ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Θεωρία - Νομολογία - Υποδείγματα
Ενημερωμένο μέχρι τον Ν 5172/2025
- Έκδοση: 2025
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 280
- ISBN: 978-618-08-0583-3
Τι είναι το Τελωνειακό Δίκαιο και πώς επηρεάζει τα δημοσιονομικά συμφέροντα της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Τι είναι ο εκτελωνισμός; Πώς γεννάται, υπολογίζεται, καταλογίζεται και εισπράττεται η τελωνειακή οφειλή; Πότε οφείλεται δασμός; Οφείλεται πάντοτε ΦΠΑ στο ενδοκοινοτικό εμπόριο; Ποια προϊόντα βαρύνονται με ΕΦΚ; Πώς διακρίνονται και πώς καταλογίζονται διοικητικά οι τελωνειακές παραβάσεις (απλές και λαθρεμπορικές); Με ποιο ένδικο βοήθημα προσβάλλονται οι πράξεις της Τελωνειακής Αρχής ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και ποια ειδικά ζητήματα παραδεκτού και βασίμου ανακύπτουν στο πλαίσιο αυτού;
Με εργαλεία την πλούσια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των εθνικών Διοικητικών Δικαστηρίων επί διατάξεων της τελωνειακής εν γένει νομοθεσίας, καθώς και με τη χρήση παραδειγμάτων και επεξηγηματικών διαγραμμάτων, δύο διοικητικοί δικαστές και μία θεωρητικός του δικαίου συνεργάζονται, για να προσφέρουν θεωρητικές και συνάμα πρακτικές γνώσεις στους εφαρμοστές του Τελωνειακού Δικαίου, επιδιώκοντας να συμβάλουν στην κατανόηση των βασικών του εννοιών και αρχών και, όπου απαιτείται, να εμβαθύνουν στην ερμηνεία των πολύπλοκων και συχνά δυσερμήνευτων διατάξεών του.
Το βιβλίο απευθύνεται σε δικαστές, δικηγόρους, τελωνειακούς υπαλλήλους, εκτελωνιστές, φοιτητές των νομικών σχολών, αλλά και σε όλους όσοι ενδιαφέρονται να κατανοήσουν τις νομικές προεκτάσεις του διεθνούς εμπορίου.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ XXI
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1. Γενικά 1
2. Ιστορικά στοιχεία 2
3. Πηγές του τελωνειακού δικαίου 6
3.1. Ενωσιακό δίκαιο 6
3.1.1. Πρωτογενές 6
3.1.2. Παράγωγο 6
3.2. Εθνικό δίκαιο 8
4. Δομή του έργου 11
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΕΚΤΕΛΩΝΙΣΜΟΣ 13
ΕΝΟΤΗΤΑ Α: ΑΦΙΞΗ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
Αα. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ 14
Αβ. ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ 15
1. Θαλάσσιες μεταφορές (άρθρα 12 έως 19 ΕΤΚ) 15
2. Αεροπορικές και χερσαίες μεταφορές (άρθρα 20 και 21 παρ. 1 και 2 ΕΤΚ) 19
3. Μεταφορές μέσω δικτύου αγωγών (άρθρο 21 παρ. 3 ΕΤΚ) 20
4. Ταχυδρομικές μεταφορές (άρθρο 23 ΕΤΚ) 20
Αγ. AΠΛΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ 20
1. Εύρεση επί του μεταφορικού μέσου ή εκφόρτωση από αυτό περισσότερων
ή λιγότερων εμπορευμάτων από τα αναγραφόμενα στο δηλωτικό 20
2. Παράβαση των περί δηλωτικού διατάξεων και αδικαιολόγητη διαφορά
μεταξύ των δηλωτικών, που κατατίθενται σε ενδιάμεσους σταθμούς
του μεταφορικού μέσου, σε περίπτωση πολλαπλών προορισμών 21
3. Παράνομη φόρτωση, εκφόρτωση ή μεταφόρτωση χωρίς την άδεια
της Τελωνειακής Αρχής ή χωρίς την παρουσία των αρμοδίων οργάνων της 22
4. Αντίσταση των υπευθύνων του μεταφορικού μέσου στην κατ’ άρθρο 18
του ΕΤΚ επίσκεψη των τελωνειακών οργάνων 23
5. Παράλειψη της κατ’ άρθρο 52 του ΕΤΚ δήλωσης μεταφοράς εύφλεκτων υλών 23
6. Ρήξη, αντικατάσταση, αφαίρεση και αλλοίωση των τελωνειακών σφραγίδων
ή άλλων σημείων αναγνώρισης που τίθενται από τις Τελωνειακές Αρχές
στο μεταφορικό μέσο ή στα εμπορεύματα 23
ΕΝΟΤΗΤΑ B: ΕΙΣΟΔΟΣ - ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ - ΕΝΑΠΟΘΕΣΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ - ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
Βα. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ 23
1. Έννοια της προσκόμισης των εμπορευμάτων στο τελωνείο -
τελωνειακά παραστατικά 24
2. Τόποι εκφόρτωσης 25
3. Έλεγχος του φορτίου 25
Ββ. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΝΑΠΟΘΕΣΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ 26
1. Τόποι προσωρινής εναπόθεσης 26
2. Περιορισμοί κατά τον χρόνο της προσωρινής εναπόθεσης 27
3. Ευθύνη των εκμεταλλευόμενων αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης 28
4. Λήξη προσωρινής εναπόθεσης 29
5. Διαδικασία κήρυξης εμπορευμάτων ως αζήτητων (άρθρα 43 έως 49 ΕΤΚ) 29
Βγ. ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ 31
1. Εννοιολογικό περιεχόμενο 31
2. Διάκριση τελωνειακών καθεστώτων 32
ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ 42
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΟΦΕΙΛΗ
ΕΝΟΤΗΤΑ A: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΟΦΕΙΛΗΣ 43
Αα. ΔΑΣΜΟΙ 44
1. Έννοια 44
2. Χρόνος γένεσης της υποχρέωσης καταβολής δασμών 44
3. Τόπος γένεσης της τελωνειακής οφειλής 46
4. Οφειλέτης του δασμού 47
5. Υπολογισμός του οφειλόμενου δασμού 47
6. Δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων 48
7. Προσδιορισμός της δασμολογητέας αξίας 49
8. Προτιμησιακή δασμολογική μεταχείριση (άρθρα 64 έως 68 ΕνΤΚ) 55
9. Διασφάλιση της είσπραξης του δασμού 55
10. Γνωστοποίηση της υποχρέωσης καταβολής δασμών 56
11. Απόσβεση της τελωνειακής οφειλής 57
12. Καταλογισμός και είσπραξη του οφειλόμενου δασμού 57
Αβ. ΣΥΝΕΙΣΠΡΑΤΤΟΜΕΝΟΙ ΦΟΡΟΙ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ 57
1. Χρόνος γένεσης της τελωνειακής οφειλής 58
2. Τόπος γένεσης της τελωνειακής οφειλής 58
3. Οφειλέτης των φορολογικών και λοιπών τελωνειακών βαρών 58
4. Υπολογισμός της τελωνειακής οφειλής 59
5. Διασφάλιση της τελωνειακής οφειλής 59
6. Βεβαίωση της τελωνειακής οφειλής 60
Αβ1. ΦΟΡΟΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΦΠΑ) 60
1. Χαρακτηριστικά και λειτουργία του ΦΠΑ 60
2. Αντικείμενο του ΦΠΑ 62
Aβ2. ΕΙΔΙΚΟΙ ΦΟΡΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ (ΕΦΚ) 84
1. Έννοια και χαρακτηριστικά των ΕΦΚ 84
2. Χρήσιμοι ορισμοί 86
3. Αντικείμενο του ΕΦΚ 88
4. Χρόνος που καθίσταται απαιτητός ο ΕΦΚ 89
5. Υπόχρεο πρόσωπο για την καταβολή του ΕΦΚ 91
6. Γενικές απαλλαγές από τον ΕΦΚ 92
7. Βεβαίωση και είσπραξη του ΕΦΚ 93
8. Εφαρμογή συντελεστών ΕΦΚ 94
9. Ειδικές ρυθμίσεις μόνο για τα ενωσιακά προϊόντα που υπόκεινται σε ΕΦΚ 95
10. Άλλες ειδικές διατάξεις και απαλλαγές σχετικά με τον ΕΦΚ 98
Αβ3. ΤΕΛΟΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ (ΤΤ) 100
1. Έννοια και χαρακτηριστικά του ΤΤ 100
2. Αντικείμενο του ΤΤ 100
3. Οφειλέτης του ΤΤ (άρθρο 130 παρ. 1 ΕΤΚ) 101
4. Διαδικασία ταξινόμησης 102
5. Χρόνος γένεσης της υποχρέωσης καταβολής του ΤΤ 105
6. Υπολογισμός του αναλογούντος ΤΤ 105
7. Απαλλαγές από το ΤΤ (ατέλεια) 107
8. Αναστολή είσπραξης του ΤΤ 108
9. Αχρεώστητη καταβολή 109
Αβ4. ΛΟΙΠΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ/ΛΟΙΠΕΣ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ 109
ΕΝΟΤΗΤΑ Β: ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ Ή ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΑΣΜΟΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΩΝ 110
1. Η συμπληρωματική χρέωση δασμών 111
2. Η συμπληρωματική χρέωση συνεισπραττόμενων με τους δασμούς
