ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ

Πρακτικός οδηγός σύστασης και λειτουργίας τους 

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 10.5€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 25,50 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18937
Μούντριχα Κ., Βασιλείου Α. -Ε., Κατσίπη Δ.
  • Έκδοση: 2024
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 152
  • ISBN: 978-618-08-0299-3

Τι ακριβώς είναι το υποκατάστημα αλλοδαπής εταιρείας σαν εταιρικό μόρφωμα και ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του;

Ποια είναι η βέλτιστη επιλογή εγκατάστασης στην Ελλάδα (π.χ. μεταξύ θυγατρικής ή υποκαταστήματος) για έναν επενδυτή, ποιοι παράγοντες πρέπει να συνεκτιμηθούν και τι αξίζει αναφοράς και προσοχής;
Το παρόν σύγγραμμα επιχειρεί να παρέχει κατευθύνσεις για τις απαντήσεις τέτοιων ερωτημάτων και να αναλύσει σκέψεις και προβληματικές γύρω από αυτά τα θέματα εξετάζοντας τα κύρια χαρακτηριστικά της μορφής του υποκαταστήματος -έχοντας επιχειρήσει έναν ορισμό αυτού λαμβάνοντας υπόψιν επιμέρους, διάσπαρτες αναφορές σε κείμενα- παραθέτοντας βασικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα  σε σύγκριση και με άλλες έννοιες, ενώ αναλύει τις προϋποθέσεις σύστασης και δημοσιότητας βάσει του κείμενου νομοθετικού πλαισίου.
Παρέχονται επιπλέον χρήσιμες πληροφορίες και οδηγίες αναφορικά με σημαντικά θέματα που μπορεί να προκύψουν κατά τη λειτουργία ενός υποκαταστήματος, όπως θέματα σχετικά με τη νόμιμη εκπροσώπηση, τη δικανική ικανότητα, θέματα λογιστικής φύσης καθώς και άλλες υποχρεώσεις που τυχόν προκύπτουν από το ημεδαπό δίκαιο. Επιπλέον εξετάζονται και σημαντικά ζητήματα φορολογικού περιεχομένου, όπως οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από το Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, τον Κώδικα ΦΠΑ και λοιπά φορολογικά νομοθετήματα.
Τέλος, παρατίθενται υποδείγματα προς χρήση από ενδιαφερομένους καθώς και χρήσιμοι πίνακες και checklists.  

Νομικοί σύμβουλοι εταιρειών, ελεύθεροι επαγγελματίες δικηγόροι, λογιστές-ελεγκτές αλλά και εκπρόσωποι επενδυτών που ενδιαφέρονται να δημιουργήσουν εγκατάσταση στην Ελλάδα θα βρουν συγκεντρωμένες, χρήσιμες πληροφορίες και κατευθύνσεις για θέματα υποκαταστημάτων αλλοδαπής στην Ελλάδα.

Περιεχόμενα

Πρόλογος V

I. Ορισμός - Έννοια και χαρακτηριστικά υποκαταστήματος 1

A. Ορισμός - Έννοια 1

B. Χαρακτηριστικά Υποκαταστήματος 2

1. Νομική προσωπικότητα 3

2. Αντικείμενο 3

3. Διεύθυνση και Εξοπλισμός 3

4. Έλεγχος 3

II. Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα σύστασης υποκαταστήματος 5

Α. Πλεονεκτήματα 5

1. Γενικά 5

2. Φορολογικά 6

Β. Μειονεκτήματα 7

III. Διάκριση από άλλες έννοιες (θυγατρική - πρακτορείο κ.λπ.) 9

A. Υποκατάστημα - Θυγατρική 9

B. Υποκατάστημα - Πρακτορείο 9

Γ. Υποκατάστημα - εμπορικός /αποκλειστικός αντιπρόσωπος / μεσάζων 11

Δ. Υποκατάστημα - Γραφείο αντιπροσωπείας 11

E. Υποκατάστημα - Μόνιμη Εγκατάσταση/Eγκατάσταση 12

IV. Σύσταση 13

A. Εισαγωγή 13

B. Μορφές εταιρειών που μπορούν να εγκαταστήσουν υποκατάστημα 14

Γ. Προϋποθέσεις - Διαδικασία εγκατάστασης 15

Δ. Έλεγχος νομιμότητας 19

Ε. Φορολογικό Μητρώο - Έναρξη Δραστηριότητας 21

V. Δημοσιότητα (υποχρέωση καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ) 25

A. Αλλοδαπή εταιρεία με έδρα σε κράτος-μέλος της ΕΕ 26

B. Αλλοδαπή εταιρεία τρίτης χώρας, εκτός ΕΕ. 28

Γ. Σύσταση περισσότερων υποκαταστημάτων της ίδιας αλλοδαπής εταιρείας 32

Δ. Μεταβολές Δημοσιευτέων Στοιχείων 33

Ε . Κυρώσεις 34

ΣΤ. Σημασία της καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. 35

Ζ. Προστασία τρίτων συναλλασσόμενων μέσω του υποκαταστήματος 36

VI. Νόμιμος εκπρόσωπος 39

A. Αρμοδιότητες και έκταση εξουσίας 39

B. Ευθύνη νομίμου εκπροσώπου αναφορικά με φορολογικά και εργατικά/κοινωνικοασφαλιστικά ζητήματα 40

1. Αστική Ευθύνη 40

2. Ποινική Ευθύνη 43

i. Καταβολές προς τους εργαζόμενους 44

ii. Καταβολές προς το δημόσιο 45

iii. Καταβολές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης 45

VII. Ενδείξεις εγγράφων υποκαταστήματος 47

VIII. Οικονομικά - λογιστικά αρχεία -
Λογιστική παρακολούθηση υποκαταστήματος
49

Α. Γενικά 49

Β. Η υποχρέωση εγγραφής στο MyData 50

IX. Δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών -
έκθεση βιωσιμότητας
(Sustainability reporting) υποκαταστήματος 53

X. Μετατροπή 55

A. Διαδικασία Μετατροπής 56

B. Διάσπαση 58

XI. Κλείσιμο υποκαταστήματος 59

XII. Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων 61

XIII. Προσωπικά δεδομένα 63

A. Εισαγωγή 63

Β. Εφαρμογή σε υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών 63

Γ. Υποχρεώσεις αναφορικά με το υποκατάστημα -
διορισμός Υπεύθυνου Προστασίας Δεδομένων (ΥΠΔ) 66

XIV. Δικανική Ικανότητα/Ικανότητα Διαδίκου και προθεσμίες 71

Α. Δικανική Ικανότητα/Ικανότητα Διαδίκου 71

Β. Προθεσμίες 72

XV. Υποχρεώσεις από το δίκαιο ημεδαπής 75

Α. Θέματα εργατικού δικαίου 75

1. Σύμβαση εργασίας - διατάξεις εργατικού δικαίου 75

2. Δικαιοδοσία σε περίπτωση διαφορών 76

3. Παράδειγμα - Πρακτική εφαρμογή 77

4. Επιμέρους υποχρεώσεις 77

Β. Θέματα υγείας και ασφάλειας 78

1. Γενικά 78

2. Ιατρικές εξετάσεις 80

3. Βία και παρενόχληση 80

Γ. Ενεργειακός Έλεγχος 82

XVI. Η φορολογική μεταχείριση του υποκαταστήματος
αλλοδαπής εταιρείας
στην Ελλάδα 85

Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 85

Β. Οι υποχρεώσεις του υποκαταστήματος σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν 4172/2013) 90

