ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ - ΓΕΝΙΚΟΥ & ΕΙΔΙΚΟΥ ΜΕΡΟΥΣ
Ενημέρωση μέχρι τον Ν 5090/2024
- Έκδοση: 2025
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 312
- ISBN: 978-618-08-0527-7
Οι λύσεις που δίνονται στα σχετικά πρακτικά θέματα είναι επικαιροποιημένες με βάση τον νέο Ποινικό Κώδικα και τους τροποποιητικούς αυτού νόμους μέχρι τον Ν 5090/2024.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ι. Πρακτικά θέματα Γενικού Μέρους
ΘΕΜΑ 1ο σελ. 1
ΘΕΜΑ 2ο 3
ΘΕΜΑ 3ο 5
ΘΕΜΑ 4ο 7
ΘΕΜΑ 5ο 10
ΘΕΜΑ 6ο 12
ΘΕΜΑ 7ο 14
ΘΕΜΑ 8ο 16
ΘΕΜΑ 9ο 18
ΘΕΜΑ 10ο 20
ΘΕΜΑ 11ο 22
ΘΕΜΑ 12ο 24
ΘΕΜΑ 13ο 26
ΘΕΜΑ 14ο 28
ΘΕΜΑ 15ο 30
ΘΕΜΑ 16ο 32
ΘΕΜΑ 17ο 34
ΘΕΜΑ 18ο 36
ΘΕΜΑ 19ο σελ. 38
ΘΕΜΑ 20ο 40
ΘΕΜΑ 21ο 42
ΘΕΜΑ 22ο 44
ΘΕΜΑ 23ο 47
ΘΕΜΑ 24ο 49
ΘΕΜΑ 27ο 51
ΘΕΜΑ 28ο 53
ΘΕΜΑ 29ο 56
ΘΕΜΑ 30ο 58
ΘΕΜΑ 31ο 60
ΘΕΜΑ 32ο 62
ΘΕΜΑ 33ο 64
ΘΕΜΑ 34ο 66
ΘΕΜΑ 35ο 67
ΘΕΜΑ 36ο 68
ΘΕΜΑ 37ο 70
ΘΕΜΑ 38ο 72
ΘΕΜΑ 39ο σελ. 75
ΘΕΜΑ 40ο 76
ΘΕΜΑ 41ο 79
ΘΕΜΑ 42ο 81
ΘΕΜΑ 43ο 83
ΘΕΜΑ 44ο 87
ΘΕΜΑ 45ο σελ. 88
ΘΕΜΑ 46ο 90
ΘΕΜΑ 47ο 93
ΘΕΜΑ 48ο 95
ΘΕΜΑ 49ο 99
ΘΕΜΑ 50ο 101
ΙΙ. Πρακτικά θέματα Ειδικού Μέρους
ΘΕΜΑ 51ο σελ. 111
ΘΕΜΑ 52ο 115
ΘΕΜΑ 53ο 119
ΘΕΜΑ 54ο 123
ΘΕΜΑ 55ο 126
ΘΕΜΑ 56ο 128
ΘΕΜΑ 57ο 132
ΘΕΜΑ 58ο 134
ΘΕΜΑ 59ο 137
ΘΕΜΑ 60ο 140
ΘΕΜΑ 61ο 144
ΘΕΜΑ 62ο 148
ΘΕΜΑ 63ο 151
ΘΕΜΑ 64ο 153
ΘΕΜΑ 65ο 155
ΘΕΜΑ 66ο 157
ΘΕΜΑ 67ο 161
ΘΕΜΑ 68ο σελ. 164
ΘΕΜΑ 69ο 166
ΘΕΜΑ 70ο 169
ΘΕΜΑ 71ο 173
ΘΕΜΑ 72ο 178
ΘΕΜΑ 73ο 181
ΘΕΜΑ 74ο 185
ΘΕΜΑ 75ο 188
ΘΕΜΑ 76ο 192
ΘΕΜΑ 77ο 197
ΘΕΜΑ 78ο 200
ΘΕΜΑ 79ο 203
ΘΕΜΑ 80ο 207
ΘΕΜΑ 81ο 212
ΘΕΜΑ 82ο 215
ΘΕΜΑ 83ο 220
ΘΕΜΑ 84ο 223
ΘΕΜΑ 85ο 227
ΘΕΜΑ 86ο 230
ΘΕΜΑ 87ο σελ. 234
ΘΕΜΑ 88ο 238
ΘΕΜΑ 89ο 241
ΘΕΜΑ 90ο 245
ΘΕΜΑ 91ο 249
ΘΕΜΑ 92ο 253
ΘΕΜΑ 93ο 258
ΘEΜΑ 94ο σελ. 261
ΘΕΜΑ 95ο 265
ΘΕΜΑ 96ο 270
ΘΕΜΑ 97ο 272
ΘΕΜΑ 98ο 275
ΘΕΜΑ 99ο 278
ΘΕΜΑ 100ο 283
ΙΙΙ. Πρακτικά θέματα Ποινικού Διεθνούς Δικαίου
ΘΕΜΑ 101ο σελ. 287
ΘΕΜΑ 102ο 290
ΘΕΜΑ 103ο σελ. 294
ΘΕΜΑ 104ο 296
Σελ. 1
Ι. Πρακτικά θέματα Γενικού Μέρους
ΘΕΜΑ 1ο
Ο Α θέλει να δηλητηριάσει τον παππού του Π. Προμηθεύεται λοιπόν προς τον σκοπό αυτό ένα βραδείας δράσεως δηλητήριο, που πρέπει να χορηγηθεί σε τρεις μηνιαίες δόσεις και βάζει σε εφαρμογή το σχέδιό του. Έτσι ο Α, στις 20 Ιανουαρίου 2008 χορήγησε στον Π την πρώτη δόση του δηλητηρίου στην Ερέτρια, την δεύτερη δόση τη χορήγησε στις 20 Φεβρουαρίου 2008 στην Αράχοβα, ενώ την τελευταία τη χορήγησε στις 20 Μαρτίου 2008 στα Καμένα Βούρλα. Δύο εβδομάδες μετά την τελευταία δόση και ενώ ο Π βρισκόταν στο σπίτι του στην Αθήνα εισήχθη στον «Ευαγγελισμό» με συμπτώματα γενικής κατάπτωσης, που απεδόθησαν στην ηλικία του για να πέσει οριστικά η αυλαία της ζωής του στις 15 Απριλίου 2008.
