Η PERFORMANCE CLAUSE ΣΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΝΑΥΛΩΣΗΣ

Τα ειδικά χαρακτηριστικά της ταχύτητας και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 10€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 24,00 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18626
Βασιλάκου Ε.
Αθανασίου Λ.
ΣΠΟΥΔΕΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
  • Έκδοση: 2022
  • Σχήμα: 14x21
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 216
  • ISBN: 978-960-654-734-8

Το έργο «Η performance clause στη σύμβαση ναύλωσης» εξετάζει ένα διαχρονικά επίκαιρο και με σπουδαίο πρακτικό ενδιαφέρον ζήτημα στον χώρο του ναυτικού δικαίου. Διά της performance clause, ο εκναυλωτής περιγράφει τις θεμελιώδους σημασίας ιδιότητες της ταχύτητας και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης του υπό ναύλωση πλοίου. Η μελέτη αναδεικνύει τα σημαντικότερα νομικά και πραγματικά ζητήματα που εγείρονται από την εφαρμογή της εν λόγω ρήτρας επιδόσεων:

• παρουσιάζει ορισμένους κρίσιμους όρους που εντάσσονται -σχεδόν κατά κανόνα- στο περιεχόμενό της

• εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται η performance clause σε επιμέρους προδιατυπωμένα ναυλοσύμφωνα

• εξηγεί το πώς αξιολογείται η τήρησή της

• εξετάζει την κατανομή της ευθύνης στη σχέση ναυλωτή – εκναυλωτή εξ απόψεως αγγλικού και ελληνικού δικαίου σε περίπτωση παραβίασης της performance clause.

• καταγράφει τις ενστάσεις που μπορούν να επικαλεστούν οι εκναυλωτές

• αναλύει τη σχέση της ρήτρας με τους Κανόνες Χάγης-Βίσμπυ και την ιδιαίτερη περίπτωση κατά την οποία το πλοίο παρουσιάζει καλύτερες επιδόσεις σε σύγκριση με τις συμφωνηθείσες στο ναυλοσύμφωνο (overperformance).

 

Το βιβλίο αποτελεί χρήσιμο εργαλείο σε όλους τους δικηγόρους και νομικούς που έχουν ως αντικείμενο έρευνας και πρακτικής το ναυτικό δίκαιο.

Πρόλογος V

Προλογικό σημείωμα IX

Ι. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 1

ΙΙ. Η διάρθρωση της ύλης 2

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Εννοιολογική οριοθέτηση της performance clause
και η αξιολόγηση των επιδόσεων του πλοίου

Ι. Η performance clause και τα βασικά της στοιχεία 5

1. Η διαμόρφωση και η σημασία της performance clause 5

(α) Η σταδιακή διαμόρφωση της performance clause 5

(β) Η σημασία της performance clause 8

2. Σύντομη περιγραφή της performance clause 10

(α) Η μορφή και το σύνηθες περιεχόμενο
της performance clause 10

(β) Η εμφάνιση της performance clause ανά είδος ναύλωσης 12

3. Οι κρίσιμοι όροι της performance clause 14

(α) H κατά προσέγγιση περιγραφή των επιδόσεων
του πλοίου (“about”) 14

i. Το επιτρεπόμενο περιθώριο απόκλισης και τα απώτατα
όριά του 15

ii. Η σύγχρονη αντιμετώπιση 18

(β) Η «διπλή» εφαρμογή του περιθωρίου απόκλισης:
το ζήτημα του “double about” 20

(γ) Η αναφορά σε «κατά μέσο όρο» επίδοση του πλοίου
(“average”) 26

(δ) Η ισχύς της υπόσχεσης μόνο για τις περιόδους καλού
καιρού (“good weather conditions”) 29

i. Οι γενεσιουργοί λόγοι της προϋπόθεσης 29

ii. Tα συνήθη κριτήρια προσδιορισμού της έννοιας
των «καλών καιρικών συνθηκών» 31

(1) Ένταση ανέμου μη υπερβάλλουσα το επίπεδο έντασης 4
της κλίμακας Beaufort 32

(2) Συνθήκες θαλάσσης μη υπερβάλλουσες το επίπεδο
έντασης 3 της κλίμακας Douglas 34