εσωτερικών φόρων και λοιπών τελωνειακών επιβαρύνσεων 112
3. Ο καταλογισμός των συμπληρωματικών χρεώσεων 113
4. Αμφισβητήσεις (άρθρο 28 ΕΤΚ) 116
5. Ποινή ανακριβούς δήλωσης 116
ΕΝΟΤΗΤΑ Γ: Η ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΟΦΕΙΛΗΣ 117
1. Αρμοδιότητα είσπραξης 117
2. Νόμιμος τίτλος 117
3. Ληξιπρόθεσμο της τελωνειακής οφειλής 118
4. Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής 118
5. Αναγκαστική είσπραξη της τελωνειακής οφειλής 119
6. Αποσβεστική προθεσμία για το δικαίωμα του Δημοσίου να εισπράξει
απαιτήσεις προερχόμενες από δασμούς 122
7. Αποσβεστική προθεσμία για το δικαίωμα του Δημοσίου να προβεί
σε ταμειακή (εν στενή εννοία) βεβαίωση των απαιτήσεων από πράξεις
των Τελωνειακών Αρχών 122
8. Παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να εισπράξει απαιτήσεις
προερχόμενες από δασμούς, φόρους, τέλη και λοιπά δικαιώματα
που βεβαιώθηκαν στα τελωνεία 124
ΕΝΟΤΗΤΑ Δ: Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΑΧΡΕΩΣΤΗΤΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΟΦΕΙΛΗΣ 124
1. Έννοια της αχρεώστητης καταβολής 125
2. Διαδικασία της επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών
δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων 126
3. Τρόποι διαπίστωσης του αχρεώστητου της καταβολής 126
4. Διαδικασία επιστροφής 126
5. Προθεσμία υποβολής της αίτησης επιστροφής 127
6. Η εγκριτική απόφαση επιστροφής 129
7. Ζητήματα επιστροφής των έμμεσων φόρων 130
8. Το ζήτημα της έντοκης επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθεισών δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων 132
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ
ΕΝΟΤΗΤΑ Α: ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ 135
Αα. ΑΠΛΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ (άρθρα 143 έως 149 ΕΤΚ) 136
1. Ορισμός - νομοθετικό πλαίσιο - αντικειμενική υπόσταση 136
2. Υποκειμενική υπόσταση 136
3. Διοικητική κύρωση 137
4. Ανωτέρα βία 138
5. Καταλογισμός εις βάρος νομικού προσώπου 138
Αβ. ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑ 139
1. Έννοια - Νομοθετικό πλαίσιο 139
2. Αντικειμενική υπόσταση 139
3. Υποκειμενική υπόσταση 142
4. Διοικητικός κολασμός 143
5. Αστική ευθύνη 146
6. Μέτρα για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου και της ΕΕ
(άρθρο 153 ΕΤΚ) 148
ΕΝΟΤΗΤΑ Β: ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΥ
ΤΩΝ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ 149
1. Πρωτόκολλο τελωνειακής παράβασης (άρθρο 142 παρ. 4 ΕΤΚ) 149
2. Κλήση σε απολογία (άρθρο 152 παρ. 3 ΕΤΚ) 150
3. Έκδοση καταλογιστικής πράξης (άρθρο 152 παρ. 1 ΕΤΚ) 151
4. Κοινοποίηση καταλογιστικής πράξης 152
5. Παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να καταλογίσει
τελωνειακές παραβάσεις 153
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ 155
ENOTHTA A: ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ 156
1. Καθ’ ύλην αρμοδιότητα 156
2. Κατά τόπον αρμοδιότητα 161
3. Προσβαλλόμενη πράξη 162
4. Ενεργητική νομιμοποίηση 162
5. Παθητική νομιμοποίηση 164
6. Προθεσμία 164
7. Παράβολο 165
ΕΝΟΤΗΤΑ Β: ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΛΟΓΟΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ 169
1. Η αρχή της αναλογικότητας 169
2. Η αρχή «ne bis in idem» 175
3. Το τεκμήριο αθωότητας 190
4. Η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ελαφρύτερης κύρωσης 195
ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ - ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ 205
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 207
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ 208
ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ
ΔΙΑΣΑΦΗΣΗ 211
ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗΣ ΧΡΕΩΣΗΣ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΦΟΡΩΝ 213
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ 217
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΓΙΑ ΑΠΛΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΠΑΡΑΒΑΣΗ 219
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΓΙΑ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑ 233
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 249
Σελ. 1
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1. Γενικά
Το τελωνειακό δίκαιο είναι το δίκαιο που διέπει τη δράση της Τελωνειακής Διοίκησης, η οποία είναι επιφορτισμένη με τη διασφάλιση των δημοσιονομικών συμφερόντων της Ελλάδας και της ΕΕ.
Ως Τελωνειακή Διοίκηση, νοείται η Τελωνειακή Υπηρεσία, η οποία υπάγεται, από 1.1.2017, στην ΑΑΔΕ (συσταθείσα με το άρθρο 1 του Ν 4389/2016, ΦΕΚ Α΄ 94). Η Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, με τις επιμέρους επιτελικές Τελωνειακές Διευθύνσεις, καθώς και τις Ειδικές Αποκεντρωμένες και Περιφερειακές Τελωνειακές Αρχές, απαρτίζουν ένα σύνολο οργανικών μονάδων που αποτελούν την Τελωνειακή Υπηρεσία.
Η Τελωνειακή Διοίκηση λειτουργεί τόσο ως εισπρακτικό όργανο όσο και - σε συνεργασία με τις λοιπές ελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ - ως όργανο καταπολέμησης του λαθρεμπορίου και της δασμοφοροδιαφυγής. Περαιτέρω, διαμέσου του ελέγχου της παράνομης διακίνησης απαγορευμένων ή/και επικίνδυνων προϊόντων ή προϊόντων που τελούν υπό περιορισμούς ή απαγορεύσεις (π.χ. ναρκωτικές ουσίες, φάρμακα, όπλα και εκρηκτικά, πλαστά χαρτονομίσματα, προϊόντα απομίμησης κ.ά.), η Τελωνειακή Διοίκηση λειτουργεί ως όργανο προστασίας της δημόσιας υγείας, της δημόσιας ασφάλειας, αλλά και της προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.
Τούτων έπεται ότι το τελωνειακό δίκαιο, ως δίκαιο των αρμοδιοτήτων των Τελωνειακών Αρχών, ρυθμίζει:
▪ τη διαδικασία του εκτελωνισμού των εμπορευμάτων που εισέρχονται στον ελληνικό τελωνειακό χώρο, ο οποίος αποτελεί ταυτόχρονα και ενωσιακό τελωνειακό έδαφος, ή εξέρχονται από αυτόν,
▪ τον έλεγχο της τήρησης των απαγορεύσεων και περιορισμών στα εισαγόμενα και εξαγόμενα εμπορεύματα, ανεξάρτητα από το τελωνειακό καθεστώς υπό το οποίο αυτά τελούν, με σκοπό την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών, καθώς και του περιβάλλοντος (φυσικού και πολιτιστικού),
Σελ. 2
▪ τη διαδικασία βεβαίωσης, είσπραξης και καταλογισμού των ενωσιακών και εθνικών τελωνειακών εσόδων (δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις),
▪ τη διαδικασία διαπίστωσης και καταλογισμού των τελωνειακών παραβάσεων (απλών και λαθρεμπορικών).
Στο σημείο αυτό, κρίνεται σκόπιμο να παρατεθεί μια σύντομη ιστορική αναδρομή στον θεσμό των τελωνείων, ώστε να διαφανεί η δυναμικότητά του, η οποία εξελίσσεται, ανά τον χρόνο, ταυτόχρονα με τις εκάστοτε επικρατούσες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, και τις ακολουθεί, συμβάλλοντας, με τον τρόπο αυτό, σημαντικά, στη διασφάλιση της είσπραξης των δασμοφορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων, στην προώθηση και διευκόλυνση του νόμιμου εμπορίου, αλλά και στην προστασία του κοινωνικού συνόλου.
