ΝΟΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Υπό το πρίσμα της νομολογίας του ΕΔΔΑ

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 10.25€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 23,25 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 18438
Μηλαπίδου Μ.
Συμεωνίδου Καστανίδου Ε.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΕΛΕΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΒΙΟΗΘΙΚΗΣ ΑΠΘ
Συμεωνίδου Καστανίδου Ε.
Μάλος Γ.
  • Έκδοση: 2021
  • Σχήμα: 17X24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 248
  • ISBN: 978-960-654-463-7
  • Black friday εκδόσεις: 10%
Το έργο «Νομικά ζητήματα στην αρχή της ζωής – Υπό το πρίσμα της νομολογίας του ΕΔΔΑ» συνιστά μια διεξοδική παρουσίαση των θεματικών που αφορούν την αρχή της ζωής και οι οποίες έχουν ήδη απασχολήσει τη νομολογία του ΕΔΔΑ. Η παρουσίαση των εν λόγω θεματικών –μέσω μιας προσέγγισης με ιστορικές, φιλοσοφικές και συγκριτικοδικαιικές αναφορές– σε συνδυασμό με τη συγκεντρωτική καταγραφή των αντίστοιχων δικαστικών αποφάσεων, έρχεται να καλύψει ένα κενό της ελληνικής βιβλιογραφίας. Το έργο απευθύνεται καταρχάς στον νομικό που ασχολείται σε ακαδημαϊκό αλλά και επαγγελματικό επίπεδο με ένα πεδίο με ευρύτατες και ποικίλες διαστάσεις. Ταυτόχρονα, η ολοκληρωμένη καταγραφή της εν λόγω προβληματικής αφορά και επιστήμονες άλλων κλάδων, όπως γιατρούς, γενετιστές και βιολόγους, αλλά και θεολόγους και φιλοσόφους, που συχνά βρίσκονται αντιμέτωποι με προβληματισμούς και διλήμματα που άπτονται του χρόνου έναρξης της ανθρώπινης ζωής και τα οποία αποτυπώνουν τη διεπιστημονική διάσταση του κλάδου της Βιοηθικής.
Πρόλογος Σελ. VII
Αντί προλόγου Σελ. XI
Συντομογραφίες Σελ. XXI
I. Εισαγωγή Σελ. 1
II. Προστασία αγέννητης ζωής – Νομική φύση εμβρύου & γονιμοποιημένου ωαρίου
Α. Χρόνος έναρξης της ανθρώπινης ζωής – αναγνωριζόμενη προστασία σε εθνικό επίπεδο Σελ. 8
1. Αναγνώριση συνταγματικών δικαιωμάτων στο έμβρυο, στο γονιμοποιημένο ωάριο και στο γεννητικό υλικό Σελ. 9
2. Η νομική θέση του εμβρύου, του γονιμοποιημένου ωαρίου και του γεννητικού υλικού κατά το Αστικό Δίκαιο Σελ. 15
3. Ποινική προστασία ανθρώπου και εμβρύου - γονιμοποιημένου ωαρίου: μια διαφορετική προσέγγιση Σελ. 18
Β. Προστασία εμβρύου - γονιμοποιημένου ωαρίου και Άρθρα 2 & 8 της ΕΣΔΑ υπό το πρίσμα των αποφάσεων του ΕΔΔΑ
1. Υπόθεση VO v. FRANCE Σελ. 21
α. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 21
β. Προσβαλλόμενες διατάξεις της ΕΣΔΑ - Παραβίαση του Άρθρου 2 της ΕΣΔΑ Σελ. 23
i. Ισχυρισμοί της αιτούσας Σελ. 23
ii. Ισχυρισμοί γαλλικού Κράτους Σελ. 23
iii. Παρεμβάσεις τρίτων Σελ. 24
γ. H απόφαση του Δικαστηρίου Σελ. 25
δ. Σχολιασμός Δικαστικής Απόφασης Σελ. 27
2. Υπόθεση EVANS v. THE UNITED KINGDOM Σελ. 36
α. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 36
β. Προσβαλλόμενες διατάξεις της ΕΣΔΑ - Παραβίαση των Άρθρων 2, 8 και 14 της ΕΣΔΑ Σελ. 37
i. Ισχυρισμοί της αιτούσας Σελ. 38
ii. Ισχυρισμοί της κυβέρνησης Σελ. 38
γ. Η απόφαση του Δικαστηρίου Σελ. 39
δ. Σχολιασμός Δικαστικής Απόφασης Σελ. 41
3. Υπόθεση COSTA and PAVAN v. ITALY Σελ. 48
α. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 48
β. Προσβαλλόμενες διατάξεις της ΕΣΔΑ - Παραβίαση των Άρθρων 8 και 14 της ΕΣΔΑ Σελ. 49
i. Ισχυρισμοί προσφευγόντων Σελ. 49
ii. Ισχυρισμοί ιταλικής κυβέρνησης Σελ. 49
iii. Παρεμβάσεις τρίτων Σελ. 50
γ. Η απόφαση του Δικαστηρίου Σελ. 50
δ. Σχολιασμός Δικαστικής Απόφασης Σελ. 53
4. Υπόθεση PARILLO v. ITALY Σελ. 60
α. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 61
β. Προσβαλλόμενες διατάξεις της ΕΣΔΑ – Παραβίαση του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ και του Άρθρου 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου Σελ. 61
i. Ισχυρισμοί της προσφεύγουσας Σελ. 62
ii. Ισχυρισμοί της ιταλικής κυβέρνησης Σελ. 63
iii. Παρεμβάσεις τρίτων Σελ. 64
γ. Η απόφαση του Δικαστηρίου Σελ. 66
δ. Σχολιασμός Δικαστικής Απόφασης Σελ. 68
III. Πραγματική αδυναμία τεκνοποίησης – Πρόσβαση στις μεθόδους ΙΥΑ
A. Η ιατρική αναγκαιότητα ως όρος πρόσβασης στην ΙΥΑ & η πραγματική αδυναμία τεκνοποίησης
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις Σελ. 71
2. Το περιεχόμενο των όρων Σελ. 74
3. Μια ερμηνευτική προσέγγιση Σελ. 79
Β. Πραγματική αδυναμία τεκνοποίησης & Άρθρα 8 και 12 της ΕΣΔΑ για τη δυνατότητα εφαρμογής των μεθόδων ΙΥΑ υπό το πρίσμα της απόφασης του ΕΔΔΑ DICKSON v. THE UNITED KINGDOM Σελ. 80
1. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 81
α. Προσβαλλόμενες διατάξεις της ΕΣΔΑ - Παραβίαση των Άρθρων 8 και 12 της ΕΣΔΑ Σελ. 82
i. Ισχυρισμοί των διαδίκων Σελ. 82
ii. Ισχυρισμοί της κυβέρνησης Σελ. 83
β. Η απόφαση του Δικαστηρίου Σελ. 84
i. Παραβίαση του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ Σελ. 84
ii. Παραβίαση του Άρθρου 12 της ΕΣΔΑ Σελ. 87
iii. Σύμφωνη γνώμη του δικαστή Bratza Σελ. 87
iv. Κοινή διαφορετική άποψη των δικαστών Wildhaber, Zupančič, Jungwiert, Gyulumyan και Myjer Σελ. 88
2. Συνέπειες έκδοσης της απόφασης του ΕΔΔΑ Σελ. 89
3. Σχολιασμός Δικαστικής Απόφασης Σελ. 90
IV. Ειδικοί όροι πρόσβασης στις μεθόδους ΙΥΑ – Πρόσβαση τρανσέξουαλ ατόμων στην ΙΥΑ
Α. Οι όροι πρόσβασης στις μεθόδους ΙΥΑ – Η περίπτωση των τρανσέξουαλ ατόμων
1. Ορισμοί και περιεχόμενο εννοιών Σελ. 94
2. Ειδικοί όροι και προϋποθέσεις προσφυγής στις μεθόδους ΙΥΑ Σελ. 96
3. Η περίπτωση της κρυοσυντήρησης Σελ. 99
4. Η «καταλλήλοτητα» των τρανσέξουαλ ατόμων να γίνουν γονείς Σελ. 103
Β. Προστασία ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ υπό το πρίσμα της απόφασης του ΕΔΔΑ X, Y and Z v. THE UNITED KINGDOM
1. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 109
α. Προσβαλλόμενες διατάξεις της ΕΣΔΑ - Παραβίαση του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ Σελ. 111
i. Ισχυρισμοί των διαδίκων Σελ. 111
ii. Ισχυρισμοί της κυβέρνησης Σελ. 111
β. Η απόφαση του Δικαστηρίου Σελ. 112
i. Γενική προσέγγιση του Δικαστηρίου Σελ. 112
ii. Παραβίαση του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ Σελ. 113
iii. Σύμφωνη γνώμη του δικαστή Pettiti Σελ. 114
iv. Σύμφωνη γνώμη του δικαστή De Meyer Σελ. 115
v. Μερικώς μειοψηφούσα άποψη των δικαστών Casadevall, Russo και Makarczyk Σελ. 115
vi. Μειοψηφούσα άποψη του δικαστή Thór Vilhjálmsson Σελ. 116
vii. Μειοψηφούσα άποψη του δικαστή Foighel Σελ. 116
viii. Μειοψηφούσα άποψη του δικαστή Gotchev Σελ. 117
2. Σχολιασμός Δικαστικής Απόφασης Σελ. 117
V. Παρένθετη μητρότητα
Α. Η παρένθετη μητρότητα και το πολυδιάστατο της εφαρμογής
1. Το επιτρεπτό της παρένθετης μητρότητας σε ευρωπαϊκό και εθνικό πλαίσιο Σελ. 122
2. Μορφές παρένθετης μητρότητας Σελ. 128
3. Η πρόσβαση στην παρένθετη μητρότητα Σελ. 129
α. Οι όροι εφαρμογής της μεθόδου Σελ. 129
β. Προβληματικές περιοχές Σελ. 129
i. Το ζήτημα του οικονομικού ανταλλάγματος Σελ. 130
ii. Ζητήματα της συμφωνίας για την παρένθετη μητρότητα Σελ. 131
iii. Ψυχολογική υποστήριξη της παρένθετης μητέρας Σελ. 133
iv. Ενημέρωση του παιδιού που θα γεννηθεί Σελ. 134
Β. Η μέθοδος της παρένθετης μητρότητας υπό το πρίσμα των αποφάσεων του ΕΔΔΑ
1. Υποθέσεις MENNESSON v. FRANCE & LABASSEE v. FRANCE Σελ. 137
α. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 137
i. Υπόθεση MENNESSON v. FRANCE Σελ. 137
ii.Υπόθεση LABASSEE v. FRANCE Σελ. 138
β. Προσβαλλόμενες διατάξεις της ΕΣΔΑ – Παραβίαση Άρθρων 6, 8, 12 και 16 της ΕΣΔΑ Σελ. 140
i. Ισχυρισμοί προσφευγόντων Σελ. 140
ii. Οι Αποφάσεις του Δικαστηρίου Σελ. 140
2. Υπόθεση D. and OTHERS v. BELGIUM Σελ. 144
α. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 144
β. Προσβαλλόμενες διατάξεις - Παραβίαση των Άρθρων 3, 6, 8 και 13 της ΕΣΔΑ Σελ. 146
i. Οι ισχυρισμοί των προσφευγόντων Σελ. 146
ii. Η απόφαση του Δικαστηρίου Σελ. 147
3. Υπόθεση PARADISO and CAMPANELLI v. ITALY Σελ. 149
α. Πραγματικά περιστατικά Σελ. 149
β. Προσβαλλόμενες διατάξεις - Παραβίαση του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ Σελ. 151
i. Οι ισχυρισμοί των προσφευγόντων Σελ. 151
ii. Η απόφαση του Δικαστηρίου Σελ. 151
Γ. Σχολιασμός Δικαστικών Αποφάσεων
1. Προστασία του συμφέροντος του παιδιού υπό το πρίσμα της προστασίας της οικογενειακής ζωής Σελ. 155
2. Προτάσεις ενδεχόμενης κοινής ευρωπαϊκής ρύθμισης εφαρμογής της μεθόδου Σελ. 157
3. Συμβουλευτική Γνώμη ΕΔΔΑ (Request No. P16-2018-001) Σελ. 160
VI. Επίλογος Σελ. 161
Βιβλιογραφία
Ι. Ελληνική Σελ. 163
ΙΙ. Ξενόγλωσση Σελ. 170
Παράρτημα Ι
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Άρθρον 1 - Υποχρέωση σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου Σελ. 177
Άρθρον 2 - Το δικαίωμα στη ζωή Σελ. 177
Άρθρον 3 - Απαγόρευση των βασανιστηρίων Σελ. 178
Άρθρον 4 - Απαγόρευση της δουλείας και των καταναγκαστικών έργων Σελ. 178
Άρθρον 5 - Το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια Σελ. 178
Άρθρον 6 - Δικαίωμα στην χρήση και απονομή Δικαιοσύνης Σελ. 179
Άρθρον 7 - Μη επιβολή ποινής άνευ νόμου Σελ. 180
Άρθρον 8 - Δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής Σελ. 180
Άρθρον 9 – Ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας Σελ. 181
Άρθρον 10 - Ελευθερία έκφρασης Σελ. 181
Άρθρον 11 - Ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι Σελ. 182
Άρθρον 12 - Δικαίωμα συνάψεως γάμου Σελ. 182
Άρθρον 13 - Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής Σελ. 182
Άρθρον 14 - Απαγόρευση των διακρίσεων Σελ. 182
Άρθρον 15 - Παρέκκλιση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης Σελ. 182
Άρθρον 16 – Περιορισμοί στην πολιτική δραστηριότητα των αλλοδαπών Σελ. 183
Άρθρον 17 – Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώματος Σελ. 183
Άρθρον 18 – Όρια στην χρήση των περιορισμών σε δικαιώματα Σελ. 183
ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΣΘΕΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΕΣΔΑ Σελ. 183
Άρθρον 1. - Προστασία της ιδιοκτησίας Σελ. 184
Παράρτημα ΙΙ
ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΕΔΔΑ ΥΠΟ ΑΝΑΛΥΣΗ Σελ. 185
Αλφαβητικό ευρετήριο Σελ. 221

