ΚΩΔΙΚΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ (2 Τόμοι)
Τόμος Πρώτος (Άρθρα 1-39)
Τόμος Δεύτερος (Άρθρα 40-73)
- Εκδοση: 2η 2021
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Σκληρόδετη
- Σελίδες: 2200
- ISBN: 978-960-654-357-9 | 978-960-654-359-3
- Black friday εκδόσεις: 10%
Ο «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας» αποτελεί συλλογική, συστηματική και εις βάθος ερμηνεία του Ν 4174/2013 (ΚΦΔ), προσανατολισμένη στις πρακτικές ανάγκες του εφαρμοστή (δικηγόρο, δικαστή, εισαγγελέα, στέλεχος της Διοίκησης, λογιστή, ελεγκτή κ.λπ.), χωρίς να λείπει, όμως, και η θεωρητική εμβάθυνση στον βαθμό που είναι απαραίτητη για την ανάδειξη του σκοπού των διατάξεων και της ορθότητας των προτεινόμενων λύσεων. Πρόκειται για δίτομο έργο: Ο 1ος τόμος περιλαμβάνει την ερμηνεία των άρθρων 1-39 και ο 2ος την ερμηνεία των υπόλοιπων άρθρων 40-73 και Παράρτημα. Την κατ' άρθρο ερμηνεία διανθίζουν η εκτεταμένη σχετική νομολογία, οι σχετικές διοικητικές λύσεις και βιβλιογραφία, όπως και παραδείγματα κατανόησης όπου κρίνεται απαραίτητο.
Ά τόμος
Περιεχόμενα | |
Πρόλογος 2ης έκδοσης Γρ. Μέντη | Σελ. V |
Πρόλογος 1ης έκδοσης Ε. Αντωνόπουλου | Σελ. VII |
Πρόλογος 1ης έκδοσης Γρ. Μέντη | Σελ. IX |
Συνεργάτες 1ου τόμου (καθ' ύλη) | Σελ. XIII |
Συντομογραφίες | Σελ. XVII |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ | |
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ | |
Άρθ. 1 - Γενικά | Σελ. 1 |
Άρθ. 2 - Πεδίο εφαρμογής | Σελ. 5 |
Άρθ. 3 - Ορισμοί | Σελ. 9 |
Άρθ. 4 - Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων, ανάθεση καθηκόντων και εξουσιοδότηση υπογραφής | Σελ. 24 |
Άρθ. 5 - Κοινοποίηση πράξεων | Σελ. 35 |
Άρθ. 6 - Έντυπα | Σελ. 45 |
Άρθ. 7 - Προθεσμίες | Σελ. 48 |
Άρθ. 8 - Φορολογικός εκπρόσωπος | Σελ. 56 |
Άρθ. 9 - Ερμηνευτικές Εγκύκλιοι και Οδηγίες | Σελ. 62 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ | |
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΜΗΤΡΩΟ | |
Άρθ. 10 - Εγγραφή στο φορολογικό μητρώο | Σελ. 70 |
Άρθ. 11 - Αριθμός φορολογικού μητρώου | Σελ. 91 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ | |
ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΕΝΗΜΕΡΟΤΗΤΑΣ | |
Άρθ. 12 - Αποδεικτικό ενημερότητας και βεβαίωση οφειλής | Σελ. 127 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ | |
ΤΗΡΗΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ | |
Άρθ. 13 - Βιβλία και στοιχεία | Σελ. 161 |
Άρθ. 14 - Πληροφορίες από τον φορολογούμενο | Σελ. 189 |
Άρθ. 15 - Πληροφορίες από τρίτους | Σελ. 231 |
Άρθ. 15Α - Υποχρεωτική ηλεκτρονική διαβίβαση πληροφοριών | Σελ. 310 |
Άρθ. 16 - Στοιχεία και πληροφορίες σε ξένη γλώσσα | Σελ. 315 |
Άρθ. 17 - Διαφύλαξη πληροφοριών - απόρρητο | Σελ. 330 |
Άρθ. 17Α - Κυρώσεις για παραβίαση του φορολογικού απορρήτου | Σελ. 370 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ | |
ΥΠΟΒΟΛΗ ΔΗΛΩΣΕΩΝ | |
Άρθ. 18 - Υποβολή φορολογικής δήλωσης | Σελ. 377 |
Άρθ. 19 - Υποβολή τροποποιητικής φορολογικής δήλωσης | Σελ. 433 |
Άρθ. 20 - Δήλωση με επιφύλαξη | Σελ. 475 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ | |
ΕΝΔΟΟΜΙΛΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ | |
Άρθ. 21 - Φάκελος Τεκμηρίωσης | Σελ. 482 |
Άρθ. 22 - Προέγκριση Μεθοδολογίας Ενδοομιλικής Τιμολόγησης | Σελ. 555 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ | |
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ | |
Άρθ. 23 - Εξουσίες Φορολογικής Διοίκησης | Σελ. 588 |
Άρθ. 24 - Πρόσβαση στα βιβλία και στοιχεία | Σελ. 606 |
Άρθ. 25 - | Σελ. 621 |
Άρθ. 26 - Επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο | Σελ. 647 |
Άρθ. 27 - Μέθοδοι έμμεσου προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης | Σελ. 655 |
Άρθ. 28 - Αποτελέσματα φορολογικού ελέγχου | Σελ. 728 |
Άρθ. 28Α - | Σελ. 785 |
Άρθ. 29 - Αμοιβαία διοικητική συνδρομή | Σελ. 789 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ | |
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΦΟΡΟΥ | |
Άρθ. 30 - Προσδιορισμός φόρου | Σελ. 806 |
Άρθ. 31 - Άμεσος Προσδιορισμός Φόρου | Σελ. 820 |
Άρθ. 32 - Διοικητικός Προσδιορισμός Φόρου | Σελ. 834 |
Άρθ. 33 - Εκτιμώμενος Προσδιορισμός Φόρου | Σελ. 846 |
Άρθ. 34 - Διορθωτικός Προσδιορισμός Φόρου | Σελ. 855 |
Άρθ. 35 - Προληπτικός Προσδιορισμός Φόρου | Σελ. 871 |
Άρθ. 36 - Παραγραφή | Σελ. 882 |
Άρθ. 37 - Έκδοση και κοινοποίηση πράξης προσδιορισμού φόρου | Σελ. 1056 |
Άρθ. 38 - Γενικός κανόνας απαγόρευσης καταχρήσεων | Σελ. 1068 |
Άρθ. 39 - Δικαιολόγηση προσαύξησης περιουσίας | Σελ. 1096 |
Β΄ Τόμος
Περιεχόμενα | |
Πρόλογος 2ης έκδοσης Γρ. Μέντη | Σελ. V |
Πρόλογος 1ης έκδοσης Ε. Αντωνόπουλου | Σελ. VII |
Πρόλογος 1ης έκδοσης Γρ. Μέντη | Σελ. IX |
Συνεργάτες 2ου τόμου (καθ’ ύλη) | Σελ. XIII |
Συντομογραφίες | Σελ. XIX |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ | |
ΕΙΣΠΡΑΞΗ | |
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ | |
AΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ | |
Άρθ. 40 - Αρμόδια όργανα | Σελ. 1157 |
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ | |
ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ | |
Άρθ. 41 - Πληρωμή φόρου | Σελ. 1180 |
Άρθ. 42 - Επιστροφή φόρου | Σελ. 1200 |
Άρθ. 43 - Πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών - τμηματικής καταβολής σε δόσεις | Σελ. 1216 |
Άρθ. 44 - Σειρά εξόφλησης | Σελ. 1233 |
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ | |
MΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ | |
ΕΝΟΤΗΤΑ 1 | |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΣ ΤΙΤΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ | |
Άρθ. 45 - Απαρίθμηση εκτελεστών τίτλων | Σελ. 1235 |
ΕΝΟΤΗΤΑ 2 | |
ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ | |
Άρθ. 46 - | Σελ. 1241 |
ΕΝΟΤΗΤΑ 3 | |
ΜΕΤΡΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ | |
Άρθ. 47 - Ατομική ειδοποίηση καταβολής οφειλής/υπερημερίας | Σελ. 1274 |
Άρθ. 48 - Αναγκαστική εκτέλεση | Σελ. 1285 |
Άρθ. 49 - Λήψη μέτρων σε περίπτωση υπόνοιας καταδολίευσης | Σελ. 1298 |
ΕΝΟΤΗΤΑ 4 | |
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΑ ΕΥΘΥΝΗ | |
Άρθ. 50 - Αλληλέγγυα ευθύνη | Σελ. 1333 |
ΕΝΟΤΗΤΑ 5 | |
ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΦΟΡΩΝ | |
Άρθ. 51 - Παραγραφή είσπραξης φόρων | Σελ. 1391 |
Άρθ. 52 - Αμοιβαία συνδρομή στην είσπραξη απαιτήσεων από φόρους στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης | Σελ. 1414 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ | |
ΤΟΚΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΙΜΑ | |
Άρθ. 53 - Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής | Σελ. 1425 |
Άρθ. 54 - Διαδικαστικές παραβάσεις | Σελ. 1453 |
Άρθ. 54Α - Υποχρεώσεις τρίτων για τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων | Σελ. 1566 |
Άρθ. 54Β - Χρόνος επιβολής τόκων και προστίμων στον ΕΝΦΙΑ | Σελ. 1589 |