2. Ιστορικά στοιχεία
Ο θεσμός των τελωνείων, ως υπηρεσίας είσπραξης των τελών που βαρύνουν το ανταλλακτικό - θαλάσσιο, κατά βάση - εμπόριο, συναντάται από τα αρχαία χρόνια. Στην εποχή του Χρυσού Αιώνα του Περικλή (5ος αιώνας π.Χ.), λειτουργούσαν στο λιμάνι του Πειραιά πέντε αποθήκες («στοές»), επιφορτισμένες με την είσπραξη των τελών που αναλογούσαν στις εμπορικές συναλλαγές. Κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, λειτουργούσε Τελωνειακή Υπηρεσία, υπό το γαλλικό πρότυπο, υπαγόμενη στο Υπουργείο Οικονομικών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από τα πρώτα, μάλιστα, επαναστατικά χρόνια (1821 - 1827), τα τελωνεία διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην de facto άσκηση κρατικής κυριαρχίας έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ, προσέτι, συνέβαλαν στη συλλογή προσόδων για τη χρηματοδότηση του Αγώνα. Την περίοδο αυτή, εκδόθηκαν τα πρώτα τελωνειακά νομοθετήματα, με σημαντικότερο το Ψήφισμα ΙΑ΄ (28.7.1828), με το οποίο καθιερώθηκε το ενιαίο τελωνειακό έδαφος, μέσω της κατάργησης επιπρόσθετων δασμολογικών επιβαρύνσεων για τα εμπορεύματα υπό διαμετακόμιση στη Σύρο και το Ναύπλιο, για τα οποία, ως τότε, καταβάλλονταν εισαγωγικοί δασμοί.
Μετά τη σύσταση του νέου ελληνικού κράτους (1830), με το Ψήφισμα ΙΔ΄ (31.3.1830) του Ιωάννη Καποδίστρια ‘‘Περί Τελωνειακού Οργανισμού’’, τα ελληνικά τελωνεία απέκτησαν τον πρώτο τους Οργανισμό και, έτσι, άρχισε να οργανώνεται βαθμηδόν, ως θεσμός, η Τελωνειακή Υπηρεσία. Σταδιακά, άρχισαν να λειτουργούν τελωνεία σε κάθε περιοχή του νεοσύστατου ελληνικού κράτους (Μάνη, Καλαμάτα, Σύρο, Πειραιά, Ύδρα, Πάτρα και Ναύπλιο). Ακολούθησαν ο Ν 2928/17100 ‘‘Περί οργανισμού των Τελωνείων
Σελ. 3
του Κράτους’’ (ΦΕΚ 12/2.6.1842) και το ΒΔ 2928/16800 ‘‘Περί σχηματισμού των Τελωνείων και των αφορώντων το προσωπικόν αυτών’’ (ΦΕΚ 12/2.6.1842), για τον καθορισμό της διάταξης και της διαίρεσης των τελωνείων, αλλά και των αρμοδιοτήτων του προσωπικού τους («καθηκοντολόγιο»). Σημειώνεται ότι, κατά την περίοδο αυτή, τα τελωνεία λειτουργούσαν ως εισπρακτικά όργανα των τελωνειακών και μη (υγειονομικών, ναυτιλιακών και λιμενικών τελών και έγγειων φόρων) εσόδων του Κράτους, συμβάλλοντας στην οικονομική του ανάπτυξη.
Κατά τη μετέπειτα περίοδο της βιομηχανικής ανάπτυξης (1870 - 1890), τα τελωνεία συνέβαλαν σημαντικά στην οικονομική ζωή της Χώρας, ενώ, κατά την περίοδο 1912 - 1947, με τη διεύρυνση των ελληνικών συνόρων και την προσάρτηση νέων εδαφών, διαμορφώθηκε ο τελωνειακός χάρτης της Χώρας, με την ίδρυση νέων τελωνείων στις νέες περιοχές και με τη θέσπιση νέων νομοθετημάτων. Το σημαντικότερο από αυτά είναι ο Ν 1165/1918 ‘‘Περί Τελωνειακού Κώδικος’’ (ΦΕΚ Α΄ 59, αναδημοσίευση σε ΦΕΚ Α΄ 73), ο οποίος έμελλε να αποτελέσει ένα από τα μακροβιότερα τελωνειακά νομοθετήματα.
Ορόσημο για την τελωνειακή ιστορία αποτελεί το έτος 1951, οπότε και η Ελλάδα, ως ιδρυτικό μέλος του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας, επικύρωσε, με τον ΑΝ της 27ης/31ης Αυγούστου 1951 (ΦΕΚ Α΄ 243), τη διεθνή σύμβαση σύστασής του, δίνοντας, με τον τρόπο αυτό, ώθηση στη διεθνή και ευρωπαϊκή συνεργασία. Το Συμβούλιο Τελωνειακής Συνεργασίας, που αποτέλεσε έναν από τους κυριότερους μεταπολεμικούς οργανισμούς, μετονομάστηκε, το 1994, σε «Παγκόσμιο Οργανισμό Τελωνείων» (Π.Ο.Τ.), με κύριο σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των Τελωνειακών Διοικήσεων. Το έτος 1961 αποτέλεσε τον επόμενο σημαντικό σταθμό της ελληνικής τελωνειακής ιστορίας, καθότι υπογράφηκε στην Αθήνα η Συμφωνία Σύνδεσης της Ελλάδας με την (τότε) Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), υπό τη μορφή Τελωνειακής Ένωσης. Η τελευταία σήμανε την κατάργηση των δασμών
Σελ. 4
και των φορολογικών επιβαρύνσεων ισοδύναμου αποτελέσματος, την εισαγωγή κοινού εξωτερικού δασμολογίου και την εξάλειψη των τελωνειακών, φορολογικών και τεχνικών συνόρων μεταξύ των κρατών - μελών.
Ακολούθησε, το 1979, η υπογραφή της Συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η.1.1981. Έκτοτε, το ελληνικό τελωνειακό έδαφος αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του κοινοτικού τελωνειακού εδάφους και το ενδοικονοτικό εμπόριο αποκτά μια νέα δυναμική, με την ελευθερία κίνησης των εμπορευμάτων στο εσωτερικό της Κοινότητας και την κοινή δασμολογική πολιτική ως προς τις εισαγωγές αγαθών από τρίτες χώρες. Η πλήρης ένταξη της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες επέφερε, συνακόλουθα, νέες μεταβολές στον τελωνειακό χάρτη της Χώρας, ενώ συνέτεινε στην απλοποίηση, προτυποποίηση και μηχανογράφηση των τελωνειακών εργασιών. Επέφερε, δε, ως επακόλουθο, την υπερνομοθετική ισχύ και εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου (αρχή της υπεροχής), αλλά και την προσαρμογή της τελωνειακής και δασμολογικής νομοθεσίας στο πλαίσιο της Τελωνειακής Ένωσης.
Το 1992, ψηφίσθηκε ο Κανονισμός (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, ‘‘Περί Θεσπίσεως Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα’’ (EE L 302/19.10.1992), ο οποίος εφαρμόσθηκε στις συναλλαγές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τρίτες προς αυτή χώρες, από την 1η.1.1994 μέχρι τις 30.4.2016, οπότε και, από την 1η.5.2016, άρχισε να ισχύει ο Κανονισμός (ΕΕ) 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013 (ΕΕ L 269/10.10.2013 και διορθωτικό, μεταξύ άλλων και ως προς την έναρξη ισχύος του, EE L 287/29.10.2013), για τη θέσπιση του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα (ΕνΤΚ).
Το 2001, σε αντικατάσταση του Ν 1165/1918, δημοσιεύθηκε ο νέος Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας (ΕΤΚ) [Ν 2960/2001 (ΦΕΚ Α΄ 265)], με ισχύ από 1.1.2002, ο οποίος έθεσε το
Σελ. 5
βασικό κανονιστικό πλαίσιο για τις θεμελιώδεις τελωνειακές αρχές και ορισμούς, ιδίως, δε, για την άφιξη και τα δηλωτικά εισαγωγής, τον εκτελωνισμό, τα αζήτητα εμπορεύματα, τις Ελεύθερες Ζώνες (ΕΖ), την τελωνειακή οφειλή και τις απλές και λαθρεμπορικές παραβάσεις. Δύο χρόνια αργότερα (2003), λόγω της παγκοσμιοποίησης του εμπορίου και της συνακόλουθης ανάγκης να διαθέτουν οι εθνικές Αρχές αποτελεσματικές διαδικασίες ελέγχου, η ΕΕ, με την 2003/231/ΕΚ απόφαση του Συμβουλίου, της 17ης Μαρτίου 2003 (ΕΕ L 086/3.4.2003), προσχώρησε στο Πρωτόκολλο για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης του Κιότο για την απλούστευση και εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων, το οποίο η Ελλάδα επικύρωσε με τον Ν 3141/2003 (ΦΕΚ Α΄ 105).
Εν τω μεταξύ, η ραγδαία αύξηση των διασυνοριακών συναλλαγών και η συνακόλουθη ανάγκη προώθησης και προστασίας της νόμιμης εμπορικής δραστηριότητας, με την ταυτόχρονη πάταξη του λαθρεμπορίου, κατέστησαν απαραίτητο τον εκσυγχρονισμό της Τελωνειακής Διοίκησης, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις.
