρτημα: Αποδελτίωση νομολογίας | Σελ. 56 |
Βιβλιογραφία | Σελ. 67 |
Καθ’ ύλην ευρετήριο | Σελ. 71 |
Σελ. 1
Ι. Εισαγωγή
Α. Το ερευνώμενο ζήτημα
1. Το ζήτημα της ιατρικής ευθύνης καταλαμβάνει κεντρική θέση μεταξύ των ζητημάτων που απασχολούν την ελληνική έννομη τάξη. Τα ελληνικά δικαστήρια, αλλά και οι συγγραφείς, όλο και περισσότερο ασχολούνται με ζητήματα που αφορούν το ιατρικό σφάλμα και τις έννομες συνέπειες, αστικές, πειθαρχικές και ποινικές, που προκύπτουν από αυτό. Πράγματι, η ιατρική αστική ευθύνη αποκτά όλο και μεγαλύτερο πρακτικό ενδιαφέρον όχι μόνον για τον πολίτη-ασθενή και τους οικείους του, αλλά και για τον θεράποντα ιατρό.
2. Ανάλογη ένταση ως προς την επεξεργασία δεν παρατηρείται, προκειμένου για την ευθύνη της Πολιτείας, σε σχέση με την παροχή των ιατρικών υπηρεσιών και ενγένει την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων νοσηλευτικών υπηρεσιών. Τούτο δε, παρά την προφανή σημασία του ζητήματος για τον θιγέντα και τους οικείους του, το Δημόσιο (με την ευρεία έννοια του όρου) και εντέλει την έννομη τάξη. Η σημειούμενη αυτή έλλειψη οφείλεται ενμέρει στη σχετικώς πρόσφατη υπαγωγή των σχετικών διαφορών ως διοικητικών διαφορών ουσίας στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων με τον Ν 1406/1983 και ενμέρει στην έλλειψη πλήρους και συστηματικής επεξεργασίας του νομικού καθεστώτος της αστικής ευθύνης του Δημοσίου ενγένει. Η έλλειψη αυτή έχει επηρεάσει και το ειδικότερο ζήτημα της αστικής ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου, με συνέπεια το βάρος να εναποτίθεται στους ώμους της νομολογίας, η οποία καλείται να δώσει λύσεις στα ανα-
Σελ. 2
κύπτοντα προβλήματα χωρίς επαρκή θεωρητική βοήθεια σε αρκετές περιπτώσεις.
3. Ο θεσμός της αστικής ευθύνης του Δημοσίου έχει αδιαμφισβήτητη σημασία. Το ίδιο ισχύει και για την αστική ευθύνη των νοσοκομείων του Δημοσίου, ως ειδικότερη πτυχή του πιο πάνω θεσμού-γένους. Το ειδικότερο αυτό ζήτημα έχει προφανή σημασία: (i) για τον καταλογισμό των ευθυνών που αναλογούν, (ii) την αποζημίωση του θιγέντος και εντέλει (iii), την τήρηση των αρχών της νομιμότητας και του κράτους δικαίου. Ειδικότερα:
(i) Ο προσδιορισμός και η απονομή της αναλογούσας ευθύνης έχει ζωτική σημασία για την θεσμική και ιδεολογική λειτουργία της έννομης τάξης. Τούτο, διότι αναπτύσσει αφενός κατασταλτική-κυρωτική λειτουργία με αποδέκτη τον υπόλογο φορέα και περαιτέρω τα υπεύθυνα όργανά του και αφετέρου προληπτική-παιδαγωγική λειτουργία με αποδέκτη, αυτή την φορά, το σύνολο των υποκειμένων της έννομης τάξης. Με τον τρόπο αυτόν εμπεδώνεται το αίσθημα δικαίου και η συναίσθηση νομιμότητας που πρέπει να διέπει όλα τα μέλη της κοινωνίας και ιδίως τα πάσης φύσεως όργανα της Πολιτείας, τα οποία είναι και τα πλέον «εκτεθειμένα» στον κοινωνικό έλεγχο.
(ii) Η αποζημίωση, δηλαδή η αποκατάσταση της βλάβης του ζημιωθέντος από τη δράση των δημόσιων οργάνων αναπτύσσει έναν, ανάλογο προς τον προαναφερθέντα, ρόλο σε σχέση με τον αποζημιούμενο. Πέραν τούτου όμως, συμβάλλει στη «νομιμοποιητική» λειτουργία του θεσμικού συστήματος, εξασφαλίζοντας τη συναίνεση του ενδιαφερομένου. Όταν ο παθών γνωρίζει ότι η έννομη τάξη «αντιδρά» και επιβάλλει τις νόμιμες κυρώσεις εις βάρος εκείνου που τον έβλαψε με τη συμπεριφορά του, συμμορφώνεται με μεγαλύτερη ευκολία στις κρατικές επιταγές, αλλά και συνεργάζεται ευχερέστερα για την πραγμάτωση των πολιτειακών σκοπών.
