ΝΟΜΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΞΕΝΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ
Μεταφραστικές Ασκήσεις & Νομική Ορολογία
Αγγλικά - Γαλλικά - Γερμανικά
- Έκδοση: 2020
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 584
- ISBN: 978-960-654-178-0
- Black friday εκδόσεις: 10%
Το έργο «Νομικά Κείμενα Ξένων Γλωσσών» βοηθάει τον αναγνώστη να αποκτήσει μεγαλύτερη ευχέρεια στη χρήση της αγγλικής, γαλλικής και γερμανικής νομικής γλώσσας-ορολογίας, διευκολύνοντάς τον στην επαγγελματική του καθημερινότητα και στην επίτευξη συγκεκριμένων στόχων (π.χ. εξετάσεις ΕΣΔΙ). Περιλαμβάνει πολυάριθμα κείμενα (τόσο προς μετάφραση από ή προς την ξένη γλώσσα όσο και ασκήσεις γλώσσας, νομικής ορολογίας και συντακτικού), ταξινομημένα ανά γλώσσα μελέτης και ανά κλάδο δικαίου, που συνοδεύονται από πίνακα δίγλωσσης απεικόνισης και pinpoints μεταφραστικής ορολογίας, ενώ στο τέλος κάθε κεφαλαίου υπάρχει θεματικό γλωσσάρι. Απευθύνεται σε φοιτητές, δικηγόρους και εν γένει νομικούς, καθώς επαγγελματίες άλλων κλάδων που ενδιαφέρονται για την ξενόγλωσση νομική ορολογία.
Περιεχόμενα | |
Πρόλογος | Σελ. V |
Μέρος Πρώτο ΑΓΓΛΙΚΑ | |
Κεφάλαιο 1 – Εισαγωγή στην Αγγλική Νομική Γλώσσα και Ορολογία | Σελ. 3 |
Κεφάλαιο 2 – Συστήματα δικαίου | Σελ. 19 |
Κεφάλαιο 3 – Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης | Σελ. 34 |
Κεφάλαιο 4 – Ανθρώπινα Δικαιώματα | Σελ. 43 |
Κεφάλαιο 5 – Γενικές αρχές δικαίου | Σελ. 54 |
Κεφάλαιο 6 – Διεθνείς Συμβάσεις - Διεθνείς Οργανισμοί | Σελ. 65 |
Κεφάλαιο 7 – Εργατικό Δίκαιο - Κοινωνική Ασφάλιση | Σελ. 84 |
Κεφάλαιο 8 – Προσωπικά δεδομένα | Σελ. 97 |
Κεφάλαιο 9 – Αστικό Δίκαιο | Σελ. 105 |
Κεφάλαιο 10 – Εμπορικό Δίκαιο | Σελ. 118 |
Κεφάλαιο 11 – Πολιτική Δικονομία | Σελ. 138 |
Κεφάλαιο 12 – Ποινικό Δίκαιο | Σελ. 154 |
Κεφάλαιο 13 – Ποινική Δικονομία | Σελ. 169 |
Κεφάλαιο 14 – Συνταγματικό Δίκαιο | Σελ. 178 |
Κεφάλαιο 15 – Διοικητικό Δίκαιο | Σελ. 189 |
Κεφάλαιο 16 – Διοικητική Δικονομία | Σελ. 201 |
Κεφάλαιο 17 – Φορολογικό Δίκαιο | Σελ. 210 |
Κεφάλαιο 18 – Δημοσιονομικό Δίκαιο | Σελ. 219 |
Κεφάλαιο 19 – Άσυλο - Μετανάστευση | Σελ. 227 |
Κεφάλαιο 20 – Νομικά επαγγέλματα | Σελ. 235 |
Μέρος Δεύτερο Γαλλικά | |
Τμήμα Α´ Βασικά κείμενα και λεξιλόγιο και για τις δύο κατευθύνσεις | |
Kεφάλαιο 1 – Εισαγωγή στη Γαλλική Νομική Ορολογία | Σελ. 249 |
Kεφάλαιο 2 – Συστήματα Δικαίου | Σελ. 257 |
Kεφάλαιο 3 – Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης | Σελ. 267 |
Kεφάλαιο 4 – Ανθρώπινα Δικαιώματα | Σελ. 278 |
Kεφάλαιο 5 – Γενικές αρχές δικαίου | Σελ. 288 |
Kεφάλαιο 6 – Εργατικό Δίκαιο | Σελ. 299 |
Kεφάλαιο 7 – Προσωπικά Δεδομένα | Σελ. 309 |
Τμήμα Β´ Εμβάθυνση ανά κατεύθυνση | |
Ι. ΠΟΛΙΤΙΚΗ-ΠΟΙΝΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ | |
Kεφάλαιο 1 – Αστικό Δίκαιο | Σελ. 321 |
Kεφάλαιο 2 – Εμπορικό Δίκαιο | Σελ. 331 |
Kεφάλαιο 3 – Πολιτική Δικονομία | Σελ. 339 |
Kεφάλαιο 4 – Ποινικό Δίκαιο | Σελ. 352 |
Kεφάλαιο 5 – Ποινική Δικονομία | Σελ. 362 |
ΙΙ. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ | |
Kεφάλαιο 1 – Συνταγματικό Δίκαιο | Σελ. 373 |
Kεφάλαιο 2 – Διοικητικό Δίκαιο | Σελ. 381 |
Kεφάλαιο 3 – Διοικητική Δικονομία | Σελ. 390 |
Kεφάλαιο 4 – Φορολογικό Δίκαιο | Σελ. 400 |
Kεφάλαιο 5 – Δημοσιονομικό Δίκαιο | Σελ. 409 |
Kεφάλαιο 6 – Άσυλο - Μετανάστευση | Σελ. 419 |
Μέρος Τρίτο ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ | |
Κεφάλαιο 1 – Ευρωπαϊκό Δίκαιο - Εuroparecht | Σελ. 433 |
Κεφάλαιο 2 – Συνταγματικό Δίκαιο - Verfassungsrecht | Σελ. 442 |
Κεφάλαιο 3 – Συνταγματικό Δικονομικό Δίκαιο - Verfassungsprozessrecht | Σελ. 452 |
Κεφάλαιο 4 – Διοικητικό Δίκαιο - Verwaltungsrecht | Σελ. 461 |
Κεφάλαιο 5 – Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο - Verwaltungsprozessrecht | Σελ. 470 |
Κεφάλαιο 6 – Γενικό Ποινικό Δίκαιο - Strafrecht Allgemeiner Teil | Σελ. 479 |
Κεφάλαιο 7 – Ειδικό Ποινικό Δίκαιο - Strafrecht Besonderer Teil | Σελ. 490 |
Κεφάλαιο 8 – Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο - Strafprozessrecht | Σελ. 500 |
Κεφάλαιο 9 – Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου - Allgemeiner Teil des Bürgerlichen Rechts | Σελ. 511 |
Κεφάλαιο 10 – Ενοχικό Δίκαιο - Schuldrecht | Σελ. 520 |
Κεφάλαιο 11 – Εμπράγματο Δίκαιο - Sachenrecht | Σελ. 528 |
Κεφάλαιο 12 – Οικογενειακό Δίκαιο - Familienrecht | Σελ. 536 |
Κεφάλαιο 13 – Κληρονομικό Δίκαιο - Erbrecht | Σελ. 545 |
Κεφάλαιο 14 – Αστικό Δικονομικό Δίκαιο - Zivilprozessrecht | Σελ. 554 |