(3) Ανυπαρξία δυσμενούς θαλάσσιου ρεύματος
(adverse current) 40

(4) Ανυπαρξία δυσμενούς αποθαλασσίας (adverse swell) 45

4. Η performance clause σε επιμέρους φόρμες
ναυλοσυμφώνων 46

(α) Ναύλωση κατά χρόνο πλοίων ξηρού φορτίου 47

i. NYPE 1946 47

ii. NYPE 1993 48

iii. NYPE 2015 49

iv. Baltime 1939 (revised 2001) 54

v. GENTIME 54

(β) Ναύλωση κατά ταξίδι πλοίων ξηρού φορτίου 55

(γ) Ναύλωση κατά χρόνο δεξαμενόπλοιων 56

i. Shelltime 4 56

ii. ExxonMobil, Time 2005 58

(δ) Ναύλωση κατά ταξίδι δεξαμενόπλοιων 58

 

II. Η αξιολόγηση της τήρησης της performance clause 60

1. Οι πηγές άντλησης στοιχείων για την αξιολόγηση
της επίδοσης του πλοίου 60

(α) Το ημερολόγιο πλοίου 61

i. «Αντικειμενικές» αδυναμίες αξιολόγησης 63

ii. «Υποκειμενικές» αδυναμίες αξιολόγησης 65

(β) Η λύση των εταιρειών routing ως αποδεικτικό μέσο 67

(γ) Η πρόβλεψη αποδεικτικών ρητρών και η αντιμετώπισή τους 68

(δ) Λοιπά αποδεικτικά στοιχεία και νέες εξελίξεις 70

i. Hindcast modeling 70

ii. Vessel Performance Analysis / Performance Monitoring 71

2. Το στάδιο υπολογισμού της επίδοσης του πλοίου 72

(α) Εντοπισμός των περιόδων καλού καιρού και επιμέρους
ζητήματα 72

i. Προσδιορισμός της ελάχιστης περιόδου καλών καιρικών
συνθηκών 73

ii. Η απουσία καλών καιρικών συνθηκών 78

iii. Τεκμήριο επίδοσης για όλη τη διάρκεια του ταξιδιού 80

(β) Η μέτρηση των επιδόσεων σε μεγάλες περιόδους
χρονοναύλωσης 82

(γ) Η μέθοδος μέτρησης της επίδοσης του πλοίου 85

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

Η παραβίαση της performance clause και ειδικότερα ζητήματα

I. Η κατανομή της ευθύνης στη σχέση ναυλωτή - εκναυλωτή 89

1. Η υποχρέωση του εκναυλωτή 89

(α) Η φύση της υποχρέωσης του εκναυλωτή 90

i. Η διάκριση των όρων στο αγγλικό δίκαιο 90

ii. Ο χαρακτηρισμός της υποχρέωσης που καθιερώνει
η performance clause 94

(β) Η έκταση και η διάρκεια της υποχρέωσης 96

i. Η θεμελίωση στιγμιαίας υποχρέωσης (capability warranty) 98

ii. Η θεμελίωση διαρκούς υποχρέωσης (continuing warranty) 103

(γ) Η υποχρέωση του εκναυλωτή στην κατά ταξίδι ναύλωση 105

(δ) Η επιρροή της φράσης “without guarantee” στην εμβέλεια
της υποχρέωσης 107

(ε) Η σχέση της υποχρέωσης εκ της performance clause
με την υποχρέωση αξιοπλοΐας 108