Όπως ευκόλως αντιλαμβάνεται κανείς, τούτο κατ’ εξοχήν ισχύει, λόγω και της ιδιαίτερης ευαισθησίας του ζητήματος, όταν πρόκειται για ασθενείς ή συγγενείς ασθενών, οι
Σελ. 3
οποίοι υπέστησαν βλάβη από κάποιες πράξεις, υλικές ενέργειες ή παραλείψεις των οργάνων του νοσοκομείου, στο οποίο έτυχε να νοσηλευθούν. Η προσήκουσα θεσμική αντίδραση της Πολιτείας απαλύνει τον πόνο, εμπεδώνει το αίσθημα δικαίου και ισότητας καθώς επίσης προλαμβάνει οξύτητα και έριδες που κάποιες φορές μπορούν να φθάσουν στην αυτοδικία. Η αποζημίωση σε μία τέτοια περίπτωση αποτελεί όχι μόνο μέσο αποκατάστασης της βλάβης, αλλά και ένα πολύτιμο εργαλείο της «κυρωτικής» λειτουργίας του συστήματος που προσφέρει ψυχική ικανοποίηση - ανακούφιση στον θιγέντα.
(iii) Η προπεριγραφείσα συμπεριφορά οδηγεί στην εμπέδωση των αρχών της νομιμότητας και εντέλει του κράτους δικαίου. Η επιδίκαση και καταβολή της προσήκουσας αποζημίωσης, είτε με δικαστική απόφαση είτε με σχετική πράξη του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, συμβάλλει στην προστασία των θεμελιωδών και λοιπών δικαιωμάτων του ενδιαφερομένου. Πρόκειται για μορφή αποκατάστασης της ισότητας που διαταράχθηκε εις βάρος ενός «πολίτη» (προσώπου) λόγω της συμπεριφοράς ενός οργάνου του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου, κατά την έννοια των άρθρων 4 παρ.1 & 5 Συντ. Πέραν τούτου, η αποκατάσταση που συνεπάγεται η καταβολή αποζημίωσης άπτεται, προκειμένου για το ερευνώμενο ζήτημα, της προστασίας της ζωής, της σωματικής και της πνευματικής υγείας καθώς και της περιουσίας του προσώπου και εντέλει του σεβασμού της αξίας (του) ως Ανθρώπου. Η ελληνική Πολιτεία, θεσπίζοντας και πραγματώνοντας τον μηχανισμό της αστικής ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου, εκπληρώνει τις εθνικές και διεθνείς υποχρεώσεις της για την διαφύλαξη των έννομων αυτών αγαθών και αξιών.
Σελ. 4
4. Στη μελέτη που ακολουθεί επιχειρείται η οριοθέτηση του ζητήματος της αστικής ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου, με την επεξεργασία ορισμένων κεντρικών εννοιών και πτυχών της σχετικής προβληματικής που αναδεικνύονται με τη διατύπωση σειράς ερωτημάτων, τα οποία απαιτούν απάντηση.
Β. Η αφετηρία: Το νομολογιακό ερέθισμα
5. Η σχετική με το ζήτημα νομολογία είναι πλούσια, προσφέροντας πολλές αφορμές για προβληματισμό. Από την διαθέσιμη δεξαμενή νομολογιακών ερεθισμάτων, επιλέξαμε το ακόλουθο παράδειγμα, το οποίο προσφέρεται εξ απόψεως τόσο των νομικών ζητημάτων που εγείρει όσο και της ευαισθησίας που χαρακτηρίζει τη σχετική λύση που υιοθέτησε η δικαιοσύνη.
6. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου αρχικώς (απόφαση 63/1992), το Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς (απόφαση 1048/1994) στη συνέχεια και εντέλει το Συμβούλιο της Επικρατείας (απόφαση 2463/1998) αντιμετώπισαν αγωγή αποζημίωσης των γονέων και των αδελφών μίας ανήλικης κοπέλας (ενεργούντων ατομικώς και ως κληρονόμων αυτής), η οποία, πάσχοντας από μεσογειακή αναιμία και ως εκ τούτου υποβαλλόμενη σε τακτικές μεταγγίσεις αίματος, προσεβλήθη από τον ιό του AIDS με συνέπεια να καταλήξει.
Τα επιληφθέντα δικαστήρια απεφάνθησαν ότι τα όργανα του εναγόμενου νοσοκομείου του Εθνικού Συστήματος Υγείας δεν επέδειξαν την προσήκουσα επιμέλεια να προβούν στον επιβαλλόμενο-υποχρεωτικό, σύμφωνα με τις οικείες ιατρικές εγκυκλίους, έλεγχο του μεταγγιζόμενου αίματος με αποτέλεσμα να μην προληφθεί, αλλά να επέλθει η μετάδοση του ιού στην ανήλικη. Ως εκ τούτου, θεμελιώθηκε ευθύνη του δημόσιου νοσοκομείου προς αποζημίωση.