Κεφάλαιο 15 – Εμπορικό και Εταιρικό Δίκαιο - Handels-und Gesellschaftsrecht | Σελ. 563 |
Σελ. 1
Μέρος Πρώτο
ΑΓΓΛΙΚΑ
Σελ. 3
Κεφάλαιο 1
Εισαγωγή στην Αγγλική Νομική Γλώσσα και Ορολογία
Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Α. Αγγλική Νομική Γλώσσα και Ορολογία - Χαρακτηριστικά και ιδιαιτερότητες
1. Για τους σκοπούς του παρόντος εγχειριδίου, ως «αγγλική νομική γλώσσα και ορολογία» χαρακτηρίζεται η τεχνική γλώσσα και, αντιστοίχως, το σύνολο των εξειδικευμένων όρων που, αφενός μεν, χρησιμοποιείται για τη σύνταξη κειμένων νομικού περιεχομένου και, αφετέρου, αξιοποιείται για την κατανόηση και για τη μετάφραση των κειμένων αυτών στον γλωσσικό συνδυασμό EN-EL και EL-EN. Γενικότερα, ανεξάρτητα από την εμπλοκή ή μη περισσότερων γλωσσών, ο όρος νομική γλώσσα υποδηλώνει «μία ή περισσότερες ιδιαίτερες από σημασιολογική, εκφραστική και ορολογική, ενίοτε δε και από συντακτική και μορφολογική άποψη, κατηγορίες» ενός «γλωσσικού κώδικα» που έχει αναπτυχθεί και έχει καθιερωθεί να χρησιμοποιείται από τους νομικούς (νομοθέτες, επαγγελματίες, ακαδημαϊκούς, δικαστικούς λειτουργούς κ.λπ.) για τους σκοπούς της συντάξεως των κανόνων δικαίου, της δικαστικής και εξωδικαστικής εφαρμογής τους, της διατυπώσεως συναφών θεωρητικών απόψεων, καθώς και της συνεννοήσεως στο πλαίσιο του συνόλου των έννομων σχέσεων. Αντιστοίχως, η νομική ορολογία αποτελεί υποσύνολο της νομικής γλώσσας, καθώς πρόκειται για ένα «δομημένο σύνολο όρων που αντιπροσωπεύουν το σύστημα εννοιών της νομικής επιστήμης» και εμπίπτουν στο αντικείμενο μελέτης της Ορολογίας ως επιστήμης.
2. Η αγγλική νομική ορολογία συνιστά «ορολογία μιας οικείας γλώσσας, ενός όμως μη οικείου δικαίου», για τη μελέτη της οποίας πρέπει κανείς να έχει υπόψη του τα εξής:
Σελ. 4
α) Η χρήση της αγγλικής γλώσσας για την επεξεργασία και κατανόηση νομικών εννοιών απαντά σε δύο επίπεδα: ως lingua franca για τη νομική συνεννόηση σε διεθνές επίπεδο («διεθνής αγγλική νομική ορολογία»), αλλά και ως γλώσσα του εκάστοτε εσωτερικού δικαίου (αγγλικού, αμερικανικού κ.λπ.), το οποίο έχει τους δικούς του ειδικότερους θεσμούς και αντίστοιχα χρωματισμένους νομικούς όρους («εθνική αγγλική νομική ορολογία»).
Πιο αναλυτικά, η αγγλική γλώσσα χρησιμοποιείται, αφενός, ως γλώσσα του νομοθέτη και των νομικών επαγγελμάτων στις δικαιοδοσίες εκείνες στις οποίες εθνική επίσημη γλώσσα είναι η αγγλική (π.χ. Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Αυστραλία).
Αφετέρου, η αγγλική γλώσσα χρησιμοποιείται ως κοινός τόπος για τη συνεννόηση νομικών και νομομαθών με διαφορετική μητρική γλώσσα, προκειμένου να διευκολύνονται οι μεταξύ τους συναλλαγές (ειδικότερη κατηγορία εδώ αποτελεί η χρήση της αγγλικής ως μίας εκ των επικρατέστερων γλωσσών συνεννόησης για τα ζητήματα που προκύπτουν από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
β) Η παραδεκτή εξοικείωση με την «εθνική» κατά τα ανωτέρω αγγλική ορολογία προϋποθέτει κάποια ελάχιστη γνώση του ίδιου του αγγλικού δικαίου και των ιδιαιτεροτήτων του. Οπωσδήποτε δε, χρειάζεται εξοικείωση με τις πρακτικές συνέπειες που προκύπτουν από τη διάκριση των συστημάτων δικαίου σε συστήματα που εντάσσονται στο «κοινοδίκαιον» (common law) –π.χ. Αγγλία, Αυστραλία, ΗΠΑ, Καναδάς– και συστήματα «ηπειρωτικού δικαίου» (continental law ή civil law) – π.χ. Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία.
γ) Περαιτέρω διαφορές σε επίπεδο ορολογίας προκύπτουν από τη διαφοροποίηση μεταξύ των δικαίων διαφορετικών αγγλόφωνων κρατών, και ιδίως του αγγλικού από το αμερικανικό δίκαιο. Ο χρήστης οφείλει να βρίσκεται σε εγρήγορση όσον αφορά τέτοιες διαφορές στην ορολογία (π.χ. «ενάγων» = claimant υπό το αγγλικό δίκαιο, plaintiff υπό το δίκαιο των ΗΠΑ).
δ) Πολλοί αγγλικοί νομικοί όροι προσομοιάζουν ή και ταυτίζονται γλωσσικά με όρους άλλων ευρωπαϊκών δικαίων (ιδίως του γαλλικού), ωστόσο η λεκτική συγγένεια δεν συνεπάγεται πάντοτε και νοηματική ταύτιση. Πρόκειται για τις ψευδόφιλες λέξεις (false friends), π.χ. disposition (στην αγγλική γλώσσα σημαίνει διάθεση, προδιάθεση, διευθέτηση και όχι διάταξη νομοθετήματος όπως στη γαλλική – ο ορθός όρος της αγγλικής είναι provision),
Σελ. 5
delay (στην αγγλική γλώσσα σημαίνει καθυστέρηση και όχι προθεσμία, από τον γαλλικό όρο délai – ο ορθός όρος της αγγλικής είναι time limit, time period) κ.ά. Καθώς παρατηρείται, η κατά λέξη μετάφραση στην περίπτωση των όρων αυτών δημιουργεί σημασιολογικά προβλήματα.