2. Τα δικαιώματα του ναυλωτή 111

(α) Δικαίωμα αποζημίωσης 112

i) Ο προσδιορισμός της ζημίας επί παραβίασης διαρκούς
υποχρέωσης 113

ii) Ο προσδιορισμός της ζημίας επί παραβίασης στιγμιαίας
υποχρέωσης 114

(β) Το δικαίωμα σε μείωση του ναύλου και οι προϋποθέσεις
άσκησής του 115

(γ) Η παραβίαση της performance clause ως λόγος
καταγγελίας 120

(δ) Εναλλακτικές δυνατότητες των ναυλωτών σε περιπτώσεις
χαμηλής επίδοσης 123

i. Ευθύνη για εσφαλμένη περιγραφή του πλοίου 123

ii. Υποχρέωση διατήρησης του πλοίου σε κατάλληλη
κατάσταση 125

iii. Ρήτρα off-hire 128

3. Η κατανομή της ευθύνης υπό το πρίσμα του ελληνικού
δικαίου 130

(α) Η υποχρέωση του εκναυλωτή στον ΚΙΝΔ 130

(β) Τα δικαιώματα του ναυλωτή 136

i. Δικαίωμα αποζημίωσης 136

ii. Καταβολή μειωμένου ναύλου 139

iii. Δικαίωμα καταγγελίας 144

ΙΙ. Ειδικότερα ζητήματα κατά την εξέταση
των performance claims 148

1. Εξαιρετέες περίοδοι 148

(α) Σύμφωνα με τις οδηγίες των ναυλωτών 149

(β) Με αφορμή τις οδηγίες των ναυλωτών 151

i. Hull fouling 151

ii. Μείωση ταχύτητας για λόγους ασφάλειας
της ναυσιπλοΐας 153

(γ) Για κάποιον άλλο ουσιώδη λόγο 155

i. Ζώνες πειρατείας 155

ii. Παροχή αρωγής 157

iii. Επιλογή καυσίμου χαμηλής ποιότητας 157

2. Η σχέση με τους Κανόνες Χάγης-Βίσμπυ 158

3. Ζητήματα παραγραφής 163

(α) Αγγλικό δίκαιο 163

(β) Ελληνικό δίκαιο 168

4. Η αντίστροφη όψη του νομίσματος: οverperformance
του πλοίου 169

(α) Η καλύτερη επίδοση ως ένσταση 170

i. Υψηλότερη ταχύτητα 171

ii. Χαμηλότερη κατανάλωση πετρελαίου κίνησης 172

(β) Η καλύτερη επίδοση ως αντικείμενο δίκης 175

Επίλογος 181

Βιβλιογραφία 185

Αλφαβητικό Ευρετήριο 193

Σελ. 1

Ι. Εισαγωγικές παρατηρήσεις

1Στο πλαίσιο εκτέλεσης της σύμβασης ναύλωσης, αμφότερα τα μέρη εξοπλίζονται με επιμέρους δικαιώματα, βαρύνονται δε και με επιμέρους υποχρεώσεις. Ελλείψει κανόνων αναγκαστικού δικαίου, το ναυλοσύμφωνο συνιστά τη χάρτα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών. Ο κύκλος υποχρεώσεων είναι ιδιαίτερα ευρύς, περιλαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, και την ορθή περιγραφή του πλοίου κατά τη σύναψη του ναυλοσυμφώνου. Με άλλα λόγια, ο εκναυλωτής καλείται να παρουσιάσει στον αντισυμβαλλόμενο ναυλωτή τα κύρια χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες του αντικειμένου της σύμβασης ναύλωσης, την ύπαρξη των οποίων συνήθως εγγυάται. Μεταξύ των χαρακτηριστικών του πλοίου που περιγράφονται από το ναυλωτή ευρίσκονται και οι ιδιότητες της ταχύτητας και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης.

2Στην πλειονότητα των περιπτώσεων ο εκναυλωτής υπόσχεται στους όρους του ναυλοσυμφώνου ότι το πλοίο διαθέτει την ικανότητα να εκτελέσει τους πλόες, τηρώντας μία συγκεκριμένη ταχύτητα και κατανάλωση πετρελαίου κίνησης. Ωστόσο, πολλές φορές αποδεικνύεται σε ύστερο χρόνο, δηλαδή αφότου η σύμβαση έχει συναφθεί και τα χαρακτηριστικά έχουν περιγραφεί, ότι το ταξίδι εκτελέστηκε κατά παράβαση της δοθείσας υπόσχεσης. Με άλλα λόγια, είτε κατά τη διάρκεια, είτε κατόπιν ολοκλήρωσης του πλου, ο ναυλωτής αντιλαμβάνεται ότι το πλοίο δεν διαθέτει τις υποσχεθείσες επιδόσεις, καθώς οι συμφωνημένοι πλόες εκτελέστηκαν με μειωμένη ταχύτητα ή/ και με αυξημένη κατανάλωση καυσίμου.

  1. 3

Κατ’ αποτέλεσμα, ο ναυλωτής διακρίνοντας τη μη συμμόρφωση του εκναυλωτή στους όρους του ναυλοσυμφώνου, εύλογα επιδιώκει την έννομη προστασία των συμφερόντων του, αξιοποιώντας

Σελ.2

τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στο πρόσωπό του δυνάμει της σύμβασης ναύλωσης. Είναι σαφές ότι προκειμένου ο ναυλωτής να θεμελιώσει οποιαδήποτε αξίωση, οφείλει σε πρότερο επίπεδο να ανατρέξει στις προβλέψεις της σύμβασης που αφορούν τις επιδόσεις του πλοίου, προκειμένου να εξετάσει και να σταθμίσει τις δυνατότητες που έχει. Τέτοιοι όροι ευρίσκονται κατά κανόνα, είτε στο προοίμιο του ναυλοσυμφώνου, είτε σε κάποια ειδικότερη ρήτρα αυτού, γνωστή στη ναυτιλιακή πρακτική και ως performance clause/ ρήτρα επιδόσεων. Εφόσον, λοιπόν, ο ναυλωτής επικαλεστεί και αποδείξει την παραβίαση των όρων της performance clause, δύναται εν συνεχεία να εγείρει και τις αντίστοιχες αξιώσεις, τα λεγόμενα underperformance claims.