Άρθ. 54Γ - Πρόστιμα για παραβάσεις υποχρεώσεων για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών | Σελ. 1595 |
Άρθ. 54Δ - Κυρώσεις για τη μη παροχή πληροφοριών ή στοιχείων από τις ψηφιακές πλατφόρμες της οικονομίας διαμοιρασμού | Σελ. 1603 |
Άρθ. 54Ε - Πρόστιμα για παραβάσεις μη τήρησης λογιστικών αρχείων και μη διαφύλαξης φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών (ΦΗΜ) και φορολογικών μνημών και αρχείων που δημιουργούν οι ΦΗΜ | Σελ. 1612 |
Άρθ. 54ΣΤ - Πρόστιμα για παραβάσεις παραβίασης ή παραποίησης ή επέμβασης στη λειτουργία των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών (ΦΗΜ), καθώς και έκδοσης στοιχείων λιανικής πώλησης από ΦΗΜ, ο οποίος δεν λειτουργεί με εγκεκριμένες προδιαγραφές | Σελ. 1616 |
Άρθ. 54Ζ - Κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με το άρθρο 12 του Ν 2328/1995 | Σελ. 1619 |
Άρθ. 55 - Παραβάσεις φοροδιαφυγής | Σελ. 1622 |
Άρθ. 55Α - Παραπομπή εγκλημάτων φοροδιαφυγής σε ποινική δίκη | Σελ. 1632 |
Άρθ. 56 - Πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς/ ατελούς Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών ή Φακέλου Τεκμηρίωσης Ενδοομιλικών Συναλλαγών | Σελ. 1636 |
Άρθ. 56Α - Πρόστιμα εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς/ ατελούς υποβολής Έκθεσης ανά χώρα και Δηλωτέας Διασυνοριακής Ρύθμισης | Σελ. 1665 |
Άρθ. 57 - | Σελ. 1678 |
Άρθ. 58 - Πρόστιμο ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολής δήλωσης | Σελ. 1681 |
Άρθ. 58Α - Πρόστιμα για παραβάσεις σχετικές με τον φόρο προστιθέμενης αξίας | Σελ. 1708 |
Άρθ. 59 - Πρόστιμα για παραβάσεις σχετικές με παρακρατούμενους φόρους | Σελ. 1729 |
Άρθ. 60 - Παρεμπόδιση, υπόθαλψη και συνέργεια | Σελ. 1746 |
Άρθ. 61 - Απαλλαγή λόγω ανωτέρας βίας | Σελ. 1751 |
Άρθ. 62 - | Σελ. 1790 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ | |
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ - ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΜΟΙΒΑΙΟΥ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ | |
Άρθ. 63 - Ειδική Διοικητική Διαδικασία - Ενδικοφανής προσφυγή | Σελ. 1817 |
Άρθ. 63Α - Διαδικασία Αµοιβαίου Διακανονισµού | Σελ. 1924 |
Άρθ. 63Β - Ακύρωση ή τροποποίηση άμεσου προσδιορισμού φόρου, πράξης προσδιορισμού φόρου και πράξης επιβολής προστίμου | Σελ. 1959 |
Άρθ. 64 - Επαρκής αιτιολογία | Σελ. 1973 |
Άρθ. 65 - Βάρος απόδειξης | Σελ. 1984 |
Άρθ. 65Α - Φορολογικό πιστοποιητικό | Σελ. 1988 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ | |
ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ - ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ | |
Άρθ. 66-71 - | Σελ. 2009 |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ | |
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ | |
Άρθ. 72 - Μεταβατικές διατάξεις | Σελ. 2086 |
Άρθ. 73 - Έναρξη ισχύος | Σελ. 2112 |
Παράρτημα | Σελ. 2113 |
Αλφαβητικό ευρετήριο | Σελ. 2117 |
Σελ. 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Γενικά
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Άρθρο 1. - Γενικά. Ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (εφεξής «ο Κώδικας») καθορίζει τη διαδικασία προσδιορισμού, και είσπραξης των εσόδων του Δημοσίου, που ορίζονται στο άρθρο 2, καθώς και τις διοικητικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με την κείμενη νομοθεσία, η οποία ρυθμίζει τα έσοδα αυτά. [Όπως στο άρθρο 1 η λέξη «βεβαίωσης» διαγράφηκε με το άρθρο 39 παρ. 1 του Ν 4223/2013, ισχύς από 31.12.2013 σύμφωνα με το άρθρο 59 παρ. 1 του ιδίου νόμου.]
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
– Θεοχαροπούλου Ε., Η κατά χρόνον εφαρμογή των φορολογικών νόμων βάσει της διάκρισης μεταξύ ουσιαστικών και διαδικαστικών διατάξεων υπό το φως της νομολογίας του ΣτΕ, ΔΦΝ 2011, 707 επ. – Θεοχαρόπουλος Λ., Φορολογικό δίκαιο, Γενικό, Τόμος Πρώτος, Ημίτομος Α΄, 2002. – Μπακάλης Ε./Πανταζόπουλος Π., Φορολογική διαδικασία - Διαγράμματα - Ερμηνευτικά σχόλια - Υποδείγματα, 2η έκδ. 2018, Νομική Βιβλιοθήκη. – Πανταζόπουλος Π., «βεβαίωση φόρου» εις Λεξικό Νομικής Ορολογίας - Δημόσιο Δίκαιο, έκδ. 2014, Νομική Βιβλιοθήκη. – Τσουρουφλής Α., Η διάκριση μεταξύ ουσιαστικών φορολογικών διατάξεων, ΔΕΕ 2016, 174. – Φορτσάκης Θ./Σαββαΐδου Α./Τσουρουφλής Α./Πανταζόπουλος Π., Φορολογικό Δίκαιο, 6η έκδ. 2020, Νομική Βιβλιοθήκη. – Φωτόπουλος Ι. (συλλογικό), Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, έκδ. 2018. – Gordon R., Law of Tax Administration and Procedure, in V. Thuronyi (ed.)., Tax Law Design and Drafting, vol. I, International Monetary Fund: 1996.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Α. Η θέσπιση του Κώδικα
1Με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας επιχειρείται η θέσπιση ενός ανεξάρτητου συστήματος κανόνων, διαδικαστικών και μη, που διέπει διάφορα στάδια της φορολογικής διαδικασίας αφενός ως προς τις φορολογικές υποχρεώσεις των υποκειμένων των αναφερομένων στον Κώδικα φορολογιών και αφετέρου ως προς τη διαδικασία της είσπραξης των προερχόμενων από φόρους και τέλη δημοσίων εσόδων. Για πρώτη φορά εμπλέκονται στο ίδιο νομοθέτημα διατάξεις που αφορούν παράλληλα φορολογία εισοδήματος, Φ.Π.Α., βιβλία και στοιχεία (νυν λογιστικά αρχεία μετά και την ψήφιση του νόμου για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, του Ν 4308/2014) είσπραξη (ΝΔ 356/1974 Κ.Ε.Δ.Ε), έλεγχο, καθώς και θέματα οργάνωσης. Ο Κώδικας ενσωματώνει και απλοποιεί διάσπαρτες διατάξεις της πρωτογενούς και δευτερογενούς νομοθεσίας που αφορούν τις φορολογικές διαδικασίες, τη σχέση μεταξύ φορολογούμενου και φορολογικής διοίκησης και τις διαδικασίες είσπραξης των φόρων. Συχνά μάλιστα και η
Σελ. 2
ορολογία της φορολογικής διαδικασίας ήταν διαφορετική (π.χ. η ονομασία των φορολογικών καταλογιστικών πράξεων, φύλλο ελέγχου στην φορολογία εισοδήματος, πράξη προσδιορισμού αποτελεσμάτων στον Κ. ΦΠΑ, κ.λπ.). Πρακτικά, δηλαδή, ενοποιεί κάτω από ένα νομοθέτημα, τις διαδικαστικές διατάξεις του παλαιού Ν 2238/1994, του φορολογικού ποινολογίου (Ν 2523/1997, μόνον όσο όμως αυτές αφορούν τις διαδικαστικές κυρώσεις και πλέον μετά τον Ν 4337/2015 και τις ποινικές) και του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων για τα ζητήματα της είσπραξης φόρων, με παραπομπή όμως σε αυτόν, όπου ορίζεται ειδικότερα στον ΚΦΔ.
H θέσπιση του Κώδικα ήταν σαφώς αναγκαία, εντάσσοντας σε ενιαίο κείμενο σχετικές διάσπαρτες διατάξεις διαφόρων νομοθετημάτων. Σε περίπτωση πάντως σύγκρουσης (ρύθμισης) του ίδιου ζητήματος θα εφαρμοστεί ο κανόνας ότι ο νεότερος νόμος (ΚΦΔ) επικρατεί του παλαιότερου, υπό την επιφύλαξη του κανόνα ότι ο ειδικότερος νόμος επικρατεί του γενικότερου. Η νεωτεριστική πνοή του Κώδικα εμφιλοχωρεί στην εισαγωγή νέων και σύγχρονων τρόπων προσδιορισμού του φόρου, στην επαναξιολόγηση των προνομίων του Δημοσίου και στην προσπάθεια επαναθεμελίωσης των σχέσεων μεταξύ της φορολογικής διοίκησης και του φορολογούμενου σε υγιέστερη και δικαιότερη βάση.
