Η ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΩΝ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 632 & 933 ΚΠολΔ
Δικονομικά ζητήματα από τη σωρευτική και τη διαδοχική άσκησή τους
- Έκδοση: 2023
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 304
- ISBN: 978-618-08-0205-4
Αντικείμενο του έργου: «Η σχέση μεταξύ των ανακοπών των άρθρων 632 & 933 ΚΠολΔ. Δικονομικά ζητήματα από τη σωρευτική και τη διαδοχική άσκησή τους» είναι η σχέση μεταξύ της ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής και της ανακοπής κατά των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης. Και πιο συγκεκριμένα τα δικονομικά ζητήματα που προκύπτουν στη (συχνότερη) περίπτωση της σωρευτικής, αλλά και σε εκείνη της διαδοχικής άσκησής τους. Ειδικότερα, αναλύονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα ζητήματα:
• των οψιγενών ισχυρισμών και της τήρησης της αρχής της προδικασίας και λαμβάνει χώρα σύγκριση της παρεχόμενης ένδικης προστασίας από κάθε ένδικο βοήθημα και ανάλυση του εννόμου συμφέροντος του οφειλέτη για την άσκηση αμφοτέρων είτε σωρευτικά είτε διαδοχικά
• της δυνατότητας του οφειλέτη για τη σωρευτική άσκηση της ανακοπής του άρθρ. 933 με το δικόγραφο της ανακοπής του άρθρ. 632 ΚΠολΔ, όταν το τελευταίο υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου
• της σώρευσης λόγω συνάφειας της ανακοπής του άρθρου 933, που στρέφεται κατά των επόμενων πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, στο κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο της ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ
• της εκκρεμοδικίας μεταξύ των δύο ανακοπών κ.ά.
Το βιβλίο αποτελεί πολύτιμο βοήθημα για τους εφαρμοστές του δικαίου, δικαστές και δικηγόρους.
Συντομογραφίες XVII
Εισαγωγή 1
Κεφάλαιο Ι
Η νομική φύση και το αντικείμενο των ανακοπών
των άρθρων 632 & 933 ΚΠολΔ 3
1.1 Έννοια – γενικά χαρακτηριστικά της ανακοπής 3
1.2 Η ιστορική καταγωγή της ανακοπής του άρθρ. 632 4
1.3 Η ιστορική καταγωγή της ανακοπής του άρθρ. 933 5
1.4 Η υπερνομοθετική θεμελίωση της ανακοπής του άρθρ. 632 6
1.5 Η υπερνομοθετική θεμελίωση της ανακοπής του άρθρ. 933 8
1.6 Η σχέση της ανακοπής του άρθρ. 632 με την ανακοπή του άρθρ. 583 9
1.7 Η σχέση της ανακοπής του άρθρ. 933 με την ανακοπή του άρθρ. 583 9
1.8 Η ανακοπή του άρθρ. 632 ως το μοναδικό ένδικο βοήθημα για την ακύρωση
της διαταγής πληρωμής και η σχέση της με την αρνητική αναγνωριστική αγωγή 10
1.9 Η ανακοπή του άρθρ. 933 ως το μοναδικό ένδικο βοήθημα για την ακύρωση
των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης και η σχέση της με την αρνητική αναγνωριστική αγωγή καθώς και με την αγωγή αποζημίωσης 12
1.10 Το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής του άρθρ. 632 – Οψιγενείς ισχυρισμοί 14
1.11 Το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής του άρθρ. 933 – Οψιγενείς ισχυρισμοί 20
1.12 Η συρροή περισσότερων λόγων στην ανακοπή του άρθρ. 632 21
1.13 Η συρροή περισσότερων λόγων στην ανακοπή του άρθρ. 933 22
1.14 Η αρχή της τήρησης της προδικασίας στην ανακοπή του άρθρ. 632 23
1.15 Η αρχή της τήρησης της προδικασίας στην ανακοπή του άρθρ. 933 24
1.16 Η συμβατική πρόβλεψη για την υπαγωγή της διαφοράς σε διαιτησία,
η προσφυγή σε διαμεσολάβηση και η δικονομική
πορεία των ανακοπών των άρθρων 632 & 933 25
1.17 Η διάθεση του αντικειμένου της δίκης της ανακοπής του άρθρ. 632 με
δικαστικό συμβιβασμό, με παραίτηση από το δικαίωμα και με αποδοχή
της ανακοπής και η αντίστοιχη διάθεση με την ανακοπή του άρθρ. 933 26
1.18 Η διεθνής δωσιδικία για την εκδίκαση των δύο ανακοπών 29
1.19 Συγκριτική θεώρηση της νομικής φύσης και του αντικειμένου
των δύο ανακοπών 30
Κεφάλαιο ΙΙ
Το έννομο συμφέρον για την άσκηση της ανακοπής του άρθρ. 632
και το έννομο συμφέρον για την άσκηση της ανακοπής του άρθρ. 933 33
2.1 Έννοια – χαρακτηριστικά του εννόμου συμφέροντος 33
2.2 Το έννομο συμφέρον για την άσκηση της ανακοπής του άρθρ. 632 34
2.3 Το έννομο συμφέρον για την άσκηση της ανακοπής του άρθρ. 933 34
2.3.1 Το έννομο συμφέρον για την προσβολή της επιταγής προς πληρωμή 35
2.3.2 Το έννομο συμφέρον για την προσβολή των πράξεων της κύριας διαδικασίας
αναγκαστικής εκτέλεσης 37
2.4 Το έννομο συμφέρον στην περίπτωση της διαδοχικής άσκησης των δύο ανακοπών 38
2.5 Το έννομο συμφέρον στην περίπτωση της σωρευτικής άσκησης
των δύο ανακοπών 46
Κεφάλαιο ΙΙΙ
Η ενεργητική και η παθητική νομιμοποίηση στην ανακοπή του άρθρ. 632, σε αυτή του άρθρ. 933, η συμμετοχή τρίτων προσώπων στις δίκες
των ανακοπών αυτών και τα δικονομικά ζητήματα σε περίπτωση διαδοχικής και σωρευτικής άσκησής τους 49
3.1 Έννοια – χαρακτηριστικά της νομιμοποίησης 49
3.2 Η ενεργητική νομιμοποίηση στην ανακοπή του άρθρ. 632 50
3.3 Η ενεργητική νομιμοποίηση στην ανακοπή του άρθρ. 933 53
3.4 Η παθητική νομιμοποίηση στην ανακοπή του άρθρ. 632 56
3.5 Η παθητική νομιμοποίηση στην ανακοπή του άρθρ. 933 57
3.6 Η συμμετοχή τρίτων προσώπων στην ανακοπή του άρθρ. 632 58
3.7 Η συμμετοχή τρίτων προσώπων στην ανακοπή του άρθρ. 933 59
3.8 Η διαδοχική άσκηση των δύο ανακοπών 60
3.9 Η σωρευτική άσκηση των δύο ανακοπών 62
Κεφάλαιο ΙV
Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα της ανακοπής του άρθρ. 632 και αυτή
της ανακοπής του άρθρ. 933 65
4.1 Έννοια – χαρακτηριστικά της καθ’ ύλην αρμοδιότητας 65
