ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
- Έκδοση: 2021
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 536
- ISBN: 978-960-654-338-8
- Black friday εκδόσεις: 10%
Το έργο «Ιδιωτική Ασφάλιση και Δίκαιο του Ελεύθερου Ανταγωνισμού» επιχειρεί μια πολύπλευρη και διεξοδική προσέγγιση των σημείων τομής μεταξύ ενωσιακού ρυθμιστικού πλαισίου για τον ελεύθερο ανταγωνισμό και ισχυόντων στων τομέα της ιδιωτικής ασφάλισης.
Το πρώτο μέρος του βιβλίου μεταξύ άλλων περιλαμβάνει:
- Σκιαγράφηση και εννοιολογική ανάλυση του θεσμού της ασφάλισης (ιδιωτική, κοινωνική, προαιρετική, κ.λπ.)
- Ενιαία ασφαλιστική αγορά και ενωσιακό δίκαιο του ανταγωνισμού - έννοια επιχείρησης στον τομέα των ασφαλιστικών υπηρεσιών υπό το πρίσμα του ενωσιακού δικαίου
- Προσέγγιση του θέματος των γεωγραφικών ασφαλιστικών αγορών και αξιολόγηση της δεσπόζουσας θέσης (καταχρηστική εκμετάλλευση αυτής κ.τ.λ.)
- Τι ισχύει για τις συμπράξεις στην ασφαλιστική αγορά και τι προβλέπουν οι ενωσιακοί κανόνες ανταγωνισμού (άρθρα 101-102 ΣΛΕΕ) για τον ασφαλιστικό τομέα
- Κανονισμούς Ομαδικής Απαλλαγής (ΚΟΑ) στον τομέα των ασφαλίσεων
- Πώς εμπλέκεται το κράτος σε αντιανταγωνιστικές συμπράξεις - Περιπτώσεις λοιπών συμπράξεων στην ασφαλιστική αγορά υπό το πρίσμα της αντιμετώπισής τους από τα δικαστήρια και τις αρχές ανταγωνισμού (διακανονισμοί αποζημιώσεων κ.ά.)
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου εξετάζονται:
- Το ζήτημα της ευημερίας του ασφαλισμένου κατά την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού στον ασφαλιστικό τομέα και η φερεγγυότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων
- Το πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων στον ασφαλιστικό τομέα, ιδίως στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, καθώς και ερμηνευτική προσέγγιση του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των άρθρων 101-102 ΣΛΕΕ
- Η έννοια του συστημικού κινδύνου στο χρηματοπιστωτικό τομέα και οι σχετικές ρυθμίσεις του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού
- Η εφαρμογή των συναφών κανόνων από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και τα δικαστήρια
- Εργαλεία «ήπιου δικαίου» στο πλαίσιο του δικαίου του ανταγωνισμού – Οι επιδράσεις των νέων τεχνολογιών στην ανταλλαγή πληροφοριών
Το εμπεριστατωμένο αυτό έργο αποτελεί απαραίτητο εγχειρίδιο για:
- τους δικηγόρους οι οποίοι ασχολούνται με ασφαλιστικές υποθέσεις και ζητήματα ελεύθερου ανταγωνισμού
- τους εφαρμοστές αλλά και ερευνητές του δικαίου που αντικείμενό τους έχουν οποιονδήποτε από τους δύο κλάδους
- τις εθνικές αρχές
- τα στελέχη επιχειρήσεων του ασφαλιστικού κλάδου
Πρόλογος | Σελ. VII |
Πρόλογος Συγγραφέα - Ευχαριστίες | Σελ. IX |
Κυριότερες συντομογραφίες | Σελ. ΧXIII |
ΕΙΣΑΓΩΓΗ | |
Προδιάθεση | Σελ. 1 |
Α. Η ιδιωτική ασφάλιση | Σελ. 2 |
α. Ιστορία της ασφάλισης | Σελ. 2 |
β. Ιδιωτική και κοινωνική ασφάλιση | Σελ. 3 |
γ. Προαιρετική και υποχρεωτική ασφάλιση | Σελ. 5 |
δ. Χαρακτηριστικά της ασφάλισης | Σελ. 6 |
ε. Σημασία της ασφάλισης | Σελ. 8 |
στ. Ασφάλιση ζημιών και ασφάλιση ποσού, αντασφάλιση, συνασφάλιση, αλληλασφάλιση | Σελ. 9 |
ζ. Συμμετέχοντες στην ασφαλιστική αγορά | Σελ. 14 |
η. Ρύθμιση του ασφαλιστικού κλάδου | Σελ. 16 |
Β. Ασφάλιση και ενωσιακό δίκαιο του ανταγωνισμού | Σελ. 21 |
α. Η ενιαία ασφαλιστική αγορά και η διαφοροποίηση μεταξύ ασφαλίσεων μαζικών και μεγάλων κινδύνων | Σελ. 21 |
β. Η εφαρμογή των κανόνων του δικαίου του ανταγωνισμού στην ιδιωτική ασφάλιση | Σελ. 26 |
γ. Ιδιαιτερότητες του τομέα της ιδιωτικής ασφάλισης συνδεόμενοι με την εφαρμογή του δικαίου του ανταγωνισμού | Σελ. 29 |
δ. Αντικείμενο και μεθοδολογία της παρούσας διατριβής | Σελ. 33 |
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ | |
Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ | |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ | |
ΣΥΜΠΡΑΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ | |
I. Εισαγωγικές παρατηρήσεις και βασικές έννοιες | Σελ. 39 |
§1. Έννοια επιχείρησης στον τομέα των ασφαλιστικών υπηρεσιών | Σελ. 40 |
Α. Η ενωσιακή έννοια της επιχείρησης | Σελ. 40 |
Β. Οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης ως επιχειρήσεις | Σελ. 41 |
Γ. Οι φορείς επικουρικής ασφάλισης | Σελ. 45 |
Δ. Συστήματα εγγύησης | Σελ. 50 |
§2. Η έννοια των συμπράξεων στην ασφαλιστική αγορά | Σελ. 56 |
Α. Η ενωσιακή έννοια της σύμπραξης | Σελ. 56 |
Β. Εξαιρέσεις από την εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού | Σελ. 60 |
Γ. Συμπράξεις στην ασφαλιστική αγορά | Σελ. 63 |
Δ. Εμπλοκή του κράτους σε αντιανταγωνιστικές συμπράξεις | Σελ. 65 |
α. Κράτος και ανταγωνισμός | Σελ. 65 |
β. Κράτος και συμπράξεις | Σελ. 67 |
γ. Κρατικά μέτρα που νοθεύουν τον ανταγωνισμό στην ασφαλιστική αγορά | Σελ. 70 |
II.Η εξέλιξη της εφαρμογής του άρθρου 101 ΣΛΕΕ στον τομέα των ασφαλιστικών υπηρεσιών, ως προς τις οριζόντιες συμπράξεις: από την ατομική εξαίρεση στην απαλλαγή κατά κατηγορίες και επιστροφή στην ατομική εξαίρεση | Σελ. 72 |
§1. Προλεγόμενα | Σελ. 72 |
§2. Το προηγούμενο status quo | Σελ. 73 |
A. Η πρώτη επαφή των ενωσιακών οργάνων με συντονισμένες συμπεριφορές στον ασφαλιστικό τομέα | Σελ. 73 |
α. Η χορήγηση ατομικής απαλλαγής | Σελ. 73 |