Β. Η φορολογική διαδικασία
2Η διαδικασία επομένως προσδιορισμού και είσπραξης των δημοσίων εσόδων, καθώς και οι διοικητικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία προκειμένου να εισπραχθούν τα έσοδα αυτά, αποτελούν το πεδίο εφαρμογής και αντικείμενο του Ν 4174/2013.
Με τον Ν 4223/2013, που επέφερε και εκτεταμένες αλλαγές στον ΚΦΔ και ειδικότερα με το άρθρο 39 παρ. 1, διαγράφηκε η λέξη «βεβαίωσης» από το πεδίο εφαρμογής του νόμου. Με τη βεβαίωση του φόρου νοούνται οι ενέργειες για την επιβολή στον υπόχρεο του φόρου που προσδιορίστηκε σε βάρος του. Εξάλλου, κατά το άρθρο 30 παρ. 1 του ιδίου νόμου, με την πράξη προσδιορισμού του φόρου (νόμιμος τίτλος) που εκδίδεται από τη φορολογική διοίκηση ή από δικαστική απόφαση, έπειτα από άσκηση ενδίκου μέσου ή βοηθήματος, συνιστάται και βεβαιώνεται η φορολογική οφειλή. Η πράξη αυτή καταχωρίζεται ως εισπρακτέο ή επιστρεπτέο ποσό στα βιβλία της φορολογικής διοίκησης για λόγους καθαρά λογιστικής παρακολούθησης και χωρίς η καταχώριση αυτή να αποτελεί προϋπόθεση της νομιμότητας της εισπρακτικής διαδικασίας και στη συνέχεια ο φόρος καταβάλλεται κατά τον χρόνο που επιβάλλει ο οικείος νόμος. Ενώ, πριν τις αλλαγές που επέφερε ο Ν 4223/2013, η βεβαίωση του φόρου γινόταν με δύο πράξεις, αυτής του νόμιμου τίτλου και αυτής της καταχώρισης στα βιβλία εισπρακτέων της φορολογικής αρχής.
Σελ. 3
3Με την απόφαση ΣτΕ ΕΑ 215/2016, η οποία εκδόθηκε στα πλαίσια της διαδικασίας του άρθρου 1 παρ. 2 του Ν 3900/2010, καθώς και την ΔΠρΛαρ 1735/2017, οριοθετείται και αποσαφηνίζεται ο χαρακτήρας της καταχώρισης της οφειλής στο βιβλίο εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης. Συγκεκριμένα επιβεβαιώνεται ότι η εν λόγω καταχώριση γίνεται αποκλειστικά για λόγους παρακολούθησης της οφειλής, χωρίς η καταχώριση να αποτελεί όρο της νομιμότητας της εισπρακτικής διαδικασίας ή της εκτέλεσης και κατ’ επέκταση, η τυχόν ασκούμενη ανακοπή κατά της ρηθείσης πράξης καταχώρισης είναι απαράδεκτη, ως στρεφόμενη κατά μη εκτελεστής πράξης. Κατά την απόφαση, δεν ταυτίζεται η καταχώριση στο βιβλίο εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης με την ταμειακή (εν στενή εννοία) βεβαίωση της οφειλής, αλλά αποτελεί εσωτερική διοικητική διαδικασία χωρίς εκτελεστότητα και χωρίς έννομες συνέπειες, η οποία δεν επιδρά στο σύννομο της εισπρακτικής διαδικασίας που άρχισε ή θα αρχίσει. Μοναδική εκτελεστή πράξη είναι η ατομική ειδοποίηση, η οποία εκδίδεται κατά το στάδιο που προηγείται της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης προκειμένου να εισπραχθεί η οφειλή.
4Τα δημόσια έσοδα ειδικότερα, στα οποία έχει εφαρμογή ο ΚΦΔ, ορίζονται στο άρθρο 2 που έπεται. Το άρθρο 1 δεν αποδίδει ευθέως τον ορισμό της έννοιας της φορολογικής διαδικασίας, επιχειρεί να την προσδιορίσει όμως, κατά ρυθμιστικό περιεχόμενο. Μία από τις επικρατέστερες αποδόσεις της φορολογικής διαδικασίας είναι αυτή που την ορίζει ως το σύνολο των κανόνων, που διέπουν το στάδιο που αρχίζει από την επέλευση της γενεσιουργού αιτίας του φόρου και καταλαμβάνει όλες τις φάσεις βεβαίωσης του φόρου μέχρι το χρονικό σημείο, κατά το οποίο η τυχόν δημιουργούμενη, από τη βεβαίωση του φόρου διαφορά φέρεται ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων.
Γ. Η σηµασία της φορολογικής διαδικασίας
5Η φορολογική διαδικασία παίζει καίριο ρόλο στην ικανοποίηση του δημοσίου συμφέροντος, καθώς οφείλει να παρέχει στα όργανα της φορολογικής διοίκησης τις αναγκαίες ευχέρειες και εξουσίες για την εφαρμογή του νόμου, με σκοπό τον έγκαιρο και ορθό έλεγχο των φορολογικών υποθέσεων και την ταχεία είσπραξη των φορολογικών εσόδων. Ο νομοθέτης, όμως, οφείλει να προβλέπει και τις κατάλληλες ελεγκτικές και εισπρακτικές εξουσίες καθιερώνοντας έτσι επαρκείς εγγυήσεις για τους φορολογούμενους, προκειμένου να διασφαλίζονται τα δικαιώματά τους που απορρέουν από τις θεμελιώδεις βασικές αρχές του φορολογικού δικαίου.
Οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της προστασίας της εµπιστοσύνης του φορολογουµένου, οι οποίες απορρέουν από την αρχή της νοµιµότητας της διοίκησης, δεσµεύουν τα όργανα της φορολογικής αρχής κατά την εφαρµογή των φορολογικών νόµων.
Σελ. 4
Οι συνταγµατικές αυτές αρχές επιβάλλουν εξάλλου τη σαφήνεια και την προβλέψιµη εφαρµογή των εκάστοτε θεσπιζοµένων κανονιστικών ρυθµίσεων και πρέπει να τηρούνται µε ιδιαίτερη αυστηρότητα, όταν πρόκειται για διατάξεις που µπορούν να έχουν σοβαρές οικονοµικές επιπτώσεις στους ενδιαφερόμενους.
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΔΠρΛαρ 1735/2017 «Η πράξη καταχώρισης του τίτλου της φορολογικής οφειλής στα Βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και δεν ταυτίζεται με την ταμειακή βεβαίωση της οφειλής, η οποία προβλεπόταν στον ΚΕΔΕ, πριν από την ισχύ του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. Απαράδεκτη η ανακοπή κατά της πράξης καταχώρισης. Αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και προσβάλλεται παραδεκτά με ανακοπή η ατομική ειδοποίηση. Με την ανακοπή δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας της καταλογιστικής πράξης, που αποτελεί το νόμιμο τίτλο και κατά του οποίου προβλέπεται η άσκηση προσφυγής...» (παρατ. Γ. Μέντη, ΔΔίκη 2018/495).
ΣτΕ ΕΑ 215/2016 «Η προβλεπόμενη από τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας πράξη καταχώρισης του τίτλου της φορολογικής οφειλής στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης δεν ταυτίζεται, κατά τη νομική της φύση, με την ταμειακή (εν στενή εννοία) βεβαίωση της οφειλής προς το Δημόσιο, η οποία προβλέπεται από τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, όπως αυτές ίσχυαν προ της ενάρξεως της ισχύος του ΚΦΔ, αλλά, αποτελούσα, σε αντίθεση με εκείνη, εσωτερική απλώς διοικητική διαδικασία, μη παράγουσα για τον διοικούμενο έννομες συνέπειες, δεν φέρει εκτελεστό χαρακτήρα. Επομένως, δεν χωρεί ανακοπή κατά της ρηθείσας πράξης καταχώρισης».
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ
Σελ. 5
Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Άρθρο 2. - Πεδίο εφαρμογής. 1. Οι διατάξεις του Κώδικα ισχύουν για τα εξής δημόσια έσοδα:
α. Φόρο Εισοδήματος.
β. Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ).
γ. Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ).
δ. Φόρο Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια.
ε. Φόρους, τέλη, εισφορές ή χρηματικές κυρώσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα του Κώδικα και κάθε άλλο φόρο, τέλος, εισφορά ή χρηματική κύρωση για τη βεβαίωση ή είσπραξη των οποίων, κατά την έναρξη ισχύος του Κώδικα, εφαρμόζονται ανάλογα οι αντίστοιχες διατάξεις των φορολογιών των περ. α΄ και β΄.
στ. Χρηματικές κυρώσεις και τόκους, οι οποίοι προβλέπονται από τον Κώδικα. [Όπως το άρθρο 2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 39 παρ. 2 του Ν 4223/2013, ισχύς από 31.12.2013 σύμφωνα με το άρθρο 59 παρ. 1 του ιδίου νόμου.]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
1Ο Ν 4174/2013 - Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας («ΚΦΔ») ρυθμίζει την διαδικασία προσδιορισμού και είσπραξης των φόρων και λοιπών δημοσίων εσόδων που προβλέπονται από το παρόν άρθρο και το Παράρτημα αυτού, ενώ προβλέπει και τις διοικητικές κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την κείμενη νομοθεσία που διέπει τα εν λόγω δημόσια έσοδα.