4.2 Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα της ανακοπής του άρθρ. 632 66
4.3 Η καθ΄ ύλην αρμοδιότητα της ανακοπής του άρθρ. 933 68
4.4 Η διαδοχική άσκηση των δύο ανακοπών – Η δωσιδικία της συνάφειας 70
4.5 Η διαδικαστική προϋπόθεση της καθ’ ύλην αρμοδιότητας στη σωρευτική
άσκηση των δύο ανακοπών – Το άρθρ. 218 παρ. 1 περιπτ. β’ και
το άρθρ. 632 παρ. 6 73
Κεφάλαιο V
Η κατά τόπο αρμοδιότητα της ανακοπής του άρθρ. 632 και αυτή
της ανακοπής του άρθρ. 933 75
5.1 Έννοια – χαρακτηριστικά της κατά τόπο αρμοδιότητας 75
5.2 Η κατά τόπο αρμοδιότητα της ανακοπής του άρθρ. 632 75
5.3 Η κατά τόπο αρμοδιότητα της ανακοπής του άρθρ. 933 77
5.4 Η διαδοχική άσκηση των ανακοπών των άρθρων 632 & 933 -
Η δωσιδικία της συνάφειας 78
5.5 Η διαδικαστική προϋπόθεση της κατά τόπο αρμοδιότητας στην περίπτωση
της σώρευσης των δύο ανακοπών - Το άρθρ. 218 παρ. 1 περιπτ. γ’ και
το άρθρ. 632 παρ. 6 81
Κεφάλαιο VI
Η προθεσμία για την άσκηση των ανακοπών των άρθρ. 632 & 633
καθώς και αυτή για την άσκηση της ανακοπής του άρθρ. 933 83
6.1 Έννοια – χαρακτηριστικά των προθεσμιών 83
6.2 Η προθεσμία της ανακοπής του άρθρ. 632 83
6.3 Η προθεσμία της ανακοπής του άρθρ. 933 87
6.4 Η δικονομική φύση των προθεσμιών των ανακοπών των άρθρ. 632 (&633)
και 933 και οι μεταξύ τους ομοιότητες και διαφορές 93
6.5 Ζητήματα από τη διαδοχική άσκηση 95
6.6 Ζητήματα από τη σωρευτική άσκηση 96
6.7 Η εφαρμογή του άρθρ. 263 ΑΚ στις ανακοπές των άρθρ. 632, 633 & 933 97
Κεφάλαιο VII
Η διαδικασία εκδίκασης της ανακοπής του άρθρ. 632 και
η αντίστοιχη της ανακοπής του άρθρ. 933 101
7.1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις ως προς το δικονομικό πλαίσιο
της εκδίκασης των δύο ανακοπών 101
7.2 Η διαδικασία εκδίκασης της ανακοπής του άρθρ. 632 101
7.3 Η διαδικασία εκδίκασης της ανακοπής του άρθρ. 933 103
7.4 Παρατηρήσεις - ενδιάμεσα συμπεράσματα επί της διαδικασίας εκδίκασης
των δύο ανακοπών 105
7.5 Οι δικονομικές προθεσμίες για την κλήτευση των διαδίκων,
τον προσδιορισμό δικασίμου και την έκδοση οριστικής απόφασης επί
των ανακοπών των άρθρ. 632 & 933 106
7.6 Παρατηρήσεις – ενδιάμεσα συμπεράσματα ως προς την προθεσμία κλήτευσης, τον προσδιορισμό δικασίμου και τη συνεκδίκαση των δύο ανακοπών 107
7.7 Διακοπτικά γεγονότα στις δίκες των δύο ανακοπών 109
7.8 Η ερημοδικία των διαδίκων στις ανακοπές των άρθρ. 632 & 933 110
7.9 Η αποδεικτική διαδικασία των δύο ανακοπών 112
7.10 Η διαδικαστική παρέκκλιση του άρθρ. 933 παρ. 5 – Η «παραχρήμα απόδειξη» 114
7.11 Η παραχρήμα απόδειξη στην περίπτωση της σώρευσης
των δύο ανακοπών καθώς και στην περίπτωση της διαδοχικής άσκησής τους 119
7.12 Συγκριτική επισκόπηση της διαδικασίας εκδίκασης των δύο ανακοπών 126
Κεφάλαιο VIII
Οι λόγοι ανακοπής και οι πρόσθετοι λόγοι στην ανακοπή του άρθρ. 632,
οι αντίστοιχοι στην ανακοπή του άρθρ. 933, ειδικότεροι ισχυρισμοί
καθώς και η αρχή του «άνευ επικουρίας δικάζεσθαι» 129
8.1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις επί των λόγων των ανακοπών των άρθρ. 632 & 933 129
8.2 Οι λόγοι της ανακοπής του άρθρ. 632 132
8.3 Οι λόγοι της ανακοπής του άρθρ. 933 134
8.4 Παρατηρήσεις - ενδιάμεσα συμπεράσματα επί των λόγων των δύο ανακοπών
σε περίπτωση σωρευτικής και διαδοχικής άσκησής τους 136
8.5 Οι πρόσθετοι λόγοι της ανακοπής του άρθρ. 632 138
8.6 Οι πρόσθετοι λόγοι της ανακοπής του άρθρ. 933 139
8.7 Κοινές διαδικαστικές ρυθμίσεις των πρόσθετων λόγων των ανακοπών
των άρθρων 632 & 933– Ενδιάμεσες παρατηρήσεις στην περίπτωση
σωρευτικής άσκησής τους 141
8.8 Η αρχή του άνευ επικουρίας δικάζεσθαι 145
8.9 Η ένσταση συμψηφισμού στις ανακοπές των άρθρων 632 και 933 149
8.10 H εξάρτηση της απαίτησης από αίρεση, προθεσμία, όρο και
το εκκαθαρισμένο αυτής ως λόγος των ανακοπών των άρθρ. 632 & 933 151
8.11 H ένσταση παραγραφής στις ανακοπές των άρθρ. 632 & 933 153
8.12 Η ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος
στις ανακοπές των άρθρ. 632 & 933 159
8.13 Παρατηρήσεις - ενδιάμεσα συμπεράσματα επί των λόγων
των ανακοπών των άρθρ. 632 & 933 163
Κεφάλαιο IΧ
Η εκκρεμοδικία μεταξύ των ανακοπών των άρθρ. 632 & 933 165
9.1 Έννοια - χαρακτηριστικά της εκκρεμοδικίας 165
9.2 Η θέση για την ύπαρξη εκκρεμοδικίας μεταξύ των δύο ανακοπών 168
9.3 Η κρατούσα θέση για τη μη ύπαρξη εκκρεμοδικίας μεταξύ
των δύο ανακοπών 169
9.4 Κριτικές παρατηρήσεις επί των δύο απόψεων – ενδιάμεσα συμπεράσματα 171
Κεφάλαιο Χ
Το δεδικασμένο από τη διαταγή πληρωμής, από τις ανακοπές
των άρθρ. 632 & 633, από την ανακοπή του άρθρ. 933 και
ο αποκλεισμός κατ' άρθρ. 933 παρ. 4 & 330 177
10.1 Έννοια – χαρακτηριστικά του δεδικασμένου 177
10.2 Το δεδικασμένο που παράγεται από την τελεσίδικη απόφαση
που απορρίπτει την ανακοπή του άρθρ. 632 ή αυτή του 633 καθώς και
από τη διαταγή πληρωμής 178
10.3 Τα αντικειμενικά όρια του δεδικασμένου από την τελεσίδικη απόφαση που απορρίπτει την ανακοπή του άρθρ. 632 ή του 633 180
10.4 Τα αντικειμενικά όρια του δεδικασμένου από την απόφαση που κάνει
δεκτή την ανακοπή του άρθρ. 632 ή αυτή του άρθρ. 633. 182
10.5 Τα αντικειμενικά όρια του δεδικασμένου που παράγεται
από τη διαταγή πληρωμής 183
10.6 Το δεδικασμένο από την ανακοπή του άρθρ. 933 σε σχέση
με τη διαταγή πληρωμής και την ανακοπή του άρθρ. 632 187
10.7 Ο αποκλεισμός των λόγων ανακοπής κατ’ άρθρ. 933 παρ. 4 & 330 188
10.8 Παρατηρήσεις - ενδιάμεσα συμπεράσματα 191