Σελ. 1

I Εισαγωγή

Η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας ειδικά στο χώρο της ανθρώπινης αναπαραγωγής στάθηκε –μεταξύ άλλων- η αφορμή και για την επανεκκίνηση της θεωρητικής συζήτησης αναφορικά με τον προσδιορισμό του χρονικού σημείου έναρξης της ανθρώπινης ζωής, από τον οποίο προσδιορισμό εξαρτάται τόσο το εύρος της αναγνωριζόμενης στα αγαθά προστασίας όσο και η αντίστοιχη διαμόρφωση της έκτασης της θεμελιούμενης ευθύνης. Ουσιαστικά ο εν λόγω προβληματισμός αποτελεί μια προέκταση της συζήτησης που έλαβε χώρα πριν αρκετά χρόνια αναφορικά με την τεχνητή διακοπή της κύησης, οπότε και τότε ως κρίσιμο αναδείχθηκε το ζήτημα του προσδιορισμού του χρόνου έναρξης της ανθρώπινης ζωής. Έτσι, στη μέχρι πρότινος διάκριση μεταξύ ανθρώπου και εμβρύου προστέθηκε πλέον και το γεννητικό υλικό (απλό και γονιμοποιημένο), που, ως δυνάμει φορέας της ανθρώπινης ζωής, διεκδικεί, επίσης, προστασία.