4Η περιγραφή της σχετικής με την ταχύτητα και κατανάλωση πετρελαίου κίνησης ρήτρας, των βασικών στοιχείων και των κρίσιμων όρων της, οι συνέπειες παραβίασής της και η νομική αντιμετώπιση τυχόν εγερθέντων αξιώσεων, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας μελέτης.

ΙΙ. Η διάρθρωση της ύλης

5Η παρούσα μελέτη δομείται σε δύο μέρη:

- Το πρώτο μέρος εστιάζει στην εννοιολογική οριοθέτηση της σχετικής με την ταχύτητα και κατανάλωση πετρελαίου κίνησης ρήτρας. Αρχικά, παρουσιάζεται η διαμόρφωση της ρήτρας επιδόσεων και η σημασία που λαμβάνει στη σύμβαση ναύλωσης. Εν συνεχεία, πραγματοποιείται μία σύντομη περιγραφή της ρήτρας και του τρόπου με τον οποίο αυτή εμφανίζεται, ενώ εν συνεχεία παρουσιάζονται ορισμένοι κρίσιμοι όροι που εντάσσονται -σχεδόν κατά κανόνα- στο περιεχόμενό της. Παράλληλα, τελείται μία συνοπτική και ενδεικτική παρουσίαση ορισμένων performance clauses, όπως εμφανίζονται σε επιμέρους προδιατυπωμένα ναυλοσύμφωνα. Τέλος, εξηγείται ο τρόπος αξιολόγησης των επιδόσεων του πλοίου, δυνάμει της οποίας θα εκτιμηθεί αν τηρήθηκε η ρήτρα.

Σελ. 3

- Το δεύτερο μέρος της μελέτης επικεντρώνεται στην προβληματική της παραβίασης της performance clause και σε ορισμένα ειδικότερα ζητήματα που προκύπτουν κατά την έγερση των underperformance claims. Αρχικά, εξηγείται η κατανομή της ευθύνης στη σχέση ναυλωτή – εκναυλωτή εξ απόψεως αγγλικού δικαίου, ενώ εν συνεχεία παρουσιάζονται ορισμένες σκέψεις σχετικά με την πιθανή αντιμετώπιση που θα είχε ένα underperformance claim στην περίπτωση που έχει επιλεγεί ως εφαρμοστέο δίκαιο το ελληνικό. Τέλος, παρατίθενται ορισμένα ειδικότερα ζητήματα, μεταξύ άλλων, οι ενστάσεις που δύνανται να επικαλεστούν οι εκναυλωτές, η σχέση της ρήτρας με τους Κανόνες Χάγης-Βίσμπυ και η ιδιαίτερη περίπτωση κατά την οποία το πλοίο παρουσιάζει καλύτερες επιδόσεις εν συγκρίσει με τις συμφωνηθείσες στο ναυλοσύμφωνο (overperformance). Καταληκτικά, ακολουθούν ορισμένες συμπερασματικές σκέψεις που επισημαίνουν τα βασικότερα σημεία της παρούσας μελέτης.

Σελ. 5

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Εννοιολογική οριοθέτηση της performance clause και η αξιολόγηση των επιδόσεων του πλοίου

Ι. Η performance clause και τα βασικά της στοιχεία

1. Η διαμόρφωση και η σημασία της performance clause

(α) Η σταδιακή διαμόρφωση της performance clause

6Η ταχύτητα και η κατανάλωση πετρελαίου κίνησης συγκαταλέγονται στα βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά του πλοίου. Πρόκειται για αντικειμενικά σημαντικές ιδιότητες, οι οποίες μαρτυρούν τη δυνητική αποδοτικότητα του πλοίου και βοηθούν τον υποψήφιο ναυλωτή να υπολογίσει το πλήθος των πλόων που μπορούν να πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια της ναύλωσης και τα έξοδα που θα χρειαστεί να καλυφθούν για τον εφοδιασμό του πλοίου.