β. Τα συμπεράσματα από τις πρώτες υποθέσεις | Σελ. 75 |
i. Γενικά | Σελ. 75 |
ii. Κατηγορίες συμφωνιών που εξετάστηκαν | Σελ. 77 |
1. Καθορισμός καθαρών και μεικτών ασφαλίστρων | Σελ. 77 |
2. Kαθορισμός ασφαλιστικών όρων | Σελ. 79 |
3. Από κοινού κάλυψη κινδύνων και ιδίως οι όμιλοι συνασφάλισης και αμοιβαίας αντασφάλισης | Σελ. 80 |
γ. Η ένταξη της εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού κατά τη γενικότερη εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων στον ασφαλιστικό τομέα | Σελ. 81 |
Β. Οι πρώτοι Κανονισμοί Ομαδική Απαλλαγής (ΚΟΑ) στον τομέα των ασφαλίσεων | Σελ. 84 |
α. Οι Κανονισμοί Ομαδικής Απαλλαγής | Σελ. 84 |
i. Γενικά | Σελ. 84 |
ii. Νομική λειτουργία | Σελ. 86 |
β. Ο Kανονισμός 3932/1992 | Σελ. 88 |
i. Η πορεία προς την υιοθέτηση του πρώτου ΚΟΑ | Σελ. 88 |
ii. Οι προβλεπόμενες εξαιρέσεις | Σελ. 90 |
γ. Ο Κανονισμός 358/2003 | Σελ. 92 |
i. Η ανανέωση του ΚΟΑ | Σελ. 92 |
ii. Οι προβλεπόμενες εξαιρέσεις | Σελ. 93 |
§3.Το σύγχρονο status quo - Ο Κανονισμός 267/2010 και η μη ανανέωσή του ΚΟΑ το 2017 | Σελ. 95 |
Α. O Κανονισμός 267/2010 | Σελ. 95 |
α. Ο περιορισμός της απαλλαγής | Σελ. 95 |
i. Η κατάργηση της απαλλαγής για τους τυποποιημένους ασφαλιστικούς όρους | Σελ. 96 |
ii. Η κατάργηση της απαλλαγής για τους εξοπλισμούς ασφαλείας | Σελ. 97 |
β. Οι κατηγορίες απαλλαγής | Σελ. 98 |
i. Κοινή κατάρτιση συλλογών στοιχείων, πινάκων και μελετών | Σελ. 98 |
ii. Από κοινού κάλυψη ορισμένων ειδών κινδύνων | Σελ. 99 |
Β. Η μη ανανέωση του ΚΟΑ | Σελ. 101 |
ΙΙΙ.Περιπτώσεις λοιπών συμπράξεων στην ασφαλιστική αγορά υπό το πρίσμα της αντιμετώπισής τους από τα δικαστήρια και τις αρχές ανταγωνισμού | Σελ. 102 |
§1.Περιπτώσεις συμφωνιών που είχαν προκριθεί από το Συμβούλιο να τύχουν ομαδικής απαλλαγής βάσει του Κανονισμού 1534/1991 | Σελ. 103 |
Α. Συμφωνίες σχετικά με τυποποιημένους ασφαλιστικούς όρους | Σελ. 103 |
Β. Εξοπλισμοί ασφαλείας | Σελ. 108 |
Γ. Μητρώα επαυξημένων κινδύνων | Σελ. 109 |
α. Η σημασία των μητρώων επαυξημένων κινδύνων | Σελ. 109 |
β. Μητρώα επαυξημένων κινδύνων και κανόνες ανταγωνισμού | Σελ. 110 |
Δ. Διακανονισμoί αποζημιώσεων | Σελ. 112 |
α. Η σημασία του διακανονισμού αποζημιώσεων | Σελ. 112 |
β. Συμφωνίες μεταξύ ασφαλιστών για διακανονισμό αποζημιώσεων και δίκαιο του ανταγωνισμού | Σελ. 112 |
§2.Από κοινού κάλυψη κινδύνων εκτός πεδίου εφαρμογής του ΚΟΑ | Σελ. 114 |
Α. Τα P&I Clubs | Σελ. 114 |
Β. Ad hoc συμφωνίες από κοινού κάλυψης κινδύνων | Σελ. 118 |
§3. Λοιπές κατηγορίες οριζόντιων συμφωνιών | Σελ. 119 |
Α. Καθορισμός τιμών και άλλες εξ αντικειμένου περιοριστικές συμφωνίες | Σελ. 119 |
Β. Καθορισμός όρων συνεργασίας με τρίτους | Σελ. 125 |
α. Καθορισμός όρων συνεργασίας με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές | Σελ. 125 |
β. Καθορισμός όρων συνεργασίας με τρίτους παρόχους υπηρεσιών | Σελ. 127 |
§4. Κάθετες συμπράξεις | Σελ. 131 |
Α. Συμφωνίες διαμεσολάβησης σε ασφαλιστικά προϊόντα | Σελ. 131 |
Β. Συμφωνίες αντασφάλισης | Σελ. 136 |
Γ. Συμφωνίες-πλαίσιο με παρόχους υπηρεσιών | Σελ. 138 |
Δ. Συμφωνίες ασφάλισης μεταξύ ασφαλιστών και τρίτων επιχειρήσεων-ασφαλισμένων | Σελ. 138 |
ΙV. Συμπεράσματα | Σελ. 139 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ | |
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ | |
Ι. Εισαγωγικές παρατηρήσεις | Σελ. 142 |
§1. Γενικά | Σελ. 142 |
§2. Ισχύς στην αγορά και δίκαιο του ανταγωνισμού | Σελ. 145 |
ΙΙ. Οριοθέτηση της σχετικής αγοράς | Σελ. 147 |
§1.Γενικότερα ζητήματα από την ενωσιακή οριοθέτηση της σχετικής αγοράς | Σελ. 147 |
Α. Ο τρόπος οριοθέτησης | Σελ. 147 |
Β. Η οριοθέτηση της αγοράς ως εργαλείο | Σελ. 149 |
α. Η ανεπάρκεια της οριοθέτησης της σχετικής αγοράς | Σελ. 149 |
β. Η πραγματική διάσταση της οριοθέτησης της σχετικής αγοράς | Σελ. 150 |
§2. Η διάρθρωση του τομέα των ασφαλιστικών υπηρεσιών | Σελ. 154 |
Α. Διάκριση των κατηγοριών ασφάλισης | Σελ. 154 |
α. Βασική διάκριση | Σελ. 155 |
β. Διάκριση προϊόντων | Σελ. 155 |
Β. Η σημερινή κατάσταση στην ενιαία ασφαλιστική αγορά | Σελ. 158 |
§3. Οι σχετικές αγορές στον τομέα της ασφάλισης | Σελ. 159 |
Α. Σχετικές αγορές προϊόντων/υπηρεσιών | Σελ. 159 |
α. Η υποκατάσταση από την πλευρά της προσφοράς ως καθοριστικό στοιχείο | Σελ. 159 |
β. Οι επιμέρους σχετικές αγορές προϊόντος | Σελ. 160 |
i. Ασφάλιση ζωής | Σελ. 160 |
ii. Ασφάλιση ζημιών | Σελ. 162 |
iii. Ασφάλιση πιστώσεων και εγγυήσεων | Σελ. 164 |
iv. Αντασφάλιση | Σελ. 165 |
Β. Σχετικές γεωγραφικές αγορές | Σελ. 166 |
α. Η γενικότερη τάση προς διεύρυνση των σχετικών γεωγραφικών αγορών | Σελ. 166 |
β. Οι σχετικές γεωγραφικές ασφαλιστικές αγορές | Σελ. 167 |
i. Οι ασφαλιστικές αγορές ως εθνικές αγορές | Σελ. 167 |
1. Μαζικές ασφαλίσεις | Σελ. 167 |
2. Ασφάλιση πιστώσεων και εγγυήσεων | Σελ. 171 |
ii. Οι ασφαλιστικές αγορές ως υπερεθνικές αγορές | Σελ. 172 |
iii. Η αγορά της διανομής ασφαλιστικών προϊόντων | Σελ. 173 |
IIΙ. Δεσπόζουσα θέση στην ασφαλιστική αγορά | Σελ. 174 |
§1.Η αξιολόγηση της ύπαρξης δεσπόζουσας θέσης και της καταχρηστικής εκμετάλλευσης αυτής | Σελ. 174 |
Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις σχετικά με το άρθρο 102 ΣΛΕΕ | Σελ. 174 |