ε) Μεταξύ νομικών συστημάτων υπάρχουν όροι που δεν τελούν σε σχέση αντιστοιχίας, για διάφορους λόγους: είτε γιατί αντιστοιχούν σε θεσμό που υπάρχει μόνο στο ένα σύστημα και όχι στο άλλο (π.χ. trust, estoppel, νομή, αντιπαροχή) είτε διότι στο ένα σύστημα αποδίδονται με έναν όρο ενώ στο άλλο με περισσότερους, οπότε και θα πρέπει να επιλέξουμε τον ορθότερο κατά περίπτωση όρο (π.χ. κατάσχεση: seizure, attachment, garnishment, foreclosure), ή ακόμα επειδή η αντιστοιχία όρων δεν υποδηλώνει και αντιστοιχία περιεχομένου (π.χ. goods: πράγματα, αλλά όχι χρήματα ή ακίνητα).
στ) Οι νομικοί όροι λειτουργούν εντός του υπόλοιπου γλωσσικού κορμού της οικείας γλώσσας και ως εκ τούτου στο πλαίσιο της νομικής ορολογίας χρησιμοποιούνται εν τέλει συχνότατα και εξωνομικοί όροι, οι οποίοι «εγκλιματίζονται στο νομικό περιβάλλον», για παράδειγμα «τα delaying tactics (η κωλυσιεργία) των διαδίκων είναι εξωνομικός όρος, που αποτελεί όμως αναπόσπαστο μέρος της δικαστικής ζωής σε πολλές χώρες».
ζ) Η απόδοση των αλλοδαπών νομικών όρων από ή προς την ελληνική θα εξαρτάται, εν τέλει, σε μεγάλο βαθμό από τον σκοπό της μετάφρασης και ενίοτε η περίφραση θα είναι το ορθότερο, αν όχι το μοναδικό, εργαλείο. Συχνά θα είναι αδύνατον να γίνει ακριβής αντιστοίχιση νομικών εννοιών μεταξύ της αγγλικής και κάποιας άλλης γλώσσας, πολύ απλά επειδή οι έννοιες δεν ταυτίζονται! Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να διερευνηθεί ποια είναι η προτιμότερη περιφραστική μετάφραση ή απόδοση των όρων, ώστε να αποφεύγεται η σύγχυση μεταξύ νομικών εννοιών.
Η πρακτική χρησιμότητα των παραπάνω έγκειται στην ανάγκη εγρήγορσης του χρήστη της αγγλικής νομικής ορολογίας, προκειμένου να εντοπίζει κάθε φορά σωστά το πλαίσιο χρήσης
Σελ. 6
της και να επιλέγει την πλέον κατάλληλη μεταφραστική εκδοχή κάθε λέξης ή φράσης, τόσο στο πλαίσιο μετάφρασης κειμένου με νομικό περιεχόμενο από ή προς την αγγλική γλώσσα όσο και στο πλαίσιο πρωτογενούς σύνταξης αντίστοιχου κειμένου στην αγγλική γλώσσα (οπότε η μετάφραση γίνεται ως προεργασία στο μυαλό του συντάκτη).
3. Η αγγλική νομική γλώσσα και ορολογία χαρακτηρίζεται από κάποιες ιδιαιτερότητες σε σχέση με την «κοινή» αγγλική γλώσσα. Η εξοικείωση με τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά βοηθά οπωσδήποτε την ορθή κατανόηση κειμένων νομικού περιεχομένου στην αγγλική γλώσσα, καθώς και τη μετάφραση από και πρός τη γλώσσα αυτή:
α) Χρήση σημείων στίξης (punctuation) με φειδώ. Όπως και η παραδοσιακή ελληνική νομική ορολογία, έτσι και η παραδοσιακή αγγλική νομική ορολογία χαρακτηρίζεται από έλλειψη, σε μεγάλο βαθμό, σημείων στίξης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι συχνά θα πρέπει ο αναγνώστης/μεταφραστής να τα προσθέσει, προκειμένου να κατανοήσει ο ίδιος πλήρως το υπό επεξεργασία κείμενο, ή αντιστοίχως να διευκολύνει τον αναγνώστη της μεταφράσεώς του.
β) Χρήση αντωνυμικών επιρρημάτων (pronominal adverbs), π.χ. thereof, herein, whereby.
γ) Χρήση «ειδικού λεξιλογίου», νομικών όρων, που μπορεί να είναι είτε ιδιαίτεροι όροι που απαντούν μόνο στο πλαίσιο της νομικής ορολογίας (π.χ. waiver, hearsay) είτε όροι της κοινής αγγλικής που αποκτούν εδώ ιδιαίτερη σημασία (π.χ. action, consideration).
δ) Χρήση όρων που προέρχονται από άλλες γλώσσες, ιδίως από τα γαλλικά και τα λατινικά, (π.χ. affidavit, force majeure). Οι εν λόγω όροι ενδέχεται να παρατίθενται με πλάγια γράμματα (italics) στο αγγλικό κείμενο.
ε) Χρήση λέξεων με κατάληξη σε -er, -or, -ee, για να αποδοθούν γλωσσικά οι εμπλεκόμενοι σε μία έννομη σχέση (π.χ. employer/employee, lessor/lessee, mortgagor/mortgagee).
στ) Συχνή χρήση συγκεκριμένων phrasal verbs (π.χ. set out, lay down, take out).
ζ) Ενίοτε, χρήση “doublets”, δηλαδή ζευγών λέξεων που χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν ουσιαστικά έναν και τον αυτό όρο (π.χ. terms and conditions, last will and testament, force and effect, full and complete, undertake and agree, null and void).
4. Κατά τη χρήση της αγγλικής νομικής ορολογίας στο πλαίσιο σύνταξης ή μετάφρασης κειμένων ο χρήστης οφείλει: α) να επιλέγει το σωστό λεξιλόγιο (νομικούς όρους με συγκεκριμένη σημασία και σωστές συμφράσεις - collocations), β) να χρησιμοποιεί το κατάλληλο
Σελ. 7
ύφος (register), ανάλογα με το υπό επεξεργασία κείμενο (έτσι, διαφορετικό λεξιλόγιο και φρασεολογία θα χρησιμοποιηθεί κατά περίπτωση π.χ. για τη σύνταξη ενός εξωδίκου, μιας επιστολής, ενός ακαδημαϊκού άρθρου ή μιας σύμβασης) και γ) να προσαρμόζει τη δομή των προτάσεων, προσέχοντας τις ιδιαιτερότητες της σύνταξης σε κάθε γλώσσα.