2Το άρθρο 2 σε συνδυασμό με το Παράρτημα του ΚΦΔ προσδιορίζουν το πεδίο εφαρμογής του εν λόγω νόμου, καθώς προβλέπουν ρητώς τους φόρους που διέπονται από τις διατάξεις του εν λόγω κώδικα. Αυτό συνεπάγεται ότι για κάθε δημόσιο έσοδο, το οποίο δεν περιλαμβάνεται είτε στο συγκεκριμένο άρθρο είτε στο Παράρτημα του ΚΦΔ, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις αυτού περί διαδικασίας είσπραξης, αλλά οι σχετικές διατάξεις του ΝΔ 356/1974 - Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων («ΚΕΔΕ»), μολονότι όλα τα δημόσια έσοδα εισπράττονται από την ΑΑΔΕ.
3Σύμφωνα με τη διάταξη, εκτός από τον φόρο εισοδήματος, τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας («ΦΠΑ»), τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων («ΕΝΦΙΑ»), τον Φόρο Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια και τις χρηματικές κυρώσεις και τόκους που προβλέπονται από τον ΚΦΔ, στο πεδίο εφαρμογής αυτού εμπίπτει και κάθε άλλος φόρος, τέλος, εισφορά ή χρηµατική κύρωση για τη βεβαίωση ή είσπραξη των οποίων, κατά την έναρξη ισχύος του Κώδικα, ετύγχαναν
Σελ. 6
εφαρµογής οι αντίστοιχες διατάξεις της φορολογίας εισοδήµατος και του Φόρου Προστιθέµενης Αξίας. Επομένως, για κάθε έσοδο από τα ανωτέρω για τα οποία ετύγχαναν εφαρμογής οι διατάξεις περί βεβαίωσης και είσπραξης του προοϊσχύσαντος κώδικα φορολογίας εισοδήματος (Ν 2238/1994) και του Κώδικα ΦΠΑ (Ν 2859/2000) εφαρμόζεται πλέον ρητά ο ΚΦΔ.
4Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι περ. γ΄ και δ΄ του άρθρου 2, δηλαδή οι περιπτώσεις του ΕΝΦΙΑ και του Φόρου Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική μορφή της διάταξης, αλλά προστέθηκαν μεταγενέστερα με την παρ. 2 του άρθρου 39 Ν 4223/2013, δυνάμει της οποίας διευρύνθηκε σημαντικά το πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ.
1. Κατηγορίες Εσόδων που δεν καταλαμβάνονται από τον ΚΦΔ
5Ως προελέχθη, ο ΚΦΔ εφαρμόζεται μόνο για τους φόρους/τέλη/έσοδα τα οποία προβλέπονται ρητά σε αυτόν. Αυτό συνεπάγεται ότι για σημαντικό αριθμό δημοσίων εσόδων δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτού, αλλά είτε οι διατάξεις του ΚΕΔΕ, είτε τυχόν ειδικότερες διατάξεις που προβλέπονται από τα οικεία νομοθετήματα.
6Μία σημαντική κατηγορία εσόδων για τα οποία δεν εφαρμόζεται ο ΚΦΔ είναι τα τελωνειακά έσοδα, δηλαδή δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις, τα οποία βεβαιώνονται και εισπράττονται βάσει των διατάξεων του Τελωνειακού Κώδικα (Ν 2960/2001) και συμπληρωματικά βάσει των διατάξεων του ΚΕΔΕ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι για τον ΦΠΑ που εισπράττεται βάσει της τελωνειακής νομοθεσίας εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικα και όχι του ΚΦΔ.
7Άλλες κατηγορίες εσόδων για τη βεβαίωση και είσπραξη των οποίων δεν εφαρμόζεται ο ΚΦΔ είναι ενδεικτικά οι πράξεις που εκδίδονται από τη Φορολογική Διοίκηση σε βάρος φορολογουμένων αναφορικά με τέλη κυκλοφορίας, οι εισφορές που οφείλονται στα ασφαλιστικά ταμεία, πρόστιμα που επιβάλλονται από την τροχαία, την αστυνομία, το λιμενικό, πρόστιμα επιβαλλόμενα από διάφορες ανεξάρτητες αρχές, πρόστιμα επιβαλλόμενα από ΝΠΔΔ και εν γένει τα διοικητικά πρόστιμα και κυρώσεις, ποσά η καταβολή των οποίων στο Δημόσιο επιδικάζεται δυνάμει δικαστικών αποφάσεων κ.ά.
8Ακολουθεί ενδεικτικός κατάλογος περιπτώσεων για τις οποίες έχει κριθεί βάσει νομολογίας των διοικητικών δικαστηρίων και Γνωμοδοτήσεων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους είτε έχει διασαφηνιστεί από τη φορολογική διοίκηση βάσει αποφάσεων ΔΕΔ ή εγκυκλίων ότι εμπίπτουν ή δεν εμπίτουν στο πεδίο του ΚΦΔ:
Σελ. 7
- τα τέλη κυκλοφορίας δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ (ΣτΕ 1610/2020, Πολ. 1014/2017)
- το έγγραφο της ΑΑΔΕ περί ολοκλήρωσης της ΔΑΔ του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Διαιτησίας για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας χωρίς αποτέλεσμα δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ (ΔΕΔ 471/2018)
- η επιβολή κυρώσεων και η διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης του περιβαλλοντικού τέλους πλαστικής σακούλας διέπονται από τις διατάξεις του ΚΦΔ (Πολ. 1091/2018)
- τα ποσοστά και τα ποσά που αποδίδονται στο Ελληνικό Δημόσιο από τα ιδιωτικά Κ.Τ.Ε.Ο. δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ (ΓνωμΝΣΚ 124/2017)
- το τέλος επιτηδεύματος εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ (Πολ. 1080/2016)
- το ποσοστό (5%) επί των νοσηλίων που εισπράττουν οι Μονάδες Χρόνιας Αιμοκάθαρσης (Μ.Χ.Α.) δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ (ΓνωμΝΣΚ 258/2015)
- οι διατάξεις του ΚΦΔ τυγχάνουν εφαρμογής ως προς τη διαδικασία επιστροφής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στους δικαιούχους της παρ. 5 του άρθρου 78 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ΓνωμΝΣΚ 121/2015)
- οι διατάξεις του ΚΦΔ εφαρμόζονται επί αιτήματος αμοιβαίας συνδρομής των άρθρων 295 επ. του N 4072/2012 που αφορά στην είσπραξη, ή στην λήψη ασφαλιστικών μέτρων για την διασφάλιση της είσπραξης, φόρου, καθώς και για τις, παρακολουθηματικού χαρακτήρα, απαιτήσεις της παρ. 2 του άρθρου 296 του Ν 4072/2012, που αφορούν σε φόρους (ΓνωμΝΣΚ 372/2014)
2. Συνάφεια μεταξύ ΚΦΔ και ΚΕΔΕ
9Παρά το γεγονός ότι ο ΚΦΔ και ο ΚΕΔΕ θεσπίζουν διακριτές διαδικασίες αναφορικά με τη βεβαίωση και την είσπραξη των εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής τους, τα δύο αυτά νομοθετήματα παρουσιάζουν και ορισμένα σημεία τομής. Ειδικότερα, η διάταξη του ΚΦΔ περί του αποδεικτικού ενημερότητας καταλαμβάνει κάθε είδους οφειλές προς το Δημόσιο, άρα κι εκείνες για την είσπραξη των οποίων εφαρμόζεται ο ΚΕΔΕ, κι όχι μόνο για τις οφειλές εκείνες που έχουν βεβαιωθεί βάσει του ΚΦΔ
10Συγκεκριμένα έχει γίνει δεκτό ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ, οι οποίες ενόψει του σκοπού αλλά και του γράμματός τους έχουν ευρύτερο ή ιδιαίτερο πεδίο εφαρμογής και το αντικείμενο που ρυθμίζουν δεν συνάπτεται αποκλειστικά με τη διαδικασία προσδιορισμού, βεβαίωσης και είσπραξης των εσόδων του Δημοσίου από τις φορολογίες του άρθρου 2, εφαρμόζονται και για τα έσοδα από τις λοιπές φορολογίες σύμφωνα με το περιεχόμενο της κατ’ ιδίαν διατάξεως. Επομένως, οι διατάξεις του άρθρου 12 ΚΦΔ περί χορήγησης
Σελ. 8
αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας συνιστούν βασικό και γενικής εφαρμογής θεσμικό πλαίσιο που εφαρμόζεται για πάσης φύσεως οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση.
11Αλλά και ο ΚΕΔΕ έρχεται να συμπληρώσει τις διατάξεις του ΚΦΔ, ο οποίες δεν περιλαμβάνει ίδιες διατάξεις για τη διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης. Επομένως, σε περίπτωση εφαρμογής μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του ΚΕΔΕ.
Σελ. 9
Άρθρο 3
Ορισμοί
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Οι ορισμοί - έννοιες με την σύντομη και επεξηγηματική ερμηνεία τους, είθισται να παρατίθενται στην αρχή των νομοθετικών κειμένων, για λόγους νομικής σαφήνειας, συστηματικότητας της διατύπωσης των κειμένων και ομοιόμορφης και ενιαίας χρησιμοποίησής τους για τις ανάγκες του εκάστοτε νομοθετήματος και την αποφυγή παρερμηνειών και αντιφάσεων.