Ερωτάται:
Ποιος είναι ο τόπος και ποιος ο χρόνος τέλεσης της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως κατ’ άρ. 299 ΠΚ;
Ανάπτυξη:
Η ανθρωποκτονία είναι έγκλημα στιγμιαίο και επίσης έγκλημα αποτελέσματος (ουσιαστικό). Με βάση τη διαπίστωση αυτή έχουμε την ακόλουθη αξιολόγηση στην προκειμένη περίπτωση:
Εφ’ όσον ο τόπος τέλεσης του εγκλήματος προσδιορίζεται στο άρ. 16 ΠΚ τόσον από τον τόπο της ενέργειας του δράστη, όσο και από τον τόπο επέλευσης του αποτελέσματος, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τόπος τέλεσης της εν λόγω ανθρωποκτονίας είναι και η Ερέτρια και η Αράχοβα, αλλά και τα Καμένα Βούρλα, όπου έλαβε χώρα το αντίστοιχο τμήμα της ανθρωποκτόνου ενέρ-
Σελ. 2
γειας του δράστη, καθώς επίσης και η Αθήνα, στην οποία επήλθε το αποτέλεσμα της πράξης, δηλ. ο θάνατος του Π.
Για τον χρόνο τέλεσης του εγκλήματος το άρ. 17 ΠΚ μας υποδεικνύει να λάβουμε υπ’ όψη μόνο τον χρόνο της ενέργειας του δράστη, αδιαφορώντας για τον χρόνο επέλευσης του αποτελέσματος. Βέβαια εδώ η ενέργεια του δράστη δεν αναλώνεται σε μια μεμονωμένη χρονική στιγμή, αλλά εκτείνεται σ’ ένα χρονικό ορίζοντα τριών περίπου μηνών. Ωστόσο με βάση τον χαρακτήρα του εγκλήματος ως στιγμιαίου εγκλήματος πρέπει να γίνει δεκτό ότι χρόνος τέλεσης της πράξης είναι μόνον η 20η Ιανουαρίου 2008, όταν ο Α άρχισε να εκτελεί την εγκληματική του ενέργεια, έδωσε δηλ. την πρώτη δόση δηλητηρίου στον Π. Οι υπόλοιπες ημερομηνίες, κατά τις οποίες εκδηλώθηκαν οι αντίστοιχες ενέργειας του Α, δηλ. η 20η Φεβρουαρίου 2008, η 20η Μαρτίου 2008, καθώς επίσης και η 15η Απριλίου 2008, κατά την οποία επήλθε το αποτέλεσμα (ο θάνατος του θείου), δεν έχουν καμιά σημασία στα πλαίσια ενός στιγμιαίου εγκλήματος. Το συγκεκριμένο λοιπόν έγκλημα θεωρείται ότι τελέσθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2008.
Σελ. 3
ΘΕΜΑ 2ο
Ο Α έπεισε τον Β στις 15 Ιουλίου 2007 στο Αίγιο να διαπράξει μια κλοπή σε ένα κοσμηματοπωλείο της Αθήνας. Ως καταλληλότερη ημερομηνία για τη διάρρηξη υποδείχθηκε από τον Α η 15η Αυγούστου 2007. Για να μπορέσει όμως να φέρει εις πέρας την αποστολή του ο Β θα χρειαζόταν κάποια εργαλεία, τα οποία προμηθεύτηκε από τον φίλο του Γ στις 14 Αυγούστου 2007 στην Κόρινθο. Το βράδι της 15ης Αυγούστου 2007 ο Β διέρρηξε τελικά το κοσμηματοπωλείο με τη βοήθεια του Δ, ενός δηλ. γνωστού του από το Χαϊδάρι. Μόνο που δεν μπόρεσε να χαρεί και να διαθέσει, όπως θα ήθελε, τη σχετική λεία, διότι την μεθεπομένη συνελήφθη από την Αστυνομία.
Ερωτάται:
Ποιος είναι ο τόπος και ποιος ο χρόνος τέλεσης της ανωτέρω κλοπής κατ’ άρ. 372 ΠΚ;
Ανάπτυξη:
Το έγκλημα της κλοπής είναι έγκλημα στιγμιαίο και επίσης έγκλημα αποτελέσματος (ουσιαστικό). Ξεκινώντας λοιπόν από την διαπίστωση αυτή καταλήγουμε στα εξής συμπεράσματα:
Τόπος τέλεσης του εγκλήματος, σύμφωνα με τα κριτήρια του άρ. 16 ΠΚ, είναι η Αθήνα, στην οποία ενήργησε την κλοπή ο Β, αλλά και κάθε άλλο μέρος, στο οποίο εκδηλώθηκε κάποια συμμετοχική δράση, όπως είναι το Αίγιο, όπου ο Α προκάλεσε την απόφαση στον Β να κάνει την κλοπή (ηθική αυτουργία), αλλά και η Κόρινθος, στην οποία ο Γ βοήθησε τον Β πριν από την πράξη του (απλή συνέργεια).
Ο χρόνος τέλεσης του εγκλήματος της κλοπής, με βάση το κριτήριο που απαιτεί το άρ. 17 ΠΚ (χρόνος, κατά τον οποίο ενήργησε ή όφειλε να ενερ-
Σελ. 4
γήσει ο δράστης), προσδιορίζεται διαφορετικά για καθένα από τους συμμέτοχους. Έτσι, χρόνος τέλεσης της ηθικής αυτουργίας του Α προς τον Β είναι η 15η Ιουλίου 2007, της απλής συνέργειας του Γ η 14η Αυγούστου 2007 και της απλής συνέργειας του Δ, αλλά και της φυσικής αυτουργίας του Β η 15η Αυγούστου 2007. Ωστόσο, όπως γίνεται δεκτό στην επιστημονική θεωρία και στη νομολογία, για λόγους ενιαίας αντιμετώπισης του εγκληματικού συμβάντος η κατά το άρ. 111 ΠΚ προθεσμία της παραγραφής για όλους τους πιο πάνω συμμέτοχους αρχίζει να τρέχει από τις 15 Αυγούστου 2007, ημέρα κατά την οποία τελέσθηκε η πράξη του φυσικού αυτουργού.