1. Υποκείμενο, αντικείμενο και φορολογικός συντελεστής 90

2. Προσδιορισμός και διανομή κερδών από και προς το υποκατάστημα 91

i. Η αρχή των ίσων αποστάσεων (arm’s length principle) 91

3. Το υποκατάστημα ως υπόχρεος και ως υποκείμενο παρακράτησης φόρου εισοδήματος 93

i. Παρακράτηση φόρου εισοδήματος επί πληρωμών του υποκαταστήματος
σε μερίσματα, τόκους, δικαιώματα, αμοιβές και ασφαλίσματα προς τρίτους 93

ii. Παρακράτηση φόρου εισοδήματος επί εισοδημάτων του υποκαταστήματος
από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα και αμοιβές 94

iii. Μεταφορά κερδών από το υποκατάστημα προς το κεντρικό κατάστημα.
Υπόκειται σε παρακράτηση φόρου; 96

4. Προσδιορισμός φορολογητέου εισοδήματος 97

i. Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες 97

ii. Ζημίες υποκαταστήματος 98

iii. Κίνητρα και αντικίνητρα στη φορολογία εισοδήματος
Η κατάργηση της δυνατότητας σχηματισμού αφορολόγητων αποθεματικών 99

Γ. Το υποκατάστημα ως μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα αλλοδαπής
επιχείρησης
, από τη σκοπιά του ΦΠΑ 102

1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 102

2. Το νομοθετικό πλαίσιο 103

i. Οι διατάξεις του ενωσιακού δικαίου 105

ii. Οι διατάξεις του εθνικού δικαίου (Ν 2859/2000) 106

iii. Το δικαίωμα επιστροφής ΦΠΑ 110

Δ. Φορολογία απόκτησης και κατοχής ακίνητης περιουσίας 111

Ε. Φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου και τέλη χαρτοσήμου 113

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

CHECKLIST 1
Δικαιολογητικά για καταχώριση υποκαταστημάτων αλλοδαπών
εταιρειών στο Γ.Ε.ΜΗ 117

CHECKLIST 2
Δικαιολογητικά για την απόδοση ΑΦΜ/Μεταβολή Ατομικών
Στοιχείων του Μονίμου Εκπροσώπου 120

CHECKLIST 3
Δικαιολογητικά για την απόδοση ΑΦΜ/Έναρξη Επιχειρηματικής
Δραστηριότητας του υποκαταστήματος αλλοδαπής εταιρίας 122

ΠΙΝΑΚΑΣ 1
Ποινική ευθύνη νομίμων εκπροσώπων αναφορικά με φορολογικά
και εργατικά-κοινωνικοσφαλιστικά ζητήματα 123

ΠΙΝΑΚΑΣ 2
Συνοπτική παρουσίαση των βασικών φορολογικών υποχρεώσεων
του υποκαταστήματος οι οποίες γεννώνται στο πλαίσιο
των συνηθέστερα πραγματοποιούμενων συναλλαγών του 126

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ
Προσωπικά Δεδομένα 128

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ
Σχέδιο πληρεξουσίου διορισμού μονίμου νομίμου εκπροσώπου
της αλλοδαπής εταιρείας για τη δραστηριότητα
του υποκαταστήματος 129

Βασική βιβλιογραφία 133

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 137

Σελ. 1

I. Ορισμός - Έννοια και χαρακτηριστικά υποκαταστήματος

A. Ορισμός - Έννοια

Σε κάθε χώρα υπάρχουν εταιρείες με έδρα εντός αυτής που καλούνται ημεδαπές ή διαθέτουσες την αντίστοιχη «εθνικότητα» ή «ιθαγένεια» (για τη χώρα μας την ελληνική) και αυτές που έχουν έδρα σε κάποια άλλη χώρα και καλούνται αλλοδαπές. Και οι δύο αυτές κατηγορίες εταιρειών μπορούν να εγκαταστήσουν δευτερεύουσα εγκατάσταση με τη μορφή υποκαταστήματος. Στο παρόν σύγγραμμα θα ασχοληθούμε με τα υποκαταστήματα που εγκαθιστούν στην Ελλάδα αλλοδαπές εταιρείες.

Η νομοθεσία δεν περιέχει ορισμό της έννοιας του υποκαταστήματος αλλοδαπής εταιρείας.

Εργαλείο για την εύρεση σχετικού ορισμού αποτελούν κυρίως αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), με κυριότερη την απόφαση στην υπόθεση 33/78, Somafer SA κατά Saar-Ferngas.

Σελ. 2

Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση (σκ. 12), «η έννοια του υποκαταστήματος […] προϋποθέτει ένα κέντρο επιχειρηματικής δραστηριότητας που εκδηλώνεται με διαρκή τρόπο προς τα έξω ως προέκταση μητρικής επιχειρήσεως, έχει διεύθυνση (management) και είναι ειδικά (υλικά) εξοπλισμένο ώστε να μπορεί να διαχειρίζεται υποθέσεις με τρίτους, κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι τρίτοι, παρ’ όλο που γνωρίζουν ότι ενδεχόμενη έννομη σχέση θα συναφθεί με τη μητρική επιχείρηση, της οποίας η έδρα είναι στο εξωτερικό, δεν οφείλουν να απευθυνθούν απευθείας στη μητρική επιχείρηση και μπορούν να συνάψουν συναλλαγές στο κέντρο επιχειρηματικής δραστηριότητας που αποτελεί την προέκταση της μητρικής επιχείρησης».

Ομοίως, σχετικοί ορισμοί και εννοιολογικά στοιχεία του υποκαταστήματος περιέχονται στις πιο κάτω αποφάσεις του ΔΕΕ: ΔΕΚ υπόθ. 139/80, απόφ. της 18.3.1981, Blanckaert κατά Trost, ΔΕΚ υπόθ. 14/76, απόφ. της 6.10.1976, A. De Bloos, SPRL κατά Societe en Commandite par Actions Bouyer, ΔΕΚ υπόθ. 218/86, απόφ. της 9.12.1987, SAR Schotte GmbH κατά Parfums Rothschild SARL, ΔΕΚ υπόθ. C-439/93, απόφ. της 6.4.1995, Lloyd’s Register of Shipping κατά Societe Campenon Bernard, και ΔΕE υπόθ. C-154/11, απόφ. της 19.7.2012, Ahmed Mahamdia κατά People’s Democratic Republic of Algeria.

Συνοπτικά λοιπόν, ως υποκατάστημα αλλοδαπής εταιρείας μπορεί να οριστεί η προέκταση που η επιχείρηση εγκαθιστά σε άλλο κράτος, η οποία έχει διάρκεια αλλά στερείται νομικής προσωπικότητας και μέσω της οποίας η επιχείρηση συνάπτει έννομες σχέσεις με τρίτους στη χώρα εγκατάστασης.

B. Χαρακτηριστικά Υποκαταστήματος

Με βάση την επισκόπηση της ανωτέρω νομολογίας του ΔΕΕ, της σχετικής νομολογίας των ελληνικών δικαστηρίων και της θεωρίας τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του υποκαταστήματος μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

Σελ. 3

1. Νομική προσωπικότητα

Το υποκατάστημα δεν έχει αυτοτελή νομική προσωπικότητα ανεξάρτητη του αλλοδαπού νομικού προσώπου αλλά αποτελεί αποκεντρωμένο τμήμα αυτού ή, αλλιώς, προέκταση της αλλοδαπής επιχείρησης. Συνεπώς, το υποκατάστημα δεν έχει ικανότητα δικαίου. Δηλαδή δεν έχει την ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Για το λόγο αυτό, στις συναλλαγές και συμβάσεις για τη δραστηριότητα του υποκαταστήματος στην ημεδαπή, συμβαλλόμενο μέρος αποτελεί το αλλοδαπό νομικό πρόσωπο, όπως ενεργεί μέσω του εγκατεστημένου υποκαταστήματός του, και όχι το ίδιο το υποκατάστημα, δεδομένης της έλλειψης διακριτής νομικής προσωπικότητας. Αντίστοιχα σε πιθανή δικαστική διαμάχη στην Ελλάδα, εναγόμενος (ή ενάγων αντίστοιχα, αν η αγωγή ασκείται από την επιχείρηση) θα είναι η αλλοδαπή εταιρεία, όπως θα εξεταστεί παρακάτω αναλυτικότερα.

2. Αντικείμενο

Το υποκατάστημα πρέπει να έχει αντικείμενο και εμπορική/επιχειρηματική δραστηριότητα στον τόπο της εγκατάστασής του παρόμοια με την κύρια επιχείρηση και να μην εκτελεί απλώς βοηθητικές ή παρεπόμενες πράξεις.

3. Διεύθυνση και Εξοπλισμός

Το υποκατάστημα έχει δική του «διεύθυνση» (μόνιμο νόμιμο εκπρόσωπο) και ασκεί εμπορική δραστηριότητα με διάρκεια και ίδιο εξοπλισμό (ιδιαίτερες εγκαταστάσεις, προσωπικό, τραπεζικό/-ούς λογαριασμό/-ούς, βιβλία και στοιχεία κλπ. ) ώστε να δίνεται εξωτερικά η εντύπωση ότι δεν απαιτείται να απευθυνθεί κανείς απευθείας στην αλλοδαπή επιχείρηση και μπορεί να πραγματοποιήσει συναλλαγές στο υποκατάστημα που αποτελεί την προέκταση της αλλοδαπής επιχείρησης.

4. Έλεγχος

Το υποκατάστημα υπάγεται στον έλεγχο και τη διεύθυνση της αλλοδαπής επιχείρησης.

Σελ. 4

Απόπειρα ορισμού της έννοιας του υποκαταστήματος γίνεται και στις ακόλουθες αποφάσεις ελληνικών δικαστηρίων: ΕφΑθ 5779/1982 και ΣτΕ 459/2000. Οι αποφάσεις αυτές αναλύουν την έννοια υποκαταστήματος ημεδαπής εταιρείας, εντούτοις θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και για τα υποκαταστήματα αλλοδαπής εταιρείας. Ωστόσο, όπως αναλύεται πιο πάνω, ο ορισμός των υποκαταστημάτων αλλοδαπής δίνεται ουσιαστικά με τη νομολογία του ΔΕΕ.

Σύμφωνα με την απόφαση ΕφΑθ 5779/1982, για την πλήρωση της έννοιας του υποκαταστήματος απαιτείται η σε άλλο τόπο άσκηση εμπορίας ή η διενέργεια συναλλαγών μέσω υπαλληλικού προσωπικού με σχέση εξηρτημένης εργασίας και δεν αρκεί απλά η διατήρηση αποθήκης, προϊόντων, παραγωγικής μονάδας, γραφείου εσωτερικής υπηρεσίας, πρακτορείου με αντιπροσωπευτική εξουσία, η ύπαρξη περιουσίας κ.α. Επίσης, η ύπαρξη υποκαταστήματος προϋποθέτει τη διαρκή άσκηση αυτοτελούς εμπορίας σε σταθερό τόπο και δεν αρκεί η διενέργεια μεμονωμένων συναλλαγών.

Αντίστοιχα, προβλέπεται στη ΣτΕ 459/2000 πως υποκατάστημα θεωρείται κάθε άλλη εκτός του κεντρικού καταστήματος επαγγελματική εγκατάσταση της επιχειρήσεως όπου αναπτύσσεται ιδιαίτερη συναλλακτική δραστηριότητα από όργανα της επιχειρήσεως που έχουν τη σχετική εξουσία. Σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση (σκ. 3), για το χαρακτηρισμό του οικείου χώρου ως υποκαταστήματος δεν αρκεί η απλή διενέργεια προπαρασκευαστικών πράξεων ή πράξεων υλικής εκτελέσεως συμβάσεων που δεν καταρτίζονται στον εν λόγω χώρο, όπως η παράδοση ή παραλαβή εμπορευμάτων ή η διενέργεια πληρωμών ή η είσπραξη χρημάτων, εφόσον αυτές ενεργούνται σε εκτέλεση συμβάσεων που έχουν ήδη συναφθεί.

Σελ. 5

II. Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα σύστασης υποκαταστήματος

Α. Πλεονεκτήματα

1. Γενικά

Η επιλογή αλλοδαπής εταιρείας να συστήσει στην Ελλάδα υποκατάστημα αντί άλλης μορφής εγκατάστασης παρέχει ορισμένα πλεονεκτήματα.

Αρχικά, δεδομένης της εγγύτητας μεταξύ κυρίας εταιρείας και υποκαταστήματος και της λειτουργίας και εμφάνισης της εταιρείας ως συνόλου, δημιουργείται μία ενιαία αντιμετώπιση και εφαρμογή των θεμάτων. Για παράδειγμα, οι κανόνες και πολιτικές, καθώς και οι διαδικασίες που θεσπίζονται στα κεντρικά της εταιρείας (στην αλλοδαπή), εφαρμόζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στο υποκατάστημα. Συνεπώς, η υιοθέτηση των πολιτικών αυτών και η διεκπεραίωση δραστηριοτήτων στο επίπεδο του υποκαταστήματος βάσει των πολιτικών και διαδικασιών των κεντρικών όπως και η δημιουργία ενιαίας κουλτούρας εντός της εταιρείας είναι πιο εύκολα και άμεσα επιτεύξιμη, ενώ παράλληλα καθίσταται η εταιρεία -συμπεριλαμβανομένου του υποκαταστήματος- αρκετά ευέλικτη, καθώς η ροή της πληροφορίας είναι πολύ πιο άμεση και γρήγορη.

Επιπλέον, οι αποφάσεις της διοίκησης -και κατ’ επέκταση η σχετική επιρροή- είναι άμεσα εφαρμόσιμες και στο επίπεδο του υποκαταστήματος σε αντίθεση με την περίπτωση μίας θυγατρικής εταιρείας, όπου, προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις στο επίπεδο της θυγατρικής απαιτείται η εκκίνηση και ολοκλήρωση διαδικασιών από εντεταλμένα σώματα της θυγατρικής εταιρείας, όπως π.χ. αυτό του διοικητικού συμβουλίου με ενδεχόμενο, μάλιστα, την ύπαρξη διαφοροποιήσεων/αποκλίσεων από τη μητρική εταιρεία.

Αντίστοιχη ευελιξία παρατηρείται και στην ίδια την ίδρυση του υποκαταστήματος σε σχέση με άλλες μορφές εγκατάστασης, καθώς μπορεί να γίνει πιο γρήγορα και εύκολα. Για παράδειγμα δεν απαιτείται ξεχωριστό καταστατικό ούτε η ύπαρξη ξεχωριστού κεφαλαίου ή η ύπαρξη ελάχιστου κεφαλαίου προκειμένου να ιδρυθεί ένα υποκατάστημα (με εξαίρεση τα υποκαταστήματα κάποιων ειδικών μορφών εταιρειών, όπως των πιστωτικών ιδρυμάτων τρίτων χωρών όπου υπάρχει απαίτηση ελά-

Σελ. 6

χιστου κεφαλαίου). Ούτε εξαρτάται η σύστασή του από τη λήψη οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης αρχής ή κοινοποίησης (με την εξαίρεση των υποκαταστημάτων ορισμένων κατηγοριών εταιρειών, όπως πιστωτικών ιδρυμάτων, επιχειρήσεων επενδύσεων του Ν 4261/2014 και ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων τρίτης χώρας του Ν 4364/2016). Υπάρχουν μόνο κάποιες προϋποθέσεις ίδρυσης υποκαταστήματος αλλοδαπής εταιρείας, οι οποίες είναι κατά βάση τυπικές και αφορούν, κατά κύριο λόγο, στην καταχώριση στοιχείων που ήδη υπάρχουν για την κύρια επιχείρηση.

Από τα παραπάνω προκύπτει πως και το κόστος της εγκατάστασης αλλά και τα λειτουργικά κόστη της επιχείρησης -συμπεριλαμβανομένου του υποκαταστήματος- είναι μικρότερα, συγκριτικά με άλλες μορφές εγκατάστασης, δεδομένης της ενιαίας μορφής διοίκησης. Για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι που απασχολούνται στα κεντρικά της επιχείρησης και αυτοί που απασχολούνται στο υποκατάστημα έχουν κοινό, ενιαίο εργοδότη, ενώ διοικούνται ενιαία από ομάδα προσώπων (ανεξαρτήτως του αν αυτή είναι εγκατεστημένη στα κεντρικά ή στο υποκατάστημα). Είναι, επιπλέον δυνατό οι εργαζόμενοι να απασχολούνται και να παρέχουν τις υπηρεσίες τους τόσο για ζητήματα των κεντρικών όσο και του υποκαταστήματος, καθώς τα θέματα έχουν κοινό παρανομαστή και στόχο εφόσον κατά κύριο λόγο οι δραστηριότητες του υποκαταστήματος προσανατολίζονται στην επίτευξη του σκοπού της επιχείρησης.

2. Φορολογικά

Αλλά και από πλευράς φορολογικού δικαίου, το υποκατάστημα ως «μόνιμη εγκατάσταση» (άρ. 6 Ν 4172/2013) παρίσταται ως ιδιαίτερα γοητευτική επιλογή επιχειρηματικού σχεδιασμού, καθόσον η διασυνοριακή μεταφορά και διανομή χρημάτων (κερδών) μεταξύ κεντρικού και υποκαταστήματος δεν επιβαρύνεται με φόρο εισοδήματος και η παροχή υπηρεσιών και η πώληση αγαθών δεν επιβαρύνονται με Φ.Π.Α. Με άλλα λόγια, το υποκατάστημα δεν υπόκειται στα δύο κυριότερα και συχνότερα επιβαλλόμενα φορολογικά βάρη, όπως αυτά θεσπίζονται από τη φορολογική νομοθεσία για τις συναλλαγές του με το κεντρικό κατάστημα, οι οποίες πολλές φορές αντικατοπτρίζουν μεγάλο μέρος του κύκλου των δραστηριοτήτων του.

Σελ. 7

Οι εν λόγω συναλλαγές δεν επιβαρύνονται ούτε με τέλη χαρτοσήμου, αφού μεταξύ του κεντρικού και του υποκαταστήματος δεν συνάπτεται καμιά σύμβαση, προϋπόθεση απαραίτητη για την καταβολή τέλους χαρτοσήμου και ειδικότερα δανειακή, επειδή η σύμβαση προϋποθέτει την ύπαρξη επιχειρήσεων με ίδια και ανεξάρτητη νομική προσωπικότητα, πράγμα που δεν συμβαίνει επί υποκαταστημάτων. Επιπλέον, ειδικά στην περίπτωση υποκαταστημάτων αλλοδαπής εταιρείας με έδρα εντός της ΕΕ τα κεφάλαια που διατίθενται από το κεντρικό κατάστημα προς το υποκατάστημα της επιχείρησης με σκοπό τη χρηματοδότηση του τελευταίου, δεν υπάγονται σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου.

Β. Μειονεκτήματα

Πέρα από τη σειρά πλεονεκτημάτων που μπορεί να προσφέρει η ίδρυση υποκαταστήματος για μία επιχείρηση, δεν λείπουν ωστόσο και τυχόν μειονεκτήματα. Όπως συμβαίνει και με τα θετικά στοιχεία έτσι και τα τυχόν αρνητικά ή οι τυχόν δυσκολίες που μπορεί να συναντήσει κανείς στη μορφή της εγκατάστασης του υποκαταστήματος πηγάζουν από την ιδιαιτερότητα που ήδη έχουμε αναφέρει, ήτοι το κύριο χαρακτηριστικό της έλλειψης διακριτής νομικής προσωπικότητας του υποκαταστήματος και του ενιαίου χαρακτήρα της επιχείρησης. Συγκεκριμένα, σε θέματα ευθύνης, ενώ η θυγατρική εταιρεία ενέχεται με την περιουσία της και έτσι περιφρουρείται η περιουσία της αλλοδαπής εταιρείας (εκτός από την περίπτωση της άρσης του εταιρικού πέπλου ή αν η θυγατρική έχει τη μορφή προσωπικής και όχι κεφαλαιουχικής εταιρείας) στην περίπτωση υποκαταστήματος, η ευθύνη προφανώς ξεπερνά τα όρια αυτού και αφορά στο σύνολο της εταιρείας. Αν αναλογιστεί κανείς για παράδειγμα την περίπτωση κατά την οποία ένας ή περισσότεροι δανειστές πετύχουν την έκδοση εκτελεστού τίτλου σε δικαιοδοσία που βρίσκεται μία από τις εγκαταστάσεις της εταιρείας και προβούν σε αναγκαστική εκτέλεση στρεφόμενοι π.χ. κατά της εν λόγω εγκατάστασης, είναι πιθανό -εφόσον ο εν λόγω εκτελεστός τίτλος αναγνωριστεί και σε άλλη δικαιοδοσία- να επιτευχθεί αναγκαστική εκτέλεση και στις λοιπές εγκαταστάσεις της εταιρείας π.χ. στα κεντρικά αλλά και αλλού αν υπάρχουν περισσότερα υποκαταστήματα. Τέτοιου είδους πρόβλημα θα μπορούσε να αποφευχθεί σε μία δομή όπου δεν υπάρχει το χαρακτηριστικό του ενιαίου, όπως π.χ. στην περίπτωση θυγατρικής, όπου αφενός θα ήταν πιο δύσκολο και χρονοβόρο για τους δανειστές να αποκτήσουν τίτλο εκτελεστό για κάθε ξεχωριστό νομικό πρό-

Σελ. 8

σωπο αφετέρου, εφόσον αποκτούσαν, η εκτέλεση θα περιοριζόταν στην περιουσία της συγκεκριμένης θυγατρικής και δεν θα επεκτεινόταν στα περιουσιακά στοιχεία της μητρικής εταιρείας ή άλλων θυγατρικών της.

Αντίστοιχα συμβαίνει και με την ευθύνη των διοικούντων. Στην περίπτωση υποκαταστήματος δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να συμπαρασυρθούν και μέλη της διοίκησης της αλλοδαπής εταιρείας σε αντίθεση με τη θυγατρική η οποία διοικείται από δικό της όργανο διοίκησης, το οποίο και θα ενέχεται σε περίπτωση ευθύνης (και πάλι με την επιφύλαξη των πιο πάνω εξαιρέσεων περί άρσης του εταιρικού πέπλου και εταιρείας μη κεφαλαιουχικής μορφής).

Τέλος, η πώληση θυγατρικής εταιρείας φαίνεται ευκολότερη από την πώληση υποκαταστήματος, αφού μπορεί να πραγματοποιηθεί απευθείας χωρίς να απαιτείται προηγουμένως διαδικασία απόσχισης που απαιτείται στην περίπτωση υποκαταστήματος.

Τέτοιου είδους θέματα θα πρέπει λοιπόν να εξετασθούν και να ληφθούν υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης για τη μορφή που θα έχει η εγκατάσταση μια εταιρείας στο έδαφος άλλης χώρας.

Σελ. 9

III. Διάκριση από άλλες έννοιες (θυγατρική - πρακτορείο κ.λπ.)

A. Υποκατάστημα - Θυγατρική

Το υποκατάστημα διακρίνεται από τη θυγατρική εταιρεία. Η τελευταία, αν και αποτελεί επίσης τρόπο άσκησης της ελευθερίας εγκατάστασης για εταιρεία με έδρα σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ, διακρίνεται από το υποκατάστημα καθώς το τελευταίο δεν διαθέτει αυτοτελή νομική προσωπικότητα ενώ η θυγατρική εταιρεία απολαμβάνει μια νομική αυθυπαρξία, με την έννοια ότι έχει ίδια νομική προσωπικότητα. Η ύπαρξη, δε, της νομικής προσωπικότητας συνεπάγεται αντίστοιχα και λοιπές διαφοροποιήσεις, όπως για παράδειγμα την ξεχωριστή διοίκηση που έχουμε ήδη αναφέρει.

B. Υποκατάστημα - Πρακτορείο

Η διάκριση υποκαταστήματος - πρακτορείου είναι πιο δυσχερής και οι δύο έννοιες φαίνεται να είναι ισοδύναμες μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, το ΔΕΕ έχει ορίσει με τον ίδιο τρόπο και τις δύο μορφές εγκατάστασης.

Εργαλείο για τη διάκριση των δύο εννοιών παρέχει η απόφαση με αριθμό 5779/1982 του Εφετείου Αθηνών, σύμφωνα με την οποία το υποκατάστημα διακρίνεται από το πρακτορείο λόγω της απασχόλησης δικού του προσωπικού με σχέση εξαρτημένης εργασίας κάτι το οποίο δεν παρατηρείται στην εγκατάσταση πρακτορείου. Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι τέτοια διάκριση μεταξύ των δύο εννοιών δεν γίνεται στη νομολογία του ΔΕΕ, η οποία, όπως προαναφέρεται, αντιμετωπίζει τις δύο έννοιες ως ισοδύναμες.

Σελ. 10

Περαιτέρω, έχει υποστηριχθεί στη θεωρία ότι, ως πρακτορείο νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει αναλάβει να τελεί κάποιες εργασίες εντασσόμενες στον ευρύτερο κύκλο εργασιών της κύριας επιχείρησης της εταιρείας δυνάμει μίας ειδικής σύμβασης ανάθεσης, η οποία προσδιορίζει τους όρους της σχέσης του με το νομικό πρόσωπο της εταιρείας. Συνεπώς, το πρακτορείο διαφοροποιείται από το υποκατάστημα, επειδή η σχέση που το συνδέει με την εταιρεία είναι η σχέση της εμπορικής αντιπροσωπείας, ενώ το υποκατάστημα αποτελεί τμήμα αυτού του ίδιου του νομικού προσώπου της εταιρείας. Όμως αυτός ο ορισμός φαίνεται να αναφέρεται στη σχέση εμπορικής αντιπροσωπείας και όχι του «πρακτορείου» ως εγκατάστασης, όπως αναφέρεται στο νόμο.

Κατά άλλη άποψη, με τον όρο «πρακτορείο» νοείται μια δευτερεύουσα επιχείρηση που ελέγχεται άμεσα από την κύρια (μητρική) επιχείρηση και δεν απολαμβάνει την ίδια αυθυπαρξία που απολαμβάνει το υποκατάστημα. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, ως πρακτορεία νοούνται τα γραφεία που προωθούν τις πωλήσεις της μητρικής επιχείρησης, επιμελούνται της αλληλογραφίας με πελάτες και γενικά ασκούν γραφειοκρατικές δραστηριότητες. Και αυτή όμως η προσέγγιση δεν φαίνεται να συνάδει με την έννοια του πρακτορείου όπως έχει προσδιοριστεί από τη νομολογία του ΔΕΕ.

Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 στοιχ. ιβ’ και ιγ’ του Ν 4919/2022 (ως προς τους υπόχρεους εγγραφής στο Γ.Ε.ΜΗ.), πέραν των υποκαταστημάτων, επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής της και στα πρακτορεία, ώστε και οι δυο μορφές εγκατάστασης να εγγράφονται στο Γ.Ε.ΜΗ.

Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, θεωρούμε ότι οι έννοιες υποκατάστημα και πρακτορείο αντιμετωπίζονται ως ισοδύναμες, στην πράξη όμως, έχει επικρατήσει η χρήση του όρου «υποκατάστημα» αναφορικά με τη μόνιμη εγκατάσταση που ιδρύει αλλοδαπή εταιρεία στην ημεδαπή και εμφανίζει τα χαρακτηριστικά του ορισμού του ΔΕΕ, όπως αναφέρονται στο κεφάλαιο Ι. Ορισμός - Έννοια και χαρακτηριστικά υποκαταστήματος ανωτέρω. Αντίστοιχα, τόσο η Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 όσο και τα άρθρα 39 και 43 του Ν 4919/2022 αναφέρονται σε διατυπώσεις δημοσιότητας στοιχείων υποκαταστημάτων και δεν γίνεται σχετική αναφορά σε πρακτορεία.

Σελ. 11

Γ. Υποκατάστημα - εμπορικός /αποκλειστικός αντιπρόσωπος / μεσάζων

Σε αντίθεση με το πρακτορείο, η διάκριση του υποκαταστήματος από τον εμπορικό αντιπρόσωπο/πράκτορα είναι ευχερέστερη και έχει νομική σημασία. Ειδικότερα, η έννοια του υποκαταστήματος προϋποθέτει έλεγχο / υπαγωγή στη διεύθυνση της κύριας επιχείρησης κάτι το οποίο μπορεί να απουσιάζει από την έννοια του εμπορικού / αποκλειστικού αντιπροσώπου. Συγκεκριμένα, όπως γίνεται δεκτό στη νομολογία του ΔΕΕ, δεν υφίσταται υποκατάστημα ή πρακτορείο αλλά σχέση εμπορικής αντιπροσωπείας σε περιπτώσεις που αντιπρόσωπος της αλλοδαπής εταιρίας:

1. είναι ανεξάρτητος, δύναται να οργανώνει ελεύθερα τη δραστηριότητά του και να καθορίζει το χρόνο εργασίας του, χωρίς να λαμβάνει σχετικές οδηγίες από την κύρια εγκατάσταση,

2. έχει την ευχέρεια να αντιπροσωπεύει περισσότερες εταιρείες/οίκους που ανταγωνίζονται μεταξύ τους και

3. δεν μετέχει ενεργά στη διεκπεραίωση ή εκτέλεση των υποθέσεων αλλά περιορίζεται κυρίως στη διαβίβαση παραγγελιών στην εταιρεία που αντιπροσωπεύει.

Δ. Υποκατάστημα - Γραφείο αντιπροσωπείας

Τέλος, εκτός από το υποκατάστημα και το πρακτορείο, μπορεί η εταιρεία να διαθέτει «γραφείο αντιπροσωπείας» (representative office, bureau, Büro), το οποίο δεν διαθέτει αυτόνομη δραστηριότητα, αλλά φροντίζει για την επιδίωξη και την προστασία των συμφερόντων της εταιρείας στον τόπο λειτουργίας του, όπως για παράδειγμα τη διεξαγωγή ερευνών της τοπικής αγοράς, παροχή πληροφοριών, διενέργεια διαφημιστικής προσβολής, επαφές με ενδιαφερόμενους, κ.λπ. Στο εθνικό εποπτικό δίκαιο προβλέπεται και η ίδρυση γραφείων αντιπροσωπείας από πιστωτικά ιδρύματα με έδρα στο εξωτερικό. Το αντικείμενο των εν λόγω γραφείων αντιπροσωπείας πιστωτικών ιδρυμάτων είναι όμοιο με τα ανωτέρω και περιλαμβάνει τη συλλογή και παροχή πληροφοριών, τη σύνταξη μελετών, τη διαφημιστική προβολή των πιστωτικών ιδρυμάτων, την εκπροσώπηση των συμφερόντων τους στην Ελλάδα κ.α. Χρήσιμη κα-

Σελ. 12

θοδήγηση για τη διάκριση υποκαταστήματος - γραφείου αντιπροσωπείας πιστωτικού ιδρύματος παρέχεται με την ΕΤΠΘ 211/1/5.12.2005, όπου, μεταξύ άλλων, προβλέπεται ότι σε αντίθεση με το υποκατάστημα, το γραφείο αντιπροσωπείας δεν επιτρέπεται να αναλαμβάνει συμβατική δέσμευση για λογαριασμό του πιστωτικού ιδρύματος ή τη διενέργεια εισπράξεων - πληρωμών για εποπτευόμενες δραστηριότητες.

E. Υποκατάστημα - Μόνιμη Εγκατάσταση/Eγκατάσταση

Η έννοια της μόνιμης εγκατάστασης στο φορολογικό δίκαιο είναι ευρύτερη αυτής του υποκαταστήματος. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 του Ν 4172/2013 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος - ΚΦΕ) ορίζει τη μόνιμη εγκατάσταση ως «καθορισμένο τόπο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μέσω του οποίου διεξάγονται εν όλω ή εν μέρει οι δραστηριότητες της επιχείρησης». Το υποκατάστημα είναι μια μόνο από τις υποπεριπτώσεις μόνιμης εγκατάστασης, σύμφωνα με τον ΚΦΕ (οι οποίες περιλαμβάνουν: τον τόπο της διοίκησης, γραφείο, εργοστάσιο, εργαστήριο και ορυχείο, μεταλλείο, πηγή πετρελαίου ή αερίου, λατομείο ή οποιονδήποτε άλλο τόπο εξόρυξης φυσικών πόρων). Αντίθετα, παρεμφερής με τον ορισμό του υποκαταστήματος αλλοδαπής είναι ο ορισμός της «εγκατάστασης» κατά το πτωχευτικό δίκαιο. Συγκεκριμένα, ως εγκατάσταση για τους σκοπούς του πτωχευτικού δικαίου ορίζεται «ο τόπος στον οποίο ο οφειλέτης ασκεί ή άσκησε, κατά το τρίμηνο πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη κύριας διαδικασίας αφερεγγυότητας, μη προσωρινή οικονομική δραστηριότητα στην οποία χρησιμοποιεί τον ανθρώπινο παράγοντα και περιουσιακά στοιχεία». Επομένως παρουσιάζονται και εδώ τα στοιχεία του ανθρωπίνου παράγοντα, της διάρκειας και του ίδιου εξοπλισμού που εμφανίζονται και ως εννοιολογικά χαρακτηριστικά του υποκαταστήματος αλλοδαπής.

Σελ. 13

IV. Σύσταση

A. Εισαγωγή

Διατάξεις για τη σύσταση και δημοσιότητα υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιρειών περιέχονται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δικαίου (ιδίως αρ. 28α-39 αυτής). Η εν λόγω οδηγία τροποποιήθηκε με την Οδηγία (ΕΕ) 2019/1151 για τη χρήση ψηφιακών εργαλείων στον τομέα του εταιρικού δικαίου. Η τελευταία αυτή οδηγία εισήγαγε κανόνες για την χρήση της τεχνολογίας, μεταξύ άλλων, στις διαδικασίες σύστασης και δημοσιότητας υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιρειών (π.χ. ηλεκτρονική υποβολή στοιχείων, διασύνδεση των κεντρικών και των εμπορικών μητρώων καθώς και των μητρώων εταιρειών των κρατών μελών) με σκοπό την απλοποίηση των εν λόγω διαδικασιών. Προς το σκοπό ενσωμάτωσης στην ελληνική έννομη τάξη της οδηγίας αυτής και ενοποίησης σε έναν νόμο των σχετικών κανόνων σύστασης και δημοσίευσης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) θεσπίστηκε ο Ν 4919/2022 (βλ. την αιτιολογική έκθεση Ν 4919/2022 επί του αρ. 1). Ο Ν 4919/2022 κατήργησε τις αντίστοιχες διατάξεις (85 έως 114) του Ν 4635/2019 (ΦΕΚ Α΄ 167/30.10.2019), περί Γ.Ε.ΜΗ.

Σημειώνεται ότι το Γ.Ε.ΜΗ. συνιστά για τους σκοπούς της Ελλάδας το «μητρώο» που προβλέπει το αρ. 16 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 και επικοινωνεί ηλεκτρονικά με τα λοιπά αντίστοιχα μητρώα των κρατών μελών της ΕΕ μέσω του Συστήματος Διασύνδεσης Μητρώων Επιχειρήσεων (Σ.ΔΙ.ΜΗ.Ε. - Business Registers Interconnection System/B.R.I.S.).

Σελ. 14

Δεδομένου ότι η εν λόγω νομοθεσία μεταφέρει στην ελληνική έννομη τάξη ρυθμίσεις του ευρωπαϊκού δικαίου, η εφαρμογή και ερμηνεία των εν λόγω νομοθετικών διατάξεων θα πρέπει να γίνεται βάσει της αρχής της σύμφωνης με το ενωσιακό δίκαιο ερμηνείας του εθνικού δικαίου.

Σημειώνεται περαιτέρω ότι εκκρεμεί πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/102/ΕΚ και (ΕΕ) 2017/1132 όσον αφορά την περαιτέρω επέκταση και αναβάθμιση της χρήσης ψηφιακών εργαλείων και διαδικασιών στον τομέα του εταιρικού δικαίου. Συγκεκριμένα με την εν λόγω οδηγία (όταν υιοθετηθεί) αναμένεται να απλουστευτεί περαιτέρω η διαδικασία σύστασης υποκαταστήματος αλλοδαπής εταιρείας, αφού το μητρώο σύστασης του υποκαταστήματος αλλοδαπής θα μπορεί να έχει απευθείας πρόσβαση (μέσω συστήματος διασύνδεσης μητρώων) στα δεδομένα της αλλοδαπής εταιρείας που απαιτούνται για τη σύσταση του υποκαταστήματος και είναι δημοσιευμένα στο αρμόδιο για την αλλοδαπή εταιρεία μητρώο. Έτσι δεν θα απαιτείται να προσκομίζονται από την αιτούσα (τη σύσταση υποκαταστήματος) εταιρεία (βλ. νέα προτεινόμενη παράγραφο 5 στο άρθρο 28 της πρότασης Οδηγίας). Επιπλέον με τη νέα Οδηγία αναμένεται να καταργηθεί η υποχρέωση για διατυπώσεις όπως η επισημείωση (apostille) αναφορικά με εταιρικά έγγραφα που εκδίδονται από τα μητρώα εταιρειών.

