Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Οι ρυθμίσεις των άρθρων 345-374 του Ν 4412/2016
(όπως ισχύουν μετά τους Ν 4782/2021 και 4912/2022)
- Έκδοση: 2η 2022
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 136
- ISBN: 978-960-654-018-9
Στην παρούσα 2η έκδοση του έργου «Η Διοικητική & Δικαστική Προστασία κατά τη Σύναψη των Δημοσίων Συμβάσεων» μελετώνται διεξοδικά οι ρυθμίσεις των άρθρων 345-374 του Βιβλίου IV του Ν 4412/2016, όπως ισχύουν μετά τους Ν 4782/2021 και 4912/2022, υπό το πρίσμα της πρόσφατης νομολογίας των διοικητικών δικαστηρίων και των αποφάσεων της νεοσύστατης ΕΑΔΗΣΥ (πρώην ΑΕΠΠ). Στο βιβλίο παρατίθεται αναλυτική κατ’ άρθρο ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων που ρυθμίζουν την άσκηση προδικαστικής προσφυγής ενώπιον της ΕΑΔΗΣΥ και εν συνεχεία την άσκηση αίτησης ακύρωσης-αναστολής ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου από τους οικονομικούς φορείς που μετέχουν σε διαγωνισμούς για τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων, με πλούσιες παραπομπές στη νομολογία και τη θεωρία.
Στο βιβλίο δίνονται χρηστικές κατευθύνσεις για τα παρακάτω θέματα:
-Είδη δημοσίων συμβάσεων που εμπίπτουν στην έννομη προστασία του Βιβλίου IV του Ν 4412/2016
-Προστασία κατά την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων
-Ειδικές περιπτώσεις εννόμου συμφέροντος για την επιδίωξη έννομης προστασίας κατά το προσυμβατικό στάδιο
-Προσφυγή ενώπιον της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων
-Διοίκηση και λειτουργία της νέας αρχής ΕΑΔΗΣΥ
-Προδικαστική προσφυγή κατά πράξεων που εκδίδονται πριν από την σύναψη της σύμβασης
-Τήρηση διοικητικής προδικασίας και πράξεις υποκείμενες στην τηρητέα διοικητική προδικασία
-Προθεσμία άσκησης προσφυγής
-Άσκηση παρέμβασης
-Προσωρινά μέτρα
-Δικαστική προστασία στο στάδιο που προηγείται της σύναψης της σύμβασης
-Άσκηση αίτησης ακύρωσης/αναστολής
-Αξίωση αποζημίωσης
Πρόκειται για ένα πολύτιμο εγχειρίδιο για τον νομικό που ενδιαφέρεται να ενημερωθεί και να εμβαθύνει επί του ισχύοντος νομοθετικού και νομολογιακού πλαισίου όσον αφορά την επιδιωκόμενη έννομη προστασία κατά το προσυμβατικό στάδιο σύναψης μίας δημόσιας σύμβασης, και ένα χρηστικό εργαλείο για τον δικηγόρο ή τον δικαστή που ασχολείται στην πράξη με υποθέσεις δημοσίων συμβάσεων.
Πρόλογος vii
Α. Εισαγωγή 1
Β. Κατ’ άρθρο ερμηνεία των άρθρων 345-374 Ν 4412/2016 5
ΤΙΤΛΟΣ 1
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ 5
Άρθρο 345
Πεδίο εφαρμογής 5
Άρθρο 346
Προστασία κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων 9
ΤΙΤΛΟΣ 2
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ 16
Άρθρο 347
Σύσταση, αρμοδιότητες, έδρα, και νομική φύση της Ενιαίας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων 16
ΤΜΗΜΑ Ι
ΕΝΙΑΙΑ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ 16
Άρθρο 348
Συγκρότηση της Αρχής 22
Άρθρο 349
Λειτουργική ανεξαρτησία 24
Άρθρο 350
Οικονομική Αυτοτέλεια 26
Άρθρο 351
Πειθαρχικός Έλεγχος 27
Άρθρο 352
Πειθαρχική Διαδικασία 28
Άρθρο 353
Όργανα διοίκησης και λειτουργία της Αρχής 30
Άρθρο 354
Οργάνωση της Αρχής 32
Άρθρο 355
Κανονισμός Λειτουργίας της Αρχής 33
Άρθρο 356
Αρμοδιότητες Προέδρου και Συμβούλων της Αρχής 33
Άρθρο 357
Προσωπικό - Οργανισμός της Αρχής - Εξουσιοδοτική διάταξη 34
Άρθρο 358
Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και Νομική Υπηρεσία -
Εξουσιοδοτική διάταξη 36
Άρθρο 359
Έκθεση πεπραγμένων 37
ΤΜΗΜΑ ΙΙ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ 38
ΜΕΡΟΣ Α΄
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΚΑΤΑ ΠΡΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΕΚΔΙΔΟΝΤΑΙ
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΑΨΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ 38
Άρθρο 360
Δικαίωμα άσκησης προσφυγής 39
Ι. Τήρηση διοικητικής προδικασίας - Προδικαστική προσφυγή 40
ΙΙ. Πράξεις υποκείμενες στην τηρητέα διοικητική προδικασία 42
Άρθρο 361
Προθεσμία άσκησης της προσφυγής 45
Άρθρο 362
Άσκηση προσφυγής - Άσκηση παρέμβασης 48
Ι. Άσκηση Προσφυγής 48
ΙΙ. Άσκηση Παρέμβασης 51
Άρθρο 363
Παράβολο - Εξουσιοδοτική διάταξη 52
Άρθρο 364
Ανασταλτικό αποτέλεσμα 56
Άρθρο 365
Διαδικασία εξέτασης της προσφυγής-Εξουσιοδοτική διάταξη 57
Άρθρο 366
Προσωρινά μέτρα 63
Άρθρο 367
Διαδικασία λήψης απόφασης - συνέπειες αποφάσεων ΑΕΠΠ 67
ΜΕΡΟΣ Β΄
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΗΡΥΞΗ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ 71
Άρθρο 368
Κήρυξη ακυρότητας της σύμβασης 71
Άρθρο 369
Κήρυξη ακυρότητας - Διαδικασία 71
Άρθρο 370
Δυνατότητα μη κήρυξης ακυρότητας της σύμβασης. Επιτακτικοί λόγοι
δημοσίου συμφέροντος - Εναλλακτικές κυρώσεις 73
Άρθρο 371
Συνέπειες κήρυξης ακυρότητας της σύμβασης 75
ΤΙΤΛΟΣ 3
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ
ΤΗΣ ΣΥΝΑΨΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ 76
Άρθρο 372
Δικαστική προστασία στο πεδίο που προηγείται της σύναψης της σύμβασης 76
I. Άσκηση αίτησης ακύρωσης - αναστολής / Προϋποθέσεις
παραδεκτού - Περιεχόμενο - Συνέπειες άσκησης 79
ΙΙ. Αρμοδιότητα 87
ΙΙΙ. Διαδικασία πριν από τη συζήτηση της αίτησης ακύρωσης-αναστολής 89
IV. Συζήτηση της αίτησης ακύρωσης και αναστολής 94
A. Ενέργειες διαδίκων 94
B. Δικαστική απόφαση 96
V. Μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης 100
Άρθρο 373
Αξίωση αποζημίωσης 103
ΤΙΤΛΟΣ 4
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ 105
Άρθρο 374
Συνεργασία των ελληνικών αρχών με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή 105
Βιβλιογραφία - Αρθρογραφία 113
Αλφαβητικό Ευρετήριο 115
Σελ. 1
Α. Εισαγωγή
Με τον Ν 3886/2010 (ο οποίος αντικατέστησε τον προϊσχύοντα Ν 2522/1997) ο νομοθέτης επιδίωξε τη διασφάλιση της διαφάνειας και του δικαιώματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας όσων συμμετέχουν σε διαδικασίες για τη σύναψη συμβάσεων σημαντικού οικονομικού αντικειμένου. Βασική καινοτομία του Ν 3886/2010 ήταν η ενοποίηση της δικαιοδοσίας για την εκδίκαση των διαφορών του νόμου και η ανάθεσή τους στα κατά τόπον αρμόδια διοικητικά εφετεία και στο ΣτΕ, καθώς και η καθιέρωση αυτοδίκαιης αναστολής σύναψης της σύμβασης, εφόσον είχαν ασκηθεί τα διοικητικά και ένδικα βοηθήματα που προβλέπονται στις διατάξεις του νόμου αυτού. Η επί 15ετία εφαρμογή στην ελληνική έννομη τάξη του ήδη καταργηθέντος Ν 2522/1997 και στη συνέχεια του Ν 3886/2010 διαμόρφωσαν ένα πλούσιο νομολογιακό προηγούμενο που αποτέλεσε αυτοτελή κλάδο του διοικητικού δικονομικού δικαίου.
Ο Ν 3886/2010 καταργήθηκε δυνάμει της περ. 27 της παρ. 1 του άρθρου 377 Ν 4412/2016 (όπως η περίπτωση αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 άρθρου 87 Ν 4478/2017), με την επιφύλαξη της παρ. 7 του άρθρου 379 του αυτού νόμου, η οποία (αντικατασταθείσα με την παρ. 3 άρθρου 43 Ν 4487/2017) όρισε ότι: «Οι διατάξεις του Βιβλίου IV (άρθρα 345 έως 374) διέπουν τις διαφορές που αναφύονται από πράξεις ή παραλείψεις, οι οποίες εκδίδονται ή συντελούνται από αναθέτουσες αρχές/ αναθέτοντες φορείς, στο πλαίσιο διαδικασίας σύναψης σύμβασης, η οποία εκκινεί, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 61,120, 290 και 330 του παρόντος: α) για τις δημόσιες συμβάσεις γενικών υπηρεσιών και τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών, μετά την 26η Ιουνίου 2017, β) για τις δημόσιες συμβάσεις έργων και τις δημόσιες συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, με εκτιμώμενη αξία σύμβασης (χωρίς ΦΠΑ) ίση ή ανώτερη από τα κατώτατα όρια των άρθρων 5 και 235 του παρόντος, όπως ισχύουν κάθε φορά, μετά την 1η Ιανουαρίου 2018. Μέχρι τότε οι ως άνω διαφορές συνέχιζαν να διέπονται από τις διατάξεις του Ν 3886/2010. Τα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης εφαρμόζονται και στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών με εκτιμώμενη αξία σύμβασης ίση ή ανώτερη από το κατώτατο όριο του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α΄ του Ν 4413/2016, όπως ισχύει κάθε φορά, γ) για τις δημόσιες συμβάσεις έργων και τις δημόσιες συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, με εκτιμώμενη αξία σύμβασης (χωρίς ΦΠΑ) ανώτερη των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ και κατώτερη από τα όρια των άρθρων 5 και 235 του παρόντος, όπως ισχύουν κάθε φορά, μετά την 1η Μαρτίου 2018. Μέχρι τότε για τις ως
Σελ. 2
άνω διαφορές εφαρμόζεται το άρθρο 127, σε συνδυασμό με το άρθρο 376 παράγραφος 12 του παρόντος. Τα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης εφαρμόζονται και στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών με εκτιμώμενη αξία κατώτερη από το όριο του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α΄ του Ν 4413/2016, όπως ισχύει κάθε φορά. Η παρούσα παράγραφος ισχύει αναδρομικά από την 26η Ιουνίου 2017» [ΣτΕ 1719/2020].