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Άρθρο 3. - Ορισμοί. Για τους σκοπούς του Κώδικα, ισχύουν οι έννοιες των όρων, όπως εκάστοτε ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, εκτός αν τους αποδίδεται ρητώς διαφορετική έννοια στον Κώδικα. Οι παρακάτω ορισμοί ισχύουν για τους σκοπούς του Κώδικα:
α) ως «φορολογούμενος» νοείται:
αα. κάθε πρόσωπο που υποχρεούται να καταβάλλει φόρο, τέλος, εισφορά ή χρηματική κύρωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα ή έχει οποιαδήποτε άλλη φορολογική υποχρέωση ή
ββ. κάθε πρόσωπο που υποχρεούται να παρακρατεί φόρους και να τους αποδίδει στη Φορολογική Διοίκηση·
β) ως «πρόσωπο» νοείται: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε είδους νομική οντότητα·
γ) ως «νομικό πρόσωπο» νοείται: κάθε επιχείρηση ή εταιρεία με νομική προσωπικότητα ή και κάθε ένωση επιχειρήσεων ή εταιρειών με νομική προσωπικότητα·
δ) ως «νομική οντότητα» νοείται: κάθε μόρφωμα εταιρικής ή μη οργάνωσης και κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα που δεν είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, όπως ιδίως συνεταιρισμός, οργανισμός, υπεράκτια ή εξωχώρια εταιρεία, κάθε μορφής εταιρεία ιδιωτικών επενδύσεων, κάθε μορφής καταπίστευμα ή εμπίστευμα ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφής ίδρυμα, σωματείο ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφή προσωπικής επιχείρησης ή οποιαδήποτε οντότητα προσωπικού χαρακτήρα, κάθε μορφής κοινή επιχείρηση, κάθε μορφής εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίου ή περιουσίας ή διαθήκης ή κληρονομίας ή κληροδοσίας ή δωρεάς, κάθε φύσης κοινοπραξία, κάθε μορφής εταιρεία αστικού δικαίου, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρείες, κοινωνίες αστικού δικαίου·
ε) ως «νόμιμη προθεσμία καταβολής» νοείται: το χρονικό διάστημα εντός του οποίου καταβάλλονται οι φόροι και τα πρόστιμα, όπως προβλέπεται στο νόμο που επιβάλλει την αντίστοιχη φορολογία και στις διατάξεις του Κώδικα, ενώ ως «ληξιπρόθεσμα» νοούνται οι φόροι και τα πρόστιμα μετά την παρέλευση του ανωτέρου χρονικού διαστήματος
Σελ. 10
στ) [ε] ως «Φορολογική Διοίκηση» νοείται: η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων·
ζ) [στ] ως «Γενικός Γραμματέας» νοείται: ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων·
η) [ζ] ως «Υπουργός» νοείται ο Υπουργός Οικονομικών·
θ) [η] ως «φορολογικός κάτοικος» νοείται οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρείται φορολογικός κάτοικος, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. [Όπως στην περ. δ΄ του άρθρου 3 οι λέξεις «ανεξαρτήτως νομικής προσωπικότητας» διαγράφηκαν από το άρθρο 39 παρ. 3 του Ν 4223/2013, ισχύς από 31.12.2013 σύμφωνα με το άρθρο 59 παρ. 1 του ιδίου νόμου. Επιπλέον, η περ. ε΄ προστέθηκε και οι πρώην περ. ε΄, στ΄, ζ΄ και η΄ αναριθμήθηκαν σε στ΄, ζ΄, η΄ και θ΄ αντίστοιχα με το άρθρο 39 παρ. 4 του Ν 4223/2013, ισχύς από 31.12.2013 σύμφωνα με το άρθρο 59 παρ. 1 του ιδίου νόμου.]
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
– Αθανασάκη Β., Επιτομή Φορολογικού Δικαίου, Νομική Βιβλιοθήκη, 2018. – Φορτσάκης Θ./Σαββαΐδου Α./Τσουρουφλής Α./Πανταζόπουλος Π., Φορολογικό Δίκαιο, 6η έκδ. 2020, Νομική Βιβλιοθήκη. – Τριάντος Ν., Αστικός Κώδικας - Ερμηνεία κατ’ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2015. – Φουφόπουλος Γ., Eρμηνεία άρθρου 3 Ν 4174/2013, εις Ι. Φωτόπουλος (επ.), Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, 2018.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Α. Ειδικότεροι ορισμοί
1Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 3 του ΚΦΔ, ισχύουν για τους σκοπούς και μόνο του νόμου αυτού. Ο ΚΦΔ παραπέμπει καταρχήν στην εκάστοτε οικεία νομοθεσία για το a priori περιεχόμενο και ρυθμιστικό πεδίο των ορισμών που περιλαμβάνονται στον Κώδικα, εκτός αν ο ΚΦΔ δίνει ρητά άλλη ερμηνεία. Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 3 του ΚΦΔ είναι για τον «φορολογούμενο», το «πρόσωπο», το «νομικό
Σελ. 11
πρόσωπο», «τη νομική οντότητα», τη «νόμιμη προθεσμία καταβολής», τα «ληξιπρόθεσμα», τη «Φορολογική Διοίκηση», τον «Γενικό Γραμματέα», τον «Υπουργό», τον «φορολογικό κάτοικο».
Ορισμούς, όμως, περιέχουν και άλλες κατ’ ιδίαν διατάξεις του Κώδικα, όπως το άρθρο 8 για τον φορολογικό εκπρόσωπο, το άρθρο 11 για τον αριθμό φορολογικού μητρώου, το άρθρο 13 για τα βιβλία και στοιχεία, το άρθρο 30 για τον προσδιορισμό φόρου κ.ά.
2Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 3 τίθεται ο κανόνας πως «για τους σκοπούς του Κώδικα, ισχύουν οι έννοιες των όρων, όπως εκάστοτε ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, εκτός αν τους αποδίδεται ρητώς διαφορετική έννοια στον Κώδικα». Μεθοδολογικά, πρώτα εξετάζεται αν μία διάταξη έχει ειδικό ρυθμιστικό πεδίο και εάν η απάντηση είναι αρνητική, τότε θα εφαρμοστεί ο ορισμός που δίνεται στο άρθρο 3. Συνεπώς, οι έννοιες εφαρμόζονται όπως, γενικώς, γίνονται αποδεκτές από τον νομοθέτη στα κατ’ ιδίαν νομοθετικά κείμενα περί φορολογίας, όπως στους ΚΦΕ, Κ.ΦΠΑ, ΚΕΔΕ, ΚΝΤΧ κ.ά. Ο ίδιος ο Ν 4172/2013, περιέχει ορισμούς όμοιους με αυτούς του ΚΦΔ, όπως «πρόσωπο», «νομικό πρόσωπο», «νομική οντότητα». Μάλιστα το άρθρο 3 του ΚΦΔ παραπέμπει ευθέως στα άρθρα 3 και 4 του ΚΦΕ για την κανονιστική απόδοση της έννοιας «φορολογικός κάτοικος». Σε περίπτωση πάντως ενδεχόμενης σύγκρουσης του κανονιστικού περιεχομένου της διάταξης του άρθρου 3 με κανόνες δικαίου που περιέχονται σε ειδικότερα νομοθετήματα, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η εννοιολογική προσέγγιση του άρθρου 3, για τους σκοπούς του Κώδικα. Αντίθετα, η εννοιολογική προσέγγιση που εκφράζεται σε διάφορο νομοθέτημα λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη, ακόμα και εάν διαφοροποιείται με αντίστοιχη του ΚΦΔ, για τους σκοπούς εκείνου του νομοθετήματος και μόνο. Στην περίπτωση, επίσης, που δεν ορίζεται ειδικώς ένας όρος στον ΚΦΔ και συνεπώς ο νομοθέτης δεν είχε τη βούληση να εξειδικεύσει αυτόν προς σκοπούς του ΚΦΔ, αλλά περιλαμβάνεται ειδικώς αυτός ο όρος σε άλλο, ειδικότερο νομοθέτημα, τότε υπερισχύει ο ειδικός κανόνας.
3Ειδικότερα, ως φορολογούμενος ορίζεται κάθε πρόσωπο που υποχρεούται να καταβάλλει φόρο, τέλος, εισφορά, χρηματική κύρωση ή οποιαδήποτε άλλη φορολογική υποχρέωση, όπως και κάθε πρόσωπο που υποχρεούται να παρακρατεί φόρους. Επομένως, φορολογούμενος είναι κάθε φυσικό, νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που υπέχει στο πλαίσιο της φορολογικής έννομης σχέσης, ενοχική υποχρέωση προς καταβολή ή παρακράτηση και απόδοση φόρου ή προς υποβολή φορολογικής δήλωσης.
Σελ. 12
4Ως πρόσωπο ορίζεται κάθε φυσικό, νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα. Εν προκειμένου, ακολουθείται ο ίδιος ορισμός που δίδεται αντιστοίχως και στο άρθρο 2 του Ν 4172/2013 (ΚΦΕ).
5Ως νομικό πρόσωπο ορίζεται η επιχείρηση ή εταιρεία με νομική προσωπικότητα ή κάθε ένωση αυτών. Το κριτήριο της νομικής προσωπικότητας αποτελεί και το στοιχείο που διακρίνει τα νομικά πρόσωπα από τις νομικές οντότητες.