Σελ. 2

Ταυτόχρονα, βέβαια, οι εξελίξεις στον τομέα της ανθρώπινης αναπαραγωγής και η προσπάθεια νομοθετικής ρύθμισης της εφαρμογής των επιτευγμάτων της αναπαραγωγικής τεχνολογίας έχουν ήδη αρχίσει να δημιουργούν και μια σειρά από άλλα νομικά ζητήματα, που απασχολούν όχι μόνο την ευρωπαϊκή, αλλά και την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, όπως για παράδειγμα οι όροι πρόσβασης στις αναπαραγωγικές τεχνολογίες, ζητήματα συγγένειας μετά την εφαρμογή των μεθόδων Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΙΥΑ), η εφαρμογή των ειδικών μορφών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπως είναι η παρένθετη μητρότητα και η μεταθανάτια γονιμοποίηση, αλλά και η πρόσβαση στις εν λόγω μεθόδους άγαμων και μοναχικών προσώπων.

Σελ. 3

Τη σύγχρονη συζήτηση απασχολούν οι ηθικές, κοινωνικές, θρησκευτικές και πολιτικές προεκτάσεις με τις οποίες συνδέεται η ρύθμιση της εφαρμογής των σύγχρονων μεθόδων ιατρικής υποβοήθησης της αναπαραγωγής και οι ευρωπαϊκές νομοθεσίες στο επίπεδο αυτό παρουσιάζονται διχασμένες. Εύκολα μπορεί κανείς να εντοπίσει από τη μια πλευρά την πιο φιλελεύθερη προσέγγιση, που αντικατοπτρίζεται σε πιο επιεικείς και επιτρεπτικές ρυθμίσεις αναφορικά

Σελ. 4

με την προστασία που αναγνωρίζεται στις εντελώς πρώιμες μορφές της ανθρώπινης ζωής, αλλά και την εν γένει ερευνητική δραστηριότητα, και από την άλλη πλευρά την πιο συντηρητική οπτική, που καταλήγει σε μια αυξημένη προστασία της εμβρυακής ζωής και σε συνακόλουθους περιορισμούς της έρευνας.

Αυτή δε η έλλειψη ομοφωνίας μεταξύ των νομοθετικών επιλογών των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με την προστασία της αρχής της ζωής και την εφαρμογή των νέων μεθόδων αναπαραγωγικής τεχνολογίας έχει μια σειρά από προεκτάσεις πρωτίστως σε κοινωνικό επίπεδο, γεγονός που δε θα μπορούσε παρά να αποτυπωθεί συν τω χρόνω και στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).

Η νομολογία του ΕΔΔΑ σε σχέση με τα ζητήματα που σχετίζονται με την αρχή της ζωής -ειδικά με αφορμή την εφαρμογή των επιτευγμάτων της αναπαραγωγικής τεχνολογίας- διαρκώς αυξανόμενη σε αριθμό αποφάσεων και με προοπτική περαιτέρω αύξησης ενόψει της ευρείας εφαρμογής των μεθόδων αυτών, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τούτο δε διότι αφενός μεν η νομολογία του ΕΔΔΑ είναι καθοριστικής σημασίας για την προσαρμογή των επιμέρους εθνικών νομοθεσιών, αφετέρου δε διότι δίνει λαβή και για τη διατύπωση του ερωτήματος αν και κατά πόσο θα ήταν εφικτή η διαμόρφωση μιας ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής σε σχέση με τα ζητήματα αυτά, όσο και αν κάτι τέτοιο φαίνεται καταρχάς αδύνατο ενόψει των πολλών και διαφορετικών κοινωνικών, ηθικών, θρησκευτικών, πολιτισμικών, πολιτικών και νομικών αντιλήψεων με τις οποίες τα ζητήματα αυτά συνδέονται. Άλλωστε, κάτι ανάλογο, δηλ. υιοθέτηση παρόμοιων εθνικών νομοθετικών διατάξεων από τη μεγάλη πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κρατών, έχει ήδη συμβεί αναφορικά με το θέμα της τεχνητής διακοπής της κύησης, δηλ. αναφορικά με ένα θέμα παρεμφερούς προβληματικής με ευρύτερη ηθικο-κονωνικο-πολιτισμικο-θρηκευτικο-οικονομική διάσταση.

Μέχρι στιγμής η νομολογία του ευρωπαϊκού δικαστηρίου συγκεντρώνεται γύρω από συγκεκριμένους άξονες (π.χ. έννοια «προσώπου»/φύση γεννητικού υλικού, συναίνεση, προγεννητικός έλεγχος, παρένθετη μητρότητα, έρευνα επί εμβρύων κ.λπ.) και, παρά την ετερότητα των θεμάτων, στις εν λόγω δικαστικές αποφάσεις επαναλαμβάνονται κάποιες θεμελιώδεις αρχές που το Δικαστήριο υιοθετεί και οι οποίες λειτουργούν ως γνώμονας για την κρίση του.

Σελ. 5

Στην παρούσα μελέτη θα επιχειρηθεί η υπό το πρίσμα του ελληνικού δικαίου αναλυτική παρουσίαση των προβληματικών που αγγίζει το ΕΔΔΑ με τη νομολογία του και οι οποίες σχετίζονται με την αρχή της ανθρώπινης ζωής με σκοπό να αναδειχθούν οι αρχές που το Δικαστήριο αποδέχεται. Η εκτενής παρουσίαση των εν λόγω θεματικών σε συνδυασμό με μια συγκεντρωτική καταγραφή των αντίστοιχων αποφάσεων του ΕΔΔΑ, που δεν έχει μέχρι στιγμής επιχειρηθεί, απευθύνεται καταρχάς στο νομικό που ασχολείται σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο με μια θεματική με ευρύτατες και ποικίλες διαστάσεις. Άλλωστε, τα εθνικά δικαστήρια αναμένεται ολοένα και πιο συχνά να ανατρέχουν στη νομολογία του ΕΔΔΑ προς επίλυση σχετικών υποθέσεων εισέρχονται ενώπιόν τους. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η ολοκληρωμένη καταγραφή της εν λόγω προβληματικής σε θεωρητικό και νομολογιακό επίπεδο μπορεί να δώσει απαντήσεις και σε άλλους επιστήμονες, όπως γιατροί, γενετιστές και βιολόγοι, που στην καθημερινή τους ενασχόληση συχνά βρίσκονται αντιμέτωποι με προβληματισμούς και διλήμματα -νομικής και ηθικής φύσεως-, τα οποία συνδέονται με τα ζητήματα του χρόνου έναρξης της ανθρώπινης ζωής.

1. Μηλαπίδου Μ., Σωματική ακεραιότητα & υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, σε: Δημοσιεύματα Ιατρικού Δικαίου και Βιοηθικής, τόμ. 14, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2011, η ίδια, Η προεμφυτευτική διάγνωση (PGD) ως μια μορφή έρευνας στο ανθρώπινο γεννητικό υλικό, σε: Δημοσιεύματα Ιατρικού Δικαίου και Βιοηθικής, τόμ. 10, «Ποινικό Δίκαιο και Βιοηθική», Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2009, σ. 63 επ., Συμεωνίδου-Καστανίδου E., Γενετική τεχνολογία και ποινικό δίκαιο (Με αναφορά στο Σχέδιο Νόμου για την «Ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή»), ΠοινΔικ 2002, 1052 επ.

Σελ. 7

II Προστασία αγέννητης ζωής – Νομική φύση
εμβρύου & γονιμοποιημένου ωαρίου

Το κρίσιμο ζήτημα της προστασίας της αγέννητης ζωής –άμεσα συνδεόμενο με το χρόνο έναρξης της ανθρώπινης ζωής- απασχολεί διαχρονικά θεωρία και νομολογία όλων των κλάδων του ελληνικού δικαίου. Δεδομένων, ωστόσο, των πλέον σύγχρονων επιστημονικών εξελίξεων, ειδικά στο χώρο της ανθρώπινης αναπαραγωγής, η αρχική θεωρητική συζήτηση -που ξεκίνησε με αφορμή τις περιπτώσεις διακοπής της κύησης- αναφορικά με τη νομική φύση και την προστασία του εμβρύου σε αντιπαραβολή με εκείνη του γεννημένου και ζωντανού ανθρώπου, δε θα μπορούσε παρά να μεταφερθεί και σε πιο πρώιμα εξελικτικά στάδια. Στο πλαίσιο αυτό ελληνική θεωρία και νομολογία έχουν εδώ και κάποια χρόνια κληθεί να τοποθετηθούν αναφορικά με τη νομική φύση του απλού γεννητικού υλικού και του γονιμοποιημένου ωαρίου και να προσδιορίσουν αντίστοιχα και την αναγνωριζόμενη σε αυτά έννομη προστασία.