α. Γενικά η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης | Σελ. 174 |
β. Η απόπειρα στροφής προς μία περισσότερο οικονομική προσέγγιση | Σελ. 177 |
γ. Η κατάχρηση συλλογικής δεσπόζουσας θέσης | Σελ. 179 |
Β. Η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην ασφαλιστική αγορά | Σελ. 180 |
α. Γενικά | Σελ. 180 |
β. Ιδιαιτερότητες του ασφαλιστικού τομέα που περιορίζουν τις δυνατότητες καταχρηστικών συμπεριφορών, ιδίως ως προς τις καταχρήσεις τιμολογιακού χαρακτήρα | Σελ. 181 |
γ. Περιπτώσεις μη τιμολογιακών καταχρηστικών συμπεριφορών | Σελ. 184 |
δ. Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης από φορείς επικουρικής ασφάλισης | Σελ. 186 |
ε. Συλλογική δεσπόζουσα θέση στην ασφαλιστική αγορά | Σελ. 187 |
i. Γενικά | Σελ. 187 |
ii. Τα P&I Clubs | Σελ. 188 |
iii. Συλλογική δεσπόζουσα θέση σε επηρεαζόμενες αγορές | Σελ. 189 |
§2.Η δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης κατά τον έλεγχο συγκεντρώσεων στον τομέα των ασφαλιστικών υπηρεσιών | Σελ. 191 |
Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις για τον έλεγχο συγκεντρώσεων | Σελ. 191 |
α. Βασικά χαρακτηριστικά του ενωσιακού ελέγχου συγκεντρώσεων | Σελ. 191 |
β. Σύγχρονες εξελίξεις | Σελ. 192 |
Β. Ο έλεγχος συγκεντρώσεων στην ασφαλιστική αγορά | Σελ. 194 |
α. Ειδικές προβλέψεις ως προς τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις | Σελ. 194 |
β. Η «ήπια» εφαρμογή του Κανονισμού 139/2004 στον ασφαλιστικό τομέα | Σελ. 195 |
γ. Η Λευκή Βίβλος και ο ασφαλιστικός τομέας, ιδίως ως προς το ζήτημα του ελέγχου μειοψηφικών συμμετοχών | Σελ. 198 |
§3.Το οικονομικό μέγεθος ως απαραίτητο στοιχείο λειτουργίας της ασφαλιστικής επιχείρησης | Σελ. 201 |
Α. Η ανάγκη ύπαρξης ισχυρών ασφαλιστών | Σελ. 201 |
Β. Κρατικά μονοπώλια ως ασφαλιστές | Σελ. 202 |
ΙV. Συμπεράσματα | Σελ. 203 |
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ | |
Η ΛΗΨΗ ΥΠΟΨΗ ΤΗΣ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΛΗΠΤΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ | |
Προδιάθεση | Σελ. 208 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ | |
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ «ΗΠΙΟΤΕΡΗ» ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ | |
Ι. Εισαγωγικές παρατηρήσεις | Σελ. 209 |
A. Γενικά | Σελ. 209 |
B. Ειδικά ο ασφαλιστικός τομέας | Σελ. 211 |
ΙΙ.Η φερεγγυότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού | Σελ. 213 |
§1Προλεγόμενα - Επαναφορά στο ζήτημα της διατήρησης της φερεγγυότητας των ασφαλιστών | Σελ. 213 |
§2.Η κρίση ως παράγων που (δεν) πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από τις αρχές ανταγωνισμού | Σελ. 218 |
Α. Γενικό πλαίσιο | Σελ. 218 |
Β. Η προστασία του ανταγωνισμού δεν πρέπει να παραγκωνιστεί | Σελ. 219 |
Γ. Συμπράξεις | Σελ. 222 |
α. Καρτέλ κρίσης | Σελ. 222 |
β. Επιμέτρηση προστίμων | Σελ. 229 |
γ. Αντίκτυπος στον τομέα των ασφαλιστικών υπηρεσιών | Σελ. 231 |
Δ. Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης | Σελ. 234 |
Ε. Συγκεντρώσεις | Σελ. 236 |
ΣΤ. Κρατικές ενισχύσεις | Σελ. 239 |
α. Κρατικές ενισχύσεις στον ασφαλιστικό τομέα, ιδίως στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης | Σελ. 239 |
β. Οι δογματικές και δικαιοπολιτικές διαφορές του συστήματος του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων και των άρθρων 101-102 ΣΛΕΕ, ιδίως ως προς τη δυνατότητα λήψης υπόψη εξωανταγωνιστικών στόχων | Σελ. 243 |
γ. Η ερμηνευτική αξία της πρακτικής του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των άρθρων 101-102 ΣΛΕΕ | Σελ. 245 |
§3. Ο συστημικός κίνδυνος | Σελ. 247 |
Α. Ο συστημικός κίνδυνος ως εγγενές στοιχείο του χρηματοπιστωτικού τομέα | Σελ. 247 |
Β. Ο συστημικός κίνδυνος και το ενωσιακό δίκαιο του ανταγωνισμού | Σελ. 249 |
α. Ο αντίκτυπος της αποφυγής του συστημικού κινδύνου στην περίπτωση των μετοχικών δικαιωμάτων | Σελ. 249 |
β. Ο αντίκτυπος της αποφυγής του συστημικού κινδύνου στο δίκαιο του ανταγωνισμού | Σελ. 250 |
Γ. Η περιορισμένη σημασία του συστημικού κινδύνου στον ασφαλιστικό τομέα | Σελ. 251 |
α. Παραδοσιακές ασφαλιστικές εργασίες και συστημικός κίνδυνος | Σελ. 251 |
β. Η νομοθετική αναγνώριση του συστημικού κινδύνου στον ασφαλιστικό τομέα | Σελ. 253 |
§4.Η αποφυγή της αφερεγγυότητας ως επιχείρημα υπέρ της ηπιότερης μεταχείρισης | Σελ. 255 |
Α. Η αποφυγή της αφερεγγυότητας ως ένας απλός παράγοντας που μπορεί να ληφθεί υπόψη | Σελ. 255 |
α. Η αποφυγή της αφερεγγυότητας ως εξωανταγωνιστικός στόχος | Σελ. 255 |
β. Λήψη υπόψη εξωανταγωνιστικών στόχων | Σελ. 257 |
Β. Αιτιώδης συνάφεια μεταξύ αντιανταγωνιστικών πρακτικών και αποφυγής της αφερεγγυότητας | Σελ. 260 |
ΙΙΙ.Η ρύθμιση του ασφαλιστικού τομέα ως παράγοντας που επηρεάζει την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού | Σελ. 264 |
§1.Το ρυθμιστικό δίκαιο | Σελ. 264 |
Α. Η ανάγκη ρύθμισης | Σελ. 264 |
α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις | Σελ. 264 |
β. Η συνύπαρξη του ρυθμιστικού δικαίου με το δίκαιο προστασίας του ανταγωνισμού | Σελ. 267 |
i. «Ρυθμιστικό δίκαιο του ανταγωνισμού» | Σελ. 267 |
ii. Αλληλοσυμπλήρωση του ρυθμιστικού δικαίου και του δικαίου προστασίας του ανταγωνισμού | Σελ. 268 |
Β. Η ανάγκη ρύθμισης της ασφαλιστικής αγοράς | Σελ. 272 |
