Η ΔΙΑΙΡΕΜΕΝΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ
Κατ’ άρθρον ερμηνεία – Nομολογία – Υποδείγματα
- Έκδοση: 2021
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 264
- ISBN: 978-960-654-431-6
- ISBN: 978-960-654-431-6
- Black friday εκδόσεις: 10%
Το σύγγραμμα «Η διαιρεμένη ιδιοκτησία» έχει ως κύριο αντικείμενό του το δίκαιο της οριζόντιας και κάθετης ιδιοκτησίας, το οποίο παρουσιάζεται όπως αυτό διαμορφώνεται από τη σχετική νομοθεσία, από την ερμηνεία αυτής στη θεωρία και από την εξαντλητική επισκόπηση και ανάλυση της νομολογίας. Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζει ζητήματα που αφορούν στη σύσταση, τροποποίηση και λύση της συνιδιοκτησίας, τη ρύθμιση των σχέσεων των συνιδιοκτητών, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, τα κοινής χρήσεως πράγματα, καθώς και ειδικά θέματα της διαιρεμένης ιδιοκτησίας, ενώ σημαντικό μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στην ειδικότερη προβληματική της βραχυχρόνιας μίσθωσης μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας στην οροφοκτησία και στα ζητήματα που δημιουργεί στους λοιπούς συνιδιοκτήτες και στις σχέσεις με αυτούς. Το βιβλίο περιλαμβάνει επίσης χρήσιμα υποδείγματα όρων κανονισμών συνιδιοκτητών κτιρίων και συγκροτημάτων, καθώς και σχετικών δικογράφων. Δεδομένου ότι η διαιρεμένη ιδιοκτησία, και ιδιαίτερα η ιδιοκτησία κατ’ ορόφους, είναι και θα παραμείνει ένα πάντα επίκαιρο ζήτημα στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον, το έργο αποτελεί ένα χρήσιμο νομικό εργαλείο τόσο επιστημονικά και νομολογιακά, όσο και δικονομικά και πρακτικά, φιλοδοξώντας να καλύψει κάθε ζήτημα σχετικό με τον θεσμό της διαιρεμένης ιδιοκτησίας στη θεωρία και στην πράξη.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ | Σελ. VII |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι | |
Η νομοθετική ρύθμιση - Οι έννοιες - Το περιεχόμενο | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 1 |
Α. Το νομικό πλαίσιο | |
1. Οι γενικές διατάξεις και η ειδική νομοθεσία | Σελ. 1 |
2. Ο χαρακτήρας των διατάξεων και η ισχύς τους | Σελ. 2 |
Β. Η έννοια και οι μορφές της διαιρεμένης ιδιοκτησίας | |
1. Η οριζόντια ιδιοκτησία | Σελ. 3 |
α. Χωριστή κυριότητα σε όροφο ή διαμέρισμα | Σελ. 4 |
i. Έννοια ορόφου και διαμερίσματος | Σελ. 4 |
ii. Ιδιοκτησία επί ανοικτού χώρου - σύσταση επί μέλλουσας οικοδομής | Σελ. 5 |
β. Χρησικτησία | Σελ. 5 |
γ. Τα κοινόχρηστα μέρη | Σελ. 6 |
i Το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης | Σελ. 6 |
ii. Η αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης | Σελ. 6 |
iii. Ο χαρακτήρας δουλείας | Σελ. 6 |
2. Η κάθετη ιδιοκτησία | Σελ. 7 |
α. Σύσταση επί περισσοτέρων οικοδομημάτων | Σελ. 8 |
β. Ανέγερση οικοδομής και προϋποθέσεις | Σελ. 8 |
γ. Κατασκευές προϋφιστάμενες της σύστασης | Σελ. 9 |
δ. Υποχρεώσεις και περιορισμοί | Σελ. 9 |
ε. Γνήσια και μη γνήσια κάθετη συνιδιοκτησία | Σελ. 9 |
3. Η σχέση τους και οι διαφορές | Σελ. 10 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ | |
Η σύσταση | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 11 |
Α. Προϋποθέσεις σύστασης | Σελ. 13 |
1. Πλήρης ή ψιλή κυριότητα | Σελ. 14 |
2. Ενιαίο ακίνητο | Σελ. 14 |
3. Αντικείμενο της οροφοκτησίας | Σελ. 14 |
α. Έννοια του ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου | Σελ. 15 |
β. Ανοικτός χώρος - ακάλυπτο οικόπεδο | Σελ. 15 |
γ. Ενυπόθηκο ακίνητο | Σελ. 15 |
δ. Πολεοδομική νομοθεσία | Σελ. 16 |
4. Διαιρεμένες ιδιοκτησίες | Σελ. 16 |
α. Σαφής προσδιορισμός των συνιστάμενων ιδιοκτησιών | Σελ. 16 |
β. Περαιτέρω διαίρεση | Σελ. 16 |
Β. Περιεχόμενο της σύστασης | |
1. Χωριστή κυριότητα - καθορισμός ποσοστού συγκυριότητας | Σελ. 17 |
2. Επί συστήματος αντιπαροχής | Σελ. 17 |
Γ. Τρόποι σύστασης και τύπος | Σελ. 18 |
1. Δικαιοπρακτική μονομερής σύσταση | Σελ. 19 |
α. Μονομερής δικαιοπραξία εν ζωή | Σελ. 19 |
β. Δωρεά αιτία θανάτου | Σελ. 19 |
γ. Σύσταση με διάταξη τελευταίας βούλησης (αιτία θανάτου) | Σελ. 20 |
i. Διαθήκη και περισσότεροι συγκύριοι | Σελ. 20 |
ii. Ασαφής διάταξη τελευταίας βούλησης | Σελ. 20 |
iii. Δυνατότητα ματαίωσης της εκ διαθήκης σύστασης | Σελ. 21 |
2. Συμβατική σύσταση | Σελ. 21 |
α. Με σύμπραξη όλων των συγκυρίων | Σελ. 21 |
β. Με διανομή ή άνευ | Σελ. 21 |
γ. Σύμβαση αγοραπωλησίας χωριστής ιδιοκτησίας | Σελ. 22 |
δ. Επί συστήματος αντιπαροχής | Σελ. 22 |
ε. Οροφοκτησία κατά το εθιμικό δίκαιο των Κυκλάδων | Σελ. 23 |
3. Δικαστική σύσταση με απόφαση διανομής του αρ. 480Α ΚΠολΔ | Σελ. 24 |
α. Αυτούσια διανομή | Σελ. 24 |
i. Προϋποθέσεις | Σελ. 26 |
ii. Επί ακάλυπτου οικοπέδου | Σελ. 27 |
iii. Επί διατηρητέου | Σελ. 28 |
iv. Αγωγή - αίτημα διανομής | Σελ. 28 |
v. Ομοδικία | Σελ. 28 |
vi. Απονεμητική κατανομή | Σελ. 29 |
β. Σύσταση από τους συγκυρίους του 65% | Σελ. 29 |
i. Προϋποθέσεις | Σελ. 29 |
ii. Προδικασία | Σελ. 29 |
iii. Η δικαστική άδεια και η επέλευση της οροφοκτησίας | Σελ. 30 |
γ. Χρησικτησία | Σελ. 30 |
δ. Αναγκαστική απαλλοτρίωση και πλειστηριασμός | Σελ. 30 |
Δ. Η σύσταση της κάθετης ιδιοκτησίας | |
1. Τρόποι και προϋποθέσεις | Σελ. 31 |
2. Συγκυριότητα κατ’ ανάλογη μερίδα | Σελ. 31 |
3. Δικαιώματα και υποχρεώσεις | Σελ. 31 |
4. Εξαίρεση τμημάτων ή λωρίδων | Σελ. 32 |
Ε. Τροποποίηση της οροφοκτησίας | |
1. Ομόφωνη απόφαση των συνιδιοκτητών | Σελ. 32 |
2. Τρόποι και τύπος | Σελ. 32 |
3. Τροποποίηση από την πλειοψηφία | Σελ. 32 |
4. Περιορισμοί | Σελ. 32 |
5. Εξαναγκασμός σύμπραξης σε τροποποίηση | Σελ. 33 |
6. Καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως | Σελ. 34 |
7. Δυνατότητα μονομερούς τροποποίησης επί αυθαιρεσιών | Σελ. 34 |
ΣΤ. Υπόδειγμα- Συμβολαιογραφική πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας | Σελ. 36 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ | |
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συνιδιοκτητών | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 41 |
Α. Καθορισμός των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των ιδιοκτητών | Σελ. 43 |
1. Χωρίς κανονισμό οροφοκτησίας | Σελ. 44 |
α. Όροι εκ του νόμου | Σελ. 44 |
β. Δικαιώματα και περιορισμοί | Σελ. 44 |
i. Aπόλυτο δικαίωμα χρήσης | Σελ. 44 |
ii. Μη παρακώληση της χρήσης των λοιπών συνιδιοκτητών και μη μείωση της ασφάλειας της οικοδομής | Σελ. 44 |
2. Με τη σύνταξη κανονισμού οροφοκτησίας | Σελ. 45 |
Β. Δικαιώματα και υποχρεώσεις ως προς την αυτοτελή ιδιοκτησία εκάστου ιδιοκτήτη | |
1. Απόλυτο δικαίωμα χρήσης | Σελ. 45 |
α. Η κατά προορισμό χρήση | Σελ. 46 |
β. Συνένωση | Σελ. 46 |
γ. Όρια - περιορισμοί του δικαιώματος χρήσης | Σελ. 46 |
δ. Απαγόρευση συγκεκριμένης χρήσης | Σελ. 46 |
ε. Δεσμευτικότητα | Σελ. 47 |
στ. Εμφάνιση του οικοδομήματος | Σελ. 47 |
ζ. Η πολεοδομική νομιμοποίηση | Σελ. 47 |
η. Δουλεία μη παρεμπόδισης θέας | Σελ. 48 |
θ. Η βλάβη των συνιδιοκτητών | Σελ. 48 |
ι. Καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος κυριότητας | Σελ. 48 |
ια. Καταχρηστική εναντίωση στη λειτουργία καταστήματος | Σελ. 49 |
ιβ. Υποχρέωση συντήρησης | Σελ. 49 |
ιγ. Υποχρέωση ανοχής επισκευών | Σελ. 50 |
2. Επιτρεπόμενες και απαγορευόμενες χρήσεις | Σελ. 50 |
α. Περιορισμοί της κυριότητας | Σελ. 50 |
β. Το δικαίωμα επιλογής της χρήσης | Σελ. 51 |
γ. Απαγόρευση χρήσης από το σύνολο των συνιδιοκτητών | Σελ. 51 |
3. Μεταβολή χρήσης | Σελ. 51 |
Γ. Δικαιώματα και υποχρεώσεις ως προς τα κοινά πράγματα | |
1. Τα κοινά πράγματα | Σελ. 51 |
α. Ηλιακό δώμα (ταράτσα) και χώρος υποστέγης | Σελ. 51 |
β. Στέγη | Σελ. 52 |
γ. Μαρκίζα | Σελ. 52 |
δ. Στοά καταστημάτων | Σελ. 52 |
ε. Ακάλυπτος χώρος | Σελ. 52 |
στ. Πεζοδρόμιο | Σελ. 52 |
2. Ο καθορισμός των κοινών πραγμάτων | Σελ. 52 |
α. Με συμφωνία των συγκυρίων | Σελ. 52 |
β. Εκ του νόμου προσδιορισμός | Σελ. 53 |
γ. Οι διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (ΓΟΚ) | Σελ. 53 |
δ. Χρησικτησία και αχρησία | Σελ. 53 |
ε. Εργολαβική σύμβαση | Σελ. 54 |
στ. Ο κατά φύση προορισμός | Σελ. 54 |
ζ. Ασάφεια και αληθής βούληση | Σελ. 54 |
η. Μεταβολές και προσθήκες στα κοινά μέρη | Σελ. 55 |
θ. Κατάργηση του κοινόχρηστου χαρακτήρα | Σελ. 55 |
3. Η χρήση των κοινών πραγμάτων | Σελ. 56 |
α. Απόλυτη χρήση | Σελ. 56 |
i. Έκταση - όρια | Σελ. 56 |
ii. Συγκεκριμένη χρήση κοινού | Σελ. 56 |
β. Επιβολή περιορισμών και απαγορεύσεων | Σελ. 56 |
γ. Αποκλειστική χρήση | Σελ. 57 |
i. Εξαιρετική ρύθμιση - απόκλιση από την κοινή χρήση | Σελ. 57 |
ii. Με τον κανονισμό | Σελ. 57 |
iii. Διατήρηση του προβλεπόμενου προορισμού - συνήθης χρήση | Σελ. 57 |
iv. Βλαπτική χρήση | Σελ. 58 |
v. Δεσμευτικότητα της συμφωνίας αποκλειστικής χρήσης | Σελ. 58 |
vi. Ομόφωνη απόφαση και συμβολαιογραφικός τύπος | Σελ. 58 |
vii. Προφορική συμφωνία | Σελ. 59 |
viii. Αναβλητική αίρεση | Σελ. 59 |
ix. Χρησικτησία και αχρησία | Σελ. 59 |
δ. Υπερβάσεις - παραβιάσεις | Σελ. 59 |
i. Εμφάνιση του όλου οικοδομήματος - Ανεπίτρεπτη μεταβολή | Σελ. 60 |
ii. Κεραία κινητής τηλεφωνίας | Σελ. 61 |
ε. Παρεμπόδιση της χρήσης των κοινών | Σελ. 62 |
i. Χρήση κήπου - διέλευση από κοινόχρηστο | Σελ. 62 |
ii. Χρήση κοινόχρηστης εισόδου πολυκατοικίας | Σελ. 62 |
Δ. Το δικαίωμα επέκτασης της οικοδομής | |
1. Δικαιούχοι και τρόπος άσκησης | Σελ. 63 |
2. Επί αδυναμίας ή αδικαιολόγητης δυστροπίας | Σελ. 64 |
3. Η κυριότητα και η αποκλειστική χρήση | Σελ. 64 |
4. Παρακολουθηματικός χαρακτήρας | Σελ. 64 |
5. Πολεοδομική νομοθεσία | Σελ. 65 |
6. Επί ακάλυπτου χώρου οριζόντιας ιδιοκτησίας | Σελ. 65 |
7. Στην κάθετη ιδιοκτησία | Σελ. 65 |
8. Ανακατανομή ποσοστών συνιδιοκτησίας | Σελ. 66 |
9. Επέκταση κατ’ αρ. 1-4 Ν 1562/1985 | Σελ. 66 |
Ε. Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος | Σελ. 66 |
1. Επί μακρόν αδράνεια του δικαιούχου | Σελ. 67 |
2. Τα όρια της καλής πίστης και των χρηστών ηθών | Σελ. 68 |
ΣΤ. Οι υποχρεώσεις ως προς τις κοινές δαπάνες | |
1. Συνεισφορά εκ του νόμου ή κατόπιν συμφωνίας | Σελ. 68 |
α. Ποσοστό συνεισφοράς | Σελ. 68 |
β. Μεταβολή του ποσοστού συνεισφοράς | Σελ. 69 |
γ. Επί επέκτασης της οικοδομής | Σελ. 70 |
2. Βάση υπολογισμού η αξία της οριζόντιας ιδιοκτησίας | Σελ. 70 |
3. Δαπάνες για τη συντήρηση και επισκευή των κοινών | Σελ. 70 |
4. Αποθεματικό | Σελ. 73 |
5. Δαπάνη για την κεντρική θέρμανση | Σελ. 73 |
α. Συμφωνία απαλλαγής - φραγή σωληνώσεων καλοριφέρ | Σελ. 73 |
β. Κατανομή βάσει πίνακα | Σελ. 74 |
γ. Κατανομή βάσει της αξίας κάθε ιδιοκτησίας | Σελ. 75 |