5. Αξίζει στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι, όσον αφορά το ύφος σύνταξης κειμένων, τις τελευταίες δεκαετίες αρκετοί νομικοί και γλωσσολόγοι που ασχολούνται με την αγγλική νομική ορολογία προωθούν τη χρήση απλουστευμένων δομών της αγγλικής γλώσσας στο πλαίσιο νομικών κειμένων (plain English movement). Το αίτημα για απλούστευση προκύπτει από την ανάγκη να καταστεί η νομική γλώσσα πιο κατανοητή και προσιτή και στους μη νομικούς. Εργαλείο προς αυτήν την κατεύθυνση, κατά τους υποστηρικτές του ως άνω κινήματος, αποτελεί η χρήση απλών δομών και λεξιλογίου αντί των καθιερωμένων σύνθετων: "A lawyer’s words should not differ without reason from the words used in ordinary English". Η τάση αυτή αποτυπώνεται στην πρακτική που ακολουθείται από τους συντάκτες των νομικών κειμένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της οποίας ενθαρρύνεται και έχει καθιερωθεί η χρήση μιας σαφούς και φιλικής προς τον αναγνώστη αγγλικής γλώσσας. Η παραπάνω πρακτική καθιερώθηκε, κατόπιν των προτάσεων των κρατών μελών για, μεταξύ άλλων, διατύπωση της νομοθεσίας της (ήδη) Ένωσης «με σαφήνεια, απλότητα και ακρίβεια», δηλαδή με χρήση απλών δομών της αγγλικής γλώσσας και «αποφυγή των ασκόπως πολύπλοκων διατυπώσεων», η οποία συμβάλλει ουσιαστικά στη διαφάνεια της νομοθεσίας της Ένωσης καθώς και στην «ορθή κατανόησή της από το κοινό και τους οικονομικούς κύκλους».
Σε όλα τα παραπάνω υπάρχει, βέβαια, και ο αντίλογος: Η εδραιωμένη «παραδοσιακή» αγγλική νομική ορολογία… δουλεύει! Θα ρισκάρει κανείς να χρησιμοποιήσει άλλες δομές, έστω ορθότερες, διακινδυνεύοντας την υπόθεση του πελάτη του;
Περαιτέρω, στο πλαίσιο νομικής μετάφρασης, πόσο ελεύθερος είναι ο μεταφραστής να χρησιμοποιήσει απλές δομές, όταν ο συντάκτης του προς μετάφραση κειμένου έχει χρησιμοποιήσει σύνθετες; Με άλλα λόγια, στο πλαίσιο νομικής μετάφρασης η συλλογιστική του plain English movement επηρεάζεται από την ανάγκη μεταφοράς στη γλώσσα-στόχο όχι μόνο των λέξεων-νοημάτων, αλλά και του ύφους του αρχικού κειμένου.
Σελ. 8
6. Ο μεταφραστής θα διευκολυνθεί, πάντως, στο έργο του, αν χρησιμοποιήσει ως γνώμονα το κριτήριο των «φυσικών» δομών της γλώσσας. Οφείλει να αποφεύγει τη μεταφορά δομών από τη γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί (γλώσσα-πηγή / source language) στη γλώσσα προς την οποία ζητείται να γίνει η μετάφραση (γλώσσα-στόχος / target language), όταν η μετάφρασή τους οδηγεί σε κείμενο με αφύσικη σύνταξη και άρα αφύσικη ροή στη γλώσσα του τελικού κειμένου.
Β. Μεταφράζοντας νομικά κείμενα
1. Από όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, προκύπτει με σαφήνεια ότι η ορθή κατανόηση και χρήση της αγγλικής νομικής γλώσσας και ορολογίας αποτελεί τόσο προαπαιτούμενο όσο και πρόκληση για την επιτυχή μετάφραση ενός κειμένου που έχει συνταχθεί από την αγγλική γλώσσα προς την ελληνική, ή αντιστρόφως. Στην πράξη, η νομική μετάφραση δεν είναι τίποτα άλλο παρά η απόδοση ενός κειμένου νομικού περιεχομένου από τη γλώσσα-πηγή στη γλώσσα-στόχο, προκειμένου να γίνει χρήση του με ασφάλεια στην τελευταία αυτή γλώσσα, δηλαδή η σύνταξη ενός κειμένου το οποίο να είναι ισοδύναμο στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό με το κείμενο της γλώσσας-πηγής.
Πρόκειται οπωσδήποτε για μια σύνθετη διαδικασία καθώς δεν αφορά μόνο σε δύο διαφορετικές νομικές γλώσσες, αλλά, σε πολλές περιπτώσεις, και σε δύο διαφορετικά νομικά συστήματα, ή ευρύτερα, δύο διαφορετικούς νομικούς πολιτισμούς. Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, ο μεταφραστής καλείται να αξιοποιήσει γνώσεις και δεξιότητες, οι οποίες δεν εξαντλούνται στη γλωσσομάθεια, προκειμένου να συντάξει ένα ορθό νομικό κείμενο που θα παρουσιάζει: α) ακρίβεια, τόσο γλωσσική όσο και νομική στον μέγιστο δυνατό βαθμό σε σχέση με το προς μετάφραση κείμενο· β) συνέπεια, τόσο με την έννοια της ορολογικής και γλωσσικής συνέπειας όσο και με την έννοια της τήρησης των ταχθεισών προθεσμιών· γ) αξιοπιστία και ισοδυναμία από νομικής απόψεως σε σχέση με το κείμενο της γλώσσας-πηγής, με την έννοια ότι θα μπορεί να αξιοποιηθεί από τον αποδέκτη του με ασφάλεια, όχι σε συνάρτηση με το κείμενο της γλώσσας-πηγής, αλλά αυτοτελώς.
Επομένως, από την πλευρά του μεταφραστή απαιτείται βεβαίως να διαθέτει την απαραίτητη γλωσσομάθεια και εξοικείωση με τη νομική ορολογία, αλλά επιπλέον απαιτείται να διαθέτει και να αξιοποιεί και εκείνες τις νομικές γνώσεις και γενικότερα το νομικό υπόβαθρο που θα του επιτρέψει να αντιλαμβάνεται τα νομικά ζητήματα που εγείρονται στο πλαίσιο του εκάστοτε
Σελ. 9
κειμένου και να τα αντιμετωπίζει με τον πλέον αποτελεσματικό και εύστοχο τρόπο, λειτουργώντας ως «ενδιάμεσος κρίκος» στην επικοινωνία, μέσω του μεταφράσματος, του συντάκτη του κειμένου στη γλώσσα-πηγή με τον αποδέκτη του κειμένου στη γλώσσα-στόχο.