Έτσι, στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης της Δημόσιας Διοίκησης και της ψηφιακής ανασυγκρότησης, η Τελωνειακή Διοίκηση της Χώρας ξεκίνησε, από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, να εντάσσεται στην ψηφιακή εποχή, με στόχο την απλούστευση και επιτάχυνση των τελωνειακών διαδικασιών για τη διευκόλυνση και την προώθηση του νόμιμου εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου. Δημιουργήθηκε, έτσι, το Ελληνικό Τελωνειακό Σύστημα (ICISNET), το οποίο περιέχει διάφορα υποσυστήματα, ανάλογα με την εκτελούμενη κάθε φορά εργασία [π.χ. Σύστημα Ελέγχου Εξαγωγών (ECS), Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου (ENS), Υποσύστημα Εισαγωγών, Υποσύστημα Δασμολογίου TARIC], και αποτελεί ένα ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα. Πλέον, οι περισσότερες τελωνειακές ενέργειες διεκπεραιώνονται μέσω του ICISNET. Ειδικότερα, μέσω του συστήματος αυτού, εκδίδονται ηλεκτρονικές τελωνειακές διοικητικές πράξεις και ειδικές τελωνειακές άδειες, υποβάλλονται τα τελωνειακά έγγραφα (διασάφηση, ΔΕΦΚ)
Σελ. 6
και εξοφλούνται τελωνειακές οφειλές, καθώς και χρηματικές κυρώσεις για παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας. Το Ηλεκτρονικό, πλέον, Τελωνείο (e - Customs) αποτελεί σημαντικό βήμα για την τελωνειακή ολοκλήρωση, διασφαλίζοντας νέες, ταχύτερες και ασφαλέστερες ηλεκτρονικές υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις (οικονομικούς φορείς) και τους πολίτες.
3. Πηγές του τελωνειακού δικαίου
Απόρροια της Τελωνειακής Ένωσης είναι η εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου από τις εθνικές Τελωνειακές Αρχές και τα εθνικά δικαστήρια, όταν η εξεταζόμενη περίπτωση εμφανίζει επαρκές στοιχείο σύνδεσης με το ενωσιακό δίκαιο.
Στο πεδίο του τελωνειακού δικαίου, από το ενωσιακό δίκαιο διέπεται η επιβολή των δασμών, οι οποίοι αποτελούν ίδιο πόρο της ΕΕ, εισπράττονται από τα κράτη - μέλη και αποδίδονται από αυτά στην ΕΕ. Αντιθέτως, από το εθνικό δίκαιο διέπεται η επιβολή των φόρων και των λοιπών επιβαρύνσεων που (συν)εισπράττονται από τα τελωνεία. Στις περιπτώσεις, ωστόσο, κατά τις οποίες, η νομοθεσία που διέπει την επιβολή του φόρου αποτελεί μεταφορά Οδηγίας (π.χ. ΦΠΑ, ΕΦΚ), οπότε υφίσταται επαρκής σύνδεσμος με το ενωσιακό δίκαιο, εφαρμόζεται μεν το εθνικό δίκαιο, υπό την επιφύλαξη, εντούτοις, ότι δεν αντίκειται στις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου.
Τούτων έπεται ότι το τελωνειακό δίκαιο πηγάζει τόσο από το ενωσιακό όσο και από το εθνικό δίκαιο. Τα δύο βασικά νομοθετήματα του τελωνειακού δίκαιου είναι οι δύο τελωνειακοί κώδικες (Ενωσιακός και Εθνικός), πλην όμως, τελωνειακές ρυθμίσεις εμπεριέχονται και σε διάφορα άλλα νομοθετικά κείμενα (ενωσιακά ή εθνικά).
Στο σημείο αυτό, θα παρατεθούν, άλλοτε επιγραμματικά και άλλοτε με σύντομη ανάπτυξη, οι πηγές του τελωνειακού δικαίου, τόσο στο ενωσιακό όσο και στο ημεδαπό δίκαιο, προς διευκόλυνση του εφαρμοστή του δικαίου.
3.1. Ενωσιακό δίκαιο
3.1.1. Πρωτογενές
Οι «Συνθήκες», ήτοι η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και η Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) [βλ. σχετικά την Ενοποιημένη απόδοση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ C 202/7.6.2016)].
3.1.2. Παράγωγο
i. Ο Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας
Ο βασικός Κανονισμός περί τελωνειακού δικαίου είναι ο ΕνΤΚ, με έναρξη ισχύος, ως ήδη εκτέθηκε ανωτέρω, την 1η.5.2016. Ο ΕνΤΚ καθορίζει τους γενικούς κανόνες και τα καθεστώτα που εφαρμόζονται σε εμπορεύματα, τα οποία εισέρχονται στο τελωνεια-
Σελ. 7
κό έδαφος της ΕΕ ή εξέρχονται από αυτό (άρθρο 1 ΕνΤΚ), διέπει, δε, την επιβολή των δασμών, ως κατ’ εξοχήν ενωσιακού πόρου.
ii. Οι εκδοθέντες για την εφαρμογή του ΕνΤΚ Κανονισμοί και, ιδίως:
α. ο κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2015 (ΕΕ L 343/29.12.2015), για τη συμπλήρωση του ΕνΤΚ, όσον αφορά σε λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις αυτού,
β. ο Εκτελεστικός Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2015 (EE L 343/29.12.2015), για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του ΕνΤΚ,
γ. ο κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμός (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2015 (EE L 69/15.3.2016), με τους μεταβατικούς κανόνες για τις περιπτώσεις που τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν έχουν τεθεί ακόμη σε λειτουργία και την τροποποίηση του κατ’ εξουσιοδότηση ως άνω Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής, και
δ. ο Εκτελεστικός Κανονισμός (ΕΕ) 2021/414 της Επιτροπής, της 8ης Μαρτίου 2021 (ΕΕ L 81/9.3.2021), σχετικά με τις τεχνικές ρυθμίσεις για την ανάπτυξη, τη συντήρηση και τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών συστημάτων, με σκοπό την ανταλλαγή και την αποθήκευση πληροφοριών δυνάμει του ΕνΤΚ.
iii. Σημαντικά, επίσης, νομοθετήματα είναι:
α. η Σύμβαση της Νάπολης ΙΙ περί αμοιβαίας συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ των τελωνειακών υπηρεσιών (ΕΕ C 24/23.1.1998), η οποία εφαρμόζεται από τις 23.6.2009, σε αντικατάσταση της αρχικής Σύμβασης της Νάπολης που είχε καταρτιστεί το 1967, και καλύπτει την αμοιβαία συνδρομή και συνεργασία μεταξύ των εθνικών Αρχών για την πρόληψη, τη διερεύνηση και τη δίωξη ορισμένων παραβάσεων τελωνειακών κανόνων σε επίπεδο ΕΕ, καθώς και σε εθνικό επίπεδο,
β. ο Κανονισμός (ΕΚ) 515/97 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 1997 (EE L 82/22.3.1997), περί αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των Διοικητικών Αρχών των κρατών - μελών και της συνεργασίας των Αρχών αυτών με την Επιτροπή, με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων,
γ. η 2009/477/ΕΚ απόφαση του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2009 (EE L 165/26.6.2009), με την οποία δημοσιεύθηκε σε ενοποιημένη μορφή το κείμενο της Τελωνειακής Σύμβασης περί της διεθνούς μεταφοράς εμπορευμάτων βάσει των δελτίων TIR (σύμβαση TIR), που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 14 Νοεμβρίου 1975, όπως τροποποιήθηκε έκτοτε,
Σελ. 8
δ. ο Κανονισμός (ΕΟΚ) 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987 (EE L 256/7.9.1987), για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο, και
ε. ο Κανονισμός (ΕΚ) 1186/2009 του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2009 (EE L 324/10.12.2009), για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών (κωδικοποιημένη έκδοση).
3.2. Εθνικό δίκαιο
3.2.1. Το Σύνταγμα
3.2.2. Ο Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας
Το βασικό εθνικό νομοθέτημα του τελωνειακού δικαίου είναι ο ΕΤΚ, ο οποίος εφαρμόζεται από τις εθνικές Τελωνειακές Αρχές: 1) στις εμπορικές συναλλαγές της Χώρας με τρίτες χώρες, σε συνδυασμό με την αντίστοιχη ενωσιακή νομοθεσία, 2) στα προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) και 3) στα ενωσιακά ή μη εμπορεύματα που τελούν υπό ειδική τελωνειακή παρακολούθηση (άρθρο 1 ΕΤΚ). Ο ΕΤΚ εφαρμόζεται, δηλαδή, υπό την επιφύλαξη του ΕνΤΚ και έχει, πάντως, ευρύτερο πεδίο εφαρμογής, υπό την έννοια ότι διέπει, πέρα από τις εισαγωγές εμπορευμάτων από τρίτες χώρες, και τα εμπορεύματα που βαρύνονται με ΕΦΚ, καθώς και αυτά που τελούν υπό τελωνειακή παρακολούθηση.