Κεφάλαιο ΧΙ
Οι έννομες συνέπειες των οριστικών αποφάσεων των ανακοπών
των άρθρ. 632 και 933 και το δικονομικό ζήτημα της σιωπηρής αποδοχής της απόφασης επί της ανακοπής του άρθρ. 632 με την άσκηση
της ανακοπής του άρθρ. 933 195
11.1 Οι έννομες συνέπειες της οριστικής απόφασης επί της ανακοπής
του άρθρ. 632 195
11.2 Οι έννομες συνέπειες της οριστικής απόφασης επί της ανακοπής
του άρθρ. 933 197
11.3 Οι έννομες συνέπειες των οριστικών αποφάσεων στην περίπτωση
της διαδοχικής άσκησης των δύο ανακοπών 199
11.4 Οι έννομες συνέπειες της οριστικής απόφασης στην περίπτωση
της σωρευτικής άσκησης των δύο ανακοπών 199
11.5 Η σιωπηρή αποδοχή της οριστικής απόφασης της ανακοπής
του άρθρ. 632 με την άσκηση της ανακοπής του άρθρ. 933 200
Κεφάλαιο ΧΙI
Η ανακοπή ερημοδικίας σε ερήμην απόφαση επί της ανακοπής
του άρθρ. 632 και ο αποκλεισμός της στην ανακοπή του άρθρ. 933 205
12.1 Έννοια – χαρακτηριστικά της ανακοπής ερημοδικίας 205
12.2 Η ανακοπή ερημοδικίας κατά ερήμην απόφασης του άρθρ. 632 205
12.3 Η απαγόρευση της άσκησης ανακοπής ερημοδικίας σε απόφαση επί
της ανακοπής του άρθρ. 933 207
12.4 Ζητήματα από τη σωρευτική και τη διαδοχική άσκηση
των ανακοπών των άρθρ. 632 & 933 και την ερημοδικία
των διαδίκων στον πρώτο ή δεύτερο βαθμό 208
Κεφάλαιο ΧIII
Η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης επί ανακοπής του άρθρ. 632
και η αντίστοιχη επί της ανακοπής του άρθρ. 933 213
13.1 Έννοια – κοινά χαρακτηριστικά της έφεσης επί αποφάσεων
των ανακοπών των άρθρ. 632 - 933 213
13.2 Το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης και η εφαρμογή
του στην περίπτωση της σωρευτικής άσκησης των ανακοπών
των άρθρων 632 & 933 214
13.3 Η δυνατότητα άσκησης έφεσης επί μη οριστικής απόφασης
στην περίπτωση της σωρευτικής άσκησης των δύο ανακοπών 218
13.4 Οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης κατά αποφάσεων επί των ανακοπών
των άρθρ. 632 & 933 και οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης κατά απόφασης επί σωρευτικής άσκησης των δύο ανακοπών 220
13.5 Το επικοινωτικό αποτέλεσμα της έφεσης και η δυνατότητα άσκησης
αντέφεσης σε περίπτωση σωρευτικής άσκησης των δύο ανακοπών 223
13.6 Παρατηρήσεις -ενδιάμεσα συμπεράσματα επί των εφέσεων
επί αποφάσεων των ανακοπών των άρθρ. 632 & 933 224
Κεφάλαιο ΧIV
Η αίτηση αναίρεσης κατά της τελεσίδικης απόφασης επί της ανακοπής
του άρθρ. 632, η αντίστοιχη κατά της τελεσίδικης απόφασης επί
της ανακοπής του άρθρ. 933 και τα δικονομικά ζητήματα που
προκύπτουν από το συσχετισμό τους 227
14.1 Έννοια-χαρακτηριστικά της αναίρεσης 227
14.2 Η αίτησης αναίρεσης κατά της τελεσίδικης απόφασης
επί ανακοπής του άρθρ. 632 227
14.3 Η αίτηση αναίρεσης κατά της τελεσίδικης απόφασης επί ανακοπής
του άρθρ. 933 228
14.4 Παρατηρήσεις - ενδιάμεσα συμπεράσματα επί των αιτήσεων αναίρεσης
σε περίπτωση διαδοχικής και σωρευτικής άσκησης των ανακοπών
των άρθρ. 632 & 933 229
Κεφάλαιο ΧV
Η αίτηση αναψηλάφησης κατά της τελεσίδικης απόφασης
επί ανακοπής του άρθρ. 632, η αντίστοιχη κατά της τελεσίδικης
απόφασης επί ανακοπής του άρθρ. 933 και τα δικονομικά ζητήματα
που προκύπτουν στην περίπτωση της σωρευτικής και της διαδοχικής άσκησης 231
15.1 Έννοια – χαρακτηριστικά της αναψηλάφησης 231
15.2 Η αίτηση αναψηλάφησης κατά της τελεσίδικης απόφασης
επί της ανακοπής του άρθρ. 632 232
15.3 Η αίτηση αναψηλάφησης κατά της τελεσίδικης απόφασης
επί της ανακοπής του άρθρ. 933 και τα ζητήματα που προκύπτουν από
τη σωρευτική και τη διαδοχική άσκηση των δύο ανακοπών 232
Κεφάλαιο XVI
Επίμετρο - Συμπεράσματα 235
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 255
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ 267
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 281
Σελ. 1
Εισαγωγή
Από την πρώτη επισκόπηση του αντικειμένου της παρούσας μελέτης, κατέστη αντιληπτό ότι η εξέταση της «σχέσης» μεταξύ των δύο αυτών ενδίκων βοηθημάτων, ήτοι της ανακοπής του άρθρ. 632 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (εφεξής ΚΠολΔ) και αυτής του άρθρ. 933 ΚΠολΔ, δεν θα έπρεπε να παραμείνει μόνο στη θεωρητική προσέγγιση των ομοιοτήτων και διαφοροποιήσεων τους, ως διαπλαστικών ενδίκων βοηθημάτων αλλά ούτε στην πρακτική αποτύπωση εκείνων των διαδικαστικών διαφοροποιήσεων που παρατηρούνται στη διαδοχική ή σωρευτική εκδίκαση των δύο ανακοπών. Υφίσταται, άλλωστε, πλούσια βιβλιογραφία για την καθεμία από αυτές, όπου αντιμετωπίζονται κατά περίπτωση και υπό τη μορφή των σημειωμάτων, των παρατηρήσεων ή ακόμη και των κεφαλαίων τα δικονομικά εκείνα ζητήματα που ανακύπτουν από τη σωρευτική ή τη διαδοχική άσκησή τους.
Ουσιαστική εμβάθυνση θα επιτυγχάνονταν μόνο με την ανάλυση εκείνων των δικονομικών ζητημάτων που δύναται να προκύψουν σε όλα τα διαδικαστικά στάδια και σε κάθε βαθμό δικαιοδοσίας, από τη νομιμοποίηση των διαδίκων μέχρι και την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, διότι μόνο έτσι θα αναδειχθούν, σε πλήρη έκταση, οι ομοιότητες και οι διαφορές των δύο ανακοπών και θα καταδειχθούν τα πεδία στα οποία αυτές αλληλοκαλύπτονται. Τούτο διότι, με βάση τη Συνταγματική επιταγή για την παροχή πλήρους έννομης προστασίας σε συνδυασμό με την αρχή της οικονομίας της δίκης, θα καταστεί δυνατόν να αξιολογηθεί η λυσιτέλεια του καθενός από τα δύο αυτά ένδικα βοηθήματα για τους διαδίκους, τον οφειλέτη δηλαδή και το δανειστή.