7Παρά τη διαχρονική σημασία των εν λόγω χαρακτηριστικών, η ναυτιλιακή πρακτική και συγκεκριμένα οι ναυλωτές άρχισαν να δίδουν τη δέουσα προσοχή στην ταχύτητα και την κατανάλωση πετρελαίου κίνησης από τη δεκαετία του 1970 και εφεξής. Αφορμή υπήρξαν οι δύο πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970, κατά τη διάρκεια των οποίων η τιμή καύσιμου πετρελαίου υπερτετραπλασιάστηκε: το 1970 η τιμή του πετρελαίου ανά μετρικό τόνο ανερχόταν

Σελ. 6

στα 18 δολάρια ΗΠΑ. Κατά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση, το 1973, η τιμή του ανήλθε στα 70 δολάρια ΗΠΑ, ενώ κατά τη δεύτερη, το 1979, η τιμή του ξεπέρασε τα 100 δολάρια ΗΠΑ ανά μετρικό τόνο. To 2012, η τιμή του IFO 380 κυμαινόταν περίπου στα 750 δολάρια ΗΠΑ, το 2020 περίπου στα 300 δολάρια ΗΠΑ, ενώ η κατά μέσο όρο τιμή για το 2021 ανέρχεται στα 415 δολάρια ΗΠΑ. Σταδιακά, λοιπόν, το πετρέλαιο κίνησης κατέστη το υψηλότερο λειτουργικό κόστος του πλοίου και το βασικό έξοδο του ναυλωτή, μαζί φυσικά με το ναύλο. Κατ’ αποτέλεσμα, οι ναυλωτές εύλογα άρχισαν να εστιάζουν όλο και περισσότερο στην τήρηση της συμφωνηθείσας κατανάλωσης καυσίμου. Για την ακρίβεια, παρατηρήθηκε η όλο και πιο συχνή προσπάθεια των ναυλωτών να αντιληφθούν, να μετρήσουν και μετέπειτα να αποδείξουν, ποια είναι η πραγματική κατανάλωση του πλοίου, κι εάν αυτή συνάδει με τη συμφωνημένη στο ναυλοσύμφωνο.

8Κατ’ αντίστοιχο τρόπο, η σημασία του χαρακτηριστικού της ταχύτητας σταδιακά αναβαθμίστηκε, με τους ναυλωτές να στρέφουν το ενδιαφέρον τους στην ύπαρξη μίας ακριβούς περιγραφής της στους όρους του ναυλοσυμφώνου. Αναλυτικότερα, ιδίως σε περιόδους οικονομικής ύφεσης στον κλάδο της ναυτιλίας, τα εμπλεκόμενα μέρη και κυρίως οι ναυλωτές, επιδιώκουν τη σύναψη της πιο

Σελ. 7

ωφέλιμης -για τα συμφέροντά τους- σύμβασης ναύλωσης και την μετέπειτα εκμετάλλευση του ναυλωθέντος πλοίου στο έπακρον. Ο ναυλωτής αναζητά προς τούτο τη βέλτιστη αναλογία μεταξύ του καταβληθέντος ναύλου και των πλόων που προσδοκάται να εκτελεστούν κατά το χρονικό διάστημα που το πλοίο θα είναι ναυλωμένο. Εάν το πλοίο δεν διαθέτει την ταχύτητα που έχει συμφωνηθεί, οι πλόες διαρκούν περισσότερο από το αναμενόμενο, με αποτέλεσμα ο ναυλωτής να αδυνατεί να τελέσει τα ταξίδια που έχει προϋπολογίσει, αφού ο χρόνος τρέχει εις βάρος του ή εναλλακτικά, προκειμένου να τα ολοκληρώσει, θα χρειαστεί να επιμηκύνει το χρονικό διάστημα της ναύλωσης, καταβάλλοντας επιπλέον ναύλο. Επομένως, δικαιολογείται καταφανώς η απαίτηση του ναυλωτή σε συμμόρφωση του αντισυμβαλλόμενου εκναυλωτή στις δοθείσες υποσχέσεις, μεταξύ άλλων, και της αφορώσας την ταχύτητα του πλοίου υπόσχεσης.

9Συνεπώς, επ’ αφορμή ορισμένων οικονομικών συγκυριών οι οποίες εξώθησαν τα συμβαλλόμενα μέρη και ιδίως τους ναυλωτές στην εκμετάλλευση του πλοίου στο μέγιστο δυνατό βαθμό, αναγνωρίστηκε η ιδιαίτερη σημασία των χαρακτηριστικών της ταχύτητας και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης. Η ναυτιλιακή πρακτική δεν αρκούνταν πλέον σε μία απλή αναφορά τους στο ναυλοσύμφωνο, τουναντίον, διάνθισε σταδιακά το περιεχόμενό του, προσδιορίζοντας ειδικότερα την έννοια της ταχύτητας και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης και θέτοντας συγκεκριμένες προϋποθέσεις υπό τις οποίες η περιγραφή τους μετατρέπεται πλέον σε υπόσχεση για την ύπαρξή τους. Το ενδεχόμενο απόκλισης μεταξύ πραγματικής και υποσχεθείσας επίδοσης του πλοίου απέκτησε νομική σημασία, συνιστώντας παραβίαση ενός συμβατικού όρου του ναυλοσυμφώνου, της performance clause.

Σελ. 8

(β) Η σημασία της performance clause

10Η νομική και εμπορική σημασία της ρήτρας επιδόσεων, του περιεχομένου της και των συνεπειών παραβίασής της είναι πλέον αδιαμφισβήτητη. Ήδη από τη δεκαετία του 1980 τα δικαστήρια κλήθηκαν να κρίνουν επιμέρους ζητήματα σχετικά με την ερμηνεία και τη λειτουργία της ρήτρας επιδόσεων του πλοίου, διαμορφώνοντας έτσι ορισμένες βασικές αρχές, οι οποίες διατηρούν έως και σήμερα την ισχύ τους. Ωστόσο, το νομικό ενδιαφέρον δεν μπορεί παρά να μένει ενεργό, καθώς εξακολουθούν να διακρίνονται «γκρίζες ζώνες» και αχαρτογράφητα ζητήματα γύρω από την performance clause, απασχολώντας νομικούς, δικαστές, όπως και τα ίδια τα συμβαλλόμενα μέρη.

11Πέραν, όμως, της νομικής σημασίας που αποδίδεται, η τήρηση ή μη της performance clause έχει επιπλέον και μία ιδιαίτερη εμπορική σημασία για τα συμβαλλόμενα στη σύμβαση ναύλωσης μέρη. Όσον αφορά τη σφαίρα συμφερόντων του ναυλωτή, όπως ήδη σημειώθηκε, ο τελευταίος βασίζει το σχέδιο εκμετάλλευσης του πλοίου και συνεκτιμά κατά τον προϋπολογισμό του όλα τα στοιχεία που περιγράφονται στην performance clause. Τυχόν παραβίασή της, συνεπάγεται την οικονομική ζημία του ναυλωτή, ο οποίος, είτε δεν θα καταφέρει να πραγματοποιήσει τον αριθμό πλόων που είχε υπολογίσει εντός των χρονικών ορίων που ορίζει η σύμβαση, είτε θα επιβαρυνθεί με περισσότερα έξοδα για το πλοίο.

12Όσον αφορά τον εκναυλωτή, η κατάφαση παραβίασης των υποχρεώσεων που ανέλαβε δια της performance clause μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τον κύκλο συμφερόντων του με διττό τρόπο. Η έγερση αξιώσεων εκ μέρους του ναυλωτή και συγκεκριμένα η έγερση ενός underperformance claim, προμηνύει τη διάρρηξη της υπάρχουσας συμβατικής σχέσης, ιδίως στην περίπτωση που η διαφορά επιλυθεί δια της δικαστικής οδού· η οικονομική ζημία συνεπεία της παύσης μίας εμπορικής συνεργασίας είναι προφανής, διαταράσσοντας τον κύκλο συμφερόντων του εκναυλωτή, ιδιαίτερα

Σελ. 9

σε περιόδους που ο ναυτιλιακός κύκλος βρίσκεται σε στάδιο ύφεσης. Περαιτέρω, η παραβίαση της performance clause και η μετέπειτα έγερση των σχετικών αξιώσεων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη φήμη του εκναυλωτή, αφ’ ης στιγμής γίνει γνωστή στον οικείο επιχειρηματικό κύκλο, μειώνοντας κατ’ αποτέλεσμα τη διαπραγματευτική του ισχύ.

13Έτι περαιτέρω, η σημασία τήρησης των σχετικών με την ταχύτητα και κατανάλωση πετρελαίου κίνησης όρων αντανακλάται στην αυξημένη συχνότητα έγερσης αξιώσεων σχετικών με την παραβίαση της performance clause, ιδίως ενώπιον διαιτητικών δικαστηρίων, όπως και στην πρακτική του slow steaming, η οποία ακολουθείται μέχρι και σήμερα. Μάλιστα, η τήρηση της ρήτρας επιδόσεων αναμένεται να αναχθεί σε προτεραιότητα ύψιστης σημασίας λόγω του ισχυρού αντικτύπου που προβλέπεται να έχει στις τιμές των καυσίμων σε βάθος χρόνου η εφαρμογή του Κανονισμού του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ/ΙΜΟ) για τη χρήση από τα πλοία καυσίμων μειωμένης περιεκτικότητας σε θείο (0,5%), γνωστός ως “ΙΜΟ 2020” .

