Ο ΝΕΟΣ ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ

Συνοπτική ερμηνεία κατ’ άρθρο του Ν 4619/2019

Ενημέρωση μέχρι τον Ν 4637/2019

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 15.6€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 33,60 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 17477
Χαραλαμπάκης Α.
  • Εκδοση: 2η 2020
  • Σχήμα: 14x21
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 568
  • ISBN: 978-960-622-984-8
  • Black friday εκδόσεις: 10%

Το παρόν έργο αποτελεί μια συνοπτική κατ’ άρθρο ερμηνεία του νέου Ποινικού Κώδικα (Ν 4619/2019) και είναι ενημερωμένο μέχρι και τον Ν 4637/2019 (ΦΕΚ Α΄ 180/18.11.2019).

Κάτω από κάθε διάταξη παρατίθενται ερμηνευτικά σχόλια, αιτιολογικές σκέψεις και συγκριτικές παρατηρήσεις μεταξύ των ρυθμίσεων του ισχύοντος και αυτών του προϊσχύσαντος δικαίου, ενώ επιπλέον επισημαίνονται τυχόν ζητήματα διαχρονικού δικαίου ή εφαρμογής του επιεικέστερου νόμου που τυχόν ανακύπτουν. Όμως, πέρα από αυτά, στις περισσότερες διατάξεις αναφέρονται συνοπτικά ορισμένα καίρια ερμηνευτικά προβλήματα, πολλά από τα οποία είχαν ήδη ανακύψει υπό το καθεστώς του προϊσχύσαντος δικαίου και αναμένεται να εξακολουθούν να απασχολούν τον εφαρμοστή του δικαίου και στο μέλλον. Παράλληλα, γίνεται εκτενής αναφορά στη βασικότερη νομολογία και βιβλιογραφία που αφορά κάθε μια διάταξη. Ακολούθως, παρατίθενται το κείμενο του νέου ΠΚ, καθώς και πίνακας αντιστοιχίας νέων και παλαιών διατάξεων ΠΚ.

Το έργο συμπληρώνεται με χρηστικό αλφαβητικό ευρετήριο, το οποίο βοηθά τον αναγνώστη στην αναζήτηση του ζητήματος που τον ενδιαφέρει.