§2.Η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού σε ρυθμισμένες αγορές | Σελ. 274 |
Α. Γενικές παρατηρήσεις | Σελ. 274 |
Β. Η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού σε απελευθερωμένες αγορές | Σελ. 277 |
α. Γενικά | Σελ. 277 |
β. Η υποχρέωση παροχής πρόσβασης σε αναγκαίες υποδομές ως ενδεικτική περίπτωση αλληλεπικάλυψης των κανόνων ανταγωνισμού με τους ειδικούς ρυθμιστικούς κανόνες | Σελ. 279 |
γ. Το χαρακτηριστικό παράδειγμα του τομέα της ενέργειας | Σελ. 282 |
Γ. Η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού σε άλλες ρυθμισμένες αγορές | |
Το παράδειγμα του χρηματοπιστωτικού τομέα | Σελ. 289 |
α. Γενικά | Σελ. 289 |
β. Ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα και κανόνες ανταγωνισμού - Σύγκρουση ή συμπλήρωση; | Σελ. 290 |
Δ. Ενδιάμεσο συμπέρασμα | |
Η ύπαρξη ρυθμιστικού πλαισίου δεν περιορίζει στην ΕΕ την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού | Σελ. 294 |
§3.Το στοιχείο της ρύθμισης της ασφαλιστικής αγοράς και η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού | Σελ. 297 |
Α. Το καθεστώς της θεσμοθετημένης «ασυλίας» των ασφαλιστικών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ | Σελ. 297 |
Β. Η ρύθμιση της ασφαλιστικής αγοράς δεν συνιστά παράγοντα συσταλτικής εφαρμογής των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού | Σελ. 305 |
Γ. Η ρύθμιση της ασφαλιστικής αγοράς λειτουργεί συμπληρωματικά με την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού | Σελ. 306 |
ΙV.Η ιδιαιτερότητα της ασφαλιστικής σύμβασης και η ευημερία του ασφαλισμένου | Σελ. 309 |
§1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις | Σελ. 309 |
§2. Η ασφαλιστική σύμβαση | Σελ. 310 |
Α. Η διαμόρφωση των όρων της ασφαλιστικής σύμβασης εξυπηρετεί εν τέλει τα συμφέροντα των ασφαλισμένων | Σελ. 310 |
Β. Το στοιχείο του κινδύνου και της αβεβαιότητα ως εγγενές στοιχείο της ασφάλισης | Σελ. 312 |
§3.Η σημασία της ευχερούς παροχής αποτελεσματικής ασφαλιστικής κάλυψης | Σελ. 313 |
Α. Γενικά | Σελ. 313 |
Β. Άμεσες εκφάνσεις | Σελ. 314 |
α. Το ασφαλιστικό συμφέρον | Σελ. 314 |
β. Ασφαλιστικά βάρη | Σελ. 315 |
γ. Ασφαλιστικό ποσό | Σελ. 316 |
Γ. Έμμεσες εκφάνσεις | Σελ. 317 |
α. Περιορισμός της ευθύνης | Σελ. 317 |
β. Διοικητές ασφαλιστικών επιχειρήσεων και ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές | Σελ. 319 |
γ. Απάτη περί τις ασφάλειες | Σελ. 320 |
δ. Συστήματα εγγύησης ασφαλιστικής κάλυψης | Σελ. 322 |
§4.Η λήψη υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της ασφαλιστικής σύμβασης και του στοιχείου του κινδύνου κατά την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού | Σελ. 322 |
Α. Η εκτενής σήμερα ανάγκη για επαρκή ασφαλισιμότητα | Σελ. 322 |
Β. Η ανάγκη επαρκούς ασφαλισιμότητας στο πλαίσιο της αξιολόγησης υπό το δίκαιο του ανταγωνισμού | Σελ. 325 |
α. Η περιστολή του απαγορευτικού κανόνα του άρθρου 101 παρ. 1 ΣΛΕΕ | Σελ. 325 |
β. Ο κανόνας των παρεπόμενων/δευτερευόντων περιορισμών | Σελ. 328 |
γ. Η περιστολή του απαγορευτικού κανόνα στην περίπτωση του ασφαλιστικού τομέα | Σελ. 332 |
δ. Η σημασία της παροχής ασφαλιστικής κάλυψης υπό εύλογους για τον ασφαλισμένο όρους | Σελ. 334 |
§5. Ο κοινωνικός χαρακτήρας των ασφαλίσεων ζωής | Σελ. 339 |
V. Συμπεράσματα | Σελ. 340 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ | |
Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ | |
Προδιάθεση | Σελ. 343 |
Ι. Συνέπειες από την κατάργηση του ΚΟΑ | Σελ. 343 |
§1. Μη αναγκαία η διατήρηση του ΚΟΑ | Σελ. 343 |
§2. Αντίκτυπος στους συμμετέχοντες στην αγορά | Σελ. 344 |
Α. Ασφαλιστικές επιχειρήσεις | Σελ. 344 |
Β. Λήπτες της ασφάλισης/Ασφαλισμένοι | Σελ. 348 |
Γ. Ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές | Σελ. 350 |
§3.Αντίκτυπος στην εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και από τα εθνικά δικαστήρια | Σελ. 350 |
§4.Αντίκτυπος στην ανάπτυξη και διατήρηση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ασφαλιστικών υπηρεσιών | Σελ. 351 |
§5.Δυνατότητες και όρια της λήψης υπόψη των ιδιαιτεροτήτων μέσω των προβλέψεων του Κανονισμού 1/2003 και του Κανονισμού 1218/2010 | Σελ. 352 |
Α. Δυνατότητα αυτεπάγγελτης λήψης απόφασης της Επιτροπής βάσει του άρθρου 10 του Κανονισμού 1/2003 περί μη εφαρμογής των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ | Σελ. 352 |
Β. Δυνατότητες λήψης υπόψη των ιδιαιτεροτήτων μέσω του Κανονισμού 1218/2010 για τις συμφωνίες εξειδίκευσης | Σελ. 354 |
Γ. Επιστολές καθοδήγησης | Σελ. 357 |
ΙΙ.Η λήψη υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών μέσω εργαλείων «ήπιου δικαίου» | Σελ. 358 |
§1. Εργαλεία «ήπιου δικαίου» και δίκαιο ανταγωνισμού | Σελ. 358 |
Α. «Ήπιο δίκαιο» και έννομη τάξη | Σελ. 358 |
Β. «Soft law» και δίκαιο του ανταγωνισμού | Σελ. 358 |
§2.Η ανάπτυξη προγραμμάτων συμμόρφωσης από τις επιχειρήσεις ως μέσο περιορισμού των αντιανταγωνιστικών πρακτικών | Σελ. 359 |
IΙΙ.Εφαρμογή των γενικών ρυθμίσεων σε πρακτικές ανταλλαγής πληροφοριών και από κοινού κάλυψης κινδύνων στον ασφαλιστικό τομέα | Σελ. 361 |
§1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις | Σελ. 361 |
§2. Ανταλλαγή πληροφοριών | Σελ. 362 |
Α. Πληροφορία και έννομη τάξη | Σελ. 362 |
α. Η έννοια της πληροφορίας | Σελ. 362 |
β. Πληροφορία και δίκαιο | Σελ. 363 |
Β. Ανταλλαγή πληροφοριών και δίκαιο ανταγωνισμού | Σελ. 363 |
α. Οφέλη και κίνδυνοι από την ανταλλαγή πληροφοριών | Σελ. 363 |
β. Συστηματοποίηση συμφωνιών ανταλλαγής πληροφοριών | Σελ. 368 |
γ. Η μορφή της ανταλλαγής πληροφοριών | Σελ. 369 |
i. Εναρμονισμένη πρακτική και ανταλλαγή πληροφοριών | Σελ. 369 |
ii. Μονομερής ανακοίνωση τιμών και άλλων κρίσιμων πληροφοριών | Σελ. 374 |
iii. Έμμεσες ανταλλαγές πληροφοριών μέσω κάθετων σχέσεων | Σελ. 379 |
γ. Χαρακτηριστικά της αγοράς και των πληροφοριών | Σελ. 382 |
δ. Περιορισμός του ανταγωνισμού και ατομική απαλλαγή | Σελ. 385 |
Β. Ειδικότερα η ανταλλαγή πληροφοριών στον ασφαλιστικό τομέα υπό την εφαρμογή των γενικών διατάξεων | Σελ. 389 |
α. Γενικά | Σελ. 389 |
β. Η μερική ανεπάρκεια των Κατευθυντηρίων όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών στον ασφαλιστικό τομέα | Σελ. 391 |
γ. Επιμέρους περιπτωσιολογία ανταλλαγής πληροφοριών | Σελ. 396 |
δ. Ανταλλαγή πληροφοριών στον ασφαλιστικό τομέα και νέες τεχνολογίες, ιδίως η χρήση πλατφορμών | Σελ. 402 |
i. Νέες τεχνολογίες και δίκαιο του ανταγωνισμού | Σελ. 402 |
ii. Χρήση νέων τεχνολογιών στον ασφαλιστικό κλάδο και ανταλλαγή πληροφοριών, ιδίως μέσω της χρήσης πλατφορμών | Σελ. 405 |
1. Πλατφόρμες, αλγόριθμοι και ανταλλαγή πληροφοριών | Σελ. 405 |
2. Ειδικά η ανταλλαγή πληροφοριών μέσω χρήσης νέων τεχνολογιών στον ασφαλιστικό τομέα | Σελ. 415 |
ε. Συμπέρασμα | Σελ. 421 |
§3. Από κοινού κάλυψη κινδύνων | Σελ. 423 |
Α. Όμιλοι συνασφάλισης και αμοιβαίας αντασφάλισης | Σελ. 423 |
α. Γενικά | Σελ. 423 |
β. Όμιλοι που δεν εμπίπτουν στους κανόνες ανταγωνισμού | Σελ. 426 |
γ. Όμιλοι που εμπίπτουν στο άρθρο 101 ΣΛΕΕ | Σελ. 429 |
Β. Ad hoc συμφωνίες από κοινού κάλυψης κινδύνων | Σελ. 432 |
§4.Προς μία συνολική αναθεώρηση των εννοιών του περιορισμού του ανταγωνισμού και της ευημερίας του καταναλωτή με αφορμή τον ασφαλιστικό κλάδο | Σελ. 436 |
Α. Προδιάθεση | Σελ. 436 |
Β. Ο περιορισμός του ανταγωνισμού | Σελ. 437 |
Γ. Η προώθηση της ευημερίας του καταναλωτή | Σελ. 440 |
IV. Συμπεράσματα | Σελ. 443 |
Τελικά συμπεράσματα | Σελ. 449 |
Νομοθεσία | Σελ. 455 |
Βιβλιογραφία/Αρθρογραφία | Σελ. 465 |
Νομολογία - Αποφάσεις Αρχών Ανταγωνισμού | Σελ. 493 |
Αλφαβητικό ευρετήριο | Σελ. 509 |
Σελ. 1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Προδιάθεση
- 1
«Ενδεχομένως καμία άλλη μοντέρνα εμπορική δραστηριότητα/επιχείρηση δεν επηρεάζει άμεσα τόσα πολλά πρόσωπα σε όλα τα στάδια της ζωής όσο η ασφαλιστική δραστηριότητα». Με την ως άνω διατύπωση, το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτείων της Αμερικής, συγκεντρώνει σε μία πρόταση την ιδιαίτερη σημασία που διαδραματίζει για το σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας, και φυσικά για την ίδια την έννομη τάξη, η ύπαρξη του θεσμού της ασφάλισης.
- 2
Ο τομέας των ασφαλίσεων αφορά άμεσα το δίκαιο. Η ιδιωτική ασφάλιση εδράζεται πάντοτε σε ασφαλιστική σύμβαση, η οποία αποτελεί μία επώνυμη σύμβαση ρυθμιζόμενη από ειδική νομοθεσία, ενώ παράλληλα ο ασφαλιστικός κλάδος αποτελεί έναν έντονα ρυθμισμένο κλάδο, ο οποίος υπόκειται σε κρατική εποπτεία. Νομικές ρυθμίσεις περί την ασφάλιση εντοπίζονται και σε νομοθετήματα λοιπών κλάδων του δικαίου, όπως επί παραδείγματι στα άρθρα 257-288 και 290-291 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου, όπου ρυθμίζεται η θαλάσσια ασφάλιση.
- 3
Έως σχετικά πρόσφατα, ήτοι έως τις 31 Μαρτίου του 2017, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προβλέπονταν ειδικές διατάξεις που ρύθμιζαν την εφαρμογή των κανόνων του ελεύθερου ανταγωνισμού, και συγκεκριμένα του άρθρου 101 ΣΛΕΕ, σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών στον ασφαλιστικό κλάδο. Συγκεκριμένα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 έως το 2017, ίσχυε Κανονισμός Ομαδικής Απαλλαγής, ο οποίος έθετε εκτός του πεδίου εφαρμογής του απαγορευτικού κανόνα του άρθρου 101 παρ. 1 ΣΛΕΕ, μία σειρά από συμφωνίες και πρακτικές συνεργασίας μεταξύ ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Η παραπάνω ιδιαίτερη μεταχείριση του ασφαλιστικού κλάδου, δεν αποτελούσε ευρωπαϊκή πρωτοτυπία, καθώς και στις ΗΠΑ ήδη από το έτος 1945, προβλέπεται εξαίρεση των ασφαλιστικών δραστηριοτήτων από τους ομοσπονδιακούς κανόνες ανταγωνισμού, μέσω της Mc-Carran Ferguson Act.
Σελ. 2
- 4
Στην παρούσα μονογραφία θα εξεταστεί η σχέση του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού με τον τομέα της ιδιωτικής ασφάλισης, ζήτημα προδήλως επίκαιρο δεδομένης τόσο της έντονης εξέλιξης του αντίστοιχου τομεακού ρυθμιστικού πλαισίου κατά την τελευταία περίπου δεκαετία, όσο και της πρόσφατης αξιολόγησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της ανάγκης ύπαρξης ενός ειδικού καθεστώτος που αφορούσε τον τομέα αυτόν, αξιολόγηση που κατέληξε στη μη ανανέωση του ΚΟΑ και στην εφαρμογή πλέον των γενικών διατάξεων στο σύνολο των σχετικών πρακτικών. Προτού όμως υπεισέλθουμε στους ειδικότερους προβληματισμούς που αφορούν τη σχέση του δικαίου του ανταγωνισμού και του τομέα των ασφαλίσεων (Β), θα προβούμε σε ορισμένες εισαγωγικές παρατηρήσεις και οριοθετήσεις σχετικά με τον τομέα της ιδιωτικής ασφάλισης (Α).