Σελ. 5
ΘΕΜΑ 3ο
O κτηνοτρόφος Κ, που έχει κτηματικές διαφορές με τον συγχωριανό του Χ, αποφάσισε να τον σκοτώσει. Πήγε λοιπόν στο σπίτι του στα Φάρσαλα στις 11 Ιανουαρίου 2000, πήρε την καραμπίνα του και κατευθύνθηκε στην Καρδίτσα, όπου ήσαν τα βοσκοτόπια του Χ. Αφού τον αναζήτησε καμιά δυο μέρες και δεν τον βρήκε, τελικά έμαθε από τους γείτονες ότι ο Χ είχε πάει για δουλειές του στα Τρίκαλα και θα έμενε εκεί στην κόρη του μέχρι την Κυριακή το μεσημέρι 15 Ιανουαρίου 2000. Μπήκε λοιπόν στο αυτοκίνητό του ο Κ την Κυριακή το μεσημέρι 15 Ιανουαρίου 2000 και αναζήτησε τον Χ στο σπίτι της κόρης του, το οποίο είχε επισκεφθεί παλιότερα, όταν είχε ακόμη φιλίες με τον Χ. Τον συνάντησε την ώρα που ετοιμαζόταν να επιστρέψει στην Καρδίτσα και τον πυροβόλησε. Αστόχησε όμως. Τότε ο Χ βλέποντας τον κίνδυνο και φοβούμενος να γυρίσει στην Καρδίτσα προτίμησε να κατευθυνθεί προς τη Λάρισα, όπου υπηρετεί ως Αστυφύλακας ο αδελφός του. Ο Κ τον κατεδίωξε και λίγο έξω από τη Λάρισα τον πυροβόλησε πάλι μέσα από το αυτοκίνητό του. Αυτή τη φορά βρήκε τον στόχο. Αμέσως μετά την πράξη του ο Κ ανέπτυξε ταχύτητα και εξαφανίσθηκε. Ο Χ βαρειά τραυματισμένος μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και πέθανε στις 30 Ιανουαρίου 2000.
Ερωτάται:
Ποιος είναι ο τόπος και ποιος ο χρόνος τέλεσης της εκ προθέσεως ανθρωποκτονίας κατ’ άρ. 299 ΠΚ εναντίον του Χ;
Ανάπτυξη:
Για να μπορέσει κάποιος να αξιολογήσει ορθά ένα εγκληματικό περιστατικό πρέπει πρώτα απ’ όλα να διευκρινίσει τον χαρακτήρα του σχετικού εγκλήματος. Στην προκειμένη περίπτωση διαπράχθηκε μια ανθρωποκτονία, η οποία χαρακτηρίζεται ως έγκλημα στιγμιαίο, αλλά και ως έγκλημα αποτελέσματος (ουσιαστικό).
Σελ. 6
Επομένως ξεκινώντας από αυτή τη διαπίστωση και σύμφωνα πάντα με τα κριτήρια, που μας δίνει άρ. 16 ΠΚ, πρέπει να πούμε εδώ ότι τόπος τέλεσης της σχετικής ανθρωποκτονίας είναι αφ’ ενός μεν τα Τρίκαλα και η Λάρισα, όπου επιχείρησε ο Κ τις πράξεις εκείνες, που συνιστούν αρχή εκτέλεσης του εγκλήματος (πυροβόλησε τον Χ), αφ’ ετέρου δε η Θεσσαλονίκη, στην οποία επήλθε το αποτέλεσμα του θανάτου του Χ. Η Καρδίτσα δεν είναι τόπος τέλεσης, διότι σε ουδεμία ενέργεια εναντίον του Χ προέβη ο δράστης εκεί. Το ίδιο ισχύει και για τα Φάρσαλα, όπου προμηθεύθηκε το όπλο ο Κ. Οι προπαρασκευαστικές πράξεις του εγκλήματος αποτελούν ατιμώρητη, κατά κανόνα, συμπεριφορά και επομένως δεν έχει σημασία ο τόπος, στον οποίο λαμβάνουν χώρα αυτές.
Για τον χρόνο τέλεσης της πράξης το κριτήριο, που θέτει το άρ. 17 ΠΚ (χρόνος εκδήλωσης της εγκληματικής συμπεριφοράς), μας υποχρεώνει να προσδιορίσουμε χρονικά την τέλεση της εν λόγω ανθρωποκτονίας στις 15 Ιανουαρίου 2000, ημέρα δηλ. κατά την οποία ενήργησε (πυροβόλησε) ο Κ εναντίον του Χ, χωρίς να έχει σημασία η 30η Ιανουαρίου 2000, δηλ. η ημέρα, κατά την οποία επήλθε ο θάνατος του θύματος.
Σελ. 7
ΘΕΜΑ 4ο
Ο επιχειρηματίας Ν διατηρώντας εταιρία τυποποίησης αλεύρων στον Πειραιά έθεσε στα τυποποιημένα πακέτα αλεύρι, το οποίο δεν ανταποκρινόταν στην αναγραφόμενη επί της ετικέτας ποιότητα. Έγραφε δηλ. στα πακέτα ότι διατηρώντας εταιρία τυποποίησης αλεύρων στον Πειραιά έθεσε στα τυποποιημένα πακέτα αλεύρι, το οποίο δεν ανταποκρινόταν στην αναγραφόμενη επί της ετικέτας ποιότητα. Έγραφε δηλ. στα πακέτα ότι το πωλούμενο αλεύρι ήταν αλεύρι βιολογικής καλλιέργειας, ενώ αυτό ήταν ένα κοινό αλεύρι. Παρέβη έτσι ο εν λόγω επιχειρηματίας την σχετική διάταξη του Αγορανομικού Κώδικα (άρ. 30, 33 ΝΔ 136/1946), η οποία τιμωρεί ποινικά την πράξη αυτή ως νοθεία προϊόντος. Τα προϊόντα του Ν, που διατέθηκαν σε συγκεκριμένα καταστήματα της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, της Λάρισας και της Πάτρας, παρήχθησαν σε τρεις χρονικές περιόδους πριν από την ανακάλυψη της πράξης. Η πρώτη παρήχθη στις 15 Σεπτεμβρίου 2005, η δεύτερη στις 5 Σεπτεμβρίου 2006 και η τελευταία στις 20 Οκτωβρίου 2007.