2. Αναγνωρίζοντας, αφενός, την κρισιμότητα που έχει η μετάφραση των νομικών εγγράφων όσον αφορά τις έννομες σχέσεις των εμπλεκόμενων προσώπων και, αφετέρου, το γεγονός ότι ο δικηγόρος μπορεί να συνδυάζει τις παραπάνω αναφερόμενες γνώσεις και δεξιότητες, ο Κώδικας Δικηγόρων ενέτασσε ανέκαθεν τη μετάφραση εγγράφων στο έργο του δικηγόρου. Τούτο αποτυπώνεται στο άρθρο 36 παρ. 2 στοιχ. γ’ του ισχύοντα Κώδικα Δικηγόρων (Ν 4194/2013), το οποίο, αφενός, ορίζει ρητώς ότι στο έργο του δικηγόρου περιλαμβάνεται η «μετάφραση εγγράφων που έχουν συνταχθεί σε ξένη γλώσσα, καθώς και η μετάφραση ελληνικών εγγράφων σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα» και, αφετέρου, επισημαίνει ότι η μετάφραση που εκδίδεται από δικηγόρο «έχει πλήρη ισχύ έναντι οποιασδήποτε Δικαστικής ή άλλης Αρχής, εφόσον συνοδεύεται από επικυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου που μεταφράσθηκε και ο δικηγόρος βεβαιώνει ότι έχει επαρκή γνώση της γλώσσας από και προς την οποία μετέφρασε». Πρόκειται λοιπόν για έργο το οποίο, όπως και τα λοιπά του καθήκοντα, ο δικηγόρος οφείλει να εκτελεί «με ευσυνειδησία και επιμέλεια» κατά τη ρητή επιταγή του άρθρου 37 παρ. 3 στοιχ. α’ του ως άνω Κώδικα. Η εν λόγω «ευσυνειδησία» δέον να θεωρηθεί ότι καταλαμβάνει τη συνειδητοποίηση ότι γλωσσομάθεια δεν σημαίνει αυτομάτως και ικανότητα μετάφρασης, όπως αντίστοιχα η εξειδίκευση και εμπειρία στη μετάφραση δεν σημαίνει αυτονοήτως και ικανότητα διεκπεραίωσης νομικών μεταφράσεων χωρίς περαιτέρω εξειδίκευση στη νομική ορολογία. Το γεγονός ότι η μετάφραση κειμένων περιλαμβάνεται στο έργο του δικηγόρου έχει όμως και μία ακόμη πτυχή: ότι ο δικηγόρος όταν μεταφράζει οφείλει, κατά το άρθρο 5 στοιχ. γ΄ του Κώδικα Δικηγόρων «να τηρεί εχεμύθεια, απαραβίαστη υπέρ του εντολέα του, για όσα αυτός του εμπιστεύθηκε ή περιήλθαν σε γνώση του κατά την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος». Η ίδια επιταγή για τήρηση εμπιστευτικότητας κατά τη μετάφραση είναι σκόπιμο να ισχύει, κατ’ αναλογία, ακόμη κι αν δεν προβλέπεται από κάποια διάταξη για οποιονδήποτε μεταφράζει κείμενο νομικού ενδιαφέροντος, έστω κι αν δεν έχει τη δικηγορική ιδιότητα.
3. Ήδη τέθηκε παραπάνω το ζήτημα της ελευθερίας του μεταφραστή στο πλαίσιο μετάφρασης νομικών κειμένων. Επιχειρώντας, τηρουμένων των αναλογιών, την εφαρμογή στο γενικότερο πλαίσιο της νομικής μετάφρασης των οδηγιών που έχει εκδώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τη σύνταξη και τη μετάφραση των νομοθετικών και λοιπών κειμένων
Σελ. 10
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούμε να πούμε ότι το περιθώριο ελευθερίας του μεταφραστή διακρίνεται σε τρία επίπεδα:
α) Πρώτο επίπεδο: αναφορές νομοθετικών κειμένων ή παραπομπές σε αυτά. Αν πρόκειται για μετάφραση στην οποία υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης σε λεξικό ή στο διαδίκτυο, ο μεταφραστής οφείλει να αναζητήσει τη μετάφραση των ονομασιών ή παραθεμάτων των νομοθετικών κειμένων και να τη μεταφέρει αυτούσια στο κείμενό του. Αν πρόκειται για μεταφραστική άσκηση στο πλαίσιο διαγωνισμού χωρίς πρόσβαση σε πηγές, ο μεταφράζων πρέπει οπωσδήποτε να γνωρίζει πώς μεταφράζονται συγκεκριμένα νομοθετικά κείμενα (λ.χ. ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι Συνθήκες της Ευρω-παϊκής Ένωσης ή οι πράξεις του παράγωγου δικαίου της, η ΕΣΔΑ κ.λπ.). Σε αυτό το επίπεδο το περιθώριο ελευθερίας του μεταφραστή είναι ανύπαρκτο.
β) Δεύτερο επίπεδο: οι τεχνικοί (εν προκειμένω, νομικοί) όροι. Στο επίπεδο αυτό, το περιθώριο αυτενέργειας του μεταφραστή είναι σαφώς περιορισμένο έως ανύπαρκτο. Ο μεταφραστής οφείλει να αναζητεί τα επίσημα κείμενα και να χρησιμοποιεί την ορολογία που έχει παγιωθεί σε αυτά («εξωτερική συνέπεια»). Σε κάθε περίπτωση, οι μεταφραστικές του επιλογές πρέπει να παρουσιάζουν την απαιτούμενη ορολογική και γλωσσική συνέπεια με τα κείμενα αυτά. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η παγιωμένη στα κείμενα αυτά ορολογία αφενός περιορίζει, αφετέρου καθοδηγεί τις επιλογές του μεταφραστή νομικών κειμένων. Αν πρόκειται για μεταφραστική άσκηση χωρίς πηγές, ο μεταφράζων θα πρέπει σε πρώτη φάση να επιλέξει για κάθε νομικό όρο τη μετάφραση που προσιδιάζει στο κείμενό του και εν συνεχεία να τηρεί τη λεγόμενη «εσωτερική συνέπεια» του κειμένου του, δηλ. να μεταφράζει τους επαναλαμβανόμενους νομικούς όρους ομοιόμορφα (εκτός αν από τα συμφραζόμενα δικαιολογείται ή, πολύ περισσότερο, επιβάλλεται διαφορετική μετάφραση κατά περίπτωση).
γ) Τρίτο επίπεδο: το «ελεύθερο κείμενο», δηλαδή, τα τμήματα εκείνα του κειμένου, τα οποία δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις προηγούμενες δύο κατηγορίες. Στα τμήματα αυτά του κειμένου ο μεταφραστής έχει μεγαλύτερη ελευθερία να αναπτύξει τη δημιουργικότητά του. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, οφείλει να κινείται εντός των ορίων που επιβάλλονται από το είδος του κειμένου-πηγής καθώς και από το ύφος του συντάκτη του, επιλέγοντας ορολογία και εκφράσεις που μπορούν να εξασφαλίσουν τον λόγο για τον οποίο ζητείται η μετάφραση ενός νομικού κειμένου, δηλαδή, την ασφαλή χρήση του κειμένου αυτού από πρόσωπα που ομιλούν μόνο τη γλώσσα-στόχο. Είναι επομένως σκόπιμο να επαναληφθεί και στο σημείο αυτό ότι ο μεταφραστής καλείται να επιτύχει νομική και ορολογική ακρίβεια στο μετάφρασμα αποφεύγοντας εκφράσεις και όρους που δεν προσιδιάζουν σε ένα νομικό κείμενο ή θέτουν σε κίνδυνο την ασφαλή χρήση του.
Σελ. 11
4. Όσον αφορά ειδικότερα την αντίστροφη μετάφραση (EL-EN), ο μεταφραστής αντιμετωπίζει μια επιπλέον πρόκληση: καλείται να μεταφράσει προς μια ξένη γλώσσα, εν προκειμένω την αγγλική, δηλαδή προς γλώσσα διαφορετική από τη μητρική του. Για να αντιμετωπίσει με επιτυχία την πρόκληση της αντίστροφης μετάφρασης, ο μεταφραστής πρέπει να συνδυάσει τις γνώσεις του στη νομική ορολογία και το νομικό του αισθητήριο με τη σωστή χρήση της αγγλικής γλώσσας, φροντίζοντας να απαγκιστρωθεί από τις συντακτικές δομές και εκφράσεις της μητρικής του γλώσσας και συντάσσοντας το κείμενό του σαν να ήταν ο ίδιος… Αγγλοσάξονας. Πρόκειται για ικανότητα που μπορεί να αποκτηθεί και να αναπτύσσεται διαρκώς με τη μελέτη νομικών κειμένων που έχουν συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα, τον εντοπισμό εκφράσεων και συντακτικών δομών και την εφαρμογή τους στο πλαίσιο εξασκήσεως στη μετάφραση.
Γ. Περιεχόμενο και τρόποι αξιοποιήσεως του παρόντος εγχειριδίουστον γλωσσικό συνδυασμό EN-EL, EL-EN
1. Στο πλαίσιο της εξοικείωσης με την αγγλική νομική ορολογία και της ανάπτυξης των ικανοτήτων και των δεξιοτήτων που είναι απαραίτητες για τη μετάφραση νομικών κειμένων στον γλωσσικό συνδυασμό EN-EL, EL-EN, τόσο για διαγωνισμούς μετάφρασης χωρίς τη χρήση πηγών (όπως ο εισαγωγικός διαγωνισμός της ΕΣΔΙ) όσο και για τις μεταφραστικές ανάγκες των ασχολούμενων με νομικά κείμενα, στο τμήμα της αγγλικής γλώσσας του παρόντος εγχειριδίου παρέχονται: α) 55 κείμενα, είτε ως αυτούσια αποσπάσματα προς μετάφραση ή/και σε μορφή ασκήσεων, όλα εκ των οποίων παρατίθενται και σε δίγλωσση απεικόνιση με επισήμανση των κρίσιμων νομικών όρων και με χρήσιμες μεταφραστικές συμβουλές και β) 20 γλωσσάρια ανά κλάδο δικαίου, τα οποία περιλαμβάνουν τους οικείους βασικούς νομικούς όρους.
Παραθέτουμε ορισμένες επισημάνσεις, για τη διευκόλυνση του αναγνώστη-χρήστη του παρόντος εγχειριδίου (ως προς το τμήμα του που αφορά την αγγλική γλώσσα):
Το οικείο τμήμα περιλαμβάνει κείμενα ευρωπαϊκής, κυρίως, προέλευσης (αποσπάσματα από αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, κανονισμούς, οδηγίες κ.λπ.) και κατά τούτο είναι προσανατολισμένο περισσότερο προς τη «διεθνή» αγγλική νομική ορολογία (international legal English). Ο αναγνώστης που ενδιαφέρεται να εντρυφήσει στις ειδικότερες έννοιες του αγγλικού ή του αμερικανικού δικαίου θα βρει εδώ κάποιους χρήσιμους όρους, θα χρειαστεί ωστόσο να ανατρέξει σε ειδικότερα, πιο εξειδικευμένα εγχειρίδια (ει δυνατόν πρωτογενώς γραμμένα στην αγγλική γλώσσα).
Κάθε κείμενο συνοδεύεται από αναφορά της πηγής του. Κατά κύριο λόγο πρόκειται για τους επίσημους δικτυακούς τόπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (https://eur-lex.europa.eu/), του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (http://curia.europa.eu/) και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (https://hudoc.echr.coe.int/). Επομένως, ο αναγνώστης μπορεί να αξιοποιήσει τις παραπομπές αυτές για τον εντοπισμό και τη μελέτη των πλήρων κειμένων, ή άλλων συναφών με αυτά.
Σελ. 12
Σε κάθε κείμενο επισημαίνονται οι βασικότεροι νομικοί όροι και εκφράσεις, με έμφαση στους νομικούς όρους που σχετίζονται με τον κλάδο δικαίου που πραγματεύεται η οικεία ενότητα.
Κάθε κείμενο συνοδεύεται από πίνακα «μεταφραστικής ορολογίας» (έτσι ονομάσαμε όρους οι οποίοι δεν είναι μεν νομικοί, αλλά πλαισιώνουν αναγκαίως την ορθή χρήση της νομικής ορολογίας, π.χ. τα ρήματα συντάσσω, καταρτίζω και συνάπτω, που υποστηρίζουν τη χρήση του νομικού όρου «σύμβαση»). Επιλέξαμε οι εν λόγω πίνακες να έχουν πάντοτε φοράEN → EL, προκειμένου να δώσουμε έμφαση στην ανάπτυξη δεξιοτήτων στην αγγλική γλώσσα.
Αντιθέτως, τα θεματικά γλωσσάρια που συνοδεύουν κάθε κεφάλαιο παρατίθενται άλλοτε με φορά EN → EL και άλλοτε με φορά EL → EN, άλλοτε με αλφαβητική και άλλοτε με νοηματική σειρά, αναλόγως του τι κρίναμε ευχερέστερο για την απομνημόνευση, κατά περίπτωση.
Τα εν λόγω θεματικά γλωσσάρια δεν είναι εξαντλητικά. Περιέχουν τους βασικότερους όρους ανά κλάδο δικαίου. Για πιο εξειδικευμένους όρους, προτρέπουμε τον αναγνώστη να ανατρέξει στα υπάρχοντα δίγλωσσα λεξικά νομικής ορολογίας, γλωσσάρια και βάσεις νομικής ορολογίας.
Τόσο στα γλωσσάρια όσο και στους πίνακες μεταφραστικής ορολογίας η παράθεση σημασιών για κάθε εξεταζόμενο όρο δεν καλύπτει κάθε δυνατή έννοια του όρου. Τουναντίον, έχουμε απομονώσει και καταγράφουμε τις συνήθεις σημασίες που μπορεί να έχει ένας όρος στο πλαίσιο νομικών κειμένων και για τις ανάγκες αυτών. Πολύ δε περισσότερο τούτο ισχύει όσον αφορά τη δίγλωσση απεικόνιση των ίδιων των κειμένων, όπου η μετάφραση του εκάστοτε όρου υπόκειται στους περιορισμούς που προκύπτουν από το συγκείμενο.