Α. Η ιδιωτική ασφάλιση
α. Ιστορία της ασφάλισης
- 5
Ως γνωστόν οι απαρχές της ασφάλισης εντοπίζονται μεν αρκετές χιλιετίες πριν, ήδη από τον κώδικα του Χαμουραμπί καθώς και από το αττικό δίκαιο, ωστόσο η σύγχρονη ασφάλιση ξεκίνησε ως θαλάσσια ασφάλιση από τον 14ο αιώνα στην Ιταλία, υποκαθιστώντας το ναυτικό δάνειο λόγω της απαγόρευσης της τοκοληψίας. Μέσω της ασφάλισης, ο έμπορος κατέβαλε ένα τίμημα για την ανάληψη εκ μέρους του ασφαλιστή των κινδύνων του θαλάσσιου ταξιδιού και ο τελευταίος κατέβαλε ένα κεφάλαιο στον πρώτο μόνον εφόσον δεν πετύχαινε το ταξίδι. Ο θεσμός της ασφάλισης εν συνεχεία αναπτύχθηκε και στα υπόλοιπα κράτη, ιδίως στην Αγγλία και στις βορειοευρωπαϊκές χώρες. Προκειμένου οι ασφαλιστές να είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στην καταβολή αποζημιώσεων, άρχισαν να συνεταιρίζονται ευθυνόμενοι για πολλούς κινδύνους, αλλά όχι για όλο το ποσό, πρακτική που αποτέλεσε μία πρώιμη εφαρμογή της διασποράς των κινδύνων, και της εισαγωγής των αρχών της στατιστικής επιστήμης στον ασφαλιστικό τομέα. Η ασφαλιστική επιστήμη εξελίχθηκε τους επόμενους αιώνες μέσω της εφαρμογής σε αυτήν της επιστήμης των μαθηματικών, ιδίως του νόμου των πιθανοτήτων και σταδιακά άρχισαν να εμφανίζονται περισσότερες κατηγορίες ασφαλίσεων (ζωής, πυρός κ.α.).
- 6
Σήμερα ο ασφαλιστικός τομέας αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους τομείς της οικονομίας. Το μέγεθος του ασφαλιστικού κλάδου και η σημασία του για την οικονομία καθιστά ακόμη κρισιμότερη την αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού σε αυτόν.
Σελ. 3
β. Ιδιωτική και κοινωνική ασφάλιση
- 7
Ως ασφάλιση ορίζεται μία «κοινωνία ομοίων κινδύνων, που παρέχει στα μέλη της, με αντάλλαγμα, αυτόνομη αξίωση για κάλυψη οικονομικής ανάγκης». Στον ως άνω ορισμό εμπίπτει τόσο η ιδιωτική όσο και η κοινωνική ασφάλιση. Συνεπώς, η πρώτη διάκριση που απαιτείται να λάβει χώρα είναι μεταξύ κοινωνικής και ιδιωτικής ασφάλισης. Ιδιωτική ασφάλιση είναι αυτή που ασκείται από επιχειρήσεις με σκοπό την κάλυψη ορισμένων κινδύνων, όπου η έννομη σχέση μεταξύ ασφαλιστή και λήπτη της ασφάλισης/ασφαλισμένου βασίζεται σε σύμβαση. Κοινωνική ασφάλιση είναι εκείνη που ασκείται από φορείς κοινωνικής ασφάλισης όπου η έννομη σχέση του φορέα με τον ασφαλισμένο βασίζεται στον νόμο. Η διαφοροποίηση ιδιωτικής και κοινωνικής ασφάλισης είναι θεμελιώδης από νομικής πλευράς, καθώς το δίκαιο της ασφαλιστικής σύμβασης και το ειδικό ρυθμιστικό δίκαιο της ασφαλιστικής επιχείρησης αφορούν αποκλειστικά φορείς ιδιωτικής ασφάλισης, ενώ ως προς την κοινωνική ασφάλιση προβλέπονται ειδικές διατάξεις δημοσίου δικαίου που διέπουν τόσο τη λειτουργία των φορέων αυτών, όσο και την έννομη σχέση των ασφαλισμένων με τους τελευταίους.
- 8
Ιδιωτική και κοινωνική ασφάλιση έχουν ουσιώδεις διαφορές. Η βασικότερη διαφορά τους έγκειται στο γεγονός ότι καταρχήν η μεν ιδιωτική ασφάλιση βασίζεται σε σύμβαση η δε κοινωνική βασίζεται απευθείας στον νόμο. Περαιτέρω, παρατηρούνται και άλλες διαφορές μεταξύ τους: Η ιδιωτική ασφάλιση, είναι προαιρετική ακόμη και όσον αφορά την υποχρεωτική ασφάλιση, καθώς ο λήπτης επιλέγει ελεύθερα το πρόσωπο του ασφαλιστή, τα ασφάλιστρα καθορίζονται ανάλογα με τον κίνδυνο και η χρηματοδότησή της λαμβάνει χώρα κατά κύριο λόγο με τις εισφορές των ασφαλισμένων, ενώ γενικότερα λειτουργεί με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, όπου οι εισφορές συγκεντρώνονται σε αποθέματα, τα οποία δύνανται να καλύψουν την επέλευση των ασφαλιστικών κινδύνων. Αντίθετα η κοινωνική ασφάλιση είναι υποχρεωτική, οι εισφορές δεν καθορίζονται με βάση τον κίνδυνο, η δε χρηματοδότησή της δεν βασίζεται μόνον στις εισφορές των ασφαλισμένων, αλλά και σε εισφορές εργοδοτών, ορισμένες δε φορές και σε άμεσες ή έμμεσες επιχορηγήσεις του κράτους, ενώ λειτουργεί με βάση το αναδιανεμητικό σύστημα. Ωστόσο, όπως διδάσκεται οι λοιπές αυτές διαφορές είναι επουσιώδεις, καθώς η βασική διάκριση μεταξύ ιδιωτικής
Σελ. 4
και κοινωνικής ασφάλισης εντοπίζεται στην προέλευση του καθεστώτος: εάν προέρχεται από σύμβαση θα πρόκειται για ιδιωτική ασφάλιση ενώ εάν προέρχεται απευθείας από τον νόμο θα πρόκειται για κοινωνική.
- 9
Η προαναφερόμενη διάκριση μεταξύ κοινωνικής και ιδιωτικής ασφάλισης είναι κρίσιμη και για την εφαρμογή των κανόνων του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού. Τούτο διότι οι κανόνες των άρθρων 101-102 ΣΛΕΕ καθώς και του ελέγχου συγκεντρώσεων εφαρμόζονται σε «επιχειρήσεις», βάσει δε της ενωσιακής νομολογίας, οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν αποτελούν επιχειρήσεις. Επομένως, το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού αφορά μόνο τους φορείς ιδιωτικής ασφάλισης, και για τον λόγο αυτόν η παρούσα διατριβή κατά κύριο λόγο επικεντρώνεται στους τελευταίους. Ζητήματα ωστόσο γεννώνται ως προς τους λεγόμενους φορείς επικουρικής ασφάλισης. Η επικουρική ασφάλιση βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ κοινωνικής και ιδιωτικής ασφάλισης, με συνέπεια άλλα συστήματα επικουρικής ασφάλισης να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού και άλλα όχι. Το ζήτημα έχει αποκτήσει σήμερα ιδιαίτερη σημασία, καθώς επειδή τα παραδοσιακά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης δεν είναι ικανά να καλύψουν τις ανάγκες του πληθυσμού, αυξάνεται η ανάγκη ύπαρξης συστημάτων επικουρικής ασφάλισης. Μέσω των συστημάτων επικουρικής ασφάλισης επιχειρείται η μετατόπιση κινδύνων από τον δημόσιο προς τον ιδιωτικό τομέα. Ως προς τον χαρακτηρισμό ενός συστήματος επικουρικής ασφάλισης ως «επιχείρησης», η ενωσιακή νομολογία έχει αναπτύξει ορισμένα κριτήρια, τα οποία είναι σημαντικό να συστηματοποιηθούν. Αντίστοιχοι προβληματισμοί ως προς την υπαγωγή στην ενωσιακή έννοια της επιχείρησης γεννώνται και ως προς ορισμένους άλλους εξασφαλιστικούς φορείς, όπως συστήματα εγγύησης καταθέσεων κ.α..