Ο ΕΤΚ διαρθρώνεται σε έξι μέρη. Τα πέντε πρώτα μέρη υποδιαιρούνται σε κεφάλαια, ορισμένα εκ των οποίων αποτελούνται από περισσότερα τμήματα. Συγκεκριμένα, ο ΕΤΚ έχει την ακόλουθη δομή:
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ (άρθρα 1 έως 11)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Πεδίο εφαρμογής (άρθρο 1)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Γενικές διατάξεις (άρθρα 2 έως 11)
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ (άρθρα 12 έως 52)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Τελωνειακές διαδικασίες - αφίξεις και δηλωτικά (άρθρα 12 έως 23)
- Τμήμα Α΄: Θαλάσσιες μεταφορές (άρθρα 12 έως 19)
- Τμήμα Β΄: Λοιπές μεταφορές (άρθρα 20 έως 23)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Είσοδος - επιτήρηση - εναπόθεση εμπορευμάτων (άρθρα 24 έως 25)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄: Δασμολόγιο - δασμοφορολογική μεταχείριση (άρθρα 26 έως 28)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄: Τελωνειακή οφειλή (άρθρα 29 έως 32Α)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄: Τελωνειακοί προορισμοί (άρθρα 33 έως 52)
- Τμήμα Α΄: Συνήθης διαδικασία (άρθρο 33)
- Τμήμα Β΄: Απλουστευμένες διαδικασίες (άρθρα 34 έως 36)
Σελ. 9
- Τμήμα Γ΄: Εγκατάλειψη - καταστροφή - εκποίηση εμπορευμάτων (άρθρο 37)
- Τμήμα Δ΄: Εθνική διαμετακόμιση (άρθρο 38)
- Τμήμα Ε΄: Ελεύθερες Ζώνες και αποθήκες (άρθρο 39)
- Τμήμα ΣΤ΄: Εφοδιασμοί (άρθρο 40)
- Τμήμα Ζ΄: Επιβολή δικαιωμάτων (άρθρο 41)
- Τμήμα Η΄: Ποινές ανακριβούς δήλωσης (άρθρο 42)
- Τμήμα Θ΄: Αζήτητα εμπορεύματα (άρθρα 43 έως 49)
- Τμήμα Ι΄: Αποσκευές επιβατών (άρθρα 50 έως 51)
- Τμήμα ΙΑ΄: Εύφλεκτες ύλες (άρθρο 52)
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ: ΕΙΔΙΚΟΙ ΦΟΡΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ (άρθρα 53 έως 119Γ)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Γενικές Διατάξεις (άρθρα 53 έως 71)
- Τμήμα Α΄: Πεδίο εφαρμογής (άρθρα 53 έως 61)
- Τμήμα Β΄: Καθεστώς αναστολής (άρθρα 62 έως 65)
- Τμήμα Γ΄: Επιστροφή φόρου και απαλλαγές (άρθρα 66 έως 71)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Ενεργειακά προϊόντα - αλκοόλη - αλκοολούχα ποτά - βιομηχανοποιημένα καπνά (άρθρα 72 έως 108)
- Τμήμα Α΄: Ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια (άρθρα 72 έως 78Α)
- Τμήμα Β΄: Αλκοόλη - αλκοολούχα ποτά (άρθρα 79 έως 93)
- Τμήμα Γ΄: Βιομηχανοποιημένα καπνά (άρθρα 94 έως 108)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄: Διαδικαστικές διατάξεις (άρθρα 109 έως 119Γ)
- Τμήμα Α΄: Διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής του φόρου (άρθρα 109 έως 111)
- Τμήμα Β΄: Κυκλοφορία προϊόντων (άρθρα 112 έως 119Γ)
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ: ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΩΝ - ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ (άρθρα 120 έως 141)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Ορισμοί - επιβολή και αντικείμενο φόρου - φορολογητέα αξία (άρθρα 120 έως 128)
- Τμήμα Α΄: Ορισμοί - τέλος ταξινόμησης (άρθρα 120 έως 125)
- Τμήμα Β΄: Φορολογητέα αξία - κυλινδρισμός - καταβολή τέλους ταξινόμησης (άρθρα 126 έως 128)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Διακίνηση κοινοτικών οχημάτων - βεβαίωση και είσπραξη τέλους ταξινόμησης (άρθρα 129 έως 131)
- Τμήμα Α΄: Διακίνηση κοινοτικών οχημάτων (άρθρο 129)
- Τμήμα Β΄: Βεβαίωση και είσπραξη τέλους ταξινόμησης (άρθρα 130 έως 131)
Σελ. 10
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄: Απαλλαγές - καθεστώτα απαλλαγών (άρθρα 132 έως 135)
- Τμήμα Α΄: Απαλλαγές - αναστολές (άρθρα 132 έως 133)
- Τμήμα Β΄: Φορολογικές αποθήκες κοινοτικών οχημάτων (άρθρα 134 έως 135)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄: Περιορισμοί στην κατοχή και κυκλοφορία κοινοτικών οχημάτων - παραβάσεις - κυρώσεις (άρθρα 136 έως 137)
- Τμήμα Α΄: Περιορισμοί στην κατοχή και κυκλοφορία (άρθρο 136)
- Τμήμα Β΄: Παραβάσεις (άρθρο 137)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄: Άλλες διατάξεις (άρθρα 138 έως 141)
ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ: ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ - ΠΑΡΑΤΥΠΙΕΣ (άρθρα 142 έως 177)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Έννοια - βεβαίωση παραβάσεων και παρατυπιών και πρόστιμα (άρθρα 142 έως 154)
- Τμήμα Α΄: Έννοια και βεβαίωση παραβάσεων - παρατυπιών (άρθρο 142)
- Τμήμα Β΄: Πρόστιμα (άρθρα 143 έως 149)
- Τμήμα Γ΄: Έκδοση πράξεων καταλογισμού - βεβαίωση προστίμων (άρθρα 150 έως 152)
- Τμήμα Δ΄: Ασφαλιστικά μέτρα - διοικητικές κυρώσεις (άρθρα 153 έως 154)
▪ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Λαθρεμπορία (άρθρα 155 έως 177)
- Τμήμα Α΄: Χαρακτηρισμός λαθρεμπορίας (άρθρα 155 έως 156)
- Τμήμα Β΄: Ποινές λαθρεμπορίας (άρθρα 157 έως 160)
- Τμήμα Γ΄: Αστική ευθύνη (άρθρα 161 έως 163)
- Τμήμα Δ΄: Δικονομικές διατάξεις και διαδικασίες επί της λαθρεμπορίας (άρθρα 164 έως 177)
ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ: ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (άρθρα 178 έως 185)
3.2.3. Οι κατ’ εξουσιοδότηση του ΕΤΚ εκδοθείσες υπουργικές αποφάσεις
3.2.4. Ο Κώδικας Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΚΦΠΑ)
3.2.5. Ο εκάστοτε ισχύων Κώδικας Δημοσίου Λογιστικού (ΚΔΛ), καθ’ ο μέρος ρυθμίζει την παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να καταλογίσει δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις, καθώς και την παραγραφή του δικαιώματος αυτού να εισπράξει τις προερχόμενες από τελωνειακές οφειλές και από καταλογιστικές πράξεις των Τελωνειακών Αρχών απαιτήσεις
Σελ. 11
3.2.6. Ο εκάστοτε ισχύων Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) αναφορικά με την είσπραξη των προερχόμενων από τελωνειακές οφειλές και από καταλογιστικές πράξεις των Τελωνειακών Αρχών απαιτήσεις του Δημοσίου.
4. Δομή του έργου
Το παρόν έργο, μετά το μέρος της Εισαγωγής, διαρθρώνεται σε τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο, περιγράφεται η διαδικασία του εκτελωνισμού και αναδεικνύονται οι επιμέρους υποχρεώσεις των εμπλεκόμενων στο εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο φυσικών ή νομικών προσώπων. Στο δεύτερο κεφάλαιο, επιχειρείται η παρουσίαση της τελωνειακής οφειλής εν γένει (γένεση, περιεχόμενο, υπολογισμός, διασφάλιση, καταλογισμός, είσπραξη). Το τρίτο κεφάλαιο πραγματεύεται τη διαδικασία καταλογισμού των τελωνειακών παραβάσεων. Τέλος, το τέταρτο κεφάλαιο αφορά στην τελωνειακή προσφυγή και, συγκεκριμένα, στις προϋποθέσεις του παραδεκτού της άσκησής της, καθώς και στις αρχές της αναλογικότητας, του ne bis in idem και της αναδρομικής εφαρμογής της επιεικέστερης κυρωτικής διάταξης, αλλά και του τεκμηρίου αθωότητας, το ζήτημα της εφαρμογής των οποίων ανακύπτει συχνά στο πλαίσιο αυτής.
Σελ. 13
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΕΚΤΕΛΩΝΙΣΜΟΣ
Ως εκτελωνισμός ή εκτελωνιστική διαδικασία, νοείται η υποχρεωτική διαδικασία, στην οποία υποβάλλεται κάθε εμπόρευμα που εισέρχεται στον ελληνικό τελωνειακό χώρο, ανεξάρτητα από τον τελωνειακό του χαρακτήρα ως ενωσιακού ή μη ενωσιακού. Η διαδικασία αυτή αρχίζει με την άφιξη του εμπορεύματος στο τελωνείο, συνεχίζει με την κατάθεση της διασάφησης ή της ΔΕΦΚ και την αποδοχή αυτής από την Τελωνειακή Αρχή, προχωρεί με την είσπραξη των εκάστοτε οφειλόμενων δασμοφορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων ή με τη χορήγηση σχετικής απαλλαγής ή με τη διαγραφή της τελωνειακής οφειλής και ολοκληρώνεται με την παραλαβή των εμπορευμάτων από τον εισαγωγέα ή την καταστροφή ή την εγκατάλειψη αυτών υπέρ του Δημοσίου. Δύναται να είναι συνήθης (άρθρο 33 ΕΤΚ) ή απλουστευμένη, κατόπιν χορήγησης στον εισαγωγέα ειδικής άδειας από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή (άρθρο 34 ΕΤΚ).