Εκφεύγοντας από το πλαίσιο της εκάστοτε εθνικής έννομης τάξης και αναζητώντας μια προοπτική σε επίπεδο πλέον ευρωπαϊκό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσέγγιση που το ΕΔΔΑ φαίνεται να υιοθετεί υπό το πρίσμα πάντα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Τα Άρθρα 2 για την προστασία της ζωής και 8 για την προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής αποτελούν το σχετικό πεδίο αναφοράς του ΕΔΔΑ, που, σε κάποιες βαρύνουσας σημασίας αποφάσεις του, κλήθηκε να ασχοληθεί με την προστασία της αγέννητης ζωής και την ειδικότερη φύση του εμβρύου και του γονιμοποιημένου ωαρίου.

Η αρχή έγινε με την υπόθεση VO v. FRANCE (Application no. 53924/00), όπου το Δικαστήριο χρειάστηκε να τοποθετηθεί αναφορικά με το είδος της παρεχόμενης στο έμβρυο έννομης προστασίας (με βάση το γαλλικό αστικό – διοικητικό – ποινικό δίκαιο) σε περίπτωση διακοπής της κύησης ενόψει του Άρθρου 2 της ΕΣΔΑ, σε συνάρτηση πάντα με την προστασία που αναγνωρίζεται στον άνθρωπο. Η υπόθεση EVANS v. THE UNITED KINGDOM (Application no. 6339/05),που ακολούθησε χρονικά, έθεσε εκ νέου το ανωτέρω ερώτημα

Σελ. 8

αυτή τη φορά, όμως, επ’ αφορμή της αναγνωριζόμενης στο βρετανικό δίκαιο δυνατότητας καταστροφής των κρυοσυντηρημένων γονιμοποιημένων ωαρίων σε περίπτωση ανάκλησης της συναίνεσης ενός εκ των μερών του ζευγαριού. Στην υπόθεση COSTA AND PAVAN v. ITALY (Application no. 54270/10) το Δικαστήριο απασχόλησε το ζήτημα του συμβατού της ιταλικής απαγόρευσης πρόσβασης στην προεμφυτευτική διάγνωση (Preimplantation Genetic Diagnosis) -λόγω της επικείμενης καταστροφής των γονιμοποιημένων ωαρίων φορέων κάποιων γενετικών ασθενειών- με τις διατάξεις της ΕΣΔΑ. Τέλος, με το ιταλικό νομοθετικό καθεστώς για την επιτρεπόμενη ή μη δωρεά κρυοσυντηρημένων γονιμοποιημένων ωαρίων για έρευνα ασχολήθηκε το Δικαστήριο στην υπόθεση PARILLO v. ITALY (Application no. 46470/11).

Α. Χρόνος έναρξης της ανθρώπινης ζωής – αναγνωριζόμενη προστασία σε εθνικό επίπεδο

Το λεπτό ζήτημα της αναγνώρισης του κρίσιμου χρόνου έναρξης της ανθρώπινης ζωής, με άλλα λόγια το αν και κατά πόσο στην έννοια του «προσώπου» -που αναφέρεται στο Άρθρο 2 της ΕΣΔΑ- μπορεί να υπαχθεί και το κυοφορούμενο και κατ’ επέκταση -και με βάση τα σύγχρονα δεδομένα της Ιατρικής και της Βιολογίας- και το γονιμοποιημένο ωάριο (κρυοσυντηρημένο ή μη) επανέρχεται ενόψει των νέων επιστημονικών κατακτήσεων. Μάλιστα, η συζήτηση με ιδιαίτερη ένταση αφορά κυρίως τον κλάδο του ποινικού δικαίου, οι συνέπειες του οποίου φαίνεται να έχουν πάντοτε πιο αυξημένη βαρύτητα, έστω και σημειολογικά. Στους κλάδους του αστικού και του συνταγματικού δικαίου τα επιχειρήματα αποτυπώνονται πιο αποκρυσταλλωμένα και φαίνεται ότι συγκλίνουν στην κατοχύρωση ενός ειδικού πλαισίου προστασίας γεννητικού υλικού, γονιμοποιημένου ωαρίου και εμβρύου -λόγω της ιδιαίτερης προέλευσης και του ιδιαίτερου προορισμού τους- που πάντως δεν ταυτίζεται

Σελ. 9

με το αντίστοιχο που αναγνωρίζεται για το γεννημένο και ζωντανό άνθρωπο. Πιο συγκεκριμένα:

1. Αναγνώριση συνταγματικών δικαιωμάτων στο έμβρυο, στο γονιμοποιημένο ωάριο και στο γεννητικό υλικό

Στο χώρο του συνταγματικού δικαίου η διερεύνηση της τυχόν αναγνώρισης στο έμβρυο ή και στο γονιμοποιημένο ωάριο συνταγματικών δικαιωμάτων συνδεόμενων με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια (άρθρο 2 §1Σ) και το δικαίωμα στη ζωή (άρθρο 5 §2Σ) ανέκυψε κυρίως ενόψει της δυνατότητας επεμβάσεων επί των γονιμοποιημένων ωαρίων που βρίσκονται εκτός του σώματος της γυναίκας —επεμβάσεων που είτε σχετίζονται με την επιτυχία της συγκεκριμένης εγκυμοσύνης είτε αποσκοπούν στην προαγωγή της έρευνας εν γένει. Αποτελεί, επομένως, προέκταση της συζήτησης για την προστασία του εμβρύου στην περίπτωση της διακοπής τη κύησης, το ερώτημα αν το έμβρυο ή ακόμα και το γονιμοποιημένο ωάριο μπορεί να είναι φορέας συνταγματικών δικαιωμάτων και ιδιαιτέρως εκείνου της ζωής και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ενόψει των επιστημονικών εξελίξεων.

Ως κρίσιμο στοιχείο αναδεικνύεται ο καθορισμός εκείνου του χρονικού σημείου στην εξέλιξη της δημιουργίας της ανθρώπινης ζωής από το οποίο και πέρα αναγνωρίζεται ότι αρχίζει η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και κατά συνέπεια η προστασία του ανθρώπου. Αν θεωρηθεί ότι το χρονικό αυτό σημείο είναι η γονιμοποίηση, προφανές είναι ότι τόσο το έμβρυο όσο και το γονιμοποιημένο ωάριο μπορούν να είναι φορείς των αντίστοιχων δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται στον άνθρωπο και άρα να αντιμετωπίζονται ως πρόσωπα. Αντίστοιχα, αν θεωρήσουμε ότι το κρίσιμο χρονικό σημείο για την απόκτηση της ιδιότητας του «προσώπου» είναι η γέννηση του ανθρώπου, τότε το έμβρυο και το γονιμοποιημένο ωάριο εκφεύγουν της προστασίας που αναγνωρίζεται στον άνθρωπο.

Η ιδιότητα του γεννητικού υλικού να μη διατηρεί σταθερή τη φύση του, αλλά με τη συνδρομή των κατάλληλων συνθηκών να μεταλλάσσεται το ίδιο σε αυτοτελή οργανισμό, τροφοδοτεί τη συζήτηση για το σε ποιο χρονικό σημείο παύει να υπάρχει γεννητικό υλικό/γονιμοποιημένο ωάριο/έμβρυο και μπορεί κανείς να μιλά για άνθρωπο. Η δε ασάφεια του χρονικού αυτού σημείου μεταφράζεται

Σελ. 10

σε πρόβλημα ηθικό και νομικό. Είναι πραγματικά δύσκολο να αιτιολογήσει κανείς για ποιο λόγο και με ποιο κριτήριο θα πρέπει το γεννητικό υλικό, που διαδοχικά εξελίσσεται σε γονιμοποιημένο ωάριο, έμβρυο και εν τέλει σε άνθρωπο, να προστατεύεται με διαφορετικό τρόπο στην αρχή και στο τέλος της εξέλιξής του.