Πρόκειται για ένα εύχρηστο, πλήρες και ενημερωμένο βοήθημα εργασίας για τους δικηγόρους, δικαστές, εισαγγελείς και γενικότερα για κάθε ασχολούμενο με το ποινικό δίκαιο.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Σελ. VII
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σελ. 1
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ - ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - Ο ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ
Ι. ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Άρθρο 1 – Καμία ποινή χωρίς νόμο Σελ. 7
Άρθρο 2 – Αναδρομική ισχύς του ηπιότερου νόμου Σελ. 10
Άρθρο 3 – Νόμοι με προσωρινή ισχύ Σελ. 15
Άρθρο 4 – Επιβολή μέτρων ασφαλείας Σελ. 16
ΙΙ. ΤΟΠΙΚΑ ΟΡΙΑ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΝΟΜΩΝ
Άρθρο 5 - Εγκλήματα που τελέστηκαν στην ημεδαπή Σελ. 17
Άρθρο 6 – Εγκλήματα ημεδαπών στην αλλοδαπή Σελ. 18
Άρθρο 7 – Εγκλήματα αλλοδαπών στην αλλοδαπή Σελ. 20
Άρθρο 8 – Εγκλήματα στην αλλοδαπή που τιμωρούνται πάντοτε κατά τους ελληνικούς νόμους Σελ. 20
Άρθρο 9 – Ακαταδίωκτο εγκλημάτων που τελέστηκαν στην αλλοδαπή Σελ. 23
Άρθρο 10 – Υπολογισμός ποινών που εκτίθηκαν στην αλλοδαπή Σελ. 24
Άρθρο 11 – Αναγνώριση αλλοδαπών ποινικών αποφάσεων Σελ. 24
ΙΙΙ. Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΙΔΙΚΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΕΠΕΞΗΓΗΣΗ ΟΡΩΝ
Άρθρο 12 – Ειδικοί ποινικοί νόμοι Σελ. 24
Άρθρο 13 – Έννοια όρων του Κώδικα Σελ. 24
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ
Ι. Η ΠΡΑΞΗ
Άρθρο 14 – Έννοια της αξιόποινης πράξης Σελ. 26
Άρθρο 15 – Έγκλημα που τελείται με παράλειψη Σελ. 27
Άρθρο 16 – Τόπος τέλεσης της πράξης Σελ. 28
Άρθρο 17 – Χρόνος τέλεσης της πράξης Σελ. 30
Άρθρο 18 – Κατηγορίες αξιόποινων πράξεων Σελ. 32
Άρθρο 19 – Ποινικός χαρακτήρας πράξεων που έχουν εκδικαστεί Σελ. 33
ΙΙ. Ο ΑΔΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ
Άρθρο 20 – Λόγοι άρσης του αδίκου Σελ. 33
Άρθρο 21 – Προσταγή Σελ. 34
Άρθρο 22 – Άμυνα Σελ. 36
Άρθρο 23 – Υπέρβαση άμυνας Σελ. 37
Άρθρο 24 – Υπαίτια κατάσταση άμυνας Σελ. 37
Άρθρο 25 – Κατάσταση ανάγκης που αίρει το άδικο Σελ. 38
ΙΙΙ. Η ΥΠΑΙΤΙΟΤΗΤΑ
Άρθρο 26 – Υπαιτιότητα στα κακουργήματα και πλημμελήματα Σελ. 40
Άρθρο 27 – Δόλος Σελ. 40
Άρθρο 28 – Αμέλεια Σελ. 41
Άρθρο 29 – Ευθύνη από το αποτέλεσμα Σελ. 43
Άρθρο 30 – Πραγματική πλάνη Σελ. 45
IV. ΛΟΓΟΙ ΑΡΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΥ
Άρθρο 31 – Νομική πλάνη Σελ. 46
Άρθρο 32 – Κατάσταση ανάγκης που αίρει τον καταλογισμό Σελ. 47
Άρθρο 33 – Αδυναμία αποφυγής του αδίκου Σελ. 47
Άρθρο 34 – Ανικανότητα προς καταλογισμό Σελ. 50
Άρθρο 35 – Υπαίτια πρόκληση ανικανότητας Σελ. 50
V. ΜΕΙΩΜΕΝΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ
Άρθρο 36 – Μειωμένη ικανότητα καταλογισμού Σελ. 51
Άρθρο 37 – Έκτιση της ποινής σε ιδιαίτερα καταστήματα Σελ. 51
Άρθρο 38 – Επικίνδυνοι εγκληματίες με ελαττωμένο καταλογισμό Σελ. 52
Άρθρο 39 – Διάρκεια του περιορισμού στα ψυχιατρικά καταστήματα Σελ. 52
Άρθρο 40 – Μετατροπή του περιορισμού σε φυλάκιση ή κάθειρξη Σελ. 52
Άρθρο 41 – Εγκληματίες καθ’ έξη με ελαττωμένο καταλογισμό Σελ. 52
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
Ι. ΑΠΟΠΕΙΡΑ
Άρθρο 42 – Έννοια και ποινή της απόπειρας Σελ. 52
Άρθρο 43 – Απρόσφορη απόπειρα Σελ. 56
Άρθρο 44 – Υπαναχώρηση Σελ. 57
ΙΙ. ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
Άρθρο 45 – Συναυτουργοί Σελ. 60
Άρθρο 46 – Ηθικός αυτουργός και προβοκάτορας Σελ. 61
Άρθρο 47 – Συνεργός Σελ. 62
Άρθρο 48 – Γενική διάταξη Σελ. 63
Άρθρο 49 – Ιδιαίτερες ιδιότητες ή σχέσεις Σελ. 63
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΟΙΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Ι. ΚΥΡΙΕΣ ΠΟΙΝΕΣ
Άρθρο 50 – Είδη ποινών Σελ. 64
Άρθρο 51 – Ποινές στερητικές της ελευθερίας Σελ. 65
Άρθρο 52 – Κάθειρξη Σελ. 65
Άρθρο 53 – Φυλάκιση Σελ. 65
Άρθρο 54 – Περιορισμός σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων Σελ. 65
Άρθρο 55 – Παροχή κοινωφελούς εργασίας Σελ. 66
Άρθρο 56 – Τρόπος εκτέλεσης ποινών και μέτρων ασφαλείας Σελ. 66
Άρθρο 57 – Χρηματική ποινή Σελ. 67
Άρθρο 58 – Απόσβεση των ποινών σε χρήμα Σελ. 68
ΙΙ. ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΕΣ ΠΟΙΝΕΣ
Άρθρο 59 – Γενική διάταξη Σελ. 68
Άρθρο 60 – Αποστέρηση θέσεων και αξιωμάτων Σελ. 69
Άρθρο 61 – Αποστέρηση σε περίπτωση καταδίκης σε φυλάκιση Σελ. 69
Άρθρο 62 – Αποστέρηση σε περίπτωση καταδίκης σε περιορισμό σε ψυχιατρικό κατάστημα Σελ. 69
Άρθρο 63 – Αποτέλεσμα της αποστέρησης Σελ. 69
Άρθρο 64 – Μερική αποστέρηση σε περίπτωση φυλάκισης Σελ. 69
Άρθρο 65 – Απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος Σελ. 69
Άρθρο 66 – Αφαίρεση άδειας οδήγησης ή εκμετάλλευσης μεταφορικού μέσου Σελ. 70
Άρθρο 67 – Δημοσίευση καταδικαστικής απόφασης Σελ. 70
Άρθρο 68 – Δήμευση Σελ. 71
ΙΙΙ. ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 69 – Γενική διάταξη Σελ. 72
Άρθρο 69Α – Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής Σελ. 72
Άρθρο 70 – Διάρκεια του θεραπευτικού μέτρου Σελ. 73
Άρθρο 71 – Μέτρα θεραπείας ατόμων μειωμένου καταλογισμού λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής Σελ. 73
Άρθρο 72 – Παραπομπή σε κατάστημα εργασίας Σελ. 74
Άρθρο 73 – Απαγόρευση διαμονής Σελ. 74
Άρθρο 74 – Απέλαση αλλοδαπού Σελ. 74
Άρθρο 75 – Παραγραφή μέτρων ασφαλείας Σελ. 75
Άρθρο 76 – Δήμευση Σελ. 75
Άρθρο 77 – Προτίμηση πληρωμής Σελ. 75
Άρθρο 78 – Υπόχρεοι σε πληρωμή Σελ. 75
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΠΟΙΝΗΣ
Ι. ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
Άρθρο 79 – Δικαστική επιμέτρηση της ποινής Σελ. 76
Άρθρο 80 – Επιμέτρηση και απότιση χρηματικής ποινής Σελ. 77
Άρθρο 81 – Επιμέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας Σελ. 78
Άρθρο 82 – Υπολογισμός του χρόνου της προσωρινής κράτησης Σελ. 80
Άρθρο 82Α – Έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά Σελ. 85
ΙΙ. ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Άρθρο 83 – Μειωμένη ποινή Σελ. 86
Άρθρο 84 – Ελαφρυντικές περιστάσεις Σελ. 87
Άρθρο 85 – Συρροή λόγων μείωσης της ποινής Σελ. 90
Άρθρο 86 – Επιβολή θανατικής ποινής Σελ. 92
Άρθρο 87 – Υπολογισμός του χρόνου προσωρινής κράτησης Σελ. 92
Άρθρο 88 – Υποτροπή Σελ. 92
Άρθρο 89 – Ποινή της υποτροπής Σελ. 93
Άρθρο 90 – Καθ’ έξη υπότροποι εγκληματίες Σελ. 93
Άρθρο 91 – Λήξη της αόριστης κάθειρξης Σελ. 93
Άρθρο 92 – Εγκληματίες καθ’ έξη ανεξάρτητα από την περίπτωση υποτροπής Σελ. 93
Άρθρο 93 – Υπότροποι εγκληματίες από αμέλεια Σελ. 93
ΙΙΙ. ΣΥΡΡΟΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ
Άρθρο 94 – Συνολική ποινή σε περίπτωση στερητικών της ελευθερίας ποινών Σελ. 94
Άρθρο 95 – Συντρέχουσες παρεπόμενες ποινές και μέτρα ασφαλείας Σελ. 97
Άρθρο 96 – Συνολική ποινή σε περίπτωση συρροής χρηματικών ποινών Σελ. 98
Άρθρο 96Α – Συνολική ποινή σε περίπτωση συρροής ποινών παροχής κοινωφελούς εργασίας Σελ. 98
Άρθρο 97 – Άλλες περιπτώσεις συνολικής ποινής Σελ. 99
Άρθρο 98 – Έγκλημα κατ’ εξακολούθηση Σελ. 101
ΙV. ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Άρθρο 99 – Αναστολή εκτέλεσης της ποινής υπό όρο Σελ. 103
Άρθρο 100 – Αναστολή εκτέλεσης μέρους της ποινής Σελ. 107
Άρθρο 101 – Ανάκληση της αναστολής Σελ. 108
Άρθρο 102 – Άρση της αναστολής Σελ. 108
Άρθρο 103 – Ενέργεια αλλοδαπής απόφασης Σελ. 109
Άρθρο 104 – Δικαστικές δαπάνες, αποζημιώσεις και παρεπόμενες ποινές Σελ. 109
V. ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΣΤΕΡΗΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΠΟΙΝΗΣ
Άρθρο 104Α – Μετατροπή της φυλάκισης σε κοινωφελή εργασία Σελ. 109
VI. ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΦΕΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Άρθρο 104Β – Λόγοι δικαστικής άφεσης της ποινής Σελ. 110
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - Η ΕΚΤΙΣΗ ΤΩΝ ΠΟΙΝΩΝ
Ι. ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΤΕΡΗΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΠΟΙΝΗΣ
Άρθρο 105 – Έκτιση της ποινής στην κατοικία Σελ. 111
Άρθρο 105Α – Παροχή κοινωφελούς εργασίας Σελ. 112
ΙΙ. ΑΠΟΛΥΣΗ ΚΑΤΑΔΙΚΟΥ ΥΠΟ ΟΡΟ
Άρθρο 105Β – Απόλυση υπό τον όρο της ανάκλησης Σελ. 113
Άρθρο 106 – Προϋποθέσεις για τη χορήγηση της απόλυσης Σελ. 114
Άρθρο 107 – Ανάκληση της απόλυσης Σελ. 115
Άρθρο 108 – Άρση της απόλυσης Σελ. 116
Άρθρο 109 – Συνέπειες της μη ανάκλησης και άρσης Σελ. 116
Άρθρο 110 – Διαδικασία για τη χορήγηση και ανάκληση της απόλυσης Σελ. 116
Άρθρο 110Α – Απόλυση υπό τον όρο της κατ’ οίκον έκτισης της ποινής με ηλεκτρονική επιτήρηση Σελ. 116
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΕΞΑΛΕΙΦΟΥΝ ΤΟ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟ - ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΠΟΙΝΩΝ
Άρθρο 111 – Χρόνος παραγραφής Σελ. 118
Άρθρο 112 – Έναρξη του χρόνου παραγραφής Σελ. 119
Άρθρο 113 – Αναστολή της παραγραφής Σελ. 121
ΙΙ. ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΚΛΗΣΗ
Άρθρο 114 – Μη υποβολή έγκλησης ή δήλωση παραίτησης από το δικαίωμα της έγκλησης Σελ. 122
Άρθρο 115 – Πρόσωπα που δικαιούνται να υποβάλλουν έγκληση Σελ. 123
Άρθρο 116 – Αδιαίρετο της έγκλησης Σελ. 127
Άρθρο 117 – Ανάκληση της έγκλησης Σελ. 128
ΙΙΙ. ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΠΟΙΝΩΝ
Άρθρο 118 – Χρόνος παραγραφής των ποινών που επιβλήθηκαν Σελ. 129
Άρθρο 119 – Έναρξη του χρόνου παραγραφής των ποινών Σελ. 129
Άρθρο 120 – Αναστολή της παραγραφής των ποινών Σελ. 130
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΑΝΗΛΙΚΟΥΣ Σελ. 130
Άρθρο 121 – Ορισμός Σελ. 130
Άρθρο 122 – Αναμορφωτικά μέτρα Σελ. 130
Άρθρο 123 – Θεραπευτικά μέτρα Σελ. 131
Άρθρο 124 – Μεταβολή ή άρση μέτρων Σελ. 132
Άρθρο 125 – Διάρκεια μέτρων Σελ. 132
Άρθρο 126 – Ποινική μεταχείριση των ανηλίκων Σελ. 133
Άρθρο 127 – Ποινική μεταχείριση των ανηλίκων Σελ. 133
Άρθρο 128 – Αντικατάσταση του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων Σελ. 134
Άρθρο 129 – Απόλυση υπό όρο Σελ. 134
Άρθρο 129Α – Απόλυση υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με επιτήρηση Σελ. 136
Άρθρο 130 – Εκδίκαση μετά τη συμπλήρωση του δέκατου όγδοου έτους Σελ. 136
Άρθρο 131 – Έναρξη εκτέλεσης της απόφασης μετά τη συμπλήρωση του δέκατου όγδοου έτους Σελ. 137
Άρθρο 132 – Συρροή Σελ. 137
Άρθρο 133 – Νεαροί ενήλικες Σελ. 138
ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ - ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ
Άρθρο 134 – Εσχάτη προδοσία Σελ. 139
Άρθρο 135 – Προπαρασκευαστικές πράξεις Σελ. 140
Άρθρο 136 – Παρεπόμενες ποινές Σελ. 141
Άρθρο 137 – Έμπρακτη μετάνοια Σελ. 141
Άρθρο 137Α – Βασανιστήρια και άλλες προσβολές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας Σελ. 142
Άρθρο 137Β – Διακεκριμένες περιπτώσεις Σελ. 143
Άρθρο 137Γ – Παρεπόμενες ποινές Σελ. 143
Άρθρο 137Δ – Γενικές διατάξεις Σελ. 144
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΥΠΟΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Ι. ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΕΔΑΦΙΚΗΣ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Άρθρο 138 – Επιβουλή της ακεραιότητας της χώρας Σελ. 145
Άρθρο 139 – Νόθευση αποδεικτικών Σελ. 145