Πρόκειται για μια σύνθετη, πολύπλοκη και αρκετά γραφειοκρατική διαδικασία, η οποία διενεργείται είτε από τους ίδιους τους εισαγωγείς είτε από πιστοποιημένους εκτελωνιστές ή και από τις εταιρείες ταχυμεταφορών έναντι αμοιβής.
Στοχεύει, κατ’ αρχάς, στην προστασία των πολιτών από την εισαγωγή επικίνδυνων ή επιβλαβών για την υγεία προϊόντων, στην καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου (π.χ. ναρκωτικών, ζώων, φυτών, όπλων, προϊόντων απομίμησης/παραποίησης), στον έλεγχο της μεταφοράς χρημάτων με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη φοροδιαφυγή ή τη χρηματοδότηση εγκληματικών οργανώσεων, καθώς και στην καταπολέμηση της φορολογικής και τελωνειακής απάτης από επι-
Σελ. 14
χειρήσεις και ιδιώτες, η οποία στερεί, τόσο την ΕΕ όσο και το Ελληνικό Δημόσιο, από σημαντικά έσοδα προερχόμενα από δασμούς και φόρους. Στοχεύει, όμως, και στο να καταστήσει τα ενωσιακά εμπορεύματα πιο ανταγωνιστικά έναντι των μη ενωσιακών εμπορευμάτων.
Επισημαίνεται ότι, σε εκτελωνισμό, υπόκεινται και τα ενωσιακά εμπορεύματα που εισέρχονται στην Ελλάδα, προκειμένου να διαπιστωθεί η προέλευσή τους. Εφόσον διαπιστωθεί ότι πρόκειται για ενωσιακά εμπορεύματα, οπότε, λόγω της Τελωνειακής Ένωσης, απαλλάσσονται της καταβολής δασμών, τίθενται ελεύθερα προς ανάλωση στην εσωτερική αγορά, αφού καταβληθεί ο ΕΦΚ, όπου, τυχόν, οφείλεται.
Στο παρόν κεφάλαιο, θα παρουσιαστεί συνοπτικά η διαδικασία του εκτελωνισμού. Συγκεκριμένα, αφού αναδειχθούν, με παραπομπή στις αντίστοιχες διατάξεις του ΕνΤΚ και του ΕΤΚ, οι ειδικότερες ευθύνες και υποχρεώσεις των μεταφορέων κάθε είδους κατά την άφιξη των εμπορευμάτων που μεταφέρουν στον ελληνικό τελωνειακό χώρο, θα παρουσιαστεί η διαδικασία προσκόμισης των εισαγόμενων εμπορευμάτων στο τελωνείο (προθεσμία, τόπος εκφόρτωσης, τελωνειακά παραστατικά), αλλά και η διαδικασία της προσωρινής τους εναπόθεσης, όπου αυτή απαιτείται. Τέλος, θα παρατεθούν τα βασικά χαρακτηριστικά των τελωνειακών καθεστώτων, στα οποία είναι δυνατόν να υπαχθούν τα εισαγόμενα είδη, ώσπου να αποδεσμευτούν τελωνειακά και να ολοκληρωθεί η εκτελωνιστική διαδικασία.
ΕΝΟΤΗΤΑ Α: ΑΦΙΞΗ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
Αα. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Λόγω της γεωγραφικής θέσης της Ελλάδας, τα εμπορεύματα δύνανται να εισέλθουν στον ελληνικό τελωνειακό χώρο με οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο (διά θαλάσσης, αεροπορικώς, οδικώς ή σιδηροδρομικώς). Ο κάθε είδους μεταφορέας υπέχει, κατά την άφιξη των εμπορευμάτων που μεταφέρει στον ελληνικό τελωνειακό χώρο, συγκεκριμένες επιμέρους ευθύνες και υποχρεώσεις, προκειμένου να γνωστοποιήσει την άφιξή τους στο τελωνείο.
Με δεδομένο ότι στην Ελλάδα το εισαγωγικό (και εξαγωγικό) εμπόριο διενεργείται, ως επί το πλείστον, διά θαλάσσης, ο τελωνειακός νομοθέτης ρυθμίζει εξαντλητικά, στα άρθρα 12 έως 19 του ΕΤΚ, μόνο τις διατυπώσεις που βαρύνουν τις θαλάσσιες μεταφορές, αναδεικνύοντας, ιδιαιτέρως, τις επιμέρους ευθύνες και υποχρεώσεις του πλοιάρχου. Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές διέπουν και τα λοιπά είδη μεταφοράς στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει άλλη ειδικότερη ρύθμιση (άρθρο 22 ΕΤΚ).
Στην παρούσα ενότητα, παρατίθενται οι υποχρεώσεις των μεταφορέων, η παράβαση των οποίων στοιχειοθετεί απλή τελωνειακή παράβαση (με την επιφύλαξη, πάντοτε, των περί λαθρεμπορίας διατάξεων). Με τον τρόπο αυτό, θα αναδειχθεί η αντικειμενική υπόσταση των απλών τελωνειακών παραβάσεων που είναι δυνατόν να τελεστούν
Σελ. 15
κατά το πρώτο στάδιο του εκτελωνισμού, δηλαδή, κατά την άφιξη των εμπορευμάτων στην Ελλάδα.
Αβ. ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
1. Θαλάσσιες μεταφορές (άρθρα 12 έως 19 ΕΤΚ)
Ο προϊσχύων Τελωνειακός Κώδικας (Ν 1165/1918) περιείχε στο άρθρο 131 αυτού την έννοια του πλοίου και της λέμβου. Ο ΕΤΚ δεν περιλαμβάνει τέτοιο ορισμό. Ωστόσο, από το σύνολο των διατάξεών του που αναφέρονται σε «πλοίο» (μεταξύ άλλων, τα άρθρα 8, 12 - 19, 155 παρ. 2 περ. δ΄) σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου 12 αυτού («οι διατάξεις περί δηλωτικών εφαρμόζονται σε όλα τα πλοία όπως αυτά εννοιολογικά προσδιορίζονται στον Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου»), συνάγεται ότι ο τελωνειακός νομοθέτης αναφέρεται στο πλοίο ως μεταφορικό μέσο, ανεξάρτητα από τη χωρητικότητά του, ήτοι σε κάθε πλωτό μέσο που δύναται να μεταφέρει εμπορεύματα από ένα λιμάνι σε άλλο, εντός ή εκτός των ελληνικών χωρικών υδάτων.
i. Υποχρέωση κατάθεσης δηλωτικού - προθεσμία - εξαιρέσεις - υπόχρεα πρόσωπα - ειδικότερη υποχρέωση του πλοιάρχου
O πλοίαρχος κάθε πλοίου που έρχεται από το εξωτερικό (από την ΕΕ ή τρίτη χώρα) και καταπλέει σε λιμάνι ή όρμο της Χώρας ή βρίσκεται αγκυροβολημένο εντός των χωρικών υδάτων, για οποιαδήποτε αιτία (ακόμη και λόγω ανωτέρας βίας), οφείλει να καταθέσει στην Τελωνειακή Αρχή δηλωτικό, ανεξάρτητα από το αν μεταφέρει ή όχι φορτίο (άρθρο 12 παρ. 1 εδ. α΄ και β΄ ΕΤΚ).
Επί πλοίου που μεταφέρει εμπορεύματα, το δηλωτικό αποτελεί μια έγγραφη δήλωση του πλοιάρχου προς το τελωνείο αναφορικά με το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα και την προέλευση των εμπορευμάτων που μεταφέρει από το εξωτερικό. Αντιθέτως, επί πλοίου που δεν μεταφέρει εμπορεύματα, το δηλωτικό υποβάλλεται με την ένδειξη «κενό φορτίου».
Το δηλωτικό κατατίθεται είτε στην ελληνική γλώσσα είτε σε ξένη γλώσσα με επίσημη μετάφραση στα ελληνικά (άρθρο 17 παρ. 2 ΕΤΚ), μαζί με τα έγγραφα που το συνοδεύ-
Σελ. 16
ουν σε περίπτωση μεταφοράς φορτίου (π.χ. τιμολόγια αγοράς, φορτωτική, συμβάσεις πώλησης), εντός προθεσμίας είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από τον κατάπλου και, πάντως, πριν από τον απόπλου.