Σελ. 10

2. Σύντομη περιγραφή της performance clause

(α) Η μορφή και το σύνηθες περιεχόμενο της performance clause

14Οι αναφορές στα χαρακτηριστικά της ταχύτητας και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης ευρίσκονται, κατά το συνήθως συμβαίνον, είτε στο ανακεφαλαιωτικό μήνυμα (“recapitulation message”),

Σελ. 11

είτε στο προοίμιο, είτε σε κάποια αυτοτελή ρήτρα του ναυλοσυμφώνου. Ο εκναυλωτής δεσμεύεται ότι το πλοίο έχει την ικανότητα, δηλαδή, διαθέτει την τεχνική δυνατότητα, να εκτελέσει τους πλόες με μία συγκεκριμένη ταχύτητα και κατανάλωση πετρελαίου κίνησης, δεδομένων -συνήθως- κάποιων καιρικών συνθηκών. Στην «κλασική» της εκδοχή, η performance clause έχει συνήθως την εξής διατύπωση:

“... vessel capable of steaming about... knots, fully laden, in good weather conditions up to and including maximum Force... on the Beaufort wind scale, on a consumption of about... tons of...”.

15Η εξέταση των επιμέρους διαθέσιμων προδιατυπωμένων ναυλοσυμφώνων καταδεικνύει ότι στην πράξη διακρίνεται ένα μοτίβο στον τρόπο διατύπωσης της performance clause, η οποία θα καθιερώνει κατά κανόνα τη δέσμευση του εκναυλωτή για τις επιδόσεις που έχει το πλοίο ως προς τα χαρακτηριστικά της ταχύτητας ή/ και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης, υπό συγκεκριμένες καιρικές συνθήκες. Ωστόσο, τα συμβαλλόμενα μέρη, δυνάμει της συμβατικής ελευθερίας που διακρίνει τη σύμβαση ναύλωσης, έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν το περιεχόμενο της ρήτρας με όποιον τρόπο επιθυμούν. Ενδεικτικά, δεν αποκλείεται να ορίζεται διαφορετική ταχύτητα για τις περιόδους κατά τις οποίες το πλοίο θα είναι έμφορτο (laden) και διαφορετική για τις περιόδους κατά τις οποίες θα είναι άφορτο (ballast) ή να αναφέρεται διαφορετική κατανάλωση καυσίμου για κάθε κατηγορία μηχανής που διαθέτει

Σελ. 12

το πλοίο. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο τα μέρη δύνανται να διανθίσουν τους όρους του ναυλοσυμφώνου, μεταβάλλοντας έτσι τη φύση της υποχρέωσης του εκναυλωτή, την έκταση και τη διάρκεια αυτής, την ακρίβεια της υπόσχεσης, τον τρόπο αξιολόγησης των επιδόσεων, ή ακόμη και τα δικαιώματα του ναυλωτή σε περίπτωση παραβίασής της.

16Συνεπώς, δεν υπάρχει κάποιο ελάχιστο αναγκαίο περιεχόμενο, προκειμένου ένας όρος της σύμβασης ναύλωσης να χαρακτηριστεί ως performance clause, με εξαίρεση φυσικά την ύπαρξη αναφορών είτε στο χαρακτηριστικό της ταχύτητας, είτε σε αυτό της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης, που συνιστούν άλλωστε και το αντικείμενο ρύθμισης του όρου. Παρόλα αυτά, όπως αναδεικνύεται και από τις παρακάτω αναλύσεις, δεν πρέπει να λησμονείται ότι η προσθήκη ή η αφαίρεση μόλις λίγων λέξεων μπορεί να μεταβάλλει το περιεχόμενο και τον τρόπο αντιμετώπισης, όχι μόνο της performance clause αυτής καθαυτής, αλλά και των μετέπειτα εγερθέντων underperformance claims.