Με τον Ν 4412/2016 αναμορφώθηκε ριζικά το εθνικό σύστημα παροχής έννομης προστασίας κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων περιλαμβάνοντας το Βιβλίο IV με τίτλο «Έννομη προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων» που εκτείνεται στα άρθρα 345-374.
Πρώτη καινοτομία του νέου νομοθετήματος ήταν η ίδρυση με το άρθρο 347 της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), ως ενός κεντρικού διοικητικού οργάνου, το οποίο περιβάλλεται με όλα τα εχέγγυα ανεξαρτησίας τόσο σε επίπεδο του οργάνου καθ’ αυτού όσο και στο επίπεδο των μελών που το απαρτίζουν, με στόχο να συμβάλει στην επαύξηση της «αποτελεσματικότητας» των διαδικασιών ανάθεσης. Έτσι, σε αντίθεση με τον προϊσχύοντα Ν 3886/2010, οι προδικαστικές προσφυγές δεν θα κρίνονταν από την αναθέτουσα αρχή που εξέδωσε την αμφισβητούμενη πράξη και διενεργεί τον διαγωνισμό, αλλά από την Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ) που εδρεύει στην Αθήνα, ως ανεξάρτητη αρχή και «κεντρικό όργανο» αποκλειστικώς αρμόδιογια την άσκηση του διοικητικού ελέγχου των πράξεων που εκδίδονται από τις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς, οι οποίες εντάσσονται στην προσυμβατική διαδικασία, με σκοπό την ταχεία επίλυση των σχετικών διαφορών, και άρα την ενίσχυση της «ασφάλειας δικαίου επί ζητημάτων που αφορούν τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων».
Δεύτερη καινοτομία του νέου νομοθετήματος ήταν ότι στο πεδίο έννομης προστασίας του δεν υπάγονται μόνον «Οι διαφορές που αναφύονται κατά τη διαδικασία που προηγείται της σύναψης συμβάσεων δημοσίων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών … εφόσον η σύμβαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 2004/17/ΕΚ (L 134) και 2004/18/ΕΚ (L 134) ή στις διατάξεις, με τις οποίες οι εν λόγω Οδηγίες μεταφέρονται στην εσωτερική έννομη τάξη.... και οι διαφορές που προκύπτουν από τις διαδικασίες ανάθεσης συμφωνιών-πλαισίων, συμβάσεων παραχώρησης δημοσίων έργων και δυναμικών συστημάτων αγορών», όπως προέβλεπε το άρθρο 1 του προϊσχύοντος Ν
Σελ. 3
3886/2010, αλλά, αντιθέτως, με βάση την αρχική ρύθμιση του Ν 4412/2016 θα υπάγονταν στο πεδίο εφαρμογής του όλες «οι διαφορές που προκύπτουν κατά τη διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων του παρόντος νόμου, καθώς και τροποποίησης αυτών, με εκτιμώμενη αξία ανώτερη των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται ο ΦΠΑ και ανεξάρτητα από τη φύση τους» καθώς και οι διαφορές που προκύπτουν «κατά τη διαδικασία ανάθεσης συμφωνιών-πλαίσιο, συμβάσεων παραχώρησης και δυναμικών συστημάτων αγορών, καθώς των τροποποιήσεων αυτών». Μετά την τροποποίηση που επήλθε με τον Ν 4782/2021 από 01-03-2022 υπάγονται πλέον στον Ν 4412/2016 όλες οι δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία ανώτερη των ορίων των άρθρων 118 και 328 περί απευθείας ανάθεσης, ήτοι των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ για τις συμβάσεις ενεργειών τεχνικής βοήθειας των άρθρων 119 και 329. Επομένως, στο πεδίο έννομης προστασίας του νέου νόμου υπάγονται όλες οι διαφορές που αναφύονται κατά τη σύναψη συμβάσεων άνω των 30.000 ή 60.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ), ανεξάρτητα από τη φύση των συμβάσεων αυτών ή από το εάν οι συμβάσεις αυτές εμπίπτουν στα χρηματικά κατώφλια των ενωσιακών οδηγιών 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ. Με άλλες λέξεις, ο νομοθέτης του Ν 4412/2016 «επαύξησε», σε σχέση με το προγενέστερο καθεστώς του Ν 3886/2010, την έννομη προστασία των ενδιαφερομένων στο συγκεκριμένο πεδίο κρατικής δραστηριότητας προς όφελος της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας των αναθέσεων.
Τρίτη καινοτομία ήταν ότι για πρώτη φορά με τον Ν 4412/2016 παρασχέθηκε δυνατότητα έννομης προστασίας και στην αναθέτουσα αρχή, η οποία απέκτησε την ευχέρεια να προσβάλλει τις αποφάσεις της ΑΕΠΠ που αποδεχόταν (εν όλω ή εν μέρει) προδικαστική προσφυγή διαγωνιζομένου, ακυρώνοντας απόφαση της αναθέτουσας αρχής.
Τέταρτη καινοτομία ήταν ότι αν και ο Ν 4412/2016 στην αρχική του εκδοχή διατήρησε το σύστημα της ενιαίας δικαιοδοσίας των διοικητικών δικαστηρίων που υιοθετήθηκε με τον Ν 3886/2010 για την εκδίκαση όλων των διαφορών που θα αναφύονταν κατά το προσυμβατικό στάδιο, προβλέποντας ότι η εκδίκασή τους θα γίνεται στο κατά τόπον αρμόδιο διοικητικό εφετείο και κατ’ εξαίρεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας, μετά από άσκηση «αίτησης αναστολής» και «αίτησης ακύρωσης», κατ’ ανάλογη εφαρμογή του ΠΔ 18/1989, εντούτοις, στη συνέχεια, μετά την τροποποίησή που επήλθε με τον Ν 4782/2021, εισήχθη από 01-09-2021 το νέο ενιαίο ένδικο βοήθημα της «αίτησης ακύρωσης-αναστολής», γεγονός που αποτελούσε πάγιο αίτημα για την επίτευξη ταχύτερης έννομης προστασίας κατά το προσυμβατικό στάδιο.
Σελ. 4
Πλέον, με τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3 παρ. 1 και 3 και 17 του Ν 4912/2022, ο οποίος ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (άρθρο 30), προβλέφθηκε η συγκρότηση της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ) ως ενιαίας ανεξάρτητης αρχής για το σύνολο των δημοσίων συμβάσεων. Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, η Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ) μετονομάσθηκε σε «Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων» (ΕΑΔΗΣΥ) και συγχωνεύθηκε με την Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ), η οποία είχε συσταθεί με τον Ν 4013/2011 και έτσι όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά στην ΑΕΠΠ ή την καταργούμενη ΕΑΑΔΗΣΥ, νοείται εφεξής η Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ). Κατόπιν των ανωτέρω, η ΑΕΠΠ μετέχει στις δίκες υπό τη νέα επωνυμία της, ως Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ) [ΣτΕ 900/2022].
Συμπερασματικά, με τον Ν 4412/2016 επιχειρήθηκε να εξασφαλισθούν τα εχέγγυα μιας αντικειμενικής κρίσης και ο εξορθολογισμός της διαδικασίας παροχής έννομης προστασίας. Η παροχή έννομης προστασίας κατά το προσυμβατικό στάδιο από ένα ανεξάρτητο διοικητικό όργανο με υψηλά εχέγγυα θεσμικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας («ΑΕΠΠ» και ήδη «ΕΑΔΗΣΥ») και στελέχωσής του από καταρτισμένους εμπειρογνώμονες, αντί της αναθέτουσας αρχής, εκτιμήθηκε ότι σταδιακά θα συμβάλει στην επιτάχυνση της διαδικασίας επίλυσης διαφορών που αναφύονται κατά το στάδιο της ανάθεσης, στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του συστήματος έννομης προστασίας, θα περιβάλει με εμπιστοσύνη τον θεσμό και θα ελαφρύνει τον φόρτο των δικαστηρίων που κατακλύζονται με πλήθος σχετικών υποθέσεων. Ωστόσο, από μια πρώτη εκτίμηση από την 5ετή λειτουργία της διαπιστώνεται ότι πρόκειται για μια ανεξάρτητη Αρχή με φιλόδοξους στόχους και ευρείες εξουσίες, που ξεκίνησε μεν δυναμικά, αλλά δεν δικαίωσε πλήρως τις προσδοκίες ούτε ως προς την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων ούτε καν ως προς την πλήρη εκκαθάριση των διαφορών.
Το Βιβλίο IV του Ν 4412/2016, με τίτλο «Έννομη προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων» (άρθ. 345-374), υποδιαιρείται σε τέσσερα κεφάλαια: 1) Τίτλος 1 «Πεδίο εφαρμογής» (άρθ. 345-346), 2) Τίτλος 2 «Προσφυγή ενώπιον της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων» (άρθ. 347-371) που αποτελείται από 2 Τμήματα α) Τμήμα Ι «Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων» (άρθ. 347-359) και Τμήμα ΙΙ «Προσφυγή ενώπιον Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων» (άρθ. 360-371), αποτελούμενο από δύο Μέρη, ήτοι το Μέρος Α΄ «Προδικαστική Προσφυγή κατά πράξεων που εκδίδονται πριν από την σύναψη της σύμβασης» (άρθ. 360-367) και το Μέρος Β΄ «Προδικαστική Προσφυγή για την κήρυξη ακυρότητας της σύμβασης» (άρθ. 368-371), 3) Τίτλος 3 «Δικαστική προστασία στο στάδιο που προηγείται της σύναψης της σύμβασης» (άρθ. 372-373), 4) Τίτλος 4 «Συνεργασία των ελληνικών αρχών με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή» (άρθ. 374).