Από την υποχρέωση κατάθεσης δηλωτικού απαλλάσσεται:
α) ο πλοίαρχος πλοίου με χωρητικότητα μικρότερη των εκατό (100) κόρων, το οποίο δεν φέρει φορτίο (άρθρο 12 παρ. 1 εδ. γ΄ ΕΤΚ),
β) ο πλοίαρχος πλοίου με άδεια τακτικής γραμμής, υπό την προϋπόθεση ότι, με αυτό, δεν μεταφέρονται, υπό καθεστώς διαμετακόμισης, εμπορεύματα που έχουν προορισμό το λιμάνι κατάπλου του πλοίου (άρθρο 12 παρ. 2 ΕΤΚ), καθώς και
γ) ο πλοίαρχος transit διερχόμενου πλοίου που αποπλέει, χωρίς να ελευθεροκοινωνήσει (δηλαδή, χωρίς να αποβιβάσει επιβάτες), εντός προθεσμίας σαράντα οκτώ (48) ωρών από τον κατάπλου (άρθρο 12 παρ. 7 ΕΤΚ).
Εξ αντιδιαστολής, υποχρεούται να καταθέσει δηλωτικό ο πλοίαρχος: α) πλοίου με χωρητικότητα κάτω των εκατό (100) κόρων που μεταφέρει φορτίο, β) πλοίου με άδεια τακτικής γραμμής που μεταφέρει εμπορεύματα, υπό καθεστώς διαμετακόμισης, με προορισμό το λιμάνι κατάπλου του πλοίου (άρθρο 12 παρ. 2 ΕΤΚ), και γ) transit διερχόμενου πλοίου που αποπλέει, χωρίς να ελευθεροκοινωνήσει, εντός προθεσμίας μεγαλύτερης των σαράντα οκτώ (48) ωρών από τον κατάπλου ή transit διερχόμενου πλοίου που αποπλέει ύστερα από ελευθεροκοινωνία.
Επί του δηλωτικού, αναγράφεται η ημερομηνία και η ώρα του κατάπλου, καθώς και η ώρα της κατάθεσής του στο τελωνείο. Το δηλωτικό καταχωρείται στο πρωτόκολλο της Τελωνειακής Αρχής (άρθρο 12 παρ. 5 ΕΤΚ), όπου και παραμένει, εωσότου τα αναγραφόμενα σε αυτό εμπορεύματα λάβουν τελωνειακό προορισμό (άρθρο 16 παρ. 7 ΕΤΚ).
Στην ειδικότερη περίπτωση, κατά την οποία το πλοίο έχει προορισμό περισσότερους λιμένες εντός της Χώρας, εκδίδονται ισάριθμα αντίγραφα δηλωτικού, ούτως ώστε, πριν από την αναχώρηση από τον εκάστοτε λιμένα, να σημειώνεται επ’ αυτού η εκφόρτωση (ολική ή μερική) ή μη του μεταφερόμενου φορτίου, μέχρι την άφιξη του πλοίου στον τελικό του προορισμό. Σύμφωνα, δε, με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 14 και 15 του ΕΤΚ, οι πλοίαρχοι οφείλουν, πριν από τον απόπλου από το λιμάνι του πρώτου κατάπλου, να εφοδιαστούν από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή με δηλωτικό, το οποίο, στην περίπτωση που δεν εκφορτώθηκε φορτίο, είναι το αρχικώς υποβληθέν (πρωτότυπο) με ενσωματωμένη βεβαίωση για τη μη αποβίβαση εμπορεύματος, ενώ, στην
Σελ. 17
περίπτωση που εκφορτώθηκε μέρος του φορτίου, είναι είτε το πρωτότυπο είτε αντίγραφο αυτού με ενσωματωμένη σχετική ενυπόγραφη βεβαίωση του πλοιάρχου. Επισημαίνεται ότι οι ίδιες υποχρεώσεις βαρύνουν τον πλοίαρχο και πριν τον απόπλου από κάθε ενδιάμεσο προορισμό του πλοίου, μέχρι την άφιξη στο λιμάνι του προορισμού του, ενώ είναι αυτονόητο ότι τα δηλωτικά που κατατίθενται ανά λιμάνι κατάπλου δεν πρέπει να φέρουν αδικαιολόγητες διαφορές στο περιεχόμενο του φορτίου.
ii. Έγγραφα εξομοιούμενα με δηλωτικό
Δοθέντος ότι το δηλωτικό φορτίου σκοπεί στην εξακρίβωση της ταυτότητας του μεταφερόμενου φορτίου, ως δηλωτικό μπορεί να γίνει δεκτό και κάθε άλλο έγγραφο που περιέχει τα προσδιοριστικά στοιχεία (είδος, προέλευση, ποιότητα, ποσότητα) των εισαγόμενων εμπορευμάτων (άρθρο 16 παρ. 1 ΕΤΚ). Έτσι, θέση δηλωτικού επέχουν, ενδεικτικά:
α) οι εκθέσεις ή τα έγγραφα των αρμόδιων Αρχών για παράδοση ναυαγίων ή ναυαγιαιρέσεων στην Τελωνειακή Αρχή (άρθρο 16 παρ. 2 ΕΤΚ),
β) τα έγγραφα ή οι αιτήσεις που κατατίθενται στις Τελωνειακές Αρχές για τη θέση σε ανάλωση, για τη διαμετακόμιση ειδών που παραλήφθηκαν με το καθεστώς προσωρινής εισαγωγής για ορισμένη ειδική χρήση, για αντικανονική εισαγωγή, για εισαγωγή από τα πληρώματα των πλοίων ή σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση (άρθρο 16 παρ. 2 ΕΤΚ),
γ) οι διαταγές του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδονται για ανάλογες περιπτώσεις (άρθρο 16 παρ. 2 ΕΤΚ),
δ) το αντίγραφο του αντιτύπου του παραστατικού διαμετακόμισης για τα εμπορεύματα που διακινούνται στο πλαίσιο διαδικασίας διαμετακόμισης (άρθρο 16 παρ. 3 ΕΤΚ) και
ε) η έκθεση που συντάσσει ο υγειονόμος για το φορτίο του πλοίου, κατόπιν προφορικής δήλωσης του πλοιάρχου, στην περίπτωση που το πλοίο έχει τεθεί υπό επιτήρηση και του έχει απαγορευθεί η ελευθεροκοινωνία για υγειονομικούς λόγους (άρθρο 12 παρ. 6 ΕΤΚ).
iii. Δικαιώματα - υποχρεώσεις της Τελωνειακής Αρχής - πρόσθετες υποχρεώσεις του πλοιάρχου
Προκειμένου να διασφαλιστεί ο σύννομος εκτελωνισμός των εισαγόμενων εμπορευμάτων που υπόκεινται σε δασμοφορολογικές χρεώσεις, η Τελωνειακή Αρχή δύναται να πραγματοποιεί επίσκεψη σε κάθε πλοίο, κατά τον κατάπλου, απόπλου, ακόμη και όταν αυτό παραμένει αγκυροβολημένο στο λιμάνι.
Σελ. 18
Προς τούτο, ο πλοίαρχος υποχρεούται να παρέχει στα τελωνειακά όργανα πρόσβαση σε όλους τους χώρους του πλοίου και να θέτει στη διάθεσή τους κάθε έγγραφο σχετικό με τη μεταφορά του ελεγχόμενου φορτίου.
Κατά την επίσκεψή τους στο πλοίο, τα τελωνειακά όργανα δύνανται (άρθρο 18 ΕΤΚ):
α) να κατάσχουν τα εμπορεύματα που δεν συνοδεύονται από φορτωτική ή/και επίσημα έγγραφα απόδειξης της κυριότητας, της νόμιμης κατοχής, της προέλευσης και του προορισμού τους και, μάλιστα, ανεξάρτητα από το αν ο πλοίαρχος έχει καταθέσει γι’ αυτά δηλωτικό,
β) να παραμένουν στον χώρο για φρούρηση ή επιτήρηση, με δαπάνη των υπευθύνων του πλοίου, προκειμένου να προληφθούν λαθρεμπορικές ενέργειες,
γ) να δίνουν εντολή να επισημαίνονται ορισμένα εμπορεύματα με σημεία αναγνώρισης πριν την εκφόρτωσή τους,
δ) να ασφαλίζουν, να σφραγίζουν και να επισημαίνουν οποιοδήποτε εμπόρευμα, καθώς και
ε) να ανοίγουν, ακόμη και με θραύση, οποιοδήποτε εμπορευματοκιβώτιο ή κλεισμένο χώρο, ασφαλισμένο με κλειδιά.
iv. Εκφόρτωση του μεταφερόμενου φορτίου
Η εκφόρτωση του μεταφερόμενου φορτίου είναι δυνατή, μετά την - κατά τα ανωτέρω - κατάθεση του δηλωτικού, σε ειδικά προβλεπόμενους από την Τελωνειακή Αρχή χώρους (άρθρα 7 και 12 παρ. 3 ΕΤΚ).