(β) Η εμφάνιση της performance clause ανά είδος ναύλωσης

17Η περιγραφή της ταχύτητας ή/ και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης του πλοίου συναντάται σχεδόν κατά πάγια πρακτική στις

Σελ. 13

συμβάσεις χρονοναύλωσης. Η εν λόγω διαπίστωση επιβεβαιώνεται πανηγυρικά κατόπιν εξέτασης του διαθέσιμου νομολογιακού προηγούμενου των αγγλικών πολιτειακών και διαιτητικών δικαστηρίων, ενώπιον των οποίων φέρονται προς κρίση κατά κανόνα ρήτρες επιδόσεων χρονοναυλοσυμφώνων. Αντιθέτως, στη σύμβαση ναύλωσης κατά ταξίδι η παρουσία τέτοιων όρων είναι αρκετά σπάνια, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται νομικά η δυνατότητα πρόβλεψής τους. Όσον αφορά την πρόβλεψη όρων περιγραφικών της ταχύτητας ή/ και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης σε υβριδικές μορφές ναύλωσης (λ.χ. σε μία χρονοναύλωση για ορισμένο ή ορισμένα ταξίδια - time charterparty trip), η θεωρία δεν φαίνεται να αποκλείει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ωστόσο, υποστηρίζεται ότι η ύπαρξη τέτοιων προβλέψεων θα έχει μεγαλύτερη πρακτική σημασία όταν στην υβριδική αυτή μορφή θα υπερισχύουν τα χαρακτηριστικά ναυλοσυμφώνου κατά χρόνο.

Συνεπώς, οι κάτωθι αναλύσεις εστιάζουν περισσότερο -σχεδόν αναπόφευκτα- στη λειτουργία των performance clauses στη σύμβαση χρονοναύλωσης. Ωστόσο, όπου κρίνεται αναγκαίο, τελούνται

Σελ. 14

οι απαραίτητες συμπληρωματικές αναφορές στη σύμβαση ναύλωσης κατά ταξίδι.

3. Οι κρίσιμοι όροι της performance clause

(α) H κατά προσέγγιση περιγραφή των επιδόσεωντου πλοίου (“about”)

18Κατόπιν ανάγνωσης και εξέτασης των διαθέσιμων προδιατυπωμένων ναυλοσυμφώνων, παρατηρείται ότι αποτελεί κοινό τόπο στη διατύπωση των performance clauses η περιγραφή της ταχύτητας ή/ και της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης του πλοίου να τελείται κατά προσέγγιση, δια της χρήσης της λέξης “about” (λ.χ. «... περίπου 12 κόμβοι με κατανάλωση πετρελαίου κίνησης 25 μετρικών τόνων IFO 380 ανά ώρα... »). Συνεπώς, η κατά προσέγγιση περιγραφή αφήνει να εννοηθεί στον αναγνώστη της ρήτρας ότι καθιερώνεται κάποιο περιθώριο απόκλισης, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζονται επακριβώς το επιτρεπόμενο περιθώριο απόκλισης και τα απώτατα όριά του.

19Είναι σαφές ότι στις περιπτώσεις που η σύμβαση ναύλωσης εξελιχθεί ομαλώς, η παράλειψη ειδικότερου προσδιορισμού του περιθωρίου απόκλισης δεν γεννά στην πράξη κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα. Ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονείται το ενδεχόμενο ανώμαλης εξέλιξης της σύμβασης ναύλωσης, κατά το οποίο είναι -σχεδόν νομοτελειακά- βέβαιο ότι ο ερμηνευτής του δικαίου θα κληθεί να οριοθετήσει το επιτρεπόμενο περιθώριο απόκλισης που καθιερώνει η κατά προσέγγιση περιγραφή των επιδόσεων του πλοίου. Εξ αυτού του λόγου, οι παρακάτω αναλύσεις σκοπό έχουν να αναδείξουν

Σελ. 15

τις διαθέσιμες λύσεις επί της εν λόγω προβληματικής, όπως έχουν διαμορφωθεί σε βάθος χρόνου από τη θεωρία και τη νομολογία.

i. Το επιτρεπόμενο περιθώριο απόκλισης και τα απώτατα όριά του

20Όπως αναφέρθηκε εισαγωγικά, η πρακτική αρέσκεται στην κατά προσέγγιση περιγραφή των χαρακτηριστικών του πλοίου, δίχως ωστόσο να καθορίζονται ειδικότερα τα επιτρεπόμενα όρια ανοχής. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, τα αγγλικά δικαστήρια ήρθαν αντιμέτωπα με τη χρήση τέτοιων λέξεων και φράσεων στο σώμα των ναυλοσυμφώνων, οι οποίες έχρηζαν ανάγκης ειδικότερου προσδιορισμού.

Back to Top