Σελ. 5
Κατά τον προσδιορισμό της καταβλητέας αποζημίωσης προς τα μέλη της οικογένειας της παθούσας συνεκτιμήθηκε όχι μόνον το ιατρικό πρόβλημα της ίδιας της παθούσας, αλλά και η ψυχική πίεση που προκλήθηκε στην ίδια και την οικογένειά της λόγω της στάσης που τήρησε η «κλειστή» κοινωνία του τόπου κατοικίας τους (: η ανήλικη απομακρύνθηκε με την επίκληση της ασθένειας από το σχολείο όπου φοιτούσε, στο οποίο επανήλθε μετά από τη δυναμική επέμβαση του Υπουργείου Παιδείας). Ομοίως επιδικάστηκε αποζημίωση στους γονείς της λόγω της προκληθείσας στέρησης των υπηρεσιών της ως ανήλικης και ανύπανδρης κόρης σε μία αγροτική περιοχή της Ελλάδος, όπου η παροχή των σχετικών υπηρεσιών στην οικογένεια αποτελούσε συνήθη πρακτική. Το συνολικό ποσό των 104.800.000 δρχ. που επιδικάστηκε ήταν ένα ιδιαιτέρως σεβαστό ποσό για τα δεδομένα της εποχής, ενδεικτικό της σημασίας, την οποία έδωσε η δικαιοσύνη στο ζήτημα αυτό.
7. Τέτοια παραδείγματα, πραγματικά ερεθίσματα για περαιτέρω προβληματισμό, προσφέρει κατ’ επανάληψη και σε μεγάλη ποικιλία η ελληνική νομολογία. Τα τεμνώμενα προβλήματα και οι λύσεις που υιοθετούνται αναδεικνύουν τη σοβαρότητα των σχετικών υποθέσεων. Πρόκειται για πραγματικά κομβικά ζητήματα, τα οποία συνιστούν δοκιμασία, αλλά και πρόκληση για την αξιοπιστία της Πολιτείας, των θεσμών της και ιδίως της έννομης τάξης. Η τελευταία καλείται να αντιμετωπίσει προβλήματα που θέτουν σε δοκιμασία όχι μόνον θεμελιώδη έννομα αγαθά, αλλά και την εμπιστοσύνη των υποκειμένων της προς τους θεσμούς και τα όργανα του Κράτους.
Σελ. 6
ΙΙ. Κύριο Μέρος: Απαντώντας σε ορισμένα βασικά ερωτήματα
8. Το κύριο μέρος της μελέτης είναι αφιερωμένο στην απάντηση μίας σειράς ερωτημάτων, τα οποία αφορούν το ερευνώμενο ζήτημα. Οι σχετικές απαντήσεις δεν δίδονται δίκην οριστικών λύσεων, αλλά ως ένα μέσο καλύτερης προσέγγισης και αποτελεσματικότερης διαφώτισης επί του ζητήματος. Καt’ ακριβολογίαν πρόκειται για τα ακόλουθα εννέα ερωτήματα:
(α) Τι σημαίνει ευθύνη;
(β) Τι σημαίνει αστική ευθύνη; .
(γ) Τι σημαίνει αστική ευθύνη του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ.;
(δ) Υπέχει αστική ευθύνη το δημόσιο νοσοκομείο;
(ε) Ποιες είναι οι νομικές προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου;
(στ) Τι αποζημιώνεται;
(ζ) Ποιο είναι το αρμόδιο όργανο να την επιδικάσει;
(η) Υπέχει ο υπεύθυνος προσωπική ευθύνη;
(θ) Ποια παραγραφή ισχύει;
Α. Τι σημαίνει ευθύνη; [Η έννοια της ευθύνης]
9. Όλο και συχνότερα χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη ο όρος «ευθύνη», προκειμένου να συνδεθεί ένα ή περισσότερα πρόσωπα, όργανα ή αρχές με τις, κατά κανόνα, δυσμενείς, συνέπειες μίας συμπεριφοράς ή, ακριβέστερα, (προκειμένου να) αναδειχθεί η υποχρέωση των πιο πάνω (φυσικών και νομικών) προσώπων να αποκαταστήσουν τα ζημιογόνα αποτελέσματα ορισμένης συμπεριφοράς τους. Είτε πρόκειται για πολιτική είτε για κοινοβουλευτική είτε για ηθική είτε για κοινωνική είτε για επαγγελματική είτε, τέλος,
Σελ. 7
για αμιγώς νομική ευθύνη, ο παρονομαστής είναι κοινός. Δηλαδή η υποχρέωση λογοδοσίας και, εφόσον τούτο εξακολουθεί να είναι εφικτό, αποκατάστασης των ζημιογόνων συνεπειών που επέφερε ορισμένη συμπεριφορά.