- 10
Επειδή ακριβώς από πλευράς δικαίου του ανταγωνισμού ενδιαφέρει ιδίως η ιδιωτική ασφάλιση, εφεξής όπου στην παρούσα διατριβή γίνεται λόγος για «ασφάλιση» θα νοείται η ιδιωτική ασφάλιση, εκτός και αν αναφέρεται κάτι διαφορετικό. Η ιδιωτική ασφάλιση αποτελεί τον έναν από τους τρεις κλάδους του χρηματοοικονομικού τομέα. Οι υπόλοιποι δύο είναι α) ο τραπεζικός κλάδος, και β) ο κλάδος της κεφαλαιαγοράς και των επενδυτικών υπηρεσιών.
Σελ. 5
γ. Προαιρετική και υποχρεωτική ασφάλιση
- 11
Μία δεύτερη κρίσιμη διάκριση είναι μεταξύ υποχρεωτικής και προαιρετικής ασφάλισης. Αναφέρθηκε παραπάνω, ότι βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της ιδιωτικής ασφάλισης είναι ο προαιρετικός της χαρακτήρας. Ωστόσο, υφίστανται κατηγορίες ασφαλίσεων όπου είναι υποχρεωτική η υπαγωγή σε αυτές. Όμως ο υποχρεωτικός χαρακτήρας της ασφαλιστικής κάλυψης, δεν στερεί από τις ασφαλίσεις αυτές την ελευθερία επιλογής ως προς το πρόσωπο του ασφαλιστή. Συνεπώς, τέτοιες ασφαλίσεις είναι υποχρεωτικές ως προς την ανάγκη σύναψής τους, προαιρετικές δε ως προς το πρόσωπο του ασφαλιστή.
- 12
Η υποχρεωτική ασφάλιση κατά κανόνα αφορά δραστηριότητες οι οποίες συνιστούν πηγές κινδύνων με υψηλή συχνότητα επέλευσης, ή κινδύνων που μπορεί να έχουν πολύ σημαντικό αντίκτυπο. Επί παραδείγματι, υποχρεωτική είναι η ασφάλιση αστικής ευθύνης από τροχαία ατυχήματα. Τούτο διότι, η κυκλοφορία ενός οχήματος συνιστά συχνότατη πηγή κινδύνων, οπότε θα πρέπει να υφίσταται ένας μηχανισμός διασφάλισης της άμεσης καταβολής αποζημιώσεων σε περίπτωση πρόκλησης ατυχημάτων. Υποχρεωτική επίσης είναι η ασφάλιση για ορισμένους κινδύνους όπου η επέλευσή τους μπορεί να επιφέρει σημαντικές ζημίες. Τέτοιο παράδειγμα είναι η υποχρεωτική ασφάλιση της αστικής ευθύνης του πλοιοκτήτη για θαλάσσια ρύπανση με υδρογονάνθρακες. Ωστόσο, προβλέπονται και άλλες περιπτώσεις υποχρεωτικών ασφαλίσεων, όπως ενδεικτικά για την αστική ευθύνη διοργανωτών ή πωλητών οργανωμένων ταξιδιών.
- 13
Μέσω της θέσπισης υποχρεωτικών ασφαλίσεων, ο νομοθέτης μετατοπίζει το κόστος κάλυψης της επέλευσης ορισμένων κινδύνων από τον κρατικό προϋπολογισμό, ήτοι από τους φορολογούμενους, στα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στο περιβάλλον τέτοιων κινδύνων. Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα των υποχρεωτικών ασφαλίσεων, είναι ότι στις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις που τις θεσπίζουν προβλέπεται και συγκεκριμένο όριο υποχρεωτικής ασφαλιστικής κάλυψης. Τούτο είναι εύλογο, καθώς ο μοναδικός τρόπος διασφάλισης ενός ελάχιστου επιπέδου ασφαλιστικής κάλυψης είναι δια της πρόβλεψης ενός ελάχιστου ορίου. Παράλληλα, σε μερικές περιπτώσεις προβλέπεται και ποσοτικός περιορισμός της ευθύνης, ο οποίος ταυτίζεται με το σχετικό ασφαλιστικό ποσό/όριο κάλυψης, προκειμένου να είναι δυνατή η ποσοτικοποίηση της ευθύνης, ούτως ώστε να καθίσταται ευχερής η ασφαλισιμότητα
Σελ. 6
τέτοιων κινδύνων. Περαιτέρω, σε ορισμένες περιπτώσεις υποχρεωτικών ασφαλίσεων προβλέπεται και ευθεία αγωγή του ζημιωθέντος κατά του ασφαλιστή, ρύθμιση που αποσκοπεί στην προστασία του πρώτου δια της άμεσης αποκατάστασης της ζημίας του.
- 14
Η διάκριση μεταξύ υποχρεωτικής και προαιρετικής ασφάλισης έχει σημασία και ως προς την αξιολόγηση από πλευράς ανταγωνισμού. Πρώτον, η υποχρεωτική ασφάλιση, ακριβώς επειδή είναι υποχρεωτική είναι κρίσιμο να παρέχεται υπό εύλογους όρους, προκειμένου να είναι προσβάσιμη. Τούτο δεν σημαίνει ότι η προαιρετική ασφάλιση δεν πρέπει να παρέχεται υπό εύλογους όρους, αλλά ότι σε κάθε περίπτωση η απαίτηση για εύλογους όρους ασφάλισης είναι πιο έντονη σε περιπτώσεις υποχρεωτικών ασφαλίσεων. Ο υποχρεωτικός χαρακτήρας των υποχρεωτικών ασφαλίσεων, καθιστά πιο ανελαστική τη ζήτηση, σε σχέση με τις μη υποχρεωτικές ασφαλίσεις. Περαιτέρω, στις υποχρεωτικές ασφαλίσεις, οι λήπτες της ασφάλισης, ακριβώς επειδή υποχρεούνται να έχουν ασφαλιστική κάλυψη με συγκεκριμένα ελάχιστα όρια κάλυψης, αναμένεται να επιλέξουν τον ασφαλιστή κυρίως με βάση το ύψος του ασφαλίστρου. Κατά συνέπεια, στις υποχρεωτικές ασφαλίσεις αναμένεται ότι θα πρέπει να υφίσταται εντονότερος ανταγωνισμός ως προς το ύψος του ασφαλίστρου.
δ. Χαρακτηριστικά της ασφάλισης
- 15
Η ιδιωτική ασφάλιση όπως προαναφέρθηκε εδράζεται σε σύμβαση. Με την ασφαλιστική σύμβαση ο ασφαλιστής αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει έναντι ανταλλάγματος (ασφάλιστρο) στον αντισυμβαλλόμενό του (λήπτη της ασφάλισης) ή σε τρίτον, παροχή (ασφάλισμα) όταν επέλθει το περιστατικό από το οποίο συμφωνήθηκε να εξαρτάται η υποχρέωσή του (ασφαλιστική περίπτωση). Τα παραπάνω ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 ΑσφΝ. Ακριβώς επειδή η ασφαλιστική κάλυψη, που συνιστά την παρεχόμενη από τον ασφαλιστή υπηρεσία, καθορίζεται πλήρως από τους όρους της σύμβασης, οι οποίοι και αποτελούν προδιατυπωμένους ασφαλιστικούς όρους, η ασφάλιση θεωρείται ότι αποτελεί ένα «νομικό προϊόν».