Το απώτερο συνεπώς ζητούμενο της παρούσας μελέτης είναι η έρευνα και η αξιολόγηση ως προς το εάν αρκεί η άσκηση μόνο μίας από τις δύο ανακοπές προκειμένου να παρασχεθεί πλήρης και ταχεία δικαστική προστασία στον οφειλέτη ή απαιτείται η άσκηση αμφοτέρων και αντίστροφα εάν η δυνατότητα άσκησης και των δύο αυτών ανακοπών παρέχει ευκαιρία στρεψοδικίας στον κακόπιστο οφειλέτη και παρεμβάλει προσκόμματα στο δανειστή που, ευλόγως, επιθυμεί την ικανοποίηση της αξίωσης του με την πλέον άμεση και ολιγοδάπανη διαδικασία, δεδομένου άλλωστε ότι διαθέτει έγγραφο για την απόδειξη της απαίτησης του και έχει επιτύχει με αυτό την έκδοση εκτελεστού τίτλου.
Η μελέτη δομείται σε δεκαπέντε (15) κεφάλαια, καθένα από τα οποία ασχολείται με διαφορετικό δικονομικό ζήτημα, από τη νομική φύση και το αντικείμενο των δύο ανακοπών μέχρι και την αίτηση αναψηλάφησης. Επιπρόσθετα, για λόγους ερμηνευτικής πληρότητας των ζητημάτων που ανακύπτουν από την εξέταση των δύο ανακοπών, καθίσταται, επιβεβλημένη η παρουσίαση συγκεκριμένων γνωρισμάτων της διαταγής
Σελ. 2
πληρωμής, όπως, η φύση της διαταγής πληρωμής, η υποχρέωση απόδειξης της απαίτησης μόνο από έγγραφα, το αναγκαίο περιεχόμενο της αίτησης για την έκδοση της διαταγής πληρωμής και το αντίστοιχο της διαταγής πληρωμής, όπως επίσης και μία σύντομη ιστορική αναφορά στις αρχικές διατάξεις του θεσμού της διαταγής πληρωμής όταν αυτός εισήχθη στο νομικό μας σύστημα.
Περαιτέρω, στο κάθε κεφάλαιο γίνεται καταρχάς μία γενική αναφορά στο υπό εξέταση δικονομικό ζήτημα, ακολούθως λαμβάνει χώρα παρουσίαση των κυριότερων χαρακτηριστικών της κάθε ανακοπής μόνο όμως στην έκταση που σχετίζονται με την έτερη ανακοπή και τέλος αναλύονται τα δικονομικά φαινόμενα που προκύπτουν από τη σωρευτική και από τη διαδοχική άσκηση των δύο ανακοπών.
Έτι περαιτέρω, η ανάλυση της σχέσης των δύο αυτών ανακοπών, δεν θα επεκταθεί σε όλο το εύρος των ζητημάτων που ανακύπτουν κατά τη διενέργεια αναγκαστικής εκτέλεσης με άλλους εκτελεστούς τίτλους αλλά μόνο στα δικονομικά θέματα που ανακύπτουν όταν ο εκτελεστός τίτλος είναι η διαταγή πληρωμής και μέχρι το διαδικαστικό στάδιο που τα ελαττώματα της δύναται να επηρεάσουν τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Συνεπώς, δικονομικά ζητήματα από την άσκηση ανακοπής κατά της διαταγής απόδοσης του μίσθιου, ανακοπής κατά των πράξεων άμεσης εκτέλεσης, ανακοπής κατά των πράξεων έμμεσης εκτέλεσης, η οποία όμως διενεργείται δυνάμει άλλων εκτελεστών τίτλων, ανακοπής κατά της έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης ή κατά της αναγγελίας, ή κατά του πίνακα κατάταξης ή κατά της πράξης κατακύρωσης, δεν αναλύονται στην παρούσα μελέτη.
Επισημαίνεται ότι η μελέτη δεν θα αναλωθεί σε δικονομικά ζητήματα που προδήλως έχουν κοινή δικονομική αντιμετώπιση αλλά θα περιορισθεί μόνο σε αυτά που τα εν λόγω ένδικα βοηθήματα διαφοροποιούνται μεταξύ τους. Για το λόγο αυτό, τα κεφάλαια για τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, την ικανότητα του διαδίκου, την ικανότητα δικαστικής παράστασης και την πληρεξουσιότητα δεν θα αναπτυχθούν.
Σημειώνεται επίσης, ότι παρόλο που η αναμενόμενη δικονομική σειρά για την ανάπτυξη των ζητημάτων από τα δύο αυτά ένδικα βοηθήματα, θα ήταν πρώτα η ανάλυση των θεμάτων του παραδεκτού του δικαστηρίου, όπως η διεθνής δικαιοδοσία, η καθ’ ύλην και η κατά τόπο αρμοδιότητα, ακολούθως η ανάλυση των δικονομικών ζητημάτων των προσώπων των διαδίκων, ήτοι η νομιμοποίηση και το έννομο συμφέρον, στη συνέχεια τα δικονομικά ζητήματα των προθεσμιών, της διαδικασίας και της απόδειξης και τέλος αυτών που αναφέρονται στο αντικείμενο της δίκης, όπως η εκκρεμοδικία και το δεδικασμένο, στην υπό κρίση μελέτη η σειρά αυτή θα ανατραπεί προκειμένου να καταστεί πιο εμφανής η ανάδειξη των ομοιοτήτων και των διαφοροποιήσεων των δύο ανακοπών.
Σελ. 3
Κεφάλαιο Ι
Η νομική φύση και το αντικείμενο των ανακοπών των άρθρων 632 & 933 ΚΠολΔ
1.1 Έννοια – γενικά χαρακτηριστικά της ανακοπής
Ως ανακοπή ορίζεται εκείνο το ένδικο βοήθημα, με το οποίο προσβάλλεται ενώπιον δικαστηρίου δικαστική ή εξώδικη πράξη, η οποία προξενεί βλάβη ή θέτει σε κίνδυνο τα έννομα συμφέροντα προσώπου, που δεν συμμετείχε ή δεν προσκλήθηκε σε αυτή.
Στον ΚΠολΔ, η ανακοπή ρυθμίζεται από τις διατάξεις των αρθρ. 583 επ., ως ένα γενικευμένο ένδικο βοήθημα, το οποίο εφαρμόζεται για κάθε μορφή ανακοπών, που προβλέπονται στον ΚΠολΔ ή σε άλλους ειδικούς νόμους, εφόσον δεν διατυπώνονται ειδικότερες ρυθμίσεις. Τέτοιες ενδεικτικά περιπτώσεις, εκτός των ανακοπών των αρθρ. 632 & 933, είναι η ανακοπή κατά της επιβολής δικαστικών εξόδων σε τρίτον (186 ΙΙ), η ανακοπή κατά της διαταγής απόδοσης μισθίου (642), η ανακοπή του οφειλέτη κατά της αναγγελίας του δανειστή (971 παρ. 2) και η ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης (979).
Σελ. 4
Εκτός του πεδίου του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της ανακοπής προβλέπεται κατά των πράξεων που προέρχονται από δημόσιες αρχές, εφόσον βέβαια υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων όπως, ενδεικτικά, είναι η ανακοπή κατά των πρωτοκόλλων αποζημιώσεως για αυθαίρετη χρήση δημόσιας έκτασης ή η ανακοπή κατά της πράξης διοικητικής αποβολής από δασική έκταση καθώς επίσης και στο πεδίο του πτωχευτικού δικαίου.
1.2 Η ιστορική καταγωγή της ανακοπής του άρθρ. 632
Η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής προβλέφθηκε αρχικά στο αρθρ. 14 παρ. 1 εδ. β’ του ΝΔ 2629/1953 «Περί εκδικάσεως διαφορών εκ πιστωτικών τινών τίτλων και της εκδόσεως διαταγής πληρωμής» με το οποίο εισήχθη στο νομικό μας σύστημα ο θεσμός της διαταγής πληρωμής.