Σε περίπτωση που ο πλοίαρχος δεν καταθέσει δηλωτικό ή δεν εκφορτώσει εγκαίρως το μεταφερόμενο φορτίο, η Τελωνειακή Αρχή δύναται να διατάξει την εκφόρτωση αυτού σε ειδικά εγκεκριμένους από αυτή χώρους, προκειμένου να ελεγχθούν τα εμπορεύματα αλλά και το πλοίο, για την πρόληψη τελωνειακών παραβάσεων (άρθρο 16 παρ. 6 ΕΤΚ). Τα έξοδα βαρύνουν τον μεταφορέα.
v. Δικαιώματα και ευθύνες του ναυτικού πράκτορα
Οι πράκτορες ναυτιλιακών εταιρειών (ναυτικοί πράκτορες) ή οι αντιπρόσωποι των πλοίων υπέχουν την ειδικότερη υποχρέωση να γνωστοποιούν εγγράφως στην Τελω-
Σελ. 19
νειακή Αρχή την επικείμενη άφιξη του πλοίου δώδεκα (12) τουλάχιστον ώρες πριν από τον κατάπλου αυτού (άρθρο 18 παρ. 1 εδ. β΄ ΕΤΚ).
Περαιτέρω, προς διευκόλυνση των πλοιάρχων και, κατ’ επέκταση, των πλοιοκτητών ή εφοπλιστών, οι ναυτικοί πράκτορες δύνανται, κατ’ άρθρο 13 του ΕΤΚ, να καταθέτουν οι ίδιοι στην Τελωνειακή Αρχή το δηλωτικό φορτίου πλοίου υποκείμενου σε πρακτόρευση, κατ’ άρθρο 9 του ΠΔ 229/1995 (ΦΕΚ Α΄ 130).
Το περιεχόμενο του δηλωτικού αυτού εξαντλείται, ασφαλώς, στα εμπορεύματα που προορίζονται για το λιμάνι του κατάπλου (και, συνεπώς, δεν αφορά στο υπόλοιπο φορτίο του πλοίου), όπως ρητά προβλέπεται στο εδάφιο α΄ του άρθρου 13 του ΕΤΚ, το οποίο στοιχεί απολύτως με την τοπικά περιορισμένη ισχύ της άδειας των ναυτικών πρακτόρων, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 του ΠΔ 229/1995.
Τέλος, τόσο οι πλοίαρχοι όσο και οι ναυτικοί πράκτορες (όταν το δηλωτικό κατατίθεται από τους τελευταίους) υπέχουν την ειδικότερη υποχρέωση να δηλώνουν στο τελωνείο, με χωριστό σημείωμα, την εισαγωγή δοχείων ή δεμάτων που περιέχουν εύφλεκτες, εκρηκτικές ή άλλες επικίνδυνες για την υγεία και το περιβάλλον ύλες και ουσίες, πριν την εκφόρτωσή τους (άρθρο 52 ΕΤΚ).
2. Αεροπορικές και χερσαίες μεταφορές (άρθρα 20 και 21 παρ. 1 και 2 ΕΤΚ)
Οι αεροπορικές μεταφορές διενεργούνται μέσω αεροδρομίων που τελούν υπό την επιτήρηση και τον έλεγχο των Τελωνειακών Αρχών [άρθρο 10 Ν 211/1947 (ΦΕΚ Β΄ 35)], ενώ οι χερσαίες μεταφορές (οδικές και σιδηροδρομικές) διενεργούνται μέσω αναγνωρισμένων σημείων εισόδου στη Χώρα (π.χ. συνοριακός σταθμός Κρυσταλλοπηγής). Οι ευθύνες και οι υποχρεώσεις του κυβερνήτη του αεροσκάφους, καθώς και του οδηγού του χερσαίου μεταφορικού μέσου (οχήματος ή αμαξοστοιχίας), όπως και της αεροπορικής εταιρείας και του φορέα ιδιοκτησίας του χερσαίου μεταφορικού μέσου, κατά την άφιξη του μεταφερόμενου φορτίου, δεν διαφοροποιούνται από αυτές του πλοιάρχου ή του ναυτικού πράκτορα, αντίστοιχα (άρθρα 20 παρ. 2 και 22 ΕΤΚ).
Σελ. 20
3. Μεταφορές μέσω δικτύου αγωγών (άρθρο 21 παρ. 3 ΕΤΚ)
Οι διαδικασίες εισαγωγής, διαμετακόμισης και εξαγωγής εμπορευμάτων, που μεταφέρονται μέσω δικτύου αγωγών, ρυθμίζονται από την ισχύουσα, από 6.11.2014, ΔΤΔ Α 5026766 ΕΞ 20.11.2014 ΑΥΟ (ΦΕΚ Β΄ 3120) με τίτλο ‘‘Απλουστευμένες διαδικασίες εισαγωγής και εξαγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας’’. Η μη τήρηση των όρων και διατυπώσεων που ορίζονται στην υπουργική αυτή απόφαση αποτελεί παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας, επισύρουσα, εις βάρος των υπευθύνων διαχειριστών δικτύου αγωγών, τις κυρώσεις που προβλέπονται στον ΕΤΚ, σύμφωνα με το άρθρο 8 της εν λόγω υπουργικής απόφασης, αλλά και το άρθρο 22 του ΕΤΚ, το οποίο ρητά παραπέμπει στις ευθύνες και τις υποχρεώσεις του πλοιάρχου.
4. Ταχυδρομικές μεταφορές (άρθρο 23 ΕΤΚ)
Οι τελωνειακές διατυπώσεις για τα είδη που διακινούνται με το ταχυδρομείο και υπόκεινται σε έλεγχο από τις Τελωνειακές Αρχές καθορίζονται με την ΔΤΔ Α 1181957 ΕΞ/9.12.2016 κοινή απόφαση των Υπουργών Ψηφιακής Πολιτικής - Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 4092), με τίτλο ‘‘Τελωνειακές διαδικασίες για τις ταχυδρομικές αποστολές μέσω του Φορέα Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας’’, εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση, μεταξύ άλλων, του άρθρου 23 του ΕΤΚ.
Αγ. AΠΛΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ
Η παράβαση των όρων και διατυπώσεων, που τάσσονται από την τελωνειακή εν γένει νομοθεσία αναφορικά με το στάδιο της άφιξης των εισαγόμενων εμπορευμάτων στον ελληνικό τελωνειακό χώρο, συνιστά, όπως ήδη αναφέρθηκε, απλή τελωνειακή παράβαση (υπό την επιφύλαξη, πάντοτε, των περί λαθρεμπορίας διατάξεων), η οποία τιμωρείται με το εκάστοτε προβλεπόμενο πρόστιμο.
Στο σημείο αυτό, θα παρατεθεί η αντικειμενική υπόσταση κάθε επιμέρους τελωνειακής παράβασης που προβλέπεται στον ΕΤΚ και στοιχειοθετείται κατά την άφιξη των εμπορευμάτων στον ελληνικό τελωνειακό χώρο, με την παραπομπή στην αντίστοιχη διάταξη του εν λόγω Κώδικα που ρυθμίζει, ανά είδος μεταφοράς, τον διοικητικό κολασμό της.
1. Εύρεση επί του μεταφορικού μέσου ή εκφόρτωση από αυτό περισσότερων ή λιγότερων εμπορευμάτων από τα αναγραφόμενα στο δηλωτικό
i. Στις θαλάσσιες μεταφορές: επιβάλλεται πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ, ανά δηλωτικό, στον πλοίαρχο (άρθρο 143 ΕΤΚ) ή στον ναυτικό πράκτορα, μόνο, όμως, για τα
Σελ. 21
εμπορεύματα που προορίζονται για το λιμάνι του κατάπλου (άρθρο 13 σε συνδυασμό με άρθρο 143 ΕΤΚ),
ii. Στις αεροπορικές μεταφορές, σιδηροδρομικές μεταφορές, μεταφορές μέσω δικτύου αγωγών: επιβάλλεται πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ, ανά δηλωτικό, στον κυβερνήτη του αεροσκάφους, τον Προϊστάμενο της αμαξοστοιχίας και τον διαχειριστή δικτύου αγωγών, αντίστοιχα (άρθρο 143 ΕΤΚ), και
iii. Στις οδικές μεταφορές: επιβάλλεται πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ στον μεταφορέα, εκτός από την περίπτωση της εκφόρτωσης λιγότερης από την αναγραφόμενη στο δηλωτικό ποσότητας λόγω ανωτέρας βίας, οπότε δεν επιβάλλεται πρόστιμο (άρθρο 144 παρ. 3 περ. β΄ ΕΤΚ, διάταξη, η οποία, κατά τη ρητή της διατύπωση, αποκλείει, εν προκειμένω, την εφαρμογή του άρθρου 143 του ΕΤΚ).
2. Παράβαση των περί δηλωτικού διατάξεων και αδικαιολόγητη διαφορά μεταξύ των δηλωτικών, που κατατίθενται σε ενδιάμεσους σταθμούς του μεταφορικού μέσου, σε περίπτωση πολλαπλών προορισμών
Η παράβαση αυτή προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 144 παρ. 1 περ. α΄ του ΕΤΚ, που ισχύει, κατ’ αρχάς, όπως προαναφέρθηκε, για όλα τα είδη μεταφοράς, και τιμωρείται με πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ. Όπως, εξάλλου, συνάγεται από τη ρητή γραμματική διατύπωση της εν θέματι διάταξης, με το εν λόγω πρόστιμο, τιμωρείται η παράβαση κάθε όρου ή διατύπωσης που προβλέπεται στα άρθρα 12, 13, 14 και 15 του ΕΤΚ και, συγκεκριμένα: