ΠΡΟΣΤΑΣIΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚOΤΗΤΑΣ ΚΑΙ GDPR

Αστικές και δικονομικές προκλήσεις

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 7.7€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 18,70 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 21131
Πηλαβάκη Δ.
Μανιώτης Δ.
  • Έκδοση: 2025
  • Σχήμα: 14x21
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 120
  • ISBN: 978-618-08-0567-3

Με τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 679/2016 (ΓΚΠΔ), η προστασία του δικαιώματος στην προσωπικότητα κατοχυρώνεται αυτοτελώς μέσα από τη διάταξη του άρθρου 82. Με το παρόν πόνημα «Προστασία προσωπικότητας και GDPR» διερευνάται αν ο ΓΚΠΔ τροποποιεί ή συμπληρώνει το καθεστώς αστικής προστασίας της προσωπικότητας του άρθρου 57 ΑΚ και συχρόνως απαντώνται τα ερωτήματα που σχετίζονται  με τη δικαστική προστασία του υποκειμένου των δεδομένων με βάση τον ΓΚΠΔ. Επίσης, μελετάται το είδος της ευθύνης του υπευθύνου ή εκτελούντος την επεξεργασία είτε με την εφαρμογή του άρθρου 82 ΓΚΠΔ είτε με την ισχύ των διατάξεων του άρθρου 79 ΓΚΠΔ. Παρατίθενται απαντήσεις σχετικά με ζητήματα όπως:

•  Πώς συνδέεται η αστική προστασία των προσωπικών δεδομένων του ΓΚΠΔ με την προστασία της προσωπικότητας του άρθρου 57 ΑΚ;

• Τι είναι η δικαστική προσφυγή που προβλέπεται στο άρθρο 79 ΓΚΠΔ;

•  Ποια είναι η δικονομική μεταχείριση της αρχής της λογοδοσίας που προβλέπεται στο άρθρο 5 ΓΚΠΔ και πώς σχετίζεται με το άρθρο 79 ΓΚΠΔ;

Είναι το πρώτο βιβλίο που ασχολείται με τη θεωρητική προσέγγιση της προστασίας της προσωπικότητας βάσει των διατάξεων του ΓΚΠΔ. Αποτελεί ταυτόχρονα ένα πολύτιμο βοήθημα για τη σύνταξη αγωγών με αντικείμενο την προσβολή της προσωπικότητας, υπό την ειδική εκδήλωση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 

Διάγραμμα έργου 1

Εισαγωγή

Η προστασία των προσωπικών δεδομένων
εν όψει του Γενικού Κανονισμού 679/2016 3

Κεφάλαιο Πρώτο

Προσωπικά δεδομένα και προστασία
της προσωπικότητας 5

1. Η αστική προστασία των προσωπικών δεδομένων βάσει
του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 679/2016 και η σύνδεσή του
με το δικαίωμα στην προσωπικότητα 5

1.1 Η έννοια της μη υλικής ζημίας και η σύνδεσή της
με το άρθρο 57 ΑΚ 6

Κεφάλαιο Δεύτερο

Προσβολή της προσωπικότητας 11

2. Το παράνομο της προσβολής της προσωπικότητας 11

2.1 Η σύνδεση της προσβολής του Ευρωπαϊκού Κανονισμού
679/2016 με τη γενική θεωρία του παρανόμου
του άρθρου 57 ΑΚ 17

 

Κεφάλαιο Τρίτο

Περιπτωσιολογία προσβολών της προσωπικότητας
σύμφωνα με τον ΓΚΠΔ 19

3. Περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων του ΓΚΠΔ 19

3.1 Μη τήρηση Αρχών Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα 19

3.2 Μη τήρηση νομιμότητας επεξεργασίας δεδομένων 24

3.3 Μη τήρηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου δεδομένων 25

Κεφάλαιο Τέταρτο

Αστική ευθύνη άρθρου 82 ΓΚΠΔ 31

4. Απόδειξη προσβολής 31

4.1 Αστική ευθύνη του άρθρου 82 ΓΚΠΔ 31

4.2 Σχέση του άρθρου 82 ΓΚΠΔ με την εφαρμογή
του άρθρου 57 παρ. 2 ΑΚ 34

Κεφάλαιο Πέμπτο

Άρση παρανόμου προσβολής της προσωπικότητας
και ΓΚΠΔ 36

5. Η συγκατάθεση ως λόγος άρσης του παράνομου χαρακτήρα προσβολής της προσωπικότητας 36

Κεφάλαιο Έκτο

Δικαστική προσφυγή άρθρου 79 ΓΚΠΔ 45

6. Οριοθέτηση δικαστικής προσφυγής άρθρου 79 ΓΚΠΔ 45

6.1 Ενεργητική νομιμοποίηση του άρθρου 79 ΓΚΠΔ 48

 