10. Η χρήση του όρου δεν είναι τυχαία ούτε πρόσφατη κατάκτηση του γλωσσικού πολιτισμού μας. Συναντάται ήδη στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Ο αντίστοιχος όρος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας είναι «εύθυνα» και σήμαινε «το ποιείν τι ευθύ, διόρθωσις, τιμωρία, κόλασις». Μάλιστα στην Αρχαία Αθήνα ο όρος είχε την έννοια της λογοδοσίας, στην οποία υπεχρεούτο ο δημόσιος υπάλληλος κατά το τέλος της θητείας του σε ένα δημόσιο αξίωμα.
Στην πραγματικότητα η έννοια της ευθύνης συνδεόταν ενπολλοίς με την υπεγγυότητα του προσώπου και της περιουσίας του υπευθύνου («του οφειλέτη») έναντι του «δανειστή».
11. Το συμπέρασμα που συνάγεται είναι ότι πρόκειται για έναν όρο γλωσσικώς δόκιμο που παραδόθηκε επεξεργασμένος, με τη μορφή και το περιεχόμενο που προεκτέθηκε, από την αρχαία στη νεότερη ελληνική γραμματεία.
Β. Τι σημαίνει αστική ευθύνη; [Η έννοια της αστικής ευθύνης]
12. Η αστική ευθύνη έχει την έννοια της νομικής υποχρέωσης για αποκατάσταση (αποζημίωση) του προσώπου εκείνου που επλήγη από μία μη νόμιμη συμπεριφορά (πράξη, παράλειψη ή υλική ενέργεια). Το χαρακτηριστικό της μορφής αυτής ευθύνης από
Σελ. 8
άλλες μορφές (ηθική, πολιτική κ.ο.κ.) είναι ότι ρυθμίζεται δεσμευτικά με κανόνες δικαίου. Δηλαδή η αστική ευθύνη συνιστά μορφή νομικώς κατοχυρωμένης - δεσμευτικής υποχρέωσης, η οποία έχει αμιγώς νομικό περιεχόμενο και όχι μικτό, όπως λ.χ. συμβαίνει με την κοινοβουλευτική ευθύνη που έχει πολιτικό και νομικό περιεχόμενο, ή εξωνομικό, όπως συμβαίνει με την πολιτική ή την ηθική ευθύνη. Τούτο σημαίνει ότι η αστική ευθύνη έχει το περιεχόμενο, τις προϋποθέσεις και τις συνέπειες που προβλέπει κάθε φορά η έννομη τάξη με τους οικείους κανόνες της.
Γ. Τι σημαίνει αστική ευθύνη του Δημοσίου;[Η αστική ευθύνη του Κράτους και των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου]
13. Η υποχρέωση αποζημίωσης του παρανόμως θιγέντος βαρύνει τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα, κατ΄ εξοχήν δε το νομικό πρόσωπο του Κράτους και τα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου (ΝΠΔΔ). Με τον όρο «εξωσυμβατική ή αστική ευθύνη του Κράτους & των ΝΠΔΔ» νοείται η ευθύνη των προαναφερόμενων φορέων δημόσιας εξουσίας να αποζημιώνουν τρίτα πρόσωπα, τα οποία εθίγησαν ηθικώς ή υλικώς από παράνομη συμπεριφορά των οργάνων τους κατά την άσκηση ή επ’ ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων τους. Κατ΄ άλλον ορισμό, ο όρος «αποδίδει το νομικό καθεστώς που διέπει την οργάνωση και λειτουργία του μηχανισμού εκείνου, ο οποίος διαγράφει τις προϋποθέσεις και τα όρια της υποχρέωσης του δημοσίου να αποκαθιστά τη ζημία που προξενούν στους διοικουμένους (φυσικά ή νομικά πρόσωπα) παράνομες πράξεις, παραλείψεις ή υλικές ενέργειες των οργάνων του».
Σελ. 9
14. Είναι χαρακτηριστικό ότι ήδη από το 1946, με τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (ΕισΝΑΚ), ρυθμίστηκε η ευθύνη αυτή. Σήμερα πλέον ευρίσκει στέγη στο Σύνταγμα (άρθρο 4 παρ. 1 και ιδίως 5) καθώς και στις μνησθείσες νομοθετικές διατάξεις, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν αδιατάρακτα. Οι ενλόγω διατάξεις έχουν ως εξής:
«Σύνταγμα, άρθρο 4 παρ. 1: Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
άρθρο 4 παρ. 5: Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.
ΕισΝΑΚ, άρθρο 105: Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης, που
Σελ. 10
υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Μαζί με το Δημόσιο ευθύνεται εις ολόκληρον και το υπαίτιο πρόσωπο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για την ευθύνη των υπουργών.
άρθρο 106: Οι διατάξεις των δύο (104 & 105) προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους».
Οι διατάξεις αυτές συμπληρώνονται από τον υπερνομοθετικής ισχύος κανόνα του άρθρου 24 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοιατρική (Ν. 2619/1998-Σύμβαση του Οβιέδο), σύμφωνα με το οποίο: «Το πρόσωπο που έχει υποστεί απρόκλητο βλάβη εξαιτίας επέμβασης έχει δικαίωμα σε δίκαιη αποζημίωση σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και διαδικασίες που ο νόμος ορίζει».