Σελ. 5
Β. Κατ’ άρθρο ερμηνεία των άρθρων 345-374 Ν 4412/2016
ΤΙΤΛΟΣ 1
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 345
Πεδίο εφαρμογής
1. Οι διατάξεις του παρόντος Βιβλίου (άρθρα 345 έως 374) εφαρμόζονται στις διαφορές που προκύπτουν κατά τη διαδικασία ανάθεσης και τροποποίησης συμβάσεων του παρόντος νόμου, με εκτιμώμενη αξία ανώτερη των ορίων των άρθρων 118 και 328 περί απευθείας ανάθεσης, και των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ για τις συμβάσεις ενεργειών τεχνικής βοήθειας των άρθρων 119 και 329.
2. Οι διατάξεις του παρόντος Βιβλίου εφαρμόζονται και στις διαφορές που προκύπτουν κατά τη διαδικασία ανάθεσης συμφωνιών - πλαίσιο, συμβάσεων παραχώρησης και δυναμικών συστημάτων αγορών, καθώς των τροποποιήσεων αυτών.
3. Ως «αναθέτουσες αρχές» κατά τις διατάξεις του παρόντος βιβλίου νοούνται οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς της περ. 1 της παρ. 1 του άρθρου 2.
1Δημόσιες συμβάσεις που εμπίπτουν στην έννομη προστασία του Βιβλίου IV. Στο άρθρο 345 προσδιορίζεται το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Βιβλίου IV, οι οποίες, μετά τη θέση σε ισχύ του άρθρου 134 του Ν 4782/2021, ήτοι από 01-03-2022 προβλέπεται ότι εφαρμόζονται στις διαφορές που προκύπτουν κατά τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων με αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την εκπόνηση μελετών, την προμήθεια αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών, κατά την έννοια του Ν 4412/2016 και εμπίπτουν σε αυτόν, με εκτιμώμενη αξία (χωρίς να συμπεριλαμβάνεται ο εκάστοτε ισχύων ΦΠΑ) ανώτερη από το ποσό των ορίων των άρθρων 118 και 329 του Ν 4412/2016 περί απευθείας ανάθεσης, ήτοι τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, και εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ για τις συμβάσεις ενεργειών τεχνικής βοήθειας των άρθρων 119 και 329 του Ν 4412/2016, ανεξάρτητα από τη φύση των συμβάσεων, ως διοικητικού ή ιδιωτικού δικαίου, καθώς και στις διαφορές που προκύπτουν κατά την ανάθεση συμφωνιών-πλαίσιο, συμβάσεων παραχώρησης και δυναμικών συστημάτων αγορών, καθώς και των τροποποιήσεων αυτών [ΕΑΔΗΣΥ 677/2022]. Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης γίνεται σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 236 του Ν 4412/2016. Σημειώνεται ότι οι διαφορές που αναφύονται στο πλαίσιο σύναψης δημοσίων συμβάσεων με προϋπολογισμό ανωτέρω των ορίων που προβλέπει το άρθρο 345 εμπίπτουν
Σελ. 6
στις διατάξεις του Βιβλίου IV, ανεξαρτήτως της φύσης τους, του τύπου τους και του εάν εμπίπτουν στα χρηματικά κατώφλια των οδηγιών 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ.
2Έννοια δημόσιας σύμβασης. Σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτεται γραπτώς μεταξύ οικονομικού φορέα [φυσικό ή νομικό πρόσωπο κ.λπ. που προσφέρει στην αγορά εκτέλεση εργασιών (ή έργου), προμήθεια προϊόντων ή παροχή υπηρεσιών - αρ. 2 περ. 11] και αναθέτουσας αρχής [κράτος, ΟΤΑ, οργανισμοί δημοσίου δικαίου αρ. 2 παρ.1α] ή αναθέτοντα φορέα [δημόσιες επιχειρήσεις με αντικείμενο τις δραστηριότητες των αρ. 228-334 του Ν 4412/2016 π.χ. φυσικό αέριο, υπηρεσίες μεταφορών κ.λπ.], με σκοπό την εκτέλεση έργου, προμήθεια αγαθών ή παροχή υπηρεσιών. Η σύμβαση μπορεί να είναι διοικητική ή ιδιωτικού δικαίου, με βάση τα κριτήρια της ελληνικής νομολογίας, λόγω των εξαιρετικών ρητρών που περιλαμβάνονται είτε στη διακήρυξη είτε ακόμα και στη σύμβαση [ΑΕΔ 7/2019].
3ΝΠΙΔ που δραστηριοποιείται στον εθνικό χώρο, αλλά κατέχεται από αλλοδαπό Δημόσιο που συνιστά στο άλλο κράτος «αναθέτουσα αρχή» δεν υπάγεται στον Ν 4412/2016. Η ΕΕΣΤΥ ΑΕ, παρότι κατέχεται από εταιρία ανήκουσα στο Ιταλικό Δημόσιο (συνιστώντας άρα η αλλοδαπή εταιρία «αναθέτουσα αρχή» στο Ιταλικό έδαφος) δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω Οδηγιών και του Ν 4412/2016 και άρα η υπό σύναψη σύμβαση δεν είναι «δημόσια», ώστε να είναι εφαρμοστέες κατά τη σύναψή της οι παραπάνω ουσιαστικές και δικονομικές ρυθμίσεις του Ν 4412/2016. Σύμφωνα με τη ΣτΕ ΕΑ 33/2020 ο χαρακτηρισμός ενός ΝΠΙΔ ως «αναθέτοντος φορέα» νοείται μόνο στο πλαίσιο της άσκησης δημόσιας υπηρεσίας από τις εθνικές αρχές, εν προκειμένω το Ελληνικό Δημόσιο καθώς και αρχές ή νομικά πρόσωπα συνδεδεμένα με αυτό με τους προβλεπόμενους από την οδηγία τρόπους. Αντίθετη ερμηνεία, που θα καταργούσε την κάθετη εφαρμογή της οδηγίας σε διαγωνιστικές διαδικασίες σε ένα κράτος μέλος και θα απαιτούσε την παραδοχή της άσκησης εξουσίας από άλλο κράτος μέλος στο εσωτερικό αυτού, και συνακόλουθα την πρόσδοση διακρατικών χαρακτηριστικών στην έννοια της δημόσιας υπηρεσίας, δεν μπορεί να στηριχθεί στο πνεύμα ή στο γράμμα των διατάξεων της οδηγίας 2014/25/ΕΕ.
4Δημόσιες συμβάσεις που δεν εμπίπτουν στην έννομη προστασία του Βιβλίου IV του Ν 4412/2016 λόγω του περιεχομένου τους. Συμβάσεις που δεν εμπίπτουν στον Ν 4412/2016, αλλά περιλαμβάνονται στις εξαιρέσεις του, όπως π.χ. οι ατομικές συμβάσεις εργασίας, εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής του Βιβλίου IV [ΣτΕ επταμ. 2297/2019, ΣτΕ ΕΑ 171/2017 - ΑΕΠΠ 67/2017], καθόσον η αρμοδιότητα αυτή καθαυτή της ΕΑΔΗΣΥ, όπως ορίζεται καθ’ ύλην από το ως άνω μνημονευόμενο πλέγμα διατάξεων, αφορά αποκλειστικά πράξεις ή παραλείψεις του «προσυμβατικού σταδίου» και όχι εν γένει πράξεις ή εικαζόμενες παραλείψεις, οι οποίες ενδέχεται να σχετίζονται έμμεσα με ζητήματα ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων.
5Κριτήριο για το εάν εμπίπτει μια σύμβαση στο Βιβλίο IV του Ν 4412/2016. Για τη θεμελίωση ή μη της αρμοδιότητας της ΕΑΔΗΣΥ κρίσιμη είναι η νομοθεσία την οποία επικαλέστηκε η διοίκηση για να εκδώσει την προσβαλλόμενη πράξη, χωρίς να ενδιαφέρει
Σελ. 7
αν τελικά η διοίκηση εφάρμοσε εσφαλμένα τον νόμο σε σχέση με την υπό σύναψη σύμβαση [ΣτΕ ΕΑ 397/2014, 89/2012]. Επομένως, η ΕΑΔΗΣΥ δεν μπορεί να εξετάσει πράξεις που δεν εμπίπτουν σε αυτή καθαυτή τη διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης [ΑΕΠΠ 150, 170/2018].
6Δημόσιες συμβάσεις του Ν 4412/2016 με εκτιμώμενη αξία κατώτερη από τα χρηματικά όρια του άρθρου 345. Δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία κατώτερη από τα χρηματικά όρια του άρθρου 345 [στα οποία δεν συμπεριλαμβάνεται ο ΦΠΑ], ως προς την έννομη προστασία, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Βιβλίου IV, αλλά στις κατ’ ιδίαν διατάξεις του Ν 4412/2016 που ρυθμίζουν τη διοικητική ή δικαστική προστασία κατά το προσυμβατικό στάδιο και συγκεκριμένα στα άρθρα 127 και 333Α στα οποία μετά τη θέση σε ισχύ του άρθρου 55 του Ν 4782/2021 από 01-03-2022, προβλέπεται η απευθείας άσκηση αίτησης ακύρωσης και αίτησης αναστολής, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις 45 έως 56 του ΠΔ 18/1989, κατά των πράξεων του προσυμβατικού σταδίου.
7Έννοια «Αναθέτουσας Αρχής». Ως «Αναθέτουσα Αρχή», κατά τις διατάξεις του Βιβλίου IV, νοείται τόσο η «αναθέτουσα αρχή» του Βιβλίου Ι, όσο και ο «αναθέτων φορέας» του Βιβλίου ΙΙ.
8Κατά χρόνον αρμοδιότητα της ΕΑΔΗΣΥ [πρώην ΑΕΠΠ] ως προς την εφαρμογή του Βιβλίου IV του Ν 4412/2016. Η κατά χρόνον αρμοδιότητα της ΕΑΔΗΣΥ, ως προς την εφαρμογή του Βιβλίου IV, σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 379 παρ. 7 του Ν 4412/2016 [όπως τροποποιήθηκε η διάταξη δυνάμει του άρθρου 87 παρ. 4 Ν 4478/2017], αφορούσε διαγωνιστικές διαδικασίες για δημόσιες συμβάσεις γενικών υπηρεσιών και δημόσιες συμβάσεις προμηθειών που ξεκινούσαν, με την έκδοση της διακήρυξής τους, μετά τις 26-06-2017 [ΣτΕ 1719/2020]. Για τις δημόσιες συμβάσεις έργων και τις δημόσιες συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, με εκτιμώμενη αξία σύμβασης (χωρίς ΦΠΑ) ίση ή ανώτερη από τα κατώτατα όρια των άρθρων 5 και 235 του Ν 4412/2016, όπως ισχύουν κάθε φορά, η αρμοδιότητα της ΕΑΔΗΣΥ ξεκίνησε, με την έκδοση της διακήρυξής τους, μετά την 1η Ιανουαρίου 2018, ενώ μέχρι τότε οι ως άνω διαφορές συνέχιζαν να διέπονται από τις διατάξεις του Ν 3886/2010. Τέλος, για τις δημόσιες συμβάσεις έργων και τις δημόσιες συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, με εκτιμώμενη αξία σύμβασης (χωρίς ΦΠΑ) ανώτερη των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ και κατώτερη από τα όρια των άρθρων 5 και 235 του παρόντος, όπως ισχύουν κάθε φορά, η αρμοδιότητα της ΕΑΔΗΣΥ ξεκίνησε, με την έκδοση της διακήρυξής τους, μετά την 1η Μαρτίου 2018.
9Η προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια για συμβάσεις ανώτερες των ορίων του άρθρου 345. Πριν την προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια για την προσβολή πράξεων του προσυμβατικού σταδίου (για την άσκηση αίτησης αναστολής και ακύρωσης)
Σελ. 8
για συμβάσεις αξίας ανώτερης των ορίων που ορίζονται στο άρθρο 345, οι υποψήφιοι ανάδοχοι πρέπει να ασκήσουν επί ποινή απαραδέκτου προδικαστική προσφυγή στην ΕΑΔΗΣΥ (άρθρο 360 επ.),
10Προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια για συμβάσεις κατώτερες των ορίων του άρθρου 345. Για την προσβολή πράξεων που αφορούν συμβάσεις αξίας κατώτερης ή ίσης των ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 345, ασκείται απευθείας (χωρίς προδικαστική προσφυγή ή άλλη ένσταση) αίτηση αναστολής και εκτέλεσης στο αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο, κατά τα άρθρα 45 έως 56 του ΠΔ 18/1989 και σύμφωνα με το άρθρο 127 Ν 4412/2016 με καταβολή παραβόλου 5% επί του προϋπολογισμού για το παραδεκτό κάθε ενδίκου βοηθήματος [ΔΕφΘεσ/νίκης 47/2022]. Σημειώνεται ότι υπό την προηγούμενη μορφή του άρθρου 127 του Ν 4412/2016, ως ίσχυε μέχρι 28-2-2022, για πράξεις που εκδίδονταν μέχρι τότε, προβλεπόταν ενδικοφανής διαδικασία, με την υποβολή «ένστασης» ενώπιον της αναθέτουσας αρχής, προτού ασκηθεί αίτηση ακύρωσης και αίτηση αναστολής στο αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο [ΔΕφΑθ 1116/2022]. Σε σχέση με τη δικαιοδοσία εκδίκασης των διαφορών αυτών επισημαίνεται ότι μετά την προσθήκη της παρ. 5 στο άρθρο 127 Ν.4412/2016 [με τη διάταξη του άρθρου 43 παρ. 20 Ν.4605/2019] μεταβλήθηκε η δικαιοδοσία για την εκδίκαση των διαφορών που ανέκυπταν κατά τη διαδικασία που προηγείται της σύναψης συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, με εκτιμώμενη αξία κατώτερη ή ίση των ορίων του άρθρου 345, ώστε να υπάγονται πλέον στη δικαιοδοσία των Διοικητικών Εφετείων και όχι των πολιτικών δικαστηρίων και στις περιπτώσεις που η αναθέτουσα αρχή ήταν νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου [ΔΕφΑθ 1116/2022, ΔΕφΑθ συμβ. 172/2019]. Η ίδια ρύθμιση ως προς τη δικαιοδοσία παρέμεινε σε ισχύ και μετά τις ρυθμίσεις του Ν 4782/2021.
11Παρεκκλίσεις από την υπαγωγή στο Βιβλίο IV για ορισμένες αναθέτουσες αρχές με βάση ειδικότερες ρυθμίσεις. Παρεκκλίσεις από ρυθμίσεις ουσιαστικού δικαίου του Ν 4412/2016, οι οποίες προβλέπονται από τους Κανονισμούς Έργων, Προμηθειών κλπ. ορισμένων αναθετουσών αρχών, δύνανται να εφαρμόζονται, κατά περίπτωση, με βάση και τις ειδικότερες προβλέψεις κάθε διακήρυξης, στο μέτρο που δεν αντιτίθενται σε αναγκαστικού δικαίου διατάξεις της ανωτέρω ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας ή, πάντως, δεν αμφισβητούνται παραδεκτώς από τους ενδιαφερομένους. Όσον αφορά, ειδικότερα, τις περί εννόμου προστασίας διατάξεις που θεσπίζονται με τον Ν 4412/2016, όπως ισχύει κάθε φορά, αυτές εξακολουθούν να εφαρμόζονται πλήρως, εφόσον ο φορέας που διεξάγει τη διαδικασία ανάθεσης εξακολουθεί να υπάγεται λόγω της ιδιότητάς του στον ανωτέρω νόμο και δεν έχει ορισθεί διαφορετικά με νεότερες ειδικές διατάξεις, οι οποίες οφείλουν να τηρούν, όπου απαιτείται, και τις δεσμεύσεις που επιβάλλονται από τις δικονομικές οδηγίες 89/665/ΕΟΚ και 92/13/ΕΟΚ, όπως ισχύουν [ΣτΕ 900/2022 και ΣτΕ ΕΑ 132/2021].
Σελ. 9
Άρθρο 346
Προστασία κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων
1. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί σύμβαση των περ. α΄ και β΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 και έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από εκτελεστή πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής κατά παράβαση της ευρωπαϊκής ή εσωτερικής νομοθεσίας, έχει δικαίωμα να προσφύγει στην Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 360 και να ζητήσει προσωρινή προστασία, σύμφωνα με το άρθρο 366, ακύρωση παράνομης πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 367 ή ακύρωση σύμβασης η οποία έχει συναφθεί παράνομα, σύμφωνα με το άρθρο 368.
2. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από απόφαση της ΑΕΠΠ επί της προδικαστικής προσφυγής του άρθρου 360, μπορεί να ασκήσει αίτηση για την αναστολή εκτέλεσης και αίτηση για την ακύρωση της απόφασής της ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων, σύμφωνα με το άρθρο 372. Δικαίωμα άσκησης των ίδιων ενδίκων βοηθημάτων έχει και η αναθέτουσα αρχή αν η ΑΕΠΠ δεχθεί την προδικαστική προσφυγή.
3. Διαφορές που προκύπτουν από την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων του παρόντος νόμου και αφορούν αξιώσεις αποζημίωσης εκδικάζονται από τα αρμόδια δικαστήρια, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 373.
12Είδη έννομης προστασίας Βιβλίου IV του Ν 4412/2016. Ο «ενδιαφερόμενος» διαγωνιζόμενος μπορεί να τύχει έννομης προστασίας, ασκώντας: 1) Προδικαστική προσφυγή στην Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ), σύμφωνα με το άρθρο 360, και να ζητήσει: α) Προσωρινή προστασία, σύμφωνα με το άρθρο 366, β) Ακύρωση παράνομης πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 367, γ) Ακύρωση σύμβασης η οποία έχει συναφθεί παράνομα, σύμφωνα με το άρθρο 368 [διοικητική προστασία], 2) Αίτηση αναστολής εκτέλεσης και ακύρωσης της απόφασης της ΕΑΔΗΣΥ ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών δικαστηρίων, σύμφωνα με το άρθρο 372, 3) Αγωγή για την αναζήτηση ευθύνης από διαπραγματεύσεις κατά τα 197 και 198 ΑΚ ή διαφυγόντος κέρδους κατά τις γενικές διατάξεις, σύμφωνα με το άρθρο 373 [δικαστική προστασία].
13Έννοια «ενδιαφερόμενου» για την επιδίωξη διοικητικής ή δικαστικής προστασίας. Η έννομη προστασία του Βιβλίου IV [διοικητική και δικαστική] του Ν 4412/2016 αφορά τους συμμετέχοντες ή εν δυνάμει συμμετέχοντες στη διαγωνιστική διαδικασία, οι οποίοι αμφισβητούν είτε τη διακήρυξη είτε πράξεις της διαγωνιστικής διαδικασίας μέχρι και την κατακύρωση του διαγωνισμού. Στην έννοια του «ενδιαφερομένου» που μπορεί να ζητήσει έννομη προστασία, κατά τις διατάξεις του Βιβλίου IV, δεν εμπίπτουν οι «τρίτοι», οι οποίοι αμφισβητούν πράξεις της διαγωνιστικής διαδικασίας για άλλους λόγους, εφόσον εκ των πράξεων αυτών δημιουργείται αντικειμενικό δίκαιο και θίγονται δικαιώματά τους, όπως επί κοινοχρήστων χώρων κ.λπ. [ΣτΕ 129/2020, ΣτΕ Ολομ. 892/2008, Ολομ. 1212/2010, ΣτΕ επταμ. 506/2016 – ΔΕφΘεσ συμβ 39/2020].
Σελ. 10
14Προϋποθέσεις έννομης προστασίας της Αναθέτουσας Αρχής. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να τύχει δικαστικής προστασίας, έχοντας το δικαίωμα να προσβάλλει με αίτηση ακύρωσης - αναστολής την απόφαση της ΕΑΔΗΣΥ, με την οποία έγινε δεκτή (εν όλω ή εν μέρει) η προδικαστική προσφυγή που ασκήθηκε κατά των πράξεων της [ΣτΕ 827/2019, ΣτΕ ΕΑ 203/2018, ΔΕφΚομοτ. συμβ. 39/2017]. Ειδικώς σε περιπτώσεις που ασκείται εποπτικός έλεγχος νομιμότητας επί πράξεων της αναθέτουσας αρχής που αφορούν τη διαδικασία πριν τη σύναψη σύμβασης, κατ’ άρθρο 225επ. του Ν 3852/2010, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να προσβάλει ευθέως τις αποφάσεις του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης ασκώντας αίτηση ακύρωσης – αναστολής κατ’ άρθρο 372 Ν 4412/2016, χωρίς να έχει υποχρέωση να ασκήσει προηγουμένως προδικαστική προσφυγή [ΣτΕ επταμ. 770/2021].