Κεφάλαιο Έβδομο

Αξιώσεις άρθρου 57 ΑΚ και άρθρο 79 ΓΚΠΔ 50

7. Αξιώσεις προστασίας από την προσβολή
της προσωπικότητας 50

7.1 Η προστασία της προσωπικότητας με την αξίωση άρσης
της προσβολής 50

7.2 Αξίωση για παράλειψη προσβολής της προσωπικότητας
στο μέλλον 52

7.3 Ο κίνδυνος προσβολής της προσωπικότητας ως θεμέλιο
αξίωσης και η σύνδεσή του με το άρθρο 79 ΓΚΠΔ 54

Κεφάλαιο Όγδοο

Βάρος απόδειξης και θεμελίωση ευθύνης
άρθρου 79 ΓΚΠΔ 59

8. Βάρος απόδειξης βάσει άρθρου 5 και 79 ΓΚΠΔ 59

8.1 Είδος ευθύνης 64

Κεφάλαιο Ένατο

Δικαστική προστασία άρθρου 79 ΓΚΠΔ 65

9. Δικονομική μεταχείριση της Αρχής της Λογοδοσίας
του ΓΚΠΔ 65

9.1 Δικαίωμα και αξίωση παροχής πληροφοριών βάσει
άρθρου 5 ΓΚΠΔ και 946 ΚΠολΔ 68

9.2 Δωσιδικία άρθρου 79 ΓΚΠΔ 78

9.3 Αρμοδιότητα άρθρου 79 ΓΚΠΔ 79

 

Κεφάλαιο Δέκατο

Εκπροσώπηση στην δικαστική προσφυγή 81

10. Εκπροσώπηση του υποκειμένου δεδομένων
στην δικαστική προσφυγή του άρθρου 79 ΓΚΠΔ 81

10.1 Η εκπροσώπηση του υποκειμένου δεδομένων
κατά τον ν. 4624/2019 85

Συμπεράσματα 87

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 89

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ 95

AΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 97

Σελ. 1

Διάγραμμα έργου

Η ανάπτυξη της παρούσας μονογραφίας γίνεται σε 8 διακριτά κεφάλαια.

Το πρώτο κεφάλαιο πραγματεύεται την αστική προστασία της προσωπικότητας αυτοτελώς μέσω του άρθρου 82 ΓΚΠΔ και την σύνδεσή της με το απόλυτο και πλαισιακό δικαίωμα της προσωπικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 57 ΑΚ στο οποίο και συμπεριλαμβάνεται η προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Mε το δεύτερο κεφάλαιο εισάγεται η έννοια της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας, υπό την προστατευόμενη εκδήλωση της, αυτή της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Ειδικότερα, παρατίθενται η θεωρητική και νομολογική προσέγγιση της ερμηνείας της προϋπόθεσης του παρανόμου του άρθρου 57 παρ. 1 ΑΚ. Επίσης, οριοθετείται η σύνδεση της προσβολής των διατάξεων του ΓΚΠΔ με την γενική θεωρία του παρανόμου του άρθρου 57 ΑΚ.

Το τρίτο κεφάλαιο περιγράφει ενδεικτικές περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων του ΓΚΠΔ οι οποίες και θα οδηγήσουν στην προσβολή του συνολικού δικαιώματος της προσωπικότητας στο οποίο και συμπεριλαμβάνεται η προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Η απόδειξη της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας και η αστική ευθύνη του άρθρου 82 ΓΚΠΔ αναλύεται με το τέταρτο κεφάλαιο, στο οποίο και παρατίθεται η σχέση του παραπάνω άρθρου με το άρθρο 57 ΑΚ.

Το πέμπτο κεφάλαιο θέτει το ζήτημα της άρσης του παρανόμου της προσβολής της προσωπικότητας βάσει ΓΚΠΔ και συγκεκριμενοποιεί τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι εφικτή.

Εν συνεχεία, το έκτο κεφάλαιο αναπτύσσει την δικαστική προσφυγή του άρθρου 79 ΓΚΠΔ μέσω της οποίας παρέχεται προστασία στο υποκείμενο δεδομένων σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμά-

Σελ. 2

των του, που απορρέουν από τον ΓΚΠΔ και παραβιάστηκαν ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του.

Στο έβδομο μέρος της μονογραφίας γίνεται εκτενή αναφορά στην αξίωση άρση της προσβολής της προσωπικότητας και παράλειψη της προσβολής της στο μέλλον (αρθρ 57 ΑΚ) οι οποίες εφαρμόζονται συμπληρωματικά στην περίπτωση της παραβίασης των διατάξεων του ΓΚΠΔ και την συνακόλουθη ζημία του υποκειμένου δεδομένων καθώς δεν γίνεται μνεία τους στο άρθρο 82 ΓΚΠΔ, το οποίο προβλέπει μόνο την αποζημίωσή του. Επίσης, γίνεται αναφορά στην σύνδεση της αξίωσης για παράλειψη επαπειλούμενης προσβολής προσωπικότητας, με το άρθρο 79 ΓΚΠΔ.