6Ως νομική οντότητα mutatis mutandis ορίζεται κάθε μόρφωμα ανεξαρτήτως νομικής προσωπικότητας που δεν είναι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο, ιδίως συνεταιρισμός, οργανισμός, υπεράκτια ή εξωχώρια εταιρεία, καταπίστευμα, εμπίστευμα κ.λπ. Στην παρ. δ΄ του άρθρου 2 του ΚΦΕ ορίζεται ως «νομική οντότητα»: κάθε μόρφωμα εταιρικής ή μη οργάνωσης και κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα που δεν είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, όπως ιδίως συνεταιρισμός, οργανισμός, υπεράκτια ή εξωχώρια εταιρεία, κάθε μορφής εταιρεία ιδιωτικών επενδύσεων, κάθε μορφής καταπίστευμα ή εμπίστευμα ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφής ίδρυμα ή σωματείο ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφή προσωπικής επιχείρησης ή οποιαδήποτε οντότητα προσωπικού χαρακτήρα, κάθε μορφής κοινή επιχείρηση, κάθε μορφής εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίου ή περιουσίας ή διαθήκης ή κληρονομίας ή κληροδοσίας ή δωρεάς, κάθε φύσης κοινοπραξία, κάθε μορφής εταιρεία αστικού δικαίου, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρείες, κοινωνίες αστικού δικαίου. Η απαίτηση για νομική προσωπικότητα παρακάμπτεται στην περίπτωση της νομικής οντότητας, ώστε να αναγνωρισθεί ικανότητα δικαίου για φορολογικούς σκοπούς, να αναγνωρισθεί φορολογική αυτοτέλεια δηλαδή, καθώς το μόρφωμα ήδη πληροί το κριτήριο της οικονομικής αυτοτέλειας.
Στην πράξη λόγω της ευρύτητας της διατύπωσης της έννοιας «νομική οντότητα», μεγάλος αριθμός νομικών προσώπων εμπίπτουν τόσο στον ορισμό του νομικού προσώπου όσο και στον ορισμό της νομικής οντότητας.
7Ως νόμιμη προθεσμία καταβολής ορίζεται το χρονικό διάστημα εντός του οποίου καταβάλλονται οι φόροι και τα πρόστιμα, όπως προβλέπεται στο νόμο. Ως ληξιπρόθεσμα νοούνται οι φόροι και τα πρόστιμα μετά την παρέλευση του ανωτέρου διαστήματος.
8Ως Φορολογική Διοίκηση νοείται η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (πρώην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων). Η αναφορά στον ΓΓΔΕ στο νόμο νοείται ως αναφορά στον Διοικητή ΑΑΔΕ. Η ΑΑΔΕ συστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν 4389/2016, ως Ανεξάρτητη
Σελ. 13
Διοικητική Αρχή, χωρίς νομική προσωπικότητα, με σκοπό τον προσδιορισμό, τη βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημόσιων εσόδων, που άπτονται του πεδίου των αρμοδιοτήτων της. Η Αρχή απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά όργανα, κρατικούς φορείς ή άλλες διοικητικές αρχές. Αντίθετα, υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής και τη διαδικασία του άρθρου 4 του Ν 4389/2016. Η έδρα της είναι στην Αθήνα. Από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής καταργείται η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και η θέση του Γενικού Γραμματέα που προΐσταται αυτής.
9Συχνά, ταυτίζεται στον λόγο η έννοια της Φορολογικής Διοίκησης με αυτή της Φορολογικής Αρχής. Ως Φορολογική Αρχή γενικότερα, στο φορολογικό δίκαιο, δεν νοείται μόνο η “stricto sensu’’ αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος ελεγκτική υπηρεσία του φορολογούμενου, αλλά και η Υπηρεσία που έχει γενική προληπτική ελεγκτική αρμοδιότητα πάταξης οικονομικού και φορολογικού εγκλήματος. Ως τέτοια υπηρεσία θεωρείται τόσο το ΣΔΟΕ όσο και η Οικονομική Αστυνομία, η οποία έχει ως αποστολή, μεταξύ άλλων, την πρόληψη, έρευνα και καταστολή εγκλημάτων που αφορούν στη φορολογική εν γένει νομοθεσία, ενώ, δύναται να προβαίνει και σε ελέγχους για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας. Ούτε το ΣΔΟΕ ούτε η Οικονομική Αστυνομία δεν μπορούν να εκδώσουν καταλογιστικές πράξεις επιβολής προστίμων ή φόρων, οι δε εκθέσεις ελέγχου των Υπηρεσιών αυτών έχουν τον χαρακτήρα πληροφοριακών εγγράφων.
10Ως Γραμματείας νοείται ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων. Ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων αντικαταστάθηκε από το Διοικητή ΑΑΔΕ, δυνάμει των άρθρων 14 παρ. 5 του Ν 4389/2016.
11Ως Υπουργός νοείται ο Υπουργός Οικονομικών.
12Ως φορολογικός κάτοικος νοείται οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρείται τέτοιος σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Συνεπώς, για την αληθή κατανόηση και ερμηνεία του όρου πρέπει κάποιος να ανατρέξει στα άρθρα του ΚΦΕ.
Σελ. 14
Β. Ο Οργανισμός και η διάρθρωση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
13Μετά την έναρξη ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (1.1.2014) ως «Φορολογική Διοίκηση» νοούνταν αρχικά η Γενική Γραµµατεία Δηµοσίων Εσόδων (άρθρο 3 § παρ. 1 περ. στ΄ ΚΦΔ), που είχε συσταθεί µε το άρθρο 14 υποπ. Ε.2 του Ν 4093/2012, µε αρµοδιότητα εφαρµογής της πολιτικής στα φορολογικά και τελωνειακά θέµατα.
14Κατόπιν, από 1.1.2017 µε τον Ν 4389/2016 η ΓΓΔΕ καταργήθηκε και ξεκίνησε η λειτουργία της Ανεξάρτητης Αρχής Δηµοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Κατά το άρθρο 41 παρ. 2 του τελευταίου αυτού νόµου, όπου στις κείµενες διατάξεις αναφέρεται ο όρος «Φορολογική Διοίκηση» ή «Γενική Γραµµατεία Δηµοσίων Εσόδων» και οι υπηρεσίες αυτής νοούνται η Αρχή και οι υπηρεσίες αυτής και «Γενικός Γραµµατέας Δηµοσίων Εσόδων» ή «Γενικός Γραµµατέας της Γενικής Γραµµατείας Δηµοσίων Εσόδων» νοούνται ο «Διοικητής» ή το «Συµβούλιο Διοίκησης» της Αρχής, κατά λόγο αρµοδιότητας και σε περίπτωση αµφιβολίας, νοείται ο Διοικητής.
Σύµφωνα µε τον ιδρυτικό της νόµο, η ΑΑΔΕ είναι Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή χωρίς νοµική προσωπικότητα, µε σκοπό τον προσδιορισµό, τη βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δηµοσίων εσόδων, που άπτονται του πεδίου των αρµοδιοτήτων της.
Ειδικότερα, η Αρχή ασκεί όλες τις αρµοδιότητες της Γενικής Γραµµατείας Δηµοσίων Εσόδων που προβλέπονταν την 1.1.2017 στις διατάξεις της υποπαρ. Ε2 της παρ.υ Ε΄ του άρθρου πρώτου του Ν 4093/2012, σε οποιαδήποτε άλλη διάταξη της κείµενης νοµοθεσίας, συµπεριλαµβανοµένων και των κανονιστικών πράξεων του Υπουργού Οικονοµικών, του Αναπληρωτή Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονοµικών, καθώς και τις αρµοδιότητες που τις ανατέθηκαν µε τον Ν 4093/2012 και µε οποιαδήποτε άλλη γενική ή ειδική διάταξη.