15Προϋποθέσεις έννομης προστασία του «ενδιαφερομένου». Για να τύχει ο κάθε «ενδιαφερόμενος» της έννομης (διοικητικής ή δικαστικής) προστασίας του Βιβλίου IV του Ν 4412/2016, θα πρέπει: α) Να έχει ή είχε έννομο συμφέρον να του ανατεθεί «συγκεκριμένη» σύμβαση δημοσίων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών, β) Να έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί «ζημία» από παράβαση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας [ΣτΕ ΕΑ 465/2006, 586/2005].
16Θεμελίωση του εννόμου συμφέροντος «ανάθεσης» σύμβασης. Για να θεμελιωθεί το έννομο συμφέρον «ανάθεσης σύμβασης», θα πρέπει ο διαγωνιζόμενος που καταφεύγει στην έννομη προστασία του Βιβλίου IV να στραφεί με αιτιάσεις του είτε κατά του ενδεχόμενου αποκλεισμού του, ο οποίος εάν δεν είχε χωρήσει, θα του είχε ανατεθεί η σύμβαση ή κατά όσων προτάχθηκαν αυτού στον οικείο πίνακα μειοδοσίας [ΣτΕ 436/2011] ή κατά οποιουδήποτε μεμονωμένου συμμετέχοντος, ο οποίος θα έπρεπε ενδεχομένως να αποκλειστεί από τη διαδικασία και ενδέχεται αυτό να προξενήσει ζημία στον ενδιαφερόμενο [ΣτΕ 900/2022]. Ειδικότερα, όπως συνάγεται από τις διατάξεις που έχουν παρατεθεί, το έννομο συμφέρον για την επιδίωξη έννομης προστασίας [με άσκηση προδικαστικής προσφυγής και στη συνέχεια αίτησης ακύρωσης- αναστολής] παρίσταται διευρυμένο σε σχέση με τα γενόμενα δεκτά επί αιτήσεων αναστολής με βάση το προγενέστερο καθεστώς [ΣτΕ ΕΑ 145/2019 σκ. 9 κ.ά.], εκτείνεται δε και στις περιπτώσεις εκείνες που ο ενδιαφερόμενος να του ανατεθεί σύμβαση του Ν 4412/2016, δεν υφίσταται μεν άμεση και ενεστώσα βλάβη από την πράξη ή την παράλειψη της αναθέτουσας αρχής, ενδέχεται όμως να υποστεί ζημία από αυτές στη συνέχεια της διαγωνιστικής διαδικασίας [ΣτΕ 900/2022]. Επομένως, κάθε προσφέρων ο οποίος θεωρεί ότι μια απόφαση με την οποία γίνεται δεκτή η συμμετοχή ανταγωνιστή σε διαδικασία σύναψης δημόσιας συμβάσεως είναι παράνομη και ενέχει κίνδυνο να του προκαλέσει ζημία, έχει άμεσο έννομο συμφέρον προς άσκηση προδικαστικής προσφυγής κατά της εν λόγω απόφασης, ανεξαρτήτως της ζημίας που μπορεί, επιπλέον, να απορρεύσει από την ανάθεση της σύμβασης σε άλλον υποψήφιο (βλ. σκέψεις 27-28, 36-37, 40-42 της απόφασης του ΔΕΕ C-54/18). Έτσι, η αναγνώριση και στον (αρχικό) προσωρινό ανάδοχο εννόμου συμφέροντος να ασκήσει επικαίρως προδικαστική προσφυγή προβάλλοντας
Σελ. 11
αιτιάσεις κατά των ανθυποψηφίων του είναι ιδίως επιβεβλημένη στην περίπτωση που η διαγωνιστική διαδικασία διεξάγεται σε ένα μόνο στάδιο (ήτοι εκδίδεται μία μόνο εκτελεστή διοικητική πράξη με την οποία κρίνεται το νομότυπο των κατατεθεισών προσφορών), δεδομένου ότι ο κίνδυνος να ανατραπεί το (αρχικώς) ευνοϊκό γι’ αυτόν αποτέλεσμα της διαγωνιστικής διαδικασίας και η εντεύθεν προκαλούμενη σε αυτόν ζημία ως εκ του αποκλεισμού του κατόπιν άσκησης και ευδοκίμησης προδικαστικών προσφυγών με αντικείμενο τη νομιμότητα της προσφοράς του από τους ανθυποψηφίους του, είτε εκείνων των οποίων οι προσφορές έχουν γίνει ομοίως δεκτές είτε και όσων δεν έχουν οριστικώς αποκλεισθεί, είναι χρονικά, τουλάχιστον, αμεσότερος [ΣτΕ 899-900/2022, 1573/2019]. Το προστατευτέο έννομο συμφέρον, βάσει του Βιβλίου IV, θεμελιώνεται αποκλειστικώς στο ενδιαφέρον «ανάθεσης» του συγκεκριμένου έργου και όχι στην τυχόν παράλληλη επιδίωξή του να προστατεύσει την εκτός του διαγωνισμού αυτού επιχειρηματική δραστηριότητά του [ΣτΕ ΕΑ 271/2014].
17Ανάγκη επίκαιρης επιδίωξης έννομης προστασίας. Ο συμμετέχων στη διαγωνιστική διαδικασία «ενδιαφερόμενος» στερείται του έννομου συμφέροντος να αμφισβητήσει πράξεις προγενέστερου σταδίου της διαγωνιστικής διαδικασίας ή όρους της διακήρυξης, εφόσον δεν το κάνει αυτό εγκαίρως και επικαίρως, καθόσον, με την ανεπιφύλακτη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό για τη σύναψη δημόσιας σύμβασης, οι διαγωνιζόμενοι αποδέχονται πλήρως τη νομιμότητα των όρων της διακήρυξης, με βάση τους οποίους διενεργείται ο διαγωνισμός και διαμορφώνονται οι υποβαλλόμενες προσφορές και ως εκ τούτου, και για λόγους ασφάλειας του δικαίου, δεν είναι επιτρεπτή η εκ μέρους τους παρεμπίπτουσα, εκ των υστέρων, αμφισβήτηση του κύρους των όρων της διακήρυξης, την οποία δεν έχουν προσβάλει ευθέως εντός της οικείας προθεσμίας, με την ευκαιρία της προσβολής των μεταγενέστερων πράξεων της διαγωνιστικής διαδικασίας [ΣτΕ 1217/2018, 2434/2017, 3669/2015, 2434/2017, 1078/2014, ΣτΕ Ολομ. 1667/2011, ΣτΕ ΕΑ 135/2011, 6/2009].
18Μετά την τροποποίηση του άρθρου 100 Ν 4412/2016 με τον Ν 4782/2021, οι εκτελεστές πράξεις της αναθέτουσας αρχής περί έγκρισης των πρακτικών δικαιολογητικών συμμετοχής, τεχνικών προσφορών και οικονομικών προσφορών δεν κοινοποιούνται στους προσφέροντες, αλλά ενσωματώνονται στην απόφαση κατακύρωσης, και άρα ο ενδιαφερόμενος προσβάλλει ενώπιον της ΕΑΔΗΣΥ την τελική πράξη κατακύρωσης έχοντας τη δυνατότητα να προβάλει πλημμέλειες που αφορούν και τα δικαιολογητικά συμμετοχής, τις τεχνικές και οικονομικές προσφορές και τα δικαιολογητικά κατακύρωσης του αναδόχου.
19Ειδικές περιπτώσεις εννόμου συμφέροντος για την επιδίωξη έννομης προστασίας κατά το προσυμβατικό στάδιο.
20(1) Διαγωνιζόμενος που έχει οριστικά αποκλειστεί από διαγωνισμό και επιδιώκει τη ματαίωση του διαγωνισμού[15]. Διαγωνιζόμενος, ο οποίος αποκλείστηκε από διαδικασία
Σελ. 12
σύναψης δημόσιας σύμβασης σε στάδιο προγενέστερο του σταδίου της ανάθεσης της σύμβασης αυτής και του οποίου η αίτηση για την αναστολή εκτέλεσης της απόφασης αποκλεισμού του από τη διαδικασία αυτή απορρίφθηκε, μπορεί να προβάλει, με την ταυτοχρόνως ασκηθείσα αίτησή του για την αναστολή εκτέλεσης της απόφασης περί αποδοχής της προσφοράς άλλου προσφέροντος, όλους τους ισχυρισμούς που αφορούν παραβίαση της ενωσιακής νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων ή των εθνικών κανόνων μεταφοράς της νομοθεσίας αυτής, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρισμών που δεν έχουν σχέση με τις πλημμέλειες, λόγω των οποίων αποκλείστηκε η προσφορά του, διότι, σε περίπτωση ματαίωσης του διαγωνισμού και προκήρυξης νέου, ο εν λόγω διαγωνιζόμενος δεν κωλύεται να υποβάλει νέα, διορθωμένη, κατά τα σημεία αυτά, προσφορά, ώστε να μην τεθεί ζήτημα αποκλεισμού της για τους λόγους αυτούς [ΣτΕ 1194/2021 – βλ. και απόφαση ΔΕΕ C-54/18 Cooperativa Animatione Valdocco Soc. Coop.soc. Impresa Sociale Onlus κατά Consorzio Intercomunale Servizi Sociali di Pinerolo]. Αντιθέτως, διαγωνιζόμενος, ο οποίος νομίμως αποκλείεται από διαγωνισμό, δεν έχει κατ’ αρχήν έννομο συμφέρον να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της συμμετοχής άλλου διαγωνιζομένου, εφόσον δεν επιδιώκει τη ματαίωση του διαγωνισμού, με αποτέλεσμα οι σχετικοί λόγοι ακύρωσης να καθίστανται αλυσιτελείς [ΣτΕ 2770/2013 – 1194/2021]. Ο αποκλεισθείς διαγωνιζόμενος δεν έχει έννομο συμφέρον να αμφισβητήσει την απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, με την οποία ζητείται η παράταση της ισχύος των προσφορών των λοιπών διαγωνιζομένων [ΣτΕ ΕΑ 449/2011]. Ισχυρισμός διαγωνιζομένου ότι ο αποκλεισμός του από διαγωνισμό δημιουργεί δυσμενές προηγούμενο και θέτει περιορισμούς στη δυνατότητα συμμετοχής του σε διαγωνισμούς με ίδιο ή παρεμφερές αντικείμενο προβάλλεται άνευ εννόμου συμφέροντος και είναι απορριπτέος δεδομένου ότι σκοπός της διαδικασίας έννομης προστασίας του Βιβλίου IV του Ν 4412/2016 δεν είναι η με γνωμοδοτικό χαρακτήρα επίλυση νομικών ζητημάτων προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο έκδοσης στο μέλλον πράξεων όμοιου περιεχομένου με την προσβαλλομένη, αλλά η έννομη προστασία κάθε ενδιαφερομένου, ο οποίος έχει ή είχε έννομο συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση του νόμου αυτού [ΣτΕ ΕΑ 66/2012].