B. Μορφές εταιρειών που μπορούν να εγκαταστήσουν υποκατάστημα

Στο πλαίσιο των πιο πάνω ρυθμίσεων, αλλοδαπές εταιρείες με μορφές αντίστοιχες με τις ελληνικές ανώνυμες εταιρείες, τις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και τις ετερόρρυθμες εταιρείες αποτελούν τυπικές μορφές εταιρειών που μπορούν να ιδρύουν υποκατάστημα στην ημεδαπή και εμπίπτουν στην υποχρέωση δημοσιότητας του υποκαταστήματος αυτού [βλ. άρθρο 16 παρ. 1(ιβ) και (ιγ) Ν 4919/2022 και άρθρα 29 και 36 σε συνδυασμό με το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132]. Ακόμη, όμως, και πρόσωπα που δεν έχουν τη νομική μορφή που απαριθμείται στο εν λόγω παράρτημα ΙΙ της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 μπορεί να ιδρύουν υποκατάστημα και υποχρεούνται να καταχωρούν στο Γ.Ε.ΜΗ. τα ελληνικά υποκαταστήματα που διατηρούν, εάν μέσω αυτών ενεργούν εμπορικές πράξεις στην Ελλάδα (βλ. περ. ιδ’ παρ. 1 άρθρου 16 του Ν 4919/2022 (πρώην άρθρο 86 παρ. 1, περ. ιδ’ του Ν 4635/2019).

Όσον αφορά στις εταιρείες με έδρα κράτος - μέλος της ΕΕ, η ίδρυση υποκαταστήματος αποτελεί έκφανση της ελευθερίας εγκατάστασης [αρ. 49 επ. της Συνθήκης για

Σελ. 15

τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)]. Σημειώνεται μάλιστα ότι σύμφωνα με νομολογία του ΔΕΕ, αντίκειται στην εν λόγω ελευθερία εγκατάστασης η άρνηση κράτους μέλους να καταχωρήσει υποκατάστημα εταιρείας συσταθείσας σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους (στο οποίο η εταιρεία εδρεύει χωρίς να ασκεί εκεί εμπορική δραστηριότητα) με την αιτιολογία ότι το σύνολο των δραστηριοτήτων της εταιρείας θα ασκείται μέσω του υποκαταστήματος στην χώρα εγκατάστασης αυτού, αποφεύγοντας έτσι τη σύσταση εταιρείας εντός του εν λόγω κράτους (επειδή π.χ. οι εθνικοί κανόνες συστάσεων εταιρειών εντός του κράτους αυτού είναι αυστηρότεροι αναφορικά με την καταβολή ελάχιστου εταιρικού κεφαλαίου). Αντίθετα, έχει κριθεί ότι η επιβολή πληρωμής προκαταβολής επί των εξόδων για τη δημοσίευση υποκαταστήματος δεν αντίκειται στην ενωσιακή ελευθερία εγκατάστασης (ΔΕE υπόθ. C-453/2004, απόφ. της 1.6.2006, Innoventif Limited).

Γ. Προϋποθέσεις - Διαδικασία εγκατάστασης

Σύμφωνα με την παρ. 1 (εδ. α’) του άρθρου 36 του Ν 4919/2022 (πρώην άρθρο 100 του Ν 4635/2019), για την εγκατάσταση υποκαταστήματος στην Ελλάδα, οι αλλοδαπές εταιρείες υποχρεούνται, πριν από την εγκατάστασή του εν λόγω υποκαταστήματος, να καταχωρήσουν στο Γ.Ε.ΜΗ (βλ. και σχετική λίστα στο τέλος του συγγράμματος - CHECKLIST 1 - Δικαιολογητικά για καταχώριση υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιρειών στο Γ.Ε.ΜΗ):

1. τα στοιχεία που απαριθμούνται στις περ. α) έως ζ) του άρθρου 39 του Ν 4919/2022 (πρώην άρθρο 98 του Ν 4635/2019) προκειμένου για υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών που έχουν την έδρα τους στην ΕΕ ή τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ).

Σελ. 16

2. τα στοιχεία που απαριθμούνται στις περ. α) έως η) του άρθρου 43 του Ν 4919/2022 (πρώην άρθρο 99 του Ν 4635/2019) προκειμένου για υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών τρίτων χωρών (εκτός ΕΕ και ΕΟΧ).

Ειδικά για τα υποκαταστήματα αλλοδαπής εταιρείας με έδρα σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβλέπεται ότι η διαδικασία της καταχώρισης των πιο πάνω στοιχείων του άρθρου 39 μπορεί να λάβει χώρα εξ ολοκλήρου διαδικτυακά (online) με την υποβολή ηλεκτρονικής αίτησης και των απαιτούμενων εγγράφων διαδικτυακά, χωρίς να υποχρεώνονται οι αιτούντες να προσέλθουν αυτοπροσώπως ενώπιον των υπηρεσιών Γ.Ε.ΜΗ (παρ. 1 (εδ. γ’) του άρθρου 36 και άρθρο 38 του Ν 4919/2022). Προς το σκοπό αυτό και σε συνέχεια νομοθετικής εξουσιοδότησης με την παρ. 12 του άρθρου 57 του Ν 4919/2022, εκδόθηκε η ΚΥΑ με αρ. 86726/2023 (ΦΕΚ Β’ 5811/4.10.2023) που ορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες για την επιγραμμική καταχώριση των εν λόγω υποκαταστημάτων με έναρξη ισχύος από 1.1.2024.

Αναφορικά με τα στοιχεία που καταχωρούνται πριν την εγκατάσταση του υποκαταστήματος, ορθά ο νομοθέτης, με το Ν 4919/2022, περιορίστηκε στα στοιχεία α) έως ζ) και α) έως η) των άρθρων 39 και 43 αντίστοιχα, ήτοι δεν συμπεριέλαβε στοιχεία που προέβλεπαν παλαιότεροι νόμοι αναφορικά με τη λύση της εταιρείας (όπως στο άρθρο 98 περ. η του Ν 4635/2019) ή το κλείσιμο του υποκαταστήματος (πρώην άρθρο 98 περ. ι’ του Ν 4635/2019), δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά αναφέρονται σε γεγονότα μεταγενέστερα της εγκατάστασης του υποκαταστήματος. Τα στοιχεία αυτά είναι μεν δημοσιευτέα αλλά δεν μπορούν να καταχωρούνται πριν την εγκατάσταση του υποκαταστήματος.

Για την καταχώριση υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιρειών πρέπει να υποβληθούν στο Γ.Ε.ΜΗ τα παρακάτω έγγραφα:

Σελ. 17

• Απόφαση της αλλοδαπής εταιρείας για την ίδρυση υποκαταστήματος στην Ελλάδα και το διορισμό μονίμου εκπροσώπου του υποκαταστήματος στην οποία να προσδιορίζονται:

∙ οι δραστηριότητες του υποκαταστήματος,

∙ η ταχυδρομική διεύθυνσή του,

∙ η επωνυμία του, και

∙ τα ατομικά στοιχεία (όπως ορίζονται στις παρ. 2 και 3 του άρθ. 33 του Ν 4919/2022) του/των νόμιμου/-ων μονίμου/-ων εκπροσώπου/-ων που θα είναι αρμόδιος/-οι για τη δραστηριότητα του υποκαταστήματος, με μνεία της έκτασης των αρμοδιοτήτων του/τους.

• Ιδρυτική πράξη και καταστατικό της αλλοδαπής εταιρείας, αν το καταστατικό αποτελεί αντικείμενο χωριστής πράξης, καθώς και οι τροποποιήσεις των εγγράφων αυτών, όπως ισχύουν κατά την χρονική περίοδο της αίτησης καταχώρισης.

• Πρόσφατη βεβαίωση από το μητρώο της αλλοδαπής εταιρείας, στο οποίο έχει καταχωρισθεί η εταιρεία (Πιστοποιητικό Καλής Λειτουργίας της αρμόδιας αρχής ή του εμπορικού Μητρώου της χώρας προέλευσης της αλλοδαπής εταιρείας) από την οποία να προκύπτει η επωνυμία, η νομική μορφή, η έδρα, το κεφάλαιο και η διοίκηση / εκπροσώπηση της αλλοδαπής εταιρείας.

• Κωδικός Προδέσμευσης της επωνυμίας ή και του διακριτικού τίτλου του υποκαταστήματος, αν υπάρχει. Η συγκεκριμένη διαδικασία πραγματοποιείται μέσω εφαρμογής που είναι διαθέσιμη στον διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ. και διασυνδέεται με το Εθνικό Μητρώο Επωνυμιών και Διακριτικών Τίτλων. Η προδέσμευση αυτή

Σελ. 18

ισχύει για 2 μήνες με δυνατότητα ανανέωσης μία ακόμη φορά πριν τη λήξη του διαστήματος των 2 μηνών (βλ. άρθρα 8 και 9 της υπ.’ αρ. 68281/5.7.2022 υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β’ 3647/11.7.2022)).

• Εξουσιοδότηση προς το πρόσωπο που αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση της διαδικασίας εγγραφής του υποκαταστήματος στο Γ.Ε.ΜΗ. (εφόσον δεν περιλαμβάνεται ήδη στην απόφαση της αλλοδαπής εταιρείας περί ίδρυσης του υποκαταστήματος).

• Αποδεικτικό ηλεκτρονικής υποβολής δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ή δωρεάν παραχώρησης για τον προσδιορισμό της ταχυδρομικής διεύθυνσης του υποκαταστήματος και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (για το σκοπό εγγραφής του υποκαταστήματος στο φορολογικό μητρώο και λήψης Α.Φ.Μ. του υποκαταστήματος από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.) - Το Δικαιολογητικό αυτό υποβάλλεται στο Γ.Ε.ΜΗ μόνο στην περίπτωση διαδικτυακής καταχώρισης υποκαταστήματος αλλοδαπής εταιρείας με έδρα εντός της ΕΕ, καθώς στην περίπτωση αυτή το Γ.Ε.ΜΗ. διαβιβάζει απευθείας το εν λόγω στοιχείο στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Φορολογίας ΤAXIS (μαζί με τα λοιπά απαιτούμενα στοιχεία) προκειμένου το υποκατάστημα να εγγραφεί στο φορολογικό Μητρώο και να λάβει Α.Φ.Μ.

Όσα από τα ανωτέρω δικαιολογητικά εκδίδονται στην αλλοδαπή, πρέπει να έχουν θεώρηση Apostille (σύμφωνα με το Ν 1497/1984 «Κύρωση Σύμβασης που καταργεί την υποχρέωση επικύρωσης των αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων», ΦΕΚ Α’ 188/27.11.1984) ή προξενικής αρχής και να είναι επίσημα μεταφρασμένα στην Ελληνική γλώσσα.

Αναφορικά με τα ελληνικά υποκαταστήματα αλλοδαπής εταιρείας, αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. για την εγγραφή τους είναι η κατά τόπον αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. των

Σελ. 19

επιμελητηρίων. Η κατά τόπον αρμοδιότητα καθορίζεται με βάση την εγκατάσταση του υπόχρεου υποκαταστήματος σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας.

Με την κατά τα ανωτέρω εγγραφή του υποκαταστήματος στο Γ.Ε.ΜΗ., χορηγείται (α) δωδεκαψήφιος μοναδικός αριθμός Γ.Ε.ΜΗ (β) ευρωπαϊκός μοναδικός ταυτοποιητής (EUID) για σκοπούς επικοινωνίας μεταξύ των μητρώων μέσω της πλατφόρμας του συστήματος διασύνδεσης μητρώων επιχειρήσεων Σ.ΔΙ.ΜΗ.Ε. - B.R.I.S. (αρ. 22 του Ν 4919/2022).

Αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. αναφορικά με τα κάτωθι υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών:

1. υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών που λαμβάνουν άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και

2. υποκαταστήματα αλλοδαπών που είναι οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος των περιπτώσεων β` και γ` του ορισμού «Οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος (Public interest entities)» του Παραρτήματος Α`, Ορισμοί, του Ν 4308/2014 (κατά βάση ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και πιστωτικά ιδρύματα)

είναι η αρμόδια Διεύθυνση Εταιρειών της Γενικής Διεύθυνσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.

Δ. Έλεγχος νομιμότητας

Σύμφωνα με το άρθρο 3 (Ορισμοί) περίπτωση ιζ’ του Ν 4919/2022, ως έλεγχος νομιμότητας νοείται ο προληπτικός ουσιαστικός έλεγχος που διενεργείται από τις Υπηρεσίες Γ.Ε.ΜΗ. (Υ.Γ.Ε.ΜΗ.) για τη διαπίστωση της συμφωνίας του περιεχομένου των προς καταχώριση και δημοσίευση πράξεων, με το καταστατικό και με τις διατάξεις αναγκαστικού δικαίου που διέπουν το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο.

Σελ. 20

Ο Ν 4919/2022 προβλέπει υποχρεωτικό έλεγχο νομιμότητας για πράξεις και στοιχεία η δημοσιότητα των οποίων είναι συστατικού χαρακτήρα (δηλαδή είναι αναγκαία προκειμένου να επέλθουν τα έννομα αποτελέσματα των εν λόγω δημοσιευτέων πράξεων). Η καταχώριση υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιρειών στο Γ.Ε.ΜΗ. έχει δηλωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα, όπως αναλύεται και στη συνέχεια στο κεφάλαιο V. Δημοσίοτητα, υποκεφάλαιο ΣΤ. Σημασία της καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. Συνεπώς, η καταχώριση υποκαταστημάτων στο Γ.Ε.ΜΗ. δεν υπόκειται, κατ’ αρχήν, σε έλεγχο νομιμότητας.

Έτσι, η εγκατάσταση υποκαταστημάτων των αλλοδαπών εταιρειών πραγματοποιείται με απλή καταχώριση των απαιτούμενων στοιχείων στο Γ.Ε.ΜΗ. Επομένως, δεν απαιτείται η έκδοση οποιασδήποτε απόφασης εγκατάστασης ή η λήψη άδειας από την αρμόδια Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. ή άλλη αρχή.

Η εγγραφή στο Γ.Ε.ΜΗ. ολοκληρώνεται με την καταχώριση των απαιτούμενων στοιχείων (βλ. ανωτέρω Κεφάλαιο IV Σύσταση, υποκεφάλαιο Γ. Προϋποθέσεις - Διαδικασία εγκατάστασης), στο Μητρώο Επωνυμιών και Διακριτικών Τίτλων και στον φάκελο και με την απόδοση Κωδικού Αριθμού Καταχώρισης (άρθρο 22, παρ. 1 του Ν 4919/2022).

Εξαίρεση στον πιο πάνω κανόνα αποτελούν οι ειδικές προβλέψεις που αναφέρονται σε διατάξεις νόμων σχετικά με την εγκατάσταση αλλοδαπών εταιρειών ειδικού καθεστώτος (π.χ. για τα υποκαταστήματα που ιδρύουν στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων του Ν 4261/2014 με έδρα εντός της ΕΕ απαιτείται σχετική κοινοποίηση προς την Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ τα υποκαταστήματα αντίστοιχων ιδρυμάτων/επιχειρήσεων τρίτων χωρών ή ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων τρίτων χωρών του Ν 4364/2016 λαμβάνουν πρώτα σχετική άδεια).

Back to Top