Με το όγδοο κεφάλαιο γίνεται εκτενή ανάλυση της αστικής μεταχείρισης της προσφυγής του άρθρου 79 ΓΚΠΔ ενώ με το ένατο κεφάλαιο η δικονομικής προσέγγιση της, με τις διατάξεις του ΑΚ και του ΚΠολΔ αντίστοιχα.

Τέλος, στο δέκατο κεφάλαιο διαπραγματεύεται το ζήτημα της εκπροσώπησης του υποκείμενου δεδομένων στην δικαστική προσφυγή του άρθρου 79 ΓΚΠΔ αλλά και στην ενσωμάτωση του εν λόγω άρθρου με το άρθρο 41 του εφαρμοστικού νόμου 4624/2019.

Σελ. 3

Εισαγωγή

Η προστασία των προσωπικών δεδομένων εν όψει του Γενικού Κανονισμού 679/2016

Η ταχεία ανάπτυξη του τεχνολογικού πολιτισμού σε συνδυασμό με την εκμηδένιση της απόστασης διακίνησης των προσωπικών πληροφοριών ενός ατόμου μέσα από την λεωφόρο του διαδικτύου, οδηγεί στην αύξηση του κινδύνου επέμβασης στην ιδιωτικότητα του. Τα προσωπικά δεδομένα που διαρκώς διακινούνται χρήζουν επιτακτικής προστασίας καθώς η υπερβολική έκθεση τους συνιστά αθέμιτη επέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας ενός ατόμου στην σύγχρονη κοινωνία.

Ως προσωπικά δεδομένα σύμφωνα με τον Κανονισμό 679/2016 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) ορίζονται «κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο («υποκείμενο των δεδομένων»)· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε αναγνωριστικό στοιχείο ταυτότητας, όπως όνομα, σε αριθμό ταυτότητας, σε δεδομένα θέσης, σε επιγραμμικό αναγνωριστικό ταυτότητας ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ταυτότητα του εν λόγω φυσικού προσώπου». Η έννοια των προσωπικών δεδομένων εξειδικεύεται μέσω των ειδικών κατηγοριών δεδομένων στις οποίες συμπεριλαμβάνoνται τα δεδομένα που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική

Σελ. 4

οργάνωση, καθώς και η επεξεργασία γενετικών δεδομένων, βιομετρικών δεδομένων με σκοπό την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση προσώπου, δεδομένων που αφορούν την υγεία ή δεδομένων που αφορούν τη σεξουαλική ζωή φυσικού προσώπου ή τον γενετήσιο προσανατολισμό.

Σελ. 5

Κεφάλαιο Πρώτο

Προσωπικά δεδομένα και προστασία της προσωπικότητας

1. Η αστική προστασία των προσωπικών δεδομένων βάσει του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 679/2016 και η σύνδεσή του με το δικαίωμα στην προσωπικότητα

Με την θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 679/2016, η προστασία του δικαιώματος στην προσωπικότητα (αρθρ. 57 ΑΚ) κατοχυρώνεται αυτοτελώς μέσα από τη διάταξη του άρθρου 82. Σύμφωνα με το περιεχόμενο του παραπάνω άρθρου, «κάθε πρόσωπο το οποίο υπέστη υλική ή μη υλική ζημία ως αποτέλεσμα παραβίασης του παρόντος Κανονισμού δικαιούται αποζημίωση από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία για τη ζημία που υπέστη». Στην έννοια της μη υλικής ζημίας, η οποία θα αναλυθεί παρακάτω, συμπεριλαμβάνεται και οποιαδήποτε ζημία θίγει τα ηθικά αγαθά ενός ατόμου, δηλαδή αυτά που σχετίζονται με την προσωπικότητα του. Επομένως, από την γραμματική ερμηνεία του άρθρου 82 παρ. 1 ΓΚΠΔ προκύπτει ότι η προσωπικότητα ενός ατόμου προστατεύεται με το δικαίωμα αποζημίωσης εκ μέρους του,

Σελ. 6

εφόσον η μη υλική ζημία που υπέστη, αποτελεί συνέπεια παραβίασης του ΓΚΠΔ.

Η ολοκληρωμένη ρύθμιση της ευθύνης προς αποζημίωση από τον ΓΚΠΔ, όπως και από τον προγενέστερο νόμο 2472/1997 (αρθρ. 23) θεσπίζει μια νέα μορφή αστικού αδικήματος μέσω του οποίου εισάγονται προϋποθέσεις που ενισχύουν περαιτέρω την προστασία του θιγόμενου υποκειμένου δεδομένων καθώς επανακαθορίζεται η ευθύνη του. Το άρθρο 82 του ΓΚΠΔ υπερισχύει των αντίστοιχων εθνικών κανόνων καθώς η άμεση ισχύς του ΓΚΠΔ, δηλαδή η ανάπτυξη συνεπειών στο εσωτερικό των κρατών μελών, χωρίς να είναι απαραίτητη οποιαδήποτε πράξη κύρωσης, υποδοχής ή μεταφοράς του και μάλιστα συγχρόνως σε όλα τα κράτη μέλη, θέτει αυτομάτως εκτός εφαρμογής τον εθνικό κανόνα δικαίου. Συνακόλουθα, το εν λόγω άρθρο αφήνει περιθώρια εφαρμογής των εθνικών διατάξεων του αστικού δικαίου μόνο σε ζητήματα που δεν υπάρχει σχετική ρύθμιση όπως π.χ. το ζήτημα της παραγραφής.

1.1 Η έννοια της μη υλικής ζημίας και η σύνδεσή της με το άρθρο 57 ΑΚ

Αρχικά, η βλάβη σε μη περιουσιακά αγαθά του ατόμου μπορεί να σχετίζεται με την προσβολή της τιμής, της ελευθερίας της ψυχικής

Σελ. 7

υγείας του κ.α.. Ο ορισμός της μη υλικής ζημίας διαφέρει από την υλική ή διαφορετικά περιουσιακή ζημία καθώς η δεύτερη είναι αποτιμητή σε χρήμα σε αντίθεση με την πρώτη. Επίσης, η μη υλική ζημία αποκαθίσταται με τη μορφή της χρηματικής ικανοποίησης, μόνο όταν το ορίζει ο νόμος. Μια περίπτωση αποκατάστασης αποτελεί και αυτή των άρθρων 57-59 ΑΚ σχετικά με την προσβολή προσωπικότητας και πιο συγκεκριμένα η πρόβλεψη του άρθρου 59 ΑΚ, περί ικανοποίησης της ηθικής βλάβης.

Όπως προαναφέρθηκε, στην έννοια της μη υλικής ζημίας συμπεριλαμβάνεται και οποιαδήποτε ζημία θίγει τα αγαθά που σχετίζονται με την προσωπικότητα του ενός ατόμου. Στο προστατευόμενο αγαθό της προσωπικότητας περιλαμβάνονται όλα εκείνα τα αγαθά που είναι συνδεδεμένα με το πρόσωπο και του ανήκουν σ’ ένα ενιαίο σύνολο αποτελούμενο από το ψυχικό, το σωματικό στοιχείο, την κοινωνική ατομικότητα του και οτιδήποτε άλλο συνδέεται με το πρόσωπο του και είναι άξιο προστασίας.

Το δικαίωμα της προσωπικότητας (αρθρ. 57 ΑΚ) από την νομολογιακή πρακτική, προκύπτει ότι συνιστά ένα πλέγμα εννόμων αγαθών που απαρτίζουν την ηθική υπόσταση ενός προσώπου, όπως η τιμή κάθε ανθρώπου, η εικόνα, η σφαίρα του απορρήτου και η προστασία των προσωπικών δεδομένων τα οποία δεν αποτελούν αυτοτελή

Σελ. 8

δικαιώματα, αλλά προστατευμένες ειδικές εκφάνσεις του ενιαίου δικαιώματος της προσωπικότητας, έτσι ώστε η προσβολή οποιασδήποτε έκφανσης της προσωπικότητας να σημαίνει και προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας.

Όπως διαφαίνεται το εν λόγω δικαίωμα αποτελεί πλαισιακό δικαίωμα αλλά και απόλυτο. Απόλυτα είναι «τα εξουσιαστικά δικαιώματα που παρέχουν άμεση εξουσία πάνω σε πράγματα, άυλα αγαθά ή πρόσωπα». Τα απόλυτα δικαιώματα στρέφονται κατά πάντων, δηλαδή ο θιγόμενος μπορεί να στραφεί εναντίον κάθε τρίτου που τα προσβάλλει αυθαίρετα και παράνομα και να αξιώσει την παύση της προσβολής τους και την παράλειψή της στο μέλ-

Σελ. 9

λον. Αντίθετα τα δικαιώματα που περιέχουν απαίτηση ή αλλιώς τα σχετικά δικαιώματα, παρέχουν στο δικαιούχο εξουσία να δεσμεύει τη βούληση του προσώπου εναντίον του οποίου ασκείται το δικαίωμα και να απαιτεί ορισμένη πράξη ή παράλειψη ή ανοχή. Επομένως, η εξουσία που δίνεται στον δικαιούχο του δικαιώματος είναι έμμεση, εφόσον δεν έχει ως άμεση κατεύθυνση το αντικείμενο του δικαιώματος, αλλά έμμεση μέσω της βουλήσεως ενός άλλου προσώπου. Ως εκ τούτου λοιπόν, από το σχετικό δικαίωμα απουσιάζει το στοιχείο της εξουσίασης, το οποίο αποτελεί μέρος του απόλυτου δικαιώματος, ο φορέας του οποίου επιτυγχάνει, με μόνη τη δική του ενέργεια, την απόλαυση των εξουσιών που του παρέχει το ίδιο δικαίωμά του. Στην έννοια των απόλυτων δικαιωμάτων συμπεριλαμβάνεται και το δικαίωμα της προσωπικότητας με όλες τις περαιτέρω εκδηλώσεις του. Το εν λόγω δικαίωμα παρέχει άμεση εξουσία πάνω στα στοιχεία που συνιστούν την προσωπικότητα του ίδιου του δικαιούχου και συνακόλουθα, η οποιαδήποτε διατάραξη του παραπάνω δικαιώματος ή των ειδικότερων εκφάνσεων του, όπως και αυτή της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, οδηγεί στην αναζήτηση ευθυνών εκ μέρους του προσβαλλόμενου προσώπου.