21(2) Διαγωνιζόμενος που δεν παρέτεινε την ισχύ της προσφοράς και της εγγυητικής επιστολής του. Διαγωνιζόμενος που δεν παρέτεινε την ισχύ της προσφοράς του και της εγγυητικής επιστολής του στερείται πλέον εννόμου συμφέροντος για την άσκηση αίτησης ακύρωσης, με την οποία επιδιώκει την ακύρωση πράξεων της διαγωνιστικής διαδικασίας περί αποκλεισμού του από τον διαγωνισμό, δοθέντος ότι από τη συμπεριφορά του συνάγεται ότι παραιτήθηκε από τη διεκδίκηση της κατακύρωσης σε αυτόν του αποτελέσματος του διαγωνισμού [βλ. ΣτΕ 309/2020, ΔΕφΑΘ. 1238/2022 – πρβλ ΣτΕ 2429/2012, 671/2009, 2188/2008].
22(3) Διαγωνιζόμενος που αμφισβητεί απόφαση ματαίωσης διαγωνισμού: Διαγωνιζόμενος δεν αποστερείται του εννόμου συμφέροντός του να αμφισβητήσει την πράξη ματαίωσης του διαγωνισμού και την επαναπροκήρυξή του, εφόσον συμμετείχε σε μεταγενέστερο
Σελ. 13
χρόνο χωρίς επιφύλαξη στον επαναληπτικό διαγωνισμό, του οποίου η διενέργεια προϋποθέτει τη νομιμότητα της ματαίωσης του προηγούμενου διαγωνισμού [ΣτΕ EA 406/2014, 158/2011, 75/2006, 933/2005, 543/2004, πρβλ. ΣτΕ 2544/2011, 2656/2010, 3634/2008 contra ΣτΕ ΕΑ 488/2010, 1169/2009].
23(4) Διαγωνιζόμενος που αμφισβητεί την παράλειψη της Αναθέτουσας Αρχής να ματαιώσει διαγωνισμό λόγω λήξης των προσφορών. Εφόσον διαγωνιζόμενος δηλώσει ότι συνεχίζει -μετά την πάροδο του ανώτατου χρόνου ισχύος των προσφορών- να ισχύει η προσφορά του, στερείται του κατά το άρθρο 47 παρ. 1 του ΠΔ 18/1989 έννομου συμφέροντος για την ακύρωση της σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής του κατά της παράλειψης της διοίκησης να ματαιώσει τον διαγωνισμό [πρβλ. ΣτΕ 541/2013, ΣτΕ Ολομ. 1190/2009]. Αντιθέτως, αν δεν συνάγεται τέτοια συναίνεση παράτασης της προσφοράς του, ο διαγωνιζόμενος διατηρεί το έννομο συμφέρον του, διότι σε περίπτωση αποδοχής της αίτησής του, επιτυγχάνει την αποτροπή της κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην ανταγωνίστρια επιχείρηση [ΣτΕ 538/2013, πρβλ. και ΣτΕ Ολομ. 1189/2009].
24(5) Έννομο συμφέρον αμφισβήτησης όρου διακήρυξης. Ο ενδιαφερόμενος να του ανατεθεί η σύμβαση, ο οποίος δεν μετέσχε στο διαγωνισμό, διατηρεί το έννομο συμφέρον του για την άσκηση αίτησης ακύρωσης κατά της διακήρυξης, μόνον εφόσον προβάλλει, με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς, ότι η διακήρυξη αυτή περιλαμβάνει όρο που αποκλείει παρανόμως τη συμμετοχή του στον διαγωνισμό ή ότι η υποβολή εκ μέρους του προσφοράς, έστω με επιφύλαξη, κατέστη ανέφικτη ή ουσιωδώς δυσχερή λόγω των προβαλλόμενων πλημμελειών της διακήρυξης [βλ. ΣτΕ 1259/2019, 4606/2012, 1987/2011, επίσης ΔΕΚ απόφαση της 12.02.2004, C-230/02, Grossmann Air Service, σκ. 39 και 40 – βλ. και ΔΕφΘεσ/νίκης συμβ.]. Επίσης, ο διαγωνιζόμενος έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει ευθέως τη διακήρυξη, έστω και αν δεν συμμετείχε στον διαγωνισμό, όταν η αναθέτουσα αρχή υπέλαβε ότι δεν είναι εφαρμοστέες οι οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ και δεν τήρησε τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτές και συγκεκριμένα αφενός δεν δημοσίευσε περίληψη της διακήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφετέρου ως ελάχιστη προθεσμία υποβολής των προσφορών δεν όρισε το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να μην απομένει εύλογος χρόνος για την προετοιμασία της προσφοράς [ΣτΕ ΕΑ 226/2013]. Ωστόσο, εάν ο ενδιαφερόμενος τελικώς συμμετάσχει στον διαγωνισμό διατηρείται το έννομο συμφέρον του για την προσβολή του όρου της διακήρυξης εφόσον ο εν λόγω διαγωνιζόμενος προβάλλει ειδικούς ισχυρισμούς, σύμφωνα με τους οποίους παρά το γεγονός ότι υπέβαλε προσφορά στον διαγωνισμό, ενδέχεται να υποστεί ζημία από τον όρο αυτό ή ότι ο όρος αυτός είναι παράνομος διότι τον αποκλείει ή καθιστά ουσιωδώς δυσχερή τη συμμετοχή του [ΣτΕ ΕΑ 616/2012, 1025/2010, 1354, 342, 203/2009, 1316/2008, 977/2006, 356/2004]. Στην ειδικότερη περίπτωση που προσβάλλεται όρος τεχνικών προδιαγραφών ως «φωτογραφικός» θα πρέπει να κατονομάζεται ο οικονομικός φορέας που είναι ο μόνος δυνάμενος να συμμετάσχει ως συνέπεια της εν θέματι προδιαγραφής [ΣτΕ ΕΑ 314/2013, 474, 1354/2009 - ΑΕΠΠ 49/2017]. Επίσης είναι επιτρεπτή η αμφισβήτηση όρων της διακήρυξης που σχετίζονται μεν με το
Σελ. 14
στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης, πλην όμως σχετίζονται με τη διαμόρφωση της προσφοράς από τον προτιθέμενο να συμμετάσχει σε αυτήν, όπως συμβαίνει με τους όρους της πληρωμής [ΣτΕ ΕΑ 915/2008]. Αντιθέτως, άλλα ζητήματα που σχετίζονται αποκλειστικά με το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης απαραδέκτως προβάλλονται κατά το προσυμβατικό στάδιο, δεδομένου ότι για την επίλυση των αμφισβητήσεων αυτών αρμόδιος είναι ο δικαστής της σύμβασης [ΣτΕ 663/2007, ΔΕφΘεσ/νίκης συμβ 14/2012].
25(6) Διαγωνιζόμενος που είναι μέλος κοινοπραξίας. Κάθε μέλος κοινοπραξίας καταρχήν δεν έχει έννομο συμφέρον να αμφισβητήσει αυτοτελώς πράξη της διαγωνιστικής διαδικασίας [ΣτΕ Ολομ. 971/2008]. Κατ’ εξαίρεση, έννομο συμφέρον να επιδιώξει την έννομη προστασία του Βιβλίου IV του Ν 4412/2016 κατά βλαπτικής πράξης που αφορά σε διαγωνισμό για την κατάρτιση δημοσίας σύμβασης υφίσταται μόνον εφόσον το μέλος αυτό επικαλείται και αποδεικνύει ότι υποβλήθηκε ατομικώς σε δαπάνες εξ αιτίας της συμμετοχής του σε κοινοπραξία υποψήφια στον διαγωνισμό [ΣτΕ Ολομ. 3471/2011, ΣτΕ 1844/2013 επταμ.].
26(7) Ένωση Προσώπων. Κάθε ένωση φυσικών ή νομικών προσώπων που αποτελεί οικονομικό φορέα, ακόμη και αν είναι προσωρινή σύμπραξη χωρίς νομική προσωπικότητα, αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερο υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, διακριτό από τα πρόσωπα - μέλη του, για όλες τις έννομες σχέσεις που απορρέουν από την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού. Επομένως, για να τύχει οριστικής δικαστικής προστασίας σε διαφορά περί την ανάθεση συγκεκριμένης συμβάσεως, η ένωση προσώπων - οικονομικός φορέας έχει υποχρέωση να ασκήσει ιδίω ονόματι την προδικαστική προσφυγή του άρθρου 360 και, ακολούθως, την αίτηση ακυρώσεως του άρθρου 372. Αυτή η υποχρέωση δεν αίρεται σε περίπτωση κατά την οποία η προδικαστική προσφυγή έχει ήδη ασκηθεί από μέλος της ένωσης προσώπων - οικονομικού φορέα, διότι το δικαίωμα άσκησης του ενδίκου βοηθήματος της αιτήσεως ακυρώσεως που κατοχυρώνεται με την προδικαστική προσφυγή δεν εισφέρεται νομίμως σε ένωση προσώπων (ήτοι, κατά τρόπο ικανό να καταστήσει ειδική διάδοχο την ένωση) [ΣτΕ 2508/2020].