δ. Κατανομή με μονομερή συμβολαιογραφική πράξη | Σελ. 75 |
ε. Αναλογία με την επιφάνεια των θερμαινόμενων χώρων | Σελ. 75 |
στ. Έκταση δικαστικής επέμβασης | Σελ. 75 |
ζ. Επί κενού διαμερίσματος | Σελ. 76 |
i. Η έννοια του «αχρησιμοποιήτου» | Σελ. 76 |
ii. Παντελής έλλειψη θερμαντικών σωμάτων | Σελ. 76 |
iii. Αφαίρεση θερμαντικών σωμάτων | Σελ. 77 |
iv. Πεπαλαιωμένα σώματα και σωληνώσεις | Σελ. 77 |
η. Συμμετοχή των καταστημάτων στην δαπάνη θέρμανσης | Σελ. 77 |
6. Τέλος χρήσης υπονόμου | Σελ. 78 |
7. Δαπάνη ανελκυστήρα | Σελ. 78 |
α. Άρνηση συμμετοχής στη δαπάνη | Σελ. 79 |
β. Επέκταση του ανελκυστήρα σε νέους ορόφους | Σελ. 79 |
8. Δαπάνη για τις κλίμακες | Σελ. 79 |
9. Δαπάνη για το δώμα | Σελ. 80 |
10. Δαπάνη κηπουρού | Σελ. 80 |
11. Αναζήτηση δαπανών - υπερημερία | Σελ. 80 |
α. Χρόνος απαίτησης | Σελ. 81 |
β. Δαπάνη χωρίς προηγούμενη απόφαση ΓΣ | Σελ. 81 |
γ. Νομική βάση | Σελ. 81 |
δ. Έντοκο της απαίτησης και παραγραφή | Σελ. 82 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV | |
Ο κανονισμός | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 83 |
Α. Η έννοια και η φύση | Σελ. 83 |
Β. Η κατάρτιση και ο τύπος | Σελ. 84 |
Γ. Η δεσμευτικότητα | Σελ. 85 |
Δ. Το περιεχόμενο | Σελ. 85 |
1. Ρήτρες | Σελ. 86 |
2. Περιορισμοί - δουλείες - αποκλειστικές χρήσεις | Σελ. 87 |
α. Εμφάνιση της οικοδομής | Σελ. 88 |
β. Ενδεικτικές προβλέψεις | Σελ. 88 |
γ. Καταχρηστικότητα | Σελ. 88 |
3. Κενά και ασάφειες στους κανονισμούς - ερμηνεία (173 - 200 AK) | Σελ. 89 |
4. Δικαστική διαδικασία αποσαφήνισης ή συμπλήρωσης (288 ΑΚ) | Σελ. 89 |
Ε. Κατάρτιση με άδεια δικαστηρίου | |
1. Πλειοψηφία 60% | Σελ. 90 |
2. Προδικασία | Σελ. 90 |
3. Περιεχόμενο | Σελ. 90 |
ΣΤ. Τροποποίηση του κανονισμού | Σελ. 90 |
1. Συμφωνία του συνόλου των συνιδιοκτητών και τύπος | Σελ. 91 |
2. Ανάθεση στη Γενική Συνέλευση | Σελ. 91 |
3. Με άδεια δικαστηρίου | Σελ. 92 |
Ζ. Παραβιάσεις και κατάργηση του κανονισμού | Σελ. 92 |
Η. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Κανονισμός πολυκατοικίας επί συστήματος αντιπαροχής | Σελ. 93 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V | |
Η Γενική Συνέλευση των συνιδιοκτητών | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 103 |
Α. Οι αρμοδιότητες της ΓΣ | |
1. Γενική αρμοδιότητα | Σελ. 103 |
2. Ανάθεση στην πλειοψηφία | Σελ. 104 |
3. Όρια της αρμοδιότητας | Σελ. 104 |
Β. Η σύγκληση της ΓΣ | Σελ. 104 |
Γ. Η συμμετοχή στη ΓΣ | Σελ. 104 |
Δ. Ο τρόπος λήψης και ο τύπος των αποφάσεων | Σελ. 105 |
1. Απαρτία και πλειοψηφία | Σελ. 105 |
2. Παμψηφία | Σελ. 105 |
3. Τύπος | Σελ. 105 |
Ε. Η δεσμευτικότητα των αποφάσεων | Σελ. 105 |
ΣΤ. Η προσβολή των αποφάσεων της ΓΣ | Σελ. 106 |
1. Αγωγή του αρ. 101 ΑΚ | Σελ. 106 |
2. Αρμόδιο δικαστήριο και διαδικασία | Σελ. 106 |
3. Ακυρώσιμες αποφάσεις | Σελ. 106 |
4. Άκυρες αποφάσεις | Σελ. 106 |
5. Αναστολή εκτέλεσης | Σελ. 107 |
Ζ. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Πρόσκληση σε Γενική Συνέλευση | Σελ. 107 |
Η. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Πρακτικό Γενικής Συνέλευσης | Σελ. 107 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ | |
Ο διαχειριστής | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 109 |
Α. Η εκλογή και οι αρμοδιότητες | |
1. Άνευ κανονισμού | Σελ. 109 |
α. Απόφαση παμψηφίας - ανάθεση εξουσιών | Σελ. 110 |
β. Εξουσία εκπροσώπησης | Σελ. 110 |
γ. Αποδοχή του διορισμού | Σελ. 111 |
δ. Πρόσωπο διαχειριστή | Σελ. 111 |
ε. Θητεία | Σελ. 111 |
2. Με κανονισμό | Σελ. 111 |
Β. Τύπος | Σελ. 112 |
Γ. Ο δικαστικός διορισμός | Σελ. 112 |
Δ. Η υποχρέωση λογοδοσίας | Σελ. 113 |
Ε. Η ευθύνη | |
1. Έκταση της ευθύνης | Σελ. 113 |
2. Παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας | Σελ. 113 |
3. Η αστική ευθύνη έναντι τρίτων | Σελ. 114 |
ΣΤ. Ανάκληση διαχειριστή | |
1. Με απόφαση των συνιδιοκτητών | Σελ. 114 |
2. Με δικαστική απόφαση | Σελ. 114 |
Ζ. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Πρακτικό Γενικής Συνέλευσης για τον ορισμό διαχειριστή | Σελ. 115 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙ | |
Ειδικά θέματα οροφοκτησίας στην κατοικία | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 116 |
Α. Χώροι στάθμευσης - πιλοτή | Σελ. 116 |
Β. Ακάλυπτοι χώροι (κοινή χρήση - ελεύθερη πρόσβαση) | Σελ. 118 |
Γ. Δώμα και ηλιακό δώμα | Σελ. 120 |
Δ. Υποθήκη επί διαιρεμένης ιδιοκτησίας | Σελ. 122 |
Ε. Ζητήματα από πολεοδομικές διατάξεις | Σελ. 122 |
ΣΤ. Αυθαίρετα κτίσματα και νομιμοποίηση | |
1. Κατασκευές στους κοινόχρηστους χώρους | Σελ. 122 |
2. Το κλείσιμο των ανοικτών χώρων | Σελ. 123 |
3. Νομιμοποίηση κατά την πολεοδομική νομοθεσία | Σελ. 123 |
Ζ. Bραχυχρόνια μίσθωση μέσω πλατφόρμας (Airbnb) | Σελ. 125 |
Η. Θέρμανση (εγκατάσταση φυσικού αερίου και ατομική/αυτόνομη θέρμανση) | Σελ. 127 |
1. Σύνδεση με το φυσικό αέριο | Σελ. 129 |
2. Απόφαση αλλαγής καυσίμου | Σελ. 129 |
3. Ατομική θέρμανση (αυτονομία) | Σελ. 130 |
Θ. Κατοικίδια στις ιδιοκτησίες | Σελ. 130 |
Ι. Ενοχλήσεις από θορύβους και εκπομπές | Σελ. 132 |
1. Θόρυβοι - τήρηση κοινής ησυχίας | Σελ. 133 |
α. Κέντρα διασκέδασης | Σελ. 133 |
β. Καφέ-μπαρ | Σελ. 133 |
γ. Εστιατόριο - ταβέρνα | Σελ. 133 |
δ. Θόρυβοι από κλιματιστικά | Σελ. 134 |
2. Εκπομπές | Σελ. 134 |
α. Όριο υποχρέωσης ανοχής - συνήθης χρήση | Σελ. 134 |
β. Δικαστική προστασία | Σελ. 134 |
ΙΑ. Ζημίες από μία ιδιοκτησία σε άλλη | |
1. Διαρροή υδάτων | Σελ. 134 |
α. Υποχρέωση επισκευής | Σελ. 136 |
β. Δαπάνη | Σελ. 136 |
γ. Δικαστική προστασία - ορισμένο του αιτήματος | Σελ. 136 |
δ. Αξίωση αποκατάστασης ηθική βλάβης | Σελ. 137 |
ΙΒ. Ομοιομορφία εξωτερικής εικόνας | |
1. Όριο στην απόλυτη χρήση | Σελ. 137 |
2. Μεταβολή εμφάνισης | Σελ. 138 |
3. Τέντες | Σελ. 138 |
ΙΓ. Θυρωρός | Σελ. 138 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙΙ | |
Η βραχυχρόνια μίσθωση μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας στην οροφοκτησία | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 139 |
Α. Ειδικό νομικό πλαίσιο για τη βραχυχρόνια μίσθωση μέσω πλατφόρμας ακινήτων ευρισκόμενων στην Ελλάδα (άρθρο 111 παρ. 1 Ν 4446/2016) | |
1. Γενικά | Σελ. 140 |
2. Ακίνητο | Σελ. 140 |
i. Το διαμέρισμα. | Σελ. 140 |
ii. Η μονοκατοικία, εξαιρουμένων των μονοκατοικιών οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί | |
ως τέτοιες λόγω της κατάργησης της σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας. | Σελ. 140 |
iii. Οποιαδήποτε άλλη μορφή οικήματος με δομική και λειτουργική αυτοτέλεια. | Σελ. 141 |
iv. Τα δωμάτια εντός διαμερισμάτων ή μονοκατοικιών. | Σελ. 141 |
i. Το διαμέρισμα | Σελ. 141 |
ii. H μονοκατοικία | Σελ. 141 |
iii. Λοιπά οικήματα με αυτοτέλεια | Σελ. 141 |
iv. Τα δωμάτια | Σελ. 142 |
3. Βραχυχρόνια μίσθωση | Σελ. 142 |
Β. Τήρηση κανονισμού κτιρίου και νομοθεσίας ως συμβατική υποχρέωση κατά την καταχώριση ενός Καταλύματος σε διαδικτυακή πλατφόρμα | Σελ. 143 |
Γ. Σχέσεις συμβαλλόμενων με τρίτους - Κανονισμοί κτιρίων και συγκροτημάτων - Ζητήματα από τη διάθεση για βραχυχρόνια μίσθωση διηρημένων ιδιοκτησιών σε κτίρια και συγκροτήματα | |
1. Ειδικά χαρακτηριστικά χρήσης διηρημένων ανεξάρτητων ιδιοκτησιών | |
από μισθωτές βραχυχρόνιας μίσθωσης μέσω πλατφόρμας | Σελ. 143 |
2. Συμβατότητα με κανονισμούς ρύθμισης σχέσεων συνιδιοκτητών | Σελ. 144 |
3. Ερωτήματα σχετικά με παλαιούς κανονισμούς | Σελ. 144 |
4. Κτίρια και συγκροτήματα αμιγούς κατοικίας ή αμιγούς επαγγελματικής στέγης | Σελ. 144 |
5. Ανάγκη προστασίας λοιπών ενοίκων από οχλήσεις και διακινδύνευση ασφαλούς κατοικίας | Σελ. 145 |
6. Γενική υποχρέωση εκμισθωτή βραχυχρόνιας μίσθωσης από την καλή πίστη έναντι των λοιπών συνιδιοκτητών | Σελ. 146 |
Δ. Βραχυχρόνιες μισθώσεις μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας στο πλαίσιο υφιστάμενων και πεπαλαιωμένων κανονισμών σχέσεων συνιδιοκτητών | |
1. Ανάγκη εκσυγχρονισμού και προσαρμογής στις νέες συνθήκες | Σελ. 147 |
2. Εφαρμογή διατάξεων περί οριζοντίων και καθέτων ιδιοκτησιών (Ν 3741/1929, αρ. 54 ΕισΝΑΚ, αρ. 1002 και 1117 ΑΚ) | Σελ. 147 |
α. Θεμελιώδεις κανόνες επί κτιρίων αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών | Σελ. 147 |
β. Ιδιαίτερη συμφωνία συνιδιοκτητών και απουσία συμφωνίας (αρ. 4 και 5 Ν 3741/1929) | Σελ. 148 |
γ. Συστατικός συμβολαιογραφικός τύπος και μεταγραφή (αρ. 13 Ν 3741/1929) | Σελ. 149 |
3. Ανεπάρκεια παλαιών Κανονισμών υπέρ ή σε βάρος της χρήσης και εκμετάλλευσης οριζοντίων ή καθέτων ιδιοκτησιών με βραχυχρόνιες μισθώσεις μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας | Σελ. 149 |
4. Ανάγκη θέσπισης περιορισμών στην αλόγιστη εκμετάλλευση διηρημένων ιδιοκτησιών μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων | Σελ. 149 |
5. Ανάγκη απελευθέρωσης της δυνατότητας εκμετάλλευσης διηρημένων ιδιοκτησιών μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων | Σελ. 150 |
6. Αρνητικές επιδράσεις σε κτίρια αμιγούς κατοικίας | Σελ. 150 |
7. Υπόδειγμα παλαιού κανονισμού πολυκατοικίας κέντρου Αθηνών | Σελ. 151 |
Ε. Δυνατότητες προσαρμογής Κανονισμών στα νέα δεδομένα | |
1. Ανακύπτοντα ερωτήματα και τρόποι επίλυσης | Σελ. 151 |
2. Τροποποίηση παλαιών Κανονισμών με εισαγωγή νέων ρυθμίσεων | Σελ. 152 |
3. Τροποποίηση κανονισμού πολυκατοικίας με καταδίκη μη συναινούντων ιδιοκτητών σε δήλωση βουλήσεως (αρ 949 ΚΠολΔ) | Σελ. 152 |
ΣΤ. Υποδείγματα ρητρών σε Κανονισμούς διηρημένων ιδιοκτησιών κτιρίων και συγκροτημάτων | |
1. Νέος κανονισμός πολυκατοικίας με απαγορευτική ρήτρα | Σελ. 153 |
2. Νέος κανονισμός πολυκατοικίας με ρήτρα θέτουσα ευλόγους περιορισμούς στην εκμετάλλευση ακινήτων με βραχυχρόνιες μισθώσεις μέσω πλατφόρμας | Σελ. 154 |
3. Νέος κανονισμός κτιρίου γραφείων και επαγγελματικών χώρων με ρήτρα θέτουσα ευλόγους περιορισμούς στην εκμετάλλευση ακινήτων με βραχυχρόνιες μισθώσεις μέσω πλατφόρμας | Σελ. 156 |
4. Νέος κανονισμός συγκροτήματος αυτοτελών κατοικιών με ρήτρα θέτουσα ευλόγους περιορισμούς στην εκμετάλλευση ακινήτων με βραχυχρόνιες μισθώσεις μέσω πλατφόρμας | Σελ. 158 |
5. Νέος κανονισμός συγκροτήματος αυτοτελών κατοικιών χωρίς απαγορευτική ρήτρα εκμετάλλευσης ακινήτων με βραχυχρόνιες μισθώσεις μέσω πλατφόρμας | Σελ. 160 |
Ζ. Ερμηνεία παλαιών Κανονισμών επί αδυναμίας τροποποιήσεως | |
1. Αδυναμία συναινετικής τροποποίησης και ανάγκη ερμηνείας | Σελ. 160 |
2. Ερμηνεία κανονισμού πολυκατοικίας δυνάμει των διατάξεων του Αστικού Κώδικα (αρ. 173, 200, 281, 288 και 388 ΑΚ) | Σελ. 161 |
3. Κανόνες ερμηνείας (συνδυασμός αρ. 173 και 200 ΑΚ) | Σελ. 161 |
4. Υποθετική βούληση μερών | Σελ. 162 |
5. Ερμηνευτική συναγωγή απαγόρευσης βραχυχρόνιων μισθώσεων μέσω πλατφόρμας | Σελ. 162 |
6. Ερμηνευτική συναγωγή του επιτρεπτού των βραχυχρόνιων μισθώσεων μέσω πλατφόρμας | Σελ. 164 |
Η. Έννοια και προορισμός κοινοχρήστων μερών οικοδομής ή συγκροτήματος και εξ αυτών περιορισμοί χρήσης από ενοίκους | |
1. Έννοια κοινοχρήστων μερών | Σελ. 165 |
2. Τρόποι ορισμού μερών κτιρίου ή συγκροτήματος ως κοινοχρήστων | Σελ. 165 |
3. Νομικά αδιάφορη η μη χρήση κοινών μερών οικοδομής από έναν των ιδιοκτητών | Σελ. 167 |
4. Σκοπός η σταθερότητα και ασφάλεια στους συνιδιοκτήτες | Σελ. 167 |
5. Η σημασία του κριτηρίου του προορισμού των κοινοχρήστων μερών | Σελ. 167 |
6. Προορισμός κοινοχρήστων μερών συνήθους κτιρίου ή συγκροτήματος κατοικιών | Σελ. 168 |
7. Μαζική χρήση κοινοχρήστων χώρων κτιρίου ή συγκροτήματος από μισθωτές βραχυχρονίων μισθώσεων μέσω πλατφόρμας κατά τρόπο αντίθετο προς τον προορισμό των χώρων αυτών | Σελ. 168 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ | |
Λύση | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 170 |
Α. Κατάργηση οροφοκτησίας | |
1. Τύπος | Σελ. 170 |
α. Με απόφαση του συνόλου των συνιδιοκτητών | Σελ. 171 |
β. Με μονομερή δικαιοπραξία | Σελ. 171 |
2. Καταστροφή της οικοδομής | Σελ. 171 |
α. Έννοια (ολοσχερούς) καταστροφής | Σελ. 171 |
β. Καταστροφή κατά τα ¾ | Σελ. 172 |
γ. Ανακατασκευή επί ήσσονος καταστροφής | Σελ. 172 |
Β. Απαλλοτρίωση | Σελ. 173 |
Γ. Συνέπειες λύσης | Σελ. 174 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ | |
Δικαστική προστασία - Ένδικα βοηθήματα - Δικονομικά ζητήματα | |
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ | Σελ. 175 |
Α. Αξιώσεις | |
1. Δικαστικός καθορισμός του ποσοστού (χιλιοστών) συνιδιοκτησίας | Σελ. 176 |
α. Έλλειψη καθορισμού του ποσοστού συγκυριότητας | Σελ. 177 |
β. Νομική βάση | Σελ. 177 |
γ. Αγωγή δικαστικής συμπλήρωσης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας | Σελ. 178 |
δ. Αγωγή διόρθωσης ανακριβούς μεταγενέστερης εγγραφής | Σελ. 178 |
2. Σύσταση οροφοκτησίας με δικαστική διανομή (480Α ΚΠολΔ) | Σελ. 178 |
α. Ενεργητική νομιμοποίηση | Σελ. 180 |
β. Διαπλαστικός χαρακτήρας της αγωγής | Σελ. 181 |
γ. Αναγκαστική ομοδικία - προσεπίκληση | Σελ. 182 |
δ. Πρόσθετα εξασφαλιστικά μέτρα | Σελ. 182 |
ε. Καθολική διαδοχή - ένδικα μέσα | Σελ. 183 |
στ. Κρίσιμα και αμφισβητούμενα ζητήματα | Σελ. 183 |
ζ. Νομική βάση - περιεχόμενο - ορισμένο | Σελ. 183 |
η. Προϋποθέσεις διανομής | Σελ. 185 |
i. Το εφικτό και συμφέρον | Σελ. 185 |
ii. Πώληση με πλειστηριασμό | Σελ. 186 |
iii. Κοινή μερίδα | Σελ. 186 |
θ. Τα δικαστικά έξοδα | Σελ. 187 |
ι. Διανομή με κλήρωση | Σελ. 188 |
ια. Διατηρητέα κτίρια | Σελ. 188 |
ιβ. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αγωγή διανομής | Σελ. 189 |
3. Σύσταση οροφοκτησίας κατόπιν αγωγής των συγκυρίων του 65% του ακινήτου | Σελ. 190 |
α. Προϋποθέσεις - αναπόφευκτη ανάγκη/φανερή ωφέλεια | Σελ. 193 |
β. Κατεδαφιστέο οικοδόμημα | Σελ. 193 |
γ. Προδικασία | Σελ. 193 |
δ. Διάφορη πρόταση μειοψηφούντος | Σελ. 194 |
ε. Η άσκηση της αγωγής | Σελ. 195 |
στ. Η δικαστική απόφαση και η σύναψη της σύμβασης | Σελ. 195 |
ζ. Τα ένδικα μέσα | Σελ. 196 |
η. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αγωγή σύστασης οροφοκτησίας των συγκυρίων του 65% του ακινήτου | Σελ. 196 |
4. Δικαστική άδεια για την κατάρτιση κανονισμού | Σελ. 198 |
α. Προϋποθέσεις | Σελ. 199 |
β. Επί σημαντικών ελλείψεων | Σελ. 199 |
γ. Προδικασία | Σελ. 200 |
δ. Αίτημα | Σελ. 200 |
ε. Αρμόδιο δικαστήριο - έκταση εξουσιών | Σελ. 201 |
στ. Μεταγραφή | Σελ. 201 |
ζ. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αγωγή παροχής άδειας κατάρτισης κανονισμού | Σελ. 202 |
5. Δικαστική προστασία επί άρνησης λογοδοσίας του διαχειριστή | Σελ. 204 |
α. Ενεργητική νομιμοποίηση | Σελ. 204 |
β. Αίτημα | Σελ. 204 |
γ. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αγωγή λογοδοσίας διαχειριστή | Σελ. 204 |
6. Δικαστική προστασία επί προσβολής των δικαιωμάτων των ιδιοκτητών επί των κοινών μερών | Σελ. 206 |
α. Κρίση κατά περίπτωση | Σελ. 206 |
β. Αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση | Σελ. 206 |
γ. Αίτημα άρσης της προσβολής και παράλειψης στο μέλλον | Σελ. 206 |
δ. Η διατάραξη της κυριότητας | Σελ. 207 |
ε. Το ορισμένο της αγωγής | Σελ. 207 |
στ. Αποζημίωση αρ. 914 ΑΚ | Σελ. 207 |
ζ. Ενεργητική νομιμοποίηση | Σελ. 208 |
η. Κατασκευές στους κοινόχρηστους χώρους | Σελ. 208 |
i. Αίτημα καθαίρεσης | Σελ. 209 |
ii. Απομάκρυνση με δαπάνη του εναγόμενου | Σελ. 210 |
θ. Αποκατάσταση ηθικής βλάβης και αίτημα τοκοδοσίας | Σελ. 210 |
ι. Χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση | Σελ. 210 |
ια. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αρνητική αγωγή επί προσβολής κοινής χρήσης | Σελ. 211 |
7. Δικαστική προστασία επί παράνομης ανέγερσης σε κοινόχρηστο χώρο ή εξώστη με εξάντληση του συντελεστή δόμησης | Σελ. 212 |
8. Δικαστική προστασία επί υπέρβασης συντελεστή δόμησης στην κάθετη ιδιοκτησία | Σελ. 213 |
9. Δικαστική προστασία επί αυθαίρετων οικοδομικών εργασιών επί δώματος και σκεπής οικοδομής | Σελ. 214 |
10. Δικαστική προστασία επί παραβίασης των απαγορεύσεων του κανονισμού | Σελ. 214 |
α. Κατεδάφιση εξωτερικού κοινόχρηστου τοίχου | Σελ. 214 |
β. Εκμίσθωση για ανεπίτρεπτη χρήση - τοποθέτηση ράμπας και επιγραφής σε κοινόχρηστο | Σελ. 215 |
γ. Απαγορευμένη δια του κανονισμού βραχυχρόνια μίσθωση τύπου Αirbnb | Σελ. 215 |
δ. Υπερίσχυση του κανονισμού έναντι των πολεοδομικών διατάξεων | Σελ. 216 |
ε. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αγωγή επί παραβίασης του κανονισμού πολυκατοικίας | Σελ. 216 |
11. Δικαστική προστασία για φθορές από τα κοινά | Σελ. 218 |
α. Αποζημίωση | Σελ. 218 |
β. Περιεχόμενο | Σελ. 218 |
γ. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ – Αγωγή αποζημίωσης για φθορές από τα κοινά | Σελ. 219 |
12. Δικαστική προστασία του αρ. 1010 ΑΚ | Σελ. 221 |
13. Δικαστική προστασία έναντι της εκ της Γενικής Συνελεύσεως εκλογής του διαχειριστή | Σελ. 221 |
α. Αγωγή αρ. 101 ΑΚ | Σελ. 221 |
β. Κατ’ ένσταση | Σελ. 222 |
γ. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αγωγή κατά άκυρης απόφασης ΓΣ περί εκλογής διαχειριστή | Σελ. 222 |
14. Δικαστική προστασία επί μη καταβολής των κοινόχρηστων δαπανών | Σελ. 223 |
α. Αγωγή εξόφλησης | Σελ. 223 |
β. Ορισμένο της αγωγής | Σελ. 224 |
γ. Αίτημα - τόκοι και ποινική ρήτρα | Σελ. 224 |
δ. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αγωγή εξόφλησης κοινοχρήστων | Σελ. 225 |
15. Δικαστική άσκηση του δικαιώματος επέκτασης της οικοδομής | Σελ. 226 |
α. Βεβαίωση της αδυναμίας ή δυστροπίας των συνιδιοκτητών | Σελ. 226 |
β. Η αγωγή | Σελ. 226 |
γ. Μεταγραφή | Σελ. 227 |
16. Δικαστική άδεια οικοδόμησης ή συμπλήρωσης οικοδόμησης (Ν 1562/1985) | Σελ. 227 |
Β. Δικονομικά ζητήματα | |
1. Ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών | Σελ. 227 |
2. Αγωγές περί τα εμπράγματα δικαιώματα - τακτική διαδικασία | Σελ. 227 |
3. Πεδίο εφαρμογής - κριτήριο | Σελ. 228 |
4. Περιπτώσεις | Σελ. 229 |
5. Αρμόδιο δικαστήριο | Σελ. 229 |
6. Δεύτερος βαθμός - έφεση | Σελ. 230 |
7. Έκδοση διαταγής πληρωμής | Σελ. 230 |
8. Ασφαλιστικά μέτρα (γενικά) | Σελ. 230 |
α. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αίτηση (ασφαλιστικών μέτρων) χορήγησης στοιχείων | Σελ. 231 |
β. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ - Αίτηση (ασφαλιστικών μέτρων) διορισμού προσωρινού διαχειριστή | Σελ. 232 |
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ | Σελ. 235 |
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ | Σελ. 237 |
Σελ. 1
ΚΕΦΑΛΑΙO Ι
Η νομοθετική ρύθμιση - Οι έννοιες - Το περιεχόμενο
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ
Α. Το νομικό πλαίσιο 1
1. Οι γενικές διατάξεις και η ειδική νομοθεσία 1
2. Ο χαρακτήρας των διατάξεων και η ισχύς τους 2
Β. Η έννοια και οι μορφές της διαιρεμένης ιδιοκτησίας 3
1. Η οριζόντια ιδιοκτησία 3
α. Χωριστή κυριότητα σε όροφο ή διαμέρισμα 4
i. Έννοια ορόφου και διαμερίσματος 4
ii. Ιδιοκτησία επί ανοικτού χώρου - σύσταση επί μέλλουσας οικοδομής 5
β. Χρησικτησία 5
γ. Τα κοινόχρηστα μέρη 6
i Το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης 6
ii. Η αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης 6
iii. Ο χαρακτήρας δουλείας 6
2. Η κάθετη ιδιοκτησία 7
α. Σύσταση επί περισσοτέρων οικοδομημάτων 8
β. Ανέγερση οικοδομής και προϋποθέσεις 8
γ. Κατασκευές προϋφιστάμενες της σύστασης 9
δ. Υποχρεώσεις και περιορισμοί 9
ε. Γνήσια και μη γνήσια κάθετη συνιδιοκτησία 9
3. Η σχέση τους και οι διαφορές 10
Α. Το νομικό πλαίσιο
1. Οι γενικές διατάξεις και η ειδική νομοθεσία
Η διαιρεμένη ιδιοκτησία ρυθμίζεται τόσο από τις γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα και του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σε ό,τι αφορά στις διαφορές που δημιουργούνται από αυτή, όσο και από ειδικούς νόμους που αναφέρονται αποκλειστικά στην οριζόντια και κάθετη ιδιοκτησία.
Το νομοθέτημα με το οποίο το πρώτον προβλέφθηκε και ρυθμίστηκε ειδικώς στην ελληνική έννομη τάξη ο θεσμός της διαιρεμένης ιδιοκτησίας είναι ο Ν 3741/1929, ο οποίος, ωστόσο, ρύθμισε μόνο τον θεσμό της οριζόντιας ιδιοκτησίας, δηλαδή τη «διαιρεμένη κατ’ ορόφους ή μέρη αυτών ιδιοκτησία επί του αυτού οικοπέδου». Στη συνέχεια, με τον Αστικό Κώδικα, και συγκεκριμένα με τις διατάξεις των αρ 1002 και 1117, επικυρώθηκαν τα θεσπισθέντα με το ανωτέρω ειδικό νομοθέτημα, το οποίο κατά τη ρητή ρύθμιση του ΕισΝΑΚ (αρ. 54) εξακολουθεί να ισχύει και μετά την εισαγωγή του ΑΚ.
Ακολούθως, το ΝΔ 1024/1971 ήρθε να καλύψει το κενό της νομοθεσίας ως προς το δεύτερο είδος της διαιρεμένης ιδιοκτησίας, ήτοι την κάθετη ιδιοκτησία, και συγκεκριμένα αναγνώρισε το πρώτον και ρητώς το δικαίωμα σύστασης επί ενιαίου κοινού οικοπέδου εντός σχεδίου περισσότερων χωριστών κάθετων ιδιοκτησιών σε τουλάχιστον δύο οικοδομήματα. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέφθηκε με το αρ. 5 παρ. 1 Ν 4178/2013 η κατ’ εξαίρεση σύσταση κάθετης ιδι-
Σελ. 2
οκτησίας και σε γήπεδα εκτός σχεδίου και οικισμούς ενός ή πλειόνων ιδιοκτητών στα επ’ αυτών ανεγερμένα μέχρι την 28.7.2011 νόμιμα και μη οικοδομήματα.
Κατόπιν αυτών εκδόθηκαν και άλλα επιμέρους ειδικά νομοθετήματα με αναφορές στη διαιρεμένη ιδιοκτησία, όπως οι πολεοδομικές διατάξεις του Ν 947/1979 καθώς και αυτές του Ν 1562/1985 περί αντιπαροχής μετά από αίτηση της πλειοψηφίας (ποσοστού τουλάχιστον 65%) των συνιδιοκτητών.
Τέλος, σε ό, τι αφορά στο δικονομικό σκέλος, δηλαδή στον τρόπο αντιμετώπισης των διαφορών που ανακύπτουν από τη μη ομαλή εξέλιξη των σχέσεων που έχουν δημιουργηθεί από τη διαιρεμένη ιδιοκτησία, πέραν των δικονομικών διατάξεων του ως άνω ειδικού επί οροφοκτησίας νομοθετήματος (Ν 1562/1985), έχουν εν προκειμένω εφαρμογή και ορισμένες εκ των γενικών διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Ειδικότερα, η αρμοδιότητα του δικαστηρίου επί των εν λόγω διαφορών καθορίζεται από το αρ. 17 αριθ. 3 σε συνδυασμό με το αρ. 14 παρ. 1 περίπτ. γ’ ΚΠολΔ, και η εκδίκασή τους ορίζεται ότι λαμβάνει χώρα κατά την ειδική διαδικασία επίλυσης περιουσιακών διαφορών του άρθρου 614 αρ. 2 ΚΠολΔ. Επιπλέον, εφαρμοστέες είναι και οι διατάξεις των άρθρων 480Α και 481 ΚΠολΔ, που ρυθμίζουν την αυτούσια διανομή ακινήτων με τη δικαστική σύσταση οριζοντίων ιδιοκτησιών.
2. Ο χαρακτήρας των διατάξεων και η ισχύς τους
Οι διατάξεις του Ν 3741/1929 έχουν, κατ’ αρχήν, ενδοτικό χαρακτήρα, και, επομένως, επιτρέπουν τη σύναψη συμφωνιών μεταξύ των συνιδιοκτητών με περιεχόμενο διαφορετικό από αυτές. Όμως, οι διατάξεις σχετικά με τη σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας, με την οποία ιδρύεται δικαίωμα κυριότητας σε όροφο ή τμήμα ορόφου κοινού ακινήτου και αναγκαστικής συγκυριότητας εξ αδιαιρέτου στα κοινόχρηστα μέρη και πράγματα, είναι αναγκαστικού δικαίου, και συνεπώς, μη δυνάμενες να υποχωρήσουν με συμφωνία των συνιδιοκτητών. Επομένως, με τον κανονισμό δύνανται να καθορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις από τη σχέση της οροφοκτησίας κατά τρόπο διαφορετικό από τον προβλεπόμενο στον νόμο και ως προς τα κοινά μέρη της οικοδομής, με την προϋπόθεση να μην παραβιάζονται με τον τρόπο αυτόν οι βασικές αρχές του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας.
Αναφορικά δε με τη μεταξύ των ως άνω διατάξεων σχέση και ισχύ, κρίνεται ότι οι διατάξεις των αρ. 4 και 13 Ν 3741/1929 υπερισχύουν ως ειδικότερες των διατάξεων του Αστικού Κώδικα (αρ. 785 επ.) για την κοινωνία δικαιώματος. Έχει περαιτέρω κριθεί ότι οι διατάξεις του Ν 1562/1985, ως νεώτερες, υπερισχύουν αυτών του Ν 3741/1929, ενώ, τέλος, ότι οι διατάξεις του τελευταίου, καθώς και των αρ. 1002 και 1117 ΑΚ εφαρμόζονται αναλογικά και επί καθέτου ιδιοκτησίας.
Σελ. 3
Β. Η έννοια και οι μορφές της διαιρεμένης ιδιοκτησίας
Η θεσπισθείσα με τις ανωτέρω γενικές και ειδικές διατάξεις διαιρεμένη ιδιοκτησία αποτελεί την εξαίρεση στο γενικό κανόνα «superficies solo cedit» που διέπει την κυριότητα επί του εδάφους στο ελληνικό δίκαιο, όπως αυτός αποτυπώνεται στο αρ. 1001 ΑΚ, σύμφωνα με το οποίο «η κυριότητα πάνω σε ακίνητο εκτείνεται, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, στο χώρο πάνω και κάτω από το έδαφος» σε συνδυασμό με το αρ. 1057 ΑΚ περί της επέκτασης της κυριότητας και στα συστατικά του εδάφους. Συνεπώς, κατά τον ως άνω κανόνα, κυριότητα επί οικοπέδου θα σήμαινε αυτομάτως και κυριότητα επί του συνόλου των περισσότερων ή/και πολυώροφων επί αυτού οικοδομών από ένα πρόσωπο ή περισσότερα εξ αδιαιρέτου.
Ωστόσο, με τη διάταξη του αρ 1002 ΑΚ, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των ως άνω ειδικών νομοθετημάτων, προβλέφθηκε η δυνατότητα διαίρεσης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, δηλαδή της κυριότητας, και μάλιστα σε δύο μορφές, αφενός με τη πρόβλεψη της δυνατότητας απόκτησης χωριστής κυριότητας επί ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου (οριζόντιος ιδιοκτησία), αφετέρου δε επί αυτοτελούς οικοδομήματος ή περισσότερων οικοδομημάτων ανεγερμένων επί ενιαίου οικοπέδου (κάθετη ιδιοκτησία). Επομένως, η σύσταση της διαιρεμένης ιδιοκτησίας, η οποία αποτελεί σύνθετο εμπράγματο δικαίωμα, είναι δικαιοπραξία με αντικείμενο την αλλοίωση της έως τη χρονική εκείνη στιγμή κυριότητας με τη δημιουργία νέων αυτοτελών εμπράγματων δικαιωμάτων διάφορων της αρχικής συγκυριότητας.
1. Η οριζόντια ιδιοκτησία
ΑΚ αρ. 1002: Ιδιοκτησία ορόφου - Κυριότητα χωριστή σε όροφο οικοδομής ή σε διαμέρισμα ορόφου μπορεί να συσταθεί μόνο με δικαιοπραξία του κυρίου του όλου ακινήτου. Όροφοι θεωρούνται και τα υπόγεια καθώς και τα δωμάτια κάτω από τη στέγη. ΑΚ αρ. 1117: Αναγκαία Συγκυριότητα σε περίπτωση ιδιοκτησίας ορόφου- Όταν πρόκειται για οικοδομή, ο κύριος ορόφου ή διαμερίσματός του είναι αυτοδικαίως συγκύριος εξ αδιαιρέτου κατ' ανάλογη μερίδα πάνω στα μέρη του όλου ακινήτου, τα οποία χρησιμεύουν στην κοινή και των λοιπών κυρίων χρήση, όπως είναι ιδίως το έδαφος, τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, η αυλή. ΕισΝΑΚ αρ. 54: Εξακολουθεί να ισχύει και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα ο νόμος 3741 της 4/9 Ιανουαρίου 1929 «περί ιδιοκτησίας κατ’ όροφον. Ν 3741/1929 αρ. 1: 1) Αναγνωρίζεται η διηρημένη κατ` ορόφους ή μέρη αυτών ιδιοκτησία επί του αυτού οικοδομήματος. 2) Όροφοι θεωρούνται και τα υπόγεια ως και τα αμέσως υπό την στέγην δωμάτια. Ν 3741/1929 αρ. 2: 1) Αδιαίρετος είναι η ιδιοκτησία, επί του εδάφους, των θεμελιών, των πρωτοτοίχων, της στέγης, των καπνοδόχων, των αυλών, φρεάτων, ανελκυστήρων, βόθρων, εγκαταστάσεων κεντρικής θερμάνσεως, και παντός άλλου πράγματος χρησιμεύοντος πρός κοινήν των ιδιοκτητών χρήσιν 2) Αι ισχύουσαι γενικαί περί μεσοτοιχίας διατάξεις εφαρμόζονται και εις τους κοινούς μεταξύ των διαμερισμάτων του αυτού ορόφου τοίχους. 3) Αγωγή πρός διαίρεσιν των αδιαιρέτων ως άνω πραγμάτων επιτρέπεται μόνον μετά πλήρη καταστροφήν του οικοδομήματος ή κατά τα 3/4 της αξίας αυτού. |
Σελ. 4
Ν 3741/1929 αρ. 3: 1) Ο ιδιοκτήτης εκάστου ορόφου ή μέρους αυτού έχει πάντα τα εις τον κύριον ανήκοντα δικαιώματα, εφ' όσον η άσκησις αυτών δεν παραβλάπτει την χρήσιν των άλλων ιδιοκτητών ή δεν μειοί την ασφάλειαν αυτών ή του οικοδομήματος. 2) Υπό τους αυτούς όρους δύναται να επιχειρήση μεταβολάς ή προσθήκας επί των αδιαιρέτως κοινών μερών του οικοδομήματος. Ν 3741/1929 αρ. 4 παρ. 1: Επιτρέπεται εις τους συνιδιοκτήτας ίνα δι` ιδιαιτέρας συμφωνίας, εις ήν είναι απαραίτητος η κοινή πάντων συναίνεσις, κανονίσωσι τα της συνιδιοκτησίας δικαιώματα και υποχρεώσεις, να καθορίσωσι γενικάς συνελεύσεις και να δώσωσιν εις καθωρισμένην πλειοψηφίαν, δυναμένην να μεταβληθή αναλόγως της σοβαρότητος των ληφθησομένων αποφάσεων, το δικαίωμα να λαμβάνη εν τω κοινώ συμφέροντι πάσαν απόφασιν σχετικήν με την συντήρησιν, βελτίωσιν και χρήσιν των κοινών μερών της οικίας. Ν 3741/1929 αρ. 5: Εν ελλείψει πάσης μεταξύ των συνιδιοκτητών συμφωνίας ως πρός τα δικαιώματα και τας υποχρεώσεις αυτών περί των κοινών πραγμάτων, κρατούσι τα εξής: α) `Εκαστος των συνιδιοκτητών δικαιούται να ποιήται απόλυτον χρήσιν των κοινών πραγμάτων, και να προβαίνη εις την επισκευήν και ανανέωσιν αυτών, υπό τον όρον να μη βλάπτη τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών μηδέ να μεταβάλλη τον συνήθη προορισμόν αυτών. β) `Εκαστος των συνιδιοκτητών υποχρεούται να συνεισφέρη εις τα κοινά βάρη επι τη βάσει της αξίας του ορόφου ή διαμερίσματος ου είναι κύριος. γ) Κοινά βάρη θεωρούνται η συντήρησις και επισκευή των εν άρθρ. 2 παρ. 1 του παρόντος μερών του ακινήτου, εφ` ων καθορίζεται αναγκαστική μεταξύ των κατ` ιδίαν συνιδιοκτητών συνιδιοκτησία και οι παντός είδους φόροι οι βαρύνοντες την κοινήν οικοδομήν. Ν 3741/1929 αρ. 13: 1. Πάσα σύμβασις κανονίζουσα ή μεταβάλλουσα τα αμοιβαία δικαιώματα και υποχρεώσεις των ιδιοκτητών γίνεται δια συμβολαιογραφικού εγγράφου και καταχωρίζεται εις το βιβλίον μεταγραφών. 2. Η καταχώρησις γίνεται εις το περιθώριον των μεταγραφών του τίτλου της ιδιοκτησίας. 3. Περιορισμοί της κυριότητας απορρέοντες εκ της τοιαύτης συμβάσεως έχουσι χαρακτήρα δουλείας. |
α. Χωριστή κυριότητα σε όροφο ή διαμέρισμα
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ, 2 παρ. 1, 3 παρ. 1, 4 παρ. 1, 5 και 13 Ν 3741/1929, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το αρ. 54 ΕισΝΑΚ, προκύπτει ότι επί της οροφοκτησίας, η οποία αποτελεί σύνθετο αλλά ενιαίο εμπράγματο δικαίωμα, ιδρύεται, κυρίως μεν χωριστή κυριότητα σε όροφο οικοδομής ή διαμέρισμα ορόφου, παρεπομένως δε και αναγκαστική συγκυριότητα που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ` ανάλογη μερίδα στα μέρη του όλου ακινήτου, που χρησιμεύουν σε κοινή από όλους τους οροφοκτήτες χρήση.
i. Έννοια ορόφου και διαμερίσματος
Ως προς δε τις έννοιες του ορόφου και του διαμερίσματος ορόφου, παρότι από τις ανωτέρω διατάξεις που αποτυπώνουν και τις βασικές αρχές του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας δεν προσδιορίζονται επαρκώς, έχει ερμηνευθεί εντούτοις από τη νομολογία, ότι από το πνεύμα των διατάξεων για την οροφοκτησία, και ιδίως από το σκοπό τους που, όπως προκύπτει και από την Εισηγητική Έκθεση του Ν 3741/1929, είναι η ευχερέστερη κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των πολιτών και η καθ’ ύψος επέκταση των πόλεων, καθώς και από τα ερμηνευτικά
Σελ. 5
πορίσματα εκ της κοινής πείρας και από τις σχετικές διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας (άρθρ. 11 του Γεν. Οικοδομικού Κανονισμού των ετών 1929, 1955, 1973 και τον ισχύοντα ΓΟΚ Ν 1577/1985, όπως τροποποιήθηκε σύμφωνα με το Ν 2831/2000), συνάγεται ότι όροφος ή διαμέρισμα ορόφου είναι το αναποχώριστο τμήμα της οικοδομής ή του ορόφου, μετά των συστατικών του και του εντός αυτού (κυβικού) χώρου, που περικλείεται τεχνικώς από κάτω, από τα πλάγια και από πάνω, με τοίχους ή άλλα οικοδομικά στοιχεία, ώστε να διαχωρίζεται σαφώς από τα λοιπά (διαιρετά ή αδιαίρετα) τμήματα της οικοδομής και να έχει αναχθεί σε συγκεκριμένο και ανεξάρτητο τμήμα αυτής, κατάλληλο προς χωριστή και αυτοτελή οικιστική εν γένει χρήση.
ii. Ιδιοκτησία επί ανοικτού χώρου – σύσταση επί μέλλουσας οικοδομής
Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι μόνο οι όροφοι και τα διαμερίσματα ορόφων, με την παραπάνω έννοια, καθώς και τα εξομοιούμενα από τον νόμο με ορόφους υπόγεια και δωμάτια κάτω από τη στέγη (αρ. 1002 εδ. β΄ ΑΚ και 1 παρ. 2 Ν 3741/1929), μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο οριζόντιας ιδιοκτησίας. Επομένως, ως έχει γίνει και νομολογιακά δεκτό, δεν είναι δυνατόν να συσταθεί διαιρεμένη ιδιοκτησία επί ανοικτού χώρου, εκτός αν προβλέπεται στη συστατική της οροφοκτησίας πράξη ή μεταγενέστερη συμφωνία όλων των οροφοκτητών, η οποία έχει μεταγραφεί νόμιμα, ότι ο χώρος αυτός θα οικοδομηθεί, οπότε η σύσταση διαιρεμένης ιδιοκτησίας αναφέρεται στους μελλοντικούς ορόφους ή διαμερίσματα και τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της κατασκευής τους. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η σύσταση αφορά στη μέλλουσα να ανεγερθεί οικοδομή ή όροφο ήδη υπάρχουσας οικοδομής και επιφέρει τις έννομες συνέπειές της με την ανέγερση τους, δηλαδή η κτήση της αποκλειστικής κυριότητος επί του ορόφου τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της κατασκευής του.