15. Στο πλαίσιο των διατάξεων αυτών διεξάγεται σημαντική συζήτηση για το νομικό και δη το συνταγματικό θεμέλιο της αστικής ευθύνης του Δημοσίου.
Σύμφωνα με τον Μ. Στασινόπουλο, το αναζητούμενο θεμέλιο ανευρίσκεται στις αρχές της νομιμότητας και του κράτους δικαίου. Η κριτική που ασκήθηκε είχε ως επίκεντρο όχι την άρνηση της θεωρητικής αυτής αντίληψης, αλλά την ανάγκη ενός εγγύτερα προσδιορισμένου ερείσματος. Σήμερα πλέον, καθ’ ην στιγμή η αρχή του κράτους δικαίου ευρίσκει ρητή κατοχύρωση στο άρθρο 25 παρ. 1 Συντ., η πιο πάνω κριτική διασκεδάζεται ενμέρει.
Η θέση του Μ. Στασινόπουλου καταβλήθηκε προσπάθεια να εξειδικευθεί με την εφαρμογή του κανόνα «casum sentit dominus» και την ανάδειξη της εγγυητικής λειτουργίας του κράτους. Σημαντικές ήταν κατά την υποστήριξη της θεωρητικής αυτής θέσης οι
Σελ. 11
συμβολές των M. Waline, στη γαλλική επιστήμη, και του Κ. Δεμερτζή στην ελληνική.
Εξάλλου, σύμφωνα με άλλη θεωρητική εκδοχή, η ευθύνη του Δημοσίου θεμελιώνεται στην αρχή του συσχετισμού ωφέλειας και βάρους, υπό την έννοια ότι όποιος καρπώνεται το ωφέλιμο αποτέλεσμα των ενεργειών των δημόσιων οργάνων θα πρέπει να βαρύνεται και με τις βλαπτικές συνέπειές τους.
Με κύριο επιχείρημα την ασάφεια των προηγούμενων θέσεων και συνακόλουθα την προσπάθεια αναζήτησης ενός πιο σαφούς και συγκεκριμένου θεμελίου αναφοράς υποστηρίχθηκε η, ορθότερη κατά τη γνώμη μας, άποψη, ότι η στέγη της αστικής ευθύνης θα πρέπει να αναζητηθεί στο Σύνταγμα. Τα άρθρα 4 παρ. 1 & 5 του Θεμελιώδους Χάρτη της Χώρας προσφέρουν το αναζητούμενο έρεισμα, υπό τη στέγη του οποίου θα πρέπει να φιλοξενηθεί ο περί ου ο λόγος θεσμός. Οι πιο πάνω συνταγματικές διατάξεις εισάγουν ουσιαστικό δίκαιο, το οποίο τυγχάνει προβολής και εφαρμογής από τον δικαστή δυνάμει του δικονομικού οχήματος που προσφέρει η διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 Συντ. Τα ανωτέρω διατυπώνονται με τη σκέψη ότι: «…η αποδοχή ενός τέτοιου αποτελέσματος και η μη πρόβλεψη ή και η παρεμπόδιση της λειτουργίας μηχανισμών αποκατάστασης των ανισορροπιών που δημιουργεί, θα αποτελούσε κατάφωρη παραβίαση των επιταγών της αρχής της ισότητας. Και τούτο γιατί διαφορετικά ένα πρόσωπο ή, το πολύ, μία συγκεκριμένη ομάδα προσώπων θα ήταν υποχρεωμένα να υποστούν τις
Σελ. 12
ζημιογόνες συνέπειες μίας παράνομης κρατικής δραστηριότητας ή παράλειψης, που εντάσσεται στο πλαίσιο ενός κύκλου αρμοδιοτήτων, από την άσκηση των οποίων ωφελείται, τουλάχιστον κατ’ αρχή, το κοινωνικό σύνολο».