2. Το παρόν τμήμα φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα εύχρηστο πρακτικό βοήθημα για όποιον ασχολείται ή επιθυμεί να ασχοληθεί με τη μετάφραση νομικών κειμένων στον γλωσσικό συνδυασμό EN-EL, EL-EN, ή ακόμα και το έναυσμα για την ενασχόληση με το είδος αυτό της
Σελ. 13
μετάφρασης. Η επιλογή των κειμένων και των όρων που συμπεριλαμβάνονται στα γλωσσάρια, καθώς και η σύνταξη των ασκήσεων και των επισημάνσεων μεταφραστικής ορολογίας (pinpoints) έγινε με γνώμονα την, στο μέτρο του δυνατού, κάλυψη των αναγκών που η εμπειρία δείχνει ότι ανακύπτουν κατά τη διαδικασία της μετάφρασης νομικών κειμένων. Οι συντάκτριες παραμένουν στη διάθεση του αναγνώστη, προσβλέποντας σε γόνιμο διάλογο σχετικά με ζητήματα αγγλικής νομικής γλώσσας και ορολογίας, και της χρήσης της στο πλαίσιο της μετάφρασης νομικών κειμένων.
Σελ. 14
Γλωσσάρι
ΛΑΤΙΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ - ΨΕΥΔΟΦΙΛΕΣ ΛΕΞΕΙΣ / LATIN TERMS - FALSE FRIENDS
Α. LATIN TERMS
1. Λατινικοί όροι που χρησιμοποιούνται αυτούσιοι στην αγγλική, αλλά μεταφράζονται στην ελληνική γλώσσα
actio – actio pauliana |
αγωγή, αξίωση, δικαίωμα, πράξη – παυλιανή αγωγή |
actus reus |
αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος |
addendum |
προσάρτημα, πρόσθετη πράξη |
affidavit |
ένορκη βεβαίωση |
alibi |
άλλοθι |
appendix |
παράρτημα, προσάρτημα |
audiatur et altera pars |
δικαίωμα εκατέρωθεν ακρόασης, να ακουστεί και η άποψη της άλλης πλευράς |
bona fide |
καλή τη πίστει, καλόπιστα |
bona vacantia |
αδέσποτα πράγματα |
circa |
περίπου |
consensus – by consensus |
συναίνεση – συναινετικά |
corpus – habeas corpus |
σώμα, σύνολο κανόνων – προστασία κατά της παράνομης σύλληψης, απαραβίαστο προσωπικής ελευθερίας |
data |
δεδομένα, στοιχεία |
et al. |
και λοιποί, κ.λπ. (συνήθως σε τίτλο δικαστικής απόφασης) |
et seq. |
και επόμενα, επ. |
erga omnes |
έναντι όλων, γενικής ισχύος |
ex officio |
αυτεπαγγέλτως |
in absentia |
ερήμην |
in camera |
κεκλεισμένων των θυρών |
in flagrante (delicto) |
επ’ αυτοφώρω |
in integrum |
εις ολόκληρον |
in plenum |
σε ολομέλεια, εν ολομελεία |
in rem – actio in rem |
εμπραγμάτως – εμπράγματη αγωγή, διεκδικητική αγωγή |
inter alia |
μεταξύ άλλων |
inter vivos |
εν ζωή, μεταξύ ζώντων |
lacunae |
κενά δικαίου |
lis pendens |
εκκρεμοδικία |
mala fide |
κακή τη πίστει, κακόπιστα |
mens rea |
υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος |
obiter dictum |
παρεμπίπτουσα παρατήρηση σε μια δικαστική απόφαση (δεν αποτελεί μέρος του δικαστικού προηγούμενου) |
onus probandi |
βάρος απόδειξης (burden of proof) |
pari passu |
ισότιμος, ιδίου επιπέδου, επί ίσοις όροις |
per annum |
ετησίως, ανά έτος |
per capita |
κατά κεφαλήν |
per diem |
ημερησίως, ανά ημέρα |
post mortem |
μετά θάνατον |
prima facie |
εκ πρώτης όψεως |
pro bono |
αφιλοκερδώς |
pro rata |
κατ’ αναλογία, αναλογικά |
quasi |
οιονεί |
quid pro quo |
εις αντάλλαγμα, σε αντιστάθμισμα |
referendum |
δημοψήφισμα |
res – res judicata |
πράγμα, δικαίωμα – δεδικασμένο |
stare decisis |
η υποχρέωση του δικαστή να συμμορφωθεί προς δικαστικό προηγούμενο (αρχή του common law) |
subpoena |
κλήτευση μαρτύρων |
ultimatum |
τελεσίγραφο |
versus |
εναντίον, κατά – συντομογραφίες: v, v., vs, v/s |
Σελ. 15
Σελ. 16
2. Λατινικοί όροι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν αυτούσιοι τόσο στην αγγλική όσο και στην ελληνική γλώσσα
a fortiori |
κατά μείζονα λόγο |
a posteriori |
εκ των υστέρων |
a priori |
εκ των προτέρων |
ad hoc |
επί τούτου, ειδικώς, για συγκεκριμένη περίπτωση |
de facto |
στην πραγματικότητα, στην πράξη |
de jure |
νόμιμος, νομότυπος, δικαιωματικά, αυτοδικαίως |
de lege ferenda |
ο νόμος όπως θα έπρεπε να είναι, εξ απόψεως θετέου δικαίου |
de lege lata |
σύμφωνα με τον νόμο, όπως ισχύει, εξ απόψεως θετού δικαίου |
ex aequo et bono |
κατά δίκαιη κρίση |
ex ante |
εκ των προτέρων, προκαταβολικά, εκ προοιμίου |
ex nunc |
από τώρα και στο μέλλον, χωρίς αναδρομική ισχύ |
ex parte – ex parte proceedings – ex parte revocation |
για λογαριασμό, για το ένα μέρος, μονομερής – διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας – μονομερής ανάκληση |
ex post |
εκ των υστέρων |
ex tunc |
αναδρομικά |
fiscus |
όταν σε σύμβαση το Δημόσιο δεν ενεργεί ως φορέας δημόσιας εξουσίας |
imperium |
το Δημόσιο ως εξουσία, αρχή |
in dubio pro reo |
εν αμφιβολία υπέρ του κατηγορουμένου |
inter partes |
μεταξύ των μερών, μεταξύ των διαδίκων |
ipso facto |
εκ των πραγμάτων και μόνο |
ipso jure |
αυτοδικαίως |
jus – jus cogens |
δίκαιο – αναγκαστικό δίκαιο |
lato sensu |
εν ευρεία εννοία |
modus operandi |
τρόπος λειτουργίας |
mutatis mutandis |
τηρουμένων των αναλογιών, κατ’ αναλογία |
ne bis in idem |
κανείς δεν πρέπει να δικάζεται δύο φορές για το ίδιο αδίκημα, ου δις δικάζειν |
numerus clausus |
εξαντλητική απαρίθμηση |
per se |
καθ’ εαυτός/-ή/-ο, αφ’ εαυτού/-ής |
ratio – ratio decidendi – ratio legis |
κατ’ αναλογία, λόγος, ποσοστό, αναλογία – το σκεπτικό της απόφασης – το πνεύμα / σκοπός του νόμου |
sine qua non |
αναγκαία προϋπόθεση, εκ των ων ουκ άνευ |
status quo |
το κατεστημένο, η υπάρχουσα/υφιστάμενη/ισχύουσα κατάσταση |
stricto sensu |
εν στενή εννοία |
ultra vires |
καθ’ υπέρβαση των αρμοδιοτήτων, καθ’ υπέρβαση εξουσίας |
Σελ. 17
Β. FALSE FRIENDS
1. Με βάση αγγλικό όρο:
accountability |