Ερωτάται:
Ποιος είναι ο τόπος και ποιος ο χρόνος τέλεσης: α) Της σχετικής αγορανομικής παράβασης του Ν; β) Της απάτης (άρ. 386 ΠΚ), που διέπραξε ο Ν σε βάρος των εμπόρων και των καταναλωτών των προϊόντων του;
Ανάπτυξη:
α) Τόπος και χρόνος τέλεσης της αγορανομικής παράβασης:
Η αγορανομική παράβαση, που διάπραξε ο Ν είναι έγκλημα στιγμιαίο, αλλά και απλής συμπεριφοράς (τυπικό), συνεπώς δεν έχει αποτέλεσμα για να ερευνηθεί ο τόπος της επέλευσής του. Επίσης στη συγκεκριμένη εμφάνισή του το έγκλημα αυτό έλαβε τη μορφή ενός κατ’ εξακολούθηση εγκλήματος
Σελ. 8
(άρ. 98 ΠΚ), αφού έχουμε επανάληψη της ίδιας εγκληματικής συμπεριφοράς με ενιαίο δόλο του δράστη.
Επομένως, σύμφωνα με όσα μας λέει το άρ. 16 ΠΚ, τόπος τέλεσης της εν λόγω αγορανομικής παράβασης είναι μόνον ο τόπος, στον οποίο ο δράστης προέβη στην ενέργεια της παραπλανητικής τυποποίησης του προϊόντος του, δηλ. ο Πειραιάς, και δεν έχει από την άποψη αυτή καμιά σημασία το γεγονός ότι το συγκεκριμένο προϊόν του διατέθηκε και σε άλλες πόλεις. Η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Λάρισα και η Πάτρα δεν είναι τόποι τέλεσης του εγκλήματος.
Εξ άλλου σε ό,τι αφορά στον χρόνο τέλεσης του εν λόγω εγκλήματος το άρ. 17 ΠΚ μας υποδεικνύει να λάβουμε υπ’ όψη τον χρόνο της ενέργειας του δράστη, η οποία στην προκειμένη περίπτωση εκδηλώνεται σε τρεις διαφορετικές χρονικές περιόδους. Επειδή όμως το έγκλημα γίνεται κατ’ εξακολούθηση και επειδή στο κατ’ εξακολούθηση έγκλημα του άρ. 98 ΠΚ οι μερικότερες πράξεις έχουν χρονική αυτοτέλεια εν όψει του θεσμού της παραγραφής (άρ. 111 ΠΚ), πρέπει να γίνει δεκτό ότι χρόνος τέλεσης των σχετικών κατ’ εξακολούθηση πράξεων νοθείας είναι αντίστοιχα η 15η Σεπτεμβρίου 2005 (για την πρώτη παρτίδα), η 5η Σεπτεμβρίου 2006 (για την δεύτερη) και η 20η Οκτωβρίου 2007 (για την τελευταία).
β) Τόπος και χρόνος τέλεσης της απάτης:
Η απάτη κατ’ άρ. 386 ΠΚ είναι έγκλημα στιγμιαίο, αλλά και αποτελέσματος (ουσιαστικό), ενώ έχει στη συγκεκριμένη περίπτωση και τον χαρακτήρα ενός κατ’ εξακολούθηση εγκλήματος (άρ. 98 ΠΚ), αφού συγκεντρώνει τα γνωρίσματα που αναφέραμε πιο πάνω (ενότητα εγκληματικής συμπεριφοράς και δόλου).
Ως προς τον τόπο τέλεσης του εγκλήματος έχουμε εδώ μια αξιοσημείωτη διαφοροποίηση σε σχέση με το προηγούμενο έγκλημα της νοθείας προϊόντος. Επειδή η απάτη είναι έγκλημα αποτελέσματος (ουσιαστικό), τότε, σύμφωνα με το άρ. 16 ΠΚ, τόπος τελέσεως είναι τόσον ο τόπος της εγκληματικής συμπεριφοράς του δράστη, όσο και ο τόπος επέλευσης του αποτελέσματος. Στην προκειμένη περίπτωση τόπος τέλεσης της απάτης είναι αντίστοιχα η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Λάρισα και η Πάτρα, όπου ο δράστης προέβη στην πράξη της εξαπάτησης, παρέστησε δηλ. ψευδώς στους εμπόρους των πόλεων αυτών ότι τα παραδιδόμενα σ’ αυτούς προς πώληση πακέτα αλεύρων περιείχαν βιολογικό αλεύρι, ενώ αυτά είχαν μέσα κοινό αλεύρι. Ο τόπος αυτός συμπίπτει με τον τόπο επέλευσης του αποτελέσματος, δηλ. της ζημίας των
Σελ. 9
εμπόρων ή των καταναλωτών. Ο Πειραιάς, δεν θεωρείται τόπος τέλεσης του εγκλήματος στo πλαίσιo της απάτης, διότι η παρασκευή και τυποποίηση των αλεύρων, που έγιναν σε αυτόν, δεν συνιστούν αρχή εκτέλεσης της απάτης, αλλά απλή προπαρασκευαστική πράξη, η οποία, κατά κανόνα, είναι ατιμώρητη. Η απάτη αρχίζει να τελείται από την χρονική στιγμή, κατά την οποία ο δράστης προβαίνει στην πράξη εξαπάτησης του θύματος, στην προκειμένη δηλ. περίπτωση των εμπόρων και των καταναλωτών.