Κυρίαρχο επιχείρημα για την προστασία της ανθρώπινης ζωής μέσω της αρχής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας από το σημείο της γονιμοποίησης αποτελεί η βιολογική ένδειξη ότι το γονιμοποιημένο ωάριο και εν συνεχεία το ανθρώπινο έμβρυο διέρχονται από τη στιγμή αυτή μέχρι τη γέννηση του ανθρώπου αλληλοδιαδοχικές φάσεις ανάπτυξης, κατά τη διάρκεια των οποίων εξελίσσονται και διαφοροποιούνται ως οργανισμός, αλλά διατηρούν την ίδια πάντα βιολογική και γενετική ταυτότητα.

Επίσης, σε σχέση με το συχνά προβαλλόμενο επιχείρημα ότι το έμβρυο παραμένει οργανικά εξαρτημένο από τη μητέρα μέχρι τη γέννηση του νέου ανθρώπου, οι υποστηρικτές της παραπάνω άποψης υπογραμμίζουν ότι πράγματι υπάρχει μια ιδιαίτερη σχέση της μητέρας με το έμβρυο, όπως επίσης υπάρχει και η βιολογική του εξάρτηση από αυτήν, αλλά ο δεσμός αυτός δεν είναι «σχέση ταυτότητας». Πρόκειται για δύο ξεχωριστούς οργανισμούς. Το έμβρυο είναι ένας ξεχωριστός οργανισμός από τη στιγμή της σύλληψης-εμφύτευσης και η διάκριση αυτή διατηρείται μέχρι τη γέννηση και δεν μπορεί να θεωρείται ένα εσωτερικό μέρος του οργανισμού της μητέρας.

Σελ. 11

Στο χώρο του Συνταγματικού Δικαίου, ωστόσο, κρίσιμη είναι η παρατήρηση ότι ένα συνταγματικό δικαίωμα, όπως είναι και το δικαίωμα στη ζωή και στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, δεν μπορεί να αναγνωρίζεται και να αποδίδεται σε ένα οποιοδήποτε υποκείμενο εάν αυτό δεν έχει «οντολογική ενότητα». Η ενότητα δε αυτή εκφράζει τη σύμπτωση βιολογικών και διανοητικών ιδιοτήτων και το χρονικό σημείο της σύμπτωσης των ιδιοτήτων αυτών δεν είναι άλλο από τη στιγμή της γέννησης. Πριν το χρονικό αυτό σημείο δεν υφίσταται ούτε το βιολογικό, αλλά ούτε και το διανοητικό στοιχείο που απαιτούνται για την ύπαρξη του υποκειμένου.

Το έμβρυο από τη στιγμή της εμφύτευσης και μέχρι τη γέννησή του, τον αποχωρισμό του από το μητρικό σώμα, παραμένει πλήρως εξαρτημένο από τη γυναίκα. Η δε πλήρης εξάρτησή του από τη μητέρα αυτόματα του στερεί την ιδιότητα του «προσώπου» κατά το δίκαιο, δεδομένου ότι το φυσικό πρόσωπο αποκτά τη βιολογική του αυτονομία με τη γέννηση και την αποδέσμευσή του από το μητρικό οργανισμό. Εξάλλου, στο στάδιο αυτό το έμβρυο δεν έχει συνείδηση, δεν μπορεί να έχει εμπειρίες και στερείται της ικανότητας αντίδρασης και επικοινωνίας. Όπως παρατηρεί ο Hilgendorf, «τα γονιμοποιημένα ωάρια και τα έμβρυα δεν είναι, σε αντίθεση με τους ανθρώπους, φορείς της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Από αυτά λείπουν οι στοιχειώδεις —προς τούτο— προϋποθέσεις, όπως π.χ. η βασική αυτοσυνειδησία και η ικανότητα αυτονομίας».

Η παραδοχή της θέσης για την «οντολογική ενότητα» του υποκειμένου της ανθρώπινης αξίας μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πριν τη γέννηση δεν μπορεί κανείς να κάνει καν λόγο για την ύπαρξη υποκειμένου, δηλαδή «προσώπου»,

Σελ. 12

ούτε συνεπώς για την ύπαρξη υποκειμένου ανθρώπινης αξίας ή οποιουδήποτε συνταγματικού δικαιώματος.

Πάντως, κατά την άποψη αυτή, το γεγονός ότι το ανθρώπινο έμβρυο δεν αναγνωρίζεται ως πρόσωπο μέχρι τη στιγμή της γέννησης δε σημαίνει ότι αυτό είναι αδιάφορο για το Δίκαιο. Αντιθέτως, είναι πολλές οι διατάξεις που παρέχουν ένα ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας για το έμβρυο. Άλλωστε, όπως καταλήγει και ο Μαντζούφας, «η ανθρώπινη ζωή ως συστατικό της αξίας του ανθρώπου, περιλαμβάνει την προστασία κάθε είδους γενετικού υλικού (πριν αυτό αναχθεί σε πρόσωπο) σε πρακτική εναρμόνιση με τα επιμέρους δικαιώματα των ατόμων που αξιώνουν διαχείριση αυτού του υλικού, προκειμένου να ικανοποιήσουν ατομικές τους επιθυμίες, στόχους και πεποιθήσεις. Αυτό σημαίνει ότι τίθενται σοβαροί περιορισμοί στη χρήση του γενετικού υλικού, δηλαδή θα πρέπει να συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, είτε για την καταστροφή του (άμβλωση) είτε για τις οποιεσδήποτε ιατρικές επεμβάσεις σε αυτό». Ωστόσο, από αυτό δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι αναγνωρίζονται αυτοτελή δικαιώματα στο έμβρυο, καθότι αυτό στερείται της ιδιαίτερης ιδιότητας του προσώπου.

Έτσι, για παράδειγμα, εντάσσοντας ο εθνικός νομοθέτης τις διατάξεις για τη διακοπή της κύησης στο Κεφάλαιο του ΠΚ που είναι αφιερωμένο στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, σίγουρα αποδίδει στο κυοφορούμενο μεγαλύτερη αξία από τα άλλα άψυχα ή έμψυχα αντικείμενα, αναγνωρίζοντας τη βαθμιαία προσέγγισή του στον ολοκληρωμένο άνθρωπο. Η αξία του κυοφορούμενου θεμελιώνεται ακριβώς σε αυτήν την αντικειμενική διάσταση της ανθρώπινης αξίας, καθότι εκφράζει την προσδοκία για την αναπαραγωγή του είδους, η οποία αυξάνει όσο εξελίσσεται η κυοφορία. Έτσι, αυξάνει και η βαρύτητα της αξίας του κυοφορουμένου για την έννομη τάξη με τελική κατάληξη τη μετατροπή του σε υποκείμενο δικαίου, όταν με τη γέννηση σταματήσει και ο βιολογικός ετεροκαθορισμός του.

Σελ. 13

Στην κατεύθυνση αυτή φαίνεται να λειτουργούν και οι νόμοι 3089/2002 και 3305/2005 για την προστασία του γεννητικού υλικού, του γονιμοποιημένου ωαρίου και του εμβρύου κατά την εφαρμογή των μεθόδων υποβοήθησης της αναπαραγωγής, που καθιερώνουν ένα ειδικό καθεστώς προστασίας, χωρίς να εξομοιώνουν την προστασία αυτή με την προστασία του ανθρώπου.

Εξετάζοντας κανείς τη θέση σχετικά με την «οντολογική ενότητα» που απαιτείται για την αναγνώριση συνταγματικών δικαιωμάτων, δε θα μπορούσε να μην αναφερθεί στην άποψη που διατυπώνεται από τον Μανιτάκη και η οποία υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος ως πρόσωπο και υποκείμενο δικαίου δεν ταυτίζεται με τη βιολογική του υπόσταση και εν πάση περιπτώσει, η ανάγκη προστασίας της αξίας του ανθρώπου ως προσώπου δεν ανάγεται ούτε εξαντλείται στην απόδοση της «οντολογικής του υπόστασης», σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι το Δίκαιο ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο ως ον κοινωνικό και όχι ως ον βιολογικό.