Σελ. 10

H αποδοχή του δικαιώματος της προσωπικότητας ως γενικού πλαισίου και η κωδικοποίηση των ειδικότερων εκδηλώσεων της, συνεπάγεται στην δημιουργία της βέλτιστης προστασίας του προσώπου ενόψει των επερχόμενων τεχνολογικών εξελίξεων και των νέων ψηφιακών κινδύνων που εμφανίζονται στην επιφάνεια όπως η συχνή παραβίαση των προσωπικών δεδομένων ενός ατόμου.

Επομένως, το άρθρο 82 ΓΚΠΔ συμπληρώνει και ταυτόχρονα εξειδικεύει τις προστατευόμενες εκδηλώσεις του δικαιώματος της προσωπικότητας, δίνοντας έμφαση στην πρόληψη της προσβολής του υποκειμένου των προσωπικών δεδομένων. Κατά συνέπεια, η παραβίαση και των παραπάνω διατάξεων οδηγεί στην αναζήτηση αποζημίωσης βσει του παραπάνω άρθρου, εφόσον μέσω αυτών συγκεκριμενοποιούνται οι διατάξεις του ΓΚΠΔ, όπως και ο ν. 4624/2019.

Σελ. 11

Κεφάλαιο Δεύτερο

Προσβολή της προσωπικότητας

2. Το παράνομο της προσβολής της προσωπικότητας

Όποιος υφίσταται παράνομη προσβολή της προσωπικότητας υπό την προστατευόμενη έκφανση της, αυτή της προστασίας των προσωπικών δεδομένων έχει το δικαίωμα να αξιώσει την άρση της προσβολής και την αξίωση για παράλειψη της στο μέλλον.

Σύμφωνα με μία πρώτη άποψη, η οποία υποστηρίζεται στην θεωρία, η προσβολή της προσωπικότητας είναι από μόνη της παράνομη και η αναφορά του νόμου, της έννοιας «παράνομο» δεν ισοδυναμεί με την ανάγκη ύπαρξης ειδικής διάταξης που να θεσπίζει τη συγκεκριμένη προσβολή ή να επιτάσσει το σεβασμό συγκεκριμένου αγαθού της προσωπικότητας. Εκτενέστερα, για την κατάφαση της παρανομίας «δεν είναι απαραίτητη η παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης. Κάθε επέμβαση τρίτου στη σφαίρα της προσωπικότητας και στις προστατευόμενες εκφάνσεις της είναι από μόνη της παράνομη, εκτός αν «νομιμοποιείται», όπως για παράδειγμα η χρησιμοποίηση εκφράσεων που υπό άλλες συνθήκες θα συνιστούσε προσβολή, στα πλαίσια της άσκησης του συνταγματικά θεμελιωμένου δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης και διάδοσης ισχυρισμών

Σελ. 12

(αρθρ. 14 παρ. 1 Σ). Σημειώνεται ότι, η απαγόρευση της άσκησης του εν λόγω συνταγματικού δικαιώματος, θα αποτελούσε και αυτή προσβολή της προσωπικότητας του και συνεπώς η σχέση της ελευθερίας της έκφρασης, με το δικαίωμα στην προσωπικότητα αποτελεί θέμα προσδιορισμού της παρανομίας ως προϋπόθεσης για την ενεργοποίηση της προστασίας που παρέχει το άρθρο 57 ΑΚ. Ως επιχείρημα για την υποστήριξη της συγκεκριμένης άποψης είναι το γεγονός ότι εναρμονίζεται με τη φύση του δικαιώματος στην προσωπικότητα ως απόλυτου υπό την έννοια που προαναφέρθηκε. Επιπρόσθετα, η εν λόγω άποψη θεωρεί ως πλεοναστική την ξεχωριστή αναφορά του άρθρ. 57 ΑΚ στο παράνομο.

Κατά μια ακόμη άποψη, η ερμηνεία της προϋπόθεσης του παρανόμου όπως εισάγεται στο άρθρο 57 παρ. 1 ΑΚ είναι αναγκαίο να ενταχθεί στο πλαίσιο της γενικής θεωρίας του παρανόμου του άρθρου 914 ΑΚ, σε σχέση με τις προσβολές απόλυτων δικαιωμάτων. Έτσι, όταν δεν υπάρχει άμεση προσβολή της προσωπικότητας και με θετική ενέργεια, πρέπει να αναζητείται η παρανομία της συμπεριφοράς του δράστη στην παράβαση κάποιου κανόνα δικαίου. Ουσιαστικά, οριοθετείται η έννοια της παράνομης συμπεριφοράς, υπό την μορφή της αντίθεσης της, με διάταξη του νόμου.

Η άποψη που επικρατεί στην νομολογία, θεωρεί ότι για να είναι παράνομη η προσβολή, απαιτείται να αντιτίθεται στις επιταγές και τις απαγορεύσεις της έννομης τάξης, με τις οποίες προστατεύεται η προσωπικότητα. Με την συγκεκριμένη θέση της, η έννοια του παρανόμου φαίνεται να συνιστά έναν επιπλέον διακριτό όρο για

Σελ. 13

την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 57 ΑΚ, βάσει του οποίου η προσβολή πρέπει να αντίκειται σε διάταξη νόμου. Εφαρμογή της εν λόγω άποψης αποτελεί η απόφαση Εφετ. Αθ. 18/2022. Μέσω της προαναφερόμενης απόφασης τονίζεται ότι προσβολή προσωπικότητας δημιουργείται και όταν παρακωλυθεί η χρήση κοινόχρηστου χώρου. Ειδικότερα «από το συνδυασμό του άρθρου 57 ΑΚ και των άρθρων 966, 967 και 59 του ΑΚ συνάγεται ότι, με την καθιέρωση κάποιου πράγματος ως κοινόχρηστου, το άτομο αποκτά εξουσία χρήσεως αυτού, η οποία δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως άμεση εξουσία επί του πράγματος [νομή, οιονεί νομή ή κατοχή], είναι, όμως, απόρροια του επί της ιδίας προσωπικότητας ιδιωτικού δικαιώματος, η οποία [εξουσία χρήσεως] προσβάλλεται εξωτερικώς σε περίπτωση παρακωλύσεως της κοινής χρήσεως και η οποία, ως έκφανση της προσωπικότητας του πολίτη, περικλείει την ικανότητα για ακώλυτη ανάπτυξη της ανθρώπινης ενέργειας και προστατεύεται από το άρθρο 57 ΑΚ».

Εντούτοις, διαπιστώνεται από μεγάλο αριθμό αποφάσεων η πρόκριση μιας εξιδεικευμένης έννοιας του παρανόμου. Πιο συγκεκριμένα είναι παράνομη η προσβολή «όταν δεν επιτρέπεται από το δίκαιο», ή «όταν η επέμβαση στην προσωπικότητα δεν είναι επιτρεπτή από το δίκαιο ή γίνεται σε ενάσκηση δικαιώματος το οποίο είναι μικρότερης σπουδαιότητας από άποψη έννομης τάξης ή ασκείται με καταχρηστικό τρόπο».

Σελ. 14

Παράδειγμα εφαρμογής της συγκεκριμένης άποψης αποτελεί η υπ’ αριθμ. ΑΠ 1017/2022 απόφαση μέσω της οποίας επισημαίνεται ότι «η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει, διότι ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα όρια της προσβολής της προσωπικότητας [………], ενώ αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης, που ενδέχεται, με την προσβολή, να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου. Συνεπώς, παράνομη προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως συμβαίνει, όταν το άτομο προσβάλλεται στην τιμή και στην υπόληψή του με εξυβριστικές εκδηλώσεις ή με ισχυρισμούς δυσφημιστικούς ή πολύ περισσότερο συκοφαντικούς, κατά την έννοια των άρθρων 361-363 ΠΚ».Όπως διαπιστώνεται η νομολογία μέσω της παραπάνω θέσης, διευρύνει την προσβολή της προσωπικότητας και σε συμπεριφορές που παραβιάζουν τις γενικές υποχρεώσεις επιμέλειας δηλαδή σε προσβολή εκτός ειδικού νόμου, με μόνο πράξεις, διαταρακτικές της κοινωνικής προσωπικότητας του ανθρώπου, όπως εκείνες που εμπεριέχουν ονειδισμό, αν και δεν τις εξειδικεύει με υπαγωγή σε πραγματικό γεγονός.

Συνεπώς, παρανομία θεωρείται και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της, κοινωνικώς επιβεβλημένης και εκ της θεμελι-

Σελ. 15

ώδους δικανικής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας υποχρέωσης λήψης ορισμένων μέτρων επιμέλειας, για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων αλλά και οι προσβολές που απορρέουν από την μη τήρηση των υποχρεώσεων που επιβάλλουν οι γενικές ρήτρες που καθιερώνουν οι αρχές της καλής πίστης και των χρηστών ηθών (282 και 288) . Η συγκεκριμένη άποψη της, συνιστά εναρμόνιση με τη γενική θεωρία του παρανόμου.

Ωστόσο, αναλύοντας την συγκεκριμένη θέση της νομολογίας πρέπει να αντιδιαστείλουμε την προσβολή της προσωπικότητας κατά το άρθρο 57 ΑΚ, από την ποινικά κολάσιμη πράξη που συνεπάγεται η προσβολή, των άρθρων 361-363 ΠΚ που αποτελούν τα αδικήματα της εξύβρισης και της δυσφήμισης και συκοφαντικής δυσφήμισης. Όπως η παράβαση των μέτρων επιμέλειας όταν δεν προβλέπεται ειδικά ποινικά κολάσιμη πράξη δεν οδηγεί στο ποινικό δικαστήριο, έτσι και εδώ εάν επιθυμούμε να ακολουθήσουμε αυτήν την άποψη, η παραβίαση των μέτρων επιμέλειας θα οδηγήσει σε αποζημίωση αστικής ευθύνης και όχι σε ποινική καταδίκη.

Η αναφορά των αποφάσεων ότι παράνομη είναι κάθε προσβολή που δεν επιτρέπεται από το δίκαιο ή που δεν στηρίζεται σε (υπέρ-

Σελ. 16

τερο) δικαίωμα, και η σύνδεση τους με τη γενική θεωρία του παρανόμου, αναδεικνύει ότι οι απόψεις θεωρίας και νομολογίας περί του παρανόμου της προσβολής στο άρθρο 57 ΑΚ δεν αποκλίνουν πολύ. Αξίζει να επισημανθεί, όπως προαναφέρθηκε, ότι δεν ευσταθεί η άποψη που θεωρεί περιττή την αναφορά του άρθρου 57 παρ. 1 ΑΚ στην έννοια του «παρανόμου», καθώς στην συγκεκριμένη έννοια αναδύεται ο περιορισμός της προστασίας της προσωπικότητας, μόνο στις εκφάνσεις της, οι οποίες και κρίνονται άξιες προστασίας από την ίδια την έννομη τάξη και επιπλέον αποτελεί κριτήριο επιλήψιμης προσβολής.

Όπως συνάγεται, από την άποψη της νομολογίας και άποψη μέρους της θεωρίας, το παράνομο ως κριτήριο εφαρμογής του άρθρου 57 παρ. 1 ΑΚ ταυτίζεται με το παράνομο ως προϋπόθεση της εφαρμογής του άρθρου 914 ΑΚ. Αλλά στο πεδίο της προσβολής της προσωπικότητας, η μετάβαση από την παρανομία στην υπαιτιότητα έχει σημασία, καθώς η δεύτερη δεν απαιτείται για την θεμελίωση των αξιώσεων του άρθρου 57 παρ. 1 ΑΚ σε αντίθεση με τις διατάξεις του άρθρου 914 ΑΚ όπου αν κάποιος αρνείται τον παράνομο χαρακτήρα της συμπεριφοράς ή το στοιχείο της υπαιτιότητας ή αν θεωρεί ότι υπάρχει λόγος άρσης του αδίκου, δεν υπάρχει θεμελίωση της ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 914 ΑΚ. Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η διάταξη του άρθρου 57 παρ. 1 ΑΚ ερμηνεύεται υπό το φως της γενικής θεωρίας του παρανόμου.

Συμπερασματικά, η προσβολή της προσωπικότητας είναι από μόνη της παράνομη, είτε όταν προσβάλλεται ειδική διάταξη του νόμου, είτε όταν προσβάλλονται κανόνες επιμέλειας. Έτσι, η παράβαση των διατάξεων του ΓΚΠΔ συνιστά παρανομία η οποία συνεπάγεται στην προσβολή της προσωπικότητας ενός ατόμου, συνδυασμένη με το άρθρο 57 ΑΚ.

Σελ. 17

2.1 Η σύνδεση της προσβολής του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 679/2016 με τη γενική θεωρία του παρανόμου του άρθρου 57 ΑΚ

Σχετικά με την σύνδεση της γενικής θεωρίας του παρανόμου με τον ΓΚΠΔ τονίζεται ότι, όταν η παράβαση των άρθρων του ΓΚΠΔ αποτελεί ταυτόχρονα και παράνομη προσβολή της προσωπικότητας, η συγκεκριμένη προσβολή είναι παράνομη, ως αντίθετη στο ίδιο τον ΓΚΠΔ και δεν είναι απαραίτητη η προσφυγή στην γενικότερη έννοια της παρανομίας του αρθρ. 57 ΑΚ καθώς τυγχάνουν εφαρμογής οι ειδικότερες διατάξεις.

Η συνδυαστική επίκληση εξακολουθεί να είναι χρήσιμη, εφόσον προβλέπει και την επιπλέον ικανοποίηση με τα παρεχόμενα δικαιώματα της άρσης της παράνομης προσβολής και παράλειψης της στο μέλλον, των οποίων η αναφορά παραλείπεται από το άρθρο 82 του ΓΚΠΔ και θα υπάρξει αναλυτική επεξεργασία τους παρακάτω.