Για τον χρόνο τέλεσης ισχύουν και εδώ όσα αναφέρουμε πιο πάνω κατά την ανάπτυξη της απάντησης επί του α) ερωτήματος.
Σελ. 10
ΘΕΜΑ 5ο
Στη θαλάσσια περιοχή της Πάρου παθαίνει βλάβη στις 20 Αυγούστου του 2000 ένα ελληνικό υποβρύχιο, το οποίο έχει καταδυθεί σε βάθος 100 περίπου μέτρων και μέσα στο οποίο είναι εγκλωβισμένοι 50 ναυτικοί, που έχουν επάρκεια οξυγόνου για 4-5 ακόμη ημέρες. Το ατύχημα το πληροφορείται στις 21 Αυγούστου 2000 ο ευρισκόμενος στον Πειραιά κάτοχος του μοναδικού για την περίπτωση καταδυτικού-σωστικού σκάφους, Σ, ο οποίος χρειάζεται μια μέρα για να φτάσει με το σκάφος του στο σημείο του ατυχήματος και μολονότι παρακλήθηκε να βοηθήσει σχετικά στη διάσωση των εγκλωβισμένων αρνείται εν τούτοις με χίλιες δυό προφάσεις. Προ του κινδύνου να χαθούν άδικα τόσες ψυχές η Ελληνική Κυβέρνηση ναυλώνει από τις ΗΠΑ ένα όμοιο σωστικό σκάφος, που μεταφέρεται με οχηματαγωγό αεροσκάφος στην Πάρο και από εκεί στον τόπο του ναυαγίου, όπου κυριολεκτικά στο παρά πέντε σώζονται στις 25 Αυγούστου οι σχεδόν ημιθανείς ναυαγοί του υποβρυχίου.
Ερωτάται:
Ποιος είναι ο χρόνος τέλεσης του εγκλήματος της κατ’ άρ. 288 παρ. 2 ΠΚ παράλειψης οφειλόμενης βοήθειας στην προκειμένη περίπτωση;
Ανάπτυξη:
Το έγκλημα της παράλειψης οφειλόμενης βοήθειας, που προβλέπεται στο άρ. 288 παρ. 2 ΠΚ, είναι έγκλημα γνήσιας παράλειψης, αφού ο νόμος τιμωρεί σε αυτό ρητά την αδράνεια του δράστη, ο οποίος δεν προσφέρει την βοήθεια, που του ζητήθηκε αν και μπορούσε να την προσφέρει χωρίς να κινδυνεύει ουσιωδώς ο ίδιος. Επειδή δε δεν ενδιαφέρει το αποτέλεσμα, που είχε για το θύμα η αδράνεια εκείνου που παρέλειψε να βοηθήσει, το έγκλη-
Σελ. 11
μα αυτό είναι επί πλέον και έγκλημα απλής συμπεριφοράς (τυπικό), αλλά και έγκλημα στιγμιαίο.
Επομένως χρόνος τέλεσης του εν λόγω εγκλήματος είναι το χρονικό διάστημα, το οποίο αρχίζει από τότε, που ο Σ αρνήθηκε να προσφέρει την βοήθεια στους κινδυνεύοντες ναυτικούς του υποβρυχίου που του ζητήθηκε, δηλ. από την 21η Αυγούστου και τελειώνει στις 25 Αυγούστου, όταν πια δεν είναι δυνατή η παροχή βοήθειας από τον δράστη στους εν λόγω ναυτικούς, διότι αυτοί διασώθηκαν τελικά από το καταδυτικό-σωστικό σκάφος, που προσέτρεξε σε βοήθειά τους. Η ίδια λύση θα έπρεπε να δοθεί και στην περίπτωση, κατά την οποία πέθαιναν από ασφυξία οι ναυτικοί του υποβρυχίου λίγο πριν προλάβουν να τους σώσουν οι άνδρες του σωστικού συνεργείου. Και σε αυτή την περίπτωση ο χρόνος τέλεσης θα ολοκληρωνόταν την 25η Αυγούστου, όταν δεν θα είχε πλέον την δυνατότητα ο δράστης να εκπληρώσει την υποχρέωση, που του επιβάλλει ο νόμος.
Σελ. 12
ΘΕΜΑ 6ο
Ο Λ, υπάλληλος ενός πρατηρίου υγρών καυσίμων στην Αθήνα, εργαζόμενος ως οδηγός του βυτιοφόρου της επιχείρησης, εν όψει του επερχόμενου χειμώνα και σε συνδυασμό με τις απαγορευτικές για το πορτοφόλι του τιμές του πετρελαίου θέρμανσης αποφασίζει να βολέψει τις ανάγκες της οικιακής του οικονομίας ανέξοδα με τον εξής τρόπο: Από κάθε βυτίο, που θα μεταφέρει, θα αφαιρεί μια μικρή ποσότητα 20 περίπου λίτρων, η οποία δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή μπροστά στον όγκο των τόνων, που καθημερινά διακινούνται. Προμηθεύεται λοιπόν ένα πλαστικό κάνιστρο και θέτει σε εφαρμογή το σχέδιό του. Έτσι από το βυτίο, που μεταφέρει στα Μέγαρα στις 20 Οκτωβρίου 2000 αφαιρεί 20 λίτρα. Το ίδιο κάνει και από το βυτίο, που μεταφέρει στις 30 Οκτωβρίου 2000 στη Θήβα και από το βυτίο, που μεταφέρει στις 15 Νοεμβρίου στην Κόρινθο κλπ. «20 λίτρα επί τόσες φορές, μας κάνει το πετρέλαιο της χρονιάς και κάτι παραπάνω», σκέφτεται χαρούμενα ο Λ.
Ερωτάται:
Ποιος είναι ο τόπος και ποιος ο χρόνος της κατ’ άρ. 375 ΠΚ υπεξαίρεσης, αλλά και της κατ’ άρ. 386 ΠΚ απάτης, που διέπραξε ο Λ;
Ανάπτυξη:
Κατ’ αρχάς πρέπει να παρατηρήσουμε εδώ ότι τόσο το έκλημα της υπεξαίρεσης, που προβλέπεται στο άρ. 375 ΠΚ, όσο και το έγκλημα της απάτης, που τιμωρείται στο άρ. 386 ΠΚ είναι τυποποιημένα στο νόμο ως εγκλήματα στιγμιαία, αλλά και ως εγκλήματα αποτελέσματος (ουσιαστικά). Επίσης στη συγκεκριμένη εμφάνισή τους τα εγκλήματα αυτά έλαβαν τη μορφή κατ’ εξακολούθηση εγκλημάτων (άρ. 98 ΠΚ), αφού έχουμε επανάληψη της ίδιας εγκληματικής συμπεριφοράς με ενιαίο δόλο του δράστη.
Σελ. 13
Με βάση αυτή την διαπίστωση τόπος τέλεσης των εγκλημάτων της υπεξαίρεσης και της απάτης, σύμφωνα με τα κριτήρια που θέτει το άρ. 16 ΠΚ, είναι αφ’ ενός μεν ο τόπος, στον οποίο ενήργησε ο δράστης, αφ’ ετέρου δε ο τόπος, στον οποίο επήλθε το αποτέλεσμα κάθε μερικότερης πράξης. Επειδή λοιπόν εδώ τόπος ενέργειας και τόπος επέλευσης του αποτελέσματος συμπίπτουν στο ίδιο μέρος, θα πρέπει τελικά να πούμε ότι τόπος τέλεσης των ανωτέρω κατ’ εξακολούθηση εγκλημάτων της υπεξαίρεσης των καυσίμων και της απάτης είναι τόσο τα Μέγαρα, όσο και η Θήβα, αλλά και η Κόρινθος, οι πόλεις δηλ. στις οποίες ο Λ έπαιρνε κάθε φορά από 20 λίτρα πετρέλαιο πριν από την παράδοση του φορτίου, παράλληλα όμως εξαπατούσε τους καταναλωτές, οι οποίοι πλήρωναν και τα 20 αυτά λίτρα, τα οποία τους χρέωνε, αλλά δεν τους παρέδιδε τελικά ο Λ. Δεν είναι όμως τόπος τέλεσης η Αθήνα, διότι εκεί ουδεμία πράξη τυποποιημένη στην αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος έλαβε χώρα ούτε βέβαια επήλθε το αποτέλεσμα της πράξης.
Σε ό,τι εξ άλλου αφορά στον χρόνο τέλεσης των εν λόγω εγκλημάτων της υπεξαίρεσης και της απάτης, πρέπει να γίνουν κάποιες διαφοροποιήσεις, που είναι επιβεβλημένες από το μοναδικό κριτήριο, που θέτει το άρ. 17 ΠΚ (χρόνος της εγκληματικής συμπεριφοράς του δράστη), αλλά και ο χαρακτήρας των σχετικών εγκλημάτων ως κατ’ εξακολούθηση εγκλημάτων. Επειδή λοιπόν στα εγκλήματα αυτά οι μερικότερες πράξεις έχουν χρονική αυτοτέλεια εν όψει εφαρμογής του θεσμού της παραγραφής κατ’ άρ. 111 ΠΚ, πρέπει να γίνει δεκτό ότι για το τμήμα της εγκληματικής συμπεριφοράς, που υλοποιήθηκε στα Μέγαρα, χρόνος τέλεσης είναι η 20η Οκτωβρίου 2000, για το αντίστοιχο τμήμα, που έλαβε χώρα στη Θήβα, η 30η Οκτωβρίου 2000, ενώ για τις πράξεις που εκδηλώθηκαν στην Κόρινθο η 15η Νοεμβρίου 2000.
Σελ. 14
ΘΕΜΑ 7ο
Ο Γ στέλνει αεροπορικώς από την Αθήνα ένα δέμα στην Αλεξανδρούπολη με τελικό παραλήπτη τον Β, κάτοικο Ορεστιάδος. Το δέμα αυτό, που έχει μέσα ένα αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό, με τον οποίο επιδιώκει ο Γ να σκοτώσει τον Β, το παραλαμβάνει ο Δ, υπάλληλος του Β, για να το μεταφέρει οδικώς στην Ορεστιάδα. Κατά τη μεταφορά του δέματος αυτού σε κάποιο σημείο της διαδρομής, κάπου κοντά στο Σουφλί, λόγω των κραδασμών του αυτοκινήτου από τις λακούβες του επισκευαζόμενου δρόμου προκαλείται έκρηξη του αυτοσχέδιου μηχανισμού με συνέπεια τον θανατηφόρο τραυματισμό του Δ από αυτήν.
Ερωτάται:
Ποιος είναι ο τόπος τέλεσης της απόπειρας ανθρωποκτονίας (άρ. 299 σε συνδ. με άρ. 42 παρ. 1 ΠΚ) κατά του Β και της ανθρωποκτονίας (άρ. 299 ΠΚ) κατά του Δ;
Ανάπτυξη:
Η ανθρωποκτονία του Δ, που διαπράχθηκε στο πλαίσιο του «αστοχήματος βολής» του δράστη, είτε δεχθεί κάποιος ότι έγινε με ενδεχόμενο δόλο είτε από ενσυνείδητη αμέλεια, είναι πάντως ένα έγκλημα στιγμιαίο και αποτελέσματος (ουσιαστικό). Επομένως, σύμφωνα με όσα μας λέει το άρ. 16 ΠΚ, τόπος τέλεσης της ανθρωποκτονίας αυτής είναι και η Αθήνα, όπου ενήργησε ο δράστης (παρέδωσε δηλ. για τη μεταφορά το δέμα), αλλά και η Αλεξανδρούπολη, στην οποία παραλήφθηκε το δέμα και βέβαια επίσης και το Σουφλί, όπου επήλθε το αποτέλεσμα (θάνατος του Δ).