16. Πράγματι, πρέπει να σημειωθεί ότι η αστική ευθύνη συνιστά μηχανισμό διορθωτικής δικαιοσύνης, ο οποίος έχει ως σκοπό την αποκατάσταση και εντέλει τη διαφύλαξη της νομιμότητας και της ισότητας μεταξύ των υποκειμένων της έννομης τάξης, και, κατ΄ επέκταση της αρχής του κράτους δικαίου. Ως τέτοια καταλαμβάνει εξίσου τους ιδιώτες και το Δημόσιο. Πλην όμως, όσον αφορά το τελευταίο, προσλαμβάνει την ακόλουθη ιδιαίτερη μορφή. Ενώ για τις έννομες σχέσεις που διέπονται από τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου απαιτείται υπαιτιότητα (δόλος ή αμέλεια) για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης, για τις αντίστοιχες του δημόσιου δικαίου δεν απαιτείται κάτι τέτοιο. Η ευθύνη του Δημοσίου είναι αντικειμενική. Δηλαδή αρκεί να επισυμβεί η βλάβη για να ιδρυθεί το δικαίωμα του ενδιαφερομένου και αντιστοίχως η υποχρέωση του Δημοσίου για αποζημίωση. Η αποκατάσταση της ζημίας υπολαμβάνεται ως ένα κοινό-κοινωνικό βάρος, στο οποίο οφείλουν να συνεισφέρουν όλοι κατ’ αρχήν δια του κρατικού κορβανά, δηλαδή μέσω του μηχανισμού της συνεισφοράς στα κοινά βάρη (Συντ. άρθρο 4 παρ. 5). Η τελευταία παρατήρηση όμως δεν αποκλείει τη
Σελ. 13
δυνατότητα του Δημοσίου να αναζητήσει τα καταβληθέντα από τον υπεύθυνο, όπως είναι γνωστό και θα εξεταστεί στη συνέχεια.
17. Στο σημείο αυτό αξίζει να γίνει η ακόλουθη χαρακτηριστική επισήμανση. Στη σχετική για το ζήτημα βιβλιογραφία, επισημαινόταν ευστόχως ότι η ευθύνη του ενοχικού δικαίου και η αστική ευθύνη του Δημοσίου συνιστούσαν συγγενείς θεσμούς, οι οποίοι όμως δεν ήταν απολύτως ταυτιζόμενοι. Τούτο, διότι η έννομη τάξη δεν αναγνώριζε τη δυνατότητα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του Δημοσίου σε αντίθεση προς όσα ισχύουν στις ιδιωτικού δικαίου ενοχικές σχέσεις. Σήμερα πλέον η ταύτιση αυτή ενπολλοίς επήλθε και ισχύει μετά την θέσπιση των άρθρων 94 παρ. 4 περ. τελ. & 5 του αναθεωρημένου Συντάγματος 1975/1986/2001/2008/2019 και 4 του Ν 3068/2002 που κατοχυρώνουν ρητώς και απεριφράστως σε συνταγματικό και νομοθετικό επίπεδο αντιστοίχως την αναγκαστική εκτέλεση κατά της (ιδιωτικής) περιουσίας του Δημοσίου.
Σελ. 14
Δ. Υπέχει αστική ευθύνη το δημόσιο νοσοκομείο;[Η αστική ευθύνη του δημόσιου νοσοκομείου]
18. Όπως είναι γνωστό, τα νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ. έχουν οργανωθεί από τον νομοθέτη ως ν.π.δ.δ. Τούτο σημαίνει ότι τα νοσοκομεία αυτά υπέχουν την ευθύνη που προβλέπεται για τα ν.π.δ.δ. (άρθρο 106 ΕισΝΑΚ) και τα οποία ευθύνονται με όμοιο τρόπο, όπως ακριβώς συμβαίνει για το Δημόσιο. Τούτο σημαίνει ότι οι νομικές προϋποθέσεις για την ευθύνη του δημόσιου νοσοκομείου ταυτίζονται με τις αντίστοιχες του Κράτους. Είναι ευνόητο ότι αν ο νομοθέτης υπήγαγε τα νοσοκομεία στο νομικό πρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου (π.χ. απευθείας στο Υπουργείο Υγείας) ή σε διακεκριμένο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, τα νομικά αυτά πρόσωπα, κατά περίπτωση, θα ευθύνονταν σχετικώς σύμφωνα πάντοτε με τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ. Υπογραμμίζεται ότι σε κάθε περίπτωση πρόκειται για αδικοπρακτική ευθύνη, δεδομένου ότι μεταξύ του ασθενούς και του ενλόγω δημόσιου φορέα δεν καταρτίζεται σύμβαση, όπως συμβαίνει στο ιδιωτικό δίκαιο με τον ιδιώτη γιατρό ή το ιδιωτικό νοσοκομείο.
Σελ. 15
Ε. Ποιες είναι οι νομικές προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου;[Οι προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της ευθύνης]
19. Η στοιχειοθέτηση της ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου προϋποθέτει τη συνδρομή των ακόλουθων έξι θετικών και (τη μη συνδρομή) μίας αρνητικής προϋπόθεσης. Συγκεκριμένα, απαιτείται πράξη, παράλειψη, υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας (1) οργάνου του νοσοκομείου (2) στο πλαίσιο των καθηκόντων του (3), η οποία να είναι παράνομη (4), να μην στηρίζεται σε κανόνα που έχει τεθεί χάριν του δημόσιου συμφέροντος (5), να είναι ζημιογόνα (6) και να τελεί σε πρόσφορο αιτιώδη σύνδεσμο με την παρανομία ή, κατ’ άλλη εκδοχή, τη συγκεκριμένη μορφή συμπεριφοράς (7). Αντιθέτως, δεν απαιτείται η συνδρομή υπαιτιότητας, δεδομένου ότι η ευθύνη είναι αντικειμενική. Όπως είναι ευνόητο, στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης θα θιγούν μόνον τα προβλήματα που αφορούν το υπό έρευνα ζήτημα, δεδομένου ότι τα γενικότερα θίγονται στις μονογραφίες και μελέτες που έχουν ως αντικείμενο τον θεσμό της αστικής ευθύνης του Δημοσίου. Ειδικότερα:
Σελ. 16
1. Το είδος της συμπεριφοράς
20. Οποιαδήποτε πράξη, παράλειψη (νομικής πράξης), υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας μπορεί να στοιχειοθετήσει ευθύνη, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις που τάσσει ο νόμος.
Ειδικώς όσον αφορά την ιατρική πράξη κρίσιμοι είναι οι ορισμοί που δίδει ο νομοθέτης στα άρθρα 112 του ΑΝ 1565/1939 και 1 παρ. 1 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν 3418/2005, ΕτΚ Α΄287). Σύμφωνα με την πρώτη διάταξη, πρόκειται για την πράξη εκείνη, η οποία συνιστά ή αποσκοπεί στη διάγνωση ή θεραπεία αρρώστων ή στην θεραπευτική επέμβαση ή πράξη για καλαισθητικό λόγο, όταν χρησιμοποιούνται χειρουργικά μέσα ή μηχανήματα, τα οποία με φυσικούς ή χημικούς παράγοντες μπορούν να συντελέσουν στον καθορισμό της διάγνωσης ή να ασκήσουν φυσιολογική επίδραση. Σύμφωνα με τη δεύτερη διάταξη, ιατρική είναι εκείνη η πράξη «που έχει ως σκοπό τη με οποιαδήποτε επιστημονική μέθοδο πρόληψη, διάγνωση, θεραπεία και αποκατάσταση της υγείας του ανθρώπου». Όπως επισημαίνεται σχετικώς, στην έννοια της ιατρικής πράξης εμπίπτει τόσο η επεμβατική και μη όσο και η θεραπευτική και μη πράξη.
Στην προκείμενη περίπτωση ιδιαίτερη σημασία έχουν οι υλικές ενέργειες ή οι συναφείς παραλείψεις που είναι και οι συνηθέστερες. Τέτοιες λ.χ. είναι η μη πραγματοποίηση προηγουμένως ελέγχου σε μεταγγιζόμενο αίμα για τον ιό του AIDS, η παράλειψη εξέτασης ασθενούς (ΣτΕ 2463/1998, 3457/2003) ή η πλημμελής εξέτασή του και ενγένει η διενέργεια πλημμελών ιατρικών πράξεων.
2. Προέλευση
21. Όπως επισημαίνεται σχετικώς, η συναφής ευθύνη μπορεί να προκληθεί λόγω είτε πράξεων του ιατρικού, του νοσηλευτικού ή
Σελ. 17
του λοιπού προσωπικού είτε πλημμελούς - κακής οργάνωσης της δημόσιας υπηρεσίας. Πράγματι, η πιο πάνω συμπεριφορά θα πρέπει να προέρχεται από οποιοδήποτε όργανο του νοσοκομείου, ιατρό, νοσηλευτή ή διοικητικό προσωπικό. Η σχέση που συνδέει τον απασχολούμενο με το νοσοκομείο δεν ασκεί έννομη επιρροή για τη δημιουργία της ευθύνης. Τούτο δηλαδή σημαίνει ότι το πρόσωπο αυτό μπορεί να συνδέεται με το νοσοκομείο με σχέση τόσο δημόσιου όσο και ιδιωτικού δικαίου (όργανο με ευρεία έννοια).
3. Καταλογισμός
22. Εκείνο που απαιτείται όμως είναι το συγκεκριμένο πρόσωπο να ενέργησε στο πλαίσιο των καθηκόντων του, έστω και κατά παράβαση των υπηρεσιακών οδηγιών που είχε λάβει (λ.χ. ο ειδικευόμενος ιατρός από τον ειδικευμένο). Τούτο επομένως σημαίνει ότι αφής στιγμής ο γιατρός εντάσσεται στο Ε.Σ.Υ., καταλαμβάνοντας θέση σε δημόσιο νοσοκομείο, υπάγεται σε αυτό και ως εκ τούτου αποκτά την ιδιότητα του οργάνου του. Η δε άσκηση των
Σελ. 18
ιατρικών καθηκόντων του συνιστά πτυχή ασκούμενης «δημόσιας εξουσίας». Όπως επισημαίνεται και από τη νομολογία, η σχετική συμπεριφορά θα πρέπει να συνδέεται με τα καθήκοντα του οργάνου ή ενγένει με την οργάνωση και λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας και όχι με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου ή να οφείλεται σε προσωπικό πταίσμα του οργάνου που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών καθηκόντων του (ΣτΕ 1219/2012, 1471/2008, 3045/1992, ΑΕΔ 5/1995). Έτσι π.χ. εάν ιατρός του Εθνικού Συστήματος Υγείας χειρουργήσει σε ιδιωτική κλινική, χωρίς να έχει δικαίωμα προς τούτο, δεν γεννάται ευθύνη του δημόσιου νοσοκομείου, στο οποίο ανήκει. Το αυτό συμβαίνει, προκειμένου για φερόμενη πλημμελώς εκτελεσθείσα χειρουργική επέμβαση και λήψη αμοιβής χωρίς απόδειξη από στρατιωτικό ιατρό, ο οποίος σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία επιτρέπεται να διατηρεί προσωπική πελατεία και να χειρουργεί και ιδιωτικώς. Από την άλλη πλευρά όμως, αρκεί η παροχή εκ μέρους του νοσοκομείου γενικών οδηγιών προς τον ιατρό για τον χρόνο και του όρους εργασίας του, χωρίς να απαιτείται η διατύπωση ειδικών οδηγιών, για να στοιχειοθετηθεί η εξεταζόμενη προϋπόθεση (ΔΕφΠειρ 864/2004, ΔιοικΔίκη 2006,796).
4-5. Παράνομο - Προσβολή δικαιώματος
23. Η συγκεκριμένη ενέργεια θα πρέπει να είναι παράνομη, θίγοντας συγκεκριμένα ιδιωτικά δικαιώματα, όπως λ.χ. είναι η υγεία ή άλλα στοιχεία της προσωπικότητας (λ.χ. η εμφάνιση).Δηλαδή η συγκεκριμένη συμπεριφορά δεν θα πρέπει να θεμελιώνεται σε κανόνα που έχει τεθεί αποκλειστικώς και μόνο για την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος.
Σελ. 19
24. Σύμφωνα με σχετική εύστοχη συστηματική κατάταξη που έχει επιχειρηθεί στην θεωρία, το παράνομο της ιατρικής συμπεριφοράς μπορεί να συνίσταται:
(i) στην εσφαλμένη διάγνωση της ασθένειας, υπό την έννοια είτε της μη πραγματοποίησης των αναγκαίων και κατάλληλων εξετάσεων είτε της μη ορθής εκτίμησής τους,
(ii) στην εσφαλμένη επιλογή της προσήκουσας θεραπευτικής μεθόδου,
(iii) στην πλημμελή εκτέλεση της ιατρικής πράξης,
(iv) στη μη ή (στην) πλημμελή ενημέρωση του ασθενούς, και
(v) στην πλημμελή τήρηση του ιατρικού αρχείου, από το οποίο ο ασθενής ή ο θεράπων ιατρός του θα μπορούσε να εξασφαλίσει ακριβείς και πολύτιμες για την υγεία του πρώτου πληροφορίες.
25. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, η κρίση περί του «παρανόμου» μπορεί να στηριχθεί είτε σε ιατρικό σφάλμα (Α΄) είτε στην πλημμελή οργάνωση του νοσοκομείου ως δημόσιας υπηρεσίας (Β΄).
Σελ. 20
Α΄. «Ιατρικό σφάλμα»
26. Η πλέον συνήθης περίπτωση ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου αφορά σφάλματα του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού κατά την παροχή νοσηλείας στους ασθενείς, δηλαδή πράξεις ή παραλείψεις που συνιστούν πλημμελή τήρηση των κανόνων της ιατρικής επιστήμης (state of the art) εκ μέρους του ιατρού. Στο αστικό δίκαιο της ιατρικής ευθύνης θεωρείται ότι στην έννοια του ιατρικού σφάλματος εμπεριέχεται και η υπαιτιότητα υπό την έννοια της αθέτησης της υποχρέωσης επιμέλειας του ιατρού. Στο αντίστοιχο πεδίο του δημόσιου δικαίου το ζήτημα της υπαιτιότητας είναι αδιάφορο, έστω και αν κατά κανόνα συντρέχει. Ειδικότερα, το παράνομο θεμελιώνεται στα άρθρα 105 - 106 ΕισΝΑΚ καθώς και σε ειδικότερες σχετικές διατάξεις, περί των οποίων γίνεται λόγος στη συνέχεια, εξειδικεύεται δε ως εξής:
26.1. Αθέτηση θεσμοθετημένης (ρητώς ρυθμισμένης) υποχρέωσης, λ.χ.:
(α) της υποχρεωτικής παρουσίας του ιατρού κατά την εφημερία σε συνδυασμό με την παράλειψη μετάβασης στο νοσοκομείο για την εξέταση περιστατικού που απέληξε σε θάνατο. Η παράλειψη αυτή είχε ως συνέπεια τη μη σωστή διάγνωση της πάθησης και τη μη μεταφορά της ασθενούς σε παρακείμενο, πληρέστερα εξοπλισμένο (πανεπιστημιακό) νοσηλευτικό ίδρυμα (ΣτΕ 2539/2008).