Σελ. 5
Η νομοθετική πρόβλεψη για την παροχή στον οφειλέτη ένδικης προστασίας, στο ίδιο νομοθέτημα με το οποίο εισήχθη η διαταγή πληρωμής, θεμελιώνονταν δικαιοπολιτικά στο δικαίωμα του να αμυνθεί και να άρει τους κινδύνους που δημιουργήθηκαν από τη μονομερή και χωρίς τη συμμετοχή του, έκδοση σε βάρος του δικαστικής πράξης.
1.3 Η ιστορική καταγωγή της ανακοπής του άρθρ. 933
Η ανακοπή του αρθρ. 933 έλκει την καταγωγή της από την Πολιτική Δικονομία (εφεξής ΠολΔ) του Maurer όπου στο δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης ο οφειλέτης και οι δανειστές του, είχαν τη δυνατότητα προβολής, κατ’αρθρ. 881-884, 908-914, 94 & 985, τριών (3) ειδών αντιρρήσεων: (α) αυτές που απευθύνονταν κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (modus executionis), επαγόμενες ακυρότητα της διαδικασίας (β) αυτές που στηρίζονταν στον ισχυρισμό ότι εξαλείφθηκε το χρέος, όπως οι ενστάσεις καταβολής, παραγραφής, άφεσης κλπ. και (γ) αυτές που είχαν οποιαδήποτε άλλη αφορμή, όπως το ευεργέτημα ευπορίας. H άσκηση όμως των αντιρρήσεων αυτών μπορούσε να γίνει όχι μόνο με ανακοπή αλλά και με την υποβολή ένστασης ή και
Σελ. 6
με την άσκηση αγωγής. Πιο συγκεκριμένα, αν επρόκειτο για ακυρότητες της διαδικασίας που εμφιλοχωρούσαν πριν από τον πλειστηριασμό, η προβολή τους ήταν δυνατή ακόμη και με ένσταση, ενώ τα ελαττώματα του πλειστηριασμού προβάλλονταν είτε με ανακοπή είτε με αγωγή, οπωσδήποτε δηλαδή με εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο. Η ισχύουσα ρύθμιση σύμφωνα με την οποία οι αντιρρήσεις προβάλλονται μόνο με ανακοπή, αποτελεί πρόβλεψη της Αναθεωρητικής Επιτροπής για τη σύνταξη του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
1.4 Η υπερνομοθετική θεμελίωση της ανακοπής του άρθρ. 632
Όπως συνάγεται από την ανωτέρω παρουσίαση του θεσμού της διαταγής πληρωμής, ο πυρήνας των διατάξεων του ν.δ. 2629/1953 αναφορικά με τη διαδικασία έκδοσης της διαταγής πληρωμής παραμένει στην ουσία του αναλλοίωτος μέχρι σήμερα. Τούτο διότι κατά την εισαγωγή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι διατάξεις αυτές ενσωματώθηκαν και συστηματοποιήθηκαν στο τέταρτο κεφάλαιο (έκδοση διαταγής πληρωμής) του τέταρτου βιβλίου (ειδικές διαδικασίες) του Κώδικα, με μοναδική διαφοροποίηση τη διεύρυνση των ειδών των εγγράφων από τα οποία είναι δυνατή η έκδοση διαταγής πληρωμής.
Έτι περαιτέρω, η νομοτεχνική σύνδεση της ειδικής αυτής διαδικασίας για την έκδοση της διαταγής πληρωμής με την άμυνα του οφειλέτη εναντίον της, διατηρήθηκε και στον ΚΠολΔ και τούτο διότι η ανακοπή κρίθηκε και εδώ ως το αναγκαίο αντίβαρο της μονομερούς διαδικασίας έκδοσης της διαταγής πληρωμής.
Σελ. 7
Αναλυτικότερα, από την ίδια την αρχιτεκτονική της διαδικασίας της έκδοσης της διαταγής πληρωμής συνάγεται ότι ο οφειλέτης δεν έχει το δικαίωμα να παρέμβει και να ακουσθεί κατά την έκδοσή της. Ως εκ τούτου, ο δικαστής κρίνει την ύπαρξη απαίτησης από τα προσκομισθέντα με την αίτηση για τη διαταγή πληρωμής έγγραφα και με βάση αυτά εκδίδει εκτελεστό τίτλο, με τον οποίο δύναται να διενεργηθεί αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του οφειλέτη, όπως και με τις δικαστικές αποφάσεις (αρθρ. 904 ΚΠολΔ). Συνεπώς, όλες οι ενστάσεις (καταχρηστικές και γνήσιες) του οφειλέτη κατά της χρηματικής αξίωσης του δανειστή στερούνται, παρόλο την έκδοση σε βάρος του εκτελεστού τίτλου, δικαστή και διαδικασίας, προκειμένου να εγερθούν και να κριθούν.
Για το λόγο αυτό, η ανακοπή λειτουργεί ως αντιστάθμισμα της ex parte διαδικασίας έκδοσης της και αποκαθιστά την αρμονία μεταξύ του δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας (και δη ταχείας) κατ’ αρθρ. 20 παρ. 1 εδ. α΄ Σ και του δικαιώματος ακρόασης (‘audiatur et altera pars’ ή «μηδενί δίκην δικάσης πριν αν αμφοιν μυθον ακούσης»), κατ’αρθρ. 20 παρ. 1 εδ. β΄ Σ.
Μάλιστα, η ανακοπή όχι μόνο παρέμεινε στο ίδιο κεφάλαιο με τη διαδικασία της έκδοσης διαταγής πληρωμής αλλά και προβλέφθηκε διπλή δυνατότητα του οφειλέτη για
Σελ. 8
την άσκησή της. Τούτο διότι, μετά την εισαγωγή της δυνατότητας του δανειστή να επιδώσει για δεύτερη φορά τη διαταγή πληρωμής προκειμένου να της προσδώσει ισχύ δεδικασμένου, θα έπρεπε, αντίστοιχα, να δοθεί στον οφειλέτη διπλή ευκαιρία για την άσκηση ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής, σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα, κατ’ αρθρ. 632 παρ. 2 & 633 παρ. 2.
1.5 Η υπερνομοθετική θεμελίωση της ανακοπής του άρθρ. 933
Η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης εκτυλίσσεται εξώδικα, με πρωτοβουλία του επισπεύδοντος δανειστή, την οποία διεκπεραιώνουν τα όργανα της αναγκαστικής εκτέλεσης. Συνιστά έννομη επέμβαση στην περιουσιακή ή προσωπική σφαίρα του οφειλέτη.
Ο νομοθέτης συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαστήριο δεν καθοδηγεί ούτε επιβλέπει τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, επέλεξε να καθιερώσει ένα αυτοτελές σύστημα κανόνων προσβολής και ελέγχου του κύρους των διαδικαστικών πράξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης, με την εισαγωγή στο δικαστήριο των αντιρρήσεων του οφειλέτη ή των τρίτων δανειστών του αναφορικά με την ύπαρξη της απαίτησης, τη συνδρομή των προϋποθέσεων αναγκαστικής εκτέλεσης και την εγκυρότητα της διαδικασίας, καθόσον οι αντιρρήσεις αυτές δεν θα μπορούσαν να κριθούν εξωδίκως από τα όργανα της αναγκαστικής εκτέλεσης διότι αυτά δεν αποτελούν δικαιοδοτικά όργανα. Με άλλα λόγια, η ανακοπή του αρθρ. 933 είναι το δικονομικό όχημα με το οποίο ο ανακόπτων ανοίγει δίκη περί την εκτέλεση και υπεισέρχεται σε αυτή, προβάλλοντας τις αντιρρήσεις του, οι οποίες αποτελούν το αμυντικό περιεχόμενο αυτού του οχήματος.