Για την απόπειρα της εκ προθέσεως ανθρωποκτονίας ισχύουν ομοίως οι ίδιοι ως άνω τόποι τέλεσης του εγκλήματος, μόνο που θα πρέπει να προσθέσουμε σε αυτούς και την Ορεστιάδα, στην οποία επρόκειτο κατά την πρόθεση του
Σελ. 15
δράστη να επέλθει το αποτέλεσμα, δηλ. ο θάνατος του Β, και η οποία θεωρείται επίσης τόπος τέλεσης του εγκλήματος από το άρ. 16 ΠΚ.
Σελ. 16
ΘΕΜΑ 8ο
Ο εργολάβος οικοδομών Ε κατασκεύασε ελαττωματικά δύο οικοδομές στην Αθήνα, μία το 1993 και μία το 1997, οι οποίες κατέρρευσαν κατά τον σεισμό του Σεπτεμβρίου 1999 προκαλώντας τον θάνατο σε ορισμένους ενοίκους, που ευρίσκοντο μέσα στα σπίτια τους την ώρα του σεισμού.
Ερωτάται:
Ποιος είναι ο χρόνος τέλεσης των σχετικά διαπραχθέντων εγκλημάτων της ανθρωποκτονίας από αμέλεια (άρ. 302 ΠΚ) και της παραβίασης των κανόνων της οικοδομικής (άρ. 286 ΠΚ) ;
Ανάπτυξη:
Τόσο η ανθρωποκτονία από αμέλεια κατ’ άρ. 302 ΠΚ όσο και η παραβίαση των κανόνων της οικοδομικής κατ’ άρ. 286 ΠΚ είναι εγκλήματα στιγμιαία, αλλά και εγκλήματα αποτελέσματος (ουσιαστικά).
Σύμφωνα με το άρ. 17 ΠΚ χρόνος τέλεσης του εγκλήματος είναι ο χρόνος, κατά τον οποίο ενήργησε ή ώφειλε να ενεργήσει ο δράστης, χωρίς να μας ενδιαφέρει ο χρόνος, κατά τον οποίο επήλθε το αποτέλεσμα, εκτός βέβαια εάν ορίζεται άλλως στο νόμο. Συνεπώς με βάση το κριτήριο, που θέτει εδώ ο νόμος, πρέπει να γίνει δεκτό ότι χρόνος τέλεσης και των δύο πιο πάνω εγκλημάτων, δηλ. και της ανθρωποκτονίας από αμέλεια (άρ. 302 ΠΚ), αλλά και της παραβίασης των κανόνων της οικοδομικής (άρ. 286 ΠΚ), είναι ο χρόνος, κατά τον οποίο ενήργησε ο δράστης, δηλ. στην προκειμένη περίπτωση ο χρόνος, κατά τον οποίο έχτισε τις δύο οικοδομές. Επομένως για την πρώτη οικοδομή χρόνος τέλεσης των εν λόγω εγκλημάτων είναι το 1993, ενώ για την δεύτερη το 1997, ουδεμία δε σημασία έχει ο χρόνος, κατά τον οποίο κατέρρευσαν οι δυο οικοδομές (1999).
Σελ. 17
Απλά το άρ. 286 παρ. 2 ΠΚ ορίζει διαφορετική ημερομηνία έναρξης της παραγραφής, η οποία όμως ισχύει μόνο για το συγκεκριμένο έγκλημα του άρ. 286 ΠΚ - άρα όχι για την ανθρωποκτονία από αμέλεια - και μόνο για τις οικοδομές, που χτίσθηκαν μετά το 1995, χρονολογία δηλ. κατά την οποία τροποποιήθηκε το άρ. 286 ΠΚ και προστέθηκε η παρ. 2 σε αυτό. Και τουτο, διότι η επιμήκυνση του χρόνου της παραγραφής συνιστά αυστηρότερο ποινικό νόμο, που δεν μπορεί ποτέ να έχει αναδρομική εφαρμογή σε βάρος του κατηγορούμενου, αφού μια τέτοια αναδρομική εφαρμογή την απαγορεύει αυστηρά η αρχή «κανένα έγκλημα, καμιά ποινή χωρίς νόμο» (άρ. 7 παρ. 1 Συν και 1 ΠΚ).
Σελ. 18
ΘΕΜΑ 9ο
Ο οδηγός Α καθ’ οδόν προς την Κόρινθο αντιλαμβάνεται στις 10 Μαρτίου 2004 στο ύψος της «Κακιάς Σκάλας» στα Μέγαρα τον Τ να έχει πέσει με το αυτοκίνητό του σε μια χαράδρα και να καλεί με τα βογγητά του σε βοήθεια. Επειδή όμως το αυτοκίνητο του Α είναι καινούργιο και ο ιδιοκτήτης του δεν θέλει να λερώσει τις ταπετσαρίες με αίματα και λάσπες από τον βροχερό καιρό, αναπτύσσει τελικά ταχύτητα και εξαφανίζεται αφήνοντας τον ανήμπορο Τ να παλεύει μόνος του και άνισα με το Χάρο. Ο Τ ανακαλύπτεται λίγα λεπτά αργότερα από τον «Καλό Σαμαρείτη», Κ, ο οποίος μεταφέρει τον βαρειά τραυματισμένο Τ στην Κόρινθο, όπου όμως πεθαίνει τελικά στις 12 Μαρτίου 2004.
Ερωτάται:
α) Ποιος είναι ο τόπος και ο χρόνος τέλεσης της σχετικής παράλειψης λύτρωσης από κίνδυνο ζωής (άρ. 307 ΠΚ), που διέπεραξε ο Α;
β) Διαφοροποιείται η απάντηση στο α΄ ερώτημα, αν υποτεθεί ότι ο Τ σώθηκε τελικά στην Κόρινθο;
Ανάπτυξη:
Σε σχέση με το α) ερώτημα πρέπει να λεχθούν τα ακόλουθα:
Το έγκλημα της παράλειψης λύτρωσης από κίνδυνο ζωής στο άρ. 307 ΠΚ, είναι έγκλημα γνήσιας παράλειψης, αφού ο νόμος τιμωρεί σε αυτό ρητά την αδιαφορία του δράστη μπροστά στον συγκεκριμένο, δηλ. στον ορατό κίνδυνο της απώλειας μιας ανθρώπινης ζωής, μολονότι δεν διατρέχει κανένα απολύτως κίνδυνο η δική του ζωή ή υγεία. Το έγκλημα αυτό, όπως φαίνεται καθαρά από τη διατύπωση του νόμου, είναι ακόμη έγκλημα απλής συμπεριφοράς (τυπικό), αφού δεν ενδιαφέρει τον νομοθέτη το αποτέλεσμα της αδράνειας του δράστη, αλλά και έγκλημα στιγμιαίο.