υποχρέωση για λογοδοσία, λογοδοσία, ευθύνη – ενώ: accounting (en) → λογιστική, λογιστικός και accounts (en) → λογαριασμοί |
autopsy |
αυτοψία, νεκροψία – ο εν λόγω όρος στη γλώσσα μας δεν καλύπτει και την έννοια της νεκροψίας! |
bail |
εγγύηση, εγγύηση για αποφυλάκιση, οικονομική ενίσχυση τράπεζας που αντιμετωπίζει δυσχέρειες – ενώ: contrat de credit-bail (fr) → σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης |
bias |
προκατάληψη, μεροληψία – δεν έχει την έννοια της βίας όπως στην ελληνική γλώσσα – αντιστοίχως: biased → προκατειλημμένος, μεροληπτικός |
cargo |
φορτίο (πλοίου) – ενώ: cargo de prueba (es) → βάρος απόδειξης |
contributor |
χρηματοδότης, συνεισφέρων – ενώ: contributore (it) → φορολογούμενος |
disposition |
(προ)διάθεση, διάταξη (με την έννοια της τοποθέτησης στον χώρο), διευθέτηση – ενώ: disposition (fr) → διάταξη νόμου |
delay |
καθυστέρηση, αργοπορία – ενώ: délai (fr) → προθεσμία |
fiscal |
φορολογικός, δημοσιονομικός – ενώ: fiscal (es) → εισαγγελέας, εισαγγελικός |
neighbouring rights |
συγγενικά δικαιώματα (πνευματική ιδιοκτησία) – ο εν λόγω όρος δεν έχει σχέση με γειτονιά! |
retreat |
υποχώρηση – ενώ: retraite (fr) → θάνατος, σύνταξη, συνταξιοδότηση |
trespass |
παραβίαση, παράνομη είσοδος, καταπάτηση – ενώ: trépas (fr) → θάνατος |
Σελ. 18
2. Με βάση ελληνικό όρο:
ανώνυμη εταιρία |
société anonyme, public company, limited company, company limited by shares, corporation κ.ά. – δεν χρησιμοποιούμε τον όρο anonymous στη νομική ορολογία! |
ατομικός (προσωπικός) |
personal (π.χ. personal liability / ατομική ευθύνη), private (π.χ. personal property / ατομική ιδιοκτησία), individual (π.χ. individual rate / ατομικός συντελεστής) – δεν χρησιμοποιούμε τον όρο atomic, παρά μόνον εάν θέλουμε να αναφερθούμε στην ατομική βόμβα, ατομική ενέργεια κ.λπ. |
σκοπός |
purpose, objective, aim, goal – ενώ: scope → πεδίο εφαρμογής (για νόμους), αντικείμενο (για συμβάσεις), έκταση ελέγχου (για δικαστικές αποφάσεις), εμβέλεια (κατ’ εξαίρεση μόνο: scope/σκοπός, ως τίτλος του οικείου άρθρου σε καταστατικό εταιρίας) |
φυσικό πρόσωπο |
natural person – στην αγγλική νομική ορολογία ο όρος physical θα σημαίνει «σωματικός» (π.χ. physical search / σωματική έρευνα) ή «υλικός» (π.χ. physical operations / υλικές ενέργειες) |
Σελ. 19
Κεφάλαιο 2
Συστήματα δικαίου
ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Άσκηση: |
|
|
Μελετήστε τα κείμενα που παρατίθενται σε δίγλωσση απεικόνιση με έμφαση στους υπογραμμισμένους όρους. Συμπληρώστε τη μελέτη σας διαβάζοντας τα pinpoints μεταφραστικής ορολογίας που ακολουθούν. |
Απόσπασμα 1ο
Ο συγγραφέας δηλώνει ότι ο κοινοτικός νομοθέτης, αναφέροντας τη «ζημία» ως κριτήριο, θέλησε να λάβει υπόψη του την αγγλοσαξονική νομική παράδοση, η οποία προσδίδει στη ζημία που προκαλείται από την ιδιωτική αντιγραφή κεντρικό ρόλο στο πλαίσιο της αποφάσεως περί του ύψους της χορηγούμενης χρηματικής αποζημιώσεως. Επειδή αντιθέτως το ηπειρωτικό δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας δεν δέχεται τη σπουδαιότητα της ζημίας για τον καθορισμό εύλογης αμοιβής, ο κοινοτικός νομοθέτης αποφάσισε να εναρμονίσει τις δύο νομικές παραδόσεις, καθόσον η οδηγία επιτρέπει |
The author states that by citing "harm" as a criterion, the Community legislature wanted to take into account the common law legal tradition, which attributes a central role to the harm caused by the private copying in deciding on the amount of the financial compensation to be awarded. However, the author asserts that since the relevance of harm for the purpose of determining an appropriate reward is unknown to continental European copyright law, the Community legislature decided to reconcile both legal traditions by means of the directive permitting |
μεν τον προσανατολισμό βάσει της ζημίας ή της βλάβης, αλλά δεν τις καθιστά υποχρεωτικά κριτήρια. |
harm or prejudice to be taken as a guide, but not making these binding criteria. |
Σελ. 20
Απόσπασμα 2ο
Υπενθυμίζεται ότι σε όλα τα κράτη μέλη το δίκαιο των συμβάσεων περιέχει αναγκαστικού δικαίου νομοθετικές διατάξεις, πολλές εκ των οποίων ρητώς αποσκοπούν στην προστασία των καταναλωτών. Τούτο ισχύει ασφαλώς στα συστήματα του ηπειρωτικού ευρωπαϊκού δικαίου, τα οποία εφαρμόζει η μεγάλη πλειοψηφία των κρατών μελών, οι σχετικοί κώδικες των οποίων είναι γεμάτοι διατάξεις αυτού του είδους. Ωστόσο, το ίδιο ισχύει και στα νομικά συστήματα του common law. Μολονότι, όπως επισημάνθηκε, μεγάλο μέρος του δικαίου των συμβάσεων στο πλαίσιο των νομικών συστημάτων του common law πηγάζει από τη νομολογία, υπάρχουν εντούτοις πολλά και σημαντικά παραδείγματα διατάξεων αναγκαστικού δικαίου αυτού του είδους που θεσπίζονται διά νόμου. |
In accordance with this view, it must be recalled that the contract law of all the Member States contains mandatory statutory provisions, many of which are expressly designed to protect consumers. This is certainly true of the civil law3 systems to which the vast majority of the Member States adhere, as their domestic codes are replete with provisions of this nature. Yet this is also true of the common law systems. While, as I have already noted, large parts of contract law are derived in common law systems from judicial decisions, there are nonetheless many important examples of where mandatory provisions of this kind have been imposed by statute. |