- 16
Βασικό χαρακτηριστικό της ασφάλισης, είναι το στοιχείο του κινδύνου. Χωρίς την ύπαρξη του στοιχείου του κινδύνου, δεν υφίσταται ασφάλιση. Ως κίνδυνος νοείται «η δυνατότητα επέλευσης μιας οικονομικής ανάγκης». Συνεπώς, απαιτείται ορισμένη αβεβαιότητα ως προς την επέλευση της οικονομικής ανάγκης. Μέσω της ασφάλισης, επιτυγχάνεται η μετατόπιση του κινδύνου από τον λήπτη της ασφάλισης στον ασφαλιστή. Ο τελευταίος, είναι σε θέση να αναλαμβάνει κινδύνους έχοντας δημιουργήσει μία κοινωνία όμοιων κινδύνων και λόγω της εφαρμογής του νόμου των μεγάλων αριθμών. Χάρη στην κοινωνία ομοίων κινδύνων που έχει οργανώσει ο ασφαλιστής, οι κίνδυνοι καταμερίζονται, οπότε το κόστος ανάληψής τους, μπορεί να καλυφθεί
Σελ. 7
από τη συγκέντρωση των αντιπαροχών των ληπτών της ασφάλισης, ήτοι των ασφαλίστρων. Ο ασφαλιστής ακολουθεί ορισμένους κανόνες προκειμένου να εκτιμήσει τους κινδύνους, να υπολογίσει το ύψος των ασφαλίστρων και να σχεδιάσει τους όρους των ασφαλιστηρίων και χάρη στη λειτουργία του νόμου των μεγάλων αριθμών, είναι σε θέση να προσφέρει ασφαλιστική κάλυψη. Αυτοί οι κανόνες ονομάζονται «ασφαλιστική τεχνική».
- 17
Η ασφαλιστική σύμβαση βασίζεται στην αρχή της καλής πίστης, περισσότερο απ’ ότι άλλες μορφές συμβάσεων, καθώς η έλλειψη της καλής πίστης στο πλαίσιο της ασφάλισης, ματαιώνει το ίδιο το οικοδόμημα της ασφαλιστικής τεχνικής και της ασφαλιστικής οικονομίας. Ο ασφαλιστής προκειμένου να είναι σε θέση να τιμολογήσει ορθώς τα ασφάλιστρά του, πρέπει να είναι σε θέση να εκτιμήσει αποτελεσματικά τον κίνδυνο, την κάλυψη του οποίου καλείται να αναλάβει. Μεταξύ ασφαλιστή και λήπτη της ασφάλισης υφίσταται ασυμμετρία πληροφόρησης, καθώς ο λήπτης της ασφάλισης είναι καλύτερα πληροφορημένος ως προς τον υπό ασφάλιση κίνδυνο, και έχει το κίνητρο να αποκρύψει ουσιώδη στοιχεία από τον ασφαλιστή, προκειμένου να τύχει ευνοϊκότερης τιμολόγησης. Αυτή η ασυμμετρία πληροφόρησης μπορεί συνεπώς να οδηγήσει σε αναποτελεσματικότητες λόγω φαινομένων ηθικού κινδύνου και αντίστροφης επιλογής. Ο νόμος προβλέπει διάφορες ρυθμίσεις προκειμένου να αμβλυνθεί η προαναφερόμενη ασυμμετρία πληροφόρησης, όπως τις διατάξεις για τα ασφαλιστικά βάρη. Παράλληλα, οι ασφαλιστές, ακριβώς για να είναι σε θέση να προβούν σε καταλληλότερη εκτίμηση του κινδύνου, συνεργάζονται μεταξύ τους, κυρίως μέσω ανταλλαγής πληροφοριών αναφορικά με τους διάφορους κινδύνους, προκειμένου να μπορέσουν να υπολογίσουν το οικονομικό κόστος της κάλυψής τους.
- 18
Περαιτέρω, όπως προαναφέρθηκε, οι ασφαλιστές προκειμένου να μπορούν να καλύπτουν τους κινδύνους που ασφαλίζουν, οργανώνουν μία κοινωνία ομοίων κινδύνων. Κατά τον τρόπο αυτό και βάσει του νόμου των μεγάλων αριθμών και της επιστήμης των πιθανοτήτων, είναι δυνατός ο μαθηματικός υπολογισμός του ύψους των ασφαλίστρων. Σημειωτέον ότι προκειμένου να λειτουργήσει ο νόμος των μεγάλων
Σελ. 8
αριθμών δεν είναι απαραίτητη η ασφάλιση πολλών κινδύνων από τον ίδιο ασφαλιστή, αλλά ο κατακερματισμός των κινδύνων μπορεί να λάβει χώρα μέσω της αντασφάλισης, όπου ο ασφαλιστής μεταβιβάζει μέρος του κινδύνου στον αντασφαλιστή ο οποίος εν συνεχεία μεταβιβάζει περαιτέρω τον κίνδυνο με αντεκχωρήσεις, οπότε στο τέλος έχει δημιουργηθεί μία κοινωνία ομοίων κινδύνων μέσω διαφόρων συμμετεχόντων στην ασφαλιστική αγορά. Περαιτέρω, πολλές φορές ένας ασφαλιστής μόνος του δεν επιθυμεί ή δεν δύναται ατομικά να αναλάβει την κάλυψη ενός κινδύνου, λόγω του μεγέθους ή κάποιας άλλης ιδιαιτερότητας του τελευταίου. Για τον λόγο αυτό είναι πολύ συχνό φαινόμενο στον ασφαλιστικό τομέα η από κοινού κάλυψη των κινδύνων, μέσω συνασφάλισης.
- 19
Παρατηρούμε ήδη λοιπόν ότι στο πλαίσιο της παροχής της ασφαλιστικής υπηρεσίας είναι συχνό φαινόμενο η συνεργασία μεταξύ ασφαλιστών - ανταγωνιστών. Η αυξημένη αυτή ανάγκη συνεργασίας μεταξύ των ασφαλιστών - ανταγωνιστών είναι ένα ακόμη στοιχείο, που καθιστά τον ασφαλιστικό τομέα «αξιοπρόσεκτο» από πλευράς δικαίου του ανταγωνισμού.
ε. Σημασία της ασφάλισης
- 20
Ο ασφαλιστικός κλάδος παρουσιάζει ύψιστη σημασία για το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας και κοινωνίας. Μέσω της μετάθεσης των κινδύνων οι λήπτες της ασφάλισης, προστατεύονται από τις οικονομικές συνέπειες της πραγματοποίησης των κινδύνων και για τον λόγο αυτό υποστηρίζεται ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις επιτελούν και ένα κοινωνικό έργο. Η ασφάλιση, αποσκοπώντας στη διαχείριση κινδύνων, προσπορίζει πολλά οικονομικά οφέλη στους μετέχοντες στην αγορά, καθώς μειώνει τις οικονομικές συνέπειες της επέλευσης των σχετικών κινδύνων. Επιπλέον, η ασφάλιση ενθαρρύνει τις επενδύσεις, δίδει τη δυνατότητα σε ιδιώτες και επιχειρήσεις να προβαίνουν σε μακροπρόθεσμα σχέδια και αυξάνει την αξιοπιστία του ασφαλισμένου έναντι των αντισυμβαλλομένων. Η ασφαλιστική κάλυψη έχει χαρακτηριστεί ως ένα «θαύμα οικονομικής δημιουργικότητας», που προσφέρει οφέλη τόσο για τους ασφαλιστές (κέρδη) όσο και για τους ασφαλισμένους (εξασφάλιση).