Η υπερνομοθετική θεμελίωση της ανακοπής του αρθρ. 933 ερείδεται στις διατάξεις των αρθρ. 20 Σ, 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ και 2 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠ), διότι με την παροχή του δικαιώματος άμυνας και ακροάσεως στον οφειλέτη, εξισορροπείται η εξωδικαστική διαδικασία αναγκαστικής εκτέ-
Σελ. 9
λεσης και προστατεύονται τα δικαιώματά του τελευταίου. Επιπρόσθετα, επειδή η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης στοχεύει στην εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, η παροχή δυνατότητας άμυνας στον ιδιοκτήτη τους αποτελεί συνταγματική αναγκαιότητα κατ’ αρθρ. 17 Σ.
1.6 Η σχέση της ανακοπής του άρθρ. 632 με την ανακοπή του άρθρ. 583
Όπως συνάγεται από την ως άνω παράθεση των γενικότερων χαρακτηριστικών του ενδίκου βοηθήματος της ανακοπής, η ανακοπή του αρθρ. 632 εντάσσεται γενεολογικά στην ανακοπή του αρθρ. 583, οι διατάξεις της οποίας εφαρμόζονται συμπληρωματικά εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του αρθρ. 632.
Πιο συγκεκριμένα, η ανακοπή του αρθρ. 632 διαφοροποιείται από την ανακοπή του αρθρ. 583, στην λειτουργική κατά τόπο δωσιδικία του δικαστηρίου που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής (αρθρ. 632 παρ. 1), στην πρόβλεψη συγκεκριμένης προθεσμίας για την άσκηση της (αρθρ. 632 παρ. 2 & 633 παρ. 2), στην παροχή στον οφειλέτη της δυνατότητας να αιτηθεί την αναστολή της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής εφόσον έχει ασκήσει, παραδεκτά και εμπρόθεσμα, την ανακοπή του αρθρ. 632 και πιθανολογείται η ευδοκίμηση ενός τουλάχιστον λόγου της (αρθρ. 632 παρ. 3 εδ. β’) και τέλος στην πρόσδοση σε αυτή ισχύος δεδικασμένου εφόσον ο οφειλέτης δεν άσκησε ανακοπή μετά την πρώτη επίδοση της και ο δανειστής την επέδωσε εκ νέου χωρίς και πάλι ο οφειλέτης να ασκήσει ανακοπή εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας (αρθρ. 633 παρ. 2).
1.7 Η σχέση της ανακοπής του άρθρ. 933 με την ανακοπή του άρθρ. 583
Η ανακοπή του αρθρ. 933 αποτελεί επίσης ειδικότερη έκφανση της ανακοπής του αρθρ. 583, οι διατάξεις της οποίας εφαρμόζονται επιβοηθητικά, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις των αρθρ. 933 & 937. Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με τις ειδικές διατάξεις των αρθρ. 583-585, η ανακοπή του αρθρ. 933 διαφοροποιείται ως
Σελ. 10
προς τη δωσιδικία του τόπου εκτέλεσης (αρθρ. 933 παρ. 3), την υποχρέωση της απόδειξης των παρακωλυτικών της απαίτησης ισχυρισμών μόνο με έγγραφα ή με δικαστική ομολογία (αρθρ. 933 παρ. 5), την εισαγωγή χρονικών σταδίων για την άσκηση της (αρθρ. 934), στην παροχή στον οφειλέτη της δυνατότητας υποβολής αίτησης αναστολής στον πρώτο βαθμό (αρθρ. 938 παρ.1) ή στο δεύτερο βαθμό στην περίπτωση της κατάσχεσης ακινήτων (αρθρ. 938 παρ. 2) και στη στέρηση του ενδίκου μέσου της ανακοπής ερημοδικίας (αρθρ. 937 παρ. 1 στοιχ. β΄).
1.8 Η ανακοπή του άρθρ. 632 ως το μοναδικό ένδικο βοήθημα για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής και η σχέση της με την αρνητική αναγνωριστική αγωγή
Η ανακοπή του αρθρ. 632 είναι το μοναδικό δικονομικό όχημα που προβλέπεται για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατή η ακύρωση της διαταγής πληρωμής με ανακοπή του αρθρ. 583, με ανακοπή του αρθρ. 933, με αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με ένσταση κατά τη διάρκεια άλλης δίκης ούτε με την άσκηση αποζημιωτικής αγωγής ή αγωγής αδικαιολόγητου πλουτισμού, στις οποίες θα μπορούσε να κριθεί παρεμπιπτόντως η νομιμότητα της έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Συνεπώς, εάν ο οφειλέτης δεν ασκήσει την ανακοπή του εμπρόθεσμα (αρθρ. 632 παρ. 2 & 633 παρ. 2), η διαταγή πληρωμής καθίσταται απρόσβλητη, οσοδήποτε ελαττωματική και να ήταν.
Σε περίπτωση όμως που ο δανειστής δεν επιδώσει τη διαταγή πληρωμής εντός δύο (2) μηνών από την έκδοση της, όπως επιτάσσει το αρθρ. 630 Α, αυτή καθίσταται ανυπόστατη οπότε το αίτημα της ανακοπής του αρθρ. 632 (και συχνότερα αυτής του αρθρ. 633), θα είναι αναγνωριστικό, ήτοι η αναγνώριση του ανυπόστατου της διαταγής πληρωμής.
Εξάλλου, η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής είναι αυτόνομη από τη διαδικασία της έκδοσης της διαταγής πληρωμής διότι εισάγει κύρια και όχι παρεπόμενη δίκη, η οποία, όπως θα αναλυθεί αμέσως κατωτέρω, έχει ως αντικείμενο την ακύρωση της διαταγής
Σελ. 11
πληρωμής και όχι την απόρριψη της αίτησης για την έκδοση της διαταγής πληρωμής ή τη διάγνωση της απαίτησης. Συνεπώς εάν το δικαστήριο δεχθεί έναν από τους λόγους της ανακοπής, δεν έχει την εξουσία να εξετάσει τις επικουρικές βάσεις της αίτησης για την έκδοση της διαταγής πληρωμής για να επιλύσει στο σύνολό της τη διαφορά.
Αποτελεί συνεπώς ένδικο βοήθημα και όχι ένδικο μέσο διότι δεν στρέφεται κατά απόφασης αλλά κατά εκτελεστού τίτλου (ακριβέστερα δικαιοδοτικής πράξης, όπως θα αναλυθεί κατωτέρω), με το οποίο ο ανακόπτων δεν επιζητά καλύτερη δικαιοδοτική κρίση από αυτή που απονεμήθηκε αλλά την ακύρωση του και μάλιστα ex tunc από την έκδοσή του. Το δε ακυρωτικό της αποτέλεσμα επέρχεται με την έκδοση της πρωτοβάθμιας απόφασης και ισχύει inter partes.
Περαιτέρω, η ανακοπή του αρθρ. 632 έχει αμυντικό χαρακτήρα διότι ο ανακόπτων με την άσκηση της αμύνεται κατά ενός εκτελεστού τίτλου που έχει εκδοθεί σε βάρος του αιτούμενος την ακύρωσή του. Παρολ’αυτά ο χαρακτήρας της ως αμυντικού ή επιθετικού ενδίκου βοηθήματος διαφοροποιείται ανάλογα με το δικονομικό ζήτημα που τίθεται προς εξέταση, όπως, η ερημοδικία των διαδίκων, το αντικείμενο δίκης και το βάρος απόδειξης, όπως αυτά τα δικονομικά φαινόμενα θα αναλυθούν στα οικεία κεφάλαια.