Επομένως, το εν λόγω δικαίωμα είναι παρεπόμενο της οριζόντιας ιδιοκτησίας και της αναγκαστικής συγκυριότητας και ακριβέστερα, είναι αναγκαία απόρροια και έκφραση της έννομης σχέσης της οροφοκτησίας και αποτελεί εξουσία που απορρέει από τη συγκυριότητα στο έδαφος, με αποτέλεσμα να συμμετέχει ο δικαιούχος του στην αδιάλυτη κοινωνία των συνιδιοκτητών, η οποία και υφίσταται από τη στιγμή της σύστασης ή μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου και έκτοτε, να ασκεί τα εξ αυτής δικαιώματά του στη Γενική Συνέλευση των συνιδιοκτητών.
β. Χρησικτησία
Αντιστοίχως, δε μπορεί να αποκτηθεί κυριότητα με χρησικτησία σε τμήμα ή όροφο οικοδομής, ακόμη κι αν το τμήμα αυτό είναι αυτοτελές και προορισμένο για αυτοτελή χρήση και εκμετάλλευση, εφόσον δεν αποτελεί οριζόντια ιδιοκτησία νομίμως συσταθείσα. Συναφώς δε, έχει κριθεί ότι δεν είναι νομικά επιτρεπτή η σύσταση οροφοκτησίας και η διανομή οικοδομημένου ακινήτου με χρησικτησία, αντίθετα είναι επιτρεπτή η χρησικτησία ήδη έγκυρα συνεστημένης οροφοκτησίας.
Σελ. 6
γ. Τα κοινόχρηστα μέρη
Αναφορικά, ειδικότερα, με τα κοινόχρηστα μέρη, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται, κατά ενδεικτική στις διατάξεις αυτές αρίθμηση, το οικόπεδο, το έδαφος, οι ακάλυπτοι χώροι (αυλές, κήπος), οι μεσότοιχοι, τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, οι καπνοδόχοι, οι αυλές, τα φρεάτια ανελκυστήρων, οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, το ηλιακωτό δώμα κ.α., έστω και αν ορισμένοι εκ των συνιδιοκτητών δεν εξυπηρετούνται από αυτούς τους χώρους, ακόμη δε και αν ο προσδιορισμός τους δεν ορίζεται με τη συστατική της οροφοκτησίας δικαιοπραξία, οπότε και ισχύει ο προσδιορισμός που προβλέπεται από τις παραπάνω αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του νόμου. Οι χώροι αυτοί, εφόσον δεν μπορούν να αποτελέσουν διαιρεμένες ιδιοκτησίες, δεν είναι δεκτικοί και συστάσεως χωριστών εμπράγματων δικαιωμάτων με τα οποία θα απέβαλλαν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα τους, που έχει επιβληθεί από τις αναγκαστικού δικαίου πιο πάνω πολεοδομικές διατάξεις.
i. Το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης
Ωστόσο, με ομόφωνη απόφαση των συνιδιοκτητών, που πρέπει να καταρτιστεί συμβολαιογραφικώς και να μεταγραφεί, δύναται να ρυθμιστεί κατά διάφορο τρόπο το δικαίωμα χρήσης εκάστου επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων μερών και ειδικότερα να συμφωνηθεί ότι κάποιος από τους ιδιοκτήτες οριζοντίων ιδιοκτησιών θα έχει δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης επί των ως άνω μερών. Όμως, το δικαίωμα αυτό της αποκλειστικής χρήσης έχει κριθεί ότι μπορεί να παρασχεθεί κατά τον ανωτέρω τρόπο μόνο σε έναν ή περισσότερους εκ των συνιδιοκτητών, και σε καμία περίπτωση σε πρόσωπο τρίτο – μη συνιδιοκτήτη. Περαιτέρω δε γίνεται δεκτό ότι ουδείς συνιδιοκτήτης δύναται να αποκτήσει δικαίωμα αποκλειστικής ή μεγαλύτερης από τη μερίδα του χρήσης στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη, με χρησικτησία ούτε και να απολέσει το δικαίωμα συμμετοχής του στην κοινή χρήση τους με αχρησία. Τέλος δε, αναφορικά με το περιεχόμενο του ως άνω δικαιώματος της αποκλειστικής χρήσης, έχει γίνει δεκτό ότι σε καμία περίπτωση δεν περιλαμβάνεται σε αυτό η εξουσία άρσης του προβλεπόμενου προορισμού του κοινού πράγματος.
ii. Η αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης
Επομένως, ως ορίζεται και από την ίδια την ως άνω νομοθεσία (αρ. 4 Ν 3741/1929), και επί οροφοκτησίας ισχύει η αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης, τόσο για τη σύσταση αυτής, όσο και για τη ρύθμιση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συνιδιοκτητών. Συνεπώς, οι συνιδιοκτήτες δύνανται να καθορίσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους είτε με τη συστατική πράξη της οροφοκτησίας, είτε με μεταγενέστερη συμφωνία του συνόλου των συνιδιοκτητών, με την αυτονόητη πάντα προϋπόθεση της τήρησης του προβλεπόμενου τύπου.
iii. Ο χαρακτήρας δουλείας
Οι ανωτέρω συμφωνίες, με τις οποίες ρυθμίζονται μεταξύ των ιδιοκτητών οριζόντιων ιδιοκτησιών κατά διάφορο τρόπο τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις τους επί των κοινόκτητων
Σελ. 7
και κοινοχρήστων πραγμάτων, δημιουργούν περιορισμούς της αναγκαστικής συγκυριότητας, από την οποία και απορρέει το δικαίωμα συμμετοχής στη χρήση τους. Οι περιορισμοί αυτού, κατά τη διάταξη του αρ. 13 παρ. 3 φέρουν χαρακτήρα δουλείας, χωρίς ωστόσο να είναι στην πραγματικότητα δουλείες, πραγματικές ή προσωπικές, κατά την έννοια των αρ. 1118 επ., 1142 επ. και 1188 επ. ΑΚ, αλλά φέρουν το χαρακτήρα αυτών υπό την έννοια και μόνον ότι δεσμεύουν τους καθολικούς και ειδικούς διαδόχους των συνομολογησάντων αυτούς ιδιοκτητών των οριζοντίων ιδιοκτησιών και αντιτάσσονται κατά τρίτων, ενώ κατά μία άποψη, στην περίπτωση αυτή, ιδρύεται πραγματοπαγής ενοχή, με περιεχόμενο το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσεως κάποιου από τους συνιδιοκτήτες και αντίστοιχη υποχρέωση ανοχής αυτής από τους λοιπούς.
2. Η κάθετη ιδιοκτησία
ΝΔ 1024/1971 αρ. 1: 1.Εν τη εννοία του άρθρου 1 του Ν 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικος δύναται να συσταθή διηρημένη ιδιοκτησία και επί πλειόνων αυτοτελών οικοδομημάτων ανεγειρομένων επί ενιαίου οικοπέδου ανήκοντος εις ένα ή πλείονας ως και επί ορόφων ή μερών των οικοδομημάτων τούτων, επιφυλασσομένων των πολεοδομικών διατάξεων. 2. Η προηγούμενη παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο επί οικοπέδων κειμένων εντός σχεδίων πόλεων, εντός ορίων οικισμών προ του 1923, καθώς και εντός ορίων οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων, που καθορίζονται βάσει του από 24.4.1985 ΠΔ (ΦΕΚ 181 Δ΄), όπως ισχύει. Συστάσεις διηρημένων ιδιοκτησιών σε οικόπεδα, που βρίσκονται μέσα τους ανωτέρω οικισμούς, που έγιναν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, είναι έγκυρες, εκτός αν κηρύχθηκαν άκυρες με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Ν 2831/2000 αρ. 27 παρ. 2: Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ΝΔ 1024/1971 (ΦΕΚ 323 Α΄) εφαρμόζονται και σε γήπεδα εκτός εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου για τα οποία έχουν καθορισθεί ειδικοί όροι δόμησης κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του από 17.7/16.8.1923 ΝΔ (ΦΕΚ 228 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ΑΝ 62511968 και έχει εκδοθεί οικοδομική άδεια μέχρι τη δημοσίευσή του Ν 2052/1992 που δεν έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί για οποιονδήποτε λόγο. Η τήρηση του όρου της έκδοσης της οικοδομικής άδειας πριν από την ισχύ του Ν 2052/1992 δεν απαιτείται σε όσες περιπτώσεις στο σχετικό με την έγκριση των όρων δόμησης προεδρικό διάταγμα αναφέρεται ότι έγινε παραχώρηση τμήματος των ακινήτων στον οικείο οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων. Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται και σε εκτός σχεδίου εκτάσεις στις οποίες έχουν καθορισθεί όροι και περιορισμοί δόμησης και εγκρίθηκαν η θέση και η διάταξη κτιρίων, σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου Δ (οικοδομικό σύστημα ελευθέρας δομήσεως) του ΝΔ 8/1973 (ΦΕΚ 124 Α΄). Ν 4178/2013 αρ. 5 παρ. 1: Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του ΝΔ 1024/1971 (Α΄ 232) εφαρμόζονται και επί γηπέδων, κειμένων εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός ορίων οικισμών, επί των οποίων έχουν ανεγερθεί οικοδομήματα μέχρι την 28.7.2011, υπό την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις του άρθρου 1 του παρόντος νόμου. Η ανέγερση των οικοδομών μέχρι την 28.7.2011 αποδεικνύεται από αεροφωτογραφίες λήψεως μέχρι την ημερομηνία αυτή και βεβαιώνεται από τον μηχανικό κατά τις διατάξεις του παρόντος. |
Σελ. 8
Ν 4495/2017 αρ. 98: 1. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του ΝΔ 1024/1971 (Α 232) εφαρμόζονται και επί γηπέδων, που κείνται εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός ορίων οικισμών και ανήκουν σε έναν ή πλείονες ιδιοκτήτες, επί των οποίων έχουν ανεγερθεί μέχρι τις 28.7.2011 οικοδομήματα νομίμως ανεγερθέντα ή αυθαίρετα, υπαγόμενα στις διατάξεις του παρόντος, με την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις του άρθρου 89 του παρόντος 2. Η προηγούμενη παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο επί οικοπέδων κειμένων εντός σχεδίων πόλεων, εντός ορίων οικισμών προ του 1923, καθώς και εντός ορίων οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων, που καθορίζονται βάσει του από 24.4.1985 ΠΔ (ΦΕΚ 181 Δ΄), όπως ισχύει. Συστάσεις διηρημένων ιδιοκτησιών σε οικόπεδα, που βρίσκονται μέσα τους ανωτέρω οικισμούς, που έγιναν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, είναι έγκυρες, εκτός αν κηρύχθηκαν άκυρες με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Ν 2831/2000 αρ. 26 παρ. 5: Σε οικόπεδο που έχει εκδοθεί οικοδομική άδεια πριν τη μεταβολή γενικών ή ειδικών διατάξεων που αφορούν στην επιτρεπόμενη κάλυψη και που κατά το χρόνο έκδοσης είχε ήδη συσταθεί διηρημένη ιδιοκτησία κατά τις διατάξεις του Ν 1024/1971 (ΦΕΚ 232 Α΄), ο ή οι συνιδιοκτήτες μπορούν να χρησιμοποιήσουν ποσοστό της νέας επιτρεπόμενης κατά το αναλογούν σε αυτούς ποσοστό συνιδιοκτησίας. |
α. Σύσταση επί περισσοτέρων οικοδομημάτων
Με τον όρο κάθετη ιδιοκτησία, όπως αυτή ρυθμίζεται από τον Ν 1024/ 1971 -με σκοπό να αντιμετωπιστεί η απαγόρευση μεταβιβάσεων που οδηγούσαν στη δημιουργία μη άρτιων οικοπέδων- και διέπεται, κατά τα λοιπά, από τις διατάξεις των αρ 1 επ. του Ν 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ., νοείται η σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας επί περισσοτέρων οικοδομημάτων τα οποία ανεγείρονται σε ενιαίο οικόπεδο αλλά σε ορισμένο για κάθε συνιδιοκτήτη τμήμα του κοινού οικοπέδου.
Συγκεκριμένα, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι, επί κάθετης ιδιοκτησίας, ιδρύεται κυρίως μεν χωριστή κυριότητα στο αυτοτελές οικοδόμημα ή σε όροφο ή διαμέρισμα αυτού, παρεπομένως δε και αναγκαστική συγκυριότητα αυτοδικαίως και κατ’ ανάλογη μερίδα στα κοινά μέρη του όλου ενιαίου οικοπέδου που χρησιμεύουν σε κοινή από όλους τους συνιδιοκτήτες χρήση, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και το έδαφος του ενιαίου οικοπέδου. Κατά συνέπεια, ο κύριος κάθε χωριστής οικοδομής θεωρείται έναντι των τρίτων συγκύριος του όλου οικοπέδου, έναντι, όμως των λοιπών συνιδιοκτητών του οικοπέδου και αποκλειστικών κυρίων των λοιπών ιδιοκτησιών για τις μεταξύ τους σχέσεις ως αυτοτελής κύριος.
β. Ανέγερση οικοδομής και προϋποθέσεις
Ειδικότερα δε, έχει κριθεί ότι επί καθέτου συνιδιοκτησίας κάθε συνιδιοκτήτης έχει δικαίωμα να ανεγείρει οικοδομή σε καθορισμένο τμήμα του κοινού οικοπέδου, καλύπτοντας τόση επιφάνεια όση αναλογεί στο συμβατικώς καθορισμένο ποσοστό συγκυριότητάς του στο ενιαίο
Σελ. 9
οικόπεδο και δίχως να υπερβεί το συντελεστή δόμησης που αναλογεί σε αυτό. Σε περίπτωση, όμως, που τμήμα του κοινού εδάφους δεν καλύφθηκε εν τέλει με κτίσμα, παρότι είχε προβλεφθεί με την συστατική πράξη ως χωριστή ιδιοκτησία, θεωρείται κατ’ αρχήν κοινής χρήσεως όλων των συνιδιοκτητών, ανεξαρτήτως αν αφέθηκε ακάλυπτο τυχαία εκ του λόγου ότι δεν κατασκευάσθηκε το προβλεπόμενο κτίσμα, αφού επί οικοδομής που πρόκειται να ανεγερθεί στο μέλλον η κτήση της αποκλειστικής κυριότητας τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της κατασκευής της.
γ. Κατασκευές προϋφιστάμενες της σύστασης
Στην περίπτωση κατά την οποία εντός του κοινού οικοπέδου έιχαν ήδη γίνει κατασκευές σε χρόνο προγενέστερο της σύστασης των καθέτων ιδιοκτησιών και εφόσον προϋπήρχαν και εξυπηρετούσαν το κτίριο το οποίο στη συνέχεια αποτέλεσε τη μία κάθετη ιδιοκτησία, κρίθηκε ότι είναι προφανές ότι αυτές βρίσκονται εντός του τμήματος του οικοπέδου που ήταν αποκλειστικής χρήσης της κάθετης αυτής ιδιοκτησίας, τούτο δε διότι δεν είναι λογικά ανεκτό το μεν κτίριο να αποτελεί μία ξεχωριστή - κάθετη ιδιοκτησία και το στέγαστρο και η κλίμακα που το εξυπηρετεί να βρίσκεται εκτός της καθέτου αυτής, πολλώ δε μάλλον διότι, όταν ο αρχικός κύριος του ενιαίου ακινήτου και του κτιρίου που υπήρχε σε αυτό συνέστησε κάθετες ιδιοκτησίες και στην πρώτη από αυτές περιλήφθηκε το εν λόγο κτίριο, δεν είναι δυνατόν να άφησε εκτός της εν λόγω καθέτου ιδιοκτησίας το στέγαστρο και την κλίμακα που το εξυπηρετούσαν.