15Πιο συγκεκριµένα, η Αρχή έχει, ιδίως, τις ακόλουθες αρµοδιότητες:
α) τον προσδιορισµό, τη βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών και τελωνειακών εσόδων, καθώς και την είσπραξη λοιπών δηµοσίων εσόδων,
β) την παρακολούθηση και τον έλεγχο της πορείας της βεβαίωσης και της είσπραξης των δηµοσίων εσόδων και της εφαρµογής της κείµενης νοµοθεσίας για την είσπραξη δηµοσίων εσόδων,
γ) τη λήψη και την εφαρµογή των αναγκαίων µέτρων για την αποτελεσµατική και αποδοτική λειτουργία των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών υπηρεσιών της, στους τοµείς της καταπολέµησης της φοροδιαφυγής, του λαθρεµπορίου, της φορολογικής απάτης και της παραοικονοµίας, της εφαρµογής των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νοµοθεσίας, της βεβαίωσης και είσπραξης και της βελτίωσης της εισπραξιµότητας των δηµοσίων εσόδων,
Σελ. 15
δ) την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, εγκυκλίων, οδηγιών και λοιπών διοικητικών εγγράφων που αφορούν εν γένει στην ερµηνεία και στην εφαρµογή των διατάξεων της φορολογικής, τελωνειακής και λοιπής νοµοθεσίας που σχετίζεται µε τους τοµείς αρµοδιότητάς της,
ε) την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, εγκυκλίων, οδηγιών, ατοµικών διοικητικών πράξεων και λοιπών διοικητικών εγγράφων που αφορούν σε θέµατα οργάνωσης υπηρεσιών και διαχείρισης των πάσης φύσεως πόρων της,
στ) τη λήψη και την εφαρµογή των αναγκαίων µέτρων για την προστασία της δηµόσιας υγείας, του περιβάλλοντος και των συµφερόντων των καταναλωτών, καθώς και για την συµβολή στην υγιή λειτουργία της αγοράς, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και καινοτοµίας της χηµικής βιοµηχανίας και την παροχή σχετικής επιστηµονικής υποστήριξης σε δικαστικές, αστυνοµικές και λοιπές κρατικές Αρχές και υπηρεσίες,
ζ) το στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδιασµό των δράσεων όλων των υπηρεσιών της και την κατάρτιση στοχοθεσίας και δεικτών απόδοσης,
η) την κατάρτιση των επιµέρους επιχειρησιακών σχεδίων φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών ελέγχων αρµοδιότητάς της και τον προγραµµατισµό ελέγχων για τη διαπίστωση της εφαρµογής της φορολογικής, τελωνειακής και λοιπής νοµοθεσίας αρµοδιότητάς της. Επίσης, την αξιολόγηση και την ιεράρχηση των αιτηµάτων ελέγχου που υποβάλλονται από άλλους φορείς,
θ) τον εντοπισµό φαινοµένων φοροδιαφυγής, λαθρεµπορίου, φορολογικής απάτης, παραεµπορίου και παραοικονοµίας και τον καταλογισµό της διαφεύγουσας φορολογητέας ύλης,
ι) τον εντοπισµό φαινοµένων διαφθοράς, αδιαφανών διαδικασιών, αναποτελεσµατικότητας, χαµηλής παραγωγικότητας και ποιότητας των παρεχόµενων υπηρεσιών και µη τήρησης της νοµιµότητας που τυχόν παρατηρούνται στη λειτουργία και στη δράση των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών υπηρεσιών της,
ια) την εποπτεία και το συντονισµό των ελεγκτικών φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτήν, καθώς και την αξιολόγηση και τον έλεγχο των αποτελεσµάτων της δράσης τους σε σχέση µε την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί µε βάση τον επιχειρησιακό σχεδιασµό ελέγχων και τα προγράµµατα επιχειρησιακής δράσης που έχει καταρτίσει η Αρχή,
ιβ) την εισήγηση νοµοθετικών διατάξεων και µέτρων για την ενίσχυση της φορολογικής και τελωνειακής συµµόρφωσης και την υποβολή προτάσεων για τη βελτίωση και την επιτάχυνση της εισπραξιµότητας των δηµοσίων εσόδων,
ιγ) τη διατύπωση απλής γνώµης για σχέδια νόµων που ρυθµίζουν ζητήµατα εµπίπτοντα στο πεδίο των αρµοδιοτήτων της
ιδ) το συντονισµό και τη συνεργασία µε άλλους φορείς και αρχές στα πλαίσια της άσκησης των ανωτέρω αρµοδιοτήτων.
Σελ. 16
ιε) την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισµού των δαπανών της,
ιστ) την κατάρτιση και εκτέλεση προγράµµατος προµηθειών για την οµαλή λειτουργία των υπηρεσιών της, εξαιρουµένης της προµήθειας κεντρικού εξοπλισµού πληροφορικής και του συστηµικού λογισµικού πληροφορικής που απαιτείται για τη χρήση του, που εκτελείται από την αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονοµικών, σύµφωνα µε τις διαδικασίες που περιγράφονται στην εκάστοτε ισχύουσα Συµφωνία Επιπέδου Εξυπηρέτησης. Η προµήθεια περιφερειακού τερµατικού εξοπλισµού και του λογισµικού που τον συνοδεύει γίνεται από την Αρχή σύµφωνα µε τις ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζει η αρµόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονοµικών και δύναται να διενεργείται από αυτήν κατόπιν αιτήµατος του Διοικητή της Αρχής,
ιζ) την κατάρτιση συµβάσεων για τα έργα της Αρχής,
ιη) την εποπτεία των φορέων που λειτουργούν στην Αρχή και τη διαχείριση, παρακολούθηση και αξιοποίηση των ειδικών λογαριασµών που αφορούν την Αρχή ή λειτουργίες αυτής. Ως φορείς και ειδικοί λογαριασµοί νοούνται ο Ειδικός Λογαριασµός Τελωνείων, η αρµοδιότητα παρακολούθησης και αξιοποίησης του οποίου µεταβιβάσθηκε στον Γενικό Γραµµατέα Δηµοσίων Εσόδων µε την υπ’ αριθµ. Δ6Α 1145867/2013 ΑΥΟ (Β΄ 2417) και το Ειδικό Ταµείο Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας Αλκοόλης - Αλκοολούχων Ποτών (Ε.Τ.Ε.Π.Α.Α.) η αρµοδιότητα εποπτείας του οποίου µεταβιβάσθηκε στον Γενικό Γραµµατέα Δηµοσίων Εσόδων µε την υπ’ αριθµ. Δ6Α 1015213/2013 ΑΥΟ (Β΄ 130), καθώς και κάθε άλλος ειδικός λογαριασµός ή φορέας του οποίου η διαχείριση ή εποπτεία, αντίστοιχα, τυχόν ανατεθεί στην Αρχή στο µέλλον,
ιθ) την ανάπτυξη, επικαιροποίηση, συντήρηση, λειτουργία και χρήση του λογισµικού εφαρµογών των πληροφοριακών συστηµάτων ή την προµήθειά του, που είναι απαραίτητη για την απρόσκοπτη και αποτελεσµατική άσκηση των αρµοδιοτήτων της και την ασφάλεια και διαχείριση των δεδοµένων που προέρχονται από τις δραστηριότητές της, όπως ιδίως λογισµικού εφαρµογών που υποστηρίζουν τις κύριες αρµοδιότητες των Φορολογικών και των Τελωνειακών υπηρεσιών και του Γενικού Χηµείου του Κράτους,
κ) την παροχή και υποστήριξη ηλεκτρονικών υπηρεσιών προς τον πολίτη, τις επιχειρήσεις, τους φορείς του δηµόσιου τοµέα για τη διευκόλυνση των συναλλαγών, τη µείωση της γραφειοκρατίας, την απλούστευση των διαδικασιών και την επίτευξη φορολογικής δικαιοσύνης και διαφάνειας,
κα) τον καθορισµό της τεχνολογικής στρατηγικής της, ως προς το σχεδιασµό και την ανάπτυξη εφαρµογών και των υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης,
κβ) κάθε άλλη ενέργεια που είναι απαραίτητη στο πλαίσιο άσκησης των αρµοδιοτήτων της.
16Η ΑΑΔΕ εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Διοικητή της και παρίσταται αυτοτελώς, εκπροσωπώντας το Δηµόσιο, σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείµενο
Σελ. 17
πράξεις ή παραλείψεις της ή τις έννοµες σχέσεις που την αφορούν. Ο Διοικητής της ΑΑΔΕ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεσµεύεται µόνο από το νόµο και τη συνείδησή του και δεν υπόκειται σε ιεραρχικό έλεγχο ούτε σε διοικητική εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές ή άλλον δηµόσιο ή ιδιωτικό οργανισµό. Ο Διοικητής απολαµβάνει προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, ενώ η Αρχή δεν υπόκειται σε ιεραρχικό έλεγχο ή εποπτεία από τον Υπουργό Οικονοµικών.
Απευθείας στο Διοικητή της ΑΑΔΕ υπάγονται η Κεντρική Υπηρεσία, η οποία αποτελείται από τέσσερεις Διευθύνσεις (τη Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασµού και Οικονοµικής Διοίκησης, τη Διεύθυνση Διεθνών Οικονοµικών Σχέσεων, τη Διεύθυνση Νοµικής Υποστήριξης και τη Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδηµία) και δύο Αυτοτελή Τµήµατα (το Αυτοτελές Τµήµα Συντονισµού Μεταρρυθµιστικών Δράσεων και Επικοινωνίας και το Αυτοτελές Τµήµα Ασφάλειας), καθώς και οι Ειδικές Αποκεντρωµένες Υπηρεσίες και ειδικότερα η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων, η Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου και η Διεύθυνση Προγραµµατισµού και Αξιολόγησης Ελέγχων και Ερευνών και οι Υπηρεσίες Ερευνών και Διασφάλισης Δηµοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ).
17Η Κεντρική Υπηρεσία της ΑΑΔΕ αποτελείται από:
α) τη Γενική Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναµικού.
β) τη Γενική Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
γ) τη Γενική Διεύθυνση Οικονοµικών Υπηρεσιών.
δ) τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης.
ε) τη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης και
στ) τη Γενική Διεύθυνση Γενικού Χηµείου του Κράτους.
i. Οι Ειδικές Αποκεντρωµένες Υπηρεσίες της ΑΑΔΕ
18Η Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης έχει τις κάτωθι ειδικές αποκεντρωµένες υπηρεσίες:
α) την Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης (ΕΜΕΙΣ)
Σελ. 18
β) το Κέντρο Είσπραξης Οφειλών (ΚΕΟΦ) Αττικής
γ) το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ)
δ) το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουµένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ)
ε) τέσσερις φορολογικές περιφέρειες, επιπέδου Διεύθυνσης, υπαγόµενες απευθείας στον Προϊστάµενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης (Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης και Πατρών).