ΙΙ. ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Άρθρο 140 – Έκθεση σε κίνδυνο πολέμου Σελ. 146
Άρθρο 141 – Έκθεση σε κίνδυνο αντιποίνων Σελ. 147
Άρθρο 142 – Έκθεση σε κίνδυνο αντιποίνων από αμέλεια Σελ. 147
Άρθρο 142Α – Παραβάσεις κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Σελ. 147
ΙΙΙ. ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΑΜΥΝΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Άρθρο 143 – Υπηρεσία στον εχθρό Σελ. 148
Άρθρο 144 – Υποστήριξη της πολεμικής δύναμης του εχθρού Σελ. 148
Άρθρο 145 – Παράβαση συμβάσεων Σελ. 149
IV. ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΑΠΟΡΡΗΤΩΝ
Άρθρο 146 – Παραβίαση μυστικών της Πολιτείας Σελ. 149
Άρθρο 147 – Παραβίαση μυστικών της Πολιτείας από αμέλεια Σελ. 149
Άρθρο 148 – Κατασκοπεία Σελ. 150
Άρθρο 149 – Έννοια κρατικού απορρήτου Σελ. 150
Άρθρο 150 – Νόθευση αποδεικτικών Σελ. 150
Άρθρο 151 – Κατάχρηση πληρεξουσιότητας Σελ. 150
Άρθρο 152 – Παρεπόμενες ποινές Σελ. 150
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΑΛΛΩΝ ΚΡΑΤΩΝ
Άρθρο 153 – Προσβολές κατά των εκπροσώπων άλλου κράτους Σελ. 151
Άρθρο 154 – Προσβολή διπλωματικών αντιπροσώπων Σελ. 152
Άρθρο 155 – Προσβολή συμβόλων άλλου κράτους Σελ. 152
Άρθρο 156 – Προϋποθέσεις της δίωξης Σελ. 152
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ι. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ
Άρθρο 157 – Προσβολές κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας, της Βουλής, της Κυβέρνησης και των οργάνων τοπικής αυτοδιοίκησης Σελ. 153
Άρθρο 158 – Νόθευση εκλογής ή ψηφοφορίας Σελ. 154
Άρθρο 159 – Δωροληψία πολιτικών προσώπων Σελ. 154
Άρθρο 159Α – Δωροδοκία πολιτικών προσώπων Σελ. 155
Άρθρο 160 – Αντιποίηση Σελ. 156
Άρθρο 160Α – Διατάραξη συνεδριάσεων Σελ. 156
ΙΙ. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
Άρθρο 161 – Βία κατά εκλογέων Σελ. 157
Άρθρο 162 – Εξαπάτηση εκλογέων Σελ. 157
Άρθρο 163 – Παραβίαση της μυστικότητας της ψηφοφορίας Σελ. 158
Άρθρο 164 – Νόθευση εκλογής Σελ. 158
Άρθρο 165 – Δωροδοκία εκλογέα Σελ. 158
Άρθρο 166 – Διατάραξη εκλογικής διαδικασίας Σελ. 159
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Άρθρο 167 – Βία κατά υπαλλήλων και δικαστικών προσώπων Σελ. 161
Άρθρο 167Α – Αθέμιτη επιρροή σε δικαστικούς λειτουργούς Σελ. 162
Άρθρο 168 – Διατάραξη της λειτουργίας υπηρεσίας Σελ. 162
Άρθρο 168Α – Διατάραξη δικαστικών συνεδριάσεων Σελ. 163
Άρθρο 169 – Απείθεια Σελ. 163
Άρθρο 169Α – Παραβίαση δικαστικών αποφάσεων Σελ. 164
Άρθρο 170 – Στάση Σελ. 164
Άρθρο 171 – Θρασύτητα κατά της αρχής Σελ. 165
Άρθρο 172 – Ελευθέρωση φυλακισμένου Σελ. 165
Άρθρο 173 – Απόδραση κρατουμένου Σελ. 166
Άρθρο 173Α – Παραβίαση περιορισμού κατ’ οίκον υπό ηλεκτρονική επιτήρηση Σελ. 166
Άρθρο 174 – Στάση κρατουμένων Σελ. 167
Άρθρο 175 – Αντιποίηση Σελ. 167
Άρθρο 176 – Σελ. 168
Άρθρο 177 – Παραβίαση κατάσχεσης Σελ. 168
Άρθρο 178 – Παραβίαση σφραγίδων που έθεσε η Αρχή Σελ. 168
Άρθρο 179 – Παραβίαση φύλαξης της Αρχής Σελ. 168
Άρθρο 180 – Βλάβη επίσημων κοινοποιήσεων Σελ. 168
Άρθρο 181 – Μη ανακοίνωση ανεύρεσης νεκρού κ.λπ. Σελ. 169
Άρθρο 182 – Παραβίαση περιορισμών διαμονής Σελ. 169
Άρθρο 182Α – Σελ. 169
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ
Άρθρο 183 – Διέγερση σε ανυπακοή Σελ. 169
Άρθρο 184 – Διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια Σελ. 169
Άρθρο 185 – Σελ. 170
Άρθρο 186 – Πρόκληση και προσφορά για την τέλεση εγκλήματος Σελ. 170
Άρθρο 187 – Εγκληματική οργάνωση Σελ. 171
Άρθρο 187Α – Τρομοκρατικές πράξεις - Τρομοκρατική οργάνωση Σελ. 175
Άρθρο 187Β – Αξιόποινη υποστήριξη Σελ. 177
Άρθρο 187Γ – Ευνοϊκά μέτρα Σελ. 178
Άρθρο 188 – Συμμετοχή σε αθέμιτο σωματείο Σελ. 179
Άρθρο 189 – Διατάραξη της κοινής ειρήνης Σελ. 179
Άρθρο 190 – Απειλή διάπραξης εγκλημάτων Σελ. 179
Άρθρο 191 – Διασπορά ψευδών ειδήσεων Σελ. 179
Άρθρο 191Α – Προσβολή συμβόλων ή τόπων ιδιαίτερης εθνικής ή θρησκευτικής σημασίας Σελ. 180
Άρθρο 192 – Σελ. 181
Άρθρο 193 – Έγκλημα σε κατάσταση υπαίτιας μέθης Σελ. 181
Άρθρο 194 – Πρόσκληση για συνεισφορά σε χρηματικές ποινές Σελ. 181
Άρθρο 195 – Κατάρτιση ένοπλης ομάδας Σελ. 181
Άρθρο 196 – Κατάχρηση εκκλησιαστικού αξιώματος Σελ. 181
Άρθρο 197 – Διατάραξη συνεδριάσεων Σελ. 181
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΠΙΒΟΥΛΗ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
Άρθρο 198 – Κακόβουλη βλασφημία Σελ. 182
Άρθρο 199 – Καθύβριση θρησκευμάτων Σελ. 182
Άρθρο 200 – Διατάραξη θρησκευτικών συναθροίσεων Σελ. 182
Άρθρο 201 – Περιύβριση νεκρών Σελ. 182
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΝΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΓΙΑ ΣΤΡΑΤΕΥΣΗ
Άρθρα 202-206 – Σελ. 183
ΕΝΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ, ΑΛΛΑ ΜΕΣΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΕΝΣΗΜΑ
Άρθρο 207 – Παραχάραξη νομίσματος και άλλων μέσων πληρωμής Σελ. 184
Άρθρο 208 – Κυκλοφορία πλαστών νομισμάτων και άλλων μέσων πληρωμής Σελ. 185
Άρθρο 208Α – Καθ’ υπέρβαση κατασκευή νομίσματος Σελ. 185
Άρθρο 208Β – Παράνομη εισαγωγή νομισμάτων Σελ. 185
Άρθρο 208Γ – Πλαστογραφία και κατάχρηση ενσήμων Σελ. 186
Άρθρο 209 – Κιβδηλεία Σελ. 186
Άρθρο 210 – Κυκλοφορία κίβδηλων νομισμάτων Σελ. 187
Άρθρο 211 – Προπαρασκευαστικές πράξεις Σελ. 187
Άρθρο 212 – Έμπρακτη μετάνοια Σελ. 187
Άρθρο 213 – Δήμευση Σελ. 187
Άρθρο 214 – Τραπεζογραμμάτια και άλλοι τίτλοι που εξομοιώνονται με αυτά Σελ. 187
Άρθρο 214Α – Υποτροπή Σελ. 188
Άρθρο 215 – Παράνομη έκδοση ανώνυμων ομολογιών Σελ. 188
Άρθρο 215Α – Σελ. 188
ΔΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ
Άρθρο 216 – Πλαστογραφία Σελ. 188
Άρθρο 217 – Πλαστογραφία πιστοποιητικών Σελ. 192
Άρθρο 218 – Πλαστογραφία και κατάχρηση ενσήμων Σελ. 193
Άρθρο 219 – Σελ. 193
Άρθρο 220 – Υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης Σελ. 194
Άρθρο 221 – Ψευδείς ιατρικές πιστοποιήσεις Σελ. 194
Άρθρο 222 – Υπεξαγωγή εγγράφων Σελ. 195
Άρθρο 223 – Μετακίνηση οροσήμων Σελ. 195
ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Άρθρο 224 – Ψευδής κατάθεση Σελ. 196
Άρθρο 225 – Ψευδής ανώμοτη κατάθεση Σελ. 197
Άρθρο 226 – Ψευδής πραγματογνωμοσύνη ή διερμηνεία Σελ. 197
Άρθρο 227 – Έμπρακτη μετάνοια Σελ. 197
Άρθρο 228 – Παραπλάνηση σε ψευδορκία Σελ. 197
Άρθρο 229 – Ψευδής καταμήνυση Σελ. 198
Άρθρο 230 – Ψευδής καταγγελία Σελ. 198
Άρθρο 231 – Υπόθαλψη Σελ. 199
Άρθρο 232 – Παρασιώπηση εγκλημάτων Σελ. 199
Άρθρο 233 – Απιστία δικηγόρων Σελ. 199
Άρθρο 234 – Παραβίαση της μυστικότητας δικαστικών συνεδριάσεων Σελ. 200
ΔΩΔΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
Ι. ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΓΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΟΦΕΛΟΣ
Άρθρο 235 – Δωροληψία υπαλλήλου Σελ. 200
Άρθρο 236 – Δωροδοκία υπαλλήλου Σελ. 204
Άρθρο 237 – Δωροληψία και δωροδοκία δικαστικών λειτουργών Σελ. 206
Άρθρο 237Α – Εμπορία επιρροής - Μεσάζοντες Σελ. 208
Άρθρο 237Β Σελ. 209
Άρθρο 238 – Δήμευση Σελ. 209
ΙΙ. ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΗΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 239 – Κατάχρηση εξουσίας Σελ. 210
Άρθρο 240 – Παραβάσεις στην εκτέλεση των ποινών Σελ. 211
Άρθρο 241 – Παραβίαση οικιακού ασύλου Σελ. 211
Άρθρο 242 – Ψευδής βεβαίωση - νόθευση κ.λπ. Σελ. 212
Άρθρο 243 – Νόθευση δικαστικών εγγράφων Σελ. 213
Άρθρο 244 – Παράνομη βεβαίωση ή είσπραξη δικαιωμάτων του Δημοσίου Σελ. 213
Άρθρο 245 – Σελ. 213
Άρθρο 246 – Σελ. 213
Άρθρο 247 – Απεργία δημοσίων υπαλλήλων Σελ. 213
Άρθρο 248 – Παραβάσεις των ταχυδρομικών υπαλλήλων Σελ. 213
Άρθρο 249 – Παραβάσεις των τηλεγραφικών υπαλλήλων Σελ. 214
Άρθρο 250 – Παραβάσεις των τηλεφωνικών υπαλλήλων Σελ. 214
Άρθρο 251 – Παραβίαση δικαστικού απορρήτου Σελ. 214
Άρθρο 252 – Παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου Σελ. 215
Άρθρο 253 – Σελ. 216
Άρθρο 254 – Αποσιώπηση λόγου εξαίρεσης Σελ. 216
Άρθρο 255 – Αθέμιτη συμμετοχή Σελ. 216
Άρθρο 256 – Απιστία στην υπηρεσία Σελ. 217
Άρθρο 257 – Εκμετάλλευση εμπιστευμένων πραγμάτων Σελ. 217
Άρθρο 258 – Υπεξαίρεση στην υπηρεσία Σελ. 217
Άρθρο 259 – Παράβαση καθήκοντος Σελ. 217
Άρθρο 260 – Ανυποταξία σε πολιτική αρχή Σελ. 218
Άρθρο 261 – Παρότρυνση υφισταμένων και ανοχή Σελ. 218
Άρθρο 262 – Γενικές διατάξεις Σελ. 218
Άρθρο 263 – Παρεπόμενες ποινές Σελ. 218
Άρθρο 263Α – Ευνοϊκά μέτρα Σελ. 219
Άρθρο 263Β – Μέτρα επιείκειας για όσους συμβάλλουν στην αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς Σελ. 220
ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΚΟΙΝΩΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ Σελ. 220
Άρθρο 264 – Εμπρησμός Σελ. 222
Άρθρο 265 – Εμπρησμός σε δάση Σελ. 224
Άρθρο 266 – Εμπρησμός από αμέλεια Σελ. 225
Άρθρο 267 – Σελ. 225
Άρθρο 268 – Πλημμύρα Σελ. 225
Άρθρο 269 – Σελ. 226
Άρθρο 270 – Έκρηξη Σελ. 226
Άρθρο 271 – Έκρηξη από αμέλεια Σελ. 226
Άρθρο 272 – Κατασκευή και κατοχή εκρηκτικών υλών Σελ. 227
Άρθρο 273 – Κοινώς επικίνδυνη βλάβη Σελ. 228
Άρθρο 274 – Σελ. 229
Άρθρο 275 – Άρση ασφαλιστικών εγκαταστάσεων Σελ. 229
Άρθρο 276 – Σελ. 230
Άρθρο 277 – Πρόκληση ναυαγίου Σελ. 230
Άρθρο 278 – Σελ. 231
Άρθρο 279 – Δηλητηρίαση πραγμάτων προορισμένων για χρήση από το κοινό Σελ. 231
Άρθρο 280 – Σελ. 232
Άρθρο 281 – Νοθεία τροφίμων Σελ. 232
Άρθρο 282 – Δηλητηρίαση της νομής των ζώων Σελ. 232
Άρθρο 283 – Διάδοση ασθένειας ζώων Σελ. 232
Άρθρο 284 – Παραβίαση μέτρων για την πρόληψη ασθενειών Σελ. 232
Άρθρο 285 – Παραβίαση μέτρων για την πρόληψη ασθενειών Σελ. 232
Άρθρο 286 – Παραβίαση κανόνων οικοδομικής Σελ. 233
Άρθρο 287 – Παραβίαση συμβάσεων προμήθειας Σελ. 236
Άρθρο 288 – Παρεμπόδιση αποτροπής κοινού κινδύνου και παράλειψη οφειλόμενης βοήθειας Σελ. 237
Άρθρο 289 – Έμπρακτη μετάνοια και δικαστική άφεση της ποινής Σελ. 237
ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ, ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Ι. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Άρθρο 290 – Επικίνδυνες παρεμβάσεις στην οδική συγκοινωνία Σελ. 241
Άρθρο 290Α – Επικίνδυνη οδήγηση Σελ. 243
Άρθρο 291 – Επικίνδυνες παρεμβάσεις στη συγκοινωνία μέσων σταθερής τροχιάς, πλοίων και αεροσκαφών Σελ. 245
Άρθρο 292 – Παρακώλυση συγκοινωνιών Σελ. 246
ΙΙ. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Άρθρο 292Α – Εγκλήματα κατά της ασφάλειας των τηλεφωνικών επικοινωνιών Σελ. 247
Άρθρο 292Β – Παρακώλυση λειτουργίας πληροφοριακών συστημάτων Σελ. 249
Άρθρο 292Γ Σελ. 249
Άρθρο 292Δ – Προσβολές του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών του κοινού Σελ. 250
Άρθρο 292Ε – Παρακώλυση των τηλεπικοινωνιών Σελ. 251
Άρθρο 293 – Παρακώλυση της λειτουργίας άλλων κοινωφελών εγκαταστάσεων Σελ. 252
Άρθρο 294 – Παύση εργασίας Σελ. 252
Άρθρο 295 – Πρόκληση κοινής ανάγκης Σελ. 252
Άρθρο 296 – Παρακώλυση προμήθειας ψωμιού Σελ. 252
Άρθρο 297 – Έκθεση πλοίου σε κίνδυνο με διενέργεια λαθρεμπορίου Σελ. 252
Άρθρο 298 – Έμπρακτη μετάνοια και δικαστική άφεση της ποινής Σελ. 253
ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ
Ι. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΒΛΑΒΗΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Άρθρο 299 – Ανθρωποκτονία με δόλο Σελ. 254
Άρθρο 300 – Ανθρωποκτονία κατ’ απαίτηση Σελ. 256
Άρθρο 301 – Συμμετοχή σε αυτοκτονία Σελ. 257
Άρθρο 302 – Ανθρωποκτονία από αμέλεια Σελ. 259
Άρθρο 303 – Παιδοκτονία Σελ. 260
ΙΙ. ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ
Άρθρο 304 – Διακοπή της κύησης Σελ. 261
Άρθρο 304Α – Σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού Σελ. 263
Άρθρο 305 – Διαφήμιση μέσων τεχνητής διακοπής της εγκυμοσύνης Σελ. 264
ΙΙΙ. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑΚΙΝΔΥΝΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Άρθρο 306 – Έκθεση Σελ. 264
Άρθρο 307 – Παράλειψη προσφοράς βοήθειας Σελ. 265
ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 308 – Σωματική βλάβη Σελ. 266
Άρθρο 308Α – Απρόκλητη σωματική βλάβη Σελ. 266
Άρθρο 309 – Επικίνδυνη σωματική βλάβη Σελ. 267
Άρθρο 310 – Βαριά σωματική βλάβη Σελ. 267
Άρθρο 311 – Θανατηφόρα σωματική βλάβη Σελ. 268
Άρθρο 312 – Σωματική βλάβη αδυνάμων ατόμων Σελ. 269
Άρθρο 313 – Συμπλοκή Σελ. 270
Άρθρο 314 – Σωματική βλάβη από αμέλεια Σελ. 271
Άρθρο 315 Σελ. 272
Άρθρο 315Α – Σελ. 273
Άρθρο 315Β – Σελ. 273
ΔΕΚΑΤΟ ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ
Άρθρα 316-321 Σελ. 274
ΔΕΚΑΤΟ ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Άρθρο 322 – Αρπαγή Σελ. 274
Άρθρο 322Α – Αναγκαστική εξαφάνιση προσώπου Σελ. 275
Άρθρο 322Β – Διακεκριμένες περιπτώσεις Σελ. 275
Άρθρο 322Γ – Γενικές διατάξεις Σελ. 276
Άρθρο 323 – Εμπόριο δούλων Σελ. 276
Άρθρο 323Α – Εμπορία ανθρώπων Σελ. 276
Άρθρο 323Β – Διενέργεια ταξιδιών με σκοπό από τους μετέχοντες σε αυτά την τέλεση συνουσίας ή άλλων ασελγών πράξεων σε βάρος ανηλίκου (σεξουαλικός τουρισμός) Σελ. 278
Άρθρο 324 – Αρπαγή ανηλίκων Σελ. 278
Άρθρο 325 – Παράνομη κατακράτηση Σελ. 280
Άρθρο 326 – Κατακράτηση παρά το Σύνταγμα Σελ. 280
Άρθρο 327 – Ακούσια απαγωγή Σελ. 280
Άρθρο 328 – Εκούσια απαγωγή Σελ. 280
Άρθρο 329 – Γενική διάταξη Σελ. 280
Άρθρο 330 – Παράνομη βία Σελ. 281
Άρθρο 331 – Αυτοδικία Σελ. 282
Άρθρο 332 – Εξαναγκασμός σε παύση εργασίας Σελ. 282
Άρθρο 333 – Απειλή Σελ. 283
Άρθρο 334 – Διατάραξη οικιακής ειρήνης Σελ. 284
Άρθρο 335 – Απατηλή διέγερση σε μετανάστευση Σελ. 285
ΔΕΚΑΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΓΕΝΕΤΗΣΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΕΤΗΣΙΑΣ ΖΩΗΣ Σελ. 285
Άρθρο 336 – Βιασμός Σελ. 290
Άρθρο 337 – Προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας Σελ. 293
Άρθρο 338 – Κατάχρηση ανίκανου προς αντίσταση σε γενετήσια πράξη Σελ. 294
Άρθρο 339 – Γενετήσιες πράξεις με ανηλίκους ή ενώπιόν τους Σελ. 295
Άρθρο 340 – Γενική διάταξη Σελ. 296
Άρθρο 341 – Απατηλή επίτευξη συνουσίας Σελ. 296
Άρθρο 342 – Κατάχρηση ανηλίκων Σελ. 296
Άρθρο 343 – Κατάχρηση σε γενετήσια πράξη Σελ. 297
Άρθρο 344 – Έγκληση Σελ. 297
Άρθρο 345 – Γενετήσια πράξη μεταξύ συγγενών Σελ. 298
Άρθρο 346 – Ασέλγεια μεταξύ συγγενών Σελ. 298
Άρθρο 347 – Ασέλγεια παρά φύση Σελ. 298
Άρθρο 348 – Διευκόλυνση προσβολών της ανηλικότητας Σελ. 298
Άρθρο 348Α – Πορνογραφία ανηλίκων Σελ. 299
Άρθρο 348Β – Προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγους Σελ. 300
Άρθρο 348Γ – Πορνογραφικές παραστάσεις ανηλίκων Σελ. 300
Άρθρο 349 – Μαστροπεία Σελ. 301
Άρθρο 350 – Εκμετάλλευση πόρνης Σελ. 302
Άρθρο 350Α – Ειδικά ευνοϊκά μέτρα Σελ. 302
Άρθρο 351 – Σωματεμπορία Σελ. 302
Άρθρο 351Α – Γενετήσια πράξη με ανήλικο έναντι αμοιβής Σελ. 302
Άρθρο 352 – Μέτρα ασφάλειας Σελ. 302
Άρθρο 352Α – Ψυχοδιαγνωστική εξέταση και θεραπεία του δράστη και του θύματος εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής Σελ. 303
Άρθρο 352Β – Προστασία της ιδιωτικής ζωής του ανήλικου θύματος Σελ. 303
Άρθρο 353 – Προσβολή της γενετήσιας ευπρέπειας Σελ. 303
ΕΙΚΟΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Άρθρο 354 – Διατάραξη της οικογενειακής τάξης Σελ. 304
Άρθρο 355 – Απάτη σχετική με το γάμο Σελ. 305
Άρθρο 356 – Διγαμία Σελ. 305
Άρθρο 357 – Μοιχεία Σελ. 305
Άρθρο 358 – Παραβίαση της υποχρέωσης διατροφής Σελ. 305
Άρθρο 359 – Εγκατάλειψη εγκύου Σελ. 306
Άρθρο 360 – Παραμέληση της εποπτείας ανηλίκου Σελ. 306
Άρθρο 360Α – Παραβάσεις σχετικά με την υιοθεσία ανηλίκων Σελ. 307
ΕΙΚΟΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ
Άρθρο 361 – Εξύβριση Σελ. 308
Άρθρο 361Α – Απρόκλητη έμπρακτη εξύβριση Σελ. 309
Άρθρο 361Β — Σελ. 309
Άρθρο 362 – Δυσφήμηση Σελ. 309
Άρθρο 363 – Συκοφαντική δυσφήμηση Σελ. 310
Άρθρο 364 – Δυσφήμηση ανώνυμης εταιρίας Σελ. 311
Άρθρο 365 – Προσβολή μνήμης νεκρού Σελ. 311
Άρθρο 366 – Γενικές διατάξεις Σελ. 311
Άρθρο 367 Σελ. 312
Άρθρο 368 – Έγκληση Σελ. 313
Άρθρο 369 – Δημοσίευση καταδικαστικής απόφασης Σελ. 313
ΕΙΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΑΤΟΜΙΚΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Άρθρο 370 – Παραβίαση απορρήτου εγγράφων Σελ. 314
Άρθρο 370Α – Παραβίαση του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας και προφορικής συνομιλίας Σελ. 315
Άρθρο 370Β – Παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφοριών ή σε δεδομένα Σελ. 316
Άρθρο 370Γ Σελ. 317
Άρθρο 370Δ Σελ. 317
Άρθρο 370Ε Σελ. 317
Άρθρο 371 – Παραβίαση επαγγελματικής εχεμύθειας Σελ. 318
ΕΙΚΟΣΤΟ ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ
Ι. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ
Άρθρο 372 – Κλοπή Σελ. 320
Άρθρο 373 – Σελ. 320
Άρθρο 374 – Διακεκριμένη κλοπή Σελ. 321
Άρθρο 374Α – Αυθαίρετη χρήση μεταφορικού μέσου Σελ. 322
Άρθρο 375 – Υπεξαίρεση Σελ. 322
Άρθρο 376 – Παρασιώπηση ανεύρεσης Σελ. 323
Άρθρο 377 – Κλοπή και υπεξαίρεση μικρής αξίας Σελ. 324
Άρθρο 378 – Φθορά ξένης ιδιοκτησίας Σελ. 324
Άρθρο 379 – Απόδοση του ιδιοποιημένου πράγματος Σελ. 324
Άρθρο 380 – Ληστεία Σελ. 325
Άρθρο 381 – Γενική διάταξη Σελ. 325
Άρθρο 382 – Διακεκριμένες περιπτώσεις φθοράς Σελ. 328
Άρθρο 383 – Γενικές διατάξεις Σελ. 328
Άρθρο 384 – Ικανοποίηση του παθόντος Σελ. 328
Άρθρο 384Α – Καταστολή φθορών που προκαλούν το κοινό αίσθημα Σελ. 329
ΙΙ. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
Άρθρο 385 – Εκβίαση Σελ. 329
Άρθρο 386 – Απάτη Σελ. 330
Άρθρο 386Α – Απάτη με υπολογιστή Σελ. 334
Άρθρο 386Β – Απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις Σελ. 334
Άρθρο 387 – Απάτη μικρής αξίας Σελ. 335
Άρθρο 388 – Απάτη σχετική με τις ασφάλειες Σελ. 335
Άρθρο 389 – Απατηλή πρόκληση βλάβης Σελ. 335
Άρθρο 390 – Απιστία Σελ. 335
Άρθρο 391 – Αποφυγή πληρωμής εισιτηρίου Σελ. 336
Άρθρο 392 – Δόλια αποφυγή παροχών Σελ. 336
Άρθρο 393 – Γενικές διατάξεις Σελ. 336
Άρθρο 394 – Αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος Σελ. 337
Άρθρο 395 – Παρακώλυση συναγωνισμού Σελ. 337
Άρθρο 396 – Δωροληψία και δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα Σελ. 338
Άρθρο 397 – Καταδολίευση δανειστών Σελ. 339
Άρθρο 398 – Χρεοκοπία Σελ. 340
Άρθρο 399 – Παρακώλυση της άσκησης δικαιώματος Σελ. 340
Άρθρο 400 – Παράνομη αλιεία Σελ. 340
Άρθρο 401 – Αλιεία σε χωρικά ύδατα Σελ. 340
Άρθρο 402 – Γενική διάταξη Σελ. 340
Άρθρο 403 – Παραπλάνηση ανηλίκων σε χρέη Σελ. 340
Άρθρο 404 – Τοκογλυφία Σελ. 341
Άρθρο 405 – Γενική διάταξη Σελ. 341
Άρθρα 407-459 – Σελ. 342
ΤΡΙΤΟ ΒΙΒΛΙΟ - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 460 – Σελ. 342
Άρθρο 461 – Σελ. 342
Άρθρο 462 – Σελ. 342
Άρθρο 463 – Σελ. 343
Άρθρο 464 – Σελ. 345
Άρθρο 465 – Σελ. 346
Άρθρο 466 – Σελ. 347
Άρθρο 467 – Σελ. 347
Άρθρο 468 – Σελ. 347
Άρθρο 469 – Σελ. 348
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Σελ. 351
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ - ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - Ο ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ [Άρθρα 1-13] Σελ. 356
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ [Άρθρα 14-41] Σελ. 360
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ [Άρθρα 42-49] Σελ. 366
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΟΙΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ [Άρθρα 50-78] Σελ. 369
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΠΟΙΝΗΣ [Άρθρα 79-104Β] Σελ. 377
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - Η ΕΚΤΙΣΗ ΤΩΝ ΠΟΙΝΩΝ [Άρθρα 105-110Α] Σελ. 387
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΕΞΑΛΕΙΦΟΥΝ ΤΟ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟ - ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΠΟΙΝΩΝ [Άρθρα 111-120] Σελ. 394
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΑΝΗΛΙΚΟΥΣ [Άρθρα 121-133] Σελ. 397
ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ - ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ [Άρθρα 134-137Δ] Σελ. 404
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΥΠΟΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ [Άρθρα 138- 152] Σελ. 407
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΑΛΛΩΝ ΚΡΑΤΩΝ [Άρθρα 153-156] Σελ. 411
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ι. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ [Άρθρα 157-160Α] Σελ. 412
ΙΙ. ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ [Άρθρα 161-166] Σελ. 415
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ [Άρθρα 167-182Α] Σελ. 417
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ [Άρθρα 183-197] Σελ. 422
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΠΙΒΟΥΛΗ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ [Άρθρα 198-201] Σελ. 429
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ [Άρθρα 202-206] Σελ. 429
ΕΝΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ, ΑΛΛΑ ΜΕΣΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΕΝΣΗΜΑ [Άρθρα 207-215] Σελ. 430
ΔΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ [Άρθρα 216-223] Σελ. 433
ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ [Άρθρα 224-435] Σελ. 435
ΔΩΔΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ [Άρθρα 235-263Α] Σελ. 437
ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΚΟΙΝΩΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ [Άρθρα 264-289] Σελ. 447
ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ, ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ [Άρθρα 290-298] Σελ. 453
ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ [Άρθρα 299-307] Σελ. 459
ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ [Άρθρα 308-315] Σελ. 462
ΔΕΚΑΤΟ ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - (Καταργήθηκε) [Άρθρα 316-321] Σελ. 464
ΔΕΚΑΤΟ ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ [Άρθρα 322-335] Σελ. 464
ΔΕΚΑΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΓΕΝΕΤΗΣΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΕΤΗΣΙΑΣ ΖΩΗΣ [Άρθρα 336-353] Σελ. 469
ΕΙΚΟΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ [Άρθρα 354-360Α] Σελ. 477
ΕΙΚΟΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ [Άρθρα 361-369] Σελ. 479
ΕΙΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΑΤΟΜΙΚΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ [Άρθρα 370-371] Σελ. 481
ΕΙΚΟΣΤΟ ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ [Άρθρα 372-459] Σελ. 484
ΤΡΙΤΟ ΒΙΒΛΙΟ - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
[Άρθρα 460-469, δεύτερο] Σελ. 494
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ Ν 4619/2019 KAI ΠΔ 283/1985 Σελ. 497
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ Σελ. 523