Ο οφειλέτης, εξάλλου, εφόσον διαθέτει ισχυρισμούς κατά της απαίτησης από την οποία εξεδόθη η διαταγή πληρωμής, δύναται, ανεξάρτητα από την ανακοπή ακόμη και παράλληλα με αυτή, να εγείρει αρνητική αναγνωριστική αγωγή, με αίτημα την αναγνώριση της ανυπαρξίας της οφειλής από την έννομη σχέση από την οποία εξεδόθη η διαταγή πληρωμής. Η δικονομική αυτή δυνατότητα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στον οφειλέτη στην περίπτωση που έχει απωλέσει την προθεσμία για την άσκηση της ανακοπής μετά την πρώτη επίδοση της διαταγής πληρωμής κατ’αρθρ. 632 παρ. 2 διότι, σε περίπτωση ευδοκίμησης της, θα αποκτήσει δεδικασμένο ως προς τον ισχυρισμό του για την ανυπαρξία της απαίτησης, κατ’ αρθρ. 322 & 324, τον οποίο, ασκώντας την ανακοπή του αρθρ. 933, θα προτείνει για την ακύρωση, τουλάχιστον, των πράξεων αναγκαστικής
Σελ. 12
εκτέλεσης. Εάν, εξάλλου, η αρνητική αναγνωριστική αγωγή έχει ασκηθεί πριν την έκδοση της διαταγής πληρωμής και τελεσιδικήσει μετά την έκδοση της, το δεδικασμένο από την τελεσίδικη απόφαση που την κάνει δεκτή -εφόσον τα πραγματικά περιστατικά ανάγονται σε χρόνο μέχρι τον έκδοση της διαταγής πληρωμής (οψιφανή) -θα προβληθεί από τον οφειλέτη και με την ανακοπή του αρθρ. 632 (ή του αρθρ. 633), οπότε το δικαστήριο θα πρέπει για τον ίδιο λόγο να ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής.
1.9 Η ανακοπή του άρθρ. 933 ως το μοναδικό ένδικο βοήθημα για την ακύρωση των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης και η σχέση της με την αρνητική αναγνωριστική αγωγή καθώς και με την αγωγή αποζημίωσης
Η ανακοπή του αρθρ. 933 είναι αντίστοιχα, το μοναδικό δικονομικό όχημα για την έγερση αντιρρήσεων κατά των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης διότι δεν είναι δυνατή η ακύρωση των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης με την λήψη ασφαλιστικών μέτρων, με την άσκηση αγωγής αναγνωριστικού ή διαπλαστικού χαρακτήρα, με την υποβολή ένστασης κατά τη διάρκεια άλλης δίκης ή με την ανακοπή του αρθρ 954 παρ. 4.
Στην περίπτωση όμως δικονομικών πράξεων, οι οποίες έχουν τέτοιας έκτασης ελαττώματα ή τέτοιας έντασης ελλείψεις, ώστε να θεωρούνται ανυπόστατες, με αποτέλεσμα να μην παράγουν έννομες συνέπειες, όπως εάν δεν έχει επιδοθεί η διαταγή πληρωμής εντός δύο (2) μηνών από την έκδοση της κατ’αρθρ. 630Α, είναι δυνατή η άσκηση της
Σελ. 13
ανακοπής του αρθρ. 933, η οποία θα έχει ουσιαστικά αναγνωριστικό χαρακτήρα, η άσκηση αναγνωριστικής αγωγής ή η κατ’ ένσταση προβολή των ελαττωμάτων τους.
Η ανακοπή του άρθρ. 933 συνίσταται σε ένδικο βοήθημα και όχι σε ένδικο μέσο γιατί δεν απευθύνεται κατά δικαστικής απόφασης αλλά κατά πράξεων των εκτελεστικών οργάνων, με (αρνητικό) διαπλαστικό χαρακτήρα και αίτημα την ακύρωση των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης. Εφόσον όμως η ανακοπή δεν ασκηθεί μέσα στα τασσόμενα από το άρθρ. 934 χρονικά πλαίσια, επέρχεται ισχυροποίηση των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης του κάθε σταδίου. Εάν ευδοκιμήσει η ανακοπή, συντελείται από την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης δικονομική διάπλαση, συνιστάμενη στην αναδρομική ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων και δη erga omnes.
Η ανακοπή του άρθρ. 933 έχει αμυντικό χαρακτήρα διότι με αυτή ο οφειλέτης αιτείται την παροχή δικαστικής προστασίας για την ακύρωση των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης για συγκεκριμένους λόγους, πλην όμως ο χαρακτήρας της αυτός δεν διατηρείται σε όλα τα δικονομικά ζητήματα αλλά σε μερικά από αυτά έχει τη φύση επιθετικού μέτρου, όπως στην ερημοδικία των διαδίκων, στο αντικείμενο της δίκης (τήρηση προδικασίας, αμετάβλητο του αιτήματος και της βάσης της ανακοπής) και στο βάρος απόδειξης, όπως τα δικονομικά αυτά φαινόμενα θα αναλυθούν στα οικεία κεφάλαια.
Σελ. 14
Εάν, εξάλλου, ο οφειλέτης ευρεθεί σε αδυναμία έγκυρης απόδειξης των οψιγενών αποσβεστικών της απαίτησής του ισχυρισμών με έγγραφο ή με δικαστική ομολογία, όπως προϋποθέτει το αρθρ. 933 παρ. 5, δύναται να ασκήσει αρνητική αναγνωριστική αγωγή προκειμένου να αποκτήσει τελεσίδικη απόφαση για τον ισχυρισμό του αυτό και να τον προβάλει παραδεκτά με ανακοπή κατά της ίδιας ή κατά των επόμενων πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης (εάν δεν έχει παρέλθει η προθεσμία των 45 ημερών από την επίδοση της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης).
Περαιτέρω, ο οφειλέτης, όπως έχει κριθεί, με σειρά αποφάσεων του ανώτατου ακυρωτικού, έχει τη δυνατότητα να ασκήσει αποζημιωτική αγωγή (άλλως επικουρικά την αγωγή αδικαιολόγητού πλουτισμού για την επιστροφή του μη νόμιμου πλουτισμού) αυτοτελώς, έστω και εάν δεν ακυρώθηκε αμετάκλητα η αναγκαστική εκτέλεση όπως προβλέπει το αρθρ. 940 παρ. 3, για την επιδίκαση αποζημίωσης, στην οποία θα κριθεί παρεμπιπτόντως η νομιμότητα του συνόλου ή ακόμη και μεμονωμένων πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης.
1.10 Το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής του άρθρ. 632 – Οψιγενείς ισχυρισμοί
Από τον προορισμό της ανακοπής του αρθρ. 632 ως το ενδεδειγμένο ένδικο βοήθημα για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής για λόγους που αφορούν την απαίτηση και/ή τις τυπικές προϋποθέσεις έκδοσης της, συνάγεται ερμηνευτικά ότι το πρώτο σκέλος
Σελ. 15
για την οριοθέτηση του αντικειμένου της δίκης αποτελεί, κατ’αρθρ. 106, η υποβολή αιτήματος για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής. Συνάμα, ο ανακόπτων οφείλει, όπως συνάγεται επίσης από το αρθρ. 106 σε συνδυασμό όμως με τα αρθρ. 216,217, 585 παρ. 1 εδ. α’ και 633 παρ. 1, να εισφέρει, για την ευόδωση του αιτήματος του, από μόνος του και χωρίς δικαστική αρωγή, όλους, ανεξαιρέτως, τους λόγους (ισχυρισμούς) για τους οποίους θεωρεί ότι πρέπει να ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής. Εν ολίγοις, το δικαστήριο, ούτε υποχρεούται ούτε δύναται, λόγω της υποβολής αιτήματος από τον ανακόπτοντα για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής, να ερευνήσει αυτεπάγγελτα την τυπική και ουσιαστική νομιμότητα της διαταγής πληρωμής και να εκδώσει απόφαση για την ακύρωση της ή να απορρίψει την ανακοπή.