Όπως ορθά επισημαίνεται, «ο άνθρωπος είναι έννοια της βιολογίας και της φυσιολογίας και γενικά των φυσικών επιστημών, το πρόσωπο είναι έννοια της νομικής επιστήμης, της νομολογίας και γενικά της νομικής ανάλυσης. Το πρόσωπο ταυτίζεται με ένα ατομικά προσδιορισμένο πλέγμα νομικών κανόνων, εκφράζει την ενότητα των κανόνων αυτών. Δηλαδή, το πρόσωπο δεν είναι η ανθρώπινη ύπαρξη, η οποία θεωρείται υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, αλλά η ενότητα των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αυτών» και «μόνο ως πρόσωπα, δηλαδή ως νομικά μορφοποιημένες ενότητες, οι άνθρωποι θεωρούνται φορείς ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών... Ο άνθρωπος μόνο ως πρόσωπο μπορεί να υπάρχει και να δρα στο χώρο του δικαίου».

Υπό το πρίσμα αυτό, το γεννητικό υλικό, αν και «πράγμα», δεν μπορεί να εξομοιωθεί με τα υπόλοιπα πράγματα ούτε μπορεί να αντιμετωπίζεται όπως τα υπόλοιπα «πράγματα» στο μέτρο που συνδέεται πάντως με κάποιο πρόσωπο. Το γεννητικό υλικό δεν αποτελεί ένα απλό βιολογικό στοιχείο που συμβάλλει σε μια βιολογική λειτουργία του οργανισμού, αφού εκ των πραγμάτων η χρήση του συνδέεται και διασταυρώνεται με την έννοια του προσώπου. Για

Σελ. 14

το λόγο αυτό και η αξιοποίησή του θα πρέπει πάντοτε να αξιολογείται με γνώμονα την αξία του ανθρώπου. Ειδικά δε αν μιλάμε για έμβρυο, τότε η σύνδεση γεννητικού υλικού και προσώπου είναι ακόμα πιο εμφανής.

Ανεξάρτητα από το αν υιοθετεί κανείς τη μια ή την άλλη άποψη, κοινό σημείο και των δύο αποτελεί η διαπίστωση ότι, παρά το γεγονός της ανάγκης ιδιαίτερης προστασίας του γεννητικού υλικού, του γονιμοποιημένου ωαρίου και κατ’ επέκταση του εμβρύου, η προστασία του αυτή δεν εξικνείται μέχρι του σημείου της αναγνώρισής του ως υποκειμένου δικαίου και αυτοτελούς φορέα δικαιωμάτων. Το ανθρώπινο γεννητικό υλικό, το γονιμοποιημένο ωάριο και το έμβρυο νοούνται ως αντικείμενα και όχι ως υποκείμενα δικαίου. Η ανάγκη προστασίας του γεννητικού υλικού μπορεί αφενός μεν να συνδέεται με το συμφέρον των γεννητόρων να φέρουν στον κόσμο ένα υγιές παιδί αφετέρου δε, να εντάσσεται στην αναγνώριση ενός αντικειμενικού συμφέροντος για την κατοχύρωση της ανθρώπινης αξίας και της προστασίας των επερχόμενων γενεών. Στο πλαίσιο αυτής της προστασίας είναι αποδεκτοί οι περιορισμοί στον τρόπο χρήσης του γεννητικού υλικού. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι το γεννητικό υλικό αντιμετωπίζεται από το Σύνταγμα όπως ο ολοκληρωμένος άνθρωπος, ακριβώς γιατί απουσιάζει από αυτό η ιδιότητα που ανάγει έναν οργανισμό σε υποκείμενο συνταγματικών δικαιωμάτων: η αυτοτελής και αυτόνομη υλική ύπαρξή του.

Όπως γλαφυρότατα επισημαίνει ο Fuchs, «Το να εξισώσει κανείς πλήρως, αναφορικά με την ύπαρξη προσωπικότητας, ένα γονιμοποιημένο ωάριο με

Σελ. 15

ένα γεννημένο άνθρωπο θα σήμαινε μια περιοριστική ταύτιση της έννοιας της προσωπικότητας του ανθρώπου με το γενετικό υλικό του. Στην έννοια της ανθρώπινης προσωπικότητας ανήκει όμως κάτι παραπάνω από ένα συγκεκριμένο κώδικα DNA. Πρόσωπο με την πλήρη έννοια του όρου καθίσταται το έμβρυο στην πορεία της ανάπτυξής του. Το πότε ακριβώς συμβαίνει αυτό μπορεί βέβαια να μην είναι γνωστό με βεβαιότητα. Μία σχετική εκτίμηση είναι ωστόσο δυνατή: Το γονιμοποιημένο ωάριο και το έμβρυο κατά τα πρώτα στάδια της εξέλιξής τους δεν συνιστούν ακόμη ανθρώπους με την πλήρη έννοια της προσωπικότητας. Έναντι αυτής της αξιολόγησης δεν μπορεί κανείς να αντιτάξει την εγγενή δυναμική του γονιμοποιημένου ωαρίου να μετεξελιχθεί υπό τη συνδρομή κατάλληλων προϋποθέσεων σε άνθρωπο-πρόσωπο: μια εγγενής δυναμική, ως δυνατότητα του “είναι”, δεν ταυτίζεται ακριβώς με αυτό “το ίδιο το είναι”».

Όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από ρυθμίσεις όπως η Σύμβαση του Oviedo όσο και οι νόμοι 3089/2002 και 3305/2005 για την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, βασική παραδοχή των οποίων είναι ότι καταρχήν το γεννητικό υλικό είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται, διότι νοείται ως αντικείμενο και όχι ως υποκείμενο δικαίου. Οι ρυθμίσεις δε αυτές εναρμονίζονται πλήρως με την ερμηνεία και το περιεχόμενο που δόθηκε παραπάνω στα άρθρα 2 §1 και 5 §2 του Συντάγματος.

2. Η νομική θέση του εμβρύου, του γονιμοποιημένου ωαρίου και του γεννητικού υλικού κατά το Αστικό Δίκαιο

Από το άρθρο 35 ΑΚ, που ορίζει ότι «το πρόσωπο αρχίζει να υπάρχει μόλις γεννηθεί ζωντανό και παύει να υπάρχει με το θάνατό του», προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι, κατά το Αστικό Δίκαιο, η ιδιότητα του υποκειμένου συνυφαίνεται με τη γέννηση και το θάνατο του ανθρώπου. Πριν από τη γέννηση, δεν υπάρχει πρόσωπο ούτε υποκείμενο δικαίου. Το κυοφορούμενο δεν είναι «πρόσωπο» και μόνον κατά πλάσμα θεωρείται υποκείμενο δικαίου κατά τη διάταξη του άρθρου 36 ΑΚ για τα επαγόμενα σε αυτό δικαιώματα με την αίρεση ότι θα γεννηθεί ζωντανό. Κατά συνέπεια, από τη στιγμή της εμφύτευσης

Σελ. 16

στη μήτρα του γονιμοποιημένου ωαρίου, δηλαδή περίπου μετά τις πρώτες 14 ημέρες από τη γονιμοποίηση, υπάρχει έμβρυο, κυοφορούμενο, το οποίο, πάντως, δεν ταυτίζεται με τον άνθρωπο και δεν απολαμβάνει τα ίδια δικαιώματα με αυτόν, παρά μόνον κατά πλάσμα δικαίου, μόνο για τα κληρονομικά δικαιώματα και με τη συγκεκριμένη αίρεση.

Οι εξελίξεις της επιστήμης, ωστόσο, και οι δυνατότητες που προέκυψαν έθεσαν νέα ερωτήματα και τη βάση για τη συζήτηση σχετικά με τη νομική φύση του γεννητικού υλικού και του γονιμοποιημένου ωαρίου όταν βρίσκονται εκτός ανθρώπινου σώματος.

Για το απλό γεννητικό υλικό, σπέρμα και ωάριο, η γενικότερη τάση τα εντάσσει στην κατηγορία των πραγμάτων, ενόψει των ιδιοτήτων του πράγματος (απρόσωπο, αυθύπαρκτο, ενσώματο, και δεκτικό εξουσίασης) που συναντώνται σ’ αυτά, αλλά και ως προέκταση της θέσης ότι τα μέλη ή τα στοιχεία που αποχωρίζονται από το ανθρώπινο σώμα γίνονται αυτοτελή πράγματα. Ταυτοχρόνως, ωστόσο, με βάση το γεγονός ότι το γεννητικό υλικό εκφράζει και τη δυνατότητα του δότη του να αποκτήσει φυσικούς απογόνους —κάτι που αποτελεί στοιχείο της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του— το γεννητικό υλικό εντάσσεται και στα στοιχεία της προσωπικότητας του δότη του.

Σε ό,τι αφορά στο γονιμοποιημένο ωάριο, καταρχάς εμφανές είναι ότι με βάση τους ορισμούς των άρθρων 35 και 36 ΑΚ, αυτό δεν μπορεί να υπαχθεί στην έννοια του προσώπου, στην έννοια του υποκειμένου, κατά το Αστικό Δίκαιο, στο βαθμό που ως κρίσιμο χρονικό σημείο για την απόκτηση της ιδιότητας του προσώπου αναγνωρίζεται η γέννηση του ανθρώπου. Το ζήτημα της νομικής του φύσης περιπλέκεται, ωστόσο, περισσότερο ενόψει του ότι μπορεί μεν να μην υπάρχει, κατά την ορθότερη άποψη, εξατομικευμένη ανθρώπινη ζωή, αλλά, πάντως, βρισκόμαστε σε ένα πιο προωθημένο στάδιο στη διαδικασία της δημιουργίας της ανθρώπινης ζωής σε σχέση με το απλό γεννητικό υλικό και δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ένα απλό πράγμα.

Σελ. 17

Έχουν διατυπωθεί, βέβαια, και οι απόψεις, που ανατρέχουν κυρίως στην προέλευση του γεννητικού υλικού από τον άνθρωπο και στον προορισμό του για δημιουργία ανθρώπινης ζωής και κατατείνουν στην αναγνώριση του γονιμοποιημένου ωαρίου ως φορέα της ανθρώπινης ζωής, ως αντικειμένου, αλλά και ταυτόχρονα υποκειμένου προστασίας ήδη από το στάδιο της σύλληψης, με κύριο επιχείρημα ότι τα ουσιώδη στοιχεία του ανθρώπου δίδονται ήδη με τη γονιμοποίηση. Πάντως, πριν το καθοριστικό σημείο της εμφύτευσης, δηλαδή περίπου 14 ημέρες μετά τη γονιμοποίηση, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για εξατομικευμένη ανθρώπινη ζωή στο μέτρο που αφενός μεν δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι πράγματι το γονιμοποιημένο ωάριο θα εμφυτευθεί στη μήτρα και δε θα αποβληθεί αφετέρου δε, πριν την εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου στη μήτρα δε γνωρίζουμε πόσοι και ποιοι άνθρωποι θα δημιουργηθούν, καθώς το γονιμοποιημένο ωάριο μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα άτομα. Εξάλλου, το καθοριστικό βήμα της ανάπτυξης του κεντρικού νευρικού συστήματος του ανθρώπου λαμβάνει χώρα μέσα στη μήτρα.

Κατά συνέπεια, θα έλεγε κανείς, ότι το γονιμοποιημένο ωάριο εκτός του ανθρώπινου σώματος δεν μπορεί παρά να αντιμετωπίζεται ως πράγμα. Ωστόσο, η προέλευση και η δυναμική του γονιμοποιημένου ωαρίου να εξελίσσεται σε άνθρωπο οδηγεί στο ορθότερο συμπέρασμα ότι πρόκειται ταυτοχρόνως τόσο για πράγμα όσο και για στοιχείο της προσωπικότητας των δοτών του. Με τον τρόπο αυτό, εξασφαλίζεται για το γονιμοποιημένο ωάριο τουλάχιστον όση προστασία παρέχεται στα πράγματα (π.χ. κατά της κλοπής, καταστροφής κ.λπ.), κάτι που δε θα ίσχυε αν είχε απορριφθεί η νομική φύση του γονιμοποιημένου ωαρίου ως πράγματος. Ταυτόχρονα, βέβαια, η αναγνώριση του γονιμοποιημένου ωαρίου και ως στοιχείου της προσωπικότητας των δοτών του επιβάλλει περιορισμούς που σχετίζονται με την αξιοποίηση και την εκμετάλλευσή του.

Σελ. 18

Με αυτό το πνεύμα και προς αυτή την κατεύθυνση και το ειδικό νομοθετικό πλαίσιο που ο Ν 3089/2002 εισήγαγε στο χώρο του αστικού δικαίου εμπεριέχει ρυθμίσεις, όπως η συμφωνία των γονέων με τον ιατρό για τη δωρεά, την καταστροφή ή τη χρήση του πλεονάζοντος γεννητικού υλικού για ερευνητικούς σκοπούς (άρθρο 1459 ΑΚ μετά το Ν 3089/2002), η καταστροφή του γεννητικού υλικού μετά από ορισμένο χρόνο (άρθρο 1459 ΑΚ μετά το Ν 3089/2002), η επιτρεπόμενη διάθεση γαμετών και γονιμοποιημένων ωαρίων χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα προς το δότη (άρθρο 8 του Ν 3305/2005), η επιτρεπόμενη έρευνα επί πλεοναζόντων γαμετών, ζυγωτών και γονιμοποιημένων ωαρίων (άρθρο 11 του Ν 3305/2005), που έρχονται σε πλήρη συμφωνία με τη θεώρηση του γεννητικού υλικού και του γονιμοποιημένου ωαρίου ως πραγμάτων και ως στοιχείων της προσωπικότητας των δοτών τους (και πάντως σίγουρα όχι ως προσώπων).

Ακόμα, δηλαδή, κι αν δεν μπορούν αυτά να εξομοιωθούν με το γεννημένο και ζωντανό άνθρωπο αναγνωρίζεται σ’ αυτόν τον τομέα του Δικαίου η ανάγκη ιδιαίτερης προστασίας του γεννητικού υλικού, του γονιμοποιημένου ωαρίου και του εμβρύου χάριν της αποστολής τους να οδηγούν στη δημιουργία νέων ανθρώπων και ενόψει της αναγκαιότητας οι νέοι αυτοί άνθρωποι που θα έρθουν στη ζωή με την εφαρμογή των μεθόδων ιατρικής υποβοήθησης της αναπαραγωγής να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα στην υγεία και στη σωματική τους ακεραιότητα συνδεόμενα με τον τρόπο αξιοποίησης του γεννητικού υλικού.

3. Ποινική προστασία ανθρώπου και εμβρύου - γονιμοποιημένου ωαρίου: μια διαφορετική προσέγγιση

i. Η αναγνώριση ποινικής προστασίας στον άνθρωπο και το χρονικό σημείο της αναγνώρισης αυτής είναι ένα ζήτημα που άπτεται διαφόρων κοινωνικών, ιστορικών, πολιτιστικών, θρησκευτικών και πολιτικοοικονομικών αντιλήψεων και συνθηκών της κάθε κοινωνίας. Για το λόγο αυτό και η προσέγγιση δεν είναι πάντοτε κοινή και ενιαία μεταξύ των κρατών. Μάλλον το αντίθετο, θα έλεγε κανείς. Οι δυνατότητες δε που δημιούργησε η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνολογίας με τη δημιουργία ζωής εκτός του ανθρώπινου σώματος αποτελούν μεν κομβικής σημασίας εξέλιξη στον τομέα της ανθρώπινης αναπαραγωγής, δεν απλοποιούν, ωστόσο, τον όλο προβληματισμό. Τουναντίον, θέτουν με ένταση νέα βιοηθικά διλήμματα αναφορικά με τη φύση και την έκταση της ποινικής προστασίας του γονιμοποιημένου ωαρίου.