Σελ. 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

Την 1η Ιουλίου 2019 τέθηκε σε ισχύ ο νέος Ποινικός Κώδικας. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο νέος Ποινικός Κώδικας επιφέρει σειρά σημαντικών μεταρρυθμίσεων τόσο στο Γενικό όσο και στο Ειδικό Μέρος, που στο σύνολό τους ιδωμένες αποπνέουν μία αρκετά εκσυγχρονιστική αντίληψη ως προς το ρόλο και τη λειτουργία του Ποινικού Δικαίου σε μια ευνομούμενη δημοκρατική κοινωνία.

Με δεδομένη την τεράστια σημασία που έχει η θέσπιση και η εφαρμογή των ποινικών νόμων στην ατομική, κοινωνική, οικογενειακή και επαγγελματική ζωή και τις βαρύτατες επιπτώσεις που συχνά έχει για το άτομο και το περιβάλλον του η εμπλοκή σε μια ποινική διαδικασία, καθίσταται εύκολα αντιληπτό ότι η θέσπιση ενός νέου Ποινικού Κώδικα έχει σοβαρότατες κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις. Θα τολμούσα μάλιστα να πω ότι, παρότι ο Αστικός Κώδικας με την πληρότητα των ρυθμίσεών του, αποτελεί τον βασικό πυλώνα της νομοθεσίας μας, εφόσον διέπει την ανθρώπινη ύπαρξη ήδη από τη σύλληψή της μέχρι και μετά θάνατον, ο Ποινικός Κώδικας εν όψει των σύγχρονων κοινωνικών εξελίξεων, αποτελεί εκείνο το νομοθέτημα, οι ρυθμίσεις του οποίου έχουν ασυγκρίτως μεγαλύτερο κοινωνικό αντίκτυπο από οποιοδήποτε άλλο. Εν όψει αυτού, η ανάγκη να αντιμετωπιστεί η θέσπιση του νέου ΠΚ χωρίς ιδεολογικοπολιτικές προκαταλήψεις ή/και ιδιοτελείς σκοπιμότητες, εμφανίζεται αδήριτη. Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν και επιφυλάξεις που εκφράστηκαν, εν όψει θεσπίσεως του νέου Ποινικού Κώδικα, ως προς το κατά πόσο κάποιες επιμέρους ρυθμίσεις του εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα ή σκοπιμότητες. Έχω την άποψη ότι μια τέτοια επιχειρηματολογία είναι τελείως ανεδαφική: είναι προφανές ότι από τη θέσπιση ενός νέου νόμου (και όχι κατ’ ανάγκη μόνο του Ποινικού Κώδικα) σε μια συγκεκριμένη συγκυρία κάποιοι κατ’ ανάγκην τίθενται σε ευμενέστερη θέση, όπως αντίστοιχα εν-

Σελ. 2

δεχομένως κάποιοι κατ’ ανάγκην επιβαρύνονται. Το να ανάγουμε όμως αυτό το γεγονός σε ανασταλτικό παράγοντα θέσπισης και εφαρμογής του νέου νομοθετήματος, από τη στιγμή μάλιστα που δεν διαπιστώνονται προκλητικά ευνοϊκές και δικαιοπολιτικά αναιτιολόγητες ρυθμίσεις υπέρ συγκεκριμένων μεμονωμένων ατόμων ή ομάδας ατόμων, είναι εσφαλμένο, διότι κάτι τέτοιο θα συμβαίνει πάντοτε, επειδή έχει να κάνει με τα αενάως αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα στο χώρο της κοινωνίας. Εάν λοιπόν προσανατολιζόμασταν ευλαβικά στην επιφύλαξη αυτή, τότε θα απεκλείετο η θέσπιση ενός νέου νομοθετήματος στο διηνεκές. Κατά συνέπεια η διαδικασία θέσπισης ενός νέου Ποινικού Κώδικα, αναγκαία εν όψει των ραγδαίων εξελίξεων των τελευταίων δεκαετιών στην κοινωνική και οικονομική ζωή, ορθά δεν αναχαιτίστηκε τελικά από τέτοιου είδους αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις. Εξάλλου, η νομοθετούσα πολιτεία θα έχει τη δυνατότητα, μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα εφαρμογής του νέου ΠΚ, αφού εντοπιστούν συγκεκριμένα κενά, αντινομίες ή δυσλειτουργίες, που είναι λογικό να υπάρχουν σε ένα τέτοιας εκτάσεως νομοθέτημα, με ψυχραιμία και νηφαλιότητα, να προβεί επιλεκτικά σε διορθωτικές κινήσεις, μεταρρυθμίζοντας όσες διατάξεις κριθούν προβληματικές. Επίσης έγινε προσπάθεια να ενσωματωθούν όλες οι πρώτες αντιδράσεις της θεωρίας και της νομολογίας απέναντι στις νέες ρυθμίσεις.

Εάν θα ήθελε κανείς να αποδώσει μονολεκτικά τη σκοπιμότητα που υπηρετεί ο Κώδικας θα χρησιμοποιούσε αυθόρμητα δύο όρους: «εκσυγχρονισμός» και «εξορθολογισμός». Με τον πρώτο εννοούμε αφενός μεν την απάλειψη αναχρονιστικών θεσμών (χαρακτηριστικό παράδειγμα η κατάργηση των πταισμάτων ως κατηγορίας εγκλημάτων και αντίστοιχα η κατάργηση των πταισματοδικείων ως ποινικών δικαστηρίων), καθώς και την κατάργηση πολλών εγκλημάτων η ύπαρξη των

Σελ. 3

οποίων σηματοδοτούσε παρωχημένα κατάλοιπα, αφετέρου δε την εισαγωγή στο κείμενο του Κώδικα νέων ρυθμίσεων που είτε προϋπήρχαν διάσπαρτες σε ειδικούς νόμους είτε εισάγονται για πρώτη φορά. Με τον δεύτερο εννοούμε κυρίως την ριζική αναδιαμόρφωση του συστήματος επιβολής της ποινής, την υποβάθμιση πολλών κακουργημάτων σε πλημμελήματα, την πρόβλεψη ηπιότερων ποινών σε αρκετά κακουργήματα, κάτι που είχε καταστεί πλέον εντελώς απαραίτητο εν όψει του άκρατου γιγαντισμού της ποινικής καταστολής και των υπερβολικά αυστηρών κυρώσεων που προβλέπονταν για αδικήματα με μάλλον ήσσονα ηθικοκοινωνική απαξία. Θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι τόσο ο εκσυγχρονισμός όσο και ο εξορθολογισμός, στους οποίους μόλις αναφερθήκαμε, έχουν καταστεί πλέον απολύτως αναγκαίοι εν όψει της προβληματικής διόγκωσης της ποινικής καταστολής τόσο σε εύρος (δηλαδή με την ποινικοποίηση μορφών συμπεριφοράς με ήσσονα αντικοινωνικό χαρακτήρα που δεν θα έπρεπε να χαρακτηριστούν ποινικά αδικήματα), όσο και σε βάθος (δηλαδή με την πρόβλεψη για ορισμένα αδικήματα πολύ βαρύτερων πλαισίων ποινής από αυτά που θα ανταποκρίνονταν στην πραγματική κοινωνική βλάβη που επιφέρει η αντίστοιχη συμπεριφορά).

Οι βασικές σκέψεις που αποτέλεσαν τη βάση της όλης μεταρρυθμιστικής προσπάθειας στο χώρο του Ποινικού Δικαίου αποτυπώνονται συνοπτικά στο προοίμιο της Αιτιολογικής Έκθεσης, όπου μεταξύ άλλων αναφέρονται τα εξής: «Στη διάρκεια της εφαρμογής του ο Ποινικός Κώδικας υπέστη αλλεπάλληλες τροποποιήσεις, προκειμένου είτε να ρυθμιστούν νέα δεδομένα είτε να ασκηθεί αντεγκληματική πολιτική με βάση συγκυριακά περιστατικά. Ιδιαίτερα απασχόλησαν τη θεωρία ορισμένες μεταβολές που είχαν εμφανή τα ίχνη της επίκαιρης και εν θερμώ νομοθετικής παρέμβασης, χωρίς να εναρμονίζονται με τις γενικές αρχές του Ποινικού Κώδικα. Το ίδιο ισχύει και για τη θέσπιση δια μέσου ειδικών νόμων ανάλογων ρυθμίσεων. Ιδιαίτερα μετά την καθοριστική επίδραση που άσκησε στο δικαιϊκό σύστημα το Σύνταγμα του 1975, ήταν φανερό ότι ο ΠΚ είχε ανάγκη ενός ριζικού εκσυγχρονισμού, αλλά και ιδεολογικού αποχρωματισμού, ώστε να ανταποκριθεί στις σύγχρονες αντιλήψεις τόσο για την αντεγκληματική πολιτική όσο και για την προστασία του πολίτη από την κατάχρηση της ποινικής καταστολής και την εφαρμογή της αρχής του κράτους δικαίου. Παράλληλα

Σελ. 4

λοιπόν με τη διατήρηση των δημοκρατικών και φιλελεύθερων χαρακτηριστικών του ΠΚ, ήταν αναγκαίος ο εξορθολογισμός και η ανανέωσή του ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σύγχρονου κοινωνικού κράτους δικαίου και στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Τούτο επέβαλε τη διαμόρφωση ενός συστήματος ποινικών κυρώσεων που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απόψεις για την ποινή, τη διαγραφή εγκλημάτων που δεν προστατεύουν υπαρκτά και σημαντικά για το κοινωνικό σύνολο έννομα αγαθά, την αποκατάσταση της αναλογικότητας που συχνά παραβιάστηκε με επιμέρους αποσπασματικές τροποποιήσεις, την ακρίβεια και σαφήνεια των διατάξεων και την κατά το δυνατό νομοτεχνική αρτιότητά του».

Επίσης, σημαντικό είναι ότι ο ποινικός νομοθέτης στην Αιτιολογική Έκθεση αναφέρει επιγραμματικά τις βασικές αρχές που διέπουν τις ρυθμίσεις του Ποινικού Κώδικα, προκειμένου αυτές είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό μεταξύ τους να αποτελέσουν πολύτιμο βοήθημα κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή του. Οι αρχές αυτές είναι: (α) η αρχή της νομιμότητας του εγκλήματος και της ποινής, (β) ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου, (γ) η αρχή της αναλογικότητας, (δ) η αρχή της ενοχής, (ε) η δημοκρατική αρχή, (στ) η φιλελεύθερη αρχή, (ζ) η αρχή της ισότητας, (η) η αρχή του κοινωνικού κράτους, (θ) η αρχή της επιείκειας, (ι) η αρχή της επικουρικότητας του ποινικού δικαίου και (ια) η αρχή του κράτους δικαίου.

Σελ. 5

Συνοπτικά, ο νέος Ποινικός Κώδικας χαρακτηρίζεται, όπως ήδη ελέχθη, από ριζική αναδιάρθρωση του συστήματος των ποινών, την εισαγωγή νέων θεσμών, την κατάργηση αναχρονιστικών διατάξεων και τον εξορθολογισμό των οικονομικών εγκλημάτων, βασικό σημείο του οποίο αποτελεί η παράλληλη κατάργηση του Ν 1608/1950 περί Καταχραστών του Δημοσίου και η ένταξη των προβλέψεών του σε ηπιότερη μορφή στις επί μέρους διατάξεις που αφορούν οικονομικά εγκλήματα.

Σελ. 7

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΤ’ ΑΡΘΡΟ

 

ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ο ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ

Ι. ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 1

Καμία ποινή χωρίς νόμο

O σημαντικός νεωτερισμός στη διάταξη του άρθρου 1 ΠΚ είναι η αντιστροφή στη διατύπωση της αρχής nulla poena sine lege. Το προϊσχύσαν δίκαιο προέβλεπε ότι «ποινή δεν επιβάλλεται παρά μόνο για τις πράξεις εκείνες για τις οποίες ο νόμος την είχε ρητά ορίσει πριν από την τέλεσή τους». Ο νέος ΠΚ αντέστρεψε τον ορισμό της αρχής θέτοντας ως αφετηρία την έννοια του εγκλήματος, με τρόπο παρόμοιο με αυτόν που η αρχή n.p.s.l. περιγράφεται στη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 1 του Συντάγματος. Έτσι, φαίνεται πλέον ο ΠΚ στο ζήτημα της δυαρχίας των κεντρικών εννοιών του ποινικού δικαίου (έγκλημα - ποινή) να λαμβάνει ορθά θέση υπέρ του πρωτείου της έννοιας του εγκλήματος, έναντι αυτής της ποινής, αντίθετα σε απόψεις που είχαν υποστηριχθεί παλαιότερα.