Το αντικείμενο συνεπώς της δίκης της ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής είναι η δικονομική αξίωση του οφειλέτη, που έχει ως περιεχόμενο το δικονομικό διαπλαστικό αίτημα για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής βάσει της επικαλούμενης συγκεκριμένης ιστορικής αιτίας. Ως εκ τούτου, δεν είναι αντικείμενο της ανακοπής του αρθρ. 632 η άρση απλώς της εκτελεστότητας της ή η διάγνωση της ουσιαστικής αξίωσης που πηγάζει από την έννομη σχέση που αναφέρεται στη διαταγή πληρωμής ούτε τέλος η επικύρωσή της. Για το λόγο αυτό, το δικαστήριο δεν μπορεί, σε περίπτωση υποβολής διαφορετικού, από την ακύρωση της διαταγής πληρωμής, αιτήματος, όπως πχ. την ανα-
Σελ. 16
γνώριση της ακυρότητας των όρων της σύμβασης από τους οποίους γεννήθηκε η απαίτηση ή της ανυπαρξίας της έννομης σχέσης ή αξίωση αποζημίωσης, να μεταβάλει το αίτημα της ανακοπής και να ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής.
Αντίστοιχα, ο καθ’ού η ανακοπή, είναι υποχρεωμένος να αναπτύξει την άμυνα του, ανάλογα με την έκταση των λόγων της ανακοπής, χωρίς να έχει δικαίωμα να μεταβάλει την έννομη σχέση από την οποία γεννήθηκε η απαίτηση, αλλά οφείλει να εμμείνει σε αυτή, δεδομένου ότι έτσι την παρέθεσε στην αίτηση του, κατ’ αρθρ. 626 παρ. 2 εδ. γ’ και με αυτό το περιεχόμενο προσδιορίσθηκε από το δικαστή, ως αιτία για τη γέννηση της οφειλής, κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής κατ’ αρθρ. 630 εδ. δ’.
Σελ. 17
Σε διαφορετική περίπτωση, ο ισχυρισμός του αυτός είναι απαράδεκτος ως αλυσιτελής, σύμφωνα με την ορθότερη γνώμη, διότι ευρίσκεται εκτός του αντικειμένου της δίκης και δεν μπορεί να επηρεάσει την έκβασή της.
Στην περίπτωση που ο ανακόπτων ήγειρε με την ανακοπή του τυπικούς λόγους για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής, βάλλοντας κατά της έγγραφης απόδειξης της
Σελ. 18
απαίτησης, ο καθ’ού δεν δύναται να επικαλεσθεί νέα έγγραφα από τα οποία αποδεικνύεται πλέον πλήρως η απαίτηση. Τα έγγραφα που ο καθ’ού η ανακοπή επικαλέσθηκε με την αίτηση του και προσκόμισε στο φάκελο της διαταγής πληρωμής, είναι αυτά που θα χρησιμοποιήσει και για την αντίκρουση των ισχυρισμών της ανακοπής.
Έτι περαιτέρω, δεδομένου ότι το αίτημα της ανακοπής συνίσταται στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής διότι δεν συνέτρεχαν οι ουσιαστικές και δικονομικές προϋποθέσεις για την έκδοση της, επιγενόμενοι του χρόνου έκδοσης της διαταγής πληρωμής, λόγοι, δεν μπορούν να προβληθούν παραδεκτά με την ανακοπή του αρθρ 632 ή ακόμα και αυτή του αρθρ. 633.
Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατή η προβολή οψιγενών ισχυρισμών όχι μόνο με το δικόγραφο της ανακοπής αλλά ούτε και με τους πρόσθετους λόγους ανακοπής, τις προ-
Σελ. 19
τάσεις στον πρώτο βαθμό, την έφεση, τους πρόσθετους λόγους έφεσης, τις προτάσεις στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με το δικόγραφο της αναίρεσης ή τέλος με πρόσθετους λόγους αναίρεσης.
Μάλιστα, το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής επιβάλει την εξέταση του κύρους της όχι με βάση το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο συζήτησης της ανακοπής αλλά αυτό που ίσχυε κατά τον χρόνο της έκδοσής της.
Από την ανωτέρω ανάλυση, σύμφωνα με την οποία το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής δεν περιορίζεται μόνο στο αίτημα της ακύρωσης της διαταγής πληρωμής αλλά εκτείνεται και στη διάγνωση των λόγων που αφορούν την έννομη σχέση από την οποία προήλθε η επιτασσόμενη απαίτηση (εφόσον βέβαια προβληθούν λόγοι κατά της απαίτησης), συνάγεται ότι η ανακοπή έχει διφυή χαρακτήρα και τούτο διότι ο ανακόπτων δύναται με το δικόγραφο να προβάλλει καταλυτικούς του ουσιαστικού δικαιώματος ισχυρισμούς πλην όμως το αίτημα δεν είναι η δικαστική διάγνωση της ανυπαρξίας οφειλής από την επίδικη έννομη σχέση αλλά μόνο η ακύρωση της διαταγής πληρω-
Σελ. 20
μής. Παρουσιάζει συνεπώς παρεμφερή εξωτερική και εσωτερική αντιστοιχία με τη (διαπλαστική) αγωγή και τούτο διότι για την εκδίκαση της ισχύουν οι ίδιοι δικονομικοί κανόνες με αυτούς της αγωγής κατ’ αρθρ. 585 παρ. 1 & 217, με αποκλίσεις μόνο ως προς την αρχή της τήρησης της προδικασίας (αρθρ. 111 και 585 παρ. 2) καθώς και τη μεταβολή της βάσης (αρθρ. 224 & 585 παρ. 2).
Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ της αγωγής και της ανακοπής έγκειται στην έκδοση από το δανειστή, μονομερώς, εκτελεστού τίτλου, τον οποίο ο οφειλέτης – καθ’ού καλείται, με την ανακοπή, να τον ακυρώσει. Αντίθετα στην αγωγή ο οφειλέτης - εναγόμενος καλείται να καταρρίψει τους αγωγικούς ισχυρισμούς, προκειμένου ο ενάγων να μην αποκτήσει εκτελεστό τίτλο. Εν ολίγοις, η δυνατότητα απόδειξης της απαίτησης με έγγραφα συνιστά το κρίσιμο εκείνο (δικονομικό) όπλο, το οποίο επιτρέπει στο δανειστή να εκδώσει απευθείας εκτελεστό τίτλο αντί να ασκήσει αγωγή και να μεταφέρει πλέον το νομικό κίνδυνο της αντιδικίας στον οφειλέτη, ο οποίος δεν είναι απλώς επιφορτισμένος με την αντίκρουση των αγωγικών ισχυρισμών αλλά φέρει το άγος της ακύρωσης ενός εκτελεστού τίτλου.
1.11 Το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής του άρθρ. 933 – Οψιγενείς ισχυρισμοί
Σύμφωνα με την κρατούσα και ορθότερη και στο πεδίο των δικών της αναγκαστικής εκτέλεσης, δικονομική θεωρία του διμελούς αντικειμένου της δίκης, το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής του αρθρ. 933, συνίσταται στη δικονομική αξίωση του ανακόπτοντος με περιεχόμενο αφενός το νομικό ισχυρισμό ότι ο λόγος ανακοπής, υπαγόμενος σε ορισμένο κανόνα δικαίου, συνεπάγεται ως έννομη συνέπεια την ακυρότητα της εκτέλεσης (βάση της ανακοπής) και αφετέρου την ανακοίνωση βούλησης του ανακόπτοντος να διαγνωσθεί και να απαγγελθεί η ακυρότητα αυτή (αίτημα της ανακοπής).
Συνεπώς, με την ανακοπή του αρθρ. 933 εγείρονται λόγοι (αντιρρήσεις) κατά της εγκυρότητας του τίτλου, της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (και της προδικασίας) καθώς και κατά της απαίτησης και προβάλλεται ως αίτημα η ακύρωση των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης που έχουν διενεργηθεί μέχρι το χρονικό σημείο της άσκησής της.