δ. Υποχρεώσεις και περιορισμοί
Επί αυτής της μορφής συνιδιοκτησίας γίνεται δεκτό ότι ισχύουν οι αυτές, όπως και στην οριζόντια ιδιοκτησία, ρυθμίσεις, καθώς και υποχρεώσεις και περιορισμοί. Έτσι και επί κάθετης συνιδιοκτησίας, κάθε συνιδιοκτήτης δικαιούται στην απόλυτη χρήση των κοινών πραγμάτων, αρκεί να μη βλάπτει τα αντίστοιχα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών και να μη μεταβάλλει το συνήθη προορισμό των μερών αυτών (ΑΚ 785, 787, 1113), σε περίπτωση δε που προσβάλλεται στη χρήση αυτή, δικαιούται να ζητήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψη αυτής στο μέλλον. Συνεπώς, ο κύριος κάθε οικοδομής θεωρείται έναντι τρίτων συγκύριος του συνόλου του οικοπέδου, έναντι δε του συνιδιοκτήτη του οικοπέδου και αποκλειστικού κυρίου χωριστής οικοδομής αυτοτελής κύριος. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τη διάταξη του αρ. 1 παρ. 2 ΝΔ 1024/1971, στη περίπτωση της κάθετης ιδιοκτησίας υπάρχει και ο επιπλέον περιορισμός ότι η σύσταση δεν είναι κατ’ αρχήν δυνατή επί ακινήτου εκτός σχεδίου πόλεως, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
ε. Γνήσια και μη γνήσια κάθετη συνιδιοκτησία
Τέλος, η συγκεκριμένη μορφή συνιδιοκτησίας διακρίνεται αφενός σε γνήσια, άλλως αμιγή ή απλή, στην οποία κάθε οικοδομή ενός ενιαίου οικοπέδου είναι αυτοτελής, ήτοι μη διαιρούμενη σε περαιτέρω οριζόντιες ιδιοκτησίες, και αφετέρου σε μη γνήσια, άλλως μη αμιγή ή σύνθετη,
Σελ. 10
στην οποία οι περισσότερες οικοδομές του ενιαίου οικοπέδου χωρίζονται και σε οριζόντιες ιδιοκτησίες επί ορόφων ή διαμερισμάτων ορόφων, και συνεπώς στην περίπτωση αυτή υπάρχουν παράλληλα επί των αυτών ακινήτων τόσο κάθετη όσο και οριζόντια συνιδιοκτησία. Στην τελευταία περίπτωση, η σχέση συνιδιοκτησίας των ιδιοκτητών του οικοδομήματος (οριζόντια συνιδιοκτησία) αφορά στη λειτουργικότητα αυτού, ενώ η σχέση μεταξύ των συνιδιοκτητών του ενός οικοδομήματος με τους συνιδιοκτήτες του άλλου (κάθετη συνιδιοκτησία) αφορά στο κοινό οικόπεδο.
Επί της τελευταίας δε αυτής μορφής της σύνθετης καθέτου συνιδιοκτησίας που έχει προκύψει κατόπιν συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας επί ήδη υφιστάμενης νομίμως συσταθείσας καθέτου, έχει κριθεί ότι για να μπορεί να διακρίνει κανείς και να αποφανθεί ότι πρόκειται για τέτοια, και όχι για μη νόμιμη διαίρεση νομίμως υφιστάμενης καθέτου ιδιοκτησίας σε δύο νέες αυτοτελείς ιδιοκτησίες κατά παράβαση του αρ. 6 παρ. 2 Ν 2052/1992, θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη σύνθετη κάθετη ιδιοκτησία, ήτοι ο τρόπος διαιρέσεως, καθώς και οι επί μέρους οριζόντιες ιδιοκτησίες που δημιουργήθηκαν, με ειδικότερο προσδιορισμό και περιγραφή αυτών ως προς τη θέση, την επιφάνεια, τα όρια, τα ποσοστά συμμετοχής στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της οικοδομής αλλά και όλου του ακινήτου.
3. Η σχέση τους και οι διαφορές
Τόσο η οριζόντια όσο και η κάθετη συνιδιοκτησία αποτελούν αμφότερες μορφές της διαιρεμένης ιδιοκτησίας. Διακρίνονται, δηλαδή, και αντιδιαστέλλονται από την εξ αδιαιρέτου ιδιοκτησία επί του συνολικού οικοπέδου ή οικοδομήματος. Εξ αυτού και η αντιμετώπισή τους από τη νομοθεσία ταυτίζεται στα περισσότερα σημεία. Σημειωτέον ότι, όπως ελέχθη και ανωτέρω, και η κάθετη ιδιοκτησία διέπεται κατά λοιπά, πέραν της ειδικής νομοθεσίας της (Ν 1024/1971), και από τις διατάξεις των αρ 1 επ. του Ν 3741/1929 περί οριζόντιας ιδιοκτησίας καθώς και των αρ. 1002 και 1117 ΑΚ.
Ωστόσο, υπάρχει μία θεμελιώδης διαφορά μεταξύ των δύο μορφών της διαιρεμένης ιδιοκτησίας και αυτή δεν είναι άλλη από το ότι η οριζόντια συνιδιοκτησία προϋποθέτει μία οικοδομή ενώ η κάθετη τουλάχιστον δύο αυτοτελείς οικοδομές επί του αυτού ενιαίου οικοπέδου. Στην πρώτη αντικείμενο της αποκλειστικής κυριότητος είναι ο όροφος ή το διαμέρισμα ορόφου, ενώ στη δεύτερη καθένα από τα περισσότερα αυτοτελή οικοδομήματα που είναι κτισμένα επί ενιαίου οικοπέδου. Κατά τα λοιπά, οι επιμέρους ομοιότητες και διαφορές, αναφορικά με τον τρόπο σύστασης, τη λειτουργία και τα ειδικά ζητήματα που ανακύπτουν από την καθεμία θα εντοπιστούν κατωτέρω κατά την ανάλυση των σχετικών θεμάτων.
Οι δύο ως άνω μορφές συνιδιοκτησίας είναι δυνατόν να σχετιστούν, και συγκεκριμένα να συνυπάρξουν παράλληλα. Τούτο μπορεί να συμβεί στην περίπτωση που τα περισσότερα οικοδομήματα επί ενός ενιαίου οικοπέδου χωρίζονται περαιτέρω και οριζοντίως σε ορόφους ή διαμερίσματα (μη γνήσια άλλως σύνθετη κάθετη ιδιοκτησία).
Σελ. 11
ΚΕΦΑΛΑΙO ΙI
Η σύσταση
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ
Α. Προϋποθέσεις σύστασης 13
1. Πλήρης ή ψιλή κυριότητα 14
2. Ενιαίο ακίνητο 14
3. Αντικείμενο της οροφοκτησίας 14
α. Έννοια του ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου 15
β. Ανοικτός χώρος - ακάλυπτο οικόπεδο 15
γ. Ενυπόθηκο ακίνητο 15
δ. Πολεοδομική νομοθεσία 16
4. Διαιρεμένες ιδιοκτησίες 16
α. Σαφής προσδιορισμός των συνιστάμενων ιδιοκτησιών 16
β. Περαιτέρω διαίρεση 16
Β. Περιεχόμενο της σύστασης 17
1. Χωριστή κυριότητα – καθορισμός ποσοστού συγκυριότητας 17
2. Επί συστήματος αντιπαροχής 17
Γ. Τρόποι σύστασης και τύπος 18
1. Δικαιοπρακτική μονομερής σύσταση 19
α. Μονομερής δικαιοπραξία εν ζωή 19
β. Δωρεά αιτία θανάτου 19
γ. Σύσταση με διάταξη τελευταίας βούλησης (αιτία θανάτου) 20
i. Διαθήκη και περισσότεροι συγκύριοι 20
ii. Ασαφής διάταξη τελευταίας βούλησης 20
iii. Δυνατότητα ματαίωσης της εκ διαθήκης σύστασης 21
2. Συμβατική σύσταση 21
α. Με σύμπραξη όλων των συγκυρίων 21
β. Με διανομή ή άνευ 21
γ. Σύμβαση αγοραπωλησίας χωριστής ιδιοκτησίας 22
δ. Επί συστήματος αντιπαροχής 22
ε. Οροφοκτησία κατά το εθιμικό δίκαιο των Κυκλάδων 23
3. Δικαστική σύσταση με απόφαση διανομής του αρ. 480Α ΚΠολΔ 24
α. Αυτούσια διανομή 24
i. Προϋποθέσεις 26
ii. Επί ακάλυπτου οικοπέδου 27
iii. Επί διατηρητέου 28
iv. Αγωγή – αίτημα διανομής 28
v. Ομοδικία 28
vi. Απονεμητική κατανομή 29
β. Σύσταση από τους συγκυρίους του 65% 29
i. Προϋποθέσεις 29
ii. Προδικασία 29
iii. Η δικαστική άδεια και η επέλευση της οροφοκτησίας 30
γ. Χρησικτησία 30
δ. Αναγκαστική απαλλοτρίωση και πλειστηριασμός 30
Δ. Η σύσταση της κάθετης ιδιοκτησίας 31
1. Τρόποι και προϋποθέσεις 31
2. Συγκυριότητα κατ’ ανάλογη μερίδα 31
3. Δικαιώματα και υποχρεώσεις 31
4. Εξαίρεση τμημάτων ή λωρίδων 32
Ε. Τροποποίηση της οροφοκτησίας 32
1. Ομόφωνη απόφαση των συνιδιοκτητών 32
2. Τρόποι και τύπος 32
3. Τροποποίηση από την πλειοψηφία 32
4. Περιορισμοί 32
5. Εξαναγκασμός σύμπραξης σε τροποποίηση 33
6. Καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως 34
7. Δυνατότητα μονομερούς τροποποίησης επί αυθαιρεσιών 34
ΣΤ. Υπόδειγμα - Συμβολαιογραφική πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας 36
Σελ. 12
ΑΚ αρ. 1002: Ιδιοκτησία ορόφου - Κυριότητα χωριστή σε όροφο οικοδομής ή σε διαμέρισμα ορόφου μπορεί να συσταθεί μόνο με δικαιοπραξία του κυρίου του όλου ακινήτου. Όροφοι θεωρούνται και τα υπόγεια καθώς και τα δωμάτια κάτω από τη στέγη. Ν 3741/1929 αρ. 13: 1. Πάσα σύμβασις κανονίζουσα ή μεταβάλλουσα τα αμοιβαία δικαιώματα και υποχρεώσεις των ιδιοκτητών γίνεται δια συμβολαιογραφικού εγγράφου και καταχωρίζεται εις το βιβλίον μεταγραφών. 2. Η καταχώρησις γίνεται εις το περιθώριον των μεταγραφών του τίτλου της ιδιοκτησίας. 3. Περιορισμοί της κυριότητας απορρέοντες εκ της τοιαύτης συμβάσεως έχουσι χαρακτήρα δουλείας. Ν 3741/1929 αρ. 14: Η δια του παρόντος αναγνωριζομένη κατ' ορόφους ή διαμερίσματα τούτων διηρημένη ιδιοκτησία, χωρεί μόνον εφ' όσον υπάρξη περί αυτής ρητή συμφωνία ή πράξις τελευταίας βουλήσεως. ΝΔ 1024/1971 αρ. 2: Διηρημένη ιδιοκτησία επί των περιπτώσεων των προβλεπομένων υπό του Ν 3741/1929 «περί της ιδιοκτησίας κατ' ορόφους» ή του παρόντος, συνιστάται είτε δια δικαιοπραξίας εν ζωή ή αιτία θανάτου του κυρίου του οικοπέδου είτε δια συμβάσεως των τυχόν συγκυρίων αυτού. ΝΔ 1024/1971 αρ. 3: Συστάσεις διηρημένων κατά το παρόν Νομοθετικόν Διάταγμα ιδιοκτησιών, γενόμεναι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, είναι έγκυροι, πλην αν εχώρησε κήρυξις της ακυρότητος τούτων δια δικαστικής αποφάσεως καταστάσης αμετακλήτου. ΝΔ 1024/1971 αρ. 4: 1. Κάθε δικαιοπραξία, με την οποία συνιστάται διηρημένη κατά το παρόν νομοθετικό διάταγμα ιδιοκτησία μετά τη δημοσίευση του παρόντος και κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, είναι αυτοδικαίως και εξ υπαρχής απολύτως άκυρη. 2. Στους παραβάτες των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου και ειδικότερα στους δικαιοπρακτούντες, στους συντάσσοντες τεχνικά σχέδια, στους μεσίτες, στους συμβολαιογράφους, που συντάσσουν συμβόλαια κατά παράβαση της διάταξης αυτής, στους δικηγόρους που παρίστανται κατά τη σύνταξη των συμβολαίων αυτών και στους υποθηκοφύλακες, που μεταγράφουν τέτοια συμβόλαια, επιβάλλεται διοικητική ποινή προστίμου υπέρ του Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.. Το πρόστιμο αυτό ορίζεται, για καθένα από τα ανωτέρω πρόσωπα, ίσο με την αξία ολόκληρου του ακινήτου, επί του οποίου συνιστάται ακύρως διηρημένη ιδιοκτησία και υπολογίζεται προς δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές ανά τετραγωνικό μέτρο γης. Το ποσό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. Με όμοια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία επιβολής και είσπραξης του προστίμου και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Τα ως άνω πρόσωπα, καθώς και τα πρόσωπα της επόμενης παραγράφου, τιμωρούνται με τις ποινές που προβλέπει η παράγραφος 8 του άρθρου 17 του Ν 1337/1983. 3. Εάν η κατά παράβαση πράξη ενεργείται από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο, για λογαριασμό ή κατά εντολή του, επιβάλλεται το πρόστιμο της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου στα όργανα ή τους εκπροσώπους του νομικού προσώπου, οι οποίοι αποφάσισαν και υλοποίησαν την πράξη αυτή. Ν 1562/1985 αρ. 1: 1. Συγκύριοι τουλάχιστον κατά εξήντα πέντε εκατοστά οικοπέδου ή γηπέδου που μπορεί να οικοδομηθεί σύμφωνα με το νόμο έχουν δικαίωμα να ζητήσουν δικαστικώς να επιτραπεί η οικοδόμησή του κατά το σύστημα της αντιπαροχής, αν συντρέχει αναπόφευκτη ανάγκη ή φανερή ωφέλεια για όλους τους συγκύριους. Την οικοδόμηση κατά το σύστημα της αντιπαροχής μπορεί να την αναλάβει και συγκύριος. 2. Αν στο οικόπεδο υπάρχει οικοδομή, η ανοικοδόμηση επιτρέπεται, υπό τους όρους της προηγούμενης παραγράφου, |
Σελ. 13
εφόσον η οικοδομή αυτή έχει νόμιμα χαρακτηριστεί ως κατεδαφιστέα, ως επικίνδυνη ή ως ετοιμόρροπη ή εφόσον, λόγω παλαιότητας ή σημαντικών ζημιών, η διατήρησή της είναι για όλους τους συγκύριους ασύμφορη. Το ίδιο ισχύει αν η διατήρηση της υφιστάμενης οικοδομής είναι ασύμφορη, επειδή δεν εξαντλεί τον επιτρεπόμενο συντελεστή δόμησης. Αν είναι δυνατή και συμφέρουσα η συμπληρωματική οικοδόμηση έως την εξάντληση του συντελεστή, μπορεί να ζητηθεί από το δικαστήριο, υπό τους ίδιους όρους, η συμπληρωματική αυτή οικοδόμηση. ΚΠολΔ αρ. 480: 1. Το δικαστήριο αποφασίζει την αυτούσια διανομή, αν είναι δυνατή η διαίρεση του διανεμητέου σε μέρη ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών, δίχως να μειώνεται η αξία του. 2. Αν τα διανεμητέα αντικείμενα είναι περισσότερα και η αυτούσια διανομή όλων ή μερικών από αυτά είναι αδύνατη ή ασύμφορη, είναι όμως δυνατή η κατανομή τους σε μέρη ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει την αυτούσια διανομή με τον τρόπο αυτόν. 3. Αν ορισμένοι κοινωνοί ζήτησαν να λάβουν κοινή μερίδα, η μερίδα αυτή λογίζεται ως ενιαία. Στο μέρος που περιέρχεται σε αυτούς με την αυτούσια διανομή συνιστάται κοινωνία κατά το λόγο των μερίδων τους. ΚΠολΔ αρ. 480Α: 1. Κάθε συγκύριος οικοπέδου στο οποίο υπάρχει οικοδομή έχει το δικαίωμα να ζητήσει την αυτούσια διανομή του με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας κατύ ορόφους ή μέρη ορόφων. Το δικαστήριο αποφασίζει τη διανομή με τον τρόπο αυτόν, αν είναι εφικτή και δεν αντιβαίνει στο συμφέρον των λοιπών συγκυρίων. Η απόφαση που διατάζει τη διανομή κατά τον τρόπο αυτόν προσδιορίζει τα χωριστά μέρη της οικοδομής που αναλογούν στις μερίδες των συγκυρίων και τα επιδικάζει σύ αυτούς. Αν με τη διανομή αυτή περιέρχονται σε κάποιο συγκύριο περισσότερες αυτοτελείς ιδιοκτησίες, η απόφαση καθορίζει το ποσοστό της συγκυριότητας που αναλογεί σε καθεμιά από τις ιδιοκτησίες αυτές. 2. Αν πρόκειται για οικόπεδο ακάλυπτο και οικοδομήσιμο και η αυτούσια διαίρεσή του είναι ανέφικτη ή ασύμφορη, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει την αυτούσια διανομή του με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας, σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου στα οποία θα είναι δυνατή η ανέγερση χωριστών οικοδομημάτων, με την επιφύλαξη, των πολεοδομικών διατάξεων. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως. 3. Η παράγραφος 3 του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζεται αναλόγως και στην περίπτωση της διανόμης με σύσταση χωριστών ιδιοκτησιών. |
Α. Προϋποθέσεις σύστασης
Για τη σύσταση διαιρεμένης ιδιοκτησίας απαιτείται αφενός να υπάρχει κυριότητα επί ακινήτου και αφετέρου να επιδιώκεται η διαίρεσή του σε τουλάχιστον δύο χωριστές ιδιοκτησίες με ταυτόχρονο ορισμό του ποσοστού αναγκαστικής συγκυριότητας επί του εδάφους του όλου ακινήτου. Αντίθετα, δεν περιλαμβάνονται στις προϋποθέσεις σύστασης διαιρεμένης ιδιοκτησίας, η ήδη υφιστάμενη οικοδομή, η μη ύπαρξη υποθήκης επί του ακινήτου, η ύπαρξη περισσότερων ιδιοκτητών καθώς και η συμφωνία με τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις. Σημειωτέον ότι, ειδικώς στην περίπτωση της κάθετης ιδιοκτησίας προβλέπονται στις σχετικές περί αυτής διατάξεις (αρ. 1 παρ. 2 ΝΔ 1024/1971) ορισμένοι περιορισμοί αναφορικά με τη σύστασή της επί ακινήτου σε εκτός σχεδίου περιοχές.