Σελ. 19

Ως έχουν, πάντως, τα δικαιϊκά συστήματα της Ευρώπης στη μεγάλη πλειοψηφία τους, έτσι όπως διαμορφώθηκαν όταν κλήθηκαν ήδη στο παρελθόν να ρυθμίσουν νομοθετικά το ζήτημα της τεχνητής διακοπής της κύησης, προκύπτει ότι η ποινική προστασία που αναγνωρίζεται στο γεννημένο και ζωντανό άνθρωπο είναι μοναδική και δεν ταυτίζεται με εκείνη που παρέχεται στο έμβρυο. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι επιλογές του Έλληνα νομοθέτη.

ii. Στην εξέλιξη από τη στιγμή της σύλληψη έως το θάνατο του ανθρώπου θα μπορούσε κανείς να διακρίνει τρεις φάσεις. Στη διαδοχή αυτή των φάσεων αποτυπώνεται και η αντίστοιχη δικαιϊκή προσέγγιση αναφορικά με την προστασία του εκάστοτε έννομου αγαθού. Έτσι, από τη στιγμή της γονιμοποίησης έως την εμφύτευση στη μήτρα δεν παρέχεται κάποια αυτοτελής ποινική προστασία. Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε, θα αποτελούσε ποινικό αδίκημα η χρήση των morning-after pills που εμποδίζουν την εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου.

Από την εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου και μέχρι τη γέννηση του ανθρώπου, στο έμβρυο αναγνωρίζεται διευρυμένη προστασία στο μέτρο που η τεχνητή διακοπή της κύησης αποτελεί καταρχάς ποινικό αδίκημα, ενώ ειδικές διατάξεις ρυθμίζουν τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις επιτρεπτής τεχνητής

Σελ. 20

διακοπής της κύησης. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, δεν πρόκειται για προστασία που μπορεί να ταυτιστεί με εκείνη του ανθρώπου.

Αντίστοιχα, η προστασία του εμβρύου δεν μπορεί να θεωρηθεί ισότιμη με εκείνη που αναγνωρίζεται στο γεννημένο και ζωντανό άνθρωπο ούτε και στο στάδιο που εκτείνεται από τον τοκετό έως το θάνατο του προσώπου. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι απειλούμενες ποινές για την προσβολή του εμβρύου με δόλο (304 παρ. 1 ΠΚ) είναι πολύ χαμηλότερες από εκείνες που προβλέπονται για την ανθρωποκτονία (299 παρ. 1ΠΚ), ενώ οι κυρώσεις αυτές μπορούν να περιοριστούν ακόμα περισσότερο, αν υπάρχει η σύμφωνη γνώμη της εγκύου (304 παρ. 2 ΠΚ), στοιχείο που δεν προσμετράται στην ανθρωποκτονία νεογέννητου.

Σημαντικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι οι προσβολές του εμβρύου από αμέλεια δεν αποτελούν ποινικά αδικήματα, με την εξαίρεση της παραγράφου 5 του άρθρου 304 ΠΚ, όπου ρητά τιμωρείται για πλημμέλημα όποιος κατά την πραγματοποίηση προγεννητικού ελέγχου μετά την εικοστή εβδομάδα της κύησης ή κατά τη διάρκεια του τοκετού και πριν από την εμφάνιση του παιδιού στον εξωτερικό κόσμο, προκαλεί με αμέλεια διακοπή της κύησης ή βαριά βλάβη στο έμβρυο, που έχει ως αποτέλεσμα τον θάνατο του νεογνού. Αντίστοιχα, και η παράγραφος 2 του 304 Α ΠΚ ρητά προβλέπει πλέον ότι τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή όποιος κατά την πραγματοποίηση προγεννητικού ελέγχου μετά την εικοστή εβδομάδα της κύησης ή κατά τη διάρκεια του τοκετού και πριν από την εμφάνιση του παιδιού στον εξωτερικό κόσμο προκαλεί από αμέλειά του βαριά βλάβη στο έμβρυο ή γίνεται υπαίτιος στο να εμφανίσει το νεογνό βαριά πάθηση του σώματος ή της διάνοιάς του. Οι συγκεκριμένες δύο διατάξεις που προστέθηκαν στο νέο Ποινικό Κώδικα ως βασικό στόχο έχουν να καλύψουν αποκλειστικά και μόνο το κενό που υπήρχε σε ό τι αφορά την ποινική προστασία του εμβρύου από αμελείς χειρισμούς των ιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού, χωρίς αυτό να διαφοροποιεί την κατά τα λοιπά αναγνωριζόμενη ποινική προστασία στο έμβρυο, η οποία υπολείπεται σαφώς από την αναγνωριζόμενη στο γεννημένο και ζωντανό άνθρωπο, του οποίου ακόμα και οι απλές σωματικές βλάβες (314 ΠΚ) από αμέλεια τιμωρούνται ποινικά.

Τέλος, ενώ οι ενδείξεις (κοινωνικές, ιατρικές και ευγονικές) μπορούν κατά το άρθρο 304 παρ. 4 ΠΚ να δικαιολογήσουν την προσβολή του εμβρύου, κάτι

Σελ. 21

τέτοιο δεν ισχύει στις προσβολές της ζωής. Αξίζει να σημειωθεί ότι με τη νέα πλέον διάταξη της παραγράφου 4γ του άρθρου 304 ΠΚ η τεχνητή διακοπή της κύησης δεν είναι άδικη πράξη, αν έχουν διαπιστωθεί, με τα μέσα προγεννητικής διάγνωσης, ενδείξεις σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου που επάγονται τη γέννηση παθολογικού νεογνού ή υπάρχει αναπότρεπτος κίνδυνος για τη ζωή της εγκύου ή κίνδυνος σοβαρής και διαρκούς βλάβης της σωματικής ή ψυχικής υγείας της. Με άλλα λόγια, οι ιατρικές ενδείξεις που μπορούν να δικαιολογήσουν την προσβολή του εμβρύου, λειτουργούν ως λόγος άρσης του αδίκου ως το τέλος της κύησης και όχι ως την 24η εβδομάδα, όπως ίσχυε μέχρι πρότινος. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι παρέχεται πλέον μια νέα δυνατότητα στις περιπτώσεις που προβλήματα υγείας του εμβρύου διαπιστώνονται μετά την 24η εβδομάδα κύησης. Ταυτόχρονα, βέβαια, είναι προφανές ότι με τη διάταξη αυτή επιβεβαιώνεται η διαφορετική φύση και νομική προστασία εμβρύου και ανθρώπου, στο μέτρο που εμφανίζεται δικαιολογημένη η προσβολή ακόμα και ενός τελειόμηνου εμβρύου, κάτι που σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσε να γίνει δεκτό για το γεννημένο άνθρωπο.

Β. Προστασία εμβρύου - γονιμοποιημένου ωαρίου και Άρθρα 2 & 8 της ΕΣΔΑ υπό το πρίσμα των αποφάσεων του ΕΔΔΑ

Η εν λόγω προβληματική της αρχής της ανθρώπινης ζωής και της έναρξης της αντίστοιχης προστασίας της φωτίζεται με ιδιαίτερο τρόπο από την νομολογία του ΕΔΔΑ των τελευταίων 30 χρόνων που κλήθηκε να εξετάσει τη συμφωνία των επιμέρους εθνικών νομοθεσιών με τα Άρθρα 2 και 8 της ΕΣΔΑ για την προστασία της ζωής και της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, αντίστοιχα.

1. Υπόθεση VO v. FRANCE

Η απόφαση - «σταθμός» για τη νομολογία του ΕΔΔΑ στην ευρύτερη θεματική του εντοπισμού του χρόνου έναρξης της ανθρώπινης ζωής και της παροχής της κατάλληλης προστασίας εκδόθηκε στην υπόθεση Vo v. France (Application no. 53924/00).

α. Πραγματικά περιστατικά

Στις 27 Νοεμβρίου 1991 η αιτούσα κ. Thi-NhoVο, βιετναμέζικης καταγωγής, προσήλθε στο Γενικό Νοσοκομείο της Λυόν, προκειμένου να κάνει την καθιερωμένη επίσκεψη στο γυναικολόγο της, καθώς διήνυε τον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της.

Back to Top