Την συγκεκριμένη θέση ενισχύει και η αναφορά στην αιτιολογική σκέψη 146 ΓΚΠΔ, όπου τονίζει ότι « η έννοια της ζημίας θα πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικά με γνώμονα τη νομολογία του Δικαστηρίου κατά τρόπον ώστε να λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι στόχοι του παρόντος κανονισμού και αυτό δεν επηρεάζει τυχόν αξιώσεις αποζημίωσης, ασκούμενες λόγω παραβίασης άλλων κανόνων του δικαίου της Ένωσης ή των κρατών μελών» και «επεξεργασία κατά παράβαση του παρόντος Κανονισμού συμπεριλαμβάνει επίσης τυχόν επεξεργασία που γίνεται κατά παράβαση των κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και του δικαίου των κρατών μελών που εξειδικεύει τους κανόνες του παρόντος κανονισμού». Επομένως, εκτός από το δικαίωμα αποζημίωσης που καθιερώνεται βά-

Σελ. 18

σει του άρθρου 82 ΓΚΠΔ μπορούν να εφαρμοστούν συγχρόνως και διατάξεις εθνικού δικαίου, όπως τα άρθρα 57 επ. AK που αφορούν την προστασία της προσωπικότητας.

Κατά συνέπεια, εφόσον η προστασία των προσωπικών δεδομένων αποτελεί ειδική πλευρά της προσωπικότητας κατόπιν της ερμηνευτικής προσέγγισης του άρθρου 57 ΑΚ, με το άρθρο 82 ΓΚΠΔ ανανεώνεται η ήδη υπάρχουσα προστασία των δεδομένων ενός ατόμου.

Σελ. 19

Κεφάλαιο Τρίτο

Περιπτωσιολογία προσβολών της προσωπικότητας σύμφωνα με τον ΓΚΠΔ

3. Περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων του ΓΚΠΔ

Η παραβίαση του ΓΚΠΔ, όπως προαναφέρθηκε, αποτελεί ειδικότερη έκφανση της προσβολής του δικαιώματος της προσωπικότητας και συνάγεται από την μη ορθή εφαρμογή των διατάξεων του, οι οποίες και θα αποτελέσουν τις βάσεις στις οποίες και θα οικοδομηθεί η όποια πλημμέλεια διαγνωστεί σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων ενός ατόμου.

3.1 Μη τήρηση Αρχών Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

Μια πρώτη περίπτωση η οποία εξειδικεύεται στο ΓΚΠΔ ως προσβολή της προσωπικότητας, αποτελεί η μη τήρηση των αρχών επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η παράβαση των διατάξεων του ΓΚΠΔ συμπεριλαμβάνει και την μη τήρηση των αρχών που διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενός ατόμου. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας σύμφωνα με τις απαιτήσεις που θέτει ο ΓΚΠΔ, είναι απαραίτητο να πληρούν σωρευτικά τις προϋποθέσεις εφαρμογής και επιμελούς τήρησης των αρχών επεξεργασίας που οριοθετούνται στο άρθρο 5 παρ. 1 ΓΚΠΔ.

Σελ. 20

Αναλυτικότερα, βάσει του προαναφερόμενου άρθρου, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα: α) υποβάλλονται σε σύννομη και ­θεμιτή επεξεργασία με διαφανή τρόπο σε σχέση με το υποκείμενο των δεδομένων («νομιμότητα, αντικειμενικότητα και διαφάνεια»), β) συλλέγονται για καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς και δεν υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία κατά τρόπο ασύμβατο προς τους σκοπούς αυτούς· η περαιτέρω επεξεργασία για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον ή σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή στατιστικούς σκοπούς δεν θεωρείται ασύμβατη με τους αρχικούς σκοπούς σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 1 («περιορισμός του σκοπού»), γ) είναι κατάλληλα, συναφή και περιορίζονται στο αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία («ελαχιστοποίηση των δεδομένων»), δ) είναι ακριβή και, όταν είναι αναγκαίο, επικαιροποιούνται· πρέπει να λαμβάνονται όλα τα εύλογα μέτρα για την άμεση διαγραφή ή διόρθωση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι ανακριβή, σε σχέση με τους σκοπούς της επεξεργασίας («ακρίβεια»), ε) διατηρούνται υπό μορφή που επιτρέπει την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων μόνο για το διάστημα που απαιτείται για τους σκοπούς της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να αποθηκεύονται για μεγαλύτερα διαστήματα, εφόσον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον, για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς, σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 1 και εφόσον εφαρμόζονται τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που απαιτεί ο ΓΚΠΔ για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών του υποκειμένου των δεδομένων («περιορισμός της περιόδου αποθήκευσης») και στ) υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τρόπο που εγγυάται την ενδεδειγμένη ασφάλεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων την προστασία τους από μη εξουσιοδοτημένη ή παράνομη επεξεργασία και τυχαία απώλεια, καταστροφή ή φθορά, με τη χρησιμοποίηση κατάλληλων τεχνικών ή οργανωτικών μέτρων («ακεραιότητα και εμπιστευτικότητα»). Ο υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει την ευθύνη και είναι σε θέση να αποδείξει τη συμμόρφωση με την παράγραφο 1 («λογοδοσία») του άρθρου 5.

Back to Top