Σελ. 14
1. Πλήρης ή ψιλή κυριότητα
Επί του ζητήματος της κυριότητας, ως προϋπόθεσης σύστασης διαιρεμένης ιδιοκτησίας, υποστηρίζονται διαφορετικές απόψεις κατά τις οποίες, είτε απαιτείται πλήρης κυριότητα, είτε σύμπραξη ψιλού κυρίου και επικαρπωτή, είτε αρκεί η δικαιοπραξία του ψιλού κυρίου. Ωστόσο, ορθότερη φαίνεται η άποψη ότι η ύπαρξη δουλειών επί του ακινήτου, όπως της επικαρπίας και της οικήσεως, δεν κωλύει τη σύσταση της οροφοκτησίας. Και τούτο διότι, και μετά τη σύσταση της επικαρπίας, ο ψιλός κύριος δεν στερείται την εξουσία διάθεσης του ακινήτου, αντίθετα δύναται να το εκποιεί και να παραχωρεί εμπράγματα δικαιώματα επί αυτού. Επομένως, και ο ψιλός κύριος μόνος, χωρίς τη σύμπραξη του επικαρπωτή, δύναται να συστήσει διαιρεμένη ιδιοκτησία, διατηρούμενης της επικαρπίας.
2. Ενιαίο ακίνητο
Αναφορικά με το ακίνητο επί του οποίου πρόκειται να συσταθεί η διαιρεμένη ιδιοκτησία, αυτό θα πρέπει να είναι ενιαίο κατά τις διατάξεις των αρ 1002 ΑΚ και 1 ΝΔ 1024/1971. Τέτοιο θεωρείται και το ακίνητο που έχει προκύψει από τη συνένωση περισσότερων γειτονικών συνεχόμενων ακινήτων. Επομένως, και στην περίπτωση που περισσότερα συνεχόμενα ακίνητα περιέλθουν στην κυριότητα ενός προσώπου θεωρούνται ως ενιαίο ακίνητο, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι αυτά αποκτήθηκαν σε διαφορετικούς χρόνους και με διαφορετικούς τίτλους, και χωρίς να απαιτείται προηγούμενη δήλωση ενοποίησής τους.
3. Αντικείμενο της οροφοκτησίας
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι αντικείμενο της οροφοκτησίας μπορούν να αποτελέσουν μόνο ιδιοκτησίες με ορισμένη αυτοτέλεια, όπως για παράδειγμα ιδιοκτησίες που έχουν χωριστή είσοδο. Ωστόσο, σήμερα γίνεται δεκτό από τη θεωρία και τη νομολογία ότι αντικείμενο οριζόντιας ιδιοκτησίας μπορούν να αποτελέσουν μόνο οι όροφοι, τα διαμερίσματα ορόφων, τα εξομοιούμενα από τον νόμο με ορόφους υπόγεια και δώματα υπό τη στέγη. Επιπλέον δε, κρίνεται ότι οι εξωτερικοί βοηθητικοί χώροι των διαμερισμάτων, όπως οι εξώστες, οι βεράντες, ο κήπος, μπορούν επίσης να αποτελέσουν αντικείμενο χωριστής ιδιοκτησίας και δεν συμπεριλαμβάνονται κατ’ ανάγκη πάντα στα κοινόχρηστα. Αντίθετα, σύμφωνα με τον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (Ν 4067/2012 αρ. 2), τόσο οι εσωτερικοί εξώστες (πατάρια) όσο και οι σοφίτες δεν δύνανται να αποτελέσουν ανεξάρτητες ιδιοκτησίες. Ενώ, τέλος, από την ίδια τη νομοθεσία (Ν 960/1979 αρ. 1 παρ. 5 εδ. α’) προβλέπεται ότι οι θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτων εντός στεγασμένων χώρων αποτελούν χωριστές διαιρεμένες ιδιοκτησίες. Εξαιρούνται (εδ. γ’) οι θέσεις
Σελ. 15
στάθμευσης του ελεύθερου ισογείου χώρου της πιλοτής, οι οποίες δεν δύναται να αποτελέσουν χωριστές ιδιοκτησίες.
α. Έννοια του ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου
Ως όροφος ή διαμέρισμα ορόφου έχει κριθεί το αναποχώριστο τμήμα της οικοδομής ή του ορόφου, μετά των συστατικών του και του εντός αυτού (κυβικού) χώρου, που περικλείεται τεχνικώς από κάτω, από τα πλάγια και από πάνω, με τοίχους ή άλλα οικοδομικά στοιχεία, ώστε να διαχωρίζεται σαφώς από τα λοιπά (διαιρετά ή αδιαίρετα) τμήματα της οικοδομής και να έχει αναχθεί σε συγκεκριμένο και ανεξάρτητο τμήμα αυτής, κατάλληλο προς χωριστή και αυτοτελή οικιστική εν γένει χρήση. Με την παραπάνω έννοια μόνο οι όροφοι και τα διαμερίσματα ορόφων, καθώς και τα εξομοιούμενα από το νόμο με ορόφους υπόγεια και δωμάτια κάτω από τη στέγη μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο οριζόντιας ιδιοκτησίας. Ως διαμέρισμα ορόφου έχει κριθεί και ένα μόνο δωμάτιο του ορόφου ή της όλης οικοδομής με την προϋπόθεση ότι αυτό είναι κατάλληλο για χωριστή και αυτοτελή χρήση.
β. Ανοικτός χώρος – ακάλυπτο οικόπεδο
Επομένως, όπως γίνεται δεκτό, δεν είναι δυνατόν να συσταθεί διαιρεμένη ιδιοκτησία επί ανοικτού χώρου, δηλαδή ακάλυπτου οικοπέδου, εκτός αν υπάρχει πρόβλεψη ότι ο χώρος αυτός θα οικοδομηθεί, οπότε η σύσταση διαιρεμένης ιδιοκτησίας αναφέρεται στους μελλοντικούς ορόφους ή διαμερίσματα. Στην περίπτωση αυτή, η οροφοκτησία τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της κατασκευής των ορόφων ή διαμερισμάτων, δηλαδή, παρότι η οροφοκτησία ολοκληρώνεται με τη μεταγραφή της συστατικής πράξης αυτής, ωστόσο, η κτήση της αποκλειστικής κυριότητος επί του ορόφου τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της κατασκευής του, ενώ μέχρι τότε το περιεχόμενο της οροφοκτησίας συνίσταται σε ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου και στο δικαίωμα προσδοκίας επί του αποκλειστικής κυριότητας μέλλοντος ορόφου ή διαμερίσματος.
γ. Ενυπόθηκο ακίνητο
Ειδικώς, ως προς το ζήτημα της ήδη υφιστάμενης υποθήκης επί του όλου ακινήτου, κρίνεται ότι αυτή δεν κωλύει τη σύσταση οροφοκτησίας, ούτε απαιτείται για τη σύσταση η συναίνεση του ενυπόθηκου δανειστή. Με τη σύσταση της οροφοκτησίας η ήδη υφιστάμενη υποθήκη θα επεκταθεί στις δημιουργηθείσες πλέον χωριστές ιδιοκτησίες κατ’ εφαρμογή του αρ 803ΑΚ. Κατά δε το αρ 492 παρ. 1 ΚΠολΔ περί του περιορισμού της υποθήκης μετά τη διανομή, η ήδη υφιστάμενη ενιαία υποθήκη επί του όλου ακινήτου περιορίζεται σε υποθήκη επί των μερών που περιήλθαν στον οφειλέτη με τη διανομή, ήτοι επί των χωριστών οριζόντιων ιδιοκτησιών
Σελ. 16
που περιήλθαν σε αυτόν με τη σύσταση της οροφοκτησίας. Αντιστρόφως, μετά τη σύσταση της οροφοκτησίας δεν είναι δυνατή η εγγραφή προσημείωσης επί του όλου ακινήτου αλλά μόνο επί των χωριστών πλέον ιδιοκτησιών.
δ. Πολεοδομική νομοθεσία
Τέλος, σε ό,τι αφορά στη συμφωνία με τις πολεοδομικές διατάξεις, αυτή κρίνεται ότι δεν αποτελεί προϋπόθεση για το κύρος της σύστασης οροφοκτησίας, αλλά η έλλειψή της συνεπάγεται μόνο την επιβολή των προβλεπόμενων από τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις κυρώσεων.
4. Διαιρεμένες ιδιοκτησίες
Για τη νόμιμη σύσταση της οροφοκτησίας απαιτείται, πέραν των ανωτέρω, και η διαίρεση του ενιαίου ακινήτου επί του οποίου θα συσταθεί η διαιρεμένη ιδιοκτησία σε τουλάχιστον δύο αυτοτελή και αυθύπαρκτα τμήματα, δηλαδή, για παράδειγμα σε δύο αυτοτελή και αυθύπαρκτα διαμερίσματα του μοναδικού ορόφου ή σε τουλάχιστον δύο ορόφους.
α. Σαφής προσδιορισμός των συνιστάμενων ιδιοκτησιών
Για την εγκυρότητα της σύστασης, οι διαιρεμένες ιδιοκτησίες που συνιστώνται θα πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς και να εξατομικεύονται στη συστατική πράξη. Ωστόσο, δεν απαιτείται ακριβής περιγραφή τους στο σώμα της συστατικής πράξης, αλλά αρκεί αυτή να προκύπτει και σε συνδυασμό με τα συνημμένα σχέδια. Ο σαφής προσδιορισμός τους, ανεξάρτητα και από το ζήτημα της εγκυρότητας της σύμβασης, είναι ιδιαίτερης σημασίας καθώς στην περίπτωση που ορισμένη ιδιοκτησία δεν ορισθεί ρητώς και σαφώς ότι αποτελεί οριζόντια ιδιοκτησία ορισμένου συνιδιοκτήτη, αυτή θα θεωρείται ότι ανήκει στην αναγκαστική συγκυριότητα επί του όλου ακινήτου ως κοινόκτητο ή κοινόχρηστο μέρος του.
β. Περαιτέρω διαίρεση
Γίνεται δε κατά την κρατούσα άποψη δεκτό ότι οι ήδη συνεστημένες με οροφοκτησία χωριστές ιδιοκτησίες δύνανται να διαιρεθούν περαιτέρω σε μικρότερες επιμέρους χωριστές ιδιοκτησίες με ενέργειες του κυρίου των ήδη συνεστημένων ιδιοκτησιών και χωρίς τη σύμπραξη των λοιπών συνιδιοκτητών της αρχικής οροφοκτησίας επί του όλου ακινήτου. Η ως άνω περαιτέρω διαίρεση δύναται να λάβει χώρα με αυτούσια δικαστική διανομή κατά τις διατάξεις των αρ 3 παρ. 1 και 5 Ν 3741/1929, σε συνδυασμό με τα αρ 1002 και 1117 ΑΚ και 480, 480Α και 481 ΚΠολΔ. Μόνες προϋποθέσεις για τη νομιμότητα αυτής της περαιτέρω οροφοκτησίας είναι αφενός να μην προβλέπεται απαγόρευση τέτοιων ενεργειών από τη συστατική ή τροποποιητική
Σελ. 17
πράξη της οροφοκτησίας ή τον κανονισμό της πολυκατοικίας και αφετέρου να μην παραβλάπτεται η χρήση των ιδιοκτητών ούτε να μειώνεται η ασφάλεια του οικοδομήματος.