Σελ. 8

Όπως αναφέρεται σχετικά στην Αιτιολογική Έκθεση (σελ. 8), από τη διάταξη αυτή συνάγονται οι ακόλουθες θεµελιώδεις για το ποινικό δίκαιο αρχές: (α) Το έγκληµα προϋποθέτει σε κάθε περίπτωση «πράξη προσβολής». Δεν µπορούν εποµένως να τιµωρούνται απλές εκδηλώσεις του φρονήµατος, δηλαδή πράξεις οι οποίες δεν προσβάλλουν κανένα έννοµο αγαθό. (β) Η πράξη πρέπει να περιγράφεται σε τυπικό νόµο, έτσι ώστε να υπάρχει η µεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια ως προς το περιεχόµενο του δικαιϊκού κανόνα και να εξασφαλίζεται η τήρηση της δηµοκρατικής αρχής. (γ) Η πράξη πρέπει να είναι µε ακρίβεια

Σελ. 9

ορισµένη, πρέπει, δηλαδή, να περιγράφονται στο νόµο τα στοιχεία της έτσι ώστε να µπορεί ο καθένας να γνωρίζει πότε µια συµπεριφορά µπορεί να συνεπάγεται γι’ αυτόν ποινικές κυρώσεις. (δ) Επιπλέον και η ποινή πρέπει να ορίζεται ρητά για συγκεκριµένη πράξη. Απαγορεύεται εποµένως η απειλή αόριστων ποινών ή η απειλή ποινών µε εξαιρετικά ευρέα πλαίσια. Η µεγάλη σηµασία της αρχών αυτών επιβεβαιώνεται και από το γεγονός της κατοχύρωσής τους τόσο στο άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης των Δικαιωµάτων του Ανθρώπου όσο και στον Χάρτη Θεµελιωδών Δικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σελ. 10

Άρθρο 2

Αναδρομική ισχύς του ηπιότερου νόμου

Στο άρθρο 2 ΠΚ, που αναφέρεται στην αναδρομική ισχύ του ηπιότερου νόμου, λαμβάνουν χώρα δύο σημαντικές τομές: Πρώτον, σύμφωνα με την νέα διατύπωση, ηπιότερος θεωρείται ο νόμος, ο οποίος «στη συγκεκριμένη περίπτωση» οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου. Με τον τρόπο αυτό ικανοποιείται μία πάγια εύλογη αντίληψη που εκφραζόταν στη θεωρία. Έτσι, είναι πλέον δυνατό σε περίπτωση ισχύος περισσότερων του ενός νόμων από την τέλεση μέχρι την αμετάκλητη εκδίκαση μιας πράξεως, το Δικαστήριο να εφαρμόζει επιλεκτικά κάποιες από τις επιμέρους ρυθμίσεις του ενός από τους ισχύσαντες νόμους και κάποιες από τις επιμέρους ρυθμίσεις του άλλου, εφόσον ο συνδυασμός αυτός οδηγεί στη συγκεκριμένη περίπτωση σε ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου. Η ρύθμιση αυτή έρχεται σε αντίθεση με την πάγια μέχρι τώρα άποψη της νομολογίας

Σελ. 11

και ενός μεγάλου μέρους της θεωρίας που θεωρούσαν ότι ένας τέτοιος συνδυασμός είναι απαράδεκτος διότι θα σήμαινε τη δημιουργία ενός πλασματικού νομικού καθεστώτος που δεν ανταποκρίνεται στη βούληση του νομοθέτη, διότι θα εφαρμόζονταν ταυτόχρονα περισσότεροι νόμοι, οι οποίοι ενδεχομένως να μην συνέπεσαν σε κανένα χρονικό σημείο από την τέλεση έως την αμετάκλητη εκδίκαση της πράξης.

Δεύτερον, από την παράλληλη κατάργηση του παλιού άρθρου 4 ΠΚ, που προέβλεπε ότι τα μέτρα ασφαλείας επιβάλλονται σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά την εκδίκαση της πράξης, και την ταυτόχρονη πρόβλεψη στο άρθρο 2 παρ. 2 νέου ΠΚ, προκύπτει ότι αν μεταγενέστερος νόμος χαρακτήρισε την πράξη μη αξιόποινη παύει όχι μόνο η εκτέλεση της ποινής και των λοιπών επακόλουθών της (όπως προβλέπονταν μέχρι σήμερα), αλλά και των μέτρων ασφαλείας.

Το ζήτημα που έμεινε ανοιχτό και με τη νέα ρύθμιση, παρότι είναι κατά την άποψή μου κεφαλαιώδους σημασίας, έχει να κάνει με την αναδρομική εφαρμογή δικονομικών διατάξεων που έχουν ουσιαστική επιρροή σε βασικά δικαιώματα του κατηγορουμένου. Όπως είναι γνωστό, με την ΑΠ Ολ 1/2014, κρίθηκε ότι η αναδρομική εφαρμογή δικονομικών ποινικών διατάξεων δεν προσκρούει στο άρθρο 2 παρ. 1 ΠΚ. Πάντως,

Σελ. 12

η επιστήμη αναγνωρίζει και ορισμένες εξαιρέσεις από την ανωτέρω δυνατότητα αναδρομικής εφαρμογής του δικονομικού ποινικού νόμου, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες: α) ο νεότερος δικονομικός ποινικός νόμος καταργεί ένδικο μέσο του κατηγορουμένου, διότι σε διαφορετική περίπτωση θα προσβαλλόταν κεκτημένο ουσιαστικό δικαίωμα, β) η νεότερη δικονομική διάταξη τροποποιεί κάποιο από τα λεγόμενα «μέτρα δικονομικού καταναγκασμού», τα οποία προσβάλλουν έννομα αγαθά του ατόμου. Ενόψει όλων των ανωτέρω, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η δικαιολογητική βάση της αποδοχής δυνατότητας αναδρομικής εφαρμογής των κανόνων δικονομικού ποινικού δικαίου αφήνει αναπάντητα πολλά ερωτήματα. Είναι βέβαιο, ότι η συντριπτική πλειονότητα των δικονομικών κανόνων αγγίζει με τον ίδιο τρόπο τον πυρήνα

Σελ. 13

της ανθρώπινης υπάρξεως όπως και οι ουσιαστικού δικαίου διατάξεις και προσφέρεται εξίσου για καταχρήσεις στη μεταχείριση του ατόμου από την Πολιτεία. Μετά από όλα αυτά ορθότερη θα ήταν η επέκταση της απαγόρευσης αναδρομικότητας τουλάχιστον και σε εκείνες τις δικονομικού δικαίου διατάξεις, που θίγουν άμεσα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι εν όψει των εκτεταμένων μεταρρυθμίσεων που λαμβάνουν χώρα στο κεφάλαιο για την ποινή, η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ θα αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη πρακτική σημασία. Ρυθμίσεις, όπως λ.χ. η δυνατότητα μετατροπής της περιοριστικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική, που προβλεπόταν στη διάταξη του άρθρου 82 του προϊσχύσαντος ΠΚ και καταργήθηκε ολοσχερώς, θα συνεχίσει να εφαρμόζεται ως ευμενέστερη για πολλά χρόνια ακόμη, έως ότου εκδικαστούν αμετάκλητα ή υποπέσουν σε παραγραφή όλα τα εγκλήματα που τελέστηκαν μέχρι και την 30η Ιουνίου 2019.

Επίσης, άξιο οπωσδήποτε επισήμανσης είναι και το εξίσου σοβαρότατο ζήτημα: ενίοτε έχει συμβεί στη νομοθετική πρακτική να θεσπίζεται μία διάταξη που είτε καταργεί ή περιορίζει σημαντικά το αξιόποινο συγκεκριμένης συμπεριφοράς είτε προβλέπει πολύ ευνοϊκότερη ρύθμιση σε σχέση με την εκάστοτε προηγούμενη. Μετά από αντίδραση της κοινής γνώμης η διάταξη αυτή, ενώ έχει ισχύσει για σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, καταργείται ή επαναδιατυπώνεται επί το δυσμενέστερο για τον κατηγορούμενο. Είναι προφανές ότι εν όψει της σαφέστατης διατύπωσης του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ, η διάταξη αυτή, έστω και αν εμφιλοχώρησε για μικρό χρονικό διάστημα, θα πρέπει να εφαρμοστεί ως ευμενέστερη στις περιπτώσεις πράξεων που έχουν τελεστεί και δεν έχουν δικαστεί αμετάκλητα. Όμως, η στάση της νομολογίας απέναντι σε τέτοιες περιπτώσεις είναι αμφιλεγόμενη. Στην περίπτωση

Σελ. 14

όπου με τη διάταξη του άρθρου 25 Ν 2721/1999 ορίστηκε η εξάλειψη του αξιοποίνου των πράξεων παρακώλυσης συγκοινωνιών εκ μέρους αγροτών κατά τη διάρκεια αγροτικών κινητοποιήσεων, η ΑΠ Ολ 11/2001 έκρινε κατά πλειοψηφία ότι μια τέτοια νομοθετική παρέμβαση είναι συνταγματική και δεν αποτελεί «κρυπτοαμνηστία». Το αυτό έκρινε και η ΑΠ Ολ 12/2001. Επίσης συνταγματική έκρινε η ΑΠ Ολ 672/2002 την περίπτωση ειδικής παραγραφής ορισμένων αδικημάτων με τον Ν 1940/1982. Αντίθετα, στην περίπτωση της ΑΠ Ολ 3/2016, κρίθηκε αντισυνταγματική η πρόσκαιρη τροποποίηση του άρθρου 263Α ΠΚ, με την παραδοχή ότι τέτοιου είδους νομοθετικές παρεμβάσεις υποκρύπτουν συγκεκαλυμμένη αμνηστία και αντιβαίνουν στις διατάξεις του άρθρου 47 του Συντάγματος. Την ίδια τακτική ακολούθησαν και πιο πρόσφατες αποφάσεις.

Σελ. 15

Από την άλλη πλευρά, με τον τρόπο αυτό παρακάμπτεται η βούληση του ποινικού νομοθέτη που αποτυπώθηκε στη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ να εφαρμόζεται ο ευμενέστερος από τους νόμους που ίσχυσαν από την τέλεση έως την αμετάκλητη εκδίκαση μιας πράξης, μη συνδέοντας την επιταγή αυτή με τυχόν βραχύβια ή μακροχρόνια διάρκεια ισχύος του ευμενέστερου αυτού νόμου. Η άρνηση λοιπόν εφαρμογής, με την πρόφαση της «κρυπτοαμνηστίας», της ευμενέστερης αυτής διάταξης, που ίσχυσε για μικρό χρονικό διάστημα, από τη νομολογία, αντιβαίνει προδήλως στο γράμμα και το πνεύμα του νόμου, αλλά και παραβιάζει σαφέστατα την αρχή διάκρισης των εξουσιών. Εφόσον η ευμενέστερη αυτή διάταξη ίσχυσε έστω και για μια ημέρα θα πρέπει να τύχει εφαρμογής στα πλαίσια του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ ανεξάρτητα από τη δικαιοπολιτικά θετική ή αρνητική αξιολόγηση της συγκεκριμένης νομοθετικής επιλογής.

Άρθρο 3

Νόμοι με προσωρινή ισχύ
(Καταργήθηκε με τον Ν 4619/2019)

Ορθή και επιβεβλημένη θεωρώ την κατάργηση του παλαιού άρθρου 3 ΠΚ, που αναφέρονταν στους νόμους με προσωρινή ισχύ. Επρόκειτο πράγματι για μία αναχρονιστική διάταξη, η οποία εξ όσων γνωρίζω είχε περιέλθει σε πλήρη αχρηστία τις τελευταίες δεκαετίες. Όπως ορθότατα αναφέρεται στην Αιτιολογική Έκθεση, η διάταξη αυτή του προϊσχύοντος ΠΚ ήταν ευθέως αντίθετη στους υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνες των άρθρων 15 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του ΟΗΕ και 49 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επιβάλλουν σε κάθε περίπτωση την αναδρομική εφαρμογή του ηπιότερου νόμου.