27(8) Διαγωνιζόμενος που του έχει επιστραφεί και έχει παραλάβει την προσφορά του. Η επιστροφή από την αναθέτουσα αρχή και παραλαβή από τον συμμετέχοντα σε διαγωνισμό των σφραγισμένων και υποβληθέντων φακέλων συνιστά τεκμήριο οικειοθελούς απόσυρσης της υποβληθείσας προσφοράς, με αποτέλεσμα να στερείται μεταγενέστερως του εννόμου συμφέροντός του για την άσκηση ή την εκδίκαση ένδικου βοηθήματος που αφορά τη διαγωνιστική διαδικασία ως προς την οποία έχει καταστεί τρίτος [ΣτΕ 945/2012, 918/2010, 3086/2008], δεδομένου ότι επανυποβολή της προσφοράς δεν είναι δυνατή [ΣτΕ ΕΑ 837/2010]. Αντιθέτως, για την απώλεια του δικαιώματος έννομης προστασίας δεν αρκεί μόνον η υποβολή αίτησης περί επιστροφής της προσφοράς, όταν δεν προκύπτει ότι τελικώς έγινε δεκτή η σχετική αίτηση και επεστράφη η προσφορά [ΔΕφΠειρ 44/2011].
28(9) Διαγωνιζόμενος που δεν έχει αποκλειστεί από τον διαγωνισμό διατηρεί το έννομο συμφέρον του να αμφισβητήσει πράξεις της διαγωνιστικής διαδικασίας. Ισχυρισμός περί έλλειψης εννόμου συμφέροντος για επιδίωξη της έννομης προστασίας του
Σελ. 15
Βιβλίου IV λόγω του ότι η αναθέτουσα αρχή θα έπρεπε να είχε αποκλείσει τον αιτούντα σε προγενέστερο στάδιο του διαγωνισμού για σοβαρές παρατυπίες είναι απορριπτέος, διότι δεν υφίσταται ούτε γίνεται επίκληση τέτοιας διοικητικής πράξης αποκλεισμού ούτε αμφισβητήθηκε επιτυχώς η παράλειψη της αναθέτουσας αρχής να προβεί στον σχετικό αποκλεισμό [ΣτΕ 3231/2012, ΔΕφΘεσ/νίκης συμβ 179/2013].
29(10) Διαγωνιζόμενος που έχει λάβει τη μεγαλύτερη βαθμολογία κατά την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών. Στην περίπτωση αυτή με έννομο συμφέρον επιδιώκεται έννομη προστασία, παρά το γεγονός ότι ο ενδιαφερόμενος κατατάχθηκε πρώτος σε βαθμολογία από τη αναθέτουσα αρχή, επιδιώκοντας τον αποκλεισμό των λοιπών οικονομικών φορέων, χωρίς να αποστερείται του εννόμου συμφέροντος του από το γεγονός ότι και με την συμμετοχή των λοιπών οικονομικών φορέων ο αιτών εξακολουθεί, πάντως, να έχει πιθανότητα να κατακυρωθεί σ’ αυτόν ο διαγωνισμός [ΔΕφΑθ 962/2022, ΣτΕ 677/2020].
30Έννοια «ζημίας». Η «ζημία» δεν ταυτίζεται με το έννομο συμφέρον, αλλά πρέπει να ανάγεται σε μία νομική και πραγματική κατάσταση, η οποία να είναι προστατευτέα και να δικαιολογεί τη λήψη των προβλεπόμενων μέτρων. Η αποτροπή «ζημίας» συνίσταται στην αποτροπή της ανάθεσης της σύμβασης σε άλλον ενδιαφερόμενο. Αντιστοίχως, δεν χωρεί τέτοια έννομη προστασία ούτε γι’ αυτόν που επιδιώκει να παράσχει δάνεια ειδική εμπειρία σε υποψήφιο για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης, δεδομένου ότι το πρόσωπο αυτό δεν επιδιώκει την ανάθεση σε αυτόν της σύμβασης [ΣτΕ ΕΑ 717/2012]. Για παράδειγμα, σε περίπτωση προσβολής όρου της διακήρυξης, ως «ζημία», στην περίπτωση αυτή, νοείται όχι η απλή επίκληση παρανομίας ή η κατά γενικό τρόπο επίκληση παράβασης διαφόρων διατάξεων οποιουδήποτε επιπέδου, αλλά τα πραγματικά εκείνα περιστατικά, συγκεκριμένα και αρκούντως εξειδικευμένα, αφορώντα τη νομική ή πραγματική κατάσταση του συγκεκριμένου συμμετέχοντος, τα οποία είτε αποκλείουν είτε καθιστούν υπερβολικά δυσχερή τη συμμετοχή στο διαγωνισμό είτε προδιαγράφουν άμεσα ή έμμεσα το αποτέλεσμά του λόγω αδυναμίας του ενδιαφερομένου να εκπληρώσει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ή λόγω της πιθανολογούμενης θέσης από αυτόν προϊόντων σε δυσμενέστερη μοίρα έναντι των προϊόντων των άλλων συμμετεχόντων [βλ. ΣτΕ ΕΑ 884/2011, 182/2011, 977/2010 - ΔΕφΘεσ/νίκης συμβ 40/2012].
Σελ. 16
ΤΙΤΛΟΣ 2
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Ι
ΕΝΙΑΙΑ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
31Σκοπός των διατάξεων του Τμήματος Ι είναι η εγκαθίδρυση ενός εξειδικευμένου Ανεξάρτητου Οργάνου, με αποκλειστική αρμοδιότητά του τον διοικητικό έλεγχο των δημοσίων συμβάσεων και την παροχή ταχείας και αποτελεσματικής προστασίας, χωρίς να προϋποτίθεται η προηγούμενη άσκηση ένδικου βοηθήματος. Πρόκειται για μια δυνατότητα, η οποία παρέχεται από το ενωσιακό δίκαιο (άρθρο 2 παρ. 9 της Οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της Οδηγίας 2007/66/ΕΚ) και αξιοποιείται ήδη με επιτυχία σε άλλα κράτη μέλη (Δανία, Εσθονία, Ισπανία, Κροατία, Κύπρος, Μάλτα, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία, Σλοβενία).
Άρθρο 34717
Σύσταση, αρμοδιότητες, έδρα, και νομική φύση της Ενιαίας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων
1. Συστήνεται Ενιαία Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων [(ΕΑΔΗΣΥ) (εφεξής «η Αρχή»)], με αντικείμενο:
α) την ανάπτυξη και προαγωγή της εθνικής στρατηγικής, πολιτικής και δράσης στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων, τη διασφάλιση της διαφάνειας, αποτελεσματικότητας, συνοχής και εναρμόνισης των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης των δημόσιων συμβάσεων προς το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο, τη διαρκή βελτίωση του νομικού πλαισίου των δημόσιων συμβάσεων και την τήρησή του από τα δημόσια όργανα και τις αναθέτουσες αρχές και
β) την επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης των συμβάσεων δημοσίων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, ύστερα από την άσκηση προδικαστικής προσφυγής, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο Τμήμα ΙΙ του παρόντος Τίτλου.
Σελ. 17
Για την εφαρμογή της περ. α΄, καθώς και των περ. α΄ έως και ιγ΄ της παρ. 2 του παρόντος, ως δημόσιες συμβάσεις νοούνται οι δημόσιες συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, κατά την έννοια αυτών στην ισχύουσα νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις, όπως ορίζεται στον Ν 4412/2016 (Α΄147) και στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ και 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της Οδηγίας 2004/17 (L 94/65), ανεξαρτήτως της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων αυτών. Στις ανωτέρω περιπτώσεις υπάγονται και οι συμφωνίες - πλαίσιο, τα δυναμικά συστήματα αγορών, καθώς και οι συμβάσεις παραχώρησης δημοσίων έργων και υπηρεσιών κατά την έννοια της ισχύουσας νομοθεσίας και ιδίως κατά την έννοια του Ν 4413/2016 (Α΄ 148) και της Οδηγίας 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (L 94/1). Οι διατάξεις του παρόντος δεν εφαρμόζονται στις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ν 3978/2011 (Α΄ 137), σε όσες εξαιρούνται από αυτόν σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 24, καθώς και στις συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει του άρθρου 346 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Ειδικότερα, η Αρχή έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Εποπτεύει και συντονίζει τη δράση των φορέων της κεντρικής διοίκησης του Ν 4270/2014 (A΄ 143) στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και μπορεί να συμμετέχει σε συλλογικά κυβερνητικά όργανα με αρμοδιότητα επί των δημοσίων συμβάσεων. Mε σκοπό την ενοποίηση και ομοιόμορφη ανάπτυξη και εφαρμογή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, η Αρχή μπορεί να συγκαλεί συσκέψεις συντονισμού με εκπροσώπους των φορέων της κεντρικής διοίκησης και να συγκροτεί ομάδες εργασίας με τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των συναρμόδιων Υπουργείων. Με την απόφαση συγκρότησης των ομάδων εργασίας καθορίζονται το έργο κάθε ομάδας, ο χρόνος και ο τρόπος λειτουργίας τους. Τα αρμόδια όργανα του Κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης προγραμματίζουν τις ανάγκες τους σχετικά με την εκτέλεση έργων, τη μίσθωση υπηρεσιών και την προμήθεια αγαθών για το επόμενο έτος και διαβιβάζουν σχετικό πίνακα στην Αρχή για ενημέρωσή της.
β) Προάγει την εθνική στρατηγική στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και μεριμνά για την τήρηση των κανόνων και αρχών της ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων.
Ειδικότερα, εισηγείται ρυθμίσεις προς τα αρμόδια εθνικά όργανα για την προσήκουσα εναρμόνιση της εθνικής έννομης τάξης προς το ευρωπαϊκό δίκαιο, την απλούστευση, συμπλήρωση, αναμόρφωση, κωδικοποίηση και ενοποίηση των σχετικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων του εθνικού δικαίου, καθώς και τον εξορθολογισμό των διοικητικών πρακτικών με σκοπό την ομοιόμορφη, ταχεία και προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος εφαρμογή αυτών και τη διασφάλιση της τήρησης προσηκουσών διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης των δημοσίων συμβάσεων.
Σελ. 18
γ) Γνωμοδοτεί για τη νομιμότητα κάθε διάταξης σχεδίου νόμου ή κανονιστικής πράξης που αφορά στις δημόσιες συμβάσεις. Τα αρμόδια όργανα οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη της Αρχής.
Ειδικότερα:
γα) Η Αρχή συμμετέχει στις οικείες νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, σύμφωνα με τον Ν 4622/2019 (Α΄ 133) και γνωμοδοτεί επί των διατάξεων σχεδίων νόμων που αφορούν στις δημόσιες συμβάσεις πριν από την κατάθεσή τους στη Βουλή. Η γνώμη της Αρχής επισυνάπτεται στην οικεία Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης και αναρτάται, με επιμέλεια της Αρχής, στην ιστοσελίδα της.