19Tα Ελεγκτικά Κέντρα του άρθρου 3, παρ. 1 του Ν 2343/1995 και του άρθρου 23 του Ν 3259/2004 υπάγονται στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δηµόσιων Εσόδων (άρθρο 55 του Ν 4002/2011).
20Η Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης (ΕΜΕΙΣ). Η ΕΜΕΙΣ είναι Ειδική Αποκεντρωµένη Υπηρεσία, και έχει έδρα τον νοµό Αττικής. Επιχειρησιακοί στόχοι της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης είναι: (α) Η είσπραξη των οφειλών, οπουδήποτε στην επικράτεια, που καθορίζονται ως ιδιαίτερα σηµαντικού ύψους, όπως οι οφειλές και οι οφειλέτες καθορίζονται και ανακαθορίζονται, µε απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ. (β) Η επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών, οπουδήποτε στην επικράτεια, µε την λήψη στοχευµένων µέτρων για οφειλές και οφειλέτες που καθορίζονται, αρµοδίως, µε συγκεκριµένα κριτήρια. (γ) Η διαχείριση χαρτοφυλακίου οφειλών ανεπίδεκτων είσπραξης.
21Το Κέντρο Είσπραξης Οφειλών (ΚΕΟΦ) Αττικής. Από 1-11-2019 συστάθηκε η ειδική αυτή αποκεντρωµένη υπηρεσία, που στόχο έχει την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών, οπουδήποτε στην επικράτεια, όπως οι οφειλές εξειδικεύονται, καθορίζονται και ανακαθορίζονται µε απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δηµοσίων Εσόδων, την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών, οπουδήποτε στην επικράτεια, µε τη λήψη στοχευµένων µέτρων για οφειλές που καθορίζονται, αρµοδίως, µε συγκεκριµένα κριτήρια και τη διαχείριση χαρτοφυλακίου οφειλών ανεπίδεκτων είσπραξης. Το Κέντρο είναι αρµόδιο για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών, οπουδήποτε στην επικράτεια, οφειλετών που υπάγονται σε οποιαδήποτε ΔΟΥ της Περιφέρειας Αττικής, παράλληλα µε τις κατά τόπον αρµόδιες ΔΟΥ, οι οποίες εξακολουθούν να έχουν αρµοδιότητα για την επιδίωξη είσπραξης των οφειλών αρµοδιότητάς τους.
22Το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ). Με τον Ν 4141/2013 προβλέφθηκε η σύσταση και άλλης ειδικής αποκεντρωµένης υπηρεσίας φορολογικού ελέγχου. Ειδικότερα, προβλέφθηκε η µετατροπή της ΔΟΥ Μεγάλων Επιχειρήσεων σε ειδική αποκεντρωµένη υπηρεσία και η µετονοµασία της σε Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ). Το ΚΕΜΕΕΠ έχει έδρα στο δήµο Αθηναίων και η κατά τόπο αρµοδιότητά του εκτείνεται σε όλη την επικράτεια. Το ΚΕΜΕΕΠ έχει τις αρµοδιότητες που
Σελ. 19
προβλέπονται στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 34 του Ν 4141/2013 (Α΄ 81), όπως εκάστοτε ισχύουν. Οι µεγάλες επιχειρήσεις καθορίζονται ή ανακαθορίζονται µε αποφάσεις του Διοικητή της ΑΑΔΕ.
23Το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουµένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ). Το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουµένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ) συστάθηκε ως ειδική αποκεντρωµένη υπηρεσία φορολογικού ελέγχου επιπέδου Διεύθυνσης µε το Ν 4141/2013. Το ΚΕΦΟΜΕΠ έχει έδρα στο δήµο Αθηναίων και η κατά τόπον αρµοδιότητά του εκτείνεται σε όλη την επικράτεια. Το ΚΕΦΟΜΕΠ έχει για τους φορολογουµένους µεγάλου πλούτου όλης της Επικράτειας τις αρµοδιότητες που προβλέπονται στις διατάξεις των υποπερ. αα΄ και ββ΄ της περ. α΄ και της περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 34 του Ν 4141/2013, όπως εκάστοτε ισχύουν. Στο ΚΕΦΟΜΕΠ έχουν µεταφερθεί και οι αρµοδιότητες που αφορούν στη βεβαίωση και στην αναγκαστική είσπραξη για τα έσοδα που προέρχονται από ελέγχους του ΚΕΦΟΜΕΠ.
24Φορολογικές Περιφέρειες. Οι Φορολογικές Περιφέρειες είναι Ειδικές Αποκεντρωµένες Υπηρεσίες. Οι επιχειρησιακοί στόχοι των Φορολογικών Περιφερειών είναι:
(α) Η αποτελεσµατική εποπτεία των υπαγόµενων στην χωρική τους αρµοδιότητα Δ.Ο.Υ., συµπεριλαµβανοµένων και των Γραφείων Εξυπηρέτησης Φορολογουµένων (Γ.Ε.Φ.) αυτών, καθώς και ο συντονισµός και η καθοδήγηση των Προϊσταµένων των Δ.Ο.Υ. για την καλύτερη λειτουργία αυτών και των Γ.Ε.Φ. τους.
(β) Ο αποτελεσµατικός σχεδιασµός και η υποβολή προτάσεων προς το Γραφείο Υποστήριξης του Προϊσταµένου της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, για την εύρυθµη λειτουργία των Δ.Ο.Υ., η αξιολόγηση των λειτουργικών αναγκών αυτών και των αναγκών τους σε προσωπικό, η ανίχνευση των εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού τους και η υποβολή προτάσεων προς το ίδιο Γραφείο για την επιµόρφωση αυτού.
(γ) Η παρακολούθηση της επίτευξης των ποσοτικών στόχων των Δ.Ο.Υ, που υπάγονται στην χωρική τους αρµοδιότητα και εν γένει των στόχων του Επιχειρησιακού Σχεδίου της Α.Α.Δ.Ε., που αφορούν σε αυτές, καθώς και η υποβολή προτάσεων αναπροσαρµογής αυτών στο Γραφείο Υποστήριξης του Προϊσταµένου της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, η γενικότερη αξιολόγηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσµατικότητας των Δ.Ο.Υ. και η υποβολή προτάσεων για θέµατα οργάνωσης αυτών στο ίδιο Γραφείο.
(δ) Η αποτελεσµατική συµβολή στην διασφάλιση της ορθής, ενιαίας και οµοιόµορφης εφαρµογής της φορολογικής και συναφούς νοµοθεσίας, µε την παροχή οδηγιών στις Δ.Ο.Υ. της χωρικής τους αρµοδιότητας και η επίλυση σχετικών θεµάτων που ανακύπτουν
Σελ. 20
σε αυτές ή η προώθησή τους στις αρµόδιες Διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, µε προτάσεις για την επίλυσή τους.
ii. Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες της ΑΑΔΕ
25Η Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης. Η Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης σκοπό έχει µεταξύ άλλων την προστασία των εθνικών και των ενωσιακών οικονοµικών συµφερόντων και τη συλλογή και αύξηση των δηµοσίων εσόδων, µέσω της καταπολέµησης του λαθρεµπορίου, της διευκόλυνσης του νόµιµου εµπορίου και της αποτελεσµατικής εφαρµογής της τελωνειακής νοµοθεσίας. Αποτελείται από τις Διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας, τις Ειδικές Αποκεντρωµένες Υπηρεσίες και τις Περιφερειακές Υπηρεσίες.
Η Κεντρική Υπηρεσία της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης αποτελείται από τις κάτωθι Διευθύνσεις.
α) Διεύθυνση Δασµολογικών Θεµάτων και Τελωνειακών Οικονοµικών Καθεστώτων
β) Διεύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών
γ) Διεύθυνση Στρατηγικής Τελωνειακών Ελέγχων και Παραβάσεων
δ) Διεύθυνση ΕΦΚ και ΦΠΑ
ε) Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Τελωνείου.
26Οι Ειδικές Αποκεντρωµένες Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης: οι Τελωνειακές Περιφέρειες. Οι Τελωνειακές Περιφέρειες Αττικής, Θεσσαλονίκης και Αχαΐας είναι Υπηρεσίες επιπέδου Διεύθυνσης και υπάγονται στην Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ε.Φ.Κ.
Οι επιχειρησιακοί στόχοι των Τελωνειακών Περιφερειών είναι:
(α) Η εποπτεία, ο έλεγχος και ο συντονισµός των υπαγόµενων στην χωρική τους αρµοδιότητα Τελωνείων, ο σχεδιασµός και η υποβολή προτάσεων προς το Αυτοτελές Τµήµα Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. για την εύρυθµη λειτουργία αυτών, η αξιολόγηση των λειτουργικών αναγκών των Τελωνείων και των αναγκών τους σε προσωπικό, η ανίχνευση των εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού των Τελωνείων και η υποβολή προτάσεων στο ανωτέρω Αυτοτελές Τµήµα για την επιµόρφωσή του.
(β) Η παρακολούθηση της επίτευξης των ποσοτικών στόχων των Τελωνείων και η υποβολή προτάσεων αναπροσαρµογής αυτών στο Αυτοτελές Τµήµα Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ., η γενικότερη αξιολόγηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσµατικότητας των Τελωνείων και η υποβολή, στο ίδιο Αυτοτελές Τµήµα, προτάσεων για θέµατα οργάνωσης αυτών.