Σελ. 16

Άρθρο 4

Επιβολή μέτρων ασφαλείας
(Καταργήθηκε με τον Ν 4619/2019)

Εξίσου ορθή είναι και η κατάργηση του άρθρου 4 του παλαιού ΠΚ, που προέβλεπε τη δυνατότητα αναδρομικής εφαρμογής των μέτρων ασφαλείας κατ’ εξαίρεση του γενικού κανόνα του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ. Η κατάργηση αυτή υπήρξε πάγιο αίτημα της θεωρίας, με βασικό επιχείρημα ότι και τα μέτρα ασφαλείας προσβάλλουν ουσιώδη δικαιώματα του ατόμου, άσχετα αν τυπικά δεν χαρακτηρίζονται ως ποινή. Για το λόγο αυτό, απαιτείται και για αυτά η ύπαρξη νόμου που να ίσχυε πριν από την τέλεση της πράξης.

Σελ. 17

ΙΙ. ΤΟΠΙΚΑ ΟΡΙΑ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΝΟΜΩΝ

Άρθρο 5

Εγκλήματα που τελέστηκαν στην ημεδαπή

Αρκετές συμπληρώσεις και τροποποιήσεις γίνονται στο Κεφάλαιο που αναφέρεται στα τοπικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων. Έτσι, στο άρθρο 5 παρ. 1 ΠΚ προβλέπεται ότι οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι εφαρμόζονται και στις πράξεις συμμετοχής που τελέστηκαν στο έδαφος της ελληνικής επικράτειας, αν η κύρια πράξη, για την οποία δεν υπάρχει δικαιοδοσία των ελληνικών ποινικών δικαστηρίων, είναι αξιόποινη και κατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους. Εδώ βέβαια τίθεται το εύλογο ερώτημα του πως θα καταστεί ευχερής η εκδίκαση πράξης συμμετοχής όταν δεν θα επιτρέπεται λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας η εκδίκαση της κύριας πράξης, στην οποία αυτή αναφέρεται.

Σελ. 18

Άρθρο 6

Εγκλήματα ημεδαπών στην αλλοδαπή

Στο άρθρο 6 παρ. 1 ΠΚ που αναφέρεται στα εγκλήματα ημεδαπών στην αλλοδαπή, διευκρινίζεται ότι η πράξη πρέπει να είναι αξιόποινη και κατά τους νόμους της χώρας στην οποία τελέστηκε «με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της», κάτι που περιορίζει οπωσδήποτε το πεδίο της διάταξης αυτής, άσχετα με το ότι πρόκειται για δικαιοπολιτικά ορθή επιλογή. Όπως γίνεται δεκτό στη θεωρία και σε μέρος της νομολογίας, αρκεί επίσης τα στοιχεία της ελληνικής ποινικής διάταξης να καλύπτονται από τα στοιχεία μιας αλλοδαπής διάταξης, να τελούν δηλαδή μεταξύ σε σχέση γενικού προς ειδικού και αντίστροφα. Από την άλλη πλευρά δεν απαιτείται ταυτότητα του νομικού χαρακτηρισμού

Σελ. 19

της πράξεως. Έτσι λ.χ. μια πράξη μπορεί να χαρακτηρίζεται από το ελληνικό δίκαιο απάτη, ενώ κατά το αλλοδαπό δίκαιο να θεωρείται υπεξαίρεση. Και σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζεται το άρθρο 6 ΠΚ και η πράξη μπορεί να διωχθεί και να τιμωρηθεί από την ελληνική δικαιοσύνη. Όταν όμως μία πράξη, καίτοι αποτελεί έγκλημα κατά τον ελληνικό ποινικό νόμο, δεν θεωρείται έγκλημα και κατά τους νόμους της αλλοδαπής πολιτείας, όπου έχει τελεσθεί, δεν υπάρχει δυνατότητα διώξεως του φερόμενου ως αυτουργού ημεδαπού, εφόσον ο αξιολογικός κανόνας και η απαξία της πράξεως εκτιμάται κατά το δίκαιο της αλλοδαπής πολιτείας ως μη αξιόποινη, εκτός εάν πρόκειται για πράξεις που εμπίπτουν στα εγκλήματα του άρθρου 8 ΠΚ και διώκονται σύμφωνα με το σύστημα της παγκόσμιας δικαιοσύνης.

Όπως γίνεται δεκτό στη νομολογία και τη θεωρία, το άρθρο 6 ΠΚ καταλαμβάνει μόνο τον Έλληνα αυτουργό ή συμμέτοχο που τελεί έγκλημα στην αλλοδαπή, όχι όμως και τον αλλοδαπό συμμέτοχο που έδρασε επίσης στην αλλοδαπή, διότι η συμμετοχική πράξη δεν υπάγεται στους ελληνικούς ποινικούς νόμους.

Σημειωτέον ότι η ίδια ρύθμιση απαντάται και στην επόμενη διάταξη, του άρθρου 7 παρ. 1 ΠΚ, για τα εγκλήματα αλλοδαπών στην αλλοδαπή.

 

Σελ. 20

Άρθρο 7

Εγκλήματα αλλοδαπών στην αλλοδαπή

Στο άρθρο 7 παρ. 1 νέου ΠΚ που αναφέρεται σε εγκλήματα αλλοδαπών στην αλλοδαπή που στρέφονται κατά Έλληνα πολίτη, διευκρινίζεται ότι ως Έλληνας πολίτης λογίζεται και το κυοφορούμενο που θα αποκτήσει με τη γέννησή του την ελληνική ιθαγένεια, καθώς και τα νομικά πρόσωπα που εδρεύουν στην ημεδαπή. Με τη διατύπωση αυτή είναι, πλέον, δυνατή η εφαρμογή των ελληνικών ποινικών νόμων και στις περιπτώσεις, όπου ένα έγκλημα στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου, όταν αυτό εμφανίζεται ως fiscus με τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.

Άρθρο 8

Εγκλήματα στην αλλοδαπή που τιμωρούνται πάντοτε
κατά τους ελληνικούς νόμους

Στη διάταξη του άρθρου 8 ΠΚ που περιγράφεται η λεγόμενη αρχή της παγκόσμιας δικαιοσύνης, προστίθενται στις κατηγορίες πράξεων οι τρομοκρατικές πράξεις αλλά αφαιρούνται οι πράξεις δουλεμπορίου, εμπορίας ανθρώπων, σωματεμπορίας, διενέργειας ταξιδιών με σκοπό την τέλεση συνουσίας ή άλλων ασελγών πράξεων σε βάρος ανηλίκου, βιασμού ή κατάχρησης σε ασέλγεια σε βάρος ανηλίκου, αποπλάνησης παιδιών, κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια σε βαθμό κακουργήματος, πορνογραφίας ανηλίκων, πορνογραφικών παραστάσεων ανηλίκων, μαστροπείας

Σελ. 21

σε βάρος ανηλίκου ή ασέλγειας με ανήλικο έναντι αμοιβής ή αναγκαστικής εξαφάνισης προσώπου (πρώην εδ. η΄ άρθρ. 8 ΠΚ), καθώς και η παράνομη κυκλοφορία και εμπορία ασέμνων δημοσιευμάτων (πρώην εδ. ι΄ άρθρ. 8 ΠΚ). Και οι δύο αυτές κατηγορίες εντάσσονται πλέον στη γενικότερη νέα διάταξη του εδ. ια΄, σύμφωνα με την οποία η αρχή της παγκόσμιας δικαιοσύνης εφαρμόζεται και σε κάθε άλλο έγκλημα, για το οποίο ειδικές διατάξεις ή διεθνείς συμβάσεις υπογραμμένες και επικυρωμένες από το ελληνικό κράτος προβλέπουν την εφαρμογή των ελληνικών ποινικών νόμων, με δεδομένο ότι για τις μεν περιπτώσεις του πρώην εδ. η΄, ισχύει η Σύμβαση «περί δουλείας», που υπογράφηκε στη Γενεύη το 1926 και κυρώθηκε με το Ν 4473/1930, για τις δε περιπτώσεις του πρώην εδ. ι΄ έχει κυρωθεί από την Ελλάδα ήδη από το έτος 1929 η Διεθνής Σύμβαση της Γενεύης του 1923 «για την καταστολή της κυκλοφορίας και εμπορίας ασέμνων δημοσιευμάτων». Επίσης, με τη συμπλήρωση που επήλθε με το άρθρο 2 παρ. 2 εδ. β΄ της ΠΝΠ ΦΕΚ Α΄ 106/27.6.2019 η περ. δ΄ της διατάξεως αυτής αναδιατυπώθηκε ως εξής: «Πράξη που στρέφεται εναντίον υπαλλήλου του ελληνικού κράτους ή Έλληνα υπαλλήλου οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή απευθύνεται προς αυτούς, εφόσον τελείται κατά την άσκηση της υπηρεσίας τους ή σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων τους».

Όπως επισημαίνεται στην Αιτιολογική Έκθεση (σελ. 9), από τον κατάλογο των εγκληµάτων αυτών διαγράφηκε αρχικά η πράξη του δουλεµπορίου. Βεβαίως η υποχρέωση θεµελίωσης της αρχής της παγκόσµιας δικαιοσύνης για τη δίωξη του εγκλήµατος αυτού προκύπτει ήδη από τη Σύµβαση «περί δουλείας» που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 15.9.1926 και κυρώθηκε µε το Ν 4473/1930. Ωστόσο, το φαινόµενο που ήθελε να αντιµετωπίσει ο νοµοθέτης µε τη διαµόρφωση του συγκεκριµένου εγκλήµατος δύσκολα µπορεί να ανιχνευθεί στη σύγχρονη εποχή. Η χρήση του όρου «δούλος» έχει ουσιαστικά εκµηδενίσει τη σηµασία του. Αξίζει να αναφέρουµε ότι από τη θέσπιση του Ποινικού Κώδικα µέχρι σήµερα, δηλαδή επί 70 σχεδόν χρόνια, δεν υπάρχει καµία, δηµοσιευµένη τουλάχιστον, δικαστική απόφαση που να εφαρµόζει τη διάταξη του άρθρου 323 ΠΚ. Για την αντιµετώπιση των φαινοµένων αυτών έχει ήδη διαµορφωθεί η διάταξη για την εµπορία ανθρώπων, η οποία, έχοντας ευρύτερο περιεχόµενο, καταλαµβάνει ασφαλώς και τις περιπτώσεις του δουλεµπορίου, στο µέτρο που θα ανιχνευθούν.

Back to Top