γβ) Η Αρχή γνωμοδοτεί επί των προεδρικών διαταγμάτων, κατά το μέρος που ρυθμίζουν θέματα δημοσίων συμβάσεων. Η γνώμη της Αρχής συνοδεύει τα σχέδια προεδρικών διαταγμάτων κατά την αποστολή τους προς επεξεργασία στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αναρτάται, με επιμέλεια της Αρχής, στην ιστοσελίδα της.
γγ) Οι λοιπές κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, εξαιρουμένων των προκηρύξεων, καθώς και οι κανονισμοί άλλων δημοσίων οργάνων και αναθετουσών αρχών, συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών εσωτερικής λειτουργίας των κατά περίπτωση αρμόδιων ελεγκτικών διοικητικών οργάνων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, κατά το μέρος που οι εν λόγω πράξεις και κανονισμοί ρυθμίζουν θέματα δημοσίων συμβάσεων, εκδίδονται μετά από σύμφωνη γνώμη της Αρχής. Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα της παρούσας υποπερίπτωσης ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την περιέλευση των ανωτέρω σχεδίων διατάξεων στην Αρχή, με μέριμνα του οικείου οργάνου. Μετά την άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας οι σχετικές πράξεις μπορούν να εκδοθούν και χωρίς τη γνώμη της Αρχής.
γδ) Οι αποφάσεις των αναθετουσών αρχών, που αφορούν στην προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης για την ανάθεση των δημόσιων συμβάσεων, σύμφωνα με την περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 26 και τα άρθρα 32 και 269 του παρόντος, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εκδίδονται μετά από σύμφωνη γνώμη της Αρχής, εφόσον οι συμβάσεις αυτές εμπίπτουν, λόγω της εκτιμώμενης αξίας τους, στο πεδίο εφαρμογής των Οδηγιών 2014/24/ΕΚ και 2014/25/ΕΚ, οι οποίες ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη με τον παρόντα νόμο. Η εν λόγω αρμοδιότητα ασκείται μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) εργασίμων ημερών από την περιέλευση του σχεδίου απόφασης στην Αρχή, συνοδευόμενου από όλα τα στοιχεία στα οποία θεμελιώνεται, κατά περίπτωση, η προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, με μέριμνα της αναθέτουσας αρχής. Μετά την άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας οι σχετικές αποφάσεις μπορούν να εκδοθούν και χωρίς τη γνώμη της Αρχής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ιδίως λόγω της πολυπλοκότητας της υπό ανάθεση σύμβασης, η Αρχή δύναται με απόφασή της, η οποία κοινοποιείται στην αιτούσα αναθέτουσα αρχή, να παρατείνει άπαξ την ως άνω προθεσμία για δεκαπέντε (15) επιπλέον εργάσιμες ημέρες. Οι αποφάσεις των αναθετουσών αρχών που αφορούν προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης για την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 25 του ΠΔ 59/2007 (Α΄ 63) και τα άρθρα 24 και 25 του ΠΔ 60/2007 (Α΄ 64) οι οποίες, από την έναρξη ισχύος του Ν 4013/2011 (Α΄ 204) και μέχρι την 31η.12.2012 εκδόθηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί ή πριν να υποβληθούν στην Ενιαία Ανεξάρτητη
Σελ. 19
Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων για παροχή σύμφωνης γνώμης, σύμφωνα με την υποπερ. δδ΄ της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν 4013/2011 δεν πάσχουν ακυρότητας εξ αυτού του λόγου και παράγουν όλα τα έννομα αποτελέσματά τους.
δ) Εκδίδει και αναρτά στην ιστοσελίδα της κανονισμούς για ειδικότερα τεχνικά ή λεπτομερειακά θέματα σχετικά με ζητήματα δημοσίων συμβάσεων που αφορούν ιδίως στην ερμηνεία της σχετικής εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας, λαμβανομένης υπόψη της εθνικής νομολογίας και της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρέχει κατευθυντήριες οδηγίες προς τους αρμόδιους δημόσιους φορείς και τις αναθέτουσες αρχές με το ανωτέρω περιεχόμενο και εισηγείται στους αρμόδιους Υπουργούς την έκδοση σχετικών εγκυκλίων. Οι κατευθυντήριες οδηγίες αφορούν ιδίως θέματα ενοποίησης των διαδικασιών ελέγχου στο στάδιο που προηγείται της σύναψης δημοσίων συμβάσεων. Οι αρμόδιοι δημόσιοι φορείς υποχρεούνται να διαβουλεύονται εγγράφως ή προφορικά με την Αρχή πριν την έκδοση οποιασδήποτε εγκυκλίου ή κατευθυντήριας οδηγίας. Σε περίπτωση διαφωνίας, οι εν λόγω φορείς λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη της Αρχής και αιτιολογούν εγγράφως τις θέσεις τους.
ε) Εκδίδει πρότυπα τεύχη δημοπράτησης και σχέδια συμβάσεων μετά από διαβούλευση με τους κατά περίπτωση αρμόδιους δημόσιους φορείς. Η Αρχή διαμορφώνει, επίσης, κανόνες για την τυποποίηση των τεχνικών προδιαγραφών σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς και ελέγχει την εναρμόνιση αυτών με τις γενικές αρχές του εθνικού και ευρωπαϊκού δικαίου.
στ) Παρακολουθεί και αξιολογεί την αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα των δράσεων των δημοσίων φορέων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων των συναρμόδιων Υπουργείων, των αρμόδιων διοικητικών οργάνων άσκησης ελέγχου και εποπτείας, καθώς και των αναθετουσών αρχών, στο πλαίσιο του ισχύοντος εθνικού και ευρωπαϊκού νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου περί ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων και γνώμη της Αρχής, μπορούν να προσδιορίζονται τα όργανα και η διαδικασία παρακολούθησης και αξιολόγησης των ανωτέρω δράσεων.
ζ) Ασκεί δειγματοληπτικούς ελέγχους, αναζητώντας αυτεπαγγέλτως πληροφορίες και στοιχεία σχετικά με τις εν εξελίξει διαδικασίες προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων από τις αναθέτουσες αρχές και τους εμπλεκόμενους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και καλεί σε ακρόαση τους εκπροσώπους τους για την παροχή πληροφοριών και στοιχείων. Τα αρμόδια δημόσια όργανα και οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να συνεργάζονται με την Αρχή, να παρέχουν σε αυτή κάθε αναγκαία σχετική πληροφορία και να συμμορφώνονται προς τις υποδείξεις της. Η Αρχή, εφαρμόζοντας μεθόδους αποτίμησης κινδύνων, εξετάζει, ιδίως, διαδικασίες προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας ή συγχρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά προγράμματα. Εξετάζει, επίσης, όλες τις διαδικασίες προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων που αποτελούν αντικείμενο διερεύνησης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για φερόμενες παραβάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Τα πορίσματα της έρευνας της Αρχής επί των κατά τα ανωτέρω ελεγχόμενων διαδικασιών προκήρυξης, ανάθεσης
Σελ. 20
και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων κοινοποιούνται στην οικεία αναθέτουσα αρχή. Αν διαπιστωθεί από την Αρχή παραβίαση του εθνικού ή του ευρωπαϊκού δικαίου επί των δημοσίων συμβάσεων, με σχετική απόφασή της, η οποία λαμβάνεται κατ’ εκτίμηση της σοβαρότητας της διαπιστωθείσας παραβίασης, απευθύνει τις προσήκουσες συστάσεις ή διακόπτει την πρόοδο των διαδικασιών προκήρυξης, ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων που αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας από την Αρχή. Σε περίπτωση διακοπής, οι διαδικασίες δεν μπορούν να συνεχισθούν χωρίς απόφαση της Αρχής, που παρέχει την έγγραφη συναίνεσή της για την πρόοδό τους. Τα εν λόγω πορίσματα μπορεί περαιτέρω να διαβιβάζονται στα αρμόδια δικαστήρια, ύστερα από αίτημά τους, και να παρέχονται, με μέριμνα της αναθέτουσας αρχής, σε κάθε ενδιαφερόμενο που αποδεικνύει έννομο συμφέρον για την άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων του. Επίσης, η Αρχή ενημερώνει άμεσα τα αρμόδια όργανα εποπτείας και ελέγχου, προκειμένου αυτά να επιληφθούν για την άσκηση των κατά τον νόμο αρμοδιοτήτων τους και, σε περίπτωση παραβίασης του εθνικού και ευρωπαϊκού δικαίου, συντάσσει και αναρτά στην ιστοσελίδα της ειδική έκθεση, η οποία διαβιβάζεται στον Πρόεδρο της Βουλής και κοινοποιείται στα ως άνω αρμόδια όργανα. Στο πλαίσιο της εν λόγω αρμοδιότητας η Αρχή δύναται να παραγγέλλει στα αρμόδια ελεγκτικά διοικητικά όργανα τη συλλογή στοιχείων και την υποβολή πορισμάτων σε θέματα δημοσίων συμβάσεων.
η) Εποπτεύει και αξιολογεί τα, κατά περίπτωση, αρμόδια ελεγκτικά διοικητικά όργανα στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων ως προς την άσκηση των καθηκόντων τους σύμφωνα με το ισχύον εθνικό και ευρωπαϊκό νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο και τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αρχής. Τα εν λόγω όργανα οφείλουν να συμμορφώνονται προς τις οδηγίες της Αρχής. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων και γνώμη της Αρχής, μπορούν να προσδιορίζονται τα όργανα και η διαδικασία εποπτείας και αξιολόγησης των ως άνω ελεγκτικών οργάνων.
θ) Μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις για θέματα δημοσίων συμβάσεων, ιδίως δε για την ερμηνεία του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, είτε γραπτά είτε προφορικά με δική της πρωτοβουλία ή ύστερα από αίτημα των αρμόδιων δικαστηρίων σε δίκες που διεξάγονται ενώπιόν τους. Στην περίπτωση προφορικής διατύπωσης γνώμης την Αρχή εκπροσωπεί ο Πρόεδρος ή κατόπιν εξουσιοδότησης του Προέδρου, Σύμβουλος της Αρχής. Η Αρχή μπορεί να ζητεί, από το κατά περίπτωση αρμόδιο δικαστήριο, κάθε έγγραφο που κρίνεται αναγκαίο για τη διατύπωση της γνώμης της κατά τα προηγούμενα εδάφια.