Β. Περιεχόμενο της σύστασης
1. Χωριστή κυριότητα - καθορισμός ποσοστού συγκυριότητας
Με τη σύσταση της διαιρεμένης ιδιοκτησίας αποκτάται χωριστή κυριότητα επί ορόφου ή διαμερίσματος (οριζόντια ιδιοκτησία) ή οικοδομήματος ή μέρους αυτού (κάθετη ιδιοκτησία), ενώ ταυτόχρονα και αυτοδικαίως ο κύριος της νέας χωριστής ιδιοκτησίας καθίσταται και συγκύριος εξ αδιαιρέτου κατ’ ανάλογη μερίδα στα κοινά μέρη του όλου ακινήτου. Ο καθορισμός αυτός, του ποσοστού της συγκυριότητας κάθε χωριστής ιδιοκτησίας, μπορεί να γίνει είτε με τη συστατική πράξη, είτε με συμφωνία όλων των συγκυρίων ή με δικαστική απόφαση. Όμως, δεν αποτελεί σε κάθε περίπτωση απαιτούμενο στοιχείο της σύστασης, ούτε η έλλειψή του επηρεάζει την εγκυρότητά της, καθώς η αναλογία αυτή υπάρχει αυτοδικαίως εκ του νόμου και είναι ανάλογη με την αξία της χωριστής ιδιοκτησίας σε σχέση προς την αξία της όλης οικοδομής.
Σύμφωνα με την κρατούσα σήμερα άποψη, δεν είναι υποχρεωτικό να ορίζεται το ποσοστό αυτό ως ανάλογο της χωριστής ιδιοκτησίας σε σχέση με το όλο ακίνητο, αφού η διάταξη του άρθρου 1117 ΑΚ δεν είναι αναγκαστικού δικαίου, οπότε στην περίπτωση αυτή αν ο προσδιορισμός απέχει πολύ από τον οριζόμενο εκ της ανωτέρω διάταξης, ο σχετικός όρος μπορεί να θεωρηθεί καταπλεονεκτικός ή αντίθετος στα χρηστά ήθη ή εμπεριέχων μεταβίβαση ποσοστού συγκυριότητας. Έχει, ωστόσο, υποστηριχθεί και η αντίθετη άποψη ότι η αναγκαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1117 ΑΚ, που κάνει λόγο για ανάλογη μερίδα, δεν φαίνεται να αφήνει περιθώριο για διαφορετική ρύθμιση.
2. Επί συστήματος αντιπαροχής
Αναφορικά με το ζήτημα της υποχρεωτικότητας ή μη του προσδιορισμού του ποσοστού συγκυριότητας με τη συστατική πράξη, και ειδικώς επί σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας σε πολυκατοικίες ανεγειρόμενες με το σύστημα της αντιπαροχής, έχει κριθεί ότι ο προσδιορισμός του ακριβούς ποσοστού κάθε συγκυρίου οικοπεδούχου στις οριζόντιες ιδιοκτησίες που παραμένουν στη συγκυριότητά του, αφού ούτε το προσύμφωνο μεταβίβασης ποσοστών οικοπέδου αλλά ούτε και η πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας μετάγει κυριότητα στον εργολάβο, και είναι μεταβιβαστέες στον εργολάβο ως εργολαβικό αντάλλαγμα, είναι αναγκαίος για την περίπτωση κατά την οποία κηρύσσεται έκπτωτος ο εργολάβος, οπότε οι οριζόντιες αυτές ιδιοκτησίες που προορίζονταν για τον εργολάβο ως εργολαβική του αμοιβή, για τις οποίες δεν είχαν
Σελ. 18
καταρτιστεί οριστικές εμπράγματες συμβάσεις μεταβίβασής τους, περιέρχονται οριστικά στους οικοπεδούχους, δεδομένου ότι η άσκηση από αυτούς της συμβατικής υπαναχώρησης (έκπτωσης) επέφερε κατάργηση της εργολαβικής σύμβασης σύμβασης και αναδρομική απόσβεση, αυτοδίκαια, των δικαιωμάτων του εργολάβου από την εν λόγω σύμβαση από το χρόνο που καταρτίστηκε, άρα και του δικαιώματός του να του μεταβιβαστούν οι οριζόντιες αυτές ιδιοκτησίες.
Γ. Τρόποι σύστασης και τύπος
Σύμφωνα με τις διατάξεις των αρ. 1002 εδ. α’ ΑΚ, 14 Ν 3741/1929 και 2 ΝΔ 1024/1971, διαιρεμένη ιδιοκτησία, οριζόντια ή κάθετη, δύναται να συσταθεί με δικαιοπραξία του κυρίου ή των περισσότερων συγκυρίων του ακινήτου, και συγκεκριμένα, είτε με μονομερή δικαιοπραξία του κυρίου του όλου ακινήτου, εν ζωή ή αιτία θανάτου, είτε με σύμβαση μεταξύ όλων των συγκυρίων ή μεταξύ του κυρίου αυτού και του αποκτώντος. Η δικαιοπραξία αυτή έχει ως αντικείμενο την αλλοίωση των μέχρι τότε δικαιωμάτων κυριότητας με τη δημιουργία νέων αυτοτελών εμπράγματων δικαιωμάτων, διάφορων σε σχέση με την προηγούμενη εξ αδιαιρέτου συγκυριότητα.
Αναφορικά δε με τον απαιτούμενο τύπο για τη νόμιμη σύσταση της διαιρεμένης ιδιοκτησίας, είναι υποχρεωτική η κατάρτιση της δικαιοπραξίας με συμβολαιογραφικό έγγραφο το οποίο υπόκειται σε μεταγραφή. Κι τούτο διότι, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ΑΚ (αρ. 369, 1192 και 1198), κατά τις οποίες για τη σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων σε ακίνητα απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή του, οι έννομες συνέπειες της οροφοκτησίας επέρχονται, και άρα τα δικαιώματα που συμφωνούνται με τη συστατική πράξη αποκτώνται, από τον χρόνο της μεταγραφής και όχι με μόνη την υπογραφή του συμβολαιογραφικού εγγράφου. Ειδικότερα, για την έγκυρη σύνταξη της συμφωνίας αυτής ουδόλως απαιτούνται πανηγυρικές εκφράσεις, αλλά αρκεί η ως άνω πραγματική βούληση των μερών να συνάγεται από διάφορα στοιχεία του όλου περιεχομένου της σύμβασης, η οποία και θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να υποβληθεί στον συμβολαιογραφικό τύπο και να μεταγραφεί.
Οι ως άνω τρόποι με τους οποίους συστήνεται η διαιρεμένη ιδιοκτησία προβλέπονται ρητώς και περιοριστικώς στη σχετική νομοθεσία, οι διατάξεις της οποίας είναι δημοσίας τάξεως, και συνεπώς η μη τήρησή τους επιφέρει ακυρότητα λαμβανόμενη υπ’ όψιν αυτεπαγγέλτως από τα Δικαστήρια.
Στη συνέχεια, με τον Ν 1562/1985 και τα αρ. 1-9 αυτού προβλέφθηκε ένας ακόμη τρόπος σύστασης οροφοκτησίας από την πλειοψηφία του 65% των συγκυρίων με δικαιοπραξία κατόπιν άδειας του αρμοδίου Δικαστηρίου. Έπειτα με την εισαγωγή του άρθρου 480Α στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλέφθηκε και η δυνατότητα σύστασης οροφοκτησίας από το Δικαστήριο επί αγωγής διανομής. Αναφορικά δε με τον επιβαλλόμενο τύπο για τις τελευταίες αυτές
Σελ. 19
ειδικές περιπτώσεις σύστασης οροφοκτησίας, απαιτείται να υποβληθούν σε μεταγραφή, στην μεν πρώτη περίπτωση η συμβολαιογραφική πράξη στην οποία συμβλήθηκαν οι συγκύριοι κατόπιν άδειας του δικαστηρίου, στη δε δεύτερη περίπτωση η τελεσίδικη δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσεται η διανομή, χωρίς να απαιτείται σύνταξη συμβολαιογραφικής πράξης.
Συνεπώς, οι μόνοι επιτρεπτοί τρόποι σύστασης διαιρεμένης ιδιοκτησίας, είναι α) η δικαιοπραξία του κυρίου ή όλων των συγκυρίων του όλου ακινήτου, β) η διάταξη τελευταίας βούλησης (διαθήκη) ή η δωρεά αιτία θανάτου, γ) η δικαιοπραξία των συγκυρίων του 65% κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου, δ) η δικαστική απόφαση επί αγωγής διανομής και ε) ειδικός νόμος με τον οποίο συνίσταται διαιρεμένη ιδιοκτησία σε συγκεκριμένο ακίνητο.
1. Δικαιοπρακτική μονομερής σύσταση
Από τις διατάξεις των αρ. 1002 ΑΚ, 2 ΝΔ 1024/1971 και 14 Ν 3741/1929 προκύπτει ότι ένας εκ των αποκλειστικών τρόπων σύστασης διαιρεμένης ιδιοκτησίας είναι και η μονομερής δικαιοπραξία του κυρίου του ακινήτου, εν ζωή ή αιτία θανάτου. Γίνεται δε πλέον δεκτό ότι είναι δυνατή η σύσταση οροφοκτησίας από μόνο τον κύριο του όλου ακινήτου χωρίς μάλιστα να επέρχεται ταυτόχρονη μεταβίβαση σε τρίτον ορισμένης χωριστής ιδιοκτησίας.
α. Μονομερής δικαιοπραξία εν ζωή
Η μονομερής δήλωση εν ζωή του κυρίου του όλου ακινήτου είναι δικαιοπραξία διαθέσεως, με την οποία αλλοιώνεται η μέχρι τότε κυριότητα επί του όλου ακινήτου και τρέπεται σε κυριότητα επί χωριστών πλέον ιδιοκτησιών, και επομένως για να είναι έγκυρη και να παράγει έννομα αποτελέσματα θα πρέπει να περιβάλλεται τον συμβολαιογραφικό τύπο και να μεταγράφεται κατά τις διατάξεις των αρ. 369, 1192, 1198 ΑΚ και 13 Ν 3741/1929.
β. Δωρεά αιτία θανάτου
Η δωρεά αιτία θανάτου είναι δικαιοπραξία εν ζωή που δεν αποτελεί διάταξη τελευταίας βούλησης. Με τη σύμβαση αυτή παρέχεται από τον δωρητή στον δωρεοδόχο ορισμένο περιουσιακό στοιχείο, όπως κυριότητα επί ακινήτου, με την αναβλητική αίρεση του θανάτου του δωρητή και χωρίς εν τω μεταξύ και μέχρι της πληρώσεως της αίρεσης να έχει ο δωρεοδόχος την απόλαυση του δωριζόμενου. Όταν, συνεπώς, η συγκεκριμένη σύμβαση αφορά σε ακίνητο, καταρτίζεται συμβολαιογραφικά και απαιτείται να μεταγραφεί.
Στις περιπτώσεις, λοιπόν, που με τη συγκεκριμένη πράξη συνιστάται ταυτοχρόνως και διαιρεμένη ιδιοκτησία, η τελευταία δεν συνιστάται με τη μεταγραφή αλλά με τον θάνατο του δωρητή. Υποστηρίζεται δε και η άποψη, ότι, εφόσον η σύσταση της οροφοκτησίας είναι διακριτή δικαιοπραξία από τη δωρεά αιτία θανάτου, η οροφοκτησία παραμένει σε ισχύ ακόμη και όταν ανακληθεί ή ματαιωθεί η δωρεά, εφόσον βέβαια δεν συνάγεται άλλως.
Σελ. 20
γ. Σύσταση με διάταξη τελευταίας βούλησης (αιτία θανάτου)
Η διαιρεμένη ιδιοκτησία είναι δυνατόν να συσταθεί και με μονομερή δικαιοπραξία του κυρίου του ακινήτου αιτία θανάτου, άρα και με διαθήκη του μοναδικού κυρίου του όλου ακινήτου. Στην περίπτωση αυτή η σύσταση των χωριστών ιδιοκτησιών ισχύει από τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη και η μεταβίβαση της κυριότητας στους κληρονόμους ολοκληρώνεται με τη μεταγραφή της δήλωσης αποδοχής κληρονομίας ή του κληρονομητηρίου, αφού η ίδια η διαθήκη δεν υπάγεται στις μεταγραπτέες πράξεις. Έχει δε υποστηριχθεί ότι οροφοκτησία δύναται να συσταθεί ακόμη και όταν όλες οι χωριστές ιδιοκτησίες καταλείπονται σε έναν μοναδικό κληρονόμο.
i. Διαθήκη και περισσότεροι συγκύριοι
Ωστόσο, σε περίπτωση περισσότερων συγκυρίων, δεν είναι δυνατή η σύσταση με μία ή περισσότερες διαθήκες διότι, αφενός, σύμφωνα με το αρ. 1717 ΑΚ, περισσότερα πρόσωπα δεν δύνανται να συντάξουν διαθήκη με την ίδια πράξη, και αφετέρου, με περισσότερες διαθήκες των συγκυρίων δε μπορεί ο κάθε συγκύριος διαθέτης να διαθέσει το μερίδιο άλλου συγκυρίου.
ii. Ασαφής διάταξη τελευταίας βούλησης
Στην περίπτωση της σύστασης χωριστής ιδιοκτησίας με διαθήκη του κυρίου του ακινήτου, έχει κριθεί ότι, αν η διάταξη τελευταίας βούλησης της διαθήκης είναι μεν ασαφής, όμως όχι εντελώς, αλλά υπάρχει βάση για ερμηνεία της, η ασάφεια αίρεται με την ερμηνεία, η οποία αποτελεί την ανάπτυξη της ατελούς έκφρασης του διαθέτη. Για την ερμηνεία της τελευταίας διάταξης θα πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν η εποχή της διατυπώσεώς της, το κοινωνικό περιβάλλον του διαθέτη, οι προσωπικές, τοπικές, γλωσσικές ή επαγγελματικές συνήθειές του και η κοινωνική του ανάπτυξη, ανεξάρτητα δηλαδή από την αντικειμενική της έννοια. Το δε ζήτημα της νομιμότητας και εγκυρότητας της σύστασης και κτήσης του υφιστάμενου δικαιώματος εξετάζεται και κρίνεται κατά τη νομοθεσία που ισχύει κατά το χρόνο της σύστασης και κτήσης του. Αυτό δε προκύπτει από τις διατάξεις των αρ. 51 ΕισΝΑΚ και αρ. 15 και 16 Ν 3741/1929.
Στο πλαίσιο αυτό, αν επί διαθήκης, με την οποία συστήνεται οριζόντια ιδιοκτησία και περιέρχονται συγκεκριμένοι όροφοι ή διαμερίσματα στους κληρονόμους ή κληροδόχους, ο διαθέτης ορίζει περαιτέρω αόριστα και άνευ άλλου προσδιορισμού, ότι το δικαίωμα προσθήκης ορόφων ή η «αέρινητρο στήλη», θ’ ανήκει στον ιδιοκτήτη ενός ή περισσοτέρων ορόφων, αυτό δεν ενέχει εγκατάσταση στην κυριότητα επί μέλλοντος ορόφου, αλλά κατάλειψη και ρύθμιση της εξουσίας επί του χώρου αυτού και ιδιαίτερα του δικαιώματος επέκτασης της οικοδομής προς την αξία του υπαρκτού ορόφου και όχι των τυχόν μελλοντικών ορόφων, εφόσον μάλιστα υπό το καθεστώς του Ν 3741/1929, όπου γίνεται αναφορά περί διαμερισμάτων ή ορόφων, εννοεί ορόφους υπαρκτούς ή υπό κατασκευή ή ορόφους των οποίων μελετάται συγκεκριμένα η κατασκευή.