Σελ. 19
Επομένως, σύμφωνα με το άρ. 16 ΠΚ, τόπος τέλεσης του εν λόγω εγκλήματος είναι μόνο τα Μέγαρα, όπου παρέλειψε ο Α να σώσει τον Τ από τον κίνδυνο της ζωής του. Η Κόρινθος, όπου πέθανε ο Τ, δεν είναι τόπος τέλεσης, διότι η το έγκλημα του άρ. 307 ΠΚ δεν έχει τυποποιήσει το αποτέλεσμα της παράλειψης, ώστε νε ληφθεί υπ’ όψη ως τόπος τέλεσης και ο τόπος επέλευσης του αποτελέσματος αυτού.
Αντίστοιχα, σύμφωνα με το άρ. 17 ΠΚ, χρόνος τέλεσης της σχετικής παράλειψης του Α είναι μόνον ο χρόνος, κατά τον οποίο αυτός εξεδήλωσε την εγκληματική του συμπεριφορά, δηλ. παρέλειψε να σώσει τον Τ και δεν μας ενδιαφέρει ο χρόνος, κατά τον οποίο επήλθε το αποτέλεσμα. Επομένως χρόνος τέλεσης της παράλειψης λύτρωσης του Τ από τον Α είναι η 10η Μαρτίου 2004.
Σε σχέση με το β) ερώτημα πρέπει να σημειωθούν τα εξής:
Ο χαρακτήρας του εν λόγω εγκλήματος, που επισημάνθηκε πιο πάνω [έγκλημα απλής συμπεριφοράς-(τυπικό)], δεν επιτρέπει καμιά διαφοροποίηση της απάντησης στην παραλλαγή αυτή του πρακτικού. Εφ’ όσον το έγκλημα της παράλειψης λύτρωσης ζωής είναι έγκλημα απλής συμπεριφοράς (τυπικό), δεν έχει καμιά σημασία, αν και σε ποιο μέρος επήλθε το αποτέλεσμα της πράξης, αφού το αποτέλεσμα αυτό δεν ενδιαφέρει το νομοθέτη, ο οποίος γι’ αυτό και δεν το τυποποίησε στο νόμο. Επομένως στο πλαίσιο της παράλειψης λύτρωσης από κίνδυνο ζωής κατ’ άρ. 307 ΠΚ τόπος τέλεσης της πράξης είναι μόνον ο τόπος, όπου ο δράστης παρέλειψε να προβεί στην οφειλόμενη ενέργεια, άσχετα αν το θύμα, που παρέλειψε να το γλιτώσει ο δράστης, πέθανε ή σώθηκε.
Επομένως με βάση αυτές τις σκέψεις και σε αυτή την παραλλαγή του πρακτικού τόπος τέλεσης της παράλειψης του Α είναι και πάλι τα Μέγαρα.
Σελ. 20
ΘΕΜΑ 10ο
Ο ιδιωτικός υπάλληλος Γ ειδοποιεί την Αστυνομία ότι στο σπίτι του έχει μπει κάποιος διαρρήκτης. Στην πραγματικότητα όμως μέσα στο σπίτι του Γ βρίσκεται η πρώην ερωμένη του, Ε, την οποία ο Γ, καθώς επέστρεφε από το γραφείο του, την είδε ξαφνικά να μπαίνει στο διαμέρισμά του κρατώντας στα χέρια της ένα πλαστικό φιαλίδιο. Ο Γ, επειδή προειδοποιήθηκε σχετικά από την Ε ότι θα του ρίξει βιτριόλι, όπου τον συναντήσει, γνωρίζει πολύ καλά ή πάντως υποψιάζεται βάσιμα, τι περιέχει το φιαλίδιο. Για να είναι όμως σίγουρος ότι θα έλθει η Αστυνομία να συλλάβει την Ε, λέει ψέματα ότι στο σπίτι του μπήκε διαρρήκτης, ενώ ξέρει ότι έχει μπει η πρώην ερωμένη του έτοιμη να πραγματοποιήσει την απειλή της. Καταφθάνει λοιπόν μετά από λίγο το περιπολικό της Άμεσης Δράσης, από το οποίο κατεβαίνει ο Αστυφύλακας Α, που κατευθύνεται υπό την συνοδεία του Γ προς το διαμέρισμα του τελευταίου. Την ώρα που ο Γ ανοίγει την πόρτα για να εισέλθει στο σπίτι του ο οπλισμένος με το περίστροφο Α, η κρυμμένη σε μια γωνιά Ε νομίζοντας ότι αυτός που μπαίνει είναι ο Γ ξαφνιάζει τον Α εκσφενδονίζοντας εναντίον του το φιαλίδιο με το βιτριόλι. Έτσι ο Α απέκτησε αναγκαστικά ένα κοινό στοιχείο με κάποιους πειρατές (το ένα μάτι) και άλλο ένα κοινό στοιχείο με τη Σελήνη (τους αναρίθμητους κρατήρες στο πρόσωπό του).
Ερωτάται:
Ποιος ευθύνεται για την βαρειά σωματική βλάβη, που προκλήθηκε στον Α;
Ανάπτυξη:
Ευθύνη για τον βαρύ τραυματισμό του Α έχει κατ’ αρχάς η Ε, η οποία ρίχνει εναντίον του το βιτριόλι διαπράττοντας έτσι με την μυική της ενέργειά το έγκλημα του άρ. 310 παρ. 2 εδ